Στοχασμοί σχετικά με την ανταπόδοση καλοσύνης

13 Ιουλίου 2023

Πριν από μερικούς μήνες, βίωσα κι εγώ κάτι παρόμοιο. Έλαβα ένα γράμμα από την εκκλησία της γενέτειράς μου που ζητούσε αξιολόγηση για μια αδελφή, τη Ζανγκ Χουά. Έλεγε ότι διατάρασσε την εκκλησιαστική ζωή, στρέφοντας τον έναν εναντίον του άλλου και δημιουργώντας κλίκες. Οι επικεφαλής τη συναναστράφηκαν πολλές φορές, αλλά ήταν μάταιο, κι εκείνη αντεπιτέθηκε επισημαίνοντας τα λάθη των ίδιων των επικεφαλής. Η εκκλησία συγκέντρωνε απαραίτητες πληροφορίες για να την αποβάλει και μου ζήτησε να γράψω μια αξιολόγηση γι’ αυτήν. Όταν είδα το γράμμα, κατάλαβα ότι η Ζανγκ Χουά ίσως αποβαλλόταν αυτήν τη φορά καθώς ανέκαθεν ενέμενε σ’ αυτήν τη συμπεριφορά, κι ακόμη δεν είχε αλλάξει. Επρόκειτο για μια πολύ σοβαρή κατάσταση. Όταν σκέφτηκα την αποβολή της, δεν ένιωσα και τόσο καλά γι’ αυτό. Παλιά, με είχε προαγάγει και πάντα προσπαθούσε να με προσέχει. Αν μάθαινε ότι εγώ είχα εκθέσει τις κακές της πράξεις, τι θα σκεφτόταν τότε για μένα; Δεν θα έλεγε ότι ήμουν αχάριστος και άκαρδος; Όσο το σκεφτόμουν, ήθελα απλώς να το αποφύγω. Έτυχε να έχω κι άλλη δουλειά και το ανέβαλα για λίγες μέρες

Το θέμα συνέχιζε να με απασχολεί πολύ— Θυμήθηκα κάτι που είχε γίνει πριν δέκα χρόνια. Τότε, η Ζανγκ Χουά ήταν η επικεφαλής της εκκλησίας και με είχε προαγάγει στο έργο των κειμένων, ώστε να εξασκηθώ κι άλλο. Μετά από επανειλημμένες προαγωγές, έκανα το καθήκον μου εκτός πόλης. Σκέφτηκα πως το ότι εργαζόμουν ακόμη στα κείμενα είχε να κάνει με την προαγωγή που μου έδωσε πριν τόσα χρόνια. Σκέφτηκα τη συναναστροφή, τη βοήθεια και τη στήριξη που παρείχε τα χρόνια που ήταν επικεφαλής— συνεννοούμασταν πολύ εύκολα και μας φρόντιζε πολύ καθημερινά. Όχι μόνο κανόνιζε καλύτερα σπίτια για να φιλοξενηθούμε, αλλά αν είχαμε έλλειψη σε ρούχα ή είδη καθημερινής ανάγκης κανόνιζε να τα λάβουμε αμέσως. Θυμάμαι μια φορά που έκανε μια συνάθροιση για μας. Είχε ακούσει ότι είχα ηπατική νόσο και επικοινώνησε με έναν αδελφό, ο οποίος ήταν γιατρός, εξασφαλίζοντάς μου δωρεάν δώδεκα μπουκάλια φάρμακα. Συγκινήθηκα πολύ μ’ αυτό. Εκτός από την οικογένειά μου, κανείς δεν είχε δείξει ποτέ τέτοιο ενδιαφέρον για τη νόσο μου. Πάντα ένιωθα ότι με εκτιμούσε κι αναγνώριζε την αξία μου, κι ήμουν αιώνια ευγνώμων γι’ αυτό. Έτσι, ένιωσα υπερβολικά αμήχανα όταν μου ζητήθηκε να γράψω μια αξιολόγηση για εκείνη, γιατί ήξερα ότι είχε κάνει αρκετές κακές πράξεις— αν εκτίθεντο, θα οδηγούσαν στην αποβολή της. Στο καθήκον της ως επικεφαλής ήταν αμελής κι απρόσεκτη, βλάπτοντας σοβαρά το έργο της εκκλησίας. Αφού απολύθηκε από επικεφαλής, κήρυττε το ευαγγέλιο, μα άρχισε ν’ ακολουθεί αντίχριστους, κατηγορώντας τους επικεφαλής ως ψευδείς με σκοπό την ηγεσία. Επικεφαλής κι εργάτες αδυνατούσαν να κάνουν το καθήκον τους και διαταράχθηκε το εκκλησιαστικό έργο. Η αδελφή της ήταν κακός άνθρωπος. Όταν αποβλήθηκε, η Ζανγκ Χουά δυσαρεστήθηκε και την υπερασπίστηκε, διαδίδοντας αντιλήψεις και διαταράσσοντας το έργο της εκκλησίας Αναρωτιόμουν γιατί η Ζανγκ Χουά υποστήριζε πάντα τα λάθος άτομα. Τότε σκέφτηκα τον λόγο του Θεού: «Μέσα στους κόλπους της εκκλησίας, υπάρχουν πολλοί που δεν διαθέτουν ικανότητα διάκρισης. Όταν συμβαίνει κάτι παραπλανητικό, εκείνοι στέκονται αναπάντεχα στο πλευρό του Σατανά· προσβάλλονται, μάλιστα, όταν τους αποκαλούν υπηρέτες του Σατανά. Παρόλο που οι άνθρωποι μπορεί να πούνε ότι δεν διαθέτουν ικανότητα διάκρισης, αυτοί πάντα υποστηρίζουν την πλευρά που δεν κατέχει την αλήθεια· ποτέ δεν υποστηρίζουν την αλήθεια σε μια κρίσιμη στιγμή, ποτέ δεν ορθώνουν ανάστημα για να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της αλήθειας. Στερούνται πράγματι ικανότητας διάκρισης; Γιατί παