26. Καταζητούμενη αλλά αθώα
Τον Μάιο του 2014, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα κατασκεύασε την υπόθεση Τσαογιουάν στη Σαντόνγκ για να παγιδεύσει και να συκοφαντήσει την Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού και στη συνέχεια δρομολόγησε αμέσως μια πανεθνική «Καταστολή Εκατό Ημέρων» για να συλλάβει τα μέλη της Εκκλησίας του Παντοδύναμου Θεού. Συνελήφθησαν πολλοί αδελφοί και αδελφές. Μέσα σε μόλις δύο μήνες, από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο, περισσότεροι από 30 αδελφοί και αδελφές συνελήφθησαν ο ένας μετά τον άλλο στην κομητεία μου. Εκείνη την εποχή, ήμουν υπεύθυνη για το έργο πολλών εκκλησιών και καθημερινά κανόνιζα, κάτω από τα άγρυπνα μάτια της αστυνομίας, τη μετεγκατάσταση αδελφών που κινδύνευαν και τη μεταφορά βιβλίων σχετικών με την πίστη στον Θεό. Κινδύνευα να με συλλάβουν ανά πάσα στιγμή. Ένα βράδυ, ένας αδελφός που συνελήφθη και αφέθηκε ελεύθερος, μου είπε ότι όταν τον ανέκρινε η αστυνομία, ανέφεραν τα προσωπικά μου στοιχεία, και μάλιστα του έδειξαν και φωτογραφία μου και τον ρώτησαν αν με ήξερε. Ο αδελφός είπε ότι ήμουν πρωταρχικός στόχος σύλληψης και με συμβούλευσε να φύγω αμέσως. Σκέφτηκα: «Έχουν συλληφθεί πάρα πολλοί αδελφοί και αδελφές κι υπάρχει, κατά συνέπεια, πολλή δουλειά ακόμη που πρέπει να διεκπεραιωθεί. Εξάλλου, μερικοί αδελφοί και αδελφές αισθάνονται αδύναμοι λόγω των συλλήψεων και των διώξεων του μεγάλου κόκκινου δράκοντα και χρειάζονται υποστήριξη και βοήθεια. Θα μείνω λίγες μέρες ακόμα». Όμως ο αδελφός μου με παρότρυνε επίμονα: «Καλύτερα να φύγεις απόψε. Μη μένεις εδώ. Υπάρχουν κάμερες παντού στον δρόμο κι η αστυνομία θα σε βρει μόλις ελέγξει τα αρχεία παρακολούθησης». Μόλις το άκουσα αυτό, με κυρίευσε ξαφνικά τρόμος κι άρχισα να πανικοβάλλομαι. Έτσι, έκανα γρήγορα ρυθμίσεις για το εναπομένον έργο της εκκλησίας και κατέφυγα σε μια γειτονική κομητεία.
Ένας ηλικιωμένος αδελφός και μια ηλικιωμένη αδελφή πήραν το ρίσκο να με δεχτούν. Επειδή υπήρχαν κάμερες απ’ έξω, δεν μπορούσα να βγαίνω έξω κι έτσι έπρεπε να μένω σπίτι τους. Ο γιος τους εργαζόταν σε σχολείο κι η κυβέρνηση είχε εκδώσει μια εγκύκλιο που έλεγε ότι όλο το διδακτικό προσωπικό και τα μέλη των οικογενειών τους δεν μπορούσαν να έχουν θρησκευτικές πεποιθήσεις, διαφορετικά θα τους έδιωχναν από τη θέση τους. Εξαιτίας αυτού, ο γιος τους φοβόταν ότι θα επηρεαζόταν το μέλλον του κι αντιτάσσονταν στην πίστη των γονιών του στον Θεό. Η αδελφή φοβόταν ότι ο γιος της θα με έβλεπε στο σπίτι και θα με κατήγγελλε στην αστυνομία, οπότε αναγκάστηκε να κανονίσει να μένω στη σοφίτα. Κάθε φορά που επέστρεφε ο γιος της αδελφής μου, είχα πολύ άγχος. Μία φορά, ο γιος της ανέβηκε πάνω να πάρει κάτι. Φοβόμουν μήπως με βρει κι έτσι κρύφτηκα πίσω από την πόρτα και δεν τολμούσα να κουνηθώ. Έτυχε εκείνη ακριβώς τη στιγμή να βγαίνει από την καμινάδα καπνός από λάδι από την κουζίνα και δεν μπόρεσα να μη βήξω. Κάλυψα γρήγορα το κεφάλι και το στόμα μου μ’ ένα πάπλωμα και μετά βίας μπορούσα να αναπνεύσω. Η αδελφή είχε κι άλλο γιο που έμενε δίπλα, κι άκουγα τον ήχο της τηλεόρασής του όταν ανέβαζε την ένταση, οπότε, για να μένω κρυμμένη, δεν τολμούσα ν’ ανάψω τα φώτα στη σοφίτα και συνήθως μίλαγα όσο πιο χαμηλόφωνα μπορούσα. Ήταν χειμώνας και το δωμάτιο ήταν πολύ κρύο, όμως δεν τολμούσα να βγω έξω στον ήλιο. Μετά από πολύ καιρό, άρχισα να νιώθω μεγάλη κατάθλιψη και αναρωτιόμουν: «Πότε θα μπορέσω να σταματήσω να ζω έτσι; Πότε μπορώ να επανενωθώ με την οικογένειά μου και να βγω έξω με τους αδελφούς και τις αδελφές μου για να εκπληρώσω το καθήκον μου;» Εκείνη την εποχή, προσευχόμουν συχνά στον Θεό, ζητώντας Του να με καθοδηγήσει και να με διαφωτίσει ώστε να κατανοήσω το θέλημά Του και να μάθω πώς να τα βγάζω πέρα σε αυτό το περιβάλλον.
Αργότερα, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Ίσως όλοι σας θυμάστε αυτά τα λόγια: “Διότι η προσωρινή ελαφρά θλίψις ημών εργάζεται εις ημάς καθ’ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης”. Όλοι σας έχετε ακούσει αυτά τα λόγια παλιότερα, όμως κανείς σας δεν κατάλαβε το αληθινό τους νόημα. Σήμερα, γνωρίζετε πολύ καλά την αληθινή τους σημασία. Αυτά τα λόγια θα τα εκπληρώσει ο Θεός κατά τις έσχατες ημέρες, και θα εκπληρωθούν μέσα σε εκείνους που έχουν εκδιωχθεί βάναυσα από τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα στη χώρα όπου βρίσκεται κουλουριασμένος. Ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας διώκει τον Θεό και είναι εχθρός Του, οπότε, σε αυτήν τη χώρα, επομένως, εκείνοι που πιστεύουν στον Θεό υπόκεινται σε εξευτελισμό και καταπίεση, και ως αποτέλεσμα αυτού, τα λόγια αυτά εκπληρώνονται μέσα σας, σ’ αυτήν την ομάδα ανθρώπων. Επειδή το έργο ξεκινάει σε μια χώρα που εναντιώνεται στον Θεό, όλο το έργο του Θεού έρχεται αντιμέτωπο με φοβερά εμπόδια, και πολλά από τα λόγια Του χρειάζονται χρόνο για να πραγματοποιηθούν· συνεπώς, οι άνθρωποι ραφινάρονται ως αποτέλεσμα των λόγων του Θεού, κάτι το οποίο επίσης αποτελεί μέρος των δεινών. Είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Θεό να πραγματοποιήσει το έργο Του στη χώρα του μεγάλου κόκκινου δράκοντα —αλλά μέσω αυτής της δυσκολίας ο Θεός πραγματοποιεί ένα στάδιο του έργου Του, εκδηλώνοντας τη σοφία Του και τις θαυμαστές πράξεις Του, και χρησιμοποιώντας αυτήν την ευκαιρία για να ολοκληρώσει αυτήν την ομάδα ανθρώπων» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Είναι το έργο του Θεού τόσο απλό όσο φαντάζεται ο άνθρωπος;). Από τον λόγο του Θεού, κατάλαβα ότι όταν κάποιος πιστεύει στον Θεό στη χώρα που κυβερνά το ΚΚΚ, η δίωξη είναι αναπόφευκτη, όμως ο Θεός χρησιμοποιεί ένα τέτοιο περιβάλλον για να οδηγήσει στην τελείωση την πίστη των ανθρώπων. Αναλογίστηκα ότι την εποχή που δεν βρισκόμουν σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον πίστευα ότι μπορούσα ν’ αντέξω τις κακουχίες και είχα πίστη στον Θεό, μόλις όμως με κυνήγησαν σε σημείο που έμεινα άστεγη, κρυβόμουν, έχασα εντελώς την ελευθερία μου και χρειαζόταν να υποφέρω αληθινά, έκρυβα παράπονα μέσα στην καρδιά μου και το μόνο που ήθελα ήταν να ξεφύγω. Μόνο μέσα από όσα αποκάλυψαν τα γεγονότα συνειδητοποίησα ότι δεν είχα καθόλου αληθινή πίστη στον Θεό, καμία υπακοή και ότι το ανάστημά μου ήταν πολύ μικρό. Σκέφτηκα επίσης πως κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, το ΚΚΚ λεηλατούσε σπίτια και συνελάμβανε ανθρώπους μανιωδώς, άρπαζε τα χρήματα της εκκλησίας κι έγινε η αιτία να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους πολλοί αδελφοί και αδελφές, φέρνοντας τα πάνω κάτω στη ζωή τους και αφήνοντάς τους χωρίς καν ένα μέρος να ζήσουν. Το ΚΚΚ έκανε τρομερό κακό, συλλαμβάνοντας και διώκοντας ανθρώπους. Σκοπός του δεν ήταν απλώς να απομακρύνει τους ανθρώπους από τον Θεό και να τους κάνει να Τον προδώσουν; Εάν φαινόμουν αδύναμη, αποσυρόμουν ή ακόμη και παραπονιόμουν σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, θα με εξαπατούσαν τα τεχνάσματα του Σατανά και θα έχανα τη μαρτυρία μου. Μόλις το συνειδητοποίησα αυτό, ένιωσα λιγότερο πόνο και μαρτύριο στην καρδιά μου. Σκέφτηκα: «Ανεξάρτητα από το πόσον καιρό θα πρέπει να μείνω εδώ ή πόσο θα πρέπει να υποφέρω, θέλω να υποταχθώ στις ρυθμίσεις του Θεού».
Μετά από λίγους μήνες, φαινόταν οι έρευνες να έχουν γίνει λιγότερο έντονες, πήγα λοιπόν σε μια άλλη πόλη να εκτελέσω το καθήκον μου. Για να είμαι ασφαλής, έκοψα τα μακριά μαλλιά μου και φορούσα καπέλο, μάσκα και γυαλιά όταν έβγαινα για συναθροίσεις. Έπαιρνα στενά δρομάκια κι έκανα κύκλους, προσπαθώντας όσο μπορούσα να μη με προσέξουν. Σκεφτόμουν ότι εφόσον πρόσεχα, θα μπορούσα να συνεχίσω να κάνω το καθήκον μου. Έμεινα έκπληκτη όταν ένα βράδυ, λίγους μήνες αργότερα, η επικεφαλής μου όρμησε προς το μέρος μου και είπε: «Η αστυνομία έχει αναρτήσει τα στοιχεία σου στο διαδίκτυο. Σε ψάχνουν. Έχει σταλεί ειδοποίηση ότι καταζητείσαι στα κινητά τηλέφωνα των κατοίκων στο κέντρο της πόλης μας και σε πολλές γύρω περιοχές, που λέει να σε καταγγείλουν εάν σε δουν. Η αστυνομία ανακάλυψε ότι ο θείος σου σού κήρυξε το ευαγγέλιο κι έχουν ήδη συλλάβει τον θείο και τη θεία σου. Για ασφάλεια, δεν μπορείς πλέον να βγαίνεις έξω να εκτελείς το καθήκον σου». Αργότερα, έμαθα ότι η αστυνομία βρήκε τον ογδοντάχρονο παππού μου και τον ανέκρινε ως προς το πού βρίσκομαι. Είχαν επίσης κλείσει το κέντρο φυσιοθεραπείας του θείου μου. Επιπλέον, η αστυνομία έψαχνε τη μητέρα και την αδελφή μου, οπότε ούτε αυτές δεν μπορούσαν να πάνε σπίτι. Όταν άκουσα αυτά τα νέα, θύμωσα πολύ. Η πίστη μου στον Θεό ήταν σωστή και ορθή. Γιατί το Κομμουνιστικό Κόμμα καταπίεζε με τέτοια κακία τους ανθρώπους που πιστεύουν στον Θεό; Γιατί δεν υπήρχε δικαιοσύνη και ελευθερία πίστης στην Κίνα; Αρχικά είχα σχεδιάσει να επιστρέψω κρυφά και να δω την οικογένειά μου, δεν περίμενα όμως ότι θα με είχαν καταγράψει ως καταζητούμενη ή ότι θα απειλούσαν και θα εκφόβιζαν την οικογένειά μου. Παρότι είχα σπίτι, δεν μπορούσα να επιστρέψω και η οικογένειά μου είχε εμπλακεί και συλληφθεί. Συνειδητοποίησα ότι ήμουν πλέον μια καταζητούμενη εγκληματίας και αναρωτιόμουν τι θα έλεγαν για μένα οι φίλοι και η οικογένειά μου. Θα πίστευαν ότι είχα κάνει κάτι κακό; Πώς θα μπορούσα να τους αντικρύσω στο μέλλον; Καθώς το σκεφτόμουν αυτό, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο πιο δυστυχισμένη ένιωθα. Αισθανόμουν ότι είναι πολύ δύσκολο να πιστεύεις στον Θεό στην Κίνα. Μέσα στον πόνο μου, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου! Δεν ξέρω πώς να το ξεπεράσω αυτό. Δώσε μου, Σε παρακαλώ, πίστη και δύναμη και καθοδήγησέ με να κατανοήσω το θέλημά Σου». Αφού προσευχήθηκα, σκέφτηκα τον ύμνο του λόγου του Θεού «Η πλέον ουσιώδης ζωή» που λέει: «Εσύ είσαι ένα δημιουργημένο ον —φυσικά και θα πρέπει να λατρεύεις τον Θεό και να επιδιώκεις μια ζωή γεμάτη νόημα. Εφόσον είσαι άνθρωπος, θα πρέπει να δαπανήσεις τον εαυτό σου για τον Θεό και να υπομείνεις κάθε βάσανο! Θα πρέπει να αποδεχτείς με χαρά και σιγουριά τα λίγα βάσανα στα οποία υποβάλλεσαι σήμερα και να ζήσεις μια ζωή γεμάτη νόημα, όπως ο Ιώβ και ο Πέτρος. Είστε άνθρωποι που επιδιώκουν το σωστό μονοπάτι, αυτοί που επιζητούν τη βελτίωση. Είστε άνθρωποι που ανέρχονται στο έθνος του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, αυτοί που ο Θεός αποκαλεί δίκαιους. Δεν έχει αυτή η ζωή το μέγιστο νόημα;» (Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια). Ακούγοντάς τον, συγκινήθηκα μέχρι δακρύων. Είναι σωστό και πρέπον τα δημιουργημένα όντα να πιστεύουν και να λατρεύουν τον Θεό, και ο Θεός το εγκρίνει αυτό. Σκέφτηκα τον Ιώβ, που σεβόταν τον Θεό και απέφευγε το κακό. Μολονότι έχασε τα παιδιά και την περιουσία του, έβγαλε φλύκταινες σε όλο του το σώμα και τον έκριναν και τον παρανόησαν η γυναίκα και οι φίλοι του, εκείνος και πάλι διατήρησε την πίστη του στον Θεό, υμνούσε τον Θεό μέσα στα βάσανά του, παρέμεινε σταθερός στη μαρτυρία του σ’ Εκείνον και ταπείνωσε τον Σατανά. Ανάλογα κι ο Πέτρος, ο οποίος όλη του τη ζωή αναζητούσε να γνωρίσει και να αγαπήσει τον Θεό. Βίωσε εκατοντάδες δοκιμασίες και εξευγενισμούς, υπέμεινε μεγάλο πόνο και τελικά σταυρώθηκε ανάποδα για τον Θεό, καταθέτοντας έτσι μια όμορφη και ηχηρή μαρτυρία. Ως δημιουργημένο ον, είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου για τον Θεό και να κερδίζεις την επιδοκιμασία του Δημιουργού! Εκείνη την εποχή, με καταζητούσε και με δίωκε το Κομμουνιστικό Κόμμα λόγω της πίστης μου στον Θεό. Ακόμη κι αν οι συγγενείς κι οι φίλοι μου με παρανοούσαν και με απαρνούνταν, αυτό δεν θα ήταν λόγος να ντρέπομαι, γιατί ακολουθούσα τον σωστό δρόμο στη ζωή κι έκανα το πλέον δίκαιο πράγμα. Ενόσω το σκεφτόμουν αυτό, ένιωθα λιγότερο πόνο και, από την άλλη, αισθανόμουν υπερήφανη για τον εαυτό μου που μπορούσα να υποφέρω κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Μία μέρα τον Ιανουάριο του 2016, μια αδελφή μού έδωσε μια τράπουλα. Την πήρα και είδα ότι είχε τυπωμένα πάνω της τη φωτογραφία και τα στοιχεία της ταυτότητάς μου. Ήταν όλα εκεί: το όνομά μου, ο αριθμός της ταυτότητάς μου και η διεύθυνση καταχώρισης του νοικοκυριού μου, έγραφε δε ακόμη ότι είχα καταγραφεί στο διαδίκτυο ως δραπέτης από την Υπηρεσία Δημόσιας Ασφάλειας με τον χαρακτηρισμό «εγκληματίας ύποπτη για τη σύσταση και χρήση αιρετικής οργάνωσης με στόχο την υπονόμευση της εφαρμογής του νόμου». Υπήρχε επίσης τυπωμένος στο τραπουλόχαρτο ένας αριθμός ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής για καταγγελίες και η δήλωση ότι οι πληροφοριοδότες θα ανταμείβονταν. Η αδελφή είπε ότι η αστυνομία μοίραζε τράπουλες που περιείχαν φωτογραφίες και στοιχεία σχετικά μ’ εμένα και τρεις άλλες αδελφές υπεύθυνες για το έργο της εκκλησίας, μαζί με εκείνες δολοφόνων και ληστών. Αργότερα, άκουσα από τους αδελφούς και τις αδελφές μου ότι είδαν μια ειδοποίηση ότι καταζητούμουν στις γιγαντοοθόνες έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό, καθώς και στον πίνακα ανακοινώσεων στην είσοδο της Υπηρεσίας Δημόσιας Ασφάλειας. Ακούγοντάς τα όλα αυτά, ένιωσα έκπληξη. Ήθελα να τους ρωτήσω: «Ποιον νόμο παραβίασα; Τι έκανα που παραβίασε τον νόμο; Γιατί χρησιμοποιείτε τόσο αδίστακτα μέσα για να με κυνηγήσετε και να με συλλάβετε;» Αναπόφευκτα θυμήθηκα ένα χωρίο του λόγου του Θεού: «Επί χιλιάδες έτη, αυτή η χώρα είναι η γη του αίσχους. Είναι αφόρητα βρομερή, η μιζέρια βρίθει παντού, φαντάσματα τρέχουν παντού ανεξέλεγκτα, ξεγελούν και εξαπατούν, εγείρουν ανυπόστατες κατηγορίες, αδίστακτα και μοχθηρά ποδοπατούν αυτόν τον στοιχειωμένο τόπο και τον αφήνουν γεμάτο πτώματα. Η δυσωδία από την αποσύνθεση καλύπτει τη γη και διαποτίζει τον αέρα, και φρουρείται αυστηρά. Ποιος μπορεί να δει τον κόσμο πέρα από τους ουρανούς; Ο διάβολος κρατά σφιχτά δεμένο ολόκληρο το κορμί του ανθρώπου, του σκεπάζει και τα δύο μάτια και του σφαλίζει καλά το στόμα. Ο βασιλιάς των δαιμόνων προβαίνει σε βιαιοπραγίες εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια, μέχρι σήμερα, καθώς εξακολουθεί να παρακολουθεί στενά την πόλη-φάντασμα, σαν να ήταν ένα απόρθητο παλάτι δαιμόνων. Εν τω μεταξύ, αυτή η αγέλη από μαντρόσκυλα κοιτάει με αγριωπό βλέμμα, καθώς τρέμει μήπως ο Θεός την πιάσει στον ύπνο και την εξαφανίσει παντελώς, στερώντας της κάθε τόπο ειρήνης και ευτυχίας. Πώς θα μπορούσαν οι κάτοικοι μιας πόλης-φαντάσματος σαν κι αυτήν να έχουν δει ποτέ τους τον Θεό; Έχουν απολαύσει ποτέ τη στοργή και την ομορφιά του Θεού; Ποια είναι η εκτίμηση που έχουν για τα ζητήματα του κόσμου των ανθρώπων; Ποιος από αυτούς μπορεί να κατανοήσει το διακαές θέλημα του Θεού; Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι η ενσάρκωση του Θεού παραμένει εντελώς κρυμμένη: σε μια σκοτεινή κοινωνία σαν κι αυτήν, όπου οι δαίμονες είναι ανελέητοι και απάνθρωποι, πώς θα μπορούσε ο βασιλιάς των δαιμόνων, ο οποίος σκοτώνει ανθρώπους ανενδοίαστα, να ανεχτεί την ύπαρξη ενός Θεού που είναι αξιαγάπητος, ευγενικός, αλλά και άγιος; Πώς θα μπορούσε να χειροκροτεί και να ζητωκραυγάζει για την άφιξη του Θεού; Αυτοί οι λακέδες! Ανταποδίδουν την καλοσύνη με μίσος, εδώ και καιρό έχουν απαξιώσει τον Θεό, Τον κακομεταχειρίζονται, είναι σε ακραίο βαθμό βάναυσοι, δεν έχουν την παραμικρή εκτίμηση για τον Θεό, λεηλατούν και πλιατσικολογούν, έχουν χάσει κάθε ευσυνειδησία και δρουν αντίθετα με τη συνείδηση, ενώ παρασύρουν τους αθώους στην ανοησία. Προπάτορες των αρχαίων; Πολυαγαπημένοι ηγέτες; Όλοι τους αντιτίθενται στον Θεό! Η ανάμειξή τους έχει αφήσει τα πάντα κάτω από τους ουρανούς σε μια κατάσταση σκότους και χάους! Θρησκευτική ελευθερία; Τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα των πολιτών; Όλα είναι κόλπα συγκάλυψης της αμαρτίας!» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Έργο και είσοδος (8)). Τα λόγια του Θεού αποκάλυψαν την αληθινή φύση του μεγάλου κόκκινου δράκοντα. Το ΚΚΚ είναι εχθρός του Θεού, ένας διάβολος που αντιστέκεται στον Θεό και Τον μισεί, και ο τόπος όπου κυβερνά είναι η φωλιά του Σατανά του διαβόλου. Απλά αρνείται να επιτρέψει στον Θεό να υπάρχει, και πολύ περισσότερο δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να πιστεύουν στον αληθινό Θεό και να ακολουθούν τον σωστό δρόμο. Γι’ αυτόν τον λόγο ορίζει τον χριστιανισμό ως «αίρεση» και τη Βίβλο ως «αιρετική λογοτεχνία», και συλλαμβάνει τόσο αλόγιστα τους χριστιανούς. Για να εξαλείψει το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, κατασκευάζει κάθε είδους φήμες και δημιουργεί ψευδείς ποινικές υποθέσεις για να παγιδεύσει και να δυσφημήσει την Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, διώκει τους πιστούς του Θεού και διατάζει τη σύλληψή τους σαν να ήταν οι πιο ειδεχθείς εγκληματίες και εξαπατά κι υποκινεί όσους δεν γνωρίζουν τα γεγονότα να μισούν τους πιστούς και να αντιστέκονται στον Θεό μαζί του. Το Κομμουνιστικό Κόμμα λέει πραγματικά κάθε πιθανό ψέμα και κάνει κάθε κακό που μπορεί να φανταστεί κανείς! Μόλις το αναγνώρισα αυτό, ενισχύθηκε η αποφασιστικότητά μου ν’ απαρνηθώ τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα και ν’ ακολουθήσω τον Θεό μέχρι τέλους! Αργότερα, άκουσα από τον επικεφαλής μου ότι δύο αδελφές που ήταν καταζητούμενες μαζί μου επάνω στα τραπουλόχαρτα είχαν συλληφθεί και καταδικαστεί σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση.
Τέσσερις μήνες αργότερα, η αστυνομία πρόσφερε 10.000 γιουάν επιπλέον για τη σύλληψή μου. Μια αδελφή στη γενέτειρά μου μού έστειλε ένα γράμμα και μου είπε ότι ο γραμματέας του κόμματος στο χωριό διέδιδε φήμες ότι επειδή πίστευα στον Θεό, δεν ήθελα πλέον να βλέπω την οικογένεια ή τους συγγενείς μου, και ότι ενεργούσα ενάντια στην κυβέρνηση. Όσο περνούσε ο καιρός, οι φήμες γίνονταν όλο και πιο εξωφρενικές και κάποιοι άρχισαν να λένε ότι είχα τρελαθεί ή ότι πουλούσα ναρκωτικά. Όταν οι άνθρωποι στα κοντινά χωριά άκουσαν αυτές τις φήμες, όλοι με συκοφάντησαν και με καταδίκασαν. Ο μικρότερος αδερφός μου θεωρούσε αυτές τις φήμες τόσο αφόρητες και ανησυχούσε τόσο για μένα, που έκλαιγε με αναφιλητά και ήθελε να έλθει να με βρει. Όταν άκουσα αυτά τα νέα, δεν μπορούσα να ηρεμήσω ή να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Ήθελα πολύ να σταθώ ενώπιον των συγγενών και φίλων μου και να τους εξηγήσω ότι πίστευα στον αληθινό Θεό, ακολουθούσα τον σωστό δρόμο και δεν είχα κάνει τίποτα παράνομο. Ήθελα να τρέξω κατευθείαν στον αδερφό μου, να τον παρηγορήσω και να του πω να μην ανησυχεί για μένα. Εάν όμως επέστρεφα έτσι, σίγουρα θα με συλλάμβανε η αστυνομία, ενώ θα έβαζα σε κίνδυνο και τους αδελφούς και τις αδελφές με τους οποίους είχα επαφή. Πηγαινοερχόμουν με αγωνία μέσα στο δωμάτιο. Όσο περισσότερο σκεφτόμουν αυτά τα πράγματα, τόσο περισσότερο δεν μπορούσα να μείνω ήσυχη. Τελικά, αποφάσισα να πάρω το ρίσκο και να τηλεφωνήσω στον αδερφό μου.
Ήξερα ότι η αστυνομία πιθανώς παρακολουθούσε το κινητό του αδερφού μου, όμως το μόνο που ήθελα ήταν να του μιλήσω, οπότε δεν ασχολήθηκα με τέτοιου είδους λεπτομέρειες. Μεταμφιέστηκα και πήγα με το ποδήλατο σ’ ένα μέρος δεκάδες χιλιόμετρα μακριά για να τον καλέσω, όμως, προς έκπληξή μου, δεν μπορούσα να πιάσω γραμμή. Δεν ήμουν διατεθειμένη να τα παρατήσω, οπότε προσπάθησα ξανά, αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Ξαφνικά, είχα την αόριστη εντύπωση ότι πιθανώς επρόκειτο για παρέμβαση του Θεού. Αν παρακολουθούσαν το κινητό του αδερφού μου, τότε και αυτός και εγώ θα κινδυνεύαμε. Έχοντας αυτό κατά νου, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου! Παραλίγο να την πατήσω από ένα από τα τεχνάσματα του Σατανά σήμερα. Αν δεν με είχες σταματήσει εγκαίρως, μάλλον θα είχα κινδυνεύσει. Θεέ μου, ξέρεις τις αδυναμίες μου. Οδήγησέ με και καθοδήγησέ με, Σε παρακαλώ, και δώσε μου πίστη και δύναμη…» Όταν επέστρεψα στο σπίτι που με φιλοξενούσαν για τις πνευματικές μου ασκήσεις, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Εκείνοι στους οποίους αναφέρεται ο Θεός ως “νικητές” είναι εκείνοι που εξακολουθούν να μπορούν να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους και να διατηρούν την εμπιστοσύνη και την αφοσίωσή τους στον Θεό όταν είναι υπό την επιρροή του Σατανά και ενώ τελούν υπό την πολιορκία του Σατανά, δηλαδή όταν βρίσκονται εν μέσω των δυνάμεων του σκότους. Αν εξακολουθείς να μπορείς να διατηρείς την καρδιά σου αγνή ενώπιον του Θεού και να διατηρείς γνήσια αγάπη για τον Θεό ό,τι κι αν γίνει, τότε παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου ενώπιον του Θεού, και σ’ αυτό αναφέρεται ο Θεός όταν μιλά για κάποιον που είναι “νικητής”» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Θα πρέπει να διατηρήσεις την αφοσίωσή σου στον Θεό). Από τον λόγο του Θεού, κατάλαβα ότι Εκείνος δημιουργεί μια ομάδα νικητών τις έσχατες ημέρες. Ανεξάρτητα από το πόσο πόνο ή εξευγενισμό υπομένουν, ή το πώς τους ενοχλούν και τους επιτίθενται οι δυνάμεις του Σατανά, αυτοί είναι σε θέση να διατηρήσουν την πίστη τους στον Θεό και να Τον ακολουθήσουν μέχρι τέλους. Έπειτα σκέφτηκα το γεγονός πως όταν με κακολόγησαν και με συκοφάντησαν, εγώ έγινα αρνητική και αδύναμη επειδή φοβήθηκα ότι θα καταστρεφόταν η υπόληψή μου. Φοβήθηκα επίσης ότι ο μικρότερος αδερφός μου δεν θα καταλάβαινε, οπότε, για να τον ηρεμήσω, αγνόησα την ασφάλεια των αδελφών μου. Είδα ότι δεν είχα πίστη ή αφοσίωση στον Θεό. Δεν έχανα τη μαρτυρία μου κάνοντάς το αυτό; Ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας με κυνηγούσε σαν να ήμουν εγκληματίας, υποκινώντας τους πάντες να μου επιτεθούν και να με συκοφαντήσουν και κάνοντας τους συγγενείς μου να με παρανοήσουν. Έκανε αυτά τα πράγματα ακριβώς επειδή ήθελε να με κάνει αρνητική κι αδύναμη και να με εξαναγκάσει να προδώσω τον Θεό. Δεν μπορούσα να αφήσω τα δόλια τεχνάσματα του μεγάλου κόκκινου δράκοντα να πετύχουν. Μόλις το συνειδητοποίησα αυτό, πήρα την απόφασή μου: θα παρέμενα αμετακίνητη στη μαρτυρία μου υπό την πολιορκία του Σατανά για να ικανοποιήσω τον Θεό και θα ταπείνωνα τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα!
Η αρρώστια ήταν ένα ακόμη πρόβλημα που με κατέτρυχε τις ημέρες που ήμουν υπό διωγμό. Είχα κάνει εκτομή αριστερού πνεύμονα όταν ήμουν 15 ετών, ενώ ούτε ο δεξιός μου πνεύμονας δεν ήταν σε πολύ καλή κατάσταση. Εκείνη την εποχή, ο γιατρός μού έλεγε να αναπνέω περισσότερο καθαρό αέρα και να ασκούμαι σωστά για ν’ αυξήσω την ικανότητα των πνευμόνων μου. Επειδή όμως με καταζητούσε η αστυνομία, ήμουν αναγκασμένη να κρύβομαι για πολλή ώρα σε κλειστούς χώρους. Δεν μπορούσα να βγαίνω έξω να παίρνω καθαρό αέρα. Δεν είχα καν την ευκαιρία να βγω στο μπαλκόνι ν’ ασκηθώ. Έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτική όταν άνοιγα περιστασιακά το παράθυρο για να πάρω λίγο καθαρό αέρα, γιατί αν με ανακάλυπταν οι γείτονες, δεν θα κινδύνευα μόνο εγώ, μα θα έβαζα σε κίνδυνο και τους αδελφούς και τις αδελφές που με φιλοξενούσαν. Αφού έμεινα σε αυτού του είδους το περιβάλλον για μεγάλο χρονικό διάστημα, η φυσική μου κατάσταση άρχισε να επιδεινώνεται. Ο αέρας δεν κυκλοφορούσε στους εσωτερικούς χώρους, οπότε η αναπνοή μου γινόταν όλο και πιο δύσκολη, ένιωθα το στήθος μου φραγμένο και, μετά από λίγο, ο πνεύμονάς μου άρχισε να πονάει κι έβηχα συχνά. Όταν γονάτιζα και προσευχόμουν, ένιωθα λες και θα μου έβγαινε υγρό από το στόμα. Όταν κοιμόμουν στο πλάι, ένιωθα το υγρό να κινείται στον πνεύμονά μου. Αργότερα, όταν τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα, άρχισα να βγάζω αίμα με τον βήχα. Οι αδελφοί κι οι αδελφές μου με συμβούλευσαν να πάω στο νοσοκομείο, όμως για να πάω στο νοσοκομείο να δω γιατρό έπρεπε να επιδείξω την ταυτότητά μου. Ήμουν δραπέτης, οπότε, εάν συνέβαινε κάτι, όχι μόνο θα με συλλάμβαναν, αλλά θα εμπλέκονταν κι οι αδελφοί κι οι αδελφές που με είχαν φροντίσει, οπότε δεν τολμούσα να πάω στο νοσοκομείο. Μερικοί αδελφοί και αδελφές μού έφεραν παραδοσιακά κινεζικά φάρμακα, όμως η κατάστασή μου δεν βελτιώθηκε αφού τα πήρα. Έβγαζα ακόμη αίμα βήχοντας. Δεν μπορούσα να φάω, και το σώμα μου γινόταν όλο και πιο αδύναμο. Ένιωσα λίγο φόβο, γιατί αν συνέχιζα να μη λαμβάνω αγωγή για την πάθησή μου και χειροτέρευα, τελικά δεν θα σταματούσα ν’ αναπνέω; Δεν θα πάθαινα ασφυξία; Δεν θα σήμαινε αυτό ότι θα χανόταν η ελπίδα μου για σωτηρία κι έναν όμορφο προορισμό; Δεν θα ήταν μάταια όλα εκείνα τα χρόνια απάρνησης και δαπάνης, αλλά και της σκληρής δουλειάς που είχα κάνει για την πίστη μου στον Θεό; Πραγματικά δεν ήθελα να πεθάνω. Όταν είδα ότι η κατάστασή μου χειροτέρευε μέρα με τη μέρα κι έβγαζα αίμα βήχοντας, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου κι ένιωθα ολότελα δυστυχισμένη.
Αργότερα, έψαξα για μέρη του λόγου του Θεού που σχετίζονταν με την κατάστασή μου και βρήκα το εξής χωρίο: «Ο Ιώβ δεν μιλούσε για συναλλαγές με τον Θεό και δεν υπέβαλε αιτήματα ούτε έθετε απαιτήσεις στον Θεό. Δοξολογούσε το όνομα του Θεού εξαιτίας της μεγάλης δύναμης και της εξουσίας του Θεού να κυβερνά τα πάντα, και αυτό δεν εξαρτιόταν από το αν είχε κερδίσει ευλογίες ούτε αν είχε πληγεί από συμφορές. Πίστευε ότι, ανεξάρτητα από το αν ο Θεός ευλογεί τους ανθρώπους ή τους φέρνει συμφορές, η δύναμη και η εξουσία του Θεού δεν αλλάζουν, επομένως, ανεξάρτητα από τις συνθήκες ενός ατόμου, το όνομα του Θεού θα έπρεπε να δοξολογείται. Αυτός ο άνθρωπος είναι ευλογημένος από τον Θεό εξαιτίας της κυριαρχίας του Θεού, και όταν η συμφορά πλήττει τον άνθρωπο, και αυτό οφείλεται στην κυριαρχία του Θεού. Η δύναμη και η εξουσία του Θεού κυριαρχούν και ρυθμίζουν τα πάντα γύρω από τον άνθρωπο. Οι ιδιοτροπίες της τύχης του ανθρώπου είναι η εκδήλωση της δύναμης και της εξουσίας του Θεού και, ανεξάρτητα από την άποψη καθενός, το όνομα του Θεού θα πρέπει να δοξολογείται. Αυτά βίωσε και κατάφερε να μάθει ο Ιώβ κατά τη διάρκεια της ζωής του. Όλες οι σκέψεις και οι πράξεις του Ιώβ έφτασαν στα αυτιά του Θεού και έφτασαν ενώπιον του Θεού και θεωρήθηκαν σημαντικές από τον Θεό. Ο Θεός αγάπησε αυτή τη γνώση του Ιώβ και εκτίμησε πολύ τον Ιώβ που είχε τέτοια καρδιά. Αυτή η καρδιά προσδοκούσε παντού και πάντοτε την εντολή του Θεού, και ανεξάρτητα από τον χρόνο ή τον τόπο, καλωσόριζε όποιο πλήγμα τον έβρισκε. Ο Ιώβ δεν απαιτούσε τίποτα από τον Θεό. Αυτό που απαιτούσε από τον ίδιο του τον εαυτό ήταν να περιμένει, να αποδέχεται, να αντιμετωπίζει και να υπακούει σε όλες τις ρυθμίσεις που προέρχονταν από τον Θεό. Ο Ιώβ πίστευε ότι αυτό ήταν το καθήκον του και ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε ο Θεός» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄). Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, κατανόησα λίγο το θέλημά Του. Ο Θεός επέτρεπε να επιδεινώνεται η ασθένειά μου. Ήταν η δοκιμή του Θεού για να δει αν είχα αληθινή πίστη και υπακοή. Όταν όμως πονούσα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν η δική μου ζωή, ο θάνατός μου κι ο τελικός μου προορισμός. Φοβόμουν ότι θα έχανα τη σωτηρία μου αν πέθαινα. Είδα ότι πίστευα στον Θεό καθαρά για να κερδίσω ευλογίες, ότι προσπαθούσα να κάνω συμφωνίες με τον Θεό, ότι δεν είχα τη συνείδηση και τη λογική που θα έπρεπε να έχει ένα δημιουργημένο ον κι ότι δεν είχα καθόλου υπακοή στον Θεό. Σκέφτηκα τον Ιώβ. Ανεξάρτητα από το αν ο Θεός τού έδωσε μεγάλο πλούτο ή επέτρεψε στον Σατανά να του στερήσει τα πάντα, εκείνος υμνούσε το όνομα του Θεού και πίστευε ότι, ανεξάρτητα από το αν Εκείνος δίνει ή παίρνει, είναι δίκαιος. Η πίστη του Ιώβ στον Θεό δεν νοθευόταν από προσωπικά κίνητρα, εκείνος δεν λάμβανε υπόψη τα προσωπικά του συμφέροντα, τα κέρδη ή τις ζημίες και, ό,τι κι αν έκανε ο Θεός, μπορούσε να σταθεί στη θέση ενός δημιουργημένου όντος κι απλώς να υπακούει τον Θεό. Θεωρούσε την υπακοή στον Θεό σημαντικότερη από τη δική του ζωή. Η ανθρώπινη φύση, η συνείδηση κι η λογική του Ιώβ με έκαναν να νιώσω ιδιαίτερη ντροπή. Σε όλη μου την πίστη στον Θεό μέχρι εκείνο το σημείο, προσπαθούσα να κάνω συμφωνίες μαζί Του κι εξακολουθούσα να είμαι πολύ ανυπότακτη και διεφθαρμένη. Ακόμη κι αν όντως πέθαινα από την ασθένειά μου, αυτό θα γινόταν με βάση τη δικαιοσύνη του Θεού. Όταν το αναγνώρισα αυτό, κατάλαβα πώς έπρεπε να αντιμετωπίζω την ασθένεια και τον θάνατο, οπότε σκέφτηκα μέσα μου: «Ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθεί η ασθένειά μου, θα εμπιστευτώ τον εαυτό μου στα χέρια του Θεού και θα υποταχθώ στις ρυθμίσεις Του.
Ένα πρωί, τον Νοέμβριο του 2016, τη στιγμή ακριβώς που ήθελα να σηκωθώ, άρχισε να πονάει ο πνεύμονάς μου. Μου πήρε περίπου δέκα λεπτά και χρειάστηκε να βάλω όλη μου τη δύναμη για να σηκωθώ και ν’ ακουμπήσω στο κεφαλάρι. Εκείνη τη στιγμή, έμπαινε από το παράθυρο παγωμένος αέρας κι ένιωθα πραγματικά απελπισμένη. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Μετά από λίγο, μου κόπηκε η ανάσα, οι παλμοί της καρδιάς μου επιταχύνθηκαν, όλο μου το σώμα σφίχτηκε, πάλευα να εκπνεύσω και να εισπνεύσω κι αισθανόμουν πολύ άβολα σε όλο μου το κορμί. Ένιωθα ότι θα μπορούσα να πάθω ασφυξία ανά πάσα στιγμή και σκέφτηκα ότι, αυτήν τη φορά, μπορεί να μην επιβιώσω. Όταν οι αδελφές μου με είδαν έτσι, ανησύχησαν τόσο, που δεν ήξεραν τι να κάνουν. Κάλεσαν λοιπόν μια αδελφή που είχε κλινική και της ζήτησαν να έρθει. Εκείνη έσπευσε να μου κάνει μια ενδοφλέβια ένεση, όμως ακόμη και αφού μου έβαλε τη βελόνα, το υγρό δεν έμπαινε επειδή είχε σχεδόν σταματήσει η ροή του αίματός μου. Απελπισμένη, πήγε στην πόρτα του δωματίου, κούνησε το κεφάλι της και είπε: «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα». Μερικές αδελφές έστρεψαν από την άλλη το κεφάλι και σκούπισαν ήσυχα τα δάκρυά τους. Ήξερα ότι επρόκειτο να πεθάνω και φοβόμουν λίγο. Φοβόμουν ότι αν πέθαινα, δεν θα έβλεπα την πραγματοποίηση της βασιλείας. Εκείνη τη στιγμή, έρχονταν συνέχεια στο μυαλό μου τα λόγια του Ιώβ: «Ο Κύριος έδωκε και ο Κύριος αφήρεσεν· είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον» (Ιώβ 1:21). Σκεφτόμουν επίσης το χωρίο του λόγου του Θεού που είχα διαβάσει νωρίτερα: «Όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με βάσανα, πρέπει να είσαι σε θέση να παραμερίζεις το ενδιαφέρον για τη σάρκα και να μην κάνεις παράπονα κατά του Θεού. Όταν ο Θεός σού κρύβεται, πρέπει να είσαι σε θέση να έχεις την πίστη να Τον ακολουθείς, να διατηρείς την πρότερη αγάπη σου χωρίς να την αφήνεις να εξασθενήσει ή να εξαφανιστεί. Ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, εσύ πρέπει να υποτάσσεσαι στο σχέδιό Του και να είσαι προετοιμασμένος να καταραστείς την ίδια σου τη σάρκα αντί να κάνεις παράπονα εναντίον Του. Όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με δοκιμασίες, πρέπει να ικανοποιείς τον Θεό, παρόλο που μπορεί να κλαις πικρά ή να διστάζεις να αποχωριστείς κάποιο αγαπημένο σου αντικείμενο. Αυτή μόνο είναι αληθινή αγάπη και πίστη» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Όσοι πρόκειται να οδηγηθούν στην τελείωση πρέπει να υποβληθούν σε εξευγενισμό). Τα λόγια του Θεού με ενέπνευσαν πολύ. Φοβόμουν τον θάνατο πριν, οπότε δεν υπάκουα καθόλου στον Θεό, αυτήν τη φορά όμως δεν μπορούσα πλέον να επαναστατήσω ενάντια στον Θεό. Ακόμη και αν όντως πέθαινα, δεν είχα παράπονο. Είμαι ένα δημιουργημένο ον, επομένως θα πρέπει να υπακούω τον Θεό. Επιπλέον, είχα την τύχη να αποδεχτώ το ευαγγέλιο του Θεού τις έσχατες ημέρες και ν’ ακούσω αλήθειες που δεν άκουσαν ποτέ οι άγιοι όλων των περασμένων εποχών. Και μόνο αυτό ήταν χάρη και εύνοια του Θεού για μένα. Ακόμη κι αν αντίκρυζα τον θάνατο, έπρεπε και πάλι να ευχαριστήσω τον Θεό! Έτσι, αγωνίστηκα να πω δύο λέξεις: χαρτί, στυλό. Οι αδελφές τα έφεραν γρήγορα, κι εγώ στηρίχτηκα στις αδελφές και χρησιμοποίησα όλες μου τις δυνάμεις για να γράψω στο σημειωματάριο: «Ο Θεός είναι για πάντα δίκαιος! Είναι για πάντα άξιος των επαίνων μας!» Τη στιγμή που σταμάτησα να γράφω και άφησα το στυλό, η όρασή μου άρχισε σταδιακά να θολώνει.
Οι αδελφές έκλαιγαν και μου κρατούσαν το χέρι, ενθαρρύνοντάς με να βασιστώ στον Θεό και να δείξω επιμονή, όμως μπροστά στα γεγονότα ενώπιόν μου, ένιωθα ότι πραγματικά δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο, ότι ήταν αδύνατο να ζήσω. Ένιωθα λες κι η καρδιά μου βυθιζόταν σταδιακά στον βυθό του ωκεανού, και οι ήχοι γύρω μου έσβηναν. Όμως ακριβώς τη στιγμή που ένιωσα ότι δεν υπήρχε ελπίδα, ένα χωρίο των λόγων του Θεού εμφανίστηκε πολύ καθαρά στο μυαλό μου: «Η πίστη των ανθρώπων απαιτείται όταν κάτι δεν είναι ορατό δια του γυμνού οφθαλμού. Η πίστη σου απαιτείται όταν δεν μπορείς να αποχωριστείς τις ίδιες σου τις αντιλήψεις. Όταν δεν έχεις διαύγεια σχετικά με το έργο του Θεού, αυτό που απαιτείται από σένα είναι να έχεις πίστη και να τηρείς σθεναρή στάση και να παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Όταν ο Ιώβ έφτασε σ’ αυτό το σημείο, ο Θεός τού εμφανίστηκε και του μίλησε. Τουτέστιν, μόνο μέσα από την πίστη σου θα είσαι σε θέση να δεις τον Θεό και όταν έχεις πίστη θα σε οδηγήσει ο Θεός στην τελείωση. Χωρίς πίστη, Αυτός δεν θα μπορεί να το κάνει αυτό» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Όσοι πρόκειται να οδηγηθούν στην τελείωση πρέπει να υποβληθούν σε εξευγενισμό). Η διαφώτιση του λόγου του Θεού μού έδωσε μεγάλη παρηγοριά κι ενθάρρυνση. Η ζωή μου προέρχεται από τον Θεό, και το εάν θα ζούσα ή θα πέθαινα εκείνη την ημέρα βρισκόταν στα χέρια του Θεού. Χωρίς την άδειά Του, ούτε οι δυνάμεις του κακού του Σατανά ούτε η αρρώστια δεν θα μπορούσαν να μου αφαιρέσουν τη ζωή. Όσο μου έμενε έστω και μία ανάσα μέσα μου, δεν μπορούσα να τα παρατήσω, ούτε θα έπρεπε να χάσω την ελπίδα μου στον Θεό. Προσευχήθηκα στον Θεό ως εξής: «Θεέ μου! Αν και είμαι απέναντι στον θάνατο σήμερα, έχω νιώσει βαθιά ότι είσαι πάντα στο πλευρό μου. Θεέ μου, θέλω να εμπιστευτώ πλήρως τον εαυτό μου σε Σένα, αφήνω εξ ολοκλήρου σε Σένα τη ζωή και τον θάνατό μου! Πιστεύω πως ό,τι κι αν κάνεις, είσαι δίκαιος. Έχω έλθει ενώπιόν Σου σε αυτήν τη ζωή κι έχω αποκτήσει κάποια γνώση για Σένα, συνεπώς, ακόμη κι αν πεθάνω, δεν θα έχω παράπονα ή τύψεις. Αν δεν πεθάνω σήμερα, αν μπορέσω να συνεχίσω να ζω, από σήμερα και στο εξής επιθυμώ να επιδιώκω την αλήθεια, να εκτελώ το καθήκον μου καλά και να ανταποδίδω τη μεγάλη Σου αγάπη». Εκείνη τη στιγμή, μια αδελφή έπαιξε τον ύμνο «Αγνή αγάπη αψεγάδιαστη»: «Η “αγάπη” αναφέρεται σ’ ένα συναίσθημα που είναι αγνό και αψεγάδιαστο, για το οποίο χρησιμοποιείς την καρδιά σου για να αγαπάς, να νιώθεις και να νοιάζεσαι για τους άλλους. Στην αγάπη δεν υπάρχουν προϋποθέσεις, δεν υπάρχουν φραγμοί, ούτε κι απόσταση. Στην αγάπη δεν υπάρχει καχυποψία, ούτε δόλος, ούτε πονηρία. Στην αγάπη δεν υπάρχει κανένα εμπόριο και τίποτε το ακάθαρτο. Αν αγαπάς, τότε πρόθυμα θα αφοσιωθείς, πρόθυμα θα υποφέρεις κακουχίες, θα είσαι σε αρμονία με Εμένα, θα απαρνηθείς όλα όσα έχεις για Εμένα, θα εγκαταλείψεις την οικογένειά σου, το μέλλον σου, τη νιότη σου και τον γάμο σου» (Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια). Αφού άκουσα αυτούς τους στίχους, ένιωσα ένα μεγάλο αίσθημα αυτοκατηγορίας. Ενώ πίστευα στον Θεό τόσον καιρό, δεν είχα κάνει πράξη κανένα από τα λόγια Του, πολύ περισσότερο μάλιστα δεν Τον αγαπούσα αληθινά. Εκείνη τη στιγμή, είτε ζούσα είτε πέθαινα, ήθελα μόνο να επιδιώξω την υπακοή στον Θεό. Καθώς συλλογιζόμουν τα λόγια του Θεού, συνέβη ένα θαύμα. Χωρίς καν να το πάρω είδηση, άρχισα να αναπνέω πιο εύκολα, πιο αργά, και η καρδιά μου ήταν πολύ πιο ήρεμη. Όταν οι αδελφές είδαν ότι είχα αναρρώσει, ευχαρίστησαν τον Θεό με ενθουσιασμό, ενώ εγώ διαπίστωσα πραγματικά τις θαυματουργές πράξεις του Θεού. Αν και μπορούσα να αναπνεύσω ξανά κανονικά, το σώμα μου είχε ήδη εξαντληθεί τρομερά, οπότε οι αδελφές μου με συμβούλευσαν και πάλι να νοσηλευτώ. Μία από αυτές μού έδωσε την ταυτότητά της, όμως εγώ φοβήθηκα μήπως την μπλέξω. Μου κράτησε το χέρι και είπε: «Ας προσευχηθούμε μαζί στον Θεό. Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να πας στο νοσοκομείο. Απλώς προσευχήσου στον Θεό να σου δώσει επιμονή και θα τα πας καλά». Συγκινήθηκα τόσο, που δεν ήξερα τι να πω, ούτε είχα τη δύναμη να το πω, οπότε κούνησα απλώς το κεφάλι μου, γνωρίζοντας ότι όλα αυτά γίνονταν από την αγάπη του Θεού. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο, αν και ο γιατρός είχε κάποιες αμφιβολίες ως προς την ταυτότητά μου, δεν εξέτασε λεπτομερώς την πραγματική μου ταυτότητα και η διαδικασία της θεραπείας κύλησε σχετικά ομαλά. Η κατάστασή μου βελτιώθηκε σταδιακά και πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο περίπου μια βδομάδα αργότερα.
Αφού πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο, συνέχισα τη ζωή μου κρυμμένη. Επειδή συλλαμβάνονταν συχνά αδελφοί και αδελφές γύρω μου, έπρεπε κάθε τόσο να μετακομίζω επειγόντως σε νέο μέρος, κάτι το οποίο έγινε τρομερή αγγαρεία για μένα. Έπρεπε να φοράω μάσκα όταν μετακόμιζα σε άλλα σπίτια για να μη με πιάσει καμία κάμερα, όμως αυτό με δυσκόλευε στην αναπνοή. Μία φορά, ενόσω βάδιζα βιαστικά στον δρόμο φορώντας μάσκα, δεν μπορούσα ν’ αναπνεύσω. Ήταν πολύ δύσκολο ν’ ανέβω στο λεωφορείο, κι όταν τα κατάφερα, υπήρχε μεγάλος συνωστισμός κι ο αέρας ήταν τόσο πνικτικός, που έπαιρνα βαθιές ανάσες σαν να πνιγόμουν. Το στήθος μου σφίχτηκε οδυνηρά, και ακούσια γούρλωνα τα μάτια. Ένιωθα ότι αν δεν κατέβαινα από το λεωφορείο, μπορεί να πέθαινα εκεί μέσα. Προσευχόμουν κι έκανα συνεχώς επικλήσεις στον Θεό μέσα από την καρδιά μου, και μετά από αρκετή ώρα μπόρεσα να αναπνεύσω λίγο ευκολότερα. Αφού μετακόμισα πολλές φορές, ένιωθα αδύναμη, φοβόμουν ότι το σώμα μου δεν θα μπορούσε να το διαχειριστεί και ότι αν συνεχιζόταν, αυτό το μαρτύριο θα με σκότωνε. Αργότερα, είδα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Σ’ αυτό το στάδιο του έργου, αυτό που απαιτείται από εμάς είναι υπέρτατη πίστη και αγάπη. Μπορεί να παραπατήσουμε με την παραμικρή απροσεξία, διότι αυτό το στάδιο του έργου είναι διαφορετικό από όλα τα προηγούμενα: Αυτό που ο Θεός οδηγεί στην τελείωση είναι η πίστη της ανθρωπότητας, η οποία είναι και αόρατη και άυλη. Αυτό που κάνει ο Θεός είναι να μετατρέπει τα λόγια σε πίστη, σε αγάπη και σε ζωή. Οι άνθρωποι πρέπει να φτάσουν σε ένα σημείο, όπου να έχουν υπομείνει εκατοντάδες εξευγενισμούς και να διαθέτουν πίστη μεγαλύτερη κι από του Ιώβ. Πρέπει να υπομείνουν απίστευτο πόνο και κάθε λογής μαρτύρια χωρίς να εγκαταλείψουν ποτέ τον Θεό. Όταν είναι υπάκουοι μέχρι θανάτου, κι έχουν μεγάλη πίστη στον Θεό, τότε αυτό το στάδιο του έργου του Θεού έχει ολοκληρωθεί» (Ο Λόγος Ενσαρκώνεται, τόμ. 1, Το μονοπάτι… (8)). Είναι αλήθεια ότι όταν ακολουθείς τον Θεό, ο δρόμος είναι από τη φύση του ανώμαλος και δύσκολος. Οι διώξεις των χριστιανών από το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχουν χαλαρώσει ποτέ. Εάν πιστεύουμε στον Θεό, αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να μας συλλάβουν, να μας βασανίσουν ή ακόμη και να μας σκοτώσουν ανά πάσα στιγμή, όμως ο Θεός χρησιμοποιεί τα περιβάλλοντα αυτά για να οδηγήσει στην τελείωση την πίστη μας. Ήξερα ότι ως άτομο που πιστεύει και ακολουθεί τον Θεό, θα έπρεπε να υπομείνω αυτούς τους διωγμούς και τα βάσανα. Όταν το σκέφτηκα αυτό, η πίστη μου έμοιαζε να ανανεώνεται.
Ανατρέχοντας στα χρόνια της πίστης μου στον Θεό, διαπιστώνω ότι το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα χρησιμοποίησε διάφορα μέσα για να με ωθήσει, βήμα προς βήμα, σε αδιέξοδο, όμως τα λόγια του Θεού πάντοτε με οδηγούσαν και με διαφώτιζαν. Τώρα, έχω κάποια διάκριση της δαιμονικής ουσίας του ΚΚΚ, έχω αποκτήσει κάποια κατανόηση της νόθευσης που προκαλεί η αναζήτηση ευλογιών στην πίστη μου κι έχω μάθει πώς να είμαι λογική ενώπιον του Θεού. Έχω δει επίσης τις θαυματουργές πράξεις Του. Όταν βρισκόμουν στα πρόθυρα του θανάτου, ο Θεός με οδήγησε να επιβιώσω αποφασιστικά και η πίστη μου στον Θεό δυνάμωσε. Όλα αυτά είναι οφέλη που δεν θα μπορούσα ποτέ να έχω κερδίσει σ’ ένα άνετο περιβάλλον. Είμαι αποφασισμένη, ανεξάρτητα από το πώς θα με διώκει το ΚΚΚ ή πόσο αντίξοα ή δύσκολα θα γίνουν τα πράγματα, να ακολουθώ τον Θεό, να εκτελώ σωστά το καθήκον μου και ν’ ανταποδίδω την αγάπη Του.