69. Όταν διαγνώστηκε η μητέρα μου με καρκίνο
Τον Ιούνιο του 2023, έπρεπε να φύγω από το σπίτι μου ώστε να ανταποκριθώ στο ευαγγελικό έργο. Ήξερα ότι θα έκανα καιρό να επιστρέψω και σκέφτηκα να πάω απ’ το πατρικό μου, να το πω στους γονείς μου και να πάρω και ρούχα. Όταν έφτασα, είδα τη μητέρα μου κατάχλομη με ένα σωληνάκι στο μπράτσο. Τη ρώτησα τι είχε και μου είπε ότι δεν ήταν τίποτα σοβαρό και ότι θα γινόταν καλά με ένα μικρό χειρουργείο. Έμοιαζε, όμως, πολύ πιο σοβαρό και ζήτησα να δω τον ιατρικό της φάκελο. Εκεί έγραφε ότι είχε τρία είδη κακοήθων όγκων. Έπαθα σοκ! Η μητέρα μου είχε καρκίνο! Οι όγκοι ήταν κακοήθεις· θα μπορούσε, άραγε, να γίνει καλά; Κι αν η θεραπεία δεν είχε αποτέλεσμα; Ο πατέρας μου μου είπε: «Η μητέρα σου κάνει χημειοθεραπεία και το αν θα πετύχει η θεραπεία της εξαρτάται από το πώς θα πάει η χημειοθεραπεία». Ήξερα ότι όλα αυτά γίνονταν με την άδεια του Θεού και δεν έπρεπε να παραπονιέμαι, οπότε προσευχήθηκα στον Θεό να προστατέψει την καρδιά μου. Ο πατέρας μου μου είπε πως όταν νοσηλευόταν η μητέρα μου στο νοσοκομείο, τη φρόντιζε ο μικρός μου αδερφός, ο οποίος βρήκε και δεύτερη δουλειά για να πληρωθούν τα νοσήλια. Όταν το άκουσα αυτό αναστατώθηκα πολύ. Εγώ ήμουν το μεγαλύτερο παιδί κι εγώ έπρεπε να τα είχα αναλάβει όλα αυτά. Εγώ, όμως, δεν μπορούσα να βοηθήσω καθόλου. Άραγε, θα σκέφτονταν οι γονείς μου ότι ήμουν ασυνείδητη, ότι δεν τους σεβόμουν κι ότι τζάμπα με ανέθρεψαν; Η μητέρα μου με παρηγόρησε και είπε: «Μην ανησυχείς και μη φοβάσαι. Ο Θεός αποφασίζει πόσο θα ζήσουμε. Εσύ κάνε αυτό που πρέπει και μην ανησυχείς για μένα». Όταν το άκουσα αυτό, ήθελα να μείνω εκεί και να τη φροντίσω, αλλά υπήρχε πολύ έργο να γίνει στην εκκλησία και δεν θα μπορούσα να μείνω πολύ στο σπίτι. Όταν είδα έτσι τη μητέρα μου, δεν μου έβγαινε να πω ότι έπρεπε να λείψω για να κάνω το καθήκον μου και, τελικά, έφυγα βιαστικά χωρίς να πω τίποτα.
Στον δρόμο, σκεφτόμουν τη μητέρα μου άρρωστη στο νοσοκομείο χωρίς κανέναν να τη φροντίζει και τον αδερφό μου να δουλεύει σκληρά για να πληρώσει τα νοσήλια. Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν αυτό, τόσο χειρότερα ένιωθα. Ένιωθα ότι ως κόρη της, έπρεπε να είμαι εκεί για να τη φροντίσω τώρα που ήταν άρρωστη. Μα όχι μόνο δεν μπορούσα να τη φροντίσω, αλλά δεν μπορούσα ούτε καν να τη βοηθήσω. Αν το μάθαινε αυτό ο κόσμος, τι θα έλεγε για μένα; Δεν θα έλεγαν ότι είμαι ασυνείδητη και αχάριστη; Ο μικρός μου αδερφός δεν θα παραπονιόταν; Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν αυτό, τόσο χειρότερα ένιωθα και δεν ήθελα καθόλου να φύγω από το σπίτι για να κάνω το καθήκον μου. Μέσα από την καρδιά μου, είπα στον Θεό: «Θεέ μου, δεν μπορώ να φύγω από το σπίτι για να κάνω το καθήκον μου. Η μητέρα μου έχει καρκίνο, κι αν φύγω, μπορεί να μην την ξαναδώ ποτέ! Θα κάνω εδώ το καθήκον μου και, όποτε μπορώ, θα βλέπω τη μητέρα μου». Έτσι, συνέχισα να κάνω το καθήκον μου, μα το μυαλό μου δεν ηρεμούσε. Όλο σκεφτόμουν: «Πώς να είναι η μητέρα μου τώρα;» Ήθελα να πηγαίνω σπίτι και να τη βλέπω. Ήξερα ότι η κατάστασή μου δεν ήταν καλή, οπότε έψαξα να διαβάσω κάποια λόγια του Θεού. Βρήκα αυτό το χωρίο: «Σε κάθε χρονική περίοδο και σε κάθε στάδιο, συμβαίνουν στην εκκλησία ορισμένα πράγματα που δεν συμφωνούν με τις αντιλήψεις των ανθρώπων. Για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι αρρωσταίνουν, επικεφαλής και εργάτες αντικαθίστανται, κάποιοι εκτίθενται και αποκλείονται, ενώ άλλοι έρχονται αντιμέτωποι με δοκιμασίες ζωής και θανάτου. Σε κάποιες, μάλιστα, εκκλησίες υπάρχουν κακοί άνθρωποι και αντίχριστοι που προκαλούν αναστάτωση, και ούτω καθεξής. Αυτά συμβαίνουν, λοιπόν, κατά καιρούς, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι τυχαία. Είναι όλα τους αποτέλεσμα της κυριαρχίας και των διευθετήσεων του Θεού. Μπορεί να διανύετε μια πολύ ήρεμη περίοδο, η οποία διακόπτεται ξαφνικά από διάφορα περιστατικά ή ασυνήθιστα γεγονότα που συμβαίνουν είτε γύρω σας είτε σ’ εσάς τους ίδιους. Όταν προκύπτουν τέτοια πράγματα, διαταράσσεται η κανονική τάξη και η κανονικότητα της ζωής των ανθρώπων. Φαινομενικά, τα πράγματα αυτά δεν συνάδουν με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες των ανθρώπων, κι έτσι κανείς τους δεν θέλει να του τύχει κάτι τέτοιο ή να το δει με τα μάτια του. Ωφελούνται, άρα, με κάποιον τρόπο οι άνθρωποι όταν προκύπτουν τέτοια πράγματα; […] Τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία και όλα τα κυβερνά ο Θεός. Θεωρητικά οι άνθρωποι το καταλαβαίνουν αυτό και το αποδέχονται. Πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν, όμως, την κυριαρχία του Θεού; Αυτήν την αλήθεια πρέπει να επιδιώκουν και να κατανοούν οι άνθρωποι, καθώς και να την κάνουν πράξη με συγκεκριμένο τρόπο. Αν αναγνωρίζουν την κυριαρχία του Θεού σε θεωρητικό μόνο επίπεδο, αλλά δεν την κατανοούν πραγματικά ούτε έχουν ξεκαθαρίσει τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους, δεν θα μπορέσουν τελικά να αποκτήσουν την αλήθεια, όσα χρόνια κι αν πιστεύουν στον Θεό και όσα πράγματα κι αν βιώνουν» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (11)]. Μέσα από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα πως όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε διάφορες φάσεις της ζωής τους. Μπορεί να μη θέλουν να αντιμετωπίζουν τέτοιες καταστάσεις, μα μέσα σ’ αυτές υπάρχει η πρόθεση του Θεού. Αν δεν αναζητούμε την αλήθεια, ζούμε μέσα από τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες μας, παρερμηνεύουμε τον Θεό και διαμαρτυρόμαστε γι’ Αυτόν, θα είναι δύσκολο να αντλήσουμε διδάγματα από τέτοιες καταστάσεις. Η ασθένεια της μητέρας μου μπορούσε να μου διδάξει πράγματα. Έπρεπε να αναζητήσω την αλήθεια και να κάνω αυτοκριτική. Αναλογίστηκα πως όταν άκουσα ότι η μαμά μου είχε καρκίνο, φοβήθηκα ότι η θεραπεία δεν θα είχε αποτέλεσμα. Φοβήθηκα και ότι αν δεν τη φρόντιζα όσο έκανε τις χημειοθεραπείες, θα στενοχωριόταν. Δεν θα σκεφτόταν, άραγε, ότι τζάμπα με μεγάλωσε; Αυτή η έγνοια με έκανε να μη θέλω να φύγω από το σπίτι για να κάνω το καθήκον μου. Μέχρι που πήγα να πείσω και τον Θεό. Ένιωθα ότι έπρεπε να φροντίσω την άρρωστη μητέρα μου και ότι δεν μπορούσα να φύγω από το σπίτι για να κάνω το καθήκον μου. Τα συναισθήματά μου ήταν πολύ έντονα και έπρεπε να αναζητήσω την αλήθεια για να τα διορθώσω.
Αργότερα, έψαξα σχετικά χωρία με τα λόγια του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Στον κόσμο των απίστων υπάρχει ένα ρητό: “Τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την, και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους”. Επίσης, υπάρχει και αυτό το ρητό: “Ένα παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του είναι χειρότερο και από θηρίο”. Πόσο μεγαλειώδη μοιάζουν αυτά τα ρητά! Η αλήθεια είναι πως όσα περιγράφει το πρώτο ρητό, το ότι τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους, υπάρχουν πραγματικά, είναι γεγονότα. Ωστόσο, πρόκειται απλώς για φαινόμενα του ζωικού βασιλείου. Δεν είναι παρά ένας νόμος που έχει θεσπίσει ο Θεός για τα διάφορα ζωντανά όντα και με τον οποίο συμμορφώνονται κάθε λογής ζωντανά πλάσματα, ακόμη και οι άνθρωποι. […] Γιατί, όμως, οι άνθρωποι τα λένε; Γιατί στην κοινωνία και στις ανθρώπινες ομάδες υπάρχουν διάφορες λανθασμένες ιδέες και κοινές απόψεις. Αυτά τα πράγματα έχουν επηρεάσει, διαβρώσει και σαπίσει τους ανθρώπους, κι έτσι αναδύονται μέσα τους διάφοροι τρόποι ερμηνείας και αντιμετώπισης της σχέσης μεταξύ των γονιών και των παιδιών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούν τελικά τους γονείς τους ως δανειστές τους, τους οποίους δεν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν ούτε σε όλη τους τη ζωή. Κάποιοι, μάλιστα, νιώθουν για όλη τους τη ζωή ενοχές αφού πεθάνουν οι γονείς τους και θεωρούν τον εαυτό τους ανάξιο του καλού που τους έκαναν εκείνοι, ίσως επειδή έκαναν κάτι που δεν ευχαρίστησε τους γονείς τους ή δεν εξελίχθηκε όπως θα ήθελαν εκείνοι. Για πείτε Μου, δεν είναι υπερβολή αυτό; Οι άνθρωποι ζουν βυθισμένοι στα συναισθήματά τους, οπότε οι διάφορες ιδέες που προέρχονται από αυτά δεν μπορούν παρά να τους ενοχλούν και να τους αναστατώνουν. Ζουν σε ένα περιβάλλον στιγματισμένο από την ιδεολογία της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Οι διάφορες αυτές παράλογες ιδέες κάνουν τη ζωή τους εξαντλητική και πιο πολύπλοκη από των υπολοίπων έμβιων όντων. Τώρα, όμως, ο Θεός εργάζεται και εκφράζει την αλήθεια, για να αποκαλύψει στους ανθρώπους την αληθινή φύση όλων αυτών των γεγονότων και να τους επιτρέψει να καταλάβουν την αλήθεια. Μόλις την καταλάβεις, αυτές οι παράλογες ιδέες και απόψεις θα πάψουν να αποτελούν φορτίο για σένα και δεν θα καθοδηγούν πια το πώς θα διαχειρίζεσαι τη σχέση σου με τους γονείς σου. Στο σημείο αυτό, η ζωή σου θα χαλαρώσει περισσότερο. Χαλαρή ζωή δεν σημαίνει να μη γνωρίζεις τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις σου —αυτά θα συνεχίσεις να τα γνωρίζεις. Αφορά, όμως, ποια οπτική και ποιες μεθόδους θα επιλέξεις για να προσεγγίσεις τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις σου. Το ένα μονοπάτι λέει να ακολουθήσεις την οδό των συναισθημάτων και να αντιμετωπίσεις αυτά τα πράγματα με βάση το συναίσθημα και τις μεθόδους, τις ιδέες και τις απόψεις στις οποίες καθοδηγεί ο Σατανάς τον άνθρωπο. Το άλλο μονοπάτι είναι να τα αντιμετωπίσεις με βάση τα λόγια που έχει διδάξει στον άνθρωπο ο Θεός. Αν οι άνθρωποι διαχειρίζονται αυτά τα ζητήματα σύμφωνα με τις παράλογες ιδέες και απόψεις του Σατανά, τότε το μόνο που καταφέρνουν είναι να ζουν μπλεγμένοι στα συναισθήματά τους, ενώ δεν μπορούν να διακρίνουν ποτέ μεταξύ σωστού και λάθους. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν μπορούν παρά να ζουν παγιδευμένοι, μπλεγμένοι πάντα σε ζητήματα όπως τα εξής: “Έχεις δίκιο, έχω άδικο. Μου έχεις δώσει περισσότερα, σου έχω δώσει λιγότερα. Είσαι αχάριστος. Είσαι απαράδεκτος”. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι δεν μιλάνε ξεκάθαρα ούτε μια στιγμή. Όταν, όμως, καταλάβουν την αλήθεια και ξεφύγουν από τις παράλογες ιδέες και απόψεις, και από τα δίχτυα των αισθημάτων, τότε αυτά τα ζητήματα απλοποιούνται πολύ. Αν ακολουθείς μια αλήθεια-αρχή, μια ιδέα ή μια άποψη που είναι σωστή και προέρχεται από τον Θεό, τότε θα χαλαρώσεις πολύ στη ζωή σου. Δεν θα εμποδίζει πια ούτε η κοινή γνώμη, ούτε η συνείδησή σου, ούτε το φορτίο των συναισθημάτων σου το πώς θα διαχειρίζεσαι τη σχέση σου με τους γονείς σου· κάθε άλλο, αυτά θα σου επιτρέψουν να αντιμετωπίσεις τη σχέση αυτή σωστά και ορθολογικά. Αν ενεργείς σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές που έχει δώσει ο Θεός στους ανθρώπους, τότε θα νιώθεις γαλήνη και ηρεμία στα βάθη της καρδιάς σου, ακόμα κι αν σε κατακρίνουν πίσω από την πλάτη σου· κάτι τέτοιο δεν θα σε επηρεάζει καθόλου. Τουλάχιστον, δεν θα κατακρίνεις εσύ τον εαυτό σου ως αχάριστο και αναίσθητο, ούτε θα νιώθεις πια βαθιά μέσα σου τη μομφή της συνείδησής σου. Θα γνωρίζεις, συνεπώς, ότι κάνεις τα πάντα σύμφωνα με τις μεθόδους που σου έχει διδάξει ο Θεός, ότι ακούς και υποτάσσεσαι στα λόγια του Θεού και ακολουθείς την οδό Του. Οι άνθρωποι πάνω απ’ όλα πρέπει να έχουν τη συνείδηση να ακούνε τα λόγια του Θεού και να ακολουθούν την οδό Του. Μόνο αν κάνεις αυτά τα πράγματα, θα είσαι αληθινός άνθρωπος. Αν δεν τα καταφέρεις, θα είσαι αχάριστος και αναίσθητος. Έτσι δεν είναι; (Ναι.)» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Μέσα από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι ο λόγος που ήμουν τόσο δυστυχισμένη ήταν επειδή παράλογες απόψεις όπως «Η ευσέβεια προς τους γονείς είναι η ύψιστη αρετή» και «Ένα θηρίο είναι ανώτερο από κάποιον ασεβή προς τους γονείς του», τις οποίες μου είχε εμφυσήσει ο Σατανάς, είχαν ριζώσει βαθιά στο μυαλό μου. Νόμιζα ότι αν δεν σεβόμουν τους γονείς μου, θα ήμουν αχάριστη και ασεβής κόρη. Σκέφτηκα πόσο πρέπει να δυσκολεύτηκαν για να με μεγαλώσουν, δεδομένου ότι γεννήθηκα σε μια εποχή που τα αγόρια κι οι άνδρες θεωρούνταν ανώτεροι, πράγμα που σήμαινε ότι η μητέρα μου ταπεινώθηκε και περιφρονήθηκε επειδή έκανε κόρη, κι όμως με αγαπούσε πιο πολύ από τον μικρό μου αδερφό. Επίσης, με στήριζε ιδιαίτερα στην πίστη και το καθήκον μου. Ήξερε ότι τα συναισθήματά μου ήταν βαθιά και δεν μου έλεγε ό,τι συνέβαινε στο σπίτι για να μη με απασχολήσει και επηρεαστεί το καθήκον μου. Και συναισθηματικά και οικονομικά η μητέρα μου με βοηθούσε πολύ και συχνά με ενθάρρυνε να κάνω σωστά το καθήκον μου. Σκεφτόμουν όλα αυτά και ότι δεν ήμουν στο πλευρό της να τη φροντίσω τώρα που ήταν άρρωστη, και στενοχωρήθηκα πολύ. Πάντα πίστευα ότι αν, ως κόρη τους, δεν τιμούσα τους γονείς μου ή αν αρρώσταιναν και δεν τους φρόντιζα, θα έδειχνα ασέβεια και αχαριστία. Οπότε, ένιωθα ενοχές και ντρεπόμουν να τους αντικρίσω. Με είχαν επηρεάσει βαθιά μέσα μου σατανικά δηλητήρια! Αν συνέχιζα να βλέπω την κατάσταση συναισθηματικά και μέσω παραδοσιακών απόψεων, θα έπρεπε να επωμιστώ το ιδεολογικό βάρος και θα σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν καλή κόρη επειδή δεν φρόντιζα τη μητέρα μου. Αυτό θα με κούραζε και θα με έκανε δυστυχισμένη. Έπρεπε να τα απαρνηθώ όλα αυτά και να μάθω να βλέπω τους ανθρώπους και τα πράγματα σύμφωνα με την αλήθεια των λόγων του Θεού. Μόνο τότε θα σταματούσα να υποφέρω.
Αργότερα, κατά την πνευματική μου άσκηση, διάβασα αυτό το χωρίο από τα λόγια του Θεού: Τώρα μπορούσα να διακρίνω πιο καθαρά τη σχέση μου με τους γονείς μου. Τα λόγια του Θεού λένε: «Πρέπει να καταλάβεις ως παιδί ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Έχεις να κάνεις πολλά σ’ αυτήν τη ζωή ως δημιούργημα. Σου τα έχει εμπιστευτεί ο Κύριος της δημιουργίας, και δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το να ξεπληρώσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου. Το να δείχνεις στους γονείς σου ευσέβεια, το να τους ξεπληρώνεις και το να ανταποδίδεις το καλό που σου έκαναν δεν έχει καμία σχέση με την αποστολή που έχεις στη ζωή σου. Μπορεί και να πει κανείς ότι δεν χρειάζεται να δείχνεις στους γονείς σου ευσέβεια, να τους ξεπληρώσεις ή να εκπληρώσεις οποιαδήποτε ευθύνη σου απέναντί τους. Με απλά λόγια, όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες, μπορείς να κάνεις λίγα απ’ αυτά και να εκπληρώσεις κάποιες από τις ευθύνες σου· όταν, όμως, δεν το επιτρέπουν, δεν είναι ανάγκη να επιμένεις. Δεν είναι δα και τρομερό να μην μπορείς να δείξεις ευσέβεια στους γονείς σου· απλώς πάει λίγο κόντρα στη συνείδησή σου, στην ανθρώπινη ηθική και στις ανθρώπινες αντιλήψεις. Τουλάχιστον, όμως, δεν πάει κόντρα στην αλήθεια, και δεν πρόκειται να σε καταδικάσει ο Θεός γι’ αυτό. Όταν καταλάβεις την αλήθεια, τότε αυτό δεν θα δημιουργεί καμία μομφή στη συνείδησή σου. Δεν νιώθετε την καρδιά σας σταθερή τώρα που έχετε καταλάβει αυτήν την πτυχή της αλήθειας; (Ναι.) Κάποιοι λένε το εξής: “Μπορεί να μη με καταδικάσει ο Θεός, αλλά ακόμα δεν μπορώ να το ξεπεράσω στη συνείδησή μου και κλονίζομαι”. Αν σου συμβαίνει αυτό, τότε έχεις πολύ μικρό ανάστημα και δεν έχεις καταλάβει ούτε έχεις διακρίνει την ουσία του ζητήματος αυτού. Δεν καταλαβαίνεις τη μοίρα του ανθρώπου και την κυριαρχία του Θεού ούτε είσαι διατεθειμένος να αποδεχτείς την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις Του. Η ανθρώπινη βούληση και τα συναισθήματά σου σε καθοδηγούν διαρκώς και σε εξουσιάζουν· έχουν γίνει η ζωή σου. Αν διαλέξεις την ανθρώπινη βούληση και τα δικά σου συναισθήματα, τότε δεν έχεις διαλέξει την αλήθεια, δεν την κάνεις πράξη ούτε υποτάσσεσαι σ’ αυτήν. Αν διαλέξεις την ανθρώπινη βούληση και τα συναισθήματά σου, τότε προδίδεις την αλήθεια. Παρόλο που είναι σαφές πως οι συνθήκες και το περιβάλλον σου δεν σου επιτρέπουν να δείξεις ευσέβεια απέναντι στους γονείς σου, σκέφτεσαι όλη την ώρα: “Έχω χρέος απέναντι στους γονείς μου. Δεν τους έχω δείξει την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί. Έχουν τόσα χρόνια να με δουν. Τζάμπα με μεγάλωσαν”. Κατά βάθος, δεν μπορείς να τα ξεχάσεις αυτά ποτέ. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν αποδέχεσαι την αλήθεια. Από την άποψη του δόγματος, αναγνωρίζεις ότι τα λόγια του Θεού είναι ορθά, αλλά δεν τα αποδέχεσαι ως αλήθεια ούτε βασίζεις τις πράξεις σου σ’ αυτά. Οπότε, δεν επιδιώκεις την αλήθεια στο πώς συμπεριφέρεσαι στους γονείς σου. Αυτό συμβαίνει επειδή, στο συγκεκριμένο ζήτημα, δεν ασκείσαι με βάση την αλήθεια, δεν ασκείσαι σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, αλλά ικανοποιείς απλώς τις συναισθηματικές σου ανάγκες και τη συνείδησή σου, και θέλεις να δείξεις ευσέβεια προς τους γονείς σου και να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν. Ο Θεός δεν θα σε καταδικάσει για την επιλογή αυτήν. Είναι δική σου επιλογή, αλλά στο τέλος, εκείνος που θα χάσει, ιδιαίτερα όσον αφορά το ζήτημα της ζωής, είσαι εσύ» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, τα είδα όλα πιο ξεκάθαρα. Είδα ότι οι γονείς μου με είχαν μεγαλώσει έτσι χάρη στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού. Η μητέρα μου ήταν τόσο καλή γιατί είχε τη χάρη του Θεού. Όταν εισήλθα στην πίστη, η μητέρα μου με στήριξε πολύ κι έτσι μπόρεσα να κάνω το καθήκον μου ήρεμη. Μπορεί εξωτερικά αυτό να έμοιαζε με καλοσύνη από πλευράς της μαμάς μου, αλλά στην πραγματικότητα, ο Θεός γνώριζε το ανάστημά μου και έκανε διευθετήσεις σύμφωνα με τις ανάγκες μου. Ήταν καθήκον και ευθύνη της μητέρας μου να με στηρίξει στην πίστη μου. Ο Θεός λέει ότι δεν χρωστάμε στους γονείς μας και ότι το να τους σεβόμαστε είναι ευθύνη και υποχρέωση, κι όχι η αποστολή μας. Όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες, μπορούμε να τους φροντίζουμε και να τους σεβόμαστε, αλλά δεν χρειάζεται να ντρεπόμαστε όταν δεν μπορούμε, αφού έχουμε πολλά πράγματα να κάνουμε στη ζωή μας. Έχουμε καθήκοντα που πρέπει να κάνουμε ως δημιουργημένα όντα και δεν γίνεται να ζούμε μόνο για να δείχνουμε ευσέβεια προς τους γονείς μας. Υπάρχουν, επίσης, πολλοί άπιστοι που περνούν πολύ χρόνο μακριά από τους γονείς τους, λόγω της καριέρας και της οικογένειάς τους και δεν μπορούν να φροντίσουν τους γονείς τους. Ο κόσμος, όμως, δείχνει κατανόηση, δεν τους καταδικάζει ούτε τους περιγελά. Εγώ είχα κολλήσει στο να δείξω πόσο τους ευγνωμονώ, στενοχωριόμουν κι ένιωθα ενοχές που δεν μπορούσα να τους φροντίσω και δεν ήθελα καν να φύγω από το σπίτι για να κάνω το καθήκον μου. Τα συναισθήματά μου ήταν πάρα πολύ έντονα! Εκείνον τον καιρό το ευαγγέλιο διαδιδόταν πολύ γρήγορα και ως επικεφαλής εκκλησίας όφειλα να σκέφτομαι πρώτα την πρόθεση του Θεού. Έπρεπε να οδηγήσω τους αδελφούς και τις αδελφές μου να δώσουν μαρτυρία στο ευαγγέλιο του Θεού τις έσχατες ημέρες, ώστε να ακούσουν κι άλλοι τη φωνή του Θεού και να λάβουν τη σωτηρία Του τις έσχατες ημέρες. Αυτό ήταν το καθήκον και η ευθύνη μου. Αντ’ αυτού, εγώ πίστευα ότι το πιο σημαντικό πράγμα ήταν να φροντίσω και να τιμήσω τους γονείς μου. Ήμουν χρόνια πιστή και έτρωγα και έπινα πολλά από τα λόγια του Θεού, μα μόλις ήρθα αντιμέτωπη με μια πραγματική κατάσταση, δεν μπορούσα ούτε να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού, ούτε να εκπληρώσω το καθήκον μου, ούτε να χειριστώ την κατάσταση μέσα από τις αλήθεια-αρχές. Είχα προδώσει την αλήθεια και δεν την είχα αποδεχτεί! Συνειδητοποίησα ότι αν συνέχιζα να ζω με αυτές τις παραδοσιακές σκέψεις και απόψεις, δεν μετανοούσα απέναντι Θεό και δεν εκπλήρωνα το καθήκον μου, στο τέλος θα αποκαλυπτόμουν και θα αποκλειόμουν. Προσευχήθηκα στον Θεό μέσα από την καρδιά μου: «Θεέ μου! Η ασθένεια της μητέρας μου έχει αποκαλύψει απόλυτα τις δύσπιστες απόψεις μου. Βλέπω ότι το ανάστημά μου είναι μικρό και ότι δεν κατέχω την αλήθεια-πραγματικότητα. Καταλαβαίνω τώρα ότι δεν είναι η αποστολή μου να είμαι ευσεβής προς τους γονείς μου. Η εκπλήρωση του καθήκοντός μου ως δημιουργημένο ον είναι η αληθινή μου αποστολή και ευθύνη. Θέλω να απαρνηθώ τις παράλογες απόψεις μου και να αφήσω την ασθένεια της μαμάς μου στα χέρια Σου. Ό,τι κι αν συμβεί, εγώ θα κάνω το καθήκον μου και δεν θα γίνω περίγελος του Σατανά». Μετά την προσευχή, ηρέμησα κι ήμουν έτοιμη να στηριχτώ στον Θεό και να εκπληρώσω το καθήκον που μου δόθηκε.
Μετά από λίγο, συμβουλεύτηκα έναν Κινέζο γιατρό για τη μητέρα μου και του ζήτησα να την αναλάβει. Ο γιατρός είπε: «Ο καρκίνος έχει ήδη κάνει μετάσταση σε όλο της το σώμα και δεν μπορεί να θεραπευτεί. Μπορώ μόνο να της συνταγογραφήσω βότανα για μισό μήνα και να δούμε πώς θα πάει». Μόλις μου είπε τη διάγνωσή του, η καρδιά μου πάγωσε. Σκέφτηκα πως όταν πήγα σπίτι κι είδα τη μητέρα μου να βήχει, δεν την πήγα στο νοσοκομείο, απλώς της πήρα μερικά κινεζικά βότανα κι αυτό ήταν όλο. Αν την είχα πάει στο νοσοκομείο κι είχε κάνει τη θεραπεία νωρίτερα, δεν θα είχαν εξελιχθεί αλλιώς τα πράγματα; Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο πιο στενοχωρημένη και ένοχη ένιωθα, και βυθίστηκα στην απόγνωση. Προσευχήθηκα, λοιπόν, στον Θεό και Του ζήτησα να με βγάλει από αυτήν την κατάσταση. Αργότερα, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού: «Και τι συμβαίνει όταν αντιμετωπίζουν τόσο σημαντικά ζητήματα οι γονείς σου; Το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι αυτά τα ζητήματα τα έχει ενορχηστρώσει στη ζωή τους ο Θεός. Τα έχει ενορχηστρώσει το χέρι του Θεού. Μην επικεντρώνεσαι σε αντικειμενικούς λόγους και αιτίες. Ήταν δεδομένο ότι οι γονείς σου θα αντιμετώπιζαν αυτό το ζήτημα όταν έφταναν σ’ αυτήν την ηλικία, ήταν αναμενόμενο να πληγούν από αυτήν την ασθένεια. Αν ήσουν εσύ εκεί, δεν θα το πάθαιναν; Αν δεν ήταν γραφτό από τον Θεό να αρρωστήσουν, τότε δεν θα είχαν πάθει τίποτα, ακόμη και αν δεν ήσουν κοντά τους. Αν ήταν γραφτό να πάθουν στη ζωή τους αυτήν τη μεγάλη συμφορά, τότε τι θα πετύχαινες αν ήσουν στο πλευρό τους; Δεν θα μπορούσαν ούτως ή άλλως να το αποφύγουν, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Σκέψου εκείνους που δεν πιστεύουν στο Θεό. Δεν είναι όλοι μαζί με τις οικογένειές τους κάθε χρόνο; Όταν τύχει σ’ εκείνους τους γονείς κάποια μεγάλη συμφορά, είναι μαζί τους και τα παιδιά τους και οι συγγενείς τους, έτσι δεν είναι; Όταν αρρωστήσουν αυτοί οι γονείς ή όταν χειροτερέψουν οι αρρώστιες τους, φταίει το γεγονός ότι τους εγκατέλειψαν τα παιδιά τους; Όχι, δεν φταίει αυτό, είναι γραφτό τους να συμβεί. Απλώς εσύ, ως παιδί τους, λόγω του δεσμού αίματος που έχεις με τους γονείς σου, θα στενοχωρηθείς όταν μάθεις ότι αρρώστησαν, ενώ οι άλλοι δεν θα αισθανθούν τίποτα. Είναι πολύ φυσιολογικό αυτό. Όμως, όταν οι γονείς σου αντιμετωπίζουν μια τέτοια μεγάλη συμφορά δεν πρέπει να αναλύσεις και να ερευνήσεις το ζήτημα ή να σκεφτείς πώς να απαλλαγείς από αυτό ή να το επιλύσεις. Οι γονείς σου είναι ενήλικες· τους έχουν συμβεί τέτοια πράγματα στην κοινωνία ουκ ολίγες φορές. Αν ο Θεός οργανώσει ένα περιβάλλον για να τους απαλλάξει από το ζήτημα, τότε αυτό, αργά ή γρήγορα, θα εξαλειφθεί πλήρως. Αν το ζήτημα είναι γι’ αυτούς εμπόδιο ζωής, και πρέπει να βιώσουν αυτήν την εμπειρία, τότε είναι στο χέρι του Θεού για πόσο διάστημα πρέπει να τη βιώσουν. Πρέπει να τη βιώσουν και δεν γίνεται να την αποφύγουν. Αν θέλεις να λύσεις μόνος σου αυτό το ζήτημα, να το αναλύσεις και να ερευνήσεις την πηγή, τις αιτίες και τις συνέπειές του, τότε είσαι ανόητος. Δεν υπάρχει λόγος, είναι περιττό να σκέφτεσαι κάτι τέτοιο. Δεν πρέπει να ενεργείς έτσι, να το αναλύεις, να το ερευνάς και να έρχεσαι σε επαφή με τους συμμαθητές σου και τους φίλους σου για να σε βοηθήσουν, να έρχεσαι σε επαφή με το νοσοκομείο για λογαριασμό των γονιών σου, ώστε να βρεις τους καλύτερους γιατρούς και το καλύτερο κρεβάτι στο νοσοκομείο· δεν είναι ανάγκη να σπας το κεφάλι σου με όλα αυτά. Αν όντως σου περισσεύει ενέργεια, τότε κάνε σωστά το καθήκον που οφείλεις να εκτελέσεις τώρα. Οι γονείς σου έχουν τη δική τους μοίρα. Κανείς δεν μπορεί να γλυτώσει από την ώρα του θανάτου του. Οι γονείς σου δεν είναι κύριοι της μοίρας σου, και αντίστοιχα, ούτε εσύ είσαι κύριος της μοίρας των γονιών σου. Αν κάτι είναι γραφτό τους να γίνει, εσύ τι μπορείς να κάνεις; Αν ανησυχείς και ψάχνεις να βρεις λύσεις, τι θα πετύχεις; Τίποτα δεν μπορείς να πετύχεις· το αποτέλεσμα εξαρτάται από τις προθέσεις του Θεού. Αν Εκείνος θέλει να τους πάρει και να σου επιτρέψει να εκτελέσεις το καθήκον σου ανενόχλητος, τότε μπορείς εσύ να το εμποδίσεις; Μπορείς να συζητήσεις με τον Θεό τους όρους; Τι πρέπει να κάνεις εκείνη τη στιγμή; Να σπας το κεφάλι σου για να βρεις λύσεις, να το ερευνάς, να το αναλύεις, να επιρρίπτεις τις ευθύνες στον εαυτό σου και να ντρέπεσαι να αντικρίσεις τους γονείς σου; Αυτά πρέπει να σκέφτεται και να κάνει ένας άνθρωπος; Όλα αυτά εκδηλώνουν ότι δεν υποτάσσεσαι στον Θεό και στην αλήθεια· είναι εκδηλώσεις παράλογες, ασύνετες και επαναστατικές απέναντι στον Θεό. Δεν πρέπει να έχουν αυτές τις εκδηλώσεις οι άνθρωποι. Το καταλαβαίνεις; (Ναι.)» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Μέσα από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι ο Θεός υπαγορεύει και ενορχηστρώνει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι και πόσο υποφέρουν σύμφωνα με τις ανάγκες και το ανάστημά τους. Το πότε αντιμετωπίζουμε κάποιες καταστάσεις και για πόσο πρέπει να τις υπομείνουμε το αποφασίζει και το διευθετεί ο Θεός. Οι άνθρωποι δεν αποφασίζουν τίποτα απ’ όλα αυτά, ούτε και πρέπει να αναλύονται αυτά τα πράγματα από την οπτική των ανθρώπων. Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να αποδέχονται τα πράγματα από τον Θεό και να υποτάσσονται στις διευθετήσεις και τις ενορχηστρώσεις Του. Όπως και με την ασθένεια της μητέρας μου: Επιφανειακά, μπορεί να φαινόταν ότι η κατάστασή της χειροτέρεψε επειδή δεν πήγε νωρίς στο νοσοκομείο, αλλά στην πραγματικότητα αυτή ήταν απλώς η μοίρα της. Η ζωή κι ο θάνατος των ανθρώπων είναι στα χέρια του Θεού. Αν δεν το επιτρέψει ο Θεός, ούτε οι μεγάλες καταστροφές δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους. Για παράδειγμα, ο πατέρας μου είχε ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα και όλοι οι άλλοι επιβάτες τραυματίστηκαν βαριά. Εκείνος, όμως, γλίτωσε με ελαφρά τραύματα και ανάρρωσε γρήγορα. Στη ζωή μας, εκτελούμε τις αποστολές μας. Όταν κάποιος ολοκληρώνει την αποστολή που έχει στη ζωή, φεύγει από αυτόν τον κόσμο σύμφωνα με τα σχέδια του Θεού. Όποιος δεν έχει ολοκληρώσει την αποστολή του, όσες δυσκολίες κι αν συναντήσει, θα τις ξεπεράσει με ασφάλεια. Η ασθένεια της μητέρας μου ήταν σε αρκετά προχωρημένο στάδιο και ο γιατρός είπε ότι δεν θα ανάρρωνε, αλλά το πόσο θα ζούσε δεν θα το καθόριζε κάποιος άνθρωπος. Θα το αποφάσιζε και θα το διευθετούσε ο Θεός. Ο λόγος που ήμουν τόσο δυστυχισμένη ήταν επειδή είχα υπερβολικές επιθυμίες και απαιτήσεις από τον Θεό και ήθελα να αναρρώσει η μητέρα μου. Όταν δεν έγινε αυτό που ήθελα, έγινα αρνητική και δυστυχισμένη. Γι’ αυτό έφταιγε το ότι δεν γνώριζα την κυριαρχία του Θεού και δεν μπορούσα να υποταχτώ σ’ Αυτόν. Αφού κατανόησα την πρόθεση του Θεού, προσευχήθηκα σ’ Αυτόν: «Θεέ μου! Δεν θ’ αποφασίσω εγώ πώς θα πάει η υγεία της μητέρας μου ούτε και πόσο θα ζήσει. Πρέπει να βάλω στην άκρη τις απαιτήσεις μου, είμαι πρόθυμη να υποταχθώ πάση θυσία». Μετά την προσευχή, ησύχασα και ηρέμησα. Διάβασα μετά αυτό το χωρίο από τα λόγια του Κυρίου Ιησού: «Εάν τις έρχηται προς εμέ και δεν μισή τον πατέρα αυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ζωήν, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου» (Κατά Λουκάν 14:26). Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Αν αγαπάς τους γονείς σου περισσότερο απ’ όσο αγαπάς τον Θεό, τότε δεν είσαι άξιος να Τον ακολουθήσεις και δεν ανήκεις στους ακόλουθούς Του. Σ’ αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν είσαι νικητής και ότι ο Θεός δεν σε θέλει» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Ο Θεός είπε ότι όσοι αγαπούν τους γονείς τους περισσότερο από Αυτόν δεν είναι κατάλληλοι για να Τον ακολουθήσουν. Έπρεπε να σταματήσω να ζω με αυτές τις παράλογες απόψεις που μου είχε ενσταλάξει ο Σατανάς. Έπρεπε να αρχίσω να ζω διαφορετικά. Να βλέπω τους ανθρώπους και τα πράγματα, να συμπεριφέρομαι και να ενεργώ σύμφωνα με τα λόγια του Θεού και τις αλήθεια-αρχές. Άρχισα σταδιακά να αφοσιώνομαι στο καθήκον μου. Κάποιες φορές ανησυχώ ακόμα για τη μητέρα μου, μα μετά σκέφτομαι ότι στη ζωή της, οι καταστάσεις που αντιμετωπίζει και τα βάσανα που περνάει είναι όλα προκαθορισμένα και ενορχηστρωμένα από τον Θεό. Ο Θεός θ’ αποφασίσει πόσο θα ζήσει η μητέρα μου και πώς θα πεθάνει. Δεν είναι δική μου απόφαση. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, ένιωσα πιο ήρεμη. Πρόσφατα, έμαθα ότι η κατάσταση της μητέρα μου είναι σταθερή κι ότι αυτή η ασθένεια της πρόσφερε μερικά διδάγματα. Όταν άκουσα αυτά τα νέα, συγκινήθηκα βαθιά κι ένιωσα ντροπή για την έλλειψη πίστης μου στον Θεό. Πρόσφατα αιτήθηκα να αναλάβω καθήκοντα μακριά από το σπίτι μου.
Μέσα από αυτήν την εμπειρία, κατανόησα τις μοιραίες αδυναμίες μου και διέκρινα τις παράλογες απόψεις που είχα. Δεν θα ζω πια με βάση αυτές τις απόψεις και θα αντιμετωπίσω σωστά τη σχέση με τους γονείς μου. Όλα αυτά οφείλονται στην καθοδήγηση του Θεού.