47. Στοχασμός και κατανόηση του εγωισμού μου
Τον Απρίλιο του 2024, επιλέχθηκα ως επικεφαλής της περιφέρειας. Εκείνη την περίοδο, ένιωσα μεγάλη πίεση. Ένιωσα ότι η ευθύνη αυτού του καθήκοντος ήταν βαριά, ότι υπήρχαν πολλές δυσκολίες που έπρεπε ν’ αντιμετωπίσω, και ότι έπρεπε να επωμιστώ πολλές έγνοιες και να πληρώσω μεγάλο τίμημα. Σκέφτηκα, όμως, πως αυτό το καθήκον ήταν από τη χάρη του Θεού και πως δεν έπρεπε να σκέφτομαι μόνο τα προσωπικά μου σαρκικά συμφέροντα, οπότε το δέχτηκα με χαρά. Επειδή ήμουν καινούργια σ’ αυτό το καθήκον, το έργο που μου ανατέθηκε ήταν σχετικά ελαφρύ, και ήμουν υπεύθυνη μόνο για το κειμενικό έργο και την εκκλησιαστική ζωή. Στον ελεύθερό μου χρόνο, μπορούσα επίσης να βλέπω βίντεο και ν’ ακούω ύμνους. Ένιωθα πως ήταν πολύ καλό να κάνω το καθήκον μου έτσι. Λίγο καιρό μετά, μια αδελφή που συνεργαζόταν μαζί μου απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά της επειδή δεν έκανε αληθινό έργο, οπότε ανέλαβα το έργο εκκαθάρισης για το οποίο ήταν υπεύθυνη. Μέχρι την ώρα της παράδοσης δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι το έργο εκκαθάρισης είχε πολλά ζητήματα, ότι δεν υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι για να οργανώσουν το υλικό εκκαθάρισης και ότι υπήρχε μεγάλος όγκος υλικού εκκαθάρισης που χρειαζόταν έλεγχο. Ένιωσα πως ο φόρτος εργασίας μου είχε αυξηθεί δραματικά. Οι εργασίες έρχονταν η μία μετά την άλλη και το καθημερινό μου πρόγραμμα ήταν γεμάτο.
Μια μέρα, ενώ χειριζόμουν τις εργασίες μου, η συνεργάτιδά μου, η αδελφή Τσίου Γιεν, είπε: «Το ευαγγελικό έργο αντιμετώπισε δυσκολίες και τα αποτελέσματά του έχουν μειωθεί σημαντικά. Πρέπει όλοι μαζί να συζητήσουμε για μια λύση». Όταν ήμουν επικεφαλής εκκλησίας παλαιότερα, έμαθα λίγα πράγματα γι’ αυτές τις καταστάσεις. Οι αδελφοί και οι αδελφές, όταν αντιμετώπιζαν δυσκολίες στο κήρυγμα του ευαγγελίου, είχαν την τάση να υποχωρούν, και οι επικεφαλής και οι εργάτες δεν επικεντρώνονταν στην επίλυση αυτών των αληθινών προβλημάτων και απλώς πίεζαν για πρόοδο. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος που το ευαγγελικό έργο δεν είχε καλά αποτελέσματα. Ήθελα να μιλήσω γι’ αυτό το ζήτημα, αλλά μετά σκέφτηκα: «Υπάρχουν και πολλά προβλήματα στο έργο εκκαθάρισης για το οποίο είμαι υπεύθυνη. Το μυαλό μου είναι συνεχώς απασχολημένο κάθε μέρα. Αν συμμετάσχω και στο ευαγγελικό έργο, δεν θα είναι επιπλέον κόπος εκ μέρους μου; Πού θα βρω όλη αυτήν την επιπλέον ενέργεια;» Έτσι, ένιωσα πως έπρεπε απλώς να επικεντρωθώ στο έργο για το οποίο ήμουν υπεύθυνη. Με αυτήν τη σκέψη, δεν είπα τίποτα και απλώς συνέχισα με τις δικές μου εργασίες. Εκείνη τη στιγμή, η Τσίου Γιεν με ρώτησε: «Ήσουν επικεφαλής εκκλησίας παλαιότερα, οπότε θα πρέπει να έχεις κάποια κατανόηση για το ευαγγελικό έργο της εκκλησίας. Έχεις καλές προτάσεις;» Σκέφτηκα μέσα μου: «Δεν έχω τελειώσει ακόμα τις δικές μου εργασίες. Αν συζητήσω τώρα για το ευαγγελικό έργο, δεν θα καθυστερήσει το έργο που έχω να κάνω;» Έτσι, αρνήθηκα και είπα: «Μπορείς απλώς να το συζητήσεις με τη Λι Γιουέ. Έχω πολλές επείγουσες εργασίες να χειριστώ αυτήν τη στιγμή». Μετά, απλώς επέστρεψα στις δικές μου εργασίες. Η Λι Γιουέ είδε τη στάση μου και μου είπε αυστηρά: «Άλλωστε, η οπτική ενός ατόμου είναι περιορισμένη. Για να λυθούν οι δυσκολίες στο έργο πρέπει να συμμετέχουν όλοι. Είσαι ανεύθυνη!» Ακούγοντας την κριτική της αδελφής, ένιωσα ενοχές, καθώς σκεφτόμουν ότι είχα φερθεί πολύ εγωιστικά. Μόνο τότε σταμάτησα αυτό που έκανα και συμμετείχα στη συζήτηση. Μίλησα επίσης για τα προβλήματα που είχα παρατηρήσει κάνοντας τα καθήκοντά μου στην εκκλησία και σύντομα, μέσα από τη συναναστροφή, βρήκαμε μια λύση.
Λίγες μέρες αργότερα, η Λι Γιουέ και η Τσίου Γιεν συζητούσαν το ζήτημα της καλλιέργειας ποτιστών. Είπαν ότι κάποιοι επικεφαλής εκκλησιών δεν επικεντρώνονταν στην καλλιέργεια ανθρώπων, πράγμα που οδήγησε σε έλλειψη ποτιστών στην εκκλησία, οπότε κάποιοι νεοφώτιστοι δεν μπορούσαν να λάβουν έγκαιρο πότισμα, κι έτσι εμποδίστηκε σοβαρά το έργο του ποτίσματος των νεοφώτιστων. Είπαν ότι έπρεπε να γράψουμε στους επικεφαλής των εκκλησιών για να επικοινωνήσουμε γι’ αυτό. Μου ζήτησαν να συμμετάσχω στη συζήτηση για την επίλυση αυτού του προβλήματος, αλλά σκέφτηκα: «Αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να διευθετηθεί με τη μία. Αυτά τα ζητήματα θα πάρουν πολύ χρόνο και πνευματική ενέργεια, και το έργο ποτίσματος δεν είναι καν δική μου ευθύνη. Η συζήτηση θα καθυστερήσει το έργο που κάνω και αργότερα, αν συσσωρευτεί το έργο μου, θα πρέπει να ξοδέψω επιπλέον χρόνο για να τη χειριστώ. Επιπλέον, η επίλυση του προβλήματος δεν θα μου δώσει κανέναν έπαινο. Θα ξοδέψω χρόνο και ενέργεια, και θα καθυστερήσω το δικό μου έργο. Ποιο το νόημα λοιπόν;» Έδωσα, λοιπόν, μια επιπόλαιη απάντηση: «Δεν καταλαβαίνω καλά αυτά τα ζητήματα και δεν μπορώ να προσφέρω καλές συμβουλές. Συζητήστε το πρώτα εσείς, μετά γράψτε μια επιστολή για να συναναστραφείτε με τους επικεφαλής των εκκλησιών και, μόλις τη γράψετε, μπορούμε να την ελέγξουμε μαζί». Ακούγοντας την απάντησή μου, οι αδελφές δεν είπαν τίποτα και έτσι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να συζητήσουν το θέμα μόνες τους. Αργότερα, η Τσίου Γιεν τελείωσε τη συγγραφή της επιστολής και μας ζήτησε να κάνουμε προτάσεις. Της έριξα μια γρήγορη ματιά και σκέφτηκα ότι κάποια σημεία δεν ήταν σαφή και χρειάζονταν συμπλήρωμα και βελτίωση, αλλά δεν ήθελα να μπω στον κόπο να τα αλλάξω, οπότε απλώς της ανέφερα εν συντομία μερικά από τα ζητήματα. Μετά τα σχόλιά μου, η Τσίου Γιεν ακόμα δεν ήξερε τι προσθήκες να κάνει και είπε με αμηχανία: «Δεν είμαι τόσο καλή στο να γράφω επιστολές και επίσης δυσκολεύομαι με την επιμέλεια. Θα μπορούσες, λοιπόν, να βοηθήσεις στις αλλαγές και στο συμπλήρωμα; Έτσι, δεν θα καθυστερήσει το έργο». Εγώ απλώς επέμενα να την αλλάξει η αδελφή. Βλέποντάς με να βρίσκω συνεχώς δικαιολογίες, τελικά με επέκρινε: «Δεν συμμετείχες στη χθεσινή συζήτηση και τώρα που γράφτηκε η επιστολή, πάλι δεν βοηθάς στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν. Το εκκλησιαστικό έργο είναι συλλογική προσπάθεια και όλοι μοιράζονται την ευθύνη, αλλά εσύ νοιάζεσαι μόνο για τον δικό σου φόρτο εργασίας. Φέρεσαι εντελώς εγωιστικά και ποταπά!» Όταν την άκουσα να το λέει αυτό, ένιωσα πολύ αδικημένη και άρχισα να σχηματίζω αρνητική άποψη για τις αδελφές, γιατί θεώρησα ότι δεν καταλάβαιναν καθόλου τις δυσκολίες μου. Σκέφτηκα: «Κάνω αυτό το καθήκον για λίγο καιρό και έχω ήδη πολλή δουλειά κάθε μέρα. Τώρα θέλετε να ξοδέψω επιπλέον χρόνο για το δικό σας έργο και, όταν το έργο σας φέρει αποτελέσματα, ο έπαινος θα πάει σε εσάς. Εγώ θα είμαι απλώς στα παρασκήνια, χωρίς να έχω κανένα όφελος. Επίσης, θα μαζευτεί πολύ απ’ το δικό μου έργο, και θα πρέπει να ξοδέψω χρόνο και ενέργεια για να τη χειριστώ κι αυτή. Έτσι χάνω εγώ!» Βλέποντας, όμως, την αδελφή να φαίνεται αβοήθητη, συμφώνησα απρόθυμα και έκανα τις αλλαγές στην επιστολή. Ένιωθα, όμως, πολύ καταπιεσμένη, γιατί θεωρούσα αυτό το καθήκον πολύ δύσκολο. Έπρεπε όχι μόνο να παρακολουθώ τις δικές μου ευθύνες, αλλά και να ασχολούμαι με το έργο των αδελφών, και ήθελα απλώς να ξεφύγω από αυτήν την κατάσταση. Εκείνη την περίοδο, έκανα το καθήκον μου σε μια κατάσταση σύγχυσης και νωθρότητας, χωρίς να νιώθω καθόλου το έργο του Αγίου Πνεύματος και κάθε μέρα, απλώς έκανα το καθήκον μου μηχανικά. Μέσα στον πόνο μου, έφερα την κατάστασή μου ενώπιον του Θεού, μέσω προσευχής και αναζήτησης: «Θεέ μου, νιώθω μεγάλη πίεση από τα προβλήματα που έχω στο καθήκον μου, αλλά πρέπει επίσης να συμμετέχω στο συνολικό έργο και η καρδιά μου νιώθει αντίσταση. Ξέρω ότι η κατάστασή μου είναι λάθος, αλλά απλώς δεν μπορώ να υποταχθώ. Θεέ μου, Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με, ώστε να μπορέσω να αναζητήσω την αλήθεια και να κατανοήσω την πρόθεσή Σου».
Κατά τη διάρκεια της πνευματικής μου άσκησης, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Αν πιστεύεις στην κυριαρχία του Θεού, τότε πρέπει να πιστέψεις ότι όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά, καλά και κακά, δεν συμβαίνουν τυχαία. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιος σου φέρεται επίτηδες σκληρά ή σε έχει βάλει στόχο· όλα, στην πραγματικότητα, τα έχει κανονίσει και ενορχηστρώσει ο Θεός» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Για να κερδίσει κανείς την αλήθεια, πρέπει να μάθει από τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα τριγύρω). Τα λόγια του Θεού έλυσαν αμέσως τον κόμπο στην καρδιά μου. Όλα όσα μου συμβαίνουν καθημερινά, οι άνθρωποι, τα γεγονότα και τα πράγματα, υπόκεινται στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού, και εγώ έπρεπε να ησυχάσω ενώπιόν Του για να πάρω τα μαθήματά μου και να γνωρίσω τη διεφθαρμένη μου διάθεση. Στην κατάσταση, όμως, που βρισκόμουν, ένιωθα ότι οι αδελφές μου δεν καταλάβαιναν τις δυσκολίες μου. Ζούσα σε μια κατάσταση που είχα εστιάσει σε ανθρώπους και πράγματα, και δεν είχα καθόλου υποταγή. Έπρεπε να παραμερίσω τον εαυτό μου, να προσέλθω ενώπιον του Θεού για να αναζητήσω την αλήθεια και να κάνω αυτοκριτική.
Αργότερα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Ανεξάρτητα από το τι έργο αναλαμβάνουν, οι αντίχριστοι δεν σκέφτονται ποτέ τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Εξετάζουν μόνο αν θα επηρεαστούν τα δικά τους συμφέροντα, σκέφτονται μόνο τη λίγη δουλειά που έχουν μπροστά τους και η οποία τους ωφελεί. Γι’ αυτόν, το πρωταρχικό έργο της εκκλησίας είναι απλώς κάτι που κάνουν στον ελεύθερό τους χρόνο. Δεν το παίρνουν καθόλου στα σοβαρά. Κουνιούνται μόνο όταν τους τσιγκλήσει κάποιος να ενεργήσουν, κάνουν μόνο αυτό που τους αρέσει και κάνουν έργο μόνο για χάρη της διατήρησης της δικής τους θέσης και δύναμης. Στα μάτια τους, οποιοδήποτε έργο οργανώνεται από τον οίκο του Θεού, το έργο της διάδοσης του ευαγγελίου και η είσοδος στη ζωή του εκλεκτού λαού του Θεού δεν είναι σημαντικά. Όσες δυσκολίες κι αν έχουν οι άλλοι στο έργο τους, ό,τι θέματα κι αν έχουν εντοπίσει και τους τα αναφέρουν, όσο ειλικρινή κι αν είναι τα λόγια τους, οι αντίχριστοι δεν δίνουν σημασία, δεν συμμετέχουν, είναι σαν να μην έχει αυτό καμία σχέση μαζί τους. Όσο μεγάλα προβλήματα κι αν παρουσιάζονται στο έργο της εκκλησίας, είναι παντελώς αδιάφοροι. Ακόμη και όταν ένα πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς μπροστά τους, το αντιμετωπίζουν μόνο επιφανειακά. Μόνον όταν κλαδευτούν απευθείας από τον Άνωθεν και τους δοθεί εντολή να ξεκαθαρίσουν κάποιο πρόβλημα, κάνουν απρόθυμα λίγο πραγματικό έργο και δίνουν στον Άνωθεν κάτι να δει. Αμέσως μετά, συνεχίζουν τη δική τους δουλειά. Όσον αφορά το έργο της εκκλησίας, τα σημαντικά πράγματα του ευρύτερου πλαισίου, γι’ αυτά τα πράγματα είναι αδιάφοροι και τα αγνοούν. Παραμελούν ακόμη και τα προβλήματα που ανακαλύπτουν και δίνουν επιπόλαιες απαντήσεις ή τα μασάνε όταν τους ρωτάς για προβλήματα, αντιμετωπίζοντάς τα μόνο με μεγάλη απροθυμία. Αυτή είναι εκδήλωση του ότι είναι εγωιστές και ελεεινοί, έτσι δεν είναι;» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Παράρτημα τέταρτο: Συνοψίζοντας τον χαρακτήρα των αντίχριστων και τη διάθεση-ουσία τους (Μέρος πρώτο)]. «Αν κάποιος πιστεύει στον Θεό, αλλά δεν υπακούει στα λόγια Του, δεν αποδέχεται την αλήθεια ούτε υποτάσσεται στις διευθετήσεις και τις ενορχηστρώσεις Του, αν επιδεικνύει μόνο κάποιες καλές συμπεριφορές, αλλά δεν μπορεί να επαναστατήσει εναντίον της σάρκας και δεν εγκαταλείπει τον εγωισμό και τα συμφέροντά του στο παραμικρό, αν, παρόλο που φαίνεται να εκτελεί το καθήκον του, συνεχίζει να ζει σύμφωνα με τις σατανικές του διαθέσεις και ούτε έχει εγκαταλείψει στο ελάχιστο ούτε έχει αλλάξει τις σατανικές φιλοσοφίες και τους τρόπους της ύπαρξής του, τότε πώς είναι δυνατόν να πιστεύει στον Θεό; Πίστη στη θρησκεία είναι αυτό. Τέτοιοι άνθρωποι επιφανειακά απαρνούνται κάποια πράγματα και δαπανούν τον εαυτό τους, αλλά αν εξετάσει κανείς το μονοπάτι που ακολουθούν και την πηγή και την αφετηρία όλων των πράξεών τους, δεν βασίζονται ούτε στα λόγια του Θεού ούτε στην αλήθεια. Κάθε άλλο· αυτοί οι άνθρωποι συνεχίζουν να ενεργούν σύμφωνα με τις δικές τους αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες, τις υποκειμενικές τους εικασίες, αλλά και τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους. Η ύπαρξη και οι πράξεις τους ακόμα βασίζονται στις φιλοσοφίες και τις διαθέσεις του Σατανά. Σε όσα ζητήματα δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια, δεν την αναζητούν, αλλά και σε όσα την καταλαβαίνουν, ούτε την κάνουν πράξη ούτε τιμούν τον Θεό ως μέγα ούτε θεωρούν την αλήθεια πολύτιμη. Παρόλο που στους τύπους και στα λόγια πιστεύουν στον Θεό και Τον αναγνωρίζουν, και παρόλο που μπορεί να φαίνονται ικανοί να εκτελέσουν ένα καθήκον και να ακολουθήσουν τον Θεό, ζουν σε ό,τι λένε και σε ό,τι κάνουν σύμφωνα με τη σατανική τους διάθεση. Όλα όσα λένε και κάνουν είναι αποκαλύψεις μιας διεφθαρμένης διάθεσης. Δεν πρόκειται να τους δεις να κάνουν πράξη ούτε να βιώνουν τα λόγια του Θεού, πόσο μάλλον την εκδήλωση της αναζήτησης και της υποταγής τους στην αλήθεια στα πάντα. Στις πράξεις τους, σκέφτονται πρώτα τα δικά τους συμφέροντα και εκπληρώνουν πρώτα τις δικές τους επιθυμίες και προθέσεις. Είναι άνθρωποι που ακολουθούν τον Θεό αυτοί; (Όχι.) […] Όσα χρόνια κι αν πιστεύουν, δεν έχουν διαμορφώσει μια κανονική σχέση με τον Θεό· ό,τι κι αν κάνουν, ό,τι κι αν τους συμβεί, το πρώτο πράγμα που σκέφτονται είναι το εξής: “Τι θέλω εγώ να κάνω; Τι με συμφέρει και τι όχι; Τι θα συνέβαινε αν έκανα το τάδε;”Αυτά σκέφτονται πρώτα. Δεν λαμβάνουν καθόλου υπόψη τους ποιος τρόπος άσκησης θα δοξάσει τον Θεό και θα δώσει μαρτυρία γι’ Αυτόν ούτε τι θα ικανοποιήσει τις προθέσεις Του, ενώ δεν προσεύχονται για να αναζητήσουν ποιες είναι οι απαιτήσεις του Θεού και τι λένε τα λόγια Του. Ποτέ δεν δίνουν προσοχή στο ποιες είναι οι προθέσεις και οι απαιτήσεις του Θεού και πώς πρέπει να ασκούνται οι άνθρωποι για να Τον ικανοποιήσουν. Μπορεί μερικές φορές να προσεύχονται ενώπιον του Θεού και να συναναστρέφονται μαζί Του, αλλά απλώς μιλάνε στον εαυτό τους και δεν αναζητούν ειλικρινά την αλήθεια. Όταν προσεύχονται στον Θεό και διαβάζουν τα λόγια Του, δεν τα συσχετίζουν με τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν στην πραγματική ζωή. Οπότε, μέσα στο περιβάλλον που διαμορφώνει ο Θεός, πώς αντιμετωπίζουν την κυριαρχία, τις διευθετήσεις και τις ενορχηστρώσεις Του; Όταν τους συμβαίνουν πράγματα που δεν ικανοποιούν τις επιθυμίες τους, τα αποφεύγουν και μέσα τους τους αντιστέκονται. Όταν τους συμβαίνουν πράγματα που ζημιώνουν τα συμφέροντά τους ή εμποδίζουν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, επιστρατεύουν κάθε μέσο για να βρουν διέξοδο, προσπαθώντας να μεγιστοποιήσουν τα δικά τους οφέλη και πασχίζοντας να αποφύγουν τυχόν απώλειες. Δεν αναζητούν να ικανοποιήσουν τις προθέσεις του Θεού, αλλά μόνο τις δικές τους επιθυμίες. Είναι πίστη στον Θεό αυτό; Έχουν σχέση με τον Θεό αυτοί οι άνθρωποι; Όχι, δεν έχουν. Ζουν με τρόπο ποταπό, αχρείο, αδιάλλακτο και άσχημο. Όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τον Θεό, αλλά και σε κάθε βήμα εναντιώνονται στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις Του. Λένε συχνά: “Είθε ο Θεός να κυριαρχεί και να κυβερνά στα πάντα στη ζωή μου. Είμαι πρόθυμος να Τον αφήσω να πάρει τον θρόνο και να βασιλεύσει και να κυβερνήσει στην καρδιά μου. Είμαι πρόθυμος να υποταχθώ στις διευθετήσεις και τις ενορχηστρώσεις του Θεού”. Ωστόσο, όταν τους τυχαίνουν πράγματα που βλάπτουν τα συμφέροντά τους, δεν μπορούν να υποταχθούν. Αντί να αναζητήσουν την αλήθεια σε ένα περιβάλλον που έχει διαμορφώσει ο Θεός, προσπαθούν να αλλάξουν πορεία και να ξεφύγουν απ’ αυτό το περιβάλλον. Δεν θέλουν να υποταχθούν στις διευθετήσεις και τις ενορχηστρώσεις του Θεού, αλλά να ενεργούν σύμφωνα με τη δική τους θέληση, μόνο μέχρι το σημείο που δεν βλάπτονται τα συμφέροντά τους. Αγνοούν τελείως τις προθέσεις του Θεού και νοιάζονται μόνο για τα δικά τους συμφέροντα, τις δικές τους συνθήκες, τις δικές τους ψυχικές καταστάσεις και τα δικά τους συναισθήματα. Είναι αυτό πίστη στον Θεό; (Όχι.)» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Δεν μπορεί κανείς να σωθεί με την πίστη στη θρησκεία ή με τη συμμετοχή σε θρησκευτικές τελετές). Η συναναστροφή του Θεού είναι πολύ ξεκάθαρη. Κάποιος που πιστεύει αληθινά στον Θεό μπορεί να αναζητήσει την αλήθεια και να υποταχθεί στο έργο του Θεού όταν του συμβαίνουν πράγματα που δεν ευθυγραμμίζονται με τις αντιλήψεις του. Αν, όταν του συμβαίνουν πράγματα που δεν ταιριάζουν με τις αντιλήψεις του, δεν αναζητά καθόλου την αλήθεια και εξετάζει μόνο τα δικά του συμφέροντα και ψάχνει για διεξόδους, τότε δεν είναι αληθινός πιστός στον Θεό κι Εκείνος δεν το εγκρίνει. Οι αντίχριστοι είναι ακριβώς αυτού του είδους οι άνθρωποι. Ποτέ στα καθήκοντά τους δεν λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα του οίκου του Θεού ούτε τη συνολική κατάσταση, και κάνουν μόνο ό,τι τους ωφελεί όσον αφορά τη φήμη, το κέρδος ή τη θέση. Αν κάτι δεν τους ωφελεί, τότε, ακόμη κι αν παρατηρήσουν κάποιο πρόβλημα ή άλλοι ζητήσουν βοήθεια, οι αντίχριστοι κάνουν τα στραβά μάτια και κωφεύουν. Είναι εντελώς ψυχροί, αδίστακτοι, εγωιστές και ποταποί, και δεν έχουν ανθρώπινη φύση. Αντιμέτωπη με την έκθεση των λόγων του Θεού, κυριεύτηκα από τη ντροπή και την αμηχανία. Εκείνη τη στιγμή, τα παράπονά μου, η αντίστασή μου και η ανυπακοή μου φάνηκαν τόσο παράλογα υπό το πρίσμα των λόγων του Θεού. Σκέφτηκα πώς πίστευα στον Θεό τόσα χρόνια. Εξωτερικά, είχα απαρνηθεί την οικογένεια και την καριέρα, και φαινόταν να πιστεύω αληθινά στον Θεό, αλλά στα καθήκοντά μου, όλες οι σκέψεις και οι εκτιμήσεις μου ήταν για το δικό μου όφελος, και δεν προστάτευα καθόλου το έργο του οίκου του Θεού. Ήμουν όντως μέλος του οίκου του Θεού; Όταν οι αδελφές μου συζητούσαν για τα προβλήματα του ευαγγελικού έργου και ήθελαν να διερευνήσουμε λύσεις μαζί, αν και κατανοούσα συγκεκριμένες καταστάσεις, φοβόμουν ότι αν μιλούσα, θα έπρεπε να συμμετάσχω στη λύση, κι έτσι θα καθυστερούσε το δικό μου έργο, οπότε αρνήθηκα να συμμετάσχω με τη δικαιολογία ότι ήμουν απασχολημένη με ττο έργο μου. Όταν η εκκλησία είχε έλλειψη ποτιστών και έπρεπε να σταλεί μια επείγουσα επιστολή στους επικεφαλής για το ζήτημα της καλλιέργειας ανθρώπων, φοβήθηκα μήπως αυξηθεί ο φόρτος εργασίας μου και σκέφτηκα ότι, ακόμη κι αν το έκανα καλά, δεν θα μου αναγνωριζόταν, οπότε απλώς έδωσα μια επιπόλαιη απάντηση και δεν ήθελα να εμπλακώ. Όταν η αδελφή έγραψε την επιστολή και μου ζήτησε να την ελέγξω, παρατήρησα προβλήματα, αλλά δεν ήθελα να αφιερώσω χρόνο για να κάνω επιμέλεια. Για αυτές τις εργασίες, δεν είναι ότι δεν μπορούσα να εντοπίσω τα προβλήματα ή ότι δεν ήξερα πώς να τα λύσω, αλλά ότι ήμουν πολύ εγωίστρια και ποταπή και με ένοιαζαν μόνο τα δικά μου συμφέροντα και, αν κάτι δεν ωφελούσε την υπόληψη ή τη θέση μου, δεν ήθελα να το κάνω. Είχα σε καμία περίπτωση κάποια θέση για τον Θεό στην καρδιά μου; Με τέτοιου είδους συμπεριφορά, όταν η αδελφή μου με κλάδεψε επειδή ήμουν εγωίστρια και ποταπή, ένιωσα μέχρι και αδικημένη, και ήθελα να αποφύγω και να εγκαταλείψω αυτό το καθήκον. Ήμουν πραγματικά παράλογη! Ειδικά όταν διάβασα αυτά τα λόγια του Θεού: «Δεν αναζητούν να ικανοποιήσουν τις προθέσεις του Θεού, αλλά μόνο τις δικές τους επιθυμίες. Είναι πίστη στον Θεό αυτό; Έχουν σχέση με τον Θεό αυτοί οι άνθρωποι; Όχι, δεν έχουν». Συγκινήθηκα κάπως. Πίστευα στον Θεό για πολλά χρόνια, και είχα φάει και πιει τόσα από τα λόγια του Θεού, και είχα απολαύσει τόσες από τις χάρες και τις ευλογίες του Θεού, αλλά όταν είδα να προκύπτουν προβλήματα σε βασικούς τομείς όπως το ευαγγελικό έργο και το έργο ποτίσματος, απλώς τα αγνόησα. Πώς μπορούσα να αποκαλώ τον εαυτό μου πιστή στον Θεό; Δεν ήμουν πιστή ούτε καν ως απλή δουλεύτρια! Μόνο όταν συνειδητοποίησα αυτά τα πράγματα, είδα πόσο σοβαρή ήταν η διεφθαρμένη μου διάθεση και φοβήθηκα λίγο. Έτσι, προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα: «Θεέ μου, βλέπω ότι η κατάστασή μου είναι πραγματικά επικίνδυνη. Ενεργούσα και συμπεριφερόμουν σύμφωνα με μια σατανική διάθεση, και ήμουν εντελώς εγωίστρια και επαναστατική! Θεέ μου, Σε παρακαλώ, διαφώτισέ με και καθοδήγησέ με, ώστε να γνωρίσω αληθινά τη διεφθαρμένη μου διάθεση».
Μια μέρα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Αφού κάποιος διαφθαρεί από τον Σατανά, χάνει τη συνείδηση και τη λογική του. Ο Σατανάς παραπλανά εντελώς την καρδιά του, και ο άνθρωπος αυτός αποδέχεται πολλές σκέψεις και απόψεις που προέρχονται από τον Σατανά, καθώς και πολλά ρητά και απόψεις από πονηρές τάσεις. Όταν τα πράγματα φτάνουν σ’ αυτό το σημείο, η συνείδηση και η λογική του έχουν διαφθαρεί και διαβρωθεί εντελώς· θα μπορούσε να πει κανείς ότι τη δεδομένη στιγμή έχει χάσει απολύτως τη συνείδηση και τη λογική του. Αυτό που εκδηλώνεται είναι ότι ο χαρακτήρας του είναι πολύ ανεπαρκής και κακός. Με άλλα λόγια, προτού αποδεχθεί θετικά πράγματα, έχει ήδη αποδεχθεί μέσα του πολλά παράλογα πράγματα από τον Σατανά. Αυτά τα πράγματα έχουν διαφθείρει σοβαρά την ανθρώπινη φύση του, με αποτέλεσμα αυτή να γίνει πολύ ανεπαρκής. Για παράδειγμα, αφού αποδεχθεί τη σατανική σκέψη και άποψη “Ο σώζων εαυτόν σωθήτω”, η οποία προέρχεται από τον κόσμο, η συνείδησή του θα βελτιωθεί, θα παραμείνει η ίδια ή θα χειροτερεύσει; (Θα χειροτερεύσει.) Και ποιες είναι οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις αυτής της χειροτέρευσης; (Λαμβάνει υπόψη μόνο τα δικά του συμφέροντα σε ό,τι κάνει.) Για χάρη των δικών του σκοπών και συμφερόντων, δεν σταματά μπροστά σε τίποτα. Μπορεί να ξεγελά και να βλάπτει τους άλλους και να κάνει οτιδήποτε πηγαίνει κόντρα στην ηθική και στη συνείδηση. Όσο περισσότερα κάνει τόσο πιο αδίστακτες γίνονται οι πράξεις του, τόσο πιο σκοτεινή γίνεται η καρδιά του, τόσο περισσότερο χάνει το αίσθημα συνείδησης και την ανθρώπινη φύση του. Για τα δικά του συμφέροντα, θα ξεγελάσει και θα εξαπατήσει τον οποιονδήποτε[…] Για ποιο λόγο μπορεί να εξαπατά τον οποιονδήποτε; Ποια είναι η κύρια αιτία; Επειδή έχει αποδεχθεί τις σκέψεις και τις απόψεις του Σατανά κι ενεργεί υπό την κυριαρχία τους. Στο τέλος, η συνείδηση και η λογική της ανθρώπινης φύσης του δεν λειτουργούν πλέον· με άλλα λόγια, τα βασικά πράγματα που θα πρέπει να διαθέτει η ανθρώπινη φύση παύουν εντελώς να λειτουργούν, έχουν διαβρωθεί τελείως και ελέγχονται ολοκληρωτικά από τις πονηρές σκέψεις του Σατανά. Η διαδικασία διάβρωσης και ελέγχου είναι η διαδικασία αποδοχής αυτών των σκέψεων και απόψεων και, ασφαλώς, είναι παράλληλα και η διαδικασία διαφθοράς του» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (10)]. Τα λόγια του Θεού εξέθεσαν ότι η βασική αιτία της απροθυμίας μου να συμμετάσχω στο συνολικό έργο ήταν η επιρροή μου από τα δηλητήρια του Σατανά, που με είχαν κάνει πραγματικά εγωίστρια, ποταπή και χωρίς ανθρώπινη φύση. Ζούσα σύμφωνα με τις σατανικές φιλοσοφίες για τις κοσμικές συναλλαγές όπως «Ας κοιτάει ο καθένας τη δουλειά του» και «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Είχα γίνει εξαιρετικά εγωίστρια και ιδιοτελής, κρίνοντας ό,τι έκανα από το αν με ωφελούσε ή όχι. Κατέβαλλα προσπάθεια σε πράγματα που ωφελούσαν την υπόληψη και τη θέση μου, αλλά αγνοούσα οτιδήποτε δεν με ωφελούσε. Ακόμη κι όταν άλλοι ζητούσαν τη βοήθειά μου ή μου έκαναν υπενθυμίσεις, δεν ασχολούμουν με αυτά τα πράγματα και μάλιστα θεωρούσα αυτονόητο ότι, αν κάτι δεν ήταν δική μου ευθύνη, ακόμη κι αν υπήρχε πρόβλημα, δεν είχε καμία σχέση μ’ εμένα και είχα κάθε λόγο να το αγνοήσω. Υπό την επήρεια τέτοιων σκέψεων και απόψεων, αγνόησα το ευαγγελικό έργο και, όταν οι αδελφές ζήτησαν τη βοήθειά μου, εγώ πάλι κώφευα. Ακόμη κι όταν το ευαγγελικό έργο εμποδιζόταν, δεν ήθελα να συμμετάσχω, παρόλο που είχα κάποιες ιδέες για λύση. Όταν η έλλειψη ποτιστών στην εκκλησία είχε ήδη αρχίσει να επηρεάζει το έργο ποτίσματος, φοβόμουν μήπως καθυστερήσω το δικό μου έργο, πράγμα που δεν θα ωφελούσε την υπόληψη ή τη θέση μου, οπότε δεν ήθελα να συνεργαστώ αρμονικά με τις αδελφές για να λύσουμε το πρόβλημα και, παρόλο που αυτό καθυστέρησε το έργο ποτίσματος, δεν ένιωσα καμία ενοχή. Η εγωιστική και ποταπή συμπεριφορά μου ήταν τόσο προφανής, κι όμως, όταν η αδελφή επεσήμανε τον εγωισμό μου, εγώ πάλι αρνήθηκα να το δεχτώ, αντέδρασα και ένιωσα αντίσταση, και δεν ένιωσα την παραμικρή ντροπή για την αποτυχία μου να υποστηρίξω τα συμφέροντα του οίκου του Θεού επειδή ήμουν εγωίστρια και ποταπή. Ζούσα με τα δηλητήρια του Σατανά και δεν προστάτευα καθόλου τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Η συνείδηση και η λογική μου είχαν μουδιάσει. Για να αποφύγω επιπλέον έγνοιες και βάρη, αδιαφορούσα εντελώς για τις προθέσεις του Θεού και τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Ο τρόπος που αντιμετώπιζα το καθήκον μου ήταν στην πραγματικότητα μια απόρριψή του και ήταν προδοσία του Θεού! Συνειδητοποιώντας αυτά τα πράγματα, ένιωσα επιτέλους μίσος για την εγωιστική και ποταπή διεφθαρμένη μου διάθεση.
Κατά τη διάρκεια μιας από τις πνευματικές μου ασκήσεις, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Όσο βαθιά ή επιφανειακά κι αν κατανοούν την αλήθεια όσοι εκτελούν κάποιο καθήκον, ο πιο απλός τρόπος να κάνουν πράξη την είσοδο στην αλήθεια-πραγματικότητα είναι να σκέφτονται τα συμφέροντα του οίκου του Θεού σε όλες τις περιπτώσεις και να εγκαταλείψουν τις εγωιστικές τους επιθυμίες, τις προσωπικές τους προθέσεις και κίνητρα, την περηφάνια και τη θέση τους. Το ελάχιστο που οφείλει να κάνει κανείς είναι να βάλει τα συμφέροντα του οίκου του Θεού πάνω απ’ όλα. Εάν κάποιος που εκτελεί ένα καθήκον δεν μπορεί να κάνει ούτε καν αυτό, τότε πώς μπορεί να πει κανείς ότι αυτός ο άνθρωπος εκτελεί το καθήκον του; Δεν είναι εκτέλεση καθήκοντος αυτό. Πρέπει πρώτα να σκέφτεσαι τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, να νοιάζεσαι για τις προθέσεις Του και να λαμβάνεις υπόψη το έργο της εκκλησίας. Αυτά να τα έχεις ως προτεραιότητα· μόνο τότε μπορείς να σκεφτείς πόσο σταθερή είναι η θέση σου ή πώς σε βλέπουν οι άλλοι. Δεν νομίζετε ότι γίνεται λίγο πιο εύκολο όταν το διαχωρίζετε σε δύο στάδια και κάνετε ορισμένους συμβιβασμούς; Εάν ασκηθείς έτσι για λίγο, θα καταλάβεις ότι δεν είναι τόσο δύσκολο να ικανοποιήσεις τον Θεό. Επιπλέον, θα πρέπει να μπορείς να εκπληρώνεις τις ευθύνες σου, να εκτελείς τις υποχρεώσεις και το καθήκον σου, και να παραμερίζεις τις εγωιστικές σου επιθυμίες, προθέσεις και κίνητρα. Θα πρέπει να υπολογίζεις τις προθέσεις του Θεού και να δίνεις προτεραιότητα στα συμφέροντα του οίκου Του, στο έργο της εκκλησίας και στο καθήκον που έχεις να εκτελέσεις. Αφού το βιώσεις αυτό για λίγο, θα καταλάβεις ότι είναι καλό αυτό το φέρσιμο. Αν συμπεριφέρεσαι έτσι, ζεις ανοιχτά και ειλικρινά, και δεν είσαι ευτελής ή ελεεινός· ζεις δίκαια και έντιμα, και δεν είσαι δειλός, ποταπός και ευτελής. Θα καταλάβεις ότι έτσι πρέπει να ενεργεί κάποιος και αυτήν την εικόνα θα πρέπει να βιώνει. Η επιθυμία σου να ικανοποιήσεις τα προσωπικά σου συμφέροντα θα γίνεται σιγά σιγά όλο και μικρότερη» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η ελευθερία και η απελευθέρωση κερδίζονται μόνο αποβάλλοντας τη διεφθαρμένη διάθεση). Τα λόγια του Θεού μού υπέδειξαν ένα μονοπάτι άσκησης. Όταν το καθήκον μου και τα προσωπικά μου συμφέροντα έρχονται σε σύγκρουση, πρέπει να δίνω προτεραιότητα στα συμφέροντα του οίκου του Θεού σε όλα τα πράγματα. Αυτήν τη στάση πρέπει να έχει κάποιος που είναι αφοσιωμένος στο καθήκον του. Αν και είχαμε μοιράσει τις ευθύνες μας, όταν υπήρχαν ζητήματα στο έργο των αδελφών, θα έπρεπε να είχα δώσει προτεραιότητα στο συνολικό έργο της εκκλησίας. Πράγματα όπως το κήρυγμα του ευαγγελίου, το πότισμα των νεοφώτιστων, και η εκλογή επικεφαλής και διακόνων της εκκλησίας είναι σημαντικές εκκλησιαστικές εργασίες και, αν προέκυπταν προβλήματα σε αυτές τις εργασίες και δεν επιλύονταν έγκαιρα, αυτό θα καθυστερούσε ή θα εμπόδιζε το έργο. Έπρεπε να διακρίνω τις προτεραιότητες. Παρόλο που είχα πολύ έργο να κάνω, αν αξιοποιούσα καλύτερα τον χρόνο μου, το έργο μου δεν θα καθυστερούσε πολύ. Δεν γινόταν να επικεντρώνομαι μόνο στον δικό μου φόρτο εργασίας· έπρεπε να λάβω υπόψη το συνολικό έργο. Αν και μερικές φορές η συμμετοχή σε συζητήσεις και λήψη αποφάσεων για το συνολικό έργο απαιτούσε περισσότερο χρόνο και προσπάθεια, μέσα από την πραγματική αναζήτηση και συζήτηση, σταδιακά κατανόησα κάποιες αρχές χωρίς καν να το συνειδητοποιήσω. Αυτός ήταν επίσης ένας τρόπος για να βελτιωθώ. Αυτό δεν ήταν στην πραγματικότητα θέμα ταλαιπωρίας, αλλά κάτι πραγματικά ωφέλιμο για μένα. Παλαιότερα ένιωθα εξαντλημένη επειδή η νοοτροπία μου ήταν λάθος, αλλά όταν η νοοτροπία μου άλλαξε, δεν ένιωθα πλέον ότι υπέφερα.
Μια μέρα, διάβασα κι άλλα λόγια του Θεού: «Το πώς κάνουν οι άνθρωποι τα καθήκοντά τους στον οίκο του Θεού είναι εντελώς διαφορετικό από το πώς γίνονται τα πράγματα μεταξύ των απίστων. Ποια είναι η διαφορά; Οι αδελφοί και οι αδελφές διαβάζουν μαζί τον λόγο του Θεού και συνδέονται πνευματικά. Είναι σε θέση να ζουν αρμονικά μεταξύ τους και να λένε ο ένας στον άλλον τι πραγματικά σκέφτονται. Είναι σε θέση να συναναστρέφονται μεταξύ τους απλά και ανοιχτά σχετικά με την αλήθεια, να απολαμβάνουν τον λόγο του Θεού και να βοηθούν αλλήλους. Όποιος έχει δυσκολίες, αναζητούν μαζί του την αλήθεια για να επιλύσουν το θέμα, μπορούν να επιτύχουν ενότητα πνεύματος, μπορούν να υποταχθούν ενώπιον της αλήθειας και ενώπιον του Θεού. Οι άπιστοι είναι διαφορετικοί. Όλοι έχουν τα δικά τους μυστικά, δεν επικοινωνούν ανοιχτά, είναι επιφυλακτικοί ο ένας με τον άλλον, ενώ μάλιστα μηχανορραφούν και ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον. Τελικά, οι δρόμοι τους χωρίζουν υπό κακές συνθήκες και ακολουθούν καθένας τον δρόμο του» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Περί αρμονικής συνεργασίας). Από τα λόγια του Θεού, κατανόησα ότι για να επιτύχουμε καλά αποτελέσματα στα καθήκοντά μας στον οίκο του Θεού, πρέπει να συνεργαζόμαστε με ομοφροσύνη. Θα έπρεπε να παραμερίσω τις εγωιστικές μου επιθυμίες και να δίνω προτεραιότητα στο έργο του οίκου του Θεού, και, ανεξάρτητα από το ποιανού το έργο αντιμετωπίζει προβλήματα, θα έπρεπε να αναζητούμε λύσεις μαζί, ώστε να μπορούμε να κερδίσουμε ευκολότερα το έργο του Αγίου Πνεύματος και να αυξήσουμε την αποτελεσματικότητα των καθηκόντων μας. Όπως είπε ο Κύριος Ιησούς: «Πάλιν σας λέγω ότι εάν δύο από σας συμφωνήσωσιν επί της γης περί παντός πράγματος, περί του οποίου ήθελον κάμει αίτησιν, θέλει γείνει εις αυτούς παρά του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Κατά Ματθαίον 18:19). Όλοι έχουν ελλείψεις και ορισμένα θέματα δεν τα κατανοούν, δεν τα έχουν ξεκαθαρίσει ή δεν μπορούν να τα κάνουν, και κανένα έργο δεν μπορεί να επιτευχθεί από ένα μόνο άτομο. Πρέπει να συνεργαζόμαστε αρμονικά και να αναδεικνύουμε τις δυνάμεις και τις δεξιότητες του καθενός. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κάνουμε καλά τα καθήκοντά μας. Το έργο του οίκου του Θεού είναι μια συλλογική προσπάθεια και, ανεξάρτητα από το ποιο τμήμα του έργου αντιμετωπίζει προβλήματα, όλοι πρέπει να συνεργαστούν για μια λύση. Κατανοώντας αυτό, δεν ένιωθα πλέον αντίσταση στη συμμετοχή στο συνολικό έργο. Αργότερα, κάνοντας τα καθήκοντά μας, όλοι εστιάζαμε στην αρμονική συνεργασία και, όταν συναντούσαμε θέματα που δεν ήταν σαφή ή δεν κατανοούσαμε στο έργο, τα θέταμε ενεργά προς συζήτηση και επικοινωνία. Μέσα από μια τέτοια πραγματική συνεργασία, απέκτησα μια πιο ολοκληρωμένη άποψη για τα προβλήματα, ένιωθα πολύ λιγότερη πίεση στο καθήκον μου και τα προβλήματα μπορούσαν επίσης να επιλυθούν γρηγορότερα.
Δυο εβδομάδες αργότερα, τα αποτελέσματα του ευαγγελικού έργου δεν ήταν ακόμα καλά, οπότε θέλαμε να συναθροιστούμε για συναναστροφή και ανάλυση. Σκέφτηκα: «Τα προβλήματα του ευαγγελικού έργου δεν μπορούν να διευκρινιστούν πλήρως με λίγα λόγια. Για να τα λύσουμε, θα χρειαστεί να ελέγξουμε τις αναφορές κάθε εκκλησίας για το έργο, και στη συνέχεια να κατανοήσουμε τα προβλήματα και τις δυσκολίες των αδελφών στο κήρυγμα του ευαγγελίου. Αλλά έχω ακόμα αρκετές επιστολές να απαντήσω, και η συζήτηση για το ευαγγελικό έργο θα πάρει πολύ χρόνο και θα καθυστερήσει τις δικές μου εργασίες». Με όλα αυτά στο μυαλό μου, ένιωθα κάπως απρόθυμη να συμμετάσχω. Εκείνη τη στιγμή, συνειδητοποίησα ότι αποκάλυπτα πάλι εγωισμό. Έτσι, στράφηκα στα λόγια του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη ή μικρή είναι η εργασία, ανεξάρτητα από το ποιος σου την αναθέτει, είτε σου την εμπιστεύεται ο οίκος του Θεού είτε στην αναθέτει κάποιος επικεφαλής ή εργάτης της εκκλησίας, η στάση σου θα πρέπει να είναι η εξής: “Εφόσον αυτό το καθήκον έχει ανατεθεί σ’ εμένα, πρόκειται για εξύψωση και χάρη από τον Θεό. Θα πρέπει να το κάνω καλά σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές. Παρότι έχω μέτριο επίπεδο, είμαι πρόθυμος ν’ αναλάβω αυτήν την ευθύνη και να δώσω ό,τι έχω για ν’ ανταποκριθώ καλά. Αν δεν τα πάω καλά, θα πρέπει ν’ αναλάβω την ευθύνη γι’ αυτό, κι αν τα πάω καλά, δεν μου αναλογούν εύσημα. Αυτό οφείλω να κάνω”. Γιατί λέω ότι το πώς αντιμετωπίζει κανείς το καθήκον του είναι θέμα αρχής; Εάν έχεις πραγματικά αίσθημα ευθύνης κι είσαι υπεύθυνο άτομο, τότε είσαι σε θέση να επωμιστείς το έργο της εκκλησίας και να εκπληρώσεις το καθήκον που υποτίθεται ότι πρέπει να εκπληρώσεις» [«Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών», Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών (8)]. Από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι ένας επικεφαλής που ανταποκρίνεται στα πρότυπα πρέπει πρώτα να έχει αίσθημα ευθύνης και ότι πρέπει να δίνει προτεραιότητα στα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Αν και αυτό το έργο ήταν κυρίως ευθύνη της συνεργάτιδάς μου, αφορούσε το αν θα μπορούσε να προχωρήσει ομαλά το ευαγγελικό έργο της εκκλησίας. Ως επικεφαλής, ήμουν εν μέρει υπεύθυνη γι’ αυτό και δεν μπορούσα να εξετάζω μόνο τα δικά μου συμφέροντα —αυτό θα ήταν εντελώς απάνθρωπο. Έπρεπε να ιεραρχήσω σωστά και να παραμερίσω τα δικά μου συμφέροντα. Συνειδητοποίησα ότι οι δικές μου εργασίες μπορούσαν στην πραγματικότητα να αναβληθούν και έτσι πήρα την πρωτοβουλία να συμμετάσχω σε αυτήν την ανάλυση και συζήτηση. Όταν κάτι δεν γινόταν πλήρως κατανοητό στη συζήτηση, έπαιρνα την πρωτοβουλία για περισσότερη επικοινωνία και, κατά τη συνεργασία, είδα την καθοδήγηση του Θεού. Βρήκα επίσης κάποιες μεθόδους και μονοπάτια για την επίλυση των προβλημάτων, και ένιωσα μεγάλη ηρεμία στην καρδιά μου.
Βιώνοντας μια τέτοια αποκάλυψη, απέκτησα κάποια διάκριση για την εγωιστική και ποταπή σατανική μου διάθεση. Στο παρελθόν, δεν θεωρούσα ότι ο εγωισμός ήταν πραγματικά μεγάλο πρόβλημα, αλλά τώρα, μέσα από την έκθεση των λόγων του Θεού, βλέπω καθαρά ότι όταν οι άνθρωποι ζουν με την εγωιστική και ποταπή διεφθαρμένη τους διάθεση, χάνουν όλο και περισσότερο την ανθρώπινη φύση, τη συνείδηση και τη λογική τους, και δεν θα επιτύχουν καλά αποτελέσματα στα καθήκοντά τους. Μόνο ζώντας σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, κάνοντας πράξη την αλήθεια και ενεργώντας σύμφωνα με τις αρχές μπορεί κανείς να βιώσει μια ανθρώπινη ομοιότητα. Μόνο τότε μπορεί να έχει αληθινή γαλήνη και ηρεμία στην καρδιά του. Ευχαριστώ τον Θεό που μου επέτρεψε να τα κατανοήσω όλα αυτά και να αποκτήσω τέτοια κέρδη!