Σημείο δέκατο: Σιχαίνονται την αλήθεια, παραβιάζουν απροκάλυπτα τις αρχές και περιφρονούν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού (Μέρος πρώτο)
Πριν ξεκινήσουμε τη σημερινή μας συνάθροιση, θα ακούσουμε μια συζήτηση. Συνομιλούν δύο άνθρωποι. Λέει ο πρώτος: «Αν με κλάδευε κάποιος, οι αδελφοί και οι αδελφές δεν θα ήθελαν πια να κάνουν το καθήκον τους». Λέει ο δεύτερος: «Δεν θα ήθελαν να κάνουν το καθήκον τους; Σιγά τ’ αυγά. Αν κάποιος αντικαθιστούσε εμένα, οι αδελφοί και οι αδελφές θα γίνονταν αρνητικοί και αδύναμοι». Μόλις είδε ο πρώτος ότι ο άλλος τον ξεπερνάει, λέει: «Αν σταματούσα να πιστεύω, οι αδελφοί και οι αδελφές της εκκλησίας μου θα με ακολουθούσαν όλοι τους». Μόλις το άκουσε αυτό, λέει ο δεύτερος: «Αυτό θα πει, λοιπόν, ότι έχεις ισχυρότερη παρουσία από μένα. Ακόμα κι έτσι, όμως, αν κάποιος με απέπεμπε, πολλοί άνθρωποι στην εκκλησία μας θα σταματούσαν να πιστεύουν. Τι λες γι’ αυτό; Έχω ισχυρότερη παρουσία από σένα, έτσι δεν είναι;» Καταλαβαίνετε τι λένε σ’ αυτήν τη συζήτηση; Για ποιο πράγμα ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον; (Ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον για το ποιος μπορεί να πάρει ανθρώπους με το μέρος του, ποιος μπορεί να ιδρύσει ευκολότερα ένα ανεξάρτητο βασίλειο· μετράνε ποιος από τους δύο είναι λίγο περισσότερο πονηρός από τον άλλον.) Ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον για το ποιος είναι πιο πονηρός, ποιος είναι πιο ικανός, ποιος έχει περισσότερες ικανότητες και ποιος από τους δύο έχει πάρει με το μέρος του περισσότερους ανθρώπους. Μήπως ανταγωνίζονται για το ποιος από τους δύο έχει περισσότερη αλήθεια-πραγματικότητα; Ή ποιος έχει πιο ανθρώπινη φύση; Ή μήπως ποιος από τους δύο κατανοεί περισσότερο την αλήθεια; (Όχι. Ανταγωνίζονται για το ποιος θα είχε περισσότερους υπερασπιστές αν τον αντικαθιστούσαν ή τον απέπεμπαν.) Τι είδους ικανότητα είναι αυτή για την οποία ανταγωνίζονται; Ο ανταγωνισμός τους αφορά το ποιος έχει μεγαλύτερη ικανότητα να ελέγχει, να παγιδεύει και να παραπλανά ανθρώπους. Για μαντέψτε: Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί οι δύο; (Είναι και οι δυο τους αντίχριστοι.) Τι είναι; Δεν είναι και οι δυο τους κακοί άνθρωποι και τύραννοι; (Είναι.) Είναι εύκολο να δει κανείς ότι είναι δύο κακοί άνθρωποι· ανταγωνίζονται αναίσχυντα ο ένας τον άλλον για το ποιος από τους δύο έχει μεγαλύτερο περιθώριο να κάνει κακό, ποιος είναι ικανότερος να παραπλανά και να ελέγχει τους άλλους, ποιος έχει μεγαλύτερη ικανότητα να παίρνει ανθρώπους με το μέρος του, ποιος ανταγωνίζεται πιο επάξια τον Θεό για να κερδίσει τον εκλεκτό λαό Του. Όποιος από τους δύο μπορεί να ελέγξει περισσότερους ανθρώπους, αυτός έχει και τη μεγαλύτερη ικανότητα. Αυτό είναι το θέμα του ανταγωνισμού τους. Πείτε Μου, υπάρχουν αντίχριστοι που ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον μ’ αυτόν τον τρόπο; (Υπάρχουν.) Το κάνουν απροκάλυπτα ή ανταγωνίζονται κρυφά ο ένας τον άλλον; (Κρυφά.) Υπάρχει, λοιπόν, στην πραγματικότητα το περιεχόμενο της συζήτησης μεταξύ αυτών των δύο; Είναι αληθινό; (Υπάρχει και είναι αληθινό.) Δεδομένου ότι ανταγωνίζονται κρυφά ο ένας τον άλλον, θα τα έλεγαν ολοφάνερα όλα αυτά; Οι αντίχριστοι, κατά συντριπτική πλειοψηφία, είναι πονηροί και μοχθηροί· δεν θα έλεγαν κάτι τέτοιο απροκάλυπτα ή ευθέως, για να μη δώσουν στους άλλους λαβή για σχόλια. Αυτές είναι, όμως, οι κρυφές τους σκέψεις, και πράγματι έτσι ενεργούν. Όπως κι αν προσπαθούν να κουκουλώσουν και να κρύψουν πράγματα ή να μεταμφιεστούν, η κακόβουλη φύση τους και η αντίχριστη φύση που έχουν δεν είναι δυνατό να συγκαλυφθούν. Είναι σίγουρο ότι όλα θα αποκαλυφθούν. Μπορεί να μη λένε τίποτα φωναχτά, και δεν υπάρχει τίποτα το προφανές ν’ ακούσουν οι άλλοι, ενεργούν, όμως, χωρίς την παραμικρή απόκρυψη ή ασάφεια, χωρίς να κρύβονται ή να τηρούν μυστικότητα. Επίσης, δεν ενεργούν πίσω από την πλάτη των άλλων, ούτε βέβαια κάνουν παραχωρήσεις. Δεν υπάρχει καμία ασάφεια ή προχειρότητα στις συμπεριφορές και τις πράξεις τους που έχουν σκοπό να παγιδεύσουν ανθρώπους, να τους παραπλανήσουν, να τους ελέγξουν και να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο βασίλειο. Εναντιώνονται ολοφάνερα στον Θεό, και ολοφάνερα παγιδεύουν και παραπλανούν ανθρώπους. Έχουν την ελπίδα ότι, αν τύχαινε να κλαδευτούν, θα έσπευδαν να τους υπερασπιστούν πολλοί αδελφοί και αδελφές, θα εναντιώνονταν στον Θεό και στον οίκο Του, θα γίνονταν αρνητικοί, θα τεμπέλιαζαν και δεν θα έκαναν τα καθήκοντά τους. Κάτι τέτοιο θα τους ευχαριστούσε πολύ και θα εκπλήρωνε την επιθυμία τους. Αν αντικατασταθούν, θέλουν απεγνωσμένα πολλοί άνθρωποι να γίνουν αρνητικοί, να πάρουν ανοιχτά το μέρος τους, να σπεύσουν να τους υπερασπιστούν, και να δώσουν εξηγήσεις και επιχειρήματα για λογαριασμό τους στο παρασκήνιο. Θέλουν απεγνωσμένα οι άλλοι να απαριθμούν τα θετικά στοιχεία τους, να υπερασπίζονται την ορθότητά τους, ακόμα και να κρίνουν και να καταδικάζουν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού, να ξεσηκωθούν εναντίον του Θεού κρυφά μέσα τους, να αρνηθούν τη δικαιοσύνη Του, να αρνηθούν ότι όλα όσα λέει και κάνει Εκείνος είναι η αλήθεια, ότι όλα αυτά είναι θετικά πράγματα. Αφού σταματήσουν να πιστεύουν, θέλουν απεγνωσμένα να τους ακολουθήσουν όλοι στη δυσπιστία, να φύγουν μαζί τους, να γίνουν ακόλουθοί τους· θέλουν απεγνωσμένα να αρνηθούν όλοι ότι ο Θεός είναι η αλήθεια, και να πιστέψουν πως την αλήθεια την έχουν εκείνοι, πως όλα όσα κάνουν εκείνοι είναι σωστά, ότι εκείνοι μπορούν να αλλάξουν τους ανθρώπους και να τους σώσουν. Αν αποπεμφθούν ή αποβληθούν από την εκκλησία επειδή έκαναν κακό, θέλουν απεγνωσμένα να αρνηθούν την ύπαρξη του Θεού πολλοί άνθρωποι και να επιστρέψουν στον κόσμο, όπου θα γίνουν άπιστοι. Αυτό θα τους ευχαριστούσε πολύ. Θα αποκαθιστούσε την ισορροπία μέσα τους και θα τους ανακούφιζε. Ποιους αντιπροσωπεύουν αυτές οι αποκαλύψεις σατανικής διάθεσης, αυτές οι συμπεριφορές, αυτές οι ουσίες, ακόμα κι αυτές οι περίπλοκες, λεπτομερείς ιδέες και σκέψεις; Είναι πραγματικοί αδελφοί και αδελφές αυτοί οι άνθρωποι; Έχουν πραγματική πίστη στον Θεό; Υποτάσσονται πραγματικά σ’ Αυτόν; Έχουν έστω και απειροελάχιστο φόβο Θεού; (Όχι.) Από αυτό φαίνεται ότι οι αντίχριστοι, από την ουσία τους, είναι πολέμιοι του Θεού και είναι εχθροί Του. Είναι ακριβής αυτή η δήλωση; Είναι η αλήθεια; (Είναι ακριβής, και είναι η αλήθεια.) Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα, εκατό τοις εκατό. Αυτή η δήλωση είναι η αλήθεια πέρα ως πέρα, επειδή είναι ένα γεγονός που θα παραμείνει απαράλλαχτο για πάντα. Έτσι σκέφτονται οι αντίχριστοι και έτσι ενεργούν. Όλες οι ενέργειες και οι πράξεις τους υπαγορεύονται από τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και επιθυμίες, και υπαγορεύονται κι υποκινούνται από τη φύση των αντίχριστων. Μπορούν, λοιπόν, να σωθούν άνθρωποι που είναι αντίχριστοι; (Όχι.) Είναι σταθερά πολέμιοι του Θεού, είναι σταθερά πολέμιοι της αλήθειας. Κατά τη γνώμη τους, αν κάποιος βλάψει τα συμφέροντά τους ή χαλάσει τη φήμη τους, τους στερήσει τις επιθυμίες τους, τις φιλοδοξίες τους και την ελπίδα τους για ευλογίες, ξεσηκώνονται για να του αντισταθούν και γίνονται εχθροί του, είτε αυτό που έκαναν ήταν σωστό, είτε ήταν λάθος. Αυτή είναι η φύση των αντίχριστων. Γι’ αυτό, ό,τι λάθη και κακές πράξεις κι αν έχουν κάνει άνθρωποι όπως οι αντίχριστοι, ό,τι κι αν έχουν κάνει που να πηγαίνει κόντρα στις αρχές και τις εργασιακές διευθετήσεις του οίκου του Θεού, δεν πρόκειται να αφήσουν τους άλλους να τους κλαδέψουν, ούτε να τους εκθέσουν και να τους χειριστούν. Μόλις τους συμβούν αυτά τα πράγματα, όχι μόνο δεν θα καταφέρουν να υποταχθούν και να τα αποδεχθούν ή να αναγνωρίσουν πως όσα έκαναν ήταν κακές πράξεις· όχι, θα αντεπιτεθούν, και θα προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν το καλό τους όνομα με οποιοδήποτε μέσο. Με όποιο μέσο έχουν στη διάθεσή τους, θα προσπαθήσουν να επιρρίψουν την ευθύνη για τις αμαρτίες και τα λάθη τους σε κάποιον άλλο, χωρίς να πάρουν κανένα μερίδιο ευθύνης. Κι ακόμα παραπέρα, αυτό που επιθυμούν πάνω απ’ όλα είναι οι άνθρωποι να ξεγελαστούν και να παραπλανηθούν ώστε να δικαιολογούν τις κακές τους πράξεις και να επιχειρηματολογούν υπέρ τους, και ακόμα περισσότεροι άνθρωποι να υψώσουν ανάστημα και να μιλήσουν υπέρ τους. Αυτό θα ήθελαν να δουν πάνω απ’ όλα.
Εδώ θα τελειώσουμε την ιστορία μας. Καλά το μαντέψατε. Αυτοί οι δύο άνθρωποι είναι όντως αντίχριστοι. Μόνο αντίχριστοι θα μπορούσαν να κάνουν μια τέτοια συζήτηση, να ξεστομίσουν και να ευχηθούν τέτοια πράγματα. Ένας κανονικός διεφθαρμένος άνθρωπος μπορεί να έχει λίγες τέτοιες ιδέες πότε πότε, όταν όμως του συμβεί κάτι στ’ αλήθεια, θα επιστρέψει ενώπιον του Θεού για να αναζητήσει και να προσευχηθεί. Λίγο λίγο, θα καταλήξει να υποταχθεί. Όλοι όσοι πιστεύουν αληθινά, όλοι όσοι έχουν συνείδηση και λογική, όλοι τους έχουν κάπως θεοφοβούμενη καρδιά όταν τους κλαδεύουν ή τους αντικαθιστούν. Σε κάποιον βαθμό, έχουν στάση υποταγής, προθυμία να υποταχθούν. Δεν επιθυμούν να αντιταχθούν στον Θεό και να είναι πολέμιοί Του. Έτσι πρέπει να συμπεριφέρεται ένας συνηθισμένος άνθρωπος με διεφθαρμένη διάθεση. Ένας αντίχριστος, ωστόσο, δεν έχει κανένα από αυτά τα χαρακτηριστικά. Όσα κηρύγματα κι αν ακούσει, δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τις επιθυμίες του, και δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες που έχει, όπως το να ελέγχει τους ανθρώπους, να τους παίρνει με το μέρος του και να τους παραπλανά. Επιπλέον, όλα αυτά δεν πρόκειται να μειωθούν καθόλου· με τον καιρό και καθώς αλλάζουν οι περιστάσεις, οι φιλοδοξίες και οι επιθυμίες του θα γίνονται ακόμα χειρότερες, θα διογκώνονται ακόμα περισσότερο. Αυτή είναι η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στη φύση-ουσία των αντίχριστων και σ’ εκείνη των συνηθισμένων διεφθαρμένων ανθρώπων.
Έχουμε ολοκληρώσει πλέον τη συναναστροφή μας πάνω στο ένατο σημείο των διάφορων εκδηλώσεων των αντίχριστων. Αυτήν τη φορά, θα συναναστραφούμε πάνω στο δέκατο σημείο: Σιχαίνονται την αλήθεια, παραβιάζουν απροκάλυπτα τις αρχές και περιφρονούν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού. Να σιχαίνεται κανείς την αλήθεια, να παραβιάζει απροκάλυπτα τις αρχές και να περιφρονεί τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού —καθένα από αυτά θα ήταν κι από μόνο του αρκετά σοβαρό, και κανένα δεν είναι αποκάλυψη μιας συνηθισμένης διεφθαρμένης διάθεσης. Μπορεί να δει κανείς ότι η ουσία των αντίχριστων που περιέχει καθένα από αυτά φέρνει μαζί της κακία και μοχθηρία. Είναι δύο προφανή και σοβαρά στοιχεία. Σ’ αυτήν την περίπτωση, μπορεί κανείς να πει ότι η ουσία των αντίχριστων χαρακτηρίζεται από αλαζονεία, αδιαλλαξία και δολιότητα; (Όχι.) Θα ήταν αρκετά δύσκολο να φτάσει κανείς στον πυρήνα αυτών των χαρακτηριστικών της ουσίας ενός αντίχριστου μ’ αυτές τις περιγραφικές λέξεις. Μόνο δύο διαθέσεις, αυτές της κακίας και της μοχθηρίας, περικλείουν την ουσία των αντίχριστων.
Θα τις εξετάσουμε μία προς μία. «Σιχαίνονται την αλήθεια» —τι σημαίνει «σιχαίνομαι»; (Περιφρονώ κάτι.) (Υποτιμώ, απαξιώνω και υποβαθμίζω κάτι.) (Θεωρώ κάτι εντελώς αξιοκαταφρόνητο.) Όλες οι λέξεις που χρησιμοποιείτε σημαίνουν πάνω-κάτω το ίδιο πράγμα. «Σιχαίνομαι» κάτι σημαίνει ότι το αγνοώ, το περιφρονώ, το υποβαθμίζω, το υποτιμώ και το απαξιώνω. Γενικά μιλώντας, σημαίνει να αντιστέκεται κανείς σε κάτι, κάτι να του προκαλεί αηδία και αποστροφή από τα βάθη της καρδιάς του, να μην το αποδέχεται ή ακόμα και να το καταδικάζει, να το κρίνει με εχθρικότητα και να το συκοφαντεί. Σε τι βαθμό διαφέρουν αυτά με όσα είπατε εσείς; (Είναι πιο αναλυτικά και συγκεκριμένα.) Είναι πιο συγκεκριμένα και πρακτικά απ’ όσα είπατε εσείς. Οι περισσότεροι από τους ορισμούς που δώσατε ήταν συνώνυμα της λέξης «σιχαίνομαι». Όσα είπα Εγώ είναι μια πιο λεπτή προσέγγιση στην ουσία των ενεργειών και της συμπεριφοράς που περιγράφει η λέξη «σιχαίνομαι»· είναι μια συγκεκριμένη και αναλυτική περιγραφή της συμπεριφοράς και της ουσίας του να σιχαίνεται κανείς την αλήθεια. Σημαίνει πως, όταν κάποιος σιχαίνεται την αλήθεια, τότε σε όσα κάνει, στον τρόπο που αντιμετωπίζει την αλήθεια στην καθημερινή του ζωή και στη στάση που υιοθετεί μέσα του απέναντι σε θέματα που αφορούν την αλήθεια και τα θετικά πράγματα, οι άλλοι βλέπουν ότι η στάση του απέναντι στην αλήθεια είναι μια στάση μη αποδοχής, αντίστασης και αποστροφής γι’ αυτήν· φτάνει μάλιστα και στο σημείο να κρίνει, να καταδικάσει και να αμαυρώσει την αλήθεια. Όλα αυτά είναι συγκεκριμένοι τρόποι με τους οποίους εκδηλώνεται και αποκαλύπτεται το να σιχαίνεται κανείς την αλήθεια· τόσο συγκεκριμένοι μάλιστα ώστε να συμπεριλαμβάνουν κάθε πτυχή της στάσης ενός ανθρώπου απέναντι στην αλήθεια, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους την προσεγγίζει. Η αλήθεια, τα λόγια του Θεού και τα θετικά πράγματα τού προκαλούν αποστροφή. Αντιστέκεται σ’ αυτά από τα βάθη της καρδιάς του, και δεν τα αποδέχεται. Όταν του πεις ότι κάτι είναι τα λόγια του Θεού, ότι κάτι είναι η αλήθεια, ποια θα είναι η στάση του; «Τα λόγια του θεού, η αλήθεια —σιγά το πράγμα! Χρησιμοποιείς τα λόγια του θεού και την αλήθεια παντού. Άλλα πράγματα εκτός από τα λόγια του θεού δεν υπάρχουν στη ζωή που ζούμε εμείς οι άνθρωποι; Τόσα βιβλία έχουμε διαβάσει, τόση εκπαίδευση έχουμε αποκτήσει, μάταια τα κάναμε όλ’ αυτά; Οι άνθρωποι έχουν νου και άποψη· έχουν την ικανότητα να σκέφτονται ελεύθερα πάνω στα προβλήματα. Δεν είναι κάπως υπερβολικά δογματικό να βασίζει κανείς τα πάντα στα λόγια του θεού και την αλήθεια;» Ποια θα είναι η συμπεριφορά του όταν του συμβεί κάτι, κι εσύ του πεις ότι πρέπει να προσευχηθεί στον Θεό, να Τον αναζητήσει και να διαβάσει τα λόγια Του; «Να διαβάσω τα λόγια του θεού; Όταν κάτι μας συμβαίνει, είναι δικό μας πρόβλημα. Τι σχέση έχουν τα προβλήματα του ανθρώπου με τον θεό; Τι σχέση έχουν με την αλήθεια; Πιστεύεις πραγματικά πως όλα όσα βρίσκονται εκεί, στα λόγια του θεού, ότι είναι κάτι σαν εγκυκλοπαίδεια; Τα λόγια του θεού δεν αναφέρουν απαραίτητα τα πάντα. Τα προβλήματα που έχουν οι άνθρωποι πρέπει να τα χειρίζονται οι άνθρωποι, και κάθε συγκεκριμένο πρόβλημα απαιτεί μια συγκεκριμένη λύση. Αν κάτι δεν μπορείς να το διαχειριστείς, ψάξε το στο διαδίκτυο ή πάρε τη συμβουλή ενός ειδικού γι’ αυτό. Εδώ στην εκκλησία μας, υπάρχουν μέχρι και καθηγητές πανεπιστημίου, ενώ πολλοί από τους αδελφούς και τις αδελφές είναι φοιτητές στο πανεπιστήμιο. Δεν μπορούμε όλοι εμείς μαζί να είμαστε ισάξιοι με την αλήθεια;» Με το που θα αναφέρεις την αναζήτηση του Θεού και της αλήθειας, με το που θα πεις ότι πρέπει να διαβάσει τα λόγια του Θεού, του μπαίνει η ιδέα να σε περιφρονήσει. Δεν είναι διατεθειμένος να ασκηθεί έτσι· θα του φαινόταν υπερβολικά υποτιμητικό και ταπεινωτικό, και θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα τον έκανε να φαίνεται ανίκανος. Αυτό δεν είναι μια έκφανση του να σιχαίνεται κανείς κάτι; Είναι μια πραγματική εκδήλωση, μια πραγματική συμπεριφορά που δείχνει ότι κάποιος σιχαίνεται την αλήθεια. Άνθρωποι σαν κι αυτούς δεν είναι μειοψηφία. Μπορεί να ακούνε συχνά κηρύγματα, να κρατούν στα χέρια τους τόμους με τα λόγια του Θεού και να κάνουν καθήκοντα στον οίκο Του, όταν όμως τους συμβεί κάτι και τους πουν να αναζητήσουν την αλήθεια και να διαβάσουν τα λόγια του Θεού, εκείνοι το βρίσκουν γελοίο και νιώθουν αποστροφή. Δεν μπορούν να το αποδεχθούν· τους προκαλεί μέχρι και αηδία. Γι’ αυτό, όταν τους συμβεί κάτι, εφαρμόζουν ανθρώπινες μεθόδους για να το επιλύσουν· ισχυρίζονται τα εξής: «Κάθε συγκεκριμένο ζήτημα απαιτεί συγκεκριμένη λύση, και τα προβλήματα των ανθρώπων πρέπει να τα λύνουν οι άνθρωποι. Δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς τον θεό. Δεν χρειάζεται να τα φροντίζει όλα εκείνος. Εξάλλου, υπάρχουν και πράγματα που δεν μπορεί να τα φροντίσει ο θεός. Αυτά είναι προσωπικά μας ζητήματα, που καμία σχέση δεν έχουν ούτε με τον θεό, ούτε με την αλήθεια. Ο θεός δεν πρέπει να επεμβαίνει στην ατομική μας ελευθερία, ούτε να επεμβαίνει στα προσωπικά μας. Έχουμε δικαίωμα επιλογής, το δικαίωμα να επιλέγουμε πώς να ζούμε, πώς να συμπεριφερόμαστε και πώς να μιλάμε. Η αλήθεια και τα λόγια του θεού είναι για στιγμές έκτακτης ανάγκης, για κρίσιμες στιγμές, για στιγμές μέγιστης αναγκαιότητας, όταν συμβαίνει σε κάποιον κάτι που δεν μπορεί να λύσει, κάτι από το οποίο δεν βρίσκει διέξοδο· τότε πρέπει να παίρνει τα λόγια του θεού και να τα διαβάζει λίγο, για να βρει ανακούφιση και κάποια πνευματική παρηγοριά. Αυτό φτάνει και περισσεύει». Από αυτό φαίνεται ότι η στάση που κρατούν άνθρωποι όπως οι αντίχριστοι απέναντι στην αλήθεια είναι ξεκάθαρα μια στάση που δεν αναγνωρίζει ότι η αλήθεια μπορεί να γίνει η ίδια η ζωή του ανθρώπου ή ότι τα λόγια του Θεού αφορούν όλα όσα συμβαίνουν στην αληθινή ζωή τους. Ούτε βέβαια πιστεύουν το γεγονός ότι ο Θεός κρατά στο χέρι Του κάθετί ανθρώπινο.
Οι αντίχριστοι σιχαίνονται την αλήθεια· αυτό λέει πολλά. Τι σημαίνει όταν λέμε ότι οι αντίχριστοι σιχαίνονται την αλήθεια; Τι περιλαμβάνει αυτό; Θα το χωρίσουμε σε τρία σημεία προς ανάλυση. Έτσι θα σας είναι πιο ξεκάθαρο. Πρώτον, σιχαίνονται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού. Η ταυτότητα και η ουσία του Θεού δεν σηματοδοτούν την αλήθεια; (Ναι.) Δεύτερον, σιχαίνονται τη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός. Η σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός και το έργο που κάνει Εκείνος δεν είναι, άραγε, η αλήθεια; (Είναι.) Και τέλος, σιχαίνονται τα λόγια του Θεού. Το πρώτο, λοιπόν, είναι ότι σιχαίνονται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού, το δεύτερο, εν συντομία, είναι ότι σιχαίνονται τον Χριστό, και το τρίτο είναι ότι σιχαίνονται τα λόγια του Θεού. Στη συνέχεια, θα αναλύσουμε καθένα από αυτά ξεχωριστά.
I. Το να σιχαίνεται κανείς την ταυτότητα και την ουσία του Θεού
Πρώτα θα συναναστραφούμε πάνω στο είδος της στάσης που τηρούν οι αντίχριστοι απέναντι στην ταυτότητα και την ουσία του Θεού, η οποία θα δείξει ότι σιχαίνονται την αλήθεια υπό αυτήν την έννοια. Ποια είναι η στάση ενός αντίχριστου απέναντι στην ταυτότητα και την ουσία του Θεού; Τι πιστεύει γι’ αυτά τα πράγματα; Πώς τα ορίζει; Πώς τα βλέπει; Τι περιλαμβάνει η ουσία του Θεού; Περιλαμβάνει τη δίκαιη διάθεση του Θεού, την παντοδυναμία Του, την αγιοσύνη Του και τη μοναδικότητά Του. Όσο για το γεγονός ότι η ταυτότητά Του είναι αυτή του Δημιουργού, ότι κυριαρχεί πάνω στη μοίρα ολόκληρης της ανθρωπότητας, το αναγνωρίζουν αυτό οι αντίχριστοι; (Όχι.) Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο εκδηλώνεται το ότι δεν το αναγνωρίζουν; (Οι αντίχριστοι δεν αποδέχονται τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα που τους στέλνει κάθε μέρα ο Θεός· αντ’ αυτού, απλώς αναλύουν αυτά τα θέματα και τα αντιμετωπίζουν με ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες.) Τα αντιμετωπίζουν με ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες; Το πρώτο μισό απ’ όσα είπες ήταν σωστό: Όταν συμβεί κάτι σ’ έναν αντίχριστο, ξέρει μόνο πώς να αναλύσει το πρόβλημα. Στο δεύτερο μισό, ωστόσο, εκεί όπου είπες ότι αντιμετωπίζει τα πράγματα με ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες, αυτές είναι συμπεριφορές συνηθισμένων, διεφθαρμένων ανθρώπων. Αυτό για το οποίο συναναστρεφόμαστε και το εκθέτουμε εδώ είναι ότι οι αντίχριστοι σιχαίνονται την αλήθεια και την κυριαρχία του Θεού πάνω στη μοίρα της ανθρωπότητας. Για να βρεις αποδείξεις γι’ αυτό, πρέπει πρώτα να βρεις τις σχετικές μεθόδους και συμπεριφορές των αντίχριστων. Στην πραγματικότητα, οι αντίχριστοι παραδέχονται στα λόγια ότι «ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό και η μοίρα του ανθρώπου βρίσκεται στα χέρια του Θεού, άρα οι άνθρωποι πρέπει να υποτάσσονται στο κράτος του Θεού»· έτσι αποδέχονται τα πράγματα, όμως, όταν τους συμβαίνει κάτι; Τα λόγια που λένε είναι πολύ όμορφα και σωστά, όμως δεν τα κάνουν πράξη όταν τους συμβαίνει κάτι. Η προσέγγιση και η στάση τους απέναντι στα πράγματα όταν τους συμβαίνει κάτι αποκαλύπτουν ότι τα λόγια που λένε είναι ατάκες και όχι αληθινή γνώση. Όταν τους συμβαίνουν διάφορα, ποιες είναι οι απόψεις, οι σκέψεις, οι δηλώσεις και οι στάσεις τους που αποδεικνύουν ότι έχουν την ουσία ενός αντίχριστου; Όταν συμβεί κάτι σ’ έναν αντίχριστο, η πρώτη του αντίδραση είναι να το αποδεχθεί ως γεγονός; Τι είδους στάση τηρεί; Ηρεμεί και υποτάσσεται ενώπιον του Θεού, και αποδέχεται το περιβάλλον που έστησε Εκείνος, είτε είναι καλό είτε κακό, είτε τον ωφελεί είτε όχι; Προφανώς και δεν τηρεί τέτοια στάση. Το πρώτο του μέλημα όταν του συμβεί κάτι είναι να δει πώς επηρεάζει τα συμφέροντα και τη θέση του· έπειτα, καταστρώνει σχέδια πώς να ξεφύγει απ’ αυτό, να βρει μια οδό διαφυγής, να το αποφύγει. Δεν θέλει να πάρει την ευθύνη για το συμβάν, κι έτσι ψάχνει πλαγίως για επιχειρήματα και δικαιολογίες· χρησιμοποιεί ανθρώπινες μεθόδους για να το λύσει, και βάζει το μυαλό του να αναλύσει και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Μπορεί μέχρι και να ρίξει την ευθύνη σε άλλους· παραπονιέται ότι ο τάδε κάνει λάθος και ο τάδε δεν κάνει ό,τι του λένε· παράλληλα, μετανιώνει που ήταν εξαρχής απρόσεκτος και αμελής, που τα πράγματα ήταν εξαρχής έτσι όπως ήταν. Προφανώς, έχει μια στάση αντίστασης, υπεκφυγής, άρνησης και μη αποδοχής απέναντι στις περιστάσεις που τον βρίσκουν, στις περιστάσεις που ενορχηστρώνει ο Θεός. Η πρώτη του αντίδραση απέναντι σ’ αυτές τις περιστάσεις είναι να τις πολεμήσει με το που έρθουν· η δεύτερη είναι να εφαρμόσει ανθρώπινες μεθόδους για να τις εξομαλύνει, να ξεπεράσει τις δυσκολίες με ανθρώπινα μέσα, ακόμα και να χρησιμοποιήσει ανθρώπινα μέσα για να συγκαλύψει τα γεγονότα, αλλά και τις απώλειες που επιφέρουν στο έργο της εκκλησίας και στη ζωή-είσοδο των αδελφών. Αφιερώνει όλη τη διανοητική του ενέργεια στη χρήση ανθρώπινων μέσων με σκοπό να συγκαλύψει και να κρύψει τις κακές πράξεις του. Δεν παραδέχεται τη φύση των κακών πράξεων που έχει κάνει, ούτε τις αλήθεια-αρχές που έχει παραβιάσει· φτάνει ακόμα και στο σημείο να δώσει οδηγίες στους γύρω του: «Μην αφήσεις να διαρρεύσει τίποτα. Κανείς μας δεν θα πει τίποτα· δεν πρέπει να το μάθει κανένας άλλος». Όχι μόνο δεν υποτάσσεται και αρνείται να αποδεχθεί αυτές τις περιστάσεις, αλλά επιπλέον αντεπιτίθεται, ξεγελάει και κρύβει πράγματα, προσπαθώντας να συγκαλύψει τα πραγματικά γεγονότα, ελπίζοντας να υποβαθμίσει την κατάσταση, να την παρουσιάσει ως ασήμαντη, έτσι ώστε να μην την αντιληφθούν οι ανώτεροί του επικεφαλής ή ο Θεός. Έτσι διαχειρίζονται οι αντίχριστοι αυτά που τους συμβαίνουν. Συμφωνεί αυτός ο τρόπος διαχείρισης με τις ατάκες που φωνάζουν; Τι από τα δύο αποκαλύπτει τη φύση-ουσία τους, οι ατάκες που φωνάζουν ή η στάση τους όταν τους συμβαίνει κάτι; (Η στάση τους όταν τους βρει κάτι.) Ποια ακριβώς είναι, λοιπόν, αυτή η στάση; Τηρούν στάση υποταγής; Τηρούν μια στάση που θα τους επέτρεπε να αποδεχθούν ταπεινά την πειθάρχηση και το κλάδεμα από τον Θεό; Είναι διατεθειμένοι να υποταχθούν στην κυριαρχία του Θεού; Η στάση τους και οι ειλικρινείς συμπεριφορές τους απορρέουν από την αληθινή πίστη πως, ό,τι κι αν τους συμβεί, ο Θεός είναι Εκείνος που κυριαρχεί πάνω σε όλα όσα αφορούν τον άνθρωπο; (Όχι.) Ούτε στο ελάχιστο. Ποια είναι, τότε, η στάση τους; Είναι μάλλον προφανής: Ο σκοπός τους είναι να αρνηθούν τα πράγματα, να τα συγκαλύψουν και να εξαπατήσουν· να εναντιωθούν μέχρι τέλους, και να μην αφήσουν τον Θεό να ενεργήσει ή να ασκήσει την κυριαρχία Του. Θεωρούν πως έχουν την ικανότητα και τη δυνατότητα να τα διορθώσουν όλα. Όταν παίζουν στο γήπεδό τους, κανείς δεν επιτρέπεται να επέμβει στο έργο τους ή να τους διαχειριστεί· πρέπει να είναι οι καλύτεροι. Άραγε, ο Θεός στον οποίο πιστεύουν συνεχίζει να υπάρχει σε τέτοιες στιγμές; Όχι πια· είναι πλέον ένα άδειο κέλυφος. Πώς είναι, τότε, η πίστη τους εκείνη τη στιγμή; Είναι ασαφής και κενή, κι έχει μέσα της δολιότητα. Δεν έχουν γνήσια πίστη.
Ένας αντίχριστος, όταν δεν του έχει συμβεί κάτι, προσποιείται ότι ακούει τα κηρύγματα, διαβάζει τα λόγια του Θεού και μαθαίνει ύμνους. Παίρνει μέρος στην εκκλησιαστική ζωή και συμμετέχει ενεργά σε όλες τις εργασίες του εκκλησιαστικού έργου, λέγοντας συχνά: «Πιστεύουμε στον θεό, άρα πρέπει να πιστεύουμε στην κυριαρχία του και να υποτασσόμαστε σ’ αυτήν. Όλα βρίσκονται στα χέρια του, και όλα όσα κάνει είναι καλά». Επιπλέον, δίνουν συχνά οδηγίες στους άλλους: «Οι άνθρωποι δεν πρέπει να επιμένουν να παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους. Όταν συμβεί κάτι, πρέπει να προσεύχονται στον θεό, γιατί τα πάντα βρίσκονται στα δικά του χέρια». Φωνάζουν αυτές τις ατάκες με μεγάλο στόμφο, και η στάση τους μοιάζει πολύ αποφασιστική και απόλυτη· δεν ανταποκρίνονται καθόλου στις προσδοκίες, όμως, αφού όταν κάτι τους συμβεί τελικά, όπως έχουν τα πράγματα, αυτό που αποκαλύπτουν ειλικρινά εκθέτει το αληθινό τους ανάστημα και την ουσία τους, στον απόλυτο και μέγιστο βαθμό. Τους εκθέτει για το ότι δεν πιστεύουν ως γεγονός ούτε την ταυτότητα και την ουσία του Δημιουργού ούτε ότι είναι ο κυρίαρχος των πάντων. Δεν είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν αυτά τα γεγονότα ούτε, φυσικά, να τα παραδεχτούν. Ακόμα χειρότερα, όχι μόνο δεν καταφέρνουν να τα αναγνωρίσουν και να τα αποδεχθούν, αλλά επιπλέον συνεχίζουν να εναντιώνονται με πείσμα ως το τέλος. Κάθε φορά που τους συμβαίνει κάτι, νιώθουν να θίγονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Δεν προσέρχονται ενώπιον του Θεού με καλή συμπεριφορά και υποταγή για να αναζητήσουν τις επιθυμίες και τις προθέσεις Του, δεν προσέρχονται με υποταγή ενώπιόν Του ούτε υποτάσσονται στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις Του ούτε αποδέχονται τις ενορχηστρώσεις και την κυριαρχία Του, και δεν αποδέχονται με υποταγή την πειθάρχησή Του. Αντ’ αυτού, θέλουν να εξομαλύνουν την κατάσταση με ανθρώπινες τεχνικές και δολοπλοκίες, με ανθρώπινα μέσα· να καταστείλουν το συμβάν, να ρίξουν στάχτη στα μάτια των άλλων και του Θεού. Θεωρούν πως, αν εξομαλύνουν την κατάσταση, θα καταφέρουν να θάψουν το ζήτημα· πως, αν εξομαλυνθεί, θα συγκαλυφθούν τα λάθη τους και η διεφθαρμένη διάθεσή τους, και κανείς δεν πρόκειται να τα μάθει ή να εντοπίσει ότι κάτι δεν πάει καλά με τον αντίχριστο ή να κυνηγήσει περαιτέρω το ζήτημα. Θα έχουν καταφέρει ένα μεγάλο επίτευγμα, και μετά θα είναι μια χαρά. Κρίνοντας από τα λόγια, τις συμπεριφορές, τις πράξεις και τις ενέργειες ενός αντίχριστου, όταν του συμβαίνει κάτι, καθώς και από την ουσία της συμπεριφοράς και των επιδόσεών του, φαίνεται ότι αντιστέκεται με πείσμα στην κυριαρχία του Θεού. Θα την πολεμήσει επίμονα μέχρι τέλους. Όποιο λάθος κι αν έχει κάνει, δεν θα αφήσει τον Θεό να τον κλαδέψει ή να στήσει περιβάλλοντα με τα οποία θα τον πειθαρχήσει, ούτε φυσικά θα επιτρέψει στον Θεό να τον αποκαλύψει και να τον εκθέσει. Με το που θα εκτεθεί, με το που θα μαθευτούν όλα, πανικοβάλλεται, ταράζεται και εξοργίζεται· φτάνει μέχρι και στο σημείο να αντιστρέψει τους όρους και να εξαπολύσει κατηγορίες προληπτικά, λέγοντας ότι ο Θεός δεν τον προστάτευσε, δεν τον ευλόγησε, και είναι άδικος —για ποιον άλλο λόγο να αποκαλύψει ο Θεός μόνο αυτόν και όχι κάποιον άλλον στον οποίο έχουν συμβεί τα ίδια πράγματα; Για ποιον άλλο λόγο, αφού τους συνέβησαν τα ίδια, να πειθαρχήσει μόνο αυτόν και όχι τον άλλον; Θα φτάσει μέχρι και στο σημείο να πει: «Αφού ο θεός δεν είναι δίκαιος, θα πρέπει να προστατεύσω τον εαυτό μου με ανθρώπινες μεθόδους, τις δικές μου μεθόδους». Πιστεύει ότι ο θεός δεν θα μπορούσε να τον πειθαρχήσει και να τον εκθέσει όταν κάνει κάποιο λάθος, αλλά πρέπει να το συγκαλύψει για χάρη του, δίνοντάς του συνεχώς το πράσινο φως, μια εύκολη διέξοδο, δείχνοντας ανοχή σε κάθε του παράπτωμα. Πιστεύει πως αυτό θα έκανε ο θεός. Αν ο Θεός τον αποκαλύψει, αν δεν του δείξει ιδιαίτερη εύνοια όταν του συμβεί κάτι και δεν του δώσει κάποιο ιδιαίτερο όραμα ή ηγεσία, θεωρεί ότι ένας τέτοιος Θεός δεν είναι αξιαγάπητος και δεν κάνει για κυρίαρχος της μοίρας του. Όταν, λοιπόν, του συμβεί κάτι, δεν θέλει να υποταχθεί στον Θεό, ούτε να αποδεχθεί όλα όσα του στέλνει Εκείνος ως δημιούργημα· αντ’ αυτού, θέλει να υπηρετήσει εκείνον ο Θεός, να του δώσει το πάνω χέρι στα πάντα, χωρίς καν να τον επιπλήττει ή να τον πειθαρχεί για καμία από τις παραβάσεις που διαπράττει και για καμία διαφθορά, επαναστατικότητα ή αντίσταση που αποκαλύπτει. Ένας αντίχριστος, με κάθε συμπεριφορά και εκδήλωσή του, δείχνει ότι δεν έχει αληθινή πίστη στον Θεό. Η λεγόμενη αληθινή πίστη του είναι απλώς μια προσπάθεια να μαζέψει οφέλη και να αποκτήσει πλεονεκτήματα. Δεν υποτάσσεται στις ενορχηστρώσεις του Θεού, θα ενορχήστρωνε, όμως, ο ίδιος τον Θεό, θέλοντας να Τον εκμεταλλευτεί ώστε Αυτός να κάνει τα πάντα για εκείνον και να του ανοίξει όλες τις πόρτες. Δεν αποδέχεται την κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού, ούτε τη σωτηρία Του, ως διεφθαρμένο δημιούργημα. Αντιθέτως, θεωρεί ότι κάνει τεράστια χάρη στον Θεό που πιστεύει σ’ Εκείνον, και ότι ο Θεός πρέπει να το θυμάται αυτό, να τον προστατεύει, να τον ευλογεί άνευ όρων και να τον συγχωρεί, ό,τι κακό κι αν έχει κάνει, δίνοντάς του ειδική χάρη. Άνθρωποι όπως οι αντίχριστοι είναι στ’ αλήθεια κακοί. Δεν ντρέπονται καθόλου. Δεν ξέρουν καν τι είδους όντα είναι ούτε ποιοι είναι, κι έτσι, όταν τους συμβεί κάτι, αιτιολογούν και δικαιολογούνται αναίσχυντα, υποστηρίζουν την υπόθεσή τους και ασκούν πιέσεις γι’ αυτή, ρίχνουν αλλού το φταίξιμο και κρύβουν τα γεγονότα. Εναντιώνονται στον Θεό μέχρι τέλους, φοβούμενοι ότι, αν αποκαλυφθούν και οι άλλοι τους διακρίνουν ξεκάθαρα, δεν θα έχουν πια ούτε θέση ούτε κύρος. Η πίστη τους στον Θεό σταματάει στα λόγια· δεν δαπανούν τίποτα, δεν υποτάσσονται ειλικρινά, και φυσικά απέχουν έτη φωτός από την αποδοχή. Γι’ αυτό, όσον αφορά το γεγονός της ταυτότητας του Θεού, φαίνεται στην ουσία ενός αντίχριστου ότι εναντιώνεται σ’ αυτό από τα βάθη της καρδιάς του· δεν είναι διατεθειμένος να επιτρέψει στον Θεό να κυριαρχήσει στη μοίρα του και να ενορχηστρώσει όλα όσα του ανήκουν. Δεν θέλει ν’ αφήσει τον Θεό να κυριαρχήσει· ποιον θα ήθελε κυρίαρχο; Θα ήθελε να έχει εκείνος τον τελευταίο λόγο, το οποίο υπονοεί ότι θα άφηνε τον Σατανά να χειραγωγήσει τα πράγματα, ότι θα άφηνε μια διεφθαρμένη διάθεση και τη διεφθαρμένη ουσία του Σατανά να γίνουν η ζωή του και να βασιλέψουν στην καρδιά του. Έτσι πάει το πράγμα. Όσο για την ουσία του Θεού, πώς την αντιμετωπίζει ένας αντίχριστος; Ένας αντίχριστος τρέφει αμφιβολίες σχετικά με τα στοιχεία που απαρτίζουν την ουσία του Θεού. Δεν πιστεύει, αμφιβάλλει· έχει μέχρι και αντιλήψεις για όλα αυτά τα στοιχεία, και ταυτόχρονα τα καταδικάζει. Καμιά φορά, χρησιμοποιεί ακόμα και τις φαντασιοκοπίες, τις γνώσεις και το μυαλό του για να αναλύσει και να ερμηνεύσει αυτά τα στοιχεία. Κάποιοι ανόητοι άνθρωποι μάλιστα πιστεύουν ότι οι ερμηνείες τους είναι πολύ καλές, πνευματικές, θεμιτές και πρακτικές. Αυτό είναι ακόμα πιο αηδιαστικό.
Α. Το να σιχαίνεται κανείς τη δικαιοσύνη του Θεού
Άνθρωποι σαν τους αντίχριστους αντιμετωπίζουν πάντοτε τη δικαιοσύνη και τη διάθεση του Θεού με αντιλήψεις, αμφισβητήσεις και αντίσταση. Σκέφτονται: «Είναι απλώς μια θεωρία ότι ο θεός είναι δίκαιος. Υπάρχει πράγματι αυτό που λέμε δικαιοσύνη σε τούτον τον κόσμο; Όλα τα χρόνια της ζωής μου, δεν τη συνάντησα ούτε την είδα ούτε μία φορά. Ο κόσμος είναι πολύ σκοτεινός και κακός, κι οι κακοί άνθρωποι και οι διάβολοι τα καταφέρνουν πολύ καλά, ζώντας ευχαριστημένοι. Δεν τους έχω δει να παθαίνουν αυτό που τους αξίζει. Δεν βλέπω πού είναι η δικαιοσύνη του θεού ως προς αυτό. Αναρωτιέμαι, υπάρχει πράγματι η δικαιοσύνη του θεού; Ποιος την έχει δει; Κανείς δεν την έχει δει και κανείς δεν μπορεί να την επιβεβαιώσει». Αυτό σκέφτονται μέσα τους. Δεν αποδέχονται όλο το έργο του Θεού, όλα τα λόγια κι όλες τις ενορχηστρώσεις Του με βάση την πεποίθηση ότι είναι δίκαιος, αλλά διαρκώς αμφιβάλλουν και κρίνουν, όντας συνεχώς γεμάτοι αντιλήψεις για τις οποίες δεν αναζητούν ποτέ την αλήθεια ώστε να τις διορθώσουν. Έτσι πιστεύουν πάντα οι αντίχριστοι στον Θεό. Έχουν αληθινή πίστη στον Θεό; Όχι. Οι αντίχριστοι τηρούν πάντα στάση αμφιβολίας όσον αφορά τη δικαιοσύνη του Θεού. Έχουν φυσικά τις αμφιβολίες τους ως προς τη διάθεση του Θεού, την αγιοσύνη Του και ως προς αυτό που έχει και είναι Αυτός. Δεν πιστεύουν σε όλ’ αυτά, παρά μόνο επαφίενται σε όσα βλέπει το μάτι· αν κάτι δεν το δουν με τα ίδια τους τα μάτια, δεν πρόκειται να το πιστέψουν ποτέ. Είναι ίδιοι ακριβώς με τον Θωμά, που αμφέβαλλε διαρκώς για τον Κύριο Ιησού και δεν πίστευε ότι Εκείνος είχε αναστηθεί εκ νεκρών, δεν πίστευε στην τεράστια δύναμη του Θεού. Θα μπορούσαν ποτέ κάτι τέτοια σκουπίδια όπως οι αντίχριστοι, που δεν έχουν πνευματική κατανόηση και δεν επιδιώκουν την αλήθεια, να πιστέψουν ότι τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια; Θα μπορούσαν να πιστέψουν στην παντοδυναμία και τη σοφία Του; Σε τίποτα απ’ αυτά δεν πιστεύουν· μέσα τους έχουν πάντα τις αμφιβολίες τους. Κρίνοντας απ’ την ουσία τους, οι αντίχριστοι επαφίενται σε ό,τι βλέπει το μάτι, άρα είναι υλιστές. Δεν βλέπουν την παντοδυναμία του Θεού και δεν πιστεύουν ότι τα λόγια Του είναι η αλήθεια, ότι είναι γεγονότα που έχει ήδη πραγματώσει Εκείνος. Δεν έχουν τρόπο να δουν τις πράξεις του Θεού, επειδή δεν έχουν πνευματική κατανόηση ούτε και αληθινή πίστη. Η αλήθεια είναι ότι η πίστη τους στον Θεό έχει απώτερους σκοπούς. Είναι ακόλαστοι ταραξίες, υπηρέτες του Σατανά. Μπορεί ένας άνθρωπος που δεν αποδέχεται την αλήθεια ούτε πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού, που κοιτάζει τα πάντα με ανθρώπινη ματιά, να ανακαλύψει την ύπαρξη της αλήθειας; Μπορεί να ανακαλύψει το γεγονός της κυριαρχίας του Θεού στην ανθρωπότητα; Όχι βέβαια. Κοιτάζει τα πράγματα εξετάζοντάς τα σχολαστικά, καχύποπτα και με σκεπτικιστική στάση και αντιστέκεται μάλιστα σε όλα όσα κάνει ο Θεός. Οι αντίχριστοι, επομένως, δεν πιστεύουν στη δίκαιη διάθεση του Θεού. Έχουν τις αμφιβολίες τους και δεν την αποδέχονται. Ποιες συμπεριφορές των αντίχριστων δείχνουν στους άλλους ότι δεν αποδέχονται την αλήθεια ούτε αναγνωρίζουν την ουσία του Θεού; Υπάρχουν πολλές και συγκεκριμένες. Για παράδειγμα, όταν ανακύπτει ένα πρόβλημα στο έργο της εκκλησίας, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα της ευθύνης για αυτό ή ποιες θα είναι οι συνέπειές του, η πρώτη αντίδραση ενός αντίχριστου είναι να τη βγάλει ο ίδιος καθαρή και να ρίξει την ευθύνη αλλού. Για να μη θεωρηθεί μάλιστα υπεύθυνος, στρέφει μακριά από τον ίδιο τα βλέμματα, λέγοντας μερικά σωστά και εύηχα πράγματα και κάνοντας επιφανειακά κάποιες ενέργειες, για να καλύψει την αλήθεια του θέματος. Στις συνηθισμένες περιπτώσεις, οι άλλοι δεν μπορούν να το δουν, όταν όμως του συμβαίνει κάτι, αποκαλύπτεται η ασχήμια του αντίχριστου. Σαν σκαντζόχοιρος προστατεύει όπως μπορεί τον εαυτό του, με όλα του τ’ αγκάθια ανυψωμένα, επιθυμώντας να μην αναλάβει καμία ευθύνη. Τι είδους στάση είναι αυτή; Δεν είναι η στάση τού να μην πιστεύει ότι ο Θεός είναι δίκαιος; Δεν πιστεύει ότι ο Θεός εξετάζει τα πάντα σχολαστικά ή ότι είναι δίκαιος· επιθυμεί να χρησιμοποιεί τις δικές του μεθόδους για να προστατευτεί. Πιστεύει το εξής: «Εάν δεν προστατεύσω εγώ τον εαυτό μου, δεν θα το κάνει κανένας. Ούτε ο θεός μπορεί να με προστατεύσει. Λένε ότι είναι δίκαιος, όταν όμως οι άνθρωποι μπλέκουν σε προβλήματα, τους φέρεται πραγματικά δίκαια; Σε καμία περίπτωση —ο θεός δεν το κάνει αυτό». Όταν έρχεται αντιμέτωπος με προβλήματα ή διώξεις, αισθάνεται αβοήθητος και σκέφτεται: «Πού είναι, λοιπόν, ο θεός; Οι άνθρωποι δεν μπορούν να τον δουν ή να τον αγγίξουν. Κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει· κανείς δεν μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη για μένα και να φροντίσει για την τήρησή της». Νομίζει ότι ο μόνος τρόπος για να προστατευτεί είναι με τις δικές του μεθόδους, ότι διαφορετικά θα πάει χαμένος, θα υποστεί εκφοβισμό και διώξεις —κι ότι ο οίκος του Θεού δεν αποτελεί εξαίρεση σ’ αυτό. Ένας αντίχριστος έχει σχεδιάσει τα πάντα για τον εαυτό του πριν του συμβεί κάτι. Αφενός, αυτό που κάνει είναι να προσπαθεί σκληρά να υιοθετήσει την εμφάνιση ενός ανθρώπου τόσο ισχυρού που κανένας δεν θα τολμούσε να τον ενοχλήσει, να τα βάλει μαζί του ή να του ασκήσει εκφοβισμό. Αφετέρου, προσκολλάται διαρκώς σε σατανικές φιλοσοφίες και στους νόμους του Σατανά για την ύπαρξη. Ποια είναι κατά κύριο λόγο αυτά; «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω», «άσε τα πράγματα να κυλήσουν αν δεν σε επηρεάζουν προσωπικά», «οι λογικοί άνθρωποι είναι καλοί στην αυτοπροστασία, επιζητούν μόνο να μην κάνουν λάθη», το να ενεργεί κανείς ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, το να είναι κανείς επιδέξιος και επιτήδειος, «δεν θα επιτεθώ εκτός κι αν μου επιτεθούν», «η αρμονία είναι θησαυρός· η μακροθυμία είναι εξαιρετική ικανότητα», «να λες καλά λόγια που εναρμονίζονται με τα συναισθήματα και τη λογική των άλλων, καθώς η ειλικρίνεια τους ενοχλεί», «ο σοφός άνθρωπος υποτάσσεται στις περιστάσεις» και άλλες τέτοιες σατανικές φιλοσοφίες. Δεν αγαπάει την αλήθεια, παρά αποδέχεται τις φιλοσοφίες του Σατανά λες και είναι θετικά πράγματα, θεωρώντας ότι θα μπορέσουν να τον προστατέψουν. Σ’ αυτά βασίζεται για να ζήσει· δεν λέει σε κανέναν την αλήθεια, αλλά λέει απαρέγκλιτα ευχάριστα, δουλοπρεπή και κολακευτικά πράγματα, δεν προσβάλλει κανέναν και σκέφτεται τρόπους να κάνει επίδειξη ώστε οι άλλοι να τον εκτιμούν. Νοιάζεται μόνο να επιδιώκει φήμη, κέρδος και θέση για τον ίδιο και δεν κάνει απολύτως τίποτα για να στηρίξει το έργο της εκκλησίας. Δεν εκθέτει ούτε αναφέρει όποιον κι αν κάνει κάτι κακό και βλάπτει τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, αλλά συμπεριφέρεται σαν να μην το είδε. Εξετάζοντας τις αρχές του για τον χειρισμό των πραγμάτων και το πώς αντιμετωπίζει όσα συμβαίνουν γύρω του, έχει κάποια γνώση της δίκαιης διάθεσης του Θεού; Έχει κάποια πίστη; Δεν έχει καμία. Το «καμία» εδώ δεν σημαίνει ότι δεν έχει επίγνωση αυτής, αλλά ότι αμφισβητεί μέσα του τη δίκαιη διάθεση του Θεού. Ούτε αποδέχεται ούτε αναγνωρίζει ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Όταν βλέπει πολλούς ανθρώπους να μαρτυρούν ότι στον οίκο του Θεού βασιλεύουν η αλήθεια και η δικαιοσύνη, αντιστέκεται και κρίνει μέσα του αυτό το γεγονός, λέγοντας: «Πώς γίνεται ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας να καταδίωξε τόσο τον εκλεκτό λαό του θεού, αλλά να μην αντιμετώπισε καθόλου αντίποινα; Και οι κακοί άνθρωποι που ανήκουν στους απίστους ασκούν εκφοβισμό στον εκλεκτό λαό του θεού, τον συκοφαντούν και τον κρίνουν, αλλά ούτε κι αυτοί αντιμετώπισαν αντίποινα. Έχουν όλοι μια καλή ζωή· γιατί να υφίστανται πάντα εκφοβισμό μόνο όσοι πιστεύουν στον θεό;» Μέσα του, δεν πιστεύει στη δίκαιη διάθεση του Θεού. Δεν πιστεύει ότι ο Θεός φέρεται σε όλους τους ανθρώπους δίκαια, ούτε πιστεύει στην ιδέα ότι ο Θεός θα δώσει στον καθέναν αυτό που του αξίζει ανάλογα με τις πράξεις του, ούτε και στην ιδέα ότι μόνο όσοι επιδιώκουν την αλήθεια θα λάβουν την ευλογία του Θεού και θα αποκτήσουν έναν όμορφο προορισμό. Δεν πιστεύουν σε τέτοια οι αντίχριστοι. Λένε στον εαυτό τους: «Αν αυτά είναι γεγονότα, εγώ πώς και δεν τα έχω δει; Λες πως όσοι επιδιώκουν την αλήθεια θα λάβουν την ευλογία του θεού. Λοιπόν, ο τάδε στην εκκλησία μας επιδιώκει την αλήθεια και δαπανά τον εαυτό του για τον θεό, και εκτελεί το καθήκον του πολύ αφοσιωμένα. Και τι κέρδισε μ’ όλα αυτά; Ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας τον κυνηγάει τόσο πολύ, που μετά βίας μπορεί να γυρίσει σπίτι του· η οικογένειά του είναι διαλυμένη, ούτε τα παιδιά του δεν μπορεί να δει. Αυτή είναι η δικαιοσύνη του θεού; Και έχεις και τον δείνα, που τον έριξαν στη φυλακή επειδή πίστευε στον θεό, κι εκεί τον βασάνισαν σχεδόν μέχρι θανάτου. Πού ήταν τότε η δίκαιη διάθεση του θεού; Έμεινε σταθερός στη μαρτυρία του· δεν ήταν κανένας Ιούδας. Γιατί δεν τον ευλόγησε και δεν τον προστάτεψε ο θεός; Και γιατί επέτρεψε στον μεγάλο κόκκινο δράκοντα να τον σκοτώσει σχεδόν στο ξύλο; Υπήρχε κι ένας επικεφαλής στην εκκλησία μας που για χάρη του έργου της απαρνήθηκε την οικογένειά του και το επάγγελμά του. Έκανε το καθήκον του για χρόνια και πέρασε πολλές δυσκολίες, ώσπου στο τέλος καταδικάστηκε και αποπέμφθηκε επειδή έκανε λίγο κακό και αναστάτωσε το έργο της εκκλησίας. Πού ήταν η δίκαιη διάθεση του θεού; Υπάρχουν και μερικοί αδελφοί και αδελφές που εκτελούν καθήκοντα στον οίκο του θεού σε πολύ νεαρή ηλικία, υπομένουν κακουχίες και μοχθούν, κι όμως, με το που θα κάνουν ένα λάθος και θα παραβιάσουν τις αρχές, κλαδεύονται. Κάποιοι απ’ αυτούς κλαίνε γοερά από φόβο μήπως αποπεμφθούν και αποκλειστούν, χωρίς να έχουν κανέναν δίπλα τους να τους παρηγορήσει. Δεν βλέπω τη δικαιοσύνη του θεού σ’ αυτήν την περίπτωση. Με ποιον τρόπο ακριβώς εκδηλώνεται η δίκαιη διάθεση του θεού σε όλ’ αυτά; Εγώ γιατί δεν τη βλέπω; Έπειτα, υπάρχει και η δική μου περίπτωση· δεν λέω, εκτελώ το καθήκον μου κάπως επιπόλαια, και καμιά φορά αποκαλύπτω λίγη διεφθαρμένη διάθεση· παρ’ όλα αυτά, όμως, έχω ταλέντο. Γιατί δεν με προάγει ο οίκος του θεού;» Με όλ’ αυτά τα ζητήματα, οι αντίχριστοι δεν βλέπουν ξεκάθαρα τι συμβαίνει. Το μόνο που βλέπουν είναι εξωτερικά φαινόμενα· δεν βλέπουν, όμως, ποιες είναι οι προθέσεις του Θεού πίσω απ’ τα πράγματα. Βαθιά μέσα τους είναι γεμάτοι ενδοιασμούς και αμφιβολίες, ιδέες και αντιλήψεις· κι οι καρδιές τους είναι γεμάτες κόμπους, τους οποίους δεν μπορούν να λύσουν. Όποτε σκέφτονται αυτά τα πράγματα, κατακλύζονται από πικρία, καταδίκη και βλασφημία εναντίον της δίκαιης διάθεσης του Θεού. Νιώθουν θιγμένοι και λένε στον εαυτό τους: «Αν είναι δίκαιος ο θεός, τότε γιατί κλαδεύονται οι άδολοι άνθρωποι; Αν είναι δίκαιος, γιατί δεν συγχωρεί τους ανθρώπους όταν αποκαλύπτουν λίγη διαφθορά; Αν είναι δίκαιος, τότε γιατί κάποιοι άνθρωποι, ενώ έχουν κάνει το καθήκον τους κι έχουν υποφέρει τόσο πολύ, απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους απλώς και μόνο επειδή απέτυχαν να κάνουν πραγματικό έργο; Αν είναι δίκαιος, τότε γιατί εμάς, που τον ακολουθούμε με ακλόνητη αφοσίωση, μας καταδιώκουν και μας βασανίζουν, ενίοτε μας στέλνουν φυλακή και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μας χτυπούν ακόμα και μέχρι θανάτου;» Οι αντίχριστοι δεν έχουν ξεκάθαρες εξηγήσεις για κανένα από αυτά τα φαινόμενα. Δεν ξέρουν τι τους συμβαίνει· δεν μπορούν να το διακρίνουν ξεκάθαρα. Συχνά αναρωτιούνται: «Είναι ή δεν είναι δίκαιος ο θεός στον οποίο πιστεύω; Υπάρχει ή δεν υπάρχει ο δίκαιος θεός; Και πού είναι; Όταν αντιμετωπίζουμε δυσκολίες, όταν μας καταδιώκουν, τι κάνει εκείνος τότε; Μπορεί ή δεν μπορεί να μας σώσει; Αν ο θεός είναι δίκαιος, τότε γιατί δεν καταστρέφει τον Σατανά; Γιατί δεν καταστρέφει τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα; Γιατί δεν τιμωρεί αυτήν τη μοχθηρή ανθρωπότητα; Γιατί δεν μας απονέμει δικαιοσύνη και δεν δείχνει αμεροληψία σ’ εμάς που πιστεύουμε σ’ αυτόν κι έχουμε υποφέρει τόσο πολύ; Γιατί δεν μας υπερασπίζεται; Μισούμε τους διαβόλους, τον Σατανά και τους κακούς ανθρώπους· γιατί ο θεός δεν εκδικείται για τις αδικίες που μας συμβαίνουν;» Το ένα «γιατί» μετά το άλλο ξεχύνονται ασταμάτητα από την καρδιά ενός αντίχριστου σαν πολυβόλο, εντελώς ανεξέλεγκτα. Όταν δεν μπορεί να ελέγξει αυτά τα πράγματα, γιατί δεν προσέρχεται ενώπιον του Θεού για να προσευχηθεί και να αναζητήσει, γιατί δεν διαβάζει τα λόγια Του και δεν αναζητά αδελφούς και αδελφές για συναναστροφή; Δεν θα λύσουν τότε εκείνοι τα προβλήματά του ένα ένα; Είναι στ’ αλήθεια τόσο δύσκολο να λύσει κανείς αυτά τα προβλήματα; Αν υιοθετήσεις μια στάση υποταγής στον Θεό και στην αλήθεια, μια στάση αποδοχής της αλήθειας, τότε αυτά τα προβλήματα παύουν να υπάρχουν και όλα μπορούν να λυθούν. Γιατί δεν μπορούν να το κάνουν αυτό οι αντίχριστοι; Επειδή δεν αποδέχονται την αλήθεια, ούτε πιστεύουν ότι τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια, ούτε αναγνωρίζουν την αλήθεια. Δεν μπορούν να υποταχθούν στην όλη κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού και φυσικά ούτε να αποδεχθούν από Εκείνον όλα όσα συμβαίνουν. Γι’ αυτό οι αντίχριστοι κατακλύζονται από αμφιβολίες ως προς τη δικαιοσύνη του Θεού. Όταν έρχονται αντιμέτωποι με τις δοκιμασίες, οι άφθονες αμφιβολίες που έχουν στην καρδιά τους ξεχύνονται προς τα έξω και μέσα τους αμφισβητούν τον Θεό: «Αν ο θεός είναι δίκαιος, τότε γιατί μας αφήνει να υποφέρουμε τόσο; Αν ο θεός είναι δίκαιος, τότε γιατί δεν δείχνει έλεος σε όσους από μας αντέξαμε τόση δυστυχία ενώ ακολουθούσαμε τον χριστό; Αν ο θεός είναι δίκαιος, τότε γιατί δεν προστατεύει όσους από μας δαπανούμε τους εαυτούς μας για εκείνον και κάνουμε τα καθήκοντά μας, γιατί δεν προστατεύει τις οικογένειές μας; Αν ο θεός είναι δίκαιος, τότε γιατί αφήνει κάποιους ανθρώπους που πιστεύουν ειλικρινά σ’ εκείνον να πεθάνουν στη φυλακή, στα χέρια του μεγάλου κόκκινου δράκοντα;» Έπειτα, αρχίζουν να φωνάζουν στον Θεό: «Αν ο θεός είναι δίκαιος, δεν πρέπει να μας αφήνει να υποφέρουμε τόσο· αν ο θεός είναι δίκαιος, δεν πρέπει να μας πειθαρχεί και να μας αποκαλύπτει άνευ λόγου και αιτίας. Αν ο θεός είναι δίκαιος, πρέπει να είναι ανεκτικός με όλες τις κακές πράξεις που κάνουμε, να συγχωρεί όλη την αρνητικότητα και την αδυναμία μας και να δείχνει επιείκεια για όλες τις παραβάσεις μας. Αν δεν μπορείς ούτε καν αυτά να κάνεις, τότε δεν είσαι ένας δίκαιος θεός!» Όλα αυτά έχουν οι αντίχριστοι στο μυαλό τους. Είναι γεμάτοι αντιλήψεις για τον Θεό και δεν αναζητούν καθόλου την αλήθεια για να απαλλαγούν απ’ αυτές. Όταν έρθει η μέρα που θα αποκαλυφθούν, είναι σίγουρο ότι αυτές οι αντιλήψεις θα ξεχυθούν προς τα έξω. Αυτή είναι η άσχημη νοοτροπία και το πραγματικό πρόσωπο των αντίχριστων.
Οι αντίχριστοι δεν αναγνωρίζουν ούτε αποδέχονται την αλήθεια, ούτε φυσικά αναγνωρίζουν το γεγονός ότι ο Θεός είναι ο Δημιουργός, κι έτσι, για εκείνους, η δίκαιη διάθεση του Θεού παραμένει ένα μεγάλο, ανοιχτό ερωτηματικό. Και όσο περνάει ο καιρός και συμβαίνουν διάφορα γεγονότα και προκύπτουν διάφορα προβλήματα, αυτό το ερωτηματικό που έχουν όλο και μεγαλώνει και λίγο λίγο μετατρέπεται σε σημάδι διαγραφής. Τι συμβολίζει αυτό το σημάδι διαγραφής; Σημαίνει πως αρνούνται κατηγορηματικά το γεγονός ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Κι όταν ένας αντίχριστος τραβήξει αυτό το σημάδι διαγραφής, όταν δηλαδή αρνηθεί ότι ο Θεός είναι δίκαιος, όλες οι φαντασιώσεις και οι επιθυμίες του εξανεμίζονται. Σκεφτείτε το εξής: Ποια είναι η αφετηρία που οδηγεί σε τέτοιες συνέπειες; (Οι αντίχριστοι θεωρούν ότι επειδή πιστεύουν στον Θεό, πρέπει να λάβουν ευλογίες και την προστασία Του. Όταν, λοιπόν, το έργο του Θεού δεν συμβαδίζει με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους, νιώθουν ότι δεν είναι δίκαιος και δεν μπορούν να αποδεχθούν κάτι τέτοιο από Εκείνον. Επίσης, μόλις κάνουν την εμφάνισή τους οι αντιλήψεις τους σχετικά με τον Θεό, δεν προσεύχονται σ’ Αυτόν και δεν αναζητούν την αλήθεια, κι έτσι δεν μπορούν να απαλλαγούν γρήγορα απ’ αυτές. Μ’ αυτόν τον τρόπο, οι αντιλήψεις τους συσσωρεύονται και στοιβάζονται, κι αυτό είναι που στο τέλος οδηγεί σε τέτοιες συνέπειες.) Εσείς μιλάτε για επιφανειακά φαινόμενα· δεν φτάνετε στη ρίζα του ζητήματος. Γιατί το λέω αυτό; Επειδή κάτι κρύβεται πίσω από την ικανότητα που έχουν οι αντίχριστοι να συμπεριφέρονται έτσι και να έχουν τέτοιες απόψεις, την ικανότητά τους να αμφισβητούν και να απαρνούνται τον Θεό. Κι αυτό καθορίζεται, φυσικά, από τη φύση-ουσία ενός αντίχριστου. Αυτή είναι η ρίζα και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι σ’ αυτό. Η βαθύτερη αιτία, λοιπόν, είναι ότι από την αρχή οι αντίχριστοι δεν έχουν ούτε αγάπη ούτε αποδοχή για την αλήθεια. Γιατί δεν αποδέχονται την αλήθεια; Κι αυτό έχει τη ρίζα του: Δεν αναγνωρίζουν ότι ο Θεός είναι η αλήθεια, ότι τα λόγια Του είναι η αλήθεια· και αφού δεν το αναγνωρίζουν αυτό, δεν μπορούν και να το αποδεχθούν. Δεδομένου ότι δεν αποδέχονται την αλήθεια, μπορούν να κοιτάξουν έστω και ένα πρόβλημα υπό το πρίσμα της αλήθειας; (Όχι.) Δεν μπορούν· και ποιες είναι οι συνέπειες; Ό,τι κι αν τους συμβαίνει, δεν μπορούν να το διακρίνουν, είτε πρόκειται για μικρά και μεγάλα πράγματα που συμβαίνουν γύρω τους είτε για τα λόγια των άλλων. Δεν μπορούν να διακρίνουν ανθρώπους και γεγονότα· δεν μπορούν να διακρίνουν τίποτα. Εξωτερικά, κάποια πράγματα φαίνεται να είναι όπως τα λένε, δεν είναι όμως έτσι στην ουσία τους. Αυτό έχει να κάνει με την αλήθεια. Αν δεν κατανοείς και δεν αποδέχεσαι την αλήθεια, μπορείς να κατανοήσεις την αλήθεια που βρίσκεται μέσα σ’ αυτά τα πράγματα; Δεν μπορείς, κι έτσι το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να αναλύεις και να μελετάς τα πράγματα με ανθρώπινη ματιά, με ανθρώπινη γνώση και ανθρώπινο μυαλό. Ποια θα είναι τα αποτελέσματα μιας τέτοιας μελέτης; Θα συμβαδίζουν με την αλήθεια; Θα συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις και τις προθέσεις του Θεού; Όχι, δεν θα γίνει ποτέ αυτό. Μοιάζει με την ιστορία του Ιώβ, που την ξέρουν όλοι όσοι πιστεύουν στον Θεό. Όλοι όσοι αναγνωρίζουν και αποδέχονται την αλήθεια και είναι ικανοί να πιστεύουν στον Θεό και να υποτάσσονται σ’ Αυτόν επαινούν και θαυμάζουν μέσα τους τον Ιώβ· όλοι επιθυμούν να γίνουν σαν αυτόν. Επαινούν και θαυμάζουν, επίσης, τις εκφράσεις με τις οποίες εγκωμίαζε ο Ιώβ τον Θεό και τη γνώση που είχε για Εκείνον εν μέσω των δοκιμασιών του. Οι άνθρωποι κατανοούν μέσα τους ότι τα διάφορα δεινά και οι πόνοι που έπληξαν τον Ιώβ ήταν έργο του Θεού. Συνολικά, ο Ιώβ ως άνθρωπος αποτελεί ιδανικό για όλους αυτούς που επιδιώκουν την αλήθεια. Όλοι θέλουν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του και να γίνουν όμοιοί του. Πώς επιτυγχάνεται, λοιπόν, ένα τέτοιο θετικό αποτέλεσμα; Ποια είναι τα θεμέλιά του; Το να πιστεύει κανείς και να γνωρίζει μέσα απ’ την καρδιά του πως αυτή είναι η αλήθεια, πως όλα αυτά είναι έργο του Θεού· πάνω σ’ αυτά τα θεμέλια φτάνει κανείς, βήμα βήμα, στο σημείο να θελήσει να γίνει σαν τον Ιώβ, να θελήσει να γίνει κάποιος που έχει φόβο Θεού και αποφεύγει το κακό. Πιστεύει σε όλα αυτά και τα αναγνωρίζει μέσα του, έτσι που τελικά γίνονται σκοπός τον οποίο θα επιδιώξει στη μετέπειτα ζωή του. Για να επιτευχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα, το πλέον βασικό είναι να τα αναγνωρίσει κανείς όλα αυτά και να τα πιστέψει μέσα του. Αναγνωρίζουν και πιστεύουν, λοιπόν, τέτοια πράγματα οι αντίχριστοι; Όχι. Πώς βλέπουν οι αντίχριστοι όλα αυτά που πέρασε ο Ιώβ; Θεωρούν ότι έχουν σημασία όλα όσα έκανε ο Θεός; Βλέπουν ότι όλα αυτά τα κυβερνούσε ο Θεός; Δεν το βλέπουν αυτό ούτε βλέπουν τη σημασία όλων όσα έκανε ο Θεός. Τι βλέπουν σε όλα αυτά; Ο Ιώβ είχε μεγάλο πλούτο, αμέτρητα πρόβατα και βόδια και τους πιο όμορφους γιους και κόρες της χώρας. Αυτό το βλέπουν. Κι έπειτα, μετά από όλα τα βάσανα που πέρασε, ο Θεός τον ευλόγησε ξανά. Τι βλέπουν σ’ αυτό; Λένε: «Αυτός ο άνθρωπος παζάρεψε τις ευλογίες και τις κέρδισε. Καλά έκανε ο θεός και του τις έδωσε». Όπως κατανοεί συνολικά το θέμα ένας αντίχριστος, είναι η θέση που υιοθετεί μια θέση αποδοχής της αλήθειας και υποταγής στον Θεό; (Όχι.) Τι είδους θέση υιοθετεί, λοιπόν, πάνω σ’ αυτό το θέμα; Υπάρχει μόνο μία θέση από την οποία βλέπουν οι αντίχριστοι το όλο θέμα, κι αυτή είναι η θέση ενός δύσπιστου. Ένας δύσπιστος κοιτάζει αν βγάζει κέρδος, αν κερδίζει κάποιο πλεονέκτημα ή αν ζημιώνεται· κοιτάζει πώς μπορεί να επωφεληθεί και πώς όχι, τι θα οδηγούσε σε ζημία και βάσανα, τι αξίζει τον κόπο να κάνει κάποιος και τι όχι. Αυτή είναι η οπτική γωνία των δύσπιστων. Οι δύσπιστοι βλέπουν, αντιμετωπίζουν και κάνουν τα πάντα μ’ αυτόν τον τρόπο, μ’ αυτού του είδους την ουσία. Αυτή είναι η στάση των αντίχριστων απέναντι στη δίκαιη διάθεση του Θεού.
Β. Το να σιχαίνεται κανείς την παντοδυναμία του Θεού
Πώς βλέπουν οι αντίχριστοι την παντοδυναμία του Θεού; Δικαίως θα έλεγε κανείς πως, για έναν αντίχριστο, η λέξη «παντοδυναμία» είναι πολύ φορτισμένη· είναι μια λέξη που διεγείρει τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες του. Αυτό συμβαίνει γιατί πολύ θα του άρεσε να ήταν ένας παντοδύναμος άνθρωπος. Να είναι παντοδύναμος, πανίσχυρος και πανταχού παρών, να είναι ικανός για το οτιδήποτε, να γνωρίζει πώς να κάνει το οτιδήποτε, να έχει οποιαδήποτε ικανότητα· αν κάποιος αποκτούσε αυτήν τη δυνατότητα, αν είχε αυτήν την ικανότητα, τότε τα πάντα θα του ήταν παιχνιδάκι. Δεν θα χρειαζόταν να φοβάται κανέναν· θα είχε τη μεγαλύτερη εξουσία, την υψηλότερη θέση, και θα μπορούσε να κυβερνά τους άλλους. Θα είχε την απόλυτη εξουσία να ελέγχει και να χειραγωγεί τους άλλους. Αυτό ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες ενός αντίχριστου, ενώ προδίδει τις φιλοδοξίες, τις επιθυμίες και το πραγματικό του πρόσωπο. Εν μέρει, η φράση «παντοδυναμία του Θεού» γεννά μέσα του κάθε λογής φαντασιοκοπίες, περιέργεια και αντιλήψεις. Μια άλλη πτυχή είναι ότι θα ήθελε να αποκτήσει γνώσεις για την παντοδυναμία του Θεού μέσω της πίστης του σ’ Εκείνον, ώστε να διευρύνει τους ορίζοντές του, να μάθει περισσότερα και να ικανοποιήσει την περιέργειά του. Ακόμα μια πτυχή είναι ότι πασχίζει, επίσης, να γίνει παντοδύναμος, να τον λατρεύουν χιλιάδες άνθρωποι, και ακόμα περισσότεροι να τον προσκυνούν και να κρατούν μια θέση στην καρδιά τους γι’ αυτόν. Έχουν, επομένως, οι αντίχριστοι αληθινή γνώση της παντοδυναμίας του Θεού; Έχουν πραγματική πίστη σ’ αυτήν; Ισχύει και πάλι ό,τι ισχύει για τη δίκαιη διάθεση του Θεού: Οι αντίχριστοι δεν είναι απλώς γεμάτοι αντιλήψεις και αόριστες και κούφιες φαντασιοκοπίες που δεν συμβαδίζουν με τα γεγονότα· σπέρνουν κιόλας βαθιές αμφιβολίες για την παντοδυναμία του Θεού. Αμφιβάλλουν και δεν πιστεύουν σ’ αυτήν: «Παντοδυναμία; Υπάρχει κανείς σ’ αυτόν τον κόσμο που να είναι παντοδύναμος; Υπάρχει κανείς που να είναι πανταχού παρών και πανίσχυρος; Δεν υπάρχει τέτοιος άνθρωπος! Υπάρχουν πάρα πολλοί σπουδαίοι και διάσημοι άνθρωποι στον κόσμο, και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με υπερφυσικές δυνάμεις· οι προφήτες, λόγου χάρη, και οι κάθε λογής αστρολόγοι ή αυτοί που ερμηνεύουν προφητείες, αλλά ακόμα κι αυτοί δεν είναι παντοδύναμοι. Χρειάζεται σε κάθε περίπτωση να μπει ένα ερωτηματικό μετά τη φράση “παντοδυναμία του θεού’’· απαιτείται αναλυτική διερεύνηση». Για έναν αντίχριστο, λοιπόν, η ουσία της παντοδυναμίας του θεού δεν υπάρχει, αφού πιστεύει το εξής: «Δεν μπορώ να φανταστώ ή να κατανοήσω πώς μπορεί να είναι παντοδύναμος ο θεός, άρα η λεγόμενη “παντοδυναμία’’ του δεν υπάρχει. Εγώ δεν την αναγνωρίζω. Πόσο μεγάλες είναι, στην πραγματικότητα, οι δυνατότητες και οι ικανότητες του θεού; Κανείς δεν τις έχει δει ούτε και πρόκειται να τις δει, στο παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον». Οι αντίχριστοι έχουν συνεχώς μέσα τους την αμφιβολία και την αβεβαιότητα, κι έτσι όλα όσα συμβαίνουν στην εκκλησία και στους αδελφούς και τις αδελφές γίνονται γι’ αυτούς αντικείμενο και πεδίο έρευνας. Τι ερευνούν; Σε οτιδήποτε προκύψει, σε οτιδήποτε συμβεί σε μια ομάδα ή σ’ έναν άνθρωπο, ερευνούν τι έκανε ο Θεός, ποιο ήταν το έργο Του, αν το συμβάν περιλάμβανε σημεία και τέρατα ή τυχόν νέα και μοναδικά περιστατικά πέραν της ανθρώπινης αντίληψης ή πέραν των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων του ανθρώπου. Εκτός αυτού, ερευνούν μήπως κανένας αδελφός ή αδελφή διηγήθηκε κάποιο βίωμα κατά το οποίο ο Θεός εργάστηκε σ’ αυτούς με τρόπο που ξεπερνά τις ανθρώπινες προσδοκίες. Ένα τέτοιο παράδειγμα θα ήταν να έβγαινε ένα κορίτσι μέσα από το κέλυφος ενός σαλιγκαριού, όπως συμβαίνει σ’ ένα γνωστό μύθο, και να τους μαγείρευε ένα πλουσιοπάροχο γεύμα τη στιγμή που θα ήταν πιο πεινασμένοι από ποτέ. Ένα άλλο παράδειγμα θα ήταν να εμφανιζόταν στο σπίτι τους χρυσάφι από το πουθενά όταν δεν είχαν χρήματα, ή οι διώκτες τους, ενώ τους κυνηγούσαν, να τυφλώνονταν ξαφνικά και να μην έβλεπαν τίποτα, και ένας άγγελος να κατέβαινε στη γη και να τους έλεγε: «Μη φοβάσαι, τέκνο μου, είμαι εδώ για να σε βοηθήσω». Κι ένα ακόμη παράδειγμα θα ήταν, την ώρα που οι αδελφοί και οι αδελφές υπέφεραν άγριους ξυλοδαρμούς και φρικτά βασανιστήρια, το μεγάλο φως του θεού να κατέβαινε και να τύφλωνε τα μάτια των βασανιστών, κάνοντάς τους να κυλιούνται στο πάτωμα, εκλιπαρώντας για έλεος, με αποτέλεσμα να μην τολμούσαν ποτέ ξανά να χτυπήσουν τους αδελφούς και τις αδελφές μετά την εκδίκηση του θεού. Ή κάποια στιγμή, εκεί που διάβαζαν τα λόγια του Θεού αλλά δεν μπορούσαν να τα καταλάβουν όσο κι αν προσπαθούσαν, και είχαν σχεδόν αποκοιμηθεί, να έβλεπαν μια μορφή μες στη θολούρα τους να τους λέει: «Μην κοιμάσαι, ξύπνα! Να τι σημαίνουν τα λόγια μου!» Ή, ενώ είχε συμβεί κάτι και επρόκειτο να κάνουν κάποιο λάθος, μια ισχυρή εσωτερική επίπληξη και πειθάρχηση να τους προειδοποιούσε για το ποια πράξη θα ήταν λάθος και ποια θα ήταν η σωστή. Αν κάτι απ’ όλα αυτά, τα οποία οι συνηθισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να τα βιώσουν ή να τα κάνουν, συνέβαινε στην εκκλησία, στον οίκο του Θεού, σε οποιονδήποτε από τους ακόλουθους του Θεού, αυτό θα αρκούσε για να αποδείξει ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος. Αν δεν συμβαίνουν τέτοια πράγματα ή συμβαίνουν πολύ αραιά, αλλά ακόμα κι όταν συμβαίνουν, είναι απλώς φήμες, κι έτσι δεν θεωρούνται γεγονότα ούτε είναι τόσο πιστευτά, τότε είναι γεγονός η παντοδυναμία του Θεού ή δεν είναι; Έχει ο Θεός την ουσία της παντοδυναμίας ή δεν την έχει; Ένας αντίχριστος συνοδεύει μέσα του αυτές τις ιδέες με ερωτηματικά.
Οι αντίχριστοι επιδιώκουν διαρκώς αυτά τα σημεία, τα τέρατα και τις υπερφυσικές δυνάμεις, την ώρα που ο Θεός εργάζεται, μιλάει και σώζει τον άνθρωπο. Εκείνοι επιδιώκουν πράγματα που δεν συμβαδίζουν με την πραγματικότητα ούτε με τα γεγονότα. Αυτά που επιδιώκουν δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το έργο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, ούτε με την αλήθεια, ούτε και με την αλλαγή της διάθεσης του ανθρώπου. Κι όμως, είναι αποφασισμένοι να τα αναζητήσουν. Είναι γεμάτοι περιέργεια για την παντοδυναμία του Θεού. Συχνά, στις προσευχές τους, ζητούν απ’ τον Θεό τα εξής: «Θεέ μου, θα μπορούσες να μου αποκαλύψεις την παντοδυναμία σου; Θεέ μου, δεν είσαι παντοδύναμος; Αν είσαι, σου ζητώ να διευθετήσεις αυτό το ζήτημα για χάρη μου. Θεέ μου, αν είσαι παντοδύναμος, πανίσχυρος και πανταχού παρών, σε εκλιπαρώ να με βοηθήσεις, γιατί αντιμετωπίζω δυσκολίες. Θεέ μου, αν είσαι παντοδύναμος, σε εκλιπαρώ να πάρεις τις αρρώστιες απ’ το σώμα μου, να διώξεις τις περιστάσεις που αντιμετωπίζω, να με βοηθήσεις να αποφύγω τον κίνδυνο. Θεέ μου, αν είσαι παντοδύναμος, σε εκλιπαρώ, ενώ κάνω το καθήκον μου, κάνε με έξυπνο, ευφυή, ταλαντούχο και χαρισματικό εν μία νυκτί, για να κατανοήσω τις επαγγελματικές δεξιότητες χωρίς να χρειαστεί να τις μελετήσω, για να γίνω ειδήμων και να ξεχωρίσω από τους άλλους. Θεέ μου, αν είσαι παντοδύναμος, σου ζητώ να τιμωρήσεις και να κάνεις αντίποινα σε όσους κακολογούν και κοροϊδεύουν την πίστη μου σ’ εσένα. Κάνε να χάσουν την όραση και την ακοή τους, να βγάλουν πληγές στο κεφάλι τους και να τρέχει πύον από τα πέλματα των ποδιών τους. Κάνε να έχουν έναν φρικτό θάνατο. Θεέ μου, αν είσαι παντοδύναμος, σε εκλιπαρώ, δείξε μου την παντοδυναμία σου». Ο Θεός έχει πει τόσα λόγια κι έχει κάνει τόσο έργο, κι όμως οι αντίχριστοι κλείνουν τα μάτια σ’ όλα αυτά και τα αγνοούν. Δεν παίρνουν ποτέ σοβαρά τα λόγια του Θεού, ούτε και το έργο Του, ούτε και κάθε βήμα του σημαντικού Του έργου για τη σωτηρία του ανθρώπου· δεν τα παίρνουν τοις μετρητοίς. Αντ’ αυτού, ζητάνε με αποφασιστικότητα σημεία και τέρατα, ζητάνε ο Θεός να εκτελέσει θαύματα μέσα στο έργο Του, Του ζητάνε να κάνει εκπληκτικά πράγματα που θα τους ανοίξουν τα μάτια και θα ικανοποιήσουν την περιέργειά τους, ώστε να αποδείξει την ύπαρξή Του και ότι είναι παντοδύναμος. Ακόμα πιο γελοίο είναι ότι οι αντίχριστοι επικαλούνται τον Θεό ακόμα και στην προσευχή τους: «Θεέ μου, δεν σε βλέπω, κι έτσι η πίστη μου είναι μικρή. Σε παρακαλώ, αποκάλυψε το αληθινό σου πρόσωπο σ’ εμένα, ας είναι και σε όνειρο μόνο· σε παρακαλώ, αποκάλυψέ μου την παντοδυναμία σου, ώστε ν’ αποκτήσω πίστη σ’ εσένα και να πιστέψω με βεβαιότητα στην ύπαρξή σου. Αν δεν το κάνεις, η πίστη μου σ’ εσένα θα έχει πάντα μέσα της αμφιβολίες». Δεν βλέπουν την ύπαρξη του Θεού, ούτε γνωρίζουν την ουσία και τη διάθεσή Του μέσα στο έργο και στα λόγια Του, κι όμως Του ζητάνε να κάνει κι άλλα πράγματα, πράγματα ασύλληπτα για τον άνθρωπο, προκειμένου να τους δυναμώσει και να εδραιώσει την πίστη τους. Ο Θεός έχει πει πολλά λόγια κι έχει κάνει πολύ έργο, κι όμως, όσο πρακτικά κι αν είναι τα λόγια Του, όσο κι αν διαπλάθουν οι αλήθειες που λέει τους ανθρώπους, όσο επείγον κι αν είναι να τις καταλάβουν, οι αντίχριστοι δεν ενδιαφέρονται και δεν τα παίρνουν στα σοβαρά όλα αυτά. Πραγματικά, όσο περισσότερο μιλάει ο Θεός, όσο πιο συγκεκριμένο έργο κάνει, τόσο μεγαλύτερη αποστροφή, ενόχληση και αντίσταση νιώθουν εκείνοι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μέσα τους τους έρχεται να καταδικάσουν τον Θεό, να Τον βλασφημήσουν και να Του φωνάξουν: «Βρίσκεται η παντοδυναμία σου σ’ αυτά τα λόγια; Μόνο αυτό μπορείς να κάνεις, να εκφράζεις λόγια; Αν δεν μιλούσες, δεν θα ήσουν παντοδύναμος; Αν είσαι παντοδύναμος, τότε μη μιλάς. Μη χρησιμοποιείς τον λόγο ή τη συναναστροφή πάνω στην αλήθεια και μη δίνεις στον άνθρωπο την αλήθεια προκειμένου να αποκτήσουμε τη ζωή και να πετύχουμε αλλαγή διάθεσης. Αν μας έκανες όλους αγγέλους, αγγελιοφόρους σου, εν μία νυκτί, αυτό μάλιστα! Αυτό θα ήταν παντοδυναμία!» Ενώ ο Θεός λέει τα λόγια Του και κάνει το έργο Του, η φύση των αντίχριστων αποκαλύπτεται και εκτίθεται λίγο λίγο, χωρίς καμία συγκάλυψη, και αντίστοιχα ξεγυμνώνεται κι η ουσία τους που τους κάνει να αποστρέφονται την αλήθεια και να αντιστέκονται σ’ αυτήν. Με το πέρασμα του χρόνου και με την ασταμάτητη πρόοδο που σημειώνει ο Θεός στο έργο Του, εκτίθενται και αποκαλύπτονται επίσης λίγο λίγο η διάθεση και η ουσία των αντίχριστων που τους κάνουν να σιχαίνονται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού. Οι αντίχριστοι επιδιώκουν ασαφή πράγματα· επιδιώκουν να δουν σημεία και τέρατα και, ενώ τους κυβερνά αυτή η φιλοδοξία και επιθυμία, που δεν συνάδει με την πραγματικότητα, βγαίνει στο φως η φύση τους σύμφωνα με την οποία αποστρέφονται και μισούν την αλήθεια. Εν αντιθέσει μ’ αυτούς, όσοι επιδιώκουν αληθινά την πραγματικότητα και την αλήθεια, όσοι αγαπούν τα θετικά πράγματα και πιστεύουν σ’ αυτά βλέπουν την παντοδυναμία του Θεού στη διαδικασία του έργου και των λόγων Του· και όσα βλέπουν αυτοί οι άνθρωποι, όσα μπορούν να κερδίσουν και να μάθουν είναι αυτά ακριβώς που οι αντίχριστοι δεν θα μπορέσουν ποτέ να μάθουν και να κερδίσουν. Οι αντίχριστοι πιστεύουν πως αν οι άνθρωποι ήταν να κερδίσουν τη ζωή από τον Θεό, θα έπρεπε να υπάρχουν σημεία και τέρατα· πιστεύουν ότι χωρίς σημεία και τέρατα, είναι απίθανο να κερδίσει κανείς τη ζωή και την αλήθεια από τα λόγια του Θεού και μόνο, και άρα να πετύχει αλλαγή διάθεσης ή να φτάσει στη σωτηρία. Για έναν αντίχριστο, κάτι τέτοιο δεν θα είναι ποτέ πιθανό και δεν ευσταθεί. Γι’ αυτό και οι αντίχριστοι περιμένουν και προσεύχονται ακούραστα, με την ελπίδα ότι ο Θεός θα αποκαλύψει σημεία και τέρατα και θα εκτελέσει θαύματα γι’ αυτούς· κι αν δεν το κάνει, τότε η παντοδυναμία Του δεν υπάρχει. Και αυτό που υπονοείται εδώ είναι ότι, αν δεν υπάρχει η παντοδυναμία του Θεού, τότε σίγουρα δεν υπάρχει κι ο Θεός. Αυτή είναι η λογική των αντίχριστων. Καταδικάζουν τη δικαιοσύνη του Θεού, καταδικάζουν και την παντοδυναμία Του.
Την ώρα που ο Θεός σώζει τους ανθρώπους, οι αντίχριστοι αδιαφορούν πλήρως για τα λόγια Του, τις διάφορες απαιτήσεις Του και τις προθέσεις Του. Αντιστέκονται σ’ όλα αυτά και τα αποστρέφονται από τα βάθη της καρδιάς τους. Αυτό που τους ενδιαφέρει δεν είναι η πραγματικότητα όλων των θετικών πραγμάτων, ούτε κι η σωτηρία και η τελείωση που μπορεί να πετύχει ο άνθρωπος ως αποτέλεσμα της επιδίωξης της αλήθειας και της υποταγής στις ενορχηστρώσεις του Θεού. Τότε, λοιπόν, τι τους ενδιαφέρει; Τους ενδιαφέρει ο θεός να αποκαλύψει σημεία και τέρατα και να εκτελέσει θαύματα για να τα δουν, να μπορέσουν να μάθουν μέσω αυτών, κι έτσι να γίνουν ξεχωριστοί άνθρωποι, υπεράνθρωποι, άνθρωποι εξαιρετικοί, με υπερδυνάμεις. Επιθυμούν, μέσω της παντοδυναμίας του θεού, να ξεφορτωθούν χαρακτηρισμούς, ταυτότητες και καταστάσεις που τους εντάσσουν στις κατηγορίες των συνηθισμένων, κοινών και διεφθαρμένων ανθρώπων. Όποιες, λοιπόν, κι αν είναι οι αντιλήψεις ή τα προβλήματά τους μέσα στο έργο του Θεού, δεν αναζητούν την αλήθεια για να απαλλαγούν απ’ αυτά. Δεν είναι απλώς ανίκανοι να κατανοήσουν την αλήθεια ή να πετύχουν μια αλλαγή διάθεσης· όχι, επιπλέον κρίνουν τον Θεό, Τον καταδικάζουν και Του αντιστέκονται για όλα αυτά που κάνει και δεν συμβαδίζουν με τις αντιλήψεις τους. Στα μάτια των αντίχριστων, όλο το πρακτικό έργο που κάνει ο Θεός είναι κάτι που δεν αναγνωρίζουν και που καταδικάζουν. Τελικά, αυτές ακριβώς οι απόψεις και οι ορισμοί του Θεού τούς οδηγούν στο να αρνηθούν κατηγορηματικά μέσα τους την ύπαρξη της ουσίας του Θεού, και ακόμη πιο κατηγορηματικά να καταδικάσουν, να σπιλώσουν και να βλασφημήσουν την ύπαρξη της ουσίας του Θεού. Αυτό συμβαίνει επειδή η πίστη τους στον Θεό βασίζεται στο ότι εκείνος είναι παντοδύναμος, ότι θα διορθώσει τις αδικίες σε βάρος τους, ότι θα εκδικηθεί για λογαριασμό τους, ότι για χάρη τους θα νικήσει όλους όσους αυτοί μισούν και περιφρονούν, ότι, δηλαδή, ο θεός θα ικανοποιήσει τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες τους. Αυτή είναι η βάση της πίστης τους στον Θεό. Σήμερα, όμως, αυτοί οι κακοί άνθρωποι βλέπουν πλέον ότι δεν υπάρχει τέτοιος θεός και ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Θεός να κάνει το οτιδήποτε γι’ αυτούς. Από τη δική τους οπτική, η κατάσταση για τους ίδιους είναι πολύ δυσμενής· είναι μια τρομερή κατάσταση. Αφού, λοιπόν, βιώσουν πολλά πράγματα, οι αμφιβολίες κι οι ενδοιασμοί τους για τον Θεό ενισχύονται όλο και περισσότερο, ώσπου αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τον Θεό και τον οίκο Του, να επιδιώξουν τα εγκόσμια, να ακολουθήσουν κακές τάσεις και να πέσουν στις αγκάλες του Σατανά. Τέτοια κατάληξη έχουν αυτοί οι άνθρωποι. Κρίνοντας από τη στάση που κρατούν απέναντι στη δίκαιη διάθεση και την παντοδυναμία του Θεού, οι αντίχριστοι είναι πράγματι δύσπιστοι. Δεν έχουν την παραμικρή πίστη στον Θεό ούτε δείχνουν την παραμικρή υποταγή ή αποδοχή σε όσα κάνει. Όσον αφορά τα θετικά πράγματα και την αλήθεια, τα αποστρέφονται και τους αντιστέκονται. Γι’ αυτό άλλωστε, όπως κι αν το δει κανείς, η δύσπιστη φύση των αντίχριστων υπάρχει στ’ αλήθεια. Δεν είναι κάτι που τους επιβάλλουν οι άλλοι, ούτε κάτι που παρουσιάζεται ως υπερβολικό ενώ δεν είναι· αυτή τους η ουσία ορίζεται με βάση όλες τις απόψεις και τις προσεγγίσεις που αποκαλύπτουν όταν τους συμβεί κάτι.
Οι αντίχριστοι πιστεύουν για χρόνια στον Θεό, αλλά είναι ανίκανοι να δουν το γεγονός ότι ο Θεός κυριαρχεί στη μοίρα του ανθρώπου. Δεν κατανοούν αυτό το γεγονός. Δεν κατανοούν ένα γεγονός, παρότι βρίσκεται μπροστά στα μάτια τους· δεν είναι άρα τυφλοί; Η δίκαιη διάθεση του Θεού και η παντοδυναμία Του αποκαλύπτονται συχνά στο έργο της εκκλησίας, στον εκλεκτό λαό Του και σε κάθε είδους συμβάν. Όλ’ αυτά είναι παντού ορατά στους ανθρώπους· οι αντίχριστοι, όμως, τυφλοί καθώς είναι, δεν τα βλέπουν. Αφού ακολουθήσουν τον Θεό για πολλά χρόνια, λένε την περιβόητη φράση: «Τόσα χρόνια πιστεύω στον θεό, και τι κέρδισα;» Φαίνεται ότι πράγματι δεν κέρδισαν τίποτα. Ο Θεός άφησε τη ζωή Του να ξεχυθεί για τον άνθρωπο, κι όμως οι αντίχριστοι δεν κέρδισαν τίποτα. Μα δεν είναι αξιολύπητο αυτό; Και βέβαια είναι! Αυτή η φράση των αντίχριστων αντανακλά τόσο καλά το πρόβλημα. Όλοι όσοι ακούνε τα λόγια του Θεού, βιώνουν το έργο Του και αποδέχονται τα λόγια Του ως ζωή τους θα έλεγαν: «Πιστεύουμε τόσα χρόνια στον Θεό και έχουμε κερδίσει πάρα πολλά από Εκείνον. Όχι μόνο χάρη και ευλογίες, την προστασία Του και το έλεός Του· το πιο σημαντικό είναι ότι απ’ τον Θεό κατανοήσαμε και κερδίσαμε πάρα πολλές αλήθειες. Ζούμε με την ομοιότητα των ανθρώπων, με αξιοπρέπεια. Ξέρουμε πώς να φερθούμε. Χρωστάμε πάρα πολλά στον Θεό. Σε σύγκριση με το τίμημα που πληρώνει Εκείνος και με όσα κάνει για εμάς, οι μικρές δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε δεν είναι καν άξιες αναφοράς. Ο άνθρωπος θα πρέπει να ξεπληρώνει την αγάπη του Θεού». Οι αντίχριστοι, όμως, είναι το ακριβώς αντίθετο. Λένε: «Αφού ο θεός κάνει έργο αυτά τα τελευταία χρόνια, εγώ γιατί δεν έχω κερδίσει τίποτα; Όλοι σας λέτε ότι κερδίσατε το τάδε ή το δείνα, ότι βιώσατε τη μία ή την άλλη εμπειρία· αυτές οι εμπειρίες, όμως, θα σας εξασφαλίσουν τροφή; Με τι ισοδυναμούν αυτές οι εμπειρίες; Αν τις συγκρίνει κανείς με τις ευλογίες, τη χάρη, το να βλέπουμε σημεία και τέρατα, δεν είναι εντελώς ανάξιες λόγου; Γι’ αυτό νιώθω ότι τόσα χρόνια που πιστεύω στον θεό δεν έχω κερδίσει τίποτα. Σε σύγκριση με τα βάσανα που άντεξα, με όσα απαρνήθηκα και δαπάνησα για τον θεό, όσα κέρδισα δεν αξίζουν τίποτα! Τι άλλο είναι η αλήθεια παρά μερικές δηλώσεις και θεωρίες; Τι άλλο παρά μερικά δόγματα; Έχω ακούσει αυτά τα λόγια, αυτές τις αλήθειες, και δεν νιώθω να έχει σημειωθεί μέσα μου καμιά ριζική αλλαγή! Για αρχή, δεν είμαι και τόσο εύστροφος όταν σκέφτομαι πράγματα. Επιπλέον, γερνάω και η υγεία μου δεν βελτιώνεται σε σύγκριση με το παρελθόν. Τα μαλλιά μου είναι γκρίζα, έχω περισσότερες ρυτίδες στο πρόσωπό μου· μου έχουν πέσει μάλιστα και μερικά δόντια, και δεν έχουν βγει καινούργια. Ο θεός λέει πως όλοι όσοι σώζονται μοιάζουν με άγουρα παιδιά γεμάτα ζωή, κι εγώ είμαι ένα σαράβαλο με γερασμένο πρόσωπο. Δεν έχω γίνει παιδί. Σύμφωνα με τα λόγια του θεού, οι γκριζομάλληδες γέροι μπορούν να γίνουν νεαροί με κατάμαυρα μαλλιά. Εγώ πώς και δεν άλλαξα; Ο θεός λέει ότι θα μεταμορφώσει εξ ολοκλήρου τους ανθρώπους, αλλά εμένα δεν μου συνέβη κάτι τέτοιο· δεν έγινα άλλος άνθρωπος. Είμαι ακόμα ο εαυτός μου και όταν μου συμβαίνει κάτι, πρέπει ακόμα να σκεφτώ μόνος μου πώς θα το χειριστώ. Η σάρκα μου αντιμετωπίζει όλο και πιο πολλές δυσκολίες· νιώθω συχνά αδύναμος και αρνητικός. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η μνήμη μου δεν πάει καλά τα τελευταία δύο χρόνια. Παρόλο που διαβάζω τόσο πολύ τα λόγια του θεού, Εκείνος δεν έχει ενισχύσει τη μνήμη μου. Δεν μπορεί ο θεός να δώσει στους ανθρώπους λίγη υπερφυσική δύναμη που να προστατεύει το σώμα τους από το γήρας; Θεωρώ ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτήν τη στιγμή είναι η εξ ολοκλήρου μεταμόρφωση των ανθρώπων· η αλήθεια δεν φαίνεται να μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα. Αν ο θεός έλεγε κάτι που θα μπορούσε στ’ αλήθεια να μετατρέψει κάποιον σε άλλον άνθρωπο, με αστραφτερή εμφάνιση αγγέλου, που να μπορεί ν’ αφήσει το σώμα του, ν’ αποδράσει μέσα από τοίχους, που να μπορεί να πει ένα ξόρκι και να εξαφανιστεί όταν τον καταδιώκουν και βρίσκεται σε κίνδυνο, και πάντοτε να ξεφεύγει· αν οι άνθρωποι, διαβάζοντας συχνά τα λόγια του θεού, απέφευγαν τα γκρίζα μαλλιά και τις ρυτίδες στο πρόσωπό τους, και νέα δόντια φύτρωναν στη θέση αυτών που είχαν χάσει, κάτι τέτοιο θα ήταν υπέροχο! Αυτό σημαίνει να μεταμορφώνεται κανείς εξ ολοκλήρου! Αν ο θεός τα έκανε όλα αυτά, τότε θα πίστευα ότι είναι όντως ο θεός, χωρίς καμία επιφύλαξη. Αν συνεχίσει να μιλάει και να κηρύσσει την αλήθεια, τότε η πίστη μου σύντομα θα ατονήσει· σύντομα, δεν θα μπορώ πλέον να συνεχίσω να πιστεύω, και ίσως να μην μπορώ πια να εκτελέσω το καθήκον μου. Δεν θα θέλω να το κάνω». Στο διάστημα κατά το οποίο ένας αντίχριστος ακολουθεί τον Θεό, συχνά γεννιούνται μέσα του διάφορες απαιτήσεις απ’ Αυτόν, και στις αντιλήψεις του αναπτύσσονται συχνά κάθε λογής αμφιβολίες και υψηλές απαιτήσεις, ενώ ανάλογα με το εκάστοτε περιβάλλον και τις προσωπικές του επιθυμίες, αρχίζει να κάνει και κάθε λογής παράξενες σκέψεις. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι ένα: Οι αντίχριστοι δεν κατανοούν τα λόγια που λέει ο Θεός και δεν βλέπουν το γεγονός ότι ο Θεός εργάζεται για να σώσει τον άνθρωπο, ούτε φυσικά κατανοούν πως όλα όσα κάνει ο Θεός έχουν ως σκοπό τη σωτηρία του ανθρώπου, πως όλα γίνονται ώστε να του δώσουν τη δυνατότητα να αλλάξει διάθεση. Έτσι, καθώς συνεχίζουν να πιστεύουν, χάνουν το κίνητρό τους· ενώ συνεχίζουν να πιστεύουν, γεννιούνται μέσα τους συναισθήματα αρνητικότητας και απελπισίας, και νιώθουν ότι θέλουν να αποσυρθούν και να τα παρατήσουν. Όσο για την ουσία του Θεού, ξέχνα το ενδεχόμενο να πιστέψουν σ’ αυτήν, να την αναγνωρίσουν ή να την αποδεχθούν· καθώς συνεχίζουν να πιστεύουν, ούτε που τους περνάει απ’ το μυαλό να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο ζήτημα. Γι’ αυτό και όταν λες στη συναναστροφή ότι κάτι είναι η δικαιοσύνη του Θεού, η παντοδυναμία και η κυριαρχία Του, ότι οι άνθρωποι πρέπει να υποταχθούν σ’ αυτό και να το μάθουν, οι αντίχριστοι δεν πρόκειται να βγάλουν άχνα δημοσίως, ούτε να εκφράσουν καμία άποψη. Μέσα τους, όμως, θα νιώσουν αποστροφή: Δεν θα θελήσουν ν’ ακούσουν, δεν θα είναι διατεθειμένοι ν’ ακούσουν· κάποιοι από αυτούς απλώς θα σηκωθούν να φύγουν. Την ώρα που όλοι ακούνε τα κηρύγματα, που άλλοι συναναστρέφονται πάνω στα λόγια του Θεού και οι αδελφοί και οι αδελφές συναναστρέφονται πάνω στη βιωματική μαρτυρία τους με μεγάλο ζήλο, οι αντίχριστοι τι κάνουν; Πίνουν τσάι, διαβάζουν περιοδικά, παίζουν με το τηλέφωνό τους και κουτσομπολεύουν βαριεστημένα. Κι έτσι όπως διαμαρτύρονται και αντιστέκονται μ’ αυτές τις σιωπηρές πράξεις, προσπαθούν να επιβεβαιώσουν με τις συμπεριφορές τους πως όλα όσα κάνει ο Θεός είναι άχρηστα: «Απλώς προσπαθείτε να εκλογικεύσετε τα πράγματα, κοροϊδεύοντας τον εαυτό σας· είναι απλό, ο θεός και η αλήθεια δεν υπάρχουν, και η ανθρωπότητα είναι αδύνατο να σωθεί από τον θεό!» Στα μάτια τους, όλοι όσοι πιστεύουν στην αλήθεια, υποτάσσονται στον Θεό και πιστεύουν στο γεγονός ότι ο Θεός μπορεί να σώσει την ανθρωπότητα είναι ανόητοι· είναι όλοι τους ανεγκέφαλοι και γελασμένοι. Εκείνοι πιστεύουν πως η μοίρα ενός ανθρώπου βρίσκεται στα δικά του χέρια, ότι δεν είναι δυνατό ν’ αφήνει κανείς τους άλλους να την ενορχηστρώσουν για λογαριασμό τους, ότι οι άνθρωποι δεν είναι μαριονέτες, αλλά έχουν μυαλό και την ικανότητα να σκέφτονται τα προβλήματα από μόνοι τους· κι αν κάποιος δεν μπορεί καν να πάρει τη μοίρα του στα χέρια του, τον θεωρούν σκουπίδι και κατώτερο άνθρωπο. Έτσι, δεν είναι σε καμία περίπτωση διατεθειμένοι ν’ αφήσουν τη μοίρα τους στον έλεγχο του Θεού. Αυτή είναι η στάση των αντίχριστων απέναντι σε όλα όσα κάνει ο Θεός. Παραμένουν θεατές και δύσπιστοι απ’ την αρχή ως το τέλος, παίζοντας τους υπηρέτες του Σατανά. Είναι παράσιτα και ταραξίες, κακοποιοί που βρήκαν τρόπο να τρυπώσουν ύπουλα.
Γ. Το να σιχαίνεται κανείς την αγιοσύνη και τη μοναδικότητα του Θεού
Οι αντίχριστοι δεν αναγνωρίζουν καθόλου τη δικαιοσύνη και την παντοδυναμία της διάθεσης-ουσίας του Θεού, δεν πιστεύουν καθόλου σ’ αυτά ούτε βέβαια γνωρίζουν το παραμικρό για εκείνα. Φυσικά, δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο να πιστέψουν, να αναγνωρίσουν και να μάθουν την αγιοσύνη και τη μοναδικότητα του Θεού. Έτσι, όταν ο Θεός αναφέρει ότι θα ήθελε οι άνθρωποι να είναι έντιμοι, ότι θα ήθελε να είναι προσγειωμένα δημιουργήματα που μπορούν να παραμείνουν στη θέση τους, οι αντίχριστοι αναπτύσσουν τότε κάποιες ιδέες, καθώς και μια στάση κι ένα αίσθημα. Λένε: «Δεν είναι ύψιστος ο θεός; Δεν είναι υπέρτατος; Αν ισχύουν αυτά, οι απαιτήσεις που έχει για τον άνθρωπο πρέπει να είναι μεγάλες και υψηλές. Νόμιζα πως ο θεός ήταν πολύ μυστηριώδης· ούτε που θα μου περνούσε από το μυαλό ότι οι απαιτήσεις του απ’ τον άνθρωπο θα ήταν τόσο ασήμαντες. Μπορεί να τις θεωρήσει κανείς αλήθεια; Είναι υπερβολικά απλές! Το σωστό θα ήταν ο θεός να έχει υψηλές απαιτήσεις: Θα έπρεπε κανείς να είναι υπεράνθρωπος, σπουδαίος, ικανός· αυτά θα έπρεπε να απαιτεί ο θεός από τον άνθρωπο. Εκείνος, όμως, τον θέλει έντιμο· μα στ’ αλήθεια είναι αυτό το έργο του θεού; Μήπως πρόκειται για απομίμηση;» Οι αντίχριστοι, βαθιά μέσα τους, δεν αντιστέκονται απλώς στην αλήθεια· παράλληλα με αυτό, γίνονται κιόλας βλάσφημοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι σιχαίνονται την αλήθεια; Είναι γεμάτοι περιφρόνηση και απαξίωση για τις απαιτήσεις του Θεού· τις ορίζουν και τις αντιμετωπίζουν με μια στάση περιφρόνησης, αδιαφορίας, ειρωνείας και χλευασμού. Προφανώς, η διάθεση-ουσία των αντίχριστων είναι απεχθής, κι εκείνοι ανίκανοι να αποδεχθούν πράγματα και λόγια που είναι αληθινά, όμορφα και πρακτικά. Η ουσία του Θεού είναι αληθινή και πρακτική, και οι απαιτήσεις που έχει απ’ τους ανθρώπους συνάδουν με τις ανάγκες τους. Τι είναι αυτό το «μεγάλες και υψηλές» που αναφέρουν οι αντίχριστοι; Είναι κάτι ψευδές, κενό και κούφιο, που διαφθείρει και παραπλανά τους ανθρώπους· τους οδηγεί στην πτώση και τους απομακρύνει απ’ τον Θεό. Αντίθετα, οι αλήθειες που εκφράζει ο Θεός και η ζωή του Θεού είναι απολύτως αξιόπιστες, αξιαγάπητες και πρακτικές. Μόλις βιώσει και ζήσει κανείς τα λόγια του Θεού για ένα διάστημα, θα ανακαλύψει ότι μόνο η ζωή του Θεού είναι το πιο αξιαγάπητο πράγμα, ότι μόνο τα λόγια Του μπορούν να αλλάξουν τους ανθρώπους και να γίνουν η ζωή τους, και ότι αυτά είναι το μόνο που χρειάζονται οι άνθρωποι. Από την άλλη, εκείνες οι μεγάλες και υψηλές απόψεις και φράσεις που διατυπώνουν ο Σατανάς και οι αντίχριστοι είναι διαμετρικά αντίθετες προς την ακρίβεια και την πρακτικότητα των απαιτήσεων που έχει ο Θεός από τον άνθρωπο. Οι αντίχριστοι, λοιπόν, με βάση αυτήν τους την ουσία, είναι εντελώς ανίκανοι να αποδεχθούν την αγιοσύνη και τη μοναδικότητα του Θεού. Δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να τα αναγνωρίσουν όλα αυτά. Όσο για τις διάφορες όψεις της διεφθαρμένης διάθεσης και της διεφθαρμένης ουσίας των ανθρώπων τις οποίες εκθέτει ο Θεός, δηλαδή την αδιαλλαξία και την αλαζονεία τους, καθώς και τις διαθέσεις δολιότητας, μοχθηρίας, αποστροφής προς την αλήθεια και φαυλότητας που έχουν, οι αντίχριστοι δεν τις αποδέχονται καθόλου. Και όσο για την κρίση και την αυστηρή επίπληξη του Θεού απέναντι στους ανθρώπους, οι αντίχριστοι είναι εντελώς ανίκανοι να αναγνωρίσουν σ’ αυτά την αγιοσύνη και το κάλλος του Θεού· απεναντίας, κατά βάθος αποστρέφονται τα λόγια που λέει ο Θεός και αντιστέκονται σ’ αυτά. Κάθε φορά που διαβάζουν τα λόγια του Θεού που παιδεύουν, κρίνουν και εκθέτουν τη διεφθαρμένη διάθεση του ανθρώπου, νιώθουν μίσος και τους έρχεται να βρίσουν. Αν κάποιος πει ότι είναι αλαζόνες, αδιάλλακτοι και μοχθηροί άνθρωποι που αποστρέφονται την αλήθεια, θα λογομαχήσουν μαζί του και θα βρίσουν τους προγόνους του. Αν, πάλι, κάποιος εκθέσει τη διεφθαρμένη ουσία τους και τους καταδικάσει, είναι σαν να προσπάθησε να τους σκοτώσει· δεν υπάρχει καμία περίπτωση να το αποδεχθούν. Αυτή η ουσία τους και τα όσα αποκαλύπτουν ευθύνονται για το γεγονός ότι, στον οίκο του Θεού και στην εκκλησία, τους εντοπίζει κανείς χωρίς οι ίδιοι να το αντιλαμβάνονται, με αποτέλεσμα να απομονώνονται και να αποκαλύπτονται εν αγνοία τους. Συχνά δεν εκπληρώνονται οι φιλοδοξίες και οι επιθυμίες τους, κι έτσι αυξάνεται το μίσος τους απέναντι στα λόγια που λέει ο Θεός, απέναντι στην ύπαρξή Του και στη φράση «η αλήθεια βασιλεύει στον οίκο του Θεού». Αν τους πεις αυτήν τη φράση, θα θελήσουν να παλέψουν μαζί σου μέχρι τελικής πτώσης, να σε βασανίσουν και να σε τιμωρήσουν μέχρι θανάτου. Αυτό δεν δείχνει άραγε από μόνο του ότι οι αντίχριστοι είναι εχθρικοί απέναντι στον Θεό; Σαφώς και το δείχνει! Αν κάποιος έλεγε: «Ο Θεός είναι μοναδικός· ο άνθρωπος δεν επιτρέπεται να λατρέψει κανέναν άλλον άνθρωπο ούτε κανένα είδωλο, παρά μόνο Αυτόν», θα ήταν ένας αντίχριστος διατεθειμένος ν’ ακούσει κάτι τέτοιο; (Όχι.) Γιατί όχι; Αυτά τα λόγια τον καταδικάζουν, έτσι δεν είναι; Δεν του στερούν το δικαίωμά του να γίνει θεός; Μπορεί να είναι χαρούμενος αφού χάσει το δικαίωμα να γίνει θεός, αφού σβήσει αυτή η ελπίδα; (Όχι.) Γι’ αυτό και αν τον εκθέσεις, με αποτέλεσμα η υπόληψη και η φήμη του να καταστραφούν, να μην τον λατρεύει κανείς, να μην μπορεί να πάρει ανθρώπους με το μέρος του και να χάσει τη θέση του, θα προσπαθήσει να σε πιάσει με τα κακόβουλα, δαιμονικά νύχια του για να σε βασανίσει. Όταν συμβαίνει κάτι σε μια εκκλησία και κάποιος σκοπεύει να το αναφέρει στον Άνωθεν, αν ο επικεφαλής της εκκλησίας είναι αντίχριστος, θα του επιτρέψει να υποβάλει την αναφορά; Δεν θα αφήσει το θέμα να προχωρήσει. Θα πει: «Αν υποβάλεις αυτήν την αναφορά, εσύ θα ευθύνεσαι για τις συνέπειες! Αν ο άνωθεν μας κλαδέψει και αποπέμψει ανθρώπους από την εκκλησία μας, θα φροντίσω να το μετανιώσεις· θα πείσω τους πάντες να σε εγκαταλείψουν. Τότε θα πάρεις μια γεύση του πώς είναι να σε αποπέμπουν!» Δεν τρομάζει και δεν απειλείται έτσι ο άνθρωπος που σκόπευε να υποβάλει την αναφορά; Ο αντίχριστος λέει: «Ο θεός είναι μοναδικός, σωστά; Ωραία· θα είμαι κι εγώ μοναδικός. Στην εκκλησία μας, γίνεται ό,τι πω εγώ. Ό,τι κι αν θέλεις να κάνεις, πρέπει να περάσεις από μένα· και δεν υπάρχει περίπτωση να με προσπεράσεις. Θέλεις να με προσπεράσεις; Πάνω από το πτώμα μου! Εγώ βασιλεύω στην εκκλησία μας· εδώ γίνεται ό,τι πω εγώ. Εγώ είμαι η αλήθεια, εγώ είμαι ο μοναδικός!» Δεν πρόκειται για την εκδήλωση ενός διαβόλου; Πράγματι, έχει εκθέσει το διαβολικό του πρόσωπο κι έχει πει τα λόγια του διαβόλου.
Όσον αφορά το πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την ουσία του Θεού, αρχικά δυσπιστούν και αμφιβάλλουν γι’ αυτήν, στη συνέχεια περιμένουν την κατάλληλη στιγμή και την δοκιμάζουν, ενώ στο τέλος προχωρούν στην κρίση και τη βλασφημία. Βήμα-βήμα, αυτό τους οδηγεί σ’ ένα τέλμα, σε μια απύθμενη άβυσσο, καθώς και στο μονοπάτι της αντίστασης και της εχθρότητας απέναντι στον Θεό, της απόλυτης εναντίωσης σ’ Αυτόν και της μέχρι τέλους διαμαρτυρίας εναντίον Του· απ’ αυτό το μονοπάτι δεν υπάρχει γυρισμός. Όχι μόνο δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν ότι η ουσία του Θεού υπάρχει, αλλά επιπλέον γεννιέται μέσα τους κάθε είδους αντίληψη και φαντασιοκοπία για όλες τις πτυχές της ουσίας του Θεού, και με όλα αυτά παραπλανούν όσους βρίσκονται γύρω τους και όσους έρχονται σε επαφή μαζί τους. Ο σκοπός τους είναι να κάνουν περισσότερους ανθρώπους σαν τους ίδιους· ανθρώπους, δηλαδή, που θα αμφιβάλλουν για την ύπαρξη του Θεού και της ουσίας Του. Στον θάνατό τους, θα έπαιρναν ευχαρίστως κι άλλους μαζί τους. Δεν τους αρκεί να κάνουν κακές πράξεις μόνοι τους· θέλουν να βρίσκουν κι άλλους να τους συνοδεύουν, να κάνουν κακές πράξεις μαζί τους, να αντιστέκονται στον Θεό και να αναστατώνουν το έργο του οίκου Του μαζί τους, να αμφισβητούν και να απαρνούνται τον Θεό μαζί τους. Οι αντίχριστοι είναι γεμάτοι αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες για κάθε πτυχή της ουσίας του Θεού. Όχι μόνο είναι ανίκανοι να γνωρίσουν την ουσία του Θεού μέσα από όλα όσα κάνει, αλλά επιπλέον αναλύουν, μελετούν, δοκιμάζουν και κρίνουν σχολαστικά την ουσία του Θεού, ενώ φτάνουν μέχρι και σε σημείο να Τον ανταγωνίζονται κρυφά, λέγοντας: «Δεν είσαι μοναδικός; Εσύ δεν είσαι ο θεός που κυριαρχεί στη μοίρα της ανθρωπότητας; Πώς είναι δυνατόν να αφήνεις να συμβαίνουν τέτοια πράγματα σε ανθρώπους που πιστεύουν σ’ εσένα; Αν είσαι ο μοναδικός θεός, δεν πρέπει να αφήνεις καμία απολύτως εχθρική δύναμη να εισβάλλει στον χώρο του έργου σου». Τι είδους λόγια είναι αυτά; Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι στην εκκλησία, οι αντίχριστοι είναι οι πρώτοι που θα ορθώσουν ανάστημα και θα πουν υπονομευτικά, αρνητικά και επικριτικά λόγια. Είναι οι πρώτοι που θα ορθώσουν ανάστημα και θα λογομαχήσουν με τον Θεό, θα έρθουν αντιμέτωποι μαζί Του και θα απαιτήσουν από Εκείνον να κάνει το ένα ή το άλλο. Τότε είναι που τρελαίνονται από χαρά οι αντίχριστοι, τις στιγμές, δηλαδή, που ο οίκος του Θεού αντιμετωπίζει δυσκολίες ή ακανθώδη προβλήματα. Αυτές τις στιγμές νιώθουν τη μεγαλύτερη ευτυχία και ικανοποίηση, και χοροπηδάνε απ’ τη χαρά τους όσο ποτέ άλλοτε. Δεν είναι απλώς ανίκανοι να υπερασπιστούν τα συμφέροντα του οίκου του Θεού· όχι, στέκονται αμέτοχοι σε μια άκρη και απλώς παρακολουθούν και γελάνε, περιμένοντας με ανυπομονησία να ξεσπάσει ανταρσία στον οίκο του Θεού, να συλληφθούν και να διασκορπιστούν όλοι οι εκλεκτοί Του, και το έργο του οίκου Του να μην μπορεί πλέον να προχωρήσει. Αν συμβεί αυτό, θα χαίρονται λες και είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς. Και κάθε φορά που ένα συμβάν στον οίκο του Θεού διευθετείται και λύνεται, όταν οι αδελφοί και οι αδελφές μαθαίνουν κάτι απ’ αυτό, αυτή είναι η «καταδίκη» των αντίχριστων. Τότε είναι, επίσης, η στιγμή που οι αντίχριστοι είναι πιο αποκαρδιωμένοι, λυπημένοι και απελπισμένοι από ποτέ. Δεν αντέχουν να βλέπουν τους αδελφούς και τις αδελφές να τα πηγαίνουν καλά ούτε τους ακόλουθους του Θεού να έχουν πίστη και να Τον ακολουθούν με τόση εμπιστοσύνη· δεν αντέχουν να βλέπουν τους αδελφούς και τις αδελφές να αλλάζουν διάθεση υπό την καθοδήγηση των λόγων του Θεού και να κάνουν τα καθήκοντά τους με αφοσίωση, ούτε αντέχουν να βλέπουν το έργο να γίνεται όλο και καλύτερο. Δεν αντέχουν να βλέπουν την εκκλησία να ανθίζει ούτε το σχέδιο διαχείρισης του Θεού να εξελίσσεται σταδιακά προς μια σωστή κατεύθυνση· και μισούν ακόμη περισσότερο όσους κηρύσσουν διαρκώς τα λόγια του Θεού, καταθέτουν μαρτυρία γι’ Αυτόν και εξυμνούν το κάλλος και τη δίκαιη διάθεσή Του. Ακόμα μεγαλύτερη αποστροφή νιώθουν όταν οι άνθρωποι αναζητούν τον Θεό, προσεύχονται σ’ Αυτόν και αναζητούν τα λόγια Του ό,τι κι αν τους συμβεί, όταν υποτάσσονται σ’ Αυτόν και συμμορφώνονται με την ενορχήστρωσή Του. Οι αντίχριστοι, ακόμα και ενώ τρώνε από τον οίκο του Θεού και απολαμβάνουν τα λόγια Του και όλα τα προνόμια του οίκου Του, εύχονται συχνά να είχαν μια ευκαιρία να γελάσουν εις βάρος του οίκου του Θεού. Περιμένουν με ανυπομονησία να διασκορπιστούν όλοι όσοι πιστεύουν στον Θεό και το έργο του Θεού να μην μπορεί να εξελιχθεί άλλο. Γι’ αυτό και όταν συμβαίνει κάτι στον οίκο του Θεού, αντί να τον υπερασπιστούν, να σκεφτούν τρόπους για να λύσουν το πρόβλημα, να προστατεύσουν τους αδελφούς και τις αδελφές με όλη του τη δύναμη ή να ενώσουν τις δυνάμεις τους μαζί τους για να φροντίσουν ομόφωνα το ζήτημα, ενωμένοι ενώπιον του Θεού και υποταγμένοι στην κυριαρχία Του, εκείνοι παρακολουθούν αμέτοχοι, γελάνε, δίνουν άθλιες συμβουλές, προκαλούν καταστροφές και αναστάτωση. Σε μια κρίσιμη στιγμή, θα φτάσουν μέχρι και σε σημείο να δώσουν ένα χέρι βοηθείας σε ξένους εις βάρος του οίκου του Θεού, ενεργώντας έτσι ως τσιράκια του Σατανά, προκαλώντας σκόπιμα αναστάτωση και καταστροφή. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είναι εχθρός του Θεού; Όσο πιο κρίσιμη είναι η στιγμή, τόσο πιο ξεκάθαρα εκτίθεται η ομοιότητά του με τον διάβολο. Όσο πιο κρίσιμη και ταραχώδης είναι η στιγμή, τόσο περισσότερο εκτίθεται η ομοιότητα του με τον διάβολο, με τις πιο αναλυτικές λεπτομέρειες και στον υπέρτατο βαθμό. Όσο πιο κρίσιμη είναι η στιγμή, τόσο περισσότερη βοήθεια θα προσφέρει στους ξένους εις βάρος του οίκου του Θεού. Τι σόι άνθρωπος είναι αυτός; Είναι τέτοιου είδους άνθρωποι αδελφοί και αδελφές; Είναι άνθρωποι που κάνουν καταστροφικά και απεχθή πράγματα, είναι εχθροί του Θεού, διάβολοι, σατανάδες, κακοί άνθρωποι, αντίχριστοι. Δεν είναι αδελφοί και αδελφές και δεν έχουν τα προσόντα να λάβουν τη σωτηρία. Αν ήταν πραγματικά αδελφοί και αδελφές, άνθρωποι του οίκου του Θεού, τότε, σε κάθε πρόβλημα που θα προέκυπτε εκεί μέσα, θα ενώνονταν ψυχή τε και σώματι με τους αδελφούς και τις αδελφές τους για να το αντιμετωπίσουν και να το διαχειριστούν ομόφωνα. Δεν θα ήταν απλοί θεατές, ούτε φυσικά θα παρακολουθούσαν απλώς και θα γελούσαν. Μόνο άνθρωποι όπως οι αντίχριστοι θα στέκονταν αμέτοχοι σε μια άκρη, θα γελούσαν και θα περίμεναν με ανυπομονησία να συμβεί κάτι κακό στον οίκο του Θεού.
Η ουσία των αντίχριστων μπορεί να εκτεθεί σε οποιοδήποτε ζήτημα. Δεν είναι και κάτι που μπορεί να κρυφτεί. Ό,τι κι αν κάνουν, όποιο κι αν είναι το ζήτημα, όλες οι απόψεις και οι διαθέσεις που αποκαλύπτουν είναι αποκρουστικές και για τον άνθρωπο και για τον Θεό. Όχι μόνο προκαλούν καταστροφή, διατάραξη και αναστάτωση σε οτιδήποτε προκύψει, γελώντας από τα παρασκήνια, αλλά επιπλέον συγκρούονται συχνά με τον Θεό και Τον υποβάλλουν σε δοκιμασία. Και τι σημαίνει να υποβάλλει κανείς τον Θεό σε δοκιμασία; (Σημαίνει ότι, μέσα του, δεν πιστεύει στον Θεό, και λέει κάποια πράγματα ή χρησιμοποιεί κάποια κόλπα για να δοκιμάσει τις σκέψεις Του και να καταλάβει ποιες είναι αυτές.) Το συναντάς συχνά αυτό. Στην περίπτωση του Ιώβ, πώς δοκίμασε τον Θεό ο Σατανάς; (Την πρώτη φορά που μίλησε ο Σατανάς, είπε ότι, αν ο Θεός στερούσε από τον Ιώβ το σπιτικό και τα υπάρχοντά του, τότε ο Ιώβ δεν θα πίστευε πια στον Θεό· τη δεύτερη φορά είπε ότι, αν ο Θεός χτυπούσε τον Ιώβ στη σάρκα και τα οστά του, τότε ο Ιώβ θα απαρνούνταν τον Θεό. Ο Σατανάς ήθελε να υποβάλει τον Θεό σε δοκιμασία, κανονίζοντας να πλήξουν τον Ιώβ συμφορές.) Είναι δοκιμασία αυτό; Είναι ακριβής ένας τέτοιος ορισμός; (Όχι.) Με τη στενή έννοια, αυτά τα χωρία αναφέρονται σε ένα κατηγορητήριο. Μ’ αυτά τα λόγια, ο Σατανάς εννοούσε: «Εσύ δεν είπες ότι ο Ιώβ είναι ένας τέλειος άνθρωπος; Με όλα τα αγαθά που του έδωσες, πώς να μη σε λατρεύει; Αν του στερήσεις αυτά τα αγαθά, νομίζεις ότι θα συνεχίσει να σε λατρεύει;» Αυτό είναι ένα κατηγορητήριο. Και τότε τι είναι δοκιμασία; Ο Σατανάς έβαλε ληστές να κλέψουν και να αρπάξουν τα υπάρχοντα του Ιώβ. Για τον Ιώβ, αυτό ήταν μια δοκιμασία. Από ποια άποψη; Από την εξής άποψη: «Πιστεύεις στον θεό, έτσι δεν είναι; Μόλις σου τα στερήσω όλα αυτά, τότε να δούμε αν θα συνεχίσεις να πιστεύεις σ’ αυτόν!» Πώς, όμως, το κατανόησε αυτό ο Ιώβ; Το θεώρησε δοκιμασία απ’ τον Θεό, κι έτσι δεν πάλεψε, δεν αγωνίστηκε ούτε και είπε τίποτα· υποτάχθηκε και το αποδέχθηκε απ’ τον Θεό. Είναι, έπειτα, και όσα συνέβησαν στον Κύριο Ιησού: Ο Σατανάς Τον έβαλε να κάνει τις πέτρες ψωμί· έδειξε στον Κύριο Ιησού όλη τη δόξα και τα πλούτη του κόσμου, ζητώντας Του να τον προσκυνήσει και να τον λατρέψει. Όλα αυτά ήταν πειρασμοί. Τι κάνουν, λοιπόν, οι αντίχριστοι για να υποβάλουν τον Θεό σε δοκιμασία; (Οι αντίχριστοι δεν έχουν θεοφοβούμενη καρδιά. Κάνουν κακό, ακόμα και συνειδητά· θέλουν να υποβάλουν τον Θεό σε δοκιμασία για να δουν αν θα τους βρει η τιμωρία Του. Δεν πιστεύουν στη δίκαιη διάθεσή Του, κι έτσι, όταν κάνουν κακό, δεν το αντιλαμβάνονται.) Αυτό είναι δοκιμασία. Καταφεύγουν σ’ αυτήν με τη νοοτροπία του «βλέποντας και κάνοντας», απλώς και μόνο για να δουν τι θα κάνει ο Θεός: «Ο θεός είναι μεγαλοπρεπής και γεμάτος οργή, έτσι δεν είναι; Λοιπόν, καταδυναστεύω την εκκλησία. Έχω κάνει τόσες κακές πράξεις πίσω από την πλάτη του θεού και των ανθρώπων· τα ξέρει όλα αυτά ο θεός ή δεν τα ξέρει; Για να μη νιώθω ίχνος λύπης μέσα μου και να μη βασανίζομαι από καμία σαρκική τιμωρία, αυτό σημαίνει πως ο θεός δεν τα ξέρει». Μ’ αυτά τα μικρά κόλπα θέλουν να δοκιμάσουν αν ο Θεός είναι παντοδύναμος και αν παρατηρεί τι έχουν οι άνθρωποι βαθιά μες στην καρδιά τους. Να τι είναι οι δοκιμασίες. Θέλουν να βεβαιωθούν αν αληθεύουν όλα αυτά, να δοκιμάσουν αν ο Θεός πράγματι θα αναλάβει δράση και κατά πόσο υπάρχει στ’ αλήθεια. Να τι είναι οι δοκιμασίες.
Κάποτε ένας αντίχριστος στην ηπειρωτική Κίνα παραπλάνησε μια ομάδα ανθρώπων. Είδε ότι ο οίκος του Θεού οργάνωνε χορωδίες που τραγουδούσαν ύμνους στο εξωτερικό, και σκέφτηκε: «Αφού έχετε χορωδίες στο εξωτερικό, μπορούμε να φτιάξουμε κι εμείς εδώ». Έτσι, συγκέντρωσε κόσμο από διάφορα μέρη για να τραγουδήσει σε μια χορωδία. Τους κάλεσε, μάλιστα, και πολλούς ακροατές· ήταν ένα εντυπωσιακό σκηνικό. Γιατί το έκανε αυτό; Κατά μία έννοια, για να ιδρύσει ένα ανεξάρτητο βασίλειο, κι αυτό δεν χρειάζεται ανάλυση. Κατά μία άλλη έννοια, ήθελε να πει μ’ αυτό το εξής: «Ο θεός στον οποίο πιστεύουμε είναι ο αληθινός θεός, και έχουμε το έργο του αγίου πνεύματος. Μπορεί να βρισκόμαστε σε εχθρικό περιβάλλον και ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας να μας καταδιώκει και να μας έχει υπό στενή και αυστηρή παρακολούθηση, αλλά ας δείξουμε στον κόσμο αν μας προστατεύει ο θεός ή όχι. Για να δούμε αν μπορεί να μας συμβεί τίποτα· για να δούμε αν θα μας συλλάβουν». Τι είδους νοοτροπία είναι αυτή; (Μια νοοτροπία δοκιμασίας.) Είναι δοκιμασία· υψώνουν πανό και λένε συνθήματα που δηλώνουν την πίστη τους ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και πανταχού παρών, για να εξετάσουν τι θα κάνει Εκείνος στην πραγματικότητα, να βάλουν στοίχημα μαζί Του και να Τον ανταγωνιστούν. Αυτό αποκαλείται «δοκιμασία». Κάποιοι άνθρωποι, όταν οι άλλοι τους λένε: «Μην το φας αυτό, θα σε πονέσει το στομάχι σου», απαντούν: «Δεν σε πιστεύω, εγώ θα το φάω! Για να δούμε αν ο Θεός θα κάνει ή δεν θα κάνει το στομάχι μου να πονέσει». Έτσι, λοιπόν, το τρώνε και, πράγματι, τους πιάνει στομαχόπονος. Σκέφτονται μέσα τους: «Γιατί δεν με προστάτεψε ο Θεός; Αυτή η τροφή προκάλεσε στομαχόπονο και σε άλλους, αλλά αυτό συνέβη επειδή δεν πιστεύουν στον Θεό. Εγώ πιστεύω στον Θεό, γιατί λοιπόν έκανε το στομάχι μου να πονέσει όπως όλων των άλλων;» Τι είδους συμπεριφορά είναι αυτή; (Δοκιμασία.) Απορρέει από το γεγονός ότι δεν γνωρίζουν τον Θεό. Στην περίπτωση των αντίχριστων, όμως, υπάρχει κάτι επιπλέον: Δεν αναγνωρίζουν καθόλου την ύπαρξη της ουσίας του Θεού, κι έτσι ενεργούν με βάση τις δικές τους προσπάθειες και φαντασιοκοπίες, και όχι με βάση την πίστη. Αντίθετα, υποβάλλουν τον Θεό σε δοκιμασία. Χρησιμοποιούν τη συμπεριφορά τους και τις στιγμιαίες σκέψεις και παρορμήσεις τους για να ερευνήσουν αν υπάρχει Θεός, αν η παντοδυναμία Του είναι πραγματική κι αν Εκείνος μπορεί πράγματι να τους προστατέψει. Αν πετύχει το πείραμά τους, τότε θα συνεχίσουν να πιστεύουν σ’ αυτήν τη βάση· αν, όμως, αποτύχει, αν ο Θεός τούς απογοητεύσει, τι θα κάνουν τότε; Θα πουν: «Δεν πιστεύω πια στον θεό. Δεν δίνει δεκάρα για τους ανθρώπους. Όλοι λένε πως ο θεός είναι το καταφύγιο του ανθρώπου· κατά την άποψή μου, δεν είναι απαραίτητα έτσι. Όσον αφορά αυτά τα λόγια, οι άνθρωποι χρειάζονται ένα εφεδρικό σχέδιο για το μέλλον τους· δεν μπορεί να είναι τόσο ανόητοι. Οι άνθρωποι πρέπει να διευθετούν οι ίδιοι τις υποθέσεις τους· δεν γίνεται να βασίζονται στον θεό για τα πάντα». Αυτό είναι το αποτέλεσμα στο οποίο κατέληξαν μέσα από τη δοκιμασία τους. Τι γνώμη έχετε γι’ αυτό; Θα κατέληγαν στο ίδιο αποτέλεσμα αν επιδίωκαν την αλήθεια; (Όχι.) Γιατί; Αν οι άνθρωποι επιδιώξουν την αλήθεια, στο τέλος θα πετύχουν καλά και θετικά αποτελέσματα και ανταμοιβές. Με άλλα λόγια, ό,τι κι αν κάνουν οι άνθρωποι, ο Θεός έχει τις δικές Του μεθόδους και αρχές που διέπουν το πώς αντιδρά στις ενέργειές τους και πώς τις βλέπει, ενώ οι άνθρωποι έχουν τα ένστικτά τους και τις υποχρεώσεις που πρέπει να εκτελέσουν. Ο Θεός τούς δίνει αυτά τα ένστικτα· τους έχει δώσει ήδη αρχές, επομένως οι άνθρωποι πρέπει ν’ αρχίσουν να ενεργούν με βάση αυτές τις αρχές, υπό την καθοδήγηση των λόγων Του. Σε κάποια ζητήματα, φαίνεται επιφανειακά ότι ο Θεός πρέπει να προστατέψει τον άνθρωπο· άραγε, όμως, αυτό το «πρέπει» προέρχεται από τον Θεό ή από τον άνθρωπο; (Από τον άνθρωπο.) Το φαντάζεται ο άνθρωπος με τον νου του. Αυτό το «πρέπει» δεν είναι η αλήθεια ούτε υποχρέωση του Θεού. Τι ακριβώς θα κάνει, λοιπόν, ο Θεός; Ο Θεός ενεργεί με τους δικούς Του τρόπους και έχει τις δικές Του αρχές. Κάποιες φορές, δεν σε προστατεύει, ώστε να σε αποκαλύψει και να δει ποιο μονοπάτι θα διαλέξεις. Κάποιες άλλες, μέσω ενός εχθρικού περιβάλλοντος, τελειοποιεί τις γνώσεις σου σε κάποιον τομέα, σου δίνει την ευκαιρία να αποκτήσεις μια πτυχή της αλήθειας και ν’ αλλάξεις με κάποιον τρόπο. Σε ενδυναμώνει και σε εξελίσσει. Με δυο λόγια, με όποιον τρόπο κι αν ενεργεί ο Θεός, έχει τις αρχές και τους λόγους Του, καθώς και τους σκοπούς και τους στόχους Του. Αν θεωρήσεις πως η ιδέα ότι «ο Θεός πρέπει να με προστατέψει και να ενεργήσει με τον τάδε τρόπο» είναι η αλήθεια και την τηρήσεις ως αλήθεια, κι έτσι απαιτείς πράγματα από τον Θεό, τότε, όταν ο Θεός δεν ενεργήσει μ’ αυτόν τον τρόπο, θα προκύψει σύγκρουση ανάμεσά σ’ εσένα και σ’ Εκείνον. Κι όταν προκύψει αυτή η σύγκρουση, δεν θα φταίει ο Θεός. Ποιος θα φταίει; (Ο άνθρωπος.) Αρχίζει με τις προβληματικές απόψεις των ανθρώπων, με τη λάθος στάση που υιοθετούν, τη λάθος θέση που παίρνουν. Όταν ζητήσεις από τον Θεό να ενεργήσει μ’ έναν ορισμένο τρόπο, θα νιώσεις απόλυτα δικαιολογημένος. Όταν, όμως, κάνεις ένα βήμα πίσω, όταν μπορέσεις να υποταχθείς και να αποδεχθείς, θα νιώσεις ότι οι δικαιολογίες σου δεν στέκουν, κι ότι πρόκειται για τις διεφθαρμένες διαθέσεις και τις παράλογες απαιτήσεις σου. Όταν μπορέσεις να αποδεχθείς, ο Θεός θα σου χαρίσει το μερίδιο της αλήθειας και της γνώσης που πρέπει να κερδίσεις. Όπως το βλέπει Εκείνος, αυτό είναι το στοιχείο της αλήθειας που πρέπει να κερδίσεις περισσότερο απ’ όλα, κι όχι κάποια ασήμαντη χάρη ή ευλογία. Μονάχα ο Θεός ξέρει ποιο είναι το σημαντικότερο για σένα, και θα σου το παραχωρήσει σε δόσεις κι όταν έρθει η ώρα. Οι αντίχριστοι, απ’ την άλλη, δεν αναγνωρίζουν την αλήθεια ούτε το έργο του Αγίου Πνεύματος. Όποιος κι αν συναναστραφεί πάνω στην αλήθεια και μαρτυρήσει περί της αγάπης και της σωτηρίας που δίνει ο Θεός, ένας αντίχριστος όχι μόνο θα αρνηθεί να το αποδεχθεί, αλλά θα νιώσει κιόλας αποστροφή απέναντι σ’ αυτό και θα του αντισταθεί. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ των αντίχριστων και των συνηθισμένων διεφθαρμένων ανθρώπων.
Σ’ αυτό το σημείο θα ολοκληρώσουμε τη συναναστροφή μας σχετικά με το χαρακτηριστικό που έχουν οι αντίχριστοι να αρνούνται την ταυτότητα και την ουσία μοναδικότητας του Θεού. Έχετε άλλες απορίες; (Θεέ μου, έχω μια απορία. Συναντώ πολλούς ανθρώπους που πιστεύουν στον Κύριο όταν διαδίδω το ευαγγέλιο, και είναι όλοι τους αποφασισμένοι να τηρήσουν εκείνη την άποψη του Παύλου: «Εις εμέ το ζην είναι ο χριστός». Νομίζουν ότι, αν μπορέσουν να εκπληρώσουν το πρότυπο των λόγων του Παύλου, θα γίνουν θεός. Είναι κι αυτή άλλη μία εκδήλωση των αντίχριστων, αλλά και μια άρνηση της ουσίας μοναδικότητας που έχει ο Θεός;) Λίγο πολύ, ναι. Το γεγονός ότι οι αντίχριστοι αρνούνται τη μοναδικότητα του Θεού συμβαίνει κυρίως επειδή θέλουν να γίνουν θεός. Τα λόγια αυτά του Παύλου είναι τα αγαπημένα τους: «Εις εμέ το ζην είναι o χριστός, το ζην είναι ο θεός, με τη ζωή του θεού είμαι θεός». Πιστεύουν ότι, αν αυτή η άποψη αληθεύει, τότε έχουν την ελπίδα να γίνουν θεός, να κυβερνήσουν ως βασιλείς και να ασκήσουν έλεγχο στους ανθρώπους· αν δεν αληθεύει, τότε οι ελπίδες τους να κυβερνήσουν ως βασιλείς και να γίνουν θεός διαψεύδονται. Με λίγα λόγια, ο Σατανάς θέλει πάντα να είναι στο ίδιο επίπεδο με τον Θεό —το ίδιο και οι αντίχριστοι: κατέχουν κι αυτοί την ίδια ουσία. Για παράδειγμα, ανάμεσα σε όσους ακολουθούν τον Θεό υπάρχουν άνθρωποι που εξυμνούν συνεχώς τον Θεό και μαρτυρούν γι’ Αυτόν, καταθέτουν μαρτυρία για το έργο Του και για την επίδραση που έχουν στον άνθρωπο η κρίση και η παίδευση των λόγων Του. Εξυμνούν όλο το έργο που κάνει ο Θεός για να σώσει τον άνθρωπο, όπως επίσης και το τίμημα που πληρώνει ο Θεός. Επιθυμούν και οι αντίχριστοι να τα απολαύσουν όλα αυτά, ναι ή όχι; Επιθυμούν να απολαύσουν υποστήριξη, κολακείες, εξύψωση —ακόμα και δοξολογία, από τους ανθρώπους. Και τι άλλες ντροπιαστικές ιδέες έχουν; Θέλουν να πιστεύουν οι άνθρωποι σ’ αυτούς, να εξαρτώνται από αυτούς στα πάντα· δεν είναι πρόβλημα το να στηρίζονται οι άνθρωποι και στον Θεό, αλλά αν την ίδια στιγμή που εξαρτώνται από τον Θεό, βρίσκουν πιο ρεαλιστικό και ειλικρινές το να εξαρτώνται από τους αντίχριστους, τότε οι αντίχριστοι θα ευχαριστηθούν υπέρμετρα. Αν, την ίδια στιγμή που δοξάζεις τον Θεό και μετράς τις χάρες που σου έχει δώσει ο Θεός, αθροίζεις και όλα τα αξιέπαινα επιτεύγματα των αντίχριστων και ψάλλεις αίνους γι’ αυτούς ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές σου, διαδίδοντας παντού όλα όσα κάνουν, τότε στην καρδιά τους θα νιώσουν θαυμάσια ικανοποίηση και ευχαρίστηση. Έτσι, μιλώντας από την οπτική της φύσης-ουσίας των αντίχριστων, όταν λες ότι ο Θεός διαθέτει εξουσία, ότι είναι δίκαιος και ότι είναι ικανός να σώσει τους ανθρώπους, όταν λες ότι μόνον ο Θεός διακατέχεται από τέτοια ουσία, ότι μόνον ο Θεός μπορεί να κάνει τέτοιου είδους έργο και κανείς δεν μπορεί να πάρει τη θέση Του ή να κάνει αυτά τα πράγματα ως εκπρόσωπός Του, ούτε θα μπορούσε κανείς να διακατέχεται από την ουσία αυτή και να κάνει αυτά τα πράγματα —όταν τα λες αυτά, οι αντίχριστοι μέσα στην καρδιά τους δεν αποδέχονται αυτά τα λόγια και αρνούνται να τα αναγνωρίσουν. Γιατί δεν τα αποδέχονται; Διότι έχουν φιλοδοξίες —αυτή είναι η μία πλευρά του θέματος. Η άλλη πλευρά είναι ότι δεν πιστεύουν ούτε αναγνωρίζουν ότι η ενσάρκωση είναι ο Θεός. Όποτε λέει κανείς ότι ο Θεός είναι μοναδικός, ότι μόνον ο Θεός είναι δίκαιος, αντιτίθενται σ’ αυτό στην καρδιά τους και θα αντισταθούν σ’ αυτό ενδόμυχα, λέγοντας: «Λάθος —είμαι κι εγώ δίκαιος!» Όταν πεις ότι μόνον ο Θεός είναι άγιος, θα πουν: «Λάθος —είμαι κι εγώ άγιος!» Ο Παύλος είναι ένα τέτοιο παράδειγμα: Όταν οι άνθρωποι διέδιδαν τον λόγο του Κυρίου Ιησού Χριστού, λέγοντας ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός έδωσε το πολύτιμο αίμα Του για την ανθρωπότητα, ότι λειτούργησε ως προσφορά περί αμαρτίας, έσωσε όλη την ανθρωπότητα και λύτρωσε όλη την ανθρωπότητα από την αμαρτία, πώς ένιωσε ο Παύλος ακούγοντας αυτά; Αναγνώρισε ότι όλα αυτά ήταν έργο του Θεού; Αναγνώρισε ότι Αυτός που ήταν ικανός να κάνει όλα αυτά ήταν ο Χριστός και ότι μόνον ο Χριστός θα μπορούσε να τα κάνει όλα αυτά; Μήπως αναγνώρισε ότι μόνον Αυτός που θα μπορούσε να τα κάνει όλα αυτά θα μπορούσε να εκπροσωπήσει τον Θεό; Όχι. Είπε: «Αν μπόρεσε και σταυρώθηκε ο Ιησούς, τότε κι οι άνθρωποι μπορούν να σταυρωθούν! Αν μπόρεσε κι έδωσε το πολύτιμο αίμα του, τότε κι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν το ίδιο! Εκτός αυτών, μπορώ κι εγώ να κηρύξω και έχω πιο πολλές γνώσεις απ’ αυτόν, ενώ μπορώ να αντέξω τα βάσανα! Αν λες ότι αυτός είναι χριστός, τότε δεν θα πρέπει κι εγώ να αποκαλούμαι χριστός; Αν διαδίδεις το άγιο όνομά του, δεν πρέπει να διαδώσεις και το δικό μου; Αν σ’ αυτόν αρμόζει να αποκαλείται χριστός, αν μπορεί να εκπροσωπήσει τον θεό και αν είναι ο υιός του θεού, τότε δεν ισχύουν και για μας όλα αυτά; Εφόσον εμείς είμαστε σε θέση να υποφέρουμε και να πληρώσουμε τίμημα και μπορούμε να μοχθούμε και να εργαζόμαστε για τον θεό, δεν μπορούμε κι εμείς να αποκληθούμε χριστός; Τι διαφορά έχει το να εγκριθεί κανείς από τον θεό και να αποκληθεί χριστός από τον χριστό;» Με λίγα λόγια, οι αντίχριστοι δεν έχουν καταφέρει να συλλάβουν την πτυχή της ουσίας του Θεού που αφορά στη μοναδικότητά Του, και δεν κατανοούν τι πραγματικά είναι η μοναδικότητα του Θεού. Πιστεύουν το εξής: «Μπορεί κανείς να πασχίσει να γίνει χριστός ή θεός βασιζόμενος στις δεξιότητες και τα ταλέντα του, όπως ακριβώς στην περίπτωση κάποιου που αποκτά δύναμη δίνοντας μάχες. Δεν μπορείς να λέγεσαι χριστός επειδή έχεις την ουσία του θεού· το να γίνει κανείς χριστός είναι κάτι που αποκτά με κόπο χάρη στην ικανότητά του. Έτσι είναι τα πράγματα στον κόσμο· όποιος έχει περισσότερες δεξιότητες και είναι πιο ικανός είναι κι αυτός που θα καταλήξει να γίνει πετυχημένος αξιωματούχος και να έχει τον τελευταίο λόγο». Αυτή είναι η λογική τους. Οι αντίχριστοι δεν αναγνωρίζουν ότι ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια. Δεν μπορούν να κατανοήσουν την ουσία και τη διάθεση του Θεού που αναφέρονται στα λόγια Του· είναι κοσμικοί άνθρωποι και ξένοι, αλλά και ανίδεοι, με αποτέλεσμα η ομιλία τους να αποτελείται εξ ολοκλήρου από λόγια ξένων, λόγια χωρίς πνευματική κατανόηση. Αν έχουν εργαστεί για κάποια χρόνια και νομίζουν ότι είναι σε θέση να υποφέρουν και να πληρώσουν τίμημα, ότι μπορούν να λένε πολλές αερολογίες την ώρα που κηρύττουν δόγματα, ότι έχουν μάθει πώς να υποκρίνονται, ότι μπορούν να παραπλανήσουν τους άλλους κι ότι έχουν κερδίσει την επιδοκιμασία κάποιων, τότε πιστεύουν, αυτονόητα, ότι είναι σε θέση να γίνουν χριστός και να γίνουν θεός.
Έχετε άλλες απορίες; (Θεέ μου, μπορείς να συναναστραφείς λίγο ακόμα μαζί μας πάνω στο τι σημαίνει να υποβάλλει κανείς τον Θεό σε δοκιμασία; Με ποιον τρόπο εκδηλώνονται οι άνθρωποι όταν υποβάλλουν τον Θεό σε δοκιμασία;) Οι άνθρωποι υποβάλλουν τον Θεό σε δοκιμασία όταν δεν γνωρίζουν πώς ενεργεί, όταν δεν Τον γνωρίζουν και δεν Τον κατανοούν, κι έτσι συχνά προβάλλουν παράλογες απαιτήσεις από Εκείνον. Λόγου χάρη, όταν κάποιος είναι άρρωστος, μπορεί να προσευχηθεί να τον θεραπεύσει ο Θεός. «Δεν θα αναζητήσω θεραπεία· για να δούμε αν θα με θεραπεύσει ή δεν θα με θεραπεύσει ο Θεός». Κι έτσι, αφού προσευχηθεί για αρκετό καιρό και δεν δει κάποια ενέργεια απ’ τον Θεό, λέει: «Αφού δεν έκανε τίποτα ο Θεός, θα πάρω φάρμακο και θα δω μήπως με εμποδίσει τότε. Αν το φάρμακο μου κάτσει στον λαιμό ή μου χυθεί το νερό, μπορεί μ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός να με εμποδίζει και να μη μ’ αφήνει να το πάρω». Να τι είναι δοκιμασία. Ή, λόγου χάρη, όταν σου αναθέτουν να διαδώσεις το ευαγγέλιο. Υπό κανονικές συνθήκες, όλοι αποφασίζουν μέσω συναναστροφής και συζήτησης τι χρειάζεται για τα καθήκοντά σου και τι πρέπει να κάνεις, κι έτσι ενεργείς τη σωστή στιγμή. Αν συμβεί κάτι ενώ ενεργείς, αυτή είναι η κυριαρχία του Θεού· αν ο Θεός θέλει να σε εμποδίσει, θα το αναλάβει δράση και θα το κάνει. Ας πούμε, ωστόσο, ότι λες στην προσευχή σου το εξής: «Θεέ μου, σήμερα θα βγω να διαδώσω το ευαγγέλιο. Συμφωνεί με την πρόθεσή Σου το να βγω; Δεν ξέρω αν μπορεί ή δεν μπορεί να το αποδεχθεί ο σημερινός δυνητικός αποδέκτης του ευαγγελίου, ούτε πώς ακριβώς πρόκειται να το διευθύνεις αυτό. Ζητώ τις ρυθμίσεις Σου, την καθοδήγησή Σου, ζητώ να μου τα δείξεις όλα αυτά». Προσεύχεσαι και μετά κάθεσαι εκεί ακίνητος, κι έπειτα λες: «Γιατί ο Θεός δεν έχει τίποτα να πει επ’ αυτού; Μπορεί να φταίει το ότι δεν διαβάζω αρκετά τα λόγια Του, κι έτσι δεν μπορεί να μου τα δείξει όλα αυτά. Αν είναι έτσι, θα βγω εκεί έξω αμέσως. Αν εκεί έξω φάω τα μούτρα μου, μπορεί έτσι ο Θεός να με εμποδίζει να πάω· κι αν όλα πάνε καλά και δεν με εμποδίσει ο Θεός, μπορεί έτσι να μου επιτρέπει να πάω». Αυτό είναι δοκιμασία. Γιατί το αποκαλούμε δοκιμασία αυτό; Το έργο του Θεού είναι πρακτικό· δεν υπάρχει πρόβλημα αν οι άνθρωποι απλώς εκτελούν τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελέσουν, ρυθμίζουν την καθημερινότητά τους και ζουν τη ζωή τους με κανονική ανθρώπινη φύση, με τρόπο που να συνάδει με τις αρχές. Δεν χρειάζεται να δοκιμάζει κανείς πώς πρόκειται να ενεργήσει ο Θεός ή τι καθοδήγηση θα δώσει. Ασχολήσου μόνο με ό,τι είναι υποχρέωσή σου· μη σκέφτεσαι συνεχώς επιπλέον πράγματα, όπως το εξής: «Άραγε μ’ αφήνει ή δεν μ’ αφήνει ο Θεός να κάνω αυτό το πράγμα; Αν το κάνω, πώς θα με χειριστεί; Θα πράξω σωστά αν το κάνω έτσι;» Αν είναι προφανές πως κάτι είναι σωστό, τότε εστίασε απλώς στο να το κάνεις· μη σκέφτεσαι το ένα και το άλλο. Δεν υπάρχει, φυσικά, κανένα πρόβλημα με την προσευχή, με το να προσεύχεσαι για την καθοδήγηση του Θεού, με το να προσεύχεσαι να καθοδηγήσει τη ζωή σου τη σημερινή μέρα και το καθήκον που εκτελείς σήμερα. Είναι αρκετό να έχει κανείς μια καρδιά που υποτάσσεται και μια στάση υποταγής. Ξέρεις, λόγου χάρη, ότι αν αγγίξεις το ηλεκτρικό ρεύμα με το χέρι σου, θα πάθεις ηλεκτροπληξία και μπορεί να χάσεις τη ζωή σου. Κι όμως, το σκέφτεσαι: «Κανένα πρόβλημα, με προστατεύει ο Θεός. Πρέπει οπωσδήποτε να το δοκιμάσω για να δω αν θα με προστατέψει ο Θεός, και να νιώσω πώς είναι να βρίσκεσαι υπό την προστασία Του». Βάζεις, λοιπόν, το χέρι σου και παθαίνεις ηλεκτροπληξία· αυτό είναι δοκιμασία. Κάποια πράγματα είναι ξεκάθαρα λάθος και δεν πρέπει να γίνονται. Αν επιμένεις να τα κάνεις για να δεις πώς θα αντιδράσει ο Θεός, τότε αυτό είναι δοκιμασία. Κάποιοι λένε: «Του Θεού δεν Του αρέσει όταν κάποιος ντύνεται με φανταχτερά ρούχα και χρησιμοποιεί πολύ μακιγιάζ. Τότε θα το κάνω για να δω πώς είναι να με επιπλήττει μέσα μου ο Θεός». Αφού καλλωπιστεί στην εντέλεια, λοιπόν, κοιτάζεται φευγαλέα στον καθρέφτη: «Θεέ μου, είμαι σαν ζωντανός νεκρός, νιώθω απλώς λίγη αηδία και δεν βρίσκω τη δύναμη να κοιταχτώ στον καθρέφτη. Δεν υπάρχει κάποιο επιπλέον αίσθημα πέραν αυτού· δεν νιώθω την αποστροφή του Θεού, ούτε τα λόγια Του να πέφτουν αμέσως πάνω μου για να με χτυπήσουν και να με κρίνουν». Τι είδους συμπεριφορά είναι αυτή; (Δοκιμασία.) Αν μερικές φορές κάνεις το καθήκον σου επιπόλαια και το ξέρεις καλά ότι συμβαίνει αυτό, αρκεί να μετανοήσεις και να μεταστραφείς. Προσεύχεσαι, όμως, συνεχώς: «Θεέ μου, υπήρξα επιπόλαιος· Σου ζητώ να με πειθαρχήσεις!» Ποιον σκοπό εξυπηρετεί η συνείδησή σου; Αν έχεις συνείδηση, πρέπει να αναλάβεις την ευθύνη της συμπεριφοράς σου. Πρέπει να τη χαλιναγωγήσεις. Μην προσεύχεσαι στον Θεό, γιατί αυτή η προσευχή θα μεταβληθεί σε δοκιμασία. Ο Θεός νιώθει αποστροφή όταν παίρνεις κάτι πολύ σοβαρό και το καταντάς αστείο και δοκιμασία. Όταν οι άνθρωποι προσεύχονται στον Θεό και Τον αναζητούν επειδή αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα, αλλά και σε κάποιες στάσεις, απαιτήσεις και μεθόδους που αφορούν το πώς φέρονται στον Θεό, συχνά ξεφυτρώνουν δοκιμασίες. Τι αφορούν κυρίως αυτές οι δοκιμασίες; Θέλεις να δεις πώς πρόκειται να ενεργήσει ο Θεός ή αν ο Θεός μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει κάτι. Θέλεις να δοκιμάσεις τον Θεό· θέλεις μέσω αυτού του ζητήματος να επαληθεύσεις πώς είναι ο Θεός, ποια από τα λόγια Του είναι σωστά και ακριβή, ποια μπορούν να υλοποιηθούν και ποια είναι σε θέση να πραγματοποιήσει. Όλα αυτά είναι δοκιμασίες. Εμφανίζονται συχνά μέσα σας αυτές οι μέθοδοι; Ας πούμε πως υπάρχει κάτι που δεν ξέρεις αν το έκανες σωστά ή αν συνάδει με τις αλήθεια-αρχές. Με δύο μεθόδους μπορεί να φανεί εδώ αν αυτό που έπραξες σ’ αυτό το ζήτημα είναι δοκιμασία ή είναι κάτι θετικό. Μία μέθοδος είναι, με μια ταπεινή καρδιά που αναζητά την αλήθεια, να πεις: «Να πώς χειρίστηκα και είδα αυτό που μου συνέβη, και να πώς έχει τώρα, ως αποτέλεσμα του χειρισμού μου αυτού. Δεν μπορώ να καταλάβω αν ήταν πράγματι αυτό που έπρεπε να κάνω». Ποια είναι η γνώμη σου γι’ αυτήν τη στάση; Αυτή είναι μια στάση αναζήτησης της αλήθειας· δεν υπάρχει δοκιμασία εδώ. Ας υποθέσουμε ότι λες: «Πάνω σ’ αυτό αποφασίζουν όλοι μαζί, μετά από συναναστροφή». Ρωτάει κάποιος: «Ποιος είναι υπεύθυνος γι’ αυτό; Ποιος κυρίως παίρνει τις αποφάσεις;» Κι εσύ λες: «Όλοι». Η πρόθεσή σου είναι η εξής: «Αν πουν ότι ο χειρισμός του ζητήματος ήταν σύμφωνος με τις αρχές, θα πω ότι το έκανα εγώ. Αν πουν ότι δεν ήταν σύμφωνος με τις αρχές, θα αποκρύψω αρχικά ποιος το έκανε και ποιος πήρε την απόφαση. Έτσι, ακόμα κι αν πιέσουν και προσπαθήσουν να ρίξουν σε κάποιον το φταίξιμο, δεν θα το ρίξουν σ’ εμένα· δεν θα είμαι εγώ ο μόνος που θα εξευτελιστεί». Αν μιλάς με τέτοια πρόθεση, αυτό είναι δοκιμασία. Μπορεί κάποιος να πει: «Ο Θεός νιώθει αποστροφή όταν ο άνθρωπος ακολουθεί τα εγκόσμια. Του προκαλούν αποστροφή πράγματα όπως οι επέτειοι και οι γιορτές της ανθρωπότητας». Τώρα που το ξέρεις αυτό, μπορείς απλώς να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς για να αποφύγεις κάτι τέτοιο, εφόσον το επιτρέπουν οι περιστάσεις. Ας πούμε, ωστόσο, ότι ακολουθείς σκοπίμως τα εγκόσμια ζητήματα, ενώ κάνεις πράγματα κατά τη διάρκεια μιας γιορτής και, όσο ασχολείσαι μ’ αυτά, η πρόθεση που κρύβεις είναι η εξής: «Θέλω μόνο να δω αν ο Θεός θα με πειθαρχήσει εξαιτίας αυτού που κάνω, αν θα Τον ενοχλήσει καθόλου. Θέλω μόνο να δω ποια είναι η πραγματική Του στάση απέναντί μου, μέχρι πού φτάνει η αποστροφή Του. Λένε πως κάτι τέτοιο Του προκαλεί αποστροφή, πως είναι άγιος και απεχθάνεται το κακό, οπότε θα δω κατά πόσο το απεχθάνεται και πώς θα με πειθαρχήσει. Αν, ενώ τα κάνω όλα αυτά, ο Θεός μού προκαλέσει φοβερούς εμετούς και διάρροιες, με εξουθενώσει με ζαλάδες και με καταστήσει ανίκανο να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι, τότε μάλλον θα φανεί ότι στ’ αλήθεια Του προκαλούν αποστροφή αυτά τα πράγματα. Δεν θα είναι μόνο λόγια· θα το υποστηρίξουν και τα γεγονότα». Αν έχεις διαρκώς την ελπίδα να βιώσεις μια τέτοια σκηνή, τι είδους συμπεριφορά και σκοπούς έχεις; Δοκιμάζεις. Ο άνθρωπος δεν πρέπει ποτέ να υποβάλλει τον Θεό σε δοκιμασία. Όταν υποβάλλεις τον Θεό σε δοκιμασία, Εκείνος κρύβεται από σένα και καλύπτει το πρόσωπό Του για να μην το δεις, και οι προσευχές σου είναι άχρηστες. Κάποιοι μπορεί να ρωτήσουν: «Δεν θα λειτουργήσει ακόμα κι αν είμαι ειλικρινής μέσα μου;» Όχι, ούτε κι αν είσαι ειλικρινής μέσα σου. Ο Θεός δεν αφήνει τους ανθρώπους να Τον υποβάλουν σε δοκιμασία· απεχθάνεται το κακό. Όταν περνούν απ’ το μυαλό σου αυτές οι μοχθηρές ιδέες και σκέψεις, ο Θεός θα σου κρύβεται. Δεν θα σε διαφωτίζει πια, παρά θα σε κάνει πέρα, κι εσύ θα συνεχίσεις να κάνεις ανόητα πράγματα και πράγματα που προκαλούν διατάραξη ή αναστάτωση, μέχρι να φανεί ποιος πραγματικά είσαι. Αυτή είναι η συνέπεια του να υποβάλλουν οι άνθρωποι τον Θεό σε δοκιμασία.
(Θεέ μου, έχω μια απορία. Διαχειρίζομαι κάποιον εξοπλισμό στην εκκλησία. Η στάση μου απέναντι σ’ αυτό το καθήκον δεν είναι ποτέ σοβαρή, αλλά επιπόλαιη. Οι αδελφοί και οι αδελφές μού υπέδειξαν τα σφάλματά μου, με κλάδεψαν και συναναστράφηκαν μαζί μου πάνω στο παράδειγμα που έδωσε κάποτε ο Θεός για κάποιον που έπινε κρυφά σιρόπι για τον βήχα: Ο Θεός δεν τον πειθάρχησε ούτε τον επέπληξε, παρά τον απέκλεισε μόλις το ήπιε. Η διάθεση του Θεού δεν ανέχεται τις προσβολές του ανθρώπου· τα ξέρω αυτά τα λόγια, έχω, όμως, την άποψη ότι ο Θεός είναι ελεήμων και στοργικός, ότι πιθανότατα δεν φερθεί σ’ εμένα όπως φέρθηκε στον άνθρωπο της ιστορίας. Γι’ αυτό και δεν έχω νιώσει φόβο. Με βάση τη σημερινή συναναστροφή του Θεού, νιώθω ότι έχω μια στάση αμφιβολίας απέναντι στη δίκαιη διάθεσή Του, καθώς και μια συμπεριφορά που έχουν οι αντίχριστοι, ότι, δηλαδή, υποβάλλω τον Θεό σε δοκιμασία, χωρίς ποτέ να Τον φοβάμαι.) Η στάση που έχει ο Θεός απέναντι σ’ έναν άνθρωπο δεν βασίζεται στο αν αυτός ο άνθρωπος Τον φοβάται, ούτε και στο ποια είναι η προσωρινή στάση αυτού του ανθρώπου σ’ ένα δεδομένο ζήτημα. Ο Θεός δεν θεωρεί σοβαρά προβλήματα τις κακές συνήθειες και τις ανεύθυνες συμπεριφορές που μπορεί να επιδείξει ή να αποκαλύψει κάποιος σε ασήμαντα ζητήματα της ζωής. Αρκεί να μπορείς να αφοσιωθείς στο ουσιαστικό σου καθήκον και να αναλάβεις την ευθύνη του. Αν νιώθεις συνεχώς ανίκανος να αναλάβεις την ευθύνη για τη διαχείριση του εξοπλισμού και δεν μπορείς να εστιάσεις όλη σου τη δύναμη στο να την κάνεις σωστά, τι δείχνει αυτό; Δείχνει, εν μέρει, ότι δεν είσαι καλός στη διαχείριση· πέραν αυτού, δείχνει ότι δεν είσαι και ο πλέον κατάλληλος γι’ αυτήν τη δουλειά. Αν θεωρείς ότι η παραμονή σου σ’ αυτήν τη δουλειά μπορεί μια μέρα να αποβεί καταστροφική, καλύτερα να προτείνεις κάποιον άλλον στη θέση σου· άσε να σε αντικαταστήσει κάποιος από την εκκλησία που είναι πιο κατάλληλος από σένα για την εργασία, κι έπειτα πήγαινε να κάνεις κάποιο έργο στο οποίο είσαι καλός και για το οποίο δείχνεις ενδιαφέρον, και να είσαι πιστός σ’ αυτό το καθήκον. Επιπλέον, αν κάποιος αγαπάει πραγματικά την αλήθεια και επιθυμεί στ’ αλήθεια να έχει φόβο Θεού και να αποφεύγει το κακό, να ζει με αξιοπρέπεια και οι άλλοι να μην τον αποστρέφονται, αλλά να τον σέβονται, τότε πρέπει να είναι αποφασισμένος να κάνει τα πάντα σωστά. Και κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, πρέπει να έχει τη θέληση να πει ενώπιον του Θεού: Θεέ μου, Σε παρακαλώ, πειθάρχησέ με αν δεν τα πηγαίνω καλά· κάνε, Σε παρακαλώ, το έργο Σου. Οι άνθρωποι δεν διαχειρίζονται σωστά τους άλλους ανθρώπους· στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να διδάξουν σε κάποιον πώς να αποκτήσει ταλέντο σ’ έναν μεμονωμένο τομέα. Όταν, όμως, τίθεται το θέμα του τι μονοπάτι ακολουθεί κανείς, τι απόψεις έχει για τη ζωή, τι στόχους επιλέγει στη ζωή του και τι είδους άνθρωπος θα επιλέξει να γίνει, δεν μπορεί να τον βοηθήσει κανείς. Μονάχα τα λόγια του Θεού και ο Θεός μπορούν να αλλάξουν τους ανθρώπους. Πώς υλοποιείται αυτό; Οι άνθρωποι από μόνοι τους είναι ανίκανοι· πρέπει ν’ αφήνουν τους χειρισμούς στον Θεό. Ποια κριτήρια πρέπει, λοιπόν, να πληροί κάποιος ώστε να αφήνει τον Θεό να εργαστεί, προτού έρθει η ώρα να θελήσει να εργαστεί Εκείνος; Πρέπει αρχικά να έχει τη θέληση και τη φιλοδοξία να πει: «Ξέρω πως δεν κατάφερα ποτέ να κάνω σωστά αυτήν την εργασία. Οι αδελφοί και οι αδελφές δεν έχουν μείνει ικανοποιημένοι ως τώρα, ούτε κι εγώ άλλωστε, αλλά θέλω πραγματικά να την κάνω σωστά. Τι μπορώ να κάνω; Θα προσέλθω να προσευχηθώ ενώπιον του Θεού και θα Τον αφήσω να εργαστεί σ’ εμένα». Για να εργαστεί ο Θεός σ’ εσένα, το πρώτο που πρέπει να κάνεις είναι να είσαι σε θέση να υποφέρεις· όταν Εκείνος σε πειθαρχεί, όταν σε επιπλήττει, εσύ πρέπει να είσαι σε θέση να το αποδεχθείς. Για να κάνεις σωστά το οτιδήποτε, πρέπει ν’ αρχίσεις από την υπακοή και την αποδοχή μέσα σου. Δικαίως θα έλεγε κανείς ότι όλοι έχουν τις αμφιβολίες τους για τη δικαιοσύνη και την παντοδυναμία του Θεού πριν σωθούν ολοκληρωτικά. Η διαφορά έγκειται στο ότι οι συνηθισμένοι διεφθαρμένοι άνθρωποι, παρά τις όποιες αμφιβολίες τους, κάνουν κανονικά το καθήκον τους, επιδιώκουν την αλήθεια και μαθαίνουν λίγο λίγο τον Θεό· η υποκειμενική τους φιλοδοξία είναι ενεργητική και θετική. Οι αντίχριστοι είναι το ακριβώς αντίθετο: Οι υποκειμενικές τους φιλοδοξίες δεν είναι να δείχνουν αποδοχή και υπακοή ούτε πασχίζουν να φτάσουν στην αναγνώριση· αντίθετα, προβάλλουν αντίσταση. Δεν δείχνουν αποδοχή. Τι το καλό έχουν, λοιπόν, οι συνηθισμένοι διεφθαρμένοι άνθρωποι; Στα βάθη της καρδιάς τους, αποδέχονται και αγαπούν τα θετικά πράγματα· απλώς, κάποιες φορές, εξαιτίας της διεφθαρμένης διάθεσής τους, δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς και δεν τα καταφέρνουν καλά, κάποια πράγματα είναι πάνω απ’ τις δυνάμεις τους και δεν μπορούν να τα πετύχουν, κι έτσι συχνά νιώθουν μέσα τους αρνητικοί και αδύναμοι, νιώθουν ότι ο Θεός δεν τους θέλει, αλλά τους αποστρέφεται. Είναι καλό ένα τέτοιο συναίσθημα; Είναι καλό να έχεις αυτό το συναίσθημα· σημαίνει ότι έχεις μια ευκαιρία να σωθείς, και είναι σημάδι ότι μπορείς να σωθείς. Αν δεν νιώθεις ούτε καν αυτό, τότε οι ελπίδες που έχεις να αποκτήσεις την αλήθεια και να σωθείς είναι ελάχιστες. Ακριβώς το γεγονός ότι έχεις αυτό το συναίσθημα δείχνει ότι έχεις ακόμα συνείδηση, αξιοπρέπεια και ακεραιότητα, ότι υπάρχει ακόμα μέσα σου ορθολογισμός. Αν δεν έχεις ούτε αυτά, τότε είσαι πραγματικά ένας αντίχριστος, ένας δύσπιστος. Αυτήν τη στιγμή, έχεις μόνο μερικές από τις συμπεριφορές ενός δύσπιστου, λίγο από αυτό που αποκαλύπτει, λίγη απ’ τη διάθεσή του, αλλά δεν είσαι δύσπιστος. Ο Θεός σε βλέπει σαν κάποιον που πιστεύει σ’ Αυτόν και Τον ακολουθεί, κι όμως εξακολουθείς να έχεις πολλά προβλήματα και ανεπάρκειες στο μονοπάτι της πίστης σου σ’ Εκείνον· το ίδιο και στην επιδίωξή σου, και στις απόψεις σου, και σε κάθε πτυχή της προσωπικής σου ζωής. Πώς γίνεται, λοιπόν, να λυθούν αυτά τα προβλήματα; Εύκολο είναι. Αρκεί να πληροίς τις βασικές απαιτήσεις, δηλαδή να έχεις συνείδηση και λογική, να επιδιώκεις την αλήθεια και ν’ αγαπάς τα θετικά πράγματα, και όλα αυτά τα προβλήματα λύνονται· είναι απλώς θέμα χρόνου. Αρκεί να μπορείς να αποδεχθείς την αλήθεια και τη συμμόρφωση και την πειθαρχία που προέρχονται απ’ τον Θεό, κι έχεις ήδη ξεπεράσει το πρώτο εμπόδιο. Το δεύτερο εμπόδιο είναι ότι, από τη μεριά σου, χρειάζεται να μάθεις πώς να απαλλαγείς από τη διεφθαρμένη διάθεσή σου κι από τις διάφορες καταστάσεις που προκύπτουν μέσα σου όποτε σου συμβαίνει το οτιδήποτε, κι επίσης να μάθεις να λύνεις τα προβλήματα χρησιμοποιώντας τα λόγια του Θεού, καθώς διαβάζεις τα λόγια Του και ακούς τη συναναστροφή και τις βιωματικές μαρτυρίες των αδελφών. Χρειάζεται να προσέρχεσαι συχνά ενώπιόν Του και να Του λες ποιες είναι οι περιστάσεις και οι καταστάσεις σου, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζεις, να Του τα λες ανοιχτά όλα αυτά και να αποδέχεσαι ειλικρινά το κλάδεμά Του, την πειθάρχηση και τη συμμόρφωσή Του, ακόμα και το ότι σε αποκαλύπτει, ακόμα και τη στάση Του απέναντί σου· η καρδιά σου πρέπει να παραμένει ανοιχτή σ’ Εκείνον, όχι κλειστή. Εφόσον παραμένει ανοιχτή η καρδιά σου, τότε η συνείδηση και η λογική σου μπορεί να εξυπηρετήσουν σε κάτι, και η αλήθεια θα εισέλθει μέσα σου και θα επιφέρει εκεί μια αλλαγή. Όλα αυτά τα προβλήματα λύνονται. Δεν θα παραμείνουν άλυτα· κανένα τους δεν είναι πολύ σοβαρό. Είναι συνηθισμένο να κάνει κάποιος το καθήκον του επιπόλαια. Είναι η πιο συνηθισμένη κατάσταση στην οποία μπορεί να βρεθεί ολόκληρη η διεφθαρμένη ανθρωπότητα. Μία κατάσταση είναι τα ατελείωτα ψέματα· μία άλλη είναι να χαζεύει κανείς και να είναι σε όλα επιπόλαιος και ανεύθυνος, να βρίσκεται σε μια κατάσταση πασαλείμματος, σε μια κατάσταση όπου τα καταφέρνει όπως όπως· αυτός είναι ο κανόνας για ολόκληρη τη διεφθαρμένη ανθρωπότητα. Όλα αυτά δεν είναι τόσο εξωφρενικά όσο η αντίσταση του ανθρώπου στον Θεό και η άρνησή του για την αλήθεια. Είναι πράγματα που δεν τα προσέχει καν ο Θεός σ’ έναν άνθρωπο. Αν ο Θεός κρατούσε μεζούρα και μετρούσε τους ανθρώπους με ακρίβεια, τότε, με το που θα έλεγαν ένα λάθος πράγμα, δεν θα τους ήθελε· ένα μικρό λάθος να έκαναν μία φορά, δεν θα τους ήθελε. Όταν θα ενεργούσαν παρορμητικά στη νιότη τους και θα έδειχναν ανυπομονησία, ο Θεός δεν θα τους συμπαθούσε, και τότε θα τους εγκατέλειπε και θα τους απέκλειε. Αν ήταν έτσι τα πράγματα, δεν θα σωζόταν ούτε ένας άνθρωπος. Κάποιοι θα πουν: «Εσύ δεν είπες ότι ο Θεός καταδικάζει τους ανθρώπους και αποφασίζει τις εκβάσεις τους μέσω της συμπεριφοράς τους;» Αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Στο μονοπάτι που παίρνουν οι άνθρωποι για να επιδιώξουν την αλήθεια και να πετύχουν την αλλαγή διάθεσης και τη σωτηρία, τέτοιες καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης ο Θεός τις βλέπει ως τις πιο συχνές, συνηθισμένες και κοινότοπες που υπάρχουν. Ούτε καν τις εξετάζει. Τι εξετάζει; Εξετάζει αν έχεις ή δεν έχεις μια θετική επιδίωξη, ποια είναι η στάση σου απέναντι στην αλήθεια και στα θετικά πράγματα, και απέναντι στην επιδίωξη της αλλαγής διάθεσης. Εξετάζει αν έχεις μια τέτοια επιθυμία, αν πασχίζεις. Όταν ο Θεός βλέπει ότι τα έχεις όλα αυτά, ότι η συνείδησή σου σε επιπλήττει όταν κάνεις λάθος, ότι ξέρεις πως πρέπει να μισείς κάτι τέτοιο, ότι ξέρεις πως πρέπει να προσέλθεις να προσευχηθείς ενώπιόν Του, να εξομολογηθείς σ’ Εκείνον και να μετανοήσεις, τότε λέει ότι έχεις ελπίδα, ότι δεν πρόκειται να αποκλειστείς. Νομίζεις ότι η δίκαιη διάθεση του Θεού, το έλεος και η αγάπη Του είναι όλα κούφια λόγια; Σε αυτήν ακριβώς την ουσία του Θεού οφείλεται η στάση Του απέναντι σε κάθε είδους άνθρωπο, κι αυτές οι στάσεις είναι πάρα πολύ πρακτικές και καθόλου κούφιες.
Όσα συζητάμε εδώ και κάμποσο καιρό για την ουσία των αντίχριστων πρέπει να τα ακούσουν όλοι, εν μέρει για να καταλάβουν και να διακρίνουν τους αντίχριστους, να προσδιορίσουν ποιοι είναι και να τους απορρίψουν. Ένας άλλος λόγος είναι να μάθει ο καθένας πως όλοι έχουν τη διάθεση ενός αντίχριστου, όπως ακριβώς κι οι αντίχριστοι, μόνο όμως οι αληθινοί αντίχριστοι πρέπει να αποκλείονται και να εγκαταλείπονται· τους συνηθισμένους ανθρώπους που έχουν διάθεση αντίχριστου ο Θεός τούς σώζει, δεν τους αποκλείει. Ο σκοπός της συναναστροφής με τους ανθρώπους πάνω στην ουσία των αντίχριστων και σε κάθε πτυχή της διάθεσής τους δεν είναι να καταδικάσει τους ανθρώπους, αλλά να τους σώσει, να τους δώσει ένα μονοπάτι, να τους κάνει να διακρίνουν ξεκάθαρα τι διεφθαρμένη διάθεση έχουν πραγματικά, τι εννοεί πραγματικά ο Θεός όταν λέει πως η ανθρωπότητα είναι εχθρός Του και γιατί το λέει· ποια ακριβώς είδη διεφθαρμένης διάθεσης και ποιες αποκαλύψεις αντίστασης και επανάστασης εναντίον του Θεού έχουν οι άνθρωποι που Τον κάνουν να λέει κάτι τέτοιο και να τους καταδικάζει με τέτοιον τρόπο. Ο Θεός μιλάει και εργάζεται ακούραστα μ’ αυτόν τον τρόπο ακριβώς επειδή θέλει να σώσει τον άνθρωπο, επειδή δεν εγκαταλείπει την ανθρωπότητα, ούτε τους ακολούθους Του, ούτε τους εκλεκτούς Του. Όταν ο Θεός μιλάει και εργάζεται έτσι, δεν το κάνει ώστε οι άνθρωποι να κατανοήσουν απλώς πόσο αξιαγάπητος είναι, πόσο ειλικρινής και υπομονετικός είναι με τον λαό Του και πόση προσπάθεια έχει καταβάλει. Σε τι χρησιμεύει η κατανόηση αυτών των πραγμάτων; Όταν οι άνθρωποι τα κατανοούν αυτά, νιώθουν ίσα ίσα λίγη ευγνωμοσύνη για τον Θεό και τίποτα άλλο, όμως δεν απαλλάσσονται καθόλου απ’ τη διεφθαρμένη διάθεσή τους. Ο Θεός μιλάει με τόση ειλικρινή υπομονή, ώστε να δείξει στους ανθρώπους ότι έχει καταβάλει προσπάθεια και έχει επιστρατεύσει την αποφασιστικότητά Του για τη σωτηρία τους· δεν αστειεύεται, θέλει να σώσει την ανθρωπότητα και είναι αποφασισμένος να το κάνει. Πώς το βλέπει κανείς αυτό; Δεν υπάρχει καμία πτυχή της αλήθειας για την οποία ο Θεός να μιλάει από μία μόνο πλευρά ή οπτική γωνία, ούτε και μιλάει μονοδιάστατα· αντίθετα, καλύπτει διαφορετικές οπτικές γωνίες, με διαφορετικό ύφος, με διαφορετική γλώσσα και σε άλλο βαθμό κάθε φορά, ώστε οι άνθρωποι να δουν τη διεφθαρμένη διάθεσή τους και να αποκτήσουν αυτογνωσία, κι έτσι να κατανοήσουν ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρει η επιδίωξή τους και τι είδους μονοπάτι πρέπει να ακολουθήσουν. Αυτό το κάνει ώστε οι άνθρωποι να εγκαταλείψουν και να αλλάξουν τη σατανική, διεφθαρμένη διάθεσή τους και να αφήσουν τις φιλοσοφίες για τις κοσμικές αλληλεπιδράσεις, τις μεθόδους επιβίωσης και τις μεθόδους και τους τρόπους ζωής με τα οποία τους διαφθείρει ο Σατανάς, και αντ’ αυτών να ζήσουν σύμφωνα με τις μεθόδους, τους τρόπους, τις κατευθύνσεις και τους στόχους που τους έχει πει και τους έχει δείξει ο Θεός. Ο Θεός δεν τα κάνει όλα αυτά για να τα χάψουν οι άνθρωποι, ούτε για να τους δείξει πόσο επιμελώς αγαθές είναι οι προθέσεις Του και πόσο δύσκολο είναι να κάνει όσα κάνει. Εσύ δεν χρειάζεται να το ξέρεις αυτό. Επικεντρώσου μόνο στο να βρεις τι πρέπει να κάνεις πράξη στα λόγια που λέει Εκείνος και στο να κατανοήσεις την αλήθεια και τις προθέσεις Του μέσα σ’ αυτά. Πρέπει να εισέλθεις στην αλήθεια-πραγματικότητα, να ζήσεις σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές, να συμπεριφερθείς και να ενεργήσεις σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές, καθώς και να ολοκληρώσεις την ανάθεση που σου έδωσε ο Θεός, έτσι ώστε να πετύχεις τη σωτηρία. Έτσι θα ικανοποιηθεί ο Θεός και το ζήτημα της σωτηρίας του ανθρώπου θα επιτευχθεί στο σύνολό του, πράγμα που θα ωφελήσει και τον άνθρωπο. Όσο για εκείνες τις φορές που υπάρχει ακόμα πολύ δόγμα σε όσα λένε οι άνθρωποι, που οι πράξεις τους είναι υπερβολικά επιφανειακές, που είναι διαρκώς επιπόλαιοι, που η ποταπότητά τους είναι ανυπέρβλητη, μην πιέζεις τα πράγματα, ειδικά στην περίπτωση των νέων ανθρώπων, οι οποίοι δεν έχουν την τάση να ακολουθούν τους κανόνες, τους αρέσει καμιά φορά να κοιμούνται ως αργά και έχουν ορισμένες συνήθειες που δεν είναι ούτε λογικές ούτε και εποικοδομητικές για τους άλλους. Μ’ αυτούς να πηγαίνεις με το μαλακό. Εφόσον είσαι διατεθειμένος να επιδιώξεις την αλήθεια, να καταβάλεις προσπάθεια για τα λόγια του Θεού και να προσέρχεσαι συχνά ενώπιόν Του, ανοίγοντάς Του την καρδιά σου, Εκείνος θα εργαστεί. Κανείς δεν μπορεί να αλλάξει κανέναν άλλον χρησιμοποιώντας ανθρώπινη δύναμη ή ανθρώπινα μέσα, ούτε και οι γονείς σου μπορούν να αλλάξουν εσένα.
Το ότι έχεις έρθει σήμερα στον οίκο του Θεού είναι έργο του Θεού· το ότι ακούς κηρύγματα εδώ με σταθερότητα και ασφάλεια, ακόμα και σ’ αυτήν την εποχή με τις κακές της τάσεις, και κάνεις το καθήκον σου χωρίς να κερδίζεις δεκάρα, κι αυτό είναι έργο του Θεού. Γιατί το κάνει αυτό ο Θεός; Τι βλέπει ο Θεός σ’ εσένα που το συμπαθεί; Ότι έχεις ένα κάποιο αίσθημα δικαιοσύνης, ότι έχεις συνείδηση, αποστρέφεσαι τις κακές τάσεις, σου αρέσουν τα θετικά πράγματα και ανυπομονείς να έρθει η βασιλεία του Θεού, να βασιλεύσουν ο Χριστός και η αλήθεια. Έχεις αυτές τις φιλοδοξίες και ο Θεός τις βλέπει και τις συμπαθεί, γι’ αυτό και σ’ έφερε στον οίκο Του. Νομίζεις πως ο Θεός δεν βλέπει τα ελαττώματα και τις κακές συνήθειες που έχεις; Ο Θεός αντιλαμβάνεται τα ελαττώματά σου, τα ξέρει όλα. Αν τα ξέρει, λοιπόν, γιατί δεν τα φροντίζει; Τέτοια πράγματα προκαλούν σε πολλές περιπτώσεις εσωτερικές συγκρούσεις στους ανθρώπους, οι οποίοι λένε: «Θα έσωζε ο Θεός κάποιον σαν εμένα; Μπορεί κάποιος σαν εμένα να σωθεί; Είμαι τόσο μοχθηρός και διεφθαρμένος, τόσο απρόθυμος να υποταχθώ στην πειθαρχία, τόσο επαναστατικός· επιπλέον, αντιστέκομαι στον Θεό και Τον αμφισβητώ. Πώς είναι δυνατόν να με επιλέγει και πάλι ο Θεός;» Τι σου τρώει τα σωθικά; Μόνο ο Θεός μπορεί να σε σώσει· πρέπει να πιστέψεις ότι μπορεί να το κάνει. Αρκεί και μόνο να επικεντρωθείς στο να ακούς, να αποδέχεσαι και να κάνεις πράξη τα λόγια Του. Μην κολλάς σ’ εκείνα τα άλλα ζητήματα και μην είσαι συνεχώς αρνητικός εξαιτίας τους. Κανείς δεν σε κρατάει με κάτι που έχει εις βάρος σου και κανείς δεν έχει επιχειρήματα εναντίον σου. Δεν κοιτάζει τέτοια πράγματα ο Θεός. Δεν ζημιώνεσαι αν η επιδίωξή σου για το σωστό μονοπάτι και την αλήθεια αναστατώνεται από τις κακές συνήθειες, τα ελαττώματα ή την ποταπότητα που προκύπτουν καθώς πιάνεσαι στα ζιζάνια της ζωής; Δεν αξίζει τον κόπο, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Μάλλον υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που είναι αυτήν τη στιγμή κολλημένοι σε μια τέτοια κατάσταση. Κάποιοι λένε πως η υπερβολική βιασύνη είναι στοιχείο της προσωπικότητάς τους, πως ό,τι κάνουν το κάνουν έτσι χοντροκομμένα, και πως δεν τους αρέσει η μελέτη. Λένε, επιπλέον, πως έχουν κακές συνήθειες: Δεν τους αρέσει να σηκώνονται πρωί ή να πηγαίνουν για ύπνο το βράδυ, ενώ τρελαίνονται για ηλεκτρονικά παιχνίδια· άλλες φορές τους αρέσει να πιάνουν ψιλοκουβέντα κι άλλες να λένε αστεία. Ρωτάνε: Θα μ’ έσωζε εμένα ο Θεός; Δεν είναι πρόβλημα που έχεις τόσες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες για τον εαυτό σου; Γιατί δεν αναζητάς λιγάκι; Ποια είναι πραγματικά η άποψη του Θεού και τι λένε πραγματικά τα λόγια Του; Στα λόγια Του, αναφέρονται όλα αυτά ως προβλήματα; Κάποιοι λένε ότι τους αρέσει να ντύνονται καλά και πρέπει να δείχνουν συνέχεια αυτοσυγκράτηση. Άλλοι λένε ότι έχουν υπερβολική όρεξη και αγάπη για το κρέας. Αυτά τα προβλήματα είναι μικρά. Αυτά τα ελαττώματα, αυτές οι προσωπικότητες ή οι συνήθειες ζωής είναι, στη χειρότερη περίπτωση, ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης κάποιου· δεν μετράνε ως διεφθαρμένη διάθεση. Αυτό από το οποίο πρέπει να απαλλαγούν οι άνθρωποι είναι η διεφθαρμένη διάθεσή τους. Μην κοιτάζεις το δέντρο και χάνεις το δάσος. Όταν μαθαίνεις ότι έχεις διεφθαρμένη διάθεση και αρχίζεις να επικεντρώνεσαι στο να την αναλογίζεσαι και να τη διακρίνεις, όταν καταβάλλεις προσπάθεια γι’ αυτήν κι αρχίζεις να τη μισείς, αυτά τα μικρά σου ελαττώματα θα αλλάξουν σιγά σιγά και δεν θα είναι πια πρόβλημα. Σε μερικούς νέους ανθρώπους αρέσει πολύ η διασκέδαση. Μόλις φροντίσουν το έργο που τους αναλογεί, δεν υπάρχει πρόβλημα να διασκεδάσουν για λίγο. Σε κάποιες νέες γυναίκες αρέσει να είναι όμορφες, να ντύνονται καλά και να φοράνε μακιγιάζ. Ούτε αυτό είναι πρόβλημα, αρκεί να μη γίνεται σε υπερβολικό βαθμό και να μη φοράνε περίεργα ρούχα και έντονο μακιγιάζ. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα· κανείς δεν τις περιορίζει. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι πρόβλημα. Αυτές οι συνήθειες ζωής, οι απαιτήσεις για την ποιότητα της ζωής σου και τα μικρά προβλήματα της προσωπικότητάς σου, τίποτα απ’ αυτά δεν θα μπορούσε να σε κάνει να αντισταθείς στον Θεό ούτε και να εναντιωθείς στην αλήθεια. Αυτό που αληθινά σε κάνει να αντιστέκεσαι στον Θεό, αυτό που σε εμποδίζει να προσέλθεις ενώπιόν Του και σε κάνει να επαναστατείς εναντίον Του είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου. Όταν ανακαλύψεις, μάθεις και μισήσεις τη διεφθαρμένη διάθεσή σου και κερδίσεις την υποκειμενική επιθυμία να ασκηθείς σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές, μπορείς να απαλλαγείς απ’ όλα αυτά τα μικρά ελαττώματα. Κι αφού θα έχεις απαλλαγεί από τη διεφθαρμένη διάθεσή σου —δηλαδή από το μεγαλύτερό σου πρόβλημα, την αντίστασή σου απέναντι στον Θεό— άραγε αυτά τα μικρά σου ελαττώματα θα μετράνε ακόμα ως προβλήματα; Όταν έρθει εκείνη η ώρα, τέτοια μικρά πράγματα όπως το πώς συμπεριφέρεσαι και ζεις, τι τρως, τι πίνεις, πώς χαλαρώνεις, πώς κάνεις το καθήκον σου και πώς τα πηγαίνεις με τους άλλους θα συμβαδίσουν σιγά σιγά με τις αρχές. Μόνο τότε θα μάθεις ότι το να απαλλαγεί κανείς από τη διεφθαρμένη διάθεσή του ήταν και παραμένει η μεγάλη υπόθεση στη ζωή καθενός, και ότι, μόλις απαλλαγεί κανείς απ’ τη διεφθαρμένη διάθεση, απαλλάσσεται και απ’ όλα τα άλλα προβλήματα. Όταν λύσεις το πρόβλημα της επαναστατικότητας εναντίον του Θεού, τότε θα ζεις με ανθρώπινη ομοιότητα, με αξιοπρέπεια. Μπορεί τώρα πια να μην παρουσιάζεις μερικά ελαττώματα μικρής σημασίας. Μπορεί να σε εγκωμιάζουν οι άλλοι, λέγοντας ότι είσαι ένας καλός νεαρός, ότι η πίστη σου στον Θεό είναι ειλικρινής, ότι φαίνεται να είσαι πιστός στον Θεό. Αν, όμως, ο Θεός λέει ότι μπορεί και πάλι να επαναστατήσεις εναντίον Του, τότε οι εξωτερικά καλές συμπεριφορές σου είναι άχρηστες, όσο εξαιρετικές κι αν είναι. Δεν έχεις απαλλαγεί από το θεμελιώδες πρόβλημα, τη διεφθαρμένη διάθεσή σου, και μπορεί και πάλι να επαναστατήσεις εναντίον του Θεού. Απέχεις ακόμα πάρα πολύ απ’ τη σωτηρία! Σε τι σου χρησιμεύει να έχεις απλώς καλές συμπεριφορές; Δεν τις χρησιμοποιείς απλώς για να εξαπατάς τον εαυτό σου;
Η επίλυση ποιανού προβλήματός σας έχει τώρα ζωτική σημασία; (Του προβλήματος μιας διεφθαρμένης διάθεσης.) Κάποιοι ίσως πουν: «Μ’ αρέσει να φοράω πολύχρωμα ρούχα, που δεν αρέσουν, όμως, στον οίκο του Θεού· θα επαναστατήσω, λοιπόν, εναντίον τους». Δεν χρειάζεται να το κάνεις αυτό· αν σ’ αρέσουν, φόρα τα. Λένε κάποιες: «Μ’ αρέσει να φοράω πούδρα και μακιγιάζ, και να δείχνω όμορφη όταν συναντώ ανθρώπους στην καθημερινότητά μου· είναι τόσο ωραίο αυτό!» Εφόσον έχεις χρόνο για κάτι τέτοιο, δεν υπάρχει πρόβλημα. Λένε κάποιοι: «Μ’ αρέσει να τρώω γκουρμέ φαγητό, και πικάντικες και ξινές γεύσεις». Εφόσον διαθέτεις τα μέσα, τις ευκαιρίες και τον ελεύθερο χρόνο να το κάνεις, μπορείς να φας όσα τέτοια φαγητά θέλεις. Ακόμα κι αν δεν ικανοποιούσες αυτές τις επιθυμίες, ακόμα κι αν τις συγκρατούσες και επαναστατούσες εναντίον τους, δεν θα απαλλασσόσουν από τη διεφθαρμένη διάθεσή σου. Και τι θα έβγαινε αν τις συγκρατούσες; Θα υπέφερες πολύ σαρκικά, αλλά θα ένιωθες μέσα σου ότι έχεις αδικηθεί· και ποια παράπλευρη αρνητική συνέπεια θα είχε κάτι τέτοιο για σένα; Θα ένιωθες ότι θα είχες υποφέρει πολύ για τον Θεό, ότι θα είχες αποκτήσει την αλήθεια, ενώ στην πραγματικότητα ούτε θα είχες τίποτα ούτε θα ήσουν τίποτα. Μπορεί να ντύνεσαι κομψά, με αξιοπρέπεια και σοβαρότητα, να μοιάζεις με αδελφό ή αδελφή και να σέβεσαι τους κανονισμούς· αν, όμως, δεν μπορείς καν να βρεις τις αλήθεια-αρχές όταν σου αναθέτουν ένα καθήκον, και υπάρχει περίπτωση έπειτα να διαταράξεις και να αναστατώσεις το έργο της εκκλησίας, τότε έχεις λύσει το θεμελιώδες πρόβλημά σου; (Όχι.) Γι’ αυτό, όπως και να το δεις, το πιο θεμελιώδες ζήτημα είναι να κατανοήσει κανείς τα λόγια του Θεού, την αλήθεια, να εισέλθει στην αλήθεια-πραγματικότητα και να απαλλαγεί από τη διεφθαρμένη διάθεσή του. Μη σπαταλάς τις προσπάθειές σου σε μερικά ασήμαντα προβλήματα και εξωτερικές συμπεριφορές, μην κολλάς σ’ αυτά χωρίς να μπορείς να τα εγκαταλείψεις, νιώθοντας διαρκώς μέσα σου ένοχος και χρεωμένος, λύνοντας διαρκώς τέτοια ζητήματα σαν να ήταν απίστευτα σημαντικά. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μην απαλλαγείς ποτέ από τη διεφθαρμένη διάθεσή σου. Αν ακόμα κι εσύ δεν γνωρίζεις τι είδους άνθρωπος είσαι ή τι είδους διεφθαρμένη διάθεση έχεις, αν δεν έχεις την παραμικρή κατανόηση σχετικά μ’ αυτό, κάτι τέτοιο δεν θα τα κάνει όλα άνω κάτω; Όταν αντιληφθείς τη διεφθαρμένη ουσία σου, αυτά τα μικροπροβλήματά σου δεν θα είναι πια προβλήματα. Όπως είναι φυσικό, καθώς κατανοείς την αλήθεια, καθώς εισέρχεσαι στην αλήθεια-πραγματικότητα και αποκτάς την ικανότητα να ενεργείς σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές, σιγά σιγά θα ξεφορτωθείς αυτά τα μικρά προβλήματα. Το ίδιο ισχύει και για όσους είναι νευρικοί ή αργοκίνητοι, για όσους είναι ομιλητικοί ή λιγομίλητοι· δεν είναι προβλήματα αυτά. Είναι ζητήματα προσωπικότητας. Άλλοι έχουν καλή άρθρωση κι άλλοι όχι· άλλοι είναι μάλλον θαρραλέοι και τολμούν να μιλήσουν μπροστά σε πολύ κόσμο, ενώ άλλοι, που δεν είναι τόσο θαρραλέοι, δεν τολμούν να μιλήσουν όταν είναι μπροστά πολλοί άνθρωποι. Άλλοι είναι εσωστρεφείς, άλλοι εξωστρεφείς. Τίποτα απ’ αυτά δεν είναι πρόβλημα. Τι είναι πρόβλημα; Η διάθεση των αντίχριστων που αντιστέκεται στον Θεό —αυτή είναι πρόβλημα. Είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα απ’ όλα, η πηγή όλης της ανθρώπινης διαφθοράς. Αν λύσεις το πρόβλημα της διεφθαρμένης διάθεσης, κανένα άλλο πρόβλημα δεν θα είναι πια πρόβλημα.
Καμία άλλη απορία; (Θεέ μου, έχω μια απορία: Καθώς επιδιώκω την αλήθεια, έχω μια κανονική πνευματική ζωή, κι όμως η καρδιά μου δεν είναι και τόσο μεγάλη όσον αφορά την αγάπη μου και την επιδίωξή μου για την αλήθεια. Όταν νιώθω ότι βρίσκομαι σε λάθος κατάσταση, επιδιώκω με επιμέλεια για μια-δυο μέρες· μόλις, όμως, περάσουν οι μέρες αυτές, χαλαρώνω και πάλι. Αυτή η κατάσταση εμφανίζεται ξανά και ξανά, και ξέρω ότι πρόκειται για μια διάθεση που αποστρέφεται την αλήθεια· δεν μπορώ, όμως, να απαλλαγώ ριζικά απ’ αυτήν.) Αυτό δεν αποφεύγεται· έτσι είναι η ζωή-είσοδος του ανθρώπου. Όταν διαρκώς επιθυμείς να απαλλαγείς απ’ αυτό το πρόβλημα, κάνεις ένα λάθος. Για παράδειγμα: Το κριτήριο κάποιων γυναικών, όταν ψάχνουν σύζυγο, είναι να μη στέκονται και τόσο στη μέτρια εμφάνιση, αρκεί αυτός που θα βρουν να είναι ρομαντικός. Θα πρέπει να θυμάται πού και πότε γνωρίστηκαν, τα γενέθλιά της, την επέτειό τους και ούτω καθεξής. Θα πρέπει να θυμάται κάθε σημαντική μέρα· να θυμάται να λέει κάθε τόσο «Σ’ αγαπώ, γλυκιά μου!» και κάθε τόσο να της κάνει δώρα. Θα τον υποβάλει σε δοκιμασία: «Πότε βγήκαμε το πρώτο μας ραντεβού; Πότε είναι του Αγίου Βαλεντίνου;» Ψάχνει συχνά ρομαντισμό και διέγερση μ’ αυτόν τον τρόπο και, αν η ζωή της γίνει πιο άνοστη, αντιδρά, κάνοντας παράπονα στον σύζυγό της: «Τι άξεστος που είσαι. Δεν ξέρεις από ρομαντισμό. Περνάω τόσο βαρετά κοντά σου! Η ζωή μου καταστρέφεται στα χέρια σου!» Δεν παρουσιάζουν πολλές γυναίκες αυτό το ελάττωμα; Κι όταν λες ότι ο σύζυγος κάποιας άλλης γυναίκας είναι ρομαντικός, ότι ξέρει πώς να καλοπιάνει μια γυναίκα, ότι φέρεται στη σύζυγό του σαν να ήταν πριγκίπισσα, τότε αυτές οι γυναίκες ζηλεύουν αφόρητα και εύχονται να μπορούσαν να αρπάξουν αυτόν τον σύζυγο και να τον κάνουν δικό τους. Απλώς δεν είναι διατεθειμένες να ζήσουν μια πεζή και συνηθισμένη ζωή. Έχεις παρουσιάσει εσύ αυτό το ελάττωμα; (Ναι.) Την ώρα που ο Θεός κάνει έργο και σώζει ανθρώπους, δεν συμβαίνουν και τόσα συναρπαστικά και συγκινητικά γεγονότα ούτε πρόκειται να δημιουργήσει ο Θεός εκπλήξεις για χάρη σου. Πρακτικός σημαίνει πεζός και συνηθισμένος. Η επιδίωξη της αλήθειας δεν απαιτεί συναίσθημα. Εφόσον έχεις μέσα σου την επιδίωξη και εξετάζεις κάθε τόσο αν το μονοπάτι που έχεις πάρει παρουσιάζει απόκλιση και αν υπάρχουν τυχόν παραβλέψεις ή ζημίες στο καθήκον που εκτελείς εξαιτίας ανθρώπινου λάθους, εφόσον συναναστρέφεσαι πάνω στο αν οι αδελφοί και οι αδελφές έχουν το διάστημα αυτό τυχόν νέες ιδέες και γνώσεις για την εκτέλεση κάποιου καθήκοντος, τις οποίες εσύ δεν έχεις, εφόσον συναναστρέφεσαι πάνω στο αν υπήρξαν στρεβλώσεις στο πώς κατανοείς τα λόγια του Θεού όταν τα διαβάζεις, πάνω στο αν περιείχαν πράγματα τα οποία αδυνατείς να κατανοήσεις ή δεν τα έχεις βιώσει ή τα έχεις αγνοήσει, και ούτω καθεξής· εφόσον όλα αυτά τα μονοπάτια, οι στόχοι και οι κατευθύνσεις είναι κανονικά και σωστά, αυτό αρκεί. Αρκεί να έχεις μια σωστή γενική κατεύθυνση. Μην αναζητάς τον ενθουσιασμό και μην ψάχνεις εκπλήξεις. Κανείς δεν πρόκειται να σε εκπλήξει. Το να πιστεύει κανείς στον Θεό και να επιδιώκει την αλήθεια είναι το ίδιο με το να ζει ένας κανονικός άνθρωπος τη ζωή του. Είναι μια μάλλον αδιάφορη ζωή τον περισσότερο καιρό, επειδή ζεις σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου τίποτα δεν είναι υπερφυσικό και τίποτα δεν είναι αποκομμένο από την πραγματική ζωή. Τόσο αδιάφορα είναι τα πράγματα. Αυτού του είδους η αδιάφορη ζωή, όμως, έχει μια διαφορά απ’ τη ζωή όσων δεν πιστεύουν: Ενώ εσύ πιστεύεις στον Θεό και κάνεις το καθήκον σου, ενημερώνεσαι συνεχώς για τη διεφθαρμένη διάθεσή σου, διορθώνεις κι αλλάζεις συνεχώς τη σχέση σου με τον Θεό, και ενημερώνεσαι συνεχώς για τις αλήθειες που δεν κατανοείς· έτσι, μαθαίνεις και αποδέχεσαι όσες αλήθειες δεν γνωρίζεις ή δεν κατανοείς. Αυτή είναι η διαφορά. Κι είναι ήδη μια μεγάλη διαφορά· τι άλλο, λοιπόν, θα μπορούσατε να ζητήσετε; Δεν συμβαίνουν αρκετά στον οίκο του Θεού, στην εκκλησία, γύρω σου; Όσα έχουν συμβεί από τότε που ο Θεός άρχισε το έργο Του μέχρι τώρα είναι αρκετά για να τα υπολογίσουν οι άνθρωποι. Οι μέρες φεύγουν τόσο γρήγορα: Δέκα, είκοσι χρόνια περνάνε σαν αστραπή· κι έπειτα το ίδιο, σαν αστραπή, άλλα τριάντα, πενήντα χρόνια. Κάπως έτσι είναι η ζωή ενός ανθρώπου. Τι άλλον ενθουσιασμό να ψάξει κανείς; Όλα αυτά είναι αρκετά συναρπαστικά. Σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω σου μπορείς να ανακαλύψεις μοναδικά πράγματα, να αποκαλύψεις την αλήθεια και να εκπλαγείς. Είναι αδιάφορο αυτό; (Όχι.) Άλλο να επιδιώκεις την αλήθεια, κι άλλο να αναζητάς τον ενθουσιασμό. Αυτό ισχύει για τους ανθρώπους που ζουν στην κανονική ανθρώπινη φύση τους, σ’ αυτόν τον υλικό κόσμο. Μην ψάχνεις τον ενθουσιασμό· τον ενθουσιασμό και τα συναισθήματα τα ψάχνουν οι χορτάτοι άνθρωποι που βαριούνται. Όσοι κάνουν τα καθήκοντά τους και επιδιώκουν την αλήθεια μπορούν να μάθουν κάτι καινούργιο κάθε μέρα. Θα πουν κάποιοι: «Γιατί, λοιπόν, εγώ δεν μαθαίνω;» Μπορεί απλώς η πρόοδός σου να είναι πιο αργή· αν μαθαίνεις καινούργια πράγματα κάθε μήνα, αυτό αρκεί. Εφόσον προοδεύεις και επιδιώκεις την αλήθεια, θα έχεις αρκετές αποδείξεις για την πρόοδό σου. Λύθηκε αυτό το ζήτημα με τη συναναστροφή; (Λύθηκε.) Πώς; Ποια λόγια το έλυσαν; (Λύθηκε με την έννοια ότι ξέρω πως οι απόψεις μου για την επιδίωξη κατά την πίστη μου στον Θεό δεν είναι πρακτικές, πως η μέθοδος επιδίωξής μου δεν είναι ρεαλιστική. Επιδιώκω διαρκώς τη διέγερση, επιδιώκω συνεχώς να νιώθω πράγματα, και προσεγγίζω τον Θεό μόνο με αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες, διατηρώντας μαζί Του μια σχέση που χαρακτηρίζεται από μια απόσταση σεβασμού, κι όμως αγνοώ ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν αδυναμίες κατά τη διάρκεια της ζωή-εισόδου τους, ότι μέσα από αυτές αναπτύσσονται και ότι αντιμετωπίζουν κάθε είδους περιστάσεις. Κι αυτό είναι κανονικό.) Σωστά το κατάλαβες. Όταν δεν έχουν προκύψει κάποιες περιστάσεις, οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν τα καθήκοντά τους όπως πρέπει και να συνεχίζουν την επιδίωξή τους όπως πρέπει. Μην ψάχνεις τον ενθουσιασμό ούτε τα συναισθήματα· μην είσαι υπερευαίσθητος και μη λες: «Γιατί άραγε δεν έχω κέφια σήμερα; Το βρήκα: Η σχέση μου με τον Θεό δεν είναι στενή· ας πάω γρήγορα να προσευχηθώ!» Δεν χρειάζεται τέτοια υπερευαισθησία. Δεν έχει πρόβλημα ο Θεός· δεν ασχολείται μ’ αυτά τα ασήμαντα ζητήματά σου! Μπορείς να πεις: «Έχω μέρες να προσευχηθώ, όμως αναζητώ συχνά μέσα μου τον Θεό όταν ενεργώ, και συνεχίζω να έχω θεοφοβούμενη καρδιά». Κανένα πρόβλημα. Κάποιοι θα πουν: «Αχ, ήμουν τόσο απασχολημένος με το καθήκον μου, που έχω μέρες να διαβάσω τα λόγια του Θεού». Δεν ακολούθησες αυτήν τη διαδικασία, την αγνόησες· ενώ έκανες το καθήκον σου, όμως, ανακάλυψες πολλά προβλήματα και κάπως αποκάλυψες μια διεφθαρμένη διάθεση, και σ’ αυτό το διάστημα άκουσες τους άλλους να συναναστρέφονται, πράγμα πολύ εποικοδομητικό για σένα. Δεν είναι αυτό ένα αληθινό κέρδος; Όταν διαβάζεις τα λόγια του Θεού, δεν το κάνεις για να κατανοήσεις και να κερδίσεις την αλήθεια; Σε τι χρησιμεύει το να επιμένεις σε μια ορισμένη μέθοδο ή τρόπο; Εντάξει. Θα ολοκληρώσουμε εδώ τη σημερινή συναναστροφή. Εις το επανιδείν! (Ευχαριστώ, Θεέ μου, και εις το επανιδείν!)
30 Μαΐου 2020