27. Διορθώνοντας τα κίνητρά μου στο καθήκον μου
Τον περασμένο Ιούνιο, εκλέχτηκα επικεφαλής της εκκλησίας. Τότε, ήμουν πολύ ενθουσιασμένη και ένιωθα πως οι αδελφοί και οι αδελφές μου είχαν καλή γνώμη για μένα. Πως από τη στιγμή που με ψήφισαν τόσα άτομα, σήμαινε πως ήμουν καλύτερη από άλλους. Κι έτσι, σκεφτόμουν πως έπρεπε στ’ αλήθεια να εργαστώ σκληρά για να κάνω καλά αυτό το καθήκον, ώστε να μπορούσαν να δουν πόσο ικανή ήμουν. Όταν ξεκίνησα, δεν ήμουν πολύ εξοικειωμένη με το έργο της εκκλησίας, κι έτσι έδινα μεγάλη προσοχή για να ακούω και να θυμάμαι όσα έλεγε η συνεργάτιδά μου σχετικά με όσα γνώριζε για τα καθήκοντά μας. Δεν μπορούσα παρά να σκέφτομαι διαρκώς: «Εφόσον τώρα είμαι επικεφαλής της εκκλησίας, πρέπει να κάνω καλή δουλειά και να πετυχαίνω πολλά πράγματα, για να ανταποκριθώ στον τίτλο αυτόν. Δεν πρέπει να αποκτήσω κακή φήμη λόγω έλλειψης δράσης ή λόγω απληστίας για τα προνόμια του κύρους. Πώς θα είχα πρόσωπο να τους αντικρίσω τότε;» Σκεφτόμουν επίσης τον τρόπο να κάνω πολύ καλά το καθήκον μου. Αντιμετώπιζα τους αδελφούς και τις αδελφές όλης της εκκλησίας, και κάποιοι είχαν μεγαλύτερη εμπειρία στο καθήκον τους και κατανοούσαν περισσότερες αρχές της αλήθειας από μένα. Τι θα γινόταν αν δεν μπορούσα να τους βοηθήσω να επιλύσουν τα προβλήματά τους και να τους συμβουλέψω στη συναναστροφή μου; Τι θα σκέφτονταν τότε όλοι για μένα; Δεν θα με έβρισκαν ανίκανη; Πως δεν ήμουν ικανή για τη δουλειά και δεν ήμουν κατάλληλη για τα καθήκοντα της επικεφαλής; Και τότε, ένιωσα πως ήταν απαραίτητο η συναναστροφή μου ως επικεφαλής να είναι σε ανώτερο επίπεδο από εκείνη των άλλων. Έπρεπε να εξοπλιστώ με την αλήθεια πολύ γρήγορα, ώστε όταν οι αδελφοί και οι αδελφές χρειάζονταν τη βοήθεια μου, να ήμουν έτοιμη να την προσφέρω. Τότε, θα έβλεπαν πως κατείχα κάποια πραγματικότητα της αλήθειας και τα κατάφερνα καλά ως επικεφαλής. Καθημερινά, εκτός από την απασχόλησή μου με το έργο της εκκλησίας, διάβαζα στον ελεύθερο χρόνο μου κάποια λόγια του Θεού. Το πρόγραμμά μου ήταν γεμάτο κάθε μέρα. Παρόλο που οι αδελφές μού υπενθύμιζαν όποτε πήγαιναν για ύπνο πως ήταν αργά και έπρεπε να κοιμηθώ, δεν με έπαιρνε ο ύπνος και συχνά εργαζόμουν μέχρι αργά τη νύχτα. Και παρόλη την προσπάθεια που κατέβαλλα να προετοιμαστώ για εκείνους, εξακολουθούσα να μη νιώθω αυτοπεποίθηση στις συναθροίσεις με τους αδελφούς και τις αδελφές.
Ένα βράδυ, η αδελφή με την οποία συνεργαζόμουν είπε πως έπρεπε να κάνουμε μια συνάθροιση για την ευαγγελική ομάδα. Ήταν για την επόμενη μέρα και ήμουν πολύ αγχωμένη. Σκεφτόμουν: «Οι αδελφοί και οι αδελφές εκείνης της ομάδας πιστεύουν εδώ και πολύ καιρό κι εγώ είμαι καινούρια στο καθήκον της επικεφαλής. Δεν έχω μεγάλη αντίληψη των προβλημάτων και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν στο έργο τους. Αν αναφέρουν ζητήματα που αδυνατώ να αντιμετωπίσω, δεν θα νομίζουν πως δεν είμαι καλή στο καθήκον μου; Αυτό δεν θα καταστρέψει την εικόνα μου ως επικεφαλής; Όχι, μια προετοιμασία της τελευταίας στιγμής είναι καλύτερη από το τίποτα, και δεν θα πρέπει να χάσω χρόνο. Πρέπει να μάθω κάποιες σχετικές αλήθειες». Όμως, εφόσον δεν μπορούσα να κατανοήσω τα πάντα την τελευταία στιγμή, ήμουν πολύ ανήσυχη κι έκανα άσκοπα πράγματα στον υπολογιστή μου. Τη μια στιγμή έκανα το ένα και την άλλη στιγμή το άλλο. Το μυαλό μου είχε γίνει ένα κουβάρι και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο απ’ το να πάω για ύπνο. Την επόμενη μέρα, στη συνάθροιση, παρακολουθούσα τη συνεργάτιδα αδελφή να συναναστρέφεται με όλους, βοηθώντας τους να επιλύσουν κάθε πρόβλημά τους στο ευαγγελικό τους έργο, ενώ εγώ καθόμουν εκεί ανίδεη για το τι να πω. Ένιωθα πολύ αμήχανη. Έτσι, σκέφτηκα: «Αν δεν πω τίποτα απολύτως, δεν θα νομίζουν πως είμαι απλώς διακοσμητική ως επικεφαλής εκκλησίας; Πρέπει να μιλήσω. Κάποιες από αυτές τις αδελφές με γνωρίζουν ήδη και τώρα που έγινα επικεφαλής, δεν θα πρέπει η συναναστροφή μου να είναι πιο εμβριθής; Διαφορετικά, τι θα νομίζουν για μένα; Δεν θα λένε πως δεν είμαι καθόλου καλή;» Έσπαγα το κεφάλι μου να βρω κάποιες εμπειρίες που θα μπορούσα να μοιραστώ, όμως όσο αγχωνόμουν, τόσο μεγαλύτερος γινόταν ο πανικός μου. Δεν ήξερα τι να τους πω. Προκειμένου να μη δουν όλοι πως δεν είχα τίποτα να συναναστραφώ, άκουγα προσεκτικά τη συναναστροφή της συνεργάτιδάς μου, και μόλις ολοκλήρωσε, πετάχτηκα απλώς και ουσιαστικά έκανα μια σύνοψη των όσων είχε πει. Με τον τρόπο αυτόν, θα έδειχνα πως είχα καλύτερη συναναστροφή και κατανόηση από εκείνη κι όλοι θα έβλεπαν πως τα πήγαινα καλά, πως ήμουν ικανή για τη θέση, παρόλο που στην πραγματικότητα, ήξερα πολύ καλά πως όλα όσα έλεγα αποτελούσαν ιδιοποίηση της κατανόησης της συνεργάτιδάς μου. Ήξερα πως η πράξη μου ήταν πραγματικά ελεεινή. Μετά τη συνάθροιση, ένιωθα ένα μεγάλο κενό μέσα μου. Ήξερα επίσης πως όταν αντιμετωπίζω κατι ή κάποιον, αυτό ενορχηστρώνεται από τον Θεό, όμως δεν είχα ιδέα για το πώς να το βιώνω. Δεν είχα μάθει τίποτα. Η συγκεκριμένη σκέψη με έκανε να νιώθω άσχημα. Μάλιστα, μετάνιωσα κάπως που ανέλαβα αυτό το καθήκον. Τις επόμενες ημέρες, ένιωθα μια πίεση στο κεφάλι μου. Το μυαλό μου ήταν θολωμένο και ήμουν λίγο λαχανιασμένη. Η αντιμετώπιση προβλημάτων στο έργο της εκκλησίας και το να μη γνωρίζω από πού να αρχίσω, μου ήταν πολύ οδυνηρά. Έτσι, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, θέλω πραγματικά να κάνω καλά αυτό το καθήκον, όμως πάντα νιώθω πως δεν είμαι ικανή γι’ αυτό. Δεν ξέρω τι να κάνω. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με να γνωρίσω τον εαυτό μου, ώστε να ξεφύγω απ’ αυτήν την αξιοθρήνητη κατάσταση».
Στη συνέχεια, ανοίχτηκα στη συνεργάτιδά μου και της είπα για τις δυσκολίες που περνούσα βρισκόμενη σε αυτήν την κατάσταση. Εκείνη μου διάβασε ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού, απ’ το «Για να επιλύσει κάποιος τη διεφθαρμένη διάθεσή του, πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο μονοπάτι πράξης». Ας το διαβάσουμε. «Όλοι οι διεφθαρμένοι άνθρωποι υποφέρουν από ένα κοινό πρόβλημα: Όταν δεν έχουν κύρος, όταν είναι συνηθισμένοι αδελφοί και συνηθισμένες αδελφές, δεν παίρνουν ύφος ανωτέρου όταν αλληλεπιδρούν ή μιλούν με κάποιον, ούτε υιοθετούν συγκεκριμένο ύφος ή τόνο ομιλίας. Είναι απλώς συνηθισμένοι και κανονικοί, και δεν έχουν την ανάγκη να πλασάρουν τον εαυτό τους. Δεν νιώθουν καμία ψυχολογική πίεση, και μπορούν να συναναστρέφονται τους άλλους ανοιχτά και από καρδιάς. Είναι προσιτοί και δεκτικοί στην αλληλεπίδραση· οι άλλοι τους θεωρούν πολύ καλούς ανθρώπους. Ωστόσο, τη στιγμή που αποκτούν κύρος, το παίζουν υπεράνω λες και κανείς δεν μπορεί να τους φτάσει· πιστεύουν πως είναι αξιoσέβαστοι και πως οι ίδιοι και οι συνηθισμένοι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι από άλλη πάστα. Περιφρονούν τους συνηθισμένους ανθρώπους και σταματούν να συναναστρέφονται τους άλλους ανοιχτά. Γιατί δεν συναναστρέφονται πια τους άλλους ανοιχτά; Νιώθουν πως έχουν πλέον κύρος, και είναι επικεφαλής. Νομίζουν πως οι επικεφαλής πρέπει να διατηρούν μια συγκεκριμένη εικόνα, να είναι λίγο πιο ανώτεροι από τους συνηθισμένους ανθρώπους, να έχουν περισσότερο ανάστημα και να μπορούν να αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες· πιστεύουν πως, σε σύγκριση με τους συνηθισμένους ανθρώπους, οι επικεφαλής πρέπει να είναι πιο υπομονετικοί, να είναι σε θέση να υποφέρουν και να δαπανούν περισσότερο, όπως και να μπορούν να αντιστέκονται σε κάθε πειρασμό. Νομίζουν, μάλιστα, πως οι επικεφαλής δεν μπορούν να κλάψουν, όσα μέλη της οικογένειάς τους κι αν πεθάνουν, και πως, αν όντως πρέπει να κλάψουν, πρέπει να το κάνουν κρυφά, ούτως ώστε κανείς να μην μπορεί να δει οποιαδήποτε ελαττώματα, οποιεσδήποτε ελλείψεις ή αδυναμίες μέσα τους. Νιώθουν, μάλιστα, πως αν οι επικεφαλής έχουν γίνει αρνητικοί, δεν πρέπει να αφήσουν κανέναν να το μάθει. Αντ’ αυτού, πρέπει να κρύβουν όλα αυτά τα πράγματα. Πιστεύουν πως έτσι θα πρέπει να ενεργεί κάποιος που έχει κύρος» (Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών). Όταν το διάβασε, μου προκάλεσε μεγάλο σοκ. Τα λόγια του Θεού είχαν αποκαλύψει ακριβώς την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν! Γιατί φοβόμουν τόσο να παρευρίσκομαι σε απρογραμμάτιστες συναθροίσεις. Γιατί με άγχωνε τόσο; Επειδή προσπαθούσα πάντα να εξυψώνω τον εαυτό μου. Από τότε που έγινα επικεφαλής, ένιωθα πως είχα θέση και κύρος, κι έτσι ήμουν διαφορετική από πριν. Τώρα που ήμουν επικεφαλής, θεωρούσα πως έπρεπε να προασπίζομαι την εικόνα μου ως επικεφαλής, να είμαι καλύτερη και πιο ικανή από τους άλλους. Η συναναστροφή μου έπρεπε να είναι πιο εύστοχη κι έπρεπε να αντιλαμβάνομαι την ουσία των προβλημάτων καλύτερα και να επιλύω κάθε ζήτημα που αντιμετώπιζαν οι αδελφοί και οι αδελφές στην είσοδό τους στη ζωή. Ένιωθα πως στις συναθροίσεις, κι ανεξάρτητα από το ποιος βρισκόταν μαζί μου, έπρεπε να ξεχωρίζω από το πλήθος, πως αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να φανώ αντάξια του τίτλου μου. Κι έτσι, αφού αποδέχτηκα αυτήν την αποστολή, μιλούσα και ενεργούσα αποκλειστικά για χάρη της θέσης μου. Στην πραγματικότητα, είχα ελλείψεις από κάθε άποψη, όμως ήθελα να μεταμφιέζομαι και να προσποιούμαι την εξυψωμένη, με το να επιδίδομαι σε πονηρές συμπεριφορές, προσπαθώντας να επισκιάσω τη συναναστροφή της συνεργάτιδάς μου, ώστε να λάμψω εγώ και να με υπολήπτονται. Μέρα με τη μέρα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πώς να διατηρήσω το κύρος μου, κι όχι πώς να κάνω καλά το καθήκον μου ή πώς να εκπληρώνω την ευθύνη μου. Δεν επικεντρωνόμουν στο ειλικρινές έργο. Πώς θα μπορούσε αυτό να θεωρείται επιδίωξη της αλήθειας και επιτέλεση του καθήκοντός μου; Αποτελούσε επιδίωξη του κύρους και βρισκόμουν εντελώς υπό τον έλεγχό του. Γινόμουν δέσμια του κύρους. Παρόλο που είχα εκλεχτεί ως επικεφαλής της εκκλησίας, δεν απέκτησα στη στιγμή τρομερό ανάστημα ούτε κατείχα αυτομάτως την πραγματικότητα της αλήθειας. Στην πραγματικότητα, εξακολουθούσα να είμαι το ίδιο άτομο. Το μόνο που άλλαξε ήταν το περιεχόμενο του καθήκοντός μου και των ευθυνών μου. Ο Θεός ήθελε να εκπαιδευτώ περισσότερο μέσα από την εκτέλεση του καθήκοντός μου ως επικεφαλής, να αναζητώ την αλήθεια για να επιλύω προβλήματα και να κάνω πρακτικό έργο. Δεν είχε να κάνει με την απόκτηση κύρους. Όμως αντ’ αυτού, εγώ εξύψωσα τον εαυτό μου με το κύρος μιας επικεφαλής θεωρώντας μάλιστα ανυπόστατα πως το να είμαι επικεφαλής ήταν σαν να υπηρετούσα και είχα το κύρος ενός κυβερνητικού αξιωματούχου. Δεν ήταν αυτή η οπτική ενός μη πιστού; Ήταν εντελώς παράλογη!
Μόλις τα συνειδητοποίησα όλα αυτά, προσευχήθηκα στον Θεό: «Αγαπημένε μου Θεέ, Σε ευχαριστώ για τη διαφώτισή και την καθοδήγησή Σου, που με έκανες να καταλάβω πως η αιτία της κατάστασής μου ήταν η επιδίωξη κύρους. Αυτό ήταν λάθος. Αγαπημένε μου Θεέ, είμαι έτοιμη να μετανοήσω και να αναζητήσω την αλήθεια, προκειμένου να διορθώσω την κατάστασή μου. Σε παρακαλώ, οδήγησέ με σωστά». Έπειτα, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Οι ίδιοι οι άνθρωποι αποτελούν δημιουργήματα. Μπορούν τα δημιουργήματα να επιτύχουν παντοδυναμία; Μπορούν να επιτύχουν τελείωση και τελειότητα; Μπορούν να επιτύχουν ικανότητα σε όλα, να φτάσουν να κατανοούν και να εκπληρώνουν τα πάντα; Όχι, δεν μπορούν. Ωστόσο, μέσα στους ανθρώπους υπάρχει μια αδυναμία. Αμέσως μόλις διδαχθούν μια δεξιότητα ή ένα επάγγελμα, οι άνθρωποι αισθάνονται ικανοί, ότι είναι άνθρωποι με θέση και αξία, και ότι είναι επαγγελματίες. Ανεξάρτητα από το πόσο “ικανοί” νομίζουν ότι είναι, όλοι τους θέλουν να προωθήσουν τον εαυτό τους, να υποδυθούν τις σπουδαίες προσωπικότητες και να δίνουν την εντύπωση ότι είναι τέλειοι, άψογοι και αψεγάδιαστοι· θέλουν οι άλλοι να τους θεωρούν σπουδαίους, ισχυρούς, πλήρως ικανούς και σε θέση να επιτύχουν τα πάντα. […] Δεν επιθυμούν να είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, κανονικοί άνθρωποι ή κοινοί θνητοί. Θέλουν απλώς να είναι υπεράνθρωποι ή άνθρωποι με ειδικές ικανότητες ή δυνάμεις. Αυτό είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα! Όσον αφορά τις αδυναμίες, τα ελαττώματα, την άγνοια, την ανοησία και την έλλειψη κατανόησης εντός της κανονικής ανθρώπινης φύσης, τα σκεπάζουν όλα, τα κάνουν πακέτο και δεν αφήνουν τους άλλους να τα δουν, και στη συνέχεια συνεχίζουν να υποδύονται. […] Δεν ξέρουν ποιοι είναι ούτε πώς να βιώσουν την κανονική ανθρώπινη φύση. Δεν έχουν ενεργήσει ούτε μια φορά σαν πρακτικά ανθρώπινα όντα. Αν οι άνθρωποι επιλέξουν αυτό το μονοπάτι ως προς τη συμπεριφορά τους —πάντα αιθεροβατώντας αντί να έχουν τα πόδια τους στο έδαφος, πάντα θέλοντας να πετάξουν— τότε είναι βέβαιο ότι θα συναντήσουν προβλήματα. Το μονοπάτι στη ζωή που διαλέγεις δεν είναι το σωστό. Για να είμαι ειλικρινής μαζί σου, αν το πράξεις, τότε, ανεξάρτητα από το ότι πιστεύεις στον Θεό, δεν πρόκειται να κατανοήσεις την αλήθεια ούτε θα είσαι ικανός να την αποκτήσεις, διότι το σημείο εκκίνησής σου είναι εσφαλμένο» («Οι πέντε καταστάσεις που έχουν οι άνθρωποι πριν εισέλθουν στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό» στο βιβλίο «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών»). Όταν το διάβασα, ένιωθα πως βρισκόμουν ενώπιος ενωπίω με τον Θεό και με έκρινε. Το σημείο που με άγγιξε περισσότερο ήταν το: «Αν το πράξεις, τότε, ανεξάρτητα από το ότι πιστεύεις στον Θεό, δεν πρόκειται να κατανοήσεις την αλήθεια ούτε θα είσαι ικανός να την αποκτήσεις, διότι το σημείο εκκίνησής σου είναι εσφαλμένο». Κατάλαβα πόσο κρίσιμα είναι για κάποιον στο καθήκον του τα κίνητρα και το μονοπάτι που παίρνει, πως αυτά καθορίζουν αμέσως το αν μπορεί να αποκτήσει ή όχι την αλήθεια. Αν δεν επιδιώκουμε την αλήθεια στο καθήκον μας, αν δεν λαμβάνουμε υπόψη μας το θέλημα του Θεού, αλλά αντ’ αυτού, συντηρούμε το κύρος μας, όσο σκληρά κι αν εργαζόμαστε κι όσο κι αν υποφέρουμε και πληρώνουμε το τίμημα, δεν θα αποκτήσουμε ποτέ την αποδοχή του Θεού. Εκείνος θα μας απορρίψει και θα μας καταδικάσει. Ο Θεός είναι άγιος και μπορεί να κοιτάξει στα βάθη της καρδιάς και του μυαλού μας. Αφότου έγινα επικεφαλής, σκεφτόμουν μόνο την εικόνα και το κύρος μου στα μάτια των άλλων ανθρώπων. Ήθελα να προστατεύσω τη θέση μου ως επικεφαλής, έκρυβα τα ελαττώματά μου και τις ελλείψεις μου, ώστε οι άλλοι να με υπολήπτονται και να με θαυμάζουν. Η αποστολή του Θεού δεν ήταν στην καρδιά μου. Επιδίωκα το κύρος και έπαιρνα ένα μονοπάτι αντίστασης προς τον Θεό. Πώς θα μπορούσα έτσι να αποκτήσω το έργο του Αγίου Πνεύματος; Επομένως, το σκοτάδι στο οποίο είχα βυθιστεί, ήταν η δίκαιη διάθεση του Θεού πάνω μου. Αν εξακολουθούσα να μη μετανοώ, ο Θεός σίγουρα θα με σιχαινόταν. Θυμήθηκα τους αντίχριστους που είχαν εκδιωχτεί από τον οίκο του Θεού. Είχαν κύρος και πάντα ένιωθαν πως δεν ήταν σαν τους άλλους. Έγιναν άπληστοι για τα προνόμια του κύρους, εξυψώνοντας και επιδεικνύοντας τον εαυτό τους, και αγωνίζονταν να αποσπάσουν με τη βία τον λαό του Θεού. Εναντιώθηκαν στον Θεό και τελικά αποβλήθηκαν. Εξαλείφθηκαν. Μόλις τα συνειδητοποίησα όλα αυτά, αναλογίστηκα πως, από τότε που ανέλαβα το καθήκον της επικεφαλής, ελεγχόμουν από το κύρος. Θεωρούσα τα καθήκοντα ως ιεραρχικά, αποδίδοντάς μου έναν τίτλο και εξυψώνοντας τον εαυτό μου. Θεωρούσα πως είχα αποκτήσει κύρος και ήθελα να επιδεικνύομαι επιλύοντας τα προβλήματα των άλλων, ώστε να με υπολήπτονται. Ντρεπόμουν πολύ. Η συγκεκριμένη σκέψη με έκανε να θέλω να πεθάνω απ’ την ντροπή μου. Ένιωθα εντελώς σιχαμερή και πως προστατεύοντας έτσι το κύρος μου στα μάτια των άλλων ανθρώπων, ουσιαστικά ανταγωνιζόμουν τον Θεό σε κύρος. Αυτό ήταν το μονοπάτι ενός αντίχριστου. Τότε, κατάλαβα πόσο επικίνδυνη ήταν η κατάσταση στην οποία βρισκόμουν. Πως αν δεν μετανοούσα, τελικά θα τιμωρούμουν σαν ένας αντίχριστος.
Στη μετέπειτα αναζήτησή μου και στον προβληματισμό μου, διάβασα αυτό το χωρίο των λόγων του Θεού. «Όταν δεν έχεις κύρος, μπορείς να αναλύεις συχνά τον εαυτό σου και να φτάσεις στο σημείο να τον γνωρίσεις. Αυτό είναι προς όφελος των άλλων. Όταν έχεις κύρος, μπορείς και πάλι να αναλύεις συχνά τον εαυτό σου και να φτάσεις στο σημείο να τον γνωρίσεις, δίνοντας στους άλλους τη δυνατότητα να κατανοήσουν την πραγματικότητα της αλήθειας και να αντιληφθούν το θέλημα του Θεού μέσα από τις εμπειρίες σου. Και από αυτό μπορούν να επωφεληθούν οι άνθρωποι, έτσι δεν είναι; Αν ασκείσαι κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε, είτε έχεις κύρος είτε όχι, οι άλλοι θα επωφελούνται από αυτό όπως και να ’χει. Οπότε, τι σημαίνει για σένα το κύρος; Στην πραγματικότητα, είναι ένα επιπλέον, επιπρόσθετο πράγμα, σαν κάποιο ένδυμα ή καπέλο· εφόσον δεν το εκλαμβάνεις ως πολύ σπουδαίο ζήτημα, δεν μπορεί να σε περιορίσει. Αν αγαπάς το κύρος και δίνεις ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό, αντιμετωπίζοντάς το συνεχώς ως σημαντικό ζήτημα, τότε θα σε έχει υπό τον έλεγχό του. Κατόπιν τούτου, δεν θα θέλεις πια να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ούτε θα είσαι πρόθυμος να ανοιχτείς και να απογυμνώσεις τον εαυτό σου, ούτε να παραμερίσεις τον ρόλο του επικεφαλής για να μιλήσεις και να αλληλεπιδράσεις με τους άλλους και να εκπληρώσεις το καθήκον σου. Τι είδους πρόβλημα είναι αυτό; Δεν έχεις αναλάβει αυτήν τη θέση για τον εαυτό σου; Και δεν έχεις συνεχίσει, λοιπόν, να κατέχεις αυτήν τη θέση και να είσαι απρόθυμος να την εγκαταλείψεις, και να ανταγωνίζεσαι, μάλιστα, τους άλλους για να προστατεύσεις το κύρος σου; Δεν βασανίζεις απλώς τον εαυτό σου; Αν καταλήξεις να βασανίσεις τον εαυτό σου μέχρι θανάτου, σε ποιον θα μπορείς να επιρρίψεις την ευθύνη; Αν, όταν έχεις κύρος, μπορείς να αποφύγεις να παριστάνεις τον ανώτερο στους άλλους, εστιάζοντας, αντιθέτως, στον τρόπο με τον οποίο θα εκτελέσεις καλά τα καθήκοντά σου, κάνοντας όλα όσα θα πρέπει να κάνεις και εκπληρώνοντας όλα τα καθήκοντα που οφείλεις, και αν βλέπεις τον εαυτό σου ως συνηθισμένο αδελφό ή συνηθισμένη αδελφή, τότε δεν θα έχεις απορρίψει τον ζυγό του κύρους;» («Για να επιλύσει κάποιος τη διεφθαρμένη διάθεσή του, πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο μονοπάτι πράξης» στο βιβλίο «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών»). Τα λόγια του Θεού μού παρείχαν ένα μονοπάτι πράξης. Ανεξαρτήτως του κύρους μου, πρέπει να κάνω σωστά το καθήκον μου, να συναναστρέφομαι σχετικά με όσα κατανοώ κι όταν δεν κατανοώ, θα πρέπει να συναναστρέφομαι ανοιχτά με τους αδελφούς και τις αδελφές για να αναζητούμε την αλήθεια και να το επιλύουμε μαζί. Απλώς εκτελούσα ένα διαφορετικό καθήκον από τους άλλους, όμως κανείς δεν είναι σημαντικότερος των άλλων. Και το γεγονός πως εγώ υπηρετούσα ως επικεφαλής δεν σήμαινε πως ήμουν καλύτερη ή πιο ικανή από τους άλλους. Όμως, εγώ συμπεριφέρθηκα σαν ανόητη και δεν είχα καθόλου αυτογνωσία. Είχα επίσης κάθε λογής ελαττώματα και χρειαζόμουν βοήθεια. Εγώ αντιθέτως θεωρούσα πως αυτό που χρειαζόμουν ήταν να είμαι καλύτερη από τους άλλους. Ήμουν πολύ αλαζονική και αδαής! Ένιωθα πως το να θεοποιώ έτσι αισχρά τον εαυτό μου ήταν τουλάχιστον αστείο. Ευχαρίστησα τον Θεό με όλη μου την καρδιά που με εξέθεσε μέσα απ’ αυτήν την κατάσταση και μου επέτρεψε να καταλάβω πως έπαιρνα το λανθασμένο μονοπάτι. Η προσευχή μου προς Εκείνον ήταν η εξής: «Θεέ μου, Σε ευχαριστώ που με εξέθεσες, ώστε να μπορώ να δω πόσο απορροφημένη ήμουν από το κύρος και πως βρισκόμουν στο μονοπάτι στης αντίστασης προς Εσένα. Θέλω να βρίσκομαι στο σωστό μονοπάτι. Επιθυμώ να μετανοήσω, να εγκαταλείψω την ιδέα του κύρους, να αλλάξω τη στάση μου απέναντι στο καθήκον μου και να ενεργώ σύμφωνα με τις αρχές της αλήθειας».
Μια φορά, πήγα σε μια συνάθροιση ομάδας, στην οποία τρεις αδελφοί και αδελφές έκαναν το καθήκον τους για περισσότερο καιρό από μένα και κάποιοι υπηρετούσαν ως επικεφαλής. Στο παρελθόν, είχαν συναναστραφεί μαζί μου σχετικά με την αλήθεια κι άλλα, έτσι ένιωθα κάπως σφιγμένη στη συνάθροιση. Φοβόμουν πως αν η συναναστροφή μου δεν ήταν καλή και δεν κατάφερνα να τους βοηθήσω με τα προβλήματά τους, ίσως θεωρούσαν πως δεν κατείχα καθόλου την πραγματικότητα της αλήθειας ή πως δεν ήμουν κατάλληλη για επικεφαλής. Δεν τολμούσα να τους ρωτήσω για την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν, καθώς φοβόμουν πως θα έλεγαν κάτι που δεν θα μπορούσα να αντιμετωπίσω. Εκείνη τη στιγμή, κατάλαβα πως προσπαθούσα και πάλι να προστατεύσω το πρόσωπό μου και το κύρος μου, κι έτσι είπα μια προσευχή για να απαρνηθώ τον εαυτό μου. Τότε, ήρθαν στο μυαλό μου τα εξής λόγια του Θεού: «Αν, όταν έχεις κύρος, μπορείς να αποφύγεις να παριστάνεις τον ανώτερο στους άλλους, εστιάζοντας, αντιθέτως, στον τρόπο με τον οποίο θα εκτελέσεις καλά τα καθήκοντά σου, κάνοντας όλα όσα θα πρέπει να κάνεις και εκπληρώνοντας όλα τα καθήκοντα που οφείλεις, και αν βλέπεις τον εαυτό σου ως συνηθισμένο αδελφό ή συνηθισμένη αδελφή, τότε δεν θα έχεις απορρίψει τον ζυγό του κύρους;» («Για να επιλύσει κάποιος τη διεφθαρμένη διάθεσή του, πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο μονοπάτι πράξης» στο βιβλίο «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών»). Γνώριζα πως έπρεπε να κάνω πράξη τις απαιτήσεις του Θεού και παρόλο που η κατανόησή μου ήταν ρηχή, ήμουν πρόθυμη να βασιστώ στον Θεό και να κάνω το καθήκον μου όσο καλύτερα μπορούσα. Υπό την καθοδήγηση των λόγων του Θεού, απέκτησα μια μεγάλη αίσθηση απελευθέρωσης και δεν νοιαζόμουν για το τι θα σκέφτονταν οι άλλοι για μένα. Αποφάσισα να μοιραστώ αυτό που κατανοούσα. Όταν άκουσαν όσα είχα να πω, δεν με περιφρόνησαν, αλλά αντιθέτως, είπαν πως είχαν κερδίσει κάτι απ’ αυτό.
Στη συναναστροφή, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού στο «Οι αρχές που θα πρέπει να καθοδηγούν τη συμπεριφορά σας». Τα λόγια του Θεού λένε: «Ό,τι καθήκον κι αν εκτελεί ένας άνθρωπος, η επίτευξη αποτελεσμάτων προκειμένου να ικανοποιήσει τον Θεό και να κερδίσει την έγκρισή Του, καθώς επίσης και η εκτέλεση του καθήκοντός του σύμφωνα με τις προδιαγραφές εναπόκεινται στις πράξεις του Θεού. Αν εκτελείς τις ευθύνες σου, αν κάνεις το καθήκον σου, μα ο Θεός δεν ενεργεί και δεν σου λέει τι να κάνεις, τότε δεν θα γνωρίζεις το μονοπάτι σου, την κατεύθυνσή σου ή τους στόχους σου. Τι προκύπτει, τελικά, από αυτό; Θα ήταν άκαρπη προσπάθεια. Έτσι, το να κάνεις το καθήκον σου σύμφωνα με τις προδιαγραφές και το να είσαι ικανός να παραμείνεις σταθερός εντός του οίκου του Θεού, το να διαπαιδαγωγείς τους αδελφούς και τις αδελφές και το να κερδίζεις την έγκριση του Θεού, αυτά εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από τον Θεό! Οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν μόνο εκείνα τα πράγματα για τα οποία είναι προσωπικά ικανοί, αυτά τα οποία οφείλουν να κάνουν και αυτά τα οποία είναι εντός των έμφυτων ικανοτήτων τους —τίποτα περισσότερο. Επομένως, τα αποτελέσματα που προκαλούνται τελικά από το καθήκον σου καθορίζονται από την καθοδήγηση του Θεού· καθορίζονται από το μονοπάτι, τους στόχους, την κατεύθυνση και τις αρχές που παρέχονται από τον Θεό» (Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών). Η ανάγνωση των λόγων του Θεού πραγματικά διαφώτισε την καρδιά μου. Κατάλαβα πως το έργο του οίκου του Θεού ουσιαστικά γίνεται και στηρίζεται από τον Θεό. Κι ως ανθρώπινα όντα, κάνουμε το καθήκον μας στον βαθμό που μπορούμε. Ανεξάρτητα από το πόσο σκληρά εργαζόμαστε, δεν θα πετύχουμε τίποτα στο καθήκον μας χωρίς το έργο του Αγίου Πνεύματος και τη διαφώτιση και καθοδήγηση του Θεού. Πρέπει να κατανοούμε τι απαιτεί ο Θεός, να το τοποθετούμε στην καρδιά μας, να αναζητούμε και να κάνουμε πράξη την αλήθεια σε όλα τα πράγματα και να εργαζόμαστε σύμφωνα με τις αρχές. Έτσι, αποκτούμε το έργο του Αγίου Πνεύματος και την αποδοχή του Θεού. Στη θέση της επικεφαλής έπρεπε απλώς να συναναστρέφομαι σχετικά με την αλήθεια, προκειμένου να βοηθώ τους άλλους να επιλύουν τις δυσκολίες τους στο καθήκον τους και στην είσοδό τους στη ζωή. Παρόλο που υπήρχαν φορές που δεν μπορούσα να επιλύσω αμέσως κάποιο πρόβλημα, το θυμόμουν και επανερχόμουν αργότερα να το επιλύσω. Κι έτσι, τους ρωτούσα ποια ήταν η κατάσταση στην οποία βρίσκονταν και τι δυσκολίες αντιμετώπιζαν. Όταν συναναστρέφονταν σχετικά με την κατάστασή τους, ησύχαζα την καρδιά μου ενώπιον του Θεού, αναζητούσα προσεκτικά και το σκεφτόμουν. Με τον τρόπο αυτόν, μπορούσα να καταλάβω την αιτία των προβλημάτων τους και χρησιμοποιούσα τα λόγια του Θεού καταλλήλως για να τους βοηθήσω να βρουν ένα μονοπάτι να τα επιλύσουν. Ήξερα πως αυτό οφειλόταν εξολοκλήρου στην καθοδήγηση του Θεού. Ήμουν πολύ ενθουσιασμένη γι’ αυτό και έπαιρνα μια γεύση της απελευθέρωσης μετά την εγκατάλειψη του κύρους. Η εμπειρία αυτή μου έδειξε πως στο καθήκον μου, έπρεπε να διορθώσω τη στάση μου και να θέσω την καρδιά μου στην επιτέλεση του έργου της αποστολής του Θεού, προβληματιζόμενη και αναζητώντας τον τρόπο να κάνω καλά το καθήκον μου, και να πετυχαίνω τα καλύτερα αποτελέσματα. Αυτό ήταν το σωστό μονοπάτι. Κι έτσι, προτού το καταλάβω, είχα απελευθερωθεί από τα δεσμά και τους περιορισμούς του κύρους. Μπορούσα να λάβω την καθοδήγηση και τις ευλογίες του Θεού!