Συλλογισμοί μετά την επιλογή του λάθος επικεφαλής

13 Ιουλίου 2023

Τον Οκτώβριο, όταν με τους συνεργάτες μου ερευνούσαμε το έργο πολλών εκκλησιών, είδαμε πως στην εκκλησία του Σένγκναν, το έργο του ευαγγελίου, του ποτίσματος και άλλα είχαν παραλύσει. Εξεπλάγην. Σκέφτηκα: «Η Λι Λινγκ μεταφέρθηκε εδώ ως επικεφαλής πριν δύο μήνες. Γιατί το έργο δεν βελτιώθηκε;» Η συνεργάτιδά μου Σου Τζιέν πήγε εκεί να μάθει και να επιλύσει προβλήματα. Λίγες μέρες μετά, έγραψε: «Η Λι Λινγκ επιδιώκει φήμη και κύρος για πάνω από δύο μήνες. Ψάχνει τη γρήγορη επιτυχία. Για το ατελέσφορο έργο, αντί να συναναστρέφεται την αλήθεια για να επιλύει προβλήματα, μέσω της θέσης της, επιπλήττει τους άλλους, λέγοντας πως έχουν χαμηλό επίπεδο και πως είναι ανεύθυνοι. Δεν επιβλέπει ούτε εποπτεύει το έργο της εκκλησίας στην πράξη, έτσι πολλοί τομείς του έργου έχουν τελματώσει». Μόλις το διάβασα, συγκλονίστηκα και σκέφτηκα: «Όταν ηγούνταν άλλων εκκλησιών, επιδίωκε γόητρο και κύρος. Διαρκώς αναρωτιόταν αν τη θαύμαζαν αλλιώς, γινόταν αρνητική κι αποσπόταν από το καθήκον της, έτσι πολλά προβλήματα παρέμεναν άλυτα. Τη συναναστραφήκαμε πολλές φορές για να τη βοηθήσουμε κι εκθέσαμε την αντίχριστη επιδίωξή της για φήμη και κύρος. Τότε το παραδέχτηκε και ήθελε να μετανοήσει, κι έκτοτε δούλευε με πρόγραμμα και στόχους. Γιατί ξανακύλησε όταν πήρε τη θέση των συλληφθέντων επικεφαλής στη Σένγκναν;» Τότε θυμήθηκα πως είχε απομακρυνθεί ήδη δύο φορές από επικεφαλής για επιδίωξη φήμης και κύρους και για μη πρακτικό έργο. Αν και είχε λίγη αυτογνωσία κι έλεγε πως ήθελε να μετανοήσει, τώρα επιδίωκε τα ίδια. Δεν είχε μετανοήσει και δεν είχε αλλάξει. Στο «Αρχές αναγνώρισης ψευδοεπικεφαλής και ψευδοεργατών» λέει: «Όσοι δουλεύουν για κύρος, φήμη και κέρδος, και δεν επιδιώκουν ούτε κατέχουν την αλήθεια, είναι ψευδοεπικεφαλής και ψευδοεργάτες» (170 αρχές για την άσκηση της αλήθειας). Βάσει της συμπεριφοράς της Λι Λινγκ, ήταν ψευδοεπικεφαλής που επιδίωκε φήμη και κύρος και δεν έκανε πρακτικό έργο.

Όμως αυτή τη φορά, εγώ την είχα προτείνει για επικεφαλής. Έλεγε πως κατανοούσε την επιδίωξή της για φήμη και κύρος και το μη πρακτικό της έργο, έτσι νόμιζα πως αποδεχόταν την αλήθεια κι είχε μετανοήσει. Επιπλέον, είχε ευγλωττία και είχε δείξει ικανότητες στη δουλειά, έτσι την πρότεινα. Αν τώρα απομακρυνόταν από επικεφαλής, όλοι θα έλεγαν πως επέλεγα άτομα άναρχα, και πως αν και ήμουν χρόνια επικεφαλής, δεν διέκρινα τη διαφορά μεταξύ αυτογνωσίας και υποκριτικής γνώσης. Πως εφόσον πρότεινα για επικεφαλής κάποια που δεν επιδίωκε την αλήθεια, δεν είχα πραγματικότητες της αλήθειας και διάκριση, και θα χαλούσε η καλή εικόνα που είχαν οι άλλοι για μένα. Έτσι, δεν ήθελα να δεχτώ την πραγματικότητα. Ήλπιζα πως η Τζιέν θα βοηθούσε τη Λι Λινγκ να αλλάξει την κατάστασή της. Έτσι, δεν θα απομακρυνόταν κι θα διατηρούσα το κύρος και την εικόνα μου. Έτσι, το συζήτησα με τους συνεργάτες μου και πρότεινα η Τζιέν να βοηθήσει τη Λι Λινγκ. Αν άλλαζε, θα μπορούσε ακόμα να κάνει αληθινό έργο. Οι συνεργάτες μου συμφώνησαν. Κάθε μέρα, περίμενα ανυπόμονα την απάντηση της Τζιέν κι αναρωτιόμουν αν η κατάσταση της Λι Λινγκ είχε αλλάξει. Ήμουν πολύ νευρική κι ανήσυχη. Φοβόμουν πως αν δεν άλλαζε κι απομακρυνόταν, θα χαλούσε η εικόνα μου. Λίγες μέρες μετά, η Τζιέν έγραψε: «Η Λι Λινγκ είναι δύο μήνες στην εκκλησία. Κοιτά μόνο την πρόοδο των εργασιών και δεν επιλύει προβλήματα. Δεν κάνει πρακτικό έργο. Έτσι, τα προβλήματα των αδελφών παραμένουν άλυτα». Είπε πως παρά τις πολλές συναναστροφές, εκείνη νοιαζόταν για την εικόνα, το κύρος και το πώς την έβλεπαν οι άλλοι. Δεν είχε στάση μετάνοιας. Μόλις το διάβασα, ένιωσα πανικό. Βάσει της συμπεριφοράς της, ήταν ψευδοεπικεφαλής κι επιδίωκε μόνο φήμη και κύρος. Έπρεπε να αντικατασταθεί. Ετοιμαζόμουν να μιλήσω στους συνεργάτες μου, μα τελικά σιώπησα. Σκέφτηκα: «Εγώ πρότεινα τη Λι Λινγκ. Τότε, είπα στους συνεργάτες μου πως αν και είχε απομακρυνθεί στο παρελθόν, είχε κάποια αυτογνωσία και επιδίωκε την αλήθεια. Έτσι συμφώνησαν με την εκλογή της. Αν τώρα τους πω ότι είναι ψευδοεπικεφαλής, δεν επιδιώκει την αλήθεια, και πρέπει να φύγει, τι εντύπωση θα έχουν για μένα; Εκτός αυτού, επέλεξα για επικεφαλής κάποια που δεν επιδιώκει την αλήθεια, προκαλώντας σοβαρή ζημιά στο έργο της εκκλησίας. Δεν θα με θεωρούν ψευδοεπικεφαλής και πως δεν κάνω πραγματικό έργο; Αν με απομακρύνουν, θα είναι απίστευτα ντροπιαστικό. Πιστεύω για χρόνια, και τελικά θα απομακρυνθώ ως ψευδοεπικεφαλής». Αυτό με στενοχώρησε και δεν ήθελα να προτείνω να απομακρυνθεί. Όμως αν δεν το έκανα, θα ένιωθα ενοχές. Ο ψευδοεπικεφαλής βλάπτει το έργο της εκκλησίας και σε μια μέρα, κι εγώ δεν το προασπιζόμουν. Συνεχώς βασανιζόμουν για το αν έπρεπε να μιλήσω. Προσευχήθηκα με πόνο στον Θεό: «Θεέ μου, δεν έχω διάκριση. Προτείνοντας τη Λι Λινγκ, έβλαψα το έργο της εκκλησίας. Ξέρω πως είναι ψευδοεπικεφαλής, μα για να διατηρήσω την εικόνα και το κύρος μου, δεν το λέω. Κάνε με να ασκώ την αλήθεια και να διαφυλάττω το έργο της εκκλησίας». Στην πνευματική μου άσκηση, διάβασα το εξής: «Ως επικεφαλής και εργάτες, όταν προκύπτουν προβλήματα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σας, είναι πιθανό να τα αγνοήσετε και να αναζητήσετε μάλιστα διάφορες προφάσεις και δικαιολογίες για να αποφύγετε την ευθύνη. Υπάρχουν ορισμένα προβλήματα που είστε ικανοί να επιλύσετε, αλλά δεν το κάνετε, και τα προβλήματα που δεν είστε ικανοί να επιλύσετε δεν τα αναφέρετε στους ανωτέρους σας, σαν να μην έχουν καμία σχέση με εσάς. Αυτό δεν είναι παράβαση του καθήκοντός σας; Είναι έξυπνο ή ανόητο να αντιμετωπίζετε έτσι το έργο της εκκλησίας; (Ανόητο.) Δεν είναι φίδια τέτοιοι επικεφαλής και εργάτες; Δεν τους λείπει κάθε αίσθημα ευθύνης; Όταν αγνοούν τα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά τους, αυτό δεν δείχνει ότι είναι άκαρδοι και δολεροί; Οι δολεροί άνθρωποι είναι οι πιο ανόητοι από όλους. Πρέπει να είσαι ειλικρινής, να έχεις αίσθημα ευθύνης όταν αντιμετωπίζεις προβλήματα και να βρίσκεις τρόπους να αναζητάς την αλήθεια για να επιλύεις τα προβλήματα. Μην είσαι δολερό άτομο. Αν, όταν προκύπτουν προβλήματα, αποφεύγεις την ευθύνη και νίπτεις τας χείρας σου, ακόμη και οι άπιστοι θα σε καταδικάσουν. Φαντάζεσαι ότι δεν θα σε καταδικάσει ο οίκος του Θεού; Ο εκλεκτός λαός του Θεού σιχαίνεται και απορρίπτει μια τέτοια συμπεριφορά. Ο Θεός αγαπάει τους ειλικρινείς ανθρώπους, αλλά μισεί τους δόλιους και ύπουλους. Αν είσαι δολερός άνθρωπος και προσπαθείς να κάνεις κόλπα, δεν θα σε μισήσει ο Θεός; Θα σε αφήσει ο οίκος του Θεού απλώς να γλιτώσεις; Αργά ή γρήγορα, θα λογοδοτήσεις. Ο Θεός συμπαθεί τους ειλικρινείς ανθρώπους και αντιπαθεί τους δολερούς. Όλοι θα πρέπει να το καταλάβουν αυτό με σαφήνεια και να σταματήσουν να βρίσκονται σε σύγχυση και να κάνουν ανόητα πράγματα. Η στιγμιαία άγνοια είναι κατανοητή, αλλά το να αρνείται κανείς εντελώς να δεχτεί την αλήθεια αποτελεί απλώς πείσμα. Οι ειλικρινείς άνθρωποι μπορούν να αναλάβουν την ευθύνη. Δεν σκέφτονται τα δικά τους κέρδη και τις δικές τους απώλειες, απλώς διαφυλάττουν το έργο και τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Έχουν ευγενική και ειλικρινή καρδιά που μοιάζει με ένα δοχείο με καθαρό νερό που μπορεί κανείς να δει τον πυθμένα του με μια ματιά. Υπάρχει, επίσης, διαφάνεια στις πράξεις τους. Ένας δόλιος άνθρωπος πάντα κάνει κόλπα, πάντα υποκρύπτει πράγματα, καλύπτεται και κουκουλώνεται τόσο πολύ που κανείς δεν μπορεί να τον διακρίνει. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν μέσα από τις ενδόμυχες σκέψεις σου, αλλά ο Θεός μπορεί να δει τα μύχια της καρδιάς σου. Αν ο Θεός δει ότι δεν είσαι ειλικρινής, ότι είσαι ύπουλος, ότι ποτέ δεν αποδέχεσαι την αλήθεια, ότι προσπαθείς πάντα να Τον εξαπατήσεις και ότι δεν Του παραδίδεις την καρδιά σου, τότε Εκείνος δεν θα σε συμπαθήσει, θα σε μισήσει και θα σε εγκαταλείψει» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). Μόλις το διάβασα, κατάλαβα πως στον Θεό αρέσουν οι απλοί και ειλικρινείς, που παραδέχονται τα λάθη τους και τα διορθώνουν. Αν προσπαθώντας να προστατευτείς, δεν παραδέχεσαι τα λάθη σου, αλλά με δικαιολογίες τα καλύπτεις, τότε είσαι πονηρός κι ο Θεός σε αποστρέφεται. Κατάλαβα πως ήμουν πονηρή κι αχρεία. Επέλεξα για επικεφαλής κάποια που δεν επιδίωκε την αλήθεια, βλάπτοντας τρομερά το έργο της εκκλησίας. Έκανα μια παράβαση κι έπρεπε να επανορθώσω, αλλά για να διατηρήσω την εικόνα που είχαν οι άλλοι για μένα, παρότι ο ψευδοεπικεφαλής βλάπτει το έργο της εκκλησίας και σε μια μέρα, δεν τον απομάκρυνα για να το διαφυλάξω. Έκανα το ένα λάθος μετά το άλλο και ήθελα να τα καλύψω. Ένιωθα πολλές ενοχές. Παρά την τόση αλήθεια απ’ τον Θεό και την καλλιέργειά μου απ’ την εκκλησία, προκειμένου να αποφύγω την ευθύνη, άφηνα μια ψευδοεπικεφαλής να διαταράσσει το έργο της. Ήμουν απάνθρωπα εγωίστρια, απεχθής και δόλια. Στη σκέψη αυτή, έτρεξα στους συνεργάτες μου και τους είπα: «Η Λι Λινγκ επιδιώκει φήμη και κύρος, όχι πρακτικό έργο. Έχει επηρεάσει το έργο, είναι ψευδοεπικεφαλής και πρέπει να απομακρυνθεί». Μετά από συναναστροφή, οι συνεργάτες το επιβεβαίωσαν κι εκείνοι, και σύντομα αντικαταστάθηκε.

Έπειτα, ανοίχτηκα στους συνεργάτες μου για όσα φανέρωσα κι έμαθα. Δεν με κατηγόρησαν που επέλεξα το λάθος άτομο, και συνοψίσαμε τις εκτροπές και τα λάθη μας στην επιλογή ατόμων. Μέσα από τη συναναστροφή, είδα πως η λάθος επιλογή μου οφειλόταν στο ότι δεν διέκρινα την αυτογνωσία και τα άτομα που επιδιώκουν ειλικρινά κι αγαπούν την αλήθεια. Κάποια λόγια του Θεού με βοήθησαν να το κατανοήσω. Τα λόγια του Θεού λένε: «Πώς μπορεί κανείς να διακρίνει αν ένας άνθρωπος αγαπά την αλήθεια; Από μία άποψη, πρέπει να εξετάσει εάν αυτό το άτομο μπορεί να γνωρίσει τον εαυτό του με βάση τον λόγο του Θεού, εάν μπορεί να κάνει αυτοκριτική και να αισθανθεί αληθινή μεταμέλεια. Από μια άλλη άποψη, πρέπει να εξετάσει εάν μπορεί ν’ αποδεχθεί και να κάνει πράξη την αλήθεια. Εάν μπορεί ν’ αποδεχθεί και να κάνει πράξη την αλήθεια, είναι άτομο που αγαπά την αλήθεια και μπορεί να υπακούει στο έργο του Θεού. Εάν μόνο αναγνωρίζει την αλήθεια, αλλά ποτέ δεν την αποδέχεται ούτε την κάνει πράξη, όπως λένε ορισμένοι: “Κατανοώ όλη την αλήθεια, αλλά δεν μπορώ να την κάνω πράξη”, αυτό αποδεικνύει ότι δεν είναι άτομο που αγαπά την αλήθεια. Μερικοί άνθρωποι παραδέχονται ότι ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια κι ότι έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις· λένε δε ότι είναι πρόθυμοι να μετανοήσουν και να ξεκινήσουν από την αρχή, μετά όμως απ’ αυτό, δεν υπάρχει καμία απολύτως αλλαγή. Τα λόγια κι οι πράξεις τους είναι και πάλι όπως πριν. Όταν μιλούν για αυτογνωσία, είναι σαν να λένε κάποιο αστείο ή να φωνάζουν ένα σύνθημα. Δεν κάνουν αυτοκριτική ούτε γνωρίζουν καθόλου τον εαυτό τους ως τα βάθη της καρδιάς τους και, το σημαντικότερο, δεν έχουν καμία στάση μεταμέλειας. Λιγότερο ακόμη ανοίγονται για τη διαφθορά τους κατά τρόπο απλό, προκειμένου να κάνουν πραγματικά την αυτοκριτική τους. Αντιθέτως, υποκρίνονται ότι γνωρίζουν τον εαυτό τους κάνοντας απλώς τα διαδικαστικά και ενεργώντας τυπικά. Δεν είναι άνθρωποι που γνωρίζουν πραγματικά τον εαυτό τους ή αποδέχονται την αλήθεια. Όταν άνθρωποι σαν αυτούς μιλούν για αυτογνωσία, το κάνουν τυπικά. Επιδίδονται σε προσποίηση και απάτη, αλλά και ψεύτικη πνευματικότητα. Μερικοί άνθρωποι είναι δόλιοι, κι όταν βλέπουν άλλους να συναναστρέφονται σχετικά με την αυτογνωσία τους, σκέφτονται: “Όλοι οι άλλοι ανοίγονται και αναλύουν τον δόλο τους. Αν δεν πω τίποτα, όλοι θα νομίζουν ότι δεν γνωρίζω τον εαυτό μου. Θα πρέπει να κρατήσω τους τύπους, λοιπόν!” Κατόπιν τούτου, περιγράφουν τον δόλο τους ως εξαιρετικά σοβαρό, απεικονίζοντάς τον με δραματικό τρόπο, και η αυτογνωσία τους φαίνεται ιδιαίτερα βαθιά. Ο καθένας που τους ακούει αισθάνεται ότι γνωρίζουν πραγματικά τον εαυτό τους και, στη συνέχεια, τους κοιτάζει με φθόνο, κάτι που με τη σειρά του τους κάνει να νιώθουν σαν να είναι γεμάτοι δόξα, σαν να τους στόλισε μόλις ένα φωτοστέφανο. Αυτός ο τρόπος αυτογνωσίας, που επιτυγχάνεται ενεργώντας τυπικά, σε συνδυασμό με την προσποίηση και την απάτη τους, παραπλανά εντελώς τους άλλους. Μπορεί η συνείδησή τους να είναι ήσυχη όταν το κάνουν αυτό; Δεν πρόκειται απλώς για κραυγαλέο δόλο; […] Όταν το κάνουν αυτό, δεν αισθάνονται ένοχοι, η συνείδησή τους δεν τους ενοχλεί αφού προσποιηθούν και προβούν σε απάτη, δεν αισθάνονται τίποτα αφού επαναστατήσουν ενάντια στον Θεό και Τον εξαπατήσουν, ούτε και προσεύχονται σ’ Εκείνον για να παραδεχτούν το σφάλμα τους. Δεν είναι αδιάλλακτοι οι άνθρωποι αυτοί; Αν δεν αισθάνονται ένοχοι, μπορούν ποτέ να νιώσουν μεταμέλεια; Μπορεί κάποιος χωρίς αληθινή μεταμέλεια ν’ απαρνηθεί τη σάρκα και να κάνει πράξη την αλήθεια; Μπορεί κάποιος χωρίς αληθινή μεταμέλεια να μετανοήσει πραγματικά; Σίγουρα όχι. Αν δεν νιώθει καν μεταμελημένος, δεν είναι παράλογο να μιλάμε για αυτογνωσία; Δεν είναι απλώς προσποίηση κι απάτη αυτό;» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο η αυτογνωσία βοηθά στην επιδίωξη της αλήθειας). «Πώς μπορείτε να διακρίνετε αν κάποιος επιδιώκει την αλήθεια; Πώς μπορείτε ν’ αξιολογήσετε αν κάποιος είναι άτομο που επιδιώκει την αλήθεια; Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποιος που πιστεύει στον Θεό επτά ή οκτώ χρόνια. Μπορεί να είναι σε θέση να παραθέτει πολλά από τα δόγματα, το στόμα του μπορεί να είναι γεμάτο πνευματικό λεξιλόγιο, μπορεί συχνά να βοηθά τους άλλους, μπορεί να φαίνεται πολύ ενθουσιώδης, μπορεί να είναι σε θέση ν’ απαρνείται πράγματα, μπορεί να εκτελεί τα καθήκοντά του με μεγάλη διάθεση. Όμως, δεν μπορεί και πολύ να κάνει πράξη την αλήθεια, να συζητά για πραγματικές εμπειρίες όσον αφορά την είσοδο στη ζωή και, πολύ λιγότερο, να έχει κάποια αλλαγή στη διάθεση της ζωής. Μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι κάποιος σαν αυτόν δεν επιδιώκει την αλήθεια. Εάν κάποιος αγαπά πραγματικά την αλήθεια, μετά από ένα χρονικό διάστημα που βιώνει πράγματα, θα μπορεί να μιλήσει για την κατανόησή του ή, τουλάχιστον, θα μπορεί να ενεργεί σύμφωνα με τις αρχές σε ορισμένα θέματα. Θα έχει κάποια εμπειρία εισόδου στη ζωή και, τουλάχιστον, θα δείχνει κάποιες αλλαγές στη συμπεριφορά του. Όσοι επιδιώκουν την αλήθεια βλέπουν να βελτιώνεται διαρκώς η πνευματική τους κατάσταση, η πίστη τους στον Θεό αυξάνεται σταδιακά, έχουν κάποια κατανόηση του τι εκθέτουν και των διεφθαρμένων διαθέσεών τους, έχουν προσωπική εμπειρία και γνήσια ενόραση για το πώς εργάζεται ο Θεός για να σώσει τους ανθρώπους. Όλα αυτά τα πράγματα σταδιακά ανυψώνονται μέσα τους. Εάν δείτε αυτές τις εκδηλώσεις σ’ ένα άτομο, να είστε βέβαιοι ότι πρόκειται για κάποιον που επιδιώκει την αλήθεια» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;).

Απ’ τον λόγο Του έμαθα πως για να κρίνουμε αν κάποιος επιδιώκει την αλήθεια, δεν πρέπει απλά να κοιτάμε τι λέει. Σημασία έχει αν αποδέχεται και ασκεί την αλήθεια, κι αν μετανοεί αληθινά και μετά από λίγο αλλάζει. Όσοι επιδιώκουν την αλήθεια, στις αποτυχίες αποδέχονται την κρίση του λόγου του Θεού, κάνουν αυτοκριτική, αναλύουν κι εκθέτουν τα κίνητρά τους σε πράξεις τους, μισούν αληθινά τις διεφθαρμένες διαθέσεις μέσα τους και νιώθουν τύψεις για τις παραβάσεις τους. Έτσι όταν ξανασυμβεί, ασκούν με αυταπάρνηση την αλήθεια. Με τον καιρό, ωριμάζουν στη ζωή και αλλάζουν τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους. Όσο για τη Λι Λινγκ, εξωτερικά έδειχνε ειλικρινής. Στην αντιμετώπιση και την αντικατάστασή της, έγνεφε και παραδεχόταν πως επιδίωκε κύρος, δεν προστάτευε το έργο, δεν είχε ανθρώπινη φύση κι ήλπιζε να εισέλθει. Όμως όταν αφορούσε τη φήμη και το κύρος της, δεν ασκούσε με αυταπάρνηση την αλήθεια κι επέπληττε τους αδελφούς και τις αδελφές, βλάπτοντας το έργο της εκκλησίας. Δεν έκανε αυτοκριτική κι ήταν παθητική. Δεν είχε ιδέα για τη διεφθαρμένη φύση της ή την πηγή της αποτυχίας της, και δεν μετανοούσε αληθινά. Η κατανόηση για την οποία μιλούσε ήταν συγκεχυμένα λόγια που παπαγάλιζε. Όποιος επιδιώκει την αλήθεια κι έχει ανθρώπινη φύση, όταν βλέπει πως έχει βλάψει το έργο της εκκλησίας, νιώθει ενοχές, μισεί τον εαυτό του και δεν νοιάζεται πια για τα συμφέροντά του. Κοιτά πώς να επανορθώσει τις παραβάσεις του, να κάνει πρακτικό έργο και να μη βλάπτει πια το έργο της εκκλησίας. Δεν έβλεπα τίποτα απ’ αυτά στη Λι Λινγκ. Άρα δεν αποδεχόταν και δεν επιδίωκε καθόλου την αλήθεια. Δεν την είχα επιλέξει βάσει της αρχής της αλήθειας, αλλά βάσει των ιδεών και αντιλήψεών μου. Είδα πως έκανε καλές πράξεις και κατανοούσε δόγματα, και υπέθεσα πως είχε αλλάξει. Έτσι επέλεξα λάθος άτομο, βλάπτοντας το έργο της εκκλησίας και τις ζωές των αδελφών μου, επειδή δεν αναζήτησα τις αρχές της αλήθειας.

Αργότερα, έκανα αυτοκριτική. Διέκρινα καθαρά πως ήταν μια ψευδοεπικεφαλής και πως είχα επιλέξει το λάθος άτομο. Γιατί λοιπόν ήθελα να κουκουλώσω την κατάσταση; Αργότερα, διάβασα κάποια λόγια του Θεού και το κατανόησα κάπως. «Όσα λανθασμένα πράγματα κι αν κάνει ένας αντίχριστος, ό,τι είδους κι αν είναι αυτά, είτε είναι υπεξαίρεση, κατασπατάληση ή κατάχρηση των προσφορών του Θεού, είτε διαταράσσει κι αναστατώνει το έργο της εκκλησίας προκαλώντας τεράστιο χάος στο έργο αυτό κι επισύροντας την οργή του Θεού, παραμένει πάντοτε ήρεμος, ψύχραιμος κι αδιάφορος. Ό,τι είδους κακό κι αν κάνει ένας αντίχριστος ή ό,τι συνέπειες κι αν επιφέρει αυτό, ποτέ δεν προσέρχεται ενώπιον του Θεού για να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του και να μετανοήσει το συντομότερο δυνατό, ποτέ δεν έρχεται ενώπιον των αδελφών με στάση που αποσκοπεί στο ν’ αποκαλυφθεί και ν’ ανοιχθεί για να παραδεχτεί τα λάθη του, να συνειδητοποιήσει τις παραβάσεις του, ν’ αναγνωρίσει τη διαφθορά του και να μετανοήσει για τις κακές του πράξεις. Αντίθετα, σπάει το μυαλό του να βρει διάφορες δικαιολογίες για ν’ αποφύγει την ευθύνη και να ρίξει το φταίξιμο στους άλλους ώστε ν’ αποκαταστήσει το γόητρο και το κύρος του. Αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι το έργο της εκκλησίας, αλλά το αν θα πληγούν ή θα επηρεαστούν η φήμη και το κύρος του. Δεν εξετάζει ούτε σκέφτεται τρόπους ν’ αντισταθμίσει τις απώλειες που προκλήθηκαν στον οίκο του Θεού λόγω των παραβάσεών του, ούτε προσπαθεί ν’ αποπληρώσει το χρέος του προς τον Θεό. Δεν παραδέχεται, δηλαδή, ποτέ ότι μπορεί να κάνει κάτι λάθος ή ότι έχει διαπράξει κάποιο σφάλμα. Μέσα τους, οι αντίχριστοι πιστεύουν ότι το να παραδεχτείς αυτοβούλως τα λάθη σου και να περιγράψεις ειλικρινά τα γεγονότα είναι ανοησία κι ανικανότητα. Εάν ανακαλυφθούν κι εκτεθούν οι κακές τους πράξεις, οι αντίχριστοι παραδέχονται μόνο ένα στιγμιαίο απρόσεκτο λάθος, ποτέ παράλειψη καθήκοντος και ανευθυνότητα εκ μέρους τους· θα προσπαθήσουν δε να επιρρίψουν την ευθύνη σε κάποιον άλλον για να φύγει το στίγμα από πάνω τους. Σε στιγμές σαν αυτές, οι αντίχριστοι δεν ενδιαφέρονται για το πώς ν’ αποκαταστήσουν τη ζημιά που προκλήθηκε στον οίκο του Θεού, πώς ν’ ανοιχτούν στον εκλεκτό λαό του Θεού για να παραδεχτούν τα λάθη τους ή πώς να δώσουν αναφορά για το τι συνέβη. Ασχολούνται με το να βρουν τρόπους να κάνουν τα σοβαρά προβλήματα να φαίνονται μικρά και τα μικρά προβλήματα ανύπαρκτα. Προβάλλουν αντικειμενικούς λόγους για να κάνουν τους άλλους να τους καταλάβουν και να τους συμπονέσουν και προσπαθούν ν’ αποκαταστήσουν τη φήμη τους στα μάτια των άλλων, να ελαχιστοποιήσουν την αρνητική επιρροή των παραβάσεών τους για τους ίδιους και να διασφαλίσουν ότι ο Άνωθεν δεν έχει ποτέ κακή εντύπωση γι’ αυτούς, ώστε ποτέ να μη λογοδοτήσουν σ’ Εκείνον, ούτε να τους απαλλάξει απ’ το καθήκον τους, να ερευνήσει γι’ αυτούς ή να τους τιμωρήσει. Για ν’ αποκαταστήσουν τη φήμη και το κύρος τους, ώστε να μην πληγούν τα συμφέροντά τους, οι αντίχριστοι είναι πρόθυμοι να υπομείνουν κάθε πόνο και κάνουν ό,τι μπορούν για να τα βγάλουν πέρα σε κάθε δυσκολία. Από την αρχή κιόλας της παράβασης ή του λάθους τους, οι αντίχριστοι δεν έχουν ποτέ την πρόθεση να φέρουν οιαδήποτε ευθύνη για τα λάθος πράγματα που κάνουν, δεν έχουν ποτέ την πρόθεση ν’ αναγνωρίσουν, να εκθέσουν, ν’ αναλύσουν ή να συναναστραφούν σχετικά με τα κίνητρα, τις προθέσεις και τις διεφθαρμένες διαθέσεις που διέπουν τα λάθος πράγματα που κάνουν, και σίγουρα δεν έχουν ποτέ την πρόθεση ν’ αντισταθμίσουν τη ζημιά που προκαλούν στο έργο της εκκλησίας και τη βλάβη που προκαλούν στην είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή. Επομένως, από όποια οπτική γωνία κι αν βλέπετε το θέμα, οι αντίχριστοι είναι άνθρωποι που δεν παραδέχονται ποτέ τα λάθη τους και δεν μετανοούν ποτέ. Οι αντίχριστοι είναι ξεδιάντροποι και χοντρόπετσοι πέρα από κάθε ελπίδα λύτρωσης, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ζωντανοί σατανάδες» («Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ενδέκατο). Ο Θεός αποκάλυψε πως οι αντίχριστοι δεν παραδέχονται τα λάθη τους, δεν εξομολογούνται ούτε μετανοούν. Κοιτούν πώς να διατηρήσουν και να αποκαταστήσουν την εικόνα τους, πώς να εδραιωθούν. Η συμπεριφορά μου ήταν ίδια με ενός αντίχριστου. Στο σημαντικό έργο της επιλογής ατόμων, δεν αναζήτησα την αλήθεια και με την επιλογή μου, έβλαψα το έργο της εκκλησίας και την είσοδο των αδελφών στη ζωή. Είχα κάνει παράβαση κι έπρεπε να μετανοήσω στον Θεό, να απομακρύνω τη Λι Λινγκ και να επιλέξω γρήγορα το σωστό άτομο για να επανορθώσω για τα λάθη μου. Μα ανησυχούσα πως αν έλεγα στους συνεργάτες μου τα προβλήματά της, θα έβλεπαν πως δεν είχα αλήθεια και επίπεδο και δεν έκανα πρακτικό έργο, και θα με απομάκρυναν. Για να διατηρήσω την εικόνα και το κύρος μου, κρυβόμουν, δεν παραδεχόμουν τις αποτυχίες μου και κάλυπτα τα λάθη μου με άλλα λάθη, ελπίζοντας πως η Τζιέν θα βοηθούσε τη Λι Λινγκ να αλλάξει. Έτσι, δεν θα απομακρυνόταν και θα διατηρούσα το κύρος και την εικόνα μου. Αμελούσα το έργο της εκκλησίας για να ικανοποιώ τα συμφέροντά μου, και κάλυπτα μια ψευδοεπικεφαλής. Διατάρασσα και κατέστρεφα το έργο της εκκλησίας σαν συνεργός του Σατανά. Στη σκέψη αυτή, ένιωσα ενοχές και τύψεις. Εκτελούσα ένα τόσο σημαντικό καθήκον, μα σε μια κρίσιμη στιγμή, σκέφτηκα το συμφέρον μου κι όχι το έργο της εκκλησίας. Δεν φερόμουν σαν ψευδοεπικεφαλής και αντίχριστη; Σκέφτηκα πως οι αντίχριστοι νοιάζονται για το συμφέρον και το κύρος τους κι όχι για το έργο της εκκλησίας. Βάδιζα στο μονοπάτι των αντίχριστων. Αν δεν μετανοούσα, θα αποκαλυπτόμουν και θα εξαλειφόμουν όπως εκείνοι.

Κατόπιν, σκέφτηκα πως έδινα στην ψευδοεπικεφαλής αλλεπάλληλες ευκαιρίες επειδή είχα την ψευδαίσθηση πως αν συναναστρεφόμουν μαζί της αρκετά, τελικά θα άλλαζε. Διάβασα κάποια λόγια του Θεού και διέκρινα αυτήν την παρανόηση. Τα λόγια του Θεού λένε: «Ο ψευδής επικεφαλής, όταν παρατηρείται ανάρμοστη συμπεριφορά, όποιος κι αν είναι ο δράστης, αφού τον αντιμετωπίσει επιπόλαια και προσφέρει μερικές υπενθυμίσεις και προτροπές, πιστεύει ότι η δουλειά του τελείωσε κι ότι έλυσε το πρόβλημα· αυτή όμως είναι καθαρά η λογική του Σατανά. Οι ψευδείς επικεφαλής προφανώς δεν αποπέμπουν αμέσως τους μη πιστούς, τους κακοποιούς και τους αντίχριστους, αλλά διαμαρτύρονται ως εξής: “Συναναστράφηκα πάνω στον λόγο του Θεού μαζί τους, όλοι αναγνώρισαν αυτό που έκαναν κι ένιωσαν τύψεις, όλοι έκλαψαν και είπαν ότι σίγουρα θα μετανοήσουν και δεν θα προσπαθούν πλέον να ιδρύσουν το δικό τους βασίλειο”. Δεν είναι σαν τα παιδιά που μιμούνται παίζοντας; Δεν εξαπατούν απλώς τον εαυτό τους; Όλοι αυτοί οι μη πιστοί, οι κακοποιοί και οι αντίχριστοι είναι άνθρωποι που βαριούνται την αλήθεια. Κανείς απ’ αυτούς δεν την αποδέχεται καθόλου, κανείς δεν είναι στόχος της σωτηρίας του Θεού, όμως οι ψευδείς επικεφαλής αντιμετωπίζουν αυτούς τους μη πιστούς, τους κακοποιούς και τους αντίχριστους που ο Θεός μισεί και σιχαίνεται ως τον εκλεκτό λαό του Θεού και προσπαθούν να τους βοηθήσουν με αγάπη. Ποια είναι η ουσία του προβλήματος εδώ; Η ανοησία και η άγνοια τους εμποδίζουν να δουν καθαρά αυτούς τους ανθρώπους ή προσπαθούν να τους ευχαριστήσουν από φόβο μήπως τους προσβάλουν; Όποιος κι αν είναι ο λόγος, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι οι ψευδείς επικεφαλής δεν κάνουν πρακτικό έργο, δεν αποδέχονται την αλήθεια όταν τους κλαδεύουν και τους αντιμετωπίζουν, ούτε παραδέχονται τα λάθη τους. Και μόνο αυτό αρκεί για να δείξει ότι οι ψευδείς επικεφαλής δεν διαθέτουν καθόλου την πραγματικότητα της αλήθειας. Δεν εργάζονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις εργασίας του οίκου του Θεού, ειδικά δε όσον αφορά το έργο της αποπομπής ανθρώπων από την εκκλησία, προσπαθούν απλά να τα μπαλώσουν. Κάνουν μόνο τα διαδικαστικά, αποπέμποντας κάποιους που πράττουν καταφανώς το κακό. Όταν μάλιστα εκτίθενται και αντιμετωπίζονται, βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες για ν’ αποφύγουν την ευθύνη και να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Επομένως, ένας ψευδής επικεφαλής που δεν κάνει πρακτικό έργο αποτελεί πρόσκομμα το οποίο παρεμποδίζει την εκτέλεση του θελήματος του Θεού. Όσα πράττουν οι ψευδείς επικεφαλής είναι ανούσια και χωρίς αξία. Ποτέ δεν επιλύουν τα διάφορα προβλήματα που προκύπτουν στην εκκλησία, απλώς τα αποφεύγουν, γεγονός που όχι μόνο καθυστερεί την ομαλή πρόοδο του έργου της εκκλησίας, αλλά επηρεάζει και την είσοδο του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή. Αναμφίβολα, οι ψευδείς επικεφαλής διαταράσσουν και αναστατώνουν το έργο της εκκλησίας και λειτουργούν ως ομπρέλες προστασίας για τους μη πιστούς, τους κακοποιούς και τους αντίχριστους. Την κρίσιμη στιγμή του πνευματικού πολέμου, στέκονται στο πλευρό του Σατανά για ν’ αντισταθούν στον Θεό και να Τον εξαπατήσουν. Δεν είναι αυτό εκδήλωση προδοσίας του Θεού; Από τις απόψεις των ψευδών επικεφαλής, είναι σαφές ότι δεν είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια. Δεν κατανοούν καθόλου την αλήθεια, είναι εντελώς ανίκανοι να επιτελέσουν το έργο της ηγεσίας» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). Όσα τα συλλογιζόμουν, ντρεπόμουν. Πίστευα πως όλοι μπορούσαν να αλλάξουν με συναναστροφή το αποδέχονταν και παραδέχονταν το λάθος τους. Δεν έβλεπα τους άλλους βάσει της ουσίας τους. Ήμουν εντελώς τυφλή. Όταν πρωτογνώρισα τη Λι Λινγκ, εξέθεσα και ανέλυσα την επιδίωξή της και το μονοπάτι της. Όταν είπε πως καταλάβαινε και μετανοούσε, νόμιζα πως η συναναστροφή μου είχε αποτελέσματα και πως θα άλλαζε, έτσι την πρότεινα για επικεφαλής. Λίγο μετά, ασχολιόταν και πάλι με την εικόνα της και δεν έκανε πρακτικό έργο. Όταν την εξέθεσα και τη συναναστράφηκα και είδα τη στάση της και πως ήθελε να μετανοήσει, πίστεψα ξανά πως θα άλλαζε. Πάντα επιδίωκε φήμη και κύρος, όχι πρακτικό έργο, δεν μετανοούσε ούτε άλλαζε. Ήταν εμφανώς ψευδοεπικεφαλής, μα συνέχιζα να της δίνω ευκαιρίες. Ήμουν τυφλή και αδαής. Ο ρόλος της συναναστροφής είναι μόνο υποστηρικτικός. Το αν θα αλλάξουν οι άλλοι εξαρτάται απ’ το αν επιδιώκουν την αλήθεια. Όσοι την επιδιώκουν και την αποδέχονται, μετά από συναναστροφή, βοήθεια κι αντιμετώπιση, φτάνουν σε αυτογνωσία, μετανοούν και αλλάζουν. Όσοι δεν αποδέχονται την αλήθεια και τους κουράζει, όσο κι αν τους συναναστραφείς, δεν θα την αποδεχτούν, δεν θα γνωρίσουν ούτε θα μισήσουν τον εαυτό τους, έτσι είναι αδύνατο να αλλάξουν. Δεν βασιζόμουν στον λόγο του Θεού και την αλήθεια. Εφάρμοζα άκριτα κι αλαζονικά κανόνες και προασπίστηκα μια ψευδοεπικεφαλής διαταράσσοντας το έργο. Έπαιζα τον ρόλο του Σατανά. Εξομολογήθηκα στον Θεό και μετανόησα: «Θεέ μου, θέλω να αλλάξω απόψεις, να αναζητώ την αλήθεια και να ενεργώ βάσει αρχών».

Όταν πήγα στην εκκλησία να ερευνήσω το έργο, οι αδελφοί μου ανέφεραν πως ο επικεφαλής Σιάνγκ Γιού, ήταν παθητικός και ανεύθυνος στο καθήκον του. Στις συναθροίσεις, δεν επέλυε προβλήματα με συναναστροφή. Το έργο της εκκλησίας ήταν αναποτελεσματικό, αλλά δεν το επέβλεπε και δεν έκανε πρακτικό έργο. Δεν δεχόταν τις υποδείξεις των άλλων και τις αντέκρουε παντί τρόπω. Ενίοτε έλεγε: «Να κοιτάτε τα δικά σας προβλήματα». Έτσι, οι άλλοι περιορίζονταν. Του άρεσε να βρίσκει ελαττώματα στους άλλους. Σύμφωνα με τις αρχές, ήταν ψευδοεπικεφαλής κι έπρεπε να απομακρυνθεί. Ρώτησα την άποψη των διακόνων της εκκλησίας για τα ζητήματά του. Είπαν: «Ο Σιάνγκ Γιού δεν φέρει φορτίο στο καθήκον του, μα όποτε τον συναναστρεφόμαστε, δείχνει να έχει αυτογνωσία, να μετανοεί και να θέλει να αλλάξει. Θα τον βοηθήσουμε και βλέπουμε». Όταν το άκουσα, σκέφτηκα: «Βάσει της συμπεριφοράς του, είναι ψευδοεπικεφαλής και πρέπει να αντικατασταθεί. Αλλιώς, θα πληγεί το έργο της εκκλησίας. Όμως οι διάκονοι διαφωνούν. Μήπως έχω άδικο; Αν επιμείνω να απομακρυνθεί και κάνω λάθος, τι θα σκεφτούν για μένα; Δεν θα πουν πως αν και χρόνια σ’ αυτό το καθήκον, δεν έχω διάκριση;» Σκεφτόμουν ξανά την εικόνα και το κύρος μου, έτσι ζήτησα σε προσευχή αυταπάρνηση. Είδα πως οι διάκονοι αξιολογούσαν τον Σιάνγκ Γιού βάσει της ευγλωττίας του, όχι βάσει του λόγου του Θεού. Ούτε εγώ είχα διακρίνει το λάθος άτομο βάσει της αλήθειας ή του λόγου του Θεού. Τώρα, έπρεπε να μάθω να αναζητώ με όλους την αλήθεια και να αξιολογώ τους ψευδοεπικεφαλής βάσει του λόγου του Θεού.

Βρήκα κάποια λόγια του Θεού σχετικά με τη διάκριση των ψευδοεπικεφαλής. «Για να διακρίνετε εάν κάποιος είναι ψευδής επικεφαλής ή όχι, δεν χρησιμοποιείτε τα μάτια σας για να κοιτάξετε το πρόσωπό του και να δείτε εάν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του είναι καλά ή κακά, ούτε κοιτάζετε πόσο πολύ φαίνεται εξωτερικά να έχει υποφέρει ή πόσο έχει τρέξει. Αντίθετα, πρέπει να εξετάσετε εάν εκπληρώνει τις ευθύνες του ως επικεφαλής και αν μπορεί να χρησιμοποιήσει την αλήθεια για να επιλύσει πρακτικά προβλήματα. Αυτό είναι το μόνο ακριβές πρότυπο για να αξιολογήσετε το ζήτημα. Αυτή είναι η αρχή της ανάλυσης, της διάκρισης και του προσδιορισμού του εάν κάποιος είναι ψευδής επικεφαλής ή όχι. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να είναι ορθή η αξιολόγηση, να συνάδει με τις αρχές, να συμφωνεί με την αλήθεια και να είναι δίκαιη για όλους. Ο χαρακτηρισμός κάποιου ως ψευδούς επικεφαλής ή ψευδούς εργάτη πρέπει να βασίζεται σε επαρκή στοιχεία. Δεν πρέπει να βασίζεται σε κάνα-δυο περιστατικά ή παραβάσεις, και πολύ λιγότερο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση γι’ αυτό η προσωρινή διαφθορά. Τα μόνα ακριβή πρότυπα βάσει των οποίων μπορείτε να χαρακτηρίσετε κάποιον είναι αν μπορεί να κάνει πρακτικό έργο και να χρησιμοποιήσει την αλήθεια για να επιλύσει προβλήματα, καθώς και αν είναι σωστό άτομο, αν είναι κάποιος που αγαπά την αλήθεια και μπορεί να υπακούει τον Θεό κι αν κατέχει το έργο και τη διαφώτιση του Αγίου Πνεύματος. Μόνο με βάση αυτούς τους παράγοντες μπορεί κάποιος να χαρακτηριστεί ορθά ψευδής επικεφαλής ή ψευδής εργάτης. Οι παράγοντες αυτοί είναι τα πρότυπα κι οι αρχές για την αξιολόγηση και τον προσδιορισμό τού αν κάποιος είναι ψευδής επικεφαλής ή ψευδής εργάτης» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). Με συναναστροφή πάνω σ’ αυτά, είδαμε πως για να διακρίνουμε τους ψευδοεπικεφαλής, δεν πρέπει να κοιτάμε τα ευάρεστα λόγια τους. Το σημαντικό είναι αν κάνουν πρακτικό έργο κι επιλύουν προβλήματα με την αλήθεια, κι αν αποδέχονται κι επιδιώκουν την αλήθεια, αν γνωρίζουν τον εαυτό τους, μετανοούν κι αλλάζουν. Βάσει αυτών των αρχών, ο Σιάνγκ Γιού δεν έφερε ποτέ βάρος στο καθήκον του ούτε έκανε πρακτικό έργο. Οι άλλοι τον συναναστράφηκαν πολλές φορές, κι αντί να κάνει αυτοκριτική, εκτόξευε κατηγορίες εναντίον τους, περιορίζοντάς τους. Εφόσον δεν έκανε πρακτικό έργο ούτε επιδίωκε την αλήθεια, ως ψευδοεπικεφαλής έπρεπε να φύγει. Οι αδελφοί κατηγορούσαν τον εαυτό τους: «Δεν τον αξιολογούμε βάσει του λόγου του Θεού. Μας ξεγέλασε η ψεύτικη εικόνα που παρουσίαζε. Θα προασπιζόμασταν έναν ψευδοεπικεφαλής που διατάραξε το έργο της εκκλησίας». Βλέποντας πως διέκριναν πια τους ψευδοεπικεφαλής, ηρέμησα πολύ, κι απομακρύναμε τον Σιάνγκ Γιού επί τόπου.

Απ’ αυτές τις εμπειρίες είδα πως με τη χρήση τέτοιων ατόμων, βλάπτουμε τους άλλους κι εμάς. Κάνουμε κακό στο έργο της εκκλησίας αλλά και παραβάσεις. Στο εξής στο καθήκον μου, είθε ν’ αναζητώ την αλήθεια, τις αρχές και τον λόγο του Θεού. Όταν δεν κατανοώ, να αφήνω την εικόνα και το κύρος μου και με συναναστροφή των αδελφών μου, να αναπληρώνω τις ελλείψεις μου και να στηρίζω το έργο της εκκλησίας. Δόξα τω Θεώ!

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση