Έργο και είσοδος (5)

Σήμερα, όλοι σας γνωρίζετε ότι ο Θεός οδηγεί τους ανθρώπους στο σωστό μονοπάτι της ζωής, ότι οδηγεί τον άνθρωπο να κάνει το επόμενο βήμα σε μια άλλη εποχή, ότι οδηγεί τον άνθρωπο να υπερβεί αυτήν τη σκοτεινή, παλιά εποχή, έξω από τη σάρκα, μακριά από την καταπίεση των δυνάμεων του σκότους και την επιρροή του Σατανά, ώστε ο καθένας μπορεί να ζήσει σε έναν κόσμο ελευθερίας. Για χάρη ενός όμορφου αύριο και με σκοπό οι άνθρωποι να είναι πιο τολμηροί στα αυριανά βήματά τους, το Πνεύμα του Θεού σχεδιάζει τα πάντα για τον άνθρωπο και, προκειμένου ο άνθρωπος να απολαμβάνει περισσότερα, ο Θεός αφιερώνει όλες Του τις προσπάθειες ως ενσαρκωμένος για να ετοιμάσει το μονοπάτι που θα διαβεί ο άνθρωπος, επισπεύδοντας την άφιξη της ημέρας που αναμένει διακαώς ο άνθρωπος. Έτσι, όλοι σας θα απολαύσετε αυτήν την όμορφη στιγμή. Δεν είναι εύκολο επίτευγμα να είσαι με τον Θεό. Παρόλο που δεν Τον έχετε γνωρίσει ποτέ, είστε ήδη μαζί Του εδώ και πολύ καιρό. Μακάρι να μπορούσαν όλοι να θυμούνται για πάντα αυτές τις όμορφες, αλλά σύντομες ημέρες, και να τις καταστήσουν αγαπημένα υπάρχοντά τους στη γη. Το έργο του Θεού έχει αποκαλυφθεί στον άνθρωπο εδώ και πολύ καιρό. Όμως, επειδή η καρδιά των ανθρώπων είναι υπερβολικά πολύπλοκη και επειδή δεν ενδιαφέρονταν ποτέ γι’ αυτό, το έργο του Θεού έχει παραμείνει σε παύση, επάνω στα αρχικά θεμέλιά του. Φαίνεται ότι οι σκέψεις, οι αντιλήψεις και η πνευματική κατάστασή τους παραμένουν απαρχαιωμένα, σε τέτοιον βαθμό που η πνευματική κατάστασή πολλών απ’ αυτούς μοιάζει με αυτήν των πρωτόγονων της αρχαιότητας, και δεν έχει αλλάξει ούτε στο ελάχιστο. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι είναι ακόμα σαστισμένοι και μπερδεμένοι σχετικά με το έργο που κάνει ο Θεός. Είναι ακόμα πιο μπερδεμένοι σχετικά με το τι κάνουν και πού θα πρέπει να εισέλθουν. Αυτά τα πράγματα προβάλλουν τρομερές δυσκολίες στο έργο του Θεού και εμποδίζουν συνεχώς τις ζωές των ανθρώπων να εξελιχθούν. Λόγω της ουσίας και του χαμηλού επιπέδου των ανθρώπων, είναι θεμελιωδώς ανίκανοι να αντιληφθούν το έργο του Θεού και δεν αντιμετωπίζουν ποτέ αυτά τα πράγματα ως σημαντικά. Αν θέλετε να προοδεύσετε στη ζωή σας, πρέπει να αρχίσετε να δίνετε σημασία στις λεπτομέρειες της ύπαρξής σας, να αντιλαμβάνεστε την κάθε μία από αυτές για να ελέγχετε την είσοδό σας στη ζωή, να μεταμορφώσετε ενδελεχώς την καρδιά του καθενός σας και να επιλύσετε τα προβλήματα του κενού στην καρδιά σας, καθώς και τη βαλτωμένη και ανιαρή ύπαρξη που σας καταδυναστεύει, ώστε καθένας σας να ανανεωθεί εκ των έσω και να απολαύσει πραγματικά μια ζωή εξυψωμένη, υπερβατική και ελεύθερη. Ο στόχος είναι να μπορέσει ο καθένας από εσάς να ζωντανέψει, να αναζωογονηθεί στο πνεύμα και να αποκτήσει την όψη έμβιου όντος. Απ’ όλους τους αδελφούς και τις αδελφές, με τους οποίους έρχεστε σε επαφή, σπανίως υπάρχουν κάποιοι που να έχουν ζωντάνια και φρεσκάδα. Είναι όλοι τους σαν αρχαίοι πιθηκάνθρωποι, αφελείς και ηλίθιοι, προφανώς χωρίς καμία προοπτική εξέλιξης. Ακόμα χειρότερα, οι αδελφοί και οι αδελφές που έχω έρθει σε επαφή είναι τόσο αγροίκοι και απολίτιστοι σαν άγριοι των βουνών. Δεν ξέρουν τίποτα από τρόπους, πόσο μάλλον για τους βασικούς κανόνες συμπεριφοράς. Πολλές είναι εκείνες οι νεαρές αδελφές, οι οποίες, παρόλο που μπορεί να δείχνουν έξυπνες και αξιοπρεπείς και να έχουν γίνει όμορφες σαν τα λουλούδια, εξακολουθούν να ακολουθούν μια «εναλλακτική» μόδα. Τα μαλλιά μιας αδερφής[α] καλύπτουν ολόκληρο το πρόσωπό της, χωρίς να φαίνεται τίποτα από τα μάτια της. Παρόλο που τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους είναι καθαρά και ενάρετα, η κόμμωσή τους είναι αποκρουστική, προσδίδοντάς τους μια παράξενη αίσθηση, σαν να ήταν η υπ’ αριθμόν ένα εγκληματίας σε ένα κέντρο κράτησης ανηλίκων. Τα μάτια της, διαυγή και φωτεινά, σαν σμαράγδια στο νερό, αντισταθμίζονται από την ένδυση και την κόμμωσή της που τα κάνουν να φαίνονται σαν δύο φαναράκια, τα οποία φάνηκαν ξαφνικά μέσα στο μαύρο σκοτάδι, αναβοσβήνοντας περιοδικά με μια εκτυφλωτική λάμψη που σπέρνει τον τρόμο στις καρδιές των αντρών, κι όμως, δείχνει, επίσης, σαν να κρύβεται σκοπίμως από κάποιον. Όταν τη συναντώ, εκείνη επινοεί πάντοτε τρόπος για να διαφύγει από τη «σκηνή», σαν κάποιον δολοφόνο που μόλις σκότωσε κάποιον και, τρέμοντας μήπως τον ανακαλύψουν, υπεκφεύγει συνεχώς. Έτσι, κι αυτή είναι σαν του μαύρους Αφρικανούς[1], οι οποίοι ήταν σκλάβοι γενεές επί γενεών και δεν μπορούν ποτέ να σηκώνουν το κεφάλι τους ενώπιον άλλων. Αυτό το φάσμα συμπεριφοράς, μέχρι τον τρόπο που αυτοί οι άνθρωποι ντύνονται και καλλωπίζονται, θα χρειαστεί πολλούς μήνες έργου για να βελτιωθεί.

Επί χιλιάδες χρόνια, οι Κινέζοι ζούνε σαν σκλάβοι, κι αυτό έχει περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τις σκέψεις, τις ιδέες, τη ζωή, τη γλώσσα, τη συμπεριφορά και τις ενέργειές τους που έχουν στερηθεί κάθε ίχνος ελευθερίας. Τα πολλές χιλιάδες χρόνια ιστορίας έχουν πάρει σφριγηλούς ανθρώπους με πνεύμα, και τους έχουν φθείρει σε σημείο που να μοιάζουν με πτώματα κενά πνεύματος. Πολλοί είναι εκείνοι που ζούνε υπό το χασαπομάχαιρο του Σατανά, πολλοί είναι εκείνοι που ζούνε σε σπίτια που μοιάζουν με φωλιές άγριων ζώων, πολλοί είναι εκείνοι που τρώνε την ίδια τροφή με τα βόδια ή τα άλογα και πολλοί είναι εκείνοι που κείτονται, αναίσθητοι και σε σύγχυση, στον «κάτω κόσμο». Από άποψη εξωτερικής εμφάνισης, οι άνθρωποι δεν διαφέρουν από τον πρωτόγονο άνθρωπο, το μέρος της ανάπαυσής τους είναι σαν την κόλαση, και για συντρόφους έχουν γύρω τους κάθε είδους σιχαμερούς δαίμονες και μοχθηρά πνεύματα. Εξωτερικά, τα ανθρώπινα όντα δείχνουν να είναι ανώτερα «ζώα». Στην πραγματικότητα, ζουν και διαμένουν με σιχαμερούς δαίμονες. Χωρίς κανέναν να τους φροντίζει, οι άνθρωποι ζουν μέσα στην ενέδρα του Σατανά, πιασμένοι στα δίχτυα του, χωρίς κανέναν τρόπο διαφυγής. Αντί να λένε ότι μαζεύονται με τους αγαπημένους τους σε αναπαυτικά σπίτια, ότι ζούνε ευτυχισμένες και γεμάτες ζωές, θα πρέπει να λένε ότι τα ανθρώπινα όντα ζούνε στον Άδη, έχουν να κάνουν με δαίμονες και σχετίζονται με διαβόλους. Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι είναι ακόμα δέσμιοι του Σατανά, ζούνε εκεί όπου μαζεύονται σιχαμεροί δαίμονες και χειραγωγούνται από αυτούς τους σιχαμερούς δαίμονες, λες και τα κρεβάτια τους είναι ένα μέρος όπου κουρνιάζουν τα πτώματά τους, σαν να βρίσκονταν σε μια αναπαυτική φωλιά. Μπαίνοντας στο σπίτι τους, η αυλή είναι κρύα και μοναχική κι ένας παγερός άνεμος σφυρίζει μέσα από τα ξεραμένα κλαδιά. Ανοίγοντας την πόρτα για το «καθιστικό», στο δωμάτιο επικρατεί πίσσα σκοτάδι· δεν βλέπεις ούτε τη μύτη σου. Μια μικρή αχτίδα φωτός εισρέει μέσα από μια χαραγματιά της πόρτας, η οποία προσδίδει στο δωμάτιο μια ακόμα πιο ζοφερή και ειδεχθή αίσθηση. Πού και πού, οι αρουραίοι βγάζουν παράξενες στριγκλιές, σαν να το γλεντάνε. Τα πάντα μέσα στο δωμάτιο είναι αποκρουστικά και τρομακτικά, ακριβώς σαν το σπίτι κάποιου που μόλις τον έβαλαν στο φέρετρο. Το κρεβάτι, τα καλύμματα και η αδιάφορη μικρή ντουλάπα στο δωμάτιο είναι καλυμμένα από σκόνη· στο πάτωμα πολλά μικρά σκαμνιά δείχνουν τα δόντια τους και βγάζουν τα νύχια τους, ενώ ιστοί αράχνης κρέμονται από τους τοίχους. Ένας καθρέφτης βρίσκεται επάνω στο τραπέζι, με μια ξύλινη χτένα δίπλα του. Προχωρώντας προς τον καθρέφτη, παίρνεις ένα κερί και το ανάβεις. Βλέπεις ότι ο καθρέφτης είναι καλυμμένος από σκόνη, δημιουργώντας κάποιου είδους «μακιγιάζ» στον αντικατοπτρισμό των ανθρώπων[β], οι οποίοι δείχνουν σαν να έχουν μόλις βγει από τον τάφο. Η χτένα είναι γεμάτη τρίχες. Όλα αυτά τα πράγματα είναι παλιά και πρωτόγονα, και φαίνεται σαν να έχουν μόλις χρησιμοποιηθεί από κάποιον που πέθανε πριν από λίγο. Κοιτώντας τη χτένα, έχει κανείς την αίσθηση ότι κάποιο πτώμα μπορεί να κείτεται δίπλα. Οι τρίχες επάνω στη χτένα, χωρίς να κυκλοφορεί αίμα μέσα τους, αναδύουν την οσμή του θανάτου. Μια παγερή ριπή ανέμου μπαίνει μέσα από τη χαραγματιά της πόρτας, σαν ένα φάντασμα που τρυπώνει για να επιστρέψει και να κατοικήσει στο δωμάτιο. Υπάρχει κάτι το καταθλιπτικά ανατριχιαστικό με αυτό το δωμάτιο και, ξάφνου, μια απαίσια οσμή σαν από σαπισμένο πτώμα αναδύεται. Εκείνη τη στιγμή, γίνεται εμφανής ένας χαμός από πράγματα που κρέμονται από τους τοίχους, επάνω στο κρεβάτι τα σκεπάσματα είναι ακατάστατα, βρωμερά και δύσοσμα, υπάρχουν σπόροι στη γωνία, η ντουλάπα είναι καλυμμένη από σκόνη, στο πάτωμα υπάρχουν παντού κλαριά και βρώμα και ούτω καθεξής. Όλα δείχνουν να έχουν μόλις χρησιμοποιηθεί από κάποιον νεκρό, τρεκλίζουν προς τα εμπρός, τρίζουν τα δόντια τους και σηκώνουν τα νύχια τους στον αέρα. Όλα αυτά είναι αρκετά για να σου προκαλέσουν ανατριχίλα. Δεν υπάρχει πουθενά το παραμικρό ίχνος ζωής μέσα στο δωμάτιο, τα πάντα είναι σκοτεινά και υγρά, όπως στον Άδη και στην κόλαση για τα οποία έχει μιλήσει ο Θεός. Είναι ακριβώς όπως έναν τάφο, με την άβαφη ντουλάπα, τα σκαμνιά, τα πλαίσια των παραθύρων και τις πόρτες να φέρουν μια πένθιμη αμφίεση και να αποδίδουν έναν σιωπηλό φόρο τιμής στον νεκρό. Ο άνθρωπος ζει σ’ αυτόν τον κάτω κόσμο επί πολλές δεκαετίες, ακόμα κι επί πολλούς αιώνες, ή ακόμα κι επί πολλές χιλιετίες, βγαίνοντας νωρίς και επιστρέφοντας αργά. Ανασύρονται από τον «τάφο» τους με το πρώτο φως της ημέρας, όταν λαλούν οι πετεινοί, και, αφού κοιτάξουν ψηλά στον ουρανό και μετά ρίξουν μια γρήγορη ματιά στο έδαφος, ξεκινούν τις καθημερινές δραστηριότητές τους. Όταν ο ήλιος δύει πίσω από τα βουνά, σέρνουν το κουρασμένο σώμα τους πίσω στον «τάφο», και μέχρι να γεμίσουν την κοιλιά τους, έχει ήδη σουρουπώσει. Τότε, αφότου ολοκληρώσουν τις προετοιμασίες για να αφήσουν και πάλι τον «τάφο» τους την επαύριον, σβήνουν το φως, το οποίο φαίνεται να εκπέμπει την ακτινοβολία μιας φωσφορίζουσας φωτιάς. Εκείνη τη στιγμή, το μόνο που διαφαίνεται υπό το σεληνόφως είναι οι τύμβοι, οι οποίοι απλώνονται σαν μικροί λοφίσκοι σε κάθε γωνιά. Μέσα από τους «τάφους» ακούγεται ο περιστασιακός ήχος του ροχαλητού, να ανεβαίνει και να πέφτει. Όλοι οι άνθρωποι κοιμούνται βαθιά, και οι σιχαμεροί δαίμονες και τα φαντάσματα δείχνουν και αυτά να αναπαύονται ειρηνικά. Αραιά και πού, ακούγονται κοράκια να κράζουν από μακριά. Ο ήχος αυτών των απεγνωσμένων ξεφωνητών, σε μια ήσυχη και σιωπηλή νύχτα σαν κι αυτή, είναι αρκετός για να σε κάνει να τρέμεις σύγκορμα και να σου σηκώνεται η τρίχα… Ποιος ξέρει πόσα χρόνια έχει περάσει ο άνθρωπος σε τέτοιου είδους καταστάσεις, να πεθαίνει και να ξαναγεννιέται, ποιος ξέρεις πόσο καιρό έχει μείνει στον ανθρώπινο κόσμο, όπου άνθρωποι και φαντάσματα αναμιγνύονται και, πάνω απ’ όλα, ποιος ξέρει πόσες φορές έχουν αποχαιρετίσει τον κόσμο. Σ’ αυτήν την επίγεια κόλαση, οι άνθρωποι ζούνε ευτυχισμένες ζωές, σαν να μην έχουν να παραπονεθούν για τίποτα, επειδή εδώ και καιρό έχουν συνηθίσει τη ζωή στον Άδη. Έτσι, οι άνθρωποι συναρπάζονται από αυτό το μέρος όπου διαμένουν σιχαμεροί δαίμονες, λες και οι σιχαμεροί δαίμονες είναι φίλοι και σύντροφοί τους, λες και ο κόσμος των ανθρώπων είναι μια συμμορία κακοποιών[2], επειδή η αρχική ουσία του ανθρώπου έχει από καιρό γίνει καπνός, χωρίς να βγάλει άχνα, έχει εξαφανιστεί χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος. Η εμφάνιση των ανθρώπων έχει κάτι από σιχαμερό δαίμονα μέσα της. Επιπλέον, οι ενέργειές τους χειραγωγούνται από σιχαμερούς δαίμονες. Σήμερα, δεν διαφέρουν στην όψη από τους σιχαμερούς δαίμονες, σαν να έχουν γεννηθεί από σιχαμερούς δαίμονες. Επιπλέον, οι άνθρωποι δείχνουν, επίσης, υπερβολική στοργή και υποστήριξη προς τους προγόνους τους. Κανείς δεν γνωρίζει ότι οι άνθρωποι έχουν τσαλαπατηθεί εδώ και πολύ καιρό από τον Σατανά, σε τέτοιον βαθμό που έχουν γίνει σαν γορίλες στα βουνά. Τα κοκκινισμένα μάτια τους έχουν μια ικετευτική όψη, και το αμυδρό φως που λάμπει μέσα τους αποτελεί ένα ανεπαίσθητο ίχνος της κακόβουλης μοχθηρίας ενός σιχαμερού δαίμονα. Τα πρόσωπά τους είναι ρυτιδιασμένα, σκασμένα σαν τον φλοιό του πεύκου, τα στόματά τους προεξέχουν, σαν να τα έχει διαμορφώσει ο Σατανάς, τα αυτιά τους είναι καλυμμένα από λίγδα, μέσα-έξω, οι πλάτες τους έχουν καμπουριάσει, τα πόδια τους δυσκολεύονται να στηρίξουν το σώμα τους και τα σκελετωμένα χέρια τους λικνίζονται ρυθμικά μπρος-πίσω. Έχουν μείνει πετσί και κόκκαλο, όμως είναι επίσης χοντροί σαν τις αρκούδες των βουνών. Μέσα κι έξω καλλωπίζονται και ντύνονται σαν πίθηκοι της αρχαιότητας. Είναι λες και αυτοί οι πίθηκοι δεν έχουν εξελιχθεί[3] ακόμα πλήρως στη μορφή του σύγχρονου ανθρώπου, τόσο πίσω έχουν μείνει!

Ο άνθρωπος ζει δίπλα-δίπλα με τα ζώα και συμβιώνουν αρμονικά, χωρίς διαμάχες ή προφορικές διαφωνίες. Ο άνθρωπος είναι πολύ επιμελής στον τρόπο που φροντίζει και ανησυχεί για τα ζώα, και τα ζώα υπάρχουν για την επιβίωση του ανθρώπου, ρητώς προς όφελός τους, χωρίς οποιοδήποτε κέρδος για τα ίδια και σε πλήρη και απόλυτη υποταγή στον άνθρωπο. Σε όλες τις εμφανίσεις, η σχέση μεταξύ ανθρώπου και κτήνους είναι στενή[4] και αρμονική[5]. Οι σιχαμεροί δαίμονες δίνουν την εντύπωση ότι είναι ο τέλειος συνδυασμός ανθρώπου και κτήνους. Συνεπώς, οι άνθρωποι και οι σιχαμεροί δαίμονες στη γη έχουν ακόμα πιο στενές σχέσεις και είναι αχώριστοι: Παρόλο που ο άνθρωπος είναι χώρια από τους σιχαμερούς δαίμονες, παραμένει συνδεδεμένος μ’ αυτούς. Εν τω μεταξύ, οι σιχαμεροί δαίμονες δεν κρύβουν τίποτα από τον άνθρωπο και του «αφιερώνουν» ό,τι έχουν. Καθημερινά, οι άνθρωποι παιδιαρίζουν στο «παλάτι του βασιλιά της κόλασης», ευθυμούν με τη συντροφιά του «βασιλιά της κόλασης» (τον πρόγονό τους) και χειραγωγούνται απ’ αυτόν, έτσι ώστε οι άνθρωποι σήμερα να είναι μέσα στη βρώμα και, εφόσον έχουν περάσει τόσο πολύ χρόνο στον Άδη, έχουν από καιρό πάψει να εύχονται τον γυρισμό τους στον «κόσμο των ζωντανών». Συνεπώς, μόλις δουν το φως και αντικρίσουν τις απαιτήσεις του Θεού, τον χαρακτήρα του Θεού και το έργο Του, έχουν νευρικότητα και άγχος, και δεν παύουν να λαχταρούν να επιστρέψουν στον κάτω κόσμο και να είναι μαζί με τα φαντάσματα. Έχει πολύ καιρό που ξέχασαν τον Θεό, κι έτσι, από τότε περιπλανώνται στο νεκροταφείο. Όταν συναντώ κάποια, προσπαθώ να της μιλήσω, και μόνο τότε ανακαλύπτω ότι αυτό το πρόσωπο που βρίσκεται ενώπιόν Μου δεν έχει τίποτα το ανθρώπινο. Τα μαλλιά της είναι αχτένιστα, το πρόσωπό της βρώμικο και το πλατύ χαμόγελό της έχει κάτι που θυμίζει λύκο. Έτσι, κι αυτή φαίνεται να έχει την ίδια αμηχανία με ένα φάντασμα που μόλις βγήκε από τον τάφο και αντίκρισε κάποιον από τον κόσμο των ζωντανών. Αυτό το πρόσωπο καταβάλει συνεχώς προσπάθεια να σχηματίσει ένα χαμόγελο με τα χείλη της, το οποίο δείχνει τόσο πονηρό όσο και καταχθόνιο. Όταν Μου χαμογελά, φαίνεται να θέλει κάτι να Μου πει, αλλά μάλλον δεν βρίσκει τις λέξεις, οπότε, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να στέκεται σε μια πλευρά, κοιτώντας ανέκφραστη και ηλίθια. Όταν τη βλέπεις από πίσω, φαίνεται να εκπροσωπεί την «παντοδύναμη εικόνα της εργατικής τάξης της Κίνας». Κάτι τέτοιες στιγμές δείχνει ακόμα πιο απεχθής, φέρνοντας στο μυαλό τους απογόνους των μυθικών Γιαν Χουάνγκ/Γιαν Γουάνγκ[γ], για τους οποίους μιλούν οι άνθρωποι. Όταν τη ρωτάω, εκείνη χαμηλώνει το κεφάλι σιωπηλή. Κάνει πολλή ώρα να απαντήσει και είναι πολύ αμήχανη όταν απαντά. Δεν μπορεί να κρατήσει