814 Γνωρίζεις την αποστολή σου;
Ⅰ
Άραγε, ξέρεις το βάρος, το καθήκον και την ευθύνη που κουβαλάς;
Της αποστολής σου η ιστορική αντίληψη πού είναι;
Πώς θα γίνεις καλός κύριος την άλλη εποχή;
Έχεις, μήπως, αίσθηση κυριότητας ισχυρή;
Πώς θα εξηγήσεις τον κύριο των πάντων;
Είναι, μήπως, ο κύριος όλων των ζωντανών
ή κύριος όλου του κόσμου του υλικού;
Ποιο το σχέδιό σου για τη συνέχεια;
Πόσοι περιμένουν να τους ποιμάνεις;
Δεν νιώθεις, άραγε, βαρύ το καθήκον σου;
Ⅱ
Οι καημένες, αξιολύπητες ψυχές, τυφλοί που έχουν χαθεί,
θρηνούν μέσα στο σκότος, διέξοδο αναζητούν.
Πώς περιμένουν το φως σαν πεφταστέρι να 'ρθει,
τη δύναμη του σκότους να διαλύσει, την καταπιεστική.
Τη λαχτάρα τους, μέρα και νύχτα, ποιος γνώρισε ποτέ;
Σαν το φως τους αναβοσβήνει - υποφέρουν
οι άθλιοι στο σκότος, δεν θα ελευθερωθούν.
Πότε θα πάψουν να κλαίνε;
Αυτά τα ανήσυχα πνεύματα έχουν τόση κακοτυχία.
Ανελέητα δεσμά, ιστορία ανάλλαχτη, τους έχουν σφραγίσει γερά.
Ποιος άκουσε το κλάμα τους, ποιος είδε τη δυστυχία τους;
Ⅲ
Σκέφτηκες ποτέ τον Θεό, το άγχος και τη θλίψη Του,
να βλέπει να υποφέρει ο άνθρωπος που με τα χέρια Του τον έπλασε;
Οι άνθρωποι δηλητηριασμένοι, δυστυχείς.
Aν και επιβίωσαν ως εδώ,
έχουν δηλητηριαστεί απ’ τον πονηρό.
Μήπως ξέχασες ότι είσαι θύμα κι εσύ;
Δεν θες, άραγε, η αγάπη Του να σώσει όσους επιβίωσαν,
να Του ανταποδώσεις όσο μπορείς, που αγαπά τόσο τον άνθρωπο;
Πώς καταλαβαίνεις τη χρήση από τον Θεό, για να ζήσεις ζωή ξεχωριστή;
Επιθυμείς και λαχταράς, άραγε,
να ζήσεις ζωή ευσεβή, στην υπηρεσία του Θεού;
Διασκευασμένο από το «Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πώς θα πρέπει να επιληφθείς της μελλοντικής αποστολής σου;