3. Με βάση τα λόγια του Παύλου, ο οποίος είπε ότι «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος» (Προς Τιμόθεον Β΄ 3:16), οι πάστορες και οι πρεσβύτεροι του θρησκευτικού κόσμου πιστεύουν ότι τα λόγια της Βίβλου είναι τα λόγια του Θεού. Ωστόσο, εσείς λέτε ότι δεν είναι όλα τα λόγια της Βίβλου λόγια του Θεού. Τι εννοείτε με αυτό;
Σχετικά λόγια του Θεού:
Τη σήμερον ημέρα, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η Βίβλος είναι ο Θεός και ότι ο Θεός είναι η Βίβλος. Επίσης, πιστεύουν ότι όλα τα λόγια της Βίβλου αποτελούν τα μόνα λόγια που εξέφερε ο Θεός και ότι όλα ειπώθηκαν από τον Θεό. Όσοι πιστεύουν στον Θεό νομίζουν, μάλιστα, ότι παρόλο που και τα εξήντα έξι βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν από ανθρώπους, όλα ήταν θεόπνευστα και αποτελούν καταγραφή των ομιλιών του Αγίου Πνεύματος. Αυτό αποτελεί τη λανθασμένη κατανόηση του ανθρώπου και δεν συνάδει απόλυτα με τα γεγονότα. Στην πραγματικότητα, πέρα από τα βιβλία των προφητειών, το μεγαλύτερο μέρος της Παλαιάς Διαθήκης αποτελεί ιστορικό αρχείο. Ορισμένες από τις επιστολές της Καινής Διαθήκης προέρχονται από τις εμπειρίες των ανθρώπων και ορισμένες προέρχονται από τη διαφώτιση του Αγίου Πνεύματος. Οι επιστολές του Παύλου, παραδείγματος χάριν, προέκυψαν από το έργο ενός ανθρώπου, ήταν όλες το αποτέλεσμα της διαφώτισης του Αγίου Πνεύματος, γράφτηκαν για τις εκκλησίες και ήταν λόγια προτροπής και ενθάρρυνσης για τους αδελφούς και τις αδελφές των εκκλησιών. Δεν ήταν λόγια που εξέφερε το Άγιο Πνεύμα —ο Παύλος δεν μπορούσε να μιλήσει εξ ονόματος του Αγίου Πνεύματος, ούτε ήταν προφήτης, πολύ λιγότερο δε, είδε τα οράματα που είδε ο Ιωάννης. Οι επιστολές του γράφτηκαν για τις εκκλησίες της Εφέσου, της Κορίνθου, της Γαλατίας και για άλλες εκκλησίες. Έτσι, οι επιστολές του Παύλου στην Καινή Διαθήκη είναι επιστολές τις οποίες έγραψε ο Παύλος για τις εκκλησίες, και όχι έμπνευση από το Άγιο Πνεύμα, ούτε άμεσες ομιλίες του Αγίου Πνεύματος. Είναι απλώς λόγια προτροπής, παρηγοριάς και ενθάρρυνσης που έγραψε για τις εκκλησίες κατά τη διάρκεια του έργου του. Είναι, επίσης, μια καταγραφή μεγάλου μέρους του έργου του Παύλου εκείνον τον καιρό. Γράφτηκαν για όλους τους εν Κυρίω αδελφούς και τις εν Κυρίω αδελφές, ώστε οι αδελφοί και οι αδελφές των εκκλησιών εκείνη την εποχή να ακολουθούσαν τις συμβουλές του και να συμμορφώνονταν με την οδό της μετάνοιας του Κυρίου Ιησού. Ο Παύλος επ’ ουδενί δεν είπε, είτε πρόκειται για τις εκκλησίες εκείνης της εποχής είτε για αυτές του μέλλοντος, ότι όλοι πρέπει να τρώνε και να πίνουν όσα εκείνος έγραψε, ούτε είπε ότι όλα τα λόγια του προέρχονταν από τον Θεό. Σύμφωνα με τις συνθήκες της εκκλησίας εκείνη την εποχή, απλώς επικοινωνούσε με τους αδελφούς και τις αδελφές, τους παρότρυνε και τους ενέπνεε πίστη, και απλώς κήρυττε στους ανθρώπους ή τους έδινε υπενθυμίσεις και τους παρότρυνε. Τα λόγια του βασίζονταν στο δικό του φορτίο και υποστήριζε τους ανθρώπους μέσω αυτών των λόγων. Επιτέλεσε το έργο ενός αποστόλου των εκκλησιών εκείνης της εποχής, ήταν ένας εργάτης που χρησιμοποιήθηκε από τον Κύριο Ιησού, και έτσι έπρεπε να αναλάβει την ευθύνη για τις εκκλησίες και έπρεπε να αναλάβει το έργο των εκκλησιών, έπρεπε να μάθει για τις καταστάσεις των αδελφών —και, λόγω αυτού, έγραψε επιστολές για όλους τους εν Κυρίω αδελφούς και τις εν Κυρίω αδελφές. Όλα τα εποικοδομητικά και θετικά πράγματα που είπε στους ανθρώπους ήταν σωστά, αλλά δεν εκπροσωπούσαν τις ομιλίες του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορούσαν να εκπροσωπήσουν τον Θεό. Αποτελεί εξωφρενική κατανόηση και τεράστια βλασφημία να αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τις καταγραφές των εμπειριών ενός ανθρώπου και τις επιστολές ενός ανθρώπου ως τα λόγια που εξέφερε το Άγιο Πνεύμα στις εκκλησίες! Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όσον αφορά τις επιστολές που έγραψε ο Παύλος για τις εκκλησίες, διότι οι επιστολές του γράφτηκαν για τους αδελφούς και τις αδελφές βάσει των συνθηκών και της κατάστασης κάθε εκκλησίας εκείνον τον καιρό, και είχαν σκοπό να προτρέψουν τους εν Κυρίω αδελφούς και τις εν Κυρίω αδελφές ώστε να μπορέσουν να λάβουν τη χάρη του Κυρίου Ιησού. Οι επιστολές του είχαν σκοπό να αφυπνίσουν τους αδελφούς και τις αδελφές εκείνης της εποχής. Μπορεί να ειπωθεί ότι αυτό ήταν το δικό του φορτίο και ήταν, επίσης, το φορτίο που του έδωσε το Άγιο Πνεύμα. Στο κάτω κάτω, ήταν ένας απόστολος που καθοδήγησε τις εκκλησίες του καιρού εκείνου, που έγραψε επιστολές για τις εκκλησίες και τις παρότρυνε —αυτή ήταν η ευθύνη του. Η ταυτότητά του ήταν απλώς εκείνη ενός εργαζόμενου αποστόλου, κι εκείνος ήταν απλώς ένας απόστολος που εστάλη από τον Θεό. Δεν ήταν ούτε προφήτης ούτε μάντης. Για εκείνον, το έργο του και η ζωή των αδελφών ήταν υψίστης σημασίας. Συνεπώς, δεν μπορούσε να μιλά εξ ονόματος του Αγίου Πνεύματος. Τα λόγια του δεν ήταν τα λόγια του Αγίου Πνεύματος, πολύ λιγότερο δε, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ήταν τα λόγια του Θεού, διότι ο Παύλος δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα πλάσμα του Θεού και σίγουρα δεν ήταν η ενσάρκωση του Θεού. Η ταυτότητά του δεν ήταν ίδια με αυτή του Ιησού. Τα λόγια του Ιησού ήταν τα λόγια του Αγίου Πνεύματος, ήταν τα λόγια του Θεού, διότι η ταυτότητά Του ήταν εκείνη του Χριστού —του Υιού του Θεού. Πώς θα μπορούσε ο Παύλος να είναι ισότιμος με Εκείνον; Εάν οι άνθρωποι βλέπουν τις επιστολές ή τα λόγια του Παύλου ως τις ομιλίες του Αγίου Πνεύματος και τα λατρεύουν ως Θεό, τότε μπορεί να ειπωθεί μονάχα ότι δεν έχουν καμία ικανότητα διάκρισης. Για να μιλήσουμε πιο σκληρά, αυτό δεν αποτελεί απλώς βλασφημία; Πώς θα μπορούσε ένας άνθρωπος να μιλά εξ ονόματος του Θεού; Και πώς θα μπορούσαν οι άνθρωποι να προσκυνούν ενώπιον των καταγραφών των επιστολών του και των λόγων που εξέφερε σαν να ήταν ένα ιερό βιβλίο ή ένα θεϊκό βιβλίο; Θα μπορούσαν τα λόγια του Θεού να ειπωθούν τυχαία από έναν άνθρωπο; Πώς θα μπορούσε ένας άνθρωπος να μιλά εξ ονόματος του Θεού; Οπότε, τι λες εσύ —θα μπορούσαν οι επιστολές που έγραψε για τις εκκλησίες να μην είναι νοθευμένες με τις δικές του ιδέες; Πώς θα μπορούσαν να μην είναι νοθευμένες με ανθρώπινες ιδέες; Έγραψε επιστολές για τις εκκλησίες με βάση τις προσωπικές του εμπειρίες και τη δική του γνώση. Παραδείγματος χάριν, ο Παύλος έγραψε μια επιστολή στις εκκλησίες της Γαλατίας, η οποία περιείχε μια συγκεκριμένη άποψη, και ο Πέτρος έγραψε μια άλλη, η οποία περιείχε μια άλλη άποψη. Ποια από τις δύο προήλθε από το Άγιο Πνεύμα; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Ως εκ τούτου, μπορεί μονάχα να ειπωθεί ότι και οι δύο έφεραν ένα φορτίο για τις εκκλησίες, όμως οι επιστολές τους εκπροσωπούν το ανάστημά τους, εκπροσωπούν την προμήθεια και την υποστήριξή τους προς τους αδελφούς και τις αδελφές, και το φορτίο τους προς τις εκκλησίες, και εκπροσωπούν μόνο ανθρώπινο έργο —δεν προήλθαν εξ ολοκλήρου από το Άγιο Πνεύμα. Αν λες ότι οι επιστολές του είναι τα λόγια του Αγίου Πνεύματος, τότε είσαι παράλογος και διαπράττεις βλασφημία! Οι επιστολές του Παύλου και οι λοιπές επιστολές της Καινής Διαθήκης ισοδυναμούν με τα απομνημονεύματα των πιο πρόσφατων πνευματικών μορφών: Είναι εφάμιλλες με τα βιβλία του Γουότσμαν Νι ή τις εμπειρίες του Λόρενς και ούτω καθεξής. Απλώς τα βιβλία των πρόσφατων πνευματικών μορφών δεν συμπεριλαμβάνονται στην Καινή Διαθήκη, αλλά η ουσία αυτών των ανθρώπων ήταν ίδια: Ήταν άνθρωποι που χρησιμοποιήθηκαν από το Άγιο Πνεύμα κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου και δεν μπορούσαν να εκπροσωπήσουν άμεσα τον Θεό.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Σχετικά με τη Βίβλο (3)
Κατά τη διάρκεια της Εποχής του Νόμου της Παλαιάς Διαθήκης, οι πολυάριθμοι προφήτες που εξυψώθηκαν από τον Ιεχωβά εξέφρασαν προφητείες για Εκείνον, έδωσαν οδηγίες σε διάφορες φυλές και έθνη και προέβλεψαν το έργο που θα επιτελούσε ο Ιεχωβά. Σε όλους αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι είχαν εξυψωθεί, είχε δοθεί το Πνεύμα της προφητείας από τον Ιεχωβά: Ήταν σε θέση να βλέπουν τα οράματα από τον Ιεχωβά και να ακούν τη φωνή Του, κι έτσι εμπνέονταν από Αυτόν και έγραφαν προφητείες. Το έργο που επιτέλεσαν αποτελούσε την έκφραση της φωνής του Ιεχωβά, την έκφραση της προφητείας του Ιεχωβά, και το έργο του Ιεχωβά εκείνη την εποχή ήταν απλώς να καθοδηγεί τους ανθρώπους χρησιμοποιώντας το Πνεύμα. Δεν ενσαρκώθηκε και οι άνθρωποι δεν είδαν διόλου το πρόσωπό Του. Έτσι, εξύψωσε πολλούς προφήτες για να επιτελέσουν το έργο Του και τους έδωσε χρησμούς, τους οποίους εκείνοι κληροδότησαν σε κάθε φυλή και φατρία του Ισραήλ. Το έργο τους ήταν να εκφράζουν προφητείες, και κάποιοι από αυτούς κατέγραψαν τις οδηγίες του Ιεχωβά προς αυτούς, προκειμένου να τις δείξουν σε άλλους. Ο Ιεχωβά εξύψωσε αυτούς τους ανθρώπους για να εκφράσουν προφητείες, να προβλέψουν το έργο του μέλλοντος ή το έργο που εναπόμενε να επιτελεστεί κατά το διάστημα εκείνο, έτσι ώστε να μπορούσαν οι άνθρωποι να δουν τη θαυμασιότητα και τη σοφία του Ιεχωβά. Αυτά τα βιβλία προφητείας διέφεραν αρκετά από τα υπόλοιπα βιβλία της Βίβλου· αποτελούσαν λόγια που ειπώθηκαν ή γράφτηκαν από εκείνους στους οποίους είχε δοθεί το Πνεύμα της προφητείας —από εκείνους που είχαν κερδίσει τα οράματα ή τη φωνή από τον Ιεχωβά. Πέρα από τα βιβλία προφητείας, οτιδήποτε άλλο στην Παλαιά Διαθήκη αποτελείται από καταγραφές που δημιουργήθηκαν από ανθρώπους αφότου ο Ιεχωβά είχε τελειώσει το έργο Του. Αυτά τα βιβλία δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις προβλέψεις που εκφράστηκαν από τους προφήτες που εξυψώθηκαν από τον Ιεχωβά, όπως ακριβώς η Γένεση και η Έξοδος δεν μπορούν να συγκριθούν με το Βιβλίο του Ησαΐα και το Βιβλίο του Δανιήλ. Οι προφητείες ειπώθηκαν προτού επιτελεστεί το έργο· τα άλλα βιβλία, εν τω μεταξύ, γράφτηκαν αφότου τελείωσε το έργο —γι’ αυτό ήταν ικανοί οι άνθρωποι. Οι προφήτες εκείνης της εποχής εμπνεύστηκαν από τον Ιεχωβά και εξέφρασαν κάποιες προφητείες, είπαν πολλά λόγια και προφήτευσαν τα γεγονότα της Εποχής της Χάριτος, καθώς και την καταστροφή του κόσμου τις έσχατες ημέρες —το έργο που σχεδίαζε να επιτελέσει ο Ιεχωβά. Όλα τα υπόλοιπα βιβλία καταγράφουν το έργο που επιτέλεσε ο Ιεχωβά στο Ισραήλ. […] Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ό,τι καταγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη της Βίβλου είναι αποκλειστικά το έργο του Θεού στο Ισραήλ εκείνον τον καιρό. Τα λόγια που ειπώθηκαν από τους προφήτες, από τον Ησαΐα, τον Δανιήλ, τον Ιερεμία και τον Ιεζεκιήλ… τα λόγια τους προλέγουν το άλλο έργο Του στη γη, προλέγουν το έργο του ίδιου του Ιεχωβά Θεού. Όλα αυτά προήλθαν από τον Θεό, ήταν το έργο του Αγίου Πνεύματος και, πέρα από αυτά τα βιβλία των προφητών, όλα τα υπόλοιπα αποτελούν καταγραφή των εμπειριών που αποκόμισαν οι άνθρωποι από το έργο του Ιεχωβά εκείνον τον καιρό.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Σχετικά με τη Βίβλο (1)
Δεν αποτελούν όλα όσα περιέχονται στη Βίβλο καταγραφή των λόγων που έχει εκφέρει ο ίδιος ο Θεός. Η Βίβλος καταγράφει απλώς τα δύο προηγούμενα στάδια του έργου του Θεού, ένα μέρος εκ των οποίων είναι η καταγραφή των προβλέψεων των προφητών και το άλλο μέρος είναι οι εμπειρίες και η γνώση που αποτυπώθηκαν από ανθρώπους που χρησιμοποίησε ο Θεός διαμέσου των αιώνων. Οι ανθρώπινες εμπειρίες είναι νοθευμένες με ανθρώπινες απόψεις και γνώσεις, κάτι που είναι αναπόφευκτο. Σε πολλά από τα βιβλία της Βίβλου υπάρχουν ανθρώπινες αντιλήψεις, ανθρώπινες προκαταλήψεις και η παράλογη κατανόηση των ανθρώπων. Φυσικά, τα περισσότερα λόγια είναι το αποτέλεσμα της διαφώτισης και της φώτισης του Αγίου Πνεύματος και αποτελούν σωστή κατανόηση —εντούτοις, και πάλι δεν μπορεί να ειπωθεί ότι αποτελούν ολότελα ακριβείς εκφράσεις της αλήθειας. Οι απόψεις τους για ορισμένα θέματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η γνώση που αποκομίζεται από την προσωπική εμπειρία ή η διαφώτιση του Αγίου Πνεύματος. Οι προβλέψεις των προφητών προέρχονταν από τις προσωπικές οδηγίες του Θεού: Οι προφητείες ατόμων όπως ο Ησαΐας, ο Δανιήλ, ο Έσδρας, ο Ιερεμίας και ο Ιεζεκιήλ προήλθαν από την άμεση οδηγία του Αγίου Πνεύματος· αυτοί οι άνθρωποι ήταν μάντεις, είχαν λάβει το Πνεύμα της προφητείας και ήταν όλοι τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Κατά τη διάρκεια της Εποχής του Νόμου, αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι είχαν λάβει την έμπνευση του Ιεχωβά, εξέφρασαν πολλές προφητείες, οι οποίες προέκυψαν με την άμεση οδηγία του Ιεχωβά.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Σχετικά με τη Βίβλο (3)
Αποσπάσματα από κήρυγμα και συναναστροφή ως σημείο αναφοράς:
Πώς σχηματίστηκε η Βίβλος και πότε δημιουργήθηκε; Κατά την Εποχή του Νόμου, οι Ιουδαίοι αναφέρονταν μόνο στην Παλαιά Διαθήκη ως Γραφές. Αργότερα, ο Κύριος Ιησούς επιτέλεσε το έργο της λύτρωσης, και περισσότερα από τριακόσια χρόνια μετά απ’ αυτό, κάποιοι επικεφαλής της εκκλησίας πραγματοποίησαν σύνοδο και αποφάσισαν να συγκεντρώσουν όλες τις επιστολές που είχαν γράψει οι μαθητές και οι απόστολοι του Κυρίου Ιησού. Τελικά, μετά από πολλή σκέψη, επέλεξαν 27 απ’ αυτές ως τον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, τον οποίο συνδύασαν με την Παλαιά Διαθήκη για να αποτελέσουν ολόκληρο το περιεχόμενο της Βίβλου. Αυτά είναι τα γεγονότα της προέλευσης της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης, και αυτή είναι η εκ των έσω ιστορία της Βίβλου. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η Βίβλος προήλθε από τον Θεό· στη Δεύτερη Επιστολή του Παύλου προς Τιμόθεο, συγκεκριμένα, αναφέρεται: «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος». Στην πραγματικότητα, όταν ο Παύλος είπε αυτά τα λόγια, η Καινή Διαθήκη δεν είχε γίνει ακόμη βιβλίο· σε αυτό το πλαίσιο, οι Γραφές στις οποίες αναφερόταν ο Παύλος ήταν η Παλαιά Διαθήκη, όχι η Καινή Διαθήκη. Αυτό είναι γεγονός. Ωστόσο, οι άνθρωποι τις έσχατες ημέρες εκλαμβάνουν τις Γραφές για τις οποίες μίλησε ο Παύλος ως ολόκληρη τη Βίβλο —ως την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα γεγονότα. Πρόκειται για παρερμηνεία, για πλάνη. Επιπλέον, είναι βάσιμο να ισχυριστεί κανείς ότι όλη η Παλαιά Διαθήκη ήταν θεόπνευστη; Ο Θεός εκτέλεσε το έργο της Εποχής του Νόμου χρησιμοποιώντας τον Μωυσή. Τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης γράφτηκαν επίσης από τον Μωυσή. Είναι δίκαιο να πούμε ότι κανείς δεν κατανόησε το έργο του Θεού της Εποχής του Νόμου καλύτερα από αυτόν. Άρα, στα πέντε βιβλία του Μωυσή, είπε ο Μωυσής ότι τα λόγια που έγραψε ήταν όλα θεόπνευστα; Πρώτον, δεν το είπε. Δεύτερον, κανένας από τους προφήτες που χρησιμοποίησε ο Θεός κατά την Εποχή του Νόμου —προφήτες όπως ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ, ο Δανιήλ κ.ο.κ.— κανένας από αυτούς δεν είπε κάτι τέτοιο. Μόνο ο Παύλος είπε ότι οι Γραφές ήταν θεόπνευστες. Αν μόνο ο Παύλος το είπε αυτό, τα λόγια αυτά δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν έγκυρα. Επομένως, δεν πρέπει να βασίζουμε τίποτα σε αυτά τα λόγια.
Επιπλέον, τι γνώμη είχαν οι αδελφοί και οι αδελφές στις εκκλησίες για τις επιστολές που έγραψαν ο Πέτρος, ο Παύλος και άλλοι όταν αυτές στάλθηκαν στις εκκλησίες; Θα έλεγαν: «Αυτή είναι η επιστολή του αδελφού Πέτρου», «Αυτή είναι η επιστολή του αδελφού Παύλου», «Αυτή είναι η επιστολή του Ματθαίου»… Θα αντιμετώπιζε κανείς εκείνη την εποχή τις επιστολές αυτών των αποστόλων ως τον λόγο του Θεού; Σίγουρα όχι, επειδή ο Πέτρος, ο Ματθαίος και οι υπόλοιποι δεν είπαν ποτέ ότι οι ίδιοι ήταν Θεός ή ότι ήταν η ενσάρκωση· είπαν ότι πίστευαν στον Κύριο Ιησού και ότι ήταν μαθητές του Κυρίου Ιησού, οπότε οι αδελφοί και οι αδελφές των εκκλησιών αντιμετώπιζαν αυτούς ως αδελφούς, και τις επιστολές τους και τα λόγια τους ως συναναστροφή και μαρτυρία αδελφών. Αυτό είναι απολύτως ακριβές και συνάδει με τα ιστορικά γεγονότα. Αλλά σήμερα, οι άνθρωποι από όλα τα δόγματα αντιμετωπίζουν τα λόγια αυτών των αποστόλων ως θεόπνευστα. Τα αντιμετωπίζουν ως λόγια του Θεού και τα τοποθετούν στο ίδιο επίπεδο με τα λόγια του Θεού. Αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με τα ιστορικά γεγονότα; Δεν θεωρούν καν ότι υπάρχει κάτι κακό στο να αντιμετωπίζουν αυτά τα λόγια των ανθρώπων ως λόγια του Θεού. Όταν οι άνθρωποι επισημαίνουν το σφάλμα τους, προβάλλουν τα λόγια του Παύλου στη Βίβλο για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους —αλλά υπάρχει κάποια βάση στα λόγια του Παύλου; Στις επιστολές των αποστόλων, ο Πέτρος είπε ότι οι επιστολές του Παύλου περιέχουν τις αποκαλύψεις και το έργο του Αγίου Πνεύματος. Αλλά ο Πέτρος δεν είπε ποτέ ότι τα λόγια του Παύλου ήταν εμπνευσμένα από το Άγιο Πνεύμα και ότι έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως λόγια του Θεού, ούτε τόλμησε ο Παύλος να πει ότι τα λόγια του ήταν θεόπνευστα. Ούτε ο Παύλος ούτε ο Πέτρος κατέθεσαν μαρτυρία ότι τα λόγια τους ήταν λόγια του Θεού, οπότε πώς μπορούν οι πιστοί τις έσχατες ημέρες να αντιμετωπίζουν τα λόγια τους ως λόγια του Θεού; Τι λάθος κάνουν; Είναι σωστές οι ερμηνείες αυτών των υποστηρικτών; Δεν αντιλαμβάνονται περί πόσο γελοίου σφάλματος πρόκειται, δεν το βλέπουν, πράγμα που δείχνει ότι στερούνται την αλήθεια. Ωστόσο, οι άνθρωποι εξακολουθούν να λατρεύουν και να πιστεύουν τυφλά· ό,τι λένε εκείνοι, αυτό πιστεύουν οι άνθρωποι. Δεν έχουν οι άνθρωποι απίστευτη έλλειψη διάκρισης σ’ αυτό το κομμάτι; Οι άνθρωποι της θρησκείας έχουν τυφλή πίστη στη Βίβλο, λατρεύουν τη Βίβλο, τη θεωρούν ανώτερη απ’ τον Θεό, πιστεύουν ότι η Βίβλος αντιπροσωπεύει τον Θεό και βασίζουν τα πάντα στη Βίβλο. Δεν είναι γελοίο να λατρεύουν τη Βίβλο και να έχουν τυφλή πίστη σ’ αυτήν σε τέτοιο βαθμό; Και ποια μορφή παίρνει η τυφλή πίστη τους στη Βίβλο; Είναι ανίκανοι να την προσεγγίσουν σύμφωνα με τα ιστορικά γεγονότα, και δεν επιδιώκουν την αλήθεια και δεν αναζητούν τη διαφώτιση και τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος. Αντιθέτως, λατρεύουν τυφλά γνωστές προσωπικότητες, εμπιστευόμενοι, αποδεχόμενοι και εφαρμόζοντας απαρέγκλιτα ό,τι λέει η καθεμιά απ’ αυτές. Μήπως τα λόγια των ανθρώπων δεν είναι ποτέ λανθασμένα; Μήπως όλα όσα είπε ο Παύλος είναι σωστά; Ο Παύλος ήταν άνθρωπος —και ως άνθρωπος, πώς θα μπορούσε να μην είναι σπιλωμένος; Επομένως, το να τοποθετούν οι άνθρωποι τις επιστολές των αποστόλων στο ίδιο επίπεδο με τα λόγια του Θεού αποτελεί σοβαρό λάθος. Στη Βίβλο, τα λόγια του Θεού είναι τα λόγια του Θεού και τα λόγια των ανθρώπων είναι τα λόγια των ανθρώπων. Τα δύο αυτά είδη λόγων δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως ίσα. Ποια είναι λοιπόν τα λόγια του Θεού στη Βίβλο; Όλα τα λόγια που ειπώθηκαν προσωπικά από τον Ιεχωβά Θεό, αυτά που ο Ιεχωβά Θεός έδωσε εντολή στους προφήτες να μεταδώσουν, και τα λόγια που ειπώθηκαν προσωπικά από τον Κύριο Ιησού —μόνο αυτά είναι τα λόγια του Θεού. Και τι το ιδιαίτερο νομίζετε ότι έχουν όλα τα λόγια που είπαν οι προφήτες στη Βίβλο; Όλοι έλεγαν: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά» και «Έτσι είπε ο Ιεχωβά». Δεν έλεγαν: «Εγώ, ο Δανιήλ (ή ο Ησαΐας) σάς το λέω αυτό». Αυτό καθιστά σαφές στους ανθρώπους ότι οι προφήτες μετέδιδαν τα αυθεντικά λόγια του Θεού. Επομένως, μόνο τα αρχικά λόγια του Θεού που μεταδόθηκαν από τους προφήτες είναι τα λόγια του Θεού, μόνο τα λόγια που είπε αυτοπροσώπως ο Ιεχωβά Θεός είναι τα λόγια του Θεού και μόνο τα λόγια που είπε αυτοπροσώπως ο Κύριος Ιησούς είναι τα λόγια του Θεού. Τίποτα μέσα στη Βίβλο εκτός από αυτά δεν είναι λόγια του Θεού· τα λόγια που ειπώθηκαν από τους αποστόλους και τα γεγονότα που καταγράφηκαν από τους υπηρέτες του Θεού είναι απλώς μαρτυρίες ανθρώπων.
Συναναστροφή εκ του Άνωθεν