τα χέρια της ακίνητα και πιπιλάει τα δύο δάχτυλά της σαν γάτα. Μόνο τώρα συνειδητοποιώ ότι τα χέρια του ανθρώπου δείχνουν σαν να έψαχνε στα σκουπίδια, με διαλυμένα νύχια, τόσο λερωμένα που κανείς δεν θα μάθαινε ποτέ ότι θα έπρεπε κανονικά να είναι λευκά· «λεπτά» νύχια με ένα παχύ στρώμα βρώμας επάνω τους. Ακόμα πιο αηδιαστικό είναι το επάνω μέρος των χεριών τους, το οποίο φαίνεται σαν ξεπουπουλιασμένο δέρμα κότας. Οι γραμμές που διατρέχουν τα χέρια τους είναι σχεδόν όλες ποτισμένες με το αίμα και τον ιδρώτα, που έχουν πληρώσει ως τίμημα οι άνθρωποι για τη δουλειά τους, και μέσα τους υπάρχει κάτι που φαίνεται σαν βρώμα, το οποίο αναδίδει κάτι σαν «άρωμα του χώματος», για να απεικονίζει καλύτερα το πόσο πολύτιμο και αξιέπαινο είναι το πνεύμα της ταλαιπωρίας του ανθρώπου. Έτσι, αυτό το πνεύμα της ταλαιπωρίας έχει μπει βαθιά μέσα σε κάθε γραμμή των ανθρώπινων χεριών. Από την κορυφή μέχρι τα νύχια, τα ρούχα που φοράει ο άνθρωπος δεν μοιάζουν σε τίποτα με το δέρμα των ζώων, όμως δεν έχουν ιδέα ότι, παρόλο που είναι πάντοτε τόσο «αξιοσέβαστοι», η αξία τους είναι στην πραγματικότητα μικρότερη από τη γούνα μιας αλεπούς ή, ακόμα λιγότερο, από ένα φτερό παγονιού, επειδή τα ρούχα τους εδώ και καιρό τους κάνουν να φαίνονται τόσο άσχημοι, σε σημείο που να δείχνουν χειρότεροι από τα γουρούνια και τα σκυλιά. Το προκλητικό πανωφόρι της κρέμεται ως τη μέση της πλάτη της και τα μπατζάκια του παντελονιού της —σαν τα έντερα κοτόπουλου— εκθέτουν πλήρως την ασχήμια της στο υπέρλαμπρο φως του ήλιου. Είναι κοντά και στενά, λες και θέλουν να δείξουν ότι τα πόδια της δεν είναι δεμένα εδώ και καιρό: Είναι μεγάλα πόδια, όχι σαν τα «πόδια του λωτού» της παλιάς κοινωνίας. Το φόρεμα αυτής της γυναίκας είναι πολύ δυτικόφερτο, αλλά και πολύ φτηνό. Όταν τη συναντώ, είναι πάντοτε μαζεμένη, το πρόσωπό της κοκκινίζει από ντροπή και δεν μπορεί να σηκώσει το βλέμμα της, σαν να την έχουν πατήσει σιχαμεροί δαίμονες, και δεν μπορεί να αντικρίζει πλέον τους ανθρώπους κατάματα. Σκόνη καλύπτει το πρόσωπο του ανθρώπου. Αυτή η σκόνη, η οποία έχει πέσει από τον ουρανό, φαίνεται να πέφτει άδικα επάνω στο πρόσωπο του ανθρώπου και το κάνουν να δείχνει σαν το πούπουλο του σπουργιτιού. Τα μάτια του ανθρώπου μοιάζουν κι αυτά σαν του σπουργιτιού: μικρά και στεγνά, χωρίς καμία λάμψη. Όταν μιλάνε οι άνθρωποι, η ομιλία τους είναι συνήθως διστακτική και γεμάτη υπεκφυγές, απεχθής και αηδιαστική για τους άλλους. Πολλοί, ωστόσο, εκθειάζουν αυτούς τους ανθρώπους ως «εκπροσώπους του έθνους». Δεν είναι αστείο αυτό; Ο Θεός επιθυμεί να αλλάξει τους ανθρώπους, να τους σώσει, να τους διασώσει από τον τάφο του θανάτου, ώστε να γλιτώσουν από τη ζωή που ζούνε στον Άδη και στην κόλαση.

Υποσημειώσεις:

1. Η φράση «μαύρους Αφρικανούς» αναφέρεται στους μαύρους που έχει καταραστεί ο Θεός, οι οποίοι είναι σκλάβοι επί ολόκληρες γενιές.

2. Η φράση «συμμορία κακοποιών» αναφέρεται στη διαφθορά της ανθρωπότητας και στο ότι δεν υπάρχει κανένα άγιο ανθρώπινο ον ανάμεσα στους ανθρώπους.

3. Ο όρος «εξελιχθεί» αναφέρεται στην «εξέλιξη» των πιθηκανθρώπων στη σημερινή μορφή των ανθρώπων. Η πρόθεση είναι σατυρική: Δεν ισχύει, στην πραγματικότητα, καμία τέτοια θεωρία σχετικά με αρχαίους πιθήκους, οι οποίοι ήταν η μετάβαση για τους ανθρώπους που περπατάνε όρθιοι.

4. Το «στενή» χρησιμοποιείται ειρωνικά.

5. Το «αρμονική» χρησιμοποιείται ειρωνικά.

α. Το αρχικό κείμενο λέει «της».

β. Το αρχικό κείμενο λέει «στα πρόσωπα των ανθρώπων».

γ. Τα «Γιαν» και «Χουάνγκ» είναι τα ονόματα δύο μυθικών αυτοκρατόρων, οι οποίοι ήταν από τους πρώτους ιδρυτές του κινεζικού πολιτισμού. «Γιαν Γουάνγκ» είναι το όνομα του «βασιλιά της κόλασης» στα κινεζικά. Τα ονόματα «Γιαν Χουάνγκ» και «Γιαν Γουάνγκ» είναι σχεδόν ομόηχα όταν προφέρονται στα μανδαρινικά.

Προηγούμενο: Έργο και είσοδος (4)

Επόμενο: Έργο και είσοδος (6)

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο