Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)
Στην προηγούμενη συνάθροισή μας, συναναστραφήκαμε πάνω στην εγκατάλειψη των φορτίων που προέρχονται από την οικογένεια. Το ζήτημα αυτό σχετιζόταν με το θέμα της εγκατάλειψης των προσδοκιών των γονιών. Δεν ασκούν οι προσδοκίες αυτές σε κάθε άνθρωπο ένα είδος αόρατης πίεσης; (Ναι.) Είναι, λοιπόν, ένα από τα φορτία που προέρχονται από την οικογένεια κάθε ανθρώπου. Το να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου σημαίνει να εγκαταλείψεις την πίεση και τα φορτία που επιβάλλουν οι γονείς σου στη ζωή σου, στην ύπαρξή σου και στο μονοπάτι που ακολουθείς. Δηλαδή, όταν οι προσδοκίες των γονιών σου επηρεάζουν το μονοπάτι που θα επιλέξεις στη ζωή σου, το πώς θα εκτελείς το καθήκον σου, το ταξίδι σου προς το ορθό μονοπάτι και την ελευθερία, τα δικαιώματα και τα ένστικτά σου, τότε οι προσδοκίες τους ασκούν πάνω σου ένα είδος πίεσης και φορτίου. Οι άνθρωποι πρέπει να εγκαταλείψουν αυτά τα φορτία κατά τη διάρκεια της ζωής τους, της ύπαρξής τους και της πίστης τους στον Θεό. Δεν έχουμε συναναστραφεί και παλιότερα πάνω σ’ αυτό το θέμα; (Ναι.) Οι προσδοκίες των γονιών, φυσικά, θίγουν πάρα πολλά πράγματα, όπως για παράδειγμα τις σπουδές, τη δουλειά, τον γάμο, την οικογένεια, ακόμη και την καριέρα, τις προοπτικές, το μέλλον του ατόμου και άλλα. Ένας γονιός, από την οπτική του, έχει λογικές, δίκαιες και εύλογες προσδοκίες για το παιδί του. Δεν υπάρχει ούτε ένας γονιός που να μην έχει προσδοκίες για το παιδί του. Μπορεί οι προσδοκίες να είναι περισσότερες ή λιγότερες, μεγαλύτερες ή μικρότερες, ακόμα και διαφορετικές σε συγκεκριμένες περιόδους. Όλοι οι γονείς θέλουν να παίρνει το παιδί τους καλούς βαθμούς, να πηγαίνει καλά στη δουλειά του, να έχει ικανοποιητικό εισόδημα και όλα να κυλούν ομαλά και χαρούμενα στον γάμο του. Έχουν μέχρι και διάφορες προσδοκίες όσον αφορά την οικογένεια του παιδιού τους, την καριέρα του, τις προοπτικές του και ούτω καθεξής. Ο γονιός θεωρεί πολύ θεμιτές αυτές τις προσδοκίες, αλλά από την οπτική του παιδιού, αυτές το εμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό να κάνει τις σωστές επιλογές και επεμβαίνουν ακόμη και στην ελευθερία του, στα δικαιώματα ή στα συμφέροντα που έχει ως κανονικό άτομο. Ταυτόχρονα, λόγω αυτών των προσδοκιών, μπορεί να μη χρησιμοποιεί το επίπεδό του με κανονικό τρόπο. Συνοψίζοντας, από όποια οπτική κι αν το δει κανείς, είτε από του γονιού είτε από του παιδιού, αν οι προσδοκίες των γονιών ξεπερνούν τα όρια που μπορεί να αντέξει κάποιος που διαθέτει κανονική ανθρώπινη φύση, αν ξεπερνούν τα όρια του ένστικτου ενός ανθρώπου που διαθέτει κανονική ανθρώπινη φύση ή τα ανθρώπινα δικαιώματα που πρέπει να έχει κάποιος που διαθέτει κανονική ανθρώπινη φύση, ή τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που δίνει στους ανθρώπους ο Θεός ή οτιδήποτε παρόμοιο, τότε οι συγκεκριμένες προσδοκίες είναι ακατάλληλες και παράλογες. Φυσικά, μπορεί να πει κανείς ότι και οι γονείς δεν πρέπει να έχουν αυτές τις προσδοκίες και ότι αυτές δεν πρέπει να υπάρχουν. Με βάση αυτό, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά θα πρέπει να τις εγκαταλείψουν. Όταν, δηλαδή, οι γονείς υιοθετούν την οπτική ή τη θέση του γονιού, νομίζουν ότι δικαιούνται να έχουν την προσδοκία να κάνει το παιδί τους το ένα ή το άλλο, να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο μονοπάτι και να επιλέξει μια συγκεκριμένη ζωή, ένα συγκεκριμένο μαθησιακό ή επαγγελματικό περιβάλλον, έναν συγκεκριμένο γάμο, μια συγκεκριμένη οικογένεια και ούτω καθεξής. Πρέπει, όμως, ως κανονικοί άνθρωποι, να μην υιοθετούν την οπτική ή τη θέση του γονιού, να μην απαιτούν λόγω της ιδιότητάς τους ως γονείς να κάνει το παιδί τους οτιδήποτε υπερβαίνει το πλαίσιο των υποχρεώσεων του ως τέκνου ή τα όρια των ανθρώπινων ικανοτήτων. Δεν πρέπει, επίσης, ούτε να παρεμβαίνουν στις διάφορες επιλογές που κάνει το παιδί τους και να επιβάλλουν στο παιδί τους τις προσδοκίες τους, τις προτιμήσεις τους, τις ανεπάρκειες και τη δυσαρέσκειά τους ή οποιοδήποτε συμφέρον τους. Δεν πρέπει να τα κάνουν αυτά οι γονείς. Όταν οι γονείς διατηρούν προσδοκίες που δεν θα έπρεπε, το παιδί οφείλει να προσεγγίσει αυτές τις προσδοκίες σωστά. Το πιο σημαντικό είναι να διακρίνει τη φύση αυτών των προσδοκιών. Αν καταλάβεις ξεκάθαρα ότι οι προσδοκίες των γονιών σου σου στερούν τα ανθρώπινα δικαιώματά σου και ότι αποτελούν παρέμβαση ή αναστάτωση όσον αφορά το αν θα επιλέξεις τα θετικά πράγματα και το ορθό μονοπάτι, τότε πρέπει να τις εγκαταλείψεις και να τις αγνοήσεις. Πρέπει να το κάνεις αυτό γιατί είναι δικαίωμά σου, το οποίο ο Θεός έχει δώσει σε κάθε δημιουργημένο άνθρωπο. Οι γονείς σου δεν πρέπει να νομίζουν ότι, μόνο και μόνο επειδή σε γέννησαν και είναι γονείς σου, δικαιούνται να παρεμβαίνουν στο μονοπάτι της ζωής σου και στα ανθρώπινα δικαιώματά σου. Κάθε δημιούργημα, λοιπόν, έχει το δικαίωμα να αρνηθεί οποιαδήποτε παράλογη, ακατάλληλη ή και απρεπή προσδοκία των γονιών του. Φυσικά και μπορείς να αρνηθείς να επωμιστείς την οποιαδήποτε προσδοκία των γονιών σου. Θα κάνεις πράξη την εγκατάλειψη των ακατάλληλων προσδοκιών τους αν αρνηθείς να αποδεχτείς ή να επωμιστείς οποιαδήποτε από αυτές.
Ποιες αλήθειες πρέπει να καταλάβουν οι άνθρωποι σχετικά με την εγκατάλειψη των προσδοκιών των γονιών τους; Ξέρεις, δηλαδή, σε ποιες αλήθειες βασίζεται το να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου ή ποιες αλήθεια-αρχές ακολουθεί μια τέτοια κίνηση; Αν θεωρείς τους γονείς σου ως τους πιο οικείους σου ανθρώπους στον κόσμο, αν νομίζεις ότι είναι τα αφεντικά σου και οι επικεφαλής σου, αν πιστεύεις ότι είναι αυτοί που σε γέννησαν και σε μεγάλωσαν, που σου έχουν προσφέρει φαγητό, ρούχα, σπίτι και μέσο μεταφοράς, αυτοί που σε ανέθρεψαν και είναι οι ευεργέτες σου, θα εγκαταλείψεις, τότε, εύκολα τις προσδοκίες τους; (Όχι.) Αν πιστεύεις τέτοια πράγματα, τότε είναι πολύ πιθανό να προσεγγίσεις τις προσδοκίες τους από την οπτική της σάρκας. Δεν θα μπορέσεις να εγκαταλείψεις εύκολα τις ακατάλληλες και παράλογες προσδοκίες τους, οι οποίες θα σε δεσμεύουν και θα σε καταπιέζουν. Ακόμα κι αν μέσα σου νιώθεις δυσαρέσκεια και απροθυμία, δεν θα έχεις τη δύναμη να απαλλαγείς από αυτές τις προσδοκίες, και δεν θα μπορείς παρά να τις αφήσεις να εξελιχθούν φυσικά. Για ποιον λόγο θα αναγκαστείς να το κάνεις αυτό; Γιατί αν τις εγκατέλειπες, τις αγνοούσες και τις απέρριπτες, θα ένιωθες ότι δεν είσαι σωστό παιδί, ότι είσαι αχάριστος, ότι τους έχεις απογοητεύσει και ότι δεν είσαι καλός άνθρωπος. Αν υιοθετήσεις την οπτική της σάρκας, τότε θα κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου, για να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου βάσει της συνείδησής σου. Επιπλέον, έτσι διασφαλίζεις ότι τα βάσανα που υπέμειναν για χάρη σου έπιασαν τόπο, γι’ αυτό θα θέλεις να εκπληρώσεις τις προσδοκίες τους. Θα βάζεις τα δυνατά σου να πραγματοποιήσεις ό,τι σου ζητάνε, για να μην τους απογοητεύσεις και για να τους δικαιώσεις. Επιπλέον, θα αποφασίσεις να τους φροντίσεις στα γεράματά τους, για να ζήσουν ευτυχισμένοι τα τελευταία τους χρόνια. Εκτός αυτού, θα φτάσεις και στο σημείο να φροντίσεις να τους κηδέψεις. Με αυτόν τον τρόπο, θα ικανοποιείς ταυτόχρονα τους ίδιους, αλλά και τη δική σου επιθυμία να είσαι σωστό παιδί. Οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο επηρεάζονται από την κοινή γνώμη και το κοινωνικό κλίμα, καθώς και από τις διάφορες σκέψεις και απόψεις που κυριαρχούν στην κοινωνία. Αν δεν καταλάβουν την αλήθεια, αυτά τα πράγματα μπορούν να τα δουν μόνο από την οπτική των συναισθημάτων της σάρκας, και μόνο από αυτήν την οπτική μπορούν να τα χειριστούν. Την περίοδο εκείνη, θα νομίζεις ότι οι γονείς σου κάνουν πολλά πράγματα που δεν αρμόζουν σε έναν γονιό, μέχρι που κάποιες από τις πράξεις και η συμπεριφορά τους, αλλά και η ανθρώπινη φύση τους, ο χαρακτήρας τους και οι μέθοδοι και οι τρόποι με τους οποίους ενεργούν, θα σου προκαλούν κατά βάθος αποστροφή και απέχθεια. Παρ’ όλα αυτά, δεν θα πάψεις να επιθυμείς να είσαι σωστό παιδί, να τους τιμάς και να τους ικανοποιείς, και δεν θα τολμήσεις να τους παραμελήσεις καθόλου. Από μία άποψη, θα το κάνεις αυτό για να μη σε περιφρονήσει η κοινωνία, και από μία άλλη άποψη για να καλύψεις τις ανάγκες της συνείδησής σου. Όλες αυτές οι απόψεις έχουν χαραχθεί μέσα σου από την ανθρωπότητα και την κοινωνία, οπότε θα δυσκολευτείς πολύ να διαχειριστείς ορθολογικά τις προσδοκίες των γονιών σου και τη σχέση σου μαζί τους. Θα είσαι αναγκασμένος να τους προσεγγίζεις όπως αρμόζει σε ένα σωστό παιδί και να μη διαμαρτύρεσαι για τίποτα απ’ όσα κάνουν· αυτό είναι το μόνο που θα μπορείς να κάνεις, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Κι έτσι, θα δυσκολεύεσαι ακόμη περισσότερο να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες τους. Αν τις εγκαταλείψεις πραγματικά μέσα σου, τότε και πάλι θα είσαι αναγκασμένος να επωμιστείς κάποιο άλλο φορτίο ή κάποια άλλη πίεση, δεδομένου ότι θα σε καταδικάσει η κοινωνία, οι κοντινοί και οι μακρινοί συγγενείς. Θα αναγκαστείς, επίσης, να υπομείνεις την καταδίκη, την αποκήρυξη, τις κατάρες και την περιφρόνηση που θα προέρχονται από τα βάθη της καρδιάς σου και θα σου λένε ότι είσαι ένα τίποτα, ότι δεν είσαι σωστό παιδί, ότι είσαι αχάριστος, ή μπορεί και να σου λένε λόγια ανθρώπων που ζουν στην κοσμική κοινωνία, όπως: «Είσαι αδιάφορος και αχάριστος, ανυπάκουος, η μάνα σου δεν σε μεγάλωσε σωστά». Με άλλα λόγια, ένα σωρό δυσάρεστα πράγματα. Αν δεν καταλάβεις την αλήθεια, θα βρεθείς σε μια τέτοια δύσκολη θέση. Δηλαδή, όταν εγκαταλείψεις βαθιά μέσα σου τις προσδοκίες των γονιών σου είτε ορθολογικά είτε διστακτικά, τότε θα εμφανιστεί βαθιά μέσα σου ένα άλλο είδος φορτίου ή πίεσης· η πίεση αυτή προέρχεται από την κοινωνία και τη συνείδησή σου. Πώς μπορείς, λοιπόν, να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου; Υπάρχει μονοπάτι για να λύσεις αυτό το πρόβλημα. Δεν είναι δύσκολο. Για να λυθεί το πρόβλημα, πρέπει οι άνθρωποι να καταβάλουν προσπάθεια προς την κατεύθυνση της αλήθειας και να προσέλθουν ενώπιον του Θεού για να αναζητήσουν και να καταλάβουν την αλήθεια. Ποια πτυχή, λοιπόν, της αλήθειας πρέπει να καταλάβεις, για να μη σε φοβίζει βαθιά μέσα σου το φορτίο της καταδίκης από την κοινή γνώμη ή τη συνείδησή σου, ή της αποκήρυξης και της λεκτικής κακοποίησης από τους γονείς σου, όταν εγκαταλείπεις τις προσδοκίες τους; (Ότι είμαστε απλώς δημιουργήματα ενώπιον του Θεού. Στον κόσμο αυτόν, δεν πρέπει να εκπληρώνουμε μόνο τις ευθύνες που έχουμε απέναντι στους γονείς μας. Το πιο βασικό είναι να εκτελούμε καλά τα καθήκοντά μας και να εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας. Αν το καταφέρουμε αυτό, ίσως όταν στο μέλλον εγκαταλείψουμε τις προσδοκίες των γονιών μας να μη μας επηρεάζουν πολύ οι ίδιοι ή η καταδίκη από την κοινή γνώμη.) Ποιος άλλος θέλει να μιλήσει γι’ αυτό; (Την προηγούμενη φορά, ο Θεός συναναστράφηκε ότι φεύγουμε από το πατρικό μας, για να εκτελέσουμε τα καθήκοντά μας εξαιτίας αντικειμενικών περιστάσεων, κατά μία έννοια. Αναγκαζόμαστε να φύγουμε από τους γονείς μας για να εκτελέσουμε τα καθήκοντά μας, κι έτσι δεν είναι δυνατόν να τους φροντίζουμε· δεν σημαίνει ότι αποφασίζουμε να τους εγκαταλείψουμε, για να αποφύγουμε τις ευθύνες μας. Από την άλλη πλευρά, φεύγουμε από το πατρικό μας, επειδή ο Θεός μάς έχει καλέσει να εκτελέσουμε τα καθήκοντά μας, οπότε δεν έχουμε τη δυνατότητα να συντροφεύσουμε τους γονείς μας, αλλά συνεχίζουμε να ανησυχούμε γι’ αυτούς. Αυτό έχει διαφορά από το να μη θέλουμε να εκπληρώσουμε τις ευθύνες μας απέναντί τους και να μην είμαστε σωστοί ως παιδιά.) Οι άνθρωποι πρέπει να καταλάβουν ότι αυτοί οι δύο λόγοι είναι αλήθειες, είναι γεγονότα. Αν το καταλάβουν, τότε θα νιώσουν λίγο μεγαλύτερη ηρεμία και γαλήνη βαθιά στην καρδιά τους, όταν εγκαταλείψουν τις προσδοκίες των γονιών τους. Μπορεί, όμως, αυτό να δώσει ριζική λύση στο πρόβλημα; Αν δεν υπήρχε επιρροή από σημαντικότερες εξωτερικές περιστάσεις, τότε θα συνδεόταν η μοίρα σου με εκείνη των γονιών σου; Αν δεν πίστευες στον Θεό, και δούλευες και ζούσες κανονικά, τότε θα μπορούσες σίγουρα να συντροφεύσεις τους γονείς σου; Σίγουρα θα μπορούσες να φερθείς σωστά απέναντι στους γονείς σου; Θα μπορούσες σίγουρα να μείνεις στο πλευρό τους και να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν; (Δεν είναι σίγουρο αυτό.) Υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος που όλα όσα κάνει στη ζωή του τα κάνει μόνο και μόνο για να ξεπληρώσει το καλό που του έκαναν οι γονείς του; (Όχι.) Δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Πρέπει, λοιπόν, να καταλάβεις αυτό το θέμα και να διακρίνεις την ουσία του από διαφορετική οπτική. Αυτή είναι η βαθύτερη αλήθεια που θα πρέπει να καταλάβεις στο πλαίσιο αυτού του ζητήματος. Είναι ένα γεγονός, μα ακόμη περισσότερο, είναι η ουσία αυτών των πραγμάτων. Ποιες αλήθειες πρέπει να καταλάβεις στο πλαίσιο της εγκατάλειψης των προσδοκιών των γονιών σου; Πρέπει, αφενός, να καταλάβεις ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου· αφετέρου πρέπει να καταλάβεις και ότι οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου. Δεν είναι αλήθεια αυτό; (Είναι.) Αν καταλάβεις αυτές τις δύο αλήθειες, τότε δεν θα μπορείς πιο εύκολα να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου; (Ναι.)
Θα μιλήσουμε αρχικά για τη συγκεκριμένη πτυχή της αλήθειας «Οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου». Σε τι αναφέρεται αυτή η φράση; Μήπως δεν αναφέρεται στο καλό που σου έκαναν οι γονείς σου και σε μεγάλωσαν; (Ναι.) Οι γονείς σου ήταν καλοί απέναντί σου και σε μεγάλωσαν, γι’ αυτό σου είναι πολύ δύσκολο να εγκαταλείψεις τη σχέση σου μαζί τους. Νομίζεις ότι οφείλεις να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν, γιατί αν δεν το κάνεις, δεν θα είσαι σωστό παιδί· θεωρείς ότι πρέπει να τους δείχνεις την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, ότι πρέπει να υπακούς σε ό,τι σου λένε, να ικανοποιείς κάθε τους επιθυμία και απαίτηση, και επιπλέον να μην τους απογοητεύεις· πιστεύεις ότι αν τα κάνεις όλα αυτά, ανταποδίδεις το καλό που σου έκαναν. Υπάρχουν, φυσικά, κάποιοι άνθρωποι που έχουν καλή δουλειά, βγάζουν αρκετά λεφτά και προσφέρουν στους γονείς τους κάποιες υλικές απολαύσεις και μια πολύ ωραία υλική ζωή, τους αφήνουν να επωφεληθούν από αυτούς και να ζήσουν μια καλύτερη ζωή. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι αγοράζεις στους γονείς σου σπίτι και αυτοκίνητο, τους πηγαίνεις σε πολυτελή εστιατόρια να τρώνε νοστιμιές και ταξίδια σε τουριστικά μέρη σε ξενοδοχεία πολυτελείας. Θέλεις να είναι ικανοποιημένοι κι ευτυχισμένοι. Όλα αυτά τα κάνεις για να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν, για να νιώσουν ότι πήραν κάποιο αντάλλαγμα επειδή σε μεγάλωσαν και σε αγάπησαν, και επειδή δεν τους απογοήτευσες. Αφενός, το κάνεις για να το δουν οι γονείς σου, αφετέρου, για να το δουν οι γύρω σου και η κοινωνία. Την ίδια στιγμή, κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου, για να ικανοποιηθεί η συνείδησή σου. Όπως κι αν το βλέπεις, ό,τι κι αν είναι αυτό που προσπαθείς να ικανοποιήσεις, ούτως ή άλλως, όλα αυτά τα κάνεις, ως επί το πλείστον, για να ανταποδώσεις στους γονείς σου το καλό που σου έκαναν. Η ουσία των πράξεών σου είναι να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου και σε μεγάλωσαν. Για ποιον λόγο έχεις, λοιπόν, την ιδέα ότι πρέπει να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου; Επειδή πιστεύεις ότι σε γέννησαν και ότι δεν σε μεγάλωσαν εύκολα· κάτι τέτοιο τους κάνει ανεπαίσθητα δανειστές σου. Νομίζεις ότι τους χρωστάς και ότι πρέπει να τους ξεπληρώσεις. Θεωρείς ότι μόνο έτσι θα έχεις ανθρώπινη φύση και θα είσαι σωστό παιδί, και ότι αυτό είναι το ηθικό πρότυπο που πρέπει να διαθέτει κανείς. Αυτές, λοιπόν, οι ιδέες, οι απόψεις και οι πράξεις πηγάζουν, στην ουσία, από το γεγονός ότι πιστεύεις πως χρωστάς στους γονείς σου και πως πρέπει να τους το ξεπληρώσεις· οι γονείς σου είναι σε μεγάλο βαθμό δανειστές σου, δηλαδή πιστεύεις πως τους χρωστάς το καλό που σου έκαναν. Τώρα που μπορείς να τους ξεπληρώσεις και να τους αποζημιώσεις, το κάνεις. Ανάλογα με τις δυνατότητές σου, τους αποζημιώνεις με χρήματα και με αγάπη. Άρα, δείχνεις ότι έχεις αληθινή ανθρώπινη φύση; Είναι αυτή αληθινή αρχή άσκησης; (Δεν είναι.) Για ποιον λόγο λέω ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου; Αν ισχύει αυτή η φράση, τότε, τους θεωρείς ευεργέτες και δανειστές σου, ενώ όλες σου οι πράξεις αποσκοπούν στο να τους ανταμείψεις για το καλό που σου έκαναν. Είναι σωστή αυτή η ιδέα και άποψη; (Όχι.) Δεν το είπες πολύ απρόθυμα αυτό το «όχι»; Ποια από τις δύο αυτές δηλώσεις ισχύει: «Οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» ή «Οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις»; (Ισχύει η δήλωση «Οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου».) Εφόσον ισχύει η δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου», τότε ισχύει και η δήλωση «οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις»; (Όχι.) Δεν αντιφάσκει με τη δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου»; (Αντιφάσκει.) Το σημαντικό δεν είναι ποια από τις δύο δηλώσεις κάνει τη συνείδησή σου να αισθάνεται βαριά, αλλά ποια από τις δύο ισχύει. Πρέπει να αποδεχτείς τη δήλωση που ισχύει, ακόμη και αν κάνει τη συνείδησή σου να νιώθει άβολα και ενοχές, επειδή είναι η αλήθεια. Η δήλωση «οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις» συμφωνεί με τα ηθικά πρότυπα του ανθρώπου για την ανθρώπινη φύση και με την επίγνωση της ανθρώπινης συνείδησης, αλλά δεν είναι η αλήθεια. Πρέπει να εγκαταλείψεις αυτήν τη δήλωση, παρόλο που ικανοποιεί και βολεύει τη συνείδησή σου. Αυτήν τη στάση πρέπει να έχεις όταν αποδέχεσαι την αλήθεια. Ανάμεσα, λοιπόν, στο «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» και στο «οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις», ποια δήλωση σου φαίνεται πιο βολική, ανταποκρίνεται περισσότερο στην ανθρώπινη φύση και στη συνείδησή σου, και συμφωνεί περισσότερο με τα ηθικά πρότυπα της ανθρωπότητας; (Η δεύτερη δήλωση.) Γιατί η δεύτερη; Γιατί καλύπτει και ικανοποιεί τις συναισθηματικές ανάγκες του ανθρώπου. Δεν είναι, όμως, η αλήθεια και ο Θεός την αποστρέφεται. Άρα, η δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται άβολα; (Ναι.) Τι νιώθουν και διαισθάνονται οι άνθρωποι μόλις ακούσουν αυτήν τη δήλωση; (Ότι δεν είναι και πολύ ευσυνείδητη.) Νομίζουν ότι της λείπει λίγο ανθρώπινο συναίσθημα, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Κάποιοι λένε: «Εξακολουθεί να είναι άνθρωπος κάποιος που δεν έχει ανθρώπινα συναισθήματα;» Αν οι άνθρωποι δεν έχουν ανθρώπινα συναισθήματα, τότε εξακολουθούν να είναι άνθρωποι; Η δήλωση «Οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» ακούγεται λες και δεν έχει ανθρώπινο συναίσθημα, αλλά είναι γεγονός. Αν προσεγγίσεις ορθολογικά τη σχέση σου με τους γονείς σου, τότε θα διαπιστώσεις ότι η δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» εξηγεί ξεκάθαρα και εκ βάθρων τη σχέση καθενός με τους γονείς του, την ουσία και την αιτία των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Παρά το γεγονός ότι κάνει τη συνείδησή σου να νιώθει άβολα και δεν ικανοποιεί τις συναισθηματικές σου ανάγκες, δεν παύει να είναι γεγονός. Αυτή η αλήθεια θα σου επιτρέψει να προσεγγίσεις ορθολογικά και σωστά το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου όταν σε μεγάλωσαν. Επίσης, θα σου επιτρέψει να προσεγγίσεις ορθολογικά και σωστά κάθε προσδοκία των γονιών σου. Φυσικά, θα σου επιτρέψει πολύ περισσότερο να προσεγγίσεις ορθολογικά και σωστά τη σχέση σου με τους γονείς σου. Αν μπορέσεις να προσεγγίσεις έτσι τη σχέση σου με τους γονείς σου, τότε μπορείς και να τη διαχειριστείς ορθολογικά. Κάποιοι λένε: «Πολύ ωραία κι ένθερμα έχουν διατυπωθεί αυτές οι αλήθειες· γιατί, όμως, όταν τις ακούνε οι άνθρωποι, τις θεωρούν κάπως ακατόρθωτες; Γιατί όταν οι άνθρωποι ακούνε ειδικά την αλήθεια “οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου”, θεωρούν ότι απομακρύνονται και αποξενώνονται όλο και περισσότερο από τους γονείς τους; Γιατί έχουν την εντύπωση ότι δεν υπάρχει αγάπη μεταξύ των ίδιων και των γονιών τους;» Μήπως η αλήθεια προσπαθεί σκόπιμα να απομακρύνει τους ανθρώπους; Προσπαθεί σκόπιμα να διακόψει τους δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων και των γονιών τους; (Όχι.) Ποια αποτελέσματα μπορούν, λοιπόν, να επιτευχθούν όταν καταλάβει κάποιος αυτήν την αλήθεια; (Αν καταλάβουμε αυτήν την αλήθεια, μπορούμε να δούμε πώς είναι πραγματικά η σχέση μας με τους γονείς μας. Αυτή η αλήθεια μάς λέει την αληθινή φύση αυτού του ζητήματος.) Σωστά, σου δείχνει την αληθινή φύση του ζητήματος, σου επιτρέπει να προσεγγίζεις και να διαχειρίζεσαι αυτά τα πράγματα ορθολογικά ώστε να μη ζεις χωμένος μέσα στα συναισθήματά σου ή μέσα στις διαπροσωπικές σχέσεις της σάρκας, έτσι δεν είναι;
Ας μιλήσουμε για το πώς ερμηνεύεται η φράση «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου». Δεν είναι γεγονός ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου; (Είναι.) Τότε, οφείλουμε να εξηγήσουμε τα ζητήματα που περιλαμβάνει το γεγονός αυτό. Ας εξετάσουμε το ότι οι γονείς σου σε γέννησαν. Ποιος πήρε την απόφαση αυτήν, εσύ ή εκείνοι; Ποιος διάλεξε ποιον; Αν το εξετάσουμε από την οπτική του Θεού, η απάντηση είναι κανείς από τους δυο σας. Ούτε εσύ ούτε οι γονείς σου αποφάσισαν να σε γεννήσουν. Αν εξετάσεις το ζήτημα στον πυρήνα του, ο Θεός το έχει ορίσει αυτό. Προς το παρόν, θα παραμερίσουμε αυτό το θέμα, αφού αυτό το ζήτημα είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς. Από τη δική σου οπτική, ο ρόλος σου ήταν παθητικός. Οι γονείς σου σε γέννησαν χωρίς να έχεις καμία επιλογή. Από την οπτική των γονιών σου, αυτοί σε γέννησαν με δική τους ελεύθερη βούληση, έτσι δεν είναι; Αν, δηλαδή, αγνοήσουμε το γεγονός ότι το έχει ορίσει ο Θεός, οι γονείς σου είναι αυτοί που είχαν όλη την εξουσία στο ζήτημα της γέννησής σου. Εκείνοι επέλεξαν να σε γεννήσουν, εκείνοι έκαναν κουμάντο. Δεν επέλεξες να σε γεννήσουν, είχες παθητικό ρόλο και δεν είχες καμία επιλογή. Αφού, λοιπόν, οι γονείς σου είχαν όλη την εξουσία και αποφάσισαν να σε γεννήσουν, αυτοί είναι υποχρεωμένοι και υπεύθυνοι να σε μεγαλώσουν, να σε αναθρέψουν μέχρι να ενηλικιωθείς, να σου προσφέρουν μόρφωση, φαγητό, ρούχα και χρήματα. Αυτή είναι δική τους ευθύνη και υποχρέωση, και οφείλουν να το κάνουν. Εσύ, από την άλλη, την περίοδο που σε μεγάλωναν, ήσουν πάντα παθητικός, δεν είχες το δικαίωμα της επιλογής —αναγκαστικά έπρεπε να σε μεγαλώσουν αυτοί. Ήσουν μικρός, κι έτσι δεν μπορούσες να μεγαλώσεις μόνος σου, δεν είχες άλλη επιλογή από το να σε μεγαλώσουν οι γονείς σου κι εσύ να το δεχτείς παθητικά. Μεγάλωσες με τον τρόπο που αποφάσισαν εκείνοι. Αν σου έδιναν ωραία πράγματα να τρως και να πίνεις, τότε έτρωγες και έπινες ωραία πράγματα. Αν σου έδιναν να φας άχυρα και αγριόχορτα, τότε έτσι θα επιβίωνες. Όπως και να έχει, όταν σε μεγάλωναν οι γονείς σου, εσύ το δεχόσουν παθητικά και οι γονείς σου εκπλήρωναν την ευθύνη τους. Είναι σαν να φρόντιζαν ένα λουλούδι. Έπρεπε να του βάλουν λίπασμα, να το ποτίζουν και να φροντίζουν να το βλέπει ο ήλιος. Όσον αφορά, λοιπόν, τους ανθρώπους, όσο περισσότερο και όσο πιο σχολαστικά κι αν σε φρόντιζαν οι γονείς σου, εν πάση περιπτώσει, εκπλήρωναν απλώς την ευθύνη και την υποχρέωσή τους. Για όποιον λόγο κι αν σε μεγάλωσαν, ήταν ευθύνη τους. Εφόσον σε γέννησαν, όφειλαν να αναλάβουν την ευθύνη να σε μεγαλώσουν. Από αυτήν την οπτική, θεωρούνται καλά όλα όσα έκαναν οι γονείς σου για σένα; Όχι βέβαια, σωστά; (Σωστά.) Εφόσον δεν λογίζεται ως καλό η εκπλήρωση της ευθύνης των γονιών σου απέναντί σου, μήπως λογίζεται ως καλό το να εκπληρώνουν την ευθύνη τους απέναντι σε ένα λουλούδι ή ένα φυτό, όταν το ποτίζουν και του βάζουν λίπασμα; (Όχι.) Αυτό απέχει ακόμη περισσότερο από το να θεωρείται καλό. Τα λουλούδια και τα φυτά αναπτύσσονται καλύτερα έξω. Όταν είναι στο έδαφος, ευδοκιμούν με τον αέρα, τον ήλιο και το νερό της βροχής. Όταν τα φυτέψεις σε μια γλάστρα σε εσωτερικό χώρο δεν αναπτύσσονται τόσο, αλλά όπου κι αν βρίσκονται, επιβιώνουν, έτσι δεν είναι; Δεν έχει σημασία πού βρίσκονται, έχει οριστεί από τον Θεό. Εσύ είσαι ένας ζωντανός άνθρωπος, και ο Θεός έχει την ευθύνη για κάθε ζωή· επιτρέπει σε κάθε ζωντανό ον να επιβιώσει και να τηρήσει τον νόμο που τηρούν όλα τα δημιουργήματα. Εσύ, όμως, ως άνθρωπος, ζεις στο περιβάλλον που σε μεγαλώνουν οι γονείς σου, οπότε είσαι αναγκασμένος να μεγαλώνεις και να ζεις σ’ αυτό το περιβάλλον. Το γεγονός ότι ζεις σ’ αυτό το περιβάλλον οφείλεται κυρίως στο ότι το έχει ορίσει ο Θεός· σε μικρότερη κλίμακα, οφείλεται στην ανατροφή σου από τους γονείς σου, έτσι δεν είναι; Όπως και να ’χει, η ανατροφή σου είναι ευθύνη και υποχρέωση των γονιών σου. Είναι ευθύνη και υποχρέωσή τους να σε μεγαλώσουν μέχρι να ενηλικιωθείς, και δεν μπορείς να πεις ότι σου κάνουν κάποιο καλό. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν είναι δικαίωμά σου; (Είναι.) Πρόκειται για δικαίωμα που πρέπει να απολαύσεις. Οι γονείς σου πρέπει να σε μεγαλώσουν, διότι πριν ενηλικιωθείς, παίζεις τον ρόλο του παιδιού που μεγαλώνει. Άρα, το μόνο που κάνουν οι γονείς σου είναι να εκπληρώνουν κάποιου είδους ευθύνη απέναντί σου, και εσύ απλώς τη λαμβάνεις, αλλά σίγουρα δεν σημαίνει ότι σου κάνουν χάρη ή κάποιο καλό. Κάθε ζωντανό ον έχει την ευθύνη της γέννησης και της φροντίδας των παιδιών, της αναπαραγωγής και της ανατροφής της επόμενης γενιάς. Λόγου χάρη, τα πουλιά, οι αγελάδες, τα πρόβατα, ακόμη και οι τίγρεις οφείλουν μόλις αναπαραχθούν, να φροντίσουν τα μικρά τους. Δεν υπάρχει κανένα ζωντανό ον που να μη μεγαλώνει τα μικρά του. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, αλλά είναι πολύ λίγες. Είναι ένα φυσικό φαινόμενο της ύπαρξης των ζωντανών οργανισμών, είναι ένστικτό τους και δεν μπορεί να θεωρηθεί καλοσύνη. Τηρούν απλώς έναν νόμο που όρισε ο Δημιουργός για τα ζώα και τους ανθρώπους. Το ότι σε μεγαλώνουν, άρα, οι γονείς σου, δεν σημαίνει ότι σου κάνουν κάποιο καλό. Μπορούμε, λοιπόν, αν το εξετάσουμε από αυτήν τη οπτική, να πούμε ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Την ευθύνη που έχουν απέναντί σου εκπληρώνουν. Όσο κόπο και χρήμα κι αν δαπανούν για σένα, δεν πρέπει να σου ζητάνε να τους αποζημιώσεις, αφού αυτό δεν είναι παρά η ευθύνη τους ως γονείς. Και αφού είναι ευθύνη και υποχρέωση, πρέπει να το κάνουν δωρεάν και να μη ζητάνε αποζημίωση. Όταν σε μεγάλωναν οι γονείς σου, το μόνο που έκαναν ήταν να εκπληρώνουν την ευθύνη και την υποχρέωσή τους, πράγμα που θα έπρεπε να γίνεται χωρίς αμοιβή, και δεν θα έπρεπε να αποτελεί συναλλαγή. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να τους προσεγγίζεις ή να αντιμετωπίζεις τη σχέση σου μαζί τους με το σκεπτικό της αποζημίωσης. Είναι απάνθρωπο να μεταχειρίζεσαι τους γονείς σου, να τους ξεπληρώνεις και να αντιμετωπίζεις τη σχέση σας σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό. Παράλληλα, αυτό πιθανώς να σε περιορίσει και να σε δεσμεύσει στα συναισθήματα της σάρκας σου. Τότε θα δυσκολευτείς να ξεφύγεις από αυτό το μπλέξιμο, σε σημείο που ίσως και να χάσεις τον δρόμο σου. Εφόσον οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου, δεν είσαι υποχρεωμένος να υλοποιήσεις όλες τους τις προσδοκίες. Δεν είσαι καθόλου υποχρεωμένος να την πληρώσεις εσύ εξαιτίας των προσδοκιών τους. Με άλλα λόγια, ας έχουν τις δικές τους προσδοκίες. Εσύ κάνεις τις επιλογές σου και έχεις το δικό σου μονοπάτι για τη ζωή και τη μοίρα που έχει ορίσει για σένα ο Θεός. Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τους γονείς σου. Μπορεί, λοιπόν, να σου πει κάποιος από τους γονείς σου «Δεν είσαι σωστό παιδί. Έχεις τόσα χρόνια να έρθεις να με δεις, έχεις τόσες μέρες να με πάρεις τηλέφωνο. Έχω αρρωστήσει και δεν έχω κανέναν να με φροντίσει. Τζάμπα σε μεγάλωσα. Είσαι αχάριστος και αναίσθητος!». Αν δεν έχεις καταλάβει την αλήθεια της φράσης «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου», αυτά τα λόγια θα σε πονέσουν λες και σου τρυπάνε την καρδιά, και θα νιώσεις βαριά τη συνείδησή σου. Όλα αυτά τα λόγια θα χαραχτούν στην καρδιά σου και θα σε κάνουν να ντρέπεσαι να αντικρίσεις τον γονιό σου. Θα πιστέψεις ότι του χρωστάς, ενώ θα γεμίσεις ενοχές απέναντί του. Όταν σου πει ότι είσαι αχάριστος και ότι δεν σε νοιάζει τίποτα, εσύ θα πιστέψεις: «Έχει απόλυτο δίκιο. Με έχει μεγαλώσει μέχρι αυτήν την ηλικία και δεν έχει καταφέρει να απολαύσει κανένα όφελος από μένα. Τώρα έχει αρρωστήσει και ήλπιζε να μείνω εγώ στο προσκέφαλό του, να τον εξυπηρετώ και να τον συντροφεύω. Με χρειαζόταν για να ανταποδώσω το καλό που μου έκανε, κι εγώ δεν ήμουν εκεί. Είμαι στ’ αλήθεια αχάριστος και αναίσθητος!» Είναι λογικό να πεις ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος; Είσαι έτσι; Αν δεν είχες φύγει από το πατρικό σου για να εκτελέσεις αλλού το καθήκον σου και είχες μείνει στο πλάι του γονιού σου, αυτό σημαίνει ότι δεν θα αρρώσταινε; (Όχι.) Μπορείς να επηρεάσεις τη ζωή ή τον θάνατο των γονιών σου; Μπορείς να επηρεάσεις το αν θα είναι πλούσιοι ή φτωχοί; (Όχι.) Οποιαδήποτε αρρώστια κι αν πάθουν οι γονείς σου, δεν θα οφείλεται στην εξάντλησή τους που σε μεγάλωσαν ή επειδή τους έλειψες. Δεν πρόκειται ιδιαίτερα να πάθουν κάποια μεγάλη, σοβαρή και θανατηφόρα ασθένεια εξαιτίας σου. Αυτή είναι η μοίρα τους κι εσύ δεν έχεις καμία σχέση μ’ αυτό. Όσο σωστό παιδί κι αν είσαι, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να ελαττώσεις λίγο τα σωματικά βάσανα και φορτία τους. Έχει, όμως, καμία σχέση μ’ εσένα πότε θα αρρωστήσουν, τι αρρώστια θα πάθουν, πότε και πού θα πεθάνουν; Όχι, δεν έχει. Δεν πρόκειται να αρρωστήσουν αν εσύ είσαι σωστό παιδί, αν δεν είσαι αχάριστος ή αναίσθητος και περνάς όλη τη μέρα μαζί τους και τους προσέχεις; Αν τα κάνεις όλα αυτά, δεν θα πεθάνουν; Αν είναι να αρρωστήσουν, δεν θα αρρωστήσουν έτσι κι αλλιώς; Αν είναι να πεθάνουν, δεν θα πεθάνουν έτσι κι αλλιώς; Σωστά δεν είναι όλα αυτά; Θα αναστατωνόσουν αν σου έλεγαν οι γονείς σου ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος και ότι δεν έχεις συνείδηση; (Ναι.) Τώρα, όμως; (Τώρα δεν θα αναστατωνόμουν.) Πώς λύθηκε, λοιπόν, το πρόβλημα; (Επειδή ο Θεός συναναστράφηκε ότι δεν έχει σχέση μ’ εμάς αν θα αρρωστήσουν ή όχι οι γονείς μας και αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν. Όλα αυτά τα έχει ορίσει ο Θεός. Ακόμα και στο πλάι τους να μέναμε, τίποτα δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε, οπότε, δεν μας αφορά αν λένε ότι είμαστε αχάριστοι και αναίσθητοι.) Παρ’ όλο που οι γονείς σου σε αποκαλούν αχάριστο κι αναίσθητο, τουλάχιστον κάνεις το καθήκον του δημιουργήματος ενώπιον του Δημιουργού. Φτάνει που ο Θεός δεν σε βλέπει έτσι. Το τι λένε οι άνθρωποι δεν έχει σημασία. Τα όσα λένε για σένα οι γονείς σου δεν είναι απαραιτήτως και αλήθεια, και όσα λένε δεν είναι χρήσιμα. Πρέπει να βασίζεσαι στα λόγια του Θεού. Αν Εκείνος πει ότι ως δημιούργημα είσαι επαρκής, τότε δεν έχει καμία σημασία αν οι άνθρωποι σε αποκαλέσουν αχάριστο ή αναίσθητο. Δεν θα καταφέρουν τίποτα. Αυτές οι προσβολές επηρεάζουν απλώς τη συνείδηση των ανθρώπων, επειδή δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια και έχουν μικρό ανάστημα. Έτσι νιώθουν λίγο κακόκεφοι και στενοχωριούνται. Όταν, όμως, επιστρέφουν ενώπιον του Θεού, όλα αυτά λύνονται και παύουν να τους δημιουργούν πρόβλημα. Δεν έχει λυθεί το ζήτημα της ανταπόδοσης του υποτιθέμενου καλού που έχουν κάνει στον καθένα οι γονείς του; Το καταλαβαίνετε; (Ναι.) Τι είναι αυτό που πρέπει να καταλάβουν εδώ οι άνθρωποι; Οι γονείς σου έχουν την ευθύνη να σε μεγαλώσουν. Εκείνοι αποφάσισαν να σε γεννήσουν, άρα έχουν την ευθύνη και την υποχρέωση να σε μεγαλώσουν. Όταν σε αναθρέφουν μέχρι να ενηλικιωθείς, εκπληρώνουν την ευθύνη και την υποχρέωσή τους. Δεν τους χρωστάς τίποτα, άρα δεν χρειάζεται να τους αποζημιώσεις. Το ότι δεν χρειάζεται να τους αποζημιώσεις δείχνει ξεκάθαρα ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου και δεν χρειάζεται να τους ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν. Αν οι συγκυρίες σού επιτρέπουν να εκπληρώσεις ένα μέρος της ευθύνης σου απέναντί τους, τότε να το κάνεις. Αν δεν σου επιτρέπει το περιβάλλον σου και οι αντικειμενικές σου συνθήκες να εκπληρώσεις την υποχρέωσή σου απέναντί τους, τότε μην το πολυσκέφτεσαι, μη νομίζεις ότι τους χρωστάς, γιατί οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Είτε είσαι σωστό παιδί απέναντι στους γονείς σου, είτε εκπληρώνεις την ευθύνη σου απέναντί τους, το μόνο που κάνεις είναι να υιοθετείς την οπτική του παιδιού και να εκπληρώνεις ένα μέρος της ευθύνης σου απέναντι σ’ αυτούς που κάποτε σε γέννησαν και σε μεγάλωσαν. Σίγουρα, όμως, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό από την οπτική της ανταμοιβής τους ή από την οπτική της φράσης «Οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις και να τους ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν».
Στον κόσμο των απίστων υπάρχει ένα ρητό: «Τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την, και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους». Επίσης, υπάρχει και αυτό το ρητό: «Ένα παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του είναι χειρότερο και από θηρίο». Πόσο μεγαλειώδη μοιάζουν αυτά τα ρητά! Η αλήθεια είναι πως όσα περιγράφει το πρώτο ρητό, το ότι τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους, υπάρχουν πραγματικά, είναι γεγονότα. Ωστόσο, πρόκειται απλώς για φαινόμενα του ζωικού βασιλείου. Δεν είναι παρά ένας νόμος που έχει θεσπίσει ο Θεός για τα διάφορα ζωντανά όντα και με τον οποίο συμμορφώνονται κάθε λογής ζωντανά πλάσματα, ακόμη και οι άνθρωποι. Το γεγονός, μάλιστα, ότι όλα τα ζωντανά πλάσματα υπακούν σ’ αυτόν τον νόμο αποτελεί ακόμα μία απόδειξη ότι ο Θεός έχει δημιουργήσει όλα τα ζωντανά πλάσματα. Κανένα ζωντανό πλάσμα δεν μπορεί να παραβεί ή να υπερβεί αυτόν τον νόμο. Ακόμη και τα άγρια σαρκοβόρα ζώα, όπως τα λιοντάρια και οι τίγρεις, μεγαλώνουν τα μικρά τους και δεν τα δαγκώνουν πριν φτάσουν στην ενηλικίωση. Αυτό είναι ζωώδες ένστικτο. Όλα τα ζώα το έχουν, ανεξαρτήτως είδους, είτε είναι άγρια είτε ήμερα. Για να συνεχίσει το κάθε πλάσμα να πολλαπλασιάζεται και να επιβιώνει, όπως και οι άνθρωποι, πρέπει να ακολουθούν αυτό το ένστικτο και αυτόν τον νόμο. Αν δεν τον τηρούσαν ή δεν είχαν καθόλου αυτόν τον νόμο και αυτό το ένστικτο, τότε δεν θα κατάφερναν να πολλαπλασιαστούν και να επιβιώσουν. Δεν θα υπήρχε η βιολογική αλυσίδα, δεν θα υπήρχε ο κόσμος έτσι όπως τον ξέρουμε. Δεν είναι αλήθεια αυτό; (Ναι.) Το ότι τα κοράκια ανταποδίδουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την, και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους δείχνει ακριβώς ότι το ζωικό βασίλειο τηρεί τον συγκεκριμένο νόμο. Αυτό το ένστικτο το έχουν όλα τα ζωντανά πλάσματα. Μόλις γεννηθούν τα μικρά, τότε τα αρσενικά ή τα θηλυκά του είδους τα φροντίζουν και τα περιποιούνται μέχρι να ενηλικιωθούν. Όλα τα έμβια όντα εκπληρώνουν τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που έχουν απέναντι στα μικρά τους, δηλαδή μεγαλώνουν με ευσυνειδησία και αφοσίωση την επόμενη γενιά. Για τους ανθρώπους, κάτι τέτοιο θα πρέπει να ισχύει ακόμη πιο πολύ. Οι άνθρωποι αποκαλούν τον εαυτό τους ανώτερο ζώο —αν δεν μπορούν να υπακούσουν σ’ αυτόν τον νόμο και αν τους λείπει αυτό το ένστικτο, τότε δεν είναι κατώτεροι από τα ζώα, τελικά; Όσο, λοιπόν, κι αν σε φρόντιζαν οι γονείς σου ενώ σε μεγάλωναν, και όσο κι αν εκπλήρωναν την ευθύνη που είχαν απέναντί σου, έκαναν απλώς ό,τι όφειλαν ανάλογα με τις ικανότητες του δημιουργημένου ανθρώπου· ήταν το ένστικτό τους. Ρίξε απλώς μια ματιά στα πουλιά, τα οποία για πάνω από έναν μήνα πριν την εποχή του ζευγαρώματος ψάχνουν διαρκώς να βρουν ένα ασφαλές σημείο για να φτιάξουν τη φωλιά τους. Βγαίνουν και τα αρσενικά και τα θηλυκά εναλλάξ, και κουβαλάνε διάφορα φυτά, πούπουλα και κλαδιά, για να αρχίσουν να φτιάχνουν τη φωλιά τους σε δέντρα που έχουν σχετικά πυκνή βλάστηση, και χτίζουν μικρές φωλιές που είναι εξαιρετικά σταθερές και περίπλοκες. Κάνουν τόση προσπάθεια για να φτιάξουν φωλιές και καταφύγια για χάρη των μικρών τους. Από τη στιγμή που θα χτίσουν τις φωλιές τους και θα έρθει η ώρα της επώασης, σε κάθε φωλιά υπάρχει πάντα ένα πουλί· το αρσενικό ή το θηλυκό βρίσκονται εναλλάξ στη φωλιά για 24 ώρες το 24ωρο και είναι εξαιρετικά προσεκτικά. Όταν γυρίσει το ένα, αμέσως φεύγει το άλλο. Λίγο καιρό αργότερα, εκκολάπτονται οι νεοσσοί και βγάζουν το κεφάλι τους από το αυγό, και τους βλέπεις που αρχίζουν να κελαηδούν πάνω στο δέντρο. Και τα ενήλικα πουλιά τα προσέχουν πολύ, πετούν πέρα δώθε, μια γυρίζουν για να ταΐσουν τα μικρά τους σκουλήκια, και μια για να τα ταΐσουν κάτι άλλο. Κάνα-δυο μήνες μετά, κάποια από τα μικρά πουλάκια έχουν μεγαλώσει λίγο και μπορούν να σταθούν στην άκρη της φωλιάς και να κουνήσουν τα φτερά τους· οι γονείς τους πετάνε πέρα-δώθε, τα ταΐζουν και τα φυλάνε με βάρδιες. Μια χρονιά, είδα στον ουρανό ένα κοράκι που κρατούσε στο στόμα του ένα μικρό πουλάκι, το οποίο φώναζε απεγνωσμένα για βοήθεια. Το κοράκι ήταν μπροστά, πετούσε με τον νεοσσό στο στόμα, και ξοπίσω ήταν δύο ενήλικα πουλιά που το κυνηγούσαν. Και αυτά τα δύο πουλιά έκρωζαν απεγνωσμένα, αλλά τελικά το κοράκι πέταξε μακριά. Το πιο πιθανό ήταν το μικρό να πέθαινε έτσι κι αλλιώς, είτε προλάβαιναν οι γονείς του το κοράκι είτε όχι. Πόσο δυστυχία λες να μαρτυρούσαν οι κραυγές αυτών των δύο ενήλικων πουλιών που το ακολουθούσαν; Τσίριζαν και έκρωζαν τόσο πολύ που τρόμαξαν και τους ανθρώπους που βρίσκονταν στο έδαφος. Σίγουρα δεν είχαν μόνο ένα μωρό. Λογικά στη φωλιά τους θα είχαν τρία-τέσσερα πουλάκια, αλλά όταν τους πήραν το ένα, έτρεξαν ξοπίσω του, τσιρίζοντας και κρώζοντας. Έτσι είναι το ζωικό βασίλειο και ο βιολογικός κόσμος. Τα ζωντανά πλάσματα φροντίζουν ακατάπαυστα τα μικρά τους. Τα πουλιά γυρίζουν πίσω και χτίζουν κάθε χρόνο καινούργια φωλιά, κάνουν κάθε χρόνο τα ίδια πράγματα· προσέχουν τα αυγά τους μέχρι να εκκολαφθούν, ταΐζουν τα μικρά τους και τα μαθαίνουν πώς να πετάνε. Όσο τα πουλάκια μαθαίνουν να πετάνε, δεν πάνε πολύ ψηλά και κάποιες φορές πέφτουν στο έδαφος. Κι εμείς έχουμε σώσει πουλάκια μερικές φορές και σπεύσαμε να τα ξαναβάλουμε στη φωλιά τους. Οι γονείς τους τα μαθαίνουν κάθε μέρα να πετάνε, και κάποια στιγμή όλα αυτά τα πουλάκια θα εγκαταλείψουν τη φωλιά τους και θα πετάξουν μακριά, αφήνοντας άδεια τη φωλιά. Την επόμενη χρονιά, καινούργια ζευγάρια πουλιών θα έρθουν να φτιάξουν φωλιές, να εκκολάψουν τα αυγά τους και να μεγαλώσουν τα μικρά τους. Όλα τα ζωντανά πλάσματα και τα ζώα διαθέτουν αυτά τα ένστικτα και αυτούς τους νόμους και τα τηρούν με πολλή ακρίβεια, στην εντέλεια. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να το ανατρέψει αυτό. Κάποια ιδιαίτερα ζώα, όπως οι τίγρεις και τα λιοντάρια, όταν ενηλικιωθούν, φεύγουν από τους γονείς τους και μάλιστα κάποια αρσενικά γίνονται ακόμα και αντίζηλοι των γονιών τους, και αν χρειαστεί, τους δαγκώνουν, τους ανταγωνίζονται και τους πολεμάνε. Κάτι τέτοιο είναι φυσιολογικό, είναι νόμος. Αυτά τα ζώα δεν είναι πολύ τρυφερά και δεν ζουν βάσει των συναισθημάτων τους, όπως οι άνθρωποι, ούτε λένε: «Πρέπει να ξεπληρώσω το καλό που μου έκαναν, πρέπει να τους αποζημιώσω. Πρέπει να υπακούω τους γονείς μου. Αν δεν τους δείξω την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, τότε οι υπόλοιποι άνθρωποι θα με καταδικάσουν, θα με κακολογήσουν και θα με επικρίνουν πίσω από την πλάτη μου. Δεν θα το άντεχα κάτι τέτοιο!» Στον κόσμο των ζώων δεν λένε τέτοια πράγματα. Γιατί, όμως, οι άνθρωποι τα λένε; Γιατί στην κοινωνία και στις ανθρώπινες ομάδες υπάρχουν διάφορες λανθασμένες ιδέες και κοινές απόψεις. Αυτά τα πράγματα έχουν επηρεάσει, διαβρώσει και σαπίσει τους ανθρώπους, κι έτσι αναδύονται μέσα τους διάφοροι τρόποι ερμηνείας και αντιμετώπισης της σχέσης μεταξύ των γονιών και των παιδιών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούν τελικά τους γονείς τους ως δανειστές τους, τους οποίους δεν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν ούτε σε όλη τους τη ζωή. Κάποιοι, μάλιστα, νιώθουν για όλη τους τη ζωή ενοχές αφού πεθάνουν οι γονείς τους και θεωρούν τον εαυτό τους ανάξιο του καλού που τους έκαναν εκείνοι, ίσως επειδή έκαναν κάτι που δεν ευχαρίστησε τους γονείς τους ή δεν εξελίχθηκε όπως θα ήθελαν εκείνοι. Για πείτε Μου, δεν είναι υπερβολή αυτό; Οι άνθρωποι ζουν βυθισμένοι στα συναισθήματά τους, οπότε οι διάφορες ιδέες που προέρχονται από αυτά δεν μπορούν παρά να τους ενοχλούν και να τους αναστατώνουν. Ζουν σε ένα περιβάλλον στιγματισμένο από την ιδεολογία της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Οι διάφορες αυτές παράλογες ιδέες κάνουν τη ζωή τους εξαντλητική και πιο πολύπλοκη από των υπολοίπων έμβιων όντων. Τώρα, όμως, ο Θεός εργάζεται και εκφράζει την αλήθεια, για να αποκαλύψει στους ανθρώπους την αληθινή φύση όλων αυτών των γεγονότων και να τους επιτρέψει να καταλάβουν την αλήθεια. Μόλις την καταλάβεις, αυτές οι παράλογες ιδέες και απόψεις θα πάψουν να αποτελούν φορτίο για σένα και δεν θα καθοδηγούν πια το πώς θα διαχειρίζεσαι τη σχέση σου με τους γονείς σου. Στο σημείο αυτό, η ζωή σου θα χαλαρώσει περισσότερο. Χαλαρή ζωή δεν σημαίνει να μη γνωρίζεις τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις σου —αυτά θα συνεχίσεις να τα γνωρίζεις. Αφορά, όμως, ποια οπτική και ποιες μεθόδους θα επιλέξεις για να προσεγγίσεις τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις σου. Το ένα μονοπάτι λέει να ακολουθήσεις την οδό των συναισθημάτων και να αντιμετωπίσεις αυτά τα πράγματα με βάση το συναίσθημα και τις μεθόδους, τις ιδέες και τις απόψεις στις οποίες καθοδηγεί ο Σατανάς τον άνθρωπο. Το άλλο μονοπάτι είναι να τα αντιμετωπίσεις με βάση τα λόγια που έχει διδάξει στον άνθρωπο ο Θεός. Αν οι άνθρωποι διαχειρίζονται αυτά τα ζητήματα σύμφωνα με τις παράλογες ιδέες και απόψεις του Σατανά, τότε το μόνο που καταφέρνουν είναι να ζουν μπλεγμένοι στα συναισθήματά τους, ενώ δεν μπορούν να διακρίνουν ποτέ μεταξύ σωστού και λάθους. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν μπορούν παρά να ζουν παγιδευμένοι, μπλεγμένοι πάντα σε ζητήματα όπως τα εξής: «Έχεις δίκιο, έχω άδικο. Μου έχεις δώσει περισσότερα, σου έχω δώσει λιγότερα. Είσαι αχάριστος. Είσαι απαράδεκτος». Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι δεν μιλάνε ξεκάθαρα ούτε μια στιγμή. Όταν, όμως, καταλάβουν την αλήθεια και ξεφύγουν από τις παράλογες ιδέες και απόψεις, και από τα δίχτυα των αισθημάτων, τότε αυτά τα ζητήματα απλοποιούνται πολύ. Αν ακολουθείς μια αλήθεια-αρχή, μια ιδέα ή μια άποψη που είναι σωστή και προέρχεται από τον Θεό, τότε θα χαλαρώσεις πολύ στη ζωή σου. Δεν θα εμποδίζει πια ούτε η κοινή γνώμη, ούτε η συνείδησή σου, ούτε το φορτίο των συναισθημάτων σου το πώς θα διαχειρίζεσαι τη σχέση σου με τους γονείς σου· κάθε άλλο, αυτά θα σου επιτρέψουν να αντιμετωπίσεις τη σχέση αυτή σωστά και ορθολογικά. Αν ενεργείς σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές που έχει δώσει ο Θεός στους ανθρώπους, τότε θα νιώθεις γαλήνη και ηρεμία στα βάθη της καρδιάς σου, ακόμα κι αν σε κατακρίνουν πίσω από την πλάτη σου· κάτι τέτοιο δεν θα σε επηρεάζει καθόλου. Τουλάχιστον, δεν θα κατακρίνεις εσύ τον εαυτό σου ως αχάριστο και αναίσθητο, ούτε θα νιώθεις πια βαθιά μέσα σου τη μομφή της συνείδησής σου. Θα γνωρίζεις, συνεπώς, ότι κάνεις τα πάντα σύμφωνα με τις μεθόδους που σου έχει διδάξει ο Θεός, ότι ακούς και υποτάσσεσαι στα λόγια του Θεού και ακολουθείς την οδό Του. Οι άνθρωποι πάνω απ’ όλα πρέπει να έχουν τη συνείδηση να ακούνε τα λόγια του Θεού και να ακολουθούν την οδό Του. Μόνο αν κάνεις αυτά τα πράγματα, θα είσαι αληθινός άνθρωπος. Αν δεν τα καταφέρεις, θα είσαι αχάριστος και αναίσθητος. Έτσι δεν είναι; (Ναι.) Το καταλαβαίνεις τώρα καθαρά; Είναι μόνο μια πτυχή του ζητήματος να το καταλάβεις καθαρά· αν μπορέσουν σιγά-σιγά οι άνθρωποι να διακρίνουν αυτό το ζήτημα και να κάνουν πράξη την αλήθεια, αυτό είναι μια άλλη πτυχή. Και για να καταλάβουν καθαρά το ζήτημα οι άνθρωποι, πρέπει να βιώσουν εμπειρίες για κάποιο διάστημα. Δεν μπορεί να καταλάβει κανείς καθαρά αυτό το γεγονός και αυτήν την ουσία, ούτε να χειρίζεται τα πράγματα με βάση τις αρχές μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Πρώτα πρέπει οι άνθρωποι να αποτινάξουν από πάνω τους την επιρροή κάθε παράλογης και μοχθηρής ιδέας και άποψης. Μια ακόμη, πιο σημαντική πτυχή του ζητήματος αυτού είναι να μπορέσουν να διαλύσουν τους περιορισμούς και την επιρροή που ασκεί η ίδια τους η συνείδηση και τα συναισθήματά τους· πιο συγκεκριμένα, πρέπει να ξεπεράσουν το εμπόδιο των συναισθημάτων τους. Ας υποθέσουμε ότι θεωρητικά αναγνωρίζεις πως ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια και πως είναι σωστός, και θεωρητικά γνωρίζεις ότι είναι λάθος οι παράλογες ιδέες και απόψεις που εμφυσά ο Σατανάς στους ανθρώπους. Ωστόσο, δεν μπορείς να ξεπεράσεις το εμπόδιο των συναισθημάτων σου και νιώθεις πάντα άσχημα για τους γονείς σου. Θεωρείς ότι σου έχουν κάνει μεγάλο καλό, επειδή έχουν δαπανήσει και έχουν κάνει πολλά, και έχουν υποφέρει πολύ για σένα. Υπάρχουν ακόμα ζωντανές στο μυαλό σου οι σκιές κάθε πράγματος που έκαναν για σένα οι γονείς σου, όλων όσα είπαν, ακόμα και κάθε τιμήματος που πλήρωσαν για σένα. Καθένα από αυτά τα εμπόδια θα αποτελέσει για σένα ένα πολύ σημαντικό κομβικό σημείο, και δεν θα μπορέσεις να το ξεπεράσεις εύκολα. Στην πραγματικότητα, το δυσκολότερο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσεις είναι ο ίδιος σου ο εαυτός. Αν καταφέρεις να ξεπεράσεις όλα τα εμπόδια, τότε θα μπορέσεις να εγκαταλείψεις ολοκληρωτικά μέσα απ’ την καρδιά σου τα συναισθήματα που διατηρείς απέναντι στους γονείς σου. Ο λόγος της συναναστροφής Μου δεν είναι να σε κάνω να προδώσεις τους γονείς σου, ούτε φυσικά, να σε αναγκάσω να βάλεις όρια ανάμεσα στον εαυτό σου και τους γονείς σου. Δεν ξεκινάμε κάποιο κίνημα, δεν υπάρχει λόγος να βάλεις όρια. Το κάνω απλώς για να κατανοήσεις σωστά αυτά τα ζητήματα και να σε βοηθήσω να αποδεχτείς μια σωστή ιδέα και άποψη. Επιπλέον, συναναστρέφομαι πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, για να μη σου προκαλέσουν πρόβλημα αυτά τα πράγματα όταν σου συμβούν, να μη σε δέσουν χειροπόδαρα, και το πιο σημαντικό, να μην επηρεάσουν το πώς θα εκτελέσεις το καθήκον σου ως δημιούργημα. Τότε η συναναστροφή Μου θα πετύχει τον στόχο της. Βέβαια, εδώ που τα λέμε, είναι δυνατόν οι άνθρωποι, οι οποίοι ζουν με σάρκα και οστά, να καταφέρουν να μη διατηρούν τίποτα απ’ όλα αυτά στο μυαλό τους και να μην εμπλέκονται συναισθηματικά με τους γονείς τους; Θα ήταν αδύνατον. Οι άνθρωποι έχουν σ’ αυτόν τον κόσμο, εκτός από τους γονείς τους, και τα παιδιά τους. Αυτές οι δύο είναι οι πιο στενές σαρκικές σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Ο δεσμός μεταξύ ενός γονιού και ενός παιδιού είναι αδύνατον να διακοπεί εντελώς. Δεν προσπαθώ να σε κάνω να δηλώσεις επίσημα ότι θα διακόψεις τους δεσμούς με τους γονείς σου και ότι δεν θα έχεις ποτέ ξανά σχέσεις μαζί τους. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να σε βοηθήσω να χειριστείς σωστά τη σχέση σου μαζί τους. Δεν είναι δύσκολα όλα αυτά τα πράγματα; Όσο πιο βαθιά καταλαβαίνεις την αλήθεια και όσο μεγαλώνεις, αυτά τα πράγματα θα γίνονται σιγά-σιγά όλο και πιο εύκολα. Στην ηλικία των 20, οι άνθρωποι έχουν πολύ διαφορετικό δέσιμο με τους γονείς τους σε σύγκριση με την ηλικία των 30 ή των 40. Και το δέσιμο αυτό χαλαρώνει ακόμη περισσότερο όταν φτάσουν στα 50, για να μη μιλήσουμε για όταν φτάσουν στα 60 ή στα 70. Ως τότε, το δέσιμο είναι ακόμη πιο χαλαρό· αλλάζει όσο μεγαλώνουν οι άνθρωποι.
Η αλήθεια ότι «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» αποτελεί τη σωστή αρχή άσκησης που πρέπει να καταλάβουν οι άνθρωποι για να προσεγγίσουν τους γονείς τους. Και ποια είναι η άλλη αρχή άσκησης; (Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου.) Και το ρητό «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου» δεν είναι πιο εύκολο να το καταλάβει κανείς και να το εγκαταλείψει σε σύγκριση με το ρητό «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου»; Προς τα έξω, φαίνεται ότι οι γονείς σου είναι αυτοί που σε έφεραν στον κόσμο και σου έδωσαν τη σαρκική ζωή. Όμως, από την οπτική του Θεού, και από τον πυρήνα του ζητήματος, τότε τη σαρκική σου ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου, αφού οι άνθρωποι δεν μπορούν να δημιουργήσουν ζωή. Για να το θέσω πιο απλά, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να δώσει πνοή σε άνθρωπο. Ο κάθε άνθρωπος ενσαρκώνεται ακριβώς επειδή παίρνει πνοή. Στην πνοή βρίσκεται η ζωή του ανθρώπου, και αυτή σηματοδοτεί έναν ζωντανό άνθρωπο. Αυτή η πνοή και αυτή η ζωή δεν προέρχονται από τους γονείς τους. Οι γονείς είναι απλώς το μέσο από το οποίο δημιουργούνται και γεννιούνται οι άνθρωποι. Κατά βάθος, ο Θεός είναι Αυτός που χαρίζει τα πράγματα αυτά στους ανθρώπους. Άρα, δεν είναι οι γονείς σου οι κύριοι της ζωής σου, ο Κύριος της ζωής σου είναι ο Θεός. Αυτός δημιούργησε την ανθρωπότητα, Αυτός δημιούργησε τη ζωή του ανθρώπου, Αυτός έδωσε στον άνθρωπο την πνοή της ζωής, από την οποία προέρχεται η ζωή του. Δεν είναι, λοιπόν, εύκολα κατανοητή η φράση «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου»; Δεν σου έδωσαν οι γονείς σου την πνοή σου, πόσο μάλλον τη συνέχειά της. Ο Θεός εξουσιάζει και φροντίζει την κάθε μέρα της ζωής σου. Δεν μπορούν οι γονείς σου να καθορίσουν το πώς περνάει η κάθε μέρα της ζωής σου, αν είναι ευτυχισμένη και αν κυλήσει ομαλά, ποιον συναντάς ή σε ποιο περιβάλλον ζεις κάθε μέρα. Απλώς ο Θεός σε προσέχει μέσω των γονιών σου —εκείνοι δεν είναι παρά οι άνθρωποι που έστειλε ο Θεός για να σε προσέχει. Όταν γεννήθηκες, τη ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου. Μήπως σου έδωσαν τη ζωή που έζησες μέχρι τώρα; Ούτε αυτή σου έδωσαν. Ο Θεός παραμένει η πηγή της ζωής σου και όχι οι γονείς σου. Ας υποθέσουμε ότι οι γονείς σου σε γέννησαν, αλλά όταν ήσουν ενός ή πέντε χρονών, ο Θεός αποφάσιζε να σου πάρει τη ζωή. Θα μπορούσαν να κάνουν κάτι γι’ αυτό οι γονείς σου; Τι θα έκαναν; Πώς θα σου έσωζαν τη ζωή; Θα σε έστελναν στο νοσοκομείο και θα σε εμπιστεύονταν στους γιατρούς, κι αυτοί θα προσπαθούσαν να σε θεραπεύσουν και να σου σώσουν τη ζωή. Αυτή είναι η ευθύνη των γονιών σου. Αν, όμως, ο Θεός έλεγε ότι αυτή η ζωή και το συγκεκριμένο άτομο δεν πρέπει να ζήσει και ότι πρέπει να μετενσαρκωθείς και να πας σε άλλη οικογένεια, τότε οι γονείς σου δεν θα είχαν τη δύναμη και τα μέσα να σου σώσουν τη ζωή. Θα σε έβλεπαν απλώς να φεύγεις από αυτόν τον κόσμο. Όταν χάνουν ένα παιδί, είναι ανίσχυροι —το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να εκπληρώσουν την ευθύνη τους ως γονείς και να σε παραδώσουν στους γιατρούς, οι οποίοι θα προσπαθούσαν να σε θεραπεύσουν και να σου σώσουν τη ζωή. Δεν είναι, όμως, στο χέρι των γονιών σου το αν θα συνεχιστεί ή όχι η ζωή σου. Αν πει ο Θεός ότι θα συνεχίσεις να ζεις, τότε θα ζήσεις. Αν πει ότι η ζωή σου δεν πρέπει να συνεχιστεί, τότε θα τη χάσεις. Μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό οι γονείς σου; Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να συμβιβαστούν με τη μοίρα σου. Με απλά λόγια, οι γονείς δεν είναι παρά συνηθισμένα δημιουργήματα. Απλώς, για σένα έχουν μια ιδιαίτερη ταυτότητα: σε γέννησαν και σε μεγάλωσαν, είναι τα αφεντικά σου και οι γονείς σου. Για τον Θεό, όμως, δεν είναι παρά συνηθισμένοι άνθρωποι, ανήκουν απλώς στη διεφθαρμένη ανθρωπότητα, και δεν έχουν τίποτα το ιδιαίτερο. Δεν είναι καν κύριοι της δικής τους ζωής, οπότε πώς θα μπορούσαν να είναι κύριοι της δικής σου; Σε γέννησαν, αλλά δεν ξέρουν από πού προέρχεται η ζωή σου, ούτε μπορούσαν να καθορίσουν πότε, τι ώρα και πού θα ερχόσουν στη ζωή ή πώς θα ήταν η ζωή σου. Δεν ξέρουν τίποτα απ’ αυτά. Το μόνο που κάνουν είναι να περιμένουν παθητικά την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού. Είτε είναι είτε δεν είναι ευχαριστημένοι με αυτά, είτε το πιστεύουν είτε όχι, τα πάντα ενορχηστρώνονται και συμβαίνουν από τα χέρια του Θεού. Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου· δεν το καταλαβαίνεις εύκολα αυτό; (Ναι.) Οι γονείς σου γέννησαν τη σάρκα σου, αλλά όχι τη ζωή της σάρκας σου. Αυτό είναι γεγονός. Μήπως μπορούν οι γονείς σου να ελέγξουν μέχρι και το ύψος που θα φτάσεις όταν μεγαλώσεις, τη σωματική σου διάπλαση, το χρώμα των μαλλιών σου ή το πόσο πυκνά θα είναι, τα χόμπι σου και ούτω καθεξής; (Όχι.) Δεν μπορούν οι γονείς σου να καθορίσουν αν θα έχεις απαλό ή τραχύ δέρμα, ή πώς θα είναι τα χαρακτηριστικά του προσώπου σου. Κάποιοι γονείς είναι υπέρβαροι και γεννάνε παιδιά που είναι αδύνατα και κοντά, με μικρή μύτη και μικρά μάτια. Όταν τα βλέπουν οι άνθρωποι, σκέφτονται: «Από ποιον πήραν αυτά τα παιδιά; Σίγουρα δεν πήραν από τους γονείς τους». Ούτε καν σε ποιον μοιάζουν τα παιδιά τους δεν μπορούν να επιλέξουν οι γονείς, έτσι δεν είναι; Κάποιοι γονείς είναι πολύ γεροδεμένοι και κάνουν παιδιά πολύ αδύνατα και αδύναμα· κάποιοι είναι πολύ αδύνατοι και αδύναμοι, αλλά κάνουν εξαιρετικά γεροδεμένα παιδιά, δυνατά σαν βόδια. Κάποιοι είναι δειλοί σαν τα ποντίκια, αλλά γεννάνε πολύ θαρραλέα παιδιά. Κάποιοι άλλοι γονείς είναι προσεκτικοί και επιφυλακτικοί, αλλά γεννούν πολύ φιλόδοξα παιδιά, και τελικά, κάποια από αυτά γίνονται αυτοκράτορες, άλλα γίνονται πρόεδροι, και άλλα αρχηγοί συμμοριών ληστών και απατεώνων. Κάποιοι γονείς είναι αγρότες, αλλά τα παιδιά τους γίνονται υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι. Άλλοι γονείς είναι δόλιοι, αλλά γεννούν παιδιά που είναι φρόνιμα και άδολα. Κάποιοι γονείς είναι μη πιστοί, ή μπορεί ακόμη και να προσκυνούν είδωλα και διαβόλους, αλλά γεννούν παιδιά που θέλουν να πιστέψουν στον Θεό, που δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν τη ζωή τους χωρίς να πιστεύουν στον Θεό. Κάποιοι λένε στα παιδιά τους: «Θα σε στείλω στο πανεπιστήμιο», και εκείνα λένε: «Όχι, είμαι δημιούργημα, πρέπει να εκτελέσω το καθήκον μου!» Τότε, τους λένε: «Είσαι νέο παιδί, δεν χρειάζεται να εκτελέσεις κανένα καθήκον. Εμείς εκτελούμε κάποια καθήκοντα, επειδή είμαστε γέροι και δεν έχουμε προοπτικές. Αν τα κάνουμε, θα φέρουμε μελλοντικά κάποιες ευλογίες στην οικογένειά μας, άρα εσύ δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Εσύ πρέπει να διαβάζεις πολύ σκληρά, και μόλις τελειώσεις το πανεπιστήμιο, να αποκτήσεις κάποιο υψηλό αξίωμα, ώστε να μπορέσω κι εγώ να επωφεληθώ μ’ εσένα». Τα παιδιά τους απαντούν ως εξής: «Όχι. Είμαι δημιούργημα, το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να εκτελώ το καθήκον μου». Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι γονείς που πιστεύουν στον Θεό, και αποκηρύσσουν την οικογένειά τους και παραιτούνται από την καριέρα τους, αλλά τα παιδιά τους δεν δέχονται να πιστέψουν στον Θεό. Είναι άπιστα, και από όποια οπτική κι αν εξετάσεις αυτά τα παιδιά και τους γονείς τους, δεν θυμίζουν οικογένεια. Αν και στην εμφάνιση, στις συνήθειες της ζωής και ακόμη και σε κάποιες πλευρές του χαρακτήρα τους μοιάζουν με οικογένεια, όσον αφορά τα χόμπι, τα ενδιαφέροντα, τις επιδιώξεις και τα μονοπάτια που βαδίζουν, διαφέρουν τελείως. Είναι δύο διαφορετικά είδη ανθρώπων που ακολουθούν δύο διαφορετικά μονοπάτια. Επομένως, η ζωή κάθε ανθρώπου διαφέρει, και αυτές οι διαφορές δεν καθορίζονται από τους γονείς. Δεν καθορίζουν εκείνοι τι ζωή θα έχουν τα παιδιά τους ή μέσα σε ποιο περιβάλλον θα γεννηθούν. Οι γονείς σου δεν είναι ούτε οι κύριοι της ζωής σου ούτε οι κύριοι της μοίρας σου. Δεν δίνουν οι γονείς τη ζωή στον κάθε άνθρωπο. Είναι η μοίρα ενός ανθρώπου σημαντικότερη ή λιγότερο σημαντική από τη ζωή του; Οι άνθρωποι τα θεωρούν και τα δύο σπουδαία ζητήματα. Για ποιον λόγο; Γιατί δεν είναι πράγματα που μπορούν να αντιληφθούν, να πετύχουν ή να ελέγξουν μέσω των ενστίκτων, των ικανοτήτων ή του επιπέδου τους. Ο Θεός αποφασίζει και κυβερνά τη μοίρα και την πορεία της ζωής των ανθρώπων, και κανένας δεν μπορεί να κάνει καμιά επιλογή σχετικά με αυτά τα δύο ζητήματα. Ούτε εσύ ούτε οι γονείς σου αποφασίζουν σε τι οικογένεια θα γεννηθείς ή τι γονείς θα έχεις σ’ αυτήν τη ζωή. Κι εκείνοι παθητικό ρόλο έπαιξαν όσον αφορά τη γέννησή σου. Άρα, δεν μπορούν να καθορίσουν την πορεία της μοίρας σου, δεν μπορούν να καθορίσουν αν θα γίνεις πολύ πλούσιος και ευκατάστατος, φτωχός και ταπεινός ή αν θα είσαι απλώς ένας μέσος άνθρωπος· δεν μπορούν να ορίσουν την πορεία σου σ’ αυτήν τη ζωή, το μέρος στο οποίο θα ζήσεις, ή τον γάμο σου, τα παιδιά σου ή το υλικό περιβάλλον όπου θα ζήσεις και ούτω καθεξής. Κάποιοι άνθρωποι ανήκουν σε οικογένειες που πριν γεννήσουν το παιδί τους ήταν εύπορες, είχαν ρούχα και φαγητό· είχαν τόσα χρήματα, που δεν είχαν τι να τα κάνουν. Μόλις, όμως, το παιδί μεγάλωσε, κατασπατάλησε την περιουσία της οικογένειάς του, και όσα χρήματα κι αν έβγαζαν οι γονείς, το παιδί σπαταλούσε περισσότερα. Κάποιοι άλλοι, ήταν φτωχοί, όμως λίγα χρόνια μετά τη γέννηση του παιδιού τους, άρχισε να πηγαίνει καλά η οικογενειακή τους επιχείρηση, έφτιαξε η ζωή τους, η κατάστασή τους και το περιβάλλον τους βελτιώνονταν συνεχώς. Όπως καταλαβαίνεις, οι γονείς δεν τα περίμεναν όλα αυτά, έτσι δεν είναι; Πράγματι, οι γονείς δεν αποφασίζουν τη μοίρα των παιδιών τους και, βεβαίως, δεν έχουν και καμία σχέση με τη μοίρα τους. Δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους γονείς σου ούτε με τις προσδοκίες τους τι μονοπάτι θα βαδίσεις, πού θα πας και ποιους θα συναντήσεις σ’ αυτήν τη ζωή, πόσες συμφορές θα βιώσεις, πόσα υπέροχα πράγματα και πόσος πλούτος θα βρεθούν στον δρόμο σου. Κάθε γονιός θέλει το παιδί του να ανελιχθεί στον κόσμο· πραγματοποιείται, όμως, πάντα αυτή η ευχή; Όχι απαραίτητα. Κάποια παιδιά ανελίσσονται πραγματικά, όπως επιθυμούσαν οι γονείς τους, και γίνονται υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, αποκτούν πλούτη και καλή ζωή, αλλά σε ένα-δύο χρόνια οι γονείς τους αρρωσταίνουν και πεθαίνουν πριν προλάβουν να χαρούν καθόλου την καλή τύχη των παιδιών τους ή να επωφεληθούν από τα κέρδη τους. Μήπως έχει σχέση η μοίρα του ατόμου με τους γονείς του; Όχι. Δεν μπορείς να καταφέρεις όλα όσα περιμένουν από σένα οι γονείς σου. Η μοίρα του καθενός δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους γονείς του, ενώ οι γονείς δεν μπορούν να καθορίσουν τη μοίρα των παιδιών τους. Ναι μεν σε γέννησαν και έκαναν πάρα πολλά για να εδραιώσουν τις προοπτικές σου, τα ιδανικά σου και τη μοίρα που θα έχεις στο μέλλον, αλλά δεν μπορούν να καθορίσουν τη μοίρα σου ή το μονοπάτι της ζωής σου στο μέλλον —δεν έχουν καμία σχέση με αυτά τα πράγματα. Οι γονείς σου, λοιπόν, δεν είναι οι κύριοι της μοίρας σου και δεν μπορούν να αλλάξουν απολύτως τίποτα που σε αφορά. Αν η μοίρα σου είναι να πλουτίσεις, τότε, όσο φτωχοί ή ανίκανοι κι αν είναι οι γονείς σου, εσύ θα αποκτήσεις τα πλούτη που είναι να αποκτήσεις. Αν είναι γραφτό να είσαι φτωχός, συνηθισμένος ή ταπεινός, τότε όσο ικανούς γονείς κι αν έχεις, δεν θα μπορούν να σε βοηθήσουν. Αν σε έχει επιλέξει ο Θεός και ανήκεις στον εκλεκτό λαό Του, δηλαδή σε έχει προκαθορίσει ο Θεός, όσο δυνατούς ή ικανούς γονείς κι αν έχεις, ακόμη κι αν θελήσουν να παρεμποδίσουν την πίστη σου στον Θεό, δεν θα το καταφέρουν. Αν έχεις προκαθοριστεί να γίνεις μέλος του οίκου του Θεού και να ανήκεις στον εκλεκτό λαό Του, δεν μπορείς να το αποφύγεις. Η μοίρα του ανθρώπου έχει σχέση μόνο με την κυριαρχία του Θεού και αυτά που έχει προκαθορίσει Εκείνος· δεν έχει την παραμικρή σχέση με τα θέλω και τις προσδοκίες των γονιών του. Καμία σχέση δεν έχει, εννοείται, και με τα ενδιαφέροντα, τα χόμπι, τον χαρακτήρα, τις φιλοδοξίες, το επίπεδο ή τις ικανότητες αυτού του ανθρώπου. Πώς πρέπει, λοιπόν, να προσεγγίζεις τις προσδοκίες των γονιών σου με βάση την αλήθεια ότι «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου»; Πρέπει να τις αποδεχθείς απόλυτα, να τις αγνοήσεις ή να τις προσεγγίσεις ορθολογικά; Οι γονείς σου, όσον αφορά το ζήτημα της ζωής σου ή της μοίρας σου, είναι κανονικοί άνθρωποι· ας έχουν ό,τι προσδοκίες θέλουν και ας λένε ό,τι θέλουν. Άσε τους να λένε ό,τι θέλουν, κι εσύ απλώς κάνε το δικό σου. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να διαφωνείς μαζί τους. Όπως κι αν είναι τα πράγματα στ’ αλήθεια, αυτή η κατάσταση θα επικρατεί. Αυτό δεν προκύπτει μέσω συζήτησης και δεν αλλάζει ανάλογα με το τι θέλει ο άνθρωπος. Δεν καθορίζεις εσύ τη μοίρα σου, πόσο μάλλον οι γονείς σου! Δεν ισχύει αυτό; (Ισχύει.) Οι γονείς σου είναι μεγαλύτεροι από σένα, αλλά δεν έχουν καμία σχέση και δεν συνδέονται καθόλου με τη μοίρα σου. Δεν πρέπει να προσπαθούν να σου υπαγορεύσουν τη μοίρα σου μόνο και μόνο επειδή είναι τόσα χρόνια μεγαλύτεροι και επειδή ανήκουν σε προηγούμενη γενιά από σένα. Κάτι τέτοιο είναι παράλογο, προκαλεί αποστροφή. Κάθε φορά, λοιπόν, που οι γονείς σου έχουν κάτι να πουν για το μονοπάτι στο οποίο βαδίζεις στη ζωή ή για τις προσδοκίες τους προς το πρόσωπό σου, εσύ να το προσεγγίζεις ήρεμα και λογικά, καθώς δεν είναι εκείνοι οι κύριοι της μοίρας σου. Να τους λες το εξής: «Η μοίρα μου βρίσκεται στα χέρια του Θεού και δεν μπορεί να την αλλάξει κανένας άνθρωπος». Κανένας άνθρωπος δεν ελέγχει ούτε τη δική του μοίρα ούτε τη μοίρα κάποιου άλλου, ούτε και οι γονείς σου. Ούτε οι πρόγονοί σου μπορούν να το κάνουν, πόσο μάλλον οι γονείς σου. Ποιος είναι ο μόνος που μπορεί να το κάνει; (Ο Θεός μόνο.) Μόνο ο Θεός είναι αρμόδιος να κυβερνά τη μοίρα των ανθρώπων.
Κάποιοι παραδέχονται θεωρητικά το εξής: «Οι γονείς μου δεν μπορούν να επέμβουν στη μοίρα μου. Παρόλο που με γέννησαν, δεν μου έδωσαν εκείνοι τη ζωή μου, αλλά ο Θεός. Ο Θεός μού έχει δώσει και όλα όσα έχω. Απλώς χρησιμοποίησε αυτούς, για να με μεγαλώσει μέχρι να ενηλικιωθώ και μου επέτρεψε να ζήσω μέχρι σήμερα. Ουσιαστικά, ο Θεός ήταν Αυτός που με μεγάλωσε». Αυτά τα λόγια τα λένε πολύ ωραία και ξεκάθαρα, αλλά υπό συγκεκριμένες συνθήκες, δεν μπορούν να ξεπεράσουν τα συναισθήματά τους ή να αναγνωρίσουν τη δήλωση: «Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου». Υπό ειδικές συνθήκες, θα τους κυριεύσουν τα συναισθήματά τους και θα μπουν σε κάποιους πειρασμούς ή θα παρουσιάσουν αδυναμία. Κάποιοι πιστοί στον Θεό, λόγω των διώξεων και της καταδίκης που έχουν δεχτεί από την κυβέρνηση και τον θρησκευτικό κόσμο, και επειδή τους έχουν συλλάβει και τους έχουν βάλει φυλακή, παίρνουν την απόφαση να μη γίνουν ποτέ Ιούδες και να μην προδώσουν ποτέ κανέναν αδελφό ή αδελφή τους, και να μην αποκαλύψουν καμία πληροφορία για την εκκλησία, όσα βασανιστήρια κι αν περάσουν. Προτιμούν να πεθάνουν, παρά να γίνουν Ιούδες. Κατά συνέπεια, βασανίζονται και τυραννιούνται σε σημείο που να μη μοιάζουν πια με ανθρώπους. Τα μάτια τους έχουν πρηστεί τόσο που έχουν κλείσει και δεν μπορούν να δουν καλά. Έχουν κουφαθεί, έχουν σπασμένα δόντια, έχουν σκιστεί και αιμορραγούν οι άκρες των χειλιών τους. Δεν μπορούν να σταθούν καλά στα πόδια τους, κι έχουν όλο τους το σώμα πρησμένο και γεμάτο μώλωπες. Όσο κι αν υποφέρουν, όμως, δεν γίνονται προδότες· έχουν πάρει την απόφαση να μη γίνουν Ιούδες και να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους για τον Θεό. Ως αυτό το σημείο, φαίνεται ότι είναι αρκετά δυνατοί και ότι έχουν μαρτυρία, έτσι; Βασανίστηκαν και τρομοκρατήθηκαν χωρίς να γίνουν Ιούδες, και υπέφεραν έτσι για πολλά μερόνυχτα. Ο διάβολος, όταν βλέπει έναν τέτοιον άνθρωπο, σκέφτεται το εξής: «Αυτός ο τύπος είναι πολύ σκληρός, έχει δηλητηριαστεί πάρα πολύ. Στ’ αλήθεια, είναι απόλυτα πιστός στον Θεό. Είναι τόσο νέος, και έχει ταλαιπωρηθεί τόσο πολύ, αλλά δεν έχει πει κουβέντα. Τι να κάνω; Μάλλον είναι πολύ σημαντική προσωπικότητα, πρέπει να γνωρίζει πολλά για την εκκλησία. Αν καταφέρω να του αποσπάσω κάποιες πληροφορίες, τότε θα μπορέσουμε να συλλάβουμε πολλούς ανθρώπους και να βγάλουμε πολλά λεφτά!» Ύστερα, ο διάβολος αρχίζει να σκέφτεται το εξής: «Πώς θα μπορέσω να του ανοίξω το στόμα και να τον αναγκάσω να δώσει κάποιες πληροφορίες ώστε να καρφώσει κάποιους ανθρώπους; Όλοι οι ισχυροί έχουν τις αδυναμίες τους, όπως ακριβώς κι εκείνοι που ασχολούνται με το κουνγκ φου. Όσο καλός κι αν είναι κάποιος στο κουνγκ φου, δεν παύει να έχει μια αχίλλειο πτέρνα. Αφού κάθε άνθρωπος έχει ένα αδύναμο σημείο, θα πρέπει να επιτεθούμε συγκεκριμένα στο δικό του. Ποιο είναι το δικό του αδύναμο σημείο; Έχω μάθει ότι είναι μοναχοπαίδι και ότι οι γονείς του τον είχαν κακομάθει από παιδί. Έμαθα ότι τον νοιάζονται και τον αγαπούν πολύ, και ότι κι αυτός είναι πολύ σωστός και τους σέβεται. Αν φέρω τους γονείς του για να παίξω με την ψυχολογία του, ίσως να του πουν κάποια πράγματα που θα μας χρησιμεύσουν». Και τότε ο διάβολος φέρνει τους γονείς του. Μάντεψε τι γίνεται μόλις δει τους γονείς του; Πριν τους δει, έλεγε: «Θεέ μου, είμαι αποφασισμένος να παραμείνω σταθερός στη μαρτυρία μου. Δεν θα γίνω Ιούδας σε καμία περίπτωση!» Μόλις, όμως, δει τους γονείς του, η καρδιά του κοντεύει να σπάσει. Το πρώτο πράγμα που αισθάνεται είναι το εξής: «Απογοήτευσα τους γονείς μου, πρέπει να πονάνε πολύ που με βλέπουν έτσι», και τότε λυγίζει. Εξακολουθεί μέσα του να επιμένει: «Δεν θα γίνω Ιούδας, πρέπει να μείνω σταθερός στη μαρτυρία μου για τον Θεό. Δεν έχω βαδίσει στο λάθος μονοπάτι, ακολουθώ το ορθό μονοπάτι της ζωής. Πρέπει να ταπεινώσω τον Σατανά και να καταθέσω μαρτυρία για τον Θεό!» Μέσα στην καρδιά του είναι σταθερός και το τονίζει επανειλημμένα, αλλά συναισθηματικά δεν αντέχει. Μέσα σε μια στιγμή η καρδιά του πάει να σπάσει. Πώς νομίζεις ότι νιώθουν οι γονείς του όταν βλέπουν το παιδί τους να έχει καταντήσει έτσι από τα βασανιστήρια; Για τον πατέρα ας μη μιλήσω, αλλά η μητέρα νιώθει την καρδιά της να ραγίζει. Όταν δει το παιδί της να έχει υποστεί τόσα βασανιστήρια, ώστε να μη θυμίζει πια άνθρωπο, νιώθει τεράστια στενοχώρια, ταραχή και πόνο, και πηγαίνει τρέμοντας προς το μέρος του. Πώς θα αντιδρούσες σε μια τέτοια στιγμή; Ούτε να κοιτάξεις δεν θα τολμούσες, έτσι δεν είναι; Βλέπεις, μπορεί να μην έχεις πει κουβέντα, μπορεί να μην έχουν πει λέξη οι γονείς σου, αλλά θα είχες ήδη καταρρεύσει, ανήμπορος να ξεπεράσεις τα συναισθήματά σου. Θα σκεφτόσουν: «Οι γονείς μου είναι ηλικιωμένοι, δεν είναι πολύ καλά στην υγεία τους, και για να επιβιώσουν εξαρτώνται ο ένας από τον άλλο. Έφεραν στον κόσμο ένα παιδί σαν εμένα, και μέχρι σήμερα εγώ δεν έχω εκπληρώσει καμία από τις προσδοκίες τους. Τώρα τους έχω δημιουργήσει τόσα προβλήματα, τους έχω ντροπιάσει τόσο πολύ, μέχρι που αναγκάστηκαν να έρθουν να με δουν σ’ αυτήν την άθλια κατάσταση». Ανεπαίσθητα, θα ένιωθες στα βάθη της καρδιάς σου ότι δεν είσαι σωστό παιδί, ότι έχεις πληγώσει, έχεις απογοητεύσει, έχεις προβληματίσει και έχεις στενοχωρήσει τους γονείς σου. Και εσύ και οι γονείς σου θα νιώθατε τεράστια οδύνη, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Οι γονείς σου θα αισθάνονταν άσχημα για σένα και δεν θα άντεχαν να σε βλέπουν να υποφέρεις τόσο πολύ. Εσύ θα έβλεπες πόσο στενοχωριούνται και πονάνε, και δεν θα μπορούσες να αντέξεις να τους βλέπεις να ανησυχούν τόσο για σένα. Και οι δύο περιπτώσεις δεν είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων; Μέχρι αυτό το σημείο, όλα τα παραπάνω θεωρούνται φυσιολογικά και δεν θα είχαν επηρεάσει ακόμα το πόσο σταθερός παρέμενες στη μαρτυρία σου. Έστω ότι στη συνέχεια οι γονείς σου έλεγαν: «Παλιότερα ήσουν τόσο υγιής και δυνατός, και τώρα σε έχουν χτυπήσει και σε έχουν καταντήσει έτσι. Από μικρό παιδί, σε είχαμε σαν κόρη οφθαλμού. Δεν σηκώσαμε ποτέ χέρι πάνω σου. Πώς επέτρεψες να σου συμβεί αυτό; Εμείς δεν θέλαμε ποτέ να σε χτυπήσουμε· πάντα σε λατρεύαμε και σε αγαπούσαμε: “σε είχαμε μη βρέξει και μη στάξει”. Σ’ αγαπάμε τόσο πολύ, αλλά αυτό δεν αρκεί. Δεν μας νοιάζει αν δεν μας φροντίζεις, αλλά τώρα αρνείσαι να δώσεις οποιαδήποτε πληροφορία. Υποφέρεις τόσο πολύ και δεν τα παρατάς, παρόλο που έχεις καταντήσει έτσι από τα βασανιστήρια. Και όλα αυτά επειδή πιστεύεις στον Θεό και θέλεις να καταθέσεις μαρτυρία γι’ Αυτόν. Πώς είναι δυνατόν να είσαι τόσο ξεροκέφαλος; Γιατί επιμένεις να πιστεύεις στον Θεό; “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου”. Μας φέρεσαι σωστά εφόσον επιτρέπεις να σου συμβεί αυτό; Αν κάτι πάθαινες στ’ αλήθεια, πώς νομίζεις ότι θα συνεχίζαμε οι δυο μας να ζούμε; Δεν περιμένουμε να μας φροντίσεις όταν γεράσουμε ή να κανονίσεις την κηδεία μας, θέλουμε μόνο να είσαι καλά. Για μας είσαι τα πάντα· αν δεν είσαι καλά, αν φύγεις, πώς θα συνεχίσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας; Ποιον άλλον έχουμε πέρα από σένα; Τι άλλες ελπίδες έχουμε;» Κάθε ένα από αυτά τα λόγια θα σε χτυπήσει εκεί που πραγματικά πονάει. Από τη μια, θα ικανοποιήσει τις συναισθηματικές σου ανάγκες και από την άλλη, θα διεγείρει τα συναισθήματα και τη συνείδησή σου. Πριν πουν αυτά τα λόγια οι γονείς σου, κατά βάθος συνέχιζες να διατηρείς την αποφασιστικότητά σου και τη στάση σου. Μόλις, όμως, έλεγαν αυτά τα επικριτικά λόγια, δεν θα έπεφταν όλες οι άμυνες που είχες στην καρδιά σου; «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου. Παραιτήθηκες από μια καλή δουλειά, παράτησες τις εξαιρετικές προοπτικές σου και άφησες μια καλή ζωή. Μας φέρεσαι σωστά τώρα που επιμένεις να πιστεύεις στον Θεό και άφησες τον εαυτό σου να καταστραφεί έτσι;» Ποιος θα μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του ακούγοντας αυτά τα λόγια; Ποιος δεν θα κατηγορούσε τον εαυτό του ακούγοντας αυτά τα λόγια; Δεν θα ένιωθε ότι απογοήτευσε τους γονείς του; Θα μπορούσε να διαισθανθεί κανείς ότι έτσι τους βάζει σε πειρασμό ο Σατανάς; Θα μπορούσε κανείς να το αντιμετωπίσει λογικά, αν τον επηρεάζει συναισθηματικά; Θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει να πιστεύει στη δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου και δεν είναι δανειστές σου», μετά από αυτά τα λόγια; Θα μπορούσε κανείς, παρόλο που αισθάνεται αδύναμος συναισθηματικά, να μην παραιτηθεί από το καθήκον και την υποχρέωσή του, αλλά και από τη μαρτυρία στην οποία πρέπει να παραμένει ακλόνητο ένα δημιούργημα; Τι απ’ αυτά θα κατάφερνες; Αν, από την άποψη των συναισθημάτων σου, απλώς αναστατωνόσουν λίγο, έκλαιγες λιγάκι, και αισθανόσουν άσχημα για τους γονείς σου, αλλά διατηρούσες την πίστη σου στον λόγο του Θεού, και συνέχιζες να επιμένεις στη μαρτυρία και στο καθήκον που πρέπει να εκτελείς, χωρίς να χάνεις τη μαρτυρία, την ευθύνη και το καθήκον ενός δημιουργήματος ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας, τότε πράγματι παραμένεις σταθερός. Αν, όμως, έβλεπες τη μητέρα σου να σε κατακρίνει κλαίγοντας, υπέκυπτες στα συναισθήματά σου και θεωρούσες ότι δεν ήσουν σωστό παιδί· αν θεωρούσες ότι έκανες τη λάθος επιλογή, και τελικά μετάνιωνες και δεν ήθελες να συνεχίσεις, αλλά ήθελες να εγκαταλείψεις τη μαρτυρία, το καθήκον, την ευθύνη και την υποχρέωση που οφείλει να έχει ένα δημιούργημα· αν γυρνούσες στο πλάι των γονιών σου για να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν και για να πάψουν να υποφέρουν ή να ανησυχούν πια για χάρη σου, τότε δεν θα είχες μαρτυρία και δεν θα ήσουν άξιος να ακολουθήσεις τον Θεό. Τι είπε ο Θεός σ’ αυτούς που Τον ακολουθούν; [Δεν είπε «Εάν τις έρχηται προς εμέ και δεν μισή τον πατέρα αυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ζωήν, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου» (Κατά Λουκάν 14:26); Αυτό το εδάφιο υπάρχει στη Βίβλο.] Αν αγαπάς τους γονείς σου περισσότερο απ’ όσο αγαπάς τον Θεό, τότε δεν είσαι άξιος να Τον ακολουθήσεις και δεν ανήκεις στους ακόλουθούς Του. Σ’ αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν είσαι νικητής και ότι ο Θεός δεν σε θέλει. Μέσα από τη συγκεκριμένη δοκιμασία, έχεις εκτεθεί και δεν έχεις παραμείνει σταθερός στη μαρτυρία σου. Τα βασανιστήρια του Σατανά δεν σε έκαναν να παραδοθείς, αλλά λίγα λόγια μομφής από τους γονείς σου ήταν αρκετά για να σε κάνουν να υποκύψεις. Είσαι άβουλος και έχεις προδώσει τον Θεό. Είσαι ανάξιος να ακολουθήσεις τον Θεό και δεν είσαι ακόλουθός Του. Οι γονείς λένε συχνά «Δεν θα σου ζητήσω τίποτα άλλο, ούτε καν να πλουτίσεις. Το μόνο που θέλω είναι να είσαι καλά στην υγεία σου και να είσαι ασφαλής σ’ αυτήν τη ζωή. Μου φτάνει να σε δω ευτυχισμένο». Σαν αποτέλεσμα αυτού, όταν βασανίζεσαι, θα νομίζεις ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου και θα λες: «Οι γονείς μου δεν μου ζητάνε πολλά, αλλά εγώ παρ’ όλα αυτά, τους απογοήτευσα». Είναι σωστή αυτή η σκέψη; Τους απογοήτευσες; (Όχι.) Εσύ φταις που σε καταδίωξε ο Σατανάς; Εσύ φταις που σε ξυλοκόπησαν βάναυσα, σε βασάνισαν και σε καταδίωξαν άγρια; (Όχι.) Ο Σατανάς είναι αυτός που σε καταδίωξε, δεν κατέστρεψες εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου. Βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι και είσαι αληθινός άνθρωπος. Όλες οι επιλογές και οι πράξεις σου καταθέτουν μαρτυρία για τον Θεό, και εκτελείς το καθήκον ενός δημιουργήματος. Κάθε δημιούργημα οφείλει να κάνει αυτές τις επιλογές και να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι. Αυτό είναι το ορθό μονοπάτι· δεν σημαίνει ότι καταστρέφει τον εαυτό του. Ναι μεν το σώμα σου έχει υποστεί βασανιστήρια και βάναυση, απάνθρωπη μεταχείριση, αλλά όλα αυτά συμβαίνουν για έναν δίκαιο σκοπό. Δεν βαδίζεις στο λάθος μονοπάτι, δεν καταστρέφεις τον εαυτό σου. Υποφέρει το σώμα σου, υποβάλλεσαι σε βασανιστήρια και τυραννιέσαι σε σημείο που δεν θυμίζεις πια άνθρωπο. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου. Δεν είναι ανάγκη να τους δώσεις εξηγήσεις. Επιλογή σου είναι. Εσύ βρίσκεσαι στο ορθό μονοπάτι της ζωής, απλώς εκείνοι δεν καταλαβαίνουν, τίποτε άλλο. Απλώς βλέπουν τα πράγματα από την οπτική του γονιού και θέλουν διαρκώς να σε προστατεύουν, για να ικανοποιήσουν τα συναισθήματά τους, και δεν θέλουν να πονάς σωματικά. Και τι θα καταφέρουν που θέλουν να σε προστατεύουν; Μπορούν να καταθέσουν μαρτυρία για λογαριασμό σου; Μπορούν να κάνουν για λογαριασμό σου το καθήκον ενός δημιουργήματος; Μπορούν να ακολουθήσουν για λογαριασμό σου την οδό του Θεού; (Όχι.) Εσύ έκανες τη σωστή επιλογή, και πρέπει να επιμείνεις σ’ αυτήν. Δεν πρέπει να σε γοητεύουν ή να σε παραπλανούν τα λόγια των γονιών σου. Δεν καταστρέφεις τον εαυτό σου, αλλά βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Η επιμονή σου και όλες σου οι πράξεις δείχνουν ότι τηρείς την αλήθεια, υποτάσσεσαι στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού, και καταθέτεις μαρτυρία για τον Θεό ενώπιον του Σατανά, δοξάζοντας το όνομα του Θεού. Απλώς άντεξες το μαρτύριο των άγριων διώξεων της σάρκας, αυτό είναι όλο. Αυτό το μαρτύριο πρέπει να υποστούν οι άνθρωποι· αυτό πρέπει να προσφέρουν στον Κύριο της δημιουργίας και αυτό το τίμημα πρέπει να πληρώσουν. Τη ζωή σου δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου και δεν έχουν κανένα δικαίωμα να αποφασίσουν αυτοί τι μονοπάτι θα ακολουθήσεις. Κανένα δικαίωμα δεν έχουν να αποφασίσουν πώς θα μεταχειριστείς εσύ το σώμα σου ή ποιο τίμημα θα πληρώσεις, για να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Απλώς δεν θέλουν να υποφέρεις σωματικά επειδή έχουν σαρκικά συναισθήματα, και επειδή βλέπουν τα πράγματα από την οπτική των σαρκικών συναισθημάτων, αυτό είναι όλο. Εσύ, όμως, ως δημιούργημα, όσο κι αν υποφέρει το σώμα σου, οφείλεις να το υπομείνεις. Οι άνθρωποι πρέπει να πληρώσουν πολλές φορές κάποιο τίμημα, για να φτάσουν στη σωτηρία και να εκτελέσουν καλά το καθήκον ενός δημιουργήματος. Αυτήν την ευθύνη και την υποχρέωση έχει ο άνθρωπος, και αυτό οφείλει να αφιερώσει ένα δημιούργημα στον Κύριο της δημιουργίας. Οι άνθρωποι πρέπει να υπομείνουν αυτά τα βάσανα, επειδή ο Θεός τούς δίνει τη ζωή τους και το σώμα τους. Σχετικά, λοιπόν, με τα βάσανα που οφείλουν να υπομείνουν οι άνθρωποι, ό,τι είδους κι αν είναι ο σωματικός πόνος που δέχεσαι, δεν χρειάζεται να εξηγήσεις τίποτα στους γονείς σου. Οι γονείς σου λένε «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου». Και τι μ’ αυτό; Ναι, οι γονείς γεννάνε και μεγαλώνουν τους ανθρώπους, αλλά δεν τους τα δίνουν και όλα. Δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι οφείλουν να υποβάλλονται στους εξαναγκασμούς και τους περιορισμούς των γονιών τους σχετικά με το μονοπάτι που βαδίζουν και το τίμημα που πληρώνουν. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να πάρουν άδεια από τους γονείς τους, για να βαδίσουν στο μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας ή για να εκτελέσουν το καθήκον ενός δημιουργήματος ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας. Δεν υπάρχει, λοιπόν, λόγος να δώσεις εξηγήσεις στους γονείς σου. Στον Θεό πρέπει να δώσεις εξηγήσεις. Είτε υποφέρεις είτε όχι, πρέπει να τα παραχωρήσεις όλα στον Θεό. Επίσης, αν ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, τότε ο Θεός θα δεχτεί και θα θυμάται κάθε τίμημα που έχεις πληρώσει. Και εφόσον ο Θεός θυμάται και αναγνωρίζει κάθε τίμημα που έχεις πληρώσει, τότε άξιζε τον κόπο. Θα βασανιστείς λίγο σωματικά, αλλά κάθε τίμημα που πλήρωσες θα σου επιτρέψει να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Στο τέλος, θα κερδίσεις την έγκριση του Θεού και θα φτάσεις στη σωτηρία, και ο Θεός θα το θυμάται. Αυτό έχει ανεκτίμητη αξία. Οι δήθεν προσδοκίες των γονιών σου ή η κριτική που σου ασκούν δεν έχουν καμία σημασία και δεν είναι άξια λόγου μπροστά στο καθήκον που οφείλεις να εκτελέσεις και στη μαρτυρία που οφείλεις να καταθέσεις ενώπιον του Θεού. Συνεπώς, τα βάσανά σου έχουν σπουδαία αξία και νόημα! Ως δημιούργημα, αυτό πρέπει να θεωρείς το πιο σημαντικό και το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή. Οι άνθρωποι, λοιπόν, δεν πρέπει να γίνονται αδύναμοι και να μελαγχολούν ή να μπαίνουν σε πειρασμούς, και ασφαλώς δεν πρέπει να νιώθουν τύψεις και ενοχές ή να νομίζουν ότι έχουν απογοητεύσει τους γονείς τους εξαιτίας όσων τους λένε αυτοί. Πρέπει να θεωρούν τιμή τους όλα αυτά τα βάσανα που έχουν υποστεί και να λένε: «Ο Θεός με επέλεξε και επέτρεψε στη σάρκα μου να πληρώσει ένα τέτοιο τίμημα και να υποστεί βίαιη κακομεταχείριση από τον Σατανά, για να μου δοθεί η ευκαιρία να καταθέσω μαρτυρία γι’ Αυτόν». Είναι τιμή σου που ο Θεός σε διάλεξε ανάμεσα στους πολλούς εκλεκτούς Του, και δεν πρέπει να σε στενοχωρεί αυτό. Η μεγαλύτερη τιμή που μπορεί να έχει ένα δημιούργημα στη ζωή του είναι να παραμείνει σταθερό στη μαρτυρία του και να ταπεινώσει τον Σατανά. Όποιες ασθένειες και όποιες παρενέργειες κι αν σου προκαλέσουν οι βάναυσες διώξεις, και όσο κι αν πονάνε τα μέλη της οικογένειάς σου και οι γονείς σου που σε βλέπουν έτσι, δεν πρέπει να ντρέπεσαι ή να στενοχωριέσαι ούτε να νομίζεις ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου. Όλα όσα έκανες ήταν το τίμημα που πλήρωσες για έναν δίκαιο σκοπό, και αυτό είναι μια καλή πράξη. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ασκήσει κριτική στις καλές σου πράξεις, κανείς δεν μπορεί ούτε έχει το δικαίωμα να κάνει ανεύθυνα, επικριτικά σχόλια ή να κρίνει το γεγονός ότι πιστεύεις στον Θεό, Τον ακολουθείς και εκτελείς το καθήκον σου. Ο μόνος αρμόδιος να κρίνει τη συμπεριφορά σου, το τίμημα που έχεις πληρώσει και τις επιλογές που έχεις κάνει είναι ο Κύριος της δημιουργίας. Κανείς άλλος δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει —κανένας τους, ούτε καν οι γονείς σου, δεν έχουν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αν είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, τότε θα πρέπει να σε καταλαβαίνουν, να σε ενθαρρύνουν και να σε παρηγορούν. Πρέπει να υποστηρίζουν την επιμονή σου, το ότι παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου και ότι δεν υποχωρείς και δεν υποκύπτεις στον Σατανά. Πρέπει να νιώθουν περήφανοι και να χαίρονται για σένα. Αφού μέχρι τώρα έχεις καταφέρει να επιμείνεις και μην υποκύψεις στον Σατανά, ώστε να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου, εκείνοι οφείλουν να σε ενθαρρύνουν. Δεν πρέπει να σε συγκρατούν και ασφαλώς ούτε και να σε επιπλήττουν. Αν έκανες κάποιο λάθος, τότε θα είχαν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αν είχες ακολουθήσει το λάθος μονοπάτι, αν είχες ταπεινώσει τον Θεό, αν είχες προδώσει τα θετικά πράγματα και την αλήθεια, τότε θα είχαν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αφού, όμως, όλα όσα έκανες ήταν θετικά, και ο Θεός τα αποδέχεται και τα θυμάται, τότε ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να σε κατακρίνουν είναι ότι δεν μπορούν να ξεχωρίζουν το καλό από το κακό. Εκείνοι κάνουν λάθος, όχι εσύ. Ταράζονται που πιστεύεις στον Θεό, βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι και είσαι καλός άνθρωπος. Και για ποιον λόγο δεν κατακρίνουν τον Σατανά που σε διώκει, παρά κατακρίνουν εσένα; Τα συναισθήματά τους τους κάνουν να σε κατακρίνουν· εσύ τι κακό έκανες; Απλώς αρνήθηκες να γίνεις Ιούδας. Δεν έγινες Ιούδας, δεν συμβιβάστηκες ούτε συνεργάστηκες με τον Σατανά. Υπέμεινες τα βασανιστήρια και την απάνθρωπη μεταχείριση, για να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου· τι κακό έχει αυτό; Δεν έκανες τίποτα κακό. Ο Θεός από την οπτική Του, νιώθει περηφάνια και χαρά για σένα. Οι γονείς σου, όμως, ντρέπονται για σένα και κατακρίνουν τις καλές σου πράξεις —δεν κάνουν το άσπρο μαύρο; Είναι καλοί αυτοί οι γονείς; Γιατί δεν κατακρίνουν τον Σατανά, και τους κακούς ανθρώπους και τους διαβόλους που σε διώκουν; Όχι μόνο δεν σου προσφέρουν καμία παρηγοριά, καμία παρότρυνση ή υποστήριξη, αλλά αντίθετα, σε κατακρίνουν και σε μαλώνουν, ενώ την ίδια στιγμή δεν καταδικάζουν ούτε καταριούνται τον Σατανά, ό,τι κακό κι αν κάνει. Δεν τολμάνε να του πουν την παραμικρή βρισιά ή επίπληξη. Δεν του λένε: «Πώς μπόρεσες και βασάνισες έναν καλό άνθρωπο και τον κατάντησες έτσι; Το μόνο που έκανε ήταν να πιστέψει στον Θεό και να ακολουθήσει το ορθό μονοπάτι, έτσι δεν είναι; Δεν έκλεψε τίποτα ούτε λήστεψε κανέναν, δεν παραβίασε κανέναν νόμο· γιατί, λοιπόν τον βασανίσατε έτσι; Τέτοιους ανθρώπους θα έπρεπε να τους ενθαρρύνετε. Αν όλοι οι άνθρωποι μέσα στην κοινωνία πίστευαν στον Θεό και βάδιζαν στο ορθό μονοπάτι, τότε η κοινωνία αυτή δεν θα είχε ανάγκη από νόμους και δεν θα γίνονταν εγκλήματα». Γιατί δεν κατακρίνουν μ’ αυτόν τον τρόπο τον Σατανά; Γιατί δεν τολμάνε να κατακρίνουν τους σατανάδες και τους διαβόλους που σε διώκουν; Κατηγορούν εσένα επειδή βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, αλλά όταν κάνουν κακές πράξεις οι πονηροί άνθρωποι, απλώς τις επικροτούν σιωπηλά. Τι πιστεύεις γι’ αυτούς τους γονείς; Πρέπει να νιώθεις άσχημα γι’ αυτούς; Πρέπει να τους σέβεσαι; Πρέπει να τους αγαπάς μέσα από την καρδιά σου; Είναι άξιοι του σεβασμού σου; (Όχι.) Δεν είναι. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το σωστό απ’ το λάθος και το καλό απ’ το κακό. Είναι δύο μπερδεμένοι άνθρωποι. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα πέρα από τα συναισθήματα. Δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει δικαιοσύνη ή τι σημαίνει να βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, δεν ξέρουν τι είναι τα αρνητικά πράγματα ή τι είναι οι πονηρές δυνάμεις. Το μόνο που ξέρουν είναι να διαφυλάσσουν τα συναισθήματά τους και τη σάρκα τους. Στην καρδιά τους, εκτός από το πολύ επιφανειακό επίπεδο των σαρκικών σχέσεων, υπάρχει μόνο η εξής ιδέα: «Εφόσον τα παιδιά μου είναι ασφαλή και καλά στην υγεία τους, θα είμαι πολύ ευτυχισμένος κι ευγνώμων». Μέχρι εκεί. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα σχετικά με το ορθό μονοπάτι της ζωής, τους δίκαιους σκοπούς ή το πιο πολύτιμο και ουσιαστικό πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος σ’ αυτήν τη ζωή. Δεν τα καταλαβαίνουν αυτά και σε μαλώνουν, επειδή ακολουθείς το ορθό μονοπάτι —είναι στ’ αλήθεια απίστευτα μπερδεμένοι. Τι λες γι’ αυτούς τους γονείς; Δεν είναι ένα ζευγάρι παλιοδιαβόλων; Πρέπει να αναλογιστείς καλά μέσα σου το εξής: «Αυτοί οι δύο παλιοδιάβολοι! Μέχρι τώρα έχω φάει τόσο ξύλο και έχω βασανιστεί τόσο πολύ. Τόσες μέρες το μόνο που κάνω μέρα-νύχτα είναι να προσεύχομαι στον Θεό. Αυτός με προσέχει και με φυλάει, γι’ αυτό μπόρεσα να επιβιώσω μέχρι τώρα. Εγώ παρέμεινα με τόση δυσκολία σταθερός στη μαρτυρία μου, κι εσείς με δυο κουβέντες την απορρίψατε εντελώς. Κάνω λάθος που βαδίζω στο ορθό μονοπάτι; Είναι κακό να εκτελώ το καθήκον ενός δημιουργήματος; Μήπως είναι λάθος που δεν έγινα Ιούδας; Αυτοί οι δύο παλιοδιάβολοι! “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου” —όλα όσα έχω μου τα έδωσε ξεκάθαρα ο Θεός, εσείς μου τα δώσατε; Απλώς ο Θεός όρισε να με γεννήσετε και να με μεγαλώσετε εσείς, δηλαδή χρησιμοποίησε τα χέρια σας για να με μεγαλώσει. Αγχώνεστε, πονάτε και στενοχωριέστε για μένα μόνο και μόνο για να ικανοποιείτε τις συναισθηματικές σας ανάγκες. Φοβάστε ότι αν πεθάνω, δεν θα έχετε κανέναν να σας φροντίσει όταν γεράσετε ή να κανονίσει την κηδεία σας. Φοβάστε μήπως ο κόσμος μάς κοροϊδέψει και σκεφτεί ότι σας ντρόπιασα». Αν έμπαινες φυλακή επειδή είχες κάνει κάποιο έγκλημα, επειδή είχες κλέψει κάτι ή είχες κάνει ληστεία, είχες ξεγελάσει ή είχες εξαπατήσει κάποιον, τότε μπορεί να αγωνίζονταν υπέρ σου και να έλεγαν: «Το παιδί μου είναι καλό, δεν έχει κάνει τίποτα. Δεν έχει κακή φύση, είναι καλό και ευγενικό παιδί. Απλώς έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις μοχθηρές τάσεις αυτού του κόσμου. Μακάρι η κυβέρνηση να είναι επιεικής απέναντί του». Θα αγωνίζονταν για σένα, αλλά επειδή βαδίζεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό, επειδή βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, σε περιφρονούν από τα βάθη της καρδιάς τους. Και πώς σε περιφρονούν; «Κοίτα πώς έχεις καταντήσει. Μας φέρεσαι σωστά;» Εσύ πρέπει να σκεφτείς μέσα σου ως εξής: «Τι εννοούν όταν λένε “Κοίτα πώς έχεις καταντήσει”; Απλώς βαδίζω στο ορθό μονοπάτι της ζωής· έτσι κάνει ο αληθινός άνθρωπος! Αυτό σημαίνει να επιδίδεσαι σε καλές πράξεις και μαρτυρία· αυτό είναι δύναμη. Μόνο όσοι είναι έτσι διαθέτουν στ’ αλήθεια συνείδηση και λογική, και δεν είναι δειλοί, άχρηστοι και Ιούδες. Πώς έχω καταντήσει; Αυτό είναι αληθινή ανθρώπινη ομοιότητα! Δεν φτάνει που δεν χαίρεστε για μένα, με κατηγορείτε κιόλας. Τι γονείς είστε εσείς; Δεν είστε άξιοι να λέγεστε γονείς, καταραμένοι να ’στε!» Αν τα σκεφτείς έτσι τα πράγματα, τότε θα έκλαιγες και πάλι, όταν σου έλεγαν οι γονείς σου «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου, πώς άφησες τον εαυτό σου να καταστραφεί έτσι»; (Όχι.) Τι θα σκεφτόσουν μόλις άκουγες αυτά τα λόγια; «Τι ανοησίες. Είναι στ’ αλήθεια ένα ζευγάρι γέροι κουφιοκέφαλοι! “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου” —ούτε καν ποιος σου έδωσε το σώμα σου δεν ξέρεις, και με επιπλήττεις μ’ αυτά τα λόγια. Πόσο μπερδεμένος είσαι! Είναι σαφές πως αυτοί που με διώκουν είναι διάβολοι και σατανάδες. Πώς είναι δυνατόν να κάνεις το άσπρο μαύρο και αντί γι’ αυτούς να κατακρίνεις εμένα; Μήπως παρανόμησα; Έκλεψα κάτι ή λήστεψα κανέναν, ξεγέλασα ή εξαπάτησα κανέναν; Ποιους νόμους παραβίασα; Κανέναν νόμο δεν παραβίασα· με καταδίωξε και με κατάντησε έτσι ο Σατανάς, επειδή ακολουθώ το ορθό μονοπάτι. Μέχρι τώρα δεν έχω δώσει την παραμικρή πληροφορία, δεν έχω γίνει Ιούδας —ποιος άλλος έχει τέτοια δύναμη; Δεν φτάνει που δεν με επαινείς και δεν με ενθαρρύνεις, με κατηγορείς κιόλας. Εσύ είσαι διάβολος!» Αν τα σκεφτείς έτσι τα πράγματα, τότε ούτε θα κλάψεις ούτε θα γίνεις αδύναμος, σωστά; Οι γονείς σου δεν ξέρουν να ξεχωρίσουν το σωστό απ’ το λάθος, κάνουν το άσπρο μαύρο, επειδή δεν πιστεύουν στον Θεό και δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια. Εφόσον εσύ την καταλαβαίνεις, δεν πρέπει να επηρεάζεσαι από τα λόγια του διαβόλου και τις πλάνες που ξεστομίζουν. Πρέπει, αντίθετα, να συνεχίσεις να στηρίζεσαι στην αλήθεια. Αν το κάνεις αυτό, τότε θα παραμείνεις πραγματικά σταθερός στη μαρτυρία σου. Έτσι δεν είναι; (Ναι.)
Πες Μου, είναι εύκολο να παραμείνει κάποιος σταθερός στη μαρτυρία του; Καταρχάς, πρέπει να απελευθερωθείς από τα συναισθήματά σου, και δεύτερον, να καταλάβεις την αλήθεια. Μόνο τότε δεν θα βιώνεις καμία αδυναμία, θα παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου και μέσα σ’ αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες θα σε αναγνωρίσει και θα σε αποδεχτεί ο Θεός· μόνο τότε θα σε αναγνωρίσει ως νικητή και ως ακόλουθό Του. Όταν τα καταφέρεις, όταν φτάσεις στο σημείο να απογοητεύσεις τους γονείς σου κι όχι τον Θεό, τότε θα μπορέσεις να εγκαταλείψεις όλες τις προσδοκίες που έχουν οι γονείς σου από σένα, σωστά; Δεν έχουν καμία σημασία οι προσδοκίες των γονιών σου, είναι ασήμαντες· ένα δημιούργημα πρέπει να έχει τη στάση και την επιδίωξη να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του Θεού και να παραμένει σταθερό στη μαρτυρία του για Αυτόν. Αυτά δεν είναι τα πιο σημαντικά πράγματα; (Ναι.) Όταν νιώθεις αδυναμία, όταν χάνεις τον δρόμο σου, ειδικά όταν σε πολιορκούν και σε διώκουν οι Σατανάδες, ενώ εσύ ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, ή όταν σε αποδοκιμάζουν, σε κοροϊδεύουν και σε απορρίπτουν οι άνθρωποι της κοσμικής κοινωνίας, τότε οι γύρω σου —δηλαδή οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γνωστοί σου— θα θεωρούν ότι έχεις κάνει κάτι ντροπιαστικό· κανείς δεν θα σε καταλαβαίνει, κανείς δεν θα σε ενθαρρύνει, δεν θα σε στηρίζει ούτε θα σε παρηγορεί. Και φυσικά κανένας δεν πρόκειται να σε βοηθήσει, να σου δείξει τον δρόμο ή το μονοπάτι άσκησης που πρέπει να ακολουθήσεις, ούτε καν οι γονείς σου. Εφόσον δεν είσαι στο πλάι τους και δεν τους δείχνεις την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, ή εφόσον δεν μπορείς να τους δώσεις μια καλύτερη ζωή ή να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν, επειδή πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον σου, δεν πρόκειται να σε καταλάβουν. Θα έχουν την ίδια οπτική με τους ανθρώπους της κοσμικής κοινωνίας· θα θεωρήσουν ότι τους ντρόπιασες, ότι σε μεγάλωσαν τζάμπα, ότι δεν τους έχεις φέρει κανένα όφελος, ότι δεν έχεις εκπληρώσει τις προσδοκίες τους, ότι τους έχεις απογοητεύσει και ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος. Δεν θα μπορούν οι γονείς σου να σε καταλάβουν και να σου προσφέρουν καμιά θετική καθοδήγηση, πόσο μάλλον οι συγγενείς και οι φίλοι σου. Παρόλο που βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, ο μόνος που σε ενθαρρύνει, σε βοηθάει, σε παρηγορεί και σε εφοδιάζει αδιάκοπα είναι ο Θεός. Όταν είσαι στη φυλακή και περνάς μαρτύρια και βασανιστήρια, μόνο ο λόγος του Θεού και η πίστη που σου έχει δώσει θα σε στηρίζουν κάθε δευτερόλεπτο, κάθε λεπτό και κάθε μέρα. Όταν, λοιπόν, σε χτυπούν ανελέητα, εσύ θα θέλεις να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου για τον Θεό, να αντέξεις κι άλλο και να μη γίνεις Ιούδας. Θα θες να δοξάσεις το όνομα του Θεού και να ταπεινώσεις τον Σατανά, χάρη στον λόγο του Θεού και στην πίστη που σου έχει δώσει Εκείνος. Αφενός, θα τα καταφέρεις όλα αυτά χάρη στην αποφασιστικότητά σου, και αφετέρου, πολύ περισσότερο χάρη στην καθοδήγηση, την προστασία και την ηγεσία του Θεού. Και από την άλλη, τη στιγμή που χρειάζεσαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά παρηγοριά και βοήθεια, οι γονείς σου συνεχίζουν να σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους και να λένε ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος, ότι δεν θα μπορέσουν ποτέ να βασιστούν πάνω σου σ’ αυτήν τη ζωή και ότι τζάμπα σε μεγάλωσαν. Δεν ξεχνάνε με τίποτα ότι αυτοί σε μεγάλωσαν. Ήθελαν να βασιστούν πάνω σου για να αποκτήσουν μια καλή ζωή, να δοξάσεις τους προγόνους σου και να έχουν ψηλά το κεφάλι και να φουσκώνουν από υπερηφάνεια για σένα μπροστά στους συγγενείς και τους φίλους τους. Όσοι γονείς δεν πιστεύουν στον Θεό, δεν θα θεωρήσουν ποτέ την πίστη σου τιμή και καλοτυχία. Κάθε άλλο, σε επιπλήττουν συχνά που δεν βρίσκεις χρόνο να τους επισκεφτείς ή να τους φροντίσεις, επειδή πιστεύεις στον Θεό και ασχολείσαι με το καθήκον σου. Όχι μόνο σε επιπλήττουν, αλλά πολλές φορές σε μαλώνουν κιόλας, χαρακτηρίζοντάς σε «αχάριστο και αναίσθητο» και «παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του». Δεν δυσκολεύεσαι να βαδίσεις στο ορθό μονοπάτι, κουβαλώντας ταυτόχρονα αυτούς τους άσχημους χαρακτηρισμούς; Δεν νιώθεις αδικημένος; Δεν έχεις ανάγκη την υποστήριξη, την ενθάρρυνση και την κατανόηση των γονιών σου την ώρα που βιώνεις αυτά τα πράγματα; Δεν νομίζεις πολλές φορές ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου; Και ως αποτέλεσμα, κάποιοι κάνουν ακόμη και τις εξής ανόητες σκέψεις: «Σ’ αυτήν τη ζωή, δεν ήταν στη μοίρα μου να δείξω στους γονείς μου την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί ή να ζήσω μαζί τους. Θα τους δείξω, τότε, την ευσέβεια αυτή στην επόμενη ζωή μου!» Δεν είναι ανοησία η σκέψη αυτή; (Ναι.) Μην κάνεις τέτοιες σκέψεις· ξερίζωσέ τες. Βαδίζεις στο σωστό μονοπάτι, έχεις αποφασίσει να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος και να προσέλθεις ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας, για να δεχτείς τη σωτηρία του Θεού. Αυτό είναι το μοναδικό ορθό μονοπάτι σ’ αυτόν τον κόσμο. Πήρες τη σωστή απόφαση. Όσο κι αν σε παρεξηγούν ή νιώθουν απογοητευμένοι από σένα όσοι δεν πιστεύουν, μεταξύ των οποίων και οι γονείς σου, κάτι τέτοιο δεν πρέπει να επηρεάσει την απόφασή σου να βαδίσεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό, να εκτελέσεις το καθήκον σου, ούτε την πίστη σου στον Θεό. Πρέπει να δείξεις επιμονή, γιατί βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Ακόμη περισσότερο, πρέπει να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου. Μην τις αφήσεις να σου γίνουν φορτίο την ώρα που βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, έχεις κάνει την πιο σωστή επιλογή στη ζωή· αν οι γονείς σου δεν σε υποστηρίζουν, αν σε μαλώνουν συνέχεια και σε λένε αχάριστο και αναίσθητο, τότε οφείλεις ακόμα περισσότερο να τους διακρίνεις, να τους εγκαταλείψεις σε συναισθηματικό επίπεδο και να πάψεις να περιορίζεσαι απ’ αυτούς. Δεν θα πάθεις τίποτα αν δεν σε στηρίξουν, δεν σε ενθαρρύνουν ούτε σε παρηγορήσουν· δεν έχεις ούτε να κερδίσεις ούτε να χάσεις τίποτα από αυτά τα πράγματα. Το πιο σημαντικό είναι οι προσδοκίες του Θεού από σένα. Ο Θεός σε ενθαρρύνει, σε εφοδιάζει και σε καθοδηγεί. Δεν είσαι μόνος σου. Μπορείς να εκπληρώσεις εξίσου το καθήκον ενός δημιουργήματος και χωρίς τις προσδοκίες των γονιών σου. Βάσει αυτού, θα είσαι και πάλι καλός άνθρωπος. Το να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου δεν σημαίνει ότι δεν έχεις πια ήθος και ηθική ούτε φυσικά ότι έχεις απαρνηθεί την ανθρώπινη φύση σου ή την ηθική και τη δικαιοσύνη. Ο λόγος για τον οποίο δεν έχεις ανταποκριθεί στις προσδοκίες των γονιών σου είναι ότι επέλεξες θετικά πράγματα, επέλεξες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μ’ αυτό, είναι το πιο ορθό μονοπάτι. Πρέπει να δείξεις επιμονή και να παραμείνεις σταθερός στην πίστη σου. Μπορεί οι γονείς σου να μη σε υποστηρίξουν, και φυσικά να μη σε ευλογήσουν, επειδή πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον ενός δημιουργήματος, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Δεν είναι σημαντικό αυτό, δεν έχεις να χάσεις τίποτα. Όταν αποφάσισες να βαδίσεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό και να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος, μεγαλύτερη σημασία έχει ότι ο Θεός ξεκίνησε να έχει προσδοκίες και μεγάλες ελπίδες για σένα. Οι άνθρωποι, ενώ ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο, μπορούν να ζήσουν μια χαρά ακόμα κι αν απομακρυνθούν από τους φίλους και τους συγγενείς τους. Και φυσικά, μπορούν να έχουν μια κανονική ζωή μακριά κι από τους γονείς τους. Στο σκοτάδι πέφτουν μόνο αν απομακρυνθούν από την καθοδήγηση και τις ευλογίες του Θεού. Οι προσδοκίες των γονιών, σε σύγκριση με τις προσδοκίες του Θεού από τους ανθρώπους και την καθοδήγησή Του, είναι απλούστατα αμελητέες και δεν αξίζει να τις αναφέρουμε. Ό,τι είδους άνθρωπος και αν θέλουν οι γονείς σου να γίνεις, ό,τι είδους ζωή κι αν θέλουν να ζήσεις σε συναισθηματικό επίπεδο, δεν σε καθοδηγούν στο ορθό μονοπάτι ή στο μονοπάτι της σωτηρίας. Άλλαξε, λοιπόν, την οπτική σου, και εγκατάλειψε τις προσδοκίες των γονιών σου μέσα από τα βάθη της καρδιάς σου και σε συναισθηματικό επίπεδο. Πάψε να επωμίζεσαι τέτοιο φορτίο και μην έχεις πλέον ενοχές απέναντι στους γονείς σου, επειδή αποφάσισες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος. Δεν έχεις κάνει τίποτα κακό και δεν απογοητεύεις κανέναν. Αποφάσισες να ακολουθήσεις τον Θεό και να αποδεχτείς τη σωτηρία Του. Δεν απογοητεύεις έτσι τους γονείς σου. Αντίθετα, πρέπει να νιώθουν υπερηφάνεια και τιμή που επέλεξες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος και να δεχτείς τη σωτηρία του Δημιουργού. Αν δεν μπορούν να τα νιώσουν αυτά, τότε δεν είναι καλοί άνθρωποι. Δεν αξίζουν τον σεβασμό σου, πόσο μάλλον δε την ευσέβειά σου ως παιδί τους ενώ, φυσικά, δεν αξίζουν το ενδιαφέρον σου. Συμφωνείς; (Ναι.)
Ποιοι άνθρωποι αξίζουν περισσότερο τον σεβασμό σ’ αυτόν τον κόσμο; Δεν είναι όσοι βαδίζουν στο ορθό μονοπάτι; Και τι σημαίνει «το ορθό μονοπάτι»; Δεν σημαίνει την επιδίωξη της αλήθειας και την αποδοχή της σωτηρίας του Θεού; Όσοι βαδίζουν στο ορθό μονοπάτι δεν είναι όσοι ακολουθούν τον Θεό και υποτάσσονται σ’ Αυτόν; (Αυτοί είναι.) Αν είσαι ή προσπαθείς να γίνεις τέτοιος άνθρωπος και οι γονείς σου δεν σε καταλαβαίνουν, και μάλιστα σε καταριούνται συνέχεια, αν, την ώρα που δείχνεις αδυναμία ή που είσαι θλιμμένος και χαμένος, εκείνοι όχι μόνο δεν σε υποστηρίζουν, δεν σε παρηγορούν ούτε σε ενθαρρύνουν, αλλά απαιτούν πολλές φορές να επιστρέψεις, για να τους δείξεις την ευσέβεια που ταιριάζει σ’ ένα παιδί, να βγάλεις πολλά λεφτά και να τους φροντίσεις, να μην τους απογοητεύσεις, να τους επιτρέψεις να επωφεληθούν από σένα και να περάσουν μαζί σου μια καλή ζωή, τότε μήπως πρέπει να παραμερίσεις αυτούς τους γονείς; (Ναι.) Αξίζουν αυτοί οι γονείς τον σεβασμό σου; Αξίζουν την ευσέβειά σου ως παιδί τους; Αξίζουν να εκπληρώσεις τις ευθύνες σου απέναντί τους; (Όχι.) Γιατί όχι; Επειδή αποστρέφονται τα θετικά πράγματα, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Επειδή μισούν τον Θεό, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Επειδή σε περιφρονούν που βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Περιφρονούν όσους ασχολούνται με δίκαιους σκοπούς· σε χλευάζουν και σε υποτιμούν επειδή ακολουθείς τον Θεό και εκτελείς το καθήκον σου. Τι γονείς είναι αυτοί; Δεν είναι άθλιοι και αισχροί γονείς; Δεν είναι εγωιστές γονείς; Δεν είναι μοχθηροί γονείς; (Είναι.) Εξαιτίας της πίστης σου στον Θεό, ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας σε έχει βάλει στη λίστα των καταζητούμενων και σε καταδιώκει. Κρύβεσαι, δεν μπορείς να γυρίσεις σπίτι σου, και κάποιοι έχουν αναγκαστεί μέχρι και να πάνε στο εξωτερικό. Οι συγγενείς σου, οι φίλοι και οι συμμαθητές σου λένε ότι έχεις καταντήσει φυγάς. Εξαιτίας όλων αυτών των φημών που προέρχονται από εξωτερικές πηγές και από κουτσομπολιά, οι γονείς σου θεωρούν ότι τους ανάγκασες να υποφέρουν άδικα και τους ντρόπιασες. Όχι μόνο δεν σε καταλαβαίνουν, δεν σε υποστηρίζουν και δεν σε συμπονούν, όχι μόνο δεν επιπλήττουν όσους διαδίδουν αυτές τις φήμες και όσους σε σιχαίνονται και κάνουν διακρίσεις εναντίον σου, αλλά σε μισούν κιόλας, λένε για σένα τα ίδια που λένε κι όσοι δεν πιστεύουν στον Θεό και όσοι βρίσκονται στην εξουσία. Τι γνώμη έχεις γι’ αυτούς τους γονείς; Είναι καλοί; (Όχι.) Νομίζεις, λοιπόν, ακόμα ότι έχεις κάποιο χρέος απέναντί τους; (Όχι.) Αν τους πάρεις πού και πού κάνα τηλέφωνο, θα λένε ότι είναι σαν να τους τηλεφωνεί ένας φυγάς. Θα το θεωρήσουν μεγάλη ντροπή και δεν θα τολμάς ούτε καν να γυρίσεις στο σπίτι σου, λες και είσαι κυνηγημένος αρουραίος. Θα ντρέπονται που είσαι παιδί τους. Αξίζουν τέτοιοι γονείς τον σεβασμό; (Όχι.) Δεν αξίζουν σεβασμό. Άρα, ποια είναι η φύση των προσδοκιών που έχουν για σένα; Υπάρχει λόγος να τις λάβεις υπόψη σου; (Όχι.) Τι στόχο έχουν κυρίως οι προσδοκίες τους για σένα; Μήπως θέλουν να βαδίσεις στο ορθό μονοπάτι και να φτάσεις τελικά στη σωτηρία; Ευελπιστούν να ακολουθήσεις τις τάσεις της κοινωνίας και να ανελιχθείς στον κόσμο, να τους κάνεις περήφανους, να τους επιτρέψεις να αντικρύσουν τον κόσμο με αξιοπρέπεια και να γίνεις το καμάρι τους. Τι άλλο θέλουν; Θέλουν να επωφελούνται από σένα, να τρώνε και να πίνουν τα καλύτερα, να φοράνε επώνυμα ρούχα και να ζουν πλουσιοπάροχα. Θέλουν να πηγαίνουν πολυτελείς κρουαζιέρες και να ταξιδεύουν σε όλες τις χώρες του κόσμου. Αν εσύ σημείωνες μεγάλη επιτυχία στον κόσμο, αν είχες φήμη και λεφτά, και τους επέτρεπες να επωφεληθούν από σένα, τότε όπου κι αν πήγαιναν, θα ανέφεραν το όνομά σου και θα έλεγαν: «Ο γιος μου είναι ο τάδε, η κόρη μου είναι η τάδε». Τώρα αναφέρουν το όνομά σου; (Όχι.) Εσύ βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, αλλά εκείνοι δεν αναφέρουν το όνομά σου. Νομίζουν ότι είσαι πάμφτωχος και άφραγκος, ότι τους ντροπιάζεις. Η αναφορά και μόνο του ονόματός σου είναι ντροπή για τους ίδιους, οπότε δεν σε αναφέρουν. Ποιος είναι, λοιπόν, ο στόχος των προσδοκιών που έχουν οι γονείς σου; Δεν στοχεύουν μόνο στο δικό σου το καλό, αλλά να επωφεληθούν από σένα. Μόνο αν επωφεληθούν από σένα θα είναι ευχαριστημένοι. Τώρα που έχεις επιστρέψει ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας και έχεις αποδεχτεί τον Θεό, τη σωτηρία και τα λόγια Του, τώρα που έχεις αναλάβει το καθήκον ενός δημιουργήματος και έχεις εισέλθει στο ορθό μονοπάτι της ζωής, εκείνοι δεν κερδίζουν κάτι ούτε ωφελούνται από σένα, οπότε πιστεύουν ότι ζημιώθηκαν που σε μεγάλωσαν. Λες και πρόκειται για επιχείρηση που τους προκάλεσε ζημία. Και ως αποτέλεσμα αυτού, μετανιώνουν πικρά που σε μεγάλωσαν. Κάποιοι γονείς λένε πολλές φορές: «Καλύτερα να μεγάλωνα σκυλί παρά εσένα. Όταν μεγαλώνεις ένα σκυλί, είναι πολύ φιλικό και όταν βλέπει το αφεντικό του, κουνάει την ουρά του. Τι κατάλαβα που μεγάλωσα εσένα; Όλη τη μέρα πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον σου, δεν ασχολείσαι με επιχειρήσεις, δεν πηγαίνεις για δουλειά, δεν βγάζεις ούτε τα προς το ζην, και τελικά έχει αρχίσει να μας κοροϊδεύει όλη η γειτονιά. Τι έχω κερδίσει από σένα; Ούτε ένα καλό πράγμα δεν έχω κερδίσει από σένα ούτε έχω επωφεληθεί καθόλου». Αν, όμως, ακολουθούσες τις κακές τάσεις του κοσμικού κόσμου και πάσχιζες να πετύχεις σ’ αυτόν τον τομέα, τότε οι γονείς σου πιθανότατα θα σε υποστήριζαν, θα σε ενθάρρυναν και θα σε παρηγορούσαν, αν τυχόν πάθαινες τίποτα, αν αρρώσταινες ή ένιωθες λυπημένος. Δεν είναι, όμως, ευχαριστημένοι ούτε χαίρονται αν πιστεύεις στον Θεό και έχεις την ευκαιρία να σωθείς· αντίθετα, σε μισούν και σε καταριούνται. Η ουσία τέτοιων γονιών δείχνει ότι είναι αντίπαλοί σου και ορκισμένοι σου εχθροί, ότι δεν είναι το ίδιο είδος ανθρώπου μ’ εσένα ούτε βαδίζουν στο ίδιο μονοπάτι μ’ εσένα. Φαινομενικά είστε οικογένεια, αλλά αν εξετάσουμε την ουσία, τις επιδιώξεις, τις προτιμήσεις σας, τα μονοπάτια που ακολουθείτε και τις στάσεις με τις οποίες αντιμετωπίζετε τα θετικά πράγματα, τον Θεό και την αλήθεια, είναι διαφορετικό είδος ανθρώπου από σένα. Κι έτσι, όσο κι αν τους λες: «Έχω την ελπίδα να σωθώ, έχω ξεκινήσει να βαδίζω στο ορθό μονοπάτι της ζωής», αυτοί δεν πρόκειται να συγκινηθούν ούτε να ευχαριστηθούν και να χαρούν για σένα. Κάθε άλλο, θα ντραπούν. Στο επίπεδο των συναισθημάτων, οι γονείς αυτοί είναι οικογένειά σου, αλλά αν εξετάσουμε τη φύση-ουσία του καθενός σας, τότε δεν είναι οικογένεια αλλά εχθροί σου. Σκέψου το, αν τα παιδιά πηγαίνουν στο πατρικό τους με δώρα και λεφτά, και βοηθάνε τους γονείς τους να τρώνε καλά και να μένουν σε ωραίο σπίτι, τότε εκείνοι θα είναι κατενθουσιασμένοι, θα είναι τόσο χαρούμενοι που δεν θα βρίσκουν λόγια να πουν. Θα λένε συνέχεια μέσα τους: «Ο γιος μου ή η κόρη μου είναι σπουδαίο παιδί. Δεν πήγε στράφι η ανατροφή του και η αγάπη που του έδωσα. Είναι λογικό, ευσεβές όπως αρμόζει σε ένα παιδί, και μας έχει στην καρδιά του. Είναι καλό παιδί». Ας πούμε ότι, επειδή πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον σου, γυρνάς στο πατρικό σου με άδεια χέρια και δεν αγοράζεις τίποτα. Ας υποθέσουμε ότι συναναστρέφεσαι με τους γονείς σου πάνω στην αλήθεια, μιλάς μαζί τους για τον λόγο του Θεού και λες ότι έχεις αρχίσει να βαδίζεις στο μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας. Τότε, εκείνοι θα σκεφτούν αμέσως: «Τι είναι αυτά που λες; Δεν σε καταλαβαίνω. Τόσα χρόνια σε μεγάλωνα και δεν έχεις εκπληρώσει καμία προσδοκία μου. Τώρα που ήρθες επιτέλους να μας επισκεφτείς, θα μπορούσες τουλάχιστον να μας πάρεις ένα ζευγάρι κάλτσες ή λίγα φρούτα. Εσύ δεν έφερες τίποτα, ήρθες με άδεια χέρια». Δεν πρόκειται να σου πουν: «Τώρα που σε ακούω να λες αυτά τα πράγματα, καταλαβαίνω ότι έχεις αλλάξει πολύ. Παλιότερα ήσουν νέος και αλαζόνας, μα τώρα έχεις αλλάξει στ’ αλήθεια. Καταλαβαίνω πως μιλάς για σωστά πράγματα. Έχεις σημειώσει πρόοδο. Έχεις δυνατότητες και υπάρχει ελπίδα για σένα· μπορείς να βαδίσεις στο ορθό μονοπάτι, να ακολουθήσεις τον Θεό και να κερδίσεις τη σωτηρία. Είσαι καλό παιδί. Εκεί έξω έχεις περάσει πολλά, γι’ αυτό θα σου φτιάξω ένα καλό φαΐ να φας. Έχουμε κάτι κότες, αλλά δεν τις σφάζουμε γιατί θέλουμε τα αυγά τους. Τώρα, όμως, που ήρθες, θα σφάξω μία και θα σου φτιάξω κοτόσουπα. Καλά έκανες και διάλεξες αυτό το μονοπάτι, τώρα θα σωθείς. Χαίρομαι τόσο πολύ για σένα! Μου έχεις λείψει τόσα χρόνια. Δεν είχαμε επικοινωνία, αλλά τώρα γύρισες να μας επισκεφτείς και ησύχασα. Μεγάλωσες. Έχεις ωριμάσει και είσαι πιο λογικός από παλιά. Όλα όσα λες και κάνεις είναι σωστά». Όταν βλέπουν το παιδί τους να βαδίζει στο ορθό μονοπάτι και να έχει σωστές σκέψεις και απόψεις, μπορούν και οι ίδιοι οι γονείς να επωφεληθούν και να μάθουν περισσότερα. Από τη στιγμή που το παιδί τους εκτελεί ένα καθήκον και επιδιώκει την αλήθεια, πρέπει να το στηρίξουν. Θα ήταν υπέροχο αν, μελλοντικά, το παιδί τους φτάσει στη σωτηρία, εισέλθει στη βασιλεία και πάψει να ζημιώνεται από τις σατανικές, διεφθαρμένες διαθέσεις του. Οι γονείς αυτοί, παρόλο που είναι γέροι και δεν καταλαβαίνουν εύκολα την αλήθεια ούτε αντιλαμβάνονται απόλυτα αυτά τα ζητήματα, σκέφτονται ως εξής: «Είναι τέλειο που το παιδί μου μπορεί να βαδίσει στο ορθό μονοπάτι. Είναι καλό παιδί. Δεν υπάρχει κανένα κυβερνητικό αξίωμα και καμία περιουσία που να συγκρίνεται με αυτό!» Πες Μου, τέτοιοι γονείς είναι καλοί; (Ναι.) Είναι άξιοι σεβασμού; (Ναι.) Αξίζουν τον σεβασμό σου. Πώς θα πρέπει, λοιπόν, να τους δείχνεις τον σεβασμό σου; Πρέπει να προσεύχεσαι γι’ αυτούς από καρδιάς. Αν πιστεύουν στον Θεό, τότε να προσεύχεσαι σ’ Αυτόν να τους καθοδηγεί και να τους φυλάει, έτσι ώστε να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους μέσα στις δοκιμασίες και τους πειρασμούς. Αν δεν πιστεύουν στον Θεό, τότε πρέπει και πάλι να σεβαστείς την επιλογή τους και να ελπίζεις ότι θα έχουν μια σταθερή ζωή, ότι δεν θα κάνουν κάτι κακό και ότι θα κάνουν λιγότερες κακές πράξεις, άρα, τουλάχιστον όταν πεθάνουν, θα τιμωρηθούν λιγότερο· επίσης, πρέπει να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να συναναστραφείς μαζί τους πάνω σε κάποια θετικά πράγματα, σκέψεις και απόψεις. Αυτό λέγεται σεβασμός, και μπορεί επίσης να χαρακτηριστεί ως το καλύτερο είδος ευσέβειας που μπορείς να δείξεις στους γονείς σου και ο καλύτερος τρόπος να εκπληρώσεις τις ευθύνες σου. Μπορείς να το καταφέρεις αυτό; (Ναι.) Σε πνευματικό και ψυχολογικό επίπεδο, ενθάρρυνέ τους και υποστήριξέ τους. Σε σωματικό επίπεδο, όταν τους κάνεις συντροφιά στο σπίτι, κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς για να τους βοηθήσεις να κάνουν λίγο έργο, και συναναστρέψου τους πάνω σε κάποια ζητήματα που καταλαβαίνεις και μπορούν να καταλάβουν κι αυτοί. Να τους βοηθάς να χαλαρώσουν, να μην κουράζονται τόσο, να μην πανικοβάλλονται για τα οικονομικά και κάθε άλλου είδους ζητήματα, και να αφήνουν τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους. Αυτό λέγεται σεβασμός. Να μεταχειρίζεσαι τους γονείς σου ως καλούς, αξιοπρεπείς ανθρώπους, να εκπληρώνεις ένα μέρος των ευθυνών σου απέναντί τους, να τους δείχνεις ευσέβεια και να εκπληρώνεις κάποιες από τις υποχρεώσεις σου προς αυτούς. Αυτό λέγεται σεβασμός. Οι μόνοι γονείς που αξίζουν τέτοιον σεβασμό είναι όσοι καταλαβαίνουν και υποστηρίζουν την πίστη σου στον Θεό. Κανένας γονιός πέρα απ’ αυτούς δεν είναι άξιος σεβασμού. Δεν φτάνει που σε βάζουν να βγάλεις λεφτά, θέλουν και να ανελιχθείς στον κόσμο, να κάνεις όνομα και να καταφέρεις το ένα ή το άλλο. Αυτοί δεν είναι σωστοί γονείς και δεν αξίζουν σεβασμό.
Τώρα πια καταλαβαίνετε όλοι σας τι σημαίνει να εγκαταλείψετε τις προσδοκίες των γονιών και μπορείτε να το κάνετε. Ποια άλλα πράγματα δεν μπορείτε να εγκαταλείψετε; Ποια είναι εκείνα για τα οποία νοιάζεστε περισσότερο όσον αφορά τη ζωή των γονιών σας ή τους ίδιους τους γονείς σας; Ποια είναι, δηλαδή, πιο δύσκολο να αποχωριστείτε ή να εγκαταλείψετε σε συναισθηματικό επίπεδο; Δεν έχουμε στην ουσία ολοκληρώσει τη συναναστροφή μας πάνω στο θέμα «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου· οι γονείς σου δεν είναι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου»; Το καταλαβαίνετε αυτό το θέμα; (Ναι.) Οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου· δηλαδή, δεν πρέπει να σκέφτεσαι διαρκώς πώς να τους ξεπληρώσεις μόνο και μόνο επειδή σε μεγάλωναν τόσο καιρό. Αν δεν μπορείς να τους ξεπληρώσεις, αν δεν έχεις τη δυνατότητα ή τις κατάλληλες συνθήκες για να το κάνεις, τότε θα νιώθεις συνέχεια θλίψη και ενοχές, σε σημείο που θα στενοχωριέσαι ακόμα και όταν βλέπεις κάποιον άλλον να φροντίζει τους γονείς ή να κάνει κάποια πράγματα τα οποία δείχνουν την ευσέβειά του απέναντί τους. Ο Θεός όρισε να σε μεγαλώσουν οι γονείς σου, για να φτάσεις στην ενηλικίωση, όχι για να αφιερώσεις όλη σου τη ζωή να τους ξεπληρώσεις. Πρέπει να εκπληρώσεις ευθύνες και υποχρεώσεις σ’ αυτήν τη ζωή και να ακολουθήσεις ένα μονοπάτι. Εκτός αυτού, έχεις τη δική σου ζωή. Δεν πρέπει σ’ αυτήν τη ζωή να αφιερώνεις όλη σου την ενέργεια για να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου. Κάτι τέτοιο απλώς σε συνοδεύει στη ζωή και στο μονοπάτι σου. Όσον αφορά την ανθρώπινη φύση και τις συναισθηματικές σχέσεις, είναι κάτι αναπόφευκτο. Όσον αφορά, όμως, τι είδους σχέση είναι γραφτό να έχεις με τους γονείς σου, αν θα μπορέσετε να ζήσετε μαζί για την υπόλοιπη ζωή σας ή αν θα ακολουθήσετε ξεχωριστές πορείες και δεν θα σας συνδέσει η μοίρα, αυτό βασίζεται στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού. Αν Εκείνος ενορχηστρώσει και διευθετήσει να βρίσκεσαι σ’ αυτήν τη ζωή σε διαφορετικό μέρος απ’ ό,τι οι γονείς σου, να είσαι πολύ μακριά τους και να μην μπορείς να μένεις συχνά μαζί τους, τότε το να εκπληρώσεις τις υποχρεώσεις σου απέναντί τους είναι, για σένα, απλώς μια φιλοδοξία. Αν ο Θεός έχει ρυθμίσει τα πράγματα ώστε να ζεις πολύ κοντά στους γονείς σου σ’ αυτήν τη ζωή και να μπορείς να μένεις στο πλάι τους, τότε μπορείς να εκπληρώσεις ένα μέρος των ευθυνών σου απέναντί τους και να τους δείξεις λίγη ευσέβεια· δεν υπάρχει κάτι το μεμπτό σ’ αυτό. Αν, όμως, ζεις σε διαφορετικό μέρος απ’ ό,τι οι γονείς σου, και δεν έχεις ούτε τη δυνατότητα ούτε τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να τους δείξεις την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί, τότε δεν υπάρχει λόγος να το θεωρείς ντροπή. Δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι να τους αντικρίσεις επειδή δεν μπορείς να τους δείξεις ευσέβεια· απλώς δεν το επιτρέπουν οι συνθήκες. Πρέπει να καταλάβεις ως παιδί ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Έχεις να κάνεις πολλά σ’ αυτήν τη ζωή ως δημιούργημα. Σου τα έχει εμπιστευτεί ο Κύριος της δημιουργίας, και δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου. Το να δείχνεις στους γονείς σου ευσέβεια, το να τους ξεπληρώνεις και το να ανταποδίδεις το καλό που σου έκαναν δεν έχει καμία σχέση με την αποστολή που έχεις στη ζωή σου. Μπορεί και να πει κανείς ότι δεν χρειάζεται να δείχνεις στους γονείς σου ευσέβεια, να τους ξεπληρώσεις ή να εκπληρώσεις οποιαδήποτε ευθύνη σου απέναντί τους. Με απλά λόγια, όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες, μπορείς να κάνεις λίγα απ’ αυτά και να εκπληρώσεις κάποιες από τις ευθύνες σου· όταν, όμως, δεν το επιτρέπουν, δεν είναι ανάγκη να επιμένεις. Δεν είναι δα και τρομερό να μην μπορείς να δείξεις ευσέβεια στους γονείς σου· απλώς πάει λίγο κόντρα στη συνείδησή σου, στην ανθρώπινη ηθική και στις ανθρώπινες αντιλήψεις. Τουλάχιστον, όμως, δεν πάει κόντρα στην αλήθεια, και δεν πρόκειται να σε καταδικάσει ο Θεός γι’ αυτό. Όταν καταλάβεις την αλήθεια, τότε αυτό δεν θα δημιουργεί καμία μομφή στη συνείδησή σου. Δεν νιώθετε την καρδιά σας σταθερή τώρα που έχετε καταλάβει αυτήν την πτυχή της αλήθειας; (Ναι.) Κάποιοι λένε το εξής: «Μπορεί να μη με καταδικάσει ο Θεός, αλλά ακόμα δεν μπορώ να το ξεπεράσω στη συνείδησή μου και κλονίζομαι». Αν σου συμβαίνει αυτό, τότε έχεις πολύ μικρό ανάστημα και δεν έχεις καταλάβει ούτε έχεις διακρίνει την ουσία του ζητήματος αυτού. Δεν καταλαβαίνεις τη μοίρα του ανθρώπου και την κυριαρχία του Θεού ούτε είσαι διατεθειμένος να αποδεχτείς την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις Του. Η ανθρώπινη βούληση και τα συναισθήματά σου σε καθοδηγούν διαρκώς και σε εξουσιάζουν· έχουν γίνει η ζωή σου. Αν διαλέξεις την ανθρώπινη βούληση και τα δικά σου συναισθήματα, τότε δεν έχεις διαλέξει την αλήθεια, δεν την κάνεις πράξη ούτε υποτάσσεσαι σ’ αυτήν. Αν διαλέξεις την ανθρώπινη βούληση και τα συναισθήματά σου, τότε προδίδεις την αλήθεια. Παρόλο που είναι σαφές πως οι συνθήκες και το περιβάλλον σου δεν σου επιτρέπουν να δείξεις ευσέβεια απέναντι στους γονείς σου, σκέφτεσαι όλη την ώρα: «Έχω χρέος απέναντι στους γονείς μου. Δεν τους έχω δείξει την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί. Έχουν τόσα χρόνια να με δουν. Τζάμπα με μεγάλωσαν». Κατά βάθος, δεν μπορείς να τα ξεχάσεις αυτά ποτέ. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν αποδέχεσαι την αλήθεια. Από την άποψη του δόγματος, αναγνωρίζεις ότι τα λόγια του Θεού είναι ορθά, αλλά δεν τα αποδέχεσαι ως αλήθεια ούτε βασίζεις τις πράξεις σου σ’ αυτά. Οπότε, δεν επιδιώκεις την αλήθεια στο πώς συμπεριφέρεσαι στους γονείς σου. Αυτό συμβαίνει επειδή, στο συγκεκριμένο ζήτημα, δεν ασκείσαι με βάση την αλήθεια, δεν ασκείσαι σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, αλλά ικανοποιείς απλώς τις συναισθηματικές σου ανάγκες και τη συνείδησή σου, και θέλεις να δείξεις ευσέβεια προς τους γονείς σου και να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν. Ο Θεός δεν θα σε καταδικάσει για την επιλογή αυτήν. Είναι δική σου επιλογή, αλλά στο τέλος, εκείνος που θα χάσει, ιδιαίτερα όσον αφορά το ζήτημα της ζωής, είσαι εσύ. Αυτό το ζήτημα σε δεσμεύει πάντοτε. Νιώθεις μεγάλη ντροπή να αντιμετωπίσεις τους γονείς σου, γιατί νομίζεις ότι δεν ανταπέδωσες το καλό που σου έκαναν. Μια μέρα, όταν θα δει ο Θεός ότι επιθυμείς διακαώς να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου, θα ενορχηστρώσει αμέσως ένα περιβάλλον για χάρη σου, και θα μπορέσεις τότε πολύ απλά να πας σπίτι σου. Δεν θεωρείς τους γονείς σου ανώτερους από τα πάντα, κι από την αλήθεια ακόμα; Προτιμάς να χάσεις τον Θεό, να εγκαταλείψεις την αλήθεια και την ευκαιρία σου να σωθείς, για να τους δείξεις ευσέβεια και να ικανοποιήσεις τις ανάγκες που σου επιβάλει η συνείδησή και τα συναισθήματά σου. Εντάξει, κανένα πρόβλημα, επιλογή σου είναι. Ο Θεός δεν πρόκειται να σε καταδικάσει γι’ αυτό. Θα ενορχηστρώσει ένα περιβάλλον για χάρη σου, θα σε σβήσει από τη λίστα Του και θα σε εγκαταλείψει. Αν αποφασίσεις να γυρίσεις στο πατρικό σου, για να δείξεις στους γονείς σου ευσέβεια και όχι για να εκτελέσεις το καθήκον σου, τότε έτσι αποφεύγεις και απομακρύνεσαι από το καθήκον που σου έχει εμπιστευτεί ο Θεός, αποκηρύττεις την αποστολή από τον Θεό και τις προσδοκίες Του από σένα, αποκηρύττεις το καθήκον που σου έδωσε Εκείνος και εγκαταλείπεις την ευκαιρία σου να εκτελέσεις καθήκον. Αν γυρίσεις στο πατρικό σου για να ξαναβρεθείς με τους γονείς σου, για να ικανοποιήσεις τις ανάγκες της συνείδησής σου και τις προσδοκίες τους, δεν υπάρχει πρόβλημα, είναι επιλογή σου. Αν στ’ αλήθεια δεν μπορείς να εγκαταλείψεις τους γονείς σου, πάρε την πρωτοβουλία, σήκωσε το χέρι σου και πες το εξής: «Οι γονείς μου μου λείπουν πάρα πολύ. Νιώθω κάθε μέρα ενοχές στη συνείδησή μου, δεν μπορώ να ικανοποιήσω τα συναισθήματά μου και πονάει η καρδιά μου. Λαχταράω να δω τους γονείς μου και τους σκέφτομαι όλη την ώρα. Αν δεν γυρίσω σ’ αυτήν τη ζωή να τους δείξω την ευσέβειά μου ως παιδί, τότε φοβάμαι πως δεν θα έχω άλλη ευκαιρία και θα το μετανιώσω». Τότε μπορείς να πας στο πατρικό σου. Αν έχεις τους γονείς σου μη στάξει και μη βρέξει, αν τους θεωρείς σημαντικότερους από την ίδια σου τη ζωή, αν εκείνοι είναι τα πάντα για σένα, τότε μην τους εγκαταλείψεις. Κανείς δεν θα σε αναγκάσει. Πήγαινε στο πατρικό σου για να τους δείξεις ευσέβεια και να τους συντροφεύσεις. Βοήθησέ τους να ζήσουν μια καλή ζωή και ανταπόδωσέ τους το καλό που σου έκαναν. Πρέπει, όμως, να το σκεφτείς πολύ καλά. Αν πάρεις σήμερα αυτήν την απόφαση και στο τέλος χάσεις την ευκαιρία να σωθείς, τότε το αποτέλεσμα θα πρέπει να το υποστείς αποκλειστικά εσύ. Κανένας άλλος δεν μπορεί να επωμιστεί μια τέτοια συνέπεια για λογαριασμό σου, μόνο εσύ ο ίδιος. Το καταλαβαίνεις; (Ναι.) Αν προτιμάς να εγκαταλείψεις την ευκαιρία σου να εκτελέσεις ένα καθήκον και να σωθείς, μόνο και μόνο για να γίνουν οι γονείς σου δανειστές σου και να ξεπληρώσεις το χρέος σου απέναντί τους, είναι δική σου απόφαση. Κανείς δεν σε υποχρεώνει να το κάνεις. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος από την εκκλησία κάνει το εξής αίτημα: «Είναι πολύ σκληρό να ζω μακριά απ’ το σπίτι μου. Μου λείπουν πολύ οι γονείς μου. Είναι αδύνατον να τους εγκαταλείψω μέσα στην καρδιά μου. Τους βλέπω συχνά στον ύπνο μου. Τριγυρνούν συνεχώς στο μυαλό και στην καρδιά μου, ενώ αισθάνομαι όλο και μεγαλύτερες ενοχές για όλα όσα έκαναν για μένα. Τώρα που αρχίζουν να γερνάνε, θεωρώ ακόμα πιο δύσκολο το έργο των γονιών. Πρέπει να τους το ξεπληρώσω, να τους δώσω λίγη χαρά και να είμαι δίπλα τους για να τους παρηγορώ για την υπόλοιπη ζωή τους. Καλύτερα να παρατήσω την ευκαιρία μου να σωθώ, για να πάω στο πατρικό μου και να δείξω στους γονείς μου την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί». Στην περίπτωση αυτήν, μπορεί να υποβάλει μια αίτηση, λέγοντας: «Σας αναφέρω τα εξής: Θέλω να πάω στο πατρικό μου, για να δείξω ευσέβεια στους γονείς μου και δεν θέλω να εκτελέσω το καθήκον μου». Τότε, η εκκλησία πρέπει να την εγκρίνει, και δεν χρειάζεται πια να εργαστεί κανείς πάνω σ’ αυτόν τον άνθρωπο ούτε να συναναστραφεί μαζί του. Θα ήταν ανόητο να του πει κανείς οτιδήποτε άλλο. Όταν κάποιοι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν απολύτως τίποτα, τότε μπορείς να τους μιλήσεις λίγο περισσότερο και να συναναστραφείς μαζί τους πάνω στην αλήθεια, μέχρι να την καταλάβουν ξεκάθαρα. Αν κάνουν τη λάθος επιλογή επειδή δεν έχεις συναναστραφεί ξεκάθαρα πάνω στο ζήτημα, τότε φταις εσύ. Αν, όμως, καταλαβαίνουν τα πάντα από την άποψη του δόγματος, τότε δεν χρειάζεται να εργαστεί κανείς πάνω τους. Είναι σαν αυτό που λένε μερικοί: «Καταλαβαίνω τα πάντα, δεν είναι ανάγκη να μου πεις τίποτα». Τέλεια· δεν χρειάζεται να χαλάσεις το σάλιο σου γι’ αυτούς και γλυτώνεις και κόπο. Τέτοιους ανθρώπους πρέπει να τους αφήνεις να πάνε αμέσως σπίτι τους. Καταρχάς, μην τους εμποδίσεις· κατά δεύτερον, στήριξέ τους· κατά τρίτον, παρηγόρησέ τους και ενθάρρυνέ τους λίγο με αυτά τα λόγια: «Πήγαινε σπίτι σου και δείξε στους γονείς σου λίγη ευσέβεια. Μην τους εξοργίζεις και μην τους αναστατώνεις. Αν θες να τους δείξεις ευσέβεια και να τους ξεπληρώσεις, τότε πρέπει να είσαι σωστό παιδί. Όταν, όμως, στο τέλος δεν καταφέρεις να σωθείς, τότε μη μετανιώσεις. Καλό ταξίδι, μακάρι όλα να πάνε καλά!» Εντάξει; (Ναι.) Αν κάποιος θέλει να πάει στο πατρικό του για να δείξει ευσέβεια στους γονείς του, κανένα πρόβλημα, ας μην καταπιέζεται. Το καθήκον το εκτελείς εθελοντικά, κανένας δεν θα επιμείνει να το εκτελέσεις. Δεν πρόκειται να καταδικαστείς αν δεν το εκτελέσεις. Μήπως αν εκτελέσεις κάποιο καθήκον, σημαίνει ότι θα σωθείς αυτόματα; Όχι απαραίτητα. Το θέμα έχει να κάνει μόνο και μόνο με τη στάση που τηρείς απέναντι στην εκπλήρωση του καθήκοντος. Μήπως θα καταστραφείς, άραγε, αν δεν εκτελέσεις κάποιο καθήκον; Κανένας δεν το είπε αυτό. Όπως και να ’χει, το πιο πιθανό είναι να χαθεί η ελπίδα σου να σωθείς. Κάποιοι λένε το εξής: «Είναι καλό ή κακό να επιδεικνύει κανείς ευσέβεια ως παιδί στους γονείς του;» Δεν ξέρω. Αν θέλεις να δείξεις ευσέβεια στους γονείς σου, κάν’ το. Δεν πρόκειται να το αξιολογήσουμε αυτό, δεν θα είχε νόημα. Πρόκειται για ζήτημα που αφορά την ανθρώπινη φύση και τα συναισθήματα. Το θέμα είναι τι τρόπο ύπαρξής θα επιλέξεις. Δεν έχει να κάνει καθόλου με την αλήθεια. Όποιος θέλει να πάει στο πατρικό του και να δείξει ευσέβεια στους γονείς του είναι ελεύθερος. Ο οίκος του Θεού δεν πρόκειται να επιμείνει να τον κρατήσει ούτε πρόκειται να παρέμβει. Οι επικεφαλής της εκκλησίας και οι γύρω τους δεν πρέπει να τον αποτρέψουν από το να πάει στο πατρικό του. Δεν θα πρέπει να εργάζονται καθόλου πάνω σε τέτοια άτομα ούτε να συναναστρέφονται μαζί τους πάνω στην αλήθεια. Αν θέλεις να πας στο πατρικό σου, πήγαινε. Θα σε αποχαιρετήσουν όλοι, θα φάτε μερικά ντάμπλινγκ και θα σου ευχηθούν καλό ταξίδι.
Οι μεγαλύτερες προσδοκίες των γονιών για τα παιδιά τους είναι, αφενός, η ελπίδα αυτά να ζήσουν μια καλή ζωή και, αφετέρου, η ελπίδα να τα έχουν δίπλα τους για να τους φροντίσουν στα γεράματά τους. Αν, για παράδειγμα, κάποιος γονιός αρρωστήσει ή βρεθεί αντιμέτωπος με κάποιες δυσκολίες στη ζωή του, ελπίζει τα παιδιά του να τον βοηθήσουν στις ανησυχίες και τις δυσκολίες του, και να μοιραστούν μαζί του αυτό το φορτίο. Ελπίζουν να είναι τα παιδιά τους στο πλάι τους, όταν θα φύγουν από αυτόν τον κόσμο, έτσι ώστε να τα ξαναδούν μια τελευταία φορά. Αυτές οι δύο είναι συνήθως οι μεγαλύτερες προσδοκίες των γονιών από τα παιδιά τους και δυσκολεύονται πολύ να τις εγκαταλείψουν. Υπάρχει περίπτωση οι γονείς κάποιου να αρρωστήσουν ή να βρεθούν αντιμέτωποι με δυσκολίες και εκείνος να μην το μάθει. Τότε, είναι πιθανόν αυτά τα προβλήματα να λυθούν χωρίς τη δική του ανάμειξη. Αν όμως εκείνος μάθει για τα συγκεκριμένα ζητήματα, συνήθως δεν μπορεί να τα ξεπεράσει εύκολα, ειδικά όταν οι γονείς του έχουν αρρωστήσει βαριά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι άνθρωποι δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να τα εγκαταλείψουν. Όταν πιστεύεις κατά βάθος ότι οι γονείς σου βρίσκονται στην ίδια σωματική, βιολογική ή λειτουργική κατάσταση που βρίσκονταν πριν από 10 ή 20 χρόνια, ότι είναι σε θέση να φροντίσουν τον εαυτό τους και να ζήσουν κανονικά, ότι παραμένουν υγιείς, νέοι και ακμαίοι, και όταν πιστεύεις ότι δεν σε χρειάζονται, τότε δεν θα ανησυχείς τόσο πολύ γι’ αυτούς μέσα σου. Αν, όμως, μάθεις ότι έχουν γεράσει, ότι το σώμα τους έχει εξασθενήσει και ότι χρειάζονται φροντίδα και συντροφιά, και βρίσκεσαι σε άλλο μέρος, αυτό μάλλον θα σε στενοχωρεί και θα σε επηρεάζει. Κάποιοι, μάλιστα, εγκαταλείπουν τα καθήκοντά τους και θέλουν να πάνε στο πατρικό τους για να δουν τους γονείς τους. Κάποιοι άνθρωποι που κυριεύονται από το συναίσθημα κάνουν και πιο παράλογες επιλογές, και λένε: «Αν γινόταν, θα έδινα στους γονείς μου 10 χρόνια από τη ζωή μου». Κάποιοι άλλοι σκοπεύουν να ζητήσουν ευλογίες για τους γονείς τους. Αγοράζουν γι’ αυτούς κάθε λογής προϊόντα ευεξίας και συμπληρώματα διατροφής, και όταν μαθαίνουν ότι εκείνοι αρρωσταίνουν σοβαρά, εγκλωβίζονται στα συναισθήματά τους και θέλουν να τρέξουν αμέσως στο πλευρό τους. Κάποιοι λένε το εξής: «Μακάρι να αρρώσταινα εγώ αντί οι γονείς μου», ενώ αδιαφορούν για το καθήκον που θα έπρεπε να εκτελούν και αγνοούν την αποστολή από τον Θεό. Οι άνθρωποι, λοιπόν, υπό τέτοιες συνθήκες είναι πολύ πιθανό να γίνουν αδύναμοι και να μπουν σε πειρασμό. Αν μαθαίνατε ότι οι γονείς σας είχαν αρρωστήσει σοβαρά, θα κλαίγατε; Ειδικότερα, κάποιοι λαμβάνουν επιστολές από το πατρικό τους, στις οποίες ο γιατρός τους προετοιμάζει για το μοιραίο. Τι σημαίνει «τους προετοιμάζει για το μοιραίο»; Είναι ευνόητη αυτή η φράση. Σημαίνει ότι οι γονείς θα πεθάνουν σε λίγες μέρες. Μια τέτοια στιγμή, θα σκεφτόσουν: «Οι γονείς μου είναι ακόμα πενηντάρηδες. Δεν θα έπρεπε να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τι έπαθαν;» Και όταν σου απαντούσαν «καρκίνο», αμέσως θα σκεφτόσουν: «Πώς το έπαθαν; Είμαι τόσα χρόνια μακριά, τους λείπω και έχουν τόσο δύσκολη ζωή· γι’ αυτό έπαθαν καρκίνο;» Τότε θα έριχνες αμέσως όλο το φταίξιμο στον εαυτό σου: «Οι γονείς μου έχουν τόσο δύσκολη ζωή και δεν έχω μοιραστεί τα φορτία τους μαζί τους. Τους λείπω και ανησυχούν για μένα, δεν έχω μείνει στο πλάι τους. Τους έχω απογοητεύσει και τους έχω κάνει να υποφέρουν, επειδή τους λείπω συνέχεια. Ξόδεψαν τόσο χρόνο για να με μεγαλώσουν, και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Το μόνο που κατάφερα ήταν να τους κάνω να υποφέρουν!» Όσο πιο πολύ θα το σκεφτόσουν, τόσο πιο πολύ θα θεωρούσες ότι τους είχες απογοητεύσει και ότι είχες χρέος απέναντί τους. Τότε θα έλεγες μέσα σου: «Όχι, δεν γίνεται αυτό. Πιστεύω στον Θεό, εκτελώ το καθήκον ενός δημιουργήματος και ολοκληρώνω την αποστολή από τον Θεό. Κανέναν δεν απογοήτευσα». Μετά, όμως, θα σκεφτόσουν το εξής: «Οι γονείς μου είναι πολύ μεγάλοι και δεν έχουν άλλο παιδί στο πλάι τους για να τους φροντίσει. Άραγε γιατί με μεγάλωσαν;» Θα ήσουν διχασμένος, αλλά όπως κι αν το σκεφτόσουν, δεν θα μπορούσες να το ξεπεράσεις. Όχι μόνο θα έκλαιγες, αλλά θα παγιδευόσουν στα συναισθήματά σου για τους γονείς σου. Είναι εύκολο να τους εγκαταλείψεις, σε τέτοιες συνθήκες; Θα έλεγες: «Οι γονείς μου με γέννησαν και με μεγάλωσαν. Δεν περίμεναν να γίνω πάμπλουτος ούτε μου ζήτησαν ποτέ τίποτα το υπερβολικό. Ήλπιζαν απλώς να είμαι δίπλα τους όταν αρρώσταιναν και με είχαν ανάγκη, να τους συντροφεύω και να απαλύνω τον πόνο τους. Ούτε καν αυτό δεν έχω κάνει!» Θα έκλαιγες από τη μέρα που θα μάθαινες ότι οι γονείς σου είχαν αρρωστήσει βαριά μέχρι τη μέρα που θα πέθαιναν. Αν σας συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα λυπόσασταν; Θα κλαίγατε; Θα δακρύζατε; (Ναι.) Θα κλονιζόταν εκείνη τη στιγμή η αποφασιστικότητα και οι φιλοδοξίες σου; Θα ένιωθες την ανάγκη να τρέξεις βεβιασμένα και απερίσκεπτα πίσω στους γονείς σου; Θα πίστευες, βαθιά μέσα σου, ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος και ότι οι γονείς σου σε μεγάλωσαν τζάμπα; Θα ένιωθες συνέχεια ντροπή να αντικρίσεις τους γονείς σου; Θα θυμόσουν όλη την ώρα ότι σε μεγάλωσαν και το πόσο καλοί ήταν απέναντί σου; (Ναι.) Θα παράταγες το καθήκον σου; Θα έκανες ό,τι περνούσε από το χέρι σου για να μάθεις από φίλους, αδελφούς και αδελφές τα τελευταία νέα των γονιών σου; Όλοι οι άνθρωποι θα εκδηλώνονταν έτσι, σωστά; Είναι, λοιπόν, εύκολο να λυθεί αυτό το πρόβλημα; Πώς πρέπει να κατανοήσεις αυτά τα ζητήματα; Πώς πρέπει να το βλέπεις αν οι γονείς σου αρρωστήσουν ή πάθουν κάποια μεγάλη συμφορά; Αν διακρίνεις καλά το ζήτημα, θα μπορέσεις να το εγκαταλείψεις. Αν δεν τα καταφέρεις, τότε δεν θα μπορέσεις να το εγκαταλείψεις. Νομίζεις διαρκώς ότι όλα όσα πέρασαν και βίωσαν οι γονείς σου έχουν σχέση μ’ εσένα και ότι πρέπει να μοιραστείς αυτά τα φορτία· ρίχνεις πάντα το φταίξιμο στον εαυτό σου, νομίζεις πάντα ότι όλα αυτά έχουν κάποια σχέση μ’ εσένα, θέλεις συνεχώς να ανακατεύεσαι. Είναι σωστή αυτή η ιδέα; (Όχι.) Γιατί; Ποια θα έπρεπε να είναι η άποψή σου γι’ αυτά τα πράγματα; Ποιες εκδηλώσεις είναι κανονικές και ποιες όχι; Ποιες είναι παράλογες και δεν συμφωνούν με την αλήθεια; Θα αναφερθούμε πρώτα στις κανονικές εκδηλώσεις. Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται απ’ τους γονείς τους· προέρχονται από τη σάρκα και έχουν συναισθήματα. Τα συναισθήματα είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης και δεν μπορεί κανένας να τα αποφύγει. Όλοι οι άνθρωποι έχουν συναισθήματα· ακόμη και τα ζωάκια έχουν, πόσο μάλλον οι άνθρωποι. Κάποιοι, όμως, έχουν λίγο πιο έντονα συναισθήματα, ενώ άλλοι πιο ήπια. Ωστόσο, όποιες κι αν είναι οι περιστάσεις, κάθε άνθρωπος έχει συναισθήματα. Είτε οφείλεται στα συναισθήματα, είτε στην ανθρώπινη φύση, είτε στον ορθολογισμό, κάθε άνθρωπος θα αναστατωνόταν όταν μάθαινε ότι έχουν αρρωστήσει οι γονείς του, ότι έχουν βιώσει κάποια μεγάλη συμφορά ή ότι υποφέρουν. Όλοι θα αναστατώνονταν. Είναι πολύ φυσιολογικό να αναστατωθεί κάποιος, πρόκειται για ανθρώπινο ένστικτο, είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης και των συναισθημάτων τους. Είναι μια κανονική εκδήλωση των ανθρώπων. Όταν οι γονείς τους πάθουν μια σοβαρή ασθένεια ή αντιμετωπίσουν μια μεγάλη συμφορά, είναι πολύ φυσιολογικό να στενοχωρηθούν, να κλάψουν, να νιώσουν πιεσμένοι, να ψάξουν να βρουν τρόπους να λύσουν τα προβλήματα και να μοιραστούν το φορτίο με τους γονείς τους. Για κάποιους, ο αντίκτυπος θα φανεί και στον οργανισμό τους· δεν μπορούν να φάνε, νιώθουν έναν κόμπο στο στομάχι και είναι όλη μέρα κακόκεφοι. Έτσι εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους τα οποία είναι απολύτως κανονικά. Δεν πρέπει να σε κατακρίνουν για αυτές τις κανονικές εκδηλώσεις· μην προσπαθείς να τις αποφύγεις και σίγουρα μη δέχεσαι την κριτική κανενός άλλου πάνω σ’ αυτές. Αν εκδηλώνεσαι έτσι, σημαίνει ότι έχεις αληθινά συναισθήματα για τους γονείς σου και ότι έχεις την επίγνωση της συνείδησης· είσαι κανονικός, συνηθισμένος άνθρωπος. Δεν πρέπει να σου ασκεί κανείς κριτική επειδή έχεις αυτές τις συναισθηματικές εκδηλώσεις ή ανάγκες. Όλες αυτές οι εκδηλώσεις ανήκουν στο πλαίσιο του ορθολογισμού και της συνείδησης. Πότε, λοιπόν, δεν είναι κανονικές οι εκδηλώσεις; Όταν ξεφεύγουν από τα όρια του ορθολογισμού. Όταν οι άνθρωποι, μόλις τους συμβούν αυτά τα πράγματα, θέλουν αμέσως να τα παρατήσουν όλα και να γυρίσουν στο πλάι των γονιών τους. Όταν ρίχνουν αμέσως το φταίξιμο στον εαυτό τους και εγκαταλείπουν τα ιδανικά, τις φιλοδοξίες και την αποφασιστικότητα που είχαν παλιότερα, ακόμη και τους όρκους που είχαν πάρει ενώπιον του Θεού. Αυτές οι εκδηλώσεις δεν είναι κανονικές και ξεπερνούν τα όρια του ορθολογισμού, είναι πολύ παρορμητικές! Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιλέξουν το σωστό και ορθό μονοπάτι όταν βρίσκονται εν βρασμώ ψυχής. Δεν είναι απλό να επιλέξεις το μονοπάτι της εκτέλεσης ενός καθήκοντος και να αποφασίσεις να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος· είναι αναντικατάστατο. Δεν είναι σε καμία περίπτωση μια απόφαση που μπορεί να πάρει κανείς εν βρασμώ ψυχής. Επίσης, είναι το ορθό μονοπάτι· δεν πρέπει το περιβάλλον, οι άνθρωποι, τα γεγονότα και τα πράγματα που βρίσκονται γύρω σου να σε κάνουν να αλλάξεις την απόφασή σου να βαδίσεις στο ορθό μονοπάτι της ζωής. Αυτόν τον ορθολογισμό πρέπει να έχεις. Ούτε οι γονείς σου ούτε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη αλλαγή δεν πρέπει να επηρεάζει το πιο σημαντικό πράγμα, δηλαδή την εκτέλεση του καθήκοντος ενός δημιουργήματος. Αυτή είναι η μία πτυχή του ζητήματος. Μια άλλη πτυχή είναι η εξής: μπορείς να καθορίσεις εσύ πράγματα όπως το αν θα αρρωστήσουν οι γονείς σου, το πότε θα αρχίσουν να αρρωσταίνουν και τις συνέπειες στις οποίες μπορεί να οδηγήσει αυτό; Μπορεί να πεις: «Ίσως αυτό έγινε επειδή δεν ήμουν σωστό παιδί απέναντί τους. Αν όλα αυτά τα χρόνια έβγαζα λεφτά και δούλευα φιλότιμα, και αν ήμουν ευκατάστατος, θα μπορούσαν να έχουν αντιμετωπίσει νωρίτερα αυτήν την ασθένεια, και δεν θα είχε επιδεινωθεί τόσο πολύ. Φταίει το ότι δεν ήμουν σωστό παιδί». Είναι σωστή αυτή η σκέψη; (Όχι.) Αν κάποιος έχει λεφτά, μπορεί να αγοράσει την υγεία του και να μην αρρωστήσει; (Όχι.) Στον κόσμο αυτόν δεν αρρωσταίνουν ποτέ οι πλούσιοι; Τα πάντα, από τη στιγμή που κάποιος νιώθει ότι κάτι έχει, μέχρι να αρρωστήσει και τελικά να πεθάνει, είναι προκαθορισμένα από τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν να το καθορίσει αυτό οποιοσδήποτε άνθρωπος; Πώς είναι δυνατόν να το καθορίσει αυτό τα λεφτά; Πώς είναι δυνατόν να το καθορίσει το περιβάλλον του ατόμου; Τα πάντα τα καθορίζει η κυριαρχία και οι διευθετήσεις του Θεού. Δεν υπάρχει λόγος, λοιπόν, να αναλύεις ή να ερευνάς υπερβολικά αν οι γονείς σου έχουν αρρωστήσει σοβαρά ή αν αντιμετωπίζουν κάποια μεγάλη συμφορά, και ασφαλώς δεν πρέπει να αφιερώνεις ενέργεια σ’ αυτό —είναι ανώφελο. Η γέννηση, τα γεράματα, οι αρρώστιες, ο θάνατος και η αντιμετώπιση διαφόρων μεγάλων και μικρών ζητημάτων στη ζωή είναι πολύ κανονικές καταστάσεις. Αν είσαι ενήλικας, τότε πρέπει να σκεφτείς ώριμα και να προσεγγίσεις αυτό το θέμα ήρεμα και σωστά ως εξής: «Οι γονείς μου αρρώστησαν. Κάποιοι λένε ότι φταίει που τους έλειψα τόσο πολύ· γίνεται αυτό; Ναι, σίγουρα τους έχω λείψει. Πώς είναι δυνατόν να μη σου λείπει το ίδιο σου το παιδί; Κι εμένα μου έλειψαν, εγώ γιατί δεν αρρώστησα;» Γίνεται να αρρωστήσει κανείς επειδή του λείπουν τα παιδιά του; Δεν γίνεται. Και τι συμβαίνει όταν αντιμετωπίζουν τόσο σημαντικά ζητήματα οι γονείς σου; Το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι αυτά τα ζητήματα τα έχει ενορχηστρώσει στη ζωή τους ο Θεός. Τα έχει ενορχηστρώσει το χέρι του Θεού. Μην επικεντρώνεσαι σε αντικειμενικούς λόγους και αιτίες. Ήταν δεδομένο ότι οι γονείς σου θα αντιμετώπιζαν αυτό το ζήτημα όταν έφταναν σ’ αυτήν την ηλικία, ήταν αναμενόμενο να πληγούν από αυτήν την ασθένεια. Αν ήσουν εσύ εκεί, δεν θα το πάθαιναν; Αν δεν ήταν γραφτό από τον Θεό να αρρωστήσουν, τότε δεν θα είχαν πάθει τίποτα, ακόμη και αν δεν ήσουν κοντά τους. Αν ήταν γραφτό να πάθουν στη ζωή τους αυτήν τη μεγάλη συμφορά, τότε τι θα πετύχαινες αν ήσουν στο πλευρό τους; Δεν θα μπορούσαν ούτως ή άλλως να το αποφύγουν, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Σκέψου εκείνους που δεν πιστεύουν στο Θεό. Δεν είναι όλοι μαζί με τις οικογένειές τους κάθε χρόνο; Όταν τύχει σ’ εκείνους τους γονείς κάποια μεγάλη συμφορά, είναι μαζί τους και τα παιδιά τους και οι συγγενείς τους, έτσι δεν είναι; Όταν αρρωστήσουν αυτοί οι γονείς ή όταν χειροτερέψουν οι αρρώστιες τους, φταίει το γεγονός ότι τους εγκατέλειψαν τα παιδιά τους; Όχι, δεν φταίει αυτό, είναι γραφτό τους να συμβεί. Απλώς εσύ, ως παιδί τους, λόγω του δεσμού αίματος που έχεις με τους γονείς σου, θα στενοχωρηθείς όταν μάθεις ότι αρρώστησαν, ενώ οι άλλοι δεν θα αισθανθούν τίποτα. Είναι πολύ φυσιολογικό αυτό. Όμως, όταν οι γονείς σου αντιμετωπίζουν μια τέτοια μεγάλη συμφορά δεν πρέπει να αναλύσεις και να ερευνήσεις το ζήτημα ή να σκεφτείς πώς να απαλλαγείς από αυτό ή να το επιλύσεις. Οι γονείς σου είναι ενήλικες· τους έχουν συμβεί τέτοια πράγματα στην κοινωνία ουκ ολίγες φορές. Αν ο Θεός οργανώσει ένα περιβάλλον για να τους απαλλάξει από το ζήτημα, τότε αυτό, αργά ή γρήγορα, θα εξαλειφθεί πλήρως. Αν το ζήτημα είναι γι’ αυτούς εμπόδιο ζωής, και πρέπει να βιώσουν αυτήν την εμπειρία, τότε είναι στο χέρι του Θεού για πόσο διάστημα πρέπει να τη βιώσουν. Πρέπει να τη βιώσουν και δεν γίνεται να την αποφύγουν. Αν θέλεις να λύσεις μόνος σου αυτό το ζήτημα, να το αναλύσεις και να ερευνήσεις την πηγή, τις αιτίες και τις συνέπειές του, τότε είσαι ανόητος. Δεν υπάρχει λόγος, είναι περιττό να σκέφτεσαι κάτι τέτοιο. Δεν πρέπει να ενεργείς έτσι, να το αναλύεις, να το ερευνάς και να έρχεσαι σε επαφή με τους συμμαθητές σου και τους φίλους σου για να σε βοηθήσουν, να έρχεσαι σε επαφή με το νοσοκομείο για λογαριασμό των γονιών σου, ώστε να βρεις τους καλύτερους γιατρούς και το καλύτερο κρεβάτι στο νοσοκομείο· δεν είναι ανάγκη να σπας το κεφάλι σου με όλα αυτά. Αν όντως σου περισσεύει ενέργεια, τότε κάνε σωστά το καθήκον που οφείλεις να εκτελέσεις τώρα. Οι γονείς σου έχουν τη δική τους μοίρα. Κανείς δεν μπορεί να γλυτώσει από την ώρα του θανάτου του. Οι γονείς σου δεν είναι κύριοι της μοίρας σου, και αντίστοιχα, ούτε εσύ είσαι κύριος της μοίρας των γονιών σου. Αν κάτι είναι γραφτό τους να γίνει, εσύ τι μπορείς να κάνεις; Αν ανησυχείς και ψάχνεις να βρεις λύσεις, τι θα πετύχεις; Τίποτα δεν μπορείς να πετύχεις· το αποτέλεσμα εξαρτάται από τις προθέσεις του Θεού. Αν Εκείνος θέλει να τους πάρει και να σου επιτρέψει να εκτελέσεις το καθήκον σου ανενόχλητος, τότε μπορείς εσύ να το εμποδίσεις; Μπορείς να συζητήσεις με τον Θεό τους όρους; Τι πρέπει να κάνεις εκείνη τη στιγμή; Να σπας το κεφάλι σου για να βρεις λύσεις, να το ερευνάς, να το αναλύεις, να επιρρίπτεις τις ευθύνες στον εαυτό σου και να ντρέπεσαι να αντικρίσεις τους γονείς σου; Αυτά πρέπει να σκέφτεται και να κάνει ένας άνθρωπος; Όλα αυτά εκδηλώνουν ότι δεν υποτάσσεσαι στον Θεό και στην αλήθεια· είναι εκδηλώσεις παράλογες, ασύνετες και επαναστατικές απέναντι στον Θεό. Δεν πρέπει να έχουν αυτές τις εκδηλώσεις οι άνθρωποι. Το καταλαβαίνεις; (Ναι.)
Κάποιοι λένε «Ξέρω ότι δεν πρέπει να αναλύω και να ερευνάω γιατί αρρώστησαν οι γονείς μου ή γιατί τους βρήκε μεγάλη συμφορά. Ξέρω ότι δεν έχει νόημα να το κάνω και ότι πρέπει να το προσεγγίσω με βάση τις αλήθεια-αρχές, αλλά δεν μπορώ να συγκρατηθώ και να μην το αναλύσω ή να το ερευνήσω». Ας λύσουμε, λοιπόν, το πρόβλημα της αυτοσυγκράτησης, έτσι ώστε να μην αναγκάζεσαι πια να περιορίζεσαι. Πώς μπορείς να το πετύχεις; Σ’ αυτήν τη ζωή, οι άνθρωποι που έχουν υγιή οργανισμό αρχίζουν να εμφανίζουν τα πρώτα σημάδια γήρανσης μετά τα 50 ή τα 60 τους. Εξασθενούν οι μύες και τα οστά τους, μειώνεται η δύναμή τους, δεν μπορούν να κοιμηθούν καλά και να φάνε πολύ. Δεν έχουν πολλή ενέργεια για να δουλέψουν, να διαβάσουν ή να κάνουν οποιαδήποτε δουλειά. Αρχίζουν να εμφανίζουν διάφορες παθήσεις, όπως υψηλή πίεση, διαβήτη, καρδιοπάθεια, καρδιαγγειακές ή εγκεφαλικές παθήσεις και ούτω καθεξής. Όσοι είναι λίγο πιο υγιείς, αν και παρουσιάζουν αυτά τα συμπτώματα του γήρατος, συνεχίζουν να λειτουργούν, και τα συμπτώματα αυτά δεν τους εμποδίζουν να ζουν και να εργάζονται κανονικά. Μια χαρά ως εδώ. Όσοι, όμως, δεν είναι τόσο υγιείς, επηρεάζονται από αυτά τα συμπτώματα και δεν μπορούν να εργαστούν και να ζήσουν κανονικά, ενώ κάποιες φορές χρειάζεται να πάνε στο νοσοκομείο για να τους δει ο γιατρός. Κάποιοι υποφέρουν από κρυολογήματα ή πονοκεφάλους· άλλοι παθαίνουν εντερίτιδα ή διάρροια και, κάθε φορά χρειάζεται να μείνουν στο κρεβάτι για δύο μέρες. Κάποιοι έχουν υψηλή πίεση και τους πιάνει τέτοια ζαλάδα που δεν μπορούν να περπατήσουν, να οδηγήσουν ή να βγουν απ’ το σπίτι. Άλλοι έχουν ακράτεια και δεν αισθάνονται άνετα, οπότε σπάνια βγαίνουν και ταξιδεύουν με συγγενείς και φίλους. Άλλοι έχουν αλλεργίες σε διάφορα φαγητά. Κάποιοι δεν κοιμούνται καλά και δεν μπορούν να κοιμηθούν σε μέρη με φασαρία· μόλις μετακομίσουν, δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο να κοιμηθούν. Όλα αυτά τα πράγματα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή και στη δουλειά αυτών των ανθρώπων. Κάποιοι δεν μπορούν να δουλέψουν πάνω από τρεις με τέσσερις συνεχόμενες ώρες. Και έπειτα υπάρχουν και ακόμη πιο σοβαρές περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι άνθρωποι παθαίνουν στα 50 ή 60 τους χρόνια κάποια ανίατη ασθένεια, όπως καρκίνο, διαβήτη, ρευματική καρδιοπάθεια, άνοια, Πάρκινσον και ούτω καθεξής. Είτε τις παθήσεις αυτές τις προκαλούν αυτά που έτρωγαν, είτε η ρύπανση του περιβάλλοντος, του αέρα ή του νερού, είναι νόμος για τον ανθρώπινο οργανισμό ότι, μετά την ηλικία των 45 για τις γυναίκες και των 50 για τους άνδρες, το σώμα τους αρχίζει σιγά-σιγά να φθείρεται. Κάθε μέρα λένε ότι νιώθουν δυσφορία εδώ ή ότι πονάνε εκεί, πηγαίνουν στον γιατρό για να τους δει, και αποδεικνύεται ότι έχουν καρκίνο τελικού σταδίου. Στο τέλος, ο γιατρός λέει: «Πήγαινε σπίτι σου, δεν θεραπεύεται». Όλοι οι άνθρωποι θα βρεθούν αντιμέτωποι με αυτές τις ασθένειες της σάρκας. Σήμερα είναι εκείνοι, αύριο θα είστε εσείς και εμείς. Με βάση την ηλικία και με τη σειρά, όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται, γερνάνε, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν —από τα νιάτα θα περάσουν στα γηρατειά, στα γηρατειά θα αρρωστήσουν και θα πεθάνουν— είναι νόμος αυτό. Απλώς, όταν μάθεις ότι αρρώστησαν οι γονείς σου, επειδή είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, εκείνοι για τους οποίους ανησυχείς περισσότερο και αυτοί που σε μεγάλωσαν, δεν θα καταφέρεις να υπερβείς το εμπόδιο των συναισθημάτων σου και θα σκεφτείς το εξής: «Όταν πεθαίνουν οι γονείς των άλλων, δεν νιώθω τίποτα. Όμως, δεν γίνεται να αρρωστήσουν οι δικοί μου γονείς, κάτι τέτοιο θα με στενοχωρούσε. Δεν το αντέχω, πονάει η καρδιά μου. Δεν μπορώ να προσπεράσω τα συναισθήματά μου!» Μόνο και μόνο επειδή είναι οι δικοί σου γονείς, θεωρείς ότι δεν πρέπει να γεράσουν, να αρρωστήσουν και ότι φυσικά δεν πρέπει να πεθάνουν —έχει νόημα αυτό; Δεν έχει νόημα ούτε ισχύει. Το καταλαβαίνεις; (Ναι.) Όλοι οι άνθρωποι θα δουν τους γονείς τους να γερνάνε, να αρρωσταίνουν, και σε σοβαρές περιπτώσεις βλέπουν τους γονείς τους να μένουν κατάκοιτοι ή να γίνονται φυτά. Οι γονείς κάποιων ανθρώπων έχουν υψηλή πίεση, μερική παράλυση, παθαίνουν εγκεφαλικά, ή πάσχουν από κάποια σοβαρή αρρώστια και πεθαίνουν. Όλοι οι άνθρωποι θα γίνουν αυτοπροσώπως μάρτυρες, θα δουν ή θα μάθουν ότι οι γονείς τους γερνάνε, αρρωσταίνουν και μετά πεθαίνουν. Απλώς κάποιοι το μαθαίνουν αυτό νωρίτερα, όταν οι γονείς τους είναι γύρω στα 50. Κάποιοι άλλοι το μαθαίνουν όταν οι γονείς τους είναι γύρω στα 60. Και άλλοι γονείς φτάνουν στα 80, στα 90 ή στα 100 μέχρι να πεθάνουν. Όποτε, όμως, κι αν ακούσεις αυτά τα νέα, μια μέρα, αργά ή γρήγορα, θα αποδεχτείς αυτό το γεγονός ως γιος ή ως κόρη. Αν είσαι ενήλικας, θα πρέπει να έχεις ώριμο τρόπο σκέψης και σωστή στάση απέναντι στη γέννηση, στα γηρατειά, στις αρρώστιες και στον θάνατο, και να μην είσαι παρορμητικός· πρέπει να μπορείς να αντέξεις όταν μαθαίνεις ότι οι γονείς σου αρρώστησαν ή ότι τους είπαν οι γιατροί πως η ασθένειά τους δεν θεραπεύεται. Η γέννηση, τα γεράματα, οι αρρώστιες και ο θάνατος είναι πράγματα που οφείλει ο κάθε άνθρωπος να αποδεχτεί. Εσύ, λοιπόν, γιατί δεν μπορείς να το αντέξεις; Γιατί θέλεις να παραβιάσεις τον νόμο που έχει ορίσει ο Θεός για τη γέννηση και τον θάνατο του ανθρώπου; Γιατί δεν τον αποδέχεσαι; Τι πρόθεση έχεις; Δεν θέλεις να πεθάνουν οι γονείς σου, δεν θέλεις να ζήσουν σύμφωνα με τον νόμο της γέννησης, των γηρατειών, της αρρώστιας και του θανάτου που έχει καθορίσει ο Θεός. Θέλεις να τους αποτρέψεις από το να αρρωστήσουν και να πεθάνουν. Τι θα ήταν τότε; Δεν θα ήταν φτιαγμένοι από πλαστικό; Θα παρέμεναν άνθρωποι σε μια τέτοια περίπτωση; Πρέπει, λοιπόν, να αποδεχτείς αυτό το γεγονός. Πριν μάθεις ότι οι γονείς σου έχουν γεράσει, έχουν αρρωστήσει ή ότι έχουν πεθάνει, πρέπει να προετοιμαστείς μέσα σου. Μια μέρα, αργά ή γρήγορα, όλοι οι άνθρωποι θα γεράσουν, θα φθαρούν και θα πεθάνουν. Γιατί να μη βιώσουν αυτό το εμπόδιο και οι γονείς σου ως κανονικοί άνθρωποι; Πρέπει να το βιώσουν, κι εσύ πρέπει να προσεγγίσεις σωστά το θέμα. Το λύσαμε αυτό το ζήτημα; Μπορείς τώρα να αντιμετωπίσεις ορθολογικά αυτά τα πράγματα; (Ναι.) Όταν, λοιπόν, στο μέλλον οι γονείς σου αρρωστήσουν σοβαρά ή τους συμβεί κάποια μεγάλη συμφορά, πώς θα το προσεγγίσεις; Λάθος είναι αν το αγνοήσεις, και αν το κάνεις, οι άλλοι θα πουν: «Είσαι βάτραχος ή φίδι; Πώς είναι δυνατόν να είσαι τόσο ψυχρός;» Κανονικός άνθρωπος είσαι, οπότε πρέπει να έχεις κάποια αντίδραση. Πρέπει να σκεφτείς το εξής: «Οι γονείς μου πέρασαν δύσκολα στη ζωή τους και προσβλήθηκαν από αυτήν την ασθένεια σε μικρή ηλικία. Δεν έχουν απολαύσει ευλογίες, και δεν πίστευαν με ζήλο στον Θεό. Κάπως έτσι ήταν η ζωή τους. Δεν έχουν καταλάβει τίποτα, δεν έχουν βαδίσει στο ορθό μονοπάτι ούτε έχουν επιδιώξει την αλήθεια. Απλώς άφηναν τον χρόνο να κυλάει. Δεν έχουν καμία διαφορά από τα ζώα· είναι σαν γέρικες αγελάδες ή γέρικα άλογα. Τώρα που έχουν αρρωστήσει σοβαρά, αναγκαστικά θα πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, αλλά ελπίζω να μειώσει ο Θεός κάποια από τα βάσανά τους». Αρκεί να προσευχηθείς γι’ αυτούς μέσα απ’ την καρδιά σου. Τι μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε άνθρωπος; Αν δεν είσαι μαζί με τους γονείς σου, τότε δεν μπορείς να κάνεις τίποτα· αλλά ακόμα και δίπλα τους να είσαι, τι μπορείς να κάνεις; Πόσοι είναι εκείνοι που έχουν δει αυτοπροσώπως τους γονείς τους να περνάνε από τα νιάτα στα γηρατειά, από τα γηρατειά στις διάφορες αρρώστιες, από τις διάφορες αυτές αρρώστιες στην αδυναμία να θεραπευτούν, ώσπου να δηλωθούν νεκροί και να σταλούν στο νεκροτομείο; Πάρα πολλοί είναι. Όλα αυτά τα παιδιά, παρόλο που μένουν με τους γονείς τους, τι μπορούν να κάνουν; Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα· το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να παρακολουθούν. Αν δεν παρακολουθήσεις τώρα τη διαδικασία αυτή, θα γλιτώσεις από μερικά προβλήματα· καλύτερα να μην την παρακολουθήσεις, δεν θα σου έκανε καλό. Καλά δεν λέω; (Ναι.) Σχετικά με το ζήτημα αυτό, αφενός πρέπει να διακρίνεις πως το γεγονός ότι οι άνθρωποι γεννιούνται, γερνάνε, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν είναι ένας νόμος που έχει ορίσει ο Θεός· αφετέρου, πρέπει να διακρίνεις ξεκάθαρα τις ευθύνες που πρέπει να εκπληρώνουν οι άνθρωποι αλλά και τη μοίρα τους, να μην είσαι παράλογος και να μην κάνεις παρορμητικά ή ανόητα πράγματα. Γιατί δεν πρέπει να κάνεις παρορμητικά ή ανόητα πράγματα; Γιατί όχι μόνο είναι ανώφελο αλλά θα αποκαλυφθεί και η ανοησία σου. Και το πιο σοβαρό είναι ότι την ώρα που κάνεις ανόητα πράγματα, επαναστατείς ενάντια στον Θεό, και ο Θεός αυτό το αποστρέφεται, δεν Του αρέσει. Όσον αφορά το δόγμα, έχεις καταλάβει και έχεις ξεκαθαρίσει όλες αυτές τις αλήθειες, αλλά επιμένεις στο δικό σου μονοπάτι και κάνεις κάποια πράγματα με πείσμα και σκόπιμα, κι έτσι ο Θεός δεν σε συμπαθεί, σε αποστρέφεται. Τι αποστρέφεται σ’ εσένα; Αποστρέφεται το πείσμα, την ανοησία και την επαναστατικότητά σου. Νομίζεις ότι έχεις κάποια ανθρώπινα αισθήματα, αλλά ο Θεός σε χαρακτηρίζει πεισματάρη και ανόητο. Είσαι πεισματάρης, ανόητος, ηλίθιος και αδιάλλακτος, ενώ δεν αποδέχεσαι την αλήθεια και δεν υποτάσσεσαι στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού. Ο Θεός σού έχει πει ξεκάθαρα την ουσία, την πηγή και τις συγκεκριμένες αρχές άσκησης που περιλαμβάνει αυτό το ζήτημα, αλλά εσύ συνεχίζεις να θες να τα διαχειριστείς όλα αυτά με τα συναισθήματά σου, κι έτσι ο Θεός δεν σε συμπαθεί. Αν, τελικά, δεν διώξει ο Θεός την αρρώστια των γονιών σου, αν πρέπει να αρρωστήσουν βαριά και να πεθάνουν, τότε αυτό θα γίνει. Αυτό το γεγονός δεν μπορεί να το αλλάξει κανένας άνθρωπος. Αν εσύ θέλεις να το αλλάξεις, το μόνο που αποδεικνύει αυτό είναι ότι θέλεις να αλλάξεις την κυριαρχία του Θεού με τα δικά σου χέρια και με τις δικές σου μεθόδους. Αντιτίθεσαι στον Θεό κι αυτό συνιστά την πιο σοβαρή επαναστατικότητα. Και αν δεν θες να αντιταχθείς στον Θεό, τότε, μόλις μάθεις ότι συνέβησαν αυτά τα πράγματα στους γονείς σου, πρέπει να είσαι ήρεμος και να ψάξεις να βρεις ένα μέρος όπου θα κλάψεις μόνος σου, θα σκεφτείς και θα προσευχηθείς, ή θα εκδηλώσεις τη λαχτάρα σου στους αδελφούς και τις αδελφές που βρίσκονται γύρω σου. Μόνο αυτό χρειάζεται να κάνεις. Μη σκέφτεσαι να αλλάξεις κάτι, και βεβαίως μην κάνεις ανόητα πράγματα. Μην προσεύχεσαι στον Θεό να διώξει την αρρώστια των γονιών σου και να τους αφήσει να ζήσουν λίγα χρόνια ακόμα ή να τους δώσει δύο χρόνια απ’ τη δική σου ζωή, μόνο και μόνο επειδή πιστεύεις σ’ Αυτόν ή λόγω του ότι έχεις εγκαταλείψει την οικογένειά σου και την καριέρα σου για να εκτελέσεις τόσα χρόνια το καθήκον σου. Μην κάνεις αυτά τα πράγματα. Ο Θεός δεν πρόκειται να ακούσει τέτοιες προσευχές, και αποστρέφεται αυτού του είδους τις σκέψεις και τις προσευχές. Μην ταράζεις και μη θυμώνεις τον Θεό. Ο Θεός αποστρέφεται πιο πολύ τους ανθρώπους που επιθυμούν να χειραγωγήσουν τη μοίρα κάποιου άλλου, να αλλάξουν το γεγονός ότι ο Θεός κυριαρχεί πάνω στη μοίρα κάποιου ανθρώπου, να αλλάξουν κάποια δεδομένα που έχει ορίσει ο Θεός προ πολλού ή την πορεία της μοίρας των ανθρώπων. Αυτό είναι που αποστρέφεται περισσότερο από όλα ο Θεός.
Ολοκλήρωσα τη συναναστροφή Μου για το πώς πρέπει να βλέπουν, να σκέφτονται και να κατανοούν οι άνθρωποι το θέμα της αρρώστιας των γονιών τους. Ομοίως, οι άνθρωποι πρέπει να έχουν σωστή και ορθολογική στάση και όσον αφορά τον θάνατο των γονιών τους. Κάποιοι άνθρωποι βρίσκονται μακριά από τους γονείς τους για πολλά χρόνια, δεν έχουν βρεθεί στο πλάι τους και δεν έχουν ζήσει μαζί τους. Όταν, όμως, μαθαίνουν ότι οι γονείς τους πέθαναν ξαφνικά, δέχονται ισχυρό σοκ και δεν πιστεύουν ότι όλα τελείωσαν τόσο απότομα. Οι άνθρωποι αυτοί, επειδή δεν βρίσκονταν στο πλευρό των γονιών τους ούτε ζούσαν μαζί τους πολλά χρόνια, έχουν πάντοτε στις σκέψεις και τις αντιλήψεις τους μια παρανόηση. Τι παρανόηση; Τη στιγμή που έφυγες από τους γονείς σου, εκείνοι ήταν μια χαρά. Ύστερα από τόσα χρόνια μακριά τους, μέσα στο μυαλό σου παραμένουν στην ίδια ηλικία και στην ίδια σωματική και βιολογική κατάσταση που θυμάσαι, και κάτι τέτοιο μπερδεύει την κατάσταση. Εκείνη τη στιγμή, πιστεύεις ότι οι γονείς σου δεν πρόκειται να γεράσουν ποτέ και ότι θα ζήσουν μέχρι τα βαθιά γεράματα. Αυτό σημαίνει ότι μόλις εντυπωθούν τα πρόσωπα τους στην καρδιά σου, μόλις η ζωή τους, τα λόγια τους και η συμπεριφορά τους καταγραφούν και αποτυπωθούν στο μυαλό σου και στη μνήμη σου, πλέον νομίζεις ότι θα παραμείνουν έτσι για πάντα, ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν, να γεράσουν και φυσικά να πεθάνουν. Τι σημαίνει εδώ «δεν πρόκειται να πεθάνουν»; Κατά μία έννοια, σημαίνει ότι δεν θα εξαφανιστεί το υλικό τους σώμα. Κατά μία άλλη έννοια, σημαίνει ότι δεν θα εξαφανιστούν τα πρόσωπά τους, τα συναισθήματα που τρέφουν για σένα και ούτω καθεξής. Εδώ υπάρχει παρανόηση, η οποία θα σου προκαλέσει πολλά προβλήματα. Άρα, όποια ηλικία κι αν έχουν οι γονείς σου, είτε πεθάνουν από γεράματα, είτε από αρρώστια, είτε εξαιτίας κάποιων περιστατικών, αυτό θα σου επιφέρει πλήγμα και θα σου φανεί πολύ απότομο. Επειδή νομίζεις ότι οι γονείς σου ζουν και βασιλεύουν ακόμα, και μετά ξαφνικά πεθαίνουν, θα σκεφτείς: «Πώς είναι δυνατόν να πέθαναν; Πώς είναι δυνατόν ζωντανοί άνθρωποι να μετατρέπονται έτσι απλά σε σκόνη; Μέσα μου πιστεύω πάντοτε ότι οι γονείς μου είναι ακόμα ζωντανοί, ότι η μαμά μου μαγειρεύει ακόμα στην κουζίνα και κάνει πολλές δουλειές, και ότι ο μπαμπάς μου πάει κάθε μέρα για δουλειά και φτάνει το βράδυ στο σπίτι». Οι σκηνές αυτές από τη ζωή τους έχουν εντυπωθεί στο μυαλό σου. Οπότε, λόγω των συναισθημάτων σου, μέσα στη συνείδησή σου βρίσκεται κάτι που δεν θα έπρεπε, δηλαδή πιστεύεις πως οι γονείς σου θα ζήσουν για πάντα μέσα στην καρδιά σου. Πιστεύεις, λοιπόν, ότι δεν πρέπει να πεθάνουν, και υπό όποιες συνθήκες κι αν πεθάνουν, θα το εκλάβεις ως μεγάλο πλήγμα και δεν θα μπορέσεις να το αποδεχτείς. Θα κάνεις καρό να το ξεπεράσεις, έτσι δεν είναι; Ήδη το γεγονός ότι οι γονείς σου έχουν αρρωστήσει θα αποτελούσε μεγάλο σοκ για σένα, οπότε το να πεθάνουν θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο σοκ. Πώς πρέπει, λοιπόν, να επιλύσεις το απρόσμενο πλήγμα που θα σου επιφέρει κάτι τέτοιο, προτού συμβεί, έτσι ώστε να μην έχει αντίκτυπο, να μην παρεμποδίσει και να μην επηρεάσει την εκπλήρωση του καθήκοντός σου ή το μονοπάτι στο οποίο βαδίζεις; Ας εξετάσουμε αρχικά τι ακριβώς σημαίνει ο θάνατος και τι ακριβώς σημαίνει να πεθαίνεις· δεν σημαίνει ότι το άτομο φεύγει από αυτόν τον κόσμο; (Ναι.) Σημαίνει ότι η ζωή που έχει ένας άνθρωπος, η οποία έχει υλική παρουσία, αποχωρεί από τον υλικό κόσμο τον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να δουν, και εξαφανίζεται. Και ο άνθρωπος αυτός, στη συνέχεια, θα ζήσει σε έναν άλλον κόσμο, με διαφορετική μορφή. Το ότι αποχωρεί η ζωή των γονιών σου σημαίνει ότι έχει διαλυθεί, έχει εξαφανιστεί και έχει τελειώσει η σχέση που είχες μαζί τους σ’ αυτόν τον κόσμο. Τώρα ζουν σε άλλον κόσμο, έχουν διαφορετική μορφή. Και σχετικά με την εξέλιξη της ζωής τους σ’ εκείνον τον άλλο κόσμο, αν θα επιστρέψουν σ’ αυτόν τον κόσμο, αν θα τους ξαναδείς ή αν θα έχουν κάποια σαρκική σχέση ή συναισθηματική σχέση μαζί σου, αυτό το ορίζει ο Θεός, και δεν σε αφορά καθόλου. Με λίγα λόγια, ο θάνατός τους σημαίνει ότι έχει τελειώσει η αποστολή τους σ’ αυτόν τον κόσμο, και ότι έχει μπει μια τελεία στη ζωή τους. Έχει τελειώσει η αποστολή τους σ’ αυτήν τη ζωή και σ’ αυτόν τον κόσμο, άρα έχει τελειώσει και η σχέση σου μαζί τους. Σε αφορά αν στο μέλλον μετενσαρκωθούν, ή υποστούν κάποια ποινή ή περιορισμό, ή αντιμετωπίσουν κάποιες διευθετήσεις στον άλλο κόσμο; Μήπως μπορείς εσύ να τα καθορίσεις όλα αυτά; Δεν σε αφορά καθόλου, δεν μπορείς να το καθορίσεις και δεν θα το μάθεις ποτέ αυτό. Η σχέση σου με τους γονείς σου σ’ αυτήν τη ζωή ολοκληρώνεται εκείνη τη στιγμή. Με άλλα λόγια, τελειώνει η μοίρα που σας ένωνε όσο ζούσατε ο ένας δίπλα στον άλλον για 10, 20, 30 ή 40 χρόνια. Έπειτα, εκείνοι είναι εκείνοι, εσύ είσαι εσύ, και δεν έχετε καμία απολύτως σχέση ο ένας με τον άλλον. Ακόμα κι αν όλοι σας πιστεύετε στον Θεό, εκείνοι εκτελούσαν τα δικά τους καθήκοντα και εσύ εκτελείς τα δικά σου· από τη στιγμή που παύουν να ζουν στον ίδιο χώρο, δεν έχετε πλέον καμία σχέση. Πολύ απλά, έχουν ήδη ολοκληρώσει την αποστολή που τους έχει αναθέσει ο Θεός. Και σχετικά με τις ευθύνες που εκπλήρωσαν απέναντί σου, αυτές ολοκληρώνονται τη μέρα που αρχίζεις να υπάρχεις ξεχωριστά απ’ αυτούς· δεν έχεις πια καμία σχέση με τους γονείς σου. Αν πεθάνουν σήμερα, απλώς θα νιώσεις μια έλλειψη σε συναισθηματικό επίπεδο και θα έχεις δύο λιγότερους αγαπημένους ανθρώπους να αποζητάς. Δεν θα τους ξαναδείς ποτέ ούτε θα ξαναμάθεις νέα τους. Δεν σε αφορά καθόλου τι θα απογίνουν στη συνέχεια και ποιο θα είναι το μέλλον τους. Δεν θα έχετε κανέναν δεσμό αίματος, δεν θα είστε καν πια το ίδιο είδος όντος. Έτσι είναι. Το ότι πέθαναν θα είναι απλώς το τελευταίο νέο που θα μάθεις γι’ αυτούς σ’ αυτόν τον κόσμο, και το τελευταίο εμπόδιο που θα δεις ή θα ακούσεις σχετικά με τις εμπειρίες ζωής τους που αφορούν τη γέννηση, τα γεράματα, την αρρώστια και τον θάνατο, αυτό είναι όλο. Ο θάνατός τους δεν πρόκειται ούτε να σου στερήσει κάτι ούτε να σου δώσει κάτι, απλώς θα έχουν πεθάνει και θα έχει τελειώσει το ταξίδι τους ως άνθρωποι. Όταν, λοιπόν, φτάσει η ώρα να πεθάνουν, δεν έχει σημασία αν ο θάνατός τους ήταν ατύχημα, αν ήταν φυσιολογικός, αν πέθαναν από ασθένεια και ούτω καθεξής. Ούτως ή άλλως, χωρίς την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, κανένας άνθρωπος και καμία δύναμη δεν θα μπορούσε να τους πάρει τη ζωή. Ο θάνατός τους σημαίνει μόνο το τέλος της υλικής τους ζωής. Αν σου λείπουν και τους νοσταλγείς ή αν ντρέπεσαι γι’ αυτά τα συναισθήματα, δεν θα έπρεπε ούτε είναι ανάγκη να σου λείπουν, να τους νοσταλγείς ή να ντρέπεσαι που νιώθεις έτσι. Εφόσον έχουν φύγει απ’ αυτόν τον κόσμο, δεν είναι περιττό να σου λείπουν; Αν σκέφτεσαι: «Με πεθύμησαν οι γονείς μου όλα αυτά τα χρόνια; Πόσο πιο πολύ βασανίστηκαν επειδή τόσα χρόνια δεν ήμουν στο πλάι τους, για να τους δείξω την ευσέβεια που αρμόζει σ’ ένα παιδί; Όλα αυτά τα χρόνια, μακάρι να μπορούσα να περάσω λίγες μέρες μαζί τους· δεν περίμενα να πεθάνουν τόσο σύντομα. Στενοχωριέμαι και νιώθω ενοχές». Δεν χρειάζεται να σκέφτεσαι έτσι· εσύ δεν έχεις καμία σχέση με τον θάνατό τους. Γιατί το λέω αυτό; Επειδή, ακόμη κι αν τους έδειχνες την ευσέβειά σου ως παιδί ή τους συντρόφευες, κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε η υποχρέωση ούτε το καθήκον που σου έχει δώσει ο Θεός. Εκείνος έχει ορίσει πόση καλοτυχία και πόσες κακουχίες θα τους φέρεις —εσύ δεν εμπλέκεσαι καθόλου σ’ αυτό. Δεν πρόκειται να ζήσουν περισσότερο επειδή είσαι κοντά τους ούτε να ζήσουν λιγότερο επειδή βρίσκεσαι μακριά τους και δεν ήταν δυνατόν να είσαι συχνά δίπλα τους. Ο Θεός έχει ορίσει πόσο θα ζήσουν, και αυτό δεν έχει καμία σχέση μ’ εσένα. Επομένως, αν κάποια στιγμή στη ζωή σου μάθεις ότι πέθαναν οι γονείς σου, δεν χρειάζεται να νιώθεις ενοχές. Θα πρέπει να προσεγγίσεις σωστά το ζήτημα και να το αποδεχτείς. Αν το διάστημα που είχαν αρρωστήσει βαριά έκλαψες πολύ, τότε πρέπει να χαρείς και να νιώσεις ξαλαφρωμένος όταν πεθάνουν· αφού τους αποχαιρετήσεις, δεν υπάρχει λόγος να κλαις. Θα έχεις εκπληρώσει ήδη τις ευθύνες σου ως παιδί τους, θα έχεις προσευχηθεί γι’ αυτούς, θα έχεις στενοχωρηθεί και θα έχεις χύσει αμέτρητα δάκρυα γι’ αυτούς. Επιπλέον, φυσικά και θα έχεις σκεφτεί πάρα πολλές λύσεις για την αντιμετώπιση της αρρώστιας τους και θα έχεις κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι σου για να απαλύνεις το μαρτύριό τους. Θα έχεις κάνει ήδη ό,τι μπορούσες ως παιδί τους. Το μόνο που θα μπορείς να πεις όταν πεθάνουν είναι το εξής: «Ζήσατε μια πολύ δύσκολη ζωή. Ως παιδί σας, εύχομαι να αναπαυθείτε εν ειρήνη. Αν σ’ αυτήν τη ζωή κάνατε πολλά πράγματα που προσέβαλαν τον Θεό, τότε πρέπει να τιμωρηθείτε στον άλλο κόσμο. Αν, αφού τιμωρηθείτε, ο Θεός σάς επιτρέψει να μετενσαρκωθείτε ξανά ως άνθρωποι σ’ αυτόν τον κόσμο, τότε ελπίζω να κάνετε ό,τι μπορείτε για να έχετε καλή συμπεριφορά και να βαδίζετε στο ορθό μονοπάτι. Σταματήστε να κάνετε πράγματα που προσβάλλουν τον Θεό, και προσπαθήστε στις επόμενες ζωές σας να μην υποστείτε καμία τιμωρία». Αυτό είναι όλο. Καλά δεν τα είπα; Μόνο αυτό μπορείς να κάνεις. Είτε πρόκειται για τους γονείς σου είτε για κάποιο άλλο αγαπημένο σου πρόσωπο, μόνο αυτό μπορείς να κάνεις. Και φυσικά, αν δεν μπορείς να βρίσκεσαι μαζί με τους γονείς σου ή να τους προσφέρεις κάποια τελευταία παρηγοριά, όταν τελικά φύγουν από τη ζωή, δεν χρειάζεται να λυπάσαι, αφού στην πραγματικότητα κάθε άνθρωπος φεύγει μόνος του από αυτόν τον κόσμο. Ακόμα κι αν είναι μαζί του τα παιδιά του, όταν έρθει ο αγγελιοφόρος για να τον παραλάβει, μόνο ο ίδιος θα τον βλέπει. Κανένας δεν θα τον συντροφεύει όταν φύγει, ούτε τα παιδιά του ούτε και το ταίρι του. Οι άνθρωποι φεύγουν πάντα μόνοι τους απ’ αυτόν τον κόσμο. Όλοι πρέπει να αντιμετωπίσουν στις τελευταίες τους στιγμές αυτήν την κατάσταση, τη διαδικασία και το περιβάλλον. Δεν θα έχει, λοιπόν, κανένα νόημα να βρίσκεσαι δίπλα στους γονείς σου και να σε κοιτάζουν στα μάτια. Όταν είναι να φύγουν, ακόμα κι αν θέλουν να φωνάξουν το όνομά σου, δεν θα μπορούν, ούτε εσύ θα μπορείς να το ακούσεις· αν θέλουν να απλώσουν το χέρι τους για να σε αγγίξουν, δεν θα έχουν τη δύναμη, κι εσύ δεν θα μπορείς να το αισθανθείς. Θα είναι μόνοι τους, επειδή καθένας έρχεται μόνος του σ’ αυτόν τον κόσμο, και τελικά θα πρέπει να φύγει και μόνος του. Αυτό έχει ορίσει ο Θεός. Όλα αυτά επιτρέπουν στους ανθρώπους να διακρίνουν ακόμη πιο καθαρά ότι η ζωή και η μοίρα τους, καθώς και η γέννηση, τα γεράματα, οι αρρώστιες και ο θάνατός τους βρίσκονται στα χέρια του Θεού· η ζωή καθενός είναι ανεξάρτητη. Όλοι έχουν γονείς, αδέλφια και αγαπημένους, αλλά από την οπτική του Θεού και της ζωής, κάθε άνθρωπος έχει ανεξάρτητη ζωή, οι ζωές δεν ομαδοποιούνται και καμία ζωή δεν συνδέεται με άλλη. Οι δημιουργημένοι άνθρωποι βλέπουν την κάθε ζωή ως ανεξάρτητη, αλλά ο Θεός από την πλευρά Του δεν δημιούργησε καμία ζωή μόνη της, διότι ο ίδιος τις συντροφεύει όλες και τις κατευθύνει προς τα εμπρός. Το θέμα είναι ότι, όταν βρίσκεσαι σ’ αυτόν τον κόσμο, οι γονείς σου σε γεννάνε, και νομίζεις ότι εκείνοι είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι. Στην πραγματικότητα, όμως, όταν φύγουν από αυτόν τον κόσμο, θα καταλάβεις ότι δεν είναι αυτοί οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι. Όταν η ζωή τους τελειώσει, εσύ θα συνεχίσεις να ζεις. Ο θάνατός τους δεν θα σημάνει και το τέλος της δικής σου ζωής, και σίγουρα δεν θα την επηρεάσει. Όλα αυτά τα χρόνια ήσουν μακριά τους, αλλά και πάλι είχες καλή ζωή. Πώς κι έτσι; Επειδή ο Θεός σε παρακολουθεί και σε καθοδηγεί· ζεις υπό την κυριαρχία Του. Όταν φύγουν οι γονείς σου απ’ αυτόν τον κόσμο, τότε θα καταλάβεις ακόμα καλύτερα ότι τόσα χρόνια, χωρίς να έχεις τους γονείς σου να σε συντροφεύουν, να σε φροντίζουν, να σε προσέχουν ή να σε μεγαλώνουν, πέρασες από την παιδική ηλικία, στην ενηλικίωση, στη μέση ηλικία και στα γηρατειά. Με την καθοδήγηση του Θεού, έχεις κατανοήσει όλο και περισσότερα πράγματα στη ζωή σου, και βλέπεις όλο και πιο καθαρά την κατεύθυνση και το μονοπάτι σου προς τα εμπρός. Οι άνθρωποι, λοιπόν, μπορούν να εγκαταλείψουν τους γονείς τους. Τους χρειάζονται μόνο όσο είναι παιδιά, αλλά μόλις μεγαλώσουν, ο ρόλος των γονιών είναι απλώς τυπικός. Οι γονείς απλώς τους στηρίζουν και τους ενισχύουν συναισθηματικά, δεν είναι απαραίτητοι. Βεβαίως, όταν φύγουν οι γονείς σου απ’ αυτόν τον κόσμο, θα δεις τα παραπάνω πράγματα ακόμα πιο ξεκάθαρα. Θα συνειδητοποιήσεις ακόμα περισσότερο ότι η ζωή του ανθρώπου πηγάζει από τον Θεό και ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να στηρίζεται σ’ Αυτόν, χωρίς να έχει τον Θεό ως θρέψη για το μυαλό, το πνεύμα και τη ζωή του. Όταν φύγουν οι γονείς σου, θα σου λείψουν απλώς σε συναισθηματικό επίπεδο. Την ίδια στιγμή θα απελευθερωθείς και συναισθηματικά και ως προς άλλα ζητήματα. Γιατί θα απελευθερωθείς; Όταν βρίσκονται κοντά σου οι γονείς σου, αποτελούν παράλληλα έγνοια και φορτίο για σένα. Μπορείς να είσαι πεισματάρης απέναντί τους και σε κάνουν να νιώθεις ότι δεν μπορείς να απαλλαγείς απ’ τα συναισθήματά σου. Όταν πεθάνουν, όλα αυτά θα επιλυθούν. Θα έχουν φύγει εκείνοι οι άνθρωποι που νόμιζες ότι ήταν οι πιο κοντινοί σου, και δεν θα πρέπει πλέον να ανησυχείς γι’ αυτούς ή να τους αποζητάς. Όταν απαλλαγείς από την εξαρτημένη σχέση που έχεις με τους γονείς σου, όταν φύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο, όταν συνειδητοποιήσεις μέσα σου ότι έχουν ήδη φύγει, και όταν αισθανθείς ότι έχεις ξεπεράσει πια τους δεσμούς αίματος που είχες μαζί τους, τότε θα έχεις γίνει στ’ αλήθεια ώριμος και ανεξάρτητος. Σκέψου το εξής: Όποια ηλικία κι αν έχει κανείς, αν ζουν ακόμα οι γονείς του, τότε όταν έχει πρόβλημα, θα σκέφτεται: «Θα ρωτήσω τη μαμά μου ή τον μπαμπά μου». Πάντα βρίσκουν συναισθηματική θρέψη. Και όταν οι άνθρωποι έχουν τη συναισθηματική θρέψη, τότε νομίζουν ότι η ζωή τους στον κόσμο αυτόν πλημμυρίζει ζεστασιά και ευτυχία. Όταν χάσεις αυτό το αίσθημα ευτυχίας και ζεστασιάς, αν δεν νιώθεις μόνος ούτε νιώθεις ότι έχασες την ευτυχία και τη ζεστασιά, τότε έχεις ωριμάσει και είσαι στ’ αλήθεια ανεξάρτητος όσον αφορά τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου. Μάλλον οι περισσότεροι από σας δεν έχετε βιώσει ακόμη αυτά τα πράγματα. Όταν τα βιώσετε, θα καταλάβετε. Για σκεφτείτε το εξής: Όσο χρονών κι αν είναι κανείς, είτε είναι 40, 50 ή 60 χρονών, όταν πεθαίνουν οι γονείς του, αμέσως ωριμάζει πολύ περισσότερο. Είναι λες και μεταμορφώνεται από αθώο παιδί σε συνετό ενήλικα από τη μία στιγμή στην άλλη. Μέσα σε μια νύχτα αρχίζει και καταλαβαίνει διάφορα πράγματα και γίνεται ανεξάρτητος. Για κάθε άνθρωπο, λοιπόν, ο θάνατος των γονιών του αποτελεί μεγάλο εμπόδιο. Αν καταφέρεις να χειριστείς και να προσεγγίσεις σωστά τη σχέση σου με τους γονείς σου, και παράλληλα να προσεγγίσεις, να χειριστείς και να εγκαταλείψεις σωστά τις προσδοκίες που είχαν οι γονείς σου από σένα ή τις ευθύνες που θα έπρεπε να εκπληρώσεις απέναντί τους σε συναισθηματικό και ηθικό επίπεδο, τότε θα έχεις ωριμάσει πραγματικά, και τουλάχιστον θα είσαι ενήλικας ενώπιον του Θεού. Δεν είναι εύκολο να ενηλικιωθείς κατ’ αυτόν τον τρόπο· πρέπει να υπομείνεις πόνο από πλευράς των σαρκικών σου συναισθημάτων, και συγκεκριμένα να υπομείνεις κάποια συναισθηματική συντριβή και μαρτύριο. Θα πρέπει να υπομείνεις τον πόνο αν δεν πηγαίνουν καλά τα πράγματα ή όπως θα ήθελες, αν είσαι άτυχος και ούτω καθεξής. Μόλις βιώσεις όλον αυτόν τον πόνο, θα καταλάβεις λίγο καλύτερα αυτά τα ζητήματα. Αν συνδέσεις αυτά τα πράγματα με τις αλήθειες πάνω στις οποίες έχουμε συναναστραφεί σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα, τότε θα καταλάβεις λίγο καλύτερα και μάλιστα πολύ αναλυτικά τη ζωή και τη μοίρα των ανθρώπων, τις οποίες καθορίζει ο Θεός, καθώς και την αγάπη που υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους. Όταν καταλάβεις αυτά τα πράγματα, τότε θα μπορείς εύκολα να τα εγκαταλείψεις. Και όταν μπορέσεις να τα εγκαταλείψεις και να τα χειριστείς σωστά, τότε θα μπορείς και να τα προσεγγίσεις σωστά. Δεν θα τα προσεγγίζεις, δηλαδή, με γνώμονα τα ανθρώπινα δόγματα ή τα πρότυπα της ανθρώπινης συνείδησης, αλλά σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει να μπορείς να υποταχθείς στον Θεό. Και είναι καλό σημάδι και καλός οιωνός το να μπορείς να υποταχθείς στον Θεό και στις ενορχηστρώσεις Του. Τι προοιωνίζει; Ότι έχεις ελπίδες να σωθείς. Αυτό που πρέπει, λοιπόν, να κάνετε όσον αφορά το ζήτημα των προσδοκιών των γονιών σας, είτε είσαι νέος, μεσήλικας, ηλικιωμένος, είτε στο τέλος της ζωής σου, και είτε δεν το έχεις βιώσει, είτε το βιώνεις τώρα, είτε το έχεις ήδη βιώσει, δεν είναι απλώς να εγκαταλείψετε τα συναισθήματά σας ή να κόψετε τους δεσμούς με τους γονείς σας και να αποκοπείτε από κείνους. Πρέπει παράλληλα να καταβάλετε προσπάθεια προς την κατεύθυνση της αλήθειας και να κατανοήσετε αυτές τις πτυχές της. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Όταν κατανοήσεις όλες αυτές τις διάφορες πολύπλοκες σχέσεις, τότε μπορείς να ελευθερωθείς απ’ αυτές για να μη σε περιορίζουν πια. Και όταν πάψουν να σε περιορίζουν, θα μπορείς πολύ πιο εύκολα να υποταχθείς στις ενορχηστρώσεις του Θεού, ενώ παράλληλα θα συναντήσεις λιγότερα εμπόδια και μικρότερους φραγμούς. Τότε, άραγε, δεν θα έχεις λιγότερες πιθανότητες να επαναστατήσεις ενάντια στον Θεό;
Μπορείτε τώρα πια να διακρίνετε και να επιλύσετε όλα αυτά τα σημαντικά ζητήματα που έχουν σχέση με τους γονείς; Στον ελεύθερό σας χρόνο, αναλογιστείτε την αλήθεια. Αν, μελλοντικά, ή στα όσα βιώνεις αυτήν την περίοδο, καταφέρεις να συνδέσεις αυτά τα ζητήματα με την αλήθεια και να επιλύσεις αυτά τα προβλήματα βασιζόμενος στην αλήθεια, τότε θα έχεις πολύ λιγότερα προβλήματα και δυσκολίες, και θα ζήσεις πολύ χαλαρά και χαρούμενα. Αν δεν τα προσεγγίσεις με βάση την αλήθεια, τότε θα συναντήσεις πολλά προβλήματα και θα πονέσεις πολύ στη ζωή σου. Αυτή θα είναι η κατάληξη. Και εδώ τελειώνει η σημερινή μας συναναστροφή πάνω στο θέμα των προσδοκιών των γονέων. Αντίο!
29 Απριλίου 2023