Έργο και είσοδος (6)
Το έργο και η είσοδος είναι εγγενώς πρακτικά· αναφέρονται στο έργο του Θεού και την είσοδο του ανθρώπου. Η πλήρης ανικανότητα του ανθρώπου να εμβαθύνει στο αληθινό πρόσωπο του Θεού και στο έργο του Θεού έχει προκαλέσει μέγιστες δυσκολίες στην είσοδό του. Μέχρι και σήμερα, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να μη γνωρίζουν ποιο έργο θα πραγματοποιήσει ο Θεός κατά τις έσχατες ημέρες, ούτε τον λόγο για τον οποίο ο Θεός υπέμεινε ακραία ταπείνωση προκειμένου να ενσαρκωθεί για να σταθεί δίπλα στον άνθρωπο στα καλά και στα άσχημα. Από τον στόχο του έργου του Θεού έως τον σκοπό του σχεδίου του Θεού για τις έσχατες ημέρες, ο άνθρωπος έχει παντελή άγνοια γι’ αυτά τα ζητήματα. Για διάφορους λόγους, οι άνθρωποι διατηρούσαν ανέκαθεν χλιαρή και διφορούμενη[1] στάση απέναντι στην είσοδο την οποία απαιτεί ο Θεός από αυτούς, γεγονός που έχει προκαλέσει μέγιστες δυσκολίες στο έργο του ενσαρκωμένου Θεού. Απ’ ό,τι φαίνεται, όλοι οι άνθρωποι έχουν γίνει εμπόδια και, μέχρι και σήμερα, εξακολουθούν να μην το κατανοούν ξεκάθαρα. Για τον λόγο αυτόν, νομίζω πως θα πρέπει να μιλήσουμε για το έργο που επιτελεί ο Θεός πάνω στον άνθρωπο, καθώς και για την επιτακτική πρόθεση του Θεού, για να γίνετε όλοι σας αφοσιωμένοι υπηρέτες του Θεού, οι οποίοι, όπως ο Ιώβ, θα προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να απορρίψουν τον Θεό, υπομένοντας κάθε ταπείνωση, και οι οποίοι, όπως ο Πέτρος, θα προσφέρουν όλο τους το είναι στον Θεό και θα γίνουν οι οικείοι που κερδίζει ο Θεός κατά τις έσχατες ημέρες. Είθε όλοι οι αδελφοί και οι αδελφές να μπορούσαν να δώσουν τα πάντα και να προσφέρουν όλο τους το είναι στο ουράνιο θέλημα του Θεού, να γίνουν άγιοι υπηρέτες στον οίκο του Θεού και να απολαύσουν την υπόσχεση του απείρου που δίνει ο Θεός, έτσι ώστε η καρδιά του Θεού Πατέρα να μπορέσει σύντομα να απολαύσει γαλήνια ανάπαυση. Η φράση «πραγματοποίηση του θελήματος του Θεού Πατέρα» θα πρέπει να είναι το σύνθημα όλων όσοι αγαπούν τον Θεό. Τα λόγια αυτά θα πρέπει να λειτουργούν ως οδηγός του ανθρώπου για την είσοδο και ως πυξίδα που καθοδηγεί τις πράξεις του. Αυτή είναι η αποφασιστικότητα που θα πρέπει να διαθέτει ο άνθρωπος. Η πλήρης ολοκλήρωση του έργου του Θεού επί γης και η συνεργασία στο έργο του ενσαρκωμένου Θεού —αυτό είναι το καθήκον του ανθρώπου, έως ότου, μια μέρα, όταν θα έχει επιτελεστεί το έργο του Θεού, ο άνθρωπος θα Τον αποχαιρετίσει με χαρά καθώς Εκείνος θα επιστρέφει πρόωρα στον Πατέρα στον ουρανό. Αυτή δεν είναι η ευθύνη που θα πρέπει να εκπληρώσει ο άνθρωπος;
Όταν, κατά την Εποχή της Χάριτος, ο Θεός επέστρεψε στον τρίτο ουρανό, το έργο της λύτρωσης όλης της ανθρωπότητας από τον Θεό είχε, στην πραγματικότητα, περάσει ήδη στο τελικό του μέρος. Τα μόνα που απέμεναν στη γη ήταν ο σταυρός που κουβάλησε ο Ιησούς στην πλάτη Του, η εκλεκτή σινδόνη με την οποία σαβανώθηκε ο Ιησούς, και το ακάνθινο στεφάνι και ο κόκκινος μανδύας τα οποία φορούσε ο Ιησούς (αυτά ήταν αντικείμενα τα οποία χρησιμοποίησαν οι Ιουδαίοι για να Τον χλευάσουν). Με άλλα λόγια, αφότου το έργο της σταύρωσης του Ιησού προκάλεσε μεγάλη αίσθηση, τα πράγματα ηρέμησαν και πάλι. Έκτοτε, οι μαθητές του Ιησού δρομολόγησαν τη συνέχιση του έργου Του, ποιμαίνοντας και ποτίζοντας τις απανταχού εκκλησίες. Το περιεχόμενο του έργου τους είχε ως εξής: Ζήτησαν από όλους τους ανθρώπους να μετανοήσουν, να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και να βαπτιστούν· και όλοι οι απόστολοι ξεκίνησαν να διαδίδουν την πραγματική ιστορία, την ωμή καταγραφή, της σταύρωσης του Ιησού, κι έτσι οι πάντες δεν μπορούσαν παρά να προσπέσουν ενώπιον του Ιησού για να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους. Επιπλέον, οι απόστολοι πήγαν παντού για να μεταδώσουν τα λόγια που εξέφερε ο Ιησούς. Από εκείνο το σημείο ξεκίνησε η οικοδόμηση των εκκλησιών κατά την Εποχή της Χάριτος. Αυτό που έκανε ο Ιησούς κατά τη διάρκεια εκείνης της εποχής ήταν να μιλήσει, επίσης, για τη ζωή του ανθρώπου και τις προθέσεις του ουράνιου Πατέρα, όμως, επειδή η εποχή ήταν διαφορετική, πολλές από εκείνες τις ρήσεις και τις ασκήσεις διέφεραν κατά πολύ από τις σημερινές. Ωστόσο, στην ουσία είναι ίδιες: Είναι και οι δύο, επακριβώς και απολύτως, έργο του ενσαρκωμένου Πνεύματος του Θεού. Αυτού του είδους το έργο και η ομιλία έχουν συνεχιστεί μέχρι τη σήμερον ημέρα, κι έτσι κάτι τέτοιο εξακολουθεί να διαδίδεται μεταξύ των θρησκευτικών ιδρυμάτων του σήμερα, και παραμένει ίδιο κι απαράλλακτο. Όταν ολοκληρώθηκε το έργο του Ιησού και οι εκκλησίες είχαν ήδη μπει στον σωστό δρόμο του Ιησού Χριστού, ο Θεός, μολαταύτα, δρομολόγησε το σχέδιό Του για ένα άλλο στάδιο του έργου Του, το οποίο ήταν το ζήτημα της ενσάρκωσής Του κατά τις έσχατες ημέρες. Από τη σκοπιά του ανθρώπου, η σταύρωση του Θεού είχε ήδη περατώσει το έργο της ενσάρκωσης του Θεού, είχε λυτρώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα και Του είχε δώσει τη δυνατότητα να πάρει υπό την κατοχή Του τα κλειδιά για τον Άδη. Όλοι νομίζουν ότι το έργο του Θεού έχει υλοποιηθεί απόλυτα. Στην πραγματικότητα, από την άποψη του Θεού, είχε υλοποιηθεί μονάχα ένα μικρό μέρος του έργου Του. Το μόνο που είχε κάνει ήταν να λυτρώσει την ανθρωπότητα· δεν είχε κατακτήσει την ανθρωπότητα, πόσο μάλλον δε, είχε αλλάξει τη σατανική όψη του ανθρώπου. Γι’ αυτό και λέει ο Θεός: «Παρόλο που η ενσάρκωσή Μου βίωσε τον πόνο του θανάτου, αυτός δεν ήταν ο μοναδικός στόχος της ενσάρκωσής Μου. Ο Ιησούς είναι ο αγαπητός Μου Υιός και σταυρώθηκε για Μένα, μα δεν ολοκλήρωσε εντελώς το έργο Μου. Επιτέλεσε μόνο ένα μέρος του». Έτσι, ο Θεός δρομολόγησε τον δεύτερο γύρο σχεδίων για να συνεχίσει το έργο της ενσάρκωσης. Η απώτερη πρόθεση του Θεού ήταν να οδηγήσει στην τελείωση και να αποκτήσει όλους τους ανθρώπους που διασώθηκαν από τα νύχια του Σατανά, και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Θεός ετοιμάστηκε, για ακόμα μία φορά, να αψηφήσει τον κίνδυνο και να ενσαρκωθεί. Αυτό που νοείται ως «ενσάρκωση» αναφέρεται σε Εκείνον που δεν φέρνει δόξα (επειδή το έργο του Θεού δεν έχει τελειώσει ακόμα), μα που εμφανίζεται με την ταυτότητα του αγαπητού Υιού, και είναι ο Χριστός, με τον οποίο ο Θεός είναι πολύ ευχαριστημένος. Γι’ αυτό λέγεται ότι «αψηφά τον κίνδυνο». Η ενσάρκωση έχει ελάχιστη δύναμη και πρέπει να είναι πολύ προσεκτική[2], και η δύναμή Του απέχει παρασάγγας από την εξουσία του Πατέρα στον ουρανό· εκπληρώνει μονάχα τη διακονία της σάρκας, ολοκληρώνοντας το έργο του Θεού Πατέρα και την αποστολή Του, χωρίς να εμπλέκεται σε άλλο έργο, και ολοκληρώνει μόνο ένα μέρος του έργου. Γι’ αυτόν τον λόγο ονομάστηκε ο Θεός «Χριστός» μόλις ήλθε στη γη —αυτό το νόημα ενσωμάτωνε το όνομα. Ο λόγος για τον οποίο λέγεται ότι η έλευση συνοδεύεται από πειρασμούς είναι επειδή ολοκληρώνεται μόνο ένα τμήμα του έργου. Επιπλέον, ο λόγος για τον οποίο ο Θεός Πατέρας Τον αποκαλεί μόνο «Χριστό» και «αγαπητό Υιό», αλλά δεν Του έχει δώσει όλη τη δόξα, είναι ακριβώς επειδή η ενσάρκωση έρχεται να επιτελέσει ένα τμήμα του έργου, όχι να εκπροσωπήσει τον Πατέρα στον ουρανό, μα, αντ’ αυτού, να εκπληρώσει τη διακονία του αγαπητού Υιού. Όταν ο αγαπητός Υιός ολοκληρώσει ολόκληρη την αποστολή που έχει επωμιστεί, ο Πατέρας θα Του δώσει τότε πλήρη δόξα, καθώς και την ταυτότητα του Πατέρα. Μπορεί κανείς να πει πως αυτός είναι ο «κώδικας του ουρανού». Επειδή Εκείνος που έχει ενσαρκωθεί και ο Πατέρας στον ουρανό βρίσκονται σε δύο διαφορετικά βασίλεια, ο ένας ατενίζει τον άλλο μόνο εν Πνεύματι· ο Πατέρας προσέχει τον αγαπητό Υιό, αλλά ο Υιός αδυνατεί να δει τον Πατέρα από μακριά. Επειδή οι λειτουργίες για τις οποίες είναι ικανή η σάρκα είναι μηδαμινές και Εκείνος ενδέχεται να σκοτωθεί ανά πάσα στιγμή, μπορεί κανείς να πει ότι η έλευση αυτή διατρέχει τεράστιο κίνδυνο. Αυτό ισοδυναμεί με τον Θεό να εγκαταλείπει για άλλη μια φορά τον αγαπητό Του Υιό στο στόμα της τίγρης, όπου η ζωή Του βρίσκεται σε κίνδυνο, τοποθετώντας Τον σε έναν τόπο όπου η παρουσία του Σατανά είναι περισσότερο έντονη. Ακόμη και υπό αυτές τις δυσχερείς συνθήκες, ο Θεός και πάλι παρέδωσε τον αγαπητό Του Υιό στους ανθρώπους ενός τόπου που έβριθε από βρομιά και ανηθικότητα, ώστε να «Τον αναθρέψουν έως ότου ενηλικιωθεί». Κι αυτό γιατί μόνο έτσι θα μοιάζει το έργο του Θεού κατάλληλο και φυσικό, και είναι ο μόνος τρόπος να εκπληρωθούν όλες οι επιθυμίες του Θεού Πατέρα και να ολοκληρωθεί το τελευταίο μέρος του έργου Του ανάμεσα στην ανθρωπότητα. Ο Ιησούς δεν έκανε κάτι άλλο πέρα από το να πραγματοποιήσει ένα στάδιο του έργου του Θεού Πατέρα. Εξαιτίας του εμποδίου που επέβαλλε η ενσάρκωση και των διαφορών στο έργο προς ολοκλήρωση, ο ίδιος ο Ιησούς δεν γνώριζε πως θα υπήρχε δεύτερη ενσάρκωση. Επομένως, κανένας ερμηνευτής της Βίβλου και κανένας προφήτης δεν τόλμησε να προφητεύσει σαφώς ότι ο Θεός θα ενσαρκωνόταν ξανά κατά τις έσχατες ημέρες, ότι θα ενδυόταν, δηλαδή, και πάλι τη σάρκα για να επιτελέσει το δεύτερο μέρος του έργου Του στη σάρκα. Συνεπώς, κανείς δεν συνειδητοποίησε ότι ο Θεός είχε ήδη από καιρό κρυφτεί στη σάρκα. Αυτό δεν είναι άξιο απορίας, καθώς ο Ιησούς αποδέχθηκε αυτήν την αποστολή μόνο αφότου αναστήθηκε και αναλήφθηκε στον ουρανό, επομένως δεν υπάρχει κάποια ξεκάθαρη προφητεία για τη δεύτερη ενσάρκωση του Θεού και είναι κάτι το αστάθμητο για τον ανθρώπινο νου. Σε όλα τα πολυάριθμα βιβλία προφητειών στη Βίβλο, δεν υπάρχουν λόγια που να το αναφέρουν αυτό ξεκάθαρα. Όταν, όμως, ήλθε ο Ιησούς για να εργαστεί, είχε ήδη υπάρξει μια σαφής προφητεία που έλεγε πως μία παρθένος θα κυοφορούσε και θα γεννούσε υιό, πράγμα που σημαίνει πως η σύλληψή Του είχε γίνει μέσω του Αγίου Πνεύματος. Παρόλα αυτά, ο Θεός και πάλι είπε πως αυτό συνέβη διατρέχοντας τον κίνδυνο του θανάτου, οπότε πόσο περισσότερο θα ίσχυε σήμερα; Δεν είναι άξιο απορίας που ο Θεός λέει ότι αυτή η ενσάρκωση διατρέχει κινδύνους χιλιάδες φορές μεγαλύτερους από εκείνους που υπήρχαν κατά τη διάρκεια της Εποχής της Χάριτος. Σε πολλούς τόπους, ο Θεός έχει προφητεύσει ότι πρόκειται να αποκτήσει μια ομάδα νικητών στη γη της Σινείμ. Εφόσον οι νικητές πρόκειται να αποκτηθούν στην Ανατολή του κόσμου, ο τόπος όπου πατά ο Θεός το πόδι Του κατά τη δεύτερη ενσάρκωσή Του είναι, δίχως αμφιβολία, η γη της Σινείμ —το ακριβές σημείο όπου κείτεται κουλουριασμένος ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας. Εκεί, ο Θεός θα αποκτήσει τους απογόνους του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, ούτως ώστε να τον νικήσει και να τον ντροπιάσει ολοκληρωτικά. Ο Θεός πρόκειται να αφυπνίσει τους ανθρώπους αυτούς, οι οποίοι φέρουν βαρύ φορτίο δεινών, για να τους κάνει να ξυπνήσουν για τα καλά, να εξέλθουν από την ομίχλη και να απορρίψουν τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα. Θα ξυπνήσουν από το όνειρό τους, θα αναγνωρίσουν την υπόσταση του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, θα μπορέσουν να δώσουν όλη την καρδιά τους στον Θεό, να εγερθούν από την καταδυνάστευση των σκοτεινών δυνάμεων, να σταθούν όρθιοι στην Ανατολή του κόσμου και να γίνουν απόδειξη της νίκης του Θεού. Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο θα αποκτήσει δόξα ο Θεός. Γι’ αυτόν και μόνο τον λόγο, ο Θεός έφερε το έργο το οποίο ολοκληρώθηκε στο Ισραήλ στον τόπο όπου κείτεται κουλουριασμένος ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας και, σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια αφότου έφυγε, έχει ενσαρκωθεί για ακόμα μία φορά για να συνεχίσει το έργο της Εποχής της Χάριτος. Στο γυμνό μάτι του ανθρώπου, ο Θεός ξεκινά νέο έργο όντας ενσαρκωμένος. Από την άποψη του Θεού, όμως, συνεχίζει το έργο της Εποχής της Χάριτος, αλλά μόνο κατόπιν μιας μεσοβασιλείας μερικών χιλιάδων ετών και μόνο με μια αλλαγή στην τοποθεσία και στο πρόγραμμα του έργου Του. Παρόλο που η εικόνα που έχει υιοθετήσει το σαρκικό σώμα στο σημερινό έργο φαίνεται να είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του Ιησού, Αυτοί προέρχονται από την ίδια ουσία και ρίζα, όπως και από την ίδια πηγή. Ίσως να έχουν πολλές διαφορές εξωτερικά, μα τα πραγματικά γεγονότα του έργου Τους είναι ολόιδια. Οι εποχές, στο κάτω-κάτω, διαφέρουν όσο η μέρα απ’ τη νύχτα. Πώς μπορεί, λοιπόν, το έργο του Θεού να ακολουθεί ένα αμετάβλητο μοτίβο; Ή πώς μπορούν τα διαφορετικά στάδια του έργου Του να παρεμποδίζουν το ένα το άλλο;
Ο Ιησούς εμφανίστηκε ως Ιουδαίος, συμμορφώθηκε με τον ρουχισμό των Ιουδαίων και μεγάλωσε τρώγοντας ιουδαϊκό φαγητό. Αυτή είναι η κανονική ανθρώπινη πτυχή Του. Σήμερα, όμως, η ενσάρκωση παίρνει τη μορφή ενός πολίτη της Ασίας και μεγαλώνει στο έθνος του μεγάλου κόκκινου δράκοντα. Αυτά τα στοιχεία δεν αντικρούουν σε καμία περίπτωση τον στόχο της ενσάρκωσης του Θεού. Αντίθετα, αλληλοσυμπληρώνονται, ολοκληρώνοντας πληρέστερα την αληθινή σπουδαιότητα της ενσάρκωσης του Θεού. Επειδή η ενσάρκωση αναφέρεται ως «Υιός του ανθρώπου» ή ως «Χριστός», δεν μπορεί να γίνεται λόγος για την εξωτερική όψη του σημερινού Χριστού με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που γίνεται λόγος για τον Ιησού Χριστό. Εξάλλου, αυτή η σάρκα αποκαλείται «Υιός του ανθρώπου» και έχει την εικόνα ενός σαρκικού σώματος. Κάθε στάδιο του έργου του Θεού εμπεριέχει πολύ βαθύ νόημα. Ο λόγος για τον οποίον η σύλληψη του Ιησού έγινε από το Άγιο Πνεύμα είναι επειδή Εκείνος επρόκειτο να λυτρώσει τους αμαρτωλούς. Έπρεπε να είναι αναμάρτητος. Μόνο στο τέλος, όμως, όταν αναγκάστηκε να γίνει όμοιος με την αμαρτωλή σάρκα και πήρε πάνω Του τις αμαρτίες των αμαρτωλών, τους διέσωσε από τον καταραμένο σταυρό —τον σταυρό με τον οποίο παίδευε ο Θεός την ανθρωπότητα. (Ο σταυρός αποτελεί το εργαλείο του Θεού για να καταριέται και να παιδεύει την ανθρωπότητα· όποτε γίνεται αναφορά στην κατάρα και την παίδευση, γίνεται ειδική αναφορά στους αμαρτωλούς.) Ο στόχος ήταν να μετανοήσουν όλοι οι αμαρτωλοί και, μέσω της σταύρωσης, να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους. Με άλλα λόγια, για χάρη της λύτρωσης όλης της ανθρωπότητας, ο Θεός ενσαρκώθηκε σε ένα σαρκικό σώμα, η σύλληψη του οποίου έγινε από το Άγιο Πνεύμα, και πήρε πάνω Του τις αμαρτίες όλης της ανθρωπότητας. Για να το περιγράψουμε στην καθομιλουμένη, προσέφερε ένα άγιο σαρκικό σώμα σε αντάλλαγμα για όλους τους αμαρτωλούς, το οποίο ισοδυναμεί με τον Ιησού να τοποθετείται ως «προσφορά περί αμαρτίας» ενώπιον του Σατανά για να «ικετεύσει» τον Σατανά να πάρει ολόκληρη την αθώα ανθρωπότητα, την οποία είχε ποδοπατήσει, και να την επιστρέψει στον Θεό. Γι’ αυτό και ήταν απαραίτητη η σύλληψη από το Άγιο Πνεύμα για την πραγματοποίηση αυτού του σταδίου του έργου της λύτρωσης. Αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση, μια «συνθήκη ειρήνης» στη μάχη μεταξύ του Θεού Πατέρα και του Σατανά. Γι’ αυτό και το στάδιο αυτού του έργου περατώθηκε μόνο αφότου δόθηκε ο Ιησούς στον Σατανά. Ωστόσο, το έργο της λύτρωσης του Θεού έχει επιτύχει σήμερα έναν πρότερα απαράμιλλο βαθμό μεγαλοπρέπειας, και ο Σατανάς δεν έχει άλλο πρόσχημα για να θέτει απαιτήσεις, επομένως ο Θεός δεν έχει πια την ανάγκη να συλληφθεί από το Άγιο Πνεύμα για να ενσαρκωθεί. Εφόσον ο Θεός είναι εγγενώς άγιος και αθώος, ο Θεός αυτής της ενσάρκωσης δεν είναι πια ο Ιησούς της Εποχής της Χάριτος. Ωστόσο, και πάλι ενσαρκώνεται για χάρη του θελήματος του Θεού Πατέρα, καθώς και για να φέρει εις πέρας τις επιθυμίες του Θεού Πατέρα. Αυτός δεν μπορεί να είναι παράλογος τρόπος επεξήγησης των πραγμάτων, έτσι δεν είναι; Πρέπει η ενσάρκωση του Θεού να συμμορφώνεται με κάποιο δεδομένο σύνολο κανόνων;
Πολλοί άνθρωποι ανατρέχουν στη Βίβλο για αποδείξεις, με την ελπίδα να βρουν κάποια προφητεία για την ενσάρκωση του Θεού. Πώς μπορεί ο άνθρωπος, με τις μπερδεμένες και ασυνάρτητες σκέψεις του, να γνωρίζει πως πάει πολύς καιρός που ο Θεός σταμάτησε να «εργάζεται» εντός της Βίβλου και έχει «υπερβεί» τα όριά της για να αναλάβει, με ζήλο και όρεξη, το έργο το οποίο είχε σχεδιάσει από καιρό, μα για το οποίο δεν είχε μιλήσει ποτέ στον άνθρωπο; Οι άνθρωποι υστερούν πολύ σε σύνεση. Μετά από μια πολύ μικρή γεύση της διάθεσης του Θεού, ανεβαίνουν σε μια εξέδρα και κάθονται σε ένα πρωτοκλασάτο «αναπηρικό αμαξίδιο», παντελώς αδιάφοροι, για να επιθεωρήσουν το έργο του Θεού, φτάνοντας ακόμα και στο σημείο να αρχίσουν να εκπαιδεύουν τον Θεό με πομπώδη λόγια και φλυαρίες επί παντός επιστητού. Πολλοί «γέροι», φορώντας γυαλιά πρεσβυωπίας και χαϊδεύοντας τη γενειάδα τους, ανοίγουν τις κιτρινισμένες σελίδες του «παλιού ημερολογίου» (Βίβλος) το οποίο διαβάζουν όλη τους τη ζωή. Μουρμουρίζοντας λόγια και με μάτια που μοιάζουν να αστράφτουν από ενθουσιασμό, ανοίγουν τώρα το Βιβλίο της Αποκάλυψης, έπειτα το Βιβλίο του Δανιήλ και στη συνέχεια το Βιβλίο του Ησαΐα, το οποίο είναι ευρέως γνωστό σε όλους. Κοιτάζοντας επίμονα απανωτές σελίδες πυκνογραμμένες με μικροσκοπικά γράμματα, διαβάζουν σιωπηλοί, ενώ το μυαλό τους παίρνει αδιάκοπα στροφές. Ξάφνου το χέρι σταματά να χαϊδεύει τη γενειάδα και αρχίζει να την τραβά. Πού και πού ακούγεται ο ήχος τριχών να ξεριζώνονται από τη γενειάδα. Αυτή η τόσο παράξενη συμπεριφορά προκαλεί έκπληξη. «Γιατί χρησιμοποιεί τέτοια δύναμη; Για ποιον λόγο είναι τόσο θυμωμένος;» Κοιτάζοντας ξανά τον γέρο, βλέπουμε τώρα πως τα φρύδια του φουντώνουν. Οι τρίχες των γκριζαρισμένων φρυδιών του έχουν κατέβει, σαν πούπουλα χήνας, ακριβώς δύο εκατοστά από τα βλέφαρα του γέρου, θαρρείς και κατά σύμπτωση κι όμως με μεγάλη τελειότητα, καθώς ο γέρος κρατά τα μάτια του καρφωμένα στις σελίδες που μοιάζουν μουχλιασμένες. Αφού ξανακοιτάξει τις ίδιες σελίδες πολλές φορές, δεν μπορεί παρά να πηδήσει όρθιος, και αρχίζει να φλυαρεί θαρρείς και έχει πιάσει κουβεντούλα[3] με κάποιον, αν και το λαμπερό του βλέμμα δεν έχει ξεκολλήσει από το ημερολόγιο. Ξαφνικά, καλύπτει την ανοιγμένη σελίδα και στρέφεται σε έναν «άλλον κόσμο». Οι κινήσεις του είναι τόσο βιαστικές[4] και τρομακτικές, που σχεδόν πιάνουν τους ανθρώπους προ εκπλήξεως. Τώρα, το ποντίκι που είχε βγει από την τρύπα του και, κατά τη διάρκεια της σιωπής του, είχε μόλις αρχίσει να χαλαρώνει τόσο ώστε να κινείται ελεύθερα, τρομάζει τόσο από τις αναπάντεχες κινήσεις του, που τρέχει γρήγορα πίσω στην τρύπα του, εξαφανίζεται σαν καπνός και δεν ξαναεμφανίζεται ποτέ. Και τώρα το αριστερό χέρι του γέρου αρχίζει και πάλι την κίνηση που είχε διακόψει προσωρινά: το χάιδεμα της γενειάδας πάνω κάτω, πάνω κάτω. Απομακρύνεται από τη θέση του, αφήνοντας το βιβλίο πάνω στο γραφείο. Ο άνεμος που φυσά από τη χαραμάδα της πόρτας και το ανοιχτό παράθυρο ανοιγοκλείνει το βιβλίο δίχως έλεος. Η σκηνή κρύβει μια απερίγραπτη δυστυχία και, πέρα από τον ήχο των σελίδων του βιβλίου που θροΐζουν από τον άνεμο, είναι θαρρείς και ολόκληρη η πλάση έχει βυθιστεί στη σιωπή. Εκείνος, με τα χέρια πίσω από την πλάτη, βηματίζει πέρα δώθε στο δωμάτιο· τη μια στιγμή σταματά, την άλλη ξεκινά, κουνώντας πού και πού το κεφάλι, και το στόμα του φαίνεται πως επαναλαμβάνει τα λόγια: «Ω, Θεέ μου! Θα το έκανες στ’ αλήθεια αυτό;» Πού και πού λέει, επίσης, γνέφοντας: «Ω, Θεέ μου! Ποιος μπορεί να συλλάβει το έργο Σου; Δεν είναι δύσκολο να αναζητήσει κανείς τα χνάρια Σου; Πιστεύω πως δεν κάνεις πράγματα για να δημιουργήσεις μπελάδες χωρίς να έχεις λόγο». Τώρα, ο γέρος σμίγει σφιχτά τα φρύδια και κλείνει ερμητικά τα μάτια, φανερώνοντας ντροπή, καθώς και μια ολοένα πιο πονεμένη έκφραση, θαρρείς και πρόκειται να κάνει έναν αργό και προσεγμένο υπολογισμό. Ο καημένος ο γέρος! Ολόκληρη η ζωή του έχει παρέλθει, κι έπειτα έπεσε «δυστυχώς» πάνω σε αυτό το θέμα, τόσο καθυστερημένα. Τι μπορεί να γίνει; Κι εγώ τα έχω χαμένα και είμαι ανίσχυρος να κάνω κάτι. Ποιος φταίει που το παλιό ημερολόγιό του κιτρινίζει με τον καιρό; Ποιος φταίει που η γενειάδα και τα φρύδια του καλύπτουν, αδυσώπητα, τα διάφορα μέρη του προσώπου του σαν άσπρο χιόνι; Είναι θαρρείς και οι τρίχες της γενειάδας του αντιπροσωπεύουν την αρχαιότητά του. Ωστόσο, ποιος να το ’λεγε ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να γίνει τόσο ανόητος, ώστε να πάει να αναζητήσει την παρουσία του Θεού σε ένα παλιό ημερολόγιο; Πόσες σελίδες μπορεί να έχει ένα παλιό ημερολόγιο; Μπορεί στ’ αλήθεια να καταγράψει όλες τις πράξεις του Θεού με απόλυτη ακρίβεια; Ποιος τολμά να εγγυηθεί κάτι τέτοιο; Όμως, ο άνθρωπος πράγματι σκέφτεται να αναζητήσει την εμφάνιση του Θεού και να ικανοποιήσει το θέλημα του Θεού κάνοντας συντακτική ανάλυση των λέξεων και διυλίζοντας τον κώνωπα[5], ελπίζοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να εισέλθει στη ζωή. Το να προσπαθεί κανείς να εισέλθει στη ζωή κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται; Δεν πρόκειται για ψευδή και άκρως παράλογη συλλογιστική; Δεν το βρίσκεις γελοίο;
Υποσημειώσεις:
1. Ο όρος «διφορούμενη» υποδεικνύει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν σαφή εικόνα του έργου του Θεού.
2. Η φράση «έχει ελάχιστη δύναμη και πρέπει να είναι πολύ προσεκτική» υποδεικνύει ότι οι δυσκολίες της σάρκας είναι πάρα πολλές και ότι το έργο που επιτελείται είναι πολύ περιορισμένο.
3. Η «κουβεντούλα» αποτελεί μεταφορά για το άσχημο πρόσωπο των ανθρώπων όταν ερευνούν το έργο του Θεού.
4. Ο όρος «βιαστικές» αναφέρεται στις ανυπόμονες, εσπευσμένες κινήσεις του «γέρου» καθώς ανατρέχει στη Βίβλο.
5. Η φράση «κάνοντας συντακτική ανάλυση των λέξεων και διυλίζοντας τον κώνωπα» χρησιμοποιείται για να χλευάσει τους ειδικούς στις πλάνες, οι οποίοι διυλίζουν τον κώνωπα όσον αφορά τις λέξεις, μα δεν αναζητούν την αλήθεια, ούτε γνωρίζουν το έργο του Αγίου Πνεύματος.