Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (18)

Πριν λίγες μέρες, έγινε ένα σοβαρό περιστατικό όπου αντίχριστοι αναστάτωναν το έργο της διάδοσης του ευαγγελίου. Το έχετε μάθει όλοι; (Ναι.) Μετά από το συμβάν, άρχισε να πραγματοποιείται μια αναδιάρθρωση του ευαγγελικού έργου του οίκου του Θεού και ξεκίνησαν κάποιες μετατάξεις και μεταθέσεις, ενώ έγιναν και κάποιες προσαρμογές σε κάποια ζητήματα που αφορούν το έργο, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Συνέβη ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός στον οίκο του Θεού και γύρω σας εμφανίστηκαν αντίχριστοι· πήρατε κανένα μάθημα από αυτό το τόσο σημαντικό γεγονός που αντιμετωπίσατε; Αναζητήσατε την αλήθεια; Διακρίνατε την ουσία μερικών προβλημάτων, αντλήσετε κανένα δίδαγμα από ένα τόσο μεγάλο γεγονός; Οι περισσότεροι άνθρωποι, όταν κάτι συμβαίνει, παίρνουν επιφανειακά μόνο κάποια μαθήματα και καταλαβαίνουν κάποια δόγματα, αλλά χωρίς να ερευνούν την ουσία του ζητήματος και χωρίς να μαθαίνουν πώς να βλέπουν τους ανθρώπους και τα πράγματα, αλλά και πώς να συμπεριφέρονται και να πράττουν σύμφωνα με την αλήθεια, έτσι δεν είναι; Κάποιοι άνθρωποι, ό,τι κι αν τους συμβεί, το μόνο που κάνουν είναι να συλλογίζονται με βάση τον δικό τους νου και τους δικούς τους υπολογισμούς. Δεν έχουν καθόλου τις αλήθεια-αρχές, ενώ δεν είναι ούτε σοφοί ούτε έξυπνοι. Ανακεφαλαιώνουν απλώς κάποια μαθήματα και στη συνέχεια παίρνουν μια απόφαση: «Όταν γίνουν πάλι τα ίδια κάποια στιγμή, πρέπει να προσέχω και να έχω τον νου μου τι δεν μπορώ να πω και να κάνω, αλλά και ποιους ανθρώπους πρέπει να αποφεύγω ή να έχω κοντά μου». Δείχνει αυτό ότι έχουν πάρει κάποιο μάθημα και έχουν αποκτήσει κάποια εμπειρία; (Όχι.) Όταν, λοιπόν, γίνονται τέτοια πράγματα, είτε είναι σημαντικά είτε δευτερεύοντα, πώς πρέπει να τα βιώνουν, να τα προσεγγίζουν και να εισέρχονται βαθιά σ’ αυτά οι άνθρωποι ώστε να παίρνουν μαθήματα, να καταλαβαίνουν κάποιες αλήθειες και να μεγαλώνει το ανάστημά τους καθώς αντιμετωπίζουν τέτοια περιβάλλοντα; Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τα συλλογίζονται αυτά, σωστά; (Σωστά.) Αν δεν τα συλλογίζονται αυτά, τότε πρόκειται για ανθρώπους που αναζητούν την αλήθεια; Πρόκειται για ανθρώπους που επιδιώκουν την αλήθεια; (Όχι.) Πιστεύετε ότι εσείς επιδιώκετε την αλήθεια; Πού βασίζεις το ότι δεν επιδιώκεις την αλήθεια; Και πού βασίζεις τη γνώμη που έχεις μερικές φορές ότι είσαι κάποιος που επιδιώκει την αλήθεια; Νομίζεις ότι όταν στο καθήκον σου υποφέρεις λίγο και πληρώνεις κάποιο μικρό τίμημα, και πού και πού ασχολείσαι λίγο πιο σοβαρά με το έργο σου, ή συμβάλλεις λίγο οικονομικά, ή παρατάς την οικογένειά σου, παραιτείσαι από τη δουλειά, αφήνεις τις σπουδές σου και απαρνιέσαι τον γάμο σου για να δαπανήσεις τον εαυτό σου για τον Θεό, ή όταν δεν ακολουθείς τις τάσεις του κόσμου, ή όταν αποφεύγεις όποιον μοχθηρό άνθρωπο συναντάς, και ούτω καθεξής· όταν μπορείτε να κάνετε αυτά τα πράγματα, πιστεύετε ότι επιδιώκετε την αλήθεια και είστε αληθινοί πιστοί; Αυτό δεν νομίζετε; (Ναι.) Και πού τη βασίζετε αυτήν τη γνώμη; Μήπως βασίζεται στα λόγια του Θεού και στην αλήθεια; (Όχι.) Δεν είναι παρά ένας ευσεβής πόθος· βγάζετε απλώς ετυμηγορία από μόνοι σας. Όταν πού και πού ακολουθείς κάποιους κανόνες και ενεργείς όπως πρέπει, και όταν εκδηλώνεις καμιά φορά καλή ανθρώπινη φύση, όταν μπορείς να είσαι υπομονετικός και ανεκτικός, όταν είσαι φαινομενικά ταπεινός, χαμηλών τόνων, σεμνός και δεν είσαι αλαζόνας, και όταν μπορείς να δείξεις στο έργο του οίκου του Θεού κάποια υπεύθυνη και αποφασιστική στάση και νοοτροπία, τότε πιστεύεις ότι έχεις πράγματι επιδιώξει την αλήθεια και ότι είσαι πραγματικά κάποιος που επιδιώκει την αλήθεια. Είναι, όμως, όλα αυτά επιδίωξη της αλήθειας; (Όχι.) Για την ακρίβεια, αυτές οι ενέργειες, οι συμπεριφορές και οι εκδηλώσεις που εμφανίζονται προς τα έξω δεν είναι επιδίωξη της αλήθειας. Τότε γιατί οι άνθρωποι πιστεύουν πάντοτε ότι αυτές οι εκδηλώσεις είναι επιδίωξη της αλήθειας; Γιατί νομίζουν πάντα ότι οι ίδιοι επιδιώκουν την αλήθεια; (Σύμφωνα με τις αντιλήψεις τους, νομίζουν ότι αν προσπαθήσουν και δαπανήσουν λίγο, αυτά είναι εκδηλώσεις ότι επιδιώκουν την αλήθεια. Οπότε, όταν στα καθήκοντά τους πληρώσουν κάποιο τίμημα ή ταλαιπωρηθούν λίγο, τότε νομίζουν ότι είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια. Ποτέ, όμως, δεν έχουν αναζητήσει το τι λέει ο λόγος του Θεού γι’ αυτό το ζήτημα ή το πώς κρίνει ο Θεός αν ένας άνθρωπος επιδιώκει την αλήθεια. Έτσι, ζουν πάντα μέσα στις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους, πιστεύοντας ότι είναι σπουδαίοι.) Οι άνθρωποι δεν εγκαταλείπουν ποτέ τις αντιλήψεις τους, ενώ στο πολύ σοβαρό ζήτημα του καθορισμού του κατά πόσον είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια, βασίζονται πάντα στις δικές τους αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες και στους ευσεβείς πόθους τους. Γιατί το κάνουν αυτό; Επειδή αισθάνονται καθησυχασμένοι όταν σκέφτονται και ενεργούν έτσι, καθώς πιστεύουν ότι δεν είναι απαραίτητο να πληρώσουν κανένα τίμημα για να επιδιώξουν την αλήθεια και ότι μπορούν τελικά να εισπράξουν οφέλη και ευλογίες, έτσι δεν είναι; Υπάρχει και ακόμη ένας άλλος λόγος: Ότι οι δήθεν καλές συμπεριφορές των ανθρώπων, όπως το ότι απαρνιούνται πράγματα, ότι υποφέρουν, ότι πληρώνουν τίμημα και ούτω καθεξής, είναι πράγματα που οι ίδιοι μπορούν να καταφέρουν και να επιτύχουν, έτσι δεν είναι; (Σωστά.) Είναι εύκολο να απαρνηθεί κανείς την οικογένεια και τη δουλειά του, αλλά δεν είναι εύκολο να επιδιώξει πραγματικά την αλήθεια, να την κάνει πράξη ή να ενεργήσει με βάση τις αλήθεια-αρχές, δεν είναι εύκολο να τα πετύχουν αυτά οι άνθρωποι. Ακόμα κι αν καταλάβεις ένα μικρό μέρος της αλήθειας, θα δυσκολευτείς πολύ να επαναστατήσεις ενάντια στις ιδέες, τις αντιλήψεις ή τις διεφθαρμένες διαθέσεις σου, ενώ θα δυσκολευτείς πολύ και να τηρήσεις τις αλήθεια-αρχές. Αν είσαι κάποιος που επιδιώκει την αλήθεια, γιατί τόσα χρόνια που πιστεύεις στον Θεό δεν δείχνεις να έχεις σημειώσει κάποια πρόοδο ως προς διάφορες πτυχές της αλήθειας; Είτε έχεις είτε δεν έχεις πληρώσει τίμημα, ό,τι κι αν έχεις απαρνηθεί ή εγκαταλείψει, έχεις πετύχει τα τελικά αποτελέσματα που επιτυγχάνονται από την επιδίωξη και την άσκηση της αλήθειας; Όσες φορές κι αν έχεις πληρώσει τίμημα, όσο κι αν έχεις υποφέρει και όσα πράγματα της σάρκας κι αν έχεις απαρνηθεί, τι πέτυχες τελικά; Έχεις αποκτήσει την αλήθεια; Έχεις κερδίσει τίποτα όσον αφορά την αλήθεια; Έχεις προοδεύσει στην είσοδό σου στη ζωή; Έχεις αλλάξει τις διεφθαρμένες σου διαθέσεις; Έχεις αληθινή υποταγή στον Θεό; Δεν θα μιλήσουμε για το πολύ βαθύ μάθημα ή άσκηση που είναι η υποταγή στον Θεό, αλλά για το πιο απλό πράγμα: Έχεις παρατήσει τα πάντα, έχεις υποφέρει και έχεις πληρώσει πολλές φορές κάποιο τίμημα εδώ και τόσα χρόνια· μπορείς, όμως, να διαφυλάξεις τα συμφέροντα του οίκου του Θεού; Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που οι αντίχριστοι και οι κακοί άνθρωποι κάνουν κακές πράξεις για να αναστατώσουν το έργο της εκκλησίας, εσύ κάνεις τα στραβά μάτια, κι έτσι εξυπηρετείς τα συμφέροντα αυτών των κακών ανθρώπων και προστατεύεις τον εαυτό σου, ή στέκεσαι στο πλευρό του Θεού, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του οίκου Του; Έχεις ασκηθεί σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές; Αν όχι, τότε τα βάσανά σου και το τίμημα που έχεις πληρώσει δεν έχουν καμία διαφορά από την περίπτωση του Παύλου. Τα κάνεις μόνο και μόνο για να ευλογηθείς, οπότε όλα είναι μάταια. Δεν έχει καμία διαφορά από αυτά που έλεγε ο Παύλος για τους αγώνες που είχε δώσει και για τις πορείες που είχε ολοκληρώσει και τελικά για τις ευλογίες και την ανταμοιβή που έπρεπε να λάβει· είναι το ίδιο πράγμα. Βαδίζεις στο μονοπάτι του Παύλου· δεν επιδιώκεις την αλήθεια. Αφού νομίζεις ότι αυτά που έχεις απαρνηθεί, τα όσα έχεις δαπανήσει, τα βάσανα και το τίμημα που έχεις πληρώσει τόσες φορές αποτελούν άσκηση της αλήθειας, τότε πόσες αλήθειες έχεις καταλάβει τόσα χρόνια; Πόσες αλήθεια-πραγματικότητες κατέχεις; Σε πόσα ζητήματα έχεις διαφυλάξει τα συμφέροντα του οίκου του Θεού; Σε πόσα ζητήματα έχεις σταθεί στο μέρος της αλήθειας και του Θεού; Πόσες φορές, επειδή έχεις θεοφοβούμενη καρδιά, κατάφερες να μην κάνεις το κακό και να μην ενεργήσεις σύμφωνα με τη θέλησή σου; Οι άνθρωποι πρέπει να τα καταλάβουν και να τα εξετάσουν όλα αυτά. Αν δεν τα εξετάσουν, τότε όσο πιο πολύ καιρό πιστεύουν στον Θεό, και ιδίως όσο πιο πολύ καιρό εκτελούν ένα καθήκον, τόσο πιο πολύ θα πιστεύουν ότι έχουν συνεισφέρει αρκετά, ότι σίγουρα θα σωθούν και ότι ανήκουν στον Θεό. Αν μια μέρα τούς απαλλάξουν απ’ τα καθήκοντά τους, τους εκθέσουν και τους αποκλείσουν, θα πουν: «Ναι μεν η υπηρεσία που έχω προσφέρει δεν είναι αξιέπαινη, αλλά τουλάχιστον έχω εργαστεί σκληρά, και ακόμη και αν δεν έχω εργαστεί σκληρά, τουλάχιστον έχω κοπιάσει. Εφόσον τόσα χρόνια έχω υποφέρει και έχω πληρώσει τίμημα τόσες φορές, ο οίκος του Θεού δεν θα έπρεπε να με διώξει ή να μου φερθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Δεν θα έπρεπε να με πετάξει έτσι απλά, μετά από τόση δουλειά που έχω κάνει γι’ αυτόν!» Αν είσαι πραγματικά κάποιος που επιδιώκει την αλήθεια, τότε μην τα λες αυτά τα πράγματα. Αν επιδιώκεις την αλήθεια, πόσες φορές έχεις εφαρμόσει αυστηρά και κατά γράμμα τις εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού; Πόσες εργασιακές ρυθμίσεις έχεις εφαρμόσει; Σε πόσες εργασίες σου έχεις επιστρέψει σε δεύτερο χρόνο για να δεις πώς πάνε; Πόσες από αυτές έχεις ελέγξει; Σε ποιον βαθμό έχεις κάνει ό,τι περνάει από το χέρι σου, εντός του πλαισίου των ευθυνών σου και του καθήκοντός σου και όσο σου επιτρέπει το επίπεδό σου, η ικανότητα κατανόησής σου και το πόσο καταλαβαίνεις την αλήθεια; Ποια καθήκοντα έχεις κάνει σωστά; Πόσες καλές πράξεις έχεις ετοιμάσει; Με βάση αυτά τα πρότυπα αξιολογείται το αν επιδιώκει κάποιος την αλήθεια. Αν τα έχεις κάνει μαντάρα σε όλα αυτά και δεν έχεις πετύχει κανένα αποτέλεσμα, αυτό σημαίνει ότι όλα αυτά τα χρόνια υποφέρεις και πληρώνεις ξανά και ξανά τίμημα με την ελπίδα να ευλογηθείς, και ότι δεν κάνεις πράξη την αλήθεια και δεν υποτάσσεσαι στον Θεό· όλα για τον εαυτό σου τα έκανες, για να αποκτήσεις θέση και ευλογίες. Τίποτα απ’ αυτά δεν σημαίνει ότι ακολουθείς την οδό του Θεού. Άρα, τι είναι όλα όσα έχεις κάνει; Το τελικό αποτέλεσμα ανθρώπων σαν κι αυτούς δεν είναι το ίδιο με του Παύλου; (Ναι.) Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που βαδίζουν στο μονοπάτι του Παύλου θα έχουν, εννοείται, ίδιο αποτέλεσμα με του Παύλου. Μη νομίζεις ότι μόνο και μόνο επειδή πιστεύεις στον Θεό και έχεις απαρνηθεί τη δουλειά σου, την οικογένειά σου ή, σε μερικές περιπτώσεις, ακόμη και τα ανήλικα παιδιά σου, έχεις κάνει κάποια αξιέπαινη συνεισφορά. Καμία αξιέπαινη συνεισφορά δεν έχεις κάνει, δεν είσαι παρά ένα απλό δημιούργημα, όλα για την πάρτη σου τα κάνεις και, έτσι κι αλλιώς, είναι όλα πράγματα που είσαι υποχρεωμένος να κάνεις. Αν δεν ήταν να λάβεις ευλογίες, θα μπορούσες να υποφέρεις και να πληρώνεις κάθε φορά τίμημα; Θα μπορούσες να απαρνηθείς την οικογένειά σου και να φύγεις από τη δουλειά σου; Μη θεωρείς πως το γεγονός ότι απαρνήθηκες την οικογένειά σου, παράτησες τη δουλειά σου, υπέφερες και πλήρωσες τίμημα είναι το ίδιο με το να επιδιώκεις την αλήθεια και να δαπανάς τον εαυτό σου για τον Θεό. Τον εαυτό σου κοροϊδεύεις αν πιστεύεις κάτι τέτοιο.

Όσοι δεν αποδέχονται καθόλου την αλήθεια ή το κλάδεμα, ένας προς έναν εκτίθενται και αποπέμπονται σε κάθε μεγάλη εκκαθάριση που εκτελεί ο οίκος του Θεού. Σε κάποιους ανθρώπους, που δεν έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα, επιτρέπεται να παραμείνουν και να παρακολουθούνται, και μόλις εκτεθούν, τους δίνεται η ευκαιρία να μετανοήσουν. Για άλλους το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό: Αυτοί δεν διορθώνονται παρά την επαναλαμβανόμενη κριτική, κάνουν συνέχεια τα ίδια πράγματα, τα ίδια λάθη, και αναστατώνουν, διαταράσσουν και καταστρέφουν το έργο της εκκλησίας. Έτσι, τελικά αποπέμπονται και να αποβάλλονται σύμφωνα με τις αρχές, και δεν τους δίνεται άλλη ευκαιρία. Κάποιοι λένε: «Λυπάμαι γι’ αυτούς που δεν τους δίνεται άλλη ευκαιρία». Δεν τους έχουν ήδη δοθεί αρκετές ευκαιρίες; Η πίστη τους στον Θεό δεν έχει σκοπό να ακούσουν τα λόγια Του, να αποδεχτούν την παίδευση και την κρίση των λόγων Του ή να αποδεχτούν την κάθαρση και τη σωτηρία Του, αλλά έχουν τους δικούς τους σκοπούς. Μόλις αρχίσει να τους ανατίθεται έργο της εκκλησίας ή διάφορα καθήκοντα, ξεκινάνε να κάνουν κάθε λογής κακές πράξεις, να αναστατώνουν και να διαταράσσουν, βλάπτοντας σοβαρά το έργο της εκκλησίας και ζημιώνοντας σοβαρά τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Μετά από πάρα πολλές ευκαιρίες που τους δίνονται και μετά τον σταδιακό αποκλεισμό τους από διάφορες ομάδες εκτέλεσης καθηκόντων, ο οίκος του Θεού τούς στέλνει να εκτελούν καθήκοντα στην ομάδα του ευαγγελίου. Μόλις, όμως, φτάσουν εκεί, δεν εργάζονται σκληρά στα καθήκοντά τους και συνεχίζουν να κάνουν κακές πράξεις, δεν μετανοούν και δεν αλλάζουν καθόλου. Όσο κι αν συναναστραφεί μαζί τους πάνω στην αλήθεια ο οίκος του Θεού, όσες εργασιακές ρυθμίσεις κι αν κάνει, και παρά τις ευκαιρίες που τους δίνονται, τις προειδοποιήσεις ή ακόμη και το κλάδεμα που δέχονται, όλα αυτά είναι μάταια. Δεν είναι υπερβολικά αναίσθητοι, είναι υπερβολικά αδιάλλακτοι. Η αδιαλλαξία αυτή, βέβαια, εκφράζεται από την οπτική των διεφθαρμένων διαθέσεών τους. Στην ουσία τους, δεν είναι άνθρωποι, αλλά διάβολοι. Το μόνο που κάνουν όταν μπαίνουν στην εκκλησία είναι να φέρονται σαν σατανάδες, δεν κάνουν τίποτα που να ωφελεί το έργο του οίκου του Θεού και της εκκλησίας. Κάνουν μόνο κακά πράγματα· έρχονται μόνο για να αναστατώσουν και να καταστρέψουν το έργο της εκκλησίας. Κερδίζουν μια χούφτα ανθρώπους όταν κηρύττουν το ευαγγέλιο και πιστεύουν ότι μ’ αυτό έχουν αρκετό κεφάλαιο και ότι έχουν κάνει μια αξιέπαινη συνεισφορά, οπότε αρχίζουν να επαναπαύονται στις δάφνες τους. Νομίζουν ότι γίνανε βασιλιάδες και μπορούν να εξουσιάζουν τον οίκο του Θεού, να δίνουν διαταγές και να παίρνουν αποφάσεις για κάθε πτυχή του έργου και να επιβάλλουν στους άλλους να τις κάνουν πράξη και να τις εφαρμόζουν. Όσο κι αν συναναστρέφεται ο Άνωθεν πάνω στην αλήθεια και κανονίζει το έργο, εκείνοι δεν το παίρνουν στα σοβαρά. Μπροστά σου, λένε πολύ ευχάριστα πράγματα: «Οι εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού είναι πολύ σωστές, είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε. Έφτιαξαν τα πράγματα πάνω στην ώρα. Αν δεν γίνονταν, δεν θα ξέραμε πόσο λάθος είχαμε». Και όταν γυρίζουν την πλάτη, αλλάζουν και αρχίζουν να διαδίδουν τις δικές τους ιδέες. Πείτε Μου, είναι στ’ αλήθεια άνθρωποι τέτοια άτομα; (Όχι.) Κι αν δεν είναι άνθρωποι, τότε τι είναι; Επιφανειακά, είναι ενδεδυμένοι με ανθρώπινο δέρμα, αλλά στην ουσία δεν κάνουν ανθρώπινα πράγματα. Είναι δαίμονες! Ο ρόλος τους στην εκκλησία είναι ακριβώς να αναστατώνουν τα διάφορα έργα του οίκου του Θεού. Ό,τι έργο κι αν κάνουν, το αναστατώνουν και δεν έχουν αναζητήσει ποτέ την αλήθεια ή τις αρχές, δεν έχουν ασχοληθεί με τις εργασιακές ρυθμίσεις και δεν έχουν ενεργήσει σύμφωνα με αυτές. Μόλις αποκτήσουν λίγη εξουσία, την επιδεικνύουν και το παίζουν αφεντικά στον εκλεκτό λαό του Θεού. Ο καθένας τους έχει δαιμονικό πρόσωπο, δεν έχουν ανθρώπινη ομοιότητα. Δεν υπερασπίστηκαν ποτέ τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, το μόνο που κάνουν είναι να διασφαλίζουν τα δικά τους συμφέροντα και τη δική τους θέση. Όποιου επιπέδου επικεφαλής κι αν είναι, όποιο έργο κι αν επιβλέπουν, από την ώρα που τους εμπιστεύονται το έργο, το θεωρούν κτήμα τους, αυτοί έχουν τον τελευταίο λόγο και οι άλλοι ας μη διανοηθούν καν να το ελέγξουν, να το επιβλέψουν ή να το παρακολουθήσουν σε δεύτερο χρόνο, πόσο μάλλον να διανοηθούν να επέμβουν. Δεν είναι αληθινοί αντίχριστοι; (Ναι.) Και έχουν το θράσος να θέλουν και ευλογίες! Με δύο λέξεις θα χαρακτηρίσω αυτούς τους ανθρώπους: παράλογοι και αδιόρθωτοι. Όσοι δεν επιδιώκουν την αλήθεια μπορεί να σκοντάψουν στο παραμικρό εμπόδιο, δεν πρόκειται να πάνε μακριά. Παλιότερα, σας έλεγα πάντα: «Καλό είναι και το να μπορείς να δουλεύεις μέχρι το τέλος και να είσαι πιστός δουλευτής». Κάποιοι άνθρωποι δεν αγαπάνε την αλήθεια και δεν θέλουν να την επιδιώξουν. Και τι πρέπει να γίνει σ’ αυτήν την περίπτωση; Πρέπει να γίνουν απλοί δουλευτές. Εάν μπορείς να εργαστείς σκληρά απλώς δουλεύοντας, χωρίς να προκαλείς διαταραχές ή αναστάτωση και χωρίς να κάνεις κανένα κακό που θα οδηγήσει στην αποπομπή σου, και αν μπορείς να διασφαλίσεις ότι δεν πρόκειται να κάνεις το κακό και ότι θα συνεχίσεις να δουλεύεις μέχρι τέλους, τότε θα επιβιώσεις. Δεν θα λάβεις πάρα πολλές ευλογίες, αλλά τουλάχιστον θα έχεις δουλέψει κατά την περίοδο του έργου του Θεού, θα είσαι πιστός δουλευτής και στο τέλος ο Θεός δεν θα σε κακομεταχειριστεί. Ωστόσο, τη στιγμή αυτή, υπάρχουν κάποιοι δουλευτές που δεν μπορούν με τίποτα να δουλέψουν μέχρι τέλους. Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί δεν έχουν ανθρώπινο πνεύμα. Δεν θα εξετάσουμε τι πνεύμα έχουν μέσα τους, αλλά τουλάχιστον, αν εξετάσουμε τη συμπεριφορά τους από την αρχή ως το τέλος, έχουν ουσία διαβόλου, όχι ανθρώπου. Δεν αποδέχονται καθόλου την αλήθεια και, φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν την επιδιώκουν.

Πριν από δέκα χρόνια, που δεν είχε γίνει λεπτομερής συναναστροφή πάνω σε κάθε πτυχή της αλήθειας, οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι σήμαινε να επιδιώκει κανείς την αλήθεια ή να χειρίζεσαι τα πράγματα με βάση τις αλήθεια-αρχές. Κάποιοι βάσιζαν τις ενέργειές τους στα θέλω τους, στις φαντασιοκοπίες τους και στις αντιλήψεις τους ή ακολουθούσαν κανόνες. Αυτό μπορούσε να δικαιολογηθεί, επειδή δεν καταλάβαιναν. Σήμερα, όμως, μετά από 10 χρόνια, παρόλο που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα εντελώς η συναναστροφή μας σχετικά με τις διάφορες πτυχές της αλήθειας, τουλάχιστον έχουμε εξηγήσει με σαφήνεια τις διάφορες θεμελιώδεις αλήθειες που αφορούν το έργο και την εκτέλεση των καθηκόντων με βάση τις αρχές. Όποιο κι αν είναι το καθήκον που εκτελούν οι άνθρωποι, όσοι έχουν καρδιά και πνεύμα, όσοι αγαπούν και μπορούν να επιδιώκουν την αλήθεια, θα πρέπει να μπορούν να κάνουν πράξη ένα μέρος των αλήθεια-αρχών, στηριζόμενοι στη συνείδηση και τη λογική τους. Οι άνθρωποι υστερούν και δεν μπορούν να προσεγγίσουν τις υψηλότερες και πιο βαθιές αλήθειες ούτε μπορούν να διακρίνουν την ουσία κάποιων προβλημάτων ή εκείνες τις ουσίες που έχουν σχέση με την αλήθεια, αλλά τις αλήθειες που μπορούν να καταλάβουν και που έχουν οριστεί ρητά θα πρέπει να μπορούν να τις κάνουν πράξη. Πρέπει τουλάχιστον να μπορούν να τηρούν, να εφαρμόζουν και να κατανέμουν τις εργασιακές διευθετήσεις που έχει ορίσει ρητά ο οίκος του Θεού. Αυτοί, όμως, που ανήκουν στους δαίμονες δεν μπορούν να κάνουν ούτε καν αυτά τα πράγματα. Τέτοιοι άνθρωποι δεν μπορούν καν απλώς να δουλεύουν μέχρι τέλους. Και όταν κάποιος δεν μπορεί καν απλώς να δουλεύει μέχρι τέλους, αυτό σημαίνει ότι θα τον πετάξουν από το βαγόνι στα μισά της διαδρομής. Γιατί θα τον πετάξουν από το βαγόνι; Εάν καθόταν ήσυχα στο βαγόνι, κοιμόταν, έμενε στη θέση του ή ακόμη και διασκέδαζε χωρίς να αναστατώνει τους πάντες ή να εμποδίζει την πορεία του τρένου, ποιανού θα πήγαινε η καρδιά να τον πετάξει από το βαγόνι; Κανενός. Αν τέτοιοι άνθρωποι μπορούσαν όντως να δουλέψουν, τότε ούτε ο Θεός θα τους πετούσε απ’ το βαγόνι. Αλλά το να χρησιμοποιήσει αυτούς τους ανθρώπους για να δουλέψουν θα έφερνε τώρα περισσότερες ζημίες παρά κέρδη. Η αναστάτωση που έχουν προκαλέσει αυτοί οι άνθρωποι έχει ζημιώσει πάρα πολύ τις διάφορες πτυχές του έργου του οίκου του Θεού. Έχουν προκαλέσει τεράστια ανησυχία! Δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια, όπως κι αν τους γίνει συναναστροφή πάνω σ’ αυτήν, και μετά συνεχίζουν να κάνουν κακά πράγματα. Αν ασχολείσαι με τέτοιους ανθρώπους, καταλήγεις να συζητάς χωρίς ποτέ να βγάζεις άκρη και μόνο να συγχίζεσαι. Το πιο σημαντικό είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάνει υπερβολικό κακό και έχουν προκαλέσει τεράστια ζημιά στο έργο του οίκου του Θεού για τη διάδοση του ευαγγελίου. Στα λιγοστά καθήκοντα που εκτελούν, προκαλούν μόνο αναστάτωση, διαταραχές και ανεπανόρθωτη ζημιά στο έργο του οίκου του Θεού. Οι άνθρωποι αυτοί κάνουν ένα σωρό κακά πράγματα. Όταν βρίσκονται γύρω από τα συνηθισμένα μέλη της εκκλησίας, κάνουν ό,τι θέλουν, κατασπαταλάνε τις προσφορές, υπερβάλλουν όταν λένε πόσους ανθρώπους έχουν κερδίσει διαδίδοντας το ευαγγέλιο και χρησιμοποιούν τους άλλους ανθρώπους με λάθος τρόπο. Χρησιμοποιούν μόνο κάποιους μοχθηρούς ανθρώπους, κάποια άτομα μπερδεμένα και κάποιους ανθρώπους που αλωνίζουν κάνοντας κακά πράγματα. Δεν ακούνε καμία πρόταση, ενώ όποιον εκφράζει τη γνώμη του τον καταπιέζουν και τον τιμωρούν. Όταν έχουν αυτοί τον έλεγχο, δεν εφαρμόζονται τα λόγια, οι απαιτήσεις και οι εργασιακές ρυθμίσεις του Θεού, αλλά αντίθετα μπαίνουν στην άκρη. Αυτοί οι άνθρωποι γίνονται τραμπούκοι και δικτάτορες· γίνονται τύραννοι. Πείτε Μου, γίνεται να παραμείνουν στην εκκλησία άνθρωποι σαν κι αυτούς; (Όχι.) Κάποιοι άνθρωποι σήμερα έχουν απαλλαγεί από τα καθήκοντά τους, και μετά απ’ αυτό, για να δείξουν ότι είναι πολύ ευγενείς και υποτακτικοί, αλλά και ότι επιδιώκουν με ζήλο την αλήθεια, μιλάνε για «υποταγή στις ρυθμίσεις του οίκου του Θεού». Με αυτά τα λόγια, αυτό που εννοούν είναι ότι δεν έχουν τίποτα να πουν για ό,τι κάνει ο οίκος του Θεού και ότι είναι διατεθειμένοι να υποταχθούν στις ρυθμίσεις του. Αφού λένε ότι είναι διατεθειμένοι να υποταχθούν στις ρυθμίσεις του οίκου του Θεού, για ποιον λόγο έκαναν τόσες κακές πράξεις, με αποτέλεσμα να τους απολύσει η εκκλησία; Γιατί δεν το καταλαβαίνουν αυτό; Γιατί δεν έχουν μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτό; Κατά το έργο τους έχουν προκαλέσει τόσα προβλήματα και τόσες ζημιές στο έργο του οίκου του Θεού. Δεν πρέπει να μιλήσουν και να αποκαλυφθούν σχετικά μ’ αυτό; Δηλαδή, αν δεν αναφέρουν τίποτα, το ζήτημα θεωρείται λήξαν; Λένε ότι θέλουν να υποταχθούν στις ρυθμίσεις του οίκου του Θεού, δείχνοντας πόσο ευγενείς και πόσο σπουδαίοι είναι —όλο αυτό είναι μεγάλο τέχνασμα και απάτη! Αν, όπως λένε, έμαθαν να υποτάσσονται στις ρυθμίσεις του οίκου του Θεού, τότε γιατί δεν υποτάχθηκαν στις προηγούμενες εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού; Γιατί δεν τις εφάρμοσαν; Τι έκαναν τότε; Σε ποιον υπακούν στην πραγματικότητα; Γιατί δεν λογοδοτούν γι’ αυτό; Ποιος είναι ο κύριός τους; Εκτέλεσαν κάθε πτυχή του έργου που είχε κανονίσει ο οίκος του Θεού; Έφεραν καθόλου αποτελέσματα; Αν γίνει προσεκτική εξέταση του έργου τους, θα το αντέξουν; Πώς θα επανορθώσουν για τις απώλειες που προκάλεσαν στο έργο του οίκου του Θεού όταν αλώνιζαν και έπρατταν το κακό; Δεν είναι άξιο σχολιασμού αυτό το ζήτημα; Τελειώνει το θέμα αν απλώς πουν ότι θα υποταχθούν στις διευθετήσεις του οίκου του Θεού; Πείτε Μου, έχουν ανθρώπινη φύση τέτοιοι άνθρωποι; (Όχι.) Δεν έχουν καθόλου ανθρώπινη φύση, λογική και συνείδηση, και ούτε ντρέπονται καθόλου! Δεν διαισθάνονται πως το κακό που έχουν κάνει είναι τόσο μεγάλο και ότι έχουν προκαλέσει τόσο μεγάλη ζημιά στον οίκο του Θεού. Δεν νιώθουν καθόλου τύψεις, δεν νιώθουν ότι έχουν κανένα χρέος και δεν αναγνωρίζουν καν το γεγονός ότι έχουν προκαλέσει τόση διαταραχή και αναστάτωση. Αν προσπαθήσεις να τους καταλογίσεις ευθύνες, θα πουν: «Δεν το έκανα μόνο εγώ αυτό». Τις έχουν στο τσεπάκι τις δικαιολογίες. Με τα λόγια αυτά εννοούν ότι, αν όλοι παρανομούν, δεν γίνεται όλοι να τιμωρηθούν και ότι, επειδή όλοι έπραξαν το κακό, δεν πρέπει να καταλογιστούν ατομικές ευθύνες στους ίδιους. Αυτό δεν είναι σωστό. Πρέπει να λογοδοτήσουν για το κακό που έκαναν· όλοι πρέπει να λογοδοτήσουν για το κακό που έκαναν. Πρέπει να υποταχθούν στις ρυθμίσεις του οίκου του Θεού και να προσεγγίσουν σωστά τα προβλήματά τους. Σε περίπτωση που επιδείξουν τέτοια στάση, τότε μπορεί να τους δοθεί άλλη μια ευκαιρία και να μείνουν, αλλά δεν μπορούν να κάνουν πάντα κακό! Αν στη συνείδησή τους δεν καταλάβουν τίποτα, αν δεν νιώσουν με τίποτα ότι έχουν χρέος προς τον Θεό και δεν μετανοήσουν καθόλου, τότε, από την ανθρώπινη οπτική, γίνεται να τους δοθεί μια ευκαιρία, να τους επιτραπεί να συνεχίσουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους και να μην τους καταλογιστούν ευθύνες. Ο Θεός, όμως, πώς το βλέπει αυτό; Αν δεν τους καταλογίσουν ευθύνες οι άνθρωποι, δεν θα τους καταλογίσει ούτε ο Θεός; (Δεν ισχύει.) Ο Θεός μεταχειρίζεται όλους τους ανθρώπους και όλα τα πράγματα με βάση τις αρχές. Δεν θα συμβιβαστεί μαζί σου και δεν θα εξομαλύνει τα πράγματα, δεν είναι ανθρωπάρεσκος όπως εσύ. Ο Θεός έχει αρχές, έχει δίκαιη διάθεση. Αν παραβιάσεις τις αρχές και τα διοικητικά διατάγματα του οίκου του Θεού, τότε πρέπει η εκκλησία και ο οίκος του Θεού να σε αντιμετωπίσουν σύμφωνα με τις αρχές και τους όρους των διοικητικών διαταγμάτων. Και όσο για τις συνέπειες που θα έχεις αν προσβάλεις τον Θεό, μέσα σου ξέρεις καλά πώς σε βλέπει και πώς σε μεταχειρίζεται ο Θεός. Αν μεταχειρίζεσαι στ’ αλήθεια τον Θεό ως Θεό, τότε πρέπει να προσέλθεις ενώπιόν Του για να εξομολογηθείς, να παραδεχτείς τις αμαρτίες σου και να μετανοήσεις. Αν η στάση σου είναι διαφορετική, τότε είσαι δύσπιστος, είσαι διάβολος, εχθρός του Θεού και σου αξίζει να είσαι καταραμένος! Τότε για ποιον λόγο ακούς κηρύγματα; Καλύτερα να φύγεις· δεν αξίζεις να ακούς κηρύγματα! Τις αλήθειες τις λέμε για να τις ακούσουν οι κανονικοί διεφθαρμένοι άνθρωποι. Αυτοί, αν και έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις, είναι αποφασισμένοι και πρόθυμοι να αποδεχτούν την αλήθεια, έχουν την ικανότητα να κάνουν αυτοκριτική σε καθετί που τους συμβαίνει και, όταν κάνουν κάποιο λάθος, μπορούν να εξομολογηθούν, να μετανοήσουν και να αλλάξουν. Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να σωθούν, και σ’ αυτούς απευθύνονται οι αλήθειες. Όσοι άνθρωποι δεν έχουν στάση μεταμέλειας ό,τι κι αν τους συμβεί δεν είναι συνηθισμένοι διεφθαρμένοι άνθρωποι, είναι κάτι το τελείως διαφορετικό· έχουν την ουσία του διαβόλου και όχι του ανθρώπου. Οι συνηθισμένοι διεφθαρμένοι άνθρωποι μπορεί να μην επιδιώκουν ούτε κι αυτοί την αλήθεια, αλλά τις περισσότερες φορές καταφέρνουν να μην κάνουν κακές πράξεις βασιζόμενοι στη συνείδησή τους, σ’ αυτό το ψήγμα ντροπής που διαθέτει η κανονική τους ανθρώπινη φύση, και στην ελάχιστη λογική που διαθέτουν, ενώ δεν έχουν καμία πρόθεση να δημιουργήσουν σκόπιμα διαταραχές και αναστάτωση. Αυτοί οι άνθρωποι, υπό φυσιολογικές συνθήκες, μπορούν απλώς να δουλέψουν και να ακολουθήσουν μέχρι τέλους, και να καταφέρουν να επιβιώσουν. Υπάρχουν, όμως, κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν ούτε συνείδηση ούτε λογική, δεν έχουν καθόλου αίσθημα τιμής ή ντροπής, δεν νιώθουν καθόλου τύψεις στην καρδιά τους παρά το κακό που κάνουν και κρύβονται αναίσχυντα μέσα στον οίκο του Θεού, ενώ συνεχίζουν να ελπίζουν σε ευλογίες και δεν ξέρουν πώς να μετανοήσουν. Όταν κάποιος τους πει: «Με αυτό που έκανες προκάλεσες διαταραχή και αναστάτωση», λένε: «Αλήθεια; Τότε έκανα λάθος, δεν θα ξαναγίνει». Ο άλλος απαντά: «Τότε πρέπει να γνωρίσεις τις διεφθαρμένες διαθέσεις σου». Εκείνοι λένε: «Να γνωρίσω ποιες διεφθαρμένες διαθέσεις; Απλώς δεν ήξερα και ήμουν ανόητος. Δεν θα επαναληφθεί, τέλος». Δεν καταλαβαίνουν βαθιά το ζήτημα, απλώς ξεγελούν τους άλλους με τα λόγια τους. Είναι δυνατόν να μετανοήσουν όσοι έχουν τέτοια στάση; Δεν ντρέπονται καθόλου· δεν είναι άνθρωποι αυτοί! Κάποιοι λένε: «Κι αν δεν είναι άνθρωποι, τι είναι τότε; Κτήνη;» Κτήνη είναι, αλλά ακόμα χειρότεροι κι απ’ τα σκυλιά. Σκέψου το, ένας σκύλος, όταν κάνει κάτι κακό ή κάποια αταξία και τον μαλώσεις μια φορά, αμέσως θα νιώσει άσχημα και θα συνεχίσει να σου συμπεριφέρεται καλά. Με αυτό εννοεί: «Σε παρακαλώ, μη με μισήσεις, δεν θα το ξανακάνω». Όταν πάει να ξαναγίνει κάτι παρόμοιο, ο σκύλος θα σε κοιτάξει με νόημα, σαν να σου λέει: «Δεν θα το ξανακάνω, μην ανησυχείς». Είτε φοβάται μη φάει ξύλο είτε προσπαθεί να αποκτήσει την εύνοια του αφεντικού του, από όποια οπτική κι αν το δεις, ένας σκύλος, όταν ξέρει ότι κάτι δεν αρέσει στο αφεντικό του ή αν το αφεντικό δεν το επιτρέπει, τότε δεν το κάνει. Μπορεί να συγκρατηθεί· έχει αίσθημα ντροπής. Ακόμα και τα ζώα έχουν αίσθημα ντροπής, αλλά αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν. Παραμένουν άνθρωποι, λοιπόν; Είναι χειρότεροι κι απ’ τα ζώα, οπότε δεν είναι άνθρωποι, είναι μη ζωντανά πράγματα, είναι αληθινοί διάβολοι. Δεν κάνουν ποτέ αυτοκριτική και δεν εξομολογούνται ποτέ, όσο κακό κι αν κάνουν, ενώ δεν έχουν καμία πρόθεση να μετανοήσουν. Κάποιοι άνθρωποι ντρέπονται να αντιμετωπίσουν τους αδελφούς και τις αδελφές τους εξαιτίας λίγου κακού που έκαναν και, αν σε κάποιες εκλογές επιλεγούν απ’ τους αδελφούς και τις αδελφές, θα πουν: «Δεν αναλαμβάνω αυτό το καθήκον, δεν έχω τα απαραίτητα προσόντα. Παλιότερα έκανα κάποια ανόητα πράγματα που ζημίωσαν το έργο της εκκλησίας. Δεν μου αξίζει αυτή η θέση». Οι άνθρωποι αυτοί έχουν αίσθημα ντροπής και διαθέτουν συνείδηση και λογική. Οι μοχθηροί, όμως, άνθρωποι που είπαμε παραπάνω δεν έχουν αίσθημα ντροπής. Αν τους ζητήσεις να γίνουν επικεφαλής, αμέσως θα κορδωθούν και θα πουν: «Βλέπετε; Τι έχετε να πείτε; Ο οίκος του Θεού δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα χωρίς εμένα. Είμαι σπουδαίος, είμαι πολύ ικανός!» Πείτε Μου, δεν είναι δύσκολο να κάνεις αυτούς τους ανθρώπους να ντραπούν; Πόσο δύσκολο είναι; Ακόμα πιο δύσκολο κι απ’ το να σκαρφαλώσεις τα τείχη στο Πέρασμα Σανχάι της Κίνας. Αυτοί οι άνθρωποι είναι ξεδιάντροποι! Όσο κακό κι αν κάνουν, συνεχίζουν και τεμπελιάζουν μες στην εκκλησία χωρίς ίχνος ντροπής. Στις συναναστροφές τους με τους αδελφούς και τις αδελφές δεν υπήρξαν ποτέ ταπεινοί, ζουν ακόμα όπως ζούσαν πάντα, και μάλιστα κατά καιρούς υπερηφανεύονται για τα «σπουδαία επιτεύγματά τους», για τα πράγματα που έχουν απαρνηθεί στο παρελθόν, για τα όσα έχουν δαπανήσει, για τα βάσανα που έχουν υποστεί και για το τίμημα που έχουν πληρώσει, αλλά και για τις παλιές «δόξες» και τα «μεγαλεία» τους. Με το που έχουν την ευκαιρία, κορδώνονται και καμαρώνουν για τον εαυτό τους, μιλάνε για το κεφάλαιό τους και κάνουν επίδειξη των προσόντων τους. Ποτέ, όμως, δεν μιλάνε για το κακό που έχουν κάνει, για το πόσες προσφορές του Θεού έχουν κατασπαταλήσει ή για τη ζημιά που έχουν προκαλέσει στο έργο του οίκου του Θεού. Ούτε καν όταν προσεύχονται μόνοι τους στον Θεό δεν εξομολογούνται, ενώ δεν χύνουν ούτε ένα δάκρυ για τα λάθη που έχουν κάνει ή για τη ζημιά που έχουν προξενήσει στον οίκο του Θεού. Τέτοια αδιαλλαξία και ξεδιαντροπιά έχουν. Δεν είναι τελείως παράλογοι και αδιόρθωτοι; (Ναι.) Είναι αδιόρθωτοι και δεν μπορούν να σωθούν. Όσο κι αν τους δίνεις ευκαιρίες, είναι λες και μιλάς στον τοίχο, λες και βάζεις κάποιον να κάνει κάτι που είναι πάνω απ’ τις δυνάμεις του, λες και ζητάς από τους διαβόλους και τον Σατανά να λατρέψουν τον Θεό. Έτσι, η στάση του οίκου του Θεού τελικά απέναντι σ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι να παραιτηθεί απ’ αυτούς. Αν είναι διατεθειμένοι να εκτελέσουν καθήκοντα, ας το κάνουν, ο οίκος του Θεού θα τους δώσει μια κάποια ευκαιρία. Αν δεν είναι διατεθειμένοι να εκτελέσουν καθήκοντα και πούνε: «Θα φύγω και θα πάω να πιάσω δουλειά, να βγάλω λεφτά και να ζήσω τη ζωή μου· θα διευθύνω τη δική μου επιχείρηση», τότε ας φύγουν, η πόρτα του οίκου του Θεού είναι ανοιχτή, ας φύγουν γρήγορα! Δεν θέλω να τους ξαναδώ στα μάτια Μου, είναι τόσο σιχαμεροί! Για ποιον λόγο προσποιούνται; Τα λίγα βάσανα που υπέμειναν, το μικρό τίμημα που έχουν πληρώσει, τα λίγα πράγματα που έχουν απαρνηθεί και αυτά που έχουν δαπανήσει δεν ήταν παρά μόνο οι συνθήκες που προετοίμασαν για να μπορέσουν να πράξουν το κακό. Τι υπηρεσία μπορούν να παράσχουν στον οίκο του Θεού αν παραμείνουν σ’ αυτόν; Πώς μπορούν να ωφελήσουν το έργο του οίκου του Θεού; Έχεις ιδέα πόση διαταραχή και αναστάτωση μπορεί να προκαλέσει στο έργο της εκκλησίας ένας μοχθηρός άνθρωπος, ένας αντίχριστος, με τις κακές πράξεις και τα κακά πράγματα που κάνει μέσα σε ένα εξάμηνο; Για πείτε Μου, πόσοι αδελφοί και αδελφές θα χρειαστεί να εργαστούν για να το διορθώσουν; Δεν αξίζει τον κόπο να χρησιμοποιηθεί αυτός ο μοχθηρός άνθρωπος, αυτός ο αντίχριστος, για να προσφέρει λίγες υπηρεσίες, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Δεν θα αναφέρουμε πόσο μεγάλη ζημιά μπορεί να προκαλέσει μια συμμορία αντίχριστων που συμμαχούν για να κάνουν κακές πράξεις. Πόσο μπορεί, όμως, να βλάψει το έργο της εκκλησίας μια πλάνη και μια διαβολική δήλωση ενός αντίχριστου ή μια παράλογη διαταγή από έναν αντίχριστο; Πείτε Μου, για να διορθωθεί αυτό, πόσοι άνθρωποι θα πρέπει να εργαστούν, και για πόσο καιρό; Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για μια τέτοια ζημιά; Κανένας δεν μπορεί να την αναλάβει! Είναι δυνατόν να αποκατασταθεί αυτή η ζημιά; (Όχι.) Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Αν βρούμε μερικούς ακόμα ανθρώπους που μπορούν να βοηθήσουν, και αν αντέξουν λίγο παραπάνω ταλαιπωρία οι αδελφοί και οι αδελφές, ίσως μπορέσουμε να το αντισταθμίσουμε». Ναι, ίσως να μπορέσετε να αποκαταστήσετε ένα μέρος της ζημιάς, αλλά πόσους ανθρώπους και πόσους υλικούς πόρους θα χρειαστεί να δαπανήσει ο οίκος του Θεού; Και πιο συγκεκριμένα, ποιος μπορεί να αντισταθμίσει τον χαμένο χρόνο και τις απώλειες που έχει υποστεί ο εκλεκτός λαός του Θεού σχετικά με τη ζωή-είσοδό του; Κανένας δεν μπορεί να το κάνει. Άρα, τα σφάλματα των αντίχριστων είναι ασυγχώρητα! Κάποιοι λένε πως οι αντίχριστοι είπαν: «Θα αποζημιώσουμε τον οίκο του Θεού για τα χρήματα που χάθηκαν». Φυσικά και πρέπει να τον αποζημιώσουν! Λένε, επίσης, ότι αντίχριστοι είπαν: «Θα φέρουμε κι άλλους ανθρώπους, για να αντισταθμίσουμε αυτούς που χάσαμε». Μα, αυτό είναι το λιγότερο που μπορούν να κάνουν. Πρέπει να επανορθώσουν για το κακό που έκαναν! Τον χαμένο χρόνο, όμως, ποιος θα τον αναπληρώσει; Μπορούν να το κάνουν; Ο χαμένος χρόνος δεν αναπληρώνεται. Τα σφάλματα, λοιπόν, που έκαναν αυτοί οι άνθρωποι είναι οι πιο ειδεχθείς αμαρτίες! Δεν συγχωρούνται. Πείτε Μου, αλήθεια δεν είναι αυτό; (Αλήθεια είναι.)

Κάποιοι άνθρωποι, όταν βλέπουν ότι ο οίκος του Θεού μεταχειρίζεται πολύ αυστηρά τους αντίχριστους, δηλαδή δεν τους δίνει άλλη μια ευκαιρία και τους διώχνει κατευθείαν, κάνουν κάποιες σκέψεις γι’ αυτό: «Δεν είπε ο οίκος του Θεού ότι δίνει δεύτερες ευκαιρίες; Όταν κάποιος κάνει ένα μικρό λαθάκι, δεν τον θέλει πια ο οίκος του Θεού; Δεν του δίνει άλλη μια ευκαιρία; Μα θα έπρεπε να του δίνει άλλη μια ευκαιρία, δεν έχει καθόλου αγάπη ο οίκος του Θεού!» Για πείτε Μου, πόσες ευκαιρίες έχουν λάβει αυτοί οι άνθρωποι; Πόσα κηρύγματα έχουν ακούσει; Λίγες ευκαιρίες είχαν; Δεν ξέρουν ότι, όταν εργάζονται, εκτελούν καθήκοντα; Μήπως δεν ξέρουν ότι διαδίδουν το ευαγγέλιο και ότι επιτελούν το έργο του οίκου του Θεού; Δεν τα ξέρουν αυτά; Μήπως διευθύνουν κάποια επιχείρηση ή εταιρεία ή κανένα εργοστάσιο; Μήπως έχουν τις δικές τους επιχειρήσεις; Πόσες ευκαιρίες έχει δώσει σ’ αυτούς τους ανθρώπους ο οίκος του Θεού; Σε καθέναν τους ξεχωριστά έχουν δοθεί πάρα πολλές ευκαιρίες. Όσο για κείνους που από διάφορες άλλες ομάδες μεταφέρθηκαν στην ομάδα του ευαγγελίου, απομακρύνθηκε κανένας απ’ αυτούς έχοντας μόνο κάνα δυο μέρες στην ομάδα του ευαγγελίου; Κανένας δεν απομακρύνθηκε έτσι, εκτός κι αν είχε κάνει κάποιο τρομερό κακό. Όλοι τους έχουν πάρει αρκετές ευκαιρίες, μόνο που δεν μπορούν να τις εκτιμήσουν και να μετανοήσουν. Ακολουθούν τη δικιά τους πορεία, βαδίζουν συνέχεια στο μονοπάτι του Παύλου. Τα λόγια τους είναι πολύ ευχάριστα και ξεκάθαρα, αλλά δεν φέρονται σαν άνθρωποι. Πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να δίνονται ευκαιρίες σε τέτοιους ανθρώπους; (Όχι.) Τους δόθηκαν ευκαιρίες, τους αντιμετώπισαν σαν ανθρώπους, όμως δεν είναι άνθρωποι. Δεν κάνουν αυτά που κάνουν οι άνθρωποι. Συγγνώμη, λοιπόν, αλλά η πόρτα του οίκου του Θεού είναι ανοιχτή. Ας φύγουν. Δεν θα συνεχίσει να τους χρησιμοποιεί ο οίκος του Θεού. Στον οίκο του Θεού υπάρχει ελευθερία ως προς το ποιος θα χρησιμοποιείται, υπάρχει αυτό το δικαίωμα. Αν δεν τους χρησιμοποιήσει ο οίκος του Θεού, υπάρχει πρόβλημα; Αν θέλουν να πιστέψουν, ας πιστέψουν έξω από τον οίκο του Θεού. Όπως και να ’χει, ο οίκος του Θεού δεν πρόκειται να τους χρησιμοποιήσει, δεν μπορεί να τους χρησιμοποιήσει, προκαλούν πάρα πολλές έγνοιες! Κανείς δεν μπορεί να επανορθώσει τη ζημιά που έκαναν στον οίκο του Θεού, είναι πολύ μεγάλη· ούτε οι ίδιοι δεν έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν! Δεν φταίει η ατυχία τους, δεν είναι ότι δεν τους έδωσε μια ευκαιρία ο οίκος του Θεού ή ότι δεν τους αγαπάει και ήταν πολύ αυστηρός απέναντί τους, και ασφαλώς δεν είναι ότι, μόλις τελειώσουν το έργο τους, ο οίκος του Θεού τούς ξαποστέλνει. Απλώς το παρατράβηξαν, δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει άλλη ανοχή απέναντί τους, ενώ τα όσα έκαναν ήταν αδικαιολόγητα. Ο οίκος του Θεού έχει δώσει συγκεκριμένες αρχές εργασίας για κάθε αντικείμενο του έργου, ενώ ο Άνωθεν έχει προσφέρει ο ίδιος καθοδήγηση, έλεγχο και διορθώσεις. Το ζήτημα εδώ δεν είναι απλώς να κάνουν ο οίκος του Θεού και ο Άνωθεν κάνα δυο συναθροίσεις ή να πουν λίγα λόγια· έχουν πει πολλά λόγια και έχουν οργανώσει πολλές συναθροίσεις, κάνοντας έντονες παραινέσεις στους ανθρώπους —και τι πήραν ως αντάλλαγμα στο τέλος; Τεχνάσματα. Τελικά, διαταράχθηκε και αναστατώθηκε το έργο της εκκλησίας, και επικράτησε το χάος. Πείτε Μου, ποιος θα εξακολουθούσε να θέλει να δώσει άλλη μια ευκαιρία σ’ αυτούς τους ανθρώπους; Ποιος θα ήθελε να παραμείνουν; Γυρίζουν από δω κι από κει και κάνουν κακό και, φυσικά, δεν είναι δυνατόν να απαγορεύσουν στον οίκο του Θεού να τους μεταχειριστεί σύμφωνα με τις αρχές. Το γεγονός ότι τους χειρίζεται έτσι ο οίκος του Θεού δεν είναι έλλειψη αγάπης, αλλά εφαρμογή των αρχών. Αγάπη λαμβάνουν όσοι μπορούν να αγαπηθούν, όσοι έχουν άγνοια και μπορούν να συγχωρεθούν· δεν τη λαμβάνουν οι μοχθηροί άνθρωποι, οι διάβολοι ή όσοι προκαλούν σκόπιμα διαταραχές και αναστάτωση, δεν τη λαμβάνουν οι αντίχριστοι. Το μόνο που αξίζει στους αντίχριστους είναι να είναι καταραμένοι! Και γιατί μόνο αυτό τους αξίζει; Γιατί, όσο κακό κι αν κάνουν, δεν μετανιώνουν, δεν εξομολογούνται και δεν αλλάζουν ρότα, επιμένουν μέχρι τέλους να ανταγωνίζονται τον Θεό. Προσέρχονται ενώπιον του Θεού και λένε: «Όταν πεθάνω, θα πεθάνω όρθιος. Εγώ δεν υποχωρώ. Όταν έρθω ενώπιόν Σου, ούτε θα γονατίσω ούτε θα προσκυνήσω. Δεν πρόκειται να παραδεχτώ την ήττα μου!» Τι είναι αυτό; Ακόμη και στα πρόθυρα του θανάτου, αυτοί και πάλι θα λένε: «Θα συνεχίσω να αντιστέκομαι στον οίκο του Θεού μέχρι τέλους. Δεν πρόκειται να ομολογήσω τις αμαρτίες μου. Τίποτα κακό δεν έκανα!» Εντάξει, αν δεν έχουν κάνει τίποτα κακό, μπορούν να φύγουν. Δεν πρόκειται να τους χρησιμοποιήσει ο οίκος του Θεού. Και θα υπάρξει κανένα πρόβλημα αν δεν τους χρησιμοποιήσει ο οίκος του Θεού; Κανένα πρόβλημα! Κάποιοι λένε: «Αν δεν χρησιμοποιήσει εμένα ο οίκος του Θεού, τότε δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει κανέναν». Ας κοιτάξουν να δουν αν όντως δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να χρησιμοποιήσει ο οίκος του Θεού. Βασίζεται κανένα έργο στον οίκο του Θεού σε ανθρώπους; Αν δεν υπήρχε το έργο του Αγίου Πνεύματος και η προστασία του Θεού, ποιος θα έφτανε εκεί που έχει φτάσει σήμερα; Ποιο αντικείμενο εργασίας θα είχε διατηρηθεί μέχρι και τώρα; Νομίζουν αυτοί οι άνθρωποι ότι βρίσκονται στην κοσμική κοινωνία; Οποιαδήποτε ομάδα της κοσμικής κοινωνίας, αν έχανε την προστασία μιας ομάδας από ταλαντούχα ή χαρισματικά άτομα, δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει κανένα έργο της. Ωστόσο, στον οίκο του Θεού το έργο είναι διαφορετικό. Αυτός που διασφαλίζει, καθοδηγεί και κατευθύνει το έργο στον οίκο του Θεού είναι ο ίδιος ο Θεός. Μη νομίζετε ότι το έργο του οίκου του Θεού βασίζεται στη βοήθεια οποιουδήποτε ανθρώπου. Δεν είναι έτσι τα πράγματα, αυτή είναι άποψη ενός δύσπιστου. Θεωρείτε σωστό να εγκαταλείπει ο οίκος του Θεού τους κακούς ανθρώπους, όπως τους αντίχριστους και τους δύσπιστους; (Ναι.) Γιατί είναι σωστό; Γιατί η χρήση τέτοιων ανθρώπων για να εκτελέσουν έργο προκαλεί πολύ μεγάλη ζημιά· οι άνθρωποι αυτοί κατασπαταλούν ανεξέλεγκτα ανθρώπους και οικονομικούς πόρους και δεν έχουν καθόλου αρχές. Δεν ακούνε τον λόγο του Θεού και βασίζουν τις πράξεις τους μονάχα στις δικές τους φιλοδοξίες και επιθυμίες. Ούτε τα λόγια του Θεού σέβονται ούτε τις εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου Του. Όταν, όμως, πει κάτι κάποιος αντίχριστος, το τηρούν με απόλυτο σεβασμό και ασκούνται σύμφωνα μ’ αυτό. Έχω μάθει για έναν ανόητο που κατοικούσε στην Ευρώπη, αλλά εργαζόταν σε καθήκοντα που αφορούσαν την Ασία. Ο οίκος του Θεού είπε ότι θα τον μετέθετε για να εργάζεται στη διάδοση του ευαγγελίου στην Ευρώπη, έτσι ώστε να μην αναγκάζεται να αντιμετωπίζει το πρόβλημα της διαφοράς ώρας, αλλά εκείνος δεν συμφωνούσε. Έτσι, δεν έκανε τις εργασίες που του ανέθεσε ο οίκος του Θεού στην Ευρώπη, γιατί ο αντίχριστος που λάτρευε ήταν στην Ασία και δεν ήθελε να εγκαταλείψει τον αφέντη του. Δεν είναι ανόητος; (Ναι.) Πείτε Μου, είναι άξιος αυτός ο άνθρωπος να εκτελέσει το καθήκον του; Τον θέλουμε; Ο οίκος του Θεού έκανε τις σωστές εργασιακές ρυθμίσεις. Εάν είσαι στην Ευρώπη, τότε τα έργα που σου ανατίθενται πρέπει να έχουν βάση την Ευρώπη και όχι την Ασία. Πρέπει να εργάζεσαι σε καθήκοντα που αφορούν την ήπειρο στην οποία βρίσκεσαι, ώστε να μην έχεις διαφορά ώρας. Αυτό είναι πολύ καλό! Εκείνος, όμως, δεν συμφώνησε. Δεν τον άγγιξαν τα λόγια του οίκου του Θεού· ο οίκος του Θεού δεν κατάφερε να τον πείσει να μετατεθεί, έπρεπε να αποφασίσει ο αφέντης του. Αν του έλεγε ο αφέντης του: «Άντε να ασχοληθείς με εργασίες που έχουν σχέση με την Ευρώπη», θα πήγαινε. Αν ο αφέντης του του έλεγε: «Δεν γίνεται να ασχοληθείς με καθήκοντα για την Ευρώπη, σε χρειάζομαι να κάνεις κάποιες δουλειές εδώ», θα απαντούσε: «Ε, τότε δεν θα το κάνω». Σε ποιον παρείχε υπηρεσίες; (Στον αφέντη του.) Ναι, παρείχε υπηρεσίες στον αφέντη του, έναν αντίχριστο. Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, να εκκαθαριστεί μαζί με τον αφέντη του; Δεν θα έπρεπε να τον διώξουν; (Ναι.) Γιατί με εξοργίζουν τόσο πολύ αυτοί οι άνθρωποι; Επειδή το κακό που κάνουν είναι υπερβολικά μεγάλο· ο καθένας θα εξοργιζόταν αν μάθαινε κάτι τέτοιο. Προσπαθούν να ξεγελάσουν τον Θεό γνωρίζοντας πολύ καλά τι κάνουν· και κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά κακόβουλο. Πείτε Μου, γιατί εξοργίζομαι τόσο πολύ με τέτοιους ανθρώπους; (Γιατί, αν και λένε ότι πιστεύουν στον Θεό, τελικά ακούνε τους αφέντες τους. Δεν ακολουθούν τον Θεό πραγματικά και δεν υποτάσσονται σ’ Αυτόν.) Έχουν αφοσιωθεί απόλυτα στο να ακολουθούν τους διαβόλους και τους σατανάδες. Αυτό που λένε πως ακολουθούν τον Θεό δεν είναι παρά μια βιτρίνα. Με το πρόσχημα ότι ακολουθούν τον Θεό και δαπανούν τον εαυτό τους γι’ Αυτόν, ακολουθούν και υπηρετούν σατανάδες. Και στο τέλος συνεχίζουν να θέλουν να κερδίσουν ανταμοιβές και ευλογίες από τον Θεό. Δεν είναι τελείως ξεδιάντροπο αυτό; Δεν είναι τελείως παράλογο και αδιόρθωτο; (Ναι.) Πείτε Μου, είναι δυνατόν να διατηρήσει ο οίκος του Θεού ανθρώπους σαν κι αυτούς; (Όχι.) Τότε ποιος είναι ο πιο κατάλληλος χειρισμός γι’ αυτούς; (Να εκκαθαριστούν, κι αυτοί και οι αφέντες τους.) Θέλουν να ακολουθούν τους αφέντες τους και έχουν πάρει την απόφαση να σκοτώνονται στη δουλειά γι’ αυτούς· κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν διαφυλάσσουν τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, δεν εκτελούν τα καθήκοντά τους ζώντας ενώπιον του Θεού, υπηρετούν τους αφέντες τους, που ανήκουν σε μια συμμορία αντίχριστων. Αυτή είναι η ουσία του έργου τους. Επομένως, δεν πρόκειται να μνημονευθεί οτιδήποτε κι αν κάνουν. Πρέπει να εκκαθαριστούν άνθρωποι σαν κι αυτούς, δεν είναι καν άξιοι να γίνουν πάροχοι υπηρεσιών! Πιστεύετε πως τέτοιοι άνθρωποι καταλήγουν έτσι μόνο και μόνο γιατί συναντούν κακούς ανθρώπους ή γιατί κάνουν τέτοιο έργο; Τους επηρεάζει το περιβάλλον τους ή τους παραπλανούν οι μοχθηροί άνθρωποι; (Τίποτα απ’ τα δύο.) Και τότε γιατί γίνονται τέτοιοι; (Τέτοια είναι η φύση-ουσία τους.) Έχουν την ίδια φύση-ουσία με τους αντίχριστους αφέντες τους. Πρόκειται για το ίδιο είδος ανθρώπου. Έχουν τα ίδια χόμπι, τις ίδιες σκέψεις και απόψεις, και ενεργούν με τα ίδια μέσα και τις ίδιες μεθόδους· μιλάνε την ίδια γλώσσα και επιδιώκουν με τον ίδιο τρόπο, ενώ έχουν και τις ίδιες επιθυμίες, τα ίδια κίνητρα και τις ίδιες μεθόδους άσκησης με τις οποίες προδίδουν τον Θεό και διαταράσσουν το έργο του οίκου Του. Σκεφτείτε το: Στις εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού τηρούν την ίδια στάση, δηλαδή λένε ψέματα στους ανωτέρους τους και αποκρύπτουν πράγματα από τους υφισταμένους τους. Έχουν κάποιες πολιτικές για το πώς να αντιμετωπίζουν τους ανωτέρους και κάποιες στρατηγικές για τους υφισταμένους. Στους ανωτέρους τους συμπεριφέρονται φαινομενικά με πλήρη υπακοή, ενώ στους υφισταμένους τους κάνουν κακό χωρίς καμία αυτοσυγκράτηση. Όλοι τους έχουν τους ίδιους τρόπους και τις ίδιες μεθόδους. Όταν τους κλαδεύει ο Άνωθεν, λένε: «Έκανα λάθος, έσφαλα, είμαι κακός άνθρωπος, είμαι επαναστατικός, είμαι διάβολος!» Έπειτα, όμως, τα αλλάζουνε και λένε: «Ας μην εφαρμόσουμε τις εργασιακές ρυθμίσεις του Άνωθεν!» Και μετά τα κάνουν όλα με τον δικό τους τρόπο. Κηρύττουν το ευαγγέλιο τελείως μηχανικά, παραφουσκώνουν τον αριθμό των νέων πιστών που κέρδισαν και εξαπατούν τον οίκο του Θεού. Τέτοιες μεθόδους χρησιμοποιούν οι συμμορίες αυτών των αντίχριστων. Χρησιμοποιούν συνέχεια τις δικές τους στρατηγικές και μεθόδους απέναντι στις εργασιακές ρυθμίσεις. Δεν αποκαλύπτουν μ’ αυτόν τον τρόπο το δαιμονικό τους πρόσωπο; Είναι άνθρωποι; Δεν είναι άνθρωποι, είναι δαίμονες! Εμείς δεν έχουμε επαφές με δαίμονες, ας τους διώξουμε, λοιπόν, γρήγορα από εδώ. Δεν θέλω ούτε να τα βλέπω τα δαιμονικά τους πρόσωπα· να φύγουν! Όσοι είναι διατεθειμένοι απλώς να δουλέψουν ας πάνε στην ομάδα Β· εκείνοι που δεν θέλουν ας αποβληθούν. Σωστή είναι αυτή η πρακτική; (Ναι.) Είναι η πιο σωστή πρακτική! Εφόσον έχουν την ίδια ουσία, όταν μιλάνε και ενεργούν μαζί, αυτό γίνεται με πολύ ομαλό τρόπο, και στις κοινές τους ενέργειες έχουν απίστευτη συνοχή και καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον χωρίς καν να μιλήσουν. Με το που ανοίξουν το στόμα τους αυτοί οι αφέντες, όσο διαβολικά πράγματα κι αν πουν, οι ακόλουθοί τους θα συμφωνήσουν με αυτά αμέσως, και θα νιώσουν, μάλιστα, περήφανοι γι’ αυτό. Θα σκεφτούν: «Δίκιο έχεις, έτσι πρέπει να το κάνουμε! Οι εργασιακές ρυθμίσεις του Άνωθεν είναι πάρα πολύ σχολαστικές, δεν γίνεται να κάνουμε τέτοια πράγματα». Οι άνθρωποι αυτοί δεν εννοούν να εφαρμόσουν τις εργασιακές ρυθμίσεις του Άνωθεν, όσο καλά και όσο συγκεκριμένα και αν είναι διατυπωμένες, ενώ όσο στρεβλά ή παράλογα κι αν είναι αυτά που λένε οι διάβολοι και οι σατανάδες, τους ακούνε. Άρα, σε ποιον παρέχουν υπηρεσίες; Μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να δουλέψουν στον οίκο του Θεού μέχρι τέλους; (Όχι.) Δεν μπορούν να δουλέψουν μέχρι τέλους. Ο Θεός μπορεί να κάνει υπομονή απέναντι σε κάποιον άνθρωπο ή στις πράξεις ενός διαβόλου, αλλά υπάρχουν και όρια. Είναι ανεκτικός απέναντι στους ανθρώπους στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, αλλά αν ξεπεραστούν τα όρια, θα εκθέσει όσους πρέπει να εκτεθούν και θα αποκλείσει όσους πρέπει να αποκλειστούν. Οι άνθρωποι, όταν φτάσουν σ’ αυτό το σημείο, θα έχουν φτάσει στο τέλος της διαδρομής τους. Δεν είναι ότι απλώς δεν επιδιώκουν ή δεν αγαπούν την αλήθεια, αλλά ότι έχουν φύση-ουσία εχθρική προς την αλήθεια. Σκέψου το: Κάθε φορά που μιλάς για τα θετικά πράγματα, για αγνή κατανόηση ή για κάποιες αρχές που συμφωνούν με την αλήθεια, εκείνοι δεν ακούνε. Όσο πιο αγνά είναι τα λόγια σου τόσο χειρότερα αισθάνονται εκείνοι. Μόλις αρχίσεις να μιλάς για τις αλήθεια-αρχές, δεν μπορούν να κάτσουν σε μια μεριά και ψάχνουν τρόπους να αλλάξουν θέμα, να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον της συζήτησης ή απλώς φεύγουν για να πάνε να πιουν νερό. Μόλις συναναστραφείς πάνω στην αλήθεια ή μιλήσεις για αυτογνωσία, νιώθουν αποστροφή και δεν θέλουν να σε ακούσουν. Θα τους έρθει να πάνε στην τουαλέτα, θα διψάσουν ή θα πεινάσουν· μπορεί να νυστάξουν, να πρέπει να πάρουν ένα τηλέφωνο ή να τακτοποιήσουν κάτι. Βρίσκουν πάντα κάποια δικαιολογία και δεν μπορούν να κάτσουν σε μια μεριά. Αν χρησιμοποιήσεις τις ίδιες μεθόδους με αυτούς και μιλήσεις για τις δηλώσεις και τις προσεγγίσεις τους, οι οποίες μόνο διαταράξεις και αναστάτωση προκαλούν, τότε θα βρουν ενέργεια και θα μπορούν να μιλάνε με τις ώρες. Αν δεν μιλάς την ίδια γλώσσα μ’ αυτούς, τότε νιώθουν απέχθεια απέναντί σου και σε αποφεύγουν. Είναι κλασικοί διάβολοι! Κάποιοι άνθρωποι, ακόμα και μέχρι σήμερα, εξακολουθούν να μην μπορούν να διακρίνουν αυτούς τους διαβόλους και πιστεύουν ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι απλώς δεν επιδιώκουν την αλήθεια. Πώς είναι δυνατόν να είναι τόσο αφελείς; Τελείως ανίδεοι είναι και λένε τέτοια πράγματα; Απλώς δεν επιδιώκουν την αλήθεια οι συγκεκριμένοι άνθρωποι; Όχι βέβαια, είναι μοχθηροί δαίμονες και έχουν αποστρέφονται στο έπακρο την αλήθεια. Στις συναθροίσεις έχουν μια χαρά συμπεριφορά, αλλά είναι όλα ψεύτικα. Ακούνε μήπως στ’ αλήθεια το περιεχόμενο των συναναστροφών ή τα λόγια του Θεού που διαβάζονται στις συναθροίσεις; Πόσα λόγια ακούνε αληθινά; Πόσα αποδέχονται; Σε πόσα μπορούν να υποταχθούν; Ούτε καν για τα πιο απλά και κοινά δόγματα δεν μπορούν να μιλήσουν. Οι άνθρωποι σαν κι αυτούς, όσο καιρό κι αν εργάζονται και όποιου επιπέδου επικεφαλής ή επόπτες κι αν είναι, δεν μπορούν να κάνουν κήρυγμα, ούτε να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους. Αν κάποιος πει: «Πες μας τι γνωρίζεις σχετικά με κάτι. Ας μην είναι εμπειρία σου, πες μας μόνο τι γνωρίζεις γι’ αυτό και πώς το κατανοείς», δεν θα μπορούν να αρθρώσουν κουβέντα, λες και το στόμα τους είναι σφραγισμένο. Ούτε καν για λίγα δόγματα δεν θα μπορέσουν να μιλήσουν. Και αν τελικά καταφέρουν να αρθρώσουν με το ζόρι δυο κουβέντες για το ζήτημα, θα ακουστούν πολύ αμήχανες και παράξενες. Κάποιοι αδελφοί και αδελφές λένε: «Γιατί κάποιοι επικεφαλής, όταν κάνουν κήρυγμα, ακούγονται σαν τους δασκάλους που διαβάζουν ένα κείμενο στα παιδιά; Γιατί ακούγονται τόσο αμήχανα και παράξενα τα λόγια τους;» Είναι ανίκανοι να κηρύξουν, αυτό συμβαίνει. Και γιατί είναι ανίκανοι να κηρύξουν; Γιατί δεν κατέχουν την αλήθεια-πραγματικότητα. Και για ποιον λόγο δεν κατέχουν την αλήθεια-πραγματικότητα; Επειδή δεν αποδέχονται την αλήθεια, μέσα τους την αποστρέφονται και αντιστέκονται απέναντι σε κάθε αρχή και δήλωση της αλήθειας. Λέμε ότι αντιστέκονται, αλλά αυτό μπορεί να μην μπορείς να το δεις εξωτερικά. Επομένως, πώς μπορείς να καταλάβεις ότι αντιστέκονται; Όποιος κι αν είναι ο τρόπος με τον οποίο συναναστρέφεται ο οίκος του Θεού πάνω στην αλήθεια, αυτοί την αρνούνται και την απορρίπτουν μέσα τους, τους προκαλεί απίστευτη απέχθεια. Όπως κι αν συναναστραφούν μαζί τους οι άλλοι σχετικά με όσα ξέρουν για την αλήθεια, εκείνοι θα σκεφτούν: «Μπορεί εσύ να το πιστεύεις αυτό, αλλά εγώ δεν το πιστεύω». Και πώς εκτιμούν αν το οτιδήποτε είναι η αλήθεια; Αν κάτι το θεωρούν καλό και σωστό, τότε πιστεύουν ότι είναι η αλήθεια. Αν μια δήλωση δεν τους αρέσει, τότε, όσο σωστή και αν είναι, δεν θα πιστέψουν ότι είναι η αλήθεια. Άρα, λοιπόν, η ουσία του ζητήματος είναι ότι κατά βάθος αντιστέκονται στην αλήθεια, την αποστρέφονται και τη μισούν. Δεν υπάρχει θέση στην καρδιά τους για την αλήθεια· τη σιχαίνονται. Κάποιοι ίσως να μην το καταλαβαίνουν αυτό και λένε: «Δεν τους βλέπω συχνά να λένε κάτι που προσβάλλει τον Θεό, που βλασφημεί την αλήθεια ή που παραβιάζει τις αλήθεια-αρχές». Υπάρχει, όμως, ένα γεγονός που καταλαβαίνουν: Κάθε συγκεκριμένη λεπτομέρεια που ορίζουν οι εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού είναι αναγκαία και διατυπώνεται για να προστατευθούν τα συμφέροντα του έργου του Θεού, η πρόοδος του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή, η κανονική τάξη της εκκλησιαστικής ζωής και η κανονική διάδοση του ευαγγελικού έργου. Οι εργασιακές ρυθμίσεις σε κάθε χρονική περίοδο, καθώς και η συγκεκριμένη εφαρμογή, οργάνωση και τροποποίηση κάθε πτυχής του έργου, γίνονται με σκοπό την προστασία της κανονικής ανάπτυξης του έργου του οίκου του Θεού και, ακόμη περισσότερο, για να κατανοήσουν οι αδελφοί και οι αδελφές τις αλήθεια-αρχές και να εισέλθουν σ’ αυτές. Για να μιλήσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια, μπορεί να πει κανείς ότι όλα αυτά φέρνουν τους αδελφούς και τις αδελφές ενώπιον του Θεού και τους διευκολύνουν στην είσοδο στις αλήθεια-πραγματικότητες, ότι οδηγούν και ωθούν κάθε άνθρωπο προς τα εμπρός, κρατώντας του το χέρι την ώρα που τον διδάσκουν, τον υποστηρίζουν και τον προμηθεύουν. Ο στόχος της εφαρμογής των εργασιακών ρυθμίσεων, είτε πρόκειται για την εκτέλεση συγκεκριμένων συναναστροφών σχετικά μ’ αυτήν στις συναθροίσεις είτε για τη διάδοσή της από στόμα σε στόμα, είναι να δοθεί η δυνατότητα στον εκλεκτό λαό του Θεού να βιώσει το έργο του Θεού και να κερδίσει την αληθινή ζωή-είσοδο, ενώ πάντοτε ευνοεί τη ζωή-είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού. Δεν υπάρχει ούτε μία ρύθμιση που να βλάπτει το έργο του οίκου του Θεού ή τη ζωή-είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού, ενώ ούτε μία από τις ρυθμίσεις δεν δημιουργεί διαταράξεις ή καταστροφή. Παρ’ όλα αυτά, οι αντίχριστοι ούτε σέβονται ούτε εφαρμόζουν ποτέ αυτές τις εργασιακές ρυθμίσεις· αντίθετα, τις περιφρονούν και τις θεωρούν πολύ απλοϊκές και αδιάφορες, πιστεύοντας ότι δεν είναι τόσο εντυπωσιακές όσο ο δικός τους τρόπος εργασίας και ότι, αν τις εφαρμόσουν στο έργο, το κύρος, η θέση και η φήμη τους δεν θα ωφεληθούν περισσότερο. Έτσι, δεν δίνουν ποτέ σημασία στις εργασιακές ρυθμίσεις, δεν τις αποδέχονται και φυσικά δεν τις εφαρμόζουν, αλλά αντίθετα ενεργούν με τον δικό τους τρόπο. Με δεδομένα όλα αυτά, πείτε Μου, τελικά οι αντίχριστοι απλώς δεν επιδιώκουν την αλήθεια; Από αυτό και μόνο φαίνεται ξεκάθαρα ότι μισούν την αλήθεια. Αν πούμε απλώς ότι αυτοί οι αντίχριστοι μισούν την αλήθεια, δεν αρκεί για να το διακρίνετε· αν, όμως, δείτε πώς προσεγγίζουν την εφαρμογή των εργασιακών ρυθμίσεων, θα καταλάβετε. Είναι πασιφανές ότι, όσον αφορά το πώς οι ψευδείς επικεφαλής και εργάτες προσεγγίζουν τις εργασιακές ρυθμίσεις, το πολύ πολύ να δουλεύουν μηχανικά, να μιλάνε μια φορά για τις εργασιακές ρυθμίσεις και τέλος. Δεν παρακολουθούν και δεν ελέγχουν το έργο σε δεύτερο χρόνο, ούτε εκτελούν σωστά το συγκεκριμένο έργο. Αυτοί είναι οι ψευδείς επικεφαλής, που μπορούν, τουλάχιστον, να εφαρμόσουν τις εργασιακές ρυθμίσεις, να δουλέψουν μηχανικά και να τις τηρήσουν. Οι αντίχριστοι δεν μπορούν καν να τηρήσουν τις εργασιακές ρυθμίσεις, πολύ απλά δεν τις δέχονται ούτε τις εφαρμόζουν, αλλά ενεργούν όπως θέλουν αυτοί. Τι σκέφτονται; Τη θέση, τη φήμη και το κύρος τους. Σκέφτονται αν τους εκτιμά ο Άνωθεν, πόσοι αδελφοί και αδελφές τούς υποστηρίζουν, πόσοι άνθρωποι τους έχουν στην καρδιά τους, πόσους ανθρώπους διαφεντεύουν ακριβώς επειδή κυβερνούν την καρδιά τους, και πόσους ανθρώπους έχουν του χεριού τους. Αυτά τα πράγματα τους ενδιαφέρουν. Δεν σκέφτονται ποτέ πώς να ποτίσουν ή να προμηθεύσουν τους αδελφούς και τις αδελφές ώστε να θεμελιωθούν στην αληθινή οδό, ούτε, βέβαια, τους απασχολεί πώς προχωράει η ζωή-είσοδος των αδελφών και η εκτέλεση των καθηκόντων τους, είτε μιλάμε για τη διάδοση του ευαγγελίου είτε για άλλου είδους καθήκοντα, ή αν μπορούν να δράσουν σύμφωνα με τις αρχές, ενώ δεν τους ένοιαξε ποτέ το πώς θα οδηγήσουν τους αδελφούς και τις αδελφές ενώπιον του Θεού. Δεν τους νοιάζει τίποτα απ’ όλα αυτά. Όλα αυτά τα γεγονότα δεν είναι προφανή; Δεν βλέπετε συχνά όλες αυτές τις εκδηλώσεις στους αντίχριστους; Φτάνουν ή δεν φτάνουν όλα αυτά για να αποδείξουν ότι αυτοί οι άνθρωποι μισούν την αλήθεια; (Φτάνουν.) Τα μόνα πράγματα για τα οποία νοιάζεται ένας αντίχριστος ανά πάσα στιγμή είναι η θέση, η φήμη και το κύρος. Ας υποθέσουμε ότι βάζεις έναν αντίχριστο για επικεφαλής της εκκλησιαστικής ζωής, για να βοηθήσει τους αδελφούς και τις αδελφές να ζήσουν μια σωστή εκκλησιαστική ζωή, να καταλάβουν την αλήθεια και να θέσουν τα θεμέλιά τους ενώ ζουν την εκκλησιαστική ζωή, να αποκτήσουν αληθινή πίστη στον Θεό, να προσέλθουν ενώπιον του Θεού και να κερδίσουν την ικανότητα να ζουν αυτόνομα, καθώς και την πίστη που χρειάζεται για να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους. Αν τα καταφέρει, τότε θα δημιουργηθούν κάποιες εφεδρικές δυνάμεις για το έργο της διάδοσης του ευαγγελίου στον οίκο του Θεού και θα παρέχονται συνέχεια όλο και περισσότεροι ταλαντούχοι εργάτες για να εκτελούν καθήκοντα σχετικά με τη διάδοση του ευαγγελίου. Ο αντίχριστος αυτά θα σκεφτόταν; Δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφτόταν έτσι. Θα έλεγε: «Τι με νοιάζει η εκκλησιαστική ζωή; Αν ζουν όλοι ολόψυχα την εκκλησιαστική ζωή και διαβάζουν τα λόγια του Θεού και καταλάβουν την αλήθεια, ποιος θα υπακούει στις εντολές μου; Για μένα ποιος θα ενδιαφερθεί; Ποιος θα μου δώσει προσοχή; Δεν γίνεται να τους αφήσω όλους να εστιάζουν διαρκώς στην εκκλησιαστική ζωή ή να τους γίνει έμμονη ιδέα. Αν αρχίσουν όλοι να διαβάζουν συνέχεια τα λόγια του Θεού και αν προσέλθουν όλοι ενώπιόν Του, τότε γύρω μου ποιος θα μείνει;» Αυτή δεν είναι η στάση ενός αντίχριστου; (Ναι.) Οι αντίχριστοι νομίζουν ότι, αν επικεντρωθούν στο να εφοδιάζουν τους αδελφούς και τις αδελφές για να κερδίσουν την αλήθεια και τη ζωή, κάτι τέτοιο θα έβλαπτε τις δικές τους επιδιώξεις για κύρος, κέρδος και θέση. Σκέφτονται μέσα τους: «Αν αφιερώσω όλον μου τον χρόνο στο να ασχολούμαι με τους αδελφούς και τις αδελφές, θα μου μείνει καθόλου χρόνος για να επιδιώξω το κύρος, το κέρδος και τη θέση; Αν αρχίσουν όλοι να υμνούν το όνομα του Θεού και να Τον ακολουθούν, τότε δεν θα μείνει κανένας που να με υπακούει. Πόσο άβολα θα ένιωθα!» Τέτοιο πρόσωπο έχει ένας αντίχριστος. Οι αντίχριστοι όχι απλά δεν επιδιώκουν την αλήθεια, αλλά και την αποστρέφονται πέρα ως πέρα. Συνειδητά και υποκειμενικά δεν θα πουν: «Μισώ την αλήθεια, μισώ τον Θεό και μισώ όλες τις εργασιακές ρυθμίσεις, τις δηλώσεις και τις πρακτικές που είναι προς όφελος των αδελφών». Δεν πρόκειται να πουν κάτι τέτοιο. Απλά υιοθετούν συγκεκριμένες προσεγγίσεις και συμπεριφορές που πάνε κόντρα στις εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού. Και η ουσία αυτών των προσεγγίσεων και συμπεριφορών είναι ότι ενεργούν όπως θέλουν εκείνοι και κάνουν όλους τους άλλους να τους ακούνε και να υπακούνε σ’ αυτούς. Επομένως, ό,τι κι αν κάνει ο οίκος του Θεού, δεν πρόκειται να το σεβαστούν. Έτσι δεν είναι; (Έτσι.) Έχουμε συναναστραφεί αρκετά κατά το παρελθόν σχετικά με αυτές τις εκδηλώσεις των αντίχριστων. Έχετε μικρό ανάστημα και η κατανόησή σας για την αλήθεια είναι ρηχή· παρόλο που οι αντίχριστοι έχουν κάνει τόσο κακό μπροστά στα μάτια σας, εσείς δεν έχετε πάρει χαμπάρι. Είστε χαζοί και αξιολύπητοι, αναίσθητοι και ανόητοι, φτωχοί και τυφλοί. Αυτές είναι οι αληθινές σας εκδηλώσεις και το αληθινό σας ανάστημα. Παρά τα τόσα προβλήματα και την τόσο μεγάλη ζημιά που προκαλούν οι αντίχριστοι στο έργο του οίκου του Θεού, εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιοι που λένε ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες. Η χρήση τους έχει φέρει περισσότερο κακό παρά καλό, αλλά εσείς δεν αντιλαμβάνεστε ότι πρέπει να τους απαλλάξετε απ’ τα καθήκοντά τους και να τους χειριστείτε. Πόσα χρόνια πρέπει να περάσουν μέχρι να αλλάξει το ανάστημά σας και αυτές οι ιδέες σας; Κάποιοι υπερηφανεύονται συνεχώς: «Είμαι άνθρωπος που επιδιώκει την αλήθεια». Όταν, όμως, συναντούν αντίχριστους, δεν μπορούν να τους διακρίνουν, ενώ μπορεί ακόμη και να τους ακολουθήσουν. Πού είναι οι εκδηλώσεις πως επιδιώκουν την αλήθεια; Τόσα κηρύγματα έχουν ακούσει και ακόμα δεν έχουν διάκριση. Ωραία, θα ολοκληρώσω εδώ τη συναναστροφή μας πάνω σ’ αυτό το θέμα και αμέσως μετά θα μιλήσουμε για το κύριο θέμα μας.

Στην προηγούμενη συνάθροισή μας, συναναστραφήκαμε σχετικά με το περιεχόμενο που αφορούσε τις προσδοκίες των γονιών στο πλαίσιο της «εγκατάλειψης των φορτίων που προέρχονται από την οικογένεια». Έχουμε ολοκληρώσει τη συναναστροφή πάνω στις σχετικές αρχές και τα σημαντικότερα θέματα που συνδέονται με αυτό το ζήτημα. Η επόμενη πτυχή της εγκατάλειψης των φορτίων που προέρχονται από την οικογένεια πάνω στην οποία θα συναναστραφούμε είναι η εγκατάλειψη των προσδοκιών από τους απογόνους. Αυτήν τη φορά θα αλλάξουμε ρόλους. Ως προς το περιεχόμενο που αφορά την προσέγγιση των προσδοκιών των γονιών, εδώ έχουμε κάποια πράγματα που πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι από την οπτική του παιδιού. Σχετικά με το πώς πρέπει να προσεγγίζουν και να διαχειρίζονται τα παιδιά τις προσδοκίες που έχουν οι γονείς τους από αυτά, τις προσεγγίσεις που υιοθετούν απέναντί τους οι γονείς τους, καθώς και τις αρχές που πρέπει να κάνουν πράξη τα ίδια, η συναναστροφή μας αφορούσε τη σωστή προσέγγιση από την οπτική του παιδιού των διαφόρων προβλημάτων που προέρχονται από τους γονείς του. Σήμερα, θα συναναστραφούμε σχετικά με την «εγκατάλειψη των προσδοκιών από τους απογόνους», θέμα που σχετίζεται με το πώς πρέπει να χειρίζονται οι άνθρωποι τα διάφορα προβλήματα που έχουν σχετικά με τα παιδιά τους από την οπτική του γονιού. Το συγκεκριμένο ζήτημα εμπεριέχει κάποια μαθήματα που πρέπει να πάρει και κάποιες αρχές που πρέπει να τηρεί κανείς. Από την πλευρά του παιδιού, το σημαντικότερο είναι το πώς να αντιμετωπίσεις τις προσδοκίες των γονιών σου, ποια στάση πρέπει να τηρήσεις απέναντι σ’ αυτές τις προσδοκίες, καθώς και ποια οδό πρέπει να ακολουθήσεις και ποιες αρχές άσκησης πρέπει να διαθέτεις σε μια τέτοια κατάσταση. Όπως είναι φυσικό, ο κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να γίνει γονιός ή μπορεί να είναι ήδη· το γεγονός αυτό αφορά και τις προσδοκίες και τις στάσεις που έχουν οι άνθρωποι απέναντι στους απογόνους τους. Ανάλογα με το αν είσαι ο γονιός ή το παιδί, πρέπει να διαθέτεις διαφορετικές αρχές για να αντιμετωπίζεις τις προσδοκίες του άλλου. Για τα παιδιά υπάρχουν αρχές που πρέπει να τηρούν κατά την προσέγγιση των προσδοκιών των γονιών τους, και εννοείται ότι και για τους γονείς υπάρχουν αλήθεια-αρχές που πρέπει να τηρούν όπως προσεγγίζουν τις προσδοκίες των παιδιών τους. Πρώτα, λοιπόν, αναλογιστείτε: Ποιες αρχές που πρέπει να τηρούν οι γονείς όσον αφορά τη μεταχείρισή τους προς τα παιδιά τους μπορείτε να δείτε ή να σκεφτείτε τώρα; Ίσως έχετε την αίσθηση ότι το θέμα των αρχών είναι μακριά από εσάς, μπορεί να μοιάζει πολύ γενικό και βαθύ. Οπότε, ας μιλήσουμε καλύτερα για τις προσδοκίες που θα είχες εσύ από τους απογόνους σου αν ήσουν γονιός. (Θεέ μου, αν γινόμουν κάποτε γονιός, πρώτα απ’ όλα θα ήθελα τα παιδιά μου να είναι υγιή, τώρα και στο μέλλον. Επιπλέον, θα ευχόμουν να έχουν τα δικά τους όνειρα και να έχουν τη φιλοδοξία να τα εκπληρώσουν, να έχουν καλές προοπτικές. Αυτά τα δύο πράγματα θα ήθελα, βασικά.) Θα ήθελες να γίνουν τα παιδιά σου υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι ή να αποκτήσουν πολλά πλούτη; (Θα τα ήθελα κι αυτά. Θα ήλπιζα να μπορούσαν, τουλάχιστον, να πάνε μπροστά στον κόσμο, να είναι ανώτερα από τους άλλους και να έχουν τον θαυμασμό των άλλων.) Οι πιο βασικές απαιτήσεις των γονιών για τα παιδιά τους είναι να έχουν την υγεία τους, να πετύχουν στη δουλειά τους, να ανελιχθούν στον κόσμο και να πηγαίνουν όλα καλά στη ζωή τους. Τι άλλο εύχονται οι γονείς για τους απογόνους τους; Ας μιλήσει όποιος έχει παιδιά. (Θέλω τα παιδιά μου να είναι υγιή, να πηγαίνουν ομαλά τα πράγματα στη ζωή τους και να ζουν με γαλήνη και ασφάλεια. Ελπίζω να βρίσκονται σε αρμονία με την οικογένειά τους, να σέβονται τους ηλικιωμένους και να φροντίζουν τους νεότερους.) Τίποτε άλλο; (Αν εγώ γινόμουν κάποτε γονιός, εκτός από όσα ειπώθηκαν ήδη, θα ήθελα και να είναι τα παιδιά μου υπάκουα και λογικά, να μου δείχνουν την ευσέβεια που οφείλουν να έχουν τα παιδιά προς τους γονείς τους και να μπορώ να βασιστώ πάνω τους για να με φροντίζουν όταν γεράσω.) Αυτή η προσδοκία είναι ζωτικής σημασίας. Οι γονείς ελπίζουν ότι τα παιδιά τους θα τους δείξουν ευσέβεια,: Αυτή είναι μια σχετικά παραδοσιακή προσδοκία που βρίσκεται στις αντιλήψεις και στο υποσυνείδητο των ανθρώπων. Πρόκειται για ένα πολύ χαρακτηριστικό θέμα.

Η εγκατάλειψη των προσδοκιών από τους απογόνους είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος της εγκατάλειψης των φορτίων που προέρχονται από την οικογένεια. Κάθε γονιός έχει ορισμένες προσδοκίες από τα παιδιά του. Είτε οι προσδοκίες αυτές είναι μεγάλες είτε μικρές, είτε για το κοντινό μέλλον είτε για αργότερα, αποτελούν μια στάση των γονιών απέναντι στη συμπεριφορά, στις πράξεις και στη ζωή των παιδιών τους ή στον τρόπο με τον οποίο εκείνα τους προσεγγίζουν. Επίσης, αποτελούν και μια συγκεκριμένη απαίτηση. Τα παιδιά βλέπουν αυτές τις συγκεκριμένες απαιτήσεις ως πράγματα που πρέπει να κάνουν, διότι, σύμφωνα με τις παραδοσιακές αντιλήψεις, αν τα παιδιά πάνε κόντρα στις εντολές των γονιών τους, δεν είναι ευσεβή. Πολλοί άνθρωποι, λοιπόν, κουβαλάνε μεγάλα και βαριά φορτία σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα. Άρα, πρέπει να καταλάβουν οι άνθρωποι αν είναι ή δεν είναι λογικές οι συγκεκριμένες προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τους απογόνους τους και αν οι γονείς τους πρέπει ή δεν πρέπει να τις έχουν, και πρέπει επίσης να καταλάβουν ποιες απ’ αυτές τις προσδοκίες είναι λογικές, ποιες είναι παράλογες, ποιες είναι θεμιτές και ποιες είναι αναγκαστικές και αθέμιτες, έτσι δεν είναι; Και επίσης οι άνθρωποι πρέπει να καταλάβουν και να τηρούν συγκεκριμένες αλήθεια-αρχές σχετικά με την προσέγγισή τους απέναντι στις προσδοκίες των γονιών τους, με το πώς πρέπει να τις αποδέχονται ή να τις απορρίπτουν, αλλά και με τη στάση και την οπτική από την οποία πρέπει να αντιμετωπίζουν και να προσεγγίζουν τις συγκεκριμένες προσδοκίες. Αν δεν λυθούν αυτά τα πράγματα, τότε πολλές φορές οι γονείς επωμίζονται τέτοιου είδους φορτία, και πιστεύουν ότι είναι δική τους ευθύνη και υποχρέωση να έχουν προσδοκίες από τα παιδιά και τους απογόνους τους, ότι πρέπει οπωσδήποτε να τις έχουν. Νομίζουν ότι, αν δεν είχαν προσδοκίες από τους απογόνους τους, αυτό θα σήμαινε ότι δεν ανταποκρίνονται στις ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους απέναντι σ’ αυτούς και ότι δεν κάνουν αυτά που πρέπει να κάνουν οι γονείς. Θεωρούν ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι είναι κακοί γονείς, γονείς που δεν ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους. Όσον αφορά, λοιπόν, το ζήτημα των προσδοκιών από τους απογόνους τους, οι άνθρωποι άθελά τους δημιουργούν μέσα τους διάφορες απαιτήσεις από τα παιδιά τους. Οι απαιτήσεις τους είναι διαφορετικές ανάλογα με το παιδί, τη χρονική στιγμή και τις συνθήκες. Και αφού έχουν για το θέμα των παιδιών τους τέτοιες απόψεις και τέτοιο φορτίο, κάνουν αυτά που εκείνοι οι άγραφοι κανόνες λένε ότι πρέπει να κάνουν οι γονείς, είτε είναι σωστοί είτε λάθος. Οι γονείς έχουν απαιτήσεις από τα παιδιά τους, και αυτές τις προσεγγίσεις τις αντιλαμβάνονται ως υποχρέωση και ευθύνη, ενώ συγχρόνως τις επιβάλλουν στα παιδιά τους και τα αναγκάζουν να ανταποκριθούν σ’ αυτές. Στη συναναστροφή μας θα χωρίσουμε το ζήτημα σε διάφορα στάδια· έτσι θα γίνει πιο σαφές.

Πριν φτάσουν τα παιδιά τους στην ενηλικίωση, οι γονείς έχουν ήδη διατυπώσει διάφορες απαιτήσεις από αυτά. Μέσα στο πλαίσιο αυτών των διαφόρων απαιτήσεων, εννοείται, τα επιβαρύνουν και με διάφορες προσδοκίες. Ενώ, λοιπόν, επιβαρύνουν με διάφορες προσδοκίες τα παιδιά τους, πληρώνουν οι ίδιοι πολλές φορές κάποιο τίμημα και προσεγγίζουν τα παιδιά τους με διάφορους τρόπους, έτσι ώστε εκείνα να υλοποιήσουν αυτές τις προσδοκίες. Προτού ενηλικιωθούν, λοιπόν, τα παιδιά, οι γονείς τα διαπαιδαγωγούν με διάφορους τρόπους και έχουν απ’ αυτά διάφορες απαιτήσεις. Λένε, για παράδειγμα, στα παιδιά τους από τότε που είναι πολύ μικρά: «Πρέπει να διαβάζεις περισσότερο και να διαβάζεις σκληρά. Ο μόνος τρόπος να είσαι καλύτερος απ’ όλους και να μη σε περιφρονούν οι άλλοι είναι να τα πας καλά στις σπουδές σου». Είναι και κάποιοι γονείς που μαθαίνουν στα παιδιά τους ότι πρέπει, όταν μεγαλώσουν, να τους δείξουν την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, σε τέτοιον βαθμό, μάλιστα, που τα ρωτάνε συνέχεια, όταν εκείνα είναι μόλις δύο ή τριών χρονών: «Θα φροντίζεις τον μπαμπά σου όταν μεγαλώσεις;» Και τα παιδιά τους λένε: «Ναι». Ρωτάνε: «Θα φροντίζεις τη μαμά σου;» «Ναι». «Ποιον αγαπάς περισσότερο, τον μπαμπά ή τη μαμά;» «Τον μπαμπά». «Όχι, πρέπει να πεις ότι αγαπάς περισσότερο τη μαμά και μετά τον μπαμπά». Έτσι, τα παιδιά μαθαίνουν αυτά τα πράγματα από τους γονείς τους. Η διαπαιδαγώγηση των γονιών, είτε με τα λόγια είτε με το παράδειγμά τους, επηρεάζει βαθιά το νεανικό μυαλό των παιδιών. Και βέβαια, τους μεταδίδει και κάποιες βασικές γνώσεις, καθώς τα μαθαίνει ότι οι γονείς τους τα αγαπούν και τα λατρεύουν περισσότερο απ’ όλους τους άλλους και ότι σε αυτούς οφείλουν περισσότερο απ’ τον καθένα να δείχνουν υπακοή και παιδική ευσέβεια. Λογικό είναι, λοιπόν, να εμφυτευτεί στο νεανικό τους μυαλό η ιδέα «αφού οι γονείς μου είναι οι πιο κοντινοί μου άνθρωποι στον κόσμο, πρέπει να τους υπακούω πάντοτε». Ταυτόχρονα, γεννιέται στο νεανικό τους μυαλό η ιδέα ότι, εφόσον οι γονείς τους είναι οι πιο κοντινοί τους άνθρωποι, τότε όλα όσα κάνουν εκείνοι είναι για να εξασφαλίσουν μια καλύτερη ζωή στα παιδιά τους. Πιστεύουν, έτσι, ότι πρέπει να αποδέχονται ανεπιφύλακτα όλα όσα κάνουν οι γονείς τους· όποιες μεθόδους κι αν χρησιμοποιούν, είτε είναι στοργικές είτε απάνθρωπες, θεωρούν ότι πρέπει να τις αποδέχονται. Σε μια ηλικία που ακόμα δεν μπορούν να διακρίνουν το σωστό από το λάθος, η διαπαιδαγώγηση των γονιών τους, είτε με τα λόγια είτε με το παράδειγμά τους, εμφυτεύει μέσα τους μια τέτοια ιδέα. Και με αυτήν την ιδέα ως κατεύθυνση, οι γονείς είναι δυνατόν να απαιτήσουν από τα παιδιά τους να κάνουν διάφορα πράγματα, με τη δικαιολογία ότι επιδιώκουν το καλύτερο γι’ αυτά. Ίσως μερικά απ’ αυτά τα πράγματα να μην ταιριάζουν με την ανθρώπινη φύση ή με τα ταλέντα, το επίπεδο ή τις προτιμήσεις των παιδιών τους, όμως υπό αυτές τις συνθήκες, όταν δηλαδή τα παιδιά δεν δικαιούνται να δράσουν όπως θέλουν αυτά ή να ενεργήσουν αυτόνομα, δεν έχουν καμία επιλογή και δυνατότητα να πάνε κόντρα στις δήθεν προσδοκίες και απαιτήσεις των γονιών τους. Δεν μπορούν παρά να υπακούσουν σε κάθε λέξη που τους λένε οι γονείς τους, να τους αφήσουν να επιβάλουν τη θέλησή τους, να αφεθούν στο έλεός τους και να τους αφήσουν να τα οδηγήσουν σε οποιοδήποτε μονοπάτι. Άρα, πριν την ενηλικίωση των παιδιών, όλα όσα κάνουν οι γονείς, είτε τα κάνουν χωρίς να το θέλουν είτε με καλή πρόθεση, θα έχουν κάποιον θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο στη συμπεριφορά και τις πράξεις των παιδιών τους. Δηλαδή, όλες οι πράξεις των γονιών θα εμφυτεύσουν διάφορες ιδέες και απόψεις στα παιδιά τους, και αυτές οι ιδέες και απόψεις μπορεί ακόμη και να καταχωνιαστούν βαθιά στο υποσυνείδητό τους, με αποτέλεσμα, όταν αυτά ενηλικιωθούν, να συνεχίσουν να επιδρούν βαθιά στην οπτική τους για τους ανθρώπους και τα πράγματα, στον τρόπο που συμπεριφέρονται και ενεργούν, ακόμη και στα μονοπάτια που ακολουθούν.

Τα παιδιά, προτού ενηλικιωθούν, δεν έχουν κανέναν τρόπο να αντισταθούν στο περιβάλλον διαβίωσης, στην κληρονομιά ή στην εκπαίδευση που τους δίνουν οι γονείς τους, αφού ακόμη είναι ανήλικα και δεν καταλαβαίνουν καλά τα πράγματα. Όταν λέω για την περίοδο πριν ενηλικιωθεί ένα παιδί, αναφέρομαι στην περίοδο που δεν μπορεί να σκεφτεί ή να αξιολογήσει μόνο του το σωστό και το λάθος. Υπό αυτές τις συνθήκες, το μόνο που μπορούν να κάνουν τα παιδιά είναι να αφεθούν στο έλεος των γονιών τους. Και ακριβώς επειδή οι γονείς είναι που αποφασίζουν για όλα πριν φτάσουν τα παιδιά τους στην ενηλικίωση, θα υιοθετήσουν, σ’ αυτήν τη μοχθηρή εποχή στην οποία βρισκόμαστε, αντίστοιχες μεθόδους διαπαιδαγώγησης, ιδέες και απόψεις που βασίζονται στις τάσεις της κοινωνίας, με τις οποίες θα παροτρύνουν τα παιδιά τους να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα. Για παράδειγμα, στην εποχή μας κυριαρχεί ο ανταγωνισμός στην κοινωνία. Το κλίμα που δημιουργούν οι διάφορες τάσεις και κοινές παραδοχές της κοινωνίας έχει επηρεάσει τους γονείς, οι οποίοι δέχονται το μήνυμα ότι ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και το μεταδίδουν αμέσως στα παιδιά τους. Αποδέχονται το φαινόμενο και την τάση ότι στην κοινωνία επικρατεί σκληρός ανταγωνισμός, και αυτό τους ασκεί πίεση. Νιώθοντας αυτήν την πίεση, σκέφτονται αμέσως τα παιδιά τους και λένε: «Στις μέρες μας επικρατεί πολύ σκληρός ανταγωνισμός στην κοινωνία, δεν ήταν έτσι όταν ήμαστε εμείς νέοι. Αν τα παιδιά μας σπουδάσουν, δουλέψουν και προσεγγίσουν την κοινωνία, τους ανθρώπους και τα πράγματα όπως κάναμε εμείς, τότε πολύ γρήγορα θα αποκλειστούν απ’ την κοινωνία. Πρέπει, λοιπόν, να αρχίσουμε να τα εκπαιδεύουμε από τώρα που είναι ακόμα μικρά —δεν γίνεται να τα αφήσουμε να χάσουν πριν ξεκινήσει καλά καλά ο αγώνας». Στην εποχή μας, ο ανταγωνισμός στην κοινωνία είναι πολύ σκληρός και όλοι οι άνθρωποι τρέφουν μεγάλες ελπίδες για τα παιδιά τους, κι έτσι μεταδίδουν πολύ γρήγορα αυτήν την πίεση που δέχονται από την κοινωνία στα παιδιά τους. Όμως, το γνωρίζουν αυτό τα παιδιά τους; Εφόσον είναι ακόμα ανήλικα, δεν έχουν ιδέα γι’ αυτό. Δεν ξέρουν αν είναι σωστή ή λανθασμένη αυτή η πίεση που προέρχεται από τους γονείς τους, δεν ξέρουν αν πρέπει να την απορρίψουν ή να την αποδεχτούν. Και όταν οι γονείς δουν τα παιδιά τους να ενεργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα μαλώνουν: «Πώς γίνεται να είσαι τόσο ανόητος; Στις μέρες μας επικρατεί στην κοινωνία πολύ σκληρός ανταγωνισμός κι εσύ δεν έχεις καταλάβει το παραμικρό. Τρέξε να πας στο νηπιαγωγείο!» Πόσο χρονών πηγαίνουν τα παιδιά στο νηπιαγωγείο; Κάποια ξεκινάνε τριών ή τεσσάρων χρονών. Για ποιον λόγο; Υπάρχει μια φράση που κυκλοφορεί σήμερα στην κοινωνία: Μην αφήνεις τα παιδιά σου να χάσουν πριν ακόμα ξεκινήσει ο αγώνας, η εκπαίδευση πρέπει να ξεκινάει από πολύ μικρή ηλικία. Βλέπεις, τα μικρά παιδιά υποφέρουν και ξεκινάνε το νηπιαγωγείο από τριών ή τεσσάρων χρονών. Και τι νηπιαγωγείο διαλέγουν οι άνθρωποι; Στα συνηθισμένα νηπιαγωγεία, οι εκπαιδευτικοί συνήθως παίζουν με τα παιδιά παιχνίδια όπως «Ο αετός και οι κότες», κι έτσι οι γονείς πιστεύουν ότι δεν πρέπει να διαλέξουν ένα τέτοιο νηπιαγωγείο. Θεωρούν ότι το καλύτερο είναι να διαλέξουν ένα σπουδαίο, δίγλωσσο νηπιαγωγείο. Και πιστεύουν ότι δεν φτάνει να ξέρουν τα παιδιά τους μόνο μία γλώσσα. Πριν ακόμα μάθουν καλά καλά να μιλάνε τη μητρική τους, αναγκάζονται να μάθουν και δεύτερη. Δεν τα δυσκολεύει αυτό τα παιδιά; Τι λένε, όμως, οι γονείς; «Δεν γίνεται να αφήσουμε το παιδί μας να χάσει πριν ακόμα ξεκινήσει ο αγώνας. Στις μέρες μας, είναι κάποια παιδιά ενός έτους που νταντάδες στο σπίτι τούς κάνουν μάθημα. Οι γονείς τους μιλάνε μία γλώσσα και η νταντά μιλά μια δεύτερη, κι έτσι τα παιδιά μαθαίνουν αγγλικά, ισπανικά ή πορτογαλικά. Το δικό μας το παιδί έχει φτάσει στα τέσσερα, είναι ήδη λίγο μεγάλο. Αν δεν αρχίσουμε τώρα να του μαθαίνουμε μια δεύτερη γλώσσα, μετά θα είναι πολύ αργά. Πρέπει να αρχίσουμε τη διαπαιδαγώγησή του το συντομότερο δυνατό και να βρούμε ένα νηπιαγωγείο που να λειτουργεί με διδασκαλία σε δύο γλώσσες, στο οποίο οι εκπαιδευτικοί θα έχουν πτυχίο και μεταπτυχιακό». Οι άλλοι τους λένε: «Ένα τέτοιο σχολείο είναι πολύ ακριβό». Εκείνοι απαντούν: «Δεν πειράζει. Έχουμε μεγάλο σπίτι· ας μετακομίσουμε σε ένα μικρότερο. Θα πουλήσουμε το σπίτι μας, που είναι τεσσάρι, και θα αγοράσουμε ένα τριάρι. Με τα χρήματα που θα εξοικονομήσουμε θα στείλουμε το παιδί μας σε ένα σπουδαίο νηπιαγωγείο». Και δεν τους φτάνει να διαλέξουν ένα καλό νηπιαγωγείο, θεωρούν απαραίτητο να βρουν και δασκάλους για να διαβάσουν τα παιδιά τους για τη Μαθηματική Ολυμπιάδα στον ελεύθερο χρόνο τους. Ακόμα κι αν τα παιδιά δεν το θέλουν καθόλου, αναγκάζονται να το κάνουν, και αν δεν τα καταφέρνουν σ’ αυτό, τότε θα μάθουν χορό. Αν δεν έχουν κλίση στον χορό, τότε θα μάθουν να τραγουδούν, και αν δεν είναι καλά στο τραγούδι, και οι γονείς τους θεωρήσουν ότι έχουν καλή σιλουέτα και μακριά χέρια και πόδια, τότε ίσως να σκεφτούν να τα κάνουν μοντέλα και να τα στείλουν σε σχολή για να σπουδάσουν μόντελινγκ. Έτσι, αρχίζουν να στέλνουν τα παιδιά σε οικοτροφεία από την ηλικία των τεσσάρων ή πέντε χρονών, φεύγουν από σπίτια τεσσάρια και πάνε σε τριάρια, από τριάρια σε δυάρια, κι από δυάρια πάνε να μείνουν στο νοίκι. Τα ιδιαίτερα μαθήματα που κάνουν τα παιδιά τους εκτός σχολείου γίνονται ολοένα και περισσότερα, και τα σπίτια τους γίνονται ολοένα και μικρότερα. Μάλιστα, είναι και κάποιοι γονείς που μετακομίζουν με την οικογένειά τους στον νότο, στον βορρά, πηγαίνουν πέρα δώθε, και όλα αυτά για να βρουν καλά σχολεία για τα παιδιά τους. Στο τέλος, δεν ξέρουν πού αλλού να πάνε, τα παιδιά τους δεν ξέρουν ποια είναι η πατρίδα τους και επικρατεί ένα χάος. Οι γονείς πληρώνουν μεγάλο τίμημα πριν φτάσουν τα παιδιά τους στην ενηλικίωση για το μέλλον των παιδιών τους, για να μην χάσουν πριν καν ξεκινήσει ο αγώνας και για να μπορέσουν να προσαρμοστούν σε αυτήν την όλο και πιο ανταγωνιστική κοινωνία και να βρουν στο μέλλον μια καλή δουλειά και ένα σταθερό εισόδημα. Κάποιοι γονείς είναι εξαιρετικά ικανοί, διευθύνουν μεγάλες επιχειρήσεις ή είναι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι και κάνουν μεγάλες, τεράστιες επενδύσεις για τα παιδιά τους. Κάποιοι άλλοι δεν είναι τόσο ικανοί, αλλά όπως και οι υπόλοιποι άνθρωποι, θέλουν κι αυτοί να στείλουν τα παιδιά τους σε καλά σχολεία, να τους κάνουν ιδιαίτερα μετά το σχολείο, να τα στείλουν σε μαθήματα χορού ή ζωγραφικής, να μάθουν ξένες γλώσσες και μουσική, κι έτσι τα πιέζουν και τα ζορίζουν πολύ. Τότε εκείνα σκέφτονται: «Πότε θα με αφήσουν να παίξω λίγο; Ανυπομονώ να μεγαλώσω και να μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, όπως οι ενήλικες. Πότε δεν θα χρειάζεται πια να πηγαίνω σχολείο, όπως οι ενήλικες; Πότε θα μπορώ να δω λίγη τηλεόραση, να χαλαρώσω το μυαλό μου και να πάω μια βόλτα μόνος μου, χωρίς τους γονείς μου να με τραβολογάνε από δω κι από κει;» Αλλά οι γονείς τους τους λένε πολλές φορές: «Αν δεν σπουδάσεις, τότε στο μέλλον θα αναγκαστείς να ζητιανεύεις για να φας. Κοίτα πόσο λίγες δυνατότητες έχεις! Δεν είναι ακόμα ώρα να παίξεις, θα παίξεις όταν μεγαλώσεις! Αν παίξεις τώρα, στο μέλλον θα είσαι αποτυχημένος· αν παίξεις αργότερα, τότε θα διασκεδάσεις πιο πολύ και πιο καλά, θα ταξιδέψεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν βλέπεις όλους αυτούς τους πλούσιους; Νομίζεις ότι αυτοί στα νιάτα τους έπαιζαν; Μόνο διάβαζαν». Είναι ψέματα αυτά που τους λένε οι γονείς τους. Μήπως είδαν με τα μάτια τους εκείνους τους πλούσιους μόνο να διαβάζουν και να μην παίζουν ποτέ; Το καταλαβαίνουν αυτό το ζήτημα; Κάποιοι από τους πιο πλούσιους και πιο εύπορους ανθρώπους στον κόσμο δεν σπούδασαν στο πανεπιστήμιο· είναι γεγονός αυτό. Κάποιες φορές, οι γονείς με τα λόγια τους κοροϊδεύουν απλώς τα παιδιά τους. Πριν εκείνα ενηλικιωθούν, οι γονείς λένε κάθε λογής ψέματα για να μπορέσουν να επηρεάσουν καλύτερα το μέλλον των παιδιών τους, να τα ελέγξουν και να τα κάνουν να τους υπακούσουν. Ασφαλώς, πονάνε και υποφέρουν κιόλας, και πληρώνουν και μεγάλο τίμημα γι’ αυτό. Και αυτή είναι η δήθεν «αξιέπαινη αγάπη του γονέα».

Οι γονείς, για να υλοποιήσουν τις προσδοκίες που έχουν από τους απογόνους τους, εναποθέτουν μεγάλες ελπίδες στα παιδιά τους κι έτσι όχι μόνο τα εκπαιδεύουν, τα καθοδηγούν και τα επηρεάζουν με τα λόγια τους, αλλά ταυτόχρονα έχουν και συγκεκριμένες πράξεις με τις οποίες προσπαθούν να ελέγξουν τα παιδιά τους και να τα κάνουν να τους υπακούνε, να βασίζουν τις πράξεις τους και τη ζωή τους στην τροχιά που έχουν ορίσει και στην πορεία που έχουν χαράξει οι ίδιοι. Είτε εκείνα θέλουν είτε δεν θέλουν να το κάνουν αυτό, το μόνο που λένε τελικά οι γονείς τους είναι το εξής: «Αν δεν με ακούσεις, θα το μετανιώσεις! Εάν δεν με υπακούσεις και δεν πάρεις σοβαρά τα μαθήματά σου τώρα, μια μέρα θα το μετανιώσεις, αλλά μην έρθεις τότε σ’ εμένα για να μου πεις ότι δεν σε προειδοποίησα!» Είχαμε πάει κάποτε σε ένα κτίριο για κάποιες δουλειές και είδαμε κάτι εργάτες να κουβαλάνε με μεγάλο κόπο μερικά έπιπλα στις σκάλες. Κάποια στιγμή, συνάντησαν μια μητέρα που κατέβαινε με τον γιο της από τις σκάλες. Τι θα έλεγε ένας κανονικός άνθρωπος αν έβλεπε αυτήν τη σκηνή; «Οι άνθρωποι κουβαλάνε έπιπλα, ας κάνουμε στην άκρη». Θα έπρεπε εκείνοι που κατέβαιναν να κάνουν γρήγορα στην άκρη για να μη σκοντάψουν πουθενά και να μην ενοχλήσουν τους εργάτες. Εκείνη η μητέρα, όμως, μόλις είδε τη σκηνή αυτή, βρήκε την ευκαιρία να ασκήσει βιωματική διδασκαλία. Θυμάμαι ακόμα πολύ καθαρά τα λόγια της. Τι είπε; Είπε: «Κοίτα πόσο βαριά είναι αυτά που κουβαλάνε και πόσο κουραστικό είναι. Όταν ήταν παιδιά, δεν έπαιρναν σοβαρά τα μαθήματά τους και τώρα δεν βρίσκουν καλές δουλειές, οπότε αναγκάζονται να κουβαλάνε έπιπλα και να δουλεύουν πολύ σκληρά. Το βλέπεις;» Το παιδάκι έμοιαζε να καταλαβαίνει λίγο και φάνηκε να πιστεύει ότι αυτά που έλεγε η μητέρα του ήταν σωστά. Στα μάτια του σχηματίστηκε μια έκφραση φόβου, τρόμου και πίστης, και κούνησε το κεφάλι του καταφατικά, κοιτάζοντας ξανά τους εργάτες. Η μητέρα επωφελήθηκε από την ευκαιρία που της παρουσιάστηκε για να κάνει κήρυγμα στον γιο της, λέγοντας: «Βλέπεις; Αν δεν πάρεις στα σοβαρά τα μαθήματά σου τώρα που είσαι μικρός, τότε όταν μεγαλώσεις, θα αναγκαστείς να κουβαλάς έπιπλα και να δουλεύεις πολύ σκληρά όπως αυτοί για να ζήσεις». Ήταν σωστές αυτές οι δηλώσεις; (Όχι.) Και πού ήταν το λάθος τους; Αυτή η μητέρα άδραξε την ευκαιρία για να κάνει κήρυγμα στον γιο της. Τι νομίζεις ότι σκέφτηκε ο γιος της όταν το άκουσε αυτό; Μπορούσε να διακρίνει αν ήταν σωστές ή λανθασμένες αυτές οι δηλώσεις; (Όχι.) Οπότε, τι σκέφτηκε; («Αν δεν πάρω στα σοβαρά τα μαθήματά μου, τότε στο μέλλον θα αναγκάζομαι να δουλεύω πολύ σκληρά σαν κι αυτούς».) Σκέφτηκε: «Ωχ όχι, όλοι όσοι είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν πολύ σκληρά δεν έπαιρναν τα μαθήματά τους στα σοβαρά. Πρέπει να ακούω τη μαμά μου και να τα πάω καλά στα μαθήματά μου. Η μαμά μου έχει δίκιο, όλοι όσοι δεν διαβάζουν αναγκάζονται να δουλεύουν πολύ σκληρά». Οι ιδέες που του μεταδίδει η μητέρα του μετατρέπονται μέσα του σε αλήθειες που θα πιστεύει για όλη του τη ζωή. Πείτε Μου, δεν είναι ανόητη αυτή η μητέρα; (Ναι, είναι.) Για ποιον λόγο λέμε ότι είναι ανόητη; Είναι σίγουρο ότι, αν εκμεταλλευτεί αυτό το θέμα για να υποχρεώσει τον γιο της να σπουδάσει, εκείνος θα καταφέρει κάτι; Θα διασφαλίσει ότι μελλοντικά δεν θα έχει ανάγκη να δουλεύει σκληρά και να ιδρώνει; Είναι σωστό να εκμεταλλεύεται αυτό το θέμα, αυτήν τη σκηνή, για να φοβίσει το γιο της; (Δεν είναι σωστό.) Με την πράξη αυτή θα ρίξει μια σκιά πάνω στο παιδί για όλη του τη ζωή και αυτό δεν είναι καλό. Ακόμη κι αν το παιδί μεγαλώνοντας αποκτήσει κάποια διάκριση σχετικά με τα λόγια της, και πάλι δύσκολο θα του είναι να βγάλει από την καρδιά του και από το υποσυνείδητό του αυτήν τη θεωρία που διατύπωσε η μητέρα του. Ως έναν βαθμό, αυτή η θεωρία θα παραπλανήσει και θα δεσμεύσει τις σκέψεις του, αλλά και θα κατευθύνει τις απόψεις του για διάφορα πράγματα. Οι περισσότερες προσδοκίες των γονιών από τα παιδιά τους προτού εκείνα ενηλικιωθούν είναι να διαβάζουν πολύ, να προσπαθούν σκληρά, να είναι επιμελή και να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους. Και γι’ αυτόν τον λόγο οι γονείς, πριν ενηλικιωθούν τα παιδιά τους, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος, κάνουν το παν για αυτά, θυσιάζουν τα νιάτα τους, τα χρόνια και τον καιρό τους, θυσιάζουν την υγεία τους και την κανονική τους ζωή, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς παραιτούνται ακόμη και από τη δουλειά τους, από τις παλιές τους φιλοδοξίες ή ακόμη και από την πίστη τους για να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους και να τα βοηθήσουν στο διάβασμα όσο πάνε σχολείο. Στην εκκλησία, είναι πολλοί εκείνοι που αναλώνουν όλον τους τον χρόνο με τα παιδιά τους και τα εκπαιδεύουν, θέλοντας να είναι στο πλάι τους μέχρι να ενηλικιωθούν, ώστε τα παιδιά τους στο μέλλον να πετύχουν στην καριέρα τους, να έχουν σταθερή δουλειά και όλα να κυλούν ομαλά στη δουλειά τους. Οι γονείς αυτοί δεν πηγαίνουν σε συναθροίσεις και δεν εκτελούν καθήκοντα. Μέσα τους έχουν κάποιες απαιτήσεις για την πίστη τους και διαθέτουν λίγη αποφασιστικότητα και φιλοδοξία, αλλά λόγω του ότι δεν μπορούν να εγκαταλείψουν τις προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους, αποφασίζουν να μείνουν μαζί τους μέχρι να ενηλικιωθούν, εγκαταλείποντας τα καθήκοντα που έχουν οι ίδιοι ως δημιουργήματα, αλλά και τις επιδιώξεις τους σχετικά με την πίστη τους. Και αυτό είναι το πιο τραγικό. Κάποιοι γονείς πληρώνουν μεγάλο τίμημα για να σπουδάσουν τα παιδιά τους ώστε να γίνουν ηθοποιοί, καλλιτέχνες, συγγραφείς ή επιστήμονες και για να τους επιτρέψουν να ικανοποιήσουν τις δικές τους προσδοκίες. Φεύγουν από τη δουλειά τους, παρατάνε την καριέρα τους και, κυρίως, εγκαταλείπουν τα όνειρα και τις απολαύσεις τους για να είναι μαζί με τα παιδιά τους. Είναι, μάλιστα, και κάποιοι γονείς που για χάρη των παιδιών τους εγκαταλείπουν ακόμα και τον γάμο τους. Μόλις πάρουν διαζύγιο, επωμίζονται μόνοι τους το βαρύ φορτίο της ανατροφής και της εκπαίδευσης των παιδιών τους, αφιερώνοντας όλη τη ζωή τους στα παιδιά τους και στο δικό τους μέλλον, ώστε να καταφέρουν να υλοποιήσουν τις προσδοκίες που έχουν από αυτά. Άλλοι γονείς κάνουν πάρα πολλά πράγματα που δεν πρέπει να κάνουν, πληρώνουν πολλές φορές αχρείαστο τίμημα, θυσιάζουν τον χρόνο τους, την υγεία τους και τις επιδιώξεις τους μέχρι να ενηλικιωθούν τα παιδιά τους, με στόχο εκείνα να πάνε μπροστά στον κόσμο μελλοντικά και να καθιερωθούν στην κοινωνία. Αυτά, από τη μια πλευρά, αποτελούν άσκοπες θυσίες για τους γονείς. Από την άλλη πλευρά, από την οπτική των παιδιών, αυτές οι προσεγγίσεις τούς ασκούν τεράστια πίεση και είναι τεράστιο φορτίο γι’ αυτά πριν την ενηλικίωση, και ο λόγος είναι ότι οι γονείς τους έχουν πληρώσει πάρα πολλές φορές κάποιο τίμημα, έχουν δαπανήσει πάρα πολλά, είτε σε χρήμα είτε σε χρόνο είτε σε ενέργεια. Πριν, όμως, φτάσουν αυτά τα παιδιά στην ενηλικίωση και ενώ ακόμα δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το σωστό από το λάθος, δεν έχουν καμία επιλογή· το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να αφήσουν τους γονείς τους να ενεργούν έτσι. Ακόμη και να έχουν στην άκρη του μυαλού τους κάποιες σκέψεις, δεν παύουν να πειθαρχούν στις πράξεις των γονιών τους, και τελικά όλα αυτά τα οδηγούν χωρίς να το καταλαβαίνουν να πιστεύουν ότι οι γονείς τους για να τα εκπαιδεύσουν έχουν πληρώσει τεράστιο τίμημα και ότι δεν θα καταφέρουν να τους ξεπληρώσουν ή να τους αποζημιώσουν πλήρως σ’ αυτήν τη ζωή. Κι έτσι, όσο καιρό τα εκπαιδεύουν οι γονείς τους και είναι στο πλάι τους, νομίζουν πως το μόνο που μπορούν να κάνουν, τα μοναδικά πράγματα που μπορούν να πραγματοποιήσουν για να ξεπληρώσουν τους γονείς τους, είναι να τους κάνουν ευτυχισμένους, να σημειώσουν σπουδαία επιτεύγματα για να τους ικανοποιήσουν και να μην τους απογοητεύσουν. Οι γονείς, από την άλλη, την περίοδο μέχρι την ενηλικίωση των παιδιών τους, εφόσον έχουν πληρώσει τέτοιο τίμημα και ενώ οι προσδοκίες τους από τα παιδιά τους αυξάνονται όλο και περισσότερο, αρχίζουν να αναπτύσσουν μια νοοτροπία απαιτήσεων από εκείνα. Δηλαδή, αφού έχουν πληρώσει τόσες φορές αυτό το λεγόμενο τίμημα και αφού έχουν κάνει αυτές τις λεγόμενες δαπάνες, απαιτούν από τα παιδιά τους να πετύχουν και να καταφέρουν σπουδαία πράγματα για να τους το ξεπληρώσουν. Είτε, λοιπόν, το εξετάζουμε από την οπτική του γονιού είτε από του παιδιού, στο πλαίσιο της σχέσης του «δαπανώ για κάποιον» και του «δαπανούν για μένα», οι προσδοκίες που έχουν οι γονείς για τα παιδιά τους γίνονται όλο και μεγαλύτερες. «Οι προσδοκίες τους γίνονται όλο και μεγαλύτερες»· πολύ ωραία διατύπωση. Οι γονείς, στην πραγματικότητα, όσο περισσότερο δαπανούν και όσο περισσότερες θυσίες κάνουν τόσο περισσότερο πιστεύουν κατά βάθος ότι τα παιδιά τους πρέπει να τους το ξεπληρώσουν με την επιτυχία τους και, παράλληλα, τόσο περισσότερο πιστεύουν ότι τα παιδιά τους τους χρωστάνε. Όσο περισσότερα δαπανούν οι γονείς και όσο περισσότερες είναι οι ελπίδες τους τόσο μεγαλύτερες γίνονται οι προσδοκίες τους και τόσο αυξάνονται οι προσδοκίες τους ότι τα παιδιά τους θα τους το ξεπληρώσουν. Οι προσδοκίες των γονιών από τους απογόνους τους πριν εκείνοι ενηλικιωθούν, από το «Πρέπει να μάθουν πολλά πράγματα, δεν γίνεται να χάσουν πριν καν ξεκινήσει ο αγώνας» μέχρι το «Όταν μεγαλώσουν, πρέπει να πάνε μπροστά στον κόσμο και να καθιερωθούν στην κοινωνία», μετατρέπονται σιγά σιγά σε απαίτηση από τα παιδιά τους. Η απαίτηση αυτή είναι η εξής: Αφού μεγαλώσεις και καθιερωθείς στην κοινωνία, μην ξεχάσεις τις ρίζες σου, μην ξεχάσεις τους γονείς σου, οι γονείς σου είναι αυτοί που πρέπει να ξεπληρώσεις πρώτα, οφείλεις να τους δείξεις την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί και να τους βοηθήσεις να ζήσουν μια καλή ζωή, καθώς είναι οι ευεργέτες σου σ’ αυτόν τον κόσμο, είναι αυτοί που σε εκπαίδευσαν. Αφού το γεγονός ότι τώρα έχεις καθιερωθεί στην κοινωνία, όπως επίσης και ό,τι απολαμβάνεις, ό,τι έχεις στην κατοχή σου, όλα αυτά έχουν αγοραστεί με τις κοπιαστικές προσπάθειες των γονιών σου, για το υπόλοιπο της ζωής σου θα πρέπει να προσπαθείς να τους το ξεπληρώσεις, να τους αποζημιώσεις και να είσαι καλός απέναντί τους. Οι προσδοκίες των γονιών από τα παιδιά τους πριν εκείνα ενηλικιωθούν —ότι θα καθιερωθούν στην κοινωνία και θα πάνε μπροστά στον κόσμο— έχουν αυτήν την εξέλιξη, δηλαδή σιγά σιγά μετατρέπονται από μια πολύ φυσιολογική προσδοκία εκ μέρους των γονιών σε μια απαίτηση και προσμονή κάποιου ανταλλάγματος από τα παιδιά τους. Ας υποθέσουμε ότι τα παιδιά τους, πριν ενηλικιωθούν, δεν έχουν καλούς βαθμούς· ας πούμε ότι κάνουν την επανάστασή τους, ότι δεν θέλουν να σπουδάσουν και να υπακούσουν στους γονείς τους και τους παρακούνε. Οι γονείς τους θα πουν: «Νομίζεις ότι μου έρχονται όλα εύκολα; Για ποιον πιστεύεις ότι τα κάνω όλα αυτά; Για το καλό σου τα κάνω, έτσι; Για σένα κάνω τα πάντα κι εσύ δεν το εκτιμάς. Είσαι ανόητος;» Εκφοβίζουν τα παιδιά τους και τα κρατούν ομήρους με αυτά τα λόγια. Είναι σωστή αυτή η προσέγγιση; (Όχι.) Δεν είναι σωστή. Αυτή η «ευγενής» πλευρά των γονιών είναι ταυτόχρονα και η κατάπτυστη πλευρά τους. Και ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα σ’ αυτά τα λόγια; (Οι προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους και η εκπαίδευση των παιδιών τους είναι μονόπλευρα εγχειρήματα. Ασκούν στα παιδιά τους πίεση, τα αναγκάζουν να σπουδάσουν το ένα και το άλλο, έτσι ώστε να έχουν καλές προοπτικές, να κάνουν τους γονείς τους περήφανους και να τους δείξουν την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί. Στην πραγματικότητα, οι γονείς τα κάνουν όλα για τον εαυτό τους.) Αν παραμερίσουμε τον εγωκεντρισμό και τον εγωισμό των γονιών και αναφερθούμε απλώς στις ιδέες με τις οποίες γαλουχούν τα παιδιά τους πριν εκείνα φτάσουν στην ενηλικίωση, αλλά και στην πίεση που τους ασκούν όταν απαιτούν απ’ αυτά να σπουδάσουν το τάδε αντικείμενο, να ακολουθήσουν την τάδε καριέρα όταν μεγαλώσουν και να σημειώσουν την τάδε επιτυχία, ποια είναι η φύση των συγκεκριμένων προσεγγίσεων; Για την ώρα δεν πρόκειται να αξιολογήσουμε γιατί τα κάνουν αυτά οι γονείς ή αν είναι ή δεν είναι σωστές αυτές οι προσεγγίσεις. Πρώτα θα κάνουμε συναναστροφή και θα αναλύσουμε τη φύση αυτών των προσεγγίσεων, και θα βρούμε ένα πιο ακριβές μονοπάτι άσκησης που θα βασίζεται στην ανάλυσή μας για την ουσία τους. Αν συναναστραφούμε πάνω σ’ αυτήν την πτυχή της αλήθειας και την καταλάβουμε από αυτήν την οπτική, θα είναι πολύ σωστό.

Κατ’ αρχάς, είναι σωστές ή λανθασμένες αυτές οι απαιτήσεις και προσεγγίσεις που έχουν οι γονείς όσον αφορά τα παιδιά τους; (Λανθασμένες.) Τελικά, λοιπόν, τι φταίει για τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν οι γονείς τα παιδιά τους; Δεν είναι οι προσδοκίες που έχουν από αυτά; (Ναι.) Μέσα στην υποκειμενική τους συνείδηση, οι γονείς οραματίζονται, σχεδιάζουν και αποφασίζουν διάφορα πράγματα για το μέλλον των παιδιών τους κι έτσι γεννιούνται αυτές οι προσδοκίες. Καθοδηγούμενοι απ’ αυτές, απαιτούν απ’ τα παιδιά τους να αποκτήσουν διάφορες δεξιότητες, να ασχοληθούν με το θέατρο, τον χορό, τη ζωγραφική και ούτω καθεξής. Έχουν την απαίτηση τα παιδιά τους να γίνουν ταλαντούχα και να είναι πάντα προϊστάμενοι, όχι υφιστάμενοι. Έχουν την απαίτηση τα παιδιά τους να γίνουν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι και όχι υπαλληλίσκοι· να γίνουν διευθυντές, διευθύνοντες σύμβουλοι και διευθυντικά στελέχη, να δουλέψουν σε μια από τις 500 κορυφαίες εταιρείες παγκοσμίως ή κάτι παρόμοιο. Όλα αυτά είναι υποκειμενικές ιδέες των γονιών. Μήπως τα παιδιά, πριν ενηλικιωθούν, έχουν την παραμικρή ιδέα για το τι περιλαμβάνουν οι προσδοκίες των γονιών τους; (Όχι.) Δεν αντιλαμβάνονται καθόλου αυτά τα πράγματα, δεν τα καταλαβαίνουν. Και τι καταλαβαίνουν τα μικρά παιδιά; Το μόνο που καταλαβαίνουν είναι το να πάνε σχολείο για να μάθουν να διαβάζουν, να μελετούν σκληρά και να είναι καλά, φρόνιμα παιδιά. Αυτό από μόνο του αρκεί. Αυτά που καταλαβαίνουν τα παιδιά είναι το να πηγαίνουν σχολείο για να κάνουν τα μαθήματα που λέει το πρόγραμμα και μετά να γυρίσουν σπίτι για να διαβάσουν τα μαθήματά τους. Τα υπόλοιπα αφορούν απλώς το παιχνίδι, το φαγητό, τις φαντασιώσεις, τα όνειρα και ούτω καθεξής. Τα παιδιά, πριν ενηλικιωθούν, δεν αντιλαμβάνονται καθόλου τα άγνωστα πράγματα που υπάρχουν στο μονοπάτι της ζωής τους και ούτε οραματίζονται τίποτα γι’ αυτά. Όλα όσα σχεδιάζονται ή αποφασίζονται για μετά την ενηλικίωσή τους προέρχονται από τους γονείς τους. Άρα, δεν έχουν καμία σχέση με τα παιδιά οι λανθασμένες προσδοκίες των γονιών τους. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουν τα παιδιά είναι να διακρίνουν την ουσία των προσδοκιών των γονιών τους. Και σε τι βασίζονται οι προσδοκίες αυτές; Από πού προέρχονται; Από την κοινωνία και τον κόσμο. Σκοπός όλων αυτών των προσδοκιών των γονιών είναι τα παιδιά να προσαρμοστούν σ’ αυτόν τον κόσμο και στην κοινωνία, να μην αποκλειστούν απ’ τον κόσμο ή απ’ την κοινωνία και να εδραιωθούν σ’ αυτήν, να βρουν μια σίγουρη δουλειά, να αποκτήσουν σταθερή οικογένεια και σταθερό μέλλον. Οπότε, οι γονείς έχουν διάφορες υποκειμενικές προσδοκίες από τους απογόνους τους. Στην εποχή μας, για παράδειγμα, έχει πολλή πέραση το επάγγελμα του μηχανικού υπολογιστών. Κάποιοι λένε: «Το παιδί μου όταν μεγαλώσει θα γίνει μηχανικός υπολογιστών. Με μια τέτοια δουλειά θα βγάλει πολλά λεφτά, θα έχει όλη μέρα μαζί του έναν υπολογιστή και θα ασχολείται με τη μηχανική υπολογιστών. Έτσι, θα αποκτήσω κι εγώ κύρος!» Υπό αυτές τις συνθήκες, όπου τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται τίποτα, το μέλλον τους το αποφασίζουν οι γονείς τους. Δεν είναι λάθος αυτό; (Είναι.) Οι ελπίδες των γονιών για τα παιδιά τους βασίζονται αποκλειστικά στο πώς οι ενήλικες βλέπουν τα πράγματα, στις απόψεις, την οπτική γωνία και τις προτιμήσεις των ενηλίκων για τα ζητήματα του κόσμου. Δεν είναι υποκειμενικό κάτι τέτοιο; (Ναι.) Αν ήθελες να το θέσεις ευγενικά, θα έλεγες ότι είναι υποκειμενικό, αλλά στην πραγματικότητα τι είναι; Πώς αλλιώς ερμηνεύεται η υποκειμενικότητα αυτή; Δεν είναι εγωισμός; Δεν είναι εξαναγκασμός; (Είναι.) Εσένα σου αρέσει η τάδε ή η δείνα δουλειά και καριέρα, μπορεί να απολαμβάνεις την καταξίωση, τη μεγάλη ζωή, τη θέση του αξιωματούχου ή τα πλούτη, κι έτσι αναγκάζεις και τα παιδιά σου να κάνουν αυτά τα πράγματα, να γίνουν κι αυτά τέτοιοι άνθρωποι και να βαδίζουν σε τέτοια μονοπάτια. Αναρωτιέσαι όμως αν, όταν μεγαλώσουν, θα τους αρέσει να ζουν σ’ αυτό το περιβάλλον και να κάνουν αυτήν τη δουλειά; Τους ταιριάζει; Ποια είναι η μοίρα τους; Ποιες είναι οι διευθετήσεις και αποφάσεις του Θεού γι’ αυτά; Ξέρεις; Κάποιοι λένε: «Δεν με νοιάζουν αυτά τα πράγματα, σημασία έχει τι μου αρέσει εμένα, που είμαι ο γονιός τους. Θα βασίσω τις ελπίδες μου γι’ αυτά στις δικές μου προτιμήσεις». Δεν είναι πολύ εγωιστικό αυτό; (Είναι.) Είναι εξαιρετικά εγωιστικό! Για να το θέσω ευγενικά, είναι κάτι πολύ υποκειμενικό, αφού έτσι παίρνουν οι γονείς όλες τις αποφάσεις για τα παιδιά τους, αλλά στην πραγματικότητα τι είναι; Είναι πάρα πολύ εγωιστικό! Οι γονείς αυτοί δεν κοιτάνε το επίπεδο και τα χαρίσματα των παιδιών τους, δεν τους νοιάζουν οι διευθετήσεις του Θεού για τη μοίρα και τη ζωή του καθενός. Δεν τα σκέφτονται αυτά· το μόνο που κάνουν είναι να επιβάλλουν μέσω των ευσεβών τους πόθων τις δικές τους προτιμήσεις, προθέσεις και σχέδια στα παιδιά τους. Κάποιοι λένε: «Το παιδί μου πρέπει να τα κάνει αυτά τα πράγματα, έστω και με το ζόρι. Είναι πολύ μικρό και δεν καταλαβαίνει, και μέχρι να καταλάβει, θα είναι πολύ αργά». Έτσι είναι; (Όχι.) Αν είναι πράγματι πολύ αργά, τότε αυτή είναι η μοίρα τους και οι γονείς τους δεν έχουν καμία ευθύνη. Θα καταλάβουν τα παιδιά σου πιο γρήγορα αν τους επιβάλεις αυτά που καταλαβαίνεις μόνο και μόνο επειδή τα καταλαβαίνεις εσύ; (Όχι.) Δεν έχει καμία απολύτως σχέση το πώς διαπαιδαγωγούν οι γονείς τα παιδιά τους με το πότε θα καταλάβουν εκείνα διάφορα πράγματα, όπως το ποιο μονοπάτι να διαλέξουν για τη ζωή τους, τι δουλειά να κάνουν και πώς θα είναι η ζωή τους. Έχουν το καθένα το δικό του μονοπάτι, τους δικούς του ρυθμούς και τους δικούς του νόμους. Για σκέψου το: Όταν τα παιδιά είναι μικρά, όπως κι αν τα διαπαιδαγωγήσουν οι γονείς τους, οι γνώσεις τους για την κοινωνία είναι ανύπαρκτες. Μόνο όταν ωριμάσει η ανθρώπινη φύση τους θα καταλάβουν πόσο ανταγωνιστική, πολύπλοκη και σκοτεινή είναι η κοινωνία, καθώς και τις διάφορες αδικίες που υπάρχουν σ’ αυτήν. Κάτι τέτοιο δεν μπορούν να το μάθουν οι γονείς στα παιδιά τους όταν είναι πολύ μικρά. Ακόμα κι αν τους μάθουν από μικρά την εξής πρακτική: «Στις επαφές σου με τους ανθρώπους, δεν πρέπει να τα φανερώνεις όλα», αυτά απλώς θα το εκλάβουν ως κάποιου είδους δόγμα. Όταν μπορέσουν στ’ αλήθεια να κάνουν αυτά που τα συμβουλεύουν οι γονείς τους, τότε θα τα καταλάβουν πραγματικά. Αν δεν καταλαβαίνουν τις συμβουλές των γονιών τους, τότε όσο κι αν εκείνοι προσπαθούν να τους μάθουν κάτι, αυτό θα παραμείνει γι’ αυτά απλώς ένα δόγμα. Είναι, λοιπόν, βάσιμη η ιδέα που έχουν οι γονείς: «Ο κόσμος είναι πολύ ανταγωνιστικός και οι άνθρωποι δέχονται μεγάλη πίεση· αν δεν αρχίσω να διδάσκω τα παιδιά μου από όταν είναι πολύ μικρά, τότε στο μέλλον θα βασανιστούν και θα πονέσουν πολύ»; (Όχι.) Όταν αναγκάζεις τα παιδιά σου να επωμιστούν αυτήν την πίεση από πολύ νωρίς, από μια ηλικία που ακόμα δεν καταλαβαίνουν τίποτα, με σκοπό να υποφέρουν λιγότερο στο μέλλον, δεν είναι βλαβερό αυτό; Το κάνεις στ’ αλήθεια για το καλό τους; Καλύτερα να μην τα καταλαβαίνουν αυτά τα πράγματα, ώστε να ζήσουν μερικά χρόνια άνετα, ευτυχισμένα, αγνά και απλά. Αν μπορούσαν από μικρά να καταλάβουν αυτά τα πράγματα, αυτό θα ήταν ευλογία ή δυστυχία; (Δυστυχία.) Ναι, θα ήταν δυστυχία.

Το τι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι σε κάθε περίοδο της ζωής τους εξαρτάται από την ηλικία τους και την ωριμότητα της ανθρώπινης φύσης τους, όχι από το πώς τους διαπαιδαγωγούν οι γονείς τους. Τα παιδιά, πριν ενηλικιωθούν, πρέπει απλώς να παίζουν, να παίρνουν λίγες απλές γνώσεις και να λαμβάνουν τη στοιχειώδη σχολική εκπαίδευση, να μαθαίνουν διάφορα πράγματα, να μαθαίνουν πώς να είναι στις επαφές τους με τα άλλα παιδιά και πώς να τα πηγαίνουν καλά με τους ενήλικες, καθώς και πώς να αντιμετωπίζουν διάφορα πράγματα γύρω τους τα οποία δεν καταλαβαίνουν. Πριν ενηλικιωθούν, οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν πράγματα που δεν είναι για ενήλικες. Δεν θα πρέπει να επωμίζονται την πίεση, τους κανόνες του παιχνιδιού ή τα σύνθετα πράγματα που αφορούν τους ενήλικες. Για τους ανθρώπους που δεν έχουν ενηλικιωθεί ακόμα, αυτά τα πράγματα δεν είναι ευλογία, τους βλάπτουν ψυχολογικά. Όσο νωρίτερα μάθουν γι’ αυτά τα πράγματα που αφορούν τους ενήλικες τόσο μεγαλύτερο πλήγμα δέχεται το νεανικό τους μυαλό. Όλα αυτά όχι μόνο δεν βοηθάνε καθόλου τους ανθρώπους όταν ενηλικιωθούν όσον αφορά τη ζωή ή την ύπαρξή τους, αλλά αντίθετα, επειδή τα μαθαίνουν ή τα συναντάνε πολύ νωρίς, τους γίνονται φορτίο και ρίχνουν μια αόρατη σκιά στο νεανικό τους μυαλό, τόσο πολύ που μπορεί να τα στοιχειώνουν μια ολόκληρη ζωή. Αν κάτσεις και το σκεφτείς, όταν οι πολλοί νέοι άνθρωποι ακούσουν κάτι τρομερό, κάτι που δεν μπορούν να αποδεχτούν, κάτι που είναι για ενήλικες και δεν θα μπορούσαν ποτέ να το φανταστούν ή να το καταλάβουν, εκείνη η σκηνή ή εκείνο το ζήτημα, ακόμα και οι άνθρωποι, τα πράγματα και τα λόγια που σχετίζονται μ’ αυτό, θα τους ακολουθούν για μια ζωή. Θα είναι σαν να έχει πέσει πάνω τους μια σκιά, η οποία θα επηρεάσει την προσωπικότητά τους, αλλά και τους τρόπους με τους οποίους φέρονται στη ζωή τους. Για παράδειγμα, όλα τα παιδιά, όταν είναι έξι ή εφτά χρονών, είναι λίγο ατίθασα. Ας υποθέσουμε ότι ένας δάσκαλος μαλώνει ένα παιδί επειδή στο μάθημα μιλούσε με τον συμμαθητή του, και μάλιστα δεν το μαλώνει με τρόπο αντικειμενικό, αλλά του εξαπολύει προσωπική επίθεση, του λέει ότι έχει φάτσα νυφίτσας και μάτια αρουραίου, ενώ του λέει ακόμα και αυτά τα λόγια: «Δεν έχεις καθόλου προοπτικές. Μια ζωή αποτυχημένος θα είσαι! Αν δεν διαβάσεις σκληρά, θα γίνεις ένας απλός εργάτης. Στο μέλλον θα αναγκάζεσαι να ζητιανεύεις για να φας! Μοιάζεις με κλέφτη, έχεις τη στόφα του κλέφτη!» Το παιδί δεν καταλαβαίνει αυτά τα λόγια και δεν αντιλαμβάνεται για ποιον λόγο τα λέει αυτά ο δάσκαλος ή αν ισχύουν στ’ αλήθεια. Ωστόσο, αυτή η προσωπική επίθεση θα γίνει μέσα του μια αόρατη, σατανική δύναμη που θα τσακίσει την αυτοεκτίμησή του και θα το πληγώσει. «Έχεις φάτσα νυφίτσας, μάτια αρουραίου και μικροσκοπικό κεφάλι!» Αυτά τα λόγια που είπε ο δάσκαλός του και ήταν προσωπική επίθεση θα ακολουθούν το παιδί για όλη του τη ζωή. Στο μέλλον, όταν είναι να αποφασίσει τι δουλειά θα κάνει, όταν έρχεται αντιμέτωπος με τους ανωτέρους του και τους συναδέλφους του και όταν αντικρύζει τους αδελφούς και τις αδελφές του, τα λόγια της προσωπικής επίθεσης του δασκάλου του θα ξανάρχονται κάποιες φορές στο μυαλό του και θα επηρεάζουν τα συναισθήματα και τη ζωή του. Εννοείται πως και ορισμένες από τις ανάρμοστες προσδοκίες που έχουν οι γονείς σου από σένα, αλλά και κάποια από τα συναισθήματα, τα μηνύματα, τα λόγια, τις σκέψεις, τις απόψεις και άλλα παρόμοια πράγματα που σου έχουν μεταβιβάσει, έχουν ρίξει κι αυτά μια σκιά στο νεανικό σου μυαλό. Οι γονείς σου, από την οπτική της υποκειμενικής τους συνείδησης, δεν έχουν κακές προθέσεις. Λόγω της άγνοιάς τους, όμως, κι επειδή είναι διεφθαρμένοι, δεν σου φέρονται με τις κατάλληλες μεθόδους που είναι σύμφωνες με τις αρχές. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να σου φέρονται σύμφωνα με τις κοσμικές τάσεις, πράγμα που οδηγεί τελικά στο να σου μεταδώσουν διάφορα αρνητικά μηνύματα και συναισθήματα. Όταν δεν έχεις καθόλου διάκριση, αυτά που σου λένε οι γονείς σου κι όλες οι λανθασμένες ιδέες που σου καλλιεργούν και σου περνάνε, κυριαρχούν μέσα σου, επειδή είναι τα πρώτα πράγματα στα οποία εκτίθεσαι. Αυτά γίνονται ο στόχος που επιδιώκεις και για τον οποίο πασχίζεις μια ζωή. Οι προσδοκίες που έχουν από σένα οι γονείς σου πριν ενηλικιωθείς προκαλούν πλήγμα και ζημιά στο νεανικό σου μυαλό. Εσύ, όμως, συνεχίζεις να ζεις επιβαρυμένος από τις προσδοκίες των γονιών σου και από το τίμημα που έχουν πληρώσει για σένα, κατανοείς το θέλημά τους, ενώ αποδέχεσαι όλα τα καλά που έχουν κάνει για σένα και τους ευχαριστείς γι’ αυτά. Μόλις αποδεχτείς το όποιο τίμημα έχουν πληρώσει και τις διάφορες θυσίες που έχουν κάνει για σένα, νιώθεις ότι έχεις κάποιο χρέος απέναντί τους και κατά βάθος ντρέπεσαι να τους αντικρύσεις, ενώ πιστεύεις ότι, όταν μεγαλώσεις, θα πρέπει να τους το ξεπληρώσεις. Να ξεπληρώσεις τι; Τις παράλογες προσδοκίες που έχουν από σένα; Τη ζημιά που σου προκάλεσαν πριν προλάβεις να ενηλικιωθείς; Μήπως μπερδεύεις το άσπρο με το μαύρο; Στην πραγματικότητα, αν εξετάσουμε τη ρίζα και την ουσία του ζητήματος αυτού, οι προσδοκίες που έχουν από σένα οι γονείς σου είναι εντελώς υποκειμενικές, δεν είναι παρά ευσεβείς πόθοι. Σε καμία περίπτωση δεν είναι πράγματα που πρέπει να έχει ένα παιδί, να τα κάνει πράξη ή να τα βιώνει, και ούτε τα χρειάζεται. Προκειμένου να ακολουθούν τις κοσμικές τάσεις, να προσαρμόζονται στον κόσμο και να συμβαδίζουν με την πρόοδό του, οι γονείς σου σε αναγκάζουν να τις ακολουθείς κι εσύ, σε βάζουν να υπομένεις αυτήν την πίεση όπως κάνουν κι εκείνοι, υποχρεώνοντάς σε να αποδέχεσαι και να ακολουθείς αυτές τις πονηρές τάσεις. Και αυτό οδηγεί πολλά παιδιά, υπό την πίεση των φιλόδοξων προσδοκιών των γονιών τους, να μελετούν σκληρά για να αποκτήσουν διάφορες δεξιότητες, να πάρουν διάφορα μαθήματα και να κατακτήσουν διάφορες γνώσεις. Στην αρχή προσπαθούν να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των γονιών τους και καταλήγουν να επιδιώκουν ενεργά τους στόχους που θέτουν αυτές. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι, πριν ενηλικιωθούν, αποδέχονται παθητικά τις προσδοκίες των γονιών τους. Αφότου, όμως, φτάσουν σιγά σιγά στην ενηλικίωση, αποδέχονται ενεργά τις προσδοκίες της υποκειμενικής συνείδησης των γονιών τους, κι επίσης, αποδέχονται με τη θέλησή τους αυτήν την πίεση και παραπλάνηση, τον έλεγχο και τη δέσμευση που προέρχεται από την κοινωνία. Με λίγα λόγια, από παθητικοί συμμετέχοντες σ’ αυτό γίνονται σταδιακά ενεργητικοί. Όταν γίνεται αυτό, οι γονείς νιώθουν ικανοποίηση και τα παιδιά έχουν ένα αίσθημα εσωτερικής γαλήνης, νιώθουν ότι δεν έχουν απογοητεύσει τους γονείς τους, ότι τους έδωσαν τελικά αυτό που ήθελαν και ότι δεν μεγάλωσαν και ενηλικιώθηκαν απλώς, αλλά εξελίχθηκαν κιόλας σε ταλαντούχα άτομα στα μάτια των γονιών τους, και έχουν ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους. Παρότι, όμως, μεγαλώνοντας γίνονται, σύμφωνα με την οπτική των γονιών τους, ταλαντούχα άτομα και μοιάζουν επιφανειακά να έχουν ξεπληρώσει το όποιο τίμημα είχαν πληρώσει οι γονείς τους και να έχουν ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους, ποια είναι η πραγματικότητα; Αυτό που έχουν καταφέρει τα συγκεκριμένα παιδιά είναι να γίνουν μαριονέτες των γονιών τους, να τους οφείλουν ένα τεράστιο χρέος, να προσπαθούν μια ζωή τους να ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους, να δίνουν παράσταση για κείνους φέρνοντάς τους δόξα και κύρος, καθώς και να τους ικανοποιήσουν, να γίνουν το καμάρι τους και η χαρά τους. Οι γονείς τους, όπου σταθούν κι όπου βρεθούν, μιλάνε για τα παιδιά τους: «Η κόρη μου είναι διευθύντρια στην τάδε εταιρεία». «Η κόρη μου είναι σχεδιάστρια του τάδε διάσημου οίκου». «Η κόρη μου έχει πάρει το τάδε πτυχίο στην τάδε ξένη γλώσσα, τη μιλάει άπταιστα, είναι μεταφράστρια της τάδε γλώσσας». «Η κόρη μου είναι μηχανικός υπολογιστών». Τα παιδιά αυτά έχουν γίνει το καμάρι των γονιών τους, αλλά ταυτόχρονα και η σκιά τους. Και αυτό γιατί με τις ίδιες μεθόδους θα διαπαιδαγωγήσουν και θα εκπαιδεύσουν και τα δικά τους παιδιά. Θεωρούν ότι η διαπαιδαγώγηση που έλαβαν από τους γονείς τους ήταν πετυχημένη, οπότε θα εκπαιδεύσουν τα δικά τους παιδιά αντιγράφοντας τις μεθόδους των γονιών τους. Έτσι, τα παιδιά τους είναι αναγκασμένα να υπομείνουν την ίδια δυστυχία, τα ίδια τραγικά βάσανα και την ίδια καταστροφή απ’ τους ίδιους, όπως και εκείνοι απ’ τους γονείς τους.

Όλα αυτά που κάνουν οι γονείς για να υλοποιήσουν τις προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους πριν ενηλικιωθούν αντιβαίνουν στη συνείδηση, τη λογική και τους φυσικούς νόμους, αλλά και, ακόμα περισσότερο, στην κυριαρχία του Θεού και ό,τι Εκείνος ορίζει. Τα παιδιά ναι μεν δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το σωστό απ’ το λάθος ή να σκεφτούν αυτόνομα, αλλά και πάλι η μοίρα τους βρίσκεται υπό την κυριαρχία του Θεού, δεν καθορίζεται από τους γονείς τους. Οι ανόητοι γονείς, λοιπόν, πέρα απ’ το ότι μέσα στη συνείδησή τους έχουν προσδοκίες από τα παιδιά τους, ενεργούν, θυσιάζονται και πληρώνουν πολλές φορές τίμημα με τη συμπεριφορά τους, κάνοντας το παν για τα παιδιά τους και δαπανώντας χρήμα, χρόνο, ενέργεια ή οτιδήποτε άλλο. Αυτά τα πράγματα τα κάνουν με τη θέλησή τους, αλλά είναι απάνθρωπα και δεν ανήκουν στις ευθύνες που θα έπρεπε να επωμίζονται οι γονείς· έχουν ήδη ξεπεράσει τα όρια των δυνατοτήτων τους και το μέτρο των ευθυνών που τους αναλογούν. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί οι γονείς επιχειρούν να σχεδιάσουν, να ελέγξουν και να καθορίσουν το μέλλον των παιδιών τους πριν εκείνα φτάσουν στην ενηλικίωση. Δεν είναι ανοησία αυτό; (Ναι.) Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι ο Θεός έχει ορίσει πως κάποιος άνθρωπος θα γίνει ένας απλός εργάτης και πως σ’ αυτήν τη ζωή θα μπορεί να βγάζει μόνο τον βασικό μισθό που θα του εξασφαλίζει φαγητό και ρούχα, αλλά οι γονείς του απαιτούν επίμονα να γίνει διάσημος, πλούσιος, υψηλόβαθμος αξιωματούχος και κάνουν γι’ αυτόν σχέδια και διευθετήσεις όταν είναι μικρός, πληρώνουν ένα τίμημα, όπως λέγεται, για διάφορα πράγματα, σε μια προσπάθεια να ελέγξουν τη ζωή και το μέλλον του. Δεν είναι ανοησία αυτό; (Είναι.) Το παιδί τους παίρνει μεν αρκετά καλούς βαθμούς, σπουδάζει, αποκτά πολλές δεξιότητες μόλις ενηλικιωθεί και έχει κάποιες ικανότητες, αλλά όταν πάει τελικά να ψάξει για δουλειά, ό,τι και να κάνει, τελικά καταλήγει να είναι ένας απλός εργάτης. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι τυχερό και γίνεται επιστάτης, πράγμα ούτως ή άλλως καλό. Τελικά, παίρνει μόνο τον βασικό μισθό και δεν θα καταφέρει ποτέ να βγάλει τόσα χρήματα όσα ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος ή ένας πλούσιος, όπως θα ήθελαν οι γονείς του. Οι γονείς του θέλουν διαρκώς να ανελιχθεί στην κοινωνία, να βγάλει πολλά λεφτά, να γίνει υψηλόβαθμος αξιωματούχος, ώστε να απολαμβάνουν κι εκείνοι λίγη από τη δόξα του. Δεν φαντάστηκαν ποτέ ότι, παρά τις καλές επιδόσεις του στο σχολείο και την υπακοή του, παρά το τίμημα που πλήρωσαν τόσες φορές γι’ αυτόν και παρά το γεγονός ότι μεγαλώνοντας πήγε στο πανεπιστήμιο, η μοίρα του γι’ αυτήν τη ζωή θα ήταν να γίνει ένας απλός εργάτης. Αν το είχαν προβλέψει αυτό, δεν θα ταλαιπωρούνταν τόσο πολύ τότε. Αλλά είναι δυνατόν να αποφύγουν οι γονείς να ταλαιπωρούν τον εαυτό τους; (Όχι.) Πουλάνε τα σπίτια τους, τα χωράφια τους, την οικογενειακή τους περιουσία, μέχρι και το νεφρό τους θα πουλήσουν για να σπουδάσουν τα παιδιά τους σε φημισμένα πανεπιστήμια. Και όταν το παιδί διαφωνήσει με κάτι τέτοιο, η μητέρα λέει: «Έχω δύο νεφρά. Αν δώσω το ένα, έχω και το άλλο. Είμαι μιας κάποιας ηλικίας πια, δεν χρειάζομαι δύο νεφρά». Και τι σκέφτεται το παιδί μόλις το ακούσει αυτό; «Δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω να πουλήσεις το νεφρό σου, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι δεν θα σπουδάσω». Και η μητέρα λέει: «Δεν θα σπουδάσεις; Είσαι ανυπάκουος, δεν είσαι σωστό παιδί! Γιατί θέλω να πουλήσω το νεφρό μου; Για σένα, για το μέλλον σου!» Μόλις το παιδί τα ακούσει αυτά τα λόγια, συγκινείται και σκέφτεται: «Τότε ας το πουλήσει το νεφρό της η μαμά. Δεν θα την απογοητεύσω». Τελικά, η μητέρα το κάνει όντως —δίνει το νεφρό της για να εξασφαλίσει το μέλλον του παιδιού της— και τελικά το παιδί της γίνεται ένας απλός εργάτης, δεν πετυχαίνει τίποτε άλλο. Δηλαδή, η μητέρα πούλησε ένα νεφρό και ως αντάλλαγμα πήρε μόνο έναν εργάτη. Είναι σωστό αυτό; (Όχι.) Στο τέλος, η μητέρα βλέπει την κατάσταση και λέει: «Είναι στη μοίρα σου τελικά να είσαι εργάτης. Αν το ήξερα πιο πριν, δεν θα είχα πουλήσει το νεφρό μου για να σε στείλω στο πανεπιστήμιο. Μπορούσες απλά να πας να γίνεις εργάτης, έτσι δεν είναι; Τι νόημα είχε που σπούδασες;» Αλλά τώρα είναι αργά! Ποιος την ανάγκασε να κάνει τέτοια ανοησία τότε; Ποιος της έβαλε στο κεφάλι την ιδέα ότι το παιδί της θα γινόταν υψηλόβαθμος αξιωματούχος και θα έβγαζε πολλά λεφτά; Την τύφλωσε η απληστία, της άξιζε αυτό που έπαθε! Αν και πλήρωσε τόσο μεγάλο τίμημα για το παιδί της, το παιδί τής χρωστάει τίποτα; Όχι. Το πλήρωσε με τη θέλησή της και πήρε ό,τι της άξιζε! Και δύο νεφρά να πούλαγε, πάλι με τη θέλησή της θα ήταν. Κάποιοι, για να στείλουν τα παιδιά τους σε σπουδαία πανεπιστήμια, πουλάνε τους κερατοειδείς χιτώνες τους, άλλοι το αίμα τους, ορισμένοι θυσιάζουν ό,τι έχουν και δεν έχουν και πουλάνε την οικογενειακή τους περιουσία· μήπως τελικά αξίζει τον κόπο; Λες και πιστεύουν ότι, αν πουλήσουν λίγο αίμα ή κανένα όργανο, αυτό μπορεί να κρίνει το μέλλον ενός ανθρώπου και να αλλάξει τη μοίρα του. Μπορεί; (Όχι.) Πόσο ανόητοι είναι οι άνθρωποι! Ψάχνουν για γρήγορα κέρδη, τους τυφλώνει το γόητρο και το κέρδος. Σκέφτονται συνέχεια: «Τι να κάνουμε, έτσι είναι η ζωή μου», οπότε εναποθέτουν τις ελπίδες τους στα παιδιά τους. Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι τα παιδιά τους θα έχουν καλύτερη μοίρα από κείνους; Σημαίνει ότι τα παιδιά τους θα ανελιχθούν στην κοινωνία, ότι θα είναι διαφορετικά; Πώς γίνεται να είναι τόσο ανόητοι οι άνθρωποι; Πιστεύουν ότι, μόνο και μόνο επειδή έχουν μεγάλες προσδοκίες από τα παιδιά τους, εκείνα οπωσδήποτε θα γίνουν ανώτερα απ’ τους άλλους και θα ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους; Τη μοίρα του καθενός δεν την καθορίζουν οι γονείς του, ο Θεός την καθορίζει. Φυσικά, δεν υπάρχει κανένας γονιός που να θέλει να γίνουν ζητιάνοι τα παιδιά του. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι ανάγκη να επιμένουν να ανελιχθούν στον κόσμο τα παιδιά τους και να γίνουν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι ή επιφανείς προσωπικότητες των ανώτερων κοινωνικών τάξεων. Τι καλό έχει το να ανήκεις στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις; Τι καλό έχει το να ανελίσσεσαι στην κοινωνία; Βόρβορος είναι όλο αυτό, δεν είναι καλό πράγμα. Είναι καλό να γίνεις διάσημος, σπουδαία προσωπικότητα, υπεράνθρωπος ή πρόσωπο με θέση και κύρος; Αν είσαι συνηθισμένος άνθρωπος, η ζωή είναι πιο άνετη. Πού είναι το κακό να ζεις μια ζωή λίγο πιο φτωχή, πιο δύσκολη, πιο κουραστική, με λίγο χειρότερο φαγητό και λίγο χειρότερα ρούχα; Ένα τουλάχιστον πράγμα είναι σίγουρο: Από τη στιγμή που δεν ζεις στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, ανάμεσα σ’ αυτές τις κοινωνικές τάσεις, τουλάχιστον θα αμαρτάνεις λιγότερο και θα κάνεις λιγότερα πράγματα που δείχνουν αντίσταση προς τον Θεό. Αν είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, δεν θα αντιμετωπίζεις τόσο μεγάλους ή τόσο συχνούς πειρασμούς. Θα έχεις μεν λίγο πιο δύσκολη ζωή, αλλά τουλάχιστον δεν θα κουράζεται το πνεύμα σου. Σκέψου το λίγο: Όντας εργάτης, το μόνο που χρειάζεται να σε απασχολεί είναι να εξασφαλίσεις τρία γεύματα την ημέρα. Αν είσαι αξιωματούχος, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πρέπει να αγωνίζεσαι συνέχεια, και δεν μπορείς να ξέρεις πότε θα έρθει η στιγμή που η θέση σου δεν θα είναι πλέον εξασφαλισμένη. Και δεν τελειώνει εκεί το θέμα: Αυτοί που έχεις πειράξει και έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί σου θα σε ψάξουν για να σε τιμωρήσουν. Η ζωή είναι πολύ κουραστική για τους διάσημους, για τις σπουδαίες προσωπικότητες και για τους πλούσιους. Οι πλούσιοι φοβούνται διαρκώς μήπως στο μέλλον χάσουν τα λεφτά τους και ότι, αν συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα το αντέξουν. Οι διάσημοι ανησυχούν συνέχεια ότι θα χαθεί η λάμψη τους και θέλουν πάντοτε να την προστατέψουν, γιατί φοβούνται ότι θα αποκλειστούν από αυτήν την εποχή και τις τάσεις. Πόσο κουραστική είναι η ζωή τους! Οι γονείς δεν τα διακρίνουν ποτέ αυτά τα πράγματα και πάντοτε θέλουν να οδηγήσουν τα παιδιά τους στο μάτι του κυκλώνα, να τα στείλουν σ’ αυτόν τον λάκκο των λεόντων και στον βόρβορο. Είναι στ’ αλήθεια καλές οι προθέσεις των γονιών; Αν πω ότι δεν είναι καλές οι προθέσεις τους, δεν θα θελήσετε να το ακούσετε. Αν πω ότι οι προσδοκίες των γονιών σας έχουν αρνητικό αντίκτυπο σ’ εσάς με διάφορους τρόπους, αυτό το αναγνωρίζετε; (Ναι.) Σας βλάπτουν πολύ, έτσι δεν είναι; Κάποιοι από σας δεν θέλετε να το αναγνωρίσετε αυτό, και λέτε: «Οι γονείς μου θέλουν το καλό μου». Λες ότι οι γονείς σου θέλουν το καλό σου. Πού είναι, λοιπόν, αυτά τα καλά πράγματα; Οι γονείς σου θέλουν το καλό σου. Τότε, πόσα θετικά πράγματα σου έδωσαν τη δυνατότητα να καταλάβεις; Αφού θέλουν το καλό σου, πόσες από τις λανθασμένες και ανεπιθύμητες σκέψεις και απόψεις σου έχουν διορθώσει; (Καμία.) Μπορείς τώρα, λοιπόν, να τα διακρίνεις όλα αυτά; Καταλαβαίνεις τώρα ότι οι γονείς δεν έχουν ρεαλιστικές προσδοκίες, έτσι δεν είναι;

Αναλύοντας την ουσία των προσδοκιών που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους, καταλαβαίνουμε ότι οι προσδοκίες αυτές είναι εγωιστικές, πάνε κόντρα στην ανθρώπινη φύση και καμία σχέση δεν έχουν με τις γονικές ευθύνες τους. Με το να επιβάλλουν τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις τους στα παιδιά τους, δεν ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους. Και ποιες είναι, άραγε, οι «ευθύνες» τους; Οι πιο βασικές ευθύνες των γονιών είναι να μάθουν τα παιδιά τους να μιλάνε, να έχουν καλή καρδιά και να μη γίνουν κακοί άνθρωποι, και να τα καθοδηγήσουν προς μια θετική κατεύθυνση. Αυτές είναι οι κύριες ευθύνες τους. Πρέπει, επίσης, να τα βοηθήσουν να μάθουν κάθε λογής γνώσεις, δεξιότητες κλπ, που τους ταιριάζουν, ανάλογα με την ηλικία τους, με το πόσα μπορούν να διαχειριστούν, με το επίπεδο και με τα ενδιαφέροντά τους. Οι γονείς που είναι λίγο καλύτεροι θα φροντίσουν να καταλάβουν τα παιδιά τους ότι τον άνθρωπο τον έχει δημιουργήσει ο Θεός και ότι σ’ αυτό το σύμπαν υπάρχει ο Θεός, και θα τα καθοδηγούν να προσεύχονται και να διαβάζουν τα λόγια Του. Θα τους λένε ιστορίες της Βίβλου και θα προσδοκούν ότι, όταν εκείνα μεγαλώσουν, θα ακολουθήσουν τον Θεό και θα εκτελέσουν το καθήκον του δημιουργήματος, αντί να κυνηγούν τις τάσεις της κοινωνίας, να πέσουν στην παγίδα των πολύπλοκων διαπροσωπικών σχέσεων και να τα καταρρακώσουν οι διάφορες τάσεις αυτού του κόσμου και της κοινωνίας. Οι ευθύνες των γονιών δεν έχουν καμία σχέση με τις προσδοκίες τους. Ως γονείς, οι μόνες ευθύνες που πρέπει να επωμίζονται είναι να δίνουν στα παιδιά τους θετική καθοδήγηση και την απαραίτητη βοήθεια που χρειάζονται μέχρι να φτάσουν στην ενηλικίωση, καθώς και να τους παρέχουν εγκαίρως ό,τι έχουν ανάγκη στη σωματική τους ζωή, όπως φαγητό, ρούχα, στέγη και φροντίδα όταν αρρωσταίνουν. Αν αρρωστήσουν τα παιδιά, οι γονείς πρέπει να κάνουν ό,τι χρειάζεται για να γίνουν καλά· δεν πρέπει να τα παραμελήσουν ούτε να τους πουν: «Συνέχισε να πηγαίνεις σχολείο, συνέχισε να διαβάζεις, δεν πρέπει να μείνεις πίσω στα μαθήματά σου. Αν μείνεις πολύ πίσω, δεν θα μπορέσεις να το αναπληρώσεις». Όταν τα παιδιά τους χρειάζονται ξεκούραση, πρέπει να τα αφήνουν να ξεκουραστούν· όταν είναι άρρωστα, να τα βοηθάνε να γίνουν καλά. Αυτές τις ευθύνες έχουν οι γονείς. Πρέπει, απ’ τη μία πλευρά, να φροντίζουν για τη σωματική υγεία των παιδιών τους και, απ’ την άλλη, να τα βοηθάνε, να τα διαπαιδαγωγούν και να τα υποστηρίζουν σε ό,τι αφορά την ψυχική τους υγεία. Αυτές είναι οι ευθύνες στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται οι γονείς και όχι να επιβάλλουν στα παιδιά τους εξωπραγματικές προσδοκίες και απαιτήσεις. Πρέπει να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους τόσο σχετικά με τις ψυχικές ανάγκες των παιδιών τους όσο και σχετικά με τη σωματική τους ζωή. Δεν πρέπει να τα αφήνουν να ξεπαγιάζουν τον χειμώνα, οφείλουν να τους δώσουν μερικές γενικές γνώσεις για τη ζωή, όπως για παράδειγμα το πότε μπορεί να κρυολογήσουν, ότι πρέπει να τρώνε το φαγητό ζεστό, ότι αν φάνε κρύο φαγητό, θα πονέσει το στομάχι τους, ότι πρέπει να ντύνονται καλά όταν φυσάει και να μην ξεντύνονται σε μέρη που κάνει ρεύμα όταν ο καιρός είναι κρύος, κι έτσι να μάθουν να προσέχουν την υγεία τους. Επίσης, όταν έρχεται στο νεαρό μυαλό των παιδιών κάποια παιδαριώδης και ανώριμη ιδέα για το μέλλον τους ή κάποια ακραία σκέψη, οι γονείς οφείλουν αμέσως μόλις το καταλάβουν να τα καθοδηγήσουν σωστά και όχι να τα καταπιέσουν με απότομο τρόπο· πρέπει να τα κάνουν να εκφράσουν τις ιδέες τους και να βγάλουν από μέσα τους τα όσα σκέφτονται, και μόνο έτσι θα λυθεί πραγματικά το πρόβλημα. Έτσι ανταποκρίνεται ένας γονιός στις ευθύνες του. Για να το κάνει αυτό πρέπει, από τη µία, να φροντίζει τα παιδιά του και, από την άλλη, να τα καθοδηγεί και να τα διορθώνει, να τους προσφέρει μια κατεύθυνση σχετικά με τις σωστές σκέψεις και απόψεις. Στην πραγματικότητα, οι ευθύνες στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται οι γονείς δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τις προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους. Μπορείς να ελπίζεις ότι τα παιδιά σου όταν μεγαλώσουν θα έχουν την υγειά τους και θα διαθέτουν ανθρώπινη φύση, συνείδηση και λογική, μπορείς και να ελπίζεις ότι θα δείξουν απέναντί σου την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί. Όμως, δεν πρέπει να ελπίζεις όταν μεγαλώσουν να γίνουν κάποια διάσημη ή σπουδαία προσωπικότητα και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τους λες όλη την ώρα: «Κοίτα πόσο υπάκουος είναι ο Σιαομίνγκ από δίπλα!» Τα παιδιά σου είναι αυτά που είναι· η ευθύνη σου δεν είναι να τους λες πόσο σπουδαίο είναι το γειτονόπουλό τους, ο Σιαομίνγκ, ούτε να τα παρακινείς να τον έχουν ως παράδειγμα. Δεν πρέπει να το κάνει αυτό ένας γονιός. Ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός. Οι άνθρωποι έχουν διαφορετικές σκέψεις, απόψεις, ενδιαφέροντα, χόμπι, διαφορετικό επίπεδο, διαφορετική προσωπικότητα και διαφορετική ανθρώπινη φύση-ουσία· κάποιοι έχουν καλή, άλλοι φαύλη. Κάποιοι είναι από τη φύση τους φλύαροι, άλλοι είναι εσωστρεφείς και δεν θα στεναχωρηθούν ακόμα κι αν δεν πουν κουβέντα για μια ολόκληρη μέρα. Για να ανταποκριθούν, λοιπόν, οι γονείς στις ευθύνες τους, πρέπει να προσπαθήσουν να καταλάβουν την προσωπικότητα, τη διάθεση, τα ενδιαφέροντα, το επίπεδο και τις ανάγκες της ανθρώπινης φύσης των παιδιών τους. Αντίθετα, δεν πρέπει να μετατρέπουν τις δικές τους επιδιώξεις για τον κόσμο ως ενήλικες, το δικό τους γόητρο και το δικό τους κέρδος σε προσδοκίες για τα παιδιά τους και να τους επιβάλλουν όλα αυτά τα πράγματα που προέρχονται από την κοινωνία. Δίνουν σε όλα αυτά την ευχάριστη ονομασία «προσδοκίες από τα παιδιά τους», αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό. Είναι ξεκάθαρο ότι προσπαθούν να ρίξουν τα παιδιά τους στον λάκκο με τα φίδια και να τα στείλουν στην αγκαλιά των διαβόλων. Για να γίνεις καλός γονιός, πρέπει να ανταποκρίνεσαι στις ευθύνες σου που σχετίζονται με τη σωματική και ψυχική υγεία των παιδιών σου και όχι να τους επιβάλεις αυτά που θες πριν φτάσουν στην ενηλικίωση, υποχρεώνοντας το νεανικό τους μυαλό να επωμιστεί φορτία που δεν θα έπρεπε. Αν τα αγαπάς και τα λατρεύεις πραγματικά και αν θέλεις στ’ αλήθεια να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου απέναντί τους, τότε φρόντισε τη σωματική τους υγεία. Προφανώς, υπάρχουν παιδιά που γεννιούνται φιλάσθενα. Οι γονείς, αν έχουν τα μέσα, μπορούν να τους δώσουν λίγα παραπάνω συμπληρώματα διατροφής ή να συμβουλευτούν κάποιον ειδικό της παραδοσιακής κινεζικής ιατρικής ή έναν διατροφολόγο, προσφέροντάς τους λίγη παραπάνω φροντίδα. Πρέπει, επίσης, σε όλες τις ηλικίες πριν φτάσουν τα παιδιά στην ενηλικίωση, από όταν είναι μωρά και παιδιά μέχρι την εφηβεία, να προσέχουν λίγο περισσότερο τις αλλαγές στην προσωπικότητα και τα ενδιαφέροντά τους, όπως επίσης και τις ανάγκες που έχουν να εξερευνήσουν την ανθρώπινη φύση τους, δείχνοντάς τους λίγη περισσότερη φροντίδα. Ακόμα, πρέπει να τους προσφέρουν θετική και στοργική καθοδήγηση, βοήθεια και παροχή σχετικά με τις ψυχολογικές τους αλλαγές και τις παρανοήσεις τους, όπως και σχετικά με ό,τι δεν γνωρίζουν όσον αφορά τις ανάγκες της ανθρώπινης φύσης τους, σύμφωνα με τις πρακτικές γνώσεις, την εμπειρία και τα μαθήματα που έχουν αποκομίσει οι ίδιοι από παρόμοιες εμπειρίες. Έπειτα, πρέπει να βοηθήσουν τα παιδιά τους να μεγαλώσουν με ομαλό τρόπο σε κάθε ηλικία και να μη λοξοδρομήσουν ή πάρουν τον κακό δρόμο, αλλά και να μην υιοθετήσουν ακραίες συμπεριφορές. Όταν πληγώνεται ή δέχεται κάποιο πλήγμα το νεανικό, μπερδεμένο μυαλό τους, πρέπει οι γονείς να το αντιμετωπίζουν άμεσα και να του προσφέρουν ενδιαφέρον, στοργή, φροντίδα και καθοδήγηση. Σε αυτές τις ευθύνες πρέπει να ανταποκρίνονται οι γονείς. Όσο για τα σχέδια που έχουν τα ίδια τα παιδιά για το μέλλον τους, όπως για παράδειγμα να γίνουν δάσκαλοι, καλλιτέχνες, αξιωματούχοι ή οτιδήποτε άλλο, αν αυτά τα σχέδια είναι λογικά, τότε ας τα ενθαρρύνουν και ας τους δώσουν κάποια βοήθεια και υποστήριξη ανάλογα με τις δικές τους δυνατότητες, τη μόρφωση και το επίπεδό τους, την ανθρώπινη φύση τους, τις γενικότερες συνθήκες της οικογένειας και ούτω καθεξής. Δεν πρέπει, όμως, να υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους, να πουλάνε το αυτοκίνητο, το σπίτι, το νεφρό ή το αίμα τους. Δεν υπάρχει λόγος να τα κάνουν όλα αυτά, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Αρκεί να προσφέρουν τη στοιχειώδη βοήθεια στα παιδιά τους ως γονείς, ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Αν το παιδί τους πει: «Θέλω να πάω στο πανεπιστήμιο», εκείνοι μπορούν να πουν: «Αφού θες να σπουδάσεις, θα σε στηρίξω και δεν θα σου πάω κόντρα, αλλά η οικογένειά μας δεν είναι και πολύ ευκατάστατη. Θα ξεκινήσω να κάνω από τώρα οικονομίες για να πληρώσω τα δίδακτρα του πανεπιστημίου σου για τον πρώτο χρόνο. Αν, όταν έρθει η ώρα, έχω μαζέψει αρκετά λεφτά, τότε μπορείς να πας στο πανεπιστήμιο. Αν δεν έχω μαζέψει αρκετά, τότε θα πρέπει να βρεις τη λύση μόνος σου». Πρέπει να κάνουν μια τέτοια συνεννόηση με τα παιδιά τους και να καταλήξουν σε συμφωνία, κι έπειτα να λύσουν το πρόβλημα που σχετίζεται με τις ανάγκες που έχουν τα παιδιά για το μέλλον τους. Εννοείται πως, αν οι γονείς δεν μπορούν να υλοποιήσουν τα σχέδια και τις προθέσεις που έχουν τα παιδιά τους για το μέλλον τους, δεν υπάρχει λόγος να νιώθουν ενοχές και να σκέφτονται: «Έχω απογοητεύσει τα παιδιά μου, δεν είμαι ικανός, και γι’ αυτό τα παιδιά μου αναγκάστηκαν να υποφέρουν. Άλλα παιδιά έχουν καλό φαγητό, φοράνε γνωστές μάρκες και κυκλοφορούν στο πανεπιστήμιο με το αυτοκίνητό τους, και για να γυρίσουν στην πατρίδα τους, παίρνουν το αεροπλάνο. Τα δικά μου τα παιδιά είναι αναγκασμένα να ταξιδέψουν με το τρένο σε σκληρά καθίσματα. Δεν έχω ούτε τα λεφτά να τα βάλω σε κλινάμαξα. Τα έχω απογοητεύσει τα παιδιά μου!» Δεν υπάρχει λόγος να νιώθουν ενοχές, έτσι είναι η κατάσταση και, ακόμα και το νεφρό τους να πουλούσαν, πάλι δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό πρέπει να αποδεχτούν τη μοίρα τους. Ο Θεός ενορχήστρωσε γι’ αυτούς τους γονείς ένα τέτοιο περιβάλλον, οπότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να νιώθουν ενοχές απέναντι στα παιδιά τους και να λένε: «Σε απογοήτευσα. Από δω και στο εξής, αν δεν μας δείξεις την ευσέβεια που οφείλει να δείχνει ένα παιδί στους γονείς του, δεν πρόκειται να διαμαρτυρηθώ. Είμαστε ανίκανοι, δεν σου έχουμε εξασφαλίσει καλό περιβάλλον διαβίωσης». Δεν υπάρχει λόγος να λένε τέτοια πράγματα. Οι γονείς αρκεί να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους με καθαρή συνείδηση και να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να είναι τα παιδιά τους υγιή ψυχή τε και σώματι. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Με τον όρο «υγιή» εννοώ εδώ απλώς να κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν ώστε τα παιδιά τους να έχουν θετική σκέψη, καθώς και δραστήρια, δυναμική και αισιόδοξη σκέψη και στάση όσον αφορά την καθημερινότητα και την ύπαρξή τους. Όταν κάτι τα συγχίζει, δεν πρέπει να παθαίνουν υστερία, να κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας, να προκαλούν προβλήματα στους γονείς τους ή να τους κατηγορούν ότι είναι άχρηστοι και ανίκανοι και δεν μπορούν να βγάλουν λεφτά, λέγοντας: «Κοιτάξτε τους άλλους γονείς. Κυκλοφορούν με ωραία αυτοκίνητα, ζουν σε σπιταρόνες, πηγαίνουν πολυτελείς κρουαζιέρες και κάνουν ταξίδια στην Ευρώπη. Κοιτάξτε κι εμάς, δεν έχουμε φύγει ποτέ απ’ την πόλη μας και ούτε καν έχουμε πάρει το γρήγορο τρένο!» Ποια θα πρέπει να είναι η αντίδρασή σου μπροστά σε ένα τέτοιο ξέσπασμα; Πρέπει να πεις: «Έχεις δίκιο, τόσο ανίκανοι είμαστε. Σ’ αυτήν την οικογένεια γεννήθηκες και πρέπει να αποδεχτείς τη μοίρα σου. Αν είσαι ικανός, τότε μπορείς να βγάλεις μόνος σου λεφτά στο μέλλον. Μη γίνεσαι ανάγωγος και μην απαιτείς να κάνουμε κάτι παραπάνω για σένα, γιατί έχουμε ήδη ανταποκριθεί στις ευθύνες μας απέναντί σου και δεν σου χρωστάμε τίποτα. Κάποτε θα γίνεις κι εσύ γονιός και θα χρειαστεί να κάνεις κι εσύ το ίδιο». Όταν κι εκείνα κάνουν παιδιά με τη σειρά τους, θα καταλάβουν ότι δεν είναι τόσο εύκολο να βγάλουν οι γονείς λεφτά για να συντηρήσουν και τον εαυτό τους και ολόκληρη την οικογένειά τους, μικρούς και μεγάλους. Με λίγα λόγια, πρέπει να τους μάθεις κάποιες αρχές συμπεριφοράς. Αν τα παιδιά σου μπορούν να το δεχτούν αυτό, πρέπει να συναναστραφείς μαζί τους σχετικά με την πίστη στον Θεό και το πώς να βαδίσουν στο μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας για να σωθούν, αλλά και σχετικά με κάποιες από τις σωστές σκέψεις και απόψεις που έχεις κατανοήσει από τον Θεό. Αν θελήσουν να αποδεχτούν το έργο του Θεού και να πιστέψουν μαζί σου σ’ Αυτόν, ακόμα καλύτερα. Αν, όμως, δεν έχουν τέτοια ανάγκη, φτάνει απλώς να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου απέναντί τους· δεν είναι απαραίτητο να συνεχίσεις να φλυαρείς ή να μιλάς για λόγια και δόγματα που σχετίζονται με την πίστη στον Θεό για να τους κάνεις κήρυγμα. Κανένας λόγος δεν υπάρχει να το κάνεις αυτό. Ακόμα κι αν τα παιδιά σου δεν πιστέψουν, εφόσον σε υποστηρίζουν, μπορείτε και τότε να είστε καλοί φίλοι και να μιλάτε και να συζητάτε για τα πάντα. Δεν είναι ανάγκη να γίνετε εχθροί ούτε να νιώθεις κάποια απέχθεια γι’ αυτά. Στο κάτω κάτω της γραφής, σας συνδέει δεσμός αίματος. Εφόσον τα παιδιά σου είναι διατεθειμένα να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους απέναντί σου, να σου δείξουν την ευσέβεια που οφείλει να δείχνει ένα παιδί και να σε υπακούσουν, τότε ας διατηρήσεις την οικογενειακή σου σχέση μαζί τους και ας έχετε κανονική αλληλεπίδραση. Δεν χρειάζεται να τα καταριέσαι ή να τα επιπλήττεις μονίμως επειδή δεν έχουν τις ίδιες απόψεις και αντιλήψεις μ’ εσένα για την πίστη. Δεν είναι ανάγκη να το κάνεις αυτό. Δεν χρειάζεται να γίνεις θερμόαιμος ή να θεωρείς φοβερό το ζήτημα ότι τα παιδιά σου δεν πιστεύουν στον Θεό, λες κι έχεις χάσει εσύ τη ζωή σου και την ψυχή σου. Δεν είναι τόσο σοβαρό ζήτημα. Αν δεν πιστεύουν, τότε έχουν επιλέξει να ακολουθήσουν το δικό τους μονοπάτι, φυσικό είναι. Έχεις κι εσύ ένα μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσεις και ένα καθήκον που πρέπει να εκτελέσεις, πράγματα που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τα παιδιά σου. Εάν τα παιδιά σου δεν πιστεύουν, μην επιμείνεις. Μπορεί να μην είναι ακόμα η ώρα ή μπορεί να μην τα έχει επιλέξει ο Θεός. Αν απλώς δεν τα έχει επιλέξει ο Θεός, αλλά εσύ επιμένεις να τα πιέζεις να πιστέψουν, τότε είσαι ανίδεος και επαναστατικός. Φυσικά, αν τα έχει επιλέξει ο Θεός αλλά δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα κι εσύ επιμένεις να πιστέψουν τώρα, είναι νωρίς ακόμα. Αν θέλει ο Θεός να κάνει κάτι, κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από την κυριαρχία Του. Αν η διευθέτηση του Θεού είναι να πιστέψουν τα παιδιά σου, μπορεί να το κάνει με μια λέξη ή με μια σκέψη. Αν, όμως, δεν είναι αυτή η διευθέτησή Του, τότε δεν πρόκειται να συγκινηθούν, και αν δεν συγκινούνται, τότε όσα κι αν πεις, δεν θα έχει κανένα νόημα. Αν τα παιδιά σου δεν πιστέψουν, εσύ δεν τους χρωστάς τίποτα· και αν πιστέψουν, αυτό δεν το πιστώνεσαι εσύ. Έτσι δεν είναι; (Έτσι.) Είτε έχεις είτε δεν έχεις κοινούς στόχους με τα παιδιά σου σχετικά με την πίστη, είτε έχετε είτε δεν έχετε την ίδια γνώμη ως προς αυτό το θέμα, όπως και να ’χει, αρκεί να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου απέναντί τους. Αν το κάνεις, αυτό δεν σημαίνει ότι τους έχεις κάνει κάποιο καλό, και αν αυτά δεν πιστεύουν, αυτό δεν σημαίνει ότι έχεις κάποιο χρέος απέναντί τους. Και αυτό γιατί έχεις ανταποκριθεί στις ευθύνες σου, πάει και τελείωσε. Η σχέση σας δεν αλλάζει, μπορείς να έχεις την ίδια επαφή με τα παιδιά σου όπως και πριν. Όταν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα, θα πρέπει να τα βοηθάς όσο μπορείς. Αν έχεις τα υλικά μέσα για να βοηθήσεις τα παιδιά σου, τότε να τα βοηθάς· αν μπορείς να διορθώσεις τις σκέψεις και τις απόψεις τους σε ψυχολογικό ή σε πνευματικό επίπεδο και να τους προσφέρεις κάποια καθοδήγηση και βοήθεια ώστε να βγουν από το δίλημμά τους, τότε μια χαρά. Ανακεφαλαιώνοντας, αυτό που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν οι γονείς πριν φτάσουν τα παιδιά τους στην ενηλικίωση είναι να ανταποκριθούν στις ευθύνες που έχουν ως γονείς, μαθαίνοντας τα θέλω των παιδιών τους, τα ενδιαφέροντα και τις φιλοδοξίες τους. Αν εκείνα θέλουν να σκοτώνουν ανθρώπους, να βάζουν φωτιές και να διαπράττουν εγκλήματα, τότε οι ίδιοι θα πρέπει να τα πειθαρχούν αυστηρά ή και να τα τιμωρούν. Αν, όμως, είναι υπάκουα και δεν έχουν καμία διαφορά απ’ τα υπόλοιπα συνηθισμένα παιδιά, αν έχουν καλή συμπεριφορά στο σχολείο και κάνουν ό,τι τους λένε οι γονείς τους, εκείνοι αρκεί να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους απέναντι τους. Οτιδήποτε παραπάνω, όλες οι δήθεν προσδοκίες, απαιτήσεις και σκέψεις για το μέλλον τους, είναι πράγματα αχρείαστα. Και γιατί είναι αχρείαστα; Τη μοίρα του καθενός την ορίζει ο Θεός και δεν μπορούν να την καθορίσουν οι γονείς του. Όποιες κι αν είναι οι προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους οι γονείς, αποκλείεται να γίνουν όλες πραγματικότητα. Και αυτές οι προσδοκίες δεν καθορίζουν το μέλλον ή τη ζωή των παιδιών τους. Όσο μεγάλες προσδοκίες κι αν έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους, όσο μεγάλες θυσίες κι αν κάνουν ή όσο μεγάλο τίμημα κι αν πληρώνουν γι’ αυτές τις προσδοκίες, είναι όλα μάταια· τίποτα απ’ όλα αυτά δεν επηρεάζει το μέλλον ή τη ζωή των παιδιών τους. Συνεπώς, οι γονείς δεν πρέπει να κάνουν ανοησίες. Δεν πρέπει να κάνουν περιττές θυσίες για τα παιδιά τους πριν εκείνα φτάσουν στην ενηλικίωση και εννοείται πως δεν χρειάζεται να αγχώνονται τόσο πολύ γι’ αυτό. Το μεγάλωμα των παιδιών είναι διαδικασία μάθησης για έναν γονιό, κατά την οποία ταυτόχρονα αποκομίζει διάφορες εμπειρίες, καθώς περνάει από διάφορα περιβάλλοντα και έπειτα δίνει σιγά σιγά την ευκαιρία στα παιδιά του να αποκομίσουν οφέλη από όλα αυτά. Μόνο αυτό χρειάζεται να κάνουν οι γονείς. Όσον αφορά το μέλλον των παιδιών και το μελλοντικό μονοπάτι της ζωής τους, αυτά τα πράγματα δεν έχουν να κάνουν με τις προσδοκίες των γονιών τους. Αυτό σημαίνει ότι οι προσδοκίες των γονιών σου δεν καθορίζουν το μέλλον σου. Οι μεγάλες προσδοκίες που έχουν οι γονείς σου ή τα σπουδαία πράγματα που περιμένουν από σένα δεν σημαίνουν ότι εσύ θα καταφέρεις να ευημερήσεις και να έχεις μια καλή ζωή και ούτε, αν δεν έχουν προσδοκίες για σένα, αυτό σημαίνει ότι θα καταντήσεις ζητιάνος. Δεν έχουν κατ’ ανάγκη σχέση αυτά τα δύο μεταξύ τους. Πείτε Μου, τα καταλαβαίνετε εύκολα όλα αυτά πάνω στα οποία έχω συναναστραφεί; Είναι εύκολο να τα καταφέρουν αυτά οι άνθρωποι; Είναι δύσκολο; Οι γονείς αρκεί να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους απέναντι στα παιδιά τους, να τα αναθρέψουν και να τα μεγαλώσουν μέχρι την ενηλικίωσή τους. Δεν χρειάζεται καλά και σώνει να τα κάνουν ταλαντούχους ανθρώπους. Γίνεται εύκολα αυτό; (Γίνεται.) Εύκολα γίνεται αυτό: Δεν χρειάζεται να επωμιστείς οποιαδήποτε ευθύνη σχετικά με το μέλλον ή με ζωή των παιδιών σου, ούτε να κάνεις κανένα σχέδιο γι’ αυτά ή να υπολογίσεις από πριν τι άνθρωποι θα γίνουν, τι ζωή θα έχουν στο μέλλον, σε τι κοινωνικούς κύκλους θα βρεθούν, τι ποιότητα ζωής θα έχουν σ’ αυτόν τον κόσμο ή ποια θα είναι η θέση τους ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν χρειάζεται να υπολογίζεις ή να τα ελέγχεις αυτά τα πράγματα· χρειάζεται μόνο να ανταποκρίνεσαι στις ευθύνες που έχεις ως γονιός. Τόσο εύκολο είναι. Όταν τα παιδιά σου φτάσουν στην ηλικία να πάνε σχολείο, πρέπει να βρεις ένα σχολείο για να τα γράψεις, να πληρώνεις τα δίδακτρα στην ώρα τους και γενικά να πληρώνεις για ό,τι χρειαστούν στο σχολείο. Δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτε άλλο. Όσον αφορά το φαγητό και τα ρούχα τους όλη τη χρονιά, εσύ πρέπει μόνο να φροντίζεις την υγεία τους ανάλογα με τις συνθήκες. Μέχρι να ενηλικιωθούν, όταν ακόμα δεν ξέρουν πώς να προσέχουν το σώμα τους, να φροντίζεις να θεραπεύονται από τις αρρώστιες που παθαίνουν. Να διορθώνεις αμέσως τα ελαττώματά τους και τις κακές τους συνήθειες, να τα βοηθάς να αποκτήσουν καλές συνήθειες, να τα συμβουλεύεις και να καθοδηγείς το μυαλό τους, αλλά και να φροντίζεις να μην ξεπερνούν τα όρια. Αν τους αρέσουν διάφορα κακά πράγματα του κόσμου, αλλά παρ’ όλα αυτά βλέπεις ότι είναι καλά παιδιά και ότι απλώς τα έχουν επηρεάσει οι πονηρές τάσεις του κόσμου, να τα συνετίζεις αμέσως και να τα βοηθάς να διορθώσουν τα ελαττώματά τους και τις κακές τους συνήθειες. Σε αυτές τις ευθύνες είναι οι γονείς υποχρεωμένοι να ανταποκρίνονται και αυτές τις αρμοδιότητες οφείλουν να φέρνουν σε πέρας. Όταν τα παιδιά είναι ακόμα ανήλικα, δεν πρέπει να τα ωθούν προς τις κοινωνικές τάσεις, ούτε να τα υποβάλλουν από πολύ νωρίς σε μεγάλη πίεση σαν να ήταν ενήλικες. Οι γονείς δεν πρέπει να τα κάνουν αυτά τα πράγματα. Είναι τόσο απλά όλα αυτά, αλλά κάποιοι δεν μπορούν να τα πετύχουν. Οι άνθρωποι αυτοί, επειδή δεν μπορούν να εγκαταλείψουν την επιδίωξη του κύρους και του κέρδους σ’ αυτόν τον κόσμο ή τις πονηρές τάσεις της κοινωνίας, και επειδή φοβούνται μήπως αποκλειστούν απ’ τον κόσμο, πριν ενηλικιωθούν τα παιδιά τους, τα βάζουν να αφομοιωθούν από πολύ μικρά στην κοινωνία και να προσαρμοστούν σ’ αυτήν πολύ γρήγορα σε νοητικό επίπεδο. Με τέτοιους γονείς, τα παιδιά δεν έχουν καμία τύχη. Με όποιες μεθόδους και με όποια προσχήματα κι αν τα αγαπούν, τα φροντίζουν και πληρώνουν τίμημα γι’ αυτά οι γονείς τους, αυτά τα πράγματα δεν κάνουν απαραίτητα καλό στα παιδιά τέτοιων οικογενειών. Θα έλεγε, μάλιστα, κανείς ότι μπορεί και να τα καταστρέφουν. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι οι προσδοκίες που έχουν ως γονείς τελικά φέρνουν την καταστροφή στο νεανικό μυαλό των παιδιών τους. Για να το θέσω αλλιώς, οι προσδοκίες που έχουν αυτοί οι γονείς δεν έχουν, στην πραγματικότητα, ως σκοπό να είναι τα παιδιά τους υγιή σε νου και σώμα, αλλά μόνο να μπορέσουν να καθιερωθούν στην κοινωνία και να μην αποκλειστούν απ’ αυτήν. Προσδοκούν να ζήσουν τα παιδιά τους τη μεγάλη ζωή, να είναι ανώτερα από τους υπόλοιπους, να μην καταντήσουν ζητιάνοι, να μη υφίστανται διακρίσεις ή εκφοβισμό απ’ τους άλλους, να μην υιοθετήσουν κακές τάσεις και να μην ενταχθούν σε ομάδες κακών ανθρώπων. Είναι καλά όλα αυτά; (Όχι.) Άρα, μην παίρνετε τόσο σοβαρά αυτού του είδους τις προσδοκίες των γονιών. Αν κάποτε οι γονείς σου είχαν τέτοιες προσδοκίες από σένα, ή αν έχουν πληρώσει μεγάλο τίμημα για να υλοποιήσουν τις προσδοκίες που είχαν από σένα, κι έτσι θεωρείς ότι τους χρωστάς και έχεις την πρόθεση να προσπαθείς μια ζωή να ξεπληρώσεις το τίμημα που πλήρωσαν για σένα, αν έχεις μια τέτοια ιδέα και επιθυμία, να την εγκαταλείψεις σήμερα. Δεν τους χρωστάς τίποτα. Κάθε άλλο, εκείνοι είναι που σε έχουν καταστρέψει και σε έχουν σακατέψει. Όχι μόνο δεν έχουν ανταποκριθεί στις ευθύνες που είχαν ως γονείς, αλλά αντιθέτως σε έβλαψαν, προκάλεσαν πολλά τραύματα στο νεανικό σου μυαλό και άφησαν πίσω τους ένα σωρό αρνητικές αναμνήσεις και εντυπώσεις. Με λίγα λόγια, γονείς σαν κι αυτούς δεν είναι καλοί γονείς. Αν οι γονείς σου, προτού ενηλικιωθείς, έτσι όπως σε διαπαιδαγώγησαν, σε επηρέασαν και σου μιλούσαν, ήθελαν πάντοτε να διαβάζεις σκληρά, να πετύχεις και να μην καταντήσεις εργάτης, να έχεις στο μέλλον καλές προοπτικές με κάθε κόστος, να είσαι το καμάρι τους, να τους τιμήσεις και να τους δοξάσεις, τότε πρέπει από δω και στο εξής να ξεχάσεις το υποτιθέμενο καλό που σου έκαναν και δεν χρειάζεται πλέον να τους παίρνεις στα σοβαρά. Σωστά; (Ναι.) Αυτές τις προσδοκίες έχουν οι γονείς από τους απογόνους τους πριν φτάσουν στην ενηλικίωση.

Οι προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους διατηρούν την ίδια φύση και όταν αυτά ενηλικιωθούν. Τα παιδιά πλέον μπορούν να σκέφτονται αυτόνομα και να επικοινωνούν, να μιλάνε και να συζητάνε μαζί τους από τη θέση και την οπτική του ενήλικα, όμως οι γονείς συνεχίζουν να διατηρούν τις ίδιες προσδοκίες από αυτά, από την οπτική του γονιού. Από εκεί που είχαν προσδοκίες από ένα παιδί, πλέον έχουν προσδοκίες από έναν ενήλικα. Οι προσδοκίες των γονιών από τους ενήλικες διαφέρουν μεν από εκείνες που έχουν από τα ανήλικα παιδιά, αλλά επειδή είναι συνηθισμένοι, διεφθαρμένοι άνθρωποι και ανήκουν στην κοινωνία και στον κόσμο, οι προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους παραμένουν του ίδιου είδους. Θέλουν να κυλάνε ομαλά τα πράγματα στη δουλειά τους, να έχουν έναν ευτυχισμένο γάμο και μια τέλεια οικογένεια, να παίρνουν αυξήσεις στον μισθό τους και προαγωγές, να τα αναγνωρίζουν τα αφεντικά τους και να τους πηγαίνουν όλα πάρα πολύ καλά στη δουλειά τους, να μην συναντούν την παραμικρή δυσκολία. Και ποιο το νόημα να υπάρχουν όλες αυτές οι προσδοκίες; (Είναι άχρηστες.) Είναι άχρηστες και περιττές. Οι γονείς πιστεύουν ότι, επειδή σε μεγάλωσαν και σε στήριξαν, μπορούν να διαβάσουν το μυαλό σου, κι έτσι, παρόλο που πλέον έχεις ενηλικιωθεί, νομίζουν ότι ξέρουν ακριβώς τι σκέφτεσαι, τι θέλεις και τι προσωπικότητα έχεις. Μάλιστα, παρόλο που είσαι ανεξάρτητος ενήλικας και βγάζεις τα λεφτά που χρειάζεσαι για να συντηρηθείς, νομίζουν ότι εξακολουθούν να σε ελέγχουν και ότι έχουν ακόμα το δικαίωμα να μιλήσουν, να εμπλακούν, να αποφασίσουν, να παρέμβουν ή ακόμα και να περάσει το δικό τους σε ό,τι σε αφορά. Πιστεύουν, με άλλα λόγια, ότι εκείνοι μπορούν να έχουν τον τελευταίο λόγο. Για παράδειγμα, στο θέμα του γάμου, αν βγαίνεις με κάποια κοπέλα, οι γονείς σου θα σου πουν αμέσως: «Δεν είναι καλή, δεν έχει την ίδια μόρφωση μ’ εσένα, δεν είναι ιδιαίτερα όμορφη και οι γονείς της ζουν στην επαρχία. Μόλις την παντρευτείς, θα έρθουν τσούρμο οι συγγενείς της από την επαρχία, δεν θα ξέρουν ούτε το καζανάκι να τραβήξουν και θα τα βρομίσουν όλα. Δεν θα έχεις καλή ζωή, είναι σίγουρο αυτό. Δεν είναι σωστό, δεν δίνω τη συγκατάθεσή μου για να την παντρευτείς!» Αυτό δεν αποτελεί παρέμβαση; (Ναι.) Δεν είναι περιττό και αηδιαστικό; (Είναι περιττό.) Τα παιδιά συνεχίζουν να χρειάζονται τη συγκατάθεση των γονιών τους όταν είναι να βρουν σύντροφο. Όλο αυτό έχει ως αποτέλεσμα κάποια παιδιά στην εποχή μας να μη λένε καν στους γονείς τους ότι έχουν βρει σύντροφο, μόνο και μόνο για να γλιτώσουν απ’ την παρέμβασή τους. Και όταν εκείνοι τα ρωτάνε: «Έχεις σύντροφο;», εκείνα απαντάνε: «Όχι, είναι νωρίς, είμαι μικρός ακόμα, δεν βιάζομαι». Στην πραγματικότητα, όμως, έχουν συντρόφους εδώ και δύο τρία χρόνια, αλλά απλώς δεν το έχουν πει στους γονείς τους. Και γιατί δεν τους το λένε; Επειδή εκείνοι θέλουν να παρεμβαίνουν στα πάντα· είναι πολύ ιδιότροποι, οπότε δεν τους λένε ότι έχουν βρει συντρόφους. Όταν πια έρθει η ώρα να παντρευτούν, φέρνουν τους συντρόφους τους κατευθείαν στο πατρικό τους και ρωτάνε τους γονείς τους: «Δίνεις τη συγκατάθεσή σου; Αύριο παντρεύομαι. Έτσι θα το χειριστώ, είτε συμφωνείτε είτε όχι. Και να μη δώσετε τη συγκατάθεσή σας, εμείς παιδιά θα κάνουμε». Τέτοιοι γονείς παρεμβαίνουν υπερβολικά στα παιδιά τους, μέχρι και στον γάμο τους παρεμβαίνουν. Αν δεν τους φέρουν τα παιδιά τους συντρόφους της αρεσκείας τους, αν δεν τα πάνε καλά μαζί τους ή δεν τους συμπαθούν, θα προσπαθήσουν να τους χωρίσουν. Και αν τα παιδιά τους δεν το δεχτούν αυτό, τότε κλαίνε, κάνουν φασαρία και απειλούν να αυτοκτονήσουν, σε σημείο που δεν ξέρουν αν πρέπει να κλάψουν ή να γελάσουν· δεν ξέρουν τι να κάνουν. Από την άλλη, είναι κάποιοι γιοι και κάποιες κόρες που λένε ότι έχουν μεγαλώσει και δεν θέλουν να παντρευτούν, και οι γονείς τους τους λένε: «Δεν είναι καλό αυτό. Ήλπιζα να μεγαλώσεις, να παντρευτείς και να κάνεις παιδιά. Εφόσον σε είδα να μεγαλώνεις, τώρα θέλω να σε δω να παντρεύεσαι και να κάνεις παιδιά. Μετά απ’ αυτό, μπορώ να πεθάνω ήσυχα. Αν δεν παντρευτείς, δεν θα εκπληρωθεί ποτέ αυτή η επιθυμία μου. Δεν θα μπορώ να πεθάνω, ενώ αν πεθάνω τελικά, δεν θα πεθάνω ήσυχα. Πρέπει να παντρευτείς, τρέξε να βρεις σύντροφο. Βρες έστω έναν σύντροφο για λίγο και φέρε μου να τον δω». Δεν είναι παρέμβαση αυτό; (Είναι.) Σε ό,τι αφορά την επιλογή συζύγου από τα ενήλικα παιδιά τους, οι γονείς μπορούν να δώσουν τις κατάλληλες συμβουλές, να τους υπενθυμίζουν κάποια πράγματα ή να τα βοηθήσουν να εξετάσουν τους συντρόφους τους, αλλά δεν επιτρέπεται να παρεμβαίνουν, δεν πρέπει να τα βοηθάνε να αποφασίσουν. Τα παιδιά έχουν τα δικά τους συναισθήματα ως προς το αν τους αρέσουν οι σύντροφοί τους, αν τα πάνε καλά μεταξύ τους, αν έχουν κοινά ενδιαφέροντα και αν στο μέλλον θα ζήσουν ευτυχισμένοι μαζί. Δεν είναι απαραίτητο οι γονείς να τα ξέρουν αυτά τα πράγματα, κι ακόμα κι αν τα ξέρουν, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι προτάσεις, δεν πρέπει ούτε να τα παρεμποδίζουν απροκάλυπτα ούτε να κάνουν σοβαρές παρεμβάσεις. Μάλιστα, κάποιοι γονείς λένε: «Όταν ο γιος μου ή η κόρη μου βρει σύντροφο, θα πρέπει να έχει την ίδια κοινωνική θέση με την οικογένειά μου. Αν δεν έχει, και θέλει να παντρευτεί το παιδί μου, δεν πρόκειται να επιτρέψω αυτόν τον γάμο, θα τους τα χαλάσω τα σχέδια. Δεν πρόκειται ν’ αφήσω τέτοιο άτομο να μπει στο σπίτι μου!» Είναι σωστή αυτή η προσδοκία; Είναι ορθολογική; (Όχι, δεν είναι ορθολογική.) Εδώ έχουμε ένα πολύ σημαντικό θέμα για τη ζωή των παιδιών, είναι παράλογο να παρεμβαίνουν οι γονείς σ’ αυτό. Κατά την άποψή τους, όμως, έχουν και παραέχουν λόγο να παρέμβουν στα σημαντικά ζητήματα της ζωής των παιδιών τους. Στην περίπτωση που το παιδί τους έχει βρει απλώς ένα άτομο του αντίθετου φύλου για να μιλάει μαζί του, τότε δεν παρεμβαίνουν, αλλά αν πρόκειται για το τόσο σοβαρό θέμα του γάμου, τότε πιστεύουν πως επιβάλλεται να παρέμβουν. Είναι, μάλιστα, και κάποιοι που καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να κατασκοπεύουν τα παιδιά τους, ψάχνοντας στις επαφές στους στο κινητό και στον υπολογιστή άτομα του αντίθετου φύλου, κάνοντας παρεμβάσεις και παρακολουθώντας τα, και τα οδηγούν στο σημείο που δεν έχουν καμία διέξοδο, δεν μπορούν να αντιδράσουν, να διαφωνήσουν ή να παρακάμψουν αυτό το εμπόδιο. Είναι σωστή αυτή η συμπεριφορά για έναν γονιό; (Όχι.) Αν οι γονείς κάνουν τα παιδιά τους να τους σιχαθούν, είναι ενοχλητικοί, σωστά; Το μόνο που πρέπει να κάνουν οι γονείς για τα παιδιά τους όταν αυτά έχουν ενηλικιωθεί είναι να συνεχίσουν να ανταποκρίνονται στις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που έχουν ως γονείς, να τα βοηθάνε σχετικά με το μελλοντικό μονοπάτι της ζωής τους και να τους προσφέρουν λογικές και χρήσιμες συμβουλές, προτροπές και νουθεσίες, ώστε να μην πέφτουν θύματα εξαπάτησης στη δουλειά τους ή στις επαφές τους με διάφορους ανθρώπους, γεγονότα και πράγματα, και για να αποφεύγουν τις περίπλοκες καταστάσεις και κακοτοπιές ή ακόμη και τις μηνύσεις. Πρέπει να αξιοποιούν την εμπειρία τους και να δίνουν στα παιδιά τους χρήσιμες και πολύτιμες συμβουλές και σημεία αναφοράς. Όσο για το αν εκείνα θα τους ακούσουν ή όχι, αυτό είναι δικιά τους δουλειά. Οι γονείς απλά πρέπει να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους. Δεν έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν το πόσα βάσανα θα περάσουν τα παιδιά τους, πόσο θα πονέσουν ή πόσες ευλογίες θα χαρούν. Αν τα παιδιά τους πρέπει να υπομείνουν κάποια δεινά σ’ αυτήν τη ζωή, και αν οι ίδιοι τους έχουν ήδη μάθει αυτά που πρέπει να μάθουν, αλλά όποτε τους συμβαίνει κάτι, παραμένουν πολύ πεισματάρικα, τότε πρέπει να υποφέρουν, αυτή είναι η μοίρα τους, δεν υπάρχει λόγος οι γονείς να κατηγορούν τον εαυτό τους, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Για κάποιους ανθρώπους, ο γάμος τους δεν πάει καλά, δεν έχουν καλές σχέσεις με τον ή τη σύζυγό τους κι αποφασίζουν να πάρουν διαζύγιο. Μετά το διαζύγιο, υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με την επιμέλεια των παιδιών. Οι γονείς των ανθρώπων αυτών είχαν την ελπίδα τα παιδιά τους να τα πάνε καλά στη δουλειά τους, να έχουν έναν ευτυχισμένο και χαρούμενο γάμο χωρίς τριγμούς και προβλήματα, αλλά τελικά τα πράγματα δεν πήγαν όπως θα ήθελαν. Για τον λόγο αυτόν, ανησυχούν για τα παιδιά τους, κλαίνε, γκρινιάζουν στους γείτονές τους για όλα αυτά και βοηθάνε τα παιδιά τους να βρουν δικηγόρους για να διεκδικήσουν την κηδεμονία των παιδιών τους. Άλλοι γονείς βλέπουν τις κόρες τους να αδικούνται. Τότε, ξεσηκώνονται για να αγωνιστούν για λογαριασμό τους, πηγαίνουν στο σπίτι του συζύγου και φωνάζουν: «Γιατί αδίκησες έτσι την κόρη μου; Δεν θα την αφήσω να περάσει έτσι αυτήν την προσβολή!» Μέχρι και άλλους συγγενείς φέρνουν για να ξεσπάσουν τον θυμό τους για τις κόρες τους, και αυτό καταλήγει σε καυγάδες. Έτσι, προκαλείται μια τεράστια σκηνή. Αν δεν είχαν έρθει όλοι οι συγγενείς για να κάνουν φασαρία και είχαν σιγά σιγά ηρεμήσει τα πνεύματα μεταξύ των συζύγων, τότε, μόλις ηρεμούσαν, το πιο πιθανό είναι να μην έπαιρναν διαζύγιο. Λόγω, όμως, της φασαρίας που δημιούργησαν αυτοί οι γονείς, το ζήτημα διογκώθηκε· δεν γινόταν να ξαναφτιάξει ο κατεστραμμένος γάμος και το γυαλί είχε ραγίσει. Οι συγκεκριμένοι γονείς δημιούργησαν τέτοια φασαρία που στο τέλος χάλασε ο γάμος του παιδιού τους και τώρα έχουν να ανησυχούν και γι’ αυτό. Πείτε Μου, άξιζε τον κόπο; Ποιος ο λόγος να ανακατευτούν σ’ αυτά τα πράγματα; Όλοι οι γονείς νομίζουν ότι, είτε για τον γάμο των παιδιών τους είτε για τη δουλειά τους, οι ίδιοι έχουν μεγάλη ευθύνη: «Πρέπει να αναμειχθώ, πρέπει να παρακολουθώ και να ελέγχω στενά το θέμα». Παρακολουθούν αν τα παιδιά τους έχουν ή δεν έχουν ευτυχισμένο γάμο, αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα σχετικά με τα συναισθήματά τους και αν ο γιος τους ή ο γαμπρός τους έχει εξωσυζυγικές σχέσεις. Κάποιοι γονείς κάνουν παρεμβάσεις και κριτική ή ακόμη και σκαρφίζονται σχέδια που αφορούν διάφορες πτυχές της ζωής των παιδιών τους, με σκοπό να ικανοποιήσουν μια προσδοκία που έχουν για τον γάμο τους ή για διάφορα άλλα πράγματα, και αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ομαλή πορεία της ζωής και της δουλειάς των παιδιών τους. Δεν είναι απεχθείς τέτοιοι γονείς; (Ναι.) Κάποιοι άλλοι ανακατεύονται ακόμη και στον τρόπο ζωής και τις συνήθειες των παιδιών τους και μάλιστα, όταν δεν έχουν τι να κάνουν, πάνε στο σπίτι των παιδιών τους για να δουν τι κάνουν οι νύφες τους, για να τσεκάρουν αν εκείνες στέλνουν κρυφά κανένα δώρο ή λεφτά στην οικογένειά τους ή αν έχουν σχέση με άλλους άντρες. Αυτές τις πράξεις τα παιδιά τους τις θεωρούν απωθητικές και απαίσιες. Αν οι γονείς κάνουν τέτοια πράγματα, τα παιδιά τους τα θεωρούν απαίσια και απωθητικά, άρα φαίνεται ξεκάθαρα ότι αυτές οι ενέργειες είναι παράλογες. Βεβαίως, αν το εξετάσουμε από άλλη σκοπιά, οι πράξεις αυτές είναι ταυτόχρονα ανήθικες και δεν χαρακτηρίζονται από ανθρώπινη φύση. Όποιες κι αν είναι οι προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους, από τη στιγμή που φτάσουν στην ενηλικίωση, δεν πρέπει να ανακατεύονται στη ζωή τους, στη δουλειά τους ή στην οικογένειά τους, πόσο μάλλον να προσπαθούν να παρέμβουν ή να ασκήσουν έλεγχο στις διάφορες πτυχές της ζωής τους. Υπάρχουν ακόμη και κάποιοι γονείς πολύ φιλοχρήματοι, οι οποίοι λένε στα παιδιά τους: «Για να βγάλεις γρήγορα πιο πολλά λεφτά, πρέπει να μεγαλώσεις την επιχείρησή σου. Κοίταξε το παιδί του τάδε, που επέκτεινε την επιχείρησή του: Μεγάλωσε το μαγαζί του και μετά το έκανε αλυσίδα και τώρα οι γονείς του απολαμβάνουν μαζί του τα καλύτερα φαγητά και ποτά. Πρέπει να βγάλεις πιο πολλά λεφτά. Βγάλε πιο πολλά και άνοιξε πιο πολλά μαγαζιά, έτσι ώστε να απολαύσουμε κι εμείς τη δόξα σου». Ανεξάρτητα από τις επιθυμίες των παιδιών τους ή από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, εκείνοι επιθυμούν μόνο να ικανοποιήσουν τα δικά τους γούστα, τις δικές τους εγωιστικές επιθυμίες· θέλουν μόνο να βγάλουν τα παιδιά τους πολλά λεφτά ώστε οι ίδιοι να χαίρονται τις σαρκικές απολαύσεις. Δεν πρέπει να κάνουν τέτοια πράγματα οι γονείς. Αυτά τα πράγματα είναι ανήθικα και δεν χαρακτηρίζονται από ανθρώπινη φύση, ενώ αυτοί οι γονείς δεν ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους. Δεν πρέπει να έχουν τέτοια στάση οι γονείς απέναντι στα ενήλικα παιδιά τους. Αυτοί, αντίθετα, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι είναι μεγαλύτεροι, ανακατεύονται στη ζωή των ενήλικων παιδιών τους, στη δουλειά τους, τον γάμο τους και ούτω καθεξής, με την πρόφαση ότι δείχνουν υπευθυνότητα απέναντι στα παιδιά τους. Όποιες κι αν είναι οι ικανότητες ενός ενήλικου παιδιού, όποιο επίπεδο κι αν έχει, όποια κι αν είναι η θέση του στην κοινωνία ή όσα λεφτά κι αν βγάζει, όλα αυτά είναι η μοίρα που του έχει ορίσει ο Θεός· βρίσκεται υπό την κυριαρχία του Θεού. Οι γονείς δεν έχουν δουλειά να ανακατεύονται στο τι ζωή θα ζήσουν τα παιδιά τους, εκτός αν εκείνα δεν βαδίζουν στο ορθό μονοπάτι ή αν παρανομούν. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να τα πειθαρχούν αυστηρά. Υπό κανονικές συνθήκες, όμως, δηλαδή όταν αυτοί οι ενήλικες είναι καλά στα μυαλά τους και μπορούν να ζήσουν και να επιβιώσουν αυτόνομα, οι γονείς τους πρέπει να κάνουν πίσω, αφού τα παιδιά έχουν ήδη ενηλικιωθεί. Τώρα, αν τα παιδιά έχουν ενηλικιωθεί πολύ πρόσφατα, είναι 20 ή 21 ετών, κι έτσι δεν ξέρουν ακόμα τις σύνθετες καταστάσεις που υπάρχουν στην κοινωνία ή το πώς να συμπεριφερθούν στη ζωή, αν δεν ξέρουν πώς να κοινωνικοποιηθούν και αν δεν έχουν καλές δεξιότητες επιβίωσης, τότε αυτοί οι γονείς πρέπει να τους προσφέρουν τη δέουσα βοήθεια, έτσι ώστε να περάσουν σιγά-σιγά στο σημείο να μπορούν να ζουν αυτόνομα. Αυτό θα πει να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους. Μόλις, όμως, βάλουν τα παιδιά τους στον σωστό δρόμο και εκείνα μπορούν να επιβιώσουν μόνα τους, τότε πρέπει να κάνουν πίσω. Δεν θα πρέπει να συνεχίσουν να τους φέρονται λες και είναι ακόμα ανήλικα ή έχουν νοητική καθυστέρηση. Δεν είναι σωστό να έχουν εξωπραγματικές προσδοκίες από τα παιδιά τους ή να ανακατεύονται στην προσωπική τους ζωή ή τις στάσεις, τις απόψεις και τις πράξεις των παιδιών τους στα θέματα της δουλειάς, της οικογένειας, του γάμου, των ανθρώπων και των γεγονότων, με την πρόφαση ότι έχουν την οποιαδήποτε προσδοκία από αυτά. Αν κάνουν οτιδήποτε απ’ όλα αυτά, δεν ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους.

Αυτό που πρέπει να κάνουν οι γονείς από τη στιγμή που οι γιοι και οι κόρες τους μπορούν να επιβιώσουν μόνοι τους είναι απλώς να νοιάζονται γι’ αυτούς και να τους προσφέρουν την απαραίτητη φροντίδα όσον αφορά τη δουλειά τους, τη ζωή τους και την οικογένειά τους ή να τους δίνουν την απαιτούμενη βοήθεια όταν δεν μπορούν να ολοκληρώσουν ή να διευθετήσουν κάτι μόνοι τους. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι ο γιος σου ή η κόρη σου έχει μωρό παιδί, και καμιά φορά δεν υπάρχει κανείς να το προσέξει, επειδή και οι δυο γονείς του δουλεύουν πολλές ώρες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορείς να βοηθήσεις το παιδί σου με τη φροντίδα του μωρού του. Εδώ μιλάμε για την ευθύνη του γονιού, αφού στο κάτω κάτω το μωρό είναι αίμα σου και θα ήταν πιο ασφαλές να το φροντίσεις εσύ παρά ένας ξένος. Εάν σε εμπιστεύεται το παιδί σου να προσέξεις το μωρό του, τότε οφείλεις να το προσέξεις εσύ. Αν δεν σε εμπιστεύεται και δεν θέλει να το προσέξεις εσύ ή αν δεν σε αφήνει να το προσέξεις επειδή σε αγαπάει, σε σκέφτεται και φοβάται ότι σωματικά δεν είναι σε θέση να το κάνεις. Μάλιστα, υπάρχουν και κάποιοι γιοι και κόρες που απλώς δεν εμπιστεύονται τους γονείς τους, θεωρούν ότι εκείνοι δεν μπορούν να φροντίσουν ένα μωρό, ότι ξέρουν μόνο να κακομαθαίνουν ένα μικρό παιδί και όχι πώς να το διαπαιδαγωγήσουν, αλλά και ότι δεν είναι προσεκτικοί στο τι του δίνουν να φάει. Αν το παιδί σου δεν σε εμπιστεύεται και δεν θέλει να προσέχεις το μωρό του, τότε ακόμα καλύτερα, έχεις πιο πολύ ελεύθερο χρόνο. Αυτό λέγεται κοινή συναίνεση: Ούτε ο γονιός ούτε το παιδί μπλέκονται ο ένας στα πόδια του άλλου, ενώ ταυτόχρονα σέβονται και νοιάζονται ο ένας για τον άλλον. Οι γονείς, όταν τα παιδιά τους χρειάζονται βοήθεια, ενδιαφέρον και φροντίδα, το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να τους δείξουν ότι νοιάζονται και να τους προσφέρουν την κατάλληλη και απαραίτητη φροντίδα και οικονομική υποστήριξη, σε συναισθηματικό ή άλλο επίπεδο. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι κάποιος γονιός έχει κάποιες οικονομίες ή ότι είναι καλός στη δουλειά του και βγάζει χρήματα. Όταν χρειαστούν τα παιδιά του λίγα λεφτά, μπορεί να τα βοηθήσει, αν έχει τη δυνατότητα. Αν δεν την έχει, τότε δεν χρειάζεται να αποχωριστεί όλα του τα υπάρχοντα ή να δανειστεί από κανέναν τοκογλύφο για να βοηθήσει τα παιδιά του. Μόνο όσα βρίσκονται στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του έχει την υποχρέωση να κάνει για να ανταποκριθεί στις ευθύνες που έχει ως γονιός. Δεν χρειάζεται για να βοηθήσει τα παιδιά του να πουλήσει ό,τι έχει και δεν έχει, ούτε να πουλήσει τα νεφρά του ή το αίμα του, ούτε να δουλέψει μέχρι να πέσει κάτω. Η ζωή σου είναι δική σου, σου έχει δοθεί από τον Θεό και έχεις τις δικές σου αποστολές. Αυτήν τη ζωή την έχεις για να μπορείς να εκπληρώσεις αυτές τις αποστολές. Τα παιδιά σου έχουν κι αυτά τη δική τους ζωή προκειμένου να τερματίσουν το μονοπάτι της ζωής τους και να φέρουν εις πέρας την αποστολή που έχουν στη ζωή, και όχι για να δείξουν σ’ εσένα την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί. Είτε, λοιπόν, τα παιδιά του κάθε γονιού είναι ενήλικα είτε ανήλικα, η ζωή του γονιού ανήκει στον ίδιο, όχι στα παιδιά του. Είναι ξεκάθαρο πως οι γονείς δεν είναι δωρεάν νταντάδες ούτε σκλάβοι των παιδιών τους. Όποιες προσδοκίες κι αν έχουν οι γονείς για τα παιδιά τους, δεν υπάρχει λόγος να τα αφήσουν να τους διατάζουν όποτε τους κάνει κέφι και χωρίς κανένα αντάλλαγμα ή να γίνουν υπηρέτες, καμαριέρες ή σκλάβοι των παιδιών τους. Όποια κι αν είναι τα συναισθήματα που έχεις για τα παιδιά σου, δεν παύεις να είσαι ανεξάρτητος άνθρωπος. Δεν πρέπει να αναλάβεις εσύ την ευθύνη για τη ζωή τους όταν είναι πια ενήλικες, λες και έτσι πρέπει να γίνει, μόνο και μόνο επειδή είναι παιδιά σου. Δεν υπάρχει λόγος να το κάνεις αυτό. Έχουν ενηλικιωθεί· εσύ έχεις ήδη ανταποκριθεί στην ευθύνη σου να τα μεγαλώσεις. Όσο για το αν θα έχουν στο μέλλον καλή ή κακή ζωή, αν θα πλουτίσουν ή θα είναι φτωχά, και αν θα ζήσουν ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη ζωή, αυτό είναι δικιά τους δουλειά. Εσύ δεν έχεις καμία σχέση με όλα αυτά. Ως γονιός, δεν είσαι υποχρεωμένος να τα αλλάξεις αυτά. Δεν έχεις την υποχρέωση, αν το παιδί σου ζει δυστυχισμένα, να πεις: «Είσαι δυστυχισμένος! Θα ψάξω να βρω έναν τρόπο να το διορθώσω αυτό, θα πουλήσω όλα μου τα υπάρχοντα, θα καταναλώσω όλη μου την ενέργεια για να σε κάνω ευτυχισμένο». Δεν υπάρχει λόγος να κάνεις κάτι τέτοιο. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου, τέλος. Αν θέλεις να βοηθήσεις τα παιδιά σου, ρώτα τα γιατί είναι δυστυχισμένα και βοήθησέ τα να καταλάβουν το πρόβλημα σε θεωρητικό και ψυχολογικό επίπεδο. Αν αποδεχτούν τη βοήθειά σου, καλώς. Αν δεν την αποδεχτούν, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου ως γονιού, και τέλος. Αν θέλουν τα παιδιά σου να υποφέρουν, είναι δικιά τους δουλειά. Δεν χρειάζεται να σε ανησυχεί ή να σε αναστατώνει αυτό, ούτε να χάνεις την όρεξη και τον ύπνο σου. Θα ήταν υπερβολή αυτό. Γιατί θα ήταν υπερβολή; Γιατί είναι ενήλικες. Πρέπει να μάθουν να τα βγάζουν πέρα μόνοι τους με όλα όσα αντιμετωπίζουν στη ζωή τους. Η ανησυχία σου για τα παιδιά σου είναι απλώς αγάπη· αν δεν ανησυχείς γι’ αυτά, δεν σημαίνει ότι είσαι άκαρδος ή ότι δεν έχεις ανταποκριθεί στις ευθύνες σου. Εφόσον είναι ενήλικες, πρέπει να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ενήλικες και να τα χειριστούν σαν ενήλικες, όχι να βασίζονται για τα πάντα στους γονείς τους. Εννοείται πως και οι γονείς δεν πρέπει να φορτώνουν στον εαυτό τους την ευθύνη για το κατά πόσο τα παιδιά τους θα τα πάνε καλά στη δουλειά τους, στην καριέρα τους, στην οικογένεια ή στον γάμο τους αφότου ενηλικιωθούν. Μπορείς, βεβαίως, να ανησυχείς και να ρωτάς για όλα αυτά. Ωστόσο, δεν υπάρχει λόγος να αναλάβεις εσύ όλη την ευθύνη γι’ αυτά και να κρατάς τα παιδιά σου δεμένα στο πλευρό σου, να τα παίρνεις μαζί σου όπου κι αν πας, να τα παρακολουθείς διαρκώς και να σκέφτεσαι: «Τρώνε καλά σήμερα; Είναι ευτυχισμένα; Πηγαίνει καλά η δουλειά τους; Τα εκτιμά το αφεντικό τους; Έχουν αγάπη στον γάμο τους; Είναι τα παιδιά τους υπάκουα; Παίρνουν τα παιδιά τους καλούς βαθμούς;» Τι σχέση έχεις εσύ με όλα αυτά; Τα παιδιά σου μπορούν να λύσουν μόνα τους τα προβλήματά τους, δεν είναι ανάγκη να ανακατεύεσαι εσύ. Γιατί ρωτάω τι σχέση έχεις εσύ με όλα αυτά; Εννοώ ότι δεν έχεις καμία σχέση με αυτά. Εσύ έχεις ανταποκριθεί στις ευθύνες που είχες για τα παιδιά σου, τα μεγάλωσες μέχρι να ενηλικιωθούν, άρα τώρα πρέπει να κάνεις πίσω. Μόλις κάνεις πίσω, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έχεις τίποτα να κάνεις. Είναι πολλά ακόμα που πρέπει να κάνεις. Αν αναλογιστείς τις αποστολές που έχεις να ολοκληρώσεις σ’ αυτήν τη ζωή, εκτός από το μεγάλωμα των παιδιών σου μέχρι να φτάσουν στην ενηλικίωση, έχεις κι άλλες αποστολές. Πέρα από το ότι είσαι ο γονιός των παιδιών σου, είσαι και δημιούργημα. Πρέπει να προσέλθεις ενώπιον του Θεού και να αποδεχτείς το καθήκον που έχεις από Αυτόν. Και ποιο είναι αυτό το καθήκον; Το έχεις ολοκληρώσει; Έχεις αφιερωθεί σ’ αυτό; Έχεις αρχίσει να προχωράς στο μονοπάτι της σωτηρίας; Αυτά πρέπει να σκεφτείς. Δεν σε αφορά καθόλου το πού θα πάνε τα παιδιά σου μόλις ενηλικιωθούν, πώς θα είναι η ζωή τους, ποιες θα είναι οι συνθήκες ζωής τους, αν θα είναι ευτυχισμένα και χαρούμενα. Τα παιδιά σου είναι ήδη αυτόνομα, και σε εξωτερικό και σε νοητικό επίπεδο. Πρέπει να τα αφήσεις να είναι ανεξάρτητα, πρέπει να απεμπλακείς απ’ αυτά και όχι να προσπαθείς να τα ελέγχεις. Είτε από την εξωτερική πλευρά των πραγμάτων είτε από την πλευρά της αγάπης και της συγγένειας της σάρκας, έχεις ήδη ανταποκριθεί στις ευθύνες σου και πλέον δεν έχεις καμία σχέση με τα παιδιά σου. Δεν έχουν καμία σχέση οι δικές τους αποστολές με τις δικές σου ούτε έχουν καμία σχέση τα μονοπάτια της ζωής στα οποία βαδίζουν τα παιδιά σου με τις δικές σου προσδοκίες. Οι προσδοκίες που είχες από αυτά και οι ευθύνες σου απέναντί τους έχουν τελειώσει. Είναι επόμενο ότι δεν πρέπει να διατηρείς πια προσδοκίες από αυτά. Καθένας είναι ο εαυτός του. Αν δεν παντρευτούν τα παιδιά σου, τότε εσύ και αυτά είστε ανεξάρτητα άτομα και δεν συνδέεστε σε ό,τι αφορά τη μοίρα και τις αποστολές σας. Αν παντρευτούν και κάνουν οικογένεια, τότε οι οικογένειές σας είναι εντελώς άσχετες. Τα παιδιά σου έχουν τις δικές τους συνήθειες και τον δικό τους τρόπο ζωής, έχουν τις δικές τους ανάγκες σχετικά με την ποιότητα ζωής τους, κι εσύ έχεις τις δικές σου συνήθειες και τις δικές σου ανάγκες ως προς την ποιότητα της ζωής σου. Εσύ έχεις το δικό σου μονοπάτι στη ζωή και αυτά έχουν το δικό τους. Εσύ έχεις τις δικές σου αποστολές και εκείνα τις δικές τους. Και φυσικά, εσύ έχεις τη δική σου πίστη κι εκείνα τη δική τους. Αν εκείνα πιστεύουν στο χρήμα, στο κύρος και στο κέρδος, τότε είστε εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Και αν έχουν την ίδια πίστη μ’ εσένα, αν επιδιώκουν την αλήθεια και βαδίζουν στο μονοπάτι της σωτηρίας, και πάλι, εννοείται, είστε εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Καθένας είναι ο εαυτός του. Δεν πρέπει να επεμβαίνεις στα μονοπάτια στα οποία βαδίζουν. Μπορείς να τα στηρίζεις, να τα βοηθάς και να τους προσφέρεις ό,τι μπορείς, καθώς και να τους δίνεις κάποιες υπενθυμίσεις και παραινέσεις, δεν υπάρχει, όμως, λόγος να επεμβαίνεις ή να ανακατεύεσαι. Κανένας δεν αποφασίζει σε τι μονοπάτι θα βαδίσει ο άλλος, τι άνθρωπος θα γίνει στη ζωή του ή τι θα επιδιώκει. Σκεφτείτε το: Πού στηρίζεται το γεγονός ότι κάθομαι εδώ, κουβεντιάζω μαζί σας και σας μιλάω για όλα αυτά τα πράγματα; Στο ότι θέλετε να ακούσετε. Ο λόγος που μιλάω είναι ότι εσείς θέλετε να ακούσετε τις ειλικρινείς παραινέσεις Μου. Αν δεν θέλατε ή αν φεύγατε, θα σταματούσα να μιλάω. Το πόσα λόγια λέω εξαρτάται από την προθυμία ή την απροθυμία σας να τα ακούσετε και από το αν είστε διατεθειμένοι να αφιερώσετε χρόνο και ενέργεια για να το κάνετε. Αν έλεγες: «Δεν καταλαβαίνω τι λες, μήπως γίνεται να το εξηγήσεις λίγο καλύτερα;» τότε θα προσπαθούσα να το εξηγήσω όσο καλύτερα μπορώ, έτσι ώστε να καταλάβεις τα λόγια Μου και να εισέλθεις σ’ αυτά. Το έργο Μου θα έχει ολοκληρωθεί όταν σε έχω βάλει στον ίσιο δρόμο, όταν σε έχω οδηγήσει ενώπιον του Θεού και της αλήθειας και όταν σου έχω δώσει τη δυνατότητα να καταλάβεις την αλήθεια και να ακολουθήσεις την οδό του Θεού. Όμως το αν εσύ, αφού ακούσεις τα λόγια Μου, θα είσαι διατεθειμένος να τα κάνεις πράξη, το τι μονοπάτι θα ακολουθήσεις, τι ζωή θα επιλέξεις ή τι θα επιδιώξεις, όλα αυτά δεν με αφορούν. Αν έλεγες: «Θέλω να ρωτήσω κάτι σχετικά με εκείνη την πτυχή της αλήθειας, θέλω να αναζητήσω σχετικά μ’ αυτό», τότε θα σου απαντούσα με υπομονή. Αν δεν ήθελες ποτέ να αναζητήσεις την αλήθεια, θα σε κλάδευα γι’ αυτό; Δεν θα σε κλάδευα. Δεν υπήρχε περίπτωση να σε αναγκάσω να αναζητήσεις την αλήθεια ούτε να σε χλευάσω και να σε κοροϊδέψω, και φυσικά δεν θα σου φερόμουν ποτέ ψυχρά. Η συμπεριφορά μου θα παρέμενε ίδια. Σε περίπτωση που κάνεις κάποιο λάθος στο καθήκον σου ή προκαλέσεις εσκεμμένα διατάραξη ή αναστάτωση, έχω συγκεκριμένες αρχές και μεθόδους για να σε χειριστώ. Όμως, μπορεί να πεις: «Δεν θέλω να Σ’ ακούω να μιλάς για τέτοια πράγματα, ούτε θέλω να δεχτώ αυτές τις απόψεις Σου. Θα εξακολουθήσω να εκτελώ το καθήκον μου όπως το έκανα πάντα». Τότε μην παραβιάζεις τις αρχές ή τα διοικητικά διατάγματα. Εάν παραβιάσεις τα διοικητικά διατάγματα, τότε θα σε χειριστώ Εγώ. Αν, όμως, δεν τα παραβιάσεις και συμπεριφέρεσαι σωστά όσο ζεις την εκκλησιαστική ζωή, τότε δεν θα ανακατευτώ μ’ εσένα, ακόμη και αν δεν επιδιώκεις την αλήθεια. Δεν θα ανακατευτώ στην προσωπική σου ζωή, στο τι θες να τρως, τι ρούχα θες να φοράς ή με ποιους ανθρώπους θες να έχεις επαφές. Σε όλα αυτά τα ζητήματα σου δίνω ελευθερία. Για ποιον λόγο; Σου έχω μιλήσει με σαφήνεια για όλες τις αρχές και για όλα όσα σχετίζονται μ’ αυτά τα θέματα. Όλα τα άλλα εξαρτώνται από τις δικές σου επιλογές, τις οποίες είσαι ελεύθερος να κάνεις. Είναι προφανές ότι το μονοπάτι στο οποίο θα επιλέξεις να βαδίσεις εξαρτάται από το τι άνθρωπος είσαι. Αν δεν είσαι κάποιος που αγαπάει την αλήθεια, τότε ποιος θα μπορούσε να σε υποχρεώσει να την αγαπήσεις; Στο τέλος, ο καθένας θα αναλάβει την ευθύνη για το μονοπάτι που ακολουθεί και τα αποτελέσματα που θα φέρει. Δεν χρειάζεται να αναλάβω Εγώ την ευθύνη για σένα. Αν επιδιώκεις την αλήθεια, το κάνεις επειδή το θες. Αν δεν την επιδιώκεις, κι αυτό το κάνεις επειδή το θες, κανείς δεν σου το απαγορεύει. Αν επιδιώκεις την αλήθεια, δεν πρόκειται να σε ενθαρρύνει κανένας και ούτε πρόκειται να σου δοθεί ιδιαίτερη χάρη ή υλικές ευλογίες. Εγώ το μόνο που κάνω είναι να ανταποκρίνομαι στις ευθύνες Μου, να σας λέω όλες τις αλήθειες που πρέπει να καταλάβετε και στις οποίες πρέπει να εισέλθετε. Δεν έχω ρωτήσει ποτέ πώς ζείτε την ιδιωτική ζωή σας, ούτε έχω ανακατευτεί σ’ αυτή. Αυτήν τη στάση έχω. Έτσι πρέπει να φέρονται και οι γονείς στα παιδιά τους. Όποιος είναι ενήλικας έχει την ικανότητα να διακρίνει το σωστό απ’ το λάθος. Δική του δουλειά είναι αν θα διαλέξει το σωστό ή το λάθος, αν θα διαλέξει το άσπρο ή το μαύρο, αν θα διαλέξει τα θετικά ή τα αρνητικά πράγματα· η επιλογή εξαρτάται από τις βαθύτερες ανάγκες του. Αν κάποιος έχει κακή ουσία, δεν πρόκειται να διαλέξει τα θετικά πράγματα. Αν κάποιος προσπαθεί να είναι καλός και έχει ανθρώπινη φύση, συνείδηση και αίσθημα ντροπής, τότε θα διαλέξει τα θετικά πράγματα· είναι σίγουρο ότι θα μπει στο ορθό μονοπάτι, ακόμα κι αν αργήσει λίγο. Αυτό είναι αναπόφευκτο. Τέτοια στάση θα πρέπει, λοιπόν, να έχουν και οι γονείς απέναντι στα παιδιά τους, δεν πρέπει να επεμβαίνουν στις επιλογές τους. Κάποιοι γονείς έχουν τις εξής απαιτήσεις απ’ τα παιδιά τους: «Πρέπει τα παιδιά μας να ξεκινήσουν να βαδίζουν στο ορθό μονοπάτι, να πιστέψουν στον Θεό, να εγκαταλείψουν τα εγκόσμια και να παρατήσουν τις δουλειές τους. Αν δεν τα κάνουν όλα αυτά, τότε, όταν εισέλθουμε στη βασιλεία, εκείνα δεν θα μπορούν να εισέλθουν και θα τα χάσουμε. Τι ωραία που θα ήταν να μπορούσε όλη η οικογένειά μας να εισέλθει μαζί στη βασιλεία! Θα ήμασταν και στον ουρανό μαζί, όπως είμαστε και εδώ στη γη. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε ο ένας τον άλλον όταν θα είμαστε στη βασιλεία, πρέπει να μείνουμε μαζί στους αιώνες των αιώνων!» Τελικά, όμως, τα παιδιά τους δεν πιστεύουν στον Θεό και προτιμάνε να επιδιώκουν πράγματα του κόσμου, πασχίζοντας να βγάλουν πολλά λεφτά και να γίνουν πολύ πλούσια· φοράνε ρούχα της μόδας, κάνουν και μιλάνε για ό,τι επιβάλλουν οι τάσεις της εποχής και δεν ικανοποιούν τις επιθυμίες των γονιών τους. Τότε οι γονείς τους στενοχωριούνται και το ρίχνουν στις προσευχές και τις νηστείες, νηστεύοντας για μια βδομάδα, 10 ή ακόμα και 15 ημέρες, και καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες για το καλό των παιδιών τους για το συγκεκριμένο ζήτημα. Πολλές φορές ζαλίζονται απ’ την πείνα και προσεύχονται πολύ συχνά ενώπιον του Θεού με δάκρυα στα μάτια. Όσο, όμως, κι αν προσευχηθούν, όσο κι αν προσπαθήσουν, τα παιδιά τους δεν συγκινούνται και δεν καταλαβαίνουν ότι πρέπει να αφυπνιστούν. Και όσο περισσότερο τα παιδιά αρνούνται να πιστέψουν τόσο περισσότερο σκέφτονται οι γονείς τους: «Αχ, απέτυχα με τα παιδιά μου, τα απογοήτευσα. Δεν κατάφερα να τους μεταδώσω το ευαγγέλιο και δεν τα έφερα μαζί μου στο μονοπάτι της σωτηρίας. Τι ανόητα που είναι· αυτό είναι το μονοπάτι της σωτηρίας!» Δεν είναι ανόητα· απλώς δεν έχουν μια τέτοια ανάγκη. Οι γονείς είναι οι ανόητοι, που προσπαθούν να πιέσουν τα παιδιά τους να εισέλθουν σ’ αυτό το μονοπάτι, έτσι δεν είναι; Θα χρειαζόταν να μιλήσουν για τέτοια πράγματα οι συγκεκριμένοι γονείς αν τα παιδιά τους είχαν μια τέτοια ανάγκη; Θα πίστευαν από μόνα τους. Τέτοιοι γονείς σκέφτονται συνέχεια: «Τα απογοήτευσα τα παιδιά μου. Τους έλεγα από όταν ήταν μικρά να πάνε να σπουδάσουν και, από τότε που πήγαν στο πανεπιστήμιο, δεν έχουν αλλάξει ρότα. Όλο τα κοσμικά πράγματα επιδιώκουν και, όποτε έρχονται, μιλάνε συνέχεια για τη δουλειά, για τα λεφτά, για το ποιος πήρε προαγωγή ή αγόρασε αυτοκίνητο, ποιος έκανε πλούσιο γάμο, ποιος πήγε στην Ευρώπη για ανώτερες σπουδές ή για να συμμετάσχει σε κάποιο πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών, και λένε πόσο υπέροχα κυλάει η ζωή των άλλων. Όλο γι’ αυτά μιλάνε κάθε φορά που έρχονται στο σπίτι κι εγώ δεν θέλω να τα ακούω, όμως δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Ό,τι κι αν πω για να τα πείσω να πιστέψουν στον Θεό, δεν ακούνε με τίποτα». Αφού τα σκέφτονται όλα αυτά, χαλάει η σχέση τους με τα παιδιά τους. Κάθε φορά που τα βλέπουν, το πρόσωπό τους σκοτεινιάζει· κάθε φορά που τους μιλάνε, ξινίζουν. Κάποια παιδιά που δεν ξέρουν τι να κάνουν σκέφτονται: «Δεν καταλαβαίνω τι πρόβλημα έχουν οι γονείς μου. Δεν πιστεύω στον Θεό —και τι έγινε; Για ποιον λόγο έχουν συνέχεια αυτήν τη στάση απέναντί μου; Πίστευα πως όσο πιο πολύ πιστεύει κανείς στον Θεό τόσο καλύτερος άνθρωπος γίνεται. Πώς είναι δυνατόν να αγαπάνε τόσο λίγο την οικογένειά τους οι πιστοί στον Θεό;» Τέτοιοι γονείς κοντεύουν να σκάσουν από την ανησυχία τους για τα παιδιά τους, και λένε: «Δεν είναι παιδιά μου αυτά! Δεν έχω πια καμία σχέση μαζί τους, τα αποκληρώνω!» Παρόλο που λένε αυτά τα λόγια, στην πραγματικότητα δεν αισθάνονται έτσι. Δεν είναι ανόητοι τέτοιοι γονείς; (Ναι.) Θέλουν να έχουν πάντα τον έλεγχο και να καθορίζουν τα πάντα, θέλουν να καθορίζουν οι ίδιοι το μέλλον των παιδιών τους, την πίστη τους και τα μονοπάτια στα οποία βαδίζουν. Τι ανοησία! Δεν είναι σωστό αυτό. Υπάρχουν κάποια παιδιά που επιδιώκουν πράγματα της κοσμικής ζωής, που παίρνουν προαγωγή, γίνονται διευθυντές και βγάζουν πολλά λεφτά. Όταν πάνε στο πατρικό τους, φέρνουν στους γονείς τους για δώρο μεγάλους σωρούς από τζίνσενγκ, χρυσά σκουλαρίκια και χρυσά κολιέ, και οι γονείς τους λένε: «Δεν τα θέλω όλα αυτά, το μόνο που θέλω είναι να είσαι υγιής και να με ακολουθήσεις στην πίστη στον Θεό. Είναι κάτι υπέροχο να πιστεύεις στον Θεό!» Και τα παιδιά τους απαντάνε: «Πάλι τα ίδια. Εγώ πήρα προαγωγή και ούτε καν μου έδωσες συγχαρητήρια. Άλλοι γονείς, όταν μαθαίνουν ότι τα παιδιά τους πήραν προαγωγή, ανοίγουν σαμπάνιες, πάνε έξω για φαγητό, κι εσύ δεν χαίρεσαι καν με τα κολιέ και τα σκουλαρίκια που σου αγοράζω. Τι έχω κάνει και σε έχω απογοητεύσει; Ο μόνος λόγος που κάνεις τέτοια μούτρα είναι επειδή δεν πιστεύω στον Θεό». Είναι σωστό να κάνουν έτσι αυτοί οι γονείς; Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικές επιδιώξεις, βαδίζει σε διαφορετικό μονοπάτι, που το επιλέγει ο ίδιος. Οι γονείς πρέπει να προσεγγίσουν αυτό το θέμα σωστά. Αν τα παιδιά σου δεν παραδέχονται ότι υπάρχει Θεός, μην απαιτείς απ’ αυτά να πιστέψουν στον Θεό, δεν γίνονται με το ζόρι αυτά τα πράγματα. Αν δεν θέλουν να πιστέψουν στον Θεό, αν δεν είναι τέτοιοι άνθρωποι, τότε όσο περισσότερο μιλάς γι’ αυτό το θέμα τόσο περισσότερο θα σε ενοχλούν και θα τα ενοχλείς κι εσύ· και οι δύο θα ενοχλείστε. Δεν είναι όμως η ενόχληση και των δυο σας το πιο σημαντικό· το σημαντικότερο είναι ότι ο Θεός θα νιώσει αποστροφή για σένα και θα πει ότι έχεις υπερβολικά ισχυρά αισθήματα. Αφού μπορείς να πληρώσεις τόσο μεγάλο τίμημα μόνο και μόνο επειδή τα παιδιά σου δεν πιστεύουν στον Θεό, και εφόσον αναστατώνεσαι τόσο πολύ που επιδιώκουν πράγματα του κόσμου, τότε τι θα έκανες σε περίπτωση που κάποια μέρα τα έπαιρνε ο Θεός; Θα κατηγορούσες τον Θεό; Αν μέσα σου θεωρείς ότι τα παιδιά σου είναι το παν για σένα, αν θεωρείς ότι είναι το μέλλον σου, η ελπίδα σου και η ζωή σου, τότε συνεχίζεις να πιστεύεις στον Θεό; Δεν θα νιώσει αποστροφή για σένα ο Θεός έτσι που κάνεις; Δεν ενεργείς με σύνεση ούτε σε συμφωνία με τις αρχές και ο Θεός δεν θα είναι ευχαριστημένος μ’ αυτό. Αν είσαι, λοιπόν, συνετός, δεν θα κάνεις τέτοια πράγματα. Αν τα παιδιά σου δεν πιστεύουν, μην ασχολείσαι άλλο. Τους έχεις παρουσιάσει όλα τα επιχειρήματα που όφειλες και τους έχεις πει όσα έπρεπε να πεις. Άφησέ τα, λοιπόν, να επιλέξουν μόνα τους. Κράτα τη σχέση που είχες μαζί τους και προηγουμένως. Αν θέλουν να σου δείξουν την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί, αν θέλουν να σε αγαπάνε και να σε φροντίζουν, δεν υπάρχει λόγος να το αρνηθείς. Αν θελήσουν να σε πάρουν μαζί τους σε ένα ταξίδι στην Ευρώπη, αλλά κάτι τέτοιο δεν σε αφήνει να εκτελέσεις το καθήκον σου και δεν θες να πας, τότε μην πας. Αν, όμως, θες να πας και έχεις χρόνο, τότε πήγαινε. Δεν είναι κακό να διευρύνεις τους ορίζοντές σου. Ούτε τα χέρια σου θα λερώσεις ούτε θα το καταδικάσει ο Θεός. Αν σου κάνουν τα παιδιά σου ωραία δώρα, καλό φαγητό ή ωραία ρούχα, τότε, αν το θεωρείς σωστό να τα φοράει ή να τα χρησιμοποιεί ένας άγιος, απόλαυσέ τα και θεώρησέ τα ως χάρη από τον Θεό. Αν τα σιχαίνεσαι όλα αυτά, αν δεν σε ευχαριστούν, αν τα βρίσκεις δυσάρεστα και αηδιαστικά και δεν θέλεις να τα απολαύσεις, τότε μπορείς να τα αρνηθείς και να πεις: «Δεν είναι ανάγκη να μου φέρνετε δώρα και να χαλάτε λεφτά για χάρη μου, δεν τα έχω ανάγκη αυτά τα πράγματα. Το μόνο που θέλω είναι να είστε γεροί κι ευτυχισμένοι». Δεν είναι υπέροχο αυτό; Αν πεις αυτά τα λόγια και αν μέσα σου τα πιστεύεις αυτά τα πράγματα, αν όντως δεν απαιτείς να σου προσφέρουν τα παιδιά σου υλικές ανέσεις ή να μοιράζεσαι τη δόξα τους, τότε εκείνα θα νιώσουν θαυμασμό για σένα, έτσι δεν είναι; Και σχετικά με όποιες δυσκολίες ενδεχομένως αντιμετωπίζουν στη δουλειά ή τη ζωή τους, όποτε μπορείς, να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να τα βοηθήσεις. Αν, όμως, το να τα βοηθήσεις θα επηρέαζε την εκτέλεση του καθήκοντός σου, τότε μπορείς να αρνηθείς, έχεις αυτό το δικαίωμα. Και ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι δεν τους χρωστάς τίποτα πια, δεν έχεις πια καμία ευθύνη απέναντί τους και έχουν ήδη γίνει ανεξάρτητοι ενήλικες, οπότε μπορούν να διαχειριστούν τη ζωή τους μόνα τους. Δεν είναι ανάγκη να τα υπηρετείς άνευ όρων και συνέχεια. Αν σου ζητήσουν να τα βοηθήσεις κι εσύ δεν θέλεις να τα βοηθήσεις ή αν κάτι τέτοιο θα εμπόδιζε την εκτέλεση του καθήκοντός σου, μπορείς να αρνηθείς. Δικαίωμά σου είναι. Ναι μεν σας συνδέει δεσμός αίματος και είσαι ο γονιός τους, αλλά πρόκειται μόνο για μια σχέση τυπική, σχέση αίματος και αγάπης. Από πλευράς των ευθυνών σου, έχεις ήδη απελευθερωθεί από τη σχέση σου μαζί τους. Οι συνετοί γονείς, λοιπόν, δεν θα έχουν καμία προσδοκία, καμία απαίτηση και κανένα πρότυπο για τα παιδιά τους από τη στιγμή που εκείνα θα ενηλικιωθούν, και δεν θα απαιτούν απ’ αυτά να ενεργούν με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο ή να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα από την οπτική ή από τη θέση του γονιού, εφόσον έχουν ανεξαρτητοποιηθεί. Όταν ανεξαρτητοποιηθούν τα παιδιά σου, αυτό σημαίνει ότι έχεις ανταποκριθεί σε όλες τις ευθύνες που είχες απέναντί τους. Ό,τι κι αν κάνεις, λοιπόν, γι’ αυτά όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, είτε πρόκειται για ενδιαφέρον είτε για φροντίδα, δεν είναι τίποτα παραπάνω από αγάπη και είναι κάτι το περιττό. Ή αν σου ζητήσουν να κάνεις κάτι, κι αυτό περιττό είναι, δεν είναι καθήκον σου να το κάνεις. Πρέπει να το καταλάβεις αυτό. Είναι ξεκάθαρα αυτά τα πράγματα; (Ναι.)

Ας υποθέσουμε ότι έλεγε κάποιος από σας: «Δεν θα μπορέσω ποτέ να εγκαταλείψω τα παιδιά μου. Είναι φιλάσθενα, δειλά και ντροπαλά από τη φύση τους. Άσε που δεν έχουν πολύ καλό επίπεδο και όλο τα εκφοβίζουν. Δεν γίνεται να τα εγκαταλείψω». Το γεγονός ότι δεν μπορείς να εγκαταλείψεις τα παιδιά σου δεν σημαίνει ότι δεν έχεις ανταποκριθεί σε όλες σου τις ευθύνες απέναντί τους, απλώς είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων σου. Μπορεί να λες: «Όλη την ώρα ανησυχώ και σκέφτομαι αν τρώνε καλά τα παιδιά μου ή αν τα πονάει το στομάχι τους. Μήπως θα πάθουν κανένα πρόβλημα με το στομάχι τους αν δεν τρώνε την ώρα που πρέπει και αν παραγγέλνουν συνέχεια φαγητό απ’ έξω για πολύ καιρό; Μήπως θα αρρωστήσουν; Και αν αρρωστήσουν, θα έχουν κάποιον να τα φροντίσει, να τους δείξει αγάπη; Τα νοιάζονται και τα φροντίζουν οι σύζυγοί τους;» Ανησυχείς λόγω των συναισθημάτων που έχεις για τα παιδιά σου και λόγω του δεσμού αίματος που σας ενώνει, όμως αυτά τα πράγματα δεν είναι δικές σου ευθύνες. Οι μόνες ευθύνες που έχει αναθέσει ο Θεός στους γονείς είναι να μεγαλώσουν και να φροντίσουν τα παιδιά τους μέχρι να φτάσουν στην ενηλικίωση. Μόλις ενηλικιωθούν τα παιδιά τους, οι γονείς παύουν να έχουν την οποιαδήποτε ευθύνη απέναντί τους. Έτσι εξετάζει κανείς τις ευθύνες που οφείλουν να επωμίζονται οι γονείς σύμφωνα με τα όσα ορίζει ο Θεός. Το καταλαβαίνεις; (Ναι.) Όσο έντονα συναισθήματα κι αν έχεις, όσο κι αν ενεργοποιείται το ένστικτο του γονιού, έτσι δεν ανταποκρίνεσαι στις ευθύνες σου, πρόκειται μόνο για την επιρροή των συναισθημάτων σου. Και η επιρροή των συναισθημάτων σου δεν προέρχεται από τη λογική της ανθρώπινης φύσης ούτε από τις αρχές που έχει μάθει ο Θεός στον άνθρωπο, ούτε είναι συνέπεια της υποταγής του ανθρώπου στην αλήθεια, και φυσικά δεν προκύπτει από τις ευθύνες του ανθρώπου, αλλά αντίθετα προέρχεται από τα συναισθήματά του. Αυτά είναι που λέμε συναισθήματα. Μέσα σε όλο αυτό είναι ανακατεμένη και λίγη απ’ την αγάπη του γονιού και τη συγγένεια. Παιδιά σου είναι, οπότε ανησυχείς συνεχώς γι’ αυτά, αναρωτιέσαι αν υποφέρουν στον κόσμο και μήπως τα εκφοβίζουν. Αναρωτιέσαι αν τα πάνε καλά στη δουλειά τους και αν τρώνε την ώρα που πρέπει. Αναρωτιέσαι μήπως έχουν αρρωστήσει και αν, στην περίπτωση που αρρωστήσουν, θα έχουν λεφτά για τους γιατρούς. Παρόλο που σκέφτεσαι πολύ συχνά αυτά τα πράγματα, δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τις ευθύνες που έχεις ως γονιός. Εάν δεν καταφέρεις να εγκαταλείψεις αυτές τις ανησυχίες, τότε μπορούμε μόνο να πούμε ότι ζεις εγκλωβισμένος στα συναισθήματά σου και δεν μπορείς να απεμπλακείς απ’ αυτά. Ζεις απλώς εγκλωβισμένος στα συναισθήματά σου και προσεγγίζεις τα παιδιά σου σύμφωνα μ’ αυτά, κι έτσι δεν ζεις όπως έχει ορίσει ο Θεός τις ευθύνες των γονιών. Δεν ζεις με βάση τα λόγια του Θεού, αλλά αντίθετα νιώθεις, βλέπεις και χειρίζεσαι όλα αυτά τα πράγματα σύμφωνα με τα συναισθήματά σου, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ακολουθείς την οδό του Θεού. Είναι ολοφάνερο αυτό. Όπως σου έμαθε ο Θεός, οι γονικές ευθύνες σου τελείωσαν μόλις έφτασαν τα παιδιά σου στην ενηλικίωση. Δεν είναι εύκολη και απλή η μέθοδος άσκησης που σου έμαθε ο Θεός; (Είναι.) Αν ασκείσαι σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, δεν θα κάνεις πράξη άσκοπα πράγματα και θα είσαι σε θέση να δώσεις στα παιδιά σου μια κάποια ελευθερία, καθώς και την ευκαιρία να αναπτυχθούν μόνα τους, χωρίς να τους δημιουργείς παραπάνω προβλήματα ή σκοτούρες, χωρίς να τα επιβαρύνεις με πρόσθετα φορτία. Και, εφόσον έχουν ενηλικιωθεί, αν το κάνεις αυτό, θα τους δώσεις την ευκαιρία να αντιμετωπίσουν τον κόσμο, τη ζωή τους και τα όποια προβλήματα συναντούν στην καθημερινή τους ζωή και ύπαρξη από την οπτική του ενήλικα, με τις αυτόνομες μεθόδους με τις οποίες χειρίζεται και βλέπει τα πράγματα ένας ενήλικας και με την ανεξάρτητη κοσμοθεωρία του ενήλικα. Όλα αυτά αποτελούν ελευθερίες και δικαιώματα των παιδιών σου, και μάλιστα είναι αυτά που πρέπει να κάνουν τα παιδιά ως ενήλικες και δεν έχουν καμία σχέση μ’ εσένα. Αν θέλεις διαρκώς να ανακατεύεσαι με τέτοια πράγματα, κάτι τέτοιο είναι εμετικό. Αν θέλεις συνέχεια να ανακατεύεσαι σκοπίμως σ’ αυτά τα πράγματα και να επεμβαίνεις, θα έχεις προκαλέσει αναστάτωση και καταστροφή. Τελικά, όχι μόνο θα γίνει το αντίθετο απ’ αυτό που θες, αλλά, ακόμα χειρότερα, θα κάνεις τα παιδιά σου να σε σιχαθούν, ενώ και η ζωή σου θα γίνει πολύ κουραστική. Και στο τέλος, θα είσαι όλο παράπονο, θα γκρινιάζεις ότι τα παιδιά σου δεν είναι σωστά απέναντι στους γονείς τους, ότι δεν σε υπακούν ούτε σε σκέφτονται· θα διαμαρτύρεσαι ότι είναι αχάριστα, αγνώμονα και ότι δεν τα νοιάζει τίποτα. Είναι κάποιοι αγενείς και παράλογοι γονείς που θα κλαίνε, θα κάνουν φασαρία και θα απειλούν να αυτοκτονήσουν, επιστρατεύοντας όλα τα κόλπα που ξέρουν. Κάτι τέτοιο είναι ακόμα πιο αηδιαστικό, δεν είναι; (Ναι.) Αν είσαι άνθρωπος με σύνεση, τότε θα αφήσεις τα πράγματα να εξελιχθούν φυσικά, θα ζεις τη ζωή σου με ηρεμία και απλά θα ανταποκρίνεσαι στις ευθύνες που έχεις ως γονιός. Αν λες ότι θες να νοιάζεσαι και να φροντίζεις τα παιδιά σου επειδή τα αγαπάς, έχεις το δικαίωμα να τα νοιάζεσαι όσο τους αναλογεί. Δεν είπα ότι πρέπει οι γονείς να διακόψουν εντελώς τη σχέση τους με τα παιδιά τους μόλις ενηλικιωθούν και οι ίδιοι έχουν ανταποκριθεί στις ευθύνες τους. Οι γονείς δεν πρέπει να αγνοούν εντελώς τα ενήλικα παιδιά τους, να ξεκόβουν τελείως από εκείνα ή να τα αγνοούν όταν αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες —ακόμη και όταν αυτές οι δυσκολίες τα φέρνουν κοντά στον θάνατο— ή να μην τους τείνουν χείρα βοηθείας όταν χρειάζονται τους γονείς τους. Και αυτό λάθος είναι, είναι ακραίο. Όταν τα παιδιά σου νιώσουν την ανάγκη να σου εξομολογηθούν κάτι, πρέπει να τα ακούσεις και στη συνέχεια να τα ρωτήσεις τι σκέφτονται και τι έχουν σκοπό να κάνουν. Μπορείς και να προτείνεις κι εσύ ό,τι νομίζεις. Αν τα παιδιά σκέφτονται και σχεδιάζουν τα δικά τους πράγματα και δεν δεχτούν τις προτάσεις σου, τότε πες τους μόνο: «Εντάξει. Αφού έχεις πάρει την απόφασή σου, εσύ είσαι αυτός που θα επωμιστεί τις όποιες συνέπειες προκύψουν στο μέλλον. Δική σου είναι η ζωή. Μόνος σου πρέπει να βαδίσεις στο μονοπάτι της ζωής σου και να φτάσεις στο τέλος του. Κανένας άλλος δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για τη δική σου ζωή. Εφόσον έχεις πάρει την απόφασή σου, εγώ θα σε στηρίξω. Αν χρειάζεσαι λεφτά, θα σου δώσω λίγα. Αν θες τη βοήθειά μου, θα σε βοηθήσω όσο μπορώ. Γονιός σου είμαι, δεν είναι ανάγκη να πούμε τίποτε άλλο. Αν, όμως, μου πεις ότι ούτε λεφτά θες ούτε τη βοήθειά μου, αλλά μόνο να μου μιλήσεις και να σε ακούσω, αυτό είναι ακόμα πιο εύκολο». Θα έχεις πει, λοιπόν, ό,τι είχες να πεις, και τα παιδιά σου θα έχουν πει κι αυτά όσα ήθελαν να πουν· θα έχουν βγάλει από μέσα τους όλα τους τα παράπονα, θα έχει εκτονωθεί όλος ο θυμός τους. Θα σκουπίσουν τα δάκρυά τους, θα πάνε να κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν, και εσύ θα έχεις ανταποκριθεί στις γονικές ευθύνες σου. Όλο αυτό γίνεται για την αγάπη· αυτό ονομάζεται αγάπη. Και για ποιον λόγο συμβαίνει; Ο λόγος είναι ότι, ως γονιός, δεν έχεις κακόβουλες προθέσεις προς τα παιδιά σου. Δεν πρόκειται να τους κάνεις κακό, δεν πρόκειται να συνωμοτήσεις εναντίον τους ούτε να τα χλευάσεις, ούτε φυσικά πρόκειται να τα κοροϊδέψεις επειδή είναι αδύναμα και ανίκανα. Μπορούν να κλάψουν, να ξεσπάσουν και να γκρινιάξουν μπροστά σου χωρίς αναστολές, σα να είναι μικρά παιδιά· μπορούν να φερθούν σαν κακομαθημένα, να κάνουν μούτρα ή πείσματα. Μόλις, όμως, εκτονώσουν τα συναισθήματά τους και τελειώσουν με τα μούτρα και τα πείσματα, πρέπει να κάνουν αυτό που οφείλουν να κάνουν και να διαχειριστούν οτιδήποτε βρίσκεται μπροστά τους. Αν το καταφέρουν αυτό χωρίς να χρειαστεί να κάνεις εσύ κάτι γι’ αυτά ή να τους προσφέρεις την οποιαδήποτε βοήθεια, πολύ καλά, θα έχεις και λίγο παραπάνω ελεύθερο χρόνο, έτσι δεν είναι; Και αφού έχουν πει αυτά τα πράγματα τα παιδιά σου, πρέπει κι εσύ να δείξεις λίγη αυτογνωσία. Τα παιδιά σου έχουν μεγαλώσει, είναι ανεξάρτητα. Το μόνο που ήθελαν ήταν να μιλήσουν μαζί σου γι’ αυτό το ζήτημα, δεν ζήτησαν τη βοήθειά σου. Αν δεν διαθέτεις σύνεση, μπορεί να σκεφτείς: «Είναι σημαντικό το ζήτημα. Αφού μου το λες, σημαίνει ότι με σέβεσαι, άρα δεν πρέπει να σου δώσω κάποια συμβουλή γι’ αυτό; Δεν θα πρέπει να σε βοηθήσω να αποφασίσεις;» Αυτό ονομάζεται υπερεκτίμηση των ικανοτήτων σου. Τα παιδιά σου απλώς σου μίλησαν για το ζήτημα, αλλά εσύ κάνεις λες και είσαι καμιά σημαντική προσωπικότητα. Δεν είναι σωστό αυτό. Σου μίλησαν γι’ αυτό το ζήτημα επειδή είσαι ο γονιός τους, σε σέβονται και σε εμπιστεύονται. Η αλήθεια είναι ότι είχαν τις ιδέες τους για το θέμα εδώ και καιρό, αλλά τώρα εσύ θέλεις να ανακατεύεσαι συνεχώς. Δεν είναι σωστό αυτό. Τα παιδιά σου σε εμπιστεύονται κι εσύ πρέπει να δείξεις ότι αξίζεις αυτήν την εμπιστοσύνη. Σεβάσου την απόφασή τους και μην ανακατεύεσαι στο ζήτημα, ούτε να παρέμβεις σ’ αυτό. Αν θέλουν τα παιδιά σου να ανακατευτείς, τότε μπορείς. Ας υποθέσουμε τώρα ότι, μόλις ανακατευτείς, συνειδητοποιείς το εξής: «Α, αυτός είναι πολύ μεγάλος μπελάς! Θα επηρεαστεί η εκτέλεση του καθήκοντός μου. Δεν γίνεται να ανακατευτώ· ως πιστός στον Θεό, δεν μπορώ να κάνω αυτά τα πράγματα». Στην περίπτωση αυτήν, πρέπει γρήγορα να αποστασιοποιηθείς από το θέμα. Πες πως τα παιδιά σου θέλουν ακόμα να ανακατευτείς και εσύ σκέφτεσαι: «Δεν θα ανακατευτώ. Πρέπει να το διαχειριστείς μόνος σου. Κάθισα με καλή διάθεση και σε άκουσα να γκρινιάζεις και όλα τα σχετικά, έχω ήδη ανταποκριθεί στην ευθύνη μου ως γονιού. Δεν γίνεται με τίποτα να παρέμβω σ’ αυτό το θέμα. Δεν υπάρχει περίπτωση να πέσω μέσα στο λάκκο με τα φίδια. Να πέσεις εσύ, αν το θέλεις». Δεν είναι σωστό αυτό; Αυτό δείχνει ότι έχεις μια συγκεκριμένη στάση, και τη στάση σου ή τις αρχές σου δεν πρέπει να τις εγκαταλείπεις ποτέ. Αυτά οφείλουν να κάνουν οι γονείς. Το έχεις καταλάβει αυτό; Είναι εύκολο να τα καταφέρει κανείς όλα αυτά; (Ναι.) Η αλήθεια είναι ότι επιτυγχάνονται εύκολα, όμως αν βασίζεις πάντοτε τις πράξεις σου στα συναισθήματά σου και είσαι διαρκώς παγιδευμένος σ’ αυτά, θα δυσκολευτείς πολύ να τα πετύχεις. Το θεωρείς πολύ ψυχοφθόρο κάτι τέτοιο, σκέφτεσαι ότι ούτε να το εγκαταλείψεις αυτό το ζήτημα μπορείς ούτε να το επωμιστείς, ούτε μπροστά να κάνεις μπορείς ούτε πίσω. Τι σου έχει συμβεί, λοιπόν; Έχεις κολλήσει. Αν και θέλεις να ακούσεις τα λόγια του Θεού και να κάνεις πράξη την αλήθεια, δεν μπορείς να εγκαταλείψεις τα συναισθήματά σου· ναι μεν αγαπάς πολύ τα παιδιά σου, αλλά θεωρείς ότι δεν είναι σωστό αυτό, ότι δεν συμφωνεί με αυτά που δίδαξε ο Θεός και με τα λόγια Του. Έχεις μπλέξει και πρέπει να διαλέξεις: Ή θα εγκαταλείψεις τις προσδοκίες που έχεις από τους απογόνους σου και θα πάψεις να προσπαθείς να κουμαντάρεις τα παιδιά σου, επιτρέποντάς τους να πετάξουν ελεύθερα, αφού είναι πλέον αυτόνομοι ενήλικες, ή θα τα ακολουθήσεις. Πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο. Αν διαλέξεις να ακολουθήσεις την οδό του Θεού και να ακούσεις τα λόγια Του, εγκαταλείποντας τις ανησυχίες και τα συναισθήματά σου για τα παιδιά σου, τότε πρέπει να κάνεις ό,τι οφείλει να κάνει ένας γονιός, να διατηρήσεις τη στάση σου και τις αρχές σου και να μην κάνεις πράγματα που σιχαίνεται ο Θεός και με τα οποία αηδιάζει. Μπορείς να το κάνεις αυτό; (Ναι.) Η αλήθεια είναι ότι μπορείς εύκολα να τα κάνεις όλα αυτά. Μόλις εγκαταλείψεις την αγάπη που έχεις μέσα σου, θα τα κατορθώσεις αυτά τα πράγματα. Ο πιο απλός τρόπος είναι να μην ανακατεύεσαι στη ζωή των παιδιών σου και να τα αφήνεις να κάνουν ό,τι θέλουν. Αν θέλουν να σου μιλήσουν για τα προβλήματά τους, τότε άκουσε τα. Φτάνει να γνωρίζεις απλώς ότι η κατάσταση είναι έτσι. Μόλις σου πουν αυτά που θέλουν, πες τους: «Σε νιώθω. Θέλεις να μου πεις κάτι άλλο; Αν θες να φας, θα σου φτιάξω κάτι. Αν δεν θες, τότε πήγαινε σπίτι σου. Αν χρειάζεσαι λεφτά, θα σου δώσω λίγα. Αν χρειάζεσαι βοήθεια, θα κάνω ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου. Αν δεν μπορέσω να σε βοηθήσω, τότε πρέπει να βρεις μόνος σου τη λύση». Εάν επιμένουν να ζητάνε τη βοήθειά σου, τότε πες: «Έχουμε ήδη ανταποκριθεί στις ευθύνες που είχαμε απέναντί σου. Μόνο αυτά μπορούμε να κάνουμε, το βλέπεις· δεν έχουμε τις ικανότητες που έχεις εσύ. Αν θέλεις να ψάξεις να βρεις την επιτυχία στον κόσμο, είναι δική σου υπόθεση, εμάς μην μας μπλέκεις σ’ αυτό. Έχουμε μεγαλώσει πια, για μας έχει περάσει ο καιρός. Ως γονείς σου, η μόνη μας ευθύνη ήταν να σε μεγαλώσουμε και να σε κάνουμε ενήλικα. Όσο για το ποιο μονοπάτι θα ακολουθήσεις και για το πώς θα ταλαιπωρηθείς, εμάς μη μας ανακατεύεις μ’ αυτά. Δεν πρόκειται να βασανιστούμε κι εμείς μαζί σου. Η αποστολή μας όσον αφορά εσένα έχει ήδη ολοκληρωθεί. Έχουμε τα δικά μας προβλήματα, τον δικό μας τρόπο ζωής και τις δικές μας αποστολές, οι οποίες δεν έχουν σχέση με το να κάνουμε το οτιδήποτε για σένα, και δεν χρειάζεται να μας βοηθήσεις για να τις ολοκληρώσουμε. Τις αποστολές μας θα τις ολοκληρώσουμε μόνοι μας. Μη μας ζητάς να ανακατευτούμε με την καθημερινότητά σου ή με την ύπαρξή σου. Δεν έχουμε καμία σχέση μ’ αυτά». Να τους τα πεις ξεκάθαρα, και το θέμα θα τελειώσει εκεί· από κει και πέρα, μπορείς να έχεις επαφές μαζί τους, να επικοινωνείτε και να λέτε να νέα σας όποτε χρειάζεται. Τόσο απλό είναι! Τι οφέλη θα έχεις αν λειτουργείς μ’ αυτόν τον τρόπο; (Η ζωή γίνεται πολύ πιο εύκολη.) Θα έχεις, τουλάχιστον, αντιμετωπίσει κατάλληλα και ορθά το ζήτημα της σαρκικής οικογενειακής αγάπης. Θα είσαι ήρεμος ψυχικά και πνευματικά, δεν θα κάνεις άσκοπες θυσίες, ούτε θα πληρώνεις κάποιο πρόσθετο τίμημα· θα είσαι υποταγμένος στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού και θα αφήνεις Εκείνον να χειρίζεται όλα αυτά τα ζητήματα. Θα ανταποκρίνεσαι σε όλες ανεξαιρέτως τις ευθύνες που αναλογούν στους ανθρώπους και τίποτα περισσότερο. Δεν θα προσπαθείς να ανακατεύεσαι σε πράγματα που δεν είναι δουλειά σου, ενώ θα ζεις όπως σου λέει ο Θεός να ζήσεις. Ο τρόπος με τον οποίο λέει ο Θεός στους ανθρώπους να ζουν είναι το καλύτερο μονοπάτι, γιατί έτσι ζουν μια πολύ ήρεμη, ευτυχισμένη, χαρούμενη και γαλήνια ζωή. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι αν ζεις έτσι, όχι μόνο θα έχεις πιο πολύ χρόνο και ενέργεια για να εκτελέσεις καλά το καθήκον σου και να δείξεις αφοσίωση σ’ αυτό, αλλά θα έχεις και πιο πολλή ενέργεια και χρόνο για να καταβάλεις προσπάθειες σχετικά με την αλήθεια. Σε αντίθεση μ’ αυτό, αν τα συναισθήματά σου, η σάρκα σου, τα παιδιά σου και η αγάπη σου για την οικογένειά σου δεσμεύουν και απορροφούν την ενέργειά σου και τον χρόνο σου, τότε δεν θα έχεις άλλη ενέργεια για να επιδιώξεις την αλήθεια. Έτσι δεν είναι; (Ναι.)

Οι άνθρωποι, όταν ασχολούνται με την καριέρα τους στον κόσμο, δεν σκέφτονται τίποτα άλλο από το να επιδιώκουν πράγματα όπως οι κοσμικές τάσεις, το κύρος και το κέρδος, αλλά και οι σαρκικές απολαύσεις. Και πού οδηγεί αυτό; Στο να καταλαμβάνουν και να απορροφούν όλα αυτά τα πράγματα την ενέργειά σου, τον χρόνο σου και τα νιάτα σου. Μήπως έχουν κάποιο νόημα; Τι θα κερδίσεις στο τέλος απ’ αυτά; Ακόμα κι αν σου φέρουν κύρος και κέρδος, και πάλι θα είναι κάτι κενό. Ενώ αν αλλάξεις τρόπο ζωής; Αν τον χρόνο σου, την ενέργειά σου και το μυαλό σου τα απασχολούν μόνο η αλήθεια και οι αρχές, και αν σκέφτεσαι μόνο τα θετικά πράγματα, όπως για παράδειγμα πώς να εκτελείς καλά το καθήκον σου και πώς να προσέρχεσαι ενώπιον του Θεού, και αν δαπανάς την ενέργειά σου και τον χρόνο σου γι’ αυτά τα θετικά πράγματα, τότε θα κερδίσεις κάτι διαφορετικό. Θα κερδίσεις τα πιο ουσιαστικά οφέλη. Θα μάθεις πώς να ζεις, πώς να συμπεριφέρεσαι, πώς να αντιμετωπίζεις κάθε άτομο, γεγονός και πράγμα. Και μόλις μάθεις πώς να αντιμετωπίζεις κάθε άτομο, γεγονός και πράγμα, αυτό θα σου δώσει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα να υποταχθείς με φυσικό τρόπο στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού. Μόλις καταφέρεις να υποταχθείς με φυσικό τρόπο στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού, τότε θα γίνεις, χωρίς να το καταλάβεις, το είδος του ανθρώπου που αποδέχεται και αγαπάει ο Θεός. Σκέψου το, δεν είναι καλό αυτό; Ίσως να μην το ξέρεις ακόμα, αλλά όσο ζεις τη ζωή σου και αποδέχεσαι τα λόγια του Θεού και τις αλήθεια-αρχές, θα φτάσεις χωρίς να το καταλάβεις στο σημείο να ζεις, να βλέπεις τους ανθρώπους και τα πράγματα, αλλά και να συμπεριφέρεσαι και να ενεργείς σύμφωνα με τα λόγια του Θεού. Ασυναίσθητα, λοιπόν, θα υποταχθείς στα λόγια του Θεού, θα υποτάσσεσαι στις απαιτήσεις Του και θα τις ικανοποιείς. Τότε θα έχεις ήδη μετατραπεί, χωρίς καν να το καταλάβεις, στο είδος ανθρώπου που αποδέχεται, εμπιστεύεται και αγαπάει ο Θεός. Δεν είναι καταπληκτικό αυτό; (Είναι.) Αν, λοιπόν, δαπανήσεις την ενέργεια και τον χρόνο σου στην επιδίωξη της αλήθειας και στη σωστή εκτέλεση του καθήκοντός σου, τότε στο τέλος θα κερδίσεις τα πιο πολύτιμα πράγματα. Αν, από την άλλη, ζεις συνεχώς προς όφελος των συναισθημάτων σου, της σάρκας σου, των παιδιών σου, της δουλειάς σου, του κύρους και του κέρδους, αν μπλέκεις συνέχεια σε όλα αυτά, τότε στο τέλος τι θα κερδίσεις; Μόνο το κενό. Δεν πρόκειται να κερδίσεις απολύτως τίποτα, ενώ θα απομακρύνεσαι όλο και πιο πολύ από τον Θεό και στο τέλος Αυτός θα σε αποστραφεί και θα σε απορρίψει τελείως. Μετά απ’ αυτό, η ζωή σου θα έχει τελειώσει, θα έχεις χάσει την ευκαιρία να σωθείς. Με βάση τα παραπάνω, λοιπόν, οι γονείς πρέπει να εγκαταλείψουν όλες τους τις συναισθηματικές ανησυχίες, προσκολλήσεις και εμπλοκές που αφορούν τα ενήλικα παιδιά τους, όποιες κι αν είναι οι προσδοκίες που έχουν από αυτά. Δεν πρέπει να έχουν καθόλου προσδοκίες από τα παιδιά τους σε επίπεδο συναισθημάτων εξαιτίας της ιδιότητας ή της θέσης τους ως γονέων. Θα είναι τέλειο να καταφέρεις να πετύχεις αυτά τα πράγματα! Τουλάχιστον, θα έχεις ανταποκριθεί στις γονικές ευθύνες σου και ο Θεός θα σε βλέπει ως επαρκή άνθρωπο που τυχαίνει να είναι και γονιός. Από όποια ανθρώπινη οπτική γωνία κι αν εξετάσεις το θέμα, υπάρχουν συγκεκριμένες αρχές σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι και σχετικά με την οπτική και τη στάση που πρέπει να υιοθετήσουν, ενώ ο Θεός έχει κάποια πρότυπα σχετικά μ’ αυτά τα πράγματα, σωστά; (Ναι.) Aς ολοκληρωθεί σ’ αυτό το σημείο η συναναστροφή μας πάνω στις προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τους απογόνους τους και στις αρχές που οφείλουν να κάνουν πράξη όταν ενηλικιωθούν τα παιδιά τους. Γεια σας!

21 Μαΐου 2023

Προηγούμενο: Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)

Επόμενο: Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (19)

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο