39. Είμαι ανυποχώρητη σε αυτό το μονοπάτι
Μερικά χρόνια πριν, με συνέλαβε η αστυνομία για κήρυξη του ευαγγελίου. Το Κομμουνιστικό Κόμμα με καταδίκασε σε τρία χρόνια για «διοργάνωση και χρήση αιρετικής οργάνωσης για την υπονόμευση της επιβολής του νόμου». Αφού αποφυλακίστηκα, νόμιζα πως θα πήγαινα επιτέλους ξανά σε συναθροίσεις και θα αναλάμβανα και πάλι τα καθήκοντά μου. Δεν φανταζόμουν πως η αστυνομία θα συνέχιζε να με παρακολουθεί και να περιορίζει την ελευθερία μου. Όταν οι γονείς μου με πήγαν στο αστυνομικό τμήμα για τη δήλωση τόπου διαμονής, ο αξιωματικός που με επέβλεπε μου είπε άγρια: «Αν θέλεις να φύγεις από την περιοχή, πρέπει να μου το αναφέρεις, κι απαγορεύεται να φύγεις από την πόλη ή να πας στο εξωτερικό για πέντε χρόνια. Επίσης, δεν μπορείς να ασκείς την πίστη σου ούτε να παρευρίσκεσαι σε συναθροίσεις. Αν ανακαλύψω ότι έχεις παρευρεθεί σε θρησκευτικές συναθροίσεις, θα σε ξαναβάλω αμέσως στη φυλακή. Κι ούτε να το σκέφτεσαι ότι θα βγεις!» Φοβισμένοι μήπως με έπιαναν ξανά, οι γονείς μου ζήτησαν από την μεγάλη μου αδελφή να με προσέχει, για να σιγουρευτούν ότι δεν διάβαζα τα λόγια του Θεού ούτε είχα επαφές με αδελφούς κι αδελφές. Η αδελφή μου μου βρήκε μια δουλειά ως πωλήτρια και αν επέστρεφα σπίτι αργά, μου τηλεφωνούσε και με ρωτούσε: «Πού είσαι; Τι κάνεις;» Μια φορά, όταν διάβαζα τα λόγια του Θεού στο τάμπλετ μου, η αδελφή μου το αντιλήφθηκε και με πίεσε να μάθει αν διάβαζα τα λόγια του Θεού, και μάλιστα προσπάθησε να μου αρπάξει το τάμπλετ. Της ξεφούρνισα βιαστικά ότι διάβαζα ένα μυθιστόρημα και με άφησε ήσυχη. Έπειτα απ’ αυτό, έπρεπε να κρύβομαι κάτω από τις κουβέρτες μου για να διαβάζω τον λόγο του Θεού αφού την έπαιρνε ο ύπνος.
Μια μέρα, η αδελφή μου βρήκε κάποια λόγια του Θεού που είχα αντιγράψει και με ρώτησε: «Έχεις ακόμη πίστη και πηγαίνεις σε συναθροίσεις, έτσι δεν είναι;» Απάντησα νευριασμένα: «Είναι σωστό και πρέπον να έχει κανείς πίστη και να λατρεύει τον Θεό. Άσε με ήσυχη!» Έπειτα, έσπευσε να τηλεφωνήσει στη μεγαλύτερη αδελφή μας, η οποία με χαστούκισε αμέσως μόλις μπήκε στο σπίτι, φωνάζοντάς μου: «Πώς τολμάς να πιστεύεις ακόμη; Από τότε που μπήκες στη φυλακή, η μαμά πλαντάζει στο κλάμα κάθε μέρα. Έχει βαλαντώσει στο κλάμα. Αν σε στείλουν ξανά εκεί, σκέψου τι θα πάθει! Δεν μπορείς απλώς να εγκαταλείψεις όλα αυτά με τον Θεό και να τη λυπηθείς για μια φορά;» Ήταν σχεδόν αβάσταχτο να την ακούω να το λέει αυτό και άρχισαν να κυλούν δάκρυα από τα μάτια μου. Η μητέρα μου ήταν πολύ στοργική μαζί μου από τότε που ήμουν παιδί, και τώρα που είχα μεγαλώσει, την έκανα να ανησυχεί για μένα. Αν με συλλάμβαναν ξανά, θα μπορούσε να το αντέξει; Ένιωθα λίγο αδύναμη, οπότε έσπευσα να προσευχηθώ στον Θεό, ζητώντας Του να προστατεύσει την καρδιά μου. Αργότερα, είδα στα λόγια του Θεού το εξής: «Ο Θεός δημιούργησε αυτόν τον κόσμο και έφερε τον άνθρωπο, ένα ζωντανό ον στο οποίο έδωσε ζωή, μέσα του. Στη συνέχεια, ο άνθρωπος κατέληξε να έχει γονείς και συγγενείς, και δεν ήταν πλέον μόνος. Από την πρώτη στιγμή που ο άνθρωπος αντίκρισε αυτόν τον υλικό κόσμο, ήταν προορισμένος να υπάρξει μέσα στον προκαθορισμό του Θεού. Η ανάσα της ζωής από τον Θεό υποστηρίζει κάθε ζωντανό ον ξεχωριστά καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής του μέχρι την ενηλικίωση» («Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Η κάθε ανάσα μου προέρχεται από τον Θεό. Ο Θεός με πρόσεχε και με προστάτευε ενώ μεγάλωνα. Κάθε άνθρωπος που ήταν ευγενικός και εξυπηρετικός προς εμένα είχε κανονιστεί από τον Θεό. Η οικογένεια στην οποία γεννήθηκα και το είδος των γονέων που είχα αποφασίστηκαν και κανονίστηκαν επίσης από τον Θεό. Θα πρέπει να ευχαριστήσω τον Θεό και να ανταποδώσω την αγάπη Του, που μπόρεσα να μεγαλώσω χωρίς προβλήματα, που μπόρεσα να ζήσω μέχρι σήμερα. Θα ήταν ασυνείδητο να αρνηθώ ή να προδώσω τον Θεό λόγω των συναισθημάτων μου για την οικογένειά μου. Η μητέρα μου ανησυχούσε για μένα και η υγεία της επιδεινωνόταν. Όλα αυτά δεν οφείλονταν στο Κομμουνιστικό Κόμμα; Αν δεν συλλαμβανόμουν και δεν διωκόμουν, οι γονείς μου δεν θα χρειαζόταν να φοβούνται. Το Κομμουνιστικό Κόμμα με δίωκε και πλήγωνε τους αγαπημένους μου επειδή ήθελε να προδώσω τον Θεό. Δεν θα επέτρεπα να επιτευχθούν τα σχέδιά του! Με αυτήν τη σκέψη, η αποφασιστικότητά μου αποκαταστάθηκε: Όσο κι αν η οικογένειά μου στεκόταν εμπόδιο, έπρεπε να πιστεύω και να ακολουθώ τον Θεό! Μετά απ’ αυτό, ενώ εργαζόμουν, πήγαινα παράλληλα σε συναθροίσεις και μοιραζόμουν το ευαγγέλιο.
Τον Φεβρουάριο του 2017, ετοιμαζόμουν να πάω στη δουλειά ένα πρωί, όταν δέχτηκα ένα τηλεφώνημα. Ένας άνδρας με το όνομα Τσεν, ο οποίος ήταν τμηματάρχης της Επιτροπής Πολιτικών και Νομικών Υποθέσεων, μου είπε: «Περάστε μέσα στις επόμενες δύο μέρες για να υπογράψετε μια δήλωση που θα λέει ότι δεν πιστεύετε στον Θεό. Όλοι οι υπόλοιποι πιστοί της περιοχής που συνελήφθησαν κι απελευθερώθηκαν έχουν ήδη υπογράψει. Μόνο εσείς έχετε μείνει». Όταν το άκουσα, εξοργίστηκα πραγματικά. Η πίστη μου προϋποθέτει απλώς τη συμμετοχή μου σε συναθροίσεις και την ανάγνωση του λόγου του Θεού, παρόλα αυτά με φυλάκισαν γι’ αυτήν, με βασάνισαν και προσπάθησαν με τη βία να μου κάνουν πλύση εγκεφάλου. Τώρα που ήμουν έξω, συνέχιζαν να με παρακολουθούν, προσπαθώντας να με αναγκάσουν να υπογράψω ένα χαρτί για να αποκηρύξω την πίστη μου. Θα έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να με κάνουν να προδώσω τον Θεό. Ήταν πραγματικά αχρείοι και μοχθηροί! Δεν μπορούσα να επιτρέψω να πετύχει ο δόλος του Σατανά. Μα μετά σκέφτηκα: «Αν του έλεγα ότι δεν θα υπέγραφα, θα με έστελνε η Επιτροπή Πολιτικών και Νομικών Υποθέσεων ξανά στη φυλακή; Δεν θέλω να γυρίσω στη φυλακή και να ζήσω μια τέτοια απάνθρωπη ζωή». Καθώς το σκεφτόμουν αυτό, του είπα: «Έχω πολλή δουλειά τις επόμενες δύο ημέρες και δεν έχω χρόνο. Θα έρθω σε μερικές μέρες». Προς μεγάλη μου έκπληξη, το επόμενο πρωί, ο Αρχηγός Τσεν μού έστειλε ένα μήνυμα που έλεγε: «Η κάρτα ασφάλισης ασθενείας σας έχει έρθει. Περάστε να την πάρετε σήμερα». Σκέφτηκα: «Δεν έκανα ποτέ αίτηση για κάρτα. Μήπως είναι ένα από τα κόλπα του Σατανά;» Σκέφτηκα κάτι που είπε ο Θεός: «Πρέπει να είστε σε επαγρύπνηση και να περιμένετε διαρκώς, και πρέπει να προσεύχεστε περισσότερο ενώπιόν Μου. Πρέπει να αναγνωρίζετε τις διάφορες σκευωρίες και τα πανούργα σχέδια του Σατανά, να αναγνωρίζετε τα πνεύματα, να γνωρίζετε τους ανθρώπους και να είστε σε θέση να διακρίνετε κάθε είδους ανθρώπους, γεγονότα και πράγματα» («Κεφάλαιο 17» του «Ομιλίες του Χριστού στην αρχή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Τα λόγια του Θεού μού υπενθύμισαν πως ο Σατανάς έχει πολλά κόλπα. Λέγοντας πως όλοι οι ντόπιοι πιστοί που είχαν συλληφθεί κι αφεθεί ελεύθεροι είχαν υπογράψει εκτός από εμένα, ο Αρχηγός Τσεν προσπαθούσε να με ξεγελάσει ώστε να πάω. Αφού αυτό το κόλπο είχε αποτύχει, χρησιμοποίησε για δόλωμα την κάρτα. Ήταν πραγματικά πανούργος. Σκεπτόμενη καλά όλα αυτά, αποφάσισα να μην πάω.
Έπειτα, το επόμενο πρωί, ο πατέρας μου ήρθε πανικόβλητος στη δουλειά μου. Δείχνοντας ανήσυχος, μου είπε: «Χθες, ο Αρχηγός Τσεν με κάλεσε στο γραφείο του πρωί πρωί. Μου είπε ότι ο δήμος έκανε ειδική έρευνα για το αν εξακολουθείς να ασκείς την πίστη σου. Αν υπογράψεις το χαρτί, διαβεβαιώνοντας πως δεν το κάνεις, τότε θα μπορούσες να έχεις μια φυσιολογική ζωή όπως όλοι οι άλλοι, και κανείς δεν θα σε παρακολουθεί ούτε θα σε ψάχνει. Μα αν δεν υπογράψεις, θα σταλείς στη φυλακή για να σωφρονιστείς. Άκουσέ με —εγκατάλειψε την πίστη σου και πήγαινε και υπόγραψε!» Ένιωσα αγανάκτηση και αηδία που το άκουσα αυτό. Είπα στον πατέρα μου: «Μπαμπά, ξέρεις ότι η πίστη στον Θεό είναι το σωστό μονοπάτι. Πώς μπορώ, λοιπόν, να απαρνηθώ την πίστη μου φοβούμενη τη δίωξη; Οι συμφορές γίνονται όλο και πιο σοβαρές τώρα. Ο Παντοδύναμος Θεός, ο Σωτήρας, εκφράζει την αλήθεια για να σώσει τους ανθρώπους από την αμαρτία και τις συμφορές. Αυτή είναι η μόνη μας ευκαιρία για σωτηρία. Όντας άπιστοι, σίγουρα θα χαθούμε κατά την καταστροφή. Το Κομμουνιστικό Κόμμα συλλαμβάνει και διώκει μανιωδώς τους πιστούς, εξαναγκάζοντάς τους να προδώσουν τον Θεό, ώστε να καταλήξουν τιμωρημένοι στην κόλαση μαζί του. Εάν υπογράψω, αυτό σημαίνει ότι προδίδω τον Θεό και στο τέλος θα καταστραφώ! Δεν μπορώ να το υπογράψω αυτό!» Ο πατέρας μου, τρομαγμένος και νευρικός, μου είπε: «Αν δεν υπογράψεις, η αστυνομία θα σε βάλει ξανά στη φυλακή. Θέλεις στ’ αλήθεια να υποφέρεις ξανά εκεί μέσα; Ακόμη κι αν δεν σκέφτεσαι τον εαυτό σου, σκέψου τη μικρή σου αδελφή. Το Κομμουνιστικό Κόμμα στοχοποιεί ολόκληρη την οικογένεια ενός πιστού. Κοίτα τη μεγαλύτερη αδελφή σου. Αποφοίτησε από μια παιδαγωγική σχολή, μα απέτυχε στον πολιτικό έλεγχο εξαιτίας της πίστης σου και δεν μπόρεσε να βρει δουλειά σ’ ένα καλό δημοτικό σχολείο. Η μικρότερη αδελφή σου αποφοιτά φέτος από την παιδαγωγική σχολή και θα ψάξει για δουλειά. Αν δεν υπογράψεις, θα κοπεί στον πολιτικό έλεγχο και σίγουρα δεν θα βρει καλή δουλειά. Δεν καταστρέφεις το μέλλον της; Άκουσέ με, σφίξε τα δόντια και υπόγραψέ το. Δεν μπορείς απλώς να πιστεύεις στα κρυφά; Γιατί είσαι τόσο πεισματάρα;» Βλέποντας το καταβεβλημένο πρόσωπο του πατέρα μου, με δάκρυα στα μάτια, τόσο αγχωμένο που τα χείλη του είχαν ξεραθεί, ένιωσα πολύ άσχημα κι άρχισα να αμφιταλαντεύομαι: «Αν υπέγραφα, θα πρόδιδα τον Θεό και θα στιγματιζόμουν με το χάραγμα του θηρίου· αυτό είναι το χάραγμα της ατίμωσης του Θεού, κι Εκείνος δεν θα με εγκρίνει. Μα αν δεν υπογράψω, η αδελφή μου θα κοπεί στον πολιτικό της έλεγχο και θα επηρεαστεί το μέλλον της. Ολόκληρη η οικογένειά μου θα με μισεί για την υπόλοιπη ζωή μου. Και αν η αστυνομία με ξαναβάλει στη φυλακή και με βασανίσει αν δεν υπογράψω; Κι αν με χτυπήσουν μέχρι θανάτου;» Όλες αυτές οι σκέψεις με πονούσαν σαν ένα μαχαίρι στο στήθος μου. Δεν ήξερα τι να επιλέξω. Είπα στον πατέρα μου: «Άσε με να το σκεφτώ». Αφού έφυγε, γεμάτη δάκρυα, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, η καρδιά μου είναι αδύναμη, σε παρακαλώ, δώσε μου πίστη και δύναμη, και καθοδήγησέ με ώστε να μείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου».
Αφού προσευχήθηκα, διάβασα ένα απόσπασμα από τα λόγια του Θεού. «Όταν οι άνθρωποι δεν έχουν σωθεί ακόμα, στη ζωή τους παρεμβαίνει συχνά ο Σατανάς, και μάλιστα την ελέγχει. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι που δεν έχουν σωθεί είναι δέσμιοι του Σατανά, δεν είναι ελεύθεροι, δεν έχουν απελευθερωθεί από τον Σατανά, δεν έχουν τα προσόντα ή το δικαίωμα να λατρεύουν τον Θεό, και ο Σατανάς τους καταδιώκει διαρκώς και τους επιτίθεται άγρια. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ευτυχισμένοι, δεν έχουν δικαίωμα σε μια κανονική ύπαρξη, και επιπλέον δεν έχουν καμία αξιοπρέπεια. Μόνο αν ορθώσεις το ανάστημά σου και παλέψεις με τον Σατανά, χρησιμοποιώντας την πίστη σου στον Θεό και την υπακοή και τον σεβασμό για τον Θεό ως τα όπλα με τα οποία θα συμμετάσχεις σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου με τον Σατανά, έτσι ώστε να νικήσεις πλήρως τον Σατανά και να τον κάνεις να φύγει με την ουρά στα σκέλια και να φοβάται όποτε σε βλέπει, έτσι ώστε να εγκαταλείψει εντελώς τις επιθέσεις και τις κατηγορίες εναντίον σου —μόνο τότε θα σωθείς και θα είσαι ελεύθερος. Αν είσαι αποφασισμένος να σπάσεις κάθε δεσμό με τον Σατανά, αλλά δεν είσαι εξοπλισμένος με τα όπλα που θα σε βοηθήσουν να νικήσεις τον Σατανά, τότε κινδυνεύεις. Καθώς περνάει ο καιρός, όταν έχεις υποστεί τόσα μαρτύρια από τον Σατανά που δεν σου έχει μείνει ούτε μια σπιθαμή δύναμης, αλλά ακόμα δεν έχεις καταφέρει να γίνεις μάρτυρας, και δεν έχεις απελευθερωθεί εντελώς από τις κατηγορίες και τις επιθέσεις του Σατανά εναντίον σου, τότε δεν έχεις πολλές ελπίδες σωτηρίας. Στο τέλος, όταν ανακηρύσσεται η ολοκλήρωση του έργου του Θεού, θα είσαι ακόμα στα χέρια του Σατανά, ανίκανος να απελευθερωθείς, και δεν θα έχεις ποτέ την ευκαιρία ή την ελπίδα. Ως εκ τούτου, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι θα είναι πλήρως δέσμιοι του Σατανά» («Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Αναλογιζόμενη τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι η δίωξη του Κομμουνιστικού Κόμματος κι η παρέμβαση της οικογένειάς μου ήταν πειρασμοί και επιθέσεις του Σατανά. Σκέφτηκα τότε που ο Σατανάς πήγε να βάλει σε πειρασμό τον Ιώβ. Στερήθηκε όλα όσα είχε κι επιπλέον έχασε τα παιδιά του. Το σώμα του καλύφθηκε από φοβερές πληγές, η ίδια του η γυναίκα του επιτέθηκε και του είπε να εγκαταλείψει τον Θεό και να πεθάνει, μα ο Ιώβ δεν παραπονέθηκε ποτέ για τον Θεό ούτε Τον αρνήθηκε. Μάλιστα ο Ιώβ Τον δόξαζε, λέγοντας: «O Ιεχωβά έδωκε και ο Ιεχωβά αφήρεσεν· είη το όνομα Ιεχωβά ευλογημένον» (Ιώβ 1:21). Ο Ιώβ θριάμβευσε έναντι των πειρασμών του Σατανά μέσω της πίστης και του φόβου του προς τον Θεό, ντρόπιασε και νίκησε τον Σατανά. Μετά την αποφυλάκισή μου, το Κομμουνιστικό Κόμμα έβαλε τους δικούς μου να με πιέσουν να υπογράψω ένα χαρτί αποκηρύξεως της πίστης μου. Ήταν ένας πειρασμός και μια επίθεση από τον Σατανά. Ο Σατανάς χρησιμοποιούσε την αγάπη μου για την οικογένειά μου και την ανησυχία μου για το μέλλον της αδελφής μου για να με κάνει να προδώσω τον Θεό. Αν υπερασπιζόμουν την οικογένειά μου και τα συμφέροντα της σάρκας προδίδοντας τον Θεό, δεν θα ήμουν υπό την αιχμαλωσία του Σατανά; Ήξερα πως δεν έπρεπε να παρασυρθώ από τα κόλπα του Σατανά, μα, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιώβ, έπρεπε να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου για τον Θεό και να εξευτελίσω τον Σατανά.
Αργότερα, διάβασα ένα άλλο απόσπασμα από τα λόγια του Θεού: «Ανεξάρτητα από το πόσο “δυνατός” είναι ο Σατανάς, ανεξάρτητα από το πόσο θρασύς και φιλόδοξος είναι, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη ικανότητα έχει να προξενεί ζημιές, ανεξάρτητα από το πόσο ευρείας κλίμακας είναι οι τεχνικές που χρησιμοποιεί για να διαφθείρει και να παρασύρει τον άνθρωπο, ανεξάρτητα από το πόσο έξυπνα είναι τα κόλπα και τα σχέδια με τα οποία τρομοκρατεί τον άνθρωπο, ανεξάρτητα από το πόσο ευμετάβλητη είναι η μορφή του, ποτέ δεν μπόρεσε να δημιουργήσει ούτε ένα έμψυχο ον, ποτέ δεν μπόρεσε να θέσει νόμους και κανόνες για την ύπαρξη όλων των πραγμάτων και ποτέ δεν μπόρεσε να κυβερνήσει ή να ελέγξει κανένα αντικείμενο, είτε έμψυχο ή άψυχο. Στο σύμπαν και στο στερέωμα, δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος ή αντικείμενο που να έχει γεννηθεί από τον Σατανά, ή που να υπάρχει εξαιτίας του. Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος ή αντικείμενο που αυτός κυβερνά ή ελέγχει. Αντιθέτως, ο Σατανάς όχι μόνο είναι αναγκασμένος να ζει υπό την κυριαρχία του Θεού, αλλά και πρέπει να υπακούει όλες τις εντολές και τις προσταγές του Θεού. Χωρίς την άδεια του Θεού, είναι δύσκολο για τον Σατανά να ακουμπήσει ακόμα και μια σταγόνα νερό ή έναν κόκκο άμμου πάνω στη γη. Χωρίς την άδεια του Θεού, ο Σατανάς δεν μπορεί ούτε να κινήσει τα μυρμήγκια πάνω στη γη, πόσο μάλλον τους ανθρώπους, που δημιουργήθηκαν από τον Θεό. Στα μάτια του Θεού, ο Σατανάς είναι κατώτερος και από τα κρινάκια στο βουνό, τα πουλιά που πετούν στον αέρα, τα ψάρια στη θάλασσα και τις κάμπιες στη γη. Ο ρόλος του περιορίζεται στο να υπηρετεί όλα τα πράγματα, να δουλεύει για την ανθρωπότητα και να υπηρετεί το έργο του Θεού και το σχέδιο διαχείρισής Του. Ανεξάρτητα από τη μοχθηρότητα της φύσης του και τη διαβολικότητα της ουσίας του, το μόνο πράγμα που μπορεί να κάνει είναι να συμμορφώνεται υπάκουα με το καθήκον του: δηλαδή να υπηρετεί τον Θεό και να αποτελεί ένα αντιθετικό στοιχείο προς τον Θεό. Αυτή είναι η ουσία και η θέση του Σατανά. Η ουσία του δεν συνδέεται με τη ζωή, δεν συνδέεται με τη δύναμη και δεν συνδέεται με την εξουσία. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα παιγνίδι στα χέρια του Θεού, μια απλή μηχανή που υπηρετεί τον Θεό!» («Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Α΄» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Μόλις το διάβασα αυτό, απέκτησα μια ιδέα για την εξουσία και την κυριαρχία του Θεού. Όσο άγριος κι αν είναι ο Σατανάς, είναι απλώς ένα πιόνι στα χέρια του Θεού, ένα εργαλείο στην υπηρεσία Του. Ξαναέφερα στη μνήμη μου τη σύλληψη και τον βασανισμό μου στα χέρια του Κομμουνιστικού Κόμματος. Όταν η σάρκα μου ήταν αδύναμη, τα λόγια του Θεού ισχυροποίησαν την πίστη μου και με βοήθησαν να ξεπεράσω κάθε δυσκολία. Αφού αποφυλακίστηκα, το Κομμουνιστικό Κόμμα συνέχισε να με παρακολουθεί, κι η οικογένειά μου, εξαπατημένη από τα ψέματά του, συνέχισε κι εκείνη να με προσέχει και παρεμπόδιζε την πίστη μου. Μα μέσω της καθοδήγησης του λόγου του Θεού, κατάφερα να κατανοήσω κάποιες αλήθειες, θριάμβευσα έναντι των αλλεπάλληλων πειρασμών, κι η αποφασιστικότητά μου να ακολουθήσω τον Θεό ισχυροποιήθηκε. Μέσα από όλα αυτά, είδα πως ο Σατανάς είναι απλώς ένα εργαλείο για να οδηγήσει ο Θεός τον εκλεκτό λαό Του στην τελείωση. Δεν χρειαζόταν να φοβάμαι τίποτα. Ο Θεός κυβερνά τα πάντα —είναι υπεύθυνος για τη μοίρα όλων. Η ζωή κι ο θάνατός μου είναι στα χέρια του Θεού. Αν η αδελφή μου μπορεί να βρει δουλειά, τι μέλλον θα έχει —όλα αυτά καθορίζονται από τον Θεό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν μπορεί καν να ελέγξει τη δική του μοίρα, πώς θα έλεγχε άρα τη ζωή και τον θάνατό μου, καθώς και το μέλλον της αδελφής μου; Ακόμη κι αν κάποια μέρα συλλαμβανόμουν και βασανιζόμουν ξανά από την αστυνομία, αυτό θα γινόταν επειδή το επέτρεψε ο Θεός. Θα έπρεπε να βασιστώ στον Θεό και να παραμείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου. Αν αγαπούσα τη ζωή μου, ανησυχούσα για τα συμφέροντα της οικογένειάς μου κι υπέγραφα το χαρτί, προδίδοντας τον Θεό, αυτό θα ήταν μια ένδειξη ντροπής. Ακόμη κι αν ζούσα, θα ήμουν απλώς μια ζωντανή νεκρή. Με αυτό στο μυαλό μου, ατσάλωσα τον εαυτό μου ώστε να αντισταθώ στους πειρασμούς και τις επιθέσεις του Σατανά, να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου και να εξευτελίσω τον Σατανά!
Εκείνο το βράδυ, αφού γύρισα στο σπίτι, η μεγαλύτερη αδελφή μου μου φώναξε: «Η Επιτροπή Πολιτικών και Νομικών Υποθέσεων σού έδωσε τρεις μέρες. Αύριο είναι η τελευταία. Θα υπογράψεις το χαρτί ή όχι; Η μαμά και ο μπαμπάς γερνάνε. Ανησυχούν συνεχώς για εσένα. Μετά δυσκολίας έτρωγαν και κοιμούνταν όλα αυτά τα τρία χρόνια που ήσουν στη φυλακή. Τώρα είσαι έξω, αλλά συνεχίζουν να ζουν μέσα στον φόβο. Νιώθεις καλά που τους απογοητεύεις έτσι; Έχεις καθόλου συνείδηση; Θα πάθεις τίποτα αν υπογράψεις αυτό το χαρτί;» Συνειδητοποίησα ότι ο Σατανάς μού επιτίθετο και πάλι μέσω της οικογένειάς μου. Σκέφτηκα τα λόγια του Θεού: «Πρέπει να έχεις μέσα σου το θάρρος Μου και πρέπει να έχεις αρχές όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με συγγενείς που δεν πιστεύουν. Ωστόσο, για χάρη Μου, δεν πρέπει να υποχωρείς σε καμία από τις σκοτεινές δυνάμεις. Να βασίζεσαι στη σοφία Μου για να βαδίζεις στην τέλεια οδό. Μην επιτρέπεις να επικρατήσουν οι σκευωρίες του Σατανά. Κατάβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια στο να εναποθέσεις την καρδιά σου ενώπιόν Μου και Εγώ θα σε παρηγορήσω και θα σου προσφέρω γαλήνη και ευτυχία. Μην πασχίζεις να είσαι κάπως ενώπιον των άλλων ανθρώπων· δεν έχει μεγαλύτερη αξία και δεν είναι πιο βαρυσήμαντο να ικανοποιείς Εμένα; Ικανοποιώντας Με, δεν θα πλημμυρίσεις με αιώνια και ισόβια γαλήνη και ευτυχία;» («Κεφάλαιο 10» του «Ομιλίες του Χριστού στην αρχή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν δύναμη. Η πίστη στον Θεό ήταν το σωστό μονοπάτι κι έπρεπε να διατηρήσω την πίστη μου σε Εκείνον και να Τον ακολουθήσω πάση θυσία. Το Κομμουνιστικό Κόμμα παραπλάνησε και πίεσε την οικογένειά μου ώστε να με απομακρύνει από την πίστη μου. Αυτό μου έδειξε ακόμα πιο καθαρά τη δαιμονική ουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος που μισούσε την αλήθεια κι ήταν εχθρός του Θεού. Το σιχάθηκα και το απέρριψα από καρδιάς. Ακόμη και χωρίς την κατανόηση και τη στήριξη της οικογένειάς μου, έπρεπε να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου και να εξευτελίσω τον Σατανά. Με αυτήν τη σκέψη, είπα στην αδελφή μου: «Για τη μαμά και τον μπαμπά που μετά βίας τρώνε και κοιμούνται, και συνεχώς ανησυχούν, δεν ευθύνεται αποκλειστικά το Κόμμα; Είναι σωστό και πρέπον να πιστεύει κανείς στον Θεό, να είναι καλός άνθρωπος και να ακολουθεί το σωστό μονοπάτι. Μα το Κόμμα όχι μόνο με συνέλαβε, μα έμπλεξε κι όλη μας την οικογένεια σε αυτό, χωρίς να μας αφήνει καμία διέξοδο. Το Κόμμα είναι ο ένοχος!» Εκείνη τη στιγμή, τηλεφώνησε η μεγάλη αδελφή μου, απαιτώντας μια απάντηση: «Θα υπογράψεις αύριο ή όχι; Έχεις μόνο δύο επιλογές. Είτε υπογράφεις το χαρτί, δεσμευόμενη πως δεν πιστεύεις στον Θεό, και συνεχίζεις να δουλεύεις, να βγάζεις λεφτά και να έχεις μια καλή ζωή, είτε δεν υπογράφεις και περιμένεις να σε κλείσουν στη φυλακή!» Απάντησα σθεναρά: «Ακόμη κι αν αναγκαστώ να γυρίσω στη φυλακή, δεν υπογράφω αυτό το χαρτί!» Μου έκλεισε θυμωμένη το τηλέφωνο και η άλλη μου αδελφή απλώς με αγνόησε.
Αργότερα, έφυγα εκτός πόλης για να εκτελέσω τα καθήκοντά μου. Όποτε σκέφτομαι όλη αυτήν την εμπειρία, νιώθω ακλόνητη στην καρδιά μου. Νιώθω πως ήταν η καλύτερη επιλογή που έκανα ποτέ και δεν θα το μετανιώσω ποτέ.