Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Β΄

Η δίκαιη διάθεση του Θεού

Τώρα που ακούσατε την προηγούμενη συναναστροφή σχετικά με την εξουσία του Θεού, είμαι βέβαιος ότι έχετε εξοπλιστεί με πολλές λέξεις πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Το πόσα μπορείτε να αποδεχτείτε, να αντιληφθείτε και να κατανοήσετε, εξαρτάται από την προσπάθεια που καταβάλλετε. Ελπίζω ειλικρινά ότι μπορείτε να προσεγγίσετε αυτό το ζήτημα με σοβαρότητα· σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να το αντιμετωπίσετε επιπόλαια! Τώρα, η γνώση της εξουσίας του Θεού είναι ίση με τη γνώση της ολότητας του Θεού; Μπορούμε να πούμε ότι η γνώση της εξουσίας του Θεού είναι η αρχή της γνώσης του ίδιου του Θεού, του μοναδικού και θα μπορούσαμε επίσης να πούμε ότι η γνώση της εξουσίας του Θεού σημαίνει ότι έχουμε ήδη εισέλθει στην πύλη για τη γνώση της ουσίας του ίδιου του Θεού, του μοναδικού. Η κατανόηση αυτή αποτελεί ένα μέρος της γνώσης του Θεού. Ποιο είναι το άλλο μέρος, λοιπόν; Αυτό είναι το θέμα που θα ήθελα να συναναστραφώ σήμερα —η δίκαιη διάθεση του Θεού.

Έχω επιλέξει δύο αποσπάσματα από τη Βίβλο, βάσει των οποίων θα συναναστραφώ στο σημερινό θέμα: Το πρώτο αφορά στην καταστροφή των Σοδόμων από τον Θεό, που βρίσκεται στη Γένεση 19:1-11 και τη Γένεση 19:24-25· το δεύτερο αφορά στην απελευθέρωση της Νινευή από τον Θεό, η οποία βρίσκεται στον Ιωνά 1:1-2, επιπροσθέτως στο τρίτο και το τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου του Ιωνά. Υποψιάζομαι ότι όλοι περιμένετε να ακούσετε τι έχω να πω σχετικά με τις δύο αυτές ενότητες. Φυσικά, αυτό που λέω δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεδίο της γνώσης του ίδιου του Θεού και της ουσίας Του, ποιο, όμως, θα είναι το επίκεντρο της σημερινής συναναστροφής; Μήπως κάποιος από εσάς γνωρίζει; Ποια σημεία της συναναστροφής Μου για την εξουσία του Θεού τράβηξαν την προσοχή σας; Γιατί είπα ότι μόνο Αυτός που κατέχει τέτοια εξουσία και δύναμη είναι ο ίδιος ο Θεός; Τι επιθυμούσα να διευκρινίσω λέγοντάς το; Τι επιθυμούσα να μάθετε από αυτό; Είναι η εξουσία και η δύναμη του Θεού μία πτυχή τού πώς εκφράζεται η ουσία Του; Μήπως αποτελούν μέρος της ουσίας Του, ένα μέρος που αποδεικνύει την ταυτότητα και τη θέση Του; Κρίνοντας από αυτές τις ερωτήσεις, μπορείτε να πείτε τι πρόκειται να πω; Τι είναι αυτό που θέλω να κατανοήσετε; Σκεφτείτε το προσεκτικά.

Εξαιτίας της πεισματικής εναντίωσής του στον Θεό, ο άνθρωπος καταστρέφεται από την οργή του Θεού

Πρώτα, ας δούμε μερικά εδάφια από τις Γραφές, που περιγράφουν την καταστροφή των Σοδόμων από τον Θεό.

Γέν. 19:1-11  Ήλθον δε οι δύο άγγελοι εις τα Σόδομα το εσπέρας· και εκάθητο ο Λωτ παρά την πύλην των Σοδόμων· ιδών δε ο Λωτ, εσηκώθη εις συνάντησιν αυτών και προσεκύνησεν επί πρόσωπον έως εδάφους· και είπεν, Ιδού, κύριοί μου, εκκλίνατε, παρακαλώ, προς την οικίαν του δούλου σας, και διανυκτερεύσατε και πλύνατε τους πόδας σας· και σηκωθέντες πρωΐ, θέλετε υπάγει εις την οδόν σας· οι δε είπον, Ουχί, αλλ’ εν τη πλατεία θέλομεν διανυκτερεύσει. Αφού δε εβίασεν αυτούς πολύ, εξέκλιναν προς αυτόν και εισήλθον εις την οικίαν αυτού· και έκαμεν εις αυτούς συμπόσιον, και έψησεν άζυμα και έφαγον. Πριν δε κοιμηθώσιν, οι άνδρες της πόλεως, οι άνδρες των Σοδόμων, περιεκύκλωσαν την οικίαν, νέοι και γέροντες, άπας ο λαός ομού πανταχόθεν· και έκραζον προς τον Λωτ και έλεγον προς αυτόν, Που είναι οι άνδρες οι εισελθόντες προς σε την νύκτα; έκβαλε αυτούς προς ημάς, διά να γνωρίσωμεν αυτούς. Εξήλθε δε ο Λωτ προς αυτούς εις το πρόθυρον, και έκλεισε την θύραν οπίσω αυτού, και είπε, Μη, αδελφοί μου, μη πράξητε τοιούτον κακόν· ιδού, έχω δύο θυγατέρας αίτινες δεν εγνώρισαν άνδρα· να σας φέρω λοιπόν αυτάς έξω· και κάμετε εις αυτάς, όπως φανή εις εσάς αρεστόν· μόνον εις τους άνδρας τούτους μη πράξητε μηδέν, επειδή διά τούτο εισήλθον υπό την σκιάν της στέγης μου. Οι δε είπον, Φύγε απ’ εκεί. Και είπον, ούτος ήλθε διά να παροικήση· θέλει να γείνη και κριτής; τώρα θέλομεν καποποιήσει σε μάλλον παρά εκείνους. Και εβίαζον τον άνθρωπον τον Λωτ καθ’ υπερβολήν, και επλησίασαν διά να συντρίψωσι την θύραν· Εκτείναντες δε οι άνδρες τας χείρας αυτών έσυραν τον Λωτ προς εαυτούς εις την οικίαν, και έκλεισαν την θύραν· τους δε ανθρώπους, τους όντας εις την θύραν της οικίας, εκτύπησαν με αορασίαν από μικρού έως μεγάλου, ώστε απέκαμον ζητούντες την θύραν.

Γέν. 19:24-25  Και έβρεξεν ο Ιεχωβά επί τα Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Ιεχωβά εκ του ουρανού· και κατέστρεψε τας πόλεις ταύτας, και πάντα τα περίχωρα και πάντας τους κατοίκους των πόλεων και τα φυτά της γης.

Από τα χωρία αυτά, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε ότι η κακία και η διαφθορά των Σοδόμων είχαν ήδη φθάσει σε έναν απεχθή βαθμό και για τον άνθρωπο και για τον Θεό, και ότι, επομένως, στα μάτια του Θεού η πόλη άξιζε να καταστραφεί. Αλλά τι συνέβη μέσα στην πόλη προτού αυτή καταστραφεί; Ποια έμπνευση μπορούν να αντλήσουν οι άνθρωποι από τα γεγονότα εκείνα; Τι δείχνει στους ανθρώπους για τη διάθεση του Θεού η στάση Του απέναντι σε αυτά τα γεγονότα; Προκειμένου να κατανοήσουμε ολόκληρη την ιστορία, ας διαβάσουμε προσεκτικά αυτά που καταγράφηκαν στις Γραφές…

Η διαφθορά των Σοδόμων: εξοργιστική για τον άνθρωπο, εξαγριωτική για τον Θεό

Τη νύχτα εκείνη, ο Λωτ δέχτηκε την επίσκεψη δύο αγγελιαφόρων του Θεού, και ετοίμασε μια γιορτή προς τιμήν τους. Μετά το φαγητό, προτού πέσουν να κοιμηθούν, άνθρωποι από όλη την πόλη περικύκλωσαν την κατοικία του Λωτ και άρχισαν να του φωνάζουν. Οι Γραφές τούς καταγράφουν να λένε: «Που είναι οι άνδρες οι εισελθόντες προς σε την νύκτα; έκβαλε αυτούς προς ημάς, διά να γνωρίσωμεν αυτούς». Ποιος είπε αυτά τα λόγια; Σε ποιον απευθύνονταν; Αυτά ήταν τα λόγια του λαού των Σοδόμων, που τα φώναζαν έξω από την κατοικία του Λωτ και απευθύνονταν στον ίδιο. Τι αισθάνεσαι, ακούγοντας αυτά τα λόγια; Νοιώθεις έξαλλος; Μήπως σε αρρωσταίνουν; Μήπως βράζεις από οργή; Τα λόγια αυτά δεν «βρομάνε» Σατανά; Μπορείς, μέσα από αυτά, να αισθανθείς τη μοχθηρία και το σκοτάδι σε εκείνην την πόλη; Μπορείς, μέσα από τα λόγια τους, να αισθανθείς τη σκληρότητα και τη βαρβαρότητα της συμπεριφοράς εκείνων των ανθρώπων; Μπορείς να αισθανθείς το βάθος της διαφθοράς τους μέσα από τη συμπεριφορά τους; Μέσα από το περιεχόμενο των λόγων τους, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε ότι η κακή φύση και η κτηνώδης διάθεσή τους είχαν φτάσει σε ένα επίπεδο, πέρα από τον ίδιον τους τον έλεγχο. Εκτός από τον Λωτ, ακόμα και ο τελευταίος άνθρωπος στην πόλη αυτή δεν ήταν διαφορετικός από τον Σατανά· η θέα και μόνο ενός άλλου προσώπου ωθούσε αυτούς τους ανθρώπους να θέλουν να τον βλάψουν και να τον καταβροχθίσουν… Τα στοιχεία αυτά δεν δίνουν μόνο μια αίσθηση της φρικιαστικής και τρομακτικής φύσης της πόλης, καθώς και την αύρα του θανάτου γύρω από αυτήν, αλλά δίνουν επίσης μια αίσθηση της κακίας και της αιματηρότητάς της.

Ευρισκόμενος πρόσωπο με πρόσωπο με μια συμμορία απάνθρωπων φονιάδων, ανθρώπων γεμάτων με την άγρια επιθυμία να καταβροχθίσουν ανθρώπινες ψυχές, πώς απάντησε ο Λωτ; Σύμφωνα με τις Γραφές: «Μη, μη πράξητε δή τοιούτον κακόν· ιδού, έχω δύο θυγατέρας αίτινες δεν εγνώρισαν άνδρα· να σας φέρω λοιπόν αυτάς έξω· και κάμετε εις αυτάς, όπως φανή εις εσάς αρεστόν· μόνον εις τους άνδρας τούτους μη πράξητε μηδέν, επειδή διά τούτο εισήλθον υπό την σκιάν της στέγης μου». Αυτό που εννοούσε ο Λωτ με τούτα τα λόγια ήταν το εξής: Ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει τις δύο κόρες του, προκειμένου να προστατεύσει τους αγγελιαφόρους. Με κάθε λογικό υπολογισμό, εκείνοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να συμφωνήσουν με τους όρους του Λωτ, και να αφήσουν τους δύο αγγελιαφόρους ήσυχους· στο κάτω-κάτω, οι αγγελιαφόροι τούς ήταν τελείως άγνωστοι, άνθρωποι που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση μαζί τους και δεν είχαν βλάψει ποτέ τα συμφέροντά τους. Εντούτοις, ωθούμενοι από την κακή φύση τους, δεν άφησαν το ζήτημα εκεί, αλλά, αντιθέτως, ενέτειναν τις προσπάθειές τους. Εδώ, μία άλλη από τις λογομαχίες τους μπορεί αναμφισβήτητα να δώσει μια περαιτέρω εικόνα για την πραγματικά φαύλη φύση αυτών των ανθρώπων, ενώ ταυτόχρονα, μας επιτρέπει, επίσης, να μάθουμε και να κατανοήσουμε τον λόγο για τον οποίο ο Θεός επιθυμούσε να καταστρέψει αυτήν την πόλη.

Τι είπαν, λοιπόν, στη συνέχεια; Όπως αναφέρει η Βίβλος: «Φύγε απ’ εκεί. Και είπον, ούτος ήλθε διά να παροικήση· θέλει να γείνη και κριτής; τώρα θέλομεν καποποιήσει σε μάλλον παρά εκείνους. Και εβίαζον τον άνθρωπον τον Λωτ καθ’ υπερβολήν, και επλησίασαν διά να συντρίψωσι την θύραν». Γιατί ήθελαν να σπάσουν την πόρτα του Λωτ; Ο λόγος είναι ότι ανυπομονούσαν να κάνουν κακό στους δύο εκείνους αγγελιαφόρους. Τι έφεραν οι αγγελιαφόροι αυτοί στα Σόδομα; Είχαν έρθει με σκοπό να σώσουν τον Λωτ και την οικογένειά του, όμως οι άνθρωποι της πόλης πίστεψαν λανθασμένα ότι είχαν έρθει για να αναλάβουν επίσημες θέσεις. Χωρίς να ρωτήσουν τον σκοπό των αγγελιαφόρων, οι κάτοικοι βάσισαν την επιθυμία τους να βλάψουν με κτηνώδη τρόπο τους δύο αυτούς αγγελιοφόρους σε απλές εικασίες· ήθελαν να βλάψουν δύο ανθρώπους, που δεν είχαν καμία απολύτως σχέση μαζί τους. Είναι ξεκάθαρο ότι οι άνθρωποι της πόλης αυτής είχαν χάσει εντελώς την ανθρώπινη φύση και τη λογική τους. Ο βαθμός της παραφροσύνης και της αγριότητάς τους δεν διέφερε από τη φαύλη φύση του Σατανά, με την οποία βλάπτει και καταβροχθίζει τους ανθρώπους.

Όταν απαίτησαν ο Λωτ να τους δώσει αυτούς τους ανθρώπους, τι έκανε εκείνος; Από το κείμενο, γνωρίζουμε ότι ο Λωτ δεν τους παρέδωσε. Μήπως ο Λωτ γνώριζε τους δύο αγγελιαφόρους του Θεού; Φυσικά και όχι! Γιατί, όμως, ήταν ικανός να σώσει τους δύο αυτούς ανθρώπους; Μήπως γνώριζε τι είχαν έρθει να κάνουν; Αν και αγνοούσε τον λόγο του ερχομού τους, γνώριζε ότι ήταν υπηρέτες του Θεού, και έτσι τους δέχτηκε σπίτι του. Το ότι μπορούσε να αποκαλεί «κυρίους» τους δύο υπηρέτες του Θεού, δείχνει ότι ο Λωτ ήταν τακτικός οπαδός του Θεού, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ανθρώπους στα Σόδομα. Επομένως, όταν οι αγγελιαφόροι του Θεού ήρθαν σε αυτόν, διακινδύνευσε την ίδια του τη ζωή προκειμένου να δεχτεί τους δύο αυτούς υπηρέτες στο σπίτι του· επιπλέον, ως αντάλλαγμα, προσέφερε, επίσης, τις δυο του κόρες προκειμένου να προστατεύσει τους δύο αυτούς υπηρέτες. Αυτή ήταν η δίκαιη πράξη του Λωτ· αποτελούσε, επίσης, απτή έκφραση της φύσης-ουσίας του Λωτ, και ήταν ακόμα ο λόγος για τον οποίο ο Θεός έστειλε τους υπηρέτες Του να σώσουν τον Λωτ. Όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον κίνδυνο, ο Λωτ προστάτεψε τους δύο αυτούς υπηρέτες, χωρίς να λάβει υπόψιν του τίποτα άλλο· επιχείρησε, μάλιστα, να ανταλλάξει τις δύο κόρες του με την ασφάλεια των υπηρετών. Εκτός από τον Λωτ, υπήρχε κάποιος άλλος μέσα στην πόλη που θα έπραττε κάτι τέτοιο; Όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα —όχι! Επομένως, είναι αυτονόητο ότι, πλην του Λωτ, όλοι στα Σόδομα αποτελούσαν στόχο προς καταστροφή, και δικαίως —τους άξιζε.

Τα Σόδομα εκμηδενίζονται εντελώς επειδή ύβρισαν την οργή του Θεού

Όταν οι άνθρωποι των Σοδόμων είδαν τους δύο υπηρέτες, δεν ζήτησαν να μάθουν τον λόγο του ερχομού τους, ούτε ρώτησε κανείς αν είχαν έρθει για να διαδώσουν το θέλημα του Θεού. Αντιθέτως, σχημάτισαν όχλο και, χωρίς να περιμένουν εξηγήσεις, πήγαν να αρπάξουν τους δύο υπηρέτες, σαν να ήταν άγρια σκυλιά ή κακοί λύκοι. Ο Θεός παρακολουθούσε αυτά τα πράγματα καθώς συνέβαιναν; Τι σκεφτόταν μέσα Του ο Θεός για τη συγκεκριμένη ανθρώπινη συμπεριφορά, για αυτό το γεγονός; Ο Θεός αποφάσισε να καταστρέψει αυτήν την πόλη· δεν δίστασε, ούτε περίμενε, ούτε έκανε άλλη υπομονή. Η ημέρα Του είχε έρθει, έτσι ξεκίνησε το έργο που επιθυμούσε να επιτελέσει. Γι’ αυτό, η Γένεση 19:24-25 λέει: «Και έβρεξεν ο Ιεχωβά επί τα Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Ιεχωβά εκ του ουρανού· και κατέστρεψε τας πόλεις ταύτας, και πάντα τα περίχωρα και πάντας τους κατοίκους των πόλεων και τα φυτά της γης». Οι δύο αυτοί στίχοι λένε τη μέθοδο με την οποία ο Θεός κατέστρεψε την πόλη, καθώς επίσης και τα πράγματα που κατέστρεψε ο Θεός. Πρώτα, η Αγία Γραφή εξιστορεί ότι ο Θεός έκαψε την πόλη με φωτιά, και ότι η έκταση αυτής της φωτιάς ήταν αρκετή ώστε να καταστρέψει όλους τους ανθρώπους και όλα όσα μεγάλωναν στο έδαφος. Δηλαδή, η φωτιά που έπεσε από τον ουρανό δεν κατέστρεψε μόνο την πόλη, κατέστρεψε και όλους τους ανθρώπους και τα έμβια όντα μέσα σε αυτήν, έως ότου δεν απέμενε κανένα ίχνος. Μετά την καταστροφή της πόλης, η γη απέμεινε γυμνή από έμβια όντα. Δεν υπήρχε πλέον ζωή, ούτε και καθόλου σημάδια ζωής. Η πόλη είχε γίνει έρημος, ένα άδειο μέρος γεμάτο νεκρική σιγή. Δεν θα υπήρχαν πλέον μοχθηρές πράξεις εναντίον του Θεού στον τόπο εκείνον, ούτε σφαγή ή αίμα χυμένο.

Γιατί θέλησε ο Θεός να κάψει τελείως αυτήν την πόλη; Τι μπορείτε να κατανοήσετε εδώ; Άντεχε πραγματικά ο Θεός να παρακολουθεί την ανθρωπότητα και τη φύση, τις ίδιες Του τις δημιουργίες, να καταστρέφονται έτσι; Εάν μπορείς να διακρίνεις τον θυμό του Ιεχωβά Θεού από την πυρκαγιά που εξαπολύθηκε από τον ουρανό, τότε δεν είναι δύσκολο και να αντιληφθείς πόσο μεγάλη ήταν η οργή Του κρίνοντας από τους στόχους της καταστροφής Του και από τον βαθμό εκμηδένισης της πόλης. Όταν ο Θεός περιφρονεί μια πόλη, θα αποδώσει την τιμωρία Του επάνω σε αυτήν. Όταν μια πόλη προκαλεί αηδία στον Θεό, Εκείνος στέλνει επανειλημμένες προειδοποιήσεις για να ενημερώσει τους ανθρώπους για τον θυμό Του. Ωστόσο, όταν ο Θεός αποφασίζει να θέσει τέλος και να καταστρέψει μια πόλη —δηλαδή, όταν η οργή και η μεγαλοπρέπειά Του έχουν υποστεί ύβρι— δεν στέλνει περαιτέρω τιμωρίες ή προειδοποιήσεις. Αντίθετα, την καταστρέφει άμεσα. Την αφανίζει. Τούτη είναι η δίκαιη διάθεση του Θεού.

Μετά την επανειλημμένη εχθρότητα και αντίσταση των Σοδόμων προς Εκείνον, ο Θεός τα ισοπεδώνει

Τώρα που έχουμε μια γενική κατανόηση της δίκαιης διάθεσης του Θεού, μπορούμε να στρέψουμε την προσοχή μας στην πόλη των Σοδόμων —μέρος το οποίο ο Θεός θεωρούσε αμαρτωλό. Κατανοώντας την ουσία της πόλης αυτής, μπορούμε πλέον να καταλάβουμε γιατί ο Θεός επιθυμούσε να την καταστρέψει και γιατί την κατέστρεψε τόσο ολοκληρωτικά. Μέσα από αυτό, μπορούμε να γνωρίσουμε τη δίκαιη διάθεση του Θεού.

Από ανθρώπινη άποψη, τα Σόδομα ήταν μια πόλη που μπορούσε να ικανοποιήσει πλήρως την επιθυμία του ανθρώπου και τη μοχθηρία του. Θελκτική και μαγευτική, με μουσική και χορό τη μια νύχτα μετά την άλλη, η ευημερία της οδήγησε τους ανθρώπους στην εμμονή και την τρέλα. Η μοχθηρία της διέβρωσε τις καρδιές των ανθρώπων και τους προσέλκυσε στην ανηθικότητα. Ήταν μια πόλη, όπου τα ακάθαρτα και τα κακά πνεύματα δρούσαν ξέφρενα· ξεχείλιζε από αμαρτία και φόνο και ο αέρας ήταν γεμάτος από μια αιματηρή, σάπια δυσωδία. Ήταν μια πόλη που πάγωνε το αίμα των ανθρώπων, μια πόλη από την οποία θα αποχωρούσαμε γεμάτοι φρίκη. Κανείς στην πόλη αυτή —ούτε άντρας ούτε γυναίκα, ούτε νέος ούτε γέρος— δεν αναζητούσε τον αληθινό δρόμο· κανείς δεν λαχταρούσε το φως ούτε επιθυμούσε να απομακρυνθεί από την αμαρτία. Ζούσαν υπό τον έλεγχο του Σατανά, υπό τη διαφθορά και τον δόλο του Σατανά. Είχαν χάσει την ανθρώπινη φύση τους· είχαν χάσει τα λογικά τους και είχαν χάσει τον πρωταρχικό στόχο της ύπαρξης του ανθρώπου. Διέπραξαν αναρίθμητες μοχθηρές πράξεις αντίστασης κατά του Θεού· αρνήθηκαν την καθοδήγησή Του και εναντιώθηκαν στο θέλημά Του. Οι κακές τους πράξεις ήταν εκείνες που οδήγησαν αυτούς τους ανθρώπους, την πόλη και όλα τα ζωντανά μέσα σε αυτήν, βήμα προς βήμα, στο κατηφορικό μονοπάτι της καταστροφής.

Αν και αυτά τα δύο χωρία δεν καταγράφουν όλες τις λεπτομέρειες που αφορούν την έκταση τους διαφθοράς του λαού των Σοδόμων, αλλά, αντίθετα καταγράφουν τη συμπεριφορά τους προς τους δύο υπηρέτες του Θεού αμέσως μετά την άφιξη των τελευταίων στην πόλη, υπάρχει ένα απλό γεγονός που αποκαλύπτει την έκταση της διαφθοράς, της μοχθηρίας και της αντίστασης στον Θεό του λαού των Σοδόμων. Μέσα από αυτό, εκτίθενται επίσης το αληθινό πρόσωπο και η ουσία του λαού της πόλης. Όχι μόνο οι άνθρωποι αυτοί αρνήθηκαν να αποδεχτούν τις προειδοποιήσεις του Θεού, αλλά ούτε και φοβήθηκαν την τιμωρία Του. Αντιθέτως, χλεύαζαν τον θυμό του Θεού. Του αντιστάθηκαν χωρίς να καταλαβαίνουν. Ό,τι και αν έπραττε ή όπως και αν το έπραττε Εκείνος, η φαύλη φύση τους απλώς εντεινόταν, και εναντιώνονταν επανειλημμένα στον Θεό. Ο λαός των Σοδόμων ήταν εχθρικός προς την ύπαρξη του Θεού, τον ερχομό Του, την τιμωρία Του και, ακόμα περισσότερο, στις προειδοποιήσεις Του. Ήταν εξαιρετικά αλαζονικοί. Καταβρόχθιζαν και έβλαπταν όλους τους ανθρώπους που ήταν δυνατόν να καταβροχθιστούν και να βληθούν, και δεν αντιμετώπισαν διαφορετικά ούτε τους υπηρέτες του Θεού. Σε σχέση με όλες τις αισχρές πράξεις που διέπραξε ο λαός των Σοδόμων, η πρόκληση κακού στους υπηρέτες του Θεού αποτελούσε μόνο την κορυφή του παγόβουνου, και η κακή φύση τους που αποκαλύπτετο έτσι, στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά μια σταγόνα στον ωκεανό. Ως εκ τούτου, ο Θεός επέλεξε να τους καταστρέψει με φωτιά. Ο Θεός δεν χρησιμοποίησε πλημμύρα, ούτε τυφώνα, σεισμό, τσουνάμι ή οποιαδήποτε άλλη μέθοδο για να καταστρέψει την πόλη. Τι δηλώνει η χρήση της φωτιάς από τον Θεό, για να καταστρέψει την πόλη; Σήμαινε την ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης· σήμαινε ότι η πόλη εξαφανίστηκε εξ ολοκλήρου από προσώπου γης και από την ύπαρξη. Εδώ, η λέξη «καταστροφή» δεν αναφέρεται μόνο στην εξαφάνιση της μορφής και της δομής της πόλης ή της εξωτερικής εμφάνισής της· σημαίνει επίσης και ότι οι ψυχές των ανθρώπων μέσα στην πόλη έπαψαν να υπάρχουν, έχοντας εξαλειφθεί απόλυτα. Με απλά λόγια, όλοι οι άνθρωποι, τα γεγονότα και τα πράγματα που σχετίζονταν με την πόλη, καταστράφηκαν. Δεν θα υπήρχε επόμενη ζωή ή μετενσάρκωση για τους ανθρώπους αυτής της πόλης· ο Θεός τους είχε εξαλείψει από την ανθρωπότητα της δημιουργίας Του, για πάντα. Η χρήση της φωτιάς σήμαινε το τέλος της αμαρτίας σε αυτό το μέρος, και ότι η αμαρτία είχε περιοριστεί εκεί· η αμαρτία αυτή θα έπαυε να υπάρχει και να εξαπλώνεται. Σήμαινε ότι η μοχθηρία του Σατανά είχε χάσει το έδαφος που τον εξέτρεφε, καθώς και το νεκροταφείο που του παρείχε ένα μέρος για να μένει και να ζει. Στον πόλεμο μεταξύ Θεού και Σατανά, η χρήση της φωτιάς από τον Θεό είναι η σφραγίδα της νίκης Του, η οποία σημαδεύει τον Σατανά. Η καταστροφή των Σοδόμων αποτελεί σπουδαίο παραπάτημα στη φιλοδοξία του Σατανά να εναντιωθεί στον Θεό διαφθείροντας και καταβροχθίζοντας τους ανθρώπους, και αποτελεί επίσης ταπεινωτικό σημάδι μιας εποχής στην εξέλιξη της ανθρωπότητας, όταν ο άνθρωπος απέρριψε την καθοδήγηση του Θεού και εγκατέλειψε εαυτόν στη φαυλότητα. Επιπλέον, είναι καταγραφή μιας πραγματικής αποκάλυψης της δίκαιης διάθεσης του Θεού.

Όταν η φωτιά που έστειλε ο Θεός από τον ουρανό είχε μετατρέψει τα Σόδομα σε τίποτα περισσότερο από στάχτες, τούτο σήμαινε ότι εν συνεχεία η πόλη με το όνομα «Σόδομα» έπαψε να υπάρχει, όπως και τα πάντα μέσα στην πόλη. Καταστράφηκε από τον θυμό του Θεού, εξαφανίστηκε μέσα στην οργή και τη μεγαλοπρέπεια του Θεού. Λόγω της δίκαιης διάθεσης του Θεού, τα Σόδομα έλαβαν τη δίκαιη τιμωρία και το δίκαιο τέλος τους. Το τέλος της ύπαρξης των Σοδόμων οφειλόταν στη μοχθηρία τους και οφειλόταν, επίσης, στην επιθυμία του Θεού να μην κοιτάξει ποτέ ξανά αυτήν την πόλη ούτε και κανέναν από τους ανθρώπους που είχαν ζήσει σ’ αυτήν ή και οποιαδήποτε ζωή είχε ανατραφεί μέσα στην πόλη. Η «επιθυμία του Θεού να μην κοιτάξει ποτέ ξανά την πόλη» είναι η οργή Του, καθώς και η μεγαλοπρέπειά Του. Ο Θεός έκαψε την πόλη, επειδή η κακία και η αμαρτία της Τον έκαναν να νοιώθει θυμό, αηδία και αποστροφή προς αυτήν, και να επιθυμεί να μην κοιτάξει ποτέ ξανά ούτε αυτήν ούτε και κανέναν από τους ανθρώπους ή τα έμβια όντα μέσα της. Μόλις η πόλη σταμάτησε πια να καίγεται, αφήνοντας μόνο στάχτες πίσω της, έπαψε και να υπάρχει στα μάτια του Θεού· ακόμη και η ανάμνησή Του από αυτήν είχε χαθεί, σβηστεί. Τούτο σημαίνει ότι η φωτιά που εστάλη από τον ουρανό δεν κατέστρεψε μονάχα ολόκληρη την πόλη των Σοδόμων, δεν κατέστρεψε μονάχα τους ανθρώπους μέσα στην πόλη, που ήταν γεμάτοι ανομία, ούτε κατέστρεψε απλώς ό,τι είχε κηλιδωθεί από την αμαρτία μέσα στην πόλη· πέρα από τα πράγματα αυτά, η φωτιά κατέστρεψε και την ανάμνηση της μοχθηρίας και της αντίστασης της ανθρωπότητας ενάντια στον Θεό. Τούτο ήταν ο σκοπός του Θεού όταν κατέκαψε την πόλη.

Η ανθρωπότητα αυτή είχε διαφθαρεί στο έπακρο. Οι εν λόγω άνθρωποι δεν γνώριζαν ποιος ήταν ο Θεός ή από πού προέρχονταν οι ίδιοι. Αν τους ανέφερες τον Θεό, θα επιτίθεντο, θα συκοφαντούσαν και θα βλασφημούσαν. Ακόμη και όταν οι υπηρέτες του Θεού ήρθαν να διαδώσουν την προειδοποίησή Του, οι διεφθαρμένοι αυτοί άνθρωποι όχι μόνο δεν επέδειξαν κανένα σημάδι μετάνοιας και δεν εγκατέλειψαν την κακή συμπεριφορά τους, μα, αντιθέτως, έβλαψαν θρασύτατα τους υπηρέτες του Θεού. Αυτά που εξέφρασαν και αποκάλυψαν, ήταν η φύση-ουσία της ακραίας εχθρότητάς τους προς τον Θεό. Μπορούμε να καταλάβουμε ότι η αντίσταση των διεφθαρμένων αυτών ανθρώπων ενάντια στον Θεό ήταν κάτι περισσότερο από μια αποκάλυψη της διεφθαρμένης διάθεσής τους, ακριβώς όπως ήταν και κάτι περισσότερο από ένα περιστατικό συκοφαντίας ή χλευασμού, που απέρρεε απλώς από την έλλειψη κατανόησης της αλήθειας. Ούτε η βλακεία ούτε η άγνοια προκάλεσαν την κακή συμπεριφορά τους· δεν ενήργησαν έτσι επειδή είχαν εξαπατηθεί, ούτε, βεβαίως, επειδή τους είχαν παραπλανήσει. Η συμπεριφορά τους είχε φτάσει στο επίπεδο του καταφανώς θρασύ ανταγωνισμού, της εναντίωσης και της φωνασκίας κατά του Θεού. Αναμφίβολα, η συγκεκριμένη ανθρώπινη συμπεριφορά εξόργισε τον Θεό και εξόργισε τη διάθεσή Του —μια διάθεση που δεν πρέπει να υβρίζεται. Γι’ αυτό και ο Θεός απελευθέρωσε άμεσα και ανοιχτά την οργή και τη μεγαλοπρέπειά Του· τούτη αποτελούσε μια αληθινή αποκάλυψη της δίκαιης διάθεσής Του. Ευρισκόμενος αντιμέτωπος με μια πόλη που ξεχείλιζε από αμαρτία, ο Θεός επιθύμησε να την καταστρέψει με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, να εξαφανίσει τους ανθρώπους μέσα σε αυτήν και το σύνολο των αμαρτιών τους με τον πλέον ολοκληρωτικό τρόπο, να κάνει τους ανθρώπους της πόλης να πάψουν να υπάρχουν και να σταματήσει τον πολλαπλασιασμό της αμαρτίας σε αυτόν τον τόπο. Ο ταχύτερος και πλέον ολοκληρωτικός τρόπος να το πράξει, ήταν να την κατακάψει με φωτιά. Η στάση του Θεού απέναντι στον λαό των Σοδόμων δεν ήταν η εγκατάλειψη ή η αμέλεια. Αντίθετα, χρησιμοποίησε την οργή, τη μεγαλοπρέπεια και την εξουσία Του για να τιμωρήσει, να πλήξει και να καταστρέψει απόλυτα τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Η στάση Του απέναντί τους δεν ήταν μόνο η φυσική καταστροφή, αλλά και η καταστροφή της ψυχής, μια αιώνια εξάλειψη. Τούτη είναι και η πραγματική συνέπεια των όσων εννοεί ο Θεός με τα λόγια «να πάψουν να υπάρχουν».

Αν και η οργή του Θεού είναι κρυφή και άγνωστη στον άνθρωπο, δεν ανέχεται καμία ύβρι

Η μεταχείριση του Θεού προς ολόκληρη την ανθρωπότητα, ανόητη και αδαής όπως είναι, βασίζεται πρωτίστως στο έλεος και την ανεκτικότητα. Η οργή Του, από την άλλη πλευρά, κρύβεται για τη μεγάλη πλειονότητα του χρόνου και στη μεγάλη πλειονότητα των γεγονότων και είναι άγνωστη στον άνθρωπο. Ως αποτέλεσμα αυτού, είναι δύσκολο για τον άνθρωπο να βλέπει τον Θεό να εκθέτει την οργή Του, και του είναι επίσης δύσκολο να κατανοήσει την οργή Του. Ως εκ τούτου, ο άνθρωπος παίρνει αψήφιστα την οργή του Θεού. Όταν ο άνθρωπος βρεθεί αντιμέτωπος με το τελικό έργο και βήμα του Θεού για την ανεκτικότητα και τη συγχώρηση του ανθρώπου —δηλαδή, όταν έλθει στην ανθρωπότητα η τελευταία προτροπή για έλεος και η τελευταία προειδοποίηση του Θεού— αν οι άνθρωποι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους για να εναντιώνονται στον Θεό και δεν κάνουν καμία προσπάθεια να μετανοήσουν, να διορθώσουν τους τρόπους τους και να δεχτούν το έλεός Του, τότε ο Θεός δεν θα παραχωρήσει περαιτέρω την ανεκτικότητα και την υπομονή Του σε αυτούς. Αντίθετα, ο Θεός θα αποσύρει το έλεός Του εκείνη τη στιγμή. Μετά από αυτό, θα στείλει μόνο την οργή Του. Μπορεί να εκφράζει την οργή Του με διαφορετικούς τρόπους, ακριβώς όπως μπορεί και χρησιμοποιεί διαφορετικές μεθόδους για να τιμωρήσει και να καταστρέψει τους ανθρώπους.

Η χρήση της φωτιάς από τον Θεό για να καταστρέψει την πόλη των Σοδόμων, είναι η πιο γρήγορη μέθοδος για να εκμηδενίσει ολοκληρωτικά μια ανθρωπότητα ή οποιοδήποτε άλλο πράγμα. Η καύση του λαού των Σοδόμων κατέστρεψε περισσότερα από τα φυσικά τους σώματα· κατέστρεψε την ολότητα του πνεύματος, της ψυχής και του σώματός τους, εξασφαλίζοντας ότι οι άνθρωποι μέσα στην πόλη θα έπαυαν να υπάρχουν τόσο στον υλικό κόσμο όσο και στον κόσμο, που είναι αόρατος στον άνθρωπο. Τούτος είναι ένας τρόπος, μέσα από τον οποίο ο Θεός αποκαλύπτει και εκφράζει την οργή Του. Αυτός ο τρόπος αποκάλυψης και έκφρασης είναι μια πτυχή της ουσίας της οργής του Θεού, ακριβώς όπως είναι, φυσικά, και μια αποκάλυψη της ουσίας της δίκαιης διάθεσης του Θεού. Όταν ο Θεός στέλνει την οργή Του, παύει να αποκαλύπτει οποιοδήποτε έλεος ή στοργικότητα, ούτε επιδεικνύει περισσότερη από την ανεκτικότητα ή την υπομονή Του· δεν υπάρχει κανένα πρόσωπο, πράγμα ή λόγος που να Τον πείσουν να συνεχίσει να είναι υπομονετικός, να δώσει και πάλι το έλεός Του, να παραχωρήσει για άλλη μια φορά την ανεκτικότητά Του. Στη θέση των πραγμάτων αυτών, και χωρίς να διστάσει ούτε στιγμή, ο Θεός στέλνει την οργή και τη μεγαλοπρέπειά Του, πράττοντας αυτό που επιθυμεί. Θα πράξει τα πράγματα αυτά με γρήγορο και καθαρό τρόπο και σύμφωνα με τις δικές Του επιθυμίες. Τούτος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός στέλνει την οργή και τη μεγαλοπρέπειά Του, τις οποίες ο άνθρωπος δεν πρέπει να υβρίζει, και είναι επίσης έκφραση μιας πτυχής της δίκαιης διάθεσής Του. Όταν οι άνθρωποι παρακολουθούν τον Θεό να δείχνει ανησυχία και αγάπη προς τον άνθρωπο, είναι ανίκανοι να ανιχνεύσουν την οργή Του, να διακρίνουν τη μεγαλοπρέπειά Του ή να συναισθανθούν την έλλειψη ανεκτικότητάς Του προς την ύβρι. Τα στοιχεία αυτά οδηγούσαν πάντοτε τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η δίκαιη διάθεση του Θεού είναι αποκλειστικά έλεος, ανεκτικότητα και αγάπη. Ωστόσο, όταν κάποιος παρακολουθεί τον Θεό να καταστρέφει μια πόλη ή να απεχθάνεται μια ανθρωπότητα, η οργή Του στην καταστροφή του ανθρώπου και η μεγαλοπρέπειά Του επιτρέπουν στους ανθρώπους να διακρίνουν την άλλη πλευρά της δίκαιης διάθεσής Του. Τούτη είναι η έλλειψη ανεκτικότητας του Θεού προς την ύβρι. Η διάθεση του Θεού που δεν ανέχεται την ύβρι, ξεπερνά τη φαντασία κάθε δημιουργημένου όντος και, μεταξύ των μη-δημιουργημένων όντων, κανένα δεν είναι ικανό να παρέμβει σε αυτήν ή να την επηρεάσει· ακόμα δε λιγότερο είναι δυνατόν να την υποδυθεί ή να τη μιμηθεί κάποιος. Έτσι, η ανθρωπότητα πρέπει να γνωρίσει περισσότερο αυτήν ακριβώς την πτυχή της διάθεσης του Θεού. Μόνο ο ίδιος ο Θεός έχει τη συγκεκριμένη διάθεση, και μόνο ο ίδιος ο Θεός κατέχει τέτοιου είδους διάθεση. Ο Θεός κατέχει τη συγκεκριμένη δίκαιη διάθεση, διότι απεχθάνεται την κακία, το σκοτάδι, την επαναστατικότητα και τις μοχθηρές πράξεις του Σατανά —που διαφθείρει και καταβροχθίζει την ανθρωπότητα— διότι απεχθάνεται όλες τις αμαρτωλές πράξεις που Του εναντιώνονται, και διότι η ουσία Του είναι αγία και αμόλυντη. Εξαιτίας τούτου, δεν πρόκειται να ανεχθεί από κανένα από τα δημιουργημένα ή μη-δημιουργημένα όντα να Του εναντιωθούν ανοιχτά ή να Τον αμφισβητήσουν. Ακόμη και ένα άτομο, στο οποίο έχει δείξει κάποτε έλεος ή το έχει επιλέξει, αρκεί μονάχα να προκαλέσει τη διάθεσή Του και να παραβιάσει τις αρχές Του για υπομονή και ανεκτικότητα, και ο Θεός θα απελευθερώσει και θα αποκαλύψει τη δίκαιη διάθεσή Του που δεν ανέχεται καμία απολύτως ύβρι χωρίς το ελάχιστο έλεος ή δισταγμό.

Η οργή του Θεού αποτελεί περιφρούρηση για όλες τις δυνάμεις της δικαιοσύνης και όλα τα θετικά πράγματα

Κατανοώντας αυτά τα παραδείγματα του λόγου, των σκέψεων και των ενεργειών του Θεού, είσαι ικανός να καταλάβεις τη δίκαιη διάθεση του Θεού, μια διάθεση που δεν θα ανεχθεί ύβρι από τον άνθρωπο; Εν ολίγοις, ανεξάρτητα από το ποιο μέρος της μπορεί να κατανοήσει ο άνθρωπος, τούτη είναι μια πτυχή της διάθεσης του ίδιου του Θεού και την έχει μόνο Αυτός. Η έλλειψη ανεκτικότητας του Θεού προς την ύβριν είναι η μοναδική Του ουσία· η οργή του Θεού είναι η μοναδική Του διάθεση· η μεγαλοπρέπεια του Θεού είναι η μοναδική Του ουσία. Η αρχή πίσω από την οργή του Θεού αποτελεί επίδειξη της ταυτότητας και της θέσης Του, τα οποία κατέχει μόνο Εκείνος. Είναι αυτονόητο ότι αυτή η αρχή αποτελεί και σύμβολο της ουσίας του ίδιου του μοναδικού Θεού. Η διάθεση του Θεού είναι η δική Του έμφυτη ουσία, η οποία δεν αλλάζει καθόλου με το πέρασμα του χρόνου ούτε μεταβάλλεται από αλλαγές της γεωγραφικής θέσης. Η έμφυτη διάθεσή του είναι η εγγενής ουσία Του. Ανεξάρτητα από το πάνω σε ποιους επιτελεί το έργο Του, δεν αλλάζει η ουσία Του ούτε και η δίκαιη διάθεσή Του. Όταν κάποιος εξοργίζει τον Θεό, αυτό που στέλνει Εκείνος είναι η έμφυτη διάθεσή Του· τη δεδομένη στιγμή, δεν αλλάζει η αρχή πίσω από τον θυμό Του ούτε και η μοναδική ταυτότητα και θέση Του. Ο θυμός Του δεν οφείλεται σε κάποια αλλαγή στην ουσία Του ή στο ότι από τη διάθεσή Του προκύπτουν διαφορετικά στοιχεία, αλλά στο ότι η αντίθεση του ανθρώπου εναντίον Του προσβάλλει τη διάθεσή Του. Η κατάφωρη πρόκληση του Θεού από τον άνθρωπο αποτελεί σοβαρή αμφισβήτηση της ίδιας της ταυτότητας και θέσης του Θεού. Κατά την άποψη του Θεού, όταν ο άνθρωπος Τον αμφισβητεί, Τον θέτει υπό αίρεση και βάζει σε πειρασμό τον θυμό Του. Όταν ο άνθρωπος εναντιώνεται στον Θεό, όταν ο άνθρωπος θέτει υπό αίρεση τον Θεό, όταν ο άνθρωπος συνεχώς βάζει σε πειρασμό τον θυμό του Θεού —και σε τέτοιες στιγμές η αμαρτία δρα ανεξέλεγκτη— η οργή του Θεού φυσικά θα αποκαλυφθεί και θα κάνει την εμφάνισή της. Επομένως, η έκφραση της οργής του Θεού αποτελεί σύμβολο του ότι όλες οι μοχθηρές δυνάμεις θα πάψουν να υπάρχουν, σύμβολο του ότι όλες οι εχθρικές δυνάμεις θα καταστραφούν. Τούτη είναι η μοναδικότητα της δίκαιης διάθεσης του Θεού και της οργής Του. Όταν η αξιοπρέπεια και η αγιοσύνη του Θεού τίθενται υπό αμφισβήτηση, όταν οι δυνάμεις της δικαιοσύνης παρεμποδίζονται και είναι αόρατες από τον άνθρωπο, τότε ο Θεός στέλνει την οργή Του. Λόγω της ουσίας του Θεού, όλες οι δυνάμεις πάνω στη γη που Τον αμφισβητούν εναντιώνονται σ’ Αυτόν και Τον πολεμούν, είναι μοχθηρές, διεφθαρμένες και άδικες· προέρχονται από τον Σατανά και ανήκουν στον Σατανά. Επειδή ο Θεός είναι δίκαιος, φωτεινός και τέλεια άγιος, όλα τα μοχθηρά, διεφθαρμένα και ανήκοντα στον Σατανά πράγματα θα εξαφανιστούν όταν απελευθερωθεί η οργή του Θεού.

Αν και το ξέσπασμα της οργής του Θεού αποτελεί μια πτυχή της έκφρασης της δίκαιης διάθεσής Του, ο θυμός του Θεού ποτέ δεν χτυπά αδιάκριτα, ούτε είναι ποτέ δίχως αρχές. Αντιθέτως, ο Θεός δεν είναι καθόλου οξύθυμος και δεν αποκαλύπτει την οργή και τη μεγαλοπρέπειά Του ελαφρά τη καρδία. Επιπλέον, η οργή του Θεού είναι πολύ ελεγχόμενη και μετρημένη· δεν συγκρίνεται καθόλου με τον τρόπο που ο άνθρωπος συνηθίζει να γίνεται έξω φρενών ή να δίνει διέξοδο στον θυμό του. Πολλές συνομιλίες μεταξύ ανθρώπου και Θεού βρίσκονται καταγεγραμμένες μέσα στη Βίβλο. Τα λόγια μερικών ανθρώπων που πήραν μέρος στις συνομιλίες ήταν ρηχά, αδαή και παιδαριώδη, αλλά ο Θεός δεν τους έπληξε, ούτε τους καταδίκασε. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του Ιώβ, πώς μεταχειρίστηκε ο Ιεχωβά Θεός τους τρεις φίλους του Ιώβ και τους υπόλοιπους, αφού άκουσε τα λόγια που είπαν στον Ιώβ; Τους καταδίκασε; Εξοργίστηκε μαζί τους; Δεν έκανε τίποτα τέτοιο! Αντ’ αυτού, είπε στον Ιώβ να κάνει ικεσίες εκ μέρους τους και να προσευχηθεί γι’ αυτούς, και ο ίδιος ο Θεός δεν πήρε τα λάθη τους κατάκαρδα. Όλα αυτά τα παραδείγματα αντιπροσωπεύουν τη βασική στάση με την οποία ο Θεός φέρεται στην ανθρωπότητα, έτσι διεφθαρμένη και αδαής όπως είναι. Επομένως, η εξαπόλυση της οργής του Θεού δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση έκφραση της διάθεσής Του, ούτε είναι τρόπος για να εκδηλώσει τα συναισθήματά Του. Σε αντίθεση με την παρανόηση του ανθρώπου, η οργή του Θεού δεν είναι μια απόλυτη έκρηξη θυμού. Ο Θεός δεν εξαπολύει την οργή Του επειδή είναι ανίκανος να ελέγξει την ίδια Του τη διάθεση ή επειδή ο θυμός Του έχει φτάσει στο σημείο βρασμού και πρέπει να βρει διέξοδο. Αντίθετα, η οργή Του αποτελεί απεικόνιση και γνήσια έκφραση της δίκαιης διάθεσής Του, και είναι μια συμβολική αποκάλυψη της άγιας ουσίας Του. Ο Θεός είναι οργή και δεν ανέχεται να προσβάλλεται —τούτο δεν σημαίνει ότι ο θυμός του Θεού δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ των αιτιών ή ότι είναι ανήθικος· η διεφθαρμένη ανθρωπότητα είναι εκείνη που έχει την αποκλειστική αξίωση στα ανήθικα, τυχαία ξεσπάσματα οργής, μιας οργής που δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ των αιτιών. Μόλις κάποιος άνθρωπος αποκτήσει θέση, το βρίσκει συχνά δύσκολο να ελέγχει τη διάθεσή του, και έτσι απολαμβάνει να αρπάζει τις ευκαιρίες για να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του και να δώσει διέξοδο στα συναισθήματά του· συχνά εξοργίζεται χωρίς προφανή λόγο, έτσι ώστε να αποκαλύψει την ικανότητά του και να αφήσει τους άλλους να μάθουν ότι η θέση και η ταυτότητά του είναι διαφορετικές από εκείνες των απλών ανθρώπων. Φυσικά, και οι διεφθαρμένοι, χωρίς θέση, άνθρωποι χάνουν κι αυτοί συχνά τον έλεγχο. Ο θυμός τους συχνά προκαλείται από ζημία στα προσωπικά τους συμφέροντα. Προκειμένου να προστατεύσουν την προσωπική θέση και αξιοπρέπειά τους, συχνά δίνουν διέξοδο στα συναισθήματά τους και αποκαλύπτουν την αλαζονική φύση τους. Ο άνθρωπος θα εξοργιστεί και θα δώσει διέξοδο στα συναισθήματά του, προκειμένου να υπερασπιστεί και να στηρίξει την ύπαρξη της αμαρτίας, και οι ενέργειες αυτές αποτελούν τους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος εκφράζει τη δυσαρέσκειά του· ξεχειλίζουν από ανηθικότητα, από σκευωρίες και μηχανορραφίες, από τη διαφθορά και τη μοχθηρία του ανθρώπου και, πάνω απ’ όλα, βρίθουν από τις παράλογες φιλοδοξίες και επιθυμίες του ανθρώπου. Όταν η δικαιοσύνη έρχεται σε σύγκρουση με τη μοχθηρία, ο θυμός του ανθρώπου δεν θα φουντώσει προς υπεράσπιση της ύπαρξης της δικαιοσύνης ή προς στήριξή της· αντίθετα, όταν απειλούνται, διώκονται και δέχονται επίθεση οι δυνάμεις της δικαιοσύνης, η στάση του ανθρώπου είναι η παράβλεψη, η υπεκφυγή ή η οπισθοχώρηση. Ωστόσο, όταν βρεθεί αντιμέτωπος με τις δυνάμεις της μοχθηρίας, ο άνθρωπος τηρεί συγκαταβατική στάση και κάνει τεμενάδες προς αυτές. Επομένως, τα ξεσπάσματα του ανθρώπου αποτελούν μια διαφυγή μοχθηρών δυνάμεων, μια έκφραση της αχαλίνωτης και ασταμάτητης μοχθηρής διαγωγής του υλικού ανθρώπου. Ωστόσο, όταν ο Θεός στείλει την οργή Του, όλες οι μοχθηρές δυνάμεις θα εμποδιστούν, όλες οι αμαρτίες που βλάπτουν τον άνθρωπο θα περιοριστούν, όλες οι εχθρικές δυνάμεις που εμποδίζουν το έργο του Θεού θα καταστούν προφανείς, θα διαχωριστούν και θα αφοριστούν, ενώ όλοι οι συνεργοί του Σατανά που εναντιώνονται στον Θεό θα τιμωρηθούν και θα εκριζωθούν. Στη θέση τους, το έργο του Θεού θα προχωρήσει ελεύθερο από κάθε εμπόδιο, το σχέδιο διαχείρισης του Θεού θα συνεχίσει να εξελίσσεται βήμα προς βήμα σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και ο Σατανάς δεν θα αναστατώνει ούτε θα παραπλανά πια τον εκλεκτό λαό του Θεού, ενώ όσοι ακολουθούν τον Θεό θα απολαύσουν την ηγεσία και την παροχή του Θεού μέσα σε ήσυχο και γαλήνιο περιβάλλον. Η οργή του Θεού αποτελεί ασπίδα, η οποία εμποδίζει όλες τις μοχθηρές δυνάμεις από το να πολλαπλασιάζονται και να δρουν ανεξέλεγκτες, και είναι επίσης μια δικλείδα ασφαλείας η οποία προστατεύει την ύπαρξη και τον πολλαπλασιασμό όλων των δίκαιων και θετικών πραγμάτων, διαφυλάσσοντάς τα αιώνια από την καταπίεση και την υπονόμευση.

Μπορείτε να διακρίνετε την ουσία της οργής του Θεού στην καταστροφή των Σοδόμων; Υπάρχει κάτι άλλο αναμειγμένο μέσα στην οργή Του; Είναι η οργή του Θεού καθαρή; Για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του ανθρώπου, είναι η οργή του Θεού ανόθευτη; Μήπως υπάρχει κάποιο τέχνασμα πίσω από την οργή Του; Υπάρχει κάποια συνομωσία; Μήπως υπάρχουν τίποτε ακατονόμαστα μυστικά; Αυστηρά και επίσημα, μπορώ να σας πω το εξής: Δεν υπάρχει στοιχείο της οργής του Θεού που μπορεί να προκαλέσει αμφιβολία. Ο θυμός Του είναι καθαρός και ανόθευτος, και δεν υποκρύπτει άλλες προθέσεις ή στόχους. Οι λόγοι που διέπουν τον θυμό Του είναι καθαροί, άμεμπτοι και πάνω από κάθε κριτική. Είναι μια φυσική αποκάλυψη και απεικόνιση της αγίας ουσίας Του· είναι κάτι που κανένα δημιούργημα δεν κατέχει. Τούτο είναι ένα μέρος της μοναδικής δίκαιης διάθεσης του Θεού και, επίσης, μια έντονη διαφορά μεταξύ των αντίστοιχων ουσιών του Δημιουργού και των δημιουργημάτων.

Ανεξάρτητα από το αν κάποιος θυμώνει μπροστά στους άλλους ή πίσω από τις πλάτες τους, ο καθένας έχει διαφορετική πρόθεση και σκοπό στον θυμό του. Ίσως χτίζουν το κύρος τους, ή ίσως υπερασπίζονται τα προσωπικά τους συμφέροντα, διατηρώντας την εικόνα τους ή τα προσχήματα. Ορισμένοι συγκρατούν τον θυμό τους, ενώ άλλοι είναι πιο απερίσκεπτοι και αφήνουν την οργή τους να φουντώνει όποτε το επιθυμούν, χωρίς τον ελάχιστο περιορισμό. Εν ολίγοις, ο θυμός του ανθρώπου αντλείται από τη διεφθαρμένη διάθεσή του. Ανεξάρτητα από τον στόχο του, είναι υλικός και εκ της φύσεως· δεν έχει καμία σχέση με τη δικαιοσύνη ή την αδικία, διότι τίποτα στη φύση-ουσία του ανθρώπου δεν αντιστοιχεί στην αλήθεια. Επομένως, η διεφθαρμένη ιδιοσυγκρασία της ανθρωπότητας και η οργή του Θεού δεν πρέπει να αναφέρονται στην ίδια πρόταση. Χωρίς εξαίρεση, η συμπεριφορά του ανθρώπου που έχει διαφθαρεί από τον Σατανά, ξεκινά από την επιθυμία της διαφύλαξης της διαφθοράς, και όντως βασίζεται στη διαφθορά· γι’ αυτόν τον λόγο, ο θυμός του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να αναφέρεται στην ίδια πρόταση με την οργή του Θεού, ανεξάρτητα από το πόσο σωστός μπορεί να φαίνεται θεωρητικώς ο θυμός του ανθρώπου. Όταν ο Θεός στέλνει την οργή του, οι μοχθηρές δυνάμεις εντοπίζονται και τα μοχθηρά πράγματα καταστρέφονται, ενώ τα δίκαια και θετικά πράγματα απολαμβάνουν τη φροντίδα και την προστασία του Θεού και τους επιτρέπεται να συνεχίσουν. Ο Θεός στέλνει την οργή Του επειδή άδικα, αρνητικά και μοχθηρά στοιχεία παρεμποδίζουν, διαταράσσουν ή καταστρέφουν την κανονική δραστηριότητα και την ανάπτυξη δίκαιων και θετικών στοιχείων. Ο στόχος του θυμού του Θεού δεν είναι να διαφυλάξει τη δική Του θέση και ταυτότητα, αλλά να διασφαλίσει την ύπαρξη δίκαιων, θετικών, όμορφων και καλών στοιχείων, να διαφυλάξει τους νόμους και την τάξη της κανονικής επιβίωσης του ανθρώπινου γένους. Τούτη είναι η βασική αιτία της οργής του Θεού. Η οργή του Θεού αποτελεί μια πολύ σωστή, φυσική και αληθινή αποκάλυψη της διάθεσής Του. Δεν υπάρχουν απώτερα κίνητρα στην οργή του, ούτε και δόλος ή συνωμοσία, πόσο μάλλον οι επιθυμίες, η πανουργία, η κακεντρέχεια, η βία, η μοχθηρία ή οποιοδήποτε άλλο από τα κοινά χαρακτηριστικά της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Προτού ο Θεός στείλει την οργή Του, έχει ήδη αντιληφθεί την ουσία όλων των ζητημάτων ξεκάθαρα και ολοκληρωτικά, και έχει ήδη διατυπώσει ακριβείς και σαφείς ορισμούς και συμπεράσματα. Έτσι, ο στόχος του Θεού σε ό,τι ασχολείται, είναι απολύτως ξεκάθαρος, όπως και η στάση Του. Δεν είναι μπερδεμένος, τυφλός, παρορμητικός ή απερίσκεπτος, και σίγουρα δεν είναι ανήθικος. Τούτη είναι η πρακτική πτυχή της οργής του Θεού, και ακριβώς χάρη σε αυτή την πρακτική πτυχή της οργής του Θεού, η ανθρωπότητα έχει επιτύχει την κανονική της ύπαρξη. Χωρίς την οργή του Θεού, η ανθρωπότητα θα περιέπιπτε σε αφύσικες συνθήκες διαβίωσης και όλα τα δίκαια, όμορφα και καλά πράγματα θα καταστρέφονταν και θα έπαυαν να υπάρχουν. Χωρίς την οργή του Θεού, οι νόμοι και οι κανόνες της ύπαρξης για τα δημιουργημένα όντα θα παραβιάζονταν ή και θα ανατρέπονταν τελείως. Από τη δημιουργία του ανθρώπου, ο Θεός χρησιμοποιεί αδιαλείπτως τη δίκαιη διάθεσή Του για να διασφαλίσει και να διατηρήσει την κανονική ύπαρξη της ανθρωπότητας. Επειδή η δίκαιη διάθεσή Του περιέχει οργή και μεγαλοπρέπεια, όλοι οι μοχθηροί άνθρωποι, τα μοχθηρά πράγματα και αντικείμενα και όλα όσα αναστατώνουν και βλάπτουν την κανονική ύπαρξη της ανθρωπότητας, τιμωρούνται, ελέγχονται και καταστρέφονται ως αποτέλεσμα της οργής Του. Κατά τη διάρκεια των διάφορων περασμένων χιλιετιών, ο Θεός χρησιμοποιεί αδιαλείπτως τη δίκαιη διάθεσή Του για να πλήξει και να καταστρέψει όλα τα ακάθαρτα και κακά πνεύματα που εναντιώνονται στον Θεό και που, στο έργο του Θεού για τη διαχείριση της ανθρωπότητας, δρουν ως συνεργοί και υπηρέτες του Σατανά. Έτσι, το έργο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου προχωρά πάντα σύμφωνα με το σχέδιό Του. Τούτο σημαίνει ότι, χάρη στην ύπαρξη της οργής του Θεού, οι πιο δίκαιοι σκοποί μεταξύ της ανθρωπότητας δεν καταστράφηκαν ποτέ.

Τώρα που κατανοήσατε την ουσία της οργής του Θεού, πρέπει σίγουρα να έχετε και μια ακόμα καλύτερη κατανόηση του πώς να διακρίνετε τη μοχθηρία του Σατανά!

Παρόλο που ο Σατανάς μοιάζει φιλάνθρωπος, δίκαιος και ενάρετος, η ουσία του είναι σκληρή και μοχθηρή

Ο Σατανάς χτίζει τη φήμη του εξαπατώντας τους ανθρώπους και συχνά εδραιώνει εαυτόν ως πρωτοπόρο και πρότυπο δικαιοσύνης. Υπό το ψευδές πρόσχημα της διαφύλαξης της δικαιοσύνης, βλάπτει τους ανθρώπους, καταβροχθίζει την ψυχή τους και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να ναρκώσει, να παραπλανήσει και να υποκινήσει τον άνθρωπο. Σκοπός του είναι να κάνει τον άνθρωπο να εγκρίνει και να ακολουθήσει τη μοχθηρή διαγωγή του, να τον κάνει να συνταχθεί με αυτόν στην εναντίωση της εξουσίας και της κυριαρχίας του Θεού. Ωστόσο, όταν κάποιος αντιλαμβάνεται τις σκευωρίες και τις συνωμοσίες του, αλλά και τα φαύλα χαρακτηριστικά του, και δεν επιθυμεί να συνεχίσει να τον τσαλαπατά και να τον ξεγελά ο Σατανάς, ή να συνεχίσει να είναι σκλάβος του ή να τιμωρηθεί και να καταστραφεί μαζί του, τότε ο Σατανάς αλλάζει τα προηγουμένως άγια χαρακτηριστικά του, ξεσχίζοντας την ψεύτικη μάσκα του, για να αποκαλύψει το αληθινό του πρόσωπο, που είναι μοχθηρό, φαύλο, άσχημο και άγριο. Δεν θα ήθελε τίποτα περισσότερο από το να εξοντώσει όλους όσοι αρνούνται να τον ακολουθήσουν και όσους εναντιώνονται στις μοχθηρές δυνάμεις του. Στο σημείο αυτό, ο Σατανάς δεν μπορεί πλέον να προσλάβει μια αξιόπιστη, ευγενή εμφάνιση· αντίθετα, κάτω από την προβιά του αρνιού, αποκαλύπτονται τα πραγματικά άσχημα και διαβολικά χαρακτηριστικά του. Μόλις έρθουν στο φως οι σκευωρίες του Σατανά και εκτεθούν τα αληθινά χαρακτηριστικά του, αυτός θα εξοργιστεί και θα εκθέσει τη βαρβαρότητά του. Κατόπιν τούτου, η επιθυμία του να βλάψει και να καταβροχθίσει τους ανθρώπους θα εντείνεται συνεχώς. Εξοργίζεται όταν ο άνθρωπος αφυπνίζεται από την αλήθεια, και αναπτύσσει ένα ισχυρό μίσος και εκδικητικότητα προς στον άνθρωπο, επειδή εκείνος λαχταρά την ελευθερία και το φως, καθώς και να δραπετεύσει από τη φυλακή του Σατανά. Η οργή του έχει στόχο την υπεράσπιση και στήριξη της μοχθηρίας του, και αποτελεί επίσης πραγματική αποκάλυψη της άγριας φύσης του.

Σε κάθε ζήτημα, η συμπεριφορά του Σατανά εκδηλώνει τη μοχθηρή του φύση. Από όλες τις μοχθηρές πράξεις που έχει επιτελέσει ο Σατανάς στον άνθρωπο —από τις αρχικές του προσπάθειες να παραπλανήσει τον άνθρωπο για να τον ακολουθήσει, μέχρι την εκμετάλλευση του ανθρώπου, κατά την οποία σέρνει τον άνθρωπο στις μοχθηρές πράξεις του, ή την εκδικητικότητά του προς τον άνθρωπο αφότου έχουν εκτεθεί τα πραγματικά χαρακτηριστικά του και ο άνθρωπος τον έχει αναγνωρίσει και απορρίψει— μία προς μία αυτές οι πράξεις εκθέτουν τη μοχθηρή ουσία του Σατανά, και αποδεικνύουν το γεγονός ότι ο Σατανάς δεν έχει ουδεμία σχέση με τα θετικά πράγματα και ότι ο Σατανάς είναι η πηγή όλων των μοχθηρών πραγμάτων. Κάθε μία από τις ενέργειές του διαφυλάσσει τη μοχθηρία του, εξασφαλίζει τη συνέχιση των μοχθηρών πράξεών του, στρέφεται εναντίον δίκαιων και θετικών πραγμάτων, και καταστρέφει τους νόμους και την τάξη της κανονικής ύπαρξης της ανθρωπότητας. Αυτές οι πράξεις του Σατανά είναι εχθρικές προς τον Θεό και θα καταστραφούν από την οργή του Θεού. Αν και ο Σατανάς έχει τη δική του οργή, η οργή του αποτελεί απλώς μέσο διεξόδου της μοχθηρής φύσης του. Ο λόγος για τον οποίο ο Σατανάς είναι εξοργισμένος και έξαλλος είναι ο εξής: Οι αδιανόητες σκευωρίες του έχουν φανερωθεί· οι πλεκτάνες του δεν διαφεύγουν εύκολα την τιμωρία· η παράλογη φιλοδοξία και επιθυμία του να αντικαταστήσει τον Θεό και να ενεργεί ως Θεός έχουν πληγεί και εμποδιστεί· ο δε στόχος του για τον έλεγχο ολόκληρης της ανθρωπότητας έχει πλέον καταλήξει στο μηδέν και δεν πρόκειται να επιτευχθεί ποτέ. Εκείνο που εμπόδισε τις πλεκτάνες του Σατανά από το να καρποφορήσουν και σταμάτησε τη διάδοση και την αποχαλίνωση της μοχθηρίας του Σατανά είναι η επανειλημμένη σύγκληση της οργής του Θεού. Για αυτόν τον λόγο, ο Σατανάς μισεί και φοβάται την οργή του Θεού. Κάθε φορά που κατεβαίνει η οργή του Θεού, δεν αποκαλύπτει απλώς την αληθινή φαύλη εμφάνιση του Σατανά, αλλά εκθέτει, επίσης, τις μοχθηρές επιθυμίες του Σατανά στο φως ενώ, ταυτόχρονα, αποκαλύπτονται πλήρως οι λόγοι για την οργή του Σατανά κατά της ανθρωπότητας. Η έκρηξη της οργής του Σατανά αποτελεί πραγματική αποκάλυψη της μοχθηρής του φύσης και έκθεση των σκευωριών του. Φυσικά, κάθε φορά που εξοργίζεται ο Σατανάς, αναγγέλλει την καταστροφή μοχθηρών πραγμάτων, και την προστασία και συνέχιση των θετικών πραγμάτων, αναγγέλλει την αλήθεια ότι η οργή του Θεού είναι αδύνατον να υβρισθεί!

Δεν πρέπει να βασιζόμαστε στην εμπειρία και τη φαντασία για να γνωρίσουμε τη δίκαιη διάθεση του Θεού

Όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με την κρίση και το παίδεμα του Θεού, μπορείς να πεις ότι ο λόγος του Θεού είναι κίβδηλος; Μπορείς να ισχυριστείς ότι υπάρχει κάποια ιστορία πίσω από την οργή του Θεού, και ότι η οργή Του είναι κίβδηλη; Θα συκοφαντήσεις τον Θεό, λέγοντας ότι η διάθεσή Του δεν είναι απαραιτήτως εντελώς δίκαιη; Όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με κάθε μία από τις πράξεις του Θεού, πρέπει πρώτα να βεβαιώνεσαι ότι η δίκαιη διάθεση του Θεού είναι απαλλαγμένη από οποιαδήποτε άλλα στοιχεία, ότι είναι αγία και τέλεια. Οι πράξεις αυτές περιλαμβάνουν το πλήγμα από τον Θεό, την τιμωρία και την καταστροφή της ανθρωπότητας. Χωρίς εξαιρέσεις, όλες οι πράξεις του Θεού τελούνται αυστηρώς σύμφωνα με την έμφυτη διάθεση και το σχέδιό Του και δεν συμπεριλαμβάνει κανένα κομμάτι από τη γνώση, την παράδοση και τη φιλοσοφία της ανθρωπότητας. Όλες οι πράξεις του Θεού αποτελούν έκφραση της διάθεσης και ουσίας Του, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με οτιδήποτε ανήκει στο διεφθαρμένο ανθρώπινο γένος. Η ανθρωπότητα έχει την αντίληψη ότι μόνο η αγάπη, το έλεος και η ανεκτικότητα του Θεού προς την ανθρωπότητα είναι τέλεια, αναλλοίωτα και άγια, και κανείς δεν γνωρίζει ότι η μήνις και η οργή του Θεού είναι εξίσου αναλλοίωτες· επιπλέον, κανείς δεν έχει μελετήσει ερωτήματα όπως, γιατί ο Θεός δεν ανέχεται καμία ύβρι ή γιατί η οργή Του είναι τόσο μεγάλη. Αντίθετα, κάποιοι συγχέουν την οργή του Θεού με ένα ξαφνικό ξέσπασμα θυμού, σαν αυτόν της διεφθαρμένης ανθρωπότητας, και παρεξηγούν την οργή του Θεού ως την ίδια με αυτήν του διεφθαρμένου ανθρώπινου γένους. Μάλιστα, υποθέτουν λανθασμένα ότι η μήνις του Θεού είναι ακριβώς ίδια με τη φυσική αποκάλυψη της διεφθαρμένης διάθεσης της ανθρωπότητας και ότι η έκλυση της οργής του Θεού είναι ακριβώς ίδια με τον θυμό των διεφθαρμένων ανθρώπων όταν αντιμετωπίζουν κάποια δυσάρεστη κατάσταση, και πιστεύουν, μάλιστα, ότι η έκλυση της οργής του Θεού αποτελεί έκφραση της διάθεσής Του. Έπειτα από τη συναναστροφή αυτή, ελπίζω ότι κάθε ένας από εσάς δεν θα έχει πλέον καθόλου παρανοήσεις, φαντασιώσεις ή εικασίες αναφορικά με τη δίκαιη διάθεση του Θεού, και ελπίζω ότι, αφού ακούσατε τα λόγια Μου, θα μπορείτε πλέον να αναγνωρίσετε πραγματικά μέσα στην καρδιά σας την οργή της δίκαιης διάθεσης του Θεού, να βάλετε στην άκρη όλες τις προηγούμενες παράλογες κατανοήσεις της οργής του Θεού, και ότι θα αλλάξετε τις ίδιες τις λανθασμένες πεποιθήσεις και απόψεις σας ως προς την ουσία της οργής του Θεού. Επιπλέον, ελπίζω ότι μπορείτε να έχετε μέσα σας έναν ακριβή ορισμό της διάθεσης του Θεού, ότι δεν θα έχετε πλέον καμία αμφιβολία ως προς τη δίκαιη διάθεση του Θεού, και ότι δεν πρόκειται να επιβάλετε κανέναν ανθρώπινο συλλογισμό ή φαντασίωση πάνω στην αληθινή διάθεση του Θεού. Η δίκαιη διάθεση του Θεού είναι η αληθινή ουσία του Θεού. Δεν είναι κάτι γραμμένο ή διαμορφωμένο από τον άνθρωπο. Η δίκαιη διάθεσή Του είναι η δίκαιη διάθεσή Του και δεν έχει καμία σχέση ή σύνδεση με οποιοδήποτε δημιουργημένο ον. Ο Θεός ο ίδιος είναι ο Θεός ο ίδιος. Δεν θα γίνει ποτέ δημιουργημένο ον και, ακόμα και αν γίνει μέλος των δημιουργημένων όντων, η έμφυτη διάθεση και η ουσία Του δεν πρόκειται να αλλάξουν. Επομένως, η γνώση του Θεού δεν είναι το ίδιο με τη γνώση ενός αντικειμένου· η γνώση του Θεού δεν είναι η ανάλυση κάποιου πράγματος, ούτε είναι το ίδιο με την κατανόηση κάποιου ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τη γενική ιδέα του ή τη δική του μέθοδο για γνώση ενός αντικειμένου ή για κατανόηση ενός ατόμου προκειμένου να γνωρίσει τον Θεό, τότε δεν θα είσαι ποτέ ικανός να αποκτήσεις γνώση του Θεού. Η γνώση του Θεού δεν βασίζεται στην εμπειρία ή τη φαντασία και, επομένως, δεν πρέπει ποτέ να επιβάλλεις την εμπειρία ή τη φαντασία σου στον Θεό· όσο πλούσιες και αν είναι η εμπειρία και η φαντασία σου, είναι ακόμα περιορισμένες. Επιπλέον, η φαντασία σου δεν αντιστοιχεί σε γεγονότα, πολύ λιγότερο δε, στην αλήθεια, ενώ είναι ασύμβατη με την πραγματική διάθεση και ουσία του Θεού. Δεν θα επιτύχεις ποτέ, αν βασίζεσαι στη φαντασία σου προκειμένου να κατανοήσεις την ουσία του Θεού. Ο μοναδικός δρόμος είναι αυτός: Αποδέξου όλα όσα προέρχονται από τον Θεό και, στη συνέχεια, βίωσέ τα και κατανόησέ τα σταδιακά. Θα έρθει μια ημέρα, κατά την οποία, χάρη στη συνεργασία σου και στην πείνα και τη δίψα σου για την αλήθεια, ο Θεός θα σε διαφωτίσει, προκειμένου να Τον κατανοήσεις και να Τον γνωρίσεις πραγματικά. Και με τούτο, ας ολοκληρώσουμε το τμήμα αυτό της συνομιλίας μας.

Η ανθρωπότητα κερδίζει το έλεος και την ανεκτικότητα του Θεού μέσα από την ειλικρινή μετάνοια

Ακολουθεί η βιβλική ιστορία της «Σωτηρίας της Νινευή από τον Θεό».

Ιων. 1:1-2  Και έγεινε λόγος Ιεχωβά προς Ιωνάν τον υιόν του Αμαθί, λέγων, Σηκώθητι, ύπαγε εις Νινευή, την πόλιν την μεγάλην, και κήρυξον κατ’ αυτής· διότι η ασέβεια αυτών ανέβη ενώπιόν μου.

Ιων. 3  Και έγεινε λόγος Ιεχωβά προς Ιωνάν εκ δευτέρου, λέγων, Σηκώθητι, ύπαγε εις Νινευή, την πόλιν την μεγάλην, και κήρυξον προς αυτήν το κήρυγμα, το οποίον εγώ λαλώ προς σε. Και εσηκώθη ο Ιωνάς και υπήγεν εις Νινευή κατά τον λόγον του Ιεχωβά. Η δε Νινευή ήτο πόλις μεγάλη σφόδρα, οδού τριών ημερών· Και ήρχισεν ο Ιωνάς να διέρχηται εις την πόλιν οδόν μιας ημέρας και εκήρυξε και είπεν, Έτι τεσσαράκοντα ημέραι και η Νινευή θέλει καταστραφή. Και οι άνδρες της Νινευή επίστευσαν εις τον Θεόν και εκήρυξαν νηστείαν και ενεδύθησαν σάκκους από μεγάλου αυτών έως μικρού αυτών· διότι ο λόγος είχε φθάσει προς τον βασιλέα της Νινευή και εσηκώθη από του θρόνου αυτού και αφήρεσε την στολήν αυτού επάνωθεν εαυτού και εσκεπάσθη με σάκκον και εκάθησεν επί σποδού. Και διεκηρύχθη και εγνωστοποιήθη εν τη Νινευή διά ψηφίσματος του βασιλέως και των μεγιστάνων αυτού και ελαλήθη, οι άνθρωποι και τα κτήνη, οι βόες και τα πρόβατα, να μη γευθώσι μηδέν, μηδέ να βοσκήσωσι, μηδέ ύδωρ να πίωσιν· αλλ’ άνθρωπος και κτήνος να σκεπασθώσι με σάκκους και να φωνάξωσιν ισχυρώς προς τον Θεόν· και ας επιστρέψωσιν έκαστος από της οδού αυτού της πονηράς και από της αδικίας, ήτις είναι εν ταις χερσίν αυτών. Τις εξεύρει αν επιστρέψη και μεταμεληθή ο Θεός και επιστρέψη από της οργής του θυμού αυτού και δεν απολεσθώμεν; Και είδεν ο Θεός τα έργα αυτών, ότι επέστρεψαν από της οδού αυτών της πονηράς· και μετεμελήθη ο Θεός περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη εις αυτούς· και δεν έκαμεν αυτό.

Ιων. 4  Και ελυπήθη ο Ιωνάς λύπην μεγάλην και ηγανάκτησε. Και προσηυχήθη προς τον Ιεχωβά και είπεν, Ω Ιεχωβά, δεν ήτο ούτος ο λόγος μου, ενώ έτι ήμην εν τη πατρίδι μου; διά τούτο προέλαβον να φύγω εις Θαρσείς· διότι εγνώριζον ότι συ είσαι Θεός ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος και μετανοών διά το κακόν. Και τώρα, Ιεχωβά, λάβε, δέομαί σου, την ψυχήν μου απ’ εμού· διότι είναι κάλλιον εις εμέ να αποθάνω παρά να ζω. Και είπε Ιεχωβά, Είναι καλόν να αγανακτής; Και εξήλθεν Ιωνάς από της πόλεως και εκάθησε κατά το ανατολικόν μέρος της πόλεως, και εκεί έκαμεν εις εαυτόν καλύβην και εκάθητο υποκάτω αυτής εν τη σκιά, εωσού ίδη τι έμελλε να γείνη εις την πόλιν. Και διέταξε ο Ιεχωβά Θεός κολοκύνθην και έκαμε να αναβή επάνωθεν του Ιωνά, διά να ήναι σκιά υπεράνω της κεφαλής αυτού, διά να ανακουφίση αυτόν από της θλίψεως αυτού. Και εχάρη ο Ιωνάς διά την κολοκύνθην χαράν μεγάλην. Και διέταξεν ο Θεός σκώληκα, ότε εχάραξεν η αυγή της επαύριον· και επάταξε την κολοκύνθην και εξηράνθη. Και καθώς ανέτειλεν ο ήλιος, διέταξεν ο Θεός άνεμον ανατολικόν καυστικόν· και προσέβαλεν ο ήλιος επί την κεφαλήν του Ιωνά, ώστε ώλιγοψύχησε· και εζήτησεν εν τη ψυχή αυτού να αποθάνη, και είπεν, Είναι κάλλιον εις εμέ να αποθάνω παρά να ζω. Και είπεν ο Θεός προς τον Ιωνάν, είναι καλόν να αγανακτής διά την κολοκύνθην; Και είπε, Καλόν είναι να αγανακτώ έως θανάτου. Και είπε Ιεχωβά, Συ συμπόνεσες την κολοκύνθη, διά την οποίαν δεν εκοπίασας, αλλ’ ουδέ έκαμες αυτήν να αυξήση, ήτις εγεννήθη εν μιά νυκτί και εν μιά νυκτί εχάθη. Και εγώ δεν έπρεπε να συμπονέσω τη Νινευή, την πόλιν τη μεγάλη, εν ή υπάρχουσι πλειότεροι των δώδεκα μυριάδων ανθρώπων, οίτινες δεν διακρίνουσι την δεξιάν αυτών από της αριστεράς αυτών, και κτήνη πολλά;

Σύνοψη της ιστορίας της Νινευή

Παρόλο που η ιστορία της «Σωτηρίας της Νινευή από τον Θεό» είναι σύντομη, μας επιτρέπει να διακρίνουμε την άλλη πλευρά της δίκαιης διάθεσης του Θεού. Προκειμένου να κατανοήσουμε από τι ακριβώς αποτελείται η πλευρά αυτή, πρέπει να επιστρέψουμε στις Γραφές και να επανεξετάσουμε μία από τις πράξεις του Θεού την οποία επιτέλεσε κατά τη διαδικασία του έργου Του.

Ας δούμε πρώτα την αρχή αυτής της ιστορίας: «Και έγεινε λόγος Ιεχωβά προς Ιωνάν τον υιόν του Αμαθί, λέγων, Σηκώθητι, ύπαγε εις Νινευή, την πόλιν την μεγάλην, και κήρυξον κατ’ αυτής· διότι η ασέβεια αυτών ανέβη ενώπιόν μου» (Ιων. 1:1-2). Σε αυτό το απόσπασμα από τις Γραφές, γνωρίζουμε ότι ο Ιεχωβά Θεός διέταξε τον Ιωνά να πάει στην πόλη Νινευή. Αλλά γιατί διέταξε τον Ιωνά να πάει στην πόλη αυτή; Η Βίβλος είναι εξαιρετικά σαφής σχετικά με αυτό: Η κακία του λαού μέσα στη συγκεκριμένη πόλη είχε έλθει ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, γι’ αυτό και Εκείνος έστειλε τον Ιωνά να τους διακηρύξει τι σκόπευε να κάνει. Παρόλο που δεν υπάρχει τίποτα καταγεγραμμένο που να μας λέει ποιος ήταν ο Ιωνάς, αυτό, φυσικά, δεν έχει καμία σχέση με τη γνώση του Θεού και, συνεπώς, εσείς δεν χρειάζεται να καταλάβετε αυτόν τον άνθρωπο, τον Ιωνά. Εσείς χρειάζεται μόνο να γνωρίζετε τι διέταξε ο Θεός τον Ιωνά να κάνει και ποιοι ήταν οι λόγοι του Θεού πράττοντάς το αυτό.

Η προειδοποίηση του Ιεχωβά Θεού φτάνει στους κατοίκους της Νινευή

Ας προχωρήσουμε στο δεύτερο χωρίο, στο τρίτο κεφάλαιο του Βιβλίου του Ιωνά: «Και ήρχισεν ο Ιωνάς να διέρχηται εις την πόλιν οδόν μιας ημέρας και εκήρυξε και είπεν, Έτι τεσσαράκοντα ημέραι και η Νινευή θέλει καταστραφή». Τούτα είναι τα λόγια που ο Θεός διαβίβασε απευθείας στον Ιωνά, για να τα πει στους κατοίκους της Νινευή, άρα, φυσικά, αυτά είναι τα λόγια που ο Ιεχωβά ήθελε να πει στους κατοίκους της Νινευή. Τα λόγια αυτά λένε στους ανθρώπους ότι ο Θεός άρχισε να αποστρέφεται και να απεχθάνεται τον λαό της πόλης, επειδή η κακία τους είχε έλθει ενώπιον του βλέμματός Του Του, και έτσι θέλησε να καταστρέψει την πόλη αυτή. Ωστόσο, προτού ο Θεός καταστρέψει την πόλη, θα πραγματοποιούσε άγγελμα στους κατοίκους της Νινευή, ενώ, ταυτόχρονα, θα τους παρείχε την ευκαιρία να μετανοήσουν για την κακία τους και να ξεκινήσουν εκ νέου. Η ευκαιρία αυτή επρόκειτο να διαρκέσει σαράντα ημέρες, όχι περισσότερο. Με άλλα λόγια, εάν οι άνθρωποι μέσα στην πόλη δεν μετανοούσαν, δεν παραδέχονταν τις αμαρτίες τους και δεν γονάτιζαν ενώπιον του Ιεχωβά Θεού εντός σαράντα ημερών, ο Θεός θα κατέστρεφε την πόλη, όπως είχε καταστρέψει και τα Σόδομα. Τούτο ήθελε να πει ο Ιεχωβά Θεός στους κατοίκους της Νινευή. Σαφώς, αυτό δεν ήταν μια απλή δήλωση. Δεν διαβίβαζε μόνο τον θυμό του Ιεχωβά Θεού, αλλά και τη στάση Του προς τους κατοίκους της Νινευή, ενώ, ταυτόχρονα, η δήλωση αυτή χρησίμευε και ως επίσημη προειδοποίηση προς τους ανθρώπους που ζούσαν μέσα στην πόλη. Η προειδοποίηση αυτή τους έλεγε ότι οι κακές τους πράξεις τούς είχαν κοστίσει την απέχθεια του Ιεχωβά Θεού και σύντομα θα τους έφερναν στο χείλος του αφανισμού τους. Ως εκ τούτου, η ζωή κάθε κατοίκου της Νινευή διέτρεχε άμεσο κίνδυνο.

Η έντονη αντίθεση ανάμεσα στην αντίδραση της Νινευή και των Σοδόμων στην προειδοποίηση του Ιεχωβά Θεού

Τι σημαίνει «ανατροπή»; Στην καθομιλουμένη, σημαίνει να μην υπάρχεις πια. Αλλά με τι τρόπο; Ποιος θα μπορούσε να ανατρέψει μια ολόκληρη πόλη; Φυσικά, είναι αδύνατο για τον άνθρωπο να εκτελέσει μια τέτοια πράξη. Ο λαός της Νινευή δεν ήταν ανόητος· αμέσως μόλις άκουσε το άγγελμα, κατάλαβε. Ήξεραν όλοι ότι το άγγελμα είχε προέλθει από τον Θεό· ήξεραν ότι ο Θεός επρόκειτο να επιτελέσει το έργο Του, ήξεραν ότι η κακία τους είχε εξοργίσει τον Ιεχωβά Θεό, επιφέροντας πάνω τους τον θυμό Του, οπότε επρόκειτο να καταστραφούν σύντομα, μαζί με την πόλη τους. Πώς συμπεριφέρθηκε ο λαός της πόλης αφότου άκουσε την προειδοποίηση του Ιεχωβά Θεού; Η Βίβλος περιγράφει με ιδιαίτερες λεπτομέρειες το πώς αντέδρασαν οι άνθρωποι, από τον βασιλιά έως τους κοινούς πολίτες. Στις Γραφές καταγράφονται τα ακόλουθα λόγια: «Και οι άνδρες της Νινευή επίστευσαν εις τον Θεόν και εκήρυξαν νηστείαν και ενεδύθησαν σάκκους από μεγάλου αυτών έως μικρού αυτών· διότι ο λόγος είχε φθάσει προς τον βασιλέα της Νινευή και εσηκώθη από του θρόνου αυτού και αφήρεσε την στολήν αυτού επάνωθεν εαυτού και εσκεπάσθη με σάκκον και εκάθησεν επί σποδού. Και διεκηρύχθη και εγνωστοποιήθη εν τη Νινευή διά ψηφίσματος του βασιλέως και των μεγιστάνων αυτού και ελαλήθη, οι άνθρωποι και τα κτήνη, οι βόες και τα πρόβατα, να μη γευθώσι μηδέν, μηδέ να βοσκήσωσι, μηδέ ύδωρ να πίωσιν· αλλ’ άνθρωπος και κτήνος να σκεπασθώσι με σάκκους και να φωνάξωσιν ισχυρώς προς τον Θεόν· και ας επιστρέψωσιν έκαστος από της οδού αυτού της πονηράς και από της αδικίας, ήτις είναι εν ταις χερσίν αυτών. […]» (Ιων. 3:5-9).

Αφού άκουσαν το άγγελμα του Ιεχωβά Θεού, ο λαός της Νινευή επέδειξε μια στάση εντελώς αντίθετη προς εκείνη του λαού των Σοδόμων —ενώ ο λαός των Σοδόμων εναντιώθηκε ανοιχτά στον Θεό, προχωρώντας από κακό σε κακό, οι κάτοικοι της Νινευή, αφού άκουσαν τα λόγια αυτά, δεν αγνόησαν το θέμα, ούτε προέβαλαν αντίσταση. Αντίθετα, πίστεψαν τον Θεό και κήρυξαν νηστεία. Τι σημαίνει η λέξη «πίστεψαν» εδώ; Η ίδια η λέξη υποδηλώνει πίστη και υποταγή. Αν χρησιμοποιήσουμε την ίδια τη συμπεριφορά των κατοίκων της Νινευή για να εξηγήσουμε τη λέξη, τότε σημαίνει ότι πίστεψαν πως ο Θεός μπορούσε και θα έπραττε ό,τι είχε πει, και πως εκείνοι ήταν πρόθυμοι να μετανοήσουν. Μήπως ο λαός της Νινευή αισθάνθηκε φόβο εν όψει της επικείμενης καταστροφής; Η πίστη τους ήταν εκείνη που γέννησε τον φόβο στις καρδιές τους. Άρα, τι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, για να αποδείξουμε την πίστη και τον φόβο των κατοίκων της Νινευή; Είναι, όπως τα λέει η Βίβλος: «[…] εκήρυξαν νηστείαν και ενεδύθησαν σάκκους από μεγάλου αυτών έως μικρού αυτών». Τούτο σημαίνει ότι οι κάτοικοι της Νινευή πίστεψαν αληθινά, και ότι από την πίστη αυτή γεννήθηκε φόβος, ο οποίος στη συνέχεια τούς οδήγησε στη νηστεία και την ένδυση με σακιά. Έτσι έδειξαν ότι άρχιζαν να μετανοούν. Σε απόλυτη αντίθεση με τους ανθρώπους των Σοδόμων, οι κάτοικοι της Νινευή όχι μόνο δεν εναντιώθηκαν στον Θεό, αλλά και κατέδειξαν σαφώς τη μετάνοιά τους μέσω της συμπεριφοράς και των ενεργειών τους. Φυσικά, τούτο ήταν κάτι που έκαναν όλοι οι κάτοικοι της Νινευή, όχι μόνο οι κοινοί θνητοί —ο βασιλιάς δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

Η μετάνοια του βασιλιά της Νινευή κερδίζει την επιδοκιμασία του Ιεχωβά Θεού

Ακούγοντας τα νέα αυτά ο βασιλιάς της Νινευή, σηκώθηκε από τον θρόνο του, έβγαλε τον χιτώνα του, φόρεσε ένα σακί και κάθισε πάνω σε στάχτες. Στη συνέχεια, διακήρυξε ότι κανείς στην πόλη δεν επιτρεπόταν να φάει οτιδήποτε, και ότι κανένα πρόβατο, βόδι ή οποιοδήποτε άλλο ζωντανό δεν θα επιτρεπόταν να βοσκήσει ή να πιει νερό. Άνθρωποι και ζωντανά έπρεπε να φορέσουν σακιά, οι δε άνθρωποι έπρεπε να ικετεύσουν θερμά τον Θεό. Ο βασιλιάς επίσης διακήρυξε ότι κάθε ένας από αυτούς έπρεπε να απομακρυνθεί από τους κακούς τρόπους του και να απαρνηθεί τη βία των χεριών του. Κρίνοντας από αυτήν τη σειρά πράξεων, ο βασιλιάς της Νινευή είχε αληθινή μετάνοια στην καρδιά του. Αυτή η σειρά ενεργειών που πραγματοποίησε —όταν σηκώθηκε από τον θρόνο του, πέταξε μακριά τον βασιλικό του χιτώνα, φόρεσε το σακί και κάθισε στις στάχτες— διδάσκει στους ανθρώπους ότι ο βασιλιάς της Νινευή έβαζε κατά μέρος τη βασιλική θέση του και φορούσε σακί μαζί με τους κοινούς θνητούς. Τούτο σημαίνει ότι ο βασιλιάς της Νινευή, αφότου άκουσε το άγγελμα του Ιεχωβά Θεού, δεν κράτησε τη βασιλική του θέση για να συνεχίσει τον κακό δρόμο του ή τη βία των χεριών του· αντίθετα, έβαλε κατά μέρος την εξουσία που είχε στα χέρια του και μετανόησε ενώπιον του Ιεχωβά Θεού. Τη δεδομένη στιγμή, ο βασιλιάς της Νινευή δεν μετανοούσε ως βασιλιάς· είχε έρθει ενώπιον του Θεού, προκειμένου να μετανοήσει και να ομολογήσει τις αμαρτίες του ως κοινός υποτελής Του. Επιπλέον, είπε και σε ολόκληρη την πόλη να μετανοήσει και να ομολογήσει τις αμαρτίες της ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, όπως και ο ίδιος· επιπροσθέτως, είχε και ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς να το πράξει, όπως φαίνεται και στις Γραφές: «Οι άνθρωποι και τα κτήνη, οι βόες και τα πρόβατα, να μη γευθώσι μηδέν, μηδέ να βοσκήσωσι, μηδέ ύδωρ να πίωσιν […] και να φωνάξωσιν ισχυρώς προς τον Θεόν· και ας επιστρέψωσιν έκαστος από της οδού αυτού της πονηράς και από της αδικίας, ήτις είναι εν ταις χερσίν αυτών». Ως κυβερνήτης της πόλης, ο βασιλιάς της Νινευή κατείχε ύπατη θέση και δύναμη, και μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε. Ερχόμενος αντιμέτωπος με το άγγελμα του Ιεχωβά Θεού, θα μπορούσε να αγνοήσει το θέμα ή απλώς να μετανοήσει και να ομολογήσει τις αμαρτίες του μόνο αυτός· όσο για το αν οι άνθρωποι στην πόλη επέλεγαν ή όχι να μετανοήσουν, θα μπορούσε να έχει αγνοήσει εντελώς το θέμα. Ωστόσο, ο βασιλιάς της Νινευή δεν έπραξε καθόλου αυτό. Όχι μόνο σηκώθηκε από τον θρόνο του, φόρεσε σακί, πασπάλισε εαυτόν με στάχτες, μετανοώντας για τις αμαρτίες του και ομολογώντας τις ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, αλλά διέταξε και όλους τους ανθρώπους και τα ζωντανά της πόλης να πράξουν το ίδιο. Πρόσταξε, μάλιστα, τους ανθρώπους να «φωνάξωσιν ισχυρώς προς τον Θεόν». Μέσα από αυτή τη σειρά ενεργειών, ο βασιλιάς της Νινευή εκπλήρωσε πραγματικά αυτό που πρέπει να εκπληρώνει ένας κυβερνήτης. Η σειρά των ενεργειών του είναι τέτοια, που οποιοσδήποτε βασιλιάς της ιστορίας των ανθρώπων θα δυσκολευόταν να την επιτύχει, και, πράγματι, κανένας άλλος βασιλιάς δεν πέτυχε αυτά τα πράγματα. Οι ενέργειες αυτές μπορούν να αποκληθούν πρωτοφανείς στην ανθρώπινη ιστορία και αξίζουν να μνημονεύονται από την ανθρωπότητα και να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για αυτήν. Από τις απαρχές του ανθρώπινου γένους, κάθε βασιλιάς είχε οδηγήσει τους υπηκόους του στην αντίσταση και την εναντίωση προς τον Θεό. Κανείς ποτέ δεν είχε καθοδηγήσει τους υπηκόους του στο να ικετεύσουν τον Θεό να τους συγχωρέσει για την κακία τους, να λάβουν τη συγχώρηση του Ιεχωβά Θεού και να αποφύγουν την επικείμενη τιμωρία. Ο βασιλιάς της Νινευή, ωστόσο, κατάφερε να καθοδηγήσει τους υπηκόους του να στραφούν προς τον Θεό, να αφήσουν πίσω αμφότεροι τους κακούς τρόπους τους και να εγκαταλείψουν τη βία των χεριών τους. Επιπλέον, στάθηκε επίσης ικανός να βάλει κατά μέρος τον θρόνο του και, σε αντάλλαγμα, ο Ιεχωβά Θεός άλλαξε γνώμη και ένιωσε τύψεις, ανακαλώντας την οργή Του και επιτρέποντας στους ανθρώπους της πόλης να επιζήσουν, προφυλάσσοντάς τους από την καταστροφή. Οι ενέργειες του βασιλιά μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο ως σπάνιο θαύμα στην ιστορία του ανθρώπου, αλλά και πρότυπο παράδειγμα μιας διεφθαρμένης ανθρωπότητας, που μετανοεί για τις αμαρτίες της και τις ομολογεί ενώπιον του Θεού.

Ο Θεός βλέπει την ειλικρινή μετάνοια βαθιά στην καρδιά των κατοίκων της Νινευή

Αφού άκουσαν τη διακήρυξη του Θεού, ο βασιλιάς της Νινευή και οι υπήκοοί του εκπλήρωσαν μια σειρά ενεργειών. Ποια ήταν η φύση αυτών των ενεργειών και της συμπεριφοράς τους; Με άλλα λόγια, ποια ήταν η ουσία της διαγωγής τους στο σύνολό της; Για ποιον λόγο έπραξαν όσα έπραξαν; Στα μάτια του Θεού, είχαν μετανοήσει ειλικρινά —όχι μονάχα επειδή Τον ικέτευσαν με θέρμη και ομολόγησαν τις αμαρτίες τους ενώπιόν Του, αλλά και επειδή εγκατέλειψαν την κακή διαγωγή τους. Ενήργησαν κατ’ αυτόν τον τρόπο, διότι, ακούγοντας τα λόγια του Θεού, αισθάνθηκαν απίστευτο τρόμο και πίστεψαν ότι Εκείνος επρόκειτο να πράξει στ’ αλήθεια όσα είπε. Νηστεύοντας, φορώντας σακιά και καθήμενοι στις στάχτες, θέλησαν να δηλώσουν την προθυμία τους να αναμορφώσουν τους τρόπους τους και να απέχουν από την κακία και προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά Θεό ώστε να συγκρατήσει τον θυμό Του, ικετεύοντάς Τον να ανακαλέσει την απόφασή Του και την καταστροφή που ετοιμαζόταν να πέσει πάνω τους. Εάν εξετάσουμε το σύνολο της συμπεριφοράς τους, μπορούμε να δούμε ότι είχαν ήδη κατανοήσει πως οι προηγούμενες κακές πράξεις τους ήταν απεχθείς στον Ιεχωβά Θεό, καθώς και ότι είχαν κατανοήσει τον λόγο, για τον οποίο Εκείνος επρόκειτο να τους καταστρέψει σύντομα. Γι’ αυτό όλοι ήθελαν να μετανοήσουν πλήρως, να απομακρυνθούν από τους κακούς τους τρόπους και να εγκαταλείψουν τη βία των χεριών τους. Με άλλα λόγια, μόλις έμαθαν τη διακήρυξη του Ιεχωβά Θεού, ο κάθε ένας τους ένιωσε φόβο στην καρδιά του· δεν συνέχισαν την κακή διαγωγή τους, ούτε διέπρατταν πλέον τις πράξεις που απεχθανόταν τόσο ο Ιεχωβά Θεός. Επιπροσθέτως, ικέτευσαν τον Ιεχωβά Θεό να συγχωρήσει τις προηγούμενες αμαρτίες τους και να μην τους μεταχειριστεί σύμφωνα με τις προηγούμενες ενέργειές τους. Ήταν πρόθυμοι να μην εμπλακούν ποτέ ξανά σε κακές πράξεις, και να ενεργούν σύμφωνα με τις οδηγίες του Ιεχωβά Θεού, προκειμένου να μπορέσουν να μην Τον εξοργίσουν ποτέ ξανά. Η μετάνοιά τους ήταν ειλικρινής και βαθιά. Πήγαζε από τα βάθη της καρδιάς τους και δεν ήταν προσποιητή, ούτε προσωρινή.

Μόλις ολόκληρος ο λαός της Νινευή, από τον βασιλιά μέχρι τους κοινούς θνητούς, έμαθαν ότι ο Ιεχωβά Θεός ήταν οργισμένος μαζί τους, ο Θεός μπορούσε να δει σαφώς και ξεκάθαρα κάθε μία από τις επακόλουθες ενέργειές τους και τη συμπεριφορά τους στο σύνολό της, καθώς και όλες τις αποφάσεις και επιλογές που έκαναν. Βλέποντας τη συμπεριφορά τους, ο Θεός άλλαξε γνώμη. Τι μπορεί να σκεφτόταν ο Θεός εκείνη ακριβώς τη στιγμή; Η Βίβλος μπορεί να σου απαντήσει την ερώτηση αυτή. Τα ακόλουθα λόγια καταγράφηκαν στις Γραφές: «Και είδεν ο Θεός τα έργα αυτών, ότι επέστρεψαν από της οδού αυτών της πονηράς· και μετεμελήθη ο Θεός περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη εις αυτούς· και δεν έκαμεν αυτό» (Ιων. 3:10). Παρόλο που ο Θεός άλλαξε γνώμη, δεν υπήρχε τίποτα περίπλοκο ως προς τη σκέψη Του. Απλώς, μετέβη από την έκφραση του θυμού Του στον κατευνασμό του, και στη συνέχεια αποφάσισε να μην φέρει την καταστροφή στην πόλη της Νινευή. Ο λόγος για τον οποίο η απόφαση του Θεού —να απαλλάξει τους κατοίκους της Νινευή από την καταστροφή— ήταν τόσο γρήγορη, είναι ότι ο Θεός παρατήρησε την καρδιά του κάθε ανθρώπου της Νινευή. Είδε αυτό που έκρυβαν βαθιά μέσα στην καρδιά τους: την ειλικρινή τους μετάνοια και ομολογία για τις αμαρτίες τους, την ειλικρινή πίστη τους σε Εκείνον, τη βαθιά συναίσθησή τους ότι οι κακές τους πράξεις είχαν εξοργίσει τη διάθεσή Του και τον απορρέοντα φόβο για την επικείμενη τιμωρία από τον Ιεχωβά Θεό. Την ίδια στιγμή, ο Ιεχωβά Θεός άκουσε και τις προσευχές τους, οι οποίες πήγαζαν από τα βάθη της καρδιάς τους, να τον ικετεύουν να μην είναι πλέον θυμωμένος εναντίον τους, ώστε να καταφέρουν να αποφύγουν την καταστροφή. Όταν ο Θεός παρατήρησε όλα αυτά τα γεγονότα, σιγά-σιγά ο θυμός Του έσβησε. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλος ήταν πριν ο θυμός Του, βλέποντας την ειλικρινή μετάνοια στα βάθη της καρδιάς των ανθρώπων αυτών, η καρδιά Του συγκινήθηκε και έτσι δεν μπορούσε να αντέξει να τους επιφέρει την καταστροφή, και έπαψε να είναι θυμωμένος μαζί τους. Αντ’ αυτού, συνέχισε να τείνει το έλεος και την ανεκτικότητά Του προς αυτούς, και εξακολούθησε να τους καθοδηγεί και να τους προσφέρει.

Εάν η πίστη σου στον Θεό είναι αληθινή, θα λαμβάνεις συχνά τη φροντίδα Του

Η αλλαγή των προθέσεων του Θεού προς τον λαό της Νινευή, δεν εμπεριείχε δισταγμούς ή οτιδήποτε αμφίσημο ή ασαφές. Μάλλον, ήταν μια μεταμόρφωση από τον καθαρό θυμό στην καθαρή ανεκτικότητα. Τούτη είναι μια πραγματική αποκάλυψη της ουσίας του Θεού. Ο Θεός δεν είναι ποτέ αμφίγνωμος ή διστακτικός στις πράξεις Του· οι αρχές και οι στόχοι πίσω από τις ενέργειές Του είναι όλα σαφή και ολοφάνερα, καθαρά και τέλεια, χωρίς την ανάμιξη κανενός απολύτως τεχνάσματος ή σκευωρίας. Με άλλα λόγια, η ουσία του Θεού δεν περιέχει σκοτάδι ή μοχθηρία. Ο Θεός θύμωσε με τους κατοίκους της Νινευή επειδή οι κακές τους πράξεις είχαν έλθει ενώπιον του βλέμματός Του· τη δεδομένη στιγμή, ο θυμός Του πήγαζε από την ουσία Του. Εντούτοις, όταν η οργή του Θεού διαλύθηκε, χαρίζοντας για άλλη μια φορά την ανεκτικότητά Του στον λαό της Νινευή, όλα όσα αποκάλυψε αποτελούσαν και πάλι τη δική Του ουσία. Το σύνολο της μεταβολής αυτής οφειλόταν σε μια αλλαγή στη στάση του ανθρώπου απέναντι στον Θεό. Κατά τη διάρκεια ολόκληρης αυτής της χρονικής περιόδου, η απρόσβλητη διάθεση του Θεού δεν άλλαξε, η ανεκτική ουσία του Θεού δεν άλλαξε, αλλά ούτε και η στοργική και ελεήμων ουσία Του. Όταν οι άνθρωποι διαπράττουν κακές πράξεις και προσβάλλουν τον Θεό, Εκείνος επιφέρει σε αυτούς τον θυμό Του. Όταν οι άνθρωποι μετανοούν πραγματικά, η γνώμη του Θεού αλλάζει, και ο θυμός Του παύει. Όταν οι άνθρωποι συνεχίζουν πεισματικά να εναντιώνονται στον Θεό, η οργή Του είναι ακατάπαυστη· λίγο-λίγο, η οργή Του θα πέσει πάνω τους ώσπου να καταστραφούν. Τούτη είναι η ουσία της διάθεσης του Θεού. Το τι εκφράζει και αποκαλύπτει ο Θεός όσον αφορά τη διάθεσή Του, είτε πρόκειται για την οργή Του είτε για το έλεος και τη στοργική Του καλοσύνη, εξαρτάται από τη διαγωγή και τη συμπεριφορά των ανθρώπων, καθώς και από τη στάση που διατηρούν βαθιά μέσα τους απέναντι τον Θεό. Εάν ο Θεός υποβάλλει συνεχώς έναν άνθρωπο στην οργή Του, η καρδιά του συγκεκριμένου ανθρώπου αναμφισβήτητα εναντιώνεται στον Θεό. Επειδή αυτό το άτομο ποτέ δεν μετανόησε αληθινά, δεν έσκυψε το κεφάλι του ενώπιον του Θεού ούτε και πίστεψε πραγματικά στον Θεό, ποτέ δεν κέρδισε το έλεος και την ανεκτικότητά Του. Εάν κάποιος λαμβάνει συχνά τη φροντίδα του Θεού, το έλεος και την ανεκτικότητά Του, τότε, αναμφίβολα, ο άνθρωπος αυτός έχει αληθινή πίστη για τον Θεό μέσα στην καρδιά του, και η καρδιά του δεν εναντιώνεται στον Θεό. Μετανοεί συχνά και ειλικρινά ενώπιον του Θεού· ως εκ τούτου, ακόμα κι αν η πειθαρχία του Θεού πέφτει συχνά πάνω σε αυτόν τον άνθρωπο, η οργή Του δεν πρόκειται.

Ο σύντομος αυτός απολογισμός επιτρέπει στους ανθρώπους να κοιτάξουν την καρδιά του Θεού, να δουν την πραγματικότητα της ουσίας Του, να κατανοήσουν ότι ο θυμός του Θεού και οι αλλαγές των προθέσεών Του δεν είναι χωρίς αιτία. Παρά την έντονη αντίφαση που επέδειξε ο Θεός όταν ήταν οργισμένος και όταν άλλαξε γνώμη, το οποίο ωθεί τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι υπάρχει μεγάλη ασυνέπεια ή αντίθεση μεταξύ των δύο αυτών πτυχών της ουσίας του Θεού —του θυμού και της ανεκτικότητας Του— η στάση του Θεού απέναντι στη μετάνοια των κατοίκων της Νινευή, για μια ακόμα φορά, επιτρέπει στους ανθρώπους να δουν μια άλλη πλευρά της αληθινής διάθεσης του Θεού. Η αλλαγή της γνώμης του Θεού επιτρέπει πραγματικά στην ανθρωπότητα να δει για άλλη μια φορά την αλήθεια του ελέους και της στοργικότητας του Θεού, καθώς και την αληθινή αποκάλυψη της ουσίας Του. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι το έλεος και η στοργικότητα του Θεού δεν είναι μύθοι, ούτε κατασκευάσματα. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, κατά τη δεδομένη στιγμή, τα συναισθήματα του Θεού ήταν αληθινά, όπως και η αλλαγή της γνώμης Του —ο Θεός παραχώρησε πράγματι, για άλλη μια φορά, το έλεος και την ανεκτικότητά Του στην ανθρωπότητα.

Η αληθινή μετάνοια στις καρδιές των κατοίκων της Νινευή κερδίζει το έλεος του Θεού και αλλάζει το ίδιο το αποτέλεσμά τους

Υπήρξε κάποια αντίφαση μεταξύ της αλλαγής της γνώμης του Θεού και της οργής Του; Φυσικά και όχι! Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η ανεκτικότητα του Θεού τη συγκεκριμένη στιγμή είχε την αιτία της. Ποια μπορεί να είναι αυτή; Είναι αυτή που δίνεται στη Βίβλο: «Κάθε άνθρωπος απομακρύνθηκε από τον κακό δρόμο του» και «εγκατέλειψε τη βία των χεριών του».

Η έκφραση «κακός δρόμος» δεν αναφέρεται σε κάποια χούφτα κακών πράξεων, αλλά στο κακό από το οποίο πηγάζει η συμπεριφορά των ανθρώπων. «Η απομάκρυνση από τον κακό δρόμο» σημαίνει ότι οι εν λόγω άνθρωποι δεν θα διαπράξουν ποτέ ξανά τις συγκεκριμένες πράξεις. Με άλλα λόγια, ποτέ ξανά δεν θα συμπεριφερθούν με τον κακό αυτόν τρόπο· η μέθοδος, η πηγή, ο στόχος, η πρόθεση και η αρχή των ενεργειών τους έχουν όλα αλλάξει· ποτέ ξανά δεν θα χρησιμοποιήσουν εκείνες τις μεθόδους και αρχές για να χαρίσουν ευχαρίστηση και ευτυχία στις καρδιές τους. Το «εγκαταλείπουν» στο «εγκαταλείπουν τη βία των χεριών τους» σημαίνει να βάλουν κατά μέρος ή να πετάξουν, να χωρίσουν εντελώς από το παρελθόν και να μην γυρίσουν ποτέ πίσω. Όταν οι κάτοικοι της Νινευή εγκατέλειψαν τη βία των χεριών τους, τούτο απέδειξε και αντιπροσώπευσε την αληθινή μετάνοιά τους. Ο Θεός παρατηρεί τόσο την εξωτερική εμφάνιση των ανθρώπων, όσο και την καρδιά τους. Όταν ο Θεός παρατήρησε πέρα από κάθε αμφιβολία την αληθινή μετάνοια στις καρδιές των κατοίκων της Νινευή, καθώς και ότι είχαν αφήσει τους κακούς τρόπους τους και είχαν εγκαταλείψει τη βία των χεριών τους, άλλαξε γνώμη. Τούτο σημαίνει ότι η διαγωγή και συμπεριφορά των ανθρώπων αυτών και οι διάφοροι τρόποι τους να κάνουν τα πράγματα, καθώς και η αληθινή ομολογία και μετάνοιά τους για τις αμαρτίες στην καρδιά τους, ώθησαν τον Θεό να αλλάξει τη γνώμη και τις προθέσεις Του, να ανακαλέσει την απόφασή Του και να μην τους τιμωρήσει ούτε να τους καταστρέψει. Έτσι, ο λαός της Νινευή πέτυχε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα για τον εαυτό του. Εξαγόρασαν τις ίδιες τους τις ζωές και ταυτόχρονα κέρδισαν το έλεος και την ανεκτικότητα του Θεού, οπότε και ο Θεός ανακάλεσε την οργή Του.

Δεν σπανίζει το έλεος και η ανεκτικότητα του Θεού, όμως σπανίζει η αληθινή μετάνοια του ανθρώπου

Ανεξάρτητα από το πόσο θυμωμένος ήταν ο Θεός με τους κατοίκους της Νινευή, αμέσως μόλις εκείνοι κήρυξαν νηστεία, και ντύθηκαν εν σάκκω και σποδώ, η καρδιά Του άρχισε να μαλακώνει, και Εκείνος άρχισε να αλλάζει γνώμη. Όταν τους διακήρυξε ότι επρόκειτο να καταστρέψει την πόλη τους —τη στιγμή που προηγήθηκε της ομολογίας και της μετάνοιάς τους για τις αμαρτίες τους— ο Θεός εξακολουθούσε να είναι θυμωμένος μαζί τους. Μετά την εκτέλεση μιας σειράς από πράξεις μετανοίας, ο θυμός του Θεού για τον λαό της Νινευή μεταμορφώθηκε σταδιακά σε έλεος και ανεκτικότητα προς εκείνους. Δεν υπάρχει τίποτε αντιφατικό σχετικά με την συμπτωματική αποκάλυψη των δύο αυτών πτυχών της διάθεσης του Θεού στο ίδιο γεγονός. Πώς, λοιπόν, μπορεί κάποιος να κατανοήσει και να γνωρίσει αυτήν την έλλειψη αντιφατικότητας; Ο Θεός διατύπωσε και αποκάλυψε με τη σειρά κάθε μία από τις δύο αυτές εκ διαμέτρου αντίθετες ουσίες, καθώς οι άνθρωποι της Νινευή μετανοούσαν, επιτρέποντας στους ανθρώπους να δουν την πραγματικότητα και το απρόσβλητο της ουσίας του Θεού. Ο Θεός χρησιμοποίησε τη στάση Του, για να πει στους ανθρώπους τα εξής: Δεν είναι ότι ο Θεός δεν ανέχεται τους ανθρώπους, ή ότι δεν θέλει να τους δείξει έλεος· αντίθετα, είναι ότι σπανίως μετανοούν πραγματικά απέναντι στον Θεό, και είναι σπάνιο να απομακρυνθούν πραγματικά οι άνθρωποι από τους κακούς τρόπους τους και να εγκαταλείψουν τη βία των χεριών τους. Με άλλα λόγια, όταν ο Θεός είναι θυμωμένος με τον άνθρωπο, ελπίζει ότι ο άνθρωπος θα είναι ικανός να μετανοήσει αληθινά και πράγματι ελπίζει να δει την πραγματική μετάνοια του ανθρώπου, οπότε και θα συνεχίσει να παρέχει ελεύθερα το έλεος και την ανεκτικότητά Του σε αυτόν. Τούτο σημαίνει ότι η κακή διαγωγή του ανθρώπου επισύρει την οργή του Θεού, ενώ το έλεος και η ανεκτικότητά Του απονέμονται σε όσους ακούν τον Θεό και μετανοούν πραγματικά ενώπιόν Του, σε όσους μπορούν να απομακρυνθούν από τους κακούς τρόπους τους και μπορούν να εγκαταλείψουν τη βία των χεριών τους. Η στάση του Θεού αποκαλύφθηκε πολύ καθαρά στη μεταχείρισή Του προς τους κατοίκους της Νινευή: Το έλεος και η ανεκτικότητα του Θεού δεν είναι καθόλου δύσκολο να επιτευχθούν, και αυτό που απαιτεί Εκείνος είναι η αληθινή μετάνοια του ανθρώπου. Όσο οι άνθρωποι απομακρύνονται από τους κακούς τους τρόπους και εγκαταλείπουν τη βία των χεριών τους, ο Θεός αλλάζει τη γνώμη και τη στάση Του απέναντί τους.

Η δίκαιη διάθεση του δημιουργού είναι πραγματική και ζωντανή

Όταν ο Θεός άλλαξε στάση απέναντι στον λαό της Νινευή, το έλεος και η ανεκτικότητά Του ήταν ένα ψεύτικο προκάλυμμα; Φυσικά και όχι! Τότε, τι καταδεικνύει η μετάβαση μεταξύ των δύο αυτών πτυχών της διάθεσης του Θεού κατά την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης κατάστασης; Η διάθεση του Θεού αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο —δεν είναι καθόλου διαιρεμένη. Ανεξάρτητα από το αν Εκείνος εκφράζει θυμό ή έλεος και ανεκτικότητα προς τους ανθρώπους, όλα αποτελούν εκφράσεις της δίκαιης διάθεσής Του. Η διάθεση του Θεού είναι ζωτική και ολοφάνερη, κι Αυτός αλλάζει τις σκέψεις και τη στάση Του ανάλογα με τον τρόπο εξέλιξης των πραγμάτων. Η μεταβολή της στάσης Του προς τους κατοίκους της Νινευή διδάσκει στην ανθρωπότητα ότι έχει τις δικές Του σκέψεις και ιδέες· δεν είναι ρομπότ ούτε πήλινο αγαλματάκι, αλλά ο ίδιος ο ζωντανός Θεός. Μπορούσε να είναι θυμωμένος με τον λαό της Νινευή, ακριβώς όπως μπορούσε να συγχωρήσει το παρελθόν του λόγω της στάσης του· μπορούσε να αποφασίσει να φέρει δυστυχίες στους κατοίκους της Νινευή και μπορούσε, επίσης να αλλάξει την απόφασή Του χάρη στη μετάνοιά τους. Στους ανθρώπους αρέσει να εφαρμόζουν αυστηρά κανόνες, και να χρησιμοποιούν αυτούς τους κανόνες για να οριοθετήσουν και να ορίσουν τον Θεό, όπως και τους αρέσει να χρησιμοποιούν τύπους προκειμένου να επιχειρήσουν να κατανοήσουν τη διάθεση του Θεού. Γι’ αυτό, όσον αφορά τον τομέα της ανθρώπινης σκέψης, ο Θεός δεν σκέφτεται ούτε και διαθέτει καμιά ουσιαστική ιδέα. Όμως, στην πραγματικότητα, οι σκέψεις του Θεού τελούν υπό συνεχή μεταβολή, ανάλογα με τις αλλαγές στα πράγματα και τα περιβάλλοντα. Κατά τη διάρκεια της μεταβολής των σκέψεων αυτών, αποκαλύπτονται διαφορετικές πτυχές της ουσίας του Θεού. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μεταβολής, τη στιγμή ακριβώς που ο Θεός αλλάζει γνώμη, αυτό που δείχνει στο ανθρώπινο γένος είναι η αληθινή ύπαρξη της ζωής Του, καθώς και ότι η δίκαιη διάθεσή Του είναι γεμάτη δυναμική ζωτικότητα. Ταυτόχρονα, ο Θεός χρησιμοποιεί τις ίδιες τις αληθινές Του αποκαλύψεις, προκειμένου να αποδείξει στην ανθρωπότητα την πραγματικότητα της ύπαρξης της οργής, του ελέους, της στοργικότητας και της ανεκτικότητάς Του. Η ουσία Του αποκαλύπτεται ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε μέρος, ανάλογα με τον τρόπο εξέλιξης των πραγμάτων. Διαθέτει την οργή του λιονταριού, και το έλεος και την ανεκτικότητα μιας μητέρας. Κανείς άνθρωπος δεν επιτρέπεται να αμφισβητήσει, να παραβιάσει, να αλλάξει ή να στρεβλώσει τη δίκαιη διάθεσή Του. Μεταξύ όλων των ζητημάτων και όλων των πραγμάτων, η δίκαιη διάθεση του Θεού —δηλαδή η οργή και το έλεός Του— μπορεί να αποκαλυφθεί ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε μέρος. Ο Θεός εκφράζει έντονα τις πτυχές αυτές σε κάθε γωνιά ολόκληρης της δημιουργίας και τις εφαρμόζει με ζωντάνια σε κάθε στιγμή που περνά. Η δίκαιη διάθεση του Θεού δεν περιορίζεται από τον χρόνο ή τον χώρο· με άλλα λόγια, η δίκαιη διάθεση του Θεού δεν εκφράζεται μηχανικά ούτε αποκαλύπτεται σύμφωνα με τους περιορισμούς του χρόνου ή του χώρου, αλλά, αντίθετα, με απόλυτη ευκολία, και ανά πάσα στιγμή και παντού. Όταν βλέπεις τον Θεό να αλλάζει γνώμη και να παύει να δηλώνει την οργή Του, αποφεύγοντας να καταστρέψει την πόλη της Νινευή, μπορείς να πεις ότι ο Θεός είναι απλώς φιλεύσπλαχνος και στοργικός; Μπορείς να πεις ότι η οργή του Θεού αποτελείται από κενά λόγια; Όταν ο Θεός εκδηλώνει βίαιη οργή και αποσύρει το έλεός Του, μπορείς να πεις ότι δεν αισθάνεται αληθινή αγάπη προς την ανθρωπότητα; Αυτή η βίαιη οργή εκφράζεται από τον Θεό ως απάντηση στις κακές πράξεις των ανθρώπων· η οργή Του δεν έχει ψεγάδια. Η καρδιά του Θεού συγκινείται ως απάντηση στη μετάνοια των ανθρώπων, και η μετάνοια αυτή είναι εκείνη που μεταβάλλει τη γνώμη Του. Όταν νιώθει συγκινημένος, όταν αλλάζει η γνώμη Του, καθώς και όταν δείχνει το έλεος και την ανεκτικότητα Του προς τον άνθρωπο, όλα αυτά δεν έχουν κανένα απολύτως ψεγάδι· είναι καθαρά, αγνά, τέλεια και ανόθευτα. Η ανεκτικότητα του Θεού είναι αυτό ακριβώς: ανεκτικότητα· ακριβώς όπως και το έλεός Του δεν είναι τίποτε άλλο παρά έλεος. Η διάθεσή Του αποκαλύπτει οργή ή έλεος και ανεκτικότητα, ανάλογα με τη μετάνοια του ανθρώπου και τις μεταβολές στη διαγωγή του. Ανεξάρτητα από το τι αποκαλύπτει και εκφράζει Εκείνος, όλα είναι αγνά και ειλικρινή· η ουσία τους είναι διαφορετική από εκείνη οποιουδήποτε δημιουργήματος. Όταν ο Θεός εκφράζει τις αρχές που διέπουν τις ενέργειές Του, αυτές είναι απαλλαγμένες από οποιαδήποτε ψεγάδια ή ατέλειες, όπως και οι σκέψεις Του, οι ιδέες Του, και κάθε απόφαση που λαμβάνει και κάθε ενέργεια που κάνει. Εφόσον έτσι αποφάσισε ο Θεός και εφόσον έτσι έπραξε, έτσι ολοκληρώνει και τα εγχειρήματά Του. Τα αποτελέσματα των εγχειρημάτων Του είναι ορθά και αλάνθαστα, ακριβώς διότι και η πηγή τους είναι αψεγάδιαστη και τέλεια. Η οργή του Θεού είναι αψεγάδιαστη. Ομοίως, το έλεος και η ανεκτικότητα του Θεού —τα οποία δεν κατέχει κανένα δημιούργημα— είναι άγια και αψεγάδιαστα, και μπορούν να αντέξουν στην ενδελεχή μελέτη και την εμπειρία.

Μέσα από την κατανόηση της ιστορίας της Νινευή, βλέπετε πλέον την άλλη πλευρά της ουσίας της δίκαιης διάθεσης του Θεού; Βλέπετε την άλλη πλευρά της μοναδικής δίκαιης διάθεσης του Θεού; Υπάρχει κάποιος μέσα στην ανθρωπότητα, που να διαθέτει το συγκεκριμένο είδος διάθεσης; Μήπως κάποιος διαθέτει αυτό το είδος οργής, την οργή του Θεού; Έχει κάποιος το ανάλογο έλεος και την ανάλογη ανεκτικότητα με του Θεού; Ποιο από όλα τα δημιουργήματα μπορεί να συγκεντρώσει τόσο μεγάλη οργή και να αποφασίσει να καταστρέψει ή να προκαλέσει καταστροφή στην ανθρωπότητα; Και ποιος έχει τα προσόντα να παραχωρήσει έλεος στον άνθρωπο, να ανεχτεί και να συγχωρήσει, αλλάζοντας, έτσι, την προηγούμενη απόφασή του να τον καταστρέψει; Ο Δημιουργός εκφράζει τη δίκαιη διάθεσή Του μέσα από τις δικές Του μοναδικές μεθόδους και αρχές και δεν υπόκειται στον έλεγχο ή τους περιορισμούς κανενός ανθρώπου, γεγονότος ή πράγματος. Χάρη στη μοναδική διάθεσή Του, κανείς δεν είναι ικανός να Του αλλάξει σκέψεις και ιδέες, ούτε και να Τον πείσει να αλλάξει οποιαδήποτε από τις αποφάσεις Του. Ολόκληρη η συμπεριφορά και οι σκέψεις που διέπουν όλα τα δημιουργήματα υπάρχουν κάτω από την κρίση της δίκαιης διάθεσής Του. Κανείς δεν μπορεί να ελέγξει κατά πόσο ασκεί οργή ή έλεος· μόνο η ουσία του Δημιουργού —ή με άλλα λόγια, η δίκαιη διάθεση του Δημιουργού— μπορεί να το αποφασίσει αυτό. Τούτη είναι η μοναδική φύση της δίκαιης διάθεσης του Δημιουργού!

Μέσω της ανάλυσης και της κατανόησης της μεταβολής της στάσης του Θεού προς τον λαό της Νινευή, είστε ικανοί να χρησιμοποιήσετε τη λέξη «μοναδικός», προκειμένου να περιγράψετε το έλεος που βρίσκεται μέσα στη δίκαιη διάθεση του Θεού; Είπαμε προηγουμένως ότι η οργή του Θεού αποτελεί μια πτυχή της ουσίας της μοναδικής δίκαιης διάθεσής Του. Τώρα θα ορίσω δύο πτυχές —την οργή του Θεού και το έλεός Του— ως τη δίκαιη διάθεσή Του. Η δίκαιη διάθεση του Θεού είναι αγία· δεν ανέχεται προσβολές ή αμφισβητήσεις· είναι κάτι που δεν κατέχει κανένα από τα δημιουργημένα ή μη-δημιουργημένα όντα. Ανήκει μόνο και αποκλειστικά στον Θεό. Τούτο σημαίνει ότι η οργή του Θεού είναι αγία και απρόσβλητη. Παρομοίως, η άλλη όψη της δίκαιης διάθεσης του Θεού —το έλεός Του— είναι άγιο και αδύνατον να υβρισθεί. Κανένα από τα δημιουργημένα ή μη-δημιουργημένα όντα δεν μπορεί να αντικαταστήσει ή να εκπροσωπήσει τον Θεό στις πράξεις Του, ούτε και θα μπορούσε κανείς να Τον έχει αντικαταστήσει ή να Τον έχει εκπροσωπήσει στην καταστροφή των Σοδόμων ή τη σωτηρία της Νινευή. Τούτη είναι η αληθινή έκφραση της μοναδικής δίκαιης διάθεσης του Θεού.

Τα ειλικρινή αισθήματα του Δημιουργού απέναντι στην ανθρωπότητα

Οι άνθρωποι λένε συχνά ότι δεν είναι εύκολο να γνωρίσεις τον Θεό. Εγώ, παρόλα αυτά, λέω ότι η γνώση του Θεού δεν είναι καθόλου δύσκολη υπόθεση, διότι ο Θεός προβάλλει συχνά τα έργα Του για να τα βλέπει ο άνθρωπος. Ο Θεός δεν σταμάτησε ποτέ τον διάλογό Του με το ανθρώπινο γένος, δεν απέκρυψε ποτέ τον εαυτόν Του από τον άνθρωπο, ούτε και κρύφτηκε. Οι σκέψεις, οι ιδέες, τα λόγια και τα έργα Του —τα πάντα αποκαλύπτονται στην ανθρωπότητα. Επομένως, όσο ο άνθρωπος επιθυμεί να γνωρίσει τον Θεό, μπορεί να φτάσει στην κατανόηση και τη γνώση Του μέσα από κάθε είδους τρόπο και μέθοδο. Ο λόγος για τον οποίο ο άνθρωπος σκέφτεται τυφλά ότι ο Θεός τον αποφεύγει επίτηδες, ότι έχει αποκρύψει σκοπίμως τον Εαυτόν Του από την ανθρωπότητα και ότι δεν έχει καμία πρόθεση να επιτρέψει στον άνθρωπο να Τον καταλάβει και να Τον γνωρίσει, είναι επειδή δεν γνωρίζει ποιος είναι ο Θεός, ούτε και επιθυμεί να Τον κατανοήσει. Ακόμα δε περισσότερο από αυτό, ο άνθρωπος δεν νοιάζεται για τις σκέψεις, τα λόγια ή τα έργα του Δημιουργού… Ειλικρινά, αν κάποιος απλώς χρησιμοποιεί τον ελεύθερο χρόνο του για να εστιάσει και να κατανοήσει τα λόγια ή τα έργα του Δημιουργού, δίνοντας απλώς λίγη προσοχή στις σκέψεις του Δημιουργού και τη φωνή της καρδιάς Του, δεν θα του είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει ότι οι σκέψεις, τα λόγια και τα έργα του Δημιουργού είναι ορατά και ξεκάθαρα. Ομοίως, ελάχιστη προσπάθεια θα χρειαστεί για να συνειδητοποιήσει ότι ο Δημιουργός βρίσκεται συνεχώς μεταξύ των ανθρώπων, πάντοτε σε διάλογο με τον άνθρωπο και το σύνολο της δημιουργίας και ότι καθημερινά επιτελεί νέα έργα. Η ουσία και η διάθεσή Του εκφράζονται μέσα από τον διάλογό Του με τον άνθρωπο· οι σκέψεις και ιδέες Του αποκαλύπτονται ολοκληρωτικά μέσα από τα έργα Του· συνοδεύει και παρατηρεί το ανθρώπινο γένος ανά πάσα στιγμή. Μιλά ήσυχα στην ανθρωπότητα και σε όλη τη δημιουργία με τα σιωπηλά λόγια Του: «Βρίσκομαι στους ουρανούς, και βρίσκομαι ανάμεσα στη δημιουργία Μου. Παρακολουθώ· περιμένω· βρίσκομαι στο πλευρό σου…» Τα χέρια Του είναι ζεστά και δυνατά· τα βήματά Του, ελαφρά· η φωνή Του, απαλή και χαριτωμένη· η μορφή Του πηγαινοέρχεται, αγκαλιάζοντας ολόκληρο το ανθρώπινο γένος· η φυσιογνωμία Του είναι ωραία και ευγενής. Δεν έφυγε ποτέ, ποτέ δεν εξαφανίστηκε. Μέρα και νύχτα, είναι ο μόνιμος σύντροφος της ανθρωπότητας, ο οποίος δεν φεύγει ποτέ το πλευρό της. Η αφοσιωμένη φροντίδα και η ιδιαίτερη στοργή Του για την ανθρωπότητα, καθώς και η αληθινή ανησυχία και αγάπη Του για τον άνθρωπο, απεικονίστηκαν κομμάτι-κομμάτι καθώς έσωζε την πόλη της Νινευή. Συγκεκριμένα, ο διάλογος μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και του Ιωνά αποκάλυψε πλήρως την τρυφερότητα του Δημιουργού για την ανθρωπότητα που ο ίδιος δημιούργησε. Μέσα από τα λόγια αυτά, μπορείς να αποκτήσεις βαθιά κατανόηση των ειλικρινών αισθημάτων του Θεού για το ανθρώπινο γένος…

Το παρακάτω εδάφιο καταγράφηκε στο Βιβλίο του Ιωνά 4:10-11: «Και είπε Ιεχωβά, Συ συμπόνεσες την κολοκύνθη, διά την οποίαν δεν εκοπίασας, αλλ’ ουδέ έκαμες αυτήν να αυξήση, ήτις εγεννήθη εν μιά νυκτί και εν μιά νυκτί εχάθη. Και εγώ δεν έπρεπε να συμπονέσω τη Νινευή, την πόλιν τη μεγάλη, εν ή υπάρχουσι πλειότεροι των δώδεκα μυριάδων ανθρώπων, οίτινες δεν διακρίνουσι την δεξιάν αυτών από της αριστεράς αυτών, και κτήνη πολλά;» Τούτα είναι τα πραγματικά λόγια του Ιεχωβά Θεού, τα οποία καταγράφηκαν από μια συνομιλία μεταξύ του Θεού και του Ιωνά. Παρόλο που ο διάλογος είναι σύντομος, είναι γεμάτος από την έγνοια του Δημιουργού για την ανθρωπότητα και την απροθυμία Του να την εγκαταλείψει. Τα λόγια αυτά εκφράζουν την αληθινή στάση και τα αισθήματα που κρατά ο Θεός μέσα στην καρδιά Του για τα δημιουργήματά Του. Μέσα από αυτά τα λόγια, τα οποία είναι ξεκάθαρα και ακριβή και όμοιά τους σπάνια ακούγονται από τον άνθρωπο, ο Θεός δηλώνει τις αληθινές προθέσεις Του για την ανθρωπότητα. Ο διάλογος αυτός αντιπροσωπεύει τη στάση, που κράτησε ο Θεός απέναντι στον λαό της Νινευή —αλλά για τι είδους στάση πρόκειται; Είναι η στάση που κράτησε απέναντι στον λαό της Νινευή πριν και μετά τη μετάνοιά τους, και η στάση με την οποία μεταχειρίζεται την ανθρωπότητα. Μέσα σ’ αυτά τα λόγια βρίσκονται οι σκέψεις Του και η διάθεσή Του.

Ποιες σκέψεις του Θεού αποκαλύπτονται μέσα από αυτά τα λόγια; Εάν προσέξετε τις λεπτομέρειες καθώς διαβάζετε, δεν θα σας είναι δύσκολο να παρατηρήσετε ότι χρησιμοποιεί το ρήμα «λυπάμαι»· η χρήση της λέξης αυτής δείχνει την πραγματική στάση του Θεού απέναντι στο ανθρώπινο γένος.

Από το επίπεδο της κυριολεκτικής σημασίας, οι άνθρωποι μπορούν να ερμηνεύσουν το ρήμα «λυπάμαι» με διάφορους τρόπους: πρώτον, σημαίνει «αγαπώ και προστατεύω, νοιώθω τρυφερότητα για κάτι»· δεύτερον, σημαίνει «αγαπώ στοργικά» και, τέλος, σημαίνει «είμαι απρόθυμος να βλάψω κάτι και ανίκανος να αντέξω να το κάνω». Εν ολίγοις, το ρήμα αυτό υπονοεί τρυφερή στοργή και αγάπη, καθώς και απροθυμία να εγκαταλειφθεί κάποιος ή κάτι· υπονοεί το έλεος και την ανεκτικότητα του Θεού προς τον άνθρωπο. Παρόλο που ο Θεός χρησιμοποίησε αυτήν τη λέξη, την οποία λένε συχνά οι άνθρωποι, όταν την είπε Εκείνος, αποκαλύφθηκαν τελείως η φωνή της καρδιάς Του και η στάση Του απέναντι στην ανθρωπότητα.

Αν και η πόλη της Νινευή ήταν γεμάτη με ανθρώπους εξίσου διεφθαρμένους, μοχθηρούς και βίαιους με αυτούς των Σοδόμων, η μετάνοιά τους ώθησε τον Θεό να αλλάξει γνώμη και να αποφασίσει να μην τους καταστρέψει. Επειδή ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν τα λόγια και τις εντολές του Θεού επέδειξε μια στάση που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με αυτή των πολιτών των Σοδόμων, και λόγω της έντιμης υποταγής τους στον Θεό και της έντιμης μετάνοιας για τις αμαρτίες τους, καθώς και της πραγματικής και ειλικρινούς από κάθε άποψη συμπεριφοράς τους, ο Θεός, για άλλη μια φορά, εξέφρασε το ειλικρινές έλεός Του και τους το παραχώρησε. Κανείς δεν μπορεί να αντιγράψει αυτό που ο Θεός χαρίζει στην ανθρωπότητα ή το έλεος του Θεού για την ανθρωπότητα, και κανείς άνθρωπος δεν είναι δυνατόν να διαθέτει το έλεος του Θεού, την ανεκτικότητα ή τα ειλικρινή αισθήματά Του προς το ανθρώπινο γένος. Υπάρχει κάποιος που να θεωρείς σπουδαίο ή ακόμα και υπεράνθρωπο, ο οποίος, από κάπου ψηλά, και μιλώντας ως σπουδαίος άνθρωπος ή επί του ανώτατου σημείου, θα έκανε το συγκεκριμένο είδος δήλωσης στην ανθρωπότητα ή στα δημιουργήματα; Ποιος, από το ανθρώπινο γένος, μπορεί να γνωρίζει την κατάσταση της ανθρώπινης ζωής όπως την παλάμη του; Ποιος μπορεί να φέρει το βάρος και την ευθύνη για την ύπαρξη της ανθρωπότητας; Ποιος έχει τα προσόντα να διακηρύξει την καταστροφή μιας πόλης; Και ποιος έχει τα προσόντα να συγχωρήσει μια πόλη; Ποιος μπορεί να πει ότι συμπονά τη δημιουργία του; Μόνο ο Δημιουργός! Μόνο ο Δημιουργός νοιώθει οίκτο γι’ αυτήν την ανθρωπότητα. Μόνο ο Δημιουργός δείχνει τρυφερότητα προς την ανθρωπότητα αυτή. Μόνο ο Δημιουργός διατηρεί μια αληθινή, αδιάρρηκτη στοργή για αυτήν την ανθρωπότητα. Ομοίως, μόνο ο Δημιουργός μπορεί να παραχωρεί έλεος σ’ αυτή την ανθρωπότητα και να συμπονά όλα τα δημιουργήματά Του. Η καρδιά του σκιρτά και πονά σε κάθε μία από τις πράξεις του ανθρώπου: Νοιώθει οργισμένος και συντετριμμένος, και θλίβεται εξαιτίας της μοχθηρίας και της διαφθοράς του ανθρώπου· αισθάνεται ευχαριστημένος, περιχαρής, επιεικής και ευφρόσυνος για τη μετάνοια και την πίστη του ανθρώπου· κάθε μία από τις σκέψεις και τις ιδέες Του υπάρχει για το ανθρώπινο γένος και περιστρέφεται γύρω του· αυτό που είναι και έχει εκφράζεται εξ ολοκλήρου προς χάριν της ανθρωπότητας· το σύνολο των συναισθημάτων Του είναι συνυφασμένο με την ύπαρξή της. Προς χάριν της ανθρωπότητας, ταξιδεύει σπεύδοντας παντού· σιωπηλά, χαρίζει κάθε κομμάτι της ζωής Του· αφιερώνει κάθε λεπτό και δευτερόλεπτο της ζωής Του… Ποτέ δεν ήξερε πώς να αγαπά τη δική Του ζωή, όμως πάντα συμπονούσε το ανθρώπινο γένος που ο ίδιος δημιούργησε… Δίνει όλα όσα έχει στην ανθρωπότητα αυτή… Χαρίζει άνευ όρων και χωρίς προσδοκία ανταμοιβής το έλεος και την ανεκτικότητά Του. Πράττει τούτο, αποκλειστικά και μόνο ώστε η ανθρωπότητα να μπορεί να συνεχίσει να επιβιώνει ενώπιον των οφθαλμών Του, λαμβάνοντας την πρόνοιά Του για τη ζωή. Πράττει τούτο αποκλειστικά και μόνο ώστε η ανθρωπότητα να μπορέσει κάποτε να παραδοθεί ενώπιόν Του και να αναγνωρίσει ότι Εκείνος είναι Αυτός που τροφοδοτεί την ύπαρξη του ανθρώπου και συνδράμει τη ζωή ολόκληρης της δημιουργίας.

Ο Δημιουργός εκφράζει τα πραγματικά Του αισθήματα για την ανθρωπότητα

Ο διάλογος αυτός μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και του Ιωνά αποτελεί, χωρίς καμία αμφιβολία, έκφραση των πραγματικών αισθημάτων του Δημιουργού για την ανθρωπότητα. Από τη μία πλευρά, ενημερώνει τους ανθρώπους για την κατανόηση του Δημιουργού προς όλη τη δημιουργία, που τελεί υπό την κυριαρχία Του· όπως είπε ο Ιεχωβά Θεός: «Και εγώ δεν έπρεπε να συμπονέσω τη Νινευή, την πόλιν τη μεγάλη, εν ή υπάρχουσι πλειότεροι των δώδεκα μυριάδων ανθρώπων, οίτινες δεν διακρίνουσι την δεξιάν αυτών από της αριστεράς αυτών, και κτήνη πολλά;» Με άλλα λόγια, η κατανόηση της Νινευή από τον Θεό απέχει πολύ από το να είναι επιπόλαιη. Δεν γνώριζε απλώς τον αριθμό των έμβιων όντων μέσα στην πόλη (συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων και των ζώων), αλλά ήξερε και πόσοι δεν μπορούσαν να διακρίνουν το δεξί από το αριστερό χέρι τους —δηλαδή, πόσα παιδιά και νέοι βρίσκονταν εκεί. Τούτο αποτελεί ατράνταχτη απόδειξη της ολοκληρωτικής κατανόησης του Θεού προς το ανθρώπινο γένος. Από την άλλη πλευρά, ο διάλογος αυτός πληροφορεί τους ανθρώπους για τη στάση του Δημιουργού απέναντι στην ανθρωπότητα, δηλαδή το βάρος που ασκεί η ανθρωπότητα στην καρδιά του Δημιουργού. Ακριβώς όπως είπε και ο Ιεχωβά Θεός: «Συ συμπόνεσες την κολοκύνθη, διά την οποίαν δεν εκοπίασας, αλλ’ ουδέ έκαμες αυτήν να αυξήση, ήτις εγεννήθη εν μιά νυκτί και εν μιά νυκτί εχάθη. Και εγώ δεν έπρεπε να συμπονέσω τη Νινευή, την πόλιν τη μεγάλη […];» Τούτα είναι τα λόγια μομφής του Ιεχωβά Θεού προς τον Ιωνά, αλλά είναι όλα αληθινά.

Παρόλο που στον Ιωνά είχε ανατεθεί να κηρύξει τα λόγια του Ιεχωβά Θεού στον λαό της Νινευή, εκείνος δεν κατανόησε τις προθέσεις του Ιεχωβά Θεού, ούτε κατανόησε τις ανησυχίες και τις προσδοκίες Του για τον λαό της πόλης. Με αυτή την επίπληξη, ο Θεός ήθελε να του πει ότι η ανθρωπότητα αποτελούσε προϊόν των ίδιων των χεριών του Θεού, και ότι Εκείνος είχε δαπανήσει σκληρή προσπάθεια για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ότι κάθε άνθρωπος ξεχωριστά έφερε στους ώμους του τις προσδοκίες του Θεού και ότι κάθε άνθρωπος ξεχωριστά απολάμβανε τη συνδρομή της ζωής του Θεού· και για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ο Θεός είχε πληρώσει το τίμημα της επίπονης προσπάθειας. Η επίπληξη αυτή δίδαξε επίσης τον Ιωνά ότι ο Θεός συμπονούσε την ανθρωπότητα, η οποία ήταν το έργο των ίδιων των χεριών Του, όπως ακριβώς και ο ίδιος ο Ιωνάς συμπονούσε την κολοκύνθη. Και σε καμία περίπτωση δεν θα εγκατέλειπε την ανθρωπότητα ελαφρά τη καρδία, ή μέχρι την τελευταία δυνατή στιγμή, καθώς, μάλιστα, υπήρχαν τόσο πολλά παιδιά και αθώα ζωντανά μέσα στην πόλη. Όταν ήρθε αντιμέτωπος με αυτούς τους νεαρούς και αδαείς δημιουργημένους ανθρώπους οι οποίοι δεν μπορούσαν καν να διακρίνουν το δεξί από το αριστερό τους χέρι, ήταν ακόμη πιο ασύλληπτο ο Θεός να τερμάτιζε τη ζωή τους, καθορίζοντας το αποτέλεσμά τους με τέτοιο βιαστικό τρόπο. Ο Θεός ήλπιζε να τους δει να μεγαλώνουν· ήλπιζε ότι δεν θα έπαιρναν τον ίδιο δρόμο με τους πρεσβυτέρους τους, ότι δεν θα χρειαζόταν να ακούσουν και πάλι την προειδοποίηση του Ιεχωβά Θεού και ότι θα γίνονταν μάρτυρες του παρελθόντος της Νινευή. Ακόμα περισσότερο, ο Θεός ήλπιζε να δει τη Νινευή μετά την μετάνοια και να παρακολουθήσει το μέλλον της μετά τη μετάνοια αυτής, και, το πιο σημαντικό, να δει για άλλη μια φορά τη Νινευή να ζει υπό το δικό Του έλεος. Γι’ αυτό, στα μάτια του Θεού, εκείνοι οι δημιουργημένοι άνθρωποι που δεν μπορούσαν να διακρίνουν το δεξί από το αριστερό χέρι τους, αποτελούσαν το μέλλον της Νινευή. Θα επωμίζονταν το άξιο καταφρόνησης παρελθόν της Νινευή, ακριβώς όπως θα αναλάμβαναν και το σημαντικό καθήκον να γίνουν μάρτυρες και του παρελθόντος και του μέλλοντος της Νινευή, υπό την καθοδήγηση του Ιεχωβά Θεού. Διακηρύσσοντας τα πραγματικά αισθήματά Του, ο Ιεχωβά Θεός παρουσίασε το έλεος του Δημιουργού προς ολόκληρη την ανθρωπότητα. Έδειξε στο ανθρώπινο γένος ότι «το έλεος του Δημιουργού» δεν αποτελεί κενή φράση, ούτε κενή υπόσχεση· έχει συγκεκριμένες αρχές, μεθόδους και στόχους. Ο Θεός είναι αληθινός και πραγματικός, και δεν χρησιμοποιεί ψευδή αισθήματα ή προσωπεία, και με τον ίδιο τρόπο το έλεός Του χαρίζεται αιώνια στην ανθρωπότητα ανά πάσα στιγμή και εποχή. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, ο διάλογος του Δημιουργού με τον Ιωνά αποτελεί τη μοναδική και αποκλειστική λεκτική δήλωσή Του ως προς το γιατί και πώς δείχνει έλεος στην ανθρωπότητα, πόσο ανεκτικός είναι προς την ανθρωπότητα, καθώς και ως προς τα πραγματικά αισθήματά Του γι’ αυτήν. Τα σαφή και σύντομα λόγια του Ιεχωβά Θεού κατά τον διάλογο αυτόν εκφράζουν τις ολοκληρωμένες σκέψεις Του προς το ανθρώπινο γένος ως ένα ακέραιο σύνολο· αποτελούν αληθινή έκφραση της στάσης της καρδιάς Του απέναντί του, καθώς και μια ατράνταχτη απόδειξη της παραχώρησης άφθονου ελέους σε αυτό. Το έλεός Του δεν αποδίδεται μονάχα στις πρεσβύτερες γενιές της ανθρωπότητας, αλλά δίδεται και στα νεότερα μέλη της, όπως γινόταν πάντοτε, από τη μια γενιά στην άλλη. Αν και η οργή του Θεού πέφτει συχνά πάνω σε συγκεκριμένες γωνιές και εποχές της ανθρωπότητας, το έλεος του Θεού παραμένει ακατάπαυστο. Μέσα από το έλεός Του, καθοδηγεί και οδηγεί, και τροφοδοτεί και θρέφει τη μια μετά την άλλη, τις γενεές των δημιουργημάτων Του, επειδή τα πραγματικά Του αισθήματα προς την ανθρωπότητα δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ. Όπως είπε ο Ιεχωβά Θεός: «Και εγώ δεν έπρεπε να συμπονέσω […];» Πάντοτε συμπονούσε το ίδιο Του το δημιούργημα. Τούτο είναι το έλεος της δίκαιης διάθεσης του Δημιουργού και είναι επίσης η πλήρης μοναδικότητά του Δημιουργού!

Πέντε τύποι ανθρώπων

Προς το παρόν, θα αφήσω εδώ τη συναναστροφή μας για τη δίκαιη διάθεση του Θεού. Στη συνέχεια, Θα ταξινομήσω τους ακολούθους του Θεού σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με την κατανόησή τους ως προς τον Θεό και την κατανόηση και εμπειρία τους ως προς τη δίκαιη διάθεσή Του, έτσι ώστε να γνωρίζετε το στάδιο στο οποίο βρίσκεστε σήμερα, καθώς και το τρέχον ανάστημά σας. Όσον αφορά στη γνώση των ανθρώπων για τον Θεό και την κατανόηση ως προς τη δίκαιη διάθεσή Του, τα διαφορετικά στάδια και αναστήματα που καταλαμβάνουν οι άνθρωποι, μπορούν γενικά να χωριστούν σε πέντε τύπους. Το συγκεκριμένο θέμα βασίζεται στη γνώση του μοναδικού Θεού και της δίκαιης διάθεσής Του. Ως εκ τούτου, καθώς θα διαβάζετε το ακόλουθο περιεχόμενο, πρέπει να επιχειρήσετε προσεκτικά να αντιληφθείτε πόση κατανόηση και γνώση έχετε σχετικά με τη μοναδικότητα του Θεού και τη δίκαιη διάθεσή Του και, στη συνέχεια, θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε το αποτέλεσμα για να κρίνετε σε ποιο στάδιο ανήκετε πραγματικά, πόσο μεγάλο είναι στ’ αλήθεια το ανάστημά σας, και τι τύπος ανθρώπου είστε πραγματικά.

Τύπος πρώτος: Το στάδιο του σπαργανωμένου βρέφους

Τι σημαίνει η έκφραση «σπαργανωμένο βρέφος»; Σπαργανωμένο βρέφος είναι εκείνο που μόλις έχει έρθει σε αυτόν τον κόσμο, το νεογέννητο. Είναι, όταν οι άνθρωποι είναι πιο ανώριμοι από ποτέ.

Οι άνθρωποι που βρίσκονται στο συγκεκριμένο στάδιο, δεν διαθέτουν καμιά ουσιαστική επίγνωση ή συνείδηση των θεμάτων της πίστης στον Θεό. Είναι μπερδεμένοι και έχουν άγνοια για τα πάντα. Οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να πιστεύουν στον Θεό για μεγάλο χρονικό διάστημα ή ίσως και όχι, αλλά η μπερδεμένη και αδαής κατάστασή τους, καθώς και το πραγματικό τους ανάστημα τους τοποθετούν στο στάδιο του βρέφους στις φασκιές. Ο ακριβής ορισμός της κατάστασης του βρέφους στις φασκιές είναι ο ακόλουθος: Ανεξάρτητα από το πόσον καιρό πιστεύει στον Θεό, ο άνθρωπος αυτός θα είναι πάντοτε μπερδεμένος, συγχυσμένος και απλοϊκός· δεν ξέρει γιατί πιστεύει στον Θεό, ούτε ξέρει ποιος είναι ο Θεός ή ο Θεός ποιος είναι. Αν και ακολουθεί τον Θεό, δεν υπάρχει ακριβής ορισμός του Θεού μέσα στην καρδιά του, και δεν μπορεί να καθορίσει εάν Αυτός που ακολουθεί είναι ο Θεός, πόσο δε μάλλον αν στ’ αλήθεια πρέπει να πιστεύει στον Θεό και να Τον ακολουθεί. Τούτη είναι η πραγματική κατάσταση του συγκεκριμένου τύπου ανθρώπου. Οι σκέψεις των ανθρώπων αυτών είναι θολές και, για να το θέσουμε απλά, η πίστη τους είναι μπερδεμένη. Βρίσκονται πάντα σε μια κατάσταση παραζάλης και κενού· η «σύγχυση», το «σάστισμα» και η «απλοϊκότητα» συνοψίζουν την κατάστασή τους. Ποτέ δεν έχουν δει ούτε και αισθάνονται την ύπαρξη του Θεού και, ως εκ τούτου, μιλώντας τους για τη γνώση του Θεού, είναι τόσο χρήσιμο όσο και το να τους βάλει κανείς να διαβάσουν ένα βιβλίο γραμμένο στα ιερογλυφικά —δεν πρόκειται ούτε να το καταλάβουν ούτε να το δεχτούν. Για αυτούς, το να γνωρίσουν τον Θεό είναι ίδιο πράγμα με την ακρόαση μιας φανταστικής ιστορίας. Μπορεί οι σκέψεις τους να είναι θολές, αλλά πιστεύουν πραγματικά και ακράδαντα ότι η γνώση του Θεού αποτελεί απόλυτο χάσιμο χρόνου και προσπάθειας. Τούτος είναι ο πρώτος τύπος ανθρώπου: το βρέφος στις φασκιές.

Τύπος δεύτερος: Το στάδιο του θηλάζοντος βρέφους

Σε σύγκριση με το βρέφος στις φασκιές, ο άνθρωπος αυτός έχει σημειώσει κάποια πρόοδο. Δυστυχώς, ακόμα δεν έχει καμία απολύτως κατανόηση του Θεού. Εξακολουθεί να μην έχει σαφή κατανόηση και επίγνωση του Θεού, και δεν έχει ξεκαθαρίσει απόλυτα τον λόγο για τον οποίο πρέπει να πιστεύει στον Θεό, αλλά μέσα στην καρδιά του έχει τον δικό του σκοπό και σαφείς ιδέες. Δεν τον απασχολεί το αν είναι σωστό να πιστεύουμε στον Θεό. Ο σκοπός και στόχος που επιδιώκει μέσω της πίστης στον Θεό είναι να απολαμβάνει τη χάρη Του, να έχει ευδαιμονία και ειρήνη, να διάγει άνετη ζωή, να απολαμβάνει τη φροντίδα και την προστασία του Θεού και να ζει υπό τις ευλογίες Του. Δεν τον απασχολεί το πόσο καλά γνωρίζει τον Θεό· δεν νοιώθει καμία παρόρμηση να αναζητήσει μια κατανόηση του Θεού, ούτε και τον απασχολεί το τι κάνει ο Θεός ή τι επιθυμεί να κάνει. Απλώς επιζητά στα τυφλά να απολαύσει τη χάρη Του και να αποκτήσει περισσότερες από τις ευλογίες Του· ζητά να κερδίσει τις εκατονταπλάσιες στην παρούσα εποχή, και αιώνια ζωή στην επόμενη. Οι σκέψεις του, το πόσο πολύ δαπανά εαυτόν και η αφοσίωσή του, καθώς και οι δοκιμασίες του, έχουν όλες τον ίδιο στόχο: να αποκτήσει τη χάρη και τις ευλογίες του Θεού. Δεν ανησυχεί για τίποτε άλλο. Ο τύπος αυτός του ανθρώπου είναι βέβαιος μόνο για το ότι ο Θεός μπορεί να κρατήσει τον άνθρωπο ασφαλή και να του δώσει τη χάρη Του. Μπορούμε να πούμε ότι δεν ενδιαφέρεται ούτε είναι πολύ ξεκάθαρος ως προς το γιατί ο Θεός επιθυμεί να σώσει τον άνθρωπο ή ως προς το αποτέλεσμα που ο Θεός επιθυμεί να επιτύχει με τα λόγια και το έργο Του. Δεν κατέβαλε ποτέ καμία προσπάθεια να γνωρίσει την ουσία και τη δίκαιη διάθεση του Θεού, ούτε και μπορεί να βρει το ενδιαφέρον για να το πράξει. Δεν έχει την τάση να δώσει προσοχή σε αυτά τα πράγματα, ούτε και θέλει να τα γνωρίσει. Δεν επιθυμεί να ρωτήσει για το έργο του Θεού, τις απαιτήσεις του Θεού για τον άνθρωπο, τις προθέσεις Του ή οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με Αυτόν, αλλά δεν έχει και την τάση να ρωτήσει για αυτά τα πράγματα. Τούτο συμβαίνει επειδή πιστεύει ότι τα συγκεκριμένα θέματα είναι άσχετα με την απόλαυση της χάριτος του Θεού, τον απασχολεί δε μόνο ο Θεός εκείνος που υπάρχει σε άμεση σχέση με τα δικά του συμφέροντα και μπορεί να δώσει χάρη στον άνθρωπο. Δεν ενδιαφέρεται για τίποτε άλλο, και έτσι δεν μπορεί να εισέλθει στην αλήθεια-πραγματικότητα, ανεξάρτητα από το πόσα χρόνια πιστεύει στον Θεό. Χωρίς κανέναν να τον ταΐζει ή να τον ποτίζει συχνά, θα είναι δύσκολο να συνεχίσει στον δρόμο της πίστης στον Θεό. Εάν δεν μπορεί να απολαύσει την πρότερη ευδαιμονία και ειρήνη του ή τη χάρη του Θεού, τότε είναι πολύ πιθανό να αποχωρήσει. Τούτος είναι ο δεύτερος τύπος ανθρώπου: αυτός που βρίσκεται στο στάδιο του θηλάζοντος βρέφους.

Τύπος τρίτος: Το στάδιο του απογαλακτισμένου βρέφους, ή το στάδιο του νηπίου

Η συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων κατέχει κάποιο βαθμό καθαρής επίγνωσης. Γνωρίζουν ότι απόλαυση της χάριτος του Θεού δεν σημαίνει και ότι οι ίδιοι έχουν πραγματική εμπειρία, γνωρίζουν ότι αν και δεν κουράζονται ποτέ να αναζητούν την ευδαιμονία και την ειρήνη, να επιζητούν τη χάρη ή αν και είναι ικανοί να γίνουν μάρτυρες είτε μιλώντας για τις εμπειρίες τους ως προς την απόλαυση της χάριτος του Θεού είτε εξυμνώντας τον Θεό για τις ευλογίες που Εκείνος τους έχει δώσει, αυτά τα πράγματα δεν σημαίνουν ότι κατέχουν τη ζωή, ούτε ότι κατέχουν την πραγματικότητα της αλήθειας. Ξεκινώντας από την επίγνωσή τους, παύουν να διατηρούν παράλογες ελπίδες, ότι θα τους συνοδεύει μόνο η χάρις του Θεού· αντίθετα, και ενώ απολαμβάνουν τη χάρη του Θεού, επιθυμούν ταυτόχρονα να κάνουν κάτι για Αυτόν. Είναι πρόθυμοι να εκτελέσουν το καθήκον τους, να υπομείνουν κάποια δυσκολία και κόπωση, να συμμετάσχουν σε κάποιο βαθμό συνεργασίας με τον Θεό. Ωστόσο, επειδή η επιδίωξή τους στην πίστη τους στον Θεό είναι υπερβολικά αλλοιωμένη, επειδή οι ατομικές προθέσεις και οι επιθυμίες που υποθάλπουν είναι υπερβολικά ισχυρές, και η διάθεσή τους παράλογα αλαζονική, τους είναι πολύ δύσκολο να ικανοποιήσουν τις προθέσεις του Θεού ή να είναι πιστοί σε Αυτόν. Γι’ αυτό, συχνά αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τις ατομικές επιθυμίες τους ή να τιμήσουν τις υποσχέσεις τους προς τον Θεό. Συχνά βρίσκονται σε αντιφατικές καταστάσεις: Ενώ επιθυμούν διακαώς να ικανοποιήσουν τον Θεό στον μέγιστο δυνατό βαθμό, χρησιμοποιούν όλη τη δύναμή τους για να Του εναντιώνονται, ενώ συχνά ορκίζονται στον Θεό, αλλά έπειτα γρήγορα πατούν τους όρκους τους. Ακόμα πιο συχνά βρίσκονται σε άλλες αντιφατικές καταστάσεις: Ενώ πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό, αρνούνται Εκείνον και όλα όσα προέρχονται από Αυτόν· ελπίζουν εναγωνίως ότι ο Θεός θα τους διαφωτίσει, θα τους οδηγήσει, θα τους συνδράμει και θα τους βοηθήσει, αλλά ακόμα αναζητούν την ίδια τους τη διέξοδο. Επιθυμούν να κατανοήσουν και να γνωρίσουν τον Θεό, κι όμως είναι απρόθυμοι να έλθουν κοντά Του. Αντ’ αυτού, συνεχώς αποφεύγουν τον Θεό και οι καρδιές τους είναι κλειστές σ’ Αυτόν. Ενώ διαθέτουν μια επιφανειακή κατανόηση και εμπειρία της κυριολεκτικής σημασίας των λόγων του Θεού και της αλήθειας, καθώς και μια επιφανειακή αντίληψη του Θεού και της αλήθειας, υποσυνείδητα ακόμα δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν ή να καθορίσουν το εάν ο Θεός είναι η αλήθεια, ούτε μπορούν να επιβεβαιώσουν εάν ο Θεός είναι πραγματικά δίκαιος. Δεν μπορούν επίσης να προσδιορίσουν την πραγματικότητα της διάθεσης και της ουσίας του Θεού, πόσο δε μάλλον την πραγματική Του ύπαρξη. Η πίστη τους στον Θεό περιέχει πάντα αμφιβολίες και παρεξηγήσεις καθώς και φαντασιοκοπίες και αντιλήψεις. Καθώς απολαμβάνουν τη χάρη του Θεού, απρόθυμα βιώνουν ή κάνουν πράξη κάποιες από αλήθειες που θεωρούν ως εφικτές προκειμένου να εμπλουτίσουν την πίστη τους, να αυξήσουν την εμπειρία τους και να επαληθεύσουν την κατανόησή τους ως προς την πίστη στον Θεό, καθώς και να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους με το να περπατούν στον δρόμο της ζωής, που οι ίδιοι δημιούργησαν, και ότι εκπληρώνουν ένα δίκαιο εγχείρημα για την ανθρωπότητα. Ταυτόχρονα, πράττουν αυτά τα πράγματα και για να ικανοποιήσουν την προσωπική τους επιθυμία να κερδίσουν ευλογίες, το οποίο είναι μέρος ενός στοιχήματος που βάζουν με την ελπίδα να λάβουν μεγαλύτερες ευλογίες για την ανθρωπότητα, αλλά και για να επιτύχουν το φιλόδοξο ιδανικό και τη διά βίου επιθυμία να μην ξεκουραστούν μέχρι να έχουν αποκτήσει τον Θεό. Οι άνθρωποι αυτοί είναι σπανίως ικανοί να αποκτήσουν τη διαφώτιση του Θεού, διότι η επιθυμία και η πρόθεσή τους να κερδίσουν ευλογίες είναι υπερβολικά σημαντικές γι’ αυτούς. Δεν έχουν καμία επιθυμία να τα παρατήσουν και, πραγματικά, δεν θα άντεχαν να το κάνουν. Φοβούνται ότι, χωρίς την επιθυμία να κερδίσουν ευλογίες, χωρίς τη μακρόχρονη φιλοδοξία της μη ανάπαυσης μέχρι την απόκτηση του Θεού, θα χάσουν το κίνητρο της πίστης στον Θεό. Γι’ αυτό και δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τα λόγια ή το έργο του Θεού. Δεν θέλουν να έρθουν αντιμέτωποι με τη διάθεση ή την ουσία του Θεού, πόσο δε μάλλον να αναφερθούν στο θέμα της γνώσης του Θεού. Τούτο συμβαίνει επειδή μόλις ο Θεός, η ουσία Του και η δίκαιη διάθεσή Του αντικαταστήσουν τις φαντασιοκοπίες τους, τα όνειρά τους θα γίνουν καπνός και η αποκαλούμενη αγνή πίστη τους και τα «προσόντα» που συγκέντρωσαν μετά από χρόνια επίπονης δουλειάς, θα χαθούν, καταλήγοντας στο τίποτε. Ομοίως, το «έδαφος» που έχουν κατακτήσει με τον ιδρώτα και το αίμα τους κατά τη διάρκεια των ετών, θα βρεθεί στο χείλος της κατάρρευσης. Όλο τούτο θα δηλώνει ότι η πολυετής σκληρή δουλειά και προσπάθειά τους υπήρξαν μάταιες, ότι πρέπει να ξεκινήσουν ξανά από το μηδέν. Αυτός είναι ο πλέον ανυπόφορος πόνος για την καρδιά τους, και είναι το αποτέλεσμα, που δεν επιθυμούν καθόλου να δουν, γι’ αυτό και βρίσκονται συνεχώς εγκλωβισμένοι σε αυτό το αδιέξοδο, αρνούμενοι να γυρίσουν πίσω. Τούτος είναι ο τρίτος τύπος ανθρώπου: αυτός που βρίσκεται στο στάδιο του απογαλακτισμένου βρέφους.

Οι τρεις τύποι ανθρώπων που περιέγραψα παραπάνω —δηλαδή οι άνθρωποι που υπάρχουν στα τρία αυτά στάδια— δεν διαθέτουν πραγματική πίστη στην ταυτότητα και τη θέση του Θεού ή στη δίκαιη διάθεσή Του, ούτε και μπορούν ξεκάθαρα και με ακρίβεια να αναγνωρίσουν ή να επιβεβαιώσουν αυτά τα πράγματα. Επομένως, είναι πολύ δύσκολο για αυτούς τους τρεις τύπους ανθρώπων να εισέλθουν στην πραγματικότητα της αλήθειας, και είναι επίσης δύσκολο για αυτούς να λάβουν το έλεος, τη διαφώτιση ή τη φώτιση του Θεού, επειδή ο τρόπος με τον οποίο πιστεύουν σε Αυτόν και η εσφαλμένη στάση τους απέναντί Του, καθιστούν αδύνατον για Εκείνον να επιτελέσει έργο μέσα στην καρδιά τους. Οι αμφιβολίες, οι παρανοήσεις και οι φαντασιοκοπίες τους σχετικά με τον Θεό ξεπερνούν την πίστη και τη γνώση τους για Εκείνον. Πρόκειται για τρεις τύπους ανθρώπων, οι οποίοι διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο, όπως και πρόκειται για τρία πολύ επικίνδυνα στάδια. Όταν κάποιος διατηρεί μια στάση αμφιβολίας απέναντι στον Θεό, την ουσία και την ταυτότητά Του, καθώς και στο ζήτημα τού κατά πόσο ο Θεός είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα της ύπαρξής Του, και δεν μπορεί να είναι βέβαιος για αυτά τα πράγματα, πώς μπορεί να αποδεχθεί όλα όσα προέρχονται από τον Θεό; Πώς μπορεί να αποδεχθεί το γεγονός ότι ο Θεός είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή; Πώς μπορεί να αποδεχθεί το παίδεμα και την κρίση του Θεού; Πώς μπορεί να αποδεχθεί την εκ Θεού σωτηρία; Πώς μπορεί αυτός ο άνθρωπος να αποκτήσει την αληθινή καθοδήγηση και την παροχή του Θεού; Όσοι βρίσκονται στα τρία αυτά στάδια μπορούν να εναντιωθούν στον Θεό, να κρίνουν τον Θεό, να Τον βλασφημήσουν ή να Τον προδώσουν ανά πάσα στιγμή. Μπορούν να εγκαταλείψουν την αληθινή οδό και να απαρνηθούν τον Θεό ανά πάσα στιγμή. Μπορεί να λεχθεί ότι οι άνθρωποι των τριών αυτών σταδίων βρίσκονται σε κρίσιμη περίοδο, επειδή δεν έχουν εισέλθει στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό.

Τύπος τέταρτος: Το στάδιο του ωριμάζοντος παιδιού, ή η παιδική ηλικία

Μετά τον απογαλακτισμό —δηλαδή, αφού έχει απολαύσει επαρκώς τη χάρη, ο άνθρωπος αρχίζει να διερευνά το τι σημαίνει να πιστεύει στον Θεό, αρχίζει να επιθυμεί να κατανοεί διαφορετικά ερωτήματα, όπως το γιατί ζει ο άνθρωπος, πώς πρέπει να ζει και γιατί ο Θεός επιτελεί το έργο Του πάνω σε αυτόν. Όταν αυτές οι ασαφείς σκέψεις και τα συγκεχυμένα πρότυπα σκέψης αναδύονται και υπάρχουν μέσα του, δέχεται συνεχές πότισμα, και είναι επίσης ικανός να εκτελέσει το καθήκον του. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, δεν έχει πλέον καμία αμφιβολία ως προς την αλήθεια της ύπαρξης του Θεού, ενώ διαθέτει και ακριβή κατανόηση του τι σημαίνει να πιστεύει κανείς στον Θεό. Βασιζόμενος σε αυτό, αποκτά μια σταδιακή γνώση του Θεού, και λαμβάνει βαθμιαία κάποιες απαντήσεις στις ασαφείς σκέψεις και στα συγκεχυμένα πρότυπα σκέψης του σχετικά με τη διάθεση και την ουσία του Θεού. Όσον αφορά στις αλλαγές στη διάθεσή τους καθώς και στη γνώση για τον Θεό, οι άνθρωποι στο συγκεκριμένο στάδιο αρχίζουν να μπαίνουν στον σωστό δρόμο και εισέρχονται σε μια μεταβατική περίοδο. Μέσα σε αυτό ακριβώς το στάδιο, οι άνθρωποι αρχίζουν να έχουν ζωή. Σαφείς ενδείξεις κατοχής της ζωής αποτελούν η σταδιακή επίλυση των διαφόρων ζητημάτων σχετικά με τη γνώση για τον Θεό, που οι άνθρωποι έχουν στις καρδιές τους —όπως παρεξηγήσεις, φαντασιοκοπίες, αντιλήψεις και ασαφείς ορισμούς του Θεού— και, όχι μόνο καταφέρνουν να πιστεύουν και να αναγνωρίζουν αληθινά την πραγματικότητα της ύπαρξης του Θεού, αλλά καταφέρνουν επίσης να κατέχουν έναν ακριβή ορισμό του Θεού και έχουν τη σωστή θέση για τον Θεό μέσα στην καρδιά τους, και το να ακολουθούν πραγματικά τον Θεό αντικαθιστά την ασαφή πίστη τους. Κατά τη διάρκεια του σταδίου αυτού, οι άνθρωποι φτάνουν σταδιακά να γνωρίσουν τις παρανοήσεις τους ως προς τον Θεό, καθώς και τις παράλογες επιδιώξεις και τους παράλογους τρόπους πίστης τους. Αρχίζουν να ποθούν την αλήθεια, να λαχταρούν να βιώσουν την κρίση, τη συμμόρφωση και την πειθαρχία του Θεού, να ποθούν μια αλλαγή στη διάθεσή τους. Κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου σταδίου, εγκαταλείπουν βαθμιαία όλες τις αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες σχετικά με τον Θεό και, ταυτόχρονα, αλλάζουν και διορθώνουν την εσφαλμένη γνώση τους για Εκείνον, αποκτώντας κάποια σωστή βασική γνώση του Θεού. Αν και ένα μέρος της γνώσης που κατέχουν οι άνθρωποι σε αυτό το στάδιο δεν είναι πολύ συγκεκριμένο ή ακριβές, τουλάχιστον αρχίζουν σταδιακά να εγκαταλείπουν τις αντιλήψεις, τις παράλογες γνώσεις και τις παρανοήσεις τους για τον Θεό· δεν διατηρούν πλέον τις προσωπικές αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες τους σχετικά με Αυτόν. Αρχίζουν να μαθαίνουν πώς να εγκαταλείπουν —να εγκαταλείπουν πράγματα που έχουν βρει ανάμεσα στις δικές τους αντιλήψεις, πράγματα που προέρχονται από τη γνώση και πράγματα από τον Σατανά· αρχίζουν να είναι πρόθυμοι να υποταχθούν σε σωστά και θετικά πράγματα, ακόμα και σε πράγματα που προέρχονται από τα λόγια του Θεού και συμμορφώνονται με την αλήθεια. Αρχίζουν επίσης να επιχειρούν να βιώνουν τα λόγια του Θεού, να γνωρίζουν προσωπικά και να εκτελούν τα λόγια Του, να δέχονται τα λόγια Του ως αρχές για τις πράξεις τους και ως θεμέλιο για την αλλαγή της διάθεσής τους. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, οι άνθρωποι αποδέχονται ασυνείδητα την κρίση και το παίδεμα του Θεού, αποδέχονται ασυνείδητα τα λόγια του Θεού ως τη ζωή τους. Ενώ αποδέχονται την κρίση, το παίδεμα και τα λόγια του Θεού, ταυτόχρονα συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότερο και καθίστανται ικανοί να νοιώσουν ότι ο Θεός που πιστεύουν μέσα στην καρδιά τους υπάρχει πραγματικά. Μέσα από τα λόγια του Θεού, μέσα στις εμπειρίες τους και τη ζωή τους, αισθάνονται ολοένα και περισσότερο ότι ο Θεός πάντα ηγείτο της μοίρας του ανθρώπου, πάντα οδηγούσε και πρόσφερε στον άνθρωπο. Μέσω της σύνδεσής τους με τον Θεό, επιβεβαιώνουν σταδιακά την ύπαρξή Του. Επομένως, προτού καν το συνειδητοποιήσουν, υποσυνείδητα, έχουν ήδη εγκρίνει και αρχίσει να πιστεύουν ακράδαντα στο έργο του Θεού, και έχουν εγκρίνει τα λόγια Του. Έχοντας εγκρίνει τα λόγια και το έργο του Θεού, οι άνθρωποι απαρνούνται ακατάπαυστα τον εαυτό τους, τις ίδιες τις αντιλήψεις τους, την προσωπική γνώση τους και τις ατομικές τους φαντασιοκοπίες, ενώ, ταυτόχρονα, αναζητούν αδιάλειπτα την αλήθεια και τις προθέσεις του Θεού. Η γνώση των ανθρώπων για τον Θεό είναι αρκετά επιφανειακή κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου εξέλιξης —είναι ανίκανοι ακόμα και να επεξεργαστούν σαφώς αυτήν τη γνώση με λέξεις, ούτε μπορούν να την εκφράσουν με συγκεκριμένες λεπτομέρειες— ενώ η κατανόησή τους είναι αποκλειστικά αντιληπτική· ωστόσο, όταν αντιπαραβάλλονται με τα προηγούμενα τρία στάδια, οι ανώριμες ζωές των ανθρώπων αυτής της περιόδου, έχουν ήδη δεχθεί το πότισμα και τη συνδρομή των λόγων του Θεού και έτσι έχουν ήδη αρχίσει να βλασταίνουν. Η ζωή τους είναι σαν σπόρος θαμμένος στο έδαφος· μετά τη λήψη υγρασίας και θρεπτικών συστατικών, θα διαπεράσει το χώμα, η δε βλάστησή του θα αντιπροσωπεύει τη γέννηση νέας ζωής. Η γέννηση αυτή μας επιτρέπει να ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στις ενδείξεις της ζωής. Όταν οι άνθρωποι έχουν ζωή, αναπτύσσονται. Ως εκ τούτου, πάνω σε αυτά τα θεμέλια —σταδιακά ανοίγοντας τον δρόμο τους προς τη σωστή οδό της πίστης στον Θεό, εγκαταλείποντας τις προσωπικές τους αντιλήψεις και αποκτώντας την καθοδήγηση του Θεού— αναπόφευκτα και λίγο-λίγο, η ζωή των ανθρώπων θα αναπτυχθεί. Επί ποιας βάσης μετριέται η ανάπτυξη αυτή; Μετριέται σύμφωνα με την εμπειρία του ατόμου ως προς τα λόγια του Θεού και την πραγματική τους αντίληψη για τη δίκαιη διάθεσή Του. Παρόλο που το βρίσκουν πολύ δύσκολο να χρησιμοποιήσουν δικά τους λόγια για να περιγράψουν με ακρίβεια τη γνώση τους για τον Θεό και την ουσία Του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ανάπτυξης, η συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων δεν είναι πλέον υποκειμενικά πρόθυμη να επιδιώξει την ευχαρίστηση μέσω της απόλαυσης της χάριτος του Θεού ή να πιστέψει στον Θεό για να επιδιώξει τον δικό της σκοπό όσον αφορά το να κερδίσει τη χάρη Του. Αντ’ αυτού, είναι πρόθυμοι να επιδιώξουν μια ζωή σύμφωνα με τον λόγο του Θεού και να καταστούν οι υποτελείς της εκ Θεού σωτηρίας. Επιπροσθέτως, είναι σίγουροι και έτοιμοι να δεχτούν την κρίση και το παίδεμα του Θεού. Τούτο είναι το σημάδι του ανθρώπου, που βρίσκεται στο στάδιο της ανάπτυξης.

Αν και οι άνθρωποι στο συγκεκριμένο στάδιο έχουν κάποια γνώση της δίκαιης διάθεσης του Θεού, η γνώση αυτή είναι πολύ θολή και ασαφής. Ενώ αδυνατούν να επεξεργαστούν με σαφήνεια τα πράγματα αυτά, νοιώθουν ότι έχουν ήδη κερδίσει κάτι εσωτερικά, επειδή έχουν αποκτήσει κάποιο μέτρο γνώσης και κατανόησης της δίκαιης διάθεσης του Θεού, μέσα από το παίδεμα και την κρίση Αυτού. Ωστόσο, όλα είναι μάλλον επιφανειακά, και βρίσκονται ακόμα σε στοιχειώδες στάδιο. Η ομάδα αυτή των ανθρώπων έχει μια συγκεκριμένη άποψη, με την οποία αντιμετωπίζουν τη χάρη του Θεού, η οποία εκφράζεται μέσα από τις αλλαγές των στόχων που επιδιώκουν, και τον τρόπο με τον οποίο τους επιδιώκουν. Έχουν ήδη δει —στα λόγια και το έργο του Θεού, σε όλες τις απαιτήσεις και τις αποκαλύψεις Του για τον άνθρωπο— ότι, αν εξακολουθήσουν να μην ακολουθούν την αλήθεια, αν συνεχίσουν να μην επιδιώκουν να εισέλθουν στην πραγματικότητα, αν εξακολουθήσουν να μην προσπαθούν να ικανοποιήσουν και να γνωρίσουν τον Θεό καθώς βιώνουν τα λόγια Του, τότε θα χάσουν τη σημασία της πίστης στον Θεό. Κατανοούν ότι, ανεξάρτητα από το πόσο απολαμβάνουν τη χάρη του Θεού, δεν μπορούν να αλλάξουν τη διάθεσή τους, να ικανοποιήσουν ή να γνωρίσουν τον Θεό, και ότι, ενώ οι άνθρωποι ζουν συνεχώς υπό τη χάρη Του, δεν πρόκειται ποτέ να επιτύχουν ανάπτυξη, να αποκτήσουν ζωή ούτε να καταστούν ικανοί να λάβουν τη σωτηρία. Συνοπτικά, εάν άτομο δεν μπορεί να βιώσει πραγματικά τα λόγια του Θεού και είναι ανίκανο να γνωρίσει τον Θεό μέσα από τα λόγια Του, θα παραμείνει αιώνια στο στάδιο του βρέφους και ποτέ δεν θα κάνει ούτε βήμα προς την εξέλιξη της ζωής του. Εάν βρίσκεσαι για πάντα στο στάδιο του βρέφους, εάν δεν εισέλθεις ποτέ στην πραγματικότητα του λόγου του Θεού, εάν δεν θεωρείς τον λόγο του Θεού σημαντικό σαν τη ζωή σου, αν δεν έχεις αληθινή πίστη και γνώση του Θεού, τότε έχεις καμιά πιθανότητα να οδηγηθείς στην τελείωση από Εκείνον; Επομένως, όποιος εισέρχεται στην πραγματικότητα του λόγου του Θεού, όποιος θεωρεί τον λόγο του Θεού σημαντικό ως τη ζωή του, όποιος αρχίζει να αποδέχεται το παίδεμα και την κρίση του Θεού, ο καθένας του οποίου η διεφθαρμένη διάθεση αρχίζει να αλλάζει και όποιος έχει καρδιά που λαχταρά την αλήθεια, επιθυμεί να γνωρίσει τον Θεό και να αποδεχτεί τη σωτηρία Του —αυτοί είναι οι άνθρωποι εκείνοι που πραγματικά κατέχουν τη ζωή. Τούτος είναι πραγματικά ο τέταρτος τύπος ανθρώπου, αυτός του ωριμάζοντος παιδιού, ο άνθρωπος στο στάδιο της παιδικής ηλικίας.

Τύπος πέμπτος: Το στάδιο της ωρίμανσης της ζωής, ή στάδιο των ενηλίκων

Μετά την εμπειρία και το στρατάρισμα του σταδίου της παιδικής ηλικίας, ενός σταδίου ανάπτυξης που είναι γεμάτο επαναλαμβανόμενα σκαμπανεβάσματα, η ζωή των ανθρώπων σταθεροποιείται, τα βήματά τους είναι πλέον συνεχόμενα, και κανείς δεν είναι ικανός να τα εμποδίσει. Παρόλο που το μονοπάτι μπροστά είναι ακόμα τραχύ και απότομο, εκείνοι δεν είναι πλέον αδύναμοι ή φοβισμένοι, ούτε πηγαίνουν πια ψηλαφιστά, ούτε χάνουν τα στηρίγματά τους. Τα θεμέλιά τους είναι ριζωμένα βαθιά μέσα στην πραγματική εμπειρία του λόγου του Θεού και τις καρδιές τους έχουν ελκύσει η αξιοπρέπεια και το μεγαλείο του Θεού. Λαχταρούν να ακολουθήσουν τα βήματα του Θεού, να γνωρίσουν την ουσία Του, να γνωρίσουν τα πάντα σχετικά με τον Θεό.

Σε τούτο το στάδιο, οι άνθρωποι γνωρίζουν ήδη ξεκάθαρα σε ποιον πιστεύουν, και ξέρουν σαφώς γιατί πρέπει να πιστεύουν στον Θεό, καθώς και το νόημα της ζωής τους, αλλά και γνωρίζουν καθαρά ότι όλα όσα εκφράζει ο Θεός είναι η αλήθεια. Με την πολυετή πείρα τους, συνειδητοποιούν ότι, χωρίς την κρίση και το παίδεμα του Θεού, κανείς δεν πρόκειται να είναι ποτέ ικανός να ικανοποιήσει ή να γνωρίσει τον Θεό, ούτε και θα είναι ποτέ πραγματικά ικανός να έρθει ενώπιόν Του. Μέσα στην καρδιά των ανθρώπων αυτών υπάρχει έντονη η επιθυμία να δοκιμαστεί από τον Θεό, προκειμένου, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, να μπορέσει να δει τη δίκαιη διάθεση του Θεού και να επιτύχει μια αγνότερη αγάπη και, συγχρόνως, να καταστεί ικανός να κατανοήσει και να γνωρίσει πιο αληθινά τον Θεό. Όσοι βρίσκονται στο συγκεκριμένο στάδιο έχουν ήδη αποχαιρετήσει ολοκληρωτικά το βρεφικό στάδιο και το στάδιο κατά το οποίο απολαμβάνουν τη χάρη του Θεού και χορταίνουν με άρτο. Δεν τρέφουν πλέον υπερβολικές ελπίδες να κάνουν τον Θεό να τους ανεχτεί και να τους δείξει έλεος· μάλλον, είναι σίγουροι ότι πρόκειται να δέχονται και ελπίζουν στην αδιάκοπη παίδευση και κρίση του Θεού, έτσι ώστε να διαχωριστούν από τη διεφθαρμένη τους διάθεση και να ικανοποιήσουν τον Θεό. Η γνώση τους για τον Θεό και οι επιδιώξεις τους ή οι τελικοί στόχοι των επιδιώξεών τους είναι πολύ ξεκάθαρα στην καρδιά τους. Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι στο στάδιο των ενηλίκων έχουν ήδη αποχαιρετήσει ολοκληρωτικά το στάδιο της ασαφούς πίστης, το στάδιο, όπου, για να σωθούν βασίζονται στη χάρη, το στάδιο της ανώριμης ζωής που αδυνατεί να αντέξει στις δοκιμασίες, το στάδιο της ασάφειας, το στάδιο του ψηλαφίσματος, το στάδιο της συχνής έλλειψης της επιλογής δρόμου, την ασταθή περίοδο εναλλαγής μεταξύ απότομου ζεστού και κρύου, και το στάδιο όπου ακολουθούμε τον Θεό με δεμένα μάτια. Ο άνθρωπος αυτού του είδους λαμβάνει συχνά τη διαφώτιση και τη φώτιση του Θεού, και συχνά συμμετέχει σε πραγματική σύνδεση και επικοινωνία μ’ Αυτόν. Μπορεί να λεχθεί ότι οι άνθρωποι που ζουν στο συγκεκριμένο στάδιο, έχουν ήδη κατανοήσει μέρος των προθέσεων του Θεού, ότι είναι ικανοί να βρίσκουν τις αρχές της αλήθειας σε ό,τι κάνουν και ότι ξέρουν πώς να ικανοποιούν τις προθέσεις του Θεού. Επιπλέον, έχουν επίσης βρει τον δρόμο για τη γνώση του Θεού και έχουν αρχίσει να καταθέτουν μαρτυρία για τη γνώση τους για τον Θεό. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της σταδιακής ανάπτυξης, αποκτούν βαθμιαία κατανόηση και γνώση των προθέσεών του Θεού: των προθέσεων του Θεού σχετικά με τη δημιουργία της ανθρωπότητας, των προθέσεών Του σχετικά με τη διαχείρισή της. Αποκτούν επίσης σταδιακά κατανόηση και γνώση για τη δίκαιη διάθεση του Θεού όσον αφορά στην ουσία. Καμιά ανθρώπινη αντίληψη ή φαντασιοκοπία δεν δύναται να αντικαταστήσει τη γνώση αυτή. Ενώ δεν μπορούμε να πούμε ότι στο πέμπτο στάδιο η ζωή του ανθρώπου έχει ωριμάσει απόλυτα ή ότι ο άνθρωπος αυτός είναι δίκαιος ή ολοκληρωμένος, ωστόσο ο συγκεκριμένος τύπος ανθρώπου έχει ήδη κάνει ένα βήμα προς το στάδιο της ωριμότητας στη ζωή και είναι ήδη ικανός να έρθει ενώπιον του Θεού, να σταθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τον λόγο του Θεού και με τον Θεό. Επειδή ο άνθρωπος αυτός έχει βιώσει τόσο πολλά από τα λόγια του Θεού, αναρίθμητες δοκιμασίες, καθώς και αμέτρητες περιπτώσεις πειθαρχίας, κρίσης και παιδέματος από τον Θεό, η υποταγή του σ’ Αυτόν δεν είναι σχετική, αλλά απόλυτη. Η γνώση του για τον Θεό έχει μετατραπεί από υποσυνείδητη σε σαφή και ακριβή γνώση, από επιφανειακή σε βαθιά, από θολή και ασαφή σε διεξοδική και απτή. Έχει μεταβεί από το επίπονο ψηλάφισμα και την παθητική αναζήτηση σε αβίαστη γνώση και ενεργή μαρτυρία. Μπορεί να λεχθεί ότι οι άνθρωποι σε αυτό το στάδιο κατέχουν την αλήθεια-πραγματικότητα του λόγου του Θεού, ότι έχουν εισέλθει σε μια οδό προς την τελείωση, όμοια με την οδό που βάδισε ο Πέτρος. Τούτος είναι ο πέμπτος τύπος ανθρώπου, ο οποίος ζει σε κατάσταση ωρίμανσης —στο στάδιο των ενηλίκων.

14 Δεκεμβρίου 2013

Προηγούμενο: Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Α΄

Επόμενο: Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Γ΄

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Η εμφάνιση και το έργο του Θεού Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Εκθέτοντας τους αντίχριστους Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α’ Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Η Κρίση ξεκινά από τον Οίκο του Θεού Ουσιώδη Λόγια του Παντοδύναμου Θεού, του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Καθημερινά λόγια του Θεού Οι αλήθεια-πραγματικότητες στις οποίες πρέπει να εισέλθουν οι πιστοί στον Θεό Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια Οδηγίες για τη διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας Τα πρόβατα του Θεού ακούν τη φωνή του Θεού Άκου τη Φωνή του Θεού Ιδού ο Θεός Εμφανίστηκε Κλασικές Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το Ευαγγέλιο της Βασιλείας Μαρτυρίες Εμπειριών Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού Πώς Στράφηκα στον Παντοδύναμο Θεό

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο