19. Πώς διαπίστωσα ότι είχα βαρεθεί την αλήθεια
Μια μέρα, έμαθα ότι μια νεοφώτιστη που είχε πρόσφατα ενταχθεί στην εκκλησία είχε ήδη χάσει δύο συναθροίσεις, κι έτσι ρώτησα την επικεφαλής της ομάδας γιατί συνέβη αυτό, αλλά δεν έλαβα κάποια απάντηση. Αργότερα, διαπίστωσα ότι η νεοφώτιστη είχε αρχίσει να έρχεται ξανά στις συναθροίσεις, οπότε δεν ρώτησα την επικεφαλής της ομάδας για το θέμα. Σκέφτηκα: «Εφόσον η νεοφώτιστη παρευρίσκεται τακτικά στις συναθροίσεις, όλα καλά. Είμαι πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου αυτήν τη στιγμή, και θα απαιτούνταν πολύς χρόνος και κόπος για να διερευνήσω τις λεπτομέρειες. Θα ξαναρωτήσω όταν βρω λίγο χρόνο». Ως αποτέλεσμα, ξέχασα το ζήτημα αυτό. Αργότερα, σε μια άλλη συνάθροιση, πρόσεξα ότι αυτή η νεοφώτιστη έφυγε στα μισά. Ρώτησα σχετικά την επικεφαλής της ομάδας, αλλά πάλι δεν μου απάντησε, και ποτέ δεν έβγαλα άκρη. Επίσης, δεν πήγα στη νεοφώτιστη να τη ρωτήσω για την κατάσταση ή τις δυσκολίες της. Λίγο αργότερα, πρόσεξα ξανά ότι αυτή η νεοφώτιστη είχε απουσιάσει από αρκετές συναθροίσεις στη σειρά. Τότε άρχισα να ανησυχώ. Επικοινώνησα άμεσα με τη νεοφώτιστη, αλλά δεν απαντούσε. Ανησύχησα μήπως η νεοφώτιστη έφευγε από την εκκλησία, οπότε επικοινώνησα γρήγορα με την επικεφαλής της ομάδας για να δω μήπως εκείνη μπορούσε να έρθει σε επαφή μαζί της, αλλά η επικεφαλής μού είπε: «Η νεοφώτιστη δεν δέχτηκε ποτέ το αίτημα φιλίας μου, οπότε δεν μπορώ να τη βρω». Ένιωσα κάποιες τύψεις εκείνη τη στιγμή. Αν το είχα διερευνήσει νωρίτερα, ίσως να έβρισκα κάποιον τρόπο να το διορθώσω, τώρα όμως ήταν πολύ αργά. Έφταιγα αποκλειστικά εγώ που δεν το είχα ψάξει. Διάβασα τα αρχεία συνομιλίας με τη νεοφώτιστη, ελπίζοντας να μάθω κάτι για την κατάστασή της. Συνειδητοποίησα ότι μετά από κάποιους τυπικούς χαιρετισμούς μαζί της, δεν της είχα μιλήσει ποτέ για κάτι άλλο. Δεν ήξερα τίποτα για εκείνη. Συνειδητοποίησα πως δεν υπήρχαν πολλές ελπίδες να επιστρέψει αυτή η νεοφώτιστη. Και όλο αυτό συνέβη επειδή δεν ήμουν όσο επιμελής έπρεπε. Αλλά τότε, δεν έκανα σοβαρή αυτοκριτική. Ίσα που το σκέφτηκα για λίγο, παραδέχθηκα ότι ήμουν λίγο απρόσεκτη και προχώρησα.
Η επόπτρια δεν άργησε να με ρωτήσει για αυτήν τη νεοφώτιστη και για τον λόγο που είχε αποχωρήσει από την εκκλησία. Αγχώθηκα πολύ. Σκέφτηκα: «Ωχ, τώρα θα εκτεθώ. Μόλις η επόπτρια ανακαλύψει τι έγινε στ’ αλήθεια, σίγουρα θα πει ότι δεν ήμουν επιμελής στο καθήκον μου ούτε και αξιόπιστη. Τι θα έκανα αν με απέλυαν;» Και ασφαλώς, η επόπτρια επεσήμανε το πρόβλημά μου αφού έμαθε για την κατάσταση, λέγοντας ότι ενεργούσα καθαρά τυπικά και δεν ενδιαφέρθηκα ούτε προσπάθησα να μάθω για την κατάσταση της νεοφώτιστης. Όταν το άκουσα αυτό, προσπάθησα γρήγορα να δικαιολογηθώ: «Η νεοφώτιστη δεν απάντησε στον χαιρετισμό μου, οπότε δεν μπόρεσα να συνεχίσω τη συζήτηση». Η επόπτρια με αντιμετώπισε, λέγοντας: «Μπορούσες να συνεχίσεις τη συζήτηση, απλώς δεν νοιαζόσουν καθόλου για τη νεοφώτιστη». Φοβήθηκα ότι αν παραδεχόμουν την αμέλεια, θα έπρεπε να αναλάβω την ευθύνη, και έτσι της εξήγησα γρήγορα: «Η επικεφαλής της ομάδας ήταν κυρίως υπεύθυνη για αυτήν τη νεοφώτιστη. Νόμιζα ότι είχε επικοινωνία με τη νεοφώτιστη, οπότε δεν ρώτησα εγκαίρως για την κατάστασή της. Ρώτησα την επικεφαλής της ομάδας, αλλά δεν μου απάντησε εγκαίρως». Έδειξα στην επόπτρια τα μηνύματα που είχα στείλει στην επικεφαλής της ομάδας για να αποδείξω ότι νοιαζόμουν πραγματικά για τη νεοφώτιστη. Της έδειξα και τα μηνύματα που είχα στείλει αργότερα στη νεοφώτιστη για να αποδείξω ότι αφού ανακάλυψα πως δεν ερχόταν τακτικά στις συναθροίσεις, είχα προσπαθήσει να έρθω σε επαφή μαζί της εγκαίρως, αλλά δεν μου είχε απαντήσει. Βρήκα και μια δικαιολογία ότι δεν μπορούσα να τηλεφωνήσω στη νεοφώτιστη, διότι ο ιεροκήρυκας του ευαγγελίου δεν μου είχε δώσει το τηλέφωνό της. Πρόβαλα πολλούς αντικειμενικούς λόγους, μετατοπίζοντας ακατάπαυστα την ευθύνη αλλού, ελπίζοντας να πιστέψει η επόπτρια ότι υπήρχε λόγος για το πρόβλημα, ότι δεν έφταιγα εγώ, ή τουλάχιστον ότι έφταιγαν και άλλοι και όχι αποκλειστικά εγώ. Βλέποντας ότι δεν παραδεχόμουν τα προβλήματά μου και ότι απέφευγα την ευθύνη, η επόπτρια με αντιμετώπισε λέγοντας: «Αυτή η νεοφώτιστη έχει έρθει σε αρκετές συναθροίσεις, κάτι που δείχνει ξεκάθαρα ότι λαχταρά την αλήθεια, αλλά εσύ δεν τη ρώτησες εγκαίρως για την κατάσταση και τις δυσκολίες της, και τώρα αποφεύγεις την ευθύνη λέγοντας ότι δεν μπορούσες να επικοινωνήσεις μαζί της επειδή δεν είχες το τηλέφωνό της. Αυτό είναι πολύ παράλογο!» Κατάλαβα ότι η επόπτρια έβλεπε καθαρά τα προβλήματά μου και δεν μπορούσα να μην αναλάβω την ευθύνη. Ανησύχησα και σκέφτηκα: «Τι θα σκεφτεί η επόπτρια για μένα; Θα πει ότι δεν κάνω καθόλου πρακτικό έργο; Θα απολυθώ;» Είχα αγχωθεί πολύ και δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Έπειτα, συλλογίστηκα όλα όσα με είχαν φέρει σε αυτήν την κατάσταση, και κατάλαβα ότι δεν το αντιμετώπισα έντιμα ούτε αποδεχόμουν το κλάδεμα και την αντιμετώπιση. Ήταν σαφές ότι δεν είχα κάνει το καθήκον μου σωστά, είχα δείξει αμέλεια, κι όμως συνέχιζα τα κόλπα και έβρισκα προφάσεις για να δικαιολογηθώ. Προσπάθησα μέχρι και να ρίξω την ευθύνη στον ιεροκήρυκα του ευαγγελίου που δεν μου έδωσε το τηλέφωνο. Δεν παραδεχόμουν ότι είχα αμελήσει το καθήκον μου και δεν έκανα αυτοκριτική. Σκεπτόμενη τη συμπεριφορά μου, ένιωθα πολύ άβολα. Αν και έτρωγα και έπινα τον λόγο του Θεού κάθε μέρα, όταν προέκυψε μια πραγματική κατάσταση και όταν με κλάδεψαν και με αντιμετώπισαν, εγώ συνέχιζα να ζω με βάση τις διεφθαρμένες διαθέσεις μου και δεν αποδεχόμουν την αλήθεια. Ένιωσα πόσο βαθιά ήταν η διαφθορά μου και έκρινα ότι θα δυσκολευόμουν να αλλάξω, οπότε ένιωσα λίγο αρνητικά.
Αργότερα, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού. «Επιδιώκει κανείς την αλήθεια επειδή το θέλει. Αν αγαπάς την αλήθεια, τότε το Άγιο Πνεύμα θα εργαστεί μέσα σου. Αν αγαπάς την αλήθεια, αν προσεύχεσαι στον Θεό και βασίζεσαι σ’ Αυτόν, αν κάνεις αυτοκριτική και προσπαθείς να φτάσεις στην αυτογνωσία όσες διώξεις και όσα δεινά και αν αντιμετωπίζεις, αν επιδιώκεις ενεργά την αλήθεια για να λύσεις τα προβλήματα που εντοπίζεις και αν είσαι σε θέση να κάνεις το καθήκον σου με τρόπο που ανταποκρίνεται στα πρότυπα, τότε θα μπορείς να μείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Αν οι άνθρωποι αγαπούν την αλήθεια, όλες αυτές οι εκδηλώσεις τούς έρχονται με φυσικό τρόπο. Προκύπτουν εκούσια, με χαρά και χωρίς εξαναγκασμό, χωρίς να συνοδεύονται από επιπλέον προϋποθέσεις. Αν οι άνθρωποι μπορούν να ακολουθήσουν τον Θεό μ’ αυτόν τον τρόπο, στο τέλος θα κερδίσουν την αλήθεια και ζωή, θα εισέλθουν στην αλήθεια-πραγματικότητα και θα βιώσουν την εικόνα του ανθρώπου. […] Για όποιον λόγο κι αν πιστεύεις στον Θεό, Εκείνος θα καθορίσει τελικά την έκβασή σου με βάση το αν έχεις κερδίσει την αλήθεια. Αν δεν έχεις κερδίσει την αλήθεια, τότε δεν θα περνάει καμία απ’ τις αιτιολογήσεις ή τις δικαιολογίες που θα προβάλεις. Ας ισχυριστείς ό,τι θέλεις· ας κάνεις και τούμπες αν θες —νομίζεις ότι θα νοιαστεί ο Θεός; Θα συνομιλήσει μαζί σου; Θα κάνει διάλογο και θα συζητήσει μαζί σου; Θα σε συμβουλευτεί; Ποια είναι η απάντηση; Όχι. Σε καμία περίπτωση. Όσο ισχυρά επιχειρήματα κι αν προβάλεις, δεν πρόκειται να σταθούν. Δεν πρέπει να παρανοείς τις προθέσεις του Θεού και να νομίζεις ότι, αν προβάλλεις ένα σωρό λόγους και δικαιολογίες, τότε δεν θα χρειάζεται να επιδιώκεις την αλήθεια. Ο Θεός θέλει να μπορείς να αναζητάς την αλήθεια σε όλα τα περιβάλλοντα και σε κάθε ζήτημα που αντιμετωπίζεις, και τελικά να καταφέρεις να εισέλθεις στην αλήθεια-πραγματικότητα και να κερδίσεις την αλήθεια. Όποιες περιστάσεις κι αν έχει διευθετήσει για σένα ο Θεός, όποια άτομα και γεγονότα κι αν συναντάς και σε ό,τι περιβάλλον κι αν βρίσκεσαι, θα πρέπει να προσεύχεσαι στον Θεό και να αναζητάς την αλήθεια για να τα αντιμετωπίζεις. Αυτά ακριβώς είναι τα μαθήματα που πρέπει να πάρεις ως προς την επιδίωξη της αλήθειας. Αν ψάχνεις πάντα να βρεις δικαιολογίες για να ξεφύγεις από αυτές τις συνθήκες, να τις αποφύγεις, να τις αρνηθείς ή να αντισταθείς σ’ αυτές, ο Θεός θα σε εγκαταλείψει. Δεν έχει νόημα να προβάλεις επιχειρήματα ούτε να είσαι αδιάλλακτος ή δύστροπος· αν ο Θεός δεν ασχολείται μαζί σου, θα χάσεις την ευκαιρία σου να σωθείς» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (1)]. Είδα στον λόγο του Θεού ότι η επίλυση μιας διεφθαρμένης διάθεσης και η είσοδος στην πραγματικότητα της αλήθειας δεν είναι δύσκολα πράγματα. Το κλειδί είναι στις επιλογές των ανθρώπων και στο αν αναζητούν και κάνουν πράξη την αλήθεια. Όποια κι αν είναι η κατάσταση, είτε κλάδεμα και αντιμετώπιση είτε αποτυχίες και αναποδιές, οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να κάνουν αυτοκριτική για να γνωρίσουν τον εαυτό τους, καθώς και να αναζητούν ενεργά την αλήθεια. Μόλις κατανοείς κάτι, να το εφαρμόζεις και να ενεργείς σύμφωνα με τις αρχές της αλήθειας. Όταν ενεργείς έτσι, θα δεις ανάπτυξη και αλλαγή. Ωστόσο, όταν σε κλαδεύουν και σε αντιμετωπίζουν, αν πάντα υπεκφεύγεις, αρνείσαι, και βρίσκεις δικαιολογίες, όχι μόνο δε θα αποκτήσεις την αλήθεια, μα θα σε σιχαίνεται και θα σε απορρίψει ο Θεός. Τώρα που το σκέφτομαι ξανά, όταν με κλάδευαν και με αντιμετώπιζαν, απέφευγα να αποδεχτώ, να υπακούσω, να παραδεχτώ με ειλικρίνεια, να συλλογιστώ το πρόβλημά μου ή να αναζητήσω ενεργά την αλήθεια για να επιλύσω τη διεφθαρμένη μου διάθεση. Αντ’ αυτού, οριοθετούσα τον εαυτό μου, γινόμουν αρνητική και αντιτασσόμουν σ’ αυτό. Δεν φερόμουν παράλογα; Αυτή δεν ήταν στάση αποδοχής της αλήθειας! Όταν το αναγνώρισα αυτό, δεν ήθελα να ζω σε αρνητική κατάσταση και να οριοθετώ τον εαυτό μου. Ήθελα να αναζητήσω την αλήθεια για να λύσω τα προβλήματά μου. Άρχισα να συλλογίζομαι και αναρωτήθηκα γιατί ενώ συνήθως μιλούσα πολύ ευχάριστα, όταν με κλάδευαν και με αντιμετώπιζαν, δεν το δεχόμουν και γινόμουν αρνητική και εριστική. Τι διάθεση αποκάλυπτα;
Στην αναζήτησή μου, διάβασα δύο χωρία από τα λόγια του Θεού. «Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να παραδεχτούν ότι είναι διάβολοι, σατανάδες, και απόγονοι του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, και μιλούν πολύ όμορφα για την αυτογνωσία τους. Αλλά όταν αποκαλύπτουν διεφθαρμένη διάθεση και κάποιος τους εκθέτει και τους κλαδεύει, τότε προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να δικαιολογηθούν και δεν αποδέχονται καθόλου την αλήθεια. Τι θέμα υπάρχει εδώ; Όλο αυτό τούς εκθέτει πέρα για πέρα. Όταν κάνουν λόγο για την αυτογνωσία τους, μιλούν πολύ όμορφα· γιατί, λοιπόν, όταν έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα, δεν μπορούν να αποδεχτούν την αλήθεια; Υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ. Δεν είναι πολύ συνηθισμένο αυτό το πράγμα; Είναι εύκολο να το διακρίνει κανείς; Η αλήθεια είναι πως ναι. Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που, όταν μιλούν για την αυτογνωσία τους, παραδέχονται ότι είναι διάβολοι και σατανάδες, όμως μετά ούτε μετανοούν ούτε αλλάζουν. Άρα, είναι αληθινή ή ψεύτικη η αυτογνωσία για την οποία μιλάνε; Έχουν ειλικρινή αυτογνωσία ή πρόκειται απλώς για ένα τέχνασμα που σκοπό έχει να ξεγελάσει τους άλλους; Η απάντηση είναι αυτονόητη. Επομένως, για να διαπιστώσετε αν κάποιος έχει πραγματική αυτογνωσία, δεν αρκεί μόνο να τον ακούσετε να μιλά γι’ αυτό· πρέπει και να εξετάσετε τη στάση που έχει απέναντι στο κλάδεμα, αλλά και το αν μπορεί να αποδεχθεί την αλήθεια. Αυτό είναι το πιο κρίσιμο πράγμα. Όποιος δεν δέχεται να τον κλαδεύουν έχει ως ουσία το να μην αποδέχεται την αλήθεια, να αρνείται να την αποδεχτεί, και η διάθεσή του είναι αποστροφή προς την αλήθεια. Δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς αυτό. Κάποιοι άνθρωποι δεν επιτρέπουν στους άλλους να τους κλαδέψουν, όση διαφθορά κι αν έχουν αποκαλύψει· κανείς δεν επιτρέπεται να τους κλαδέψει. Οι ίδιοι μπορούν να μιλήσουν για την αυτογνωσία τους με όποιον τρόπο τούς ευχαριστεί, αν όμως κάποιος άλλος τους εκθέσει, τους επικρίνει ή τους κλαδέψει, τότε όσο αντικειμενικά και όσο σύμφωνα με τα γεγονότα κι αν το κάνει, εκείνοι δεν το αποδέχονται. Όποια εκδήλωση διεφθαρμένης διάθεσης κι αν φανερώσει κάποιος σ’ αυτούς, είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικοί και συνεχίζουν να παρουσιάζουν ευλογοφανείς δικαιολογίες για τον εαυτό τους, χωρίς ίχνος αληθινής υποταγής. Αν οι άνθρωποι αυτοί δεν επιδιώξουν την αλήθεια, θα υπάρξουν προβλήματα» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (1)]. «Η κύρια εκδήλωση της αποστροφής απέναντι στην αλήθεια δεν είναι μόνο η απέχθεια που νιώθει κάποιος όταν ακούει την αλήθεια. Είναι, επίσης, απρόθυμος να κάνει πράξη την αλήθεια και όταν έρχεται η ώρα να την κάνει πράξη, κάνει πίσω, λες και δεν τον αφορά καθόλου. Όταν κάποιοι άνθρωποι συναναστρέφονται στις συναθροίσεις, μοιάζουν να είναι μες τη ζωντάνια, τους αρέσει να επαναλαμβάνουν λόγια και δόγματα και να κάνουν μεγαλόστομες δηλώσεις για να παραπλανήσουν τους άλλους και να τους πάρουν με το μέρος τους. Όσο το κάνουν αυτό, μοιάζουν να σφύζουν από ενέργεια, να είναι πολύ κεφάτοι, και συνεχίζουν να μιλούν ακατάπαυστα. Στο μεταξύ, κάποιοι άλλοι, όλη την ημέρα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, είναι απασχολημένοι με θέματα πίστης, διαβάζουν τα λόγια του Θεού, προσεύχονται, ακούνε ύμνους, κρατούν σημειώσεις, λες και δεν μπορούν να μείνουν ούτε λεπτό μακριά από τον Θεό. Από το πρωί ως το βράδυ, είναι απασχολημένοι με την εκτέλεση του καθήκοντός τους. Αγαπούν πραγματικά την αλήθεια αυτοί οι άνθρωποι; Δεν έχουν τη διάθεση της αποστροφής απέναντι στην αλήθεια; Πότε μπορεί κανείς να δει την πραγματική τους κατάσταση; (Όταν έρχεται η ώρα να κάνουν πράξη την αλήθεια, το βάζουν στα πόδια, και δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχτούν το κλάδεμα.) Μήπως είναι απρόθυμοι να αποδεχτούν την αλήθεια επειδή δεν καταλαβαίνουν αυτό που ακούνε ή επειδή δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια; Δεν ισχύει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Τους κυβερνά η φύση τους. Αυτό είναι πρόβλημα διάθεσης. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν πολύ καλά μέσα τους ότι τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια, ότι είναι θετικά πράγματα, και ότι η άσκηση της αλήθειας μπορεί να επιφέρει αλλαγές στη διάθεση των ανθρώπων και να τους βοηθήσει να ικανοποιήσουν τις προθέσεις του Θεού. Παρ’ όλα αυτά, δεν τα αποδέχονται ούτε τα κάνουν πράξη. Αυτό σημαίνει ότι αποστρέφονται την αλήθεια» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο η γνώση των έξι ειδών διεφθαρμένων διαθέσεων συνεπάγεται αληθινή αυτογνωσία). Από τον λόγο του Θεού, διαπίστωσα ότι οι άνθρωποι έχουν μια διάθεση που τους κάνει να βαριούνται την αλήθεια, και σ’ αυτήν την περίπτωση, εκδηλώνουν μια άρνηση να αποδεχθούν την αλήθεια, μια άρνηση να κλαδευτούν ή να αντιμετωπιστούν και μια άρνηση να κάνουν πράξη την αλήθεια. Έκανα μια αυτοκριτική και συνειδητοποίησα πως ενώ έτρωγα και έπινα τα λόγια του Θεού και εκτελούσα το καθήκον μου καθημερινά και κατά τη διάρκεια των συναθροίσεων, μπορούσα να παραδεχθώ ότι είχα διεφθαρμένες διαθέσεις σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, ότι ανήκα στον Σατανά, ότι ήμουν παιδί του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, και ούτω καθεξής. Προς τα έξω, έδειχνα να αποδέχομαι την αλήθεια, αλλά όταν με κλάδεψαν και με αντιμετώπισαν για την αμέλεια του καθήκοντός μου, προσπάθησα να δικαιολογηθώ, μετατόπισα την ευθύνη και δεν παραδέχθηκα τη δική μου διαφθορά. Συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν κάποια που αποδέχεται και κάνει πράξη την αλήθεια ούτε στο ελάχιστο, και ότι εξέθετα τη σατανική διάθεση του να βαριέμαι την αλήθεια σε όλα. Ήξερα ότι ως ποτίστρια, η ελάχιστη απαίτηση είναι η υπευθυνότητα και η υπομονή. Οι νεοφώτιστοι ακόμα δεν έχουν ριζώσει στην αληθινή οδό και είναι σαν νεογέννητα μωρά, πολύ εύθραυστοι στη ζωή. Αν δεν έρχονται στις συναθροίσεις, πρέπει να διερευνούμε τις καταστάσεις τους και να βρίσκουμε έναν τρόπο να τους ποτίσουμε και να τους υποστηρίξουμε γρήγορα. Καταλάβαινα αυτές τις αρχές, αλλά όταν ήρθε η ώρα να τις κάνω πράξη, να υποφέρω και να πληρώσω το τίμημα, δεν ήθελα να το κάνω. Γνώριζα καλά την αλήθεια αλλά δεν την ασκούσα. Εκτός από λίγες φορές που χαιρέτησα αυτήν τη νεοφώτιστη, δεν πρόσφερα πότισμα ή υποστήριξη. Όταν ανακάλυψα ότι δεν πήγαινε τακτικά στις συναθροίσεις, δεν αγχώθηκα, ούτε σκέφτηκα πώς να επικοινωνήσω γρήγορα μαζί της, ούτε να κατανοήσω τα προβλήματα και τις δυσκολίες της. Υπήρξα αμελής και ανεύθυνη, και αυτό την έκανε να εγκαταλείψει την εκκλησία. Ακόμα και τότε, δεν έκανα αυτοκριτική. Όταν η επόπτρια επεσήμανε τα προβλήματά μου, έκανα ό,τι μπορούσα για να βρω δικαιολογίες για την αμέλειά μου, ελπίζοντας να ρίξω το φταίξιμο στην επικεφαλής της ομάδας και στον ιεροκήρυκα του ευαγγελίου. Ήταν αυτή στάση αποδοχής της αλήθειας και υπακοής σ’ αυτήν; Το μόνο που εξέθεσα ήταν η διάθεση του να βαριέμαι την αλήθεια!
Συνέχισα να αναζητώ την αλήθεια και διάβασα ένα ακόμη χωρίο από τον λόγο του Θεού: «Ανεξάρτητα από τις περιστάσεις που προκαλούν το κλάδεμα κάποιου, ποια είναι η πιο κρίσιμη στάση που πρέπει να έχεις απέναντι σ’ αυτό; Πρώτον, πρέπει να το αποδέχεσαι, ανεξάρτητα από το ποιος σε κλαδεύει, απ’ τον λόγο, απ’ το αν σου φαίνεται σκληρό, και ανεξάρτητα από το ύφος και τη διατύπωση, οφείλεις να το αποδεχτείς. Στη συνέχεια, θα πρέπει να αναγνωρίσεις τι έκανες λάθος, ποια διεφθαρμένη διάθεση αποκάλυψες και αν ενήργησες σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές. Πρώτον και κύριον, αυτή είναι η στάση που οφείλεις να έχεις. Και διαθέτουν οι αντίχριστοι μια τέτοια στάση; Όχι· από την αρχή ως το τέλος, η στάση που αποπνέουν είναι μια στάση αντίστασης και απέχθειας. Με μια τέτοια στάση, μπορούν να γαληνέψουν ενώπιον του Θεού και να δεχτούν με σεμνότητα το κλάδεμά τους; Όχι, δεν μπορούν. Τι κάνουν, λοιπόν, τότε; Πρώτα απ’ όλα, επιχειρηματολογούν σθεναρά και προβάλλουν δικαιολογίες, αμυνόμενοι και υποστηρίζοντας ότι δεν έχουν κάνει τα λάθη που έχουν κάνει και δεν έχουν αποκαλύψει τη διεφθαρμένη διάθεση που έχουν αποκαλύψει, με την ελπίδα να κερδίσουν την κατανόηση και τη συγχώρεση των ανθρώπων, ώστε να μη χρειάζεται να αναλάβουν καμία ευθύνη ούτε να δεχτούν λόγια κλαδέματος. Ποια είναι η στάση που επιδεικνύουν όταν έρχονται ενώπιον του κλαδέματος; “Δεν έχω αμαρτήσει. Δεν έχω κάνει τίποτα κακό. Εάν έκανα κάποιο λάθος, υπήρχε λόγος για αυτό. Εάν έκανα κάποιο λάθος, δεν το έκανα επίτηδες, δεν θα πρέπει να αναγκαστώ να αναλάβω την ευθύνη για αυτό. Ποιος δεν κάνει λίγα λάθη;” Αρπάζονται από αυτές τις δηλώσεις και τις φράσεις, όμως δεν αναζητούν την αλήθεια ούτε αναγνωρίζουν τα λάθη που έχουν κάνει ή τις διεφθαρμένες διαθέσεις που έχουν αποκαλύψει —και σίγουρα δεν παραδέχονται ποια ήταν η πρόθεση κι ο στόχος τους όταν έκαναν το κακό. […] Όσο κι αν τα γεγονότα φέρνουν στο φως τη διεφθαρμένη του διάθεση, εκείνος δεν το αναγνωρίζει ούτε το αποδέχεται, αλλά συνεχίζει την απείθεια και την αντίστασή του. Ό,τι κι αν λένε οι άλλοι, δεν το αποδέχεται ούτε το αναγνωρίζει, μα σκέφτεται: “Για να δούμε ποιος μιλάει πιο ωραία· για να δούμε ποιος είναι καλύτερος στα λόγια”. Αυτό είναι ένα είδος στάσης με το οποίο μεταχειρίζονται οι αντίχριστοι το κλάδεμα» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος όγδοο)]. Από ό,τι αποκάλυψε ο λόγος του Θεού, διαπίστωσα ότι, όταν οι κανονικοί άνθρωποι κλαδεύονται και αντιμετωπίζονται, είναι σε θέση να το λάβουν αυτό από τον Θεό, να αποδεχτούν και να υπακούσουν, να κάνουν αυτοκριτική, και να επιτύχουν πραγματική μετάνοια και αλλαγή. Ακόμα κι αν δεν μπορούν να το δεχτούν εκείνη τη στιγμή, στη συνέχεια, με συνεχή αναζήτηση και αναστοχασμό, μπορούν να διδαχθούν από το κλάδεμα και την αντιμετώπισή τους. Μα ένας αντίχριστος βαριέται και αποστρέφεται την αλήθεια από τη φύση του. Όταν κλαδεύεται και αντιμετωπίζεται, ποτέ δεν κάνει αυτοκριτική. Εμφανίζει μόνο μια στάση αντίστασης, απόρριψης και μίσους. Αναλογιζόμενη τη συμπεριφορά μου, υπήρξα ξεκάθαρα αμελής και δεν υποστήριξα τη νεοφώτιστη εγκαίρως, και έτσι αυτή αποχώρησε από την εκκλησία. Αυτό ήταν ήδη μια παράβαση. Οποιοσδήποτε με την ελάχιστη συνείδηση ή λογική θα ένιωθε δυστυχής και ένοχος, και θα στοχαζόταν τα δικά του προβλήματα, και δεν θα έλεγε τίποτα περισσότερο σχετικά με το ζήτημα. Εγώ, πάλι, όχι μόνο δεν ένιωθα υπόχρεη, αλλά δεν παραδεχόμουν και τα προβλήματά μου. Το γεγονός ενώπιόν μου ήταν τόσο προφανές αλλά εγώ, εν γνώσει μου, εξακολουθούσα να αποφεύγω την ευθύνη, λέγοντας αρχικά ότι η νεοφώτιστη δεν μου απαντούσε, και μετά ότι η επικεφαλής της ομάδας ήταν ανεύθυνη, και τέλος, έριξα το φταίξιμο στον ιεροκήρυκα του ευαγγελίου, ελπίζοντας να απαλλαγώ από κάθε ευθύνη και να με κατανοήσει η επόπτρια. Αφού ήρθα αντιμέτωπη με όσα αποκάλυψε ο Θεός και αφού με κλάδεψαν και με αντιμετώπισαν, εγώ δεν έκανα καθόλου αυτοκριτική. Αντ’ αυτού, αντιστάθηκα, έφερα αντιρρήσεις και βρήκα διάφορες προφάσεις για να δικαιολογήσω και να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, επειδή δεν ήθελα να αναλάβω την ευθύνη. Είχα έτσι την παραμικρή ανθρώπινη φύση ή λογική; Είδα ότι αυτό που εξέθεσα ήταν διαθέσεις πείσματος και βαρεμάρας για την αλήθεια. Δεν είχα φόβο Θεού. Κατάλαβα ότι ενώ πίστευα στον Θεό τόσα χρόνια, η διάθεσή μου δεν είχε αλλάξει καθόλου, και ήμουν δυστυχισμένη.
Αργότερα, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού που μου έδωσε περισσότερη γνώση σχετικά με το πρόβλημα του ότι δεν δεχόμουν την αντιμετώπιση και το κλάδεμα. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Η αρχέτυπη στάση των αντίχριστων απέναντι στην αντιμετώπιση και το κλάδεμα είναι η σθεναρή άρνησή τους για αποδοχή και παραδοχή τους. Ανεξάρτητα από το πόσο κακό κάνουν ή πόση βλάβη προξενούν στο έργο του οίκου του Θεού και στην είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή, δεν αισθάνονται την παραμικρή μεταμέλεια ούτε ότι οφείλουν το οτιδήποτε. Από αυτή την άποψη, διαθέτουν οι αντίχριστοι ανθρώπινη φύση; Σίγουρα όχι. Προκαλούν κάθε είδους ζημιά στον εκλεκτό λαό του Θεού και φέρνουν τέτοιο κακό στο έργο της εκκλησίας —ο εκλεκτός λαός του Θεού μπορεί να το δει αυτό ξεκάθαρα και μπορεί να δει τη διαδοχή των πονηρών έργων των αντίχριστων. Και όμως οι αντίχριστοι δεν αποδέχονται ούτε αναγνωρίζουν αυτό το γεγονός· αρνούνται πεισματικά να παραδεχτούν ότι σφάλλουν ή ότι είναι υπεύθυνοι. Δεν είναι αυτό μια ένδειξη ότι έχουν σιχαθεί την αλήθεια; Σε τέτοιο βαθμό έχουν σιχαθεί την αλήθεια οι αντίχριστοι. Όση αχρειότητα κι αν διαπράξουν, αρνούνται να την παραδεχτούν και παραμένουν ανυποχώρητοι μέχρι τέλους. Αυτό αποδεικνύει ότι οι αντίχριστοι δεν παίρνουν ποτέ στα σοβαρά το έργο του οίκου του Θεού ούτε αποδέχονται ποτέ την αλήθεια. Δεν έχουν φτάσει σε σημείο να πιστεύουν στον Θεό· είναι υποχείρια του Σατανά, τα οποία ήρθαν για να αναστατώσουν και να διαταράξουν το έργο του οίκου του Θεού. Στις καρδιές των αντίχριστων υπάρχει μόνο η φήμη και η κοινωνική θέση. Πιστεύουν ότι αν αναγνώριζαν το σφάλμα τους, τότε θα έπρεπε να αναλάβουν την ευθύνη και τότε η κοινωνική θέση και η φήμη τους θα υπονομεύονταν σοβαρά. Ως εκ τούτου, αντιστέκονται με τη στάση του τύπου “αρνήσου μέχρι να πεθάνεις”. Ανεξάρτητα από τις αποκαλύψεις ή την ανάλυση που κάνουν οι άνθρωποι, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να τις αρνηθούν. Είτε η άρνησή τους είναι εσκεμμένη είτε όχι, εν ολίγοις, αυτό, από μια άποψη, εκθέτει τη φύση και την ουσία των αντίχριστων που έχουν σιχαθεί και μισούν την αλήθεια. Από μια άλλη άποψη, δείχνει πόσο πολύ οι αντίχριστοι εκτιμούν τη δική τους κοινωνική θέση, τη φήμη και τα συμφέροντά τους. Εν τω μεταξύ, ποια είναι η στάση τους απέναντι στο έργο και τα συμφέροντα της εκκλησίας; Είναι μια στάση περιφρόνησης και άρνησης ευθυνών. Στερούνται κάθε συνείδησης και λογικής. Δεν καταδεικνύει αυτά τα ζητήματα η αποφυγή ευθυνών των αντίχριστων;» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος τρίτο)]. Από τον λόγο του Θεού, αντιλήφθηκα ότι οι αντίχριστοι δεν δέχονται να αντιμετωπιστούν ή να κλαδευτούν επειδή από τη φύση τους βαριούνται και αποστρέφονται την αλήθεια, και επίσης επειδή εκτιμούν ιδιαίτερα τα δικά τους συμφέροντα. Μόλις κάτι θίξει και πλήξει τη φήμη ή το κύρος τους, κάνουν ό,τι μπορούν για να δικαιολογηθούν και να βρουν προφάσεις ώστε να μετατοπίσουν την ευθύνη. Ακόμα και όταν οι πράξεις τους βλάπτουν τα συμφέροντα της εκκλησίας ή την πνευματική ζωή των αδελφών, δεν νιώθουν αποδοκιμασία ή τύψεις. Αν τους πιάσουν να κάνουν αυτά τα πράγματα, αρνούνται πεισματικά να το παραδεχτούν από φόβο ότι η αποδοχή της ευθύνης θα βλάψει τη φήμη και το κύρος τους. Αντιλήφθηκα ότι οι αντίχριστοι είναι ιδιαίτερα εγωιστές και ποταποί, δεν έχουν ανθρώπινη φύση, και στην ουσία είναι διάβολοι. Όταν είδα τη λέξη «διάβολος», ένιωσα απαίσια, επειδή η συμπεριφορά μου και οι διαθέσεις που εξέθετα ήταν ίδιες με αυτές ενός αντίχριστου. Σαφώς και είχα κάνει λάθος και είχα βλάψει το έργο της εκκλησίας, αλλά εξακολουθούσα να μην το παραδέχομαι. Όταν με κλάδευαν και με αντιμετώπιζαν, έβρισκα δικαιολογίες και προσπαθούσα να μετατοπίσω την ευθύνη. Δεν είναι και τόσο ομαλή διαδικασία η αποδοχή του ευαγγελίου από τους νέους πιστούς —απαιτεί από αρκετά άτομα να πληρώσουν τίμημα, και να παράσχουν πότισμα και τροφή για να τους φέρουν ενώπιον του Θεού. Ο Θεός είναι ιδιαίτερα υπεύθυνος για όλους. Από τα εκατό πρόβατα, αν χάσει μόνο ένα, θα αφήσει τα ενενήντα εννέα για να βρει το χαμένο Του πρόβατο, και αγαπά βαθύτατα τη ζωή κάθε ανθρώπου. Αλλά όταν είχα αναλάβει την ευθύνη του ποτίσματος των νεοφώτιστων, το αντιμετώπισα επιπόλαια. Όταν είδα ότι η νεοφώτιστη δεν παρευρισκόταν στις συναθροίσεις, δεν ανησύχησα ούτε νοιάστηκα. Μερικές φορές αναγκάστηκα τυπικά να ρωτήσω, και όταν ήταν να το ψάξω περισσότερο με την επικεφαλής της ομάδας, επέδειξα αμέλεια και ανευθυνότητα. Όταν είδα ότι δεν μου απάντησε αρκετές φορές, δεν έσπευσα να ρωτήσω γιατί, και ούτε διερεύνησα το αν είχε προβλήματα ή δυσκολίες. Φέρθηκα στη νεοφώτιστη επιπόλαια και ανεύθυνα και δεν πήρα τη ζωή της καθόλου στα σοβαρά. Αλλά ακόμα και τότε, δεν ένιωσα τύψεις ή ενοχές, και δεν προσπάθησα να διορθώσω την κατάσταση. Όταν η επόπτρια επεσήμανε ότι επέδειξα αμέλεια και ανευθυνότητα, έβαλα τα δυνατά μου να την αντικρούσω και να δικαιολογηθώ, και έψαξα προφάσεις για να αποφύγω την ευθύνη, γιατί φοβόμουν ότι αν αναλάμβανα την ευθύνη και παραδεχόμουν τα προβλήματά μου, θα έδινα κακή εντύπωση στην επόπτρια και θα με απέλυαν. Σε όλη αυτήν την ιστορία, ποτέ δεν σκέφτηκα το έργο της εκκλησίας, και ποτέ δεν σκέφτηκα αν η ζωή των νεοφώτιστων θα υφίστατο απώλειες. Το μόνο που σκέφτηκα ήταν αν θα θιγούν τα δικά μου συμφέροντα, και αν θα διατηρούσα την εικόνα και το κύρος μου. Ήμουν πολύ εγωίστρια και ποταπή, και προστάτευα μόνο τα δικά μου συμφέροντα. Πραγματικά δεν είχα καθόλου ανθρώπινη φύση, και ο Θεός με απεχθανόταν. Έπειτα, προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα, λέγοντας: «Θεέ μου, υπήρξα αμελής στο καθήκον μου, προκάλεσα τρομερές συνέπειες και δεν το παραδέχτηκα. Δεν έλαβα υπόψη την είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή, παρά μόνο τη φήμη και το κύρος μου. Πραγματικά δεν έχω ανθρώπινη φύση! Θεέ μου, θέλω να μετανοήσω».
Μετά, διάβασα κι άλλα λόγια του Θεού και βρήκα ένα μονοπάτι άσκησης. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Δεν είναι δύσκολο να αποκτήσει κανείς την αλήθεια ούτε να εισέλθει στην αλήθεια-πραγματικότητα· αν, όμως, οι άνθρωποι αποστρέφονται διαρκώς την αλήθεια, μπορούν να την αποκτήσουν; Δεν μπορούν. Άρα, πρέπει να προσέρχεσαι διαρκώς ενώπιον του Θεού, να εξετάζεις τις εσωτερικές σου καταστάσεις κατά τις οποίες αποστρέφεσαι την αλήθεια, να βλέπεις πώς εκδηλώνεις το ότι αποστρέφεσαι την αλήθεια και σε ποιες ενέργειές σου αποστρέφεσαι την αλήθεια και σε ποια πράγματα έχεις στάση ανθρώπου που αποστρέφεται την αλήθεια. Όλα αυτά τα θέματα πρέπει να τα εξετάζεις συχνά» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). «Αν θέλεις να ακολουθήσεις τον Θεό και να εκτελέσεις καλά το καθήκον σου, πρέπει πρώτα να αποφύγεις να είσαι παρορμητικός όταν τα πράγματα δεν πάνε όπως θέλεις. Να ηρεμήσεις πρώτα και να γαληνέψεις ενώπιον του Θεού, και μέσα στην καρδιά σου να προσευχηθείς σ’ Αυτόν και να αναζητήσεις απ’ Αυτόν. Μην είσαι ξεροκέφαλος· πρώτα υποτάξου. Μόνο με τέτοια νοοτροπία μπορείς να φέρεις καλύτερες λύσεις στα προβλήματα. Αν μπορείς να επιμείνεις να ζεις ενώπιον του Θεού, και ό,τι κι αν σου συμβεί, είσαι σε θέση να προσευχηθείς σ’ Αυτόν και να αναζητήσεις απ’ Αυτόν, και να το αντιμετωπίσεις με νοοτροπία υποταγής, τότε δεν έχει σημασία πόσες αποκαλύψεις της διεφθαρμένης διάθεσής σου υπάρχουν ούτε πόσες παραβάσεις έχεις κάνει στο παρελθόν —εφόσον αναζητάς την αλήθεια, αυτά μπορούν να επιλυθούν. Όποιες δοκιμασίες κι αν σε βρουν, θα είσαι σε θέση να παραμείνεις σταθερός. Εφόσον έχεις τη σωστή νοοτροπία, και είσαι σε θέση να αποδεχτείς την αλήθεια και να υποταχθείς στον Θεό σύμφωνα με τις απαιτήσεις Του, τότε είσαι απόλυτα ικανός να κάνεις πράξη την αλήθεια. Παρόλο που μπορεί να είσαι λίγο επαναστατικός και να αντιστέκεσαι κατά καιρούς, και μερικές φορές να παρουσιάζεις αμυντικά επιχειρήματα και να μην είσαι σε θέση να υποταχθείς, αν μπορείς να προσευχηθείς στον Θεό και να αντιστρέψεις την επαναστατική σου κατάσταση, τότε μπορείς να δεχτείς την αλήθεια. Αφού το κάνεις αυτό, αναλογίσου γιατί προέκυψε μέσα σου τέτοια επαναστατικότητα και αντίσταση. Βρες την αιτία, έπειτα αναζήτησε την αλήθεια για να την επιλύσεις, και μπορεί να εξαγνιστεί αυτή η πτυχή της διεφθαρμένης διάθεσής σου. Μετά από αρκετές ανακάμψεις από τέτοιου είδους παραπατήματα και πτώσεις, μέχρι να μπορέσεις να κάνεις πράξη την αλήθεια, θα αποβληθεί σταδιακά η διεφθαρμένη διάθεσή σου. Και τότε, η αλήθεια θα βασιλεύει μέσα σου και θα γίνει η ζωή σου, και δεν θα υπάρχουν περαιτέρω εμπόδια στο να κάνεις πράξη την αλήθεια. Θα μπορέσεις να υποταχθείς πραγματικά στον Θεό, και θα βιώσεις την αλήθεια-πραγματικότητα» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Από τον λόγο του Θεού, κατάλαβα ότι για να επιλύσω τη διάθεση που με κάνει να βαριέμαι την αλήθεια, πρέπει να κάνω συχνά αυτοκριτική, και να εξετάζω εάν οι δηλώσεις, οι πρακτικές, οι προθέσεις, οι στάσεις και οι απόψεις μου δείχνουν ότι έχω βαρεθεί την αλήθεια. Όταν συμβαίνει κάτι, ακόμα και αν δεν είναι σύμφωνο με αυτό που θέλω, πρέπει πρώτα να ηρεμώ και να μην αντιστέκομαι. Αν δεν μπορώ να δεχτώ αυτά που λένε οι άλλοι και προσπαθώ να βρω λόγους για να δικαιολογηθώ, πρέπει να προσέρχομαι ενώπιον του Θεού, να προσεύχομαι και να αναζητώ την αλήθεια περισσότερο, να μελετώ τον λόγο του Θεού και με βάση αυτόν να κάνω αυτοκριτική, ή να αναζητώ τη συναναστροφή με αδελφούς και αδελφές που κατανοούν την αλήθεια. Έτσι, σταδιακά θα αποδεχτώ την αλήθεια και θα εισέλθω στις πραγματικότητές της, και μόνο τότε, σιγά-σιγά, θα είμαι σε θέση να αποβάλλω τη διεφθαρμένη διάθεσή μου. Μόλις κατάλαβα το μονοπάτι της άσκησης, αποφάσισα να αλλάξω.
Γνωρίζοντας ότι η μη έγκαιρη διερεύνηση της κατάστασης αυτής της νεοφώτιστης ήταν ήδη παράβαση, έσπευσα να αλλάξω τακτική. Έλεγξα μην τυχόν δεν είχα ποτίσει σωστά κάποιον από τους νεοφώτιστους για τους οποίους ήμουν υπεύθυνη. Καθώς μιλούσα με μια νεοφώτιστη, πρόσεξα ότι δεν καταλάβαινε καλά την αλήθεια σχετικά με την επιστροφή του Κυρίου και τα τρία στάδια του έργου του Θεού. Ρώτησα την επικεφαλής μου αν χρειάζεται συναναστροφή με ιεροκήρυκα του ευαγγελίου, αλλά εκείνη μου είπε να συναναστραφώ εγώ μαζί της. Αν και γνώριζα ότι η ταχεία επίλυση προβλημάτων των νεοφώτιστων ήταν δική μου ευθύνη, ήμουν ακόμα πολύ απρόθυμη. Ήθελα να διαφωνήσω, και δεν ήθελα να υπακούσω. Ένιωσα ότι αυτό είχε συμβεί επειδή ο ιεροκήρυκας του ευαγγελίου δεν είχε συναναστραφεί με σαφήνεια, οπότε γιατί να είμαι εγώ υπεύθυνη γι’ αυτό; Με τόσους νεοφώτιστους, δεν είχα αρκετό χρόνο, άρα θα έπρεπε να συναναστραφεί μαζί της ο ιεροκήρυκας του ευαγγελίου. Μετά κατάλαβα ότι η κατάστασή μου ήταν λανθασμένη. Στην πραγματικότητα, αυτό που είπε η επικεφαλής μου ήταν σωστό. Η πρόταση ήταν σωστή, άρα γιατί δεν την αποδεχόμουν; Γιατί έφερνα ακόμα τόσες αντιρρήσεις; Γιατί δεν μπορούσα να υπακούσω; Έτσι, προσευχήθηκα στο Θεό, ζητώντας Του να με καθοδηγήσει στην υποταγή, να αγνοήσω τα σαρκικά μου συμφέροντα και να αναλάβω ευθύνη για τη ζωή της νεοφώτιστης. Σκέφτηκα ότι η ικανότητα του καθενός ως προς το πώς λαμβάνουν τα πράγματα είναι διαφορετική. Κάποιοι ακούν τη συναναστροφή ενός ιεροκήρυκα του ευαγγελίου και την κατανοούν εκείνη τη στιγμή, αλλά σε κάποιες άλλες πτυχές αργότερα έχουν απορίες. Τότε έρχονται οι ποτιστές να συναναστραφούν και να καλύψουν τα κενά. Πρόκειται για αρμονική συνεργασία. Ως ποτίστρια, πρέπει να επιλύω τα όποια προβλήματα συναντώ. Δεν θα πρέπει να είμαι επιλεκτική, να αναλαμβάνω τα εύκολα και να αφήνω τα δύσκολα προβλήματα στους άλλους, και δεν θα πρέπει να αποφεύγω με κάθε τρόπο τους μπελάδες για την άνεσή μου. Δεν θα πρέπει να επιμένω σε συγκεκριμένες συνθήκες ή να βρίσκω δικαιολογίες στο καθήκον μου. Αν μου αναθέσουν έναν νεοφώτιστο, είναι δική μου ευθύνη να τον ποτίζω σωστά, διασφαλίζοντας ότι θα καταλάβει την αλήθεια και θα μπουν τα θεμέλια για την αληθινή οδό. Αυτό είναι το καθήκον μου. Αυτή είναι πραγματική άσκηση της αλήθειας και αληθινή αλλαγή. Όταν το σκέφτηκα αυτό, η καρδιά μου άρχισε να φωτίζεται. Έσπευσα να βρω αυτήν τη νεοφώτιστη για να συναναστραφώ μαζί της πάνω στο πρόβλημά της. Με αυτήν την άσκηση, όχι μόνο δεν ένιωθα αντίσταση, αλλά χαιρόμουν και αρκετά. Κατάλαβα ότι η άσκηση της αλήθειας δεν είναι απλώς εξωτερική πράξη. Αντιθέτως, είναι να αποδεχόμαστε εγκάρδια τα λόγια του Θεού και να κάνουμε πράξη τις αρχές της αλήθειας, και να βλέπουμε ανθρώπους και θέματα, να ενεργούμε και να φερόμαστε χρησιμοποιώντας ως κριτήριο τον λόγο Του. Έτσι, οι εσφαλμένες προθέσεις και απόψεις μας, και οι διεφθαρμένες διαθέσεις μας ασύνειδα θα αντικατασταθούν από τον λόγο του Θεού και την αλήθεια.
Μετά από αυτήν την εμπειρία, κατανόησα κάπως τη σατανική μου διάθεση που με κάνει να είμαι πεισματάρα και να βαριέμαι την αλήθεια. Είδα, επίσης, τη σημασία του να αναζητά κανείς την αλήθεια και να ενεργεί σύμφωνα με τις αρχές σε όλα τα πράγματα. Αυτό ήταν εξ ολοκλήρου ο καρπός της ανάγνωσης των λόγων του Θεού. Δόξα τω Θεώ!