34. Τι κρύβεται πίσω από την αρνητικότητα και την αποφυγή των καθηκόντων
Μια μέρα το 2021, η επικεφαλής με όρισε υπεύθυνη για κάποιες συναθροίσεις. Μετά από λίγη άσκηση, κατάλαβα κάποιες από τις αρχές και κατάφερα να διακρίνω διάφορες καταστάσεις που περνούν οι άνθρωποι. Αυτό το καθήκον με βοηθούσε να κατανοήσω πολλές αλήθειες και να προοδεύσω γρήγορα. Αργότερα, η αστυνομία άρχισε να παρακολουθεί τη διάκονο γενικών υποθέσεων, η οποία δεν μπορούσε να έχει επαφές με τους άλλους, και η επικεφαλής ανέθεσε σε εμένα να χειριστώ τις γενικές υποθέσεις. Εκείνη την περίοδο, συλλαμβάνονταν συνεχώς αδελφοί και αδελφές μου. Είχα πολλά πράγματα να φροντίσω, όπως τη μεταφορά βιβλίων, την εύρεση νέων καταλυμάτων για τη φιλοξενία των αδελφών και ούτω καθεξής. Ήμουν κάθε μέρα έξω κι έτρεχα για να ρυθμίσω όλα αυτά τα θέματα. Μετά από λίγο, έχασα την όρεξή μου κι ένιωσα δυσαρέσκεια. Θεωρούσα ότι έκανα αγγαρείες κι επειδή έτρεχα όλη μέρα, δεν θα μπορούσα να κερδίσω την αλήθεια. Θα σωζόμουν, άραγε, αν αυτό συνεχιζόταν; Άρχισα να αντιτίθεμαι στο έργο των γενικών υποθέσεων και δεν ήθελα να το κάνω πια.
Αρκετές φορές, είδα αδελφούς και αδελφές να συναναστρέφονται σε συναθροίσεις όταν πήγαινα πράγματα σε σπίτια φιλοξενίας. Ένιωθα πραγματικά αδικημένη κι άρχισα να κάνω παράπονα κατά της επικεφαλής. Γιατί με έβαλε υπεύθυνη για τις γενικές υποθέσεις; Οι άλλοι συναναστρέφονταν πάνω στην αλήθεια, μάθαιναν τόσο πολλά και προόδευαν γρήγορα, κι εγώ έκανα απλώς τα θελήματα. Πώς θα μπορούσα να κερδίσω την αλήθεια; Χωρίς την αλήθεια, δεν θα είχα ζωή και δεν θα μπορούσα να σωθώ. Εγώ δεν έχανα; Όσο το σκεφτόμουν αυτό, τόσο αναστατωνόμουν, κι έχασα κάθε κίνητρο για το καθήκον μου. Μια φορά έμαθα για έναν κίνδυνο ασφαλείας στο σπίτι μιας αδελφής, και τα βιβλία εκεί έπρεπε να μεταφερθούν σε μια ασφαλή τοποθεσία το συντομότερο δυνατό. Αναρωτήθηκα: «Γιατί να υπάρχουν τόσο πολλές γενικές εργασίες; Χρειάζονται χρόνο και ενέργεια κι έτσι δεν μπορώ να κερδίσω την αλήθεια. Μήπως τα κάνω όλα τζάμπα;» Έτσι σκεφτόμουν και δεν ήθελα να κάνω τίποτα. Αλλά το ζήτημα ήταν επείγον, κι έπρεπε να πάω να βοηθήσω στη μεταφορά των βιβλίων. Απροσδόκητα, αμέσως μόλις τελειώσαμε, κάτι προέκυψε με ένα άλλο σπίτι όπου είχαμε αποθηκεύσει βιβλία. Ενώ μετακινούσα εκείνα τα βιβλία, έκανα ξανά την ίδια διαδικασία οργάνωσης και πακεταρίσματος. Μετά από μια ολόκληρη μέρα έργου, είχα πάρα πολλά παράπονα. Όταν πήγα κατακουρασμένη στο σπίτι, η επικεφαλής και η διάκονος του ποτίσματος συζητούσαν για το έργο. Η επικεφαλής με ρώτησε: «Δεν πήγες απλώς μια αδελφή σε νέο σπίτι φιλοξενίας; Πώς κι έκανες όλη μέρα;» Ένιωσα πολύ αδικημένη μ’ αυτό που άκουσα. Όλοι συναναστρέφονταν πάνω στην αλήθεια και τις αρχές, κι εγώ έτρεχα πέρα δώθε. Τι θα κέρδιζα, αν φρόντιζα μόνο τις γενικές υποθέσεις; Όσα κι αν έκανα, δεν θα κατέληγα να κάνω απλή δούλεψη στην καλύτερη περίπτωση; Αν μπορούσα να μείνω μέσα και να διαβάζω τα λόγια του Θεού, να συναθροίζομαι και να συναναστρέφομαι με όλους και να συζητώ για το έργο, δεν θα ήταν τέλεια; Θα ήταν πιο εύκολο, θα κέρδιζα την αλήθεια και θα σωζόμουν στο μέλλον. Όσο το σκεφτόμουν αυτό, εκνευριζόμουν όλο και περισσότερο κι ένιωθα πολύ αρνητική και εντελώς εξαντλημένη. Έβραζα στο ζουμί μου. Γιατί να είμαι εγώ υπεύθυνη για τις γενικές υποθέσεις; Άραγε, ο Θεός με θέλει για απλή δουλειά; Αν συνεχιστεί όλο αυτό, θα είμαι πάντα καλή μόνο για τα θελήματα; Και τι θα κερδίσω;
Την επόμενη μέρα υπήρχαν πολλές γενικές εργασίες που έπρεπε να φροντίσω και δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα παράπονά μου. Η επικεφαλής πρόσεξε ότι δεν ήμουν σε καλή κατάσταση και μου θύμισε να κάνω αυτοκριτική και να διδαχτώ κάτι. Αυτά που μου είπε με αφύπνισαν. Την περίοδο που διαχειριζόμουν τις γενικές υποθέσεις, έκανα το έργο, μα μέσα μου ένιωθα περιφρόνηση. Ήμουν δυσαρεστημένη κι ήθελα να επιλέγω εγώ το καθήκον μου. Πίστεψα μέχρι και ότι ο Θεός ήταν άδικος μαζί μου. Συνειδητοποίησα ότι ήμουν σε μια επικίνδυνη κατάσταση. Δεν μπορούσα να συνεχίσω να αντιστέκομαι έτσι. Έπρεπε να αναζητήσω την αλήθεια και να μετανοήσω στον Θεό.
Διάβασα κάτι στα λόγια του Θεού: «Οι αρχές που πρέπει να κατανοήσεις και οι αλήθειες που πρέπει να κάνεις πράξη είναι οι ίδιες, όποιο καθήκον κι αν εκτελείς. Είτε σου ζητηθεί να γίνεις επικεφαλής ή εργάτης, είτε μαγειρεύεις γεύματα ως οικοδεσπότης, είτε σου ζητηθεί να φροντίσεις κάποιες εξωτερικές υποθέσεις ή να κάνεις κάποια σωματική εργασία, κατά την εκτέλεση αυτών των διαφορετικών καθηκόντων θα πρέπει να τηρούνται οι ίδιες αλήθεια-αρχές, από την άποψη ότι πρέπει να βασίζονται στην αλήθεια και στα λόγια του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο αν αναζητά κανείς τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας μπορεί να εκτελέσει καλά το καθήκον του). «Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ξεκάθαρα τι σημαίνει η σωτηρία. Κάποιοι νομίζουν ότι αν πιστεύουν για πολύ καιρό στον Θεό, τότε πιθανόν να σωθούν. Άλλοι θεωρούν ότι αν κατανοούν πολλά πνευματικά δόγματα, τότε πιθανότατα θα σωθούν, ενώ μερικοί νομίζουν ότι οι επικεφαλής και οι εργάτες έχουν σίγουρη τη σωτηρία. Όλα αυτά είναι ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες. Το πιο σημαντικό στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι να καταλάβουν οι άνθρωποι τι σημαίνει σωτηρία. Το να σωθεί κανείς σημαίνει κυρίως να απαλλαγεί απ’ την αμαρτία και απ’ την επιρροή του Σατανά, να στραφεί πραγματικά προς τον Θεό και να υποταχθεί σ’ Αυτόν. Τι πρέπει να διαθέτεις για να απαλλαγείς απ’ την αμαρτία και απ’ την επιρροή του Σατανά; Την αλήθεια. Αν θέλουν οι άνθρωποι να αποκτήσουν την αλήθεια, πρέπει να εφοδιαστούν με πολλά λόγια του Θεού, πρέπει να μπορέσουν να τα βιώσουν και να τα κάνουν πράξη, έτσι ώστε να καταλάβουν την αλήθεια και να εισέλθουν στην αλήθεια-πραγματικότητα. Μόνο τότε μπορούν να σωθούν. Το αν μπορεί ή δεν μπορεί κανείς να σωθεί δεν έχει καμία σχέση με το διάστημα που πιστεύει στον Θεό, με το πόση γνώση έχει, με το αν διαθέτει χαρίσματα ή προτερήματα, ή με το πόσο υποφέρει. Το μόνο που σχετίζεται άμεσα με τη σωτηρία είναι το αν μπορεί ή δεν μπορεί να αποκτήσει την αλήθεια. Σήμερα, λοιπόν, πόσες αλήθειες έχεις καταλάβει πραγματικά; Και πόσα απ’ τα λόγια του Θεού έχουν γίνει η ζωή σου; Από όλες τις απαιτήσεις του Θεού, σε ποιες έχεις εισέλθει; Τόσα χρόνια που πιστεύεις στον Θεό, πόσο έχεις εισέλθει στην πραγματικότητα του λόγου Του; Αν δεν ξέρεις ή αν δεν έχεις καταφέρει να εισέλθεις στην πραγματικότητα κανενός λόγου του Θεού, τότε ειλικρινά, δεν έχεις καμία ελπίδα να σωθείς, δεν είναι δυνατόν να σωθείς» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η εκτίμηση των λόγων του Θεού είναι το θεμέλιο της πίστης στον Θεό). Από την ανάγνωση των λόγων του Θεού είδα πως και το πότισμα και οι γενικές υποθέσεις της εκκλησίας είναι καθήκοντα που πρέπει να κάνουμε. Καθώς κάνουμε το καθήκον μας, ο Θεός ελπίζει ότι επιδιώκουμε την αλήθεια και κερδίζουμε τη ζωή-είσοδο. Αν και τα καθήκοντά μας μπορεί να είναι διαφορετικά, οι αλήθεια-αρχές που κάνουμε πράξη στα καθήκοντά μας είναι ίδιες. Όλοι δείχνουμε διαφθορά, ανεξάρτητα από το καθήκον μας. Αν αναζητούμε την αλήθεια όταν δείχνουμε διαφθορά, και μετανοούμε και αλλάζουμε, μπορούμε να σημειώσουμε πρόοδο στη ζωή. Έτσι κερδίζουμε την αλήθεια και μπορούμε να σωθούμε. Αν, όμως, δεν διδασκόμαστε τίποτα από όσα προκύπτουν, ή αν αυτό που κάνουμε δεν σχετίζεται με την άσκηση της αλήθειας ή την αλλαγή της διάθεσής μας, τότε ο Θεός το βλέπει αυτό απλώς ως εργασία, και δεν θα κερδίσουμε την αλήθεια, πόσο μάλλον τη σωτηρία του Θεού. Εγώ πίστευα λανθασμένα ότι δεν θα κέρδιζα την αλήθεια μέσα από τις γενικές υποθέσεις, και ότι όσα κι αν έκανα θα έμενα απλή δουλεύτρα στην καλύτερη περίπτωση. Σκεφτόμουν ότι αν είσαι επικεφαλής ή επικεφαλής ομάδας, αν συναναστρέφεσαι πάνω στην αλήθεια και στηρίζεις τους άλλους, αν διαβάζεις και συναναστρέφεσαι πάνω στα λόγια του Θεού κάθε μέρα, προοδεύεις γρήγορα στη ζωή, και μπορείς να κερδίσεις την αλήθεια και να σωθείς. Μα δεν ήταν γελοίο αυτό; Στην πραγματικότητα, κάποιος που επιδιώκει πραγματικά την αλήθεια μπορεί να μάθει από όσα αντιμετωπίζει, ανεξάρτητα από το καθήκον του, και να έχει πραγματικό κέρδος. Ακριβώς όπως στα βίντεο βιωματικών μαρτυριών που έχω δει. Μερικοί αδελφοί και αδελφές χειρίζονται τις γενικές υποθέσεις, αλλά είναι σε θέση να κάνουν πράξη τα λόγια του Θεού, να αναζητούν την αλήθεια και να διαλύουν τη διαφθορά αφού αποκαλυφθεί. Μπορούν να αλλάξουν μετά από μια εμπειρία και να μοιραστούν τη δική τους αληθινή μαρτυρία. Και είναι και κάποιοι επικεφαλής που διαβάζουν συχνά τα λόγια του Θεού για τους άλλους και τους βοηθούν να επιλύσουν τα προβλήματά τους, αλλά δεν κάνουν πράξη όσα κηρύττουν, απλώς λένε λόγια και δόγματα, και τελικά εκτίθενται και αποκλείονται. Συμβαίνουν όντως αυτά τα πράγματα, έτσι δεν είναι; Ο Θεός δεν δείχνει εύνοια με βάση τα καθήκοντα που εκτελεί κάποιος. Όσοι δεν επιδιώκουν την αλήθεια είναι απλοί δουλευτές. Κάποιος που επιδιώκει την αλήθεια κερδίζει ανταμοιβή από οποιοδήποτε καθήκον. Ο Θεός είναι δίκαιος και δεν ευνοεί κανέναν. Εγώ, όμως, επέμενα στις παράλογες απόψεις μου κι ήθελα να επιλέγω τα καθήκοντά μου. Δεν ήθελα να χειρίζομαι τις γενικές υποθέσεις. Δεν ήθελα να το κάνω αυτό. Ήμουν και προκατειλημμένη εναντίον της επικεφαλής, με ενοχλούσε που μου ανέθεσε αυτό το έργο. Δεν επιδίωκα την αλήθεια. Έδειξα διαφθορά, μα δεν έκανα αυτοκριτική ούτε τη διόρθωσα. Κι όμως, ήμουν αρνητική, κλαιγόμουν και κατηγορούσα τους άλλους για όλα. Νόμιζα ότι ο Θεός ήθελε να δουλεύω απλώς. Δεν Τον παρεξηγούσα, άραγε; Ήμουν σε ένα πολύ πραγματικό περιβάλλον, αλλά δεν είχα διδαχτεί τίποτα. Είχα μόνο παράπονα. Πόσο παράλογη ήμουν. Αν συνέχιζα έτσι, χωρίς να κερδίζω την παραμικρή αλήθεια, θα είχα γίνει στ’ αλήθεια απλή δουλεύτρα. Μου είχαν αναθέσει το έργο των γενικών υποθέσεων, και δεν ήμουν σε θέση να το αποδεχτώ από τον Θεό και να υποταχθώ. Δεν μπορούσα να διορθώσω τα δικά μου προβλήματά, πόσο μάλλον των άλλων αδελφών. Κι όμως, ήθελα να αναλάβω έργο ποτίσματος σ’ αυτήν την κατάσταση! Μα δεν ήταν παράλογο αυτό; Σκέφτηκα κάτι που είπε ο Θεός: «Ουσιαστικά, το αν οι άνθρωποι μπορούν να επιτύχουν τη σωτηρία δεν εξαρτάται από το τι καθήκον κάνουν, μα από το αν μπορούν να κατανοήσουν και να κερδίσουν την αλήθεια και από το αν μπορούν, τελικά, να υποταχθούν ολοκληρωτικά στον Θεό, να θέσουν εαυτόν στο έλεος της διευθέτησής Του, να μην τους απασχολεί το μέλλον και η μοίρα τους και να γίνουν σωστά δημιουργήματα. Ο Θεός είναι δίκαιος και άγιος, και αυτά είναι τα πρότυπα που χρησιμοποιεί για να μετρήσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Αυτά τα πρότυπα είναι αμετάβλητα και πρέπει να το θυμάσαι αυτό. Χάραξε αυτά τα πρότυπα στο μυαλό σου και ποτέ μη σκεφτείς να βρεις κάποιο άλλο μονοπάτι για να επιδιώξεις κάτι εξωπραγματικό. Οι απαιτήσεις και τα πρότυπα που έχει ο Θεός για όλους όσοι θέλουν να επιτύχουν τη σωτηρία δεν αλλάζουν ποτέ. Παραμένουν τα ίδια όποιος κι αν είσαι» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Διαβάζοντας τα λόγια του Θεού συνειδητοποίησα ότι είτε κάποιος χειρίζεται γενικές υποθέσεις είτε υπηρετεί ως επικεφαλής, το βασικό είναι να επιδιώκει την αλήθεια όσο επιτελεί το καθήκον του. Οι άνθρωποι που θα σωθούν είναι όσοι αναζητούν την αλήθεια στο περιβάλλον που έχει δημιουργήσει ο Θεός, και κατανοούν τον εαυτό τους, μετανοούν και αλλάζουν. Όταν το κατάλαβα αυτό, φωτίστηκε η καρδιά μου.
Ύστερα, άρχισα να ξανασκέφτομαι τα πράγματα. Γιατί αναστατώθηκα τόσο κι ήμουν απρόθυμη να εργαστώ όταν μου ανατέθηκαν γενικές υποθέσεις; Διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Το πλέον λυπηρό όσον αφορά την πίστη της ανθρωπότητας στον Θεό είναι ότι ο άνθρωπος επιτελεί τη δική του διαχείριση εν μέσω του έργου του Θεού, κι όμως δεν δίνει καμία σημασία στη διαχείριση του Θεού. Η μεγαλύτερη αποτυχία του ανθρώπου έγκειται στο ότι ο άνθρωπος κατασκευάζει τον δικό του ιδανικό προορισμό και σχεδιάζει πώς να λάβει τη μεγαλύτερη ευλογία και τον καλύτερο προορισμό, ταυτόχρονα με την προσπάθειά του να υποτάσσεται στον Θεό και να Τον λατρεύει. Ακόμη και αν κάποιος κατανοεί πόσο αξιολύπητος, απαίσιος και θλιβερός είναι, πόσοι μπορούν πρόθυμα να εγκαταλείψουν τα ιδανικά και τις ελπίδες τους; Και ποιοι μπορούν να σταματήσουν τα βήματά τους και να μη σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους; Ο Θεός χρειάζεται όσους θα συνεργαστούν στενά μαζί Του για να ολοκληρώσει τη διαχείρισή Του. Χρειάζεται όσους θα υποταχθούν σε Αυτόν, αφιερώνοντας ολόκληρο το μυαλό και το σώμα τους στο έργο της διαχείρισής Του. Δεν χρειάζεται ανθρώπους που απλώνουν το χέρι ικετεύοντάς Τον κάθε μέρα, πόσω μάλλον όσους δίνουν λίγα και στη συνέχεια περιμένουν να ανταμειφθούν. Ο Θεός σιχαίνεται εκείνους που συνεισφέρουν πενιχρά και στη συνέχεια αναπαύονται στις δάφνες τους. Μισεί εκείνους τους ψυχρούς ανθρώπους που φθονούν το έργο της διαχείρισής Του και θέλουν μόνο να μιλούν για το πώς θα πάνε στον παράδεισο και θα κερδίσουν ευλογίες. Ακόμη μεγαλύτερη αποστροφή τρέφει για όσους εκμεταλλεύονται την ευκαιρία που παρουσιάζεται από το έργο, το οποίο κάνει για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Αυτό συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι ετούτοι δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για το τι θέλει να επιτύχει και να αποκτήσει ο Θεός μέσω του έργου της διαχείρισής Του. Ενδιαφέρονται μόνο για το πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που παρέχει το έργο του Θεού για να κερδίσουν ευλογίες. Δεν υπολογίζουν την καρδιά του Θεού, όντας πλήρως απασχολημένοι με τις δικές τους προοπτικές και τη δική τους μοίρα. Όσοι φθονούν το έργο διαχείρισης του Θεού και δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον για το πώς ο Θεός σώζει την ανθρωπότητα και για τις προθέσεις Του κάνουν μόνο ό,τι ευχαριστεί τους ίδιους κατά τρόπο αποστασιοποιημένο από το έργο διαχείρισης του Θεού. Τη συμπεριφορά τους ούτε τη θυμάται ούτε την εγκρίνει ο Θεός —και πολύ περισσότερο δεν τη βλέπει με θετικό μάτι» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Γ΄: Ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο μέσα από τη διαχείριση του Θεού). Τα λόγια του Θεού αποκάλυψαν την κατάστασή μου. Δεν ήμουν πρόθυμη να χειριστώ τις γενικές υποθέσεις, επειδή δεν είχα το σωστό κίνητρο στο καθήκον μου. Το έκανα για να ευλογηθώ, κι υπολόγιζα συνέχεια τα κέρδη και τις απώλειες μέσα μου. Πλήρωνα πρόθυμα οποιοδήποτε τίμημα όταν κάτι με ωφελούσε, αλλά μόλις είδα ότι μου είχαν ανατεθεί οι γενικές υποθέσεις και ίσως να έμενα απλή δουλεύτρα, ένιωσα ότι θα έχανα πολλά. Κατσούφιαζα και γκρίνιαζα και αν κι έκανα κάποιο έργο, δυσανασχετούσα. Ζούσα με βάση σατανικές φιλοσοφίες, όπως «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω», «Μη βγαίνεις ποτέ χαμένος» και «Ποτέ μην κάνεις τίποτε χωρίς ανταμοιβή». Η «ανταμοιβή» ήταν πάντα προτεραιότητά μου, και για να δαπανήσω τον εαυτό μου για τον Θεό έκανα συναλλαγή μαζί Του. Δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή πώς να κάνω το καθήκον μου καλά. Ακόμη και σε αυτές τις σκληρές συνθήκες, το πρώτο μου μέλημα δεν ήταν η προστασία των αδελφών και της εκκλησιαστικής περιουσίας, η μεταφορά όλων άμεσα σε ασφαλές μέρος, αλλά αν άξιζε τον κόπο αυτό το έργο ή αν ήταν επωφελές για τον προορισμό μου. Είδα πώς ο Σατανάς με διέφθειρε κι είχα γίνει εγωίστρια και ελεεινή, χωρίς καμία συνείδηση ή λογική. Ήμουν ψυχρή, τα έκανα όλα για τον εαυτό μου. Ήμουν μέλος της εκκλησίας, και για ό,τι έργο έπρεπε να γίνει, έπρεπε να συνεργαστώ για να προστατεύσω τα συμφέροντα της εκκλησίας. Σε ό,τι έκανα, όμως, είχα δικούς μου στόχους. Ένιωσα ότι θα έχανα κάτι αν δούλευα σκληρά και δεν κέρδιζα ευλογίες. Ο νους μου ήταν γεμάτος σκέψεις για το πώς θα μπορούσα να ευλογηθώ και να βγω κερδισμένη. Αυτά που συνέβησαν μου έδειξαν ότι όσα χρόνια προσπαθούσα στην πίστη το κίνητρο ήταν απλώς η επιθυμία να ευλογηθώ. Αυτό μου θύμισε κάτι που είπε ο Θεός: «Ακόμα κι οι άνθρωποι που δείχνουν καλοσύνη σε άλλους ανταμείβονται, όμως ο Χριστός, που έχει επιτελέσει τέτοιο έργο ανάμεσά σας, δεν έχει δεχτεί ούτε την αγάπη ούτε την ανταμοιβή και υποταγή από τον άνθρωπο. Δεν είναι κάτι το λυπηρό;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Όσοι είναι ασύμβατοι με τον Χριστό, είναι σίγουρα πολέμιοι του Θεού). Ένιωσα ακόμη πιο άθλια και πιο μετανιωμένη μπροστά στα λόγια του Θεού. Είχα φάει και πιεί τόσα λόγια του Θεού, και απολάμβανα τόσο πολύ πότισμα κι όσα παρείχε ο Θεός, αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα να ανταποδώσω την αγάπη του Θεού κάνοντας το καθήκον μου καλά. Είχα επικεντρωθεί μόνο στο να παίρνω. Αχόρταγα ζητούσα τις ευλογίες του Θεού κι ήθελα να μου δώσει έναν καλό προορισμό. Όταν δεν τα έπαιρνα, θύμωνα και παραπονιόμουν με το παραμικρό καθήκον. Η συνείδησή μου και η λογική μου είχαν μουδιάσει, και αυτό πλήγωνε πολύ τον Θεό. Όσο το σκεφτόμουν αυτό, ένιωθα περισσότερο υπόχρεη και ένοχη. Μισούσα τον εαυτό μου που δεν είχα συνείδηση και ανθρώπινη φύση.
Μετά διάβασα κάτι άλλο στα λόγια του Θεού: «Στον οίκο του Θεού, όποτε κανονίζεται να κάνεις κάτι, είτε πρόκειται για σκληρή ή κοπιαστική εργασία, και είτε σου αρέσει είτε όχι, είναι καθήκον σου. Εάν μπορείς να το θεωρήσεις ανάθεση και ευθύνη που σου έδωσε ο Θεός, τότε έχεις κι εσύ ανάμειξη στο έργο Του για τη σωτηρία του ανθρώπου. Και πώς θα σε βλέπει Εκείνος αν αυτό που πράττεις και το καθήκον που εκτελείς έχουν ανάμειξη με το έργο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, και μπορείς ν’ αποδεχτείς σοβαρά κι ειλικρινά την ανάθεση που σου έδωσε ο Θεός; Θα σε βλέπει ως μέλος της οικογένειάς Του. Αυτό είναι ευλογία ή κατάρα; (Ευλογία.) Είναι μεγάλη ευλογία» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η επαρκής εκτέλεση του καθήκοντος;). Αυτό το χωρίο με συγκίνησε πολύ. Εφόσον κάποιος είναι πρόθυμος να κάνει ένα καθήκον, ο Θεός τού δίνει μια ευκαιρία. Όλες οι δουλειές στην εκκλησία είναι σημαντικές, ακόμη και όσες δεν φαίνονται εντυπωσιακές. Πρέπει όλες να γίνονται αποδεκτές και να θεωρούνται καθήκον και ευθύνη μας. Όποιος επιδιώκει την αλήθεια στο καθήκον και το κάνει σωστά σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Θεού, θα έχει ευκαιρία να σωθεί. Όποιος θεωρεί το καθήκον του συναλλαγή, ως κεφάλαιο για να αγοράσει ευλογίες ή ως εισιτήριο για τη βασιλεία του Θεού, όσο σκληρά κι αν εργαστεί, ποτέ δεν θα εισέλθει στην αλήθεια, αφού οι απόψεις του για την επιδίωξη και το μονοπάτι στο οποίο βρίσκεται είναι λανθασμένες. Αν έχεις ένα καθήκον και απλώς δουλεύεις για το έργο του Θεού, τότε σε ανυψώνει ο Θεός και σε ευλογεί τρομερά. Πώς να είμαι εγώ, λοιπόν, επιλεκτική σχετικά με το καθήκον μου; Έπρεπε να το αποδεχτώ και να υποταχθώ. Αυτό έπρεπε να είχα κάνει, ως δημιούργημα. Μα δεν έβλεπα τις ευλογίες που με περιέβαλλαν και δεν εκτιμούσα την ευκαιρία να επιδιώξω την αλήθεια μέσω του καθήκοντός μου. Θεωρούσα το καθήκον μου σκληρή εργασία, ή διαπραγματευτικό χαρτί σε μια συναλλαγή με τον Θεό, και παρερμήνευα και κατηγορούσα τον Θεό. Ήμουν θεότυφλη. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, σταμάτησα να εναντιώνομαι στο να αναλάβω γενικές υποθέσεις. Ένιωσα πρόθυμη να αποδεχτώ το καθήκον, να υποταχθώ και να το κάνω καλά.
Διάβασα κι άλλο ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Οι άνθρωποι, την ώρα που εκτελούν τα καθήκοντά τους, χρησιμοποιούν την επιδίωξη της αλήθειας για να βιώσουν το έργο του Θεού, σιγά σιγά κατανοούν και αποδέχονται την αλήθεια, και μετά την κάνουν πράξη. Στη συνέχεια, φτάνουν σε μια κατάσταση κατά την οποία αποτινάσσουν τη διεφθαρμένη διάθεσή τους, απαλλάσσονται από τα δεσμά και τον έλεγχο της διεφθαρμένης διάθεσης του Σατανά, κι έτσι αποκτούν την αλήθεια-πραγματικότητα και γίνονται άνθρωποι που έχουν κανονική ανθρώπινη φύση. Η εκτέλεση του καθήκοντός σου και οι πράξεις σου θα είναι εποικοδομητικές για τους ανθρώπους και θα ικανοποιούν τον Θεό μόνο όταν έχεις κανονική ανθρώπινη φύση. Και μόνο όταν οι άνθρωποι λαμβάνουν την έγκριση του Θεού για την εκτέλεση του καθήκοντός τους, μπορούν να γίνουν αποδεκτά δημιουργήματα. Άρα, όσον αφορά την εκτέλεση του καθήκοντός σας, αν και τώρα δαπανάτε και αναδεικνύετε με αφοσίωση τις διάφορες δεξιότητες, αλλά και τη μάθηση και τις γνώσεις που έχετε αποκτήσει, μέσα ακριβώς από τον δίαυλο της εκτέλεσης του καθήκοντός σας θα κατανοήσετε την αλήθεια και θα μάθετε τι σημαίνει εκτέλεση του καθήκοντος, τι σημαίνει να προσέρχεται κανείς ενώπιον του Θεού, τι σημαίνει να δαπανά ολόψυχα για τον Θεό. Μέσω αυτού του διαύλου, θα μάθετε πώς να απαλλάσσεστε από τη διεφθαρμένη σας διάθεση και πώς να επαναστατείτε ενάντια στον εαυτό σας, να μην είστε αλαζόνες και αυτάρεσκοι, και να υποτάσσεστε στην αλήθεια και στον Θεό. Μόνο έτσι μπορείτε να φτάσετε στη σωτηρία» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Για να κερδίσει κανείς την αλήθεια, πρέπει να μάθει από τους ανθρώπους, τα ζητήματα και τα πράγματα τριγύρω). Έμαθα από τα λόγια του Θεού ότι η εκτέλεση του καθήκοντος είναι το μονοπάτι για να αλλάξει κανείς τη διάθεσή του και να αποκτήσει την αλήθεια. Δεν έχει σχέση με την απόκτηση ευλογιών ή οφέλων. Όποιο καθήκον κι αν κάνεις, ο μόνος σωστός δρόμος είναι να επιδιώκεις την αλήθεια και να εστιάζεις στην αλλαγή διάθεσης. Ο λόγος που δεν μάθαινα τίποτα από το έργο των γενικών υποθέσεων ήταν γιατί δεν επιδίωκα την αλήθεια ούτε εργαζόμουν για τη ζωή-είσοδο. Δεν είχε καμία σχέση με το καθήκον που έκανα. Εγώ νόμιζα ότι το έργο των γενικών υποθέσεων ήταν απλώς μόχθος. Όταν έδειξα διαφθορά, δεν επικεντρώθηκα στην αναζήτηση της αλήθειας και στη διόρθωσή της. Ήμουν αρνητική και απέφευγα το καθήκον μου. Αν και έκανα τη δουλειά, δεν κέρδιζα τίποτα, και η διάθεσή μου δεν άλλαζε καθόλου. Αν συνέχιζα έτσι, δεν θα σωζόμουν ποτέ. Όταν το κατάλαβα αυτό, απέκτησα ένα μονοπάτι άσκησης. Τις γενικές υποθέσεις ή το πότισμα και τη στήριξη των αδελφών δεν έπρεπε να τα θεωρώ εργασίες. Έπρεπε να επικεντρωθώ στην προσευχή και στην αναζήτηση των αλήθεια-αρχών, και όταν έδειχνα διαφθορά, έπρεπε να κάνω αυτοκριτική και να αναζητώ την αλήθεια για να τη διορθώσω. Αφού ασκήθηκα λίγο έτσι, πολύ γρήγορα, καταλάβαινα καλύτερα τον εαυτό μου κι άρχισα να κατανοώ αληθινά την αλήθεια.
Θυμάμαι μια φορά που μια αδελφή μου ζητούσε συνέχεια να την ακολουθώ σε ό,τι σχεδίαζε. Μου ζητούσε να τη βοηθώ και με απλά πράγματα που θα μπορούσε να κάνει μόνη της. Όταν με ξαναρώτησε, διόρθωσα τη νοοτροπία μου και δεν αρνήθηκα παρά τον φόρτο εργασίας που είχα. Την ώρα που συνεργαζόμασταν, παρατήρησα ότι δεν επωμιζόταν πραγματικό φορτίο στο καθήκον της και ζητούσε άπληστα ανέσεις. Ήθελα να της το επισημάνω αυτό, αλλά φοβήθηκα ότι μπορεί να με θεωρήσει δύσκολο άνθρωπο. Λάμβανα υπόψη τη σάρκα της. Σκέφτηκα να τα φορτωθώ όλα εγώ. Δεν είπα τίποτα ούτε τη συναναστράφηκα. Αργότερα, αφού διάβασα τα λόγια του Θεού και έκανα αυτοκριτκή, συνειδητοποίησα ότι ήμουν ανθρωπάρεσκη. Φαινόταν ότι σκεφτόμουν τον άλλον και ότι είχα κατανόηση, αλλά στην πραγματικότητα, είχα δικά μου κίνητρα, δηλαδή να της αφήσω καλή εντύπωση. Αυτό, όμως, δεν θα ωφελούσε τη ζωή της και θα την έκανε να βασίζεται πάντα σ’ εμένα. Τότε της ανοίχτηκα και της μίλησα για τη διαφθορά μου, και ανέφερα και τα δικά της ζητήματα. Μετά απ’ αυτό, έκανε κάποιες αλλαγές. Έγινε πιο δραστήρια στο καθήκον της και εξαρτιόταν λιγότερο από μένα.
Αυτές οι εμπειρίες με δίδαξαν ότι μπορώ να κατανοήσω την αλήθεια και να εισέλθω σε αυτήν ανεξάρτητα από τι καθήκον κάνω. Ο Θεός πράγματι δεν δείχνει εύνοια σε κανέναν. Ταυτόχρονα, συνειδητοποίησα ότι ανεξάρτητα από τη δουλειά που κάνω ή τις συνθήκες που αντιμετωπίζω, αυτό που έχει σημασία είναι να είμαι σε θέση να αναζητώ την αλήθεια και να την κάνω πράξη.