δ. Οι βασικές διαφορές μεταξύ του ενσαρκωμένου Θεού και εκείνων που χρησιμοποιεί ο Θεός
Λόγια του Παντοδύναμου Θεού των εσχάτων ημερών
Η «ενσάρκωση» είναι η εμφάνιση του Θεού εν σαρκί· ο Θεός εργάζεται μεταξύ της δημιουργημένης ανθρωπότητας με την εικόνα της σάρκας. Αφού, λοιπόν, έχει ενσαρκωθεί ο Θεός, πρέπει πρώτα να αποκτήσει σάρκα, σάρκα με κανονική ανθρώπινη φύση· αυτή είναι η πιο βασική προϋπόθεση. Στην πραγματικότητα, η σημασία της ενσάρκωσης του Θεού είναι πως ο Θεός ζει και εργάζεται στη σάρκα, ότι ο Θεός στην ίδια Του την ουσία ενσαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος. […] Επειδή Εκείνος είναι ένας άνθρωπος με την ουσία του Θεού, είναι πάνω από όλους τους δημιουργημένους ανθρώπους, πάνω από οποιονδήποτε άνθρωπο που μπορεί να εκτελέσει το έργο Του. Κι έτσι, μεταξύ όλων εκείνων που διαθέτουν ανθρώπινο κέλυφος σαν το δικό Του, μεταξύ όλων όσοι κατέχουν ανθρώπινη φύση, μόνο Εκείνος είναι ο ίδιος ο ενσαρκωμένος Θεός —όλοι οι υπόλοιποι είναι δημιουργημένοι άνθρωποι. Παρόλο που όλοι έχουν ανθρώπινη φύση, οι δημιουργημένοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε άλλο παρά ανθρώπινη φύση, ενώ ο ενσαρκωμένος Θεός είναι διαφορετικός: Μέσα στη σάρκα Του δεν περικλείει μόνο την ανθρώπινη, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, τη θεϊκή φύση. Την ανθρώπινη φύση Του μπορεί να τη δει κανείς στην εξωτερική ανθρώπινη εμφάνιση της σάρκας Του και στην καθημερινή Του ζωή, αλλά είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτή η θεϊκή φύση Του. Επειδή η θεϊκή φύση Του εκφράζεται μόνο όταν έχει ανθρώπινη φύση και δεν είναι τόσο υπερφυσική όσο τη φαντάζονται οι άνθρωποι, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους ανθρώπους να τη δουν. Ακόμη και σήμερα, οι άνθρωποι δυσκολεύονται εξαιρετικά να συλλάβουν την πραγματική ουσία του ενσαρκωμένου Θεού. Ακόμα και αφού έχω μιλήσει για αυτήν τόσο πολύ, υποθέτω ότι παραμένει ένα μυστήριο για τους περισσότερους από εσάς. Στην πραγματικότητα, το ζήτημα είναι πολύ απλό: Από τη στιγμή που ο Θεός ενσαρκώνεται, η ουσία Του είναι ένας συνδυασμός ανθρώπινης και θεϊκής φύσης. Αυτός ο συνδυασμός λέγεται ο ίδιος ο Θεός, ο ίδιος ο Θεός στη γη.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό
Όταν ο Θεός έρχεται στη γη, κάνει μόνο το έργο Του υπό την θεϊκή φύση, το οποίο έχει εμπιστευτεί το ουράνιο Πνεύμα στον ενσαρκωμένο Θεό. Όταν έρχεται, απλώς μιλά σε όλον τον τόπο, για να δώσει φωνή στις ομιλίες Του με διαφορετικά μέσα και από διαφορετικές οπτικές. Η παροχή και η διδασκαλία του ανθρώπου είναι κυρίως ο στόχος και η αρχή του έργου Του και δεν Τον απασχολούν θέματα όπως οι διαπροσωπικές σχέσεις ή οι λεπτομέρειες της ζωής των ανθρώπων. Η βασική διακονία Του είναι να μιλήσει εκ μέρους του Πνεύματος. Δηλαδή, όταν το Πνεύμα του Θεού εμφανίζεται απτά στη σάρκα, φροντίζει για τη ζωή του ανθρώπου και αποκαλύπτει την αλήθεια. Δεν εμπλέκει τον εαυτό Του στο έργο του ανθρώπου, δηλαδή δεν συμμετέχει στο έργο της ανθρώπινης φύσης. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιτελέσουν θείο έργο και ο Θεός δεν συμμετέχει στο ανθρώπινο έργο. Όλα αυτά τα χρόνια, από τότε που ο Θεός ήρθε σε αυτή τη γη για να εκτελέσει το έργο Του, το έκανε πάντα μέσα από ανθρώπους. Αυτοί οι άνθρωποι, ωστόσο, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ενσαρκωμένος Θεός —μόνο ως εκείνοι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό. Ο σημερινός Θεός, στο μεταξύ, μπορεί να μιλήσει άμεσα από την οπτική γωνία της θεϊκής φύσης, να εκφράσει την φωνή του Πνεύματος και να εργαστεί για λογαριασμό Του. Όλοι εκείνοι που ο Θεός έχει χρησιμοποιήσει καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων αποτελούν παρόμοιες περιπτώσεις μ’ εκείνες που το Πνεύμα του Θεού εργάστηκε μέσα σ’ ένα σαρκικό σώμα, —γιατί, λοιπόν, δεν μπορούν να ονομαστούν Θεός; Αλλά ο σημερινός Θεός είναι επίσης το Πνεύμα του Θεού που εργάζεται άμεσα στη σάρκα, και ο Ιησούς επίσης ήταν το Πνεύμα του Θεού που εργαζόταν στη σάρκα. Και οι δύο Αυτοί ονομάζονται Θεός. Ποια είναι, επομένως, η διαφορά; Οι άνθρωποι που έχει χρησιμοποιήσει ο Θεός ανά τους αιώνες ήταν όλοι ικανοί για κανονική σκέψη και λογική. Όλοι είχαν καταλάβει τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Είχαν κανονικές ανθρώπινες ιδέες και διακατέχονταν από όλα όσα θα πρέπει να διακατέχονται οι απλοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν εξαιρετικό ταλέντο και έμφυτη νοημοσύνη. Δουλεύοντας επάνω σε αυτούς τους ανθρώπους, το Πνεύμα του Θεού αξιοποιεί τα ταλέντα τους, με τα οποία τους προίκισε ο Θεός. Το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποιεί τα ταλέντα τους, θέτοντας τα δυνατά τους σημεία στην υπηρεσία του Θεού. Ωστόσο, η ουσία του Θεού είναι χωρίς ιδέες και σκέψεις, ανόθευτη από τις ανθρώπινες προθέσεις και, επιπλέον, της λείπουν τα εφόδια που κατέχουν οι κανονικοί άνθρωποι. Δηλαδή, Εκείνος δεν είναι καν εξοικειωμένος με τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο σημερινός Θεός έρχεται στη γη. Το έργο Του και τα λόγια Του είναι ανόθευτα από ανθρώπινες προθέσεις ή ανθρώπινη σκέψη, αλλά είναι μια άμεση εκδήλωση των προθέσεων του Πνεύματος, και εργάζεται άμεσα για λογαριασμό του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι το Πνεύμα μιλάει άμεσα, δηλαδή, η θεϊκή φύση επιτελεί άμεσα το έργο, χωρίς να προσθέτει ούτε ψήγμα των προθέσεων του ανθρώπου. Με άλλα λόγια, ο ενσαρκωμένος Θεός ενσωματώνει άμεσα τη θεϊκή φύση, δεν διαθέτει ανθρώπινη σκέψη ή ιδέες και δεν έχει κατανοήσει τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Εάν εργαζόταν μόνο η θεϊκή φύση (δηλαδή αν εργαζόταν μόνο ο ίδιος ο Θεός), δεν θα υπήρχε τρόπος να εκτελεστεί το έργο του Θεού στη γη. Έτσι, όταν ο Θεός έρχεται στη γη, πρέπει να έχει έναν μικρό αριθμό ανθρώπων που χρησιμοποιεί για να εργάζεται υπό την ανθρώπινη φύση σε συνδυασμό με το έργο που επιτελεί ο Θεός υπό τη θεϊκή φύση. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιεί ανθρώπινο έργο για να υποστηρίξει το θεϊκό έργο Του. Διαφορετικά, δεν θα υπήρχε τρόπος για τον άνθρωπο να εμπλακεί άμεσα με το θεϊκό έργο. Αυτό συνέβη και ανάμεσα στον Ιησού και τους μαθητές Του. Κατά την παραμονή Του στον κόσμο, ο Ιησούς κατήργησε τους παλαιούς νόμους και καθιέρωσε νέες εντολές. Εξέφερε επίσης πολλούς λόγους. Όλο αυτό το έργο επιτελέστηκε υπό τη θεϊκή φύση. Όλοι οι άλλοι, όπως ο Πέτρος, ο Παύλος και ο Ιωάννης, στήριξαν το μεταγενέστερο έργο τους στο θεμέλιο των λόγων του Ιησού. Δηλαδή το έργο που ξεκίνησε ο Θεός σε εκείνη την εποχή, αναγγέλλοντας την έναρξη της Εποχής της Χάριτος. Δηλαδή, ανήγγειλε μια νέα εποχή, καταργώντας το παλιό και εκπληρώνοντας επίσης τα λόγια, «ο Θεός είναι η Αρχή και το Τέλος». Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος πρέπει να εκτελέσει ανθρώπινο έργο στο θεμέλιο του θείου έργου. Μόλις ο Ιησούς είχε πει ό,τι έπρεπε να πει και τελείωσε το έργο Του στη γη, έφυγε από τον άνθρωπο. Μετά από αυτό, όλοι οι άνθρωποι έπρατταν σύμφωνα με τις αρχές που εξέφρασαν τα λόγια Του και έκαναν πράξη τις αλήθειες για τις οποίες μίλησε. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι εργάζονταν για τον Ιησού. Εάν ο Ιησούς επιτελούσε το έργο μόνος, ανεξάρτητα από το πόσους λόγους εξέφερε, οι άνθρωποι δεν θα είχαν κανέναν τρόπο να εμπλακούν με τα λόγια Του, επειδή θα εργαζόταν υπό την θεϊκή φύση και θα μπορούσε να μιλήσει μόνο με λόγια της θεϊκής φύσης και δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τα πράγματα έτσι ώστε οι κανονικοί άνθρωποι να μπορέσουν να κατανοήσουν τα λόγια Του. Και έτσι, έπρεπε να έχει τους αποστόλους και τους προφήτες που ήρθαν μετά από Αυτόν να συμπληρώσουν το έργο Του. Αυτή είναι η αρχή του τρόπου με τον οποίο ο ενσαρκωμένος Θεός επιτελεί το έργο Του: χρησιμοποιεί την ενσάρκωση για να μιλήσει και να εργαστεί ώστε να ολοκληρώσει το έργο της θεϊκής φύσης και στη συνέχεια, χρησιμοποιεί λίγους ή ίσως περισσότερους ανθρώπους που συμμορφώνονται με το θέλημά του Θεού για να συμπληρώσουν το έργο Του. Δηλαδή, ο Θεός χρησιμοποιεί ανθρώπους που συμμορφώνονται με το θέλημά Του για να εκτελέσουν το έργο της ποίμανσης και του ποτίσματος στην ανθρώπινη φύση, έτσι ώστε ο εκλεκτός λαός του Θεού να μπορέσει να εισέλθει στην αλήθεια-πραγματικότητα.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η βασική διαφορά μεταξύ του ενσαρκωμένου Θεού και των ανθρώπων που χρησιμοποιεί ο Θεός
Εάν, όταν ήρθε στη σάρκα, ο Θεός έκανε μόνο το έργο της θεϊκής φύσης, και δεν υπήρχαν άνθρωποι που να συμμορφώνονται με το θέλημά Του για να εργαστούν σε συνεργασία μαζί Του, τότε ο άνθρωπος θα ήταν ανίκανος να καταλάβει το θέλημα του Θεού ή να εμπλακεί με τον Θεό. Ο Θεός πρέπει να χρησιμοποιεί κανονικούς ανθρώπους που συμμορφώνονται με το θέλημά Του για να ολοκληρώσει αυτό το έργο, να προσέχει και να καθοδηγεί τις εκκλησίες, να μπορούν να επιτευχθούν το επίπεδο που οι γνωστικές διεργασίες του ανθρώπου, ο εγκέφαλός του, θα είναι σε θέση να φαντάζονται. Με άλλα λόγια, ο Θεός χρησιμοποιεί έναν μικρό αριθμό ανθρώπων που συμμορφώνονται με το θέλημά Του για να «μεταφράσει» το έργο που επιτελεί υπό την θεϊκή φύση Του, ώστε να μπορεί να αποκωδικοποιηθεί —να μετατρέψει τη θεϊκή γλώσσα σε ανθρώπινη γλώσσα, ώστε οι άνθρωποι να την κατανοήσουν και να την καταλάβουν. Εάν ο Θεός δεν το έκανε αυτό, κανείς δεν θα καταλάβαινε τη θεϊκή γλώσσα του Θεού, επειδή οι άνθρωποι που συμμορφώνονται με το θέλημα του Θεού είναι, τελικά, μια μικρή μειονότητα και η ικανότητα κατανόησης του ανθρώπου είναι αδύναμη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Θεός επιλέγει αυτή τη μέθοδο μόνο όταν εργάζεται ενσαρκωμένος. Εάν υπήρχε μόνο θεϊκό έργο, δεν θα υπήρχε κανένας τρόπος για τον άνθρωπο να γνωρίζει ή να εμπλέκεται με τον Θεό, επειδή ο άνθρωπος δεν κατανοεί τη γλώσσα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι σε θέση να κατανοήσει αυτή τη γλώσσα μόνο με τη μεσολάβηση των ανθρώπων που συμμορφώνονται με το θέλημα του Θεού, οι οποίοι διευκρινίζουν τα λόγια Του. Ωστόσο, εάν υπήρχαν μόνο τέτοιοι άνθρωποι που εργάζονταν μέσα στην ανθρώπινη φύση, αυτό θα μπορούσε να διατηρήσει μόνο την κανονική ζωή του ανθρώπου· δεν θα μπορούσε να μεταμορφώσει την διάθεσή του. Το έργο του Θεού δεν θα μπορούσε να έχει ένα νέο σημείο εκκίνησης· θα υπήρχαν μόνο τα ίδια παλιά τραγούδια, οι ίδιες παλιές κοινοτυπίες. Μόνο μέσω της παρέμβασης του ενσαρκωμένου Θεού, ο οποίος λέει όλα όσα πρέπει να πει και κάνει ό,τι πρέπει να κάνει κατά την περίοδο της ενσάρκωσής Του, μετά την οποία οι άνθρωποι εργάζονται και βιώνουν σύμφωνα με τα λόγια Του, μόνο έτσι η διάθεσή τους στη ζωή θα είναι σε θέση να αλλάξει, και μόνο έτσι θα είναι σε θέση να συμβαδίζουν με τις εποχές. Αυτός που εργάζεται υπό τη θεϊκή φύση αντιπροσωπεύει τον Θεό, ενώ εκείνοι που εργάζονται υπό την ανθρώπινη φύση είναι άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό. Δηλαδή, ο ενσαρκωμένος Θεός είναι ουσιαστικά διαφορετικός από τους ανθρώπους που χρησιμοποιεί ο Θεός. Ο ενσαρκωμένος Θεός είναι σε θέση να κάνει το έργο της θεϊκής φύσης, ενώ οι άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό δεν είναι. Στην αρχή κάθε εποχής, το Πνεύμα του Θεού μιλά προσωπικά, και ξεκινά τη νέα εποχή και φέρνει τον άνθρωπο σε μια νέα αρχή. Όταν τελειώσει την ομιλία, αυτό σημαίνει ότι το έργο του Θεού μέσα στη θεϊκή φύση Του ολοκληρώνεται. Στη συνέχεια, όλοι ακολουθούν την καθοδήγηση εκείνων που χρησιμοποιεί ο Θεός για να εισέλθουν στην εμπειρία της ζωής τους.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η βασική διαφορά μεταξύ του ενσαρκωμένου Θεού και των ανθρώπων που χρησιμοποιεί ο Θεός
Κάποιοι θα ρωτήσουν: «Ποια είναι η διαφορά μεταξύ του έργου που επιτέλεσε ο ενσαρκωμένος Θεός και του έργου των προφητών και των αποστόλων του παρελθόντος; Και ο Δαβίδ αποκαλούταν Κύριος, όπως και ο Ιησούς. Παρόλο που επιτέλεσαν διαφορετικό έργο, αποκαλούνταν με τον ίδιο τρόπο. Πείτε μου, γιατί δεν ήταν ίδια η ταυτότητά τους; Αυτό που είδε ο Ιωάννης ήταν ένα όραμα που επίσης προερχόταν από το Άγιο Πνεύμα, και μπόρεσε να πει τα λόγια που σκόπευε να εκφράσει το Άγιο Πνεύμα· γιατί η ταυτότητα του Ιωάννη ήταν διαφορετική από εκείνη του Ιησού;» Τα λόγια που εξέφρασε ο Ιησούς μπορούσαν να αντιπροσωπεύσουν πλήρως τον Θεό και αντιπροσώπευαν πλήρως το έργο του Θεού. Αυτό που είδε ο Ιωάννης ήταν ένα όραμα και δεν ήταν ικανός να αντιπροσωπεύσει πλήρως το έργο του Θεού. Γιατί ο Ιωάννης, ο Πέτρος και ο Παύλος παρότι είπαν πολλά λόγια, όπως και ο Ιησούς, δεν είχαν την ίδια ταυτότητα με τον Ιησού; Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το έργο που επιτέλεσαν ήταν διαφορετικό. Ο Ιησούς αντιπροσώπευε το Πνεύμα του Θεού και ήταν το Πνεύμα του Θεού που εργαζόταν άμεσα. Επιτελούσε το έργο της νέας εποχής, το έργο που κανείς δεν είχε επιτελέσει ποτέ πριν. Άνοιξε μια νέα οδό, αντιπροσώπευε τον Ιεχωβά και τον ίδιο τον Θεό, ενώ από την άλλη ο Πέτρος, ο Παύλος και ο Δαβίδ, ανεξάρτητα από το πώς αποκαλούνταν, αντιπροσώπευαν μόνο την ταυτότητα ενός δημιουργήματος και είχαν σταλεί από τον Ιησού ή τον Ιεχωβά. Έτσι, ανεξάρτητα από το μέγεθος του έργου τους, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλα ήταν τα θαύματα που πραγματοποίησαν, ήταν απλώς δημιουργήματα και δεν μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν το Πνεύμα του Θεού. Εργάστηκαν εν ονόματι του Θεού ή εργάστηκαν αφότου τους απέστειλε ο Θεός. Επιπλέον, εργάστηκαν κατά τις εποχές που εγκαινίασαν είτε ο Ιησούς είτε ο Ιεχωβά και δεν έκαναν καθόλου άλλο έργο. Ήταν, εξάλλου, απλώς δημιουργήματα.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Περί ονομασιών και ταυτότητας
Την εποχή της Χάριτος, ο Ιησούς διατύπωσε επίσης πολλά λόγια κι έκανε μεγάλο έργο. Σε τι διέφερε απ’ τον Ησαΐα; Σε τι διέφερε απ’ τον Δανιήλ; Ήταν προφήτης; Γιατί λέγεται ότι Αυτός είναι ο Χριστός; Τι διαφορές υπάρχουν μεταξύ τους; Ήταν όλοι τους άνδρες που εξέφεραν λόγους και οι λόγοι τους, λίγο πολύ, φαίνονταν ίδιοι στον άνθρωπο. Όλοι τους εξέφρασαν λόγους κι έκαναν έργο. Οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης διατύπωσαν προφητείες και, ομοίως, το ίδιο μπορούσε να κάνει κι ο Ιησούς. Γιατί συμβαίνει αυτό; Η διάκριση εδώ βασίζεται στη φύση του έργου. Για να μπορέσεις ν’ αντιληφθείς αυτό το ζήτημα, δεν πρέπει να εξετάζεις τη φύση της σάρκας ούτε θα πρέπει να εξετάζεις το βάθος ή τη ρηχότητα του λόγου κάποιων. Πάντα πρέπει πρώτα να εξετάζεις το έργο τους και τα αποτελέσματα που έχει το έργο τους στον άνθρωπο. Οι προφητείες των προφητών τότε δεν παρείχαν τη ζωή του ανθρώπου, και η έμπνευση που έλαβαν άνθρωποι όπως ο Ησαΐας και ο Δανιήλ ήταν απλώς προφητείες κι όχι η οδός της ζωής. Αν δεν ήταν η άμεση αποκάλυψη του Ιεχωβά, κανείς δεν θα μπορούσε να είχε κάνει αυτό το έργο, το οποίο δεν είναι δυνατό για τους θνητούς. Ο Ιησούς, επίσης, διατύπωσε πολλά λόγια, αλλά αυτά τα λόγια ήταν η οδός της ζωής, από την οποία ο άνθρωπος μπόρεσε να βρει ένα μονοπάτι άσκησης. Δηλαδή, πρώτον, Αυτός μπόρεσε να παρέχει τη ζωή του ανθρώπου, διότι ο Ιησούς είναι ζωή. Δεύτερον, μπόρεσε να αντιστρέψει τις στρεβλές πτυχές του ανθρώπου. Τρίτον, το έργο Του μπόρεσε να διαδεχτεί αυτό του Ιεχωβά, ώστε να συνεχίσει την εποχή. Τέταρτον, μπόρεσε ν’ αντιληφθεί τις ανάγκες μέσα στον άνθρωπο μέσα του και να καταλάβει τι λείπει στον άνθρωπο. Πέμπτον, μπόρεσε να εισάγει μια νέα εποχή και να ολοκληρώσει την παλιά. Γι’ αυτό ονομάζεται Θεός και Χριστός. Δεν διαφέρει μόνον από τον Ησαΐα, αλλά κι απ’ όλους τους υπόλοιπους προφήτες. Πάρτε τον Ησαΐα ως σύγκριση για το έργο των προφητών. Πρώτον, δεν μπορούσε να παρέχει τη ζωή του ανθρώπου. Δεύτερον, δεν μπορούσε να εισάγει μια νέα εποχή. Εργαζόταν κάτω από την ηγεσία του Ιεχωβά κι όχι για να εισάγει μια νέα εποχή. Τρίτον, τα λόγια που διατύπωσε ξεπερνούσαν τις δυνατότητές του. Δεχόταν αποκαλύψεις απευθείας από το Πνεύμα του Θεού, ενώ άλλοι δεν θα μπορούσαν να τα κατανοήσουν, ακόμη κι αν τα είχαν ακούσει. Αυτά τα λίγα σημεία από μόνα τους είναι αρκετά για να αποδείξουν ότι ο λόγος του δεν ήταν παρά προφητείες, απλώς μια πτυχή του έργου που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Ιεχωβά. Ωστόσο, δεν θα μπορούσε να εκπροσωπήσει πλήρως τον Ιεχωβά. Αυτός ήταν δούλος του Ιεχωβά, ένα όργανο στο έργο του Ιεχωβά. Πραγματοποιούσε έργο μόνο μέσα στην Εποχή του Νόμου και μέσα στο πεδίο του έργου του Ιεχωβά. Δεν εργάστηκε πέραν της Εποχής του Νόμου. Αντιθέτως, το έργο του Ιησού διέφερε. Ξεπέρασε το πεδίο του έργου του Ιεχωβά. Εργάστηκε ως ο ενσαρκωμένος Θεός και υπέστη τη σταύρωση, προκειμένου να λυτρώσει όλη την ανθρωπότητα. Δηλαδή, επιτέλεσε νέο έργο έξω απ’ το έργο που πραγματοποίησε ο Ιεχωβά. Αυτό ήταν η εισαγωγή σε μια νέα εποχή. Επιπλέον, μπορούσε να μιλήσει γι’ αυτό που ο άνθρωπος δεν μπορούσε να καταφέρει. Το έργο Του ήταν έργο μέσα στη διαχείριση του Θεού και περιελάμβανε ολόκληρο το ανθρώπινο είδος. Δεν εργαζόταν σε λίγους μόνο ανθρώπους, κι ούτε το έργο Του στόχευε στο να ηγηθεί ενός περιορισμένου αριθμού ανθρώπων. Όσο για τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός ενσαρκώθηκε ως άνθρωπος, πώς το Πνεύμα έκανε αποκαλύψεις εκείνη την εποχή και πώς το Πνεύμα κατέβηκε πάνω σ’ έναν άνθρωπο για να πραγματοποιήσει έργο —αυτά είναι ζητήματα που ο άνθρωπος δεν μπορεί να δει ή ν’ αγγίξει. Είναι εντελώς αδύνατο αυτές οι αλήθειες να χρησιμεύσουν ως απόδειξη του ότι Αυτός είναι ο ενσαρκωμένος Θεός. Ως εκ τούτου, διάκριση μπορεί να γίνει μόνο ανάμεσα στον λόγο και στο έργο του Θεού, τα οποία είναι απτά στον άνθρωπο. Μόνον αυτά είναι πραγματικά. Αυτό συμβαίνει επειδή τα ζητήματα του Πνεύματος δεν είναι ορατά σ’ εσένα και είναι σαφώς γνωστά μόνον στον ίδιο τον Θεό, κι ούτε καν η ενσάρκωση του Θεού δεν τα γνωρίζει όλα. Μπορείς μόνο να εξακριβώσεις αν Αυτός είναι Θεός από το έργο που έχει πραγματοποιήσει. Στο έργο Του, μπορεί να δει κανείς ότι, πρώτον, Αυτός είναι σε θέση να ξεκινήσει μια νέα εποχή. Δεύτερον, μπορεί να παρέχει τη ζωή του ανθρώπου και να δείξει στον άνθρωπο τον δρόμο που θ’ ακολουθήσει. Αυτό αρκεί για ν’ αποδειχθεί ότι Αυτός είναι ο ίδιος ο Θεός. Τουλάχιστον, το έργο που Αυτός πραγματοποιεί μπορεί να αντιπροσωπεύσει πλήρως το Πνεύμα του Θεού και σ’ ένα τέτοιο έργο μπορεί κάποιος να δει ότι το Πνεύμα του Θεού είναι μέσα Του. Καθώς το έργο που επιτέλεσε ο ενσαρκωμένος Θεός ήταν κυρίως να εισάγει μια νέα εποχή, να ηγηθεί νέου έργου και να δημιουργήσει ένα νέο βασίλειο, αυτά από μόνα τους αρκούν για να αποδείξουν ότι Αυτός είναι ο ίδιος ο Θεός. Αυτό, λοιπόν, Τον διαφοροποιεί από τον Ησαΐα, τον Δανιήλ και τους λοιπούς μεγάλους προφήτες.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η διαφορά μεταξύ της διακονίας του ενσαρκωμένου Θεού και του καθήκοντος του ανθρώπου
Ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως ο λόγος του ανθρώπου, ακόμα λιγότερο δε, μπορεί κανείς να κάνει τον λόγο του ανθρώπου να είναι ο λόγος του Θεού. Ένας άνθρωπος που χρησιμοποιείται από τον Θεό δεν είναι ο ενσαρκωμένος Θεός, και ο ενσαρκωμένος Θεός δεν είναι ένας άνθρωπος που χρησιμοποιείται από τον Θεό. Υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά σ’ αυτό. Ίσως, αφότου διαβάσεις αυτά τα λόγια, να μην τα αναγνωρίζεις ως λόγια του Θεού, αλλά μόνο ως τη διαφώτιση που έχει κερδίσει ο άνθρωπος. Σε αυτήν την περίπτωση, έχεις τυφλωθεί από την άγνοια. Πώς είναι δυνατόν τα λόγια του Θεού να είναι το ίδιο πράγμα με τη διαφώτιση που έχει κερδίσει ο άνθρωπος; Τα λόγια του ενσαρκωμένου Θεού εγκαινιάζουν μια νέα εποχή, καθοδηγούν ολόκληρη την ανθρωπότητα, αποκαλύπτουν μυστήρια και δείχνουν στον άνθρωπο την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει μέσα στη νέα εποχή. Η διαφώτιση που αποκτά ο άνθρωπος δεν είναι παρά απλές οδηγίες για άσκηση ή γνώση. Δεν μπορεί να καθοδηγήσει ολόκληρη την ανθρωπότητα προς μια νέα εποχή ούτε να αποκαλύψει τα μυστήρια του ίδιου του Θεού. Σε τελική ανάλυση, ο Θεός είναι Θεός, ενώ ο άνθρωπος είναι άνθρωπος. Ο Θεός έχει την ουσία του Θεού, ενώ ο άνθρωπος έχει την ουσία του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος θεωρεί τα λόγια που εκφέρει ο Θεός ως μια απλή διαφώτιση από το Άγιο Πνεύμα και εκλαμβάνει τα λόγια των αποστόλων και των προφητών ως λόγια που είπε ο ίδιος ο Θεός, αυτό θα ήταν ανθρώπινο λάθος.
«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πρόλογος
Σχετικά αποσπάσματα ταινιών
Ποια είναι η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον ενσαρκωμένο Θεό και τους ανθρώπους που χρησιμοποιεί ο Θεός;
Σχετικοί ύμνοι
Ο ενσαρκωμένος Θεός έχει συνάμα ανθρώπινη και θεϊκή φύση
Ο Θεός είναι Θεός, ο άνθρωπος είναι άνθρωπος