Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών (23)
Σημείο δέκατο τέταρτο: Να διακρίνουν και να αποπέμπουν ή να αποβάλλουν άμεσα κάθε είδους κακούς ανθρώπους και αντίχριστους (Μέρος δεύτερο)
Στην τελευταία μας συνάθροιση, συναναστραφήκαμε πάνω στη δέκατη τέταρτη ευθύνη των επικεφαλής και των εργατών: «Να διακρίνουν και να αποπέμπουν ή να αποβάλλουν άμεσα κάθε είδους κακούς ανθρώπους και αντίχριστους». Στη συναναστροφή, καλύψαμε μία από τις πτυχές αυτού του ζητήματος: το τι είναι μια εκκλησία. Έχετε, άραγε, ξεκαθαρίσει, μετά τη συναναστροφή σχετικά με τον ορισμό της εκκλησίας, ποια είναι η σχέση ανάμεσα σ’ αυτό και στη δέκατη τέταρτη ευθύνη των επικεφαλής και των εργατών; (Από τη στιγμή που συναναστράφηκες, Θεέ μου, πάνω στον ορισμό της εκκλησίας, καταλάβαμε τον λόγο της ύπαρξης των εκκλησιών, τον ρόλο που παίζει μια εκκλησία και το έργο που κάνει μια εκκλησία. Αν βασιστούμε πάνω σ’ αυτά, μπορούμε να διακρίνουμε ποιοι απ’ τους ανθρώπους που βρίσκονται στην εκκλησία προκαλούν διατάραξη και αναστάτωση, και δεν παίζουν θετικό ρόλο, κι έπειτα να αποπέμψουμε ή να αποβάλουμε τους ανθρώπους αυτούς.) Οι επικεφαλής και οι εργάτες, μόλις καταλάβουν τι είναι μια εκκλησία, πρέπει να μάθουν για ποιον λόγο ιδρύει ο Θεός εκκλησίες, τι επίδραση έχει η δημιουργία εκκλησιών στους ανθρώπους, ποιο είναι το έργο που πρέπει να κάνουν οι εκκλησίες, τι είδη ανθρώπων συγκροτούν μια εκκλησία, καθώς και ποιοι άνθρωποι αποτελούν αληθινούς αδελφούς και αδελφές. Μόλις καταλάβεις και μάθεις αυτά τα πράγματα, έχεις μια βασική ιδέα και έναν βασικό ορισμό, καθώς και ένα θεμέλιο από αρχές για το έργο που αναφέρεται στη δέκατη τέταρτη ευθύνη: «Να διακρίνεις και να αποπέμπεις ή να αποβάλλεις άμεσα κάθε είδους κακούς ανθρώπους και αντίχριστους». Αυτό πρέπει να το έχεις ξεκαθαρίσει και να το καταλαβαίνεις από πλευράς θεωρίας και οράματος. Το πρώτο έργο που πρέπει να αναλάβουν οι επικεφαλής και οι εργάτες μόλις το καταλάβουν αυτό είναι να διακρίνουν κάθε είδους κακούς ανθρώπους. Με βάση ποια πρότυπα και ποιες αρχές γίνεται αυτό; Για να διακρίνει κανείς κάθε είδους κακούς ανθρώπους πρέπει να βασίζεται στον ορισμό μιας εκκλησίας, στη σημασία και την αξία της ύπαρξης μιας εκκλησίας, και στο έργο για το οποίο ιδρύει ο Θεός τις εκκλησίες. Την προηγούμενη φορά, τα πρότυπα και οι βάσεις για το πώς να διακρίνονται τα διάφορα είδη κακών ανθρώπων χωρίστηκαν σε τρεις βασικές κατηγορίες. Ποιες είναι αυτές οι τρεις κατηγορίες; (Ο σκοπός για τον οποίο πιστεύει κανείς στον Θεό, η ανθρώπινη φύση του καθενός και η στάση του απέναντι στο καθήκον του.) Άραγε, αυτές οι τρεις κατηγορίες είναι αρκετά συγκεκριμένες και καλύπτουν όλες τις πτυχές; Κάποιοι λένε: «Γιατί να μη διακρίνουμε τους ανθρώπους κάθε είδους ανάλογα με το πόσο αγαπούν την αλήθεια, και το πόσο υποτάσσονται στον Θεό και έχουν φόβο Θεού, αλλά αντίθετα τους διακρίνουμε ανάλογα με τον σκοπό για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό, με την ανθρώπινη φύση τους και με τη στάση τους απέναντι στο καθήκον τους; Δεν είναι υπερβολικά χαμηλά αυτά τα κριτήρια; Με άλλα λόγια, αν κρίνουμε από το συγκεκριμένο περιεχόμενο που βρίσκεται σ’ αυτές τις τρεις κατηγορίες, για ποιον λόγο να μη γίνεται μια πιο διεξοδική συζήτηση σχετικά με το τι στάση τηρούν οι άνθρωποι απέναντι στον Θεό και στην αλήθεια; Για ποιον λόγο να μην αναφέρεται το κατά πόσο είναι πρόθυμοι οι άνθρωποι να αποδεχτούν το κλάδεμα, την κρίση και την παίδευση, κατά πόσο έχουν καρδιά που υποτάσσεται στον Θεό και έχει φόβο Θεού, καθώς και άλλα πιο βαθιά περιεχόμενα που έχουν σχέση με την αλήθεια;» Το έχετε σκεφτεί ποτέ αυτό το ερώτημα; Ας μην ασχοληθούμε για την ώρα με αυτό το ζήτημα. Ας εξετάσουμε πρώτα τα τρία κριτήρια: τον σκοπό για τον οποίο πιστεύουν οι άνθρωποι στον Θεό, την ανθρώπινη φύση τους και τη στάση τους απέναντι στο καθήκον τους. Αν κρίνουμε από τους τίτλους αυτών των τριών κριτηρίων, άραγε είναι ρηχά ή δεν είναι; Εάν κάποιος άνθρωπος δεν πληροί τα πρότυπα ως προς αυτά τα τρία βασικότατα κριτήρια, τότε είναι δυνατόν να τον αποκαλούμε αδελφό ή αδελφή; (Όχι.) Μπορεί να θεωρηθεί μέλος της εκκλησίας; Μπορεί να αναγνωριστεί από τον Θεό ως κομμάτι της εκκλησίας; (Όχι.) Δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά δυνατό για ένα τέτοιο άτομο. Οπότε, αν κάποιος είναι ανεπαρκής ή κατώτερος των περιστάσεων ως προς τα τρία αυτά κριτήρια, τότε σε τέτοιους ανθρώπους πρέπει να ασκείται διάκριση· ανήκουν στις τάξεις των διαφόρων ειδών κακών ανθρώπων και πρέπει να αποπέμπονται ή να αποβάλλονται. Το αν κάποιος είναι αδελφός ή αδελφή, αν αναγνωρίζεται από τον Θεό ή αν είναι ένα μέλος που η εκκλησία οφείλει να αποδεχτεί εξαρτάται κατ’ ελάχιστον από το αν ανταποκρίνεται στα πρότυπα και αν πληροί τις προϋποθέσεις όσον αφορά αυτά τα τρία κριτήρια. Αν δεν ανταποκρίνεται καν σε αυτά τα τρία κριτήρια, τότε σίγουρα δεν είναι αδελφός ή αδελφή. Όπως είναι φυσικό, ο Θεός δεν τον αναγνωρίζει και ούτε η εκκλησία θα πρέπει να τον αποδέχεται. Και πώς πρέπει να τον αντιμετωπίζει και να του συμπεριφέρεται η εκκλησία; (Πρέπει να αποπέμπεται ή να αποβάλλεται.) Μόλις γίνει η διάκριση, πρέπει να αποπέμπεται ή να αποβάλλεται. Έτσι ακριβώς είναι.
Τα πρότυπα και οι βάσεις για τη διάκριση των διαφόρων ειδών κακών ανθρώπων
1. Με βάση τον σκοπό για τον οποίο πιστεύει κανείς στον Θεό
Δ. Το να επιδίδεται κανείς σε τυχοδιωκτισμό
Στην προηγούμενη συνάθροιση, συναναστραφήκαμε σχετικά με τρεις από τους σκοπούς για τους οποίους πιστεύει κανείς στον Θεό και τους παραθέσαμε. Αν τους παραθέσουμε ως τίτλους, ο πρώτος είναι να ικανοποιεί κανείς την επιθυμία του να γίνει αξιωματούχος· ο δεύτερος είναι να κυνηγάει το αντίθετο φύλο· κι ο τρίτος είναι να αποφύγει τις καταστροφές. Ως προς αυτούς τους τρεις σκοπούς, ολοκληρώσαμε τη συναναστροφή μας. Έπειτα, θα συναναστραφούμε πάνω στον τέταρτο σκοπό: Κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό καθαρά για λόγους τυχοδιωκτισμού, οπότε η επικεφαλίδα αυτού του σκοπού είναι «να επιδίδεται κανείς σε τυχοδιωκτισμό». Ορισμένοι άνθρωποι βλέπουν ότι όλες οι θρησκείες και όλα τα δόγματα στον θρησκευτικό κόσμο έχουν ερημώσει και δεν διαθέτουν το έργο του Αγίου Πνεύματος —ότι οι άνθρωποι έχουν μια πιο ψυχρή πίστη και αγάπη, ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι έχουν διαφθαρεί ολοένα και περισσότερο και δεν υπάρχει ελπίδα να σωθούν, και ότι οι άνθρωποι πιστεύουν μεν τόσα χρόνια στον Κύριο, αλλά δεν κερδίζουν τίποτα. Καθώς βλέπουν ότι ο θρησκευτικός κόσμος έχει ερημώσει ολότελα, ψάχνουν να βρουν έναν δρόμο προς τα εμπρός. Αναλογίζονται τα εξής: «Ποια εκκλησία σήμερα έχει περισσότερο κόσμο, ακμάζει και έχει προοπτικές ανάπτυξης;» Ανακαλύπτουν ότι η Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, η οποία βιώνει την αντίσταση και την καταδίκη του θρησκευτικού κόσμου, βρίσκεται σε ακμή· ότι έχει το έργο του Αγίου Πνεύματος και ότι αναπτύσσεται καλά, τόσο εντός της χώρας όσο και εκτός συνόρων. Σκέφτονται: «Έχω ακούσει ότι η εκκλησία αυτή αυξάνεται σε μέλη, ότι έχει καλή ανάπτυξη και ότι διαθέτει άφθονο ανθρώπινο δυναμικό, υλικούς και οικονομικούς πόρους, καθώς και ότι έχει προοπτικές ανάπτυξης. Αν εκμεταλλευτώ αυτήν την καλή ευκαιρία και προσχωρήσω στην εκκλησία τους, δεν θα καταφέρω να κερδίσω κάποια οφέλη; Δεν θα μπορέσω να εξασφαλίσω καλές προοπτικές;» Με μια τέτοια πρόθεση και έναν τέτοιον σκοπό, και με κάποια περιέργεια, παρεισφρέουν στην εκκλησία. Μόλις παρεισφρήσουν στην εκκλησία αυτοί οι άνθρωποι, δεν δείχνουν ενδιαφέρον για την αλήθεια, για την πίστη στον Θεό ή για την αλλαγή της ζωής-διάθεσής τους. Ο σκοπός για τον οποίο γίνονται μέλη της εκκλησίας δεν είναι άλλος από το να βρουν ένα στήριγμα ή ένα μέρος για να μείνουν και να κερδίσουν τις προοπτικές που επιθυμούν. Στην πραγματικότητα, βαθιά μέσα τους, δεν τους νοιάζει να πιστέψουν στον Θεό, στις αλήθειες που εκφράζει ο Θεός ή στο έργο της σωτηρίας που κάνει ο Θεός, και δεν θέλουν ούτε να ακούσουν γι’ αυτά τα πράγματα ούτε να τα αναζητήσουν. Πιο συγκεκριμένα, δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον για το έργο του Θεού και για το έργο του Αγίου Πνεύματος. Αυτοί οι άνθρωποι μοιάζουν με τους τυχοδιώκτες της κοινωνίας, οι οποίοι, σε όποιον κλάδο κι αν ανήκουν, είναι εκεί μόνο και μόνο για να βρουν ευκαιρίες να κερδίσουν φήμη, κέρδος και θέση, και απλώς να κάνουν επενδύσεις και να πληρώσουν κάποιο τίμημα για χάρη των δικών τους προοπτικών και του δικού τους πεπρωμένου. Μόλις ανακαλύψουν ότι δεν υπάρχουν για την ώρα διαφαινόμενες προοπτικές στο πεδίο ή στον κλάδο όπου έχουν μπει, ή ότι ο κλάδος αυτός δεν τους επιτρέπει να προβάλουν τα προτερήματά τους και να ανελιχθούν στον κόσμο, πολλές φορές λογαριάζουν στο μυαλό τους αν πρέπει να αλλάξουν δουλειά ή να πάνε σε άλλον κλάδο. Αυτοί οι άνθρωποι, σε ό,τι κι αν κάνουν, πάντοτε περιμένουν την ευκαιρία να κάνουν μια κίνηση· στην εκκλησία εισέρχονται με κάποια πρόθεση και με κάποιον σκοπό. Όταν η εκκλησία βρίσκεται σε ακμή, όταν μπορεί να παραμείνει σταθερή και έχει προοπτικές ανάπτυξης στην κοινωνία ή σε κάποια χώρα, τότε ασχολούνται με το έργο της εκκλησίας ενεργά και με ενθουσιασμό. Μόλις, όμως, η εκκλησία δέχεται καταπίεση και περιορισμούς ή όταν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προσωπικές τους επιθυμίες και απαιτήσεις, προβληματίζονται για το αν πρέπει να αποχωρήσουν από την εκκλησία και να βρουν έναν άλλο δρόμο προς τα εμπρός. Είναι ξεκάθαρο ότι ο πραγματικός σκοπός για τον οποίο εντάσσονται στην εκκλησία αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ότι ενδιαφέρονται για την αλήθεια· δεν εντάχθηκαν στην εκκλησία με κριτήριο ότι αναγνωρίζουν την ύπαρξη του Θεού και το νέο έργο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ακόμα και κατά την επιλογή μιας εκκλησίας, προτιμούν μια γνωστή, μεγάλη και με πολλά μέλη, ιδιαίτερα μία που να έχει κάποια φήμη τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Μόνο μια τέτοια εκκλησία θεωρούν ότι ανταποκρίνεται στα πρότυπά τους και ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους στόχους που φιλοδοξούν ή που επιδιώκουν. Όπως και να ‘χει όμως, ποτέ δεν πίστεψαν πραγματικά στην αλήθεια ούτε αναγνώρισαν αληθινά την ύπαρξη του Θεού ή το έργο του Θεού. Ακόμα κι αν μερικές φορές μοιάζει σαν να κάνουν κάτι για την εκκλησία ή να ασχολούνται με ένα μέρος του έργου της εκκλησίας, κατά βάθος δεν πρόκειται να αλλάξει η στάση τους απέναντι στην αλήθεια και απέναντι στον Θεό. Ποια είναι η στάση τους; Η μόνιμη στάση τους είναι να ακολουθούν για την ώρα, προκειμένου να δουν τι ακριβώς μπορούν να κερδίσουν από αυτήν την εκκλησία, να δουν πόσα ακριβώς από τα λόγια που είπε ο Θεός μπορούν να υλοποιηθούν και σε ποιον βαθμό, αλλά και να δουν πότε θα μπορέσουν να λάβουν οι άνθρωποι τις ευλογίες που υποσχέθηκε ο Θεός και αν αυτές οι ευλογίες μπορούν να φανερωθούν και να εκπληρωθούν σύντομα. Τέτοια στάση έχουν πάντα. Προσέρχονται στον οίκο του Θεού γεμάτοι περιέργεια και επιθυμία να κάνουν μια δοκιμή, και με μια στάση που λέει ότι αν εκπληρωθούν και πραγματοποιηθούν τα λόγια του Θεού, τότε εκείνοι θα λάβουν ευλογίες και δεν θα χάσουν. Άνθρωποι σαν κι αυτούς προσέρχονται στον οίκο του Θεού και, ακόμα κι αν δείχνουν φιλικοί απέναντι στους άλλους, φαίνονται να τηρούν τους κανόνες, να μην προκαλούν διατάραξη ή αναστάτωση και να μην προκαλούν ζημιές, με βάση τη στάση που τηρούν απέναντι στον Θεό και στην αλήθεια, μπορούν να αναγνωριστούν ως ολοφάνεροι δύσπιστοι.
Πώς θα μπορέσουμε να διακρίνουμε εκείνου του είδους τους δύσπιστους που πιστεύουν στον Θεό μόνο και μόνο για να κερδίσουν ευλογίες τυχοδιωκτικά και δεν θέλουν με τίποτα να κερδίσουν την αλήθεια; Όσα κηρύγματα κι αν ακούσουν, όσο κι αν τους γίνει συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια, δεν αλλάζουν ποτέ οι σκέψεις και οι απόψεις τους για τους ανθρώπους και τα πράγματα, η οπτική τους για τη ζωή και οι αξίες τους. Ποιος είναι ο λόγος γι’ αυτό; Ότι δεν αναλογίζονται ποτέ σοβαρά τα λόγια του Θεού, και δεν αποδέχονται με τίποτα τις αλήθειες που εκφράζει ο Θεός και αυτά που λέει ο Θεός σχετικά με διάφορα ζητήματα. Εμμένουν απλώς στις δικές τους απόψεις και στις φιλοσοφίες του Σατανά. Κατά βάθος, πιστεύουν ακόμα ότι οι φιλοσοφίες και η λογική του Σατανά είναι ορθές και σωστές. Για παράδειγμα, «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω», «Οι αξιωματούχοι δεν κάνουν δύσκολη τη ζωή εκείνων που τους φέρνουν δώρα» ή «Οι καλοί έχουν μια ήσυχη ζωή». Υπάρχουν ακόμα κι εκείνοι που λένε: «Όταν πιστεύουν οι άνθρωποι στον Θεό, πρέπει να είναι καλοί, δηλαδή να μην αφαιρούν ποτέ μια ζωή· η αφαίρεση μιας ζωής είναι αμαρτία κι ο Θεός δεν τη συγχωρεί». Τι είδους άποψη είναι αυτή; Είναι μια βουδιστική άποψη. Η βουδιστική άποψη, παρόλο που μπορεί να ανταποκρίνεται στις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες των ανθρώπων, έχει τεράστια έλλειψη αλήθειας. Η πίστη στον Θεό πρέπει να βασίζεται στα λόγια του Θεού· μόνο τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια. Κάποιοι άνθρωποι, κατά την πίστη τους στον Θεό, αποδέχονται ως αλήθεια ακόμα και τις παράλογες απόψεις των απίστων και τις εσφαλμένες θεωρίες του θρησκευτικού κόσμου· όλα αυτά τα έχουν στην καρδιά τους και εμμένουν σ’ αυτά. Πρόκειται, άραγε, για ανθρώπους που αποδέχονται την αλήθεια; Αυτοί δεν μπορούν να ξεχωρίσουν ανάμεσα στα λόγια του ανθρώπου και στα λόγια του Θεού ή ανάμεσα στον διάβολο και Σατανά και στον έναν αληθινό Θεό, τον Δημιουργό. Ούτε προσεύχονται στον Θεό ούτε αναζητούν την αλήθεια, ούτε αποδέχονται καμία από τις αλήθειες που εκφράζει ο Θεός. Δεν αλλάζουν ποτέ οι σκέψεις και οι απόψεις τους για τους ανθρώπους, για τον έξω κόσμο και για κάθε άλλο θέμα. Εμμένουν αποκλειστικά στις απόψεις που είχαν πάντα, απόψεις που πηγάζουν από την παραδοσιακή κουλτούρα. Όσο γελοίες κι αν είναι αυτές οι απόψεις, εκείνοι δεν μπορούν να το συνειδητοποιήσουν και συνεχίζουν να εμμένουν σε αυτές τις εσφαλμένες απόψεις, χωρίς να τις εγκαταλείπουν. Αυτό αποτελεί μια εκδήλωση των δύσπιστων. Και όσο για μια άλλη; Αλλάζει ο ζήλος, τα συναισθήματα και η πίστη τους όσο μεγαλώνει το μέγεθος της εκκλησίας και όσο αυξάνεται συνεχώς η θέση της στην κοινωνία. Για παράδειγμα, όταν το έργο της εκκλησίας διαδόθηκε στο εξωτερικό και μεγάλωσε σε κλίμακα, όταν διαδόθηκε πλήρως το ευαγγελικό έργο, εκείνοι το είδαν αυτό και αμέσως αναζωογονήθηκαν. Θεώρησαν ότι η εκκλησία αποκτούσε συνεχώς μεγαλύτερη επιρροή και ότι θα σταματούσε να δέχεται την καταπίεση και τις διώξεις της κυβέρνησης, θεώρησαν ότι υπάρχει ελπίδα για την πίστη τους στον Θεό, ότι θα μπορούσαν να σηκώσουν το κεφάλι ψηλά· κι έτσι, θεώρησαν ότι, εφόσον πίστευαν στον Θεό, είχαν ποντάρει σωστά, ότι το στοίχημα που είχαν βάλει τελικά θα απέδιδε καρπούς. Θεώρησαν ότι αυξάνονταν όλο και περισσότερο οι πιθανότητές τους να κερδίσουν ευλογίες και τελικά άρχισαν να χαίρονται. Τα προηγούμενα χρόνια, ένιωθαν καταπίεση, πόνο και αγωνία, καθώς έβλεπαν συχνά τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα να συλλαμβάνει και να καταστέλλει τους χριστιανούς. Γιατί ένιωθαν αγωνία; Επειδή η εκκλησία βρισκόταν σε τόσο δυσχερή κατάσταση και προβληματίζονταν για το αν ήταν σωστή η επιλογή τους να πιστέψουν στον Θεό, κι ακόμα περισσότερο, ήταν προβληματισμένοι και ανήσυχοι σχετικά με το αν θα έπρεπε να παραμείνουν στην εκκλησία ή να αποχωρήσουν από αυτήν. Εκείνα τα χρόνια, όποιες κι αν ήταν οι αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπιζε η εκκλησία, αυτό επηρέαζε τα συναισθήματά τους· ό,τι έργο κι αν έκανε η εκκλησία και όσες διακυμάνσεις κι αν παρουσίαζε η φήμη και η θέση της εκκλησίας στην κοινωνία, αυτό επηρέαζε τα συναισθήματα και τα κέφια τους. Πάντοτε είχαν στο μυαλό τους το ερώτημα αν θα έπρεπε να παραμείνουν ή να αποχωρήσουν. Τέτοιοι άνθρωποι είναι δύσπιστοι, σωστά; Όταν η κυβέρνηση της χώρας καταδικάζει και καταστέλλει την εκκλησία ή όταν οι πιστοί συλλαμβάνονται ή δικάζονται και καταδικάζονται, όταν δέχονται συκοφαντίες και όταν τους απορρίπτει η θρησκευτική κοινότητα, τότε αισθάνονται βαθιά ταπεινωμένοι, νιώθουν μεγάλη ντροπή και εξευτελισμό που εντάχθηκαν στην εκκλησία· η καρδιά τους αμφιταλαντεύεται, και μετανιώνουν που πίστεψαν στον Θεό και έγιναν μέλη της εκκλησίας. Δεν έχουν την παραμικρή πρόθεση να μοιραστούν τις χαρές και τις κακουχίες της εκκλησίας ούτε να υποφέρουν μαζί με τον Χριστό. Κάθε άλλο, όταν η εκκλησία βρίσκεται σε ακμή, αυτοί δείχνουν να είναι γεμάτοι πίστη, αλλά όταν η εκκλησία υφίσταται διώξεις, απόρριψη, καταπίεση και καταδίκη, τότε θέλουν να το βάλουν στα πόδια, να φύγουν. Όταν δεν βλέπουν να υπάρχει καμία ελπίδα να λάβουν ευλογίες ούτε καμία ελπίδα για τη διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας, τότε είναι που θέλουν ακόμα περισσότερο να φύγουν. Όταν δεν βλέπουν να εκπληρώνονται τα λόγια του Θεού και δεν ξέρουν πότε θα κατέλθει η μεγάλη καταστροφή ούτε πότε θα τελειώσει και πότε θα γίνει πραγματικότητα η βασιλεία του Χριστού, αμφιταλαντεύονται μέσα στην αβεβαιότητα και αδυνατούν να κάνουν το καθήκον τους με ηρεμία. Κάθε φορά που γίνεται κάτι τέτοιο, θέλουν να εγκαταλείψουν τον Θεό, να εγκαταλείψουν την εκκλησία και να βρουν μια διέξοδο. Άνθρωποι σαν κι αυτούς είναι δύσπιστοι, σωστά; Οτιδήποτε κάνουν γίνεται για τα δικά τους σαρκικά συμφέροντα. Δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξουν σιγά σιγά οι σκέψεις και οι απόψεις τους καθώς βιώνουν το έργο του Θεού ή καθώς διαβάζουν τα λόγια Του, συναναστρέφονται σχετικά με την αλήθεια και ζουν την εκκλησιαστική ζωή. Όταν τους συμβαίνει κάτι, ποτέ δεν αναζητούν την αλήθεια ούτε ψάχνουν να βρουν τι λένε γι’ αυτό τα λόγια του Θεού, ποιες είναι οι προθέσεις του Θεού, πώς καθοδηγεί ο Θεός τους ανθρώπους ή τι ζητάει από αυτούς. Ο μοναδικός τους στόχος όταν γίνονται μέλη της εκκλησίας είναι να περιμένουν τη μέρα που η εκκλησία θα μπορέσει να «κρατήσει ψηλά το κεφάλι», έτσι ώστε να αρπάξουν τα οφέλη που πάντοτε επιθυμούσαν. Βεβαίως, ένας λόγος που έγιναν μέλη της εκκλησίας είναι ότι είδαν πως τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια —ωστόσο, δεν αποδέχονται σε καμία περίπτωση την αλήθεια και δεν πιστεύουν ότι θα εκπληρωθούν όλα τα λόγια του Θεού. Άρα, τι λέτε, είναι δύσπιστοι αυτού του είδους οι άνθρωποι; (Ναι.) Ό,τι κι αν συμβαίνει στην εκκλησία ή στον έξω κόσμο, εκείνοι υπολογίζουν πόσο πολύ θα επηρεαστούν τα συμφέροντά τους και πόσο μεγάλο αντίκτυπο θα έχει αυτό στις επιδιώξεις τους. Ακόμα και μπροστά στο πιο μικρό προβληματάκι, αμέσως σκέφτονται με ιδιαίτερη προσοχή τις δικές τους προοπτικές, τα συμφέροντά τους και το αν θα πρέπει να μείνουν στην εκκλησία ή να αποχωρήσουν. Υπάρχουν ακόμα κι εκείνοι που αναρωτιούνται συνεχώς το εξής: «Λέγανε πως πέρσι θα ολοκληρωνόταν το έργο του Θεού· και τότε γιατί συνεχίζεται ακόμα; Ποια χρονιά συγκεκριμένα θα ολοκληρωθεί το έργο του Θεού; Δεν έχω δικαίωμα να μάθω; Υπομένω εδώ και πολύ καιρό, ο χρόνος μου είναι πολύτιμος, τα νιάτα μου είναι πολύτιμα· δεν γίνεται να με κρατάτε έτσι, καλά δεν λέω;» Δείχνουν τεράστια ευαισθησία στο αν έχουν εκπληρωθεί τα λόγια του Θεού, καθώς και στην κατάσταση της εκκλησίας, στη θέση και τη φήμη της. Δεν τους ενδιαφέρει αν είναι σε θέση να κερδίσουν την αλήθεια ούτε αν θα μπορέσουν να σωθούν, αλλά δείχνουν μεγάλη ευαισθησία στο αν θα μπορέσουν να επιβιώσουν και αν θα μπορέσουν να αποκτήσουν προνόμια και ευλογίες στην περίπτωση που παραμείνουν στον οίκο του Θεού. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν την τυχοδιωκτική επιθυμία για ευλογίες. Ακόμα κι αν πιστέψουν μέχρι τέλους, δεν πρόκειται να καταλάβουν την αλήθεια και ούτε πρόκειται να μιλήσουν για κάποια βιωματική μαρτυρία τους. Έχετε γνωρίσει τέτοιους ανθρώπους; Βασικά, κάθε εκκλησία έχει τέτοιους ανθρώπους. Πρέπει να προσέχετε να τους διακρίνετε. Όλοι οι άνθρωποι αυτού του είδους είναι δύσπιστοι, είναι μια μάστιγα για τον οίκο του Θεού, θα κάνουν μεγάλη ζημιά ενώ δεν θα ωφελήσουν καθόλου την εκκλησία, και πρέπει να αποπεμφθούν.
Ας κάνουμε μια σύνοψη στα χαρακτηριστικά των τυχοδιωκτών. Το πρώτο τους χαρακτηριστικό είναι ότι δεν λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη τους το ζήτημα του αν υπάρχει Θεός. Μόλις τους ρωτήσεις αν υπάρχει Θεός, θα σου πουν: «Μάλλον. Αλλά και να μην υπάρχει, δεν πειράζει. Εγώ είμαι εδώ απλώς για να δω αν θα βγουν ή δεν θα βγουν αληθινές οι προφητείες που έκανε ο θεός και αν θα έρθουν ή δεν θα έρθουν οι μεγάλες καταστροφές». Στο πλαίσιο των σκέψεων και των απόψεών τους, τηρούν μια στάση που υποστηρίζει ότι δεν έχει σημασία αν υπάρχει ή δεν υπάρχει ο Θεός. Τότε δεν είναι αστείο να πιστεύουν στον Θεό και να γίνονται μέλη της εκκλησίας; (Ναι.) Η πίστη στον Θεό είναι γι’ αυτούς ένα απλό πιστεύω, είναι σαν παιχνίδι, δεν έχει καμία σχέση με την αλήθεια ούτε με το μονοπάτι της ζωής τους. Ουσιαστικά δεν τους νοιάζει αν υπάρχει ή όχι ο Θεός. Αν υπάρχει, κανένα πρόβλημα· αν δεν υπάρχει, πάλι κανένα πρόβλημα. Κάποιοι άνθρωποι τους διαψεύδουν, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει Θεός, κι εκείνοι δεν ταράζονται και δεν μισούν τέτοιους ανθρώπους. Αν πουν οι άνθρωποι ότι υπάρχει Θεός, εκείνοι λένε: «Αν υπάρχει, τότε εντάξει. Τέλος πάντων, αν εσύ πιστεύεις, τότε υπάρχει· αν δεν πιστεύεις, τότε δεν υπάρχει». Αυτή είναι η οπτική τους. Είναι αληθινοί πιστοί αυτοί οι άνθρωποι; Είναι δύσπιστοι, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Εφόσον τους είναι αδιάφορο αν υπάρχει ή δεν υπάρχει ο Θεός, υπάρχει μήπως καθόλου ειλικρίνεια στην πίστη τους στον Θεό; Αποκλείεται να είναι ειλικρινείς. Ποιο είναι το πρώτο χαρακτηριστικό των τυχοδιωκτών; (Δεν λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη τους το ζήτημα του αν υπάρχει Θεός.) Αυτό είναι το πρώτο χαρακτηριστικό.
Ποιο είναι το δεύτερο χαρακτηριστικό των τυχοδιωκτών; Είναι ότι δεν διακρίνουν πολύ σοβαρά τα θετικά από τα αρνητικά πράγματα. Δεν ξεχωρίζουν ποια λόγια, ποιοι άνθρωποι, ποια γεγονότα και ποια πράγματα είναι θετικά ή αρνητικά, και δεν το παίρνουν στα σοβαρά αυτό. Πιστεύουν ότι τα καλά πράγματα μπορούν να γίνουν κακά και τα κακά να γίνουν καλά, όπως θεωρούν έγκυρο το ρητό των απίστων: «Ένα ψέμα, αν το πεις χίλιες φορές, γίνεται αλήθεια». Αν τους ρωτήσεις ποια είναι η αλήθεια, δεν πρόκειται με τίποτα να πουν ότι τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια, αφού δεν το αναγνωρίζουν αυτό. Και τι θα πουν; Η πραγματική τους οπτική είναι ότι αν πεις ένα ψέμα χίλιες ή δέκα χιλιάδες φορές, τότε θα γίνει αλήθεια, δηλαδή αν κάτι το πουν πολλοί άνθρωποι, θα πιστέψουν ότι είναι αλήθεια. Είναι σαν αυτό που λένε οι άπιστοι: «Στην αρχή δεν υπήρχε μονοπάτι στον κόσμο, αλλά όσο περπατούσαν περισσότεροι άνθρωποι, σχηματίστηκε ένα μονοπάτι». Δεν τους νοιάζει ποιο είναι το σωστό ή το λάθος, το δίκαιο ή το μοχθηρό· πιστεύουν ότι όποιος έχει μεγάλες ικανότητες είναι σωστός, κι όποιος είναι άχρηστος και ανίκανος είναι αρνητικός. Δεν πρόκειται με τίποτα να αναγνωρίσουν ότι όλα αυτά που λέει και κάνει ο Θεός αποτελούν θετικά πράγματα ούτε να αναγνωρίσουν ότι εκείνα που απαιτεί ο Θεός από τους ανθρώπους να βιώνουν είναι οι πραγματικότητες των θετικών πραγμάτων. Οι άνθρωποι αυτοί θα εκφράσουν μέχρι και πλάνες όπως: «Λες πως ο θεός είναι η αλήθεια και πως τα λόγια του θεού είναι η πραγματικότητα όλων των θετικών πραγμάτων. Αυτό άραγε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν θετικά πράγματα στον κόσμο; Δεν υπάρχουν και στον κόσμο θετικά πράγματα και αλήθειες;» Δεν είναι ανοησίες αυτά; Δεν είναι μια πλάνη; (Ναι.) Αυτοί οι άνθρωποι δεν χρησιμοποιούν τα λόγια του Θεού ως κριτήριο για τα λόγια και τις ενέργειές τους. Για παράδειγμα, όταν εκφράσουν μια πλάνη κι εσύ τους διαψεύσεις, θα πουν: «Εσύ πιστεύεις ότι έχεις δίκιο, κι εγώ πιστεύω ότι έχω εγώ δίκιο· ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι διαφωνούμε. Οτιδήποτε θεωρεί καλό ο καθένας, αυτό είναι το σωστό». Τι σόι άποψη είναι αυτή; Είναι τίποτε παραπάνω από μια προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάστασης; (Αυτό είναι.) Πρόκειται για μια ανόητη και μπερδεμένη άποψη· αυτοί οι άνθρωποι δεν διακρίνουν με σοβαρότητα τα θετικά από τα αρνητικά πράγματα. Τι σημαίνει ότι δεν το κάνουν με σοβαρότητα; Σημαίνει ότι δεν μπορούν να αναγνωρίσουν μέσα από την καρδιά τους ότι όλα τα θετικά πράγματα για τα οποία μιλάει ο Θεός συνδέονται με την αλήθεια, ότι συμφωνούν με την αλήθεια και προέρχονται από τον Θεό, αλλά ότι τα αρνητικά πράγματα για τα οποία μιλάει ο Θεός πάνε κόντρα στην αλήθεια και προέρχονται από τον Σατανά. Δεν αποδέχονται αυτό το γεγονός και θέλουν συνέχεια να μπερδεύουν τις έννοιες. Για να μην τους διακρίνουν και τους καταδικάσουν οι άλλοι, δεν διακρίνουν ποτέ με σοβαρότητα τα θετικά από τα αρνητικά πράγματα, δεν εκθέτουν ποτέ τις αληθινές τους απόψεις, ενώ μιλούν συνέχεια με διφορούμενα λόγια και δεν λένε ποτέ τι σκέφτονται πραγματικά. Ανάλογα σε ποιον μιλάνε, λένε διαφορετικά πράγματα, προσαρμόζονται απόλυτα στην κατάσταση κατά περίπτωση. Αυτοί οι άνθρωποι, από όλες τις απόψεις, δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια ούτε για το αν υπάρχει Θεός. Αυτή είναι η δεύτερη εκδήλωση των τυχοδιωκτών: Δεν διακρίνουν πολύ σοβαρά τα θετικά από τα αρνητικά πράγματα.
Τι άλλα χαρακτηριστικά έχουν αυτοί οι τυχοδιώκτες; Αυτοί οι άνθρωποι θα βασίζουν πάντοτε την επιλογή τους αν θα μείνουν ή αν θα φύγουν στο πώς πηγαίνουν τα πράγματα, αφού είναι ιδιαίτερα προσαρμοστικοί στις εκάστοτε συνθήκες. Όταν γίνονται μέλη της εκκλησίας, έχουν ήδη κάνει πάμπολες προετοιμασίες σχετικά με τη στρατηγική εξόδου και με τις προοπτικές τους, καθώς έχουν σχεδιάσει κάθε τους βήμα. Στην καρδιά τους υπολογίζουν και καταστρώνουν σχέδια για το τι θα κάνουν αν εκπληρωθούν τα λόγια του Θεού και τι θα κάνουν αν δεν εκπληρωθούν μετά από συγκεκριμένα χρόνια. Οι άνθρωποι αυτού του είδους δεν αφοσιώνονται ποτέ ολοκληρωτικά στο εκκλησιαστικό έργο όταν ενταχθούν στην εκκλησία. Κάθε άλλο, για να αποφασίσουν τα επόμενα βήματά τους, παρατηρούν διαρκώς την ανάπτυξη της εκκλησίας, τη στάση που τηρεί η εκκλησία απέναντι στους ίδιους και τον τρόπο με τον οποίο τους αντιμετωπίζει, καθώς και άλλους παράγοντες. Δεν είναι πολύ πολύπλοκες οι σκέψεις αυτών των ανθρώπων; (Ναι.) Αν και έχουν γίνει μέλη της εκκλησίας, δεν σταματούν να βλέπουν τα πράγματα ως προσωρινά, όπως κάνει κάποιος που δουλεύει με σύμβαση, και παραμένουν πάντοτε σε μια κατάσταση όπου «το σώμα είναι εδώ, αλλά το μυαλό είναι αλλού», ενώ έχουν συνέχεια στο μυαλό τους πλεκτάνες και συνωμοσίες. Το γεγονός ότι αποφάσισαν να πιστέψουν στον Θεό και να γίνουν μέλη της εκκλησίας δεν είναι παρά ένας απρόθυμος συμβιβασμός· πάντως δεν είναι μια πνευματική επιταγή ούτε μια επιθυμία να ακολουθήσουν τον Θεό και να βαδίσουν στο ορθό μονοπάτι της ανθρώπινης ζωής, βασισμένοι στην αναγνώριση της ύπαρξης του Θεού. Δεν έχουν την απαιτούμενη πίστη για κάτι τέτοιο. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό τηρώντας μια στάση αναμονής, κάνοντας υπολογισμούς μέσα τους: «Αν η πίστη στον Θεό μού φέρει τα εκατονταπλάσια σ’ αυτήν τη ζωή, την αιώνια ζωή στον κόσμο που έρχεται, καθώς και την ευκαιρία να σωθώ και να εισέλθω στη βασιλεία των ουρανών, τότε θα ακολουθήσω και θα πιστέψω. Αν δεν μπορέσω να τα λάβω αυτά, θα αποχωρήσω από την εκκλησία ανά πάσα στιγμή και σε οποιαδήποτε περίσταση, και θα πάψω να πιστεύω». Ο λόγος που καταλήγουν να πιστέψουν στον Θεό είναι αποκλειστικά η τυχοδιωκτική ελπίδα να λάβουν ευλογίες. Αν δεν καταφέρουν να λάβουν ευλογίες, μπορούν να εγκαταλείψουν τα καθήκοντά τους ανά πάσα στιγμή και σε οποιαδήποτε περίσταση, και να σχεδιάσουν ένα άλλο μονοπάτι, καθώς η καρδιά τους δεν έχει ριζώσει ποτέ στην εκκλησία ούτε έχουν επιλέξει στ’ αλήθεια το μονοπάτι κατά το οποίο πιστεύουν στον Θεό και ακολουθούν τον Θεό.
Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των τυχοδιωκτών είναι τα τρία ακόλουθα: Δεν λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους αν υπάρχει Θεός, δεν διακρίνουν με σοβαρότητα τα θετικά από τα αρνητικά πράγματα, και μπορούν να εγκαταλείψουν την εκκλησία ανά πάσα στιγμή και σε οποιαδήποτε περίσταση. Όσο καλά κι αν τους μεταχειρίζονται οι αδελφοί και οι αδελφές, εφόσον τα πράγματα δεν ταυτίζονται με τα συμφέροντά τους ή δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους σε μια δεδομένη στιγμή, μπορούν να εγκαταλείψουν την εκκλησία. Όταν όμως δεν έχουν πού να πάνε, τότε αποφασίζουν να επιστρέψουν. Από τη στιγμή που θα επιστρέψουν, συνεχίζουν να μην επιδιώκουν την αλήθεια και είναι πιθανό να αποχωρήσουν και πάλι από την εκκλησία ανά πάσα στιγμή. Τι άθλιοι που είναι! Τους φαίνεται τόσο απλό να έρχονται και να φεύγουν· δεν πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των τυχοδιωκτών· από την άποψη της ουσίας τους, είναι δύσπιστοι. Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να επιμείνουν να πιστεύουν για τρία με πέντε χρόνια, άλλοι μπορούν να επιμείνουν για οκτώ με δέκα χρόνια, αλλά μοναδικός σκοπός τους είναι να ψάχνουν τυχοδιωκτικά για ευλογίες. Τέτοιου είδους άνθρωποι δεν είναι απλοί. Έχουν υπομείνει μέχρι τώρα ακόμα και μέσα στο σκληρό, γεμάτο διώξεις περιβάλλον της ηπειρωτικής Κίνας· δεν είναι λίγο σαν «να κοιμούνται σε χαμόκλαδα και να πίνουν χολή»; Κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να επιμείνουν άλλο μετά από δέκα χρόνια πίστης, οπότε παραπονιούνται: «Πάνε δέκα χρόνια. Έφαγα τα νιάτα μου στην εκκλησία. Πόσα λεφτά θα είχα βγάλει αν αυτά τα δέκα χρόνια είχα δουλέψει σκληρά στον κόσμο; Ίσως να είχα γίνει διευθυντής και πιθανότατα θα είχα πολύ μεγάλη περιουσία». Τότε, δεν ησυχάζουν με τίποτα. Πιστεύουν δέκα χρόνια στον Θεό με μοναδικό σκοπό να ικανοποιήσουν τη λιγοστή περιέργειά τους και την επιθυμία τους για ευλογίες, αλλά δεν επιδίωξαν ποτέ την αλήθεια. Έτσι, δεν έχουν κερδίσει τίποτα. Μετανιώνουν που πίστεψαν στον Θεό, και μάλιστα τα βάζουν με τον εαυτό τους, λέγοντας: «Βλάκα, ηλίθιε! Δεν πήρες τον φαρδύ, τον εύκολο δρόμο, παρά επέμενες να περπατάς σ’ αυτήν την κοπιαστική διαδρομή. Δεν σε ανάγκασε κανένας· εσύ το διάλεξες μόνος σου!» Κάποιοι μπορούν να φύγουν ακόμα και μετά από δέκα χρόνια που πιστεύουν, σαν να μην τρέχει τίποτα. Μετά από δυο-τρία χρόνια στην κοινωνία όπου απλώς τα βγάζουν πέρα, συνειδητοποιούν ότι δεν είναι τόσο απλό και εύκολο όσο φαντάζονταν να πορευτούν στην κοινωνία, και ότι ο κόσμος των απίστων δεν είναι τόσο όμορφος και ιδανικός όσο φαινόταν· δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα εύκολα οπουδήποτε έξω στον κόσμο. Μετά, το ξανασκέφτονται και διαπιστώνουν ότι τα πράγματα στην εκκλησία είναι πάντα καλύτερα, οπότε επιστρέφουν χωρίς να ντρέπονται καθόλου. Όταν επιστρέφουν, λένε: «Είναι καλό να πιστεύεις στον Θεό· οι άπιστοι είναι κακοί, όλη την ώρα τραμπουκίζουν τους άλλους. Υπάρχουν πάρα πολλά βάσανα στον κόσμο. Τόσα χρόνια που δεν διάβαζα τα λόγια του Θεού, που δεν ζούσα την εκκλησιαστική ζωή, έπεσα στο σκοτάδι, έκλαιγα και έτριζα τα δόντια μου κάθε μέρα· έχω γκρεμιστεί σε σημείο που δεν μοιάζω πια με άνθρωπο. Είναι καλύτερα να πιστεύεις στον Θεό!» Διαλαλούν ότι είναι καλύτερα να πιστεύει κανείς στον Θεό, αλλά στην πραγματικότητα αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι άκουσαν πως σ’ αυτόν τον κόσμο υπάρχουν πάρα πολλές καταστροφές και πως η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει σύντομα μια μεγάλη καταστροφή. Είναι ανώφελο να έχεις λεφτά, οικόπεδα, αυτοκίνητα και σπίτια· μόνο όσοι έχουν πίστη μπορούν να σωθούν. Έτσι, επιστρέφουν στην πίστη στον Θεό. Δεν είναι τυχοδιώκτες; (Ναι.) Οι τυχοδιώκτες μπορούν να εγκαταλείψουν την εκκλησία σε οποιαδήποτε στιγμή. Αν δουν ότι έχουν ελπίδες να κερδίσουν ευλογίες στην περίπτωση που επιστρέψουν στην εκκλησία, τότε μπορούν και να επιστρέψουν οποιαδήποτε στιγμή. Μόλις επιστρέψουν, μπορούν να πουν δυο λόγια μεταμέλειας και να εκφράσουν ότι δεν πρόκειται ποτέ ξανά να εγκαταλείψουν τον Θεό, αλλά μόλις δουν ότι στον κόσμο επικρατεί ηρεμία και γαλήνη, κι ότι μπορούν ακόμα να ευχαριστηθούν λίγες καλές μέρες, τότε μπορούν να φύγουν και πάλι από την εκκλησία ανά πάσα στιγμή. Ως τι θεωρούν τον οίκο του Θεού και την εκκλησία; Τα θεωρούν ως μια ελεύθερη αγορά, κι έρχονται και φεύγουν όπως τους αρέσει. Για πείτε Μου, αν τέτοιοι άνθρωποι αποπεμφθούν ή αποχωρήσουν από μόνοι τους, πρέπει η εκκλησία να τους δεχτεί πίσω στην περίπτωση που θελήσουν να επιστρέψουν; (Όχι.) Δεν πρέπει να τους κάνει δεκτούς και πάλι. Είναι λάθος να τους δεχτεί πίσω και αποτελεί παραβίαση των αρχών. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ικανοποιούν τα κριτήρια των μελών της εκκλησίας. Μπορούν να αποχωρήσουν από την εκκλησία ανά πάσα στιγμή και, με σκοπό να κερδίσουν ευλογίες, μπορούν να γυρίσουν πίσω στην εκκλησία ανά πάσα στιγμή· ωστόσο, σε όλη αυτήν τη διαδικασία, δεν αποδέχονται ποτέ την αλήθεια. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι δεν είναι αληθινοί πιστοί. Άνθρωποι σαν κι αυτούς θα είναι για πάντα στόχοι αποπομπής και αποβολής. Η εκκλησία θα πρέπει να τους αποπέμψει και να τους πει: «Μην έχεις τύψεις. Μόλις φύγεις, δεν μπορείς να ξαναγυρίσεις. Δεν πρόκειται να σου ανοίξει η εκκλησία δεύτερη φορά την πόρτα. Αυτή η αρχή υπάρχει». Κάποιοι λένε: «Τότε ήταν ανόητος, αλλά τώρα έχει καλή συμπεριφορά. Είναι υπάκουος σαν αρνάκι, αξιοθρήνητος σαν ένας περιπλανώμενος άστεγος. Όποτε βλέπει τους αδελφούς και τις αδελφές, εκφράζει τη μεταμέλεια και το χρέος του, ενώ τα μάτια του είναι κόκκινα από τα δάκρυα των τύψεων. Δείχνει πολύ αξιολύπητος, και η στάση του ως προς την εξομολόγηση είναι πολύ καλή. Ας τον αφήσουμε να γυρίσει πίσω». Μήπως ευθυγραμμίζεται με τις αρχές καμία φράση εδώ; (Όχι.) Ακόμα και μετά από τρία ή ακόμα και δέκα χρόνια που πιστεύουν, μπορούν να αποχωρήσουν από την εκκλησία με αποφασιστικότητα και χωρίς να διστάζουν. Τι άθλιοι που είναι! Είναι αυτοί αληθινοί πιστοί; (Όχι.) Μήπως όταν πρωτοαποφάσισαν να ακολουθήσουν τον Θεό είχαν καθόλου ειλικρίνεια; Όχι. Αν είχαν καθόλου ειλικρίνεια, δεν θα μπορούσαν να αποχωρήσουν από την εκκλησία με τόση αποφασιστικότητα. Γενικά, το πολύ πολύ μπορεί κάποιος να κάνει τέτοιες σκέψεις όταν είναι αδύναμος κι απελπισμένος ή όταν δεν του πάνε καλά τα πράγματα, αλλά δεν θα μπορούσε κανείς τόσο αποφασιστικά να αποχωρήσει από την εκκλησία για να βρει άλλη οδό μετά από τρία, πέντε ή ακόμα και δέκα χρόνια που πιστεύει στον Θεό. Αν μπορεί κάποιος να αποχωρήσει από την εκκλησία με το έτσι θέλω, αυτό δείχνει ότι δεν ήταν ειλικρινής στην αρχή που είχε αποδεχτεί την αληθινή οδό και είχε γίνει μέλος της εκκλησίας· είχε κρυφά κίνητρα και στόχους —δεν γίνεται να το θέσω αλλιώς. Πρέπει να διακρίνονται ξεκάθαρα τέτοιοι άνθρωποι. Δεν είναι αληθινοί πιστοί. Πιστεύουν στον Θεό και ακολουθούν τον Θεό για την τυχοδιωκτική ελπίδα να κερδίσουν ευλογίες. Τέτοιοι άνθρωποι ορίζονται ως τυχοδιώκτες και, μόλις διακρίνονται, πρέπει να αποπέμπονται από την εκκλησία. Αν δεν αποχωρήσουν από την εκκλησία και συνεχίσουν να επωφελούνται από την κατάσταση για το προσωπικό τους κέρδος εντός της εκκλησίας, τότε γι’ αυτό φταίει ότι κανείς δεν μπορεί να τους διακρίνει. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τη σημερινή συναναστροφή σχετικά με τις διάφορες εκδηλώσεις αυτών των τυχοδιωκτών, οι επικεφαλής και οι εργάτες, αλλά και ο εκλεκτός λαός του Θεού, πρέπει να κατανοήσουν και να διακρίνουν ξεκάθαρα αυτούς τους ανθρώπους. Μόλις διαπιστωθεί ότι δεν διαβάζουν ποτέ τα λόγια του Θεού και ότι δεν προσεύχονται στον Θεό, ότι δεν νοιάζονται για το έργο του Θεού ούτε για τις αλήθειες που εκφράζει ο Θεός, ότι δεν νοιάζονται για τα θετικά πράγματα και ότι δεν τα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους, τότε θα πρέπει να φυλάσσονται προσεκτικά από αυτούς. Πρέπει οπωσδήποτε να παρατηρεί κανείς με ποια κίνητρα και με ποιον σκοπό πιστεύουν στον Θεό, και να εξακριβώνει τη στάση που τηρούν απέναντι στην εκκλησία, τη στάση που τηρούν απέναντι στην αλήθεια και τη στάση που τηρούν απέναντι στον Θεό. Αν είναι φανερό πως δεν τηρούν σωστή στάση, πως αδιαφορούν ιδιαιτέρως απέναντι στην επιδίωξη της αλήθειας και στην εκτέλεση του καθήκοντος, πως δεν δείχνουν το παραμικρό ενδιαφέρον και πως τηρούν πάντοτε μια στάση δυσπιστίας απέναντι στα λόγια του Θεού, τότε επιβεβαιώνεται πως οι άνθρωποι αυτοί είναι τυχοδιώκτες και άπιστοι. Σε αυτήν την περίπτωση, δεν πρέπει να θεωρούνται αδελφοί ή αδελφές· δεν ανήκουν στην εκκλησία. Αντιθέτως, πρέπει να αποπεμφθούν από την εκκλησία. Πιστεύουν τόσα χρόνια, αλλά και πάλι δεν αποδέχονται την αλήθεια· θα είχε κανένα όφελος να συνεχίσει κανείς να συναναστρέφεται μαζί τους σχετικά με την αλήθεια; Θα ήταν ρεαλιστικό να περιμένει κανείς να μετανοήσουν; Μην εργάζεστε πια για τέτοιους ανθρώπους και μην περιμένετε να μετανοήσουν. Αν δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν το καθήκον τους, και θέλουν ακόμα να συνεχίσουν την παραμονή τους στην εκκλησία και να μην αποχωρήσουν, τότε πρέπει οι επικεφαλής της εκκλησίας να βρουν τρόπο να τους απομονώσουν με σοφία. Είναι σωστό αυτό; (Ναι.) Από τη στιγμή που διακρίνονται αυτοί οι άνθρωποι ως τυχοδιώκτες, ταξινομούνται ήδη ανάμεσα στους διάφορους κακούς ανθρώπους και τους άπιστους. Από τη στιγμή που είναι κακοί άνθρωποι και άπιστοι, ανταποκρίνονται στις αρχές και στις προϋποθέσεις για να αποπεμφθούν ή να αποβληθούν από την εκκλησία. Είναι καλύτερο να αποπεμφθούν νωρίς παρά να αποπεμφθούν αργά. Αν αποπεμφθούν νωρίς, αποφεύγονται πολλά προβλήματα και δεν χρειάζεται να αγχώνονται πια. Πρέπει να πείτε ξεκάθαρα σε αυτούς τους ανθρώπους: «Δεν είναι ανάγκη να κάνεις συνέχεια υπολογισμούς μέσα σου για το πότε θα φύγεις ή για το πώς θα φύγεις, και δεν είναι ανάγκη να κάνεις συνέχεια υπολογισμούς για το αν θα μείνεις ή θα φύγεις. Ο οίκος του Θεού και ο Θεός δεν εξαναγκάζουν τους ανθρώπους· αν θες να φύγεις, η εκκλησία δεν πρόκειται να προσπαθήσει να σε πιέσει να μείνεις. Πρέπει όμως να καταλάβεις καλά ένα πράγμα: Αν είσαι σίγουρος ότι δεν είσαι άνθρωπος του οίκου του Θεού και δεν θέλεις να είσαι μέλος της εκκλησίας, τότε φύγε όσο πιο γρήγορα γίνεται· μην καθυστερείς. Αυτό είναι προς όφελος όλων μας. Εάν πιστεύεις στην ύπαρξη του Θεού, αν μπορείς να αποδεχτείς τα λόγια του Θεού ως την αλήθεια και αν είσαι αληθινά πρόθυμος να γίνεις μέλος της εκκλησίας, τότε δικαιωματικά είσαι μέλος της εκκλησίας. Τώρα, όμως, δεν είσαι. Ήρθες τυχοδιωκτικά και, παρ’ όλο που εσύ μπορεί να μην το ξέρεις, εμείς έχουμε διακρίνει —με βάση τα λόγια του Θεού, την αλήθεια και τις αρχές της εκκλησίας για το πώς αντιμετωπίζονται κάθε είδους άνθρωποι— ότι είσαι τυχοδιώκτης. Υπολογίζεις όλη την ώρα πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να φύγεις από την εκκλησία· αυτό είναι πολύ ενοχλητικό. Δεν είναι ανάγκη να βρεις την κατάλληλη στιγμή· ας φύγεις τώρα. Αν είσαι διαρκώς αβέβαιος για την εμφάνιση και το έργο του Θεού, τότε σου το λέω τώρα καθαρά: Δεν είναι ανάγκη να αναλογίζεσαι ούτε να εξετάζεις πλέον τα πράγματα εξονυχιστικά, δεν είναι ανάγκη να δυσκολεύεις διαρκώς τα πράγματα για τον εαυτό σου. Μπορείς να φύγεις από την εκκλησία αυτήν τη στιγμή, η πόρτα του οίκου του Θεού είναι ανοιχτή· δεν πρόκειται να σε συγκρατήσει ο οίκος του Θεού, δεν υποχρεώνει κανέναν». Είναι σωστό αυτό; (Ναι.) Δώστε τους μια «διέξοδο»· μην τους αφήνετε εδώ πέρα να βασανίζονται κάθε μέρα λες κι είναι μυρμήγκια σε καυτό τηγάνι, να τους ταλαιπωρούν διαρκώς τα συναισθήματά τους, η σάρκα τους, οι προοπτικές τους και το ζήτημα του αν θα μείνουν ή θα φύγουν. Όσο κι αν τους βασανίζουν όλα αυτά τα πράγματα, αυτό δεν οδηγεί ποτέ πουθενά. Συνεχίζουν να συλλογίζονται μέσα τους πότε θα φύγουν, πώς θα φύγουν, αν θα έχουν απώλειες και κακοτυχία στην περίπτωση που φύγουν νωρίς, καθώς και αν θα μπορέσουν να λάβουν ευλογίες στην περίπτωση που μείνουν περισσότερο. Κι αν φύγουν και μετά εκπληρωθούν τα λόγια του Θεού; Κι αν δεν φύγουν και παραμείνουν ανεκπλήρωτα τα λόγια του Θεού; Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούν και να αγχώνονται διαρκώς για όλα αυτά. Από τη στιγμή που δεν πιστεύουν στον Θεό με ειλικρινή προθυμία, ας φύγουν το ταχύτερο δυνατό. Δεν χρειάζεται να μένουν εδώ και να προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση για το προσωπικό τους όφελος, παριστάνοντας ότι είναι κάτι που δεν είναι. Για πείτε Μου, είναι καλό να τους συμβουλεύετε αυτά τα πράγματα και να το χειρίζεστε με αυτόν τον τρόπο; (Ναι.) Μήπως είναι υπερβολή να κατατάσσονται οι τυχοδιώκτες ανάμεσα στους διάφορους κακούς ανθρώπους που πρέπει να αποπέμπονται ή να αποβάλλονται; (Όχι.) Κάποιοι λένε: «Μα πώς γίνεται να θεωρούνται κακοί άνθρωποι τέτοια άτομα;» Πόσοι καλοί υπάρχουν ανάμεσα στους δύσπιστους; Κατά τη γνώμη του Θεού, όσοι πιστεύουν στον Θεό και αναγνωρίζουν την ύπαρξη του Θεού θεωρείται ότι έχουν κακή διάθεση-ουσία, πόσο μάλλον εκείνοι που δεν πιστεύουν καθόλου στον Θεό και δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη του Θεού. Άραγε, λοιπόν, είναι υπερβολή να ταξινομούνται ως κακοί άνθρωποι; (Όχι.) Όπως και να ‘χει, τουλάχιστον δεν παύουν να αποκαλούνται άνθρωποι —κακοί άνθρωποι. Και μόνο που δεν ταξινομούνται ως κακοί δαίμονες είναι αρκετό. Είναι απόλυτα κατάλληλο και ταιριαστό να κατατάσσονται στους κακούς ανθρώπους· δεν είναι καθόλου υπερβολή. Αυτοί οι κακοί άνθρωποι είναι ένα ακόμα από τα διάφορα είδη ανθρώπων που πρέπει να αποπέμπονται ή να αποβάλλονται από τον οίκο του Θεού. Αυτό είναι το τέταρτο είδος δύσπιστου, το οποίο πιστεύει στον Θεό με τυχοδιωκτικούς σκοπούς.
Ποια είναι τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των τυχοδιωκτών; Εσείς ποια βασικά χαρακτηριστικά εντοπίσατε από τις αλληλεπιδράσεις σας με αυτούς τους ανθρώπους και από την παρατήρηση των διαθέσεων, των οπτικών, των συμπεριφορών ή της ανθρώπινης συμπεριφοράς που αποκαλύπτουν; Συνοψίστε τα. (Οι τυχοδιώκτες δεν φτάνουν στο σημείο να πρωτοπιστέψουν στον Θεό με σκοπό να επιδιώξουν την αλήθεια. Ακούνε ότι η Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού βρίσκεται σε ακμή, και γι’ αυτό καταλήγουν να πιστεύουν στον Θεό απλώς και μόνο ελπίζοντας να αποκομίσουν κάποια οφέλη και κάποιες ευλογίες από τον οίκο του Θεού, επιζητώντας το κέρδος. Κι αν μετά από λίγο καιρό δεν τα πάρουν όλα αυτά, θέλουν να φύγουν. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό και δεν τους ενδιαφέρει καθόλου να πιστέψουν στον Θεό.) Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα σχετικά με τους τυχοδιώκτες; Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν νοιάζονται για την αλήθεια, αλλά τους ενδιαφέρει περισσότερο να κερδίσουν ευλογίες, οπότε δυσκολεύονται περισσότερο να αποδεχτούν την αλήθεια. Κάποιοι λένε: «Δεν γίνεται να τους αποπέμπψουμε ή να τους αποβάλουμε μόνο και μόνο επειδή δεν τους ενδιαφέρει η αλήθεια, έτσι δεν είναι;» Το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για την αλήθεια αποδεικνύεται κυρίως από το ότι δεν διαβάζουν ποτέ τα λόγια του Θεού και δεν κάνουν ποτέ συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια. Αν ακούσουν κάποιον να συναναστρέφεται σχετικά με την αλήθεια και να μιλάει για την αυτογνωσία ή για την αναζήτηση της αλήθειας με σκοπό την επίλυση προβλημάτων, αισθάνονται μέσα τους μια χαρακτηριστική αποστροφή, δεν ενδιαφέρονται καθόλου και τους παίρνει ο ύπνος. Τα απεχθάνονται όλα αυτά σε ακραίο βαθμό και πιάνουν μέχρι και το κουβεντολόι, συζητώντας για καταστροφές και για το ότι ο Θεός εμφανίζει σημεία και τέρατα, με σκοπό να αναστατώσουν τους άλλους από τη συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια. Αποτέλεσμα; Κάποιοι από εκείνους που δεν επιδιώκουν την αλήθεια ενθουσιάζονται μόλις ακούσουν αυτά τα θέματα και μπαίνουν στη συζήτηση. Δεν αναστατώνει αυτό κραυγαλέα την εκκλησιαστική ζωή; Αυτοί σπάνια διαβάζουν τα λόγια του Θεού στην καθημερινότητά τους, κι όταν το κάνουν ενίοτε, μάλλον αυτό συμβαίνει επειδή κάτι μέσα τους τους απασχολεί. Δεν ενδιαφέρονται για τις συναθροίσεις, δεν τους νοιάζει να φάνε και να πιουν τα λόγια του Θεού ούτε να κάνουν συναναστροφή σχετικά με τα λόγια του Θεού. Το μόνο που τους νοιάζει είναι το εξής: «Πότε θα έρθει η ημέρα του Θεού; Πότε θα τελειώσει η μεγάλη καταστροφή; Πότε θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τις ευλογίες της βασιλείας των ουρανών;» Όλο γι’ αυτά τα πράγματα αναρωτιούνται. Αν δεν υπάρχει κανείς που να συζητά αυτά τα θέματα, τα ψάχνουν στο διαδίκτυο, κι αφού ψάξουν, αρχίζουν να διαδίδουν αυτά τα πράγματα στις συναθροίσεις. Όλα αυτά τα πράγματα γεμίζουν την καρδιά τους. Από τη στιγμή που θα ακούσουν κάποιους άλλους να συναναστρέφονται σχετικά με θέματα που τους ενδιαφέρουν, μπορούν να μπουν στη συζήτηση και να συμμετάσχουν στη συναναστροφή. Μόλις, όμως, ακούσουν κάποιο περιεχόμενο που έχει σχέση με την αλήθεια ή με τα λόγια του Θεού, τότε δεν θέλουν να ακούσουν. Τους παίρνει ο ύπνος, ενώ κάποιοι φεύγουν κιόλας, κι άλλοι γίνονται νευρικοί· παρουσιάζουν κάθε είδους άσχημες εκφράσεις. Εσύ λες: «Ας συναναστραφούμε πάνω στα λόγια του Θεού». Αυτοί απαντούν: «Διψάω, χρειάζομαι λίγο νερό». Εσύ λες: «Ας συναναστραφούμε πάνω στην αυτογνωσία», ή «Ας συναναστραφούμε πάνω στις λεπτομέρειες της εκτέλεσης των καθηκόντων· για να δούμε τι λένε τα λόγια του Θεού γι’ αυτό και ποιες είναι οι αλήθεια-αρχές». Εκείνοι λένε: «Έχω μια δουλειά. Θα βγω. Εσείς απολαύστε την κουβεντούλα σας». Βρίσκουν κάθε είδους δικαιολογίες για να απορρίψουν και να αρνηθούν τη συναναστροφή σχετικά με τα λόγια του Θεού και την αλήθεια. Αυτό εκθέτει ξεκάθαρα το γεγονός ότι όχι μόνο δεν αγαπάνε την αλήθεια, αλλά και αποστρέφονται την αλήθεια και αντιστέκονται σ’ αυτήν από τα βάθη της καρδιάς τους. Οποτεδήποτε αναφέρονται τα λόγια του Θεού, δηλαδή η αλήθεια, εκείνοι δεν εναντιώνονται ούτε διαφωνούν φανερά, αλλά βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες για να τα αρνηθούν και να τα αποφύγουν. Άραγε, αυτές οι συμπεριφορές δεν δείχνουν ξεκάθαρα ότι πρόκειται για τυχοδιώκτες; Δεν δείχνουν όλα αυτά ξεκάθαρα ότι πρόκειται για δύσπιστους, οι οποίοι πιστεύουν στον Θεό για έναν συγκεκριμένο σκοπό, τον τυχοδιωκτισμό; (Ναι.) Κάποιοι λένε: «Αφού, όπως λες, είναι δύσπιστοι και δεν ακολουθούν ειλικρινά τον Θεό, πώς και μπορούν να πιστεύουν μέχρι τώρα, και συνεχίζουν να καταβάλλουν προσπάθεια και να υπομένουν τις δυσκολίες για το έργο της εκκλησίας;» Δεν αρκούν οι συμπεριφορές στις οποίες αναφερθήκαμε μόλις τώρα για να απαντηθεί αυτή η ερώτηση; Αυτές οι συμπεριφορές αρκούν για να αποδείξουν ότι είναι σωστή η διάκριση και η κατηγοριοποίησή τους. Επομένως, για να υπολογίσετε αν κάποιος πιστεύει στον Θεό με τυχοδιωκτικό σκοπό, πρέπει να τον αξιολογήσετε και να τον διακρίνετε ανάλογα με τη συμπεριφορά του απέναντι στον Θεό, στο έργο του Θεού, στην αλήθεια, καθώς και απέναντι στα θετικά και τα αρνητικά πράγματα. Αυτό είναι το πιο σωστό. Δεν είναι έγκυρο και αντικειμενικό να το υπολογίσετε με βάση την εξωτερική συμπεριφορά και τις πράξεις του. Τα ζητήματα τα αποκαλύπτουν μόνο οι αληθινές εσωτερικές του σκέψεις και η στάση του απέναντι στον Θεό και στην αλήθεια· αυτά και μόνο αποτελούν τα πιο ακριβή κριτήρια για να προσδιοριστεί τι άνθρωπος είναι. Λοιπόν, έχετε ξεκαθαρίσει ουσιαστικά την ουσία αυτών των ανθρώπων που πιστεύουν στον Θεό με τυχοδιωκτικό σκοπό; Έχετε γνωρίσει όλοι σας τέτοιους ανθρώπους; (Ναι.) Τέτοιοι άνθρωποι καλύτερα να φεύγουν όσο το δυνατόν συντομότερα. Εάν είναι στ’ αλήθεια πρόθυμοι να παράσχουν υπηρεσίες, τότε μπορούν να διατηρηθούν διστακτικά. Αν, όμως, δεν κάνουν τα καθήκοντά τους και δεν μπορούν να παράσχουν καθόλου υπηρεσίες, αλλά προκαλούν αναστάτωση και επηρεάζουν αρνητικά το έργο της εκκλησίας και την εκκλησιαστική ζωή, τότε πρέπει να τους αναγκάζετε να φύγουν το ταχύτερο δυνατό. Με βάση αυτήν την αρχή πρέπει να αποπέμπονται οι δύσπιστοι. Ο οίκος του Θεού έχει ανάγκη από ανθρώπους που πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό και αγαπούν την αλήθεια· έχει ανάγκη από πιστούς παρόχους υπηρεσιών. Δεν έχει σε καμία περίπτωση ανάγκη από δύσπιστους ή από αυτούς που παρατηρούν διστακτικά, για να συμπληρώσει το πλήθος που χρειάζεται. Επίσης, η εκκλησία δεν χρειάζεται κανέναν για να συμπληρώσει το πλήθος που χρειάζεται. Κι εδώ θα τελειώσουμε τη συναναστροφή μας πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Ε. Το να ζει κανείς από την εκκλησία
Έπειτα, θα συναναστραφούμε πάνω στον πέμπτο σκοπό: να πιστεύει κανείς στον Θεό για να ζήσει από την εκκλησία. Αυτό το θέμα, δηλαδή το να ζει κανείς από την εκκλησία, το γνωρίζετε όλοι, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Ποιες εκδηλώσεις παρουσιάζουν οι άνθρωποι που ζουν από την εκκλησία; Μέσα από ποιες εκδηλώσεις μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό δεν είναι αγνός, ότι δεν ακολουθούν ειλικρινά τον Θεό ούτε προσπαθούν να φτάσουν στη σωτηρία και ότι δεν έχουν φτάσει στο σημείο να επιδιώκουν και να αποδέχονται την αλήθεια, αλλά και να κάνουν πράξη τα λόγια του Θεού με βάση την πίστη για την ύπαρξη του Θεού και την προθυμία να αποδεχτούν τη σωτηρία του Θεού, ώστε να πετύχουν τον στόχο της απόκτησης της σωτηρίας, αλλά αντίθετα κατέληξαν να ζουν από την εκκλησία; Τι σημαίνει να ζει κανείς από την εκκλησία; Το επιφανειακό νόημα της έννοιας είναι ξεκάθαρο. Σημαίνει να γίνεται κάποιος μέλος ενός δόγματος μέσα από τη θρησκευτική πίστη, με σκοπό να λύσει τα ζητήματα που αφορούν την καθημερινότητά του και το πρόβλημα της εξασφάλισης του φαγητού. Αυτός είναι ο πιο σύντομος και ακριβής ορισμός της έννοιας του να ζει κανείς από την εκκλησία, αλλά και ο πιο ξεκάθαρος ορισμός. Οπότε, ποιες εκδηλώσεις παρουσιάζουν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι δεν πρόκειται για πραγματικούς πιστούς, αλλά ότι αντίθετα ζουν τελικά από την εκκλησία; Κάποιοι άνθρωποι έχουν εξειδίκευση σε μια συγκεκριμένη δεξιότητα, καθώς και την ικανότητα να εργαστούν όπως οι κανονικοί άνθρωποι, όμως καταλαβαίνουν ότι αυτή η κοινωνία είναι άδικη και ότι, αν δουλέψει κανείς σ’ αυτήν, δεν είναι εύκολο να βγάλει το ψωμί του. Για να βγάλει κανείς λεφτά μέσα από τη δουλειά του για να συντηρήσει όλη του την οικογένεια, πρέπει να σηκώνεται νωρίς και να ξενυχτάει, να υπομένει πολλές ταλαιπωρίες και να ανέχεται πολλά παράπονα —χρειάζεται επίσης να έχει τακτ και ευελιξία, αλλά και να είναι όσο αμείλικτος και κακός χρειάζεται, και πρέπει και να διαθέτει τεχνάσματα και ικανότητες. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να εξασφαλίσει ένα σταθερό εισόδημα και να καθιερωθεί στην κοινωνία. Αν εξετάσουμε αυτούς που εργάζονται, άσχετα με τον κλάδο και με το αν ανήκουν στην ανώτερη, στη μεσαία ή στην κατώτερη κοινωνική τάξη, δεν είναι εύκολο να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους. Αυτοί οι υπαλληλίσκοι φοράνε ένα προσωπείο ανθρώπινης ομοιότητας, με την εντυπωσιακή τους εμφάνιση, τους υψηλόβαθμους τίτλους, το υψηλό μορφωτικό επίπεδο, τους σπουδαίους μισθούς και τα προνόμια, και όλοι τούς ζηλεύουν· κάθε εμπόδιο, όμως, που αντιμετωπίζουν στον εργασιακό χώρο αποτελεί μαρτύριο. Δεν είναι εύκολο να εργάζεται κανείς σε οποιονδήποτε κλάδο. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να είσαι αγρότης και να καλλιεργείς τη γη. Οι αγρότες κοπιάζουν τόσο πολύ και, παρ’ όλα αυτά, βγάζουν ίσα ίσα το φαγητό της οικογένειάς τους. Δεν τους φτάνουν για να αγοράσουν ρούχα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης ούτε για να φτιάξουν τα σπίτια τους· κι όταν θέλουν να χαλάσουν κάποια χρήματα, εξαρτώνται αναγκαστικά απ’ το αν θα μπορέσουν να πουλήσουν λαχανικά κι απ’ την εκτροφή ζώων· είναι ακόμα πιο θλιβερό να είσαι αγρότης! Όπως λένε οι άπιστοι, «Δύσκολα βγαίνουν τα λεφτά —είναι εύκολο να γεννηθείς, αλλά δύσκολο να ζήσεις». Είναι πολύ δύσκολο να εξασφαλίσεις τα προς το ζην. Κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν τρόπους να βγάλουν τα προς το ζην και, επειδή βλέπουν ότι οι άπιστοι είναι πολύ κακοί, και θεωρούν πως οι άνθρωποι που έχουν θρησκευτική πίστη είναι άδολοι και πως στην εκκλησία ίσως να είναι λίγο πιο εύκολη η εξασφάλιση του βιοπορισμού, εκμεταλλεύονται την ευκαιρία που τους δίνεται όταν ο οίκος του Θεού κηρύττει το ευαγγέλιο, για να παρεισφρήσουν στην εκκλησία. Και μόλις μάθουν ότι σε αυτούς που κάνουν καθήκοντα προσφέρεται φαγητό, έρχονται για να κάνουν κάποιο καθήκον. Κάποιοι άνθρωποι που θέλουν να κάνουν ένα καθήκον σκέφτονται: «Εγώ είμαι αυτός που φέρνει το ψωμί στην οικογένειά μου. Εφόσον υπάρχουν άνθρωποι για να καλλιεργήσουν τη γη στο σπίτι μου και εφόσον καλύπτονται τα έξοδα για τη διαβίωση της οικογένειάς μου, θα κάνω το καθήκον μου». Ο βασικός σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό και κάνουν ένα καθήκον είναι να εξασφαλίσουν αρκετό φαγητό και ζεστά ρούχα για να επιβιώσουν —να έχουν το καθημερινό τους φαγητό και να μην υπάρχει πια ανάγκη να βασίζονται στη δουλειά και στο να βγάζουν λεφτά για να συντηρούνται· δεν έχουν κανένα πρόβλημα, αρκεί να έχουν τη βοήθεια της εκκλησίας και των αδελφών. Προκειμένου να πετύχουν αυτόν τον στόχο, κάνουν ό,τι τους ορίζει η εκκλησία. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι άνθρωποι που, μόλις ενταχθούν στην εκκλησία, αρχίζουν να μαθαίνουν πώς να γίνουν επικεφαλής και να κάνουν κηρύγματα. Διαβάζουν πολύ τα λόγια του Θεού, αντιγράφουν και αποστηθίζουν συχνά τα λόγια του Θεού, και μόλις τα αποστηθίσουν, μαθαίνουν να κάνουν κήρυγμα στους άλλους και να βοηθούν τους άλλους να λύνουν προβλήματα. Δοκιμάζουν κάθε τρόπο για να βοηθήσουν τους πάντες και ελπίζουν να τους απλώσουν οι άλλοι ένα χέρι βοηθείας όταν θα έχουν λάβει τη βοήθειά τους· ελπίζουν, επίσης, να νιώσουν οι άλλοι ευγνωμοσύνη απέναντί τους όταν ακούσουν τα κηρύγματά τους και τα λόγια του Θεού που κηρύττουν, κι έτσι να τους προσφέρουν ελεημοσύνη και βοήθεια. Για παράδειγμα, αν δεν έχουν λεφτά για να πληρώσουν τον λογαριασμό του νερού και του ρεύματος στο σπίτι τους, μπορούν να τους βοηθήσουν οι αδελφοί και οι αδελφές να πληρώσουν, κι αν δεν έχουν λεφτά για να πληρώσουν τα δίδακτρα των παιδιών τους ή για να πληρώσουν τα νοσήλια για τους άρρωστους γονείς τους, μπορούν να προσφέρουν αυτά τα χρήματα η εκκλησία ή οι αδελφοί και οι αδελφές, καθώς οι ίδιοι κάνουν το καθήκον τους. Με αυτόν τον τρόπο, νιώθουν άνετα με την πίστη στον Θεό και θεωρούν ότι αξίζει τον κόπο να πιστεύουν στον Θεό, ότι κάτι τέτοιο δεν τους έχει φέρει απώλειες και ότι έχουν πετύχει τον στόχο τους. Μέσα τους, ευχαριστούν συνεχώς τον Θεό και λένε: «Όλα αυτά αποτελούν τη χάρη του Θεού, την εύνοια του Θεού. Δόξα τω Θεώ!» Για να «ξεπληρώσουν» την αγάπη του Θεού, «συμμορφώνονται» με τις ρυθμίσεις της εκκλησίας, και όσο τους εξασφαλίζεται το φαγητό και τα έξοδα διαβίωσης, δέχονται να κάνουν κάθε είδους εργασία —στόχος τους είναι απλούστατα να εξασφαλίσουν ως αντάλλαγμα έναν μόνιμο βιοπορισμό. Μόλις βέβαια αδιαφορήσει η εκκλησία για τις βιοποριστικές τους ανάγκες και δεν λύσει εγκαίρως τις δυσκολίες τους, τότε δυσανασχετούν. Αλλάζει αμέσως η στάση τους απέναντι στο έργο της εκκλησίας και στα καθήκοντα που τους αναθέτει ο οίκος του Θεού. Λένε: «Α, δεν γίνεται, πρέπει να πάω να βγάλω λεφτά. Παλιότερα, δεν είχα την ευκαιρία να βγάλω λεφτά επειδή έκανα το έργο της εκκλησίας. Πολλές φορές, μάλιστα, διακινδύνευσα να με συλλάβει ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας, γιατί παρουσιαζόμουν αυτοπροσώπως για να κάνω αυτό το έργο, και τώρα όλοι με ξέρουν παντού. Τώρα δεν μπορώ να βγάλω εύκολα λεφτά. Τι να κάνω;» Σε μια τέτοιου είδους κατάσταση, θα προβάλουν ενεργά προς τους αδελφούς και τις αδελφές τις δυσκολίες και τα αιτήματά τους, και θα φτάσουν ακόμα και στο σημείο να προβάλουν απαιτήσεις από τον οίκο του Θεού. Κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν λεφτά για να καλύψουν τα έξοδα διαβίωσής τους ούτε για τα γεράματά τους, αλλά δεν λύνουν μόνοι τους αυτά τα προβλήματα. Αντίθετα, θέλουν να βγάλουν τα χρήματα που χρειάζονται για τη διαβίωσή τους βασισμένοι στις προσπάθειες που καταβάλλουν στον οίκο του Θεού. Κάποιοι άνθρωποι το προχωρούν ένα βήμα παραπέρα —όχι μόνο ζητούν από τον οίκο του Θεού να καλύψει τα έξοδα διαβίωσής τους και τα έξοδα για το μεγάλωμα των παιδιών τους και τη στήριξη των γονιών τους, αλλά ζητούν και χρήματα για τα ιατρικά τους έξοδα. Κάποιοι φτάνουν μέχρι το σημείο να ζητήσουν χρήματα από τον οίκο του Θεού για να εξοφλήσουν τα δάνειά τους —οι απαιτήσεις τους είναι όλο και πιο υπερβολικές, είναι πραγματικά ξεδιάντροπο εκ μέρους τους να ζητούν τέτοια πράγματα. Για κάποιους ανθρώπους, από τη στιγμή που καταλήγουν να πιστεύουν στον Θεό και να γίνουν μέλη της εκκλησίας, ο οίκος του Θεού καταβάλλει χρήματα για να καλύψει τα έξοδά τους, καθώς και πρόσθετα κεφάλαια που ζητούν έντονα, τα οποία ξεπερνούν τα χρήματα που βγάζουν από τη δουλειά τους. Εφόσον πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, δείχνουν εξωτερικά να εκτελούν το έργο που τους αναθέτει ο οίκος του Θεού με προσήλωση και μεγάλη αφοσίωση. Μόλις, όμως, μειωθούν ή χαθούν αυτά τα προνόμια, αλλάζουν στάση. Η στάση που τηρούν απέναντι στο έργο που τους αναθέτει η εκκλησία αλλάζει ανάλογα με τη στάση που τηρούν απέναντί τους οι αδελφοί και οι αδελφές, και ανάλογα με το ύψος της οικονομικής βοήθειας που τους δίνει ο οίκος του Θεού. Μόλις ανακληθεί ή χαθεί η χάρη που απολαμβάνουν, δεν τους βλέπεις πια να κάνουν τα καθήκοντά τους. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, από τη στιγμή που αρχίζουν να πιστεύουν στον Θεό, υπολογίζουν πώς θα αποκτήσουν μια θέση στον οίκο του Θεού μέσα από εξαπάτηση και απολαμβάνουν «δικαιωματικά» την ελεημοσύνη και τη βοήθεια των αδελφών από τη μέρα που πατάνε το πόδι τους εδώ, καθώς και τη βοήθεια από τον οίκο του Θεού και τις παροχές του για την καθημερινότητά τους. Σε καμία περίπτωση δεν δαπανούν τον εαυτό τους ειλικρινά για τον Θεό, σε καμία περίπτωση δεν φτάνουν στο σημείο να δαπανήσουν τον εαυτό τους άνευ όρων —αντίθετα, γίνονται μέλη της εκκλησίας με έναν μόνο στόχο, δηλαδή να ζήσουν από αυτήν και να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους. Μόλις ο συγκεκριμένος σκοπός δεν μπορεί να επιτευχθεί όπως θέλουν αυτοί, αμέσως αποκαλύπτουν εχθρικότητα και γρήγορα φανερώνουν το αληθινό τους πρόσωπο, που είναι αυτό του δύσπιστου. Από την αρχή της πίστης τους στον Θεό, δεν προσέρχονται με ειλικρίνεια· δεν ακολουθούν ειλικρινά τον Θεό ούτε απαρνιούνται τα πράγματα και δαπανούν τον εαυτό τους για τον Θεό με τη θέλησή τους, χωρίς να ζητήσουν ανταμοιβές και χωρίς να απαιτήσουν τίποτα σε αντάλλαγμα. Αντιθέτως, καταλήγουν να πιστεύουν στον Θεό έχοντας τις δικές τους απαιτήσεις, τις δικές τους προθέσεις και τον δικό τους σκοπό —με σκοπό να ζουν σίγουρα από την εκκλησία, και να βασίζονται στην εκκλησία και στους αδελφούς και τις αδελφές για να βγάλουν το ψωμί τους, εφόσον πιστεύουν στον Θεό. Όταν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί ή να εκπληρωθεί αυτός ο σκοπός όπως θέλουν αυτοί, βρίσκουν άλλον δρόμο προς τα εμπρός, είτε πηγαίνοντας για δουλειά είτε μέσα από την ενασχόληση με επιχειρήσεις. Δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; (Ναι.) Υπάρχουν κάποιοι τέτοιου είδους άνθρωποι στην εκκλησία. Στην αρχή, όταν ο οίκος του Θεού ή οι αδελφοί και οι αδελφές τούς δίνουν κάποια πράγματα ως ελεημοσύνη, για παράδειγμα ρούχα, είδη πρώτης ανάγκης ή χρήματα, μοιάζουν εξωτερικά να αισθάνονται αμηχανία, αλλά στην πραγματικότητα μέσα τους λάμπουν από χαρά. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι φιλοξενούν κάναν-δυο αδελφούς και αδελφές ή ότι κάνουν το καθήκον τους με πλήρη απασχόληση, κι έτσι ο οίκος του Θεού ή οι αδελφοί και οι αδελφές προσφέρουν κάποια ελεημοσύνη και οικονομική βοήθεια στην οικογένειά τους. Αυτό τους χαροποιεί και τους ικανοποιεί αρκετά, γιατί σκέφτονται ότι αξίζει τον κόπο και είναι προσοδοφόρο να πιστεύουν στον Θεό, ότι δεν έχουν χάσει. Με τον καιρό, η καρδιά τους γίνεται όλο και πιο άπληστη, απλώνουν τα χέρια τους όλο και πιο μακριά και γίνονται όλο και πιο ξεδιάντροποι —όσα κι αν τους δίνονται, δεν τους φτάνουν ποτέ. Αρχικά, ντρέπονται να δεχτούν διάφορα πράγματα, αλλά με τον καιρό, το θεωρούν κάπως δικαιολογημένο, και στη συνέχεια αρχίζουν να αγανακτούν που δεν τους φτάνουν. Αργότερα, απαιτούν ευθέως από τον οίκο του Θεού να δώσει ένα συγκεκριμένο ποσό· σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορέσουν να κάνουν τα καθήκοντά τους. Δεν μεγαλώνει όλο και περισσότερο η απληστία τους; (Ναι.) Τόση χάρη απολαμβάνουν, κι αυτοί όχι μόνο δεν σκέφτονται να την επιστρέψουν, αλλά απαιτούν ολοένα και περισσότερα από τον οίκο του Θεού. Θεωρούν ότι ο οίκος του Θεού είναι αυτός που τους χρωστάει, ότι οι αδελφοί και οι αδελφές είναι εκείνοι που τους χρωστάνε και ότι είναι δίκαιο να τους δίνεται ελεημοσύνη και οικονομική βοήθεια. Αν λάβουν λιγότερα ή αν τη λάβουν αργότερα, δεν ευχαριστιούνται. Όσα λεφτά και πράγματα κι αν τους δίνονται, εκείνοι τα δέχονται γιατί πιστεύουν ότι είναι σωστό. Όσο συνεχίζουν να κάνουν το καθήκον τους για περισσότερο χρόνο, νιώθουν ακόμα περισσότερο ότι αξίζουν τέτοια πράγματα και αρχίζουν να απαιτούν από τον οίκο του Θεού να τους δώσει κινητά και υπολογιστές τελευταίας τεχνολογίας. Επίσης, απαιτούν να τοποθετήσει ο οίκος του Θεού κλιματιστικά στα σπίτια τους και να τους προσφέρει συσκευές, όπως φούρνους μικροκυμάτων και πλυντήρια πιάτων. Απαιτούν μέχρι και να τους αγοράσει σπίτι και να τους παρέχει αυτοκίνητο ο οίκος του Θεού, ενώ μερικοί ζητάνε και υπηρέτρια. Οι απαιτήσεις τους αυξάνονται και η απληστία τους εντείνεται, και τελικά ανοίγουν το στόμα σαν λιοντάρια και τολμούν να ζητήσουν το οτιδήποτε. Πιστεύουν το εξής: «Κατά την πίστη μου στον Θεό, έχω δαπανήσει τον εαυτό μου και έχω καταβάλει προσπάθειες για τον οίκο του Θεού. Αποτελώ κομμάτι του οίκου του Θεού. Εσείς δίνετε τόσες προσφορές στον Θεό· τι θα βλάψει αν μου δώσετε κι εμένα λίγες; Εξάλλου, αν μου δώσετε κι εμένα ένα μερίδιο, δεν θα πάει χαμένο· κι εγώ καταβάλλω προσπάθειες για τον οίκο του Θεού και αναλαμβάνω κινδύνους, κι εγώ υπομένω κακουχίες και πληρώνω τίμημα. Δεν είναι δίκαιο να τα απολαύσω κι εγώ όλα αυτά; Άρα, ο οίκος του Θεού πρέπει να ικανοποιήσει άνευ όρων τις απαιτήσεις μου, πρέπει να μου δώσει ό,τι χρειάζομαι και δεν πρέπει να τσιγκουνεύεται». Πείτε Μου, όλα αυτά δεν αποτελούν εκδηλώσεις του να ζει κανείς από την εκκλησία; Δεν είναι δύσπιστοι αυτοί οι άνθρωποι; (Ναι.) Ο επακριβής ορισμός για τέτοιες συμπεριφορές είναι να ζει κανείς από την εκκλησία. Τι σημαίνει να ζει κανείς από την εκκλησία; Σημαίνει να αποσπά χρήματα και αγαθά από τον οίκο του Θεού με την πρόφαση ότι πιστεύει στον Θεό, καθώς και να απαιτεί αποζημίωση από τον οίκο του Θεού με την πρόφαση ότι καταβάλλει προσπάθειες για τον οίκο του Θεού κι ότι κάνει ένα καθήκον. Αυτό σημαίνει να ζει κανείς από την εκκλησία. Είναι δυνατόν να επιδιώξουν την αλήθεια τέτοιοι άνθρωποι; (Όχι.) Για ποιον λόγο εγκαταλείπουν πράγματα, καταβάλλουν προσπάθειες και υπομένουν κακουχίες; Μήπως για να κάνουν κάποιο καθήκον; Μήπως κάνουν πράξη την αλήθεια; (Όχι.) Σε καμία περίπτωση δεν καταβάλλουν προσπάθειες και υπομένουν κακουχίες με σκοπό να κάνουν το καθήκον του· αντίθετα, το κάνουν αποκλειστικά και μόνο για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην και δεν επιτρέπουν σε κανέναν να τους ασκήσει καθόλου κριτική· απλώς θέλουν να ζουν από την εκκλησία δικαιολογημένα. Αυτοί είναι άνθρωποι που ζουν από την εκκλησία.
Εκείνοι που ζουν από την εκκλησία δεν πιστεύουν στον Θεό για κάποιον άλλο λόγο παρά μόνο για να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους, για να βγάλουν το ψωμί τους. Υπάρχουν γύρω σας άνθρωποι που ζουν από την εκκλησία; Πείτε μας για τις εκδηλώσεις τους. (Έχω συναντήσει έναν τέτοιον άνθρωπο. Στην αρχή, έδειχνε σχετικά έξυπνος και ενθουσιώδης, γι’ αυτό και η εκκλησία όρισε γι’ αυτόν να κηρύξει το ευαγγέλιο. Την περίοδο εκείνη, η οικογένειά του περνούσε δύσκολα, οπότε η εκκλησία τού προσέφερε κάποια βοήθεια. Αργότερα, όμως, αποδείχτηκε ότι εκείνος χάλαγε τα λεφτά χωρίς αρχές, ξοδεύοντάς τα σε διάφορα πράγματα που δεν θα έπρεπε και χωρίς να κάνει αποταμίευση όπου μπορούσε. Όταν συναναστράφηκαν μαζί του οι αδελφοί και οι αδελφές σχετικά με τις αλήθεια-αρχές, εκείνος μέσα του στεναχωρήθηκε και έδειξε μεγάλη απροθυμία. Επειδή είχε κάνει κατάχρηση των χρημάτων του οίκου του Θεού, η εκκλησία προχώρησε σε λογικές τροποποιήσεις σύμφωνα με τις ρυθμίσεις και τους κανόνες του οίκου του Θεού, περιορίζοντας την οικονομική βοήθεια που του δινόταν. Αυτό οδήγησε στο να χάσει την ενέργεια που είχε προηγουμένως για να κάνει το καθήκον του και στο να γίνεται όλο και πιο επιπόλαιος. Αργότερα, η εκκλησία έπαψε να του παρέχει βοήθεια και η καρδιά του έπαψε πλέον να βρίσκεται στην εκτέλεση του καθήκοντός του. Όλη την ώρα σκεφτόταν πώς να δουλέψει και να βγάλει λεφτά. Μέχρι και στο σημείο να δανειστεί χρήματα από τους αδελφούς και τις αδελφές έφτασε, υποστηρίζοντας πως έπρεπε να πάρει αυτοκίνητο και να επενδύσει στην ίδρυση μιας εταιρείας, γιατί, έλεγε, αυτό θα καθιστούσε πιο βολικό το κήρυγμα του ευαγγελίου και θα προσέλκυε περισσότερους ανθρώπους. Είναι προφανές ότι αυτά τα λόγια τα έλεγε για να ξεγελάσει και να παραπλανήσει τους ανθρώπους· με το πρόσχημα του κηρύγματος του ευαγγελίου ήθελε να αποσπάσει λεφτά από τους αδελφούς και τις αδελφές.) Πώς αντιμετωπίστηκε ο άνθρωπος αυτός; (Αποβλήθηκε κατευθείαν.) Αυτό ήταν το σωστό. Αυτό σημαίνει να ζει κανείς από την εκκλησία. Οι άνθρωποι που ζουν από την εκκλησία, όταν πιστεύουν για πρώτη φορά στον Θεό, παρουσιάζονται κάπως ενθουσιώδεις και δαπανούν τον εαυτό τους λίγο, και τη στιγμή εκείνη δεν έχουν μεγάλες απαιτήσεις· τους αρκεί να τρώνε μόνο τα γεύματα. Με τον καιρό, όμως, δεν αρκούνται πια σε αυτά που τους δίνονται και αποκτούν όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις, κι αν δεν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους, τότε αρχίζουν να λειτουργούν ύπουλα και να μη θέλουν να παράσχουν υπηρεσίες. Όταν, μάλιστα, κάνουν ένα μέρος των καθηκόντων τους, πρέπει κάποιος να τους παρακολουθεί, διαφορετικά το κάνουν επιπόλαια. Εν τέλει, όταν αποδειχτεί ότι η υπηρεσία που παρέχουν περισσότερο βλάπτει παρά ωφελεί, αποκλείονται. Κάποιοι λένε: «Γιατί δεν τους δείχνει αγάπη ο οίκος του Θεού;» Και για την εκδήλωση της αγάπης υπάρχουν αρχές. Αυτοί οι άνθρωποι είναι δύσπιστοι, δεν διαβάζουν τα λόγια του Θεού ούτε αποδέχονται την αλήθεια, λειτουργούν συστηματικά ύπουλα και επιπόλαια όσο κάνουν τα καθήκοντά τους· όταν τους γίνεται συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια, δεν ακούνε, ενώ δεν αποδέχονται κανενός είδους κλάδεμα και μπορεί να πει κανείς ότι είναι αδιόρθωτοι. Επομένως, μόνο με αποπομπή και αποκλεισμό μπορούν να αντιμετωπιστούν. Σε περίπτωση που οι επικεφαλής και οι εργάτες εντοπίσουν τέτοιους ανθρώπους, πρέπει να τους αντιμετωπίσουν αμέσως, κι αν εντοπίσουν οι αδελφοί και οι αδελφές έναν τέτοιο άνθρωπο, πρέπει να το αναφέρουν αμέσως στους επικεφαλής και στους εργάτες. Αυτό αποτελεί ευθύνη καθενός από όσους ανήκουν στον εκλεκτό λαό του Θεού. Μόλις επιβεβαιωθεί πως ο συγκεκριμένος άνθρωπος ζει από την εκκλησία, πως το μόνο που επιδιώκει είναι να διασφαλίσει τον βιοπορισμό του και πως είναι δύσπιστος, και μόλις επιβεβαιωθεί πως αρνείται να εργαστεί εφόσον δεν του δοθούν χρήματα, πως μόλις θεωρήσει ότι δεν του φτάνουν τα χρήματα που πληρώνεται, γίνεται απρόθυμος και εχθρικός, και πως μόνο όταν του φτάνουν τα λεφτά που πληρώνεται κάνει λίγο έργο, δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με καμία επιείκεια. Πρέπει να αποπεμφθεί! Για να ακριβολογούμε, άνθρωποι σαν κι αυτούς δεν είναι κατάλληλοι ούτε καν για να παρέχουν υπηρεσίες στον οίκο του Θεού. Αν δεν τους πληρώσεις, δεν θα είναι πρόθυμοι να παράσχουν υπηρεσία· όσο τους πληρώνεις, όμως, παρόλο που ξέρουν ότι απλώς παρέχουν υπηρεσία, και πάλι θα θέλουν να το κάνουν. Τι είδους υπηρεσία, όμως, μπορούν να παράσχουν αυτοί οι δύσπιστοι; Ούτε να παράσχουν υπηρεσίες καλά δεν μπορούν, και οι υπηρεσίες τους δεν είναι στο επίπεδο που πρέπει, γι’ αυτό και πρέπει να αποκλειστούν. Το πρώτο πράγμα, λοιπόν, που πρέπει να κάνετε μόλις διακρίνετε ότι πρόκειται για το είδος των ανθρώπων που ζουν από την εκκλησία είναι να τους χειριστείτε και να τους αποβάλετε από την εκκλησία ως κακούς ανθρώπους. Δεν είναι καθόλου υπερβολή αυτό· εναρμονίζεται πλήρως με τις αρχές του οίκου του Θεού για την αποπομπή και την αποβολή των ανθρώπων. Μήπως είναι ανάγκη να δίνεται σε έναν τέτοιον άνθρωπο η ευκαιρία να μετανοήσει; Μήπως χρειάζεται να παραμείνει για παρατήρηση; (Όχι.) Μπορεί να μετανοήσει; (Όχι.) Αυτή είναι ακριβώς η φύση τέτοιων ανθρώπων· δεν πρόκειται ποτέ να μετανοήσουν. Είναι το σινάφι του Σατανά. Ανάμεσα στο συνάφι του Σατανά, υπάρχει ένα είδος ανθρώπου που έχει τη φύση ενός σατανικού καθάρματος, που θέλει να τα κονομήσει από τους άλλους όπου κι αν βρίσκεται και δεν κάνει καθόλου το έργο που του αναλογεί, όπου κι αν πηγαίνει, αλλά το μόνο που κοιτάζει είναι να ξεγελάσει και να εξαπατήσει τους ανθρώπους. Βλέπει ότι οι πιστοί στον Θεό έχουν ανθρώπινη φύση και θεωρεί αυτούς τους ανθρώπους εύκολους στόχους· γι’ αυτό, έρχεται στον οίκο του Θεού για να ζήσει από την εκκλησία. Δεν έχει ιδέα ότι ο οίκος του Θεού τον έχει διακρίνει προ πολλού και φυλάγεται από αυτόν, ότι έχει αρχές για το πώς να αντιμετωπίζει ανθρώπους σαν κι αυτόν. Όταν αποτυγχάνουν οι προσπάθειές του να ζήσει από την εκκλησία, εκδηλώνει ένα ξέσπασμα αμηχανίας, με αποτέλεσμα να φανερώνεται το αληθινό του πρόσωπο. Σε εκείνο το σημείο, θα καταλάβεις για ποιον λόγο δεν δίνει ο οίκος του Θεού σε τέτοιους ανθρώπους την ευκαιρία να μετανοήσουν· επειδή δεν έχουν ανθρώπινη φύση και δεν είναι ικανοί να αλλάξουν. Πρόκειται για τα σατανικά καθάρματα στα οποία αναφέρονται οι άπιστοι. Επομένως, ο οίκος του Θεού αντιμετωπίζει τέτοιους ανθρώπους αποπέμποντας ή αποβάλλοντάς τους άμεσα και δεν τους δέχεται ποτέ πίσω στην εκκλησία. Είναι σωστό να αντιμετωπίζονται ως κακοί άνθρωποι; (Ναι.) Σ’ αυτό το σημείο, ολοκληρώνεται η συναναστροφή μας πάνω σ’ αυτό το θέμα.
ΣT. Για να αναζητήσει κανείς καταφύγιο
Αμέσως μετά, θα συναναστραφούμε σχετικά με τον έκτο σκοπό, το έκτο είδος δύσπιστου που πρέπει να αποπεμφθεί ή να αποβληθεί από την εκκλησία: αυτοί που ο σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό είναι να αναζητήσουν καταφύγιο. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Και πώς εκδηλώνεται το ότι αναζητά κανείς καταφύγιο; Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό για να αναζητήσουν καταφύγιο; Υπάρχουν όντως τέτοιου είδους άνθρωποι;» Εσείς έχετε ακούσει ποτέ κανέναν να λέει: «Η εκκλησία είναι ένα μέρος για καταφύγιο· οι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό έτσι ώστε να αναζητήσουν καταφύγιο»; Το λένε πολλοί άνθρωποι της θρησκείας αυτό. Από την άποψη της ουσίας αυτού του ρητού, μήπως έχει αυτό καμία διαφορά από τον σκοπό που πρόκειται να αναλύσουμε, δηλαδή το «να πιστεύει κανείς στον Θεό για να αναζητήσει καταφύγιο;» (Ναι.) Και ποια είναι η διαφορά; Από τι ζητούν καταφύγιο αυτοί; (Όσοι πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό έχουν κι αυτοί κάποιες νοθείες καθώς επιδιώκουν την αλήθεια· ελπίζουν κι αυτοί να αποφύγουν τις καταστροφές ή τις δυσκολίες και να βρουν κάποια γαλήνη. Ωστόσο, οι άνθρωποι που ανήκουν στο είδος που έχει τον έκτο σκοπό πιστεύουν στον Θεό αποκλειστικά και μόνο για να αναζητήσουν καταφύγιο, χωρίς να έχουν μέσα τους το παραμικρό ίχνος ειλικρινούς πίστης στον Θεό. Αυτή είναι η διαφορά.) Η διαφορά εδώ είναι από τη μία να έχει κάποιες συγκεκριμένες νοθείες ως προς τον σκοπό για τον οποίο πιστεύει στον Θεό και από την άλλη να πιστεύει κανείς στον Θεό με μοναδικό σκοπό να αναζητήσει καταφύγιο. Εκτός από αυτόν τον διαχωρισμό, υπάρχει κι ένας διαχωρισμός όσον αφορά το εξής: από τι αναζητούν καταφύγιο. Κάποιοι άνθρωποι έχουν ανακατεμένες στον σκοπό για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό κάποιες νοθείες· πιστεύουν στον Θεό για να αποφύγουν τις καταστροφές, για να ξεφύγουν από τις καταστροφές ή για να τους προστατεύει και να τους φυλάει ο Θεός, κι έτσι μπορούν αντικειμενικά να αποφύγουν κάποιους κινδύνους και κάποιες καταστροφές. Αυτές τις καταστροφές στοχεύουν να αποφύγουν. Το είδος του ανθρώπου που έχει αυτόν τον έκτο σκοπό σχετικά με τον οποίο συναναστρεφόμαστε —αυτοί που πιστεύουν στον Θεό με σκοπό να βρουν καταφύγιο— αναζητά καταφύγιο από ένα ευρύτερο φάσμα πραγμάτων. Για τους ανθρώπους αυτούς, το πλέον αληθινό υπερβαίνει κατά πολύ το να αποφύγουν αυτές τις μεγάλες καταστροφές και συμφορές που δεν έχουν συμβεί ακόμα. Και τότε ποια θεωρούν ως τα πλέον αληθινά ζητήματα; Πράγματα όπως το ενδεχόμενο να συναντήσουν τρομερούς εχθρούς στην κοινωνία, να αντιμετωπίσουν δικαστικές αγωγές, να προσβάλουν κυβερνητικούς αξιωματούχους ή ανθρώπους που έχουν επιρροή, να παραβούν τον νόμο, να υπάρξει πόλεμος ή γενικά διάφορες καταστροφές στη χώρα τους, ή να βρεθούν αντιμέτωποι με κάποιους ανθρώπους ή γεγονότα που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή τους ή την ασφάλεια της οικογένειάς τους και ούτω καθεξής. Μόλις βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοιες περιστάσεις, βρίσκουν μια εκκλησία που πιστεύουν ότι είναι φερέγγυα και αξιόπιστη για να αναζητήσουν καταφύγιο· σε μια τέτοια αναζήτηση καταφυγίου αναφέρεται ο έκτος σκοπός. Με άλλα λόγια, όταν έρχονται αντιμέτωποι με κάποιες δυσκολίες στην καθημερινότητά τους οι οποίες βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή τους, την οικογένειά τους, τη δουλειά τους, την καριέρα τους και πάει λέγοντας, προσέρχονται στην εκκλησία για να αναζητήσουν καταφύγιο, ψάχνοντας για τη βοήθεια μιας δύναμης που απαρτίζεται από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Αυτό σημαίνει να πιστεύει κανείς στον Θεό με σκοπό να αναζητήσει καταφύγιο, όπως αναφέρεται στον έκτο σκοπό. Δεν υπάρχει διαφορά εδώ με τις νοθείες των αληθινών πιστών; (Ναι.) Αυτό το είδος ανθρώπου πιστεύει στον Θεό με σκοπό να αναζητήσει καταφύγιο, να αναζητήσει βοήθεια από την εκκλησία. Ελπίζει, δηλαδή, να του απλώσει η εκκλησία χείρα βοηθείας και, εκτός από χρηματική βοήθεια, απαιτεί από την εκκλησία να του προσφέρει και προστασία, υποστήριξη και βοήθεια. Κάποιοι τέτοιοι άνθρωποι θέλουν επιπλέον να χρησιμοποιήσουν την επιρροή, τη θέση και τη φήμη της εκκλησίας στην κοινωνία για να συγκρουστούν με τα μοχθηρά καθεστώτα ή με τις μοχθηρές δυνάμεις που καταπιέζουν και βλάπτουν εκείνους που πιστεύουν στον Θεό, προκειμένου να προστατευτεί το βιος τους κι ο βιοπορισμός τους. Με τέτοιον σκοπό πιστεύουν στον Θεό. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Θεωρούν πως η εκκλησία αποτελεί ένα καλό καταφύγιο που είναι διαχωρισμένο από την πολιτική και από την κοινωνία, και πιστεύουν πως όταν χρειάζονται βοήθεια, η εκκλησία μπορεί να απλώσει ειλικρινά και ευγενικά ένα χέρι βοηθείας για να τους προσφέρει οποιαδήποτε χρηματική ενίσχυση, να τους υπερασπιστεί, να τους προστατέψει, να τους εκπροσωπήσει σε δίκες και να παλέψει για τα δικαιώματα και για τα συμφέροντά τους. Αυτός είναι ο σκοπός αυτών των ανθρώπων που πιστεύουν στον Θεό. Υπάρχουν μέχρι σήμερα τέτοιοι άνθρωποι στην εκκλησία; Έχετε ακούσει να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Σίγουρα υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στις εκκλησίες του εξωτερικού. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό και γίνονται μέλη της εκκλησίας με μοναδικό σκοπό να αναζητήσουν καταφύγιο. Δεν καταλαβαίνουν τι είναι η πίστη, πόσο μάλλον ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά, όταν έρχονται αντιμέτωποι με δυσκολίες και δεν μπορούν να βρουν καμία βοήθεια στην κοινωνία, θυμούνται την εκκλησία και νομίζουν ότι η εκκλησία είναι το μέρος όπου μπορούν να αναζητήσουν ασφαλές καταφύγιο, ότι είναι η καλύτερη μέθοδος διαφυγής και το ασφαλέστερο μέρος, οπότε αποφασίζουν να πιστέψουν στον Θεό και να ενταχθούν στην εκκλησία για να πετύχουν τον σκοπό τους, ο οποίος είναι να αποφύγουν τις καταστροφές.
Οι καταστροφές αυξάνονται πλέον ολοένα και περισσότερο και ο άνθρωπος δεν έχει τρόπο να ζήσει. Υπάρχουν κάποιοι που επιλέγουν να πιστέψουν στον Θεό αποκλειστικά και μόνο για να αποφύγουν τις καταστροφές. Πιστεύουν ότι ο Θεός υπάρχει, αλλά δεν έχουν την παραμικρή αγάπη για την αλήθεια. Αν τέτοιοι άνθρωποι καταλήξουν να πιστέψουν στον Θεό, θα πρέπει να τους δεχτεί η εκκλησία; Πολλοί άνθρωποι δεν βλέπουν καθαρά αυτό το ζήτημα και πιστεύουν ότι οποιοσδήποτε πιστεύει ότι ο Θεός υπάρχει θα πρέπει να γίνεται δεκτός από την εκκλησία. Αυτό είναι ένα τρομερό λάθος. Η απόφαση της εκκλησίας να δεχτεί κάποιον θα πρέπει να βασίζεται στο αν το άτομο αυτό μπορεί να δεχτεί την αλήθεια και αν αποτελεί αντικείμενο της σωτηρίας του Θεού, όχι στο αν είναι πρόθυμο να πιστέψει στον Θεό. Υπάρχουν πολλοί διάβολοι που θα ήθελαν να κερδίσουν ευλογίες και να βρουν έναν δρόμο προς τα εμπρός μέσω της πίστης στον Θεό —θα πρέπει η εκκλησία να κάνει δεκτούς και τέτοιους ανθρώπους; Δεν είναι όπως το κήρυγμα του ευαγγελίου την Εποχή της Χάριτος, τότε που ο οποιοσδήποτε γινόταν δεκτός εφόσον πίστευε· υπάρχουν αρχές και περιορισμοί από τα διοικητικά διατάγματα του Θεού ως προς το ποιος γίνεται δεκτός από την εκκλησία την Εποχή της Βασιλείας. Αν κάποιος δεν αγαπά ή δεν δέχεται την αλήθεια, όποιος κι αν είναι, δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Γιατί δεν γίνονται δεκτοί τέτοιοι άνθρωποι; Τέτοιοι άνθρωποι δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί κυρίως επειδή δεν μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα το υπόβαθρό τους ή τι είδους άνθρωποι είναι στην πραγματικότητα. Αν η εκκλησία δεχόταν έναν διάβολο ή έναν κακό άνθρωπο που είναι στυγερός και μοχθηρός, όλοι γνωρίζουν πόσο άσχημες συνέπειες θα είχε αυτό για την εκκλησία. Επιπλέον, κατά την πίστη στον Θεό, θα πρέπει να κατανοούμε τις προθέσεις Του, ποιους σώζει και ποιους αποκλείει. Από τι ανθρώπους αποτελείται η εκκλησία; Αποτελείται από εκείνους τους ανθρώπους που αποδέχονται τη σωτηρία του Θεού, από εκείνους που αγαπούν την αλήθεια, από εκείνους που αποδέχεται ο Θεός. Ο Θεός δεν σώζει εκείνους που δεν πιστεύουν πραγματικά σ’ Αυτόν και δεν αποδέχονται την αλήθεια, διότι το να μην αποδέχεται κανείς την αλήθεια αποτελεί πρόβλημα στη φύση του, και αυτό το είδος ανθρώπου ανήκει στον Σατανά και δεν θα αλλάξει ποτέ. Έτσι, σε τέτοιους ανθρώπους δεν πρέπει ποτέ να επιτρέπεται η είσοδος στην εκκλησία. Εάν κάποιος επιτρέψει την είσοδο στην εκκλησία σε έναν κακό άνθρωπο, σε έναν διάβολο, τότε το άτομο αυτό θεωρείται υπηρέτης του Σατανά. Έχει έρθει σκόπιμα για να γκρεμίσει και να καταστρέψει το έργο της εκκλησίας και είναι εχθρός του Θεού. Η παραχώρηση εισόδου στην εκκλησία σε έναν τέτοιον διάβολο, σε έναν εχθρό του Θεού αποτελεί προσβολή της διάθεσης του Θεού και παραβιάζει τα διοικητικά Του διατάγματα, κι ο οίκος του Θεού δεν θα το ανεχθεί αυτό σε καμία περίπτωση. Στους κακούς ανθρώπους, στους διαβόλους δεν πρέπει να επιτρέπεται η είσοδος στην εκκλησία —αυτή είναι μία από τις σαφείς θέσεις και απαιτήσεις της εκκλησίας σχετικά με το έργο της κήρυξης του ευαγγελίου. Η εκκλησία δεν έχει καμία απολύτως ευθύνη να δεχτεί εκείνους που επιλέγουν να πιστέψουν στον Θεό για να γλιτώσουν από την καταστροφή ούτε πρέπει να επιτρέπει ποτέ την είσοδο σε εκείνους που δεν δέχονται την αλήθεια στο ελάχιστο, διότι ο Θεός δεν σώζει τέτοιους ανθρώπους. Οποιοσδήποτε δεν αναγνωρίζει τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού ως αλήθεια, οποιοσδήποτε αντιστέκεται στην αλήθεια και την αποστρέφεται, συγκαταλέγεται στους κακούς και ο Θεός δεν τον σώζει. Όσο για εκείνους που αναγνωρίζουν τον Θεό στην καρδιά τους, αλλά δεν αγαπούν την αλήθεια, και χαρακτηρίζονται ως δύσπιστοι που προσπαθούν τρώνε τους άρτους και χορταίνουν, και η εκκλησία δεν πρέπει να δεχτεί ποτέ κανέναν από αυτούς. Για να μην γίνει αναφορά και σ’ εκείνους τους αδίστακτους ανθρώπους της κοινωνίας που τους αρέσει να αναζητούν καταφύγιο στην εκκλησία —αυτοί είναι που δεν θα πρέπει με τίποτα να γίνονται δεκτοί. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εκκλησία δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα, αλλά αντίθετα είναι το μέρος όπου ο Θεός εκτελεί το έργο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Το έργο της εκκλησίας δεν έχει καμία σχέση με την κυβέρνηση του έθνους. Οι κοινωνικές οργανώσεις πείθουν τους ανθρώπους να κάνουν καλές πράξεις και να καταθέσουν τα όπλα —αυτό γίνεται για το καλό του έθνους και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την εκκλησία. Αν κάποιος τολμήσει να προσελκύσει στην εκκλησία έναν άπιστο κακό άνθρωπο, έναν διάβολο ή έναν δύσπιστο, το άτομο αυτό θα έχει προσβάλει τη διάθεση του Θεού και θα έχει παραβιάσει τα διοικητικά Του διατάγματα. Όποιος προσελκύει έναν κακό άνθρωπο, έναν διάβολο στην εκκλησία, πρέπει να αποπεμφθεί ή να αποβληθεί. Αυτή είναι μια σαφής θέση της εκκλησίας απέναντι στο έργο της κήρυξης του ευαγγελίου. Όταν αυτοί οι κακοί άνθρωποι, οι διάβολοι θελήσουν να έρθουν να ψάξουν καταφύγιο στον οίκο του Θεού, θα πρέπει να ενημερωθούν ότι έχουν χτυπήσει λάθος πόρτα, ότι έχουν διαλέξει λάθος μέρος. Η εκκλησία σίγουρα δεν θα τους δεχτεί. Αυτή είναι η σαφής θέση της εκκλησίας απέναντι στους άπιστους που θα ήθελαν να ψάξουν για καταφύγιο. Είναι ξεκάθαρο αυτό; (Ναι.) Τότε, πώς πρέπει να χειριζόμαστε τέτοιους ανθρώπους; Ποιος είναι ο σωστός τρόπος να τους το πει κανείς; Πες: «Σε οποιαδήποτε χώρα, υπάρχουν εταιρείες του Ερυθρού Σταυρού, ιδρύματα πρόνοιας, καταφύγια και βουδιστικοί ναοί, αλλά και κάποιες ομάδες εθελοντών στην κοινωνία. Αν αντιμετωπίζεις προβλήματα και θεωρείς ότι έχεις κάποια παράπονα που πρέπει να διευθετηθούν, τότε μπορείς να ζητήσεις βοήθεια από αυτούς τους οργανισμούς. Εκτός αυτού, μπορείς να ζητήσεις πολιτικό ή προσφυγικό άσυλο από μια κυβέρνηση, κι αν το επιτρέπει η τσέπη σου, μπορείς να βάλεις έναν δικηγόρο για να σε βοηθήσει με την υπόθεσή σου. Εδώ, όμως, είναι η εκκλησία· πρόκειται για ένα μέρος όπου εργάζεται ο Θεός, για ένα μέρος όπου ο Θεός σώζει ανθρώπους, όχι για ένα μέρος στο οποίο μπορείς να αναζητήσεις καταφύγιο. Γι’ αυτό, δεν είναι σωστό να εισέλθεις στην εκκλησία και είναι ανώφελο να μείνεις εδώ. Ο Θεός δεν αποδέχεται τέτοιους ανθρώπους και ούτε η εκκλησία τούς δέχεται. Όποιες δυσκολίες κι αν έχουν οι άπιστοι, οφείλουν να ζητήσουν βοήθεια από φιλανθρωπικές οργανώσεις, από οργανώσεις παροχής βοήθειας ή από τα γραφεία Πολιτικών Υποθέσεων της κοινωνίας —αυτοί οι οργανισμοί έχουν ως αντικείμενο το να εξυπηρετούν τους ανθρώπους, να προσφέρουν ελεημοσύνη και να βοηθούν τους άλλους. Όποια παράπονα ή απαιτήσεις κι αν έχεις, να τους τα πεις ή να κάνεις αίτηση στην κυβέρνηση. Αυτά τα μέρη είναι τα πιο αρμόδια για σένα». Η εκκλησία δεν δέχεται κανέναν από τους δύσπιστους και τους άπιστους. Αν κάποιος διακρίνεται για τη μεγάλη «αγάπη» του, ας δεχτεί ο ίδιος τους ανθρώπους αυτούς προσωπικά και ας ξεμπερδεύουμε· ας ποιμαίνει μόνος του τέτοιους ανθρώπους, χωρίς να παρεμβαίνει σ’ αυτό ο οίκος του Θεού. Κάποιοι μπορεί να ρωτήσουν: «Και τότε γιατί κηρύττει το ευαγγέλιο η εκκλησία; Για ποιον σκοπό κηρύττει το ευαγγέλιο;» Το κήρυγμα του ευαγγελίου είναι η ανάθεση από τον Θεό. Οι δυνητικοί αποδέκτες του ευαγγελίου είναι εκείνοι που αναζητούν τον Θεό και αναζητούν την αληθινή οδό, εκείνοι που λαχταρούν την εμφάνιση του Θεού, εκείνοι που αγαπούν την αλήθεια και μπορούν να αποδεχτούν την αλήθεια, κι εκείνοι που πιστεύουν αληθινά στον Θεό —μόνο σ’ αυτούς τους ανθρώπους μπορεί να κηρυχθεί το ευαγγέλιο. Όσον γι’ αυτούς που δεν αναζητούν τον Θεό, που δεν προσέρχονται με σκοπό να αποδεχτούν την αλήθεια, αλλά με σκοπό να αναζητήσουν καταφύγιο, σ’ αυτούς δεν κηρύσσεται το ευαγγέλιο. Κάποιοι μπερδεμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να διακρίνουν αυτό το ζήτημα και, όταν τους συμβαίνει κάτι, βρίσκονται σε σύγχυση —πρόκειται για τους μπερδεμένους που δεν θα μπορέσουν ποτέ να καταλάβουν τις προθέσεις του Θεού.
Ζ. Για να βρει κανείς ένα στήριγμα
Ο έβδομος σκοπός για τον οποίο πιστεύουν οι άνθρωποι στον Θεό είναι να βρουν κάποιο στήριγμα. Εσείς έχετε δει ποτέ τέτοιους ανθρώπους; Είναι μια αρκετά ειδική περίπτωση· ναι μεν δεν είναι πολλοί, αλλά σίγουρα υπάρχουν κάποιοι. Αυτό συμβαίνει επειδή οι εκκλησίες του Θεού έχουν κάνει την εμφάνισή τους όχι μόνο στην Κίνα, αλλά και στην Ασία, στην Ευρώπη, στην Αμερική και σε διάφορες χώρες της Αφρικής· είναι λοιπόν επόμενο να κάνουν μαζί την εμφάνισή τους αυτοί οι τυχοδιώκτες και οι δύσπιστοι. Όσο πιθανό κι αν είναι να εμφανιστούν τέτοιοι άνθρωποι, ούτως ή άλλως, εσείς με το που θα εμφανιστούν πρέπει να τους αντιμετωπίσετε και να τους διακρίνετε, μην αφήνοντας αυτούς τους δύσπιστους να αποκτήσουν οποιαδήποτε θέση και να δημιουργήσουν αναστάτωση στην εκκλησία. Αν νομίζετε ότι, επειδή αυτά τα προβλήματα δεν έχουν παρουσιαστεί ή δεν τα έχετε αντιμετωπίσει, δεν υπάρχουν κιόλας, πρόκειται για μια κουτή ιδέα. Μόλις προκύψουν αυτά τα προβλήματα, αν δεν έχεις την απαιτούμενη ικανότητα διάκρισης και δεν ξέρεις πώς να τα λύσεις, θα προκαλέσουν μεγάλους κρυφούς κινδύνους στην εκκλησία, στον οίκο του Θεού, στους αδελφούς και τις αδελφές, καθώς και στο έργο της εκκλησίας. Προτού, λοιπόν, γίνει το οτιδήποτε, πρέπει να μάθεις τι προβλήματα πρέπει να αντιμετωπίσεις και πώς να τα λύσεις. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος· λειτουργεί ως μια αόρατη ασπίδα για σένα. Δεν είναι και λίγοι σε αριθμό οι άνθρωποι που αναφέρονται στον έβδομο σκοπό για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό, δηλαδή όσοι πιστεύουν στον Θεό για να βρουν ένα στήριγμα. Μέσα σ’ αυτήν την κοινωνία επικρατεί παντού αδικία, διακρίσεις και καταπίεση. Οι άνθρωποι που ζουν σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας διακατέχονται από αηδία και μίσος απέναντι στις διάφορες αδικίες της κοινωνίας, αλλά και από θυμό. Δεν είναι όμως εύκολο να γλιτώσεις από τις αδικίες του κόσμου των ανθρώπων, εκτός κι αν εξαφανιστείς απ’ αυτόν. Εφόσον κάποιος ζει σ’ αυτόν τον κόσμο, εφόσον ζει με αυτούς τους ανθρώπους, θα δεχτεί —είτε λίγο είτε πολύ, είτε σε μεγαλύτερη είτε σε μικρότερη ένταση— τραμπουκισμό και εξευτελισμό, και μπορεί μέχρι να τον κυνηγήσουν και να τον καταδιώξουν κάποιες ισχυρές δυνάμεις. Όλες αυτές οι αδικίες και οι ανισότητες έχουν επιφέρει μεγάλο άγχος στον ψυχισμό των ανθρώπων, προκαλώντας τους τεράστια ψυχολογική πίεση και, φυσικά, πολλές ταλαιπωρίες στην κανονική τους ζωή. Αποτέλεσμα; Κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να αποφύγουν τη διαμόρφωση μιας συγκεκριμένης ιδέας: «Για να μπορέσει κάποιος να εδραιωθεί στην κοινωνία, πρέπει να έχει στις πλάτες του μια δύναμη στην οποία να βασίζεται. Όταν συναντά δυσκολίες και χρειάζεται βοήθεια ή όταν είναι ολομόναχος και αβοήθητος, τότε θα έχει μια ομάδα ανθρώπων να τον υποστηρίξει και να πάρει τις αποφάσεις, να λύσει τις δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει εκείνος ή να φροντίσει να του εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τον βιοπορισμό του». Για τον λόγο αυτόν, προσπαθεί να αναζητήσει μια τέτοια υποστήριξη. Είναι λογικό κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους να βρίσκουν τελικά την εκκλησία. Πιστεύουν ότι οι άνθρωποι της εκκλησίας είναι ενωμένοι από καρδιάς και εργάζονται για τον ίδιο στόχο, ότι όλοι έχουν πίστη, ότι έχουν καλές προθέσεις και συμπεριφέρονται ευγενικά στους άλλους, ότι απέχουν από τις κοινωνικές συγκρούσεις και ότι κρατούν τις αποστάσεις τους από τις κακές τάσεις της κοινωνίας. Η εκκλησία αναμφίβολα αποτελεί γι’ αυτούς που πιστεύουν στον Θεό ένα σύμβολο σπουδαίας δικαιοσύνης σ’ αυτήν την κοινωνία και τον κόσμο· παράλληλα, οι άνθρωποι που βρίσκονται στην εκκλησία έχουν μια θετική, καλή και ευγενική εικόνα στο μυαλό των ανθρώπων. Κάποιοι αποφασίζουν να πιστέψουν στον Θεό επειδή βρίσκονται στον πάτο της κοινωνίας, χωρίς καμιά εξουσία στην κοινωνία και χωρίς καθόλου καλό οικογενειακό υπόβαθρο. Δυσκολεύονται χαρακτηριστικά να σπουδάσουν, να κάνουν φίλους, να βρουν δουλειά ή να γενικά κάνουν διάφορα πράγματα, κι έτσι πιστεύουν ότι για να επιβιώσουν και να εδραιωθούν σ’ αυτήν την κοινωνία, πρέπει να υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι για να τους βοηθήσουν. Για παράδειγμα, κατά την αναζήτηση εργασίας, αν βασιστούν στον εαυτό τους και χτενίζουν άσκοπα τη μια ευκαιρία για δουλειά μετά την άλλη, μπορεί να φτάσουν στο σημείο να τους τελειώσουν σχεδόν τα χρήματα που έχουν μαζέψει, δίχως να βρουν αναγκαστικά μια κατάλληλη δουλειά. Αν όμως τους στηρίξουν στο ψάξιμο κάποιοι αξιόπιστοι άνθρωποι που μπορούν να τους βοηθήσουν πραγματικά, τότε απαιτείται πολύ λιγότερος κόπος και χρόνος για να βρουν δουλειά. Αυτό τους οδηγεί να πιστέψουν ότι, αν μπορέσουν να βρουν ένα τέτοιο στήριγμα, τότε σε οτιδήποτε κι αν έχουν να αντιμετωπίσουν στην κοινωνία —την εκπαίδευση, την εύρεση εργασίας, ακόμα και την καθημερινότητά τους και την επιβίωσή τους— θα έχουν κάποιους ανθρώπους οι οποίοι θα κινήσουν τα νήματα και θα τους υποστηρίξουν, μια ομάδα από ενθουσιώδη άτομα που θα τους βοηθούν στο παρασκήνιο. Όταν, λοιπόν, βρίσκουν την εκκλησία, νιώθουν ότι έχουν βρει το κατάλληλο μέρος. Η εκκλησία μετατρέπεται σε μια πολύ καλή επιλογή για να εδραιωθούν στην κοινωνία και να καταφέρουν να ζήσουν ήσυχα. Για παράδειγμα, είτε είναι να πάνε σε γιατρό, είτε για ψώνια, είτε για να ασφαλιστούν, είτε για να αγοράσουν σπίτι, είτε για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να διαλέξουν εκπαιδευτικό ίδρυμα, είτε ακόμα και για να χειριστούν το οποιοδήποτε ζήτημα, μπορούν πάντοτε να βρουν στην εκκλησία ανθρώπους γεμάτους αγάπη, οι οποίοι θα τους απλώσουν το χέρι και θα τους βοηθήσουν να λύσουν αυτά τα προβλήματα. Με τον τρόπο αυτόν, η ζωή τους διευκολύνεται πολύ περισσότερο, δεν είναι πια τόσο μόνοι στην κοινωνία και περιορίζονται αισθητά οι δυσκολίες που έχουν στην αντιμετώπιση των ζητημάτων. Οπότε, θεωρούν ότι η ένταξη στην εκκλησία προκειμένου να πιστέψουν στον Θεό τούς προσφέρει όντως χειροπιαστά οφέλη. Ακόμα κι αν πρόκειται για μια επίσκεψη στο γιατρό, οι αδελφοί και οι αδελφές θα βρουν στο νοσοκομείο κάποιους γνωστούς για να τους βοηθήσουν· μπορούν να αξιοποιήσουν τους αδελφούς και τις αδελφές για να πετύχουν τις καλύτερες προσφορές όταν θέλουν να αγοράσουν κάτι, ακόμα και σπίτια σε χαμηλές τιμές μέσα από εσωτερική πληροφόρηση. Με τη βοήθεια των αδελφών στην εκκλησία, λύνονται όλα αυτά τα προβλήματα. Εκείνοι πιστεύουν το εξής: «Τι τέλειο που είναι να πιστεύεις στον Θεό! Όλα είναι εύκολα τώρα, να βρω δουλειά, να διευθετήσω τις υποθέσεις μου και να κάνω τις αγορές μου! Όποτε χρειάζομαι κάτι, δεν έχω παρά να κάνω ένα τηλεφώνημα ή να στείλω ένα μήνυμα στην ομάδα, κι όλοι ενώνονται για να δώσουν μια χείρα βοηθείας. Υπάρχουν τόσοι καλοί άνθρωποι στην εκκλησία· είναι τόσο εύκολο να χειριστώ τις υποθέσεις! Δεν ήταν εύκολο να βρω στήριγμα και γι’ αυτό δεν πρόκειται ποτέ, ό,τι κι αν συμβεί, να φύγω από την εκκλησία. Απ’ την άλλη, στις συναθροίσεις διαβάζονται τα λόγια του Θεού και γίνεται συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια, κι όλα αυτά μου προκαλούν αμηχανία και με διχάζουν. Δεν είμαι πρόθυμος να φάω και να πιω τα λόγια του Θεού, και κάθε φορά που ακούω συναναστροφή πάνω στην αλήθεια, αισθάνομαι αποστροφή. Δεν γίνεται όμως να μην ακούσω· δεν μπορώ να τους εγκαταλείψω. Με βοηθάνε τόσο πολύ. Αν δεν κάτσω να ακούσω, θα ντροπιαστώ, ενώ ούτε να πω ότι δεν πιστεύω πια θα βόλευε, οπότε θα πρέπει να πάω με τα νερά τους και να λέω ωραία πράγματα». Κατά βάθος, δεν θέλουν πραγματικά να πιστέψουν, αλλά το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κρύψουν αυτό το συναίσθημα. Κάποιοι λένε: «Εσύ απλώς τους βλέπεις να ζητάνε πάντα από τους αδελφούς και τις αδελφές να χειρίζονται τα ζητήματα, και να νιώθουν ιδιαίτερη ικανοποίηση όταν τους βοηθούν οι αδελφοί και οι αδελφές —αυτό από μόνο του Σε κάνει να μπορείς να διακρίνεις ότι σκοπός της πίστης τους στον Θεό είναι να βρουν στήριγμα;» Πέρα από αυτές τις εκδηλώσεις, παρατηρήστε αν συνηθίζουν να διαβάζουν τα λόγια του Θεού και να συναναστρέφονται σχετικά με την αλήθεια, αν μπορούν να εκπληρώσουν το καθήκον τους και να παρουσιάσουν τις οποιεσδήποτε αληθινές αλλαγές· έτσι θα καταλάβετε αν πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό. Εκείνοι που ψάχνουν να βρουν στήριγμα πιστεύουν στον Θεό με μοναδικό σκοπό να χρησιμοποιήσουν την εκκλησία, τους αδελφούς και τις αδελφές για να διευθετήσουν τα ζητήματα για λογαριασμό τους και να λύσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη ζωή τους. Ποτέ, όμως, δεν αναφέρονται στην εκτέλεση του καθήκοντός τους ούτε τρώνε και πίνουν τα λόγια του Θεού ή συναναστρέφονται πάνω σ’ αυτά. Μόλις μάθουν για κάποια επιδέξια μέθοδο με την οποία μπορούν να κάνουν διάφορα πράγματα, ενθουσιάζονται πολύ· αρχίζουν να φλυαρούν ακατάσχετα και δεν γίνεται ούτε καν να τους διακόψεις. Όταν, όμως, τίθεται το ζήτημα της εκτέλεσης του καθήκοντος ή της εντιμότητας και της αποφυγής του ψέματος ή της εξαπάτησης των άλλων, βουβαίνονται. Κατά βάθος, δεν τους νοιάζουν αυτά τα πράγματα. Με όσο πάθος κι αν μιλήσεις, δεν υπάρχει καμία ανταπόκριση και καμία συμμετοχή· μάλιστα, προσπαθούν συνέχεια να σε διακόψουν και να αλλάξουν το θέμα σε κάτι που τους ενδιαφέρει. Στύβουν το μυαλό τους προσπαθώντας να σκεφτούν πώς να βάλουν τους αδελφούς και τις αδελφές να κάνουν πράγματα για χάρη τους και να καταβάλουν προσπάθειες για λογαριασμό τους, ενώ δεν θέλουν να δώσουν στους αδελφούς και τις αδελφές την παραμικρή ευκαιρία να αναφέρουν την εκτέλεση του καθήκοντος ή το να δαπανά κανείς τον εαυτό του για τον Θεό. Αν κάποιος τους προτείνει να κάνουν τα καθήκοντά τους και να δαπανήσουν τον εαυτό τους για τον Θεό, εκείνοι γρήγορα βρίσκουν κάποιο δικό τους επείγον ζήτημα για να προτείνουν ως αντάλλαγμα· την ώρα που οι αδελφοί και οι αδελφές διευθετούν αυτό το ζήτημα για λογαριασμό τους, εκείνοι καταβάλλουν απρόθυμα κάποιες προσπάθειες για τον οίκο του Θεού, ικανοποιώντας οριακά το αίτημα των αδελφών, κι όταν τακτοποιηθεί το δικό τους προσωπικό ζήτημα, γίνονται ψυχροί απέναντι στους αδελφούς και τις αδελφές. Προκειμένου να κρατήσουν επαφές με την εκκλησία, προκειμένου να μη χάσουν αυτό το στήριγμα, δηλαδή την εκκλησία, και αυτούς τους βοηθούς, δηλαδή τους αδελφούς και τις αδελφές, κρατούν κοντινές επαφές με όλους όσοι τους είναι χρήσιμοι, πολλές φορές ρωτάνε με ενδιαφέρον πώς τα πάνε, χρησιμοποιώντας λόγια στοργικά και ανειλικρινή για να διατηρήσουν τις σχέσεις τους. Αναφέρουν το πόσο πολύ πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, πόσο πολύ τους ευλογεί ο Θεός, πόση χάρη τούς δίνει ο Θεός και πόσο συχνά δακρύζουν επειδή πιστεύουν ότι έχουν χρέος προς τον Θεό και είναι πρόθυμοι να ανταποδώσουν την αγάπη του Θεού —αυτό το κάνουν για να ξεγελάσουν τους αδελφούς και τις αδελφές, και για να εξασφαλίσουν τη βοήθειά τους. Μόλις κάποιος παύει να αξίζει την εκμετάλλευσή τους, τότε αμέσως τον μπλοκάρουν και σβήνουν τα στοιχεία του. Επιδιώκουν έντονα να έχουν την εύνοια εκείνων που τους είναι πιο χρήσιμοι, εκείνων που αξίζουν περισσότερο την εκμετάλλευσή τους, αλλά και να τους περιποιηθούν και να έρθουν κοντά τους. Όσο για αυτούς που δεν αξίζει να εκμεταλλευτούν, αυτούς που, σαν και τους ίδιους, δεν έχουν καθόλου επιρροή ούτε θέση στην κοινωνία και που επίσης ανήκουν στο χαμηλότερο στρώμα της κοινωνίας και δεν έχουν κανέναν να βασιστούν, αυτούς ούτε που τους κοιτάνε. Επαφές έχουν αποκλειστικά με εκείνους που αξίζουν την εκμετάλλευσή τους και που έχουν γνωριμίες στην κοινωνία, εκείνους που θεωρούν ικανούς. Μόνο όποτε χρειάζονται κάτι από την εκκλησία ή από τους αδελφούς και τις αδελφές, μπορούν να καταβάλουν προσπάθειες και να υπομείνουν κάποιες κακουχίες για την εκκλησία. Εδώ που τα λέμε, είναι πολύ προφανείς οι εκδηλώσεις των δύσπιστων που παρουσιάζουν αυτοί οι άνθρωποι. Όταν βρίσκονται στο σπίτι, δεν διαβάζουν ποτέ τα λόγια του Θεού, δεν προσεύχονται ποτέ στον Θεό χωρίς να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και μετέχουν στην εκκλησιαστική ζωή πάρα πολύ απρόθυμα. Δεν ζητάνε να κάνουν καθήκοντα και δεν αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να ασχοληθούν με το έργο της εκκλησίας· με επικίνδυνες εργασίες ειδικά, δεν ασχολούνται ποτέ ενεργά. Ακόμα κι αν συμφωνήσουν να το κάνουν, εκδηλώνουν τεράστια ανυπομονησία, και μόνο όταν τους καλέσει ή τους προσκαλέσει κανείς, καταβάλλουν διστακτικά λίγη προσπάθεια. Αυτές είναι οι εκδηλώσεις των δύσπιστων. Δεν διαβάζουν τα λόγια του Θεού ούτε κάνουν το καθήκον τους· ακόμα κι αν μετέχουν απρόθυμα στην εκκλησιαστική ζωή, αυτό το κάνουν για να μη χάσουν την κοινότητα των αδελφών στην εκκλησία, ένα τεράστιο στήριγμα γι’ αυτούς. Διατηρούν επαφές με αυτούς τους ανθρώπους με μοναδικό σκοπό να μπορέσουν πιο εύκολα να διευθετήσουν διάφορα ζητήματα στο μέλλον. Αυτοί οι άνθρωποι, μόλις αποκτήσουν ένα στήριγμα στην κοινωνία και βρουν ένα μέρος για να βολευτούν και να ξεκινήσουν τη ζωή τους, και μόλις αρχίσουν να τα πηγαίνουν καλά στον κόσμο, και αποκτήσουν επιρροή και προοπτικές για ένα λαμπρό μέλλον, θα φύγουν γρήγορα και χωρίς κανέναν δισταγμό από την εκκλησία, θα διακόψουν τις σχέσεις τους με τους αδελφούς και τις αδελφές, και θα χάσουν κάθε επαφή. Αν υπάρχει κανένας δυνητικός αποδέκτης του ευαγγελίου με τον οποίο έχουν καλή σχέση και θελήσεις να επικοινωνήσεις μαζί τους για να κηρύξουν το ευαγγέλιο σ’ εκείνον τον άνθρωπο, δεν θα μπορέσεις να τους βρεις. Όχι μόνο κόβουν τους δεσμούς τους με την εκκλησία, αλλά διακόπτουν και τις φιλικές σχέσεις με κάποιους ανθρώπους. Δεν προδόθηκαν ήδη ότι είναι δύσπιστοι; (Ναι.) Και τότε, η εκκλησία πώς πρέπει να χειρίζεται τέτοιους ανθρώπους; (Να τους αποπέμπει.) Μήπως πρέπει να τους δώσουμε δεύτερη ευκαιρία, να δείχνουμε κατανόηση για την αδυναμία τους και για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη ζωή τους, να τους υποστηρίζουμε και να τους βοηθάμε περισσότερο, έτσι ώστε τελικά να πιστέψουν στην ύπαρξη του Θεού, να αρχίσουν να ενδιαφέρονται για την αλήθεια και να δαπανούν ειλικρινά τον εαυτό τους για τον Θεό; Χρειάζεται να γίνει αυτό το έργο; (Όχι.) Γιατί όχι; (Επειδή αυτοί οι άνθρωποι δεν βρίσκονται εδώ σε καμία περίπτωση με σκοπό να πιστέψουν στον Θεό.) Σωστά, δεν ήρθαν εδώ για να πιστέψουν στον Θεό. Ο στόχος τους είναι πολύ ξεκάθαρος· βρίσκονται εδώ για να βρουν στήριγμα. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να φέρει αποτελέσματα σε τέτοιους ανθρώπους η συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια; (Όχι.) Δεν πρόκειται να την υιοθετήσουν· δεν την εκτιμούν, δεν την έχουν ανάγκη και δεν νοιάζονται γι’ αυτήν.
Πώς θα μπορούσαμε να περιγράψουμε εκείνους που πιστεύουν στον Θεό μόνο και μόνο για να βρουν κάποιο στήριγμα; Ταιριάζει απόλυτα να τους περιγράψουμε ως ανθρώπους που βάζουν τα δικά τους συμφέροντα πάνω από όλα τα άλλα. Από τη στιγμή που διαπιστώνουν ότι κάποιος είναι χρήσιμος και ωφέλιμος για τους ίδιους, θα κάνουν οτιδήποτε τους ζητήσει εκείνος ο άνθρωπος· ακόμα και κάθε εντολή που θα τους δώσει θα την ακολουθήσουν. Βάζουν πάνω από το κάθε τι τα δικά τους συμφέροντα· εφόσον κάτι εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, είναι μια χαρά. Αν τους πεις ότι με την πίστη στον Θεό θα έρθουν ευλογίες και οφέλη, τότε σίγουρα θα πιστέψουν σ’ Αυτόν και θα κάνουν ό,τι τους ζητήσεις. Εφόσον η ικανότητά σου να χειρίζεσαι ζητήματα στην κοινωνία ικανοποιεί τις ανάγκες τους και τους δίνει τη δυνατότητα να αποκομίσουν οφέλη, τότε σίγουρα θα έχουν επαφές μαζί σου. Παρ’ όλα αυτά, το ότι έχουν κάποιες επαφές μαζί σου δεν σημαίνει ότι μπορούν να πιστέψουν αληθινά στον Θεό ούτε σημαίνει ότι θα δαπανήσουν ειλικρινά τον εαυτό τους για τον Θεό, όπως κάνεις εσύ. Ακόμα κι αν τα πάτε καλά μεταξύ σας και έχετε μια πάρα πολύ καλή σχέση, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι μιλάτε την ίδια γλώσσα, ότι ακολουθείτε το ίδιο μονοπάτι ή ότι έχετε τις ίδιες επιδιώξεις. Γι’ αυτό, δεν πρέπει να σε παραπλανούν τέτοιοι άνθρωποι. Αυτοί οι άνθρωποι είναι πανούργοι και ακολουθούν συγκεκριμένες τακτικές στην αλληλεπίδρασή τους με τους άλλους ανθρώπους. Ο σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό είναι να βρουν ένα στήριγμα, κι όχι να επιδιώξουν την αλήθεια και να φτάσουν στη σωτηρία. Αυτό δείχνει πόσο ευτελής και σκοτεινός είναι ο χαρακτήρας τους! Προσέρχονται στην εκκλησία για να βρουν ανθρώπους τους οποίους θα εκμεταλλευτούν, συνωμοτούν για να αποκτήσουν διάφορα οφέλη για τον εαυτό τους. Δεν δείχνει αυτό ότι άνθρωποι σαν κι αυτούς είναι ικανοί να ενεργούν χωρίς καθόλου αναστολές και να κάνουν κάθε λογής αναίσχυντα πράγματα; (Ναι.) Μόνο και μόνο από το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό με σκοπό να βρουν ένα στήριγμα και να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, είναι σαφές ότι είναι άχρηστοι, ότι έχουν ευτελή χαρακτήρα, ότι είναι εγωιστές, ποταποί και αισχροί, και ότι ζουν μέσα σε μεγάλο σκοτάδι. Επομένως, η αρχή που ακολουθεί η εκκλησία για την αντιμετώπιση και αυτών των ανθρώπων είναι η διάκρισή τους και, στη συνέχεια, η αποπομπή ή η αποβολή τους. Μόλις διακρίνετε ότι δεν πρόκειται για αληθινούς πιστούς, ότι έχουν έρθει στην εκκλησία ψάχνοντας για διέξοδο και για να εκμεταλλευτούν, θέλοντας να επωφεληθούν από τους αδελφούς και τις αδελφές ώστε να διευθετήσουν ζητήματα και να παράσχουν υπηρεσίες γι’ αυτούς, τότε, στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει οι επικεφαλής και οι εργάτες, αλλά και οι αδελφοί και οι αδελφές, να χειρίζονται την κατάσταση γρήγορα και σωστά. Χωρίς να βάλετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της εκκλησίας ή των αδελφών, αποπέμψτε και αποβάλετέ τους αμέσως. Δεν πρέπει να τους επιτραπεί να συνεχίσουν να καραδοκούν ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές. Δεν είναι τα αντικείμενα της σωτηρίας του Θεού. Άνθρωποι σαν κι αυτούς, όταν καραδοκούν ανάμεσά σας, έχουν συνεχώς το βλέμμα τους γεμάτο απληστία και επαγρύπνηση για να δουν ποιος αξίζει να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης. Υπολογίζουν όλη την ώρα αν υπάρχουν στους κόλπους της εκκλησίας άνθρωποι που μπορούν να χρησιμοποιήσουν —ποιος έχει συγγενείς που δουλεύουν σε νοσοκομείο, ποιος ξέρει πώς να αντιμετωπίζει ασθένειες ή γνωρίζει μυστικές θεραπείες, ποιος μπορεί να αγοράσει πράγματα από μαγαζιά σε τιμές χονδρικής, ποιανού αδελφού η οικογένεια έχει αντιπροσωπία αυτοκινήτων, ποιος μπορεί να βρει χαμηλές τιμές για σπίτια μέσα από εσωτερική πληροφόρηση· όλα αυτά τα ερευνούν ιδιαιτέρως. Αυτοί οι άνθρωποι κάνουν πολύ σχολαστικούς υπολογισμούς! Υπολογίζουν μέχρι και τα μικρά ζητήματα, κι επίσης επιθυμούν να καταστρώσουν σχέδια εναντίον των αδελφών, και συνωμοτούν για να τους εκμεταλλευτούν. Ερευνούν το οικογενειακό υπόβαθρο των πάντων και διατηρούν τους πάντες στο πλαίσιο των δολοπλοκιών και των συνωμοσιών τους. Μήπως γίνεται να νιώσετε γαλήνη στην καρδιά σας όταν έχετε επαφές με τέτοιους ανθρώπους; (Όχι.) Και τι πρέπει να γίνει αν δεν επικρατεί γαλήνη; Πρέπει να φυλάγεστε από τέτοιους ανθρώπους. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό με κρυφά κίνητρα· δεν βρίσκονται εδώ με σκοπό να επιδιώξουν την αλήθεια ή τη σωτηρία, μα βρίσκονται προκειμένου να βρουν ένα στήριγμα, ένα μέσο βιοπορισμού και μια διέξοδο. Τέτοιοι άνθρωποι είναι εξαιρετικά εγωιστές, ποταποί και υποχθόνιοι. Δεν κάνουν κανένα καθήκον και δεν δαπανούν τον εαυτό τους για τον Θεό. Όταν η εκκλησία τούς έχει ανάγκη για κάτι, δεν τους βρίσκει πουθενά· μόλις, όμως, τελειώσει το θέμα, κάνουν πάλι την εμφάνισή τους. Το μόνο που ξέρουν αυτοί οι άνθρωποι είναι να εκμεταλλεύονται και δεν υπάρχει λόγος να τους αφήνετε να παραμένουν στην εκκλησία. Πρέπει να εφαρμόζονται διάφορες μέθοδοι για την όσο το δυνατόν πιο γρήγορη εκκαθάρισή τους. Κάποιοι λένε: «Αλήθεια χρειάζονται διάφορες μέθοδοι για την αντιμετώπιση ενός μόνο ανθρώπου;» Μέσα στην εκκλησία βρίσκονται κάθε είδους άνθρωποι· πολλοί από αυτούς πιστεύουν στον Θεό μόνο και μόνο για να βρουν ένα στήριγμα και μια διέξοδο, για να κερδίσουν ευλογίες ή για να αποφύγουν τις καταστροφές. Το μόνο που έχει διαφορά είναι η σοβαρότητα αυτών των κινήτρων· κάποιοι άνθρωποι εκδηλώνουν ένα είδος συμπεριφοράς, άλλοι ένα διαφορετικό. Επομένως, πρέπει οι διαφορετικοί άνθρωποι να δέχονται διαφορετική μεταχείριση. Μόνο αυτό συνάδει με τις αρχές. Όσο για κείνους τους άπιστους που ψάχνουν για κάποιο στήριγμα, πρέπει να εκκαθαρίζονται πάραυτα. Μην τους αφήνετε να ζουν σαν παράσιτα μέσα στην εκκλησία. Ζητάνε από τους αδελφούς και τις αδελφές να χειρίζονται τα ζητήματα για λογαριασμό τους —εφόσον ουσιαστικά ελάχιστος κόπος απαιτείται για να τους βοηθήσει κανείς να χειριστούν τα ζητήματα, για ποιον λόγο δεν πρέπει να τους δίνεται έστω και αυτή η μικρή βοήθεια; Πρώτον, είναι πολύ σημαντικό πως αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι αληθινοί πιστοί· είναι πέρα για πέρα δύσπιστοι. Δεύτερον, οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορούν να βγουν από την κατάσταση απιστίας και να γίνουν αληθινοί πιστοί. Δεν είναι εκείνοι τους οποίους έχει προκαθορίσει και επιλέξει ο Θεός· δεν είναι τα αντικείμενα της σωτηρίας Του. Αντίθετα, είναι κακοποιοί που έχουν παρεισφρήσει στην εκκλησία. Τρίτον, αυτοί οι άνθρωποι τρέχουν πέρα-δώθε μέσα στην εκκλησία, αναζητώντας συνεχώς βοήθεια από τους αδελφούς και τις αδελφές, άσχετα με το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν, πράγμα που παρενοχλεί χωρίς να γίνεται αντιληπτό τους αδελφούς και τις αδελφές· ταυτόχρονα, δημιουργεί μια άκρως αρνητική ατμόσφαιρα στην εκκλησία, πράγμα που είναι δυσμενές για όλους. Επομένως, το καλύτερο είναι να εκκαθαρίζονται όσο πιο γρήγορα γίνεται αυτοί οι διάβολοι που πιστεύουν στον Θεό με αποκλειστικό σκοπό να βρουν κάποιο στήριγμα. Αν ακόμα δεν τους έχετε ξεχωρίσει ή δεν έχετε αντιληφθεί ότι είναι τέτοιου είδους άνθρωποι, τότε ας τους αφήσετε να μείνουν για παρακολούθηση. Από τη στιγμή που θα διακρίνετε και θα καταλάβετε ότι ανήκουν στους διάφορους κακούς ανθρώπους που πρέπει να αποπέμψει ο οίκος του Θεού, μην διστάσετε και μην τους εκδηλώσετε καμία αβρότητα. Μόλις το συζητήσετε όλοι μαζί και βγάλετε μια ομόφωνη απόφαση, μπορείτε να τους αποπέμψετε. Αν οι επικεφαλής και οι εργάτες στην εκκλησία αγνοήσουν το συγκεκριμένο ζήτημα, από τη στιγμή που επιβεβαιώνεται από τους περισσότερους αδελφούς και αδελφές ότι πρόκειται για το είδος των ανθρώπων που πιστεύουν στον Θεό με αποκλειστικό σκοπό να βρουν ένα στήριγμα και μια διέξοδο, έχετε το δικαίωμα να τους αποπέμψετε κατευθείαν χωρίς την έγκριση των ψευδοεπικεφαλής. Είναι σωστό αυτό και συμφωνεί πλήρως με τις αλήθεια-αρχές. Αποτελεί δικαίωμά σας, υποχρέωσή σας και ευθύνη σας· γίνεται για τη δική σας προστασία. Ασφαλώς, όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες οι αδελφοί και οι αδελφές που είναι αληθινοί πιστοί, τότε έχουμε την ευθύνη και την υποχρέωση να βάλουμε τα δυνατά μας για να τους βοηθήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε, είτε με στοργική βοήθεια και υποστήριξη, είτε με υλική συνδρομή. Αυτό είναι η αγάπη ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές, η αγάπη εκείνων που πιστεύουν στον Θεό. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουμε την παραμικρή ευθύνη ή υποχρέωση να κάνουμε πράξη τη βοήθεια προς τους δύσπιστους, γιατί αυτοί δεν είναι αδελφοί ή αδελφές και δεν τους αξίζει τέτοια χάρη ή τέτοια βοήθεια. Έτσι αντιμετωπίζει κανείς τους ανθρώπους σύμφωνα με τις αρχές. Στο σημείο αυτό, ολοκληρώνεται η συναναστροφή μας σχετικά με τον έβδομο σκοπό για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό. Δεν είναι απαραίτητο να παραθέσουμε άλλα συγκεκριμένα παραδείγματα σχετικά με τέτοιου είδους ανθρώπους. Με λίγα λόγια, οποιοσδήποτε πιστεύει στον Θεό με σκοπό να βρει κάποιο στήριγμα είναι άνθρωπος που πρέπει να αποπεμφθεί ή να αποβληθεί από την εκκλησία. Οι επικεφαλής και οι εργάτες, με το που διακρίνουν ότι υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στην εκκλησία, πρέπει να τους αποπέμπουν αμέσως. Να αποπέμπετε τον καθέναν που θα βρίσκετε, μην αφήνετε κανέναν πίσω. Σε περίπτωση που έχουν ήδη υποστεί παρενόχληση οι περισσότεροι αδελφοί και αδελφές σε σημείο που να νιώθουν αβοήθητοι και να μην μπορούν να αντέξουν άλλο, κι οι επικεφαλής και οι εργάτες συνεχίζουν να τους υπερασπίζονται λέγοντας: «Αντιμετωπίζουν δυσκολίες· πρέπει να τους βοηθήσουμε», τότε στους συγκεκριμένους επικεφαλής πρέπει να λέτε: «Δεν είναι σε καμία περίπτωση αληθινοί πιστοί στον Θεό. Όποιον κι αν συναναστραφεί μαζί τους σχετικά με τα λόγια του Θεού τον αγνοούν, ενώ, όταν τους ζητάνε να κάνουν το καθήκον τους, αρνούνται να το κάνουν. Δεν είχαν ποτέ την παραμικρή πρόθεση να δαπανήσουν τον εαυτό τους για τον Θεό, και το μόνο που θέλουν είναι να χρησιμοποιούν τους αδελφούς και τις αδελφές για να διευθετούν τα ζητήματα που τους απασχολούν. Δεν έχουμε ούτε την ευθύνη ούτε την υποχρέωση να βοηθήσουμε τέτοιους άπιστους!» Ακόμα κι αν δεν το εγκρίνει ο επικεφαλής της εκκλησίας, έχετε το δικαίωμα να συμπράξετε μαζί με την πλειοψηφία για να τους αποπέμψετε από την εκκλησία. Αν και σε αυτό το σημείο ο επικεφαλής της εκκλησίας συνεχίζει να μη συμφωνεί, τότε να αναφέρετε το ζήτημα στα ανώτερα κλιμάκια· να απομονώσετε τον επικεφαλής και να τον αφήσετε να συλλογιστεί. Μόλις συμφωνήσει, μπορείτε να τον αποδεχτείτε ξανά ως επικεφαλής. Αν εξακολουθήσει να διαφωνεί, τότε μπορείτε να τον καθαιρέσετε και να εκλέξετε έναν νέο επικεφαλής. Αυτός είναι ο έβδομος σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό: για να βρουν ένα στήριγμα.
Η. Για να επιδιώξει κανείς πολιτικούς στόχους
Αμέσως μετά, θα συναναστραφούμε πάνω στον όγδοο σκοπό: το να πιστεύει κανείς στον Θεό με πολιτικούς σκοπούς και πολιτικούς στόχους. Οι πιθανότητες να κάνουν τέτοιοι άνθρωποι την εμφάνισή τους δεν είναι και πολύ μεγάλες, αλλά όσο απίθανο κι αν είναι, εφόσον υπάρχει περίπτωση να κάνουν την εμφάνισή τους τέτοιοι άνθρωποι, εμείς θα πρέπει να αναφέρουμε τέτοια παραδείγματα, αλλά και να τους εκθέσουμε, να κάνουμε συναναστροφή σχετικά με αυτούς και να τους ορίσουμε. Αυτό πρέπει να το κάνουμε για να μπορούν όλοι να τους διακρίνουν, κι έτσι εκείνοι να αποπέμπονται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα να αποφεύγονται τα προβλήματα και οι κίνδυνοι που θα προκαλούνται στην εκκλησία, στους αδελφούς και στις αδελφές. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με σκοπό την προστασία της εκκλησίας και των αδελφών. Για τον λόγο αυτόν, όσοι πιστεύουν στον Θεό με πολιτικούς στόχους είναι άνθρωποι που πρέπει να διακρίνουμε και να φυλαγόμαστε απ' αυτούς, κι επίσης είναι κακοί άνθρωποι, τους οποίους η εκκλησία πρέπει να αποπέμψει όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ποιες εκδηλώσεις παρουσιάζουν όσοι έχουν πολιτικούς στόχους; Δεν πρόκειται να σου μιλήσουν για τις αληθινές τους σκέψεις. Δεν πρόκειται να πουν ξεκάθαρα: «Πολύ απλά, με ενδιαφέρει η πολιτική, μου αρέσει η συμμετοχή στην πολιτική, γι' αυτό και πιστεύω στον Θεό με πολιτικούς στόχους και πολιτικούς σκοπούς· για κανέναν άλλον λόγο. Κάντε ό,τι θέλετε μαζί μου». Υπάρχει περίπτωση να πουν τίποτα τέτοιο; (Όχι.) Και τότε, ποιες εκδηλώσεις παρουσιάζουν, οι οποίες σου δίνουν τη δυνατότητα να διακρίνεις ότι έχουν πολιτικούς στόχους; Εννοώ, τι λόγια λένε, τι πράγματα κάνουν, ποιες εκφράσεις, ποιου είδους βλέμμα στα μάτια τους και τόνος της ομιλίας τους σου αρκούν για να επιβεβαιώσεις ότι δεν είναι αγνός ο σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό; Ό,τι κι αν λένε, ό,τι κι αν κάνουν, μέσα στην καρδιά τους κρύβουν κάποια πράγματα και κανείς δεν μπορεί να τους κατανοήσει. Έχουν ξεχωριστή ταυτότητα και υπόβαθρο· από τον λόγο και τη συμπεριφορά τους φαίνεται ότι εφαρμόζουν σχέδια και συνωμοσίες, και ότι μιλάνε και ενεργούν με τρόπο στρατηγικό. Όταν μιλάνε, ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να συλλάβει τα αληθινά κίνητρα και σκέψεις τους, δεν ξέρει για ποιον λόγο λένε αυτά που λένε. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι εξωτερικά να μην εκδηλώνουν καμία εχθρική συμπεριφορά ούτε να κρίνουν την πίστη στον Θεό και τη συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια, και μπορεί μάλιστα να δείχνουν κάποια προτίμηση γι' αυτά τα πράγματα, αλλά μπορείς να αισθανθείς ότι είναι παράξενοι —είναι διαφορετικοί απ' τους άλλους αδελφούς και αδελφές, είναι λιγάκι ακατανόητοι. Τι κάνεις συνήθως με όσους ανθρώπους είναι λιγάκι ακατανόητοι; Μόνο φυλάγεσαι απ' αυτούς έτσι απλά; Ή μήπως παίρνεις την πρωτοβουλία να τους ερευνήσεις και να διαπιστώσεις τι συμβαίνει στ' αλήθεια μ' αυτούς; (Πρέπει να τους παρατηρούμε.) Ό,τι κι αν κάνει κάποιος, γενικά δεν αποκαλύπτονται εύκολα και μέσα σε μικρό διάστημα ο σκοπός και οι στόχοι του. Καθώς όμως περνάει περισσότερος καιρός —εκτός απ' την περίπτωση που δεν κάνει τίποτα απολύτως— είναι σίγουρο ότι με τις ενέργειές του θα προδοθεί. Παρατηρήστε και ψάξτε να βρείτε στοιχεία μέσα από μικρές λεπτομέρειες· μπορεί να βρείτε κάποιες πληροφορίες και κάποια στοιχεία από τον λόγο και τη συμπεριφορά του, από τον σκοπό και την κατεύθυνση των πράξεών του, αλλά και από τα λόγια και από τον τόνο της ομιλίας του. Το αν θα μπορέσεις να το κάνεις αυτό εξαρτάται απ' το αν είσαι σχολαστικός και αν έχεις κάποια στοιχειώδη ευφυΐα και επίπεδο. Κάποιοι βλάκες δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τον κίνδυνο και τη φαυλότητα που επικρατεί στην ανθρώπινη κοινωνία· όποιον κι αν συναντήσουν, αλληλεπιδρούν μαζί του με την ίδια μέθοδο πάντα, με αποτέλεσμα, όταν συναντούν επιτήδειους και πονηρούς πολιτικούς οι οποίοι έχουν πολιτικούς στόχους, να μετατρέπονται εύκολα σε Ιούδες και σε εργαλεία για το ξεπούλημα της εκκλησίας, και χωρίς να το καταλαβαίνουν να κάνουν ανοησίες που παρασύρουν την εκκλησία σε μια παγίδα.
Τι εκδηλώσεις παρουσιάζουν στην πραγματικότητα οι άνθρωποι αυτοί που έχουν πολιτικούς στόχους; Οι άνθρωποι αυτοί έχουν ένα συγκεκριμένο κοινωνικό υπόβαθρο· πρόκειται για άτομα που ανακατεύονται στους πολιτικούς κύκλους. Όποια κι αν είναι η θέση τους μέσα στους πολιτικούς κύκλους, είτε είναι αξιωματούχοι, είτε ασχολούνται με ευκαιριακές δουλειές, είτε ετοιμάζονται να εδραιωθούν στους πολιτικούς κύκλους, με λίγα λόγια, αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα πολιτικό υπόβαθρο στην κοινωνία· η κατάσταση αυτή είναι πολύπλοκη και ιδιαίτερη. Άραγε, αυτοί οι άνθρωποι, ασχέτως αν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, με βάση τις επιδιώξεις τους, τα μονοπάτια που ακολουθούν και τη φύση-ουσία τους, μπορούν να γίνουν άνθρωποι που πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό; Μπορούν να μετατραπούν από δύσπιστους, από πολιτικούς που είναι παθιασμένοι με την πολιτική, σε ανθρώπους που πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό; (Όχι.) Είσαι σίγουρος; Ή μήπως υπάρχει κάποια περίπτωση; (Με τίποτα.) Είναι οπωσδήποτε αδύνατο. Η πίστη στον Θεό και η πολιτική αποτελούν δύο ξεχωριστά μονοπάτια· αυτά τα δύο μονοπάτια κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις, δεν έχουν κανένα κοινό σημείο και δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να διασταυρωθούν. Πρόκειται για απολύτως αντίθετα μονοπάτια. Άρα, όσοι έχουν πολιτικούς στόχους ή αγάπη και πάθος για την πολιτική, ακόμα κι αν πιστεύουν στον Θεό και δεν έχουν ρητούς πολιτικούς σκοπούς, δεν παύουν να κρύβουν άλλους σκοπούς· και σίγουρα ο σκοπός τους δεν είναι να κερδίσουν την αλήθεια ούτε να σωθούν. Αν μη τι άλλο, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι δεν πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό. Απλώς αναγνωρίζουν τον μύθο πως υπάρχει κάποιος Θεός, αλλά δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη του Θεού ούτε το γεγονός ότι ο Θεός είναι κυρίαρχος επί των πάντων. Επομένως, αυτοί οι άνθρωποι δεν πρόκειται ποτέ να μετατραπούν από δύσπιστους που παθιάζονται με την πολιτική σε αληθινούς πιστούς που πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, που μπορούν να αποδεχτούν το έργο του Θεού και που αποδέχονται την κρίση και την παίδευση του Θεού.
Τι σκοπούς κρύβουν στην πραγματικότητα αυτοί οι δύσπιστοι που πιστεύουν στον Θεό έχοντας πολιτικούς στόχους; Έχει να κάνει με τις επιδιώξεις τους και με τα επαγγέλματά τους. Για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι έχουν συνεχώς συγκεκριμένες προσωπικές απαιτήσεις μέσα σε έναν πολιτικό κύκλο, μεγαλόπνοους πολιτικούς στόχους και φιλοδοξίες, και ούτω καθεξής· πράγματα που, ό,τι κι αν είναι, έχουν σχέση με την πολιτική. Τι σημαίνει «πολιτική»; Για να το θέσουμε απλά, έχει σχέση με τα καθεστώτα, με την εξουσία και με τη διακυβέρνηση. Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, πως το γεγονός ότι πιστεύουν στον Θεό με πολιτικούς στόχους σχετίζεται με τις πολιτικές τους επιδιώξεις. Και ποιοι είναι οι στόχοι τους; Για ποιον λόγο δείχνουν συμπάθεια προς τους ανθρώπους της εκκλησίας; Θέλουν να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον θεσμό, την εκκλησία, τους τόσους ανθρώπους που υπάρχουν στην εκκλησία και την επιρροή αυτών των ανθρώπων που βρίσκονται στην εκκλησία και οι οποίοι προέρχονται από διάφορα επαγγέλματα και κοινωνικά στρώματα, για να πετύχουν τους στόχους τους. Μόλις μάθουν για τις διδαχές της εκκλησίας, για τον τρόπο λειτουργίας των διάφορων πτυχών του εκκλησιαστικού έργου, για το πώς ζουν την εκκλησιαστική ζωή αυτοί που ανήκουν στον εκλεκτό λαό του Θεού, για την άσκηση του καθήκοντός τους και ούτω καθεξής, προσπαθούν να ενταχθούν στην εκκλησία. Κρατάνε καλά στο μυαλό τους πράγματα όπως η πνευματική ορολογία και οι διάφορες εκφράσεις που χρησιμοποιούν συχνά στη συναναστροφή οι εκλεκτοί του Θεού, ελπίζοντας να μπορέσουν κάποτε να τα χρησιμοποιήσουν όλα αυτά για να κινητοποιήσουν τους πάντες να ακούσουν τους ίδιους, να γίνουν αντικείμενο χρήσης από αυτούς, κι έτσι να πετύχουν τους πολιτικούς τους στόχους. Όπως λένε κι οι άπιστοι, μόλις το έδαφος έχει προετοιμαστεί για κάποιον καιρό, μόλις μπορέσουν να υψώσουν ένα λάβαρο και να ξεσηκώσουν τους ανθρώπους για να επαναστατήσουν, όλο και περισσότεροι θα ανταποκριθούν στο κάλεσμά τους και θα τους ακολουθήσουν, με αποτέλεσμα να προσελκύσουν μια μερίδα ανθρώπων μέσα στην εκκλησία, οι οποίοι θα αποτελέσουν τη δύναμή τους για να αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους. Παρόμοια πράγματα έχουν συμβεί πολλές φορές στη σύγχρονη κινεζική ιστορία. Για παράδειγμα, η Επανάσταση του Λευκού Λωτού και η Εξέγερση των Ταϊπίνγκ επί της δυναστείας των Τσινγκ υπήρξαν παραδείγματα κατά τα οποία άνθρωποι με πολιτικούς στόχους χρησιμοποίησαν τη θρησκεία για να πολεμήσουν ενάντια στην κυβέρνηση. Οι διδαχές των θρησκειών τους απέκλιναν από την αληθινή οδό και παρουσίαζαν πολλές παράλογες και γελοίες πτυχές που δεν συμβάδιζαν καθόλου με την αλήθεια. Όσοι είχαν πολιτικούς σκοπούς εκμεταλλεύτηκαν τέτοιες διδαχές για να ενώσουν τη σκέψη των ανθρώπων, για να δεσμεύσουν το μυαλό τους, και για να ασκήσουν επιρροή στο μυαλό τους και να τους κάνουν πλύση εγκεφάλου. Τελικά, εκμεταλλεύονταν αυτούς τους ανθρώπους που είχαν υποστεί πλύση εγκεφάλου για να πετύχουν τους πολιτικούς τους στόχους. Εξαρχής, όταν καταλήγουν αυτοί οι άνθρωποι που έχουν πολιτικούς στόχους να πιστέψουν στον Θεό, αυτό που τους αρέσει είναι το όνομα της εκκλησίας. Με άλλα λόγια, κάτω από το πέπλο αυτού του θεσμού, της εκκλησίας, μπορούν να κρύψουν την ταυτότητά τους και τους στόχους τους —αυτή είναι μια πτυχή. Μια άλλη είναι ότι νομίζουν πως από τη στιγμή που θα διαδώσουν τις πολιτικές τους απόψεις κάτω από το λάβαρο της πίστης στον Θεό, θα μπορέσουν πολύ εύκολα να κάνουν πλύση εγκεφάλου στους ανθρώπους της εκκλησίας, κι ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι πιθανό να λατρέψουν και να ακούσουν διάσημους ανθρώπους. Αποτέλεσμα; Αυτοί οι άνθρωποι που έχουν πολιτικούς στόχους έχουν την τάση να βλέπουν τους ανθρώπους της εκκλησίας ως αντικείμενα προς εκμετάλλευση. Θεωρούν πως η εκκλησία μπορεί πολύ εύκολα να γίνει ένα μέρος όπου θα μπορούν να κρύψουν την ταυτότητά τους και πως τα μέλη της εκκλησίας είναι αντικείμενα που μπορούν να αξιοποιήσουν εύκολα· απλούστατα, έτσι βλέπουν τα πράγματα. Άρα, ο σκοπός για τον οποίο γίνονται μέλη της εκκλησίας είναι η ελπίδα ότι μια μέρα, μόλις αναρριχηθούν ψηλά, θα μπορέσουν να κοντράρουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και να αποκτήσουν την εξουσία —αυτός είναι ο πολιτικός τους στόχος. Θέλουν να χρησιμοποιήσουν το πρόσχημα ότι δήθεν πιστεύουν στον Θεό για να διευρύνουν τον κύκλο των ανθρώπων που τους λατρεύουν και τους ακολουθούν, μετατρέποντάς τους σε μέρος της πολιτικής τους σφαίρας επιρροής. Κάποιοι λένε: «Ναι μεν μπορεί να έχουν τέτοιον σκοπό, αλλά αν δεν κάνουν καμία κίνηση, το πολύ πολύ να διαπιστώσουμε ότι είναι δύσπιστοι ή ψευδείς πιστοί. Πώς μπορούμε να καταλάβουμε ότι έχουν ξεκάθαρους πολιτικούς σκοπούς;» Δεν είναι δύσκολο. Απλώς καθίστε να παρατηρήσετε. Αν έχουν πολιτικούς σκοπούς, τότε οπωσδήποτε θα αναλάβουν δράση. Αν δεν θέλουν να αναλάβουν δράση, τότε για ποιον λόγο να παρεισφρήσουν στην εκκλησία; Κι αν δεν έχουν αναλάβει ακόμα δράση, είναι γιατί δεν έχουν βρει την ευκαιρία. Μόλις βρουν την ευκαιρία, θα πράξουν ανάλογα. Για παράδειγμα, αν τυχόν η κυβέρνηση θεσπίσει μια κακή πολιτική ή αν καταστείλει και συλλάβει τον εκλεκτό λαό του Θεού, οι αδελφοί και οι αδελφές στην καλύτερη περίπτωση θα το συζητήσουν και θα ασκήσουν διάκριση γι' αυτό το ζήτημα, και τέλος. Ό,τι και να γίνει, το σημαντικό είναι να πιστεύουν στον Θεό, να εκτελούν τα καθήκοντά τους και να ακολουθούν το θέλημα του Θεού. Δεν υπήρχε περίπτωση να κοίταζαν το δέντρο και να έχαναν το δάσος· θα συνέχιζαν να πιστεύουν στον Θεό και να κάνουν τα καθήκοντά τους όπως έπρεπε, όπως πάντα. Απ' την άλλη, εκείνοι που έχουν πολιτικούς στόχους είναι διαφορετικοί. Εκείνοι θα μπορούσαν να μεγαλοποιήσουν το καθετί, θα το φανέρωναν ασυγκράτητα και θα το δημοσιοποιούσαν ευρύτατα, και θα επιθυμούσαν διακαώς να υποκινήσουν τους πάντες να εξεγερθούν εναντίον της κυβέρνησης προκειμένου να ικανοποιήσουν τους δικούς τους πολιτικούς στόχους· δεν θα σταματούσαν μέχρι να πετύχουν τους στόχους τους. Για χάρη της εμπλοκής τους στην πολιτική, αφήνουν τελείως στην άκρη τα ζητήματα της πίστης στον Θεό και της εκτέλεσης των καθηκόντων τους, και αδιαφορούν για τις απαιτήσεις του Θεού από τον άνθρωπο και για τις προθέσεις του Θεού. Τόσο τρελοί είναι —είναι δυνατόν μετά από όλα αυτά να μην τους διακρίνουν οι άνθρωποι; Άραγε, τέτοια άτομα ακολουθούν τον Θεό ή ακολουθούν την πολιτική; Κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι δεν έχουν διάκριση, παραπλανιούνται εύκολα. Αυτοί οι άνθρωποι που εμπλέκονται στην πολιτική δεν ξέρουν ποια είναι η αλήθεια, πόσο μάλλον καταλαβαίνουν ότι το έργο του Θεού είναι να καθάρει τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων και να τους σώσει από την επιρροή του Σατανά. Νομίζουν ότι το να ασχολείσαι με τα ανθρώπινα δικαιώματα και με την πολιτική σημαίνει πως έχεις αίσθημα δικαιοσύνης και υποτάσσεσαι στον Θεό. Άραγε, το να ασχολείται κανείς με την πολιτική και με τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελεί ένδειξη ότι διαθέτει την αλήθεια-πραγματικότητα; Είναι ένδειξη ότι κάποιος υποτάσσεται στον Θεό; Όσο καλά κι αν αντιμετωπίζεις τα ανθρώπινα δικαιώματα και την πολιτική, μήπως δείχνει αυτό ότι έχει καθαρθεί η διεφθαρμένη διάθεσή σου; Μήπως δείχνει ότι έχει καθαρθεί η φιλοδοξία και η επιθυμία σου για εξουσία; Είναι πολλοί εκείνοι που δεν μπορούν να διακρίνουν αυτά τα ζητήματα. Απ' ό,τι φαίνεται, κι ο Σουνν Γιατ-Σεν ήταν χριστιανός. Όταν κινδύνευε, προσευχόταν στον Θεό να τον σώσει. Όλη του τη ζωή την αφιέρωσε στην επανάσταση· μήπως έλαβε την έγκριση του Θεού; Μήπως ήταν άνθρωπος που έκανε πράξη την αλήθεια και υποτασσόταν στον Θεό; Είχε μήπως βιωματική μαρτυρία για την άσκηση των λόγων του Θεού; Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είχε. Ο Παύλος, μετά το κάλεσμά του, κήρυττε συνεχώς το ευαγγέλιο και υπέμεινε πολλές κακουχίες, αλλά λόγω του ότι δεν είχε μετανοήσει αληθινά, ότι δεν είχε ζωή-είσοδο, ότι διέπραττε κατ' επανάληψη τις ίδιες και τις ίδιες αμαρτίες, και ότι εξύψωνε τον εαυτό του και μαρτυρούσε γι' αυτόν σε κάθε ευκαιρία, έγινε αντίχριστος και τιμωρήθηκε. Όπως και να 'χει, είναι πολύ επικίνδυνο να πιστεύεις στον Θεό χωρίς να αποδέχεσαι την αλήθεια, να επιδιώκεις πάντα τη φήμη και τη θέση, και να θέλεις συνεχώς να γίνεις υπεράνθρωπος ή σπουδαία προσωπικότητα. Όλοι όσοι έχουν πολιτικούς στόχους είναι αντίχριστοι. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρόκειται να παρατήσουν εύκολα την επίτευξη των πολιτικών τους φιλοδοξιών και πάντοτε θα ψάχνουν να βρουν ευκαιρίες για να ξεσηκώσουν και να προσελκύσουν τους πιστούς ως πολιτική τους δύναμη. Αν κάποτε διαπιστώσουν ότι δεν είναι εύκολο να εκμεταλλευτούν τους πιστούς, ότι οι πιστοί μόνο την αλήθεια αγαπούν και επιδιώκουν, κι ότι μόνο τον Χριστό ακολουθούν και όχι ανθρώπους, μόνο τότε θα σταματήσουν τελείως να ασχολούνται με αυτούς τους πιστούς.
Το μυαλό των ανθρώπων που έχουν πολιτικούς στόχους, στη ρίζα του, καταλαμβάνεται αποκλειστικά από ιδέες που συνδέονται με την πολιτική —εξουσία και επιρροή, διακυβέρνηση, συνωμοσίες, πολιτικά μέσα και ούτω καθεξής. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει να πιστεύεις στον Θεό, τι είναι η πίστη, τι είναι η αλήθεια, πόσο μάλλον δε το πώς να υποταχθούν στον Θεό. Επίσης, δεν καταλαβαίνουν ποιο είναι το θέλημα του Ουρανού. Οι αρχές επιβίωσής τους είναι οι εξής: «Ο άνθρωπος θα θριαμβεύσει απέναντι στη φύση» και «Το πεπρωμένο του καθενός βρίσκεται στα χέρια του». Είναι λοιπόν, αδύνατο να προσπαθήσει κανείς να αλλάξει τέτοιους ανθρώπους· πρόκειται για μια ανόητη ιδέα. Αυτοί οι άνθρωποι διασπείρουν συχνά πολιτικές απόψεις ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές στην εκκλησία, παρακινώντας τους να εμπλακούν σε πολιτικές δραστηριότητες και να ασχοληθούν με την πολιτική. Είναι απόλυτα σαφές ότι ο σκοπός για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό κατευθύνεται από πολιτικούς στόχους. Αυτήν την ουσία οι άλλοι μπορούν να τη διακρίνουν γρήγορα και εύκολα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν παντελή άγνοια για την πίστη, για το να βαδίζει κανείς στο ορθό μονοπάτι και για την υποταγή στο θέλημα του Ουρανού· πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν οι σκέψεις και τα μονοπάτια του κάθε ανθρώπου με τη χρήση πολιτικών τακτικών, και κυρίως πιστεύουν ότι το πεπρωμένο ενός ανθρώπου μπορεί να αλλάξει με ανθρώπινα μέσα και μεθόδους. Επομένως, έχουν παντελή άγνοια σχετικά με τα βαθιά και παράλληλα προφανή ζητήματα των νόμων της φύσης που δημιούργησε ο Θεός και της κυριαρχίας του Θεού επί του πεπρωμένου του ανθρώπου· είναι άσχετοι σε ό,τι αφορά αυτά τα ζητήματα και πολύ απλά δεν μπορούν να τα καταλάβουν. Τι εννοώ μ’ αυτό; Αν βρεις κάποιον να πιστεύει στον Θεό κατευθυνόμενος από πολιτικούς στόχους, τότε δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να προσπαθήσεις να τον αλλάξεις ή να τον πείσεις, και δεν χρειάζεται να συναναστραφείς μαζί του πάνω σε πάρα πολλές αλήθειες. Εκτός του ότι πρέπει να φυλάγεσαι από αυτόν, οφείλεις και να ενημερώνεις το συντομότερο δυνατό σχετικά μ' αυτόν είτε τους επικεφαλής της εκκλησίας στα διάφορα επίπεδα είτε έμπιστους αδελφούς και αδελφές, και στη συνέχεια να βρίσκεις τρόπο να τους αποβάλλεις από την εκκλησία. Δεν πρέπει να φυλάγεσαι απ' αυτόν κρυφά και σιωπηλά, αφήνοντας τους άλλους στο σκοτάδι. Λοιπόν, ποιοι άνθρωποι μπορούν να διακρίνουν λιγάκι εκείνους που τους αρέσει να μιλάνε για πολιτική και που έχουν πολιτικούς στόχους; Οι πιο ηλικιωμένοι ή πιο νέοι; Οι αδελφοί ή οι αδελφές; (Οι μεγαλύτεροι αδελφοί.) Σωστά· οι μεγαλύτερης ηλικίας αδελφοί, όσοι δηλαδή έχουν εμπειρία στην κοινωνία, όσοι έχουν έρθει σε επαφή με την πολιτική ή έχουν διωχθεί πολιτικά —εκείνοι που έχουν κάποια επίγνωση σχετικά με αυτά τα ζητήματα— μπορούν να αντιληφθούν τα πολιτικά ζητήματα σχετικά ξεκάθαρα. Είναι φυσικό να μπορούν να ασκήσουν κάποια διάκριση προς όσους εμπλέκονται στην πολιτική, και ειδικότερα μπορούν να αντιληφθούν τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους, όπως και τις σκέψεις, τις απόψεις, τα ιδανικά και τις φιλοδοξίες τους, και μάλιστα σχετικά ξεκάθαρα. Επομένως, μπορούν να διακρίνουν τους ανθρώπους αυτούς σχετικά συντομότερα απ' τους άλλους. Με το που διακρίνει κάποιος ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν πολιτικούς στόχους και ότι είναι δύσπιστοι, πρέπει να φυλάγεται απ' αυτούς και να εκθέτει αυτούς τους δύσπιστους. Παράλληλα, πρέπει και να προστατεύει τους ανόητους και ανίδεους που δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια, έτσι ώστε να μην τους αφήσει να γίνουν αντικείμενα εκμετάλλευσης και παραπλάνησης ή να τους ξεφύγουν κατά λάθος κάποιες από τις εμπιστευτικές πληροφορίες της εκκλησίας. Είναι αναγκαίο να ενημερώνονται οι επικεφαλής της εκκλησίας και να συζητιέται μαζί τους το συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς και να ενημερώνονται το ταχύτερο δυνατό περισσότεροι ηλικιωμένοι ή άνθρωποι που καταλαβαίνουν κάποιο μέρος της αλήθειας και έχουν κάποιο ανάστημα, για να φυλάγονται από εκείνους τους ανθρώπους που έχουν πολιτικούς σκοπούς. Είναι σημαντικό να βοηθά κανείς τους άλλους να διακρίνουν ξεκάθαρα την ουσία αυτών των ανθρώπων, ότι δηλαδή είναι δύσπιστοι, προστατεύοντας έτσι τους ανόητους και ανίδεους αδελφούς και αδελφές απ’ το να γίνουν αντικείμενα εκμετάλλευσης από εκείνους. Αν δεν μπορείς να διακρίνεις αυτά τα ζητήματα και δεν έχεις ικανότητα διάκρισης, τότε όταν κάποιοι ύπουλοι, πονηροί και πανούργοι άνθρωποι σου μιλήσουν και κουβεντιάσουν μαζί σου, εσύ θα αποκαλύψεις με προθυμία τις λεπτομέρειες της πραγματικής σου κατάστασης και όλα όσα ξέρεις, χωρίς καν να σε ρωτήσουν· άθελά σου, θα γίνεις Ιούδας. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; (Ναι.) Όταν μιλάς, δεν ξέρεις τι σκοπό κρύβει ο άλλος και τον μεταχειρίζεσαι ως αδελφό ή αδελφή, του λες όλα όσα έχεις μέσα στην καρδιά σου χωρίς να το συνειδητοποιείς· αφότου μιλήσεις, δεν ξέρεις τι συνέπειες θα προκύψουν. Όταν βλέπεις τους άλλους να φυλάγονται από τέτοιους ανθρώπους, λες: «Παραείσαι προσεκτικός. Τι έχεις να κρύψεις ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές;» Δεν καταλαβαίνεις γιατί δεν μιλάνε οι άλλοι —αυτό λέγεται ηλιθιότητα.
Όσοι έχουν πολιτικούς στόχους είναι σίγουρα και άπιστοι, αφού δεν αγαπούν την αλήθεια και δεν αποδέχονται την αλήθεια. Ακόμα κι αν πιστεύουν στον Θεό, ανήκουν ολοκληρωτικά στην κατηγορία των αντίχριστων, αυτών των κακών ανθρώπων. Το να φυλάγεται κανείς απ' αυτούς, ουσιαστικά, αποτελεί την πιο παθητική προσέγγιση. Η ενεργητική προσέγγιση είναι να τους ανακαλύπτει κανείς εγκαίρως, να τους αντιμετωπίζει και να τους αποβάλλει το ταχύτερο δυνατό, προκειμένου να μην προκαλούνται προβλήματα στην εκκλησία, στους αδελφούς και στις αδελφές. Δεδομένου ότι αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να ασκήσουν επιρροή στους άλλους οποτεδήποτε και οπουδήποτε μέσα στην εκκλησία, και ότι μπορούν να διαλύσουν την κανονική τάξη της εκκλησίας κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση, πάψτε να ανέχεστε τέτοιους δύσπιστους και να κάνετε υπομονή μαζί τους. Μην τους δίνετε ακόμα μια ευκαιρία να μετανοήσουν· μην είστε ανόητοι. Πρέπει με το που αποκαλύπτονται, να αποβάλλονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να μην προκύψει κάποια μελλοντική συμφορά. Αυτό γίνεται έτσι ώστε να μην παραπλανηθούν και να μη χρησιμοποιηθούν εκείνοι που δεν επιδιώκουν την αλήθεια, με αποτέλεσμα να γίνουν μαριονέτες του Σατανά και των δαιμόνων. Φυσικά, αυτό που πρέπει να κάνετε πάνω απ' όλα εκείνη τη στιγμή είναι να μην αφήσετε εκείνους που έχουν πολιτικούς σκοπούς να μάθουν σημαντικές πληροφορίες για την εκκλησία. Όσο πιο γρήγορα τους διακρίνετε και τους αποβάλετε, τόσο λιγότερες επαφές θα έχουν μαζί τους οι αδελφοί και οι αδελφές, και τόσο λιγότερο θα υποστούν την παραπλάνηση και την επιρροή τους. Άρα, όσον αφορά την κατάλληλη στιγμή, καλύτερα να αντιμετωπίζονται και να αποβάλλονται αυτοί οι άνθρωποι νωρίτερα παρά αργότερα· όσο νωρίτερα, τόσο το καλύτερο. Είναι καλύτερο να ενεργεί κανείς προληπτικά από το να είναι παθητικός. Όσοι έχουν πολιτικούς στόχους έχουν κακές προθέσεις· αποκλείεται να έχουν την παραμικρή ειλικρίνεια σε οτιδήποτε κάνουν για την εκκλησία και τον οίκο του Θεού. Αν δεν μπορούν να παραπλανήσουν ή να χρησιμοποιήσουν τους αδελφούς και τις αδελφές, θα εξευτελιστούν πλήρως και θα αποχωρήσουν μόνοι τους από την εκκλησία, χωρίς ούτε καν να χαιρετήσουν. Σ' αυτό το σημείο ολοκληρώνεται η συναναστροφή μας σχετικά με τον όγδοο σκοπό για τον οποίο πιστεύουν στον Θεό: για να επιδιώκουν πολιτικούς στόχους.
30 Οκτωβρίου, 2021