30. Δεν ήταν εύκολο να απαλλαγώ από το κύρος
Γεννήθηκα σε αγροτική οικογένεια. Έχασα μικρός τους γονείς μου, οπότε έπρεπε να στηρίζομαι στον μεγάλο μου αδερφό κι εκείνος σ’ εμένα. Ήμασταν πολύ φτωχοί και οι άλλοι μας περιφρονούσαν. Σκεφτόμουν: «Θα πάω στο σχολείο και μια μέρα θα είμαι μακράν ανώτερός τους». Δυστυχώς, έπρεπε να σταματήσω το σχολείο στη δευτέρα λυκείου, καθώς δεν είχαμε χρήματα. Το όνειρό μου να υπερέχω όλων των άλλων γκρεμίστηκε και ένιωθα συντετριμμένος.
Το 1990, άρχισα να πιστεύω στον Κύριο Ιησού. Ο κήρυκας έλεγε πως με την πίστη στον Κύριο, όχι μόνο θα βρούμε γαλήνη σ’ αυτήν τη ζωή, μα θα έχουμε και αιώνια ζωή στην επόμενη. Έλεγε επίσης πως όσο πιο πολλούς προσηλυτίζαμε με τη διάδοση του ευαγγελίου, τόσο πιο ευλογημένοι θα ήμασταν, θα λαμβάναμε την ανταμοιβή και το στεφάνι μας και θα βασιλεύαμε ως βασιλείς δίπλα στον Θεό. Εκείνη την περίοδο, διάβασα το εξής στη Βίβλο: «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα· του λοιπού μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος» (Προς Τιμόθεον Β΄ 4:7-8). Εγκατέλειψα λοιπόν την οικογένειά μου για να διαδώσω το ευαγγέλιο για τον Θεό. Ήμουν γεμάτος ενέργεια και, σε λιγότερο από έναν χρόνο, είχα προσηλυτίσει εκατοντάδες ανθρώπους. Με την αύξηση των προσήλυτων, έως το 1997 είχαμε ιδρύσει εκατοντάδες εκκλησίες με πάνω από 30.000 ανθρώπους. Είχα τον τελευταίο λόγο για οτιδήποτε αφορούσε τις εκκλησίες και σε όποια εκκλησία κι αν πήγαινα να εργαστώ, οι αδελφοί και οι αδελφές με καλωσόριζαν πάντα με σεβασμό και με πήγαιναν με αυτοκίνητο όπου ήθελα. Μου πρόσφεραν πεντανόστιμα φαγητά, όμορφο χώρο διαμονής και κάλυπταν και τα ταξιδιωτικά μου έξοδα. Άρχισα να τα απολαμβάνω όλα αυτά.
Μια μέρα, μια ανώτερη επικεφαλής μάς κάλεσε σε συνάθροιση και είπε πως υπήρχε πλέον ένα δόγμα ονόματι Αστραπή της Ανατολής, που κήρυττε ότι ο Κύριος Ιησούς είχε επιστρέψει ως Παντοδύναμος Θεός. Μας είπε πως τα κηρύγματά τους ήταν μεγαλόπνοα, πως είχαν αρπάξει πολλά καλά μέλη από διάφορες εκκλησίες και πως ακόμη και δύο συνεργάτες της εκκλησίας μας, οι αδελφοί Γουανγκ και Γου, είχαν αποδεχτεί την Αστραπή της Ανατολής. Μας ζήτησε να απορρίψουμε τελείως τους δύο αδελφούς και να εκδιώξουμε αμέσως όποιον ανακαλύπταμε πως άκουγε τα κηρύγματα της Αστραπής της Ανατολής. Όλα αυτά με εξέπληξαν. Τους γνώριζα καλά αυτούς τους αδελφούς. Ήταν γνώστες της Βίβλου και πίστευαν ειλικρινά στον Κύριο. Δεν καταλάβαινα πώς είχαν αποδεχτεί την Αστραπή της Ανατολής. Προς το τέλος του έτους, οι δύο αδελφοί με επισκέφτηκαν απρόσμενα στο σπίτι μου. Δίσταζα για πολλή ώρα προτού ανοίξω τελικά την πόρτα, από φόβο πως είχαν έρθει να με εξαπατήσουν. Τότε όμως σκέφτηκα: «Όπως και να ’χει, εγώ πιστεύω στον Κύριο. Δεν μπορώ να διώξω τους δύο αδελφούς από το σπίτι μου». Οπότε τους άφησα να περάσουν. Είπαν πως για να υποδεχθώ τον Κύριο, έπρεπε να εστιάσω στο να ακούσω τη φωνή του Θεού και να μην αρνηθώ να αναζητήσω ή να ερευνήσω την αληθινό οδό από φόβο μήπως παραπλανηθώ. Με συναναστράφηκαν για το πώς να είσαι συνετή παρθένος που ακούει τη φωνή του Θεού και πώς να ξεχωρίζεις την αληθινή οδό από τις ψεύτικες. Βρήκα όσα είπαν εκείνη τη μέρα αναζωογονητικά και διαφωτιστικά. Είχα πειστεί απόλυτα. Όταν έφυγαν, μου έδωσαν ένα βιβλίο. Μου είπαν πως περιείχε ομιλίες του Παντοδύναμου Θεού και με παρότρυναν να το διαβάσω και να μη χάσω την ευκαιρία να υποδεχθώ τον Κύριο. Μόλις έφυγαν, άρχισα να ανησυχώ πως παραπλανιόμουν, και πως αν μάθαινε η ανώτερη επικεφαλής ότι είχα δεχθεί τους αδελφούς στο σπίτι μου, θα εκδιωκόμουν από την εκκλησία. Μα τότε σκέφτηκα: «Αν ο Παντοδύναμος Θεός είναι όντως ο επιστρέψας Κύριος Ιησούς κι εγώ δεν το διερευνήσω από φόβο μήπως εκδιωχθώ, τότε δεν θα απορρίπτω τον Θεό; Δεν θα Του αντιστέκομαι;» Με αυτήν τη σκέψη, αποφάσισα να ερευνήσω το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες μέρες.
Έπειτα διάβαζα καθημερινά τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού. Οι δύο αδελφοί με συναναστράφηκαν για τα τρία στάδια του έργου του Θεού για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, το μυστήριο της ενσάρκωσης του Θεού, το πώς ο Θεός επιτελεί το έργο της κρίσης τις έσχατες ημέρες για την κάθαρση και σωτηρία μας, πώς ο Θεός κλείνει τις εποχές, πώς πραγματοποιείται η βασιλεία του Χριστού στη γη, και άλλα. Σε όλα τα χρόνια της πίστης μου στον Κύριο δεν είχα ακούσει κάτι τέτοιο, κι όσο άκουγα, τόσο περισσότερη εξουσία και ισχύ φαίνονταν να είχαν τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού. Πίστευα όλο και πιο πολύ πως όντως επρόκειτο για τον επιστρέψαντα Κύριο Ιησού και πως έπρεπε να το διερευνήσω. Μα πάντα ένιωθα διχασμένος μέσα μου. Οι πάστορες και οι πρεσβύτεροι καταδίκαζαν την Αστραπή της Ανατολής για χρόνια, κι εγώ τους είχα βοηθήσει να σφραγίσουμε την εκκλησία ερμητικά· δεν επιτρέπαμε σε κανέναν να έχει επαφές με την Αστραπή της Ανατολής κι εκδιώκαμε όποιον αποδεχόταν την οδό της. Αν αποδεχόμουν την Αστραπή της Ανατολής, τι θα σκέφτονταν οι 30.000 πιστοί των οποίων ηγούμουν στην εκκλησία; Αν με ακολουθούσαν κι αποδέχονταν όλοι την Αστραπή της Ανατολής, θα ήταν ό,τι πρέπει. Μα αν δεν το έκαναν, σίγουρα θα με απέρριπταν. Θυμήθηκα που έβγαινα ανεξαρτήτως καιρού, να κηρύξω και να εργαστώ νυχθημερόν, με τον κίνδυνο να με κυνηγήσει το ΚΚΚ, για να ιδρύσω όλες αυτές τις εκκλησίες με αίμα, ιδρώτα και δάκρυα. Είχα κάνει πολύ κόπο για να φτάσω εκεί, για να με έχουν σε υπόληψη τόσοι άνθρωποι. Πώς θα τα πετούσα όλα αυτά τόσο εύκολα; Ακόμη κι αν όλοι εκείνοι των οποίων ηγούμουν στην εκκλησία αποδέχονταν τον Παντοδύναμο Θεό, θα μπορούσα ακόμα να είμαι ο επικεφαλής τους; Μα τότε σκέφτηκα: «Αν ο Παντοδύναμος Θεός είναι ο επιστρέψας Κύριος Ιησούς κι εγώ δεν Τον αποδεχτώ, δεν θα χάσω την ευκαιρία να καλωσορίσω τον Κύριο;» Το σκεφτόμουν συνεχώς, χωρίς να μπορώ να αποφασίσω τι να κάνω. Τότε, η σύζυγός μου με εξέπληξε καθώς, αφότου άκουσε τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού, ήρθε ενθουσιασμένη και είπε: «Άκουσα τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού και πιστεύω πως είναι η φωνή του Θεού. Αν είναι πράγματι ο επιστρέψας Κύριος Ιησούς, τότε πρέπει να το ερευνήσουμε και να το δεχθούμε το συντομότερο!» Εγώ απάντησα ενοχλημένος: «Το ξέρω αυτό, αλλά δεν είναι τόσο απλό. Οι επικεφαλής και οι συνεργάτες στην εκκλησία μας την έχουν αποκλείσει, κι έτσι κανείς δεν επιτρέπεται να διερευνήσει την Αστραπή της Ανατολής. Αν δεχθώ την οδό της, σίγουρα θα με απορρίψουν». Η σύζυγός μου απλώς ταράχθηκε και είπε: «Για ποιον σκοπό πιστεύουμε στον Κύριο τόσα χρόνια; Δεν προσμένουμε τον ερχομό του Κυρίου για να αρπαγούμε στη βασιλεία των ουρανών; Τώρα που έχει επιστρέψει ο Κύριος, ακόμη κι αν δεν είσαι επικεφαλής, πρέπει να δεχθείς το έργο του Θεού και να καλωσορίσεις τον Κύριο!» Της είπα πως συμφωνούσα, αλλά μέσα μου σκεφτόμουν: «Σκέφτεσαι απλοϊκά, καθώς είσαι γυναίκα. Εγώ έχω να σκεφτώ 30.000 ανθρώπους. Πρέπει να το χειριστώ με προσοχή και να το συλλογιστώ καλύτερα». Πέρασαν πολλοί μήνες χωρίς να δεχθώ την Αστραπή της Ανατολής. Με επισκέπτονταν συχνά αδελφοί και αδελφές από την Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού. Με συναναστρέφονταν υπομονετικά, και εν τέλει ξεκαθάρισα μέσα μου πως επρόκειτο πράγματι για το έργο του Θεού. Όμως επειδή δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τη θέση μου, απέφευγα να το αποδεχθώ. Μετά από λίγο, οι αδελφοί και οι αδελφές αντιλήφθηκαν την κατάστασή μου. Σε μια συνάθροιση με τους αδελφούς Μπάι και Σονγκ, ο αδελφός Σονγκ μοιράστηκε μαζί μου τις εμπειρίες του. Είπε πως κι εκείνος ήταν παλαιότερα επικεφαλής εκκλησίας και υπεύθυνος για δεκάδες εκκλησίες. Όταν του κήρυξε κάποιος το ευαγγέλιο, διάβασε τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού και βεβαιώθηκε πως επρόκειτο για τον επιστρέψαντα Κύριο Ιησού. Αλλά όταν έφτασε η ώρα να το δεχθεί πραγματικά, άρχισε να έχει αμφιβολίες και να σκέφτεται: «Αν αποδεχτώ τον Παντοδύναμο Θεό, θα είμαι ακόμα επικεφαλής; Θα μπορώ να ηγούμαι τόσων ανθρώπων;» Τότε θυμήθηκε την παραβολή του Κυρίου Ιησού για τους κακούς γεωργούς στο Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο 21, εδάφια 33 έως 41: «Ήτο άνθρωπός τις οικοδεσπότης, όστις εφύτευσεν αμπελώνα και περιέβαλεν εις αυτόν φραγμόν και έσκαψεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον, και εμίσθωσεν αυτόν εις γεωργούς και απεδήμησεν. Ότε δε επλησίασεν ο καιρός των καρπών, απέστειλε τους δούλους αυτού προς τους γεωργούς διά να λάβωσι τους καρπούς αυτού. Και πιάσαντες οι γεωργοί τους δούλους αυτού, άλλον μεν έδειραν, άλλον δε εφόνευσαν, άλλον δε ελιθοβόλησαν. Πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους πλειοτέρους των πρώτων, και έκαμον εις αυτούς ωσαύτως. Ύστερον δε απέστειλε προς αυτούς τον υιόν αυτού λέγων· Θέλουσιν εντραπή τον υιόν μου. Αλλ' οι γεωργοί, ιδόντες τον υιόν, είπον προς αλλήλους· Ούτος είναι ο κληρονόμος· έλθετε, ας φονεύσωμεν αυτόν και ας κατακρατήσωμεν την κληρονομίαν αυτού. Και πιάσαντες αυτόν, εξέβαλον έξω του αμπελώνος και εφόνευσαν. Όταν λοιπόν έλθη ο κύριος του αμπελώνος, τι θέλει κάμει εις τους γεωργούς εκείνους; Λέγουσι προς αυτόν· Κακούς κακώς θέλει απολέσει αυτούς, και τον αμπελώνα θέλει μισθώσει εις άλλους γεωργούς, οίτινες θέλουσιν αποδώσει εις αυτόν τους καρπούς εν τοις καιροίς αυτών». Ο αδελφός Σονγκ είπε πως ένιωσε έντονη αυτοκατάκριση. Ο Κύριος τού είχε εμπιστευτεί το ποίμνιό Του. Τώρα που είχε επιστρέψει, αντί να οδηγήσει τους αδελφούς και τις αδελφές να Τον υποδεχθούν, προσπαθούσε να υφαρπάξει το ποίμνιό Του και να Τον απορρίψει. Είπε πως είχε ενεργήσει όπως ακριβώς εκείνοι οι κακοί γεωργοί και πως ήταν κακός δούλος που αντιστεκόταν στον Κύριο. Διερωτήθηκε: «Πιστεύω στον Θεό για να γίνω επικεφαλής; Για το κύρος και το βιος μου; Πιστεύω πραγματικά στον Θεό;» Ένιωσε μεγάλη μεταμέλεια όταν τα σκέφτηκε αυτά, οπότε εξομολογήθηκε στον Θεό, μετανόησε, αποδέχτηκε τον Παντοδύναμο Θεό και διέδωσε το ευαγγέλιο σε όλους τους αδελφούς και τις αδελφές των οποίων ηγούνταν. Όταν άκουσα αυτά που συναναστράφηκε, ντράπηκα και στενοχωρήθηκα πολύ. Για να διαφυλάξω το κύρος μου, καθυστέρησα να δεχθώ το έργο του Παντοδύναμου Θεού, παρόλο που γνώριζα πως ήταν έργο του Θεού. Δεν άφηνα ούτε τους αδελφούς και τις αδελφές να το διερευνήσουν. Αρνιόμουν να Του παραδώσω τα πρόβατα του Θεού. Ήμουν κακός δούλος και μου άξιζε κατάρα και τιμωρία! Όταν όμως σκέφτηκα πόσο ερμητικά είχα αποκλείσει την εκκλησία και πως ούτε ένας στην εκκλησία μου δεν είχε αποδεχτεί το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, σκέφτηκα: «Αν το αποδεχτώ, δεν θα σκάβω τον λάκκο μου; Με τι μούτρα θα κυκλοφορώ; Αν μάθουν στην εκκλησία μου ότι έχω αποδεχτεί το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, σίγουρα θα με μισήσουν και θα με απορρίψουν, και τότε θα μείνω με άδεια χέρια». Αποφάσισα πως το καλύτερο ήταν να μην το αποδεχτώ.
Λίγες ημέρες μετά, σε μια συνάθροιση με τους δύο αδελφούς, τους μίλησα για τις ανησυχίες μου. Ήμουν πολύ δόλιος και μιλούσα με περιστροφές. Τους ρώτησα: «Αν οι άνθρωποι των οποίων ηγούμαι πιστέψουν στον Παντοδύναμο Θεό, ποιος θα είναι επικεφαλής τους; Οι ίδιοι επικεφαλής και συνεργάτες που υπάρχουν τώρα;» Εννοούσα όμως: «Εγώ πρέπει να είμαι επικεφαλής τους και να τους επιβλέπω». Αλλά ο αδελφός Μπάι με εξέπληξε λέγοντας: «Όταν αποδεχόμαστε το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, ο ίδιος ο Θεός είναι Εκείνος που μας οδηγεί, μας ποτίζει και μας ποιμαίνει. Στην εκκλησία μας, κυριαρχούν ο Χριστός και η αλήθεια. Οι επικεφαλής ορίζονται με εκλογές, οπότε εκλέγεται όποιος κατανοεί την αλήθεια και κατέχει την πραγματικότητα, όποιος μπορεί να ποτίσει τους αδελφούς και τις αδελφές και να επιλύσει τα πρακτικά τους προβλήματα». Συνέχισε λέγοντας: «Αν επιδιώκεις την αλήθεια, τότε κι εσύ μπορεί να επιλεγείς ως επικεφαλής. Υπάρχουν διάφορα είδη καθηκόντων στην εκκλησία: Επικεφαλής, κήρυκες του ευαγγελίου —όλοι έχουν τη λειτουργία τους. Δεν υπάρχουν διακρίσεις τύπου “σημαντικό” και “μη σημαντικό” ή “υψηλό” και “χαμηλό” κύρος όσον αφορά τα καθήκοντα, κι αυτό γιατί όλοι είναι ίσοι ενώπιον του Θεού, ενώ στα θρησκευτικά δόγματα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά». Όσο άκουγα τον αδελφό Μπάι, τόσο πιο πολύ αποκαρδιωνόμουν, μέχρι που στο τέλος κατσούφιασα. Σκέφτηκα: «Δεν νομίζω να μπορέσω ξανά να είμαι επικεφαλής τόσων ανθρώπων».
Ο αδελφός Σονγκ κατάλαβε πώς αισθανόμουν και με συναναστράφηκε πάνω στην εμπειρία του βασιλιά της Νινευή. Είπε: «Ο βασιλιάς της Νινευή ήταν ηγεμόνας του έθνους. Όταν άκουσε τον Ιωνά να κηρύττει τα λόγια του Θεού, λέγοντας πως η Νινευή θα καταστρεφόταν, κατέβηκε από τον θρόνο και οδήγησε άπαντες στην πόλη να καλυφθούν με σάκους και στάχτες, να πέσουν στα γόνατα, να εξομολογηθούν στον Θεό και να μετανοήσουν. Ο Θεός τούς λυπήθηκε και δεν κατέστρεψε την πόλη». Συνέχισε λέγοντας: «Ως επικεφαλής εκκλησίας, μπροστά σε κάτι σπουδαίο όπως τον ερχομό του Κυρίου, δεν θα ’πρεπε να προσπαθείς να μιμηθείς τον βασιλιά και να οδηγήσεις αδελφούς και αδελφές να εξομολογηθούν στον Θεό και να μετανοήσουν;» Τα λόγια του με συγκίνησαν πολύ. Είχε δίκιο. Ο βασιλιάς της Νινευή ήταν ο ηγεμόνας του έθνους. Κάποιος σε τόσο υψηλή θέση μπόρεσε να ταπεινωθεί, να εξομολογηθεί στον Θεό και να μετανοήσει. Εγώ γιατί αδυνατούσα να εγκαταλείψω το κύρος μου και να δεχθώ το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες; Ο αδελφός Σονγκ συνέχισε λέγοντας: «Όταν ο Κύριος Ιησούς επιτελούσε το έργο Του, οι Φαρισαίοι ήθελαν να διαφυλάξουν τις θέσεις και το βιος τους, έτσι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να Του αντισταθούν και να Τον καταδικάσουν, κρατώντας τους πιστούς υπό τον έλεγχό τους. Ο Κύριος Ιησούς τούς επέπληξε και είπε: “Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί, διότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· επειδή σεις δεν εισέρχεσθε ουδέ τους εισερχομένους αφίνετε να εισέλθωσιν” (Κατά Ματθαίον 23:14)». Έπειτα μου είπε: «Ο Θεός εκφράζει την αλήθεια και εκτελεί το έργο της κρίσης τις έσχατες ημέρες· αυτό είναι το ευαγγέλιο του ερχομού της βασιλείας των ουρανών. Στην αρχή, πίστεψες τα ψέματα που σου είπαν και σφράγισες την εκκλησία μαζί με τους θρησκευτικούς ηγέτες, εμποδίζοντας αδελφούς και αδελφές να δεχτούν το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Με αυτήν την πράξη, αψήφησες τον Θεό. Τώρα έχεις διαβάσει τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού και έχεις συμπεράνει πως είναι ο επιστρέψας Κύριος Ιησούς. Αν συνεχίσεις να αρνείσαι πεισματικά να δεχτείς το έργο του Θεού ή να πεις στους αδελφούς και τις αδελφές τα νέα για την επιστροφή του Κυρίου κρατώντας τους έξω από τη βασιλεία των ουρανών, τότε θα κάνεις το κακό εν γνώσει σου, θα διαπράττεις κι άλλο λάθος». Είπε: «Αυτό θα ήταν τεράστιο κακό ενάντια στον Θεό! Αν οι αδελφοί και οι αδελφές έχαναν την ευκαιρία να σωθούν επειδή τους εμποδίσαμε, αυτό θα ήταν οφειλή αίματος! Δεν θα μπορούσαμε να την ξεχρεώσουμε ακόμη κι αν πεθαίναμε ξανά και ξανά. Ωστόσο, αν οδηγήσεις τους αδελφούς και τις αδελφές ενώπιον του Θεού, όχι μόνο δεν θα σε μισήσουν, μα θα σε ευχαριστήσουν που μοιράστηκες μαζί τους το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών και την οδό της αιώνιας ζωής».
Ο αδελφός Μπάι μάς διάβασε κάποια χωρία των λόγων του Παντοδύναμου Θεού. «Όταν ο Θεός ενσαρκωθεί και έρθει στη γη να εργαστεί ανάμεσα στους ανθρώπους, όλοι θα Τον αντικρίσουν και θα ακούσουν τα λόγια Του, και όλοι θα δουν τις πράξεις που κάνει ο Θεός μέσα από την ενσάρκωσή Του. Εκείνη τη στιγμή, όλες οι αντιλήψεις του ανθρώπου θα γίνουν καπνός. Όσο για εκείνους που έχουν δει την ενσάρκωση του Θεού, αυτοί δεν θα καταδικαστούν, αν Τον υπακούσουν πρόθυμα, ενώ όσοι τάσσονται σκόπιμα εναντίον Του θα θεωρηθούν αντίπαλοι του Θεού. Τέτοιοι άνθρωποι είναι αντίχριστοι, εχθροί που συνειδητά τάσσονται εναντίον του Θεού». «Υπάρχουν εκείνοι που διαβάζουν τη Βίβλο σε μεγαλόσχημες εκκλησίες και την απαγγέλλουν όλη μέρα, και εντούτοις κανένας τους δεν αντιλαμβάνεται τον σκοπό του έργου του Θεού. Κανένας τους δεν μπορεί να γνωρίσει τον Θεό· πολλώ δε μάλλον, κανένας τους δεν είναι σε σύμπνοια με το θέλημα του Θεού. Είναι όλοι άχρηστοι, ποταποί άνθρωποι, ο καθείς στεκούμενος ψηλά για να κάνει κήρυγμα στον Θεό. Καταπολεμούν εκουσίως τον Θεό, ενώ κουβαλούν μάλιστα το λάβαρό Του. Αν και ισχυρίζονται πίστη στον Θεό, τρώγουν τη σάρκα και πίνουν το αίμα του ανθρώπου. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι διάβολοι που καταβροχθίζουν την ψυχή του ανθρώπου, αρχιδαίμονες που παρεμποδίζουν σκόπιμα εκείνους που προσπαθούν να πάρουν το σωστό μονοπάτι και προσκόμματα που παρακωλύουν εκείνους που αναζητούν τον Θεό. Μπορεί να φαίνεται πως έχουν “γερή κράση”, μα πώς μπορούν οι ακόλουθοί τους να καταλάβουν ότι αυτοί δεν είναι τίποτε άλλο παρά αντίχριστοι που οδηγούν τους ανθρώπους στο να σταθούν ενάντια στον Θεό; Πώς να ξέρουν οι ακόλουθοί τους ότι είναι ζωντανοί διάβολοι που αφιερώνονται στο να καταβροχθίζουν ανθρώπινες ψυχές;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Όλοι οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τον Θεό είναι άνθρωποι που εναντιώνονται στον Θεό). Αναστατώθηκα όταν διάβασε τα αποσπάσματα. Ένιωθα λες και με είχαν χαστουκίσει και έγινα κατακόκκινος. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Γνώριζα πολύ καλά πως ο Κύριος Ιησούς είχε επιστρέψει, πως εξέφραζε πολλές αλήθειες κι επιτελούσε το έργο της κρίσης και της κάθαρσης του ανθρώπου. Μα για να διαφυλάξω τη θέση και το βιος μου, είχα αρνηθεί να δεχθώ το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες και είχα σφραγίσει την εκκλησία ώστε να μην μπορούν τα πρόβατά Του ν’ ακούσουν τη φωνή Του και να στραφούν σ’ Αυτόν. Διέφερα καθόλου από τους Φαρισαίους που αντιστάθηκαν στον Κύριο Ιησού πριν χρόνια; Ο Κύριος είναι ο Ποιμένας μας, και είχε επιστρέψει για να καλέσει τα πρόβατά Του πάλι κοντά Του. Έπρεπε να επιστρέψω στον Θεό τα πρόβατά Του. Πώς μπορούσα να προστατεύω πάλι τη θέση μου; Θα περίμενα μέχρι να με τιμωρούσε ο Θεός; Αποφάσισα να μην αψηφώ άλλο πια τον Θεό. Ακόμη κι αν δεν ήμουν πια επικεφαλής και όλοι με απέρριπταν, έπρεπε να αποδεχτώ το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, να οδηγήσω αδελφούς και αδελφές ενώπιόν Του, να Του επιστρέψω το ποίμνιό Του. Καθώς το σκεφτόμουν, πήρα την απόφαση να αποδεχτώ το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες και να κηρύξω το ευαγγέλιο σ’ εκείνους των οποίων ηγούμουν.
Λίγο καιρό μετά, με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, πάνω από 10.000 άνθρωποι στην εκκλησία μου αποδέχτηκαν το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Χάρη στον Θεό είχα οδηγήσει επιτέλους το ποίμνιό Του ενώπιόν Του και ένιωθα γαλήνη και ηρεμία.
Έξι μήνες αργότερα, καθώς προσχωρούσαν στην εκκλησία όλο και περισσότεροι άνθρωποι, οι εκκλησίες έπρεπε να χωριστούν ανά περιοχή και να εκλεγούν επικεφαλής και εργάτες. Όμως εγώ ήμουν πολύ αλαζονικός και σκεφτόμουν: «Όπως κι αν χωρίσετε τις εκκλησίες, εγώ πάλι επικεφαλής θα είμαι, χάρη στις εργασιακές μου ικανότητες και την εμπειρία μου. Μπορώ να διαχειρίζομαι πολλές εκκλησίες. Κανένα πρόβλημα». Ωστόσο, λίγες μέρες μετά, σε μια συνάθροιση με δύο αδελφούς, ένας επικεφαλής με πλησίασε και είπε: «Τώρα είναι η ώρα να διαδώσουμε το ευαγγέλιο της βασιλείας. Χρειαζόμαστε αδελφούς και αδελφές με καλό επίπεδο, που γνωρίζουν καλά τη Βίβλο, για να διαδώσουν το ευαγγέλιο σε άλλες περιοχές. Είναι εξαιρετικά σημαντική δουλειά. Θα θέλατε να την αναλάβετε εσείς οι τρεις;» Οι δύο αδελφοί συμφώνησαν ευχαρίστως, αλλά εγώ δεν χάρηκα ιδιαίτερα και σκέφτηκα: «Ηγούμουν εκκλησιών επί χρόνια στο παλιό μου δόγμα. Επέβλεπα χιλιάδες ανθρώπους. Τώρα επέστρεψα στο κήρυγμα του ευαγγελίου, ενώ κάποιοι πιο χαμηλόβαθμοι συνεργάτες έχουν γίνει επικεφαλής. Με τι μούτρα θα κυκλοφορώ; Είναι εξευτελιστικό!» Θυμήθηκα όλα τα χρόνια που είχα υπηρετήσει ως επικεφαλής· με είχαν σε υπόληψη και με ειδωλοποιούσαν όπου κι αν πήγαινα και μου πρόσφεραν ό,τι ήθελα. Τώρα δεν είχα τίποτα, κι έπρεπε να υποφέρω για να κηρύξω πάλι το ευαγγέλιο. Δεν το άντεχα. Μα θα ήταν πολύ ντροπιαστικό να αρνηθώ μπροστά στους άλλους, οπότε συμφώνησα απρόθυμα. Σκέφτηκα μέσα μου: «Πρέπει να κηρύξω καλά το ευαγγέλιο. Αν προσηλυτίσω πολλούς ανθρώπους, πάλι θα με θαυμάζουν οι αδελφοί και οι αδελφές». Και όταν ήρθε η ώρα, πράγματι τα πήγα καλά στο κήρυγμα του ευαγγελίου. Πολύ σύντομα, πάνω από 400 άνθρωποι είχαν δεχτεί το νέο έργο του Θεού. Εκείνη την περίοδο, ένιωθα πως όπου κι αν πήγαινα, οι αδελφοί και οι αδελφές με καλωσόριζαν με ενθουσιασμό, με θαύμαζαν. Βίωνα ξανά την απόλαυση που συνόδευε τη θέση που κατείχα, και το πάθος μου για τη διάδοση του ευαγγελίου μόνο αυξανόταν.
Τον Αύγουστο του 2000, ταξίδεψα εκτός πόλεως με τον αδελφό Λιου για να διαδώσουμε το ευαγγέλιο. Εκείνος πίστευε στον Παντοδύναμο Θεό περισσότερο καιρό από εμένα και συναναστρεφόταν καθαρά πάνω στην αλήθεια. Κι εγώ χαιρόμουν καθώς θα ήταν υπέροχο να αξιοποιώ τα προτερήματά του για αντισταθμίζω τα ελαττώματά μου. Μια φορά, πήγαμε να κηρύξουμε το ευαγγέλιο σε μια ομάδα ανθρώπων ενός θρησκευτικού δόγματος. Εκείνοι παρέθεσαν κάποιες θρησκευτικές αντιλήψεις. Ήθελα να τους συναναστραφώ, αλλά επειδή δεν κατανοούσα καθόλου καλά την αλήθεια, ενώ ήθελα να βοηθήσω, δεν μπορούσα. Εν τέλει, ο αδελφός Λιου τούς συναναστράφηκε ήρεμα για να αντικρούσει τις αντιλήψεις τους, μιλώντας βάσει γεγονότων και λογικής. Οι άνθρωποι που συναναστρεφόμασταν δεν το δέχτηκαν αρχικά, μα όσο άκουγαν, άρχισαν να βεβαιώνονται πως τα λεγόμενα του αδελφού Λιου ήταν αληθινά, ώσπου τελικά έγνεψαν ότι συμφωνούσαν. Βλέποντας τη σκηνή, ένιωσα συνάμα ζήλια και θαυμασμό για τον αδελφό Λιου. Σκέφτηκα: «Συναναστρέφεται τόσο καθαρά. Αν συνεχιστεί αυτό, ο ρόλος μου θα είναι απλώς να τον κάνω να φαίνεται καλός, και οι άλλοι θα λένε πως είναι καλύτερός μου. Αυτό δεν γίνεται! Πρέπει να εξοπλιστώ με την αλήθεια και να προσπαθήσω να τον ξεπεράσω». Όταν γύρισα στο σπίτι, άρχισα να διαβάζω τα λόγια του Θεού ολημερίς και να εξοπλίζομαι με τις αλήθειες της διάδοσης του ευαγγελίου. Ακόμη και στα γεύματα, σκεφτόμουν πώς συναναστρεφόταν ο αδελφός Λιου, ώστε να ξέρω πώς να συναναστραφώ τους στόχους του ευαγγελίου την επόμενη φορά, και να φαίνομαι τουλάχιστον εξίσου καλός με εκείνον.
Προς έκπληξή μου, όμως, όταν ξαναπήγαμε να κηρύξουμε το ευαγγέλιο σ’ εκείνους τους ανθρώπους, είχαν νέες ερωτήσεις, κι εγώ πάλι δεν μπορούσα να τους συναναστραφώ ξεκάθαρα. Ντράπηκα πολύ όταν τους είδα να μην πολυκαταλαβαίνουν αυτά που έλεγα. Εκείνη τη στιγμή, ανέλαβε γρήγορα ο αδελφός Λιου. Τον άκουσαν με προσοχή, γνέφοντας πού και πού, και στο τέλος κατάλαβαν τα πάντα μια χαρά. Το μόνο που είχα καταφέρει εγώ ήταν να ρεζιλευτώ και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί ολόκληρο. Σκέφτηκα: «Ήρθα με τον αδελφό Λιου, μα δεν μπορούσα να συναναστραφώ καθαρά και δεν χρησίμευα καθόλου. Πάλι έπρεπε να μεσολαβήσει και να επιλύσει τα θέματά τους. Πόσο ταπεινωτικό!» Για να σώσω λίγη αξιοπρέπεια, θυμάμαι που εκμεταλλεύτηκα μια παύση κατά τη συναναστροφή του αδελφού Λιου για να πω δυο λόγια. Την επόμενη μέρα, όλοι αποδέχτηκαν το ευαγγέλιο. Αυτό με χαροποίησε πολύ, μα ένιωθα και λίγο αποκαρδιωμένος. Θεωρούσα πως δεν το είχαν δεχτεί χάρη σ’ εμένα και πως δεν τους είχα κάνει καλή εντύπωση. Αφού φάγαμε όλοι μαζί, εκείνοι οι νεόφυτοι μάς ζήτησαν να μιλήσουμε για τις εμπειρίες μας. Σκέφτηκα: «Συνήθως ξεχωρίζει ο αδελφός Λιου, μα τώρα πρέπει να αρπάξω την ευκαιρία να μιλήσω για τις δικές μου εμπειρίες ώστε να μη νομίζουν ότι είμαι κανένας ασήμαντος». Έτσι, άρχισα να μιλάω ακατάπαυστα για το έργο που είχα κάνει, το πόσο είχα υποφέρει και για το ότι είχα οδηγήσει πάνω από 10.000 ανθρώπους πίσω στον Θεό. Τα μεγαλοποίησα πολύ. Κάποιοι αδελφοί και αδελφές είχαν μείνει έκπληκτοι, κάποιοι με κοίταζαν με θαυμασμό, κι άλλοι άκουγαν απλώς προσεκτικά. Εγώ ήμουν πανευτυχής. Ίσιωσα το κορμί και μίλησα με αυτοπεποίθηση.
Όταν γύρισα στο σπίτι εκείνη τη μέρα, σκέφτηκα: «Όσον αφορά τη διάδοση του ευαγγελίου, υστερώ σε πολλές αλήθειες. Μήπως να το αναζητήσω με τον αδελφό Λιου;» Αλλά τότε σκέφτηκα: «Αν το αναζητήσω με τον αδελφό Λιου, δεν θα φανεί πως είναι καλύτερός μου; Άσ’ το. Θα συνεχίσω να εξοπλίζομαι στα κρυφά με αλήθειες. Δεν θα του το ζητήσω». Αργότερα, όταν πήγαμε να κηρύξουμε πάλι το ευαγγέλιο, οι αδελφοί και οι αδελφές τον καλωσόρισαν πολύ θερμά. Συγκεντρώθηκαν γύρω του και τον ρωτούσαν διάφορα πράγματα. Αυτό με αναστάτωσε. Κρέμασα το κεφάλι, στάθηκα σε μια γωνιά και σκέφτηκα: «Τι νόημα έχει να είμαι εδώ αφού ο αδελφός Λιου συναναστρέφεται τόσο καλά; Δεν περισσεύω στα μάτια των άλλων; Πάντα εκείνος ξεχωρίζει, κι αν συνεχιστεί αυτό, κανείς δεν θα με έχει σε υπόληψη». Ξαφνικά, έκανα την επαναστατική σκέψη να σταματήσω να κάνω το καθήκον μου με τον αδελφό Λιου. Αφότου το σκέφτηκα αυτό, όποτε επρόκειτο να πάμε να διαδώσουμε το ευαγγέλιο με τον αδελφό Λιου, άρχισα να βρίσκω δικαιολογίες, ότι τάχα δεν αισθανόμουν καλά και ήθελα να μείνω πίσω. Ενίοτε, ακόμη κι όταν τον ακολουθούσα, δεν συναναστρεφόμουν κανέναν, και μόνο όταν με ρωτούσαν κάτι, τους συναναστρεφόμουν απρόθυμα με λίγες λέξεις. Πολύ απλά, με εκείνον δεν δούλευα. Καταλήξαμε να εργαζόμαστε μαζί για πάνω από δύο μήνες, κατά τους οποίους συνεχώς τον ανταγωνιζόμουν για φήμη και αγωνιζόμουν για τα συμφέροντά μου. Η κατάστασή μου όλο και σκοτείνιαζε, όλο και χειροτέρευε, κι όμως η μετάνοια ούτε που πέρασε από το μυαλό μου. Τότε ήταν που με συμμόρφωσε και με πειθάρχησε ο Θεός.
Μια μέρα, μου είπαν να πάω στη βορειοανατολική Κίνα να διαδώσω το ευαγγέλιο. Καταχάρηκα όταν το άκουσα, καθώς σκέφτηκα: «Επιτέλους δεν χρειάζεται να δουλεύω πια με τον αδελφό Λιου. Ήρθε η ώρα να λάμψω, και όταν προσηλυτίσω ανθρώπους με τη διάδοση του ευαγγελίου, θα οφείλεται μόνο σ’ εμένα. Οι αδελφοί και οι αδελφές σίγουρα θα με έχουν σε υπόληψη». Πού να ’ξερα πως στη διαδρομή προς τα εκεί, κάποιοι αστυνομικοί θα έβλεπαν πως δεν είχα πάνω μου ταυτότητα και θα με συλλάμβαναν περνώντας με για κάποιο δολοφόνο φυγά. Όσο και να προσπαθούσα να τους εξηγήσω, δεν άκουγαν και με βασάνισαν για τρία μερόνυχτα. Δεν μου επέτρεπαν να φάω, να κοιμηθώ ή να πιω έστω μια γουλιά νερό. Απ’ το ξύλο μάτωσαν το στόμα και η μύτη μου και δεν μπορούσα να ανοίξω τα μάτια μου απ’ το πρήξιμο. Με σάπισαν στο ξύλο. Λιποθύμησα πολλές φορές· ο θάνατος θα ήταν ευλογία, ανακούφιση. Ένιωθα τεράστια θλίψη και μίσησα τους διαβόλους για την κακία τους. Δεν είχαν κάνει εξονυχιστική έρευνα, δεν είχαν καμία απόδειξη, κι όμως με ανέκριναν βάναυσα. Εγώ απλώς προσευχόμουν συνεχώς στον Θεό, ζητώντας Του να προστατεύσει και να με καθοδηγήσει. Κατάλαβα πως ο Θεός επέτρεπε να μου συμβούν όλα αυτά και πως έπρεπε να αναζητήσω την αλήθεια, να μάθω απ’ όσα συνέβαιναν. Άρχισα τότε να κάνω αυτοκριτική: «Γιατί μου συμβαίνει αυτό;» Τότε, μου ήρθε στον νου ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Όσο περισσότερο αναζητάς κατ’ αυτόν τον τρόπο, τόσο λιγότερα θα θερίσεις. Όσο μεγαλύτερη είναι η επιθυμία ενός ανθρώπου για κύρος, τόσο πιο σοβαρά θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και τόσο περισσότερο θα πρέπει να υποβληθεί σε μεγάλο εξευγενισμό. Τέτοιοι άνθρωποι είναι ανάξιοι! Πρέπει να αντιμετωπιστούν και να κριθούν επαρκώς για να μπορέσουν να εγκαταλείψουν εντελώς αυτά τα πράγματα. Αν επιδιώκετε αυτήν την οδό ως το τέλος, δεν θα θερίσετε τίποτα» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Γιατί είσαι απρόθυμος να είσαι αντιθετικό στοιχείο;). Καθώς συλλογιζόμουν τα λόγια Του, κατάλαβα πόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία μου για κύρος. Σκέφτηκα τον χρόνο που είχα περάσει διαδίδοντας το ευαγγέλιο με τον αδελφό Λιου. Όταν τον είδα να συναναστρέφεται καλά και όλοι να τον θαυμάζουν, ζήλεψα, ήθελα να τον ανταγωνιστώ για να δω ποιος ήταν καλύτερος. Μίλησα για τις εμπειρίες μου στους νεόφυτους για να εξυψώσω τον εαυτό μου, να δειχτώ, ώστε να με θαυμάζουν και να με ειδωλοποιούν. Όταν δεν έλαβα τον θαυμασμό των αδελφών, έγινα αρνητικός, αντιστεκόμουν, δεν ήθελα πια να δουλεύω με τον αδελφό Λιου, και στο καθήκον μου έκανα μόνο τα τυπικά. Δεν εκτελούσα το καθήκον μου για να δώσω μαρτυρία για τον Θεό· το χρησιμοποιούσα για να πάρω σε αντάλλαγμα φήμη και κύρος. Ήμουν τόσο ποταπός! Απλώς επιδίωκα φήμη και προσωπικά συμφέροντα, και η μετάνοια δεν είχε περάσει καν από το μυαλό μου, παρόλο που είχα βυθιστεί στο σκότος. Ήμουν τόσο επαναστατικός! Όσο το σκεφτόμουν, τόσο μισούσα τον εαυτό μου, οπότε προσευχήθηκα στον Θεό. Είπα: «Θεέ μου, Επιδίωκα κύρος στο καθήκον μου και ανταγωνιζόμουν τους άλλους για φήμη και κέρδος. Πρέπει να το βρήκες απεχθές! Τώρα με συμμορφώνεις και με πειθαρχείς, και θέλω να κάνω ειλικρινή αυτοκριτική, να υπακούσω στις ρυθμίσεις και ενορχηστρώσεις Σου. Αν επιβιώσω απ’ αυτό, θέλω να απαλλαγώ από το κύρος μου και να επιδιώξω ειλικρινά την αλήθεια». Προς έκπληξή μου, όταν υποτάχθηκα και αποκόμισα κάποια διδάγματα, ο Θεός μού έδειξε το έλεός Του. Οι αστυνομικοί βρήκαν την ταυτότητά μου στο σύστημα και, διαπιστώνοντας πως δεν ήμουν δολοφόνος, με άφησαν ελεύθερο.
Όταν γύρισα πίσω, πήγα στο νοσοκομείο για εξετάσεις. Είχα σπάσει το δεξί μου πόδι και ένα πλευρό. Τους επόμενους μήνες, έτρωγα και έπινα τα λόγια του Θεού και έκανα αυτοκριτική ενώ ανάρρωνα στο σπίτι. Μια μέρα, διάβασα δύο χωρία του λόγου του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Κατά την αναζήτησή σας, έχετε πάρα πολλές προσωπικές αντιλήψεις και ελπίδες και πάρα πολλά μέλλοντα. Το παρόν έργο γίνεται για να αντιμετωπίσει την επιθυμία σας για κύρος και τις εξωφρενικές επιθυμίες σας. Οι ελπίδες, το κύρος και οι αντιλήψεις αποτελούν όλα κλασικές αναπαραστάσεις σατανικής διάθεσης. Ο λόγος που υπάρχουν τέτοια πράγματα στις καρδιές των ανθρώπων είναι εξ ολοκλήρου επειδή το δηλητήριο του Σατανά πάντοτε διαβρώνει τις σκέψεις των ανθρώπων, και οι άνθρωποι είναι πάντοτε ανίκανοι να αποτινάξουν αυτούς τους πειρασμούς του Σατανά. Ζουν μέσα στην αμαρτία, ωστόσο δεν πιστεύουν ότι πρόκειται για αμαρτία και εξακολουθούν να σκέφτονται: “Πιστεύουμε στον Θεό, επομένως πρέπει να μας δώσει ευλογίες και να κανονίσει καταλλήλως τα πάντα για εμάς. Πιστεύουμε στον Θεό, οπότε πρέπει να είμαστε ανώτεροι από τους άλλους και πρέπει να έχουμε περισσότερο κύρος και καλύτερο μέλλον από οποιονδήποτε άλλο. Εφόσον πιστεύουμε στον Θεό, Εκείνος πρέπει να μας δίνει απεριόριστες ευλογίες. Διαφορετικά, δεν θα αποκαλείτο πίστη στον Θεό”. Για πολλά χρόνια, οι σκέψεις στις οποίες βασίζονται οι άνθρωποι για την επιβίωσή τους, διαβρώνουν τις καρδιές τους σε τέτοιον βαθμό που έχουν γίνει ύπουλοι, δειλοί και ποταποί. Όχι μόνο τους λείπει η δύναμη της θέλησης και η αποφασιστικότητα, αλλά έχουν γίνει και άπληστοι, αλαζόνες και ισχυρογνώμονες. Τους λείπει παντελώς κάθε αποφασιστικότητα που υπερβαίνει εαυτόν και, ακόμη περισσότερο, δεν έχουν το παραμικρό θάρρος να αποτινάξουν τους περιορισμούς αυτών των σκοτεινών επιρροών. Οι σκέψεις και η ζωή των ανθρώπων είναι τόσο σάπιες, που οι αντιλήψεις τους σχετικά με την πίστη στον Θεό παραμένουν αφόρητα φρικτές, και ακόμη κι όταν οι άνθρωποι μιλούν για τις απόψεις τους περί πίστης στον Θεό, είναι απλώς αφόρητο να το ακούει κανείς. Όλοι οι άνθρωποι είναι δειλοί, ανίκανοι, ποταποί και ευάλωτοι. Δεν νιώθουν απέχθεια για τις δυνάμεις του σκότους και δεν νιώθουν αγάπη για το φως και την αλήθεια. Αντίθετα, κάνουν ό,τι μπορούν για να τα αποβάλουν. Οι σκέψεις και οι αντιλήψεις που έχετε τώρα δεν είναι ακριβώς έτσι; “Εφόσον πιστεύω στον Θεό, θα πρέπει να κατακλύζομαι με ευλογίες και θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι το κύρος μου δεν θα υποβαθμιστεί ποτέ και ότι θα παραμείνει υψηλότερο από εκείνο των μη πιστών”. Δεν τρέφετε αυτού του είδους την αντίληψη μέσα σας για μόνο ένα ή δύο χρόνια, αλλά για πολλά χρόνια. Το συναλλακτικό σκεπτικό σας είναι υπερβολικά αναπτυγμένο. Παρόλο που έχετε φτάσει σε αυτό το στάδιο σήμερα, ακόμη δεν έχετε εγκαταλείψει το κύρος, απεναντίας πασχίζετε μονίμως να ρωτάτε σχετικά με αυτό, και το παρατηρείτε καθημερινά, τρομοκρατημένοι ότι μια μέρα το κύρος σας θα χαθεί και το όνομά σας θα καταστραφεί. Οι άνθρωποι δεν έχουν παραμερίσει ποτέ την επιθυμία τους για άνεση. […] Σας είναι δύσκολο να παραμερίσετε τις προοπτικές και τη μοίρα σας. Τώρα είστε ακόλουθοι και έχετε αποκτήσει κάποια κατανόηση γι’ αυτό το στάδιο του έργου. Ωστόσο, δεν έχετε παραμερίσει ακόμη την επιθυμία σας για κύρος. Όταν το κύρος σας είναι υψηλό, αναζητάτε σωστά, αλλά όταν το κύρος σας είναι χαμηλό, δεν αναζητάτε πλέον. Σκέφτεστε συνέχεια τις ευλογίες του κύρους. Γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων δεν μπορεί να απομακρυνθεί από την αρνητικότητα; Η απάντηση δεν είναι, χωρίς εξαίρεση, λόγω των ζοφερών προοπτικών;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Γιατί είσαι απρόθυμος να είσαι αντιθετικό στοιχείο;).
«Ο άνθρωπος ζει μέσα στη σάρκα, που σημαίνει ότι ζει σε μια ανθρώπινη κόλαση, και χωρίς την κρίση και την παίδευση του Θεού, ο άνθρωπος είναι τόσο βρόμικος όσο ο Σατανάς. Η παίδευση και η κρίση από τον Θεό ήταν η καλύτερη προστασία και η μεγαλύτερη χάρη του ανθρώπου. Μόνο με την παίδευση και την κρίση του Θεού θα μπορούσε ο άνθρωπος να αφυπνιστεί και να μισήσει τη σάρκα, να μισήσει τον Σατανά. Η αυστηρή πειθαρχία του Θεού απελευθερώνει τον άνθρωπο από την επιρροή του Σατανά, τον απελευθερώνει από τον δικό του μικρόκοσμο και του επιτρέπει να ζει υπό το φως της παρουσίας του Θεού. Δεν υπάρχει καλύτερη σωτηρία από την παίδευση και την κρίση!» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι εμπειρίες του Πέτρου: η γνώση του για την παίδευση και την κρίση). Έκλαιγα πολύ καθώς διάβαζα τα χωρία. Κατάλαβα εν τέλει πως ο Θεός κρίνει και παιδεύει τον άνθρωπο, όχι επειδή τον μισεί, αλλά επειδή θέλει να τον σώσει. Ήθελε να διορθώσει τη λανθασμένη άποψή μου σχετικά με την επιδίωξη φήμης και κύρους. Από τότε που ήμουν παιδί, ζούσα βάσει σατανικών δηλητηρίων, όπως «Να κυνηγάς τις διακρίσεις και να αποδίδεις τιμές στους προγόνους σου» και «Ο άνθρωπος αγωνίζεται κόντρα στο ρεύμα». Ήθελα να ξεχωρίζω σε κάθε ευκαιρία. Ακόμη και στον ύπνο μου το έβλεπα. Αφότου άρχισα να πιστεύω στον Κύριο, έκανα θυσίες και δαπάνησα εαυτόν για να έχω μεγάλο κύρος, ώστε οι αδελφοί και οι αδελφές να με θαυμάζουν και να με ειδωλοποιούν. Ήθελα μάλιστα να βασιλεύσω ως βασιλέας δίπλα στον Χριστό. Οι φιλοδοξίες μου δεν είχαν όρια! Όταν άκουσα το ευαγγέλιο του Παντοδύναμου Θεού, ήξερα πως είχε έρθει ο Κύριος, αλλά καθώς δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τη θέση του επικεφαλής, δεν ήθελα να το δεχτώ, και παραλίγο να γίνω κακός δούλος που εμπόδιζε τους πιστούς να εισέλθουν στη βασιλεία του Θεού. Τα δύο χρόνια προτού αποδεχτώ το έργο του Παντοδύναμου Θεού, έδινα την εντύπωση πως είχα εγκαταλείψει τη θέση του επικεφαλής, αλλά η καρδιά μου ήταν ακόμα υπό τον έλεγχο της φήμης και του κύρους. Όταν οι άλλοι με θαύμαζαν και με ειδωλοποιούσαν, ήμουν χαρούμενος, είχα ενέργεια στο καθήκον μου. Αλλά όταν μου έδειχναν αδιαφορία, αποκαρδιωνόμουν, ταραζόμουν και δεν ήθελα να κάνω πια το καθήκον μου. Δεν επιτελούσα το καθήκον μου για να επιδιώξω την αλήθεια και να αλλάξω τη διάθεσή μου, ούτε για να με επαινέσει ο Θεός, αλλά για να ξεχωρίσω από τους άλλους, να με θαυμάζουν, και να εκπληρώσω τις φιλοδοξίες και επιθυμίες μου. Δεν χρησιμοποιούσα αναίσχυντα τον Θεό προσπαθώντας να Τον εξαπατήσω; Αψηφούσα τον Θεό! Ζούσα βάσει αυτών των σατανικών δηλητηρίων, γινόμουν όλο και πιο αλαζονικός, χωρίς ίχνος ανθρωπιάς ή λογικής. Δίχως την κρίση και τις αποκαλύψεις των λόγων του Θεού, δίχως τη συμμόρφωση και την πειθαρχία Του, δεν θα είχα καταλάβει ποτέ πόσο βαθιά είχα διαφθαρεί από τον Σατανά, πόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία μου για κύρος. Απλώς θα λαχταρούσα τις ευλογίες του κύρους όλο και περισσότερο και θα γινόμουν όλο και πιο εξαχρειωμένος, ώσπου, τελικά, ο Θεός θα με καταριόταν και θα τιμωρούσε. Αναγνώρισα, εν τέλει, πως ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, είτε κρίνει, παιδεύει, συμμορφώνει ή πειθαρχεί, είναι όλα σωτηρία και αγάπη για την ανθρωπότητα.
Διάβασα τότε το εξής στα λόγια του Θεού: «Η άποψη του Θεού είναι να απαιτήσει από τον άνθρωπο να ανακτήσει το αρχικό του καθήκον και κύρος. Ο άνθρωπος είναι πλάσμα του Θεού και έτσι δεν πρέπει να ξεπεράσει τον εαυτό του έχοντας οποιεσδήποτε απαιτήσεις από τον Θεό και δεν πρέπει να κάνει τίποτα περισσότερο από το να εκτελέσει το καθήκον του ως πλάσμα του Θεού». «Ο άνθρωπος, ως πλάσμα του Θεού, πρέπει επίσης να εκτελέσει το καθήκον του ανθρώπου. Ανεξάρτητα από το αν είναι ο άρχοντας ή ο φροντιστής όλων των πραγμάτων, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλό είναι το κύρος του ανθρώπου μεταξύ όλων των πραγμάτων, δεν παύει να είναι ένα ασήμαντο, ανθρώπινο ον υπό το κράτος του Θεού και τίποτα παραπάνω από ένα ασήμαντο ανθρώπινο ον, ένα δημιούργημα του Θεού, και δεν θα βρεθεί ποτέ πάνω από τον Θεό. Ως πλάσμα του Θεού, ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώξει να εκτελέσει το καθήκον ενός πλάσματος του Θεού και να επιδιώξει να αγαπά τον Θεό χωρίς να κάνει άλλες επιλογές, γιατί ο Θεός είναι άξιος της αγάπης του ανθρώπου. Όσοι επιδιώκουν να αγαπήσουν τον Θεό δεν θα πρέπει να αναζητούν οποιεσδήποτε προσωπικές απολαβές ή αυτό που αυτοί επιθυμούν προσωπικά· αυτό είναι το πιο σωστό μέσο επιδίωξης. Αν αυτό που αναζητάς είναι η αλήθεια, αν αυτό που κάνεις πράξη είναι η αλήθεια και αν αυτό που επιτυγχάνεις είναι μια αλλαγή στη διάθεσή σου, τότε το μονοπάτι που ακολουθείς είναι το σωστό. Αν αυτό που αναζητάς είναι οι ευλογίες της σάρκας και αυτό που κάνεις πράξη είναι η αλήθεια των δικών σου αντιλήψεων και αν δεν υπάρχει αλλαγή στη διάθεσή σου, αν δεν είσαι καθόλου υπάκουος στον ενσαρκωμένο Θεό και εξακολουθείς να ζεις με ασάφεια, τότε αυτό που αναζητάς σίγουρα θα σε οδηγήσει στην κόλαση, γιατί το μονοπάτι που περπατάς είναι το μονοπάτι της αποτυχίας. Το αν θα οδηγηθείς στην τελείωση ή θα εξαλειφθείς εξαρτάται από τη δική σου επιδίωξη, που σημαίνει επίσης ότι η επιτυχία ή η αποτυχία εξαρτάται από το μονοπάτι που βαδίζει ο άνθρωπος» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η επιτυχία ή η αποτυχία εξαρτάται από το μονοπάτι που βαδίζει ο άνθρωπος). Όταν διάβασα τα λόγια Του, κατάλαβα πως, ως δημιουργημένο ον, θα έπρεπε να πάρω την πρέπουσα θέση μου, να αγαπώ και να υπακούω τον Θεό, να απαλλαγώ από τις διεφθαρμένες διαθέσεις μου και να κάνω καλά το καθήκον μου. Αυτή είναι η μόνη σωστή επιδίωξη. Συνειδητοποίησα επίσης ότι το κατά πόσον κάποιος μπορεί να αποκτήσει σωτηρία και να τελειωθεί δεν έχει να κάνει με το αν έχει κύρος. Όποιο καθήκον κι αν κάνει κάποιος, ο Θεός κοιτά την ειλικρίνεια και την υπακοή του, βλέπει αν επιδιώκει την αλήθεια και αν έχει αλλάξει η διάθεση της ζωής του. Όταν το κατάλαβα αυτό, προσευχήθηκα στον Θεό: «Όποιο καθήκον κι αν κάνω στο μέλλον, είτε έχω κύρος είτε όχι, θέλω να επιδιώκω ειλικρινά την αλήθεια και να κάνω καλά το καθήκον μου ως δημιούργημα». Πέρασαν πάνω από δύο μήνες προτού αρχίσουν να επουλώνονται τα τραύματά μου και καταφέρω να βγω για να διαδώσω πάλι το ευαγγέλιο. Αυτό που είχε αλλάξει ήταν ότι δεν ένιωθα πια πως δεν είχα κύρος, κι όταν εργαζόμουν με άλλους, δεν τους ανταγωνιζόμουν για το ποιος είναι καλύτερος. Πίστευα πως η απλή εκτέλεση του καθήκοντος έδειχνε πως είχα εξυψωθεί από τον Θεό.
Πέρασαν χρόνια, και πίστευα πως είχα απελευθερωθεί απ’ τα δεσμά και τους περιορισμούς του κύρους. Μα όταν ο Θεός κανόνισε μια νέα κατάσταση για μένα, η επιθυμία μου για κύρος έδειξε πάλι το άσχημο πρόσωπό της. Ήταν ο χειμώνας του 2012. Η αστυνομία συνελάμβανε χριστιανούς με μανία. Ήταν πολύ άσχημη εποχή. Μια μέρα, οι επικεφαλής και οι διάκονοι έκαναν μια συνάθροιση στο χωριό μας. Βλέποντας πως είχα ελεύθερο χρόνο, ένας επικεφαλής μού ζήτησε να σταθώ στη γωνιά του δρόμου και να κρατάω τσίλιες. Αυτό δεν με χαροποίησε καθόλου, αλλά συμφώνησα, έχοντας στον νου μου την ασφάλεια των αδελφών. Μόλις έφυγε ο επικεφαλής, σκέφτηκα μέσα μου: «Υπήρξα επικεφαλής για χρόνια και ήμουν συνεχώς έξω διαδίδοντας το ευαγγέλιο. Καλύτερα να βρουν κάνα δυο κοινούς πιστούς να κάνουν την εξευτελιστική δουλειά του σκοπού. Γιατί να την κάνω εγώ; Εσείς είστε εκεί μέσα, κάνετε συνάθροιση, κι εγώ είμαι έξω στο κρύο και κινδυνεύω. Δεν είναι επειδή δεν έχω κύρος; Αν ήμουν επικεφαλής, δεν θα χρειαζόταν να εκτελώ χρέη σκοπού». Συνειδητοποίησα ξαφνικά ότι πάλι είχε ξεμυτίσει η επιθυμία μου για κύρος, οπότε προσευχήθηκα γρήγορα στον Θεό: «Θεέ μου, πρέπει να κάνω αυτό το ταπεινωτικό καθήκον και η επιθυμία μου για κύρος έχει εμφανιστεί ξανά. Θεέ μου, δεν θέλω να με δεσμεύει πάλι το κύρος. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με για να απαλλαγώ από τους περιορισμούς του». Έπειτα διάβασα το εξής στα λόγια του Θεού: «Μερικοί άνθρωποι εξιδανικεύουν ιδιαιτέρως τον Παύλο. Τους αρέσει να βγαίνουν έξω και να δίνουν ομιλίες και να κάνουν έργο· τους αρέσει να παρευρίσκονται σε συγκεντρώσεις και να κηρύττουν, τους αρέσει να τους ακούν οι άνθρωποι, να τους λατρεύουν και να περιστρέφονται γύρω τους. Τους αρέσει να έχουν κύρος στο μυαλό των άλλων και το εκτιμούν όταν οι άλλοι τιμούν την εικόνα που παρουσιάζουν. Ας αναλύσουμε τη φύση τους μέσα από αυτές τις συμπεριφορές: Ποια είναι η φύση τους; Αν πράγματι συμπεριφέρονται έτσι, τότε αρκεί να δείξουν ότι είναι αλαζόνες και επηρμένοι. Δεν λατρεύουν καθόλου τον Θεό· επιδιώκουν υψηλότερη θέση και επιθυμούν να έχουν εξουσία πάνω στους άλλους, να τους καταλαμβάνουν και να έχουν κύρος στο μυαλό τους. Αυτή είναι η κλασική εικόνα του Σατανά. Οι πτυχές της φύσης τους που ξεχωρίζουν είναι η αλαζονεία και η έπαρση, μια απροθυμία να λατρεύουν τον Θεό και μια επιθυμία να λατρεύονται από τους άλλους. Τέτοιες συμπεριφορές μπορούν να σας προσφέρουν μια πολύ ξεκάθαρη εικόνα της φύσης τους» («Πώς να γνωρίσουμε τη φύση του ανθρώπου» στο βιβλίο «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών»). Αφότου τα διάβασα, συνειδητοποίησα ότι κυνηγούσα πάντα υψηλές θέσεις, θέλοντας πάντα οι άλλοι να με θαυμάζουν και να με ειδωλοποιούν. Ήθελα οι άλλοι να με έχουν στην καρδιά τους, που, κατ’ ουσίαν, σήμαινε πως ήθελα να καταλαμβάνω εγώ την καρδιά τους. Ανταγωνιζόμουν τον Θεό για ανθρώπους! Η φύση μου ήταν πολύ αλαζονική! Σκέφτηκα τον Παύλο που πάντα εξυμνούσε και γινόταν μάρτυρας του εαυτού του, για να τον θαυμάζουν και να τον ειδωλοποιούν, γι’ αυτό και είπε: «Διότι εις εμέ το ζην είναι ο Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Προς Φιλιππησίους 1:21). Αυτό έκανε τους περισσότερους να τον θαυμάζουν και να τον λατρεύουν, τόσο, που η θέση του στις καρδιές των ανθρώπων υπερέβη κι εκείνη του Κυρίου Ιησού. Αυτό που σκεφτόμουν και επιδίωκα δεν με καθιστούσε ίδιο με τον Παύλο; Ήμουν στο μονοπάτι της αντίστασης στον Θεό, σ’ εκείνο των αντίχριστων. Είχα προκαλέσει αποστροφή στον Θεό και τους ανθρώπους. Μου άξιζε να τιμωρηθώ. Τις έσχατες ημέρες, ο Θεός εκφράζει την αλήθεια για να μας καθάρει και να μας σώσει, όμως, μετά από χρόνια πίστης, εγώ δεν είχα προσπαθήσει να επιδιώξω την αλήθεια, ούτε είχα αφιερώσει σκέψη στο να επιζητήσω να αλλάξω και να γίνω κάποιος που υπάκουε και λάτρευε τον Θεό. Αντιθέτως, αφιέρωνα όλη τη σκέψη και ενέργειά μου στην επιδίωξη του κύρους. Αν συνέχιζα έτσι, ο Θεός θα με καταριόταν και θα με τιμωρούσε. Πόσο ανόητος ήμουν!
Διάβασα τότε το εξής στα λόγια του Θεού: «Οι άνθρωποι είναι δημιουργημένα όντα που δεν έχουν τίποτα για το οποίο αξίζει να καυχιούνται. Εφόσον είστε πλάσματα του Θεού, πρέπει να εκτελείτε τα καθήκοντα ενός πλάσματος. Δεν υπάρχουν άλλες απαιτήσεις από εσάς. Θα πρέπει να προσεύχεστε ως εξής: “Ω, Θεέ μου! Είτε έχω κύρος είτε όχι, τώρα κατανοώ τον εαυτό μου. Αν το κύρος μου είναι υψηλό, οφείλεται στην εξύψωσή Σου και αν είναι χαμηλό, είναι εξαιτίας του προκαθορισμού Σου. Τα πάντα είναι στα χέρια Σου. Δεν έχω μήτε επιλογές μήτε παράπονα. Όρισες ότι θα γεννηθώ σε αυτήν τη χώρα, σε αυτόν τον λαό, και το μόνο που θα πρέπει να κάνω είναι να είμαι εντελώς υπάκουος υπό το κράτος Σου, γιατί τα πάντα είναι εντός των όσων Εσύ έχεις ορίσει. Δεν σκέφτομαι το κύρος· στο κάτω-κάτω, δεν είμαι παρά ένα πλάσμα. Αν με βάλεις στο πηγάδι της αβύσσου, στη λίμνη της φωτιάς και του θειαφιού, δεν είμαι παρά ένα πλάσμα. Αν με χρησιμοποιήσεις, είμαι ένα πλάσμα. Αν με οδηγήσεις στην τελείωση, είμαι και πάλι ένα πλάσμα. Αν δεν με οδηγήσεις στην τελείωση, εγώ και πάλι θα Σε αγαπώ γιατί δεν είμαι τίποτα περισσότερο από ένα πλάσμα. Δεν είμαι τίποτα περισσότερο από ένα μικροσκοπικό πλάσμα που δημιουργήθηκε από τον Κύριο της δημιουργίας, μόνο ένας μεταξύ όλων των δημιουργημένων ανθρώπων. Εσύ με δημιούργησες, και τώρα με έχεις βάλει ξανά στα χέρια Σου για να με κάνεις ό,τι θέλεις. Είμαι πρόθυμος να είμαι το εργαλείο Σου και το αντιθετικό στοιχείο Σου γιατί τα πάντα είναι αυτά που Εσύ έχεις ορίσει. Κανείς δεν μπορεί να τα αλλάξει. Όλα τα πράγματα και όλα τα γεγονότα είναι στα χέρια Σου”. Όταν έρθει η στιγμή που δεν θα σκέφτεσαι πια το κύρος, τότε θα απελευθερωθείς από αυτό. Τότε μόνο θα μπορείς να αναζητάς με αυτοπεποίθηση και τόλμη, και τότε μόνο θα μπορέσει η καρδιά σου να απελευθερωθεί από κάθε περιορισμό» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Γιατί είσαι απρόθυμος να είσαι αντιθετικό στοιχείο;). Αφότου διάβασα τα λόγια Του, κατάλαβα πως αν κάποιος έχει μεγάλο κύρος, τότε ο Θεός τον έχει εξυψώσει. Αν έχει χαμηλό κύρος, τότε αυτό έχει προκαθορίσει ο Θεός. Όπως κι αν φέρεται στους ανθρώπους, όπου κι αν μας τοποθετεί, πρέπει πάντα να υποτασσόμαστε, να κάνουμε καλά το καθήκον μας, χωρίς παράπονα. Αυτό είναι το λογικό, κι αυτό κάνει ένα αληθινό δημιουργημένο ον. Μόλις το κατάλαβα, ήμουν πρόθυμος να υποταχθώ και να κάνω πράξη την αλήθεια, κι έκτοτε αφοσιώθηκα στο να κρατώ τσίλιες. Φρόντιζα να στέκομαι φρουρός ώστε οι επικεφαλής και οι διάκονοι να κάνουν ήρεμα τη συνάθροισή τους. Ο επικεφαλής μού ξαναζήτησε κάποιες φορές να σταθώ φρουρός για τις συναθροίσεις, μα εγώ δεν σκεφτόμουν πια αν επρόκειτο για υψηλό ή χαμηλό κύρος. Ένιωθα απλώς ελεύθερος και ήρεμος.
Στη διάρκεια εκείνων των ετών, ο Θεός κανόνιζε συνεχώς καταστάσεις για να με εκθέτει, και με τα λόγια Του με έκρινε και με παίδευε, ώστε να δω πόσο βαθιά είχα διαφθαρεί από τον Σατανά και πόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία μου για κύρος. Αναγνώρισα καθαρά πως ο Σατανάς χρησιμοποιεί το κύρος για να μας κρατά δέσμιους: Όσο επιδιώκεις το κύρος, τόσο σε βλάπτει και παίζει μαζί σου ο Σατανάς, και τόσο παρακούς τον Θεό και Του αντιστέκεσαι. Κατάλαβα επίσης τι θα πρέπει να επιδιώκουμε στην πίστη μας στον Θεό προκειμένου να σωθούμε. Έχοντας τόσο έντονη επιθυμία για κύρος, τόσο μεγάλες φιλοδοξίες, το ότι κατάφερα να αλλάξω, να υπακούσω στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού, και να κάνω το καθήκον μου υπάκουα, οφείλονται όλα στην κρίση και την παίδευση του Θεού. Ο Θεός έχει κάνει τόσο επίπονες προσπάθειες για μένα και ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου τον Παντοδύναμο Θεό που με έσωσε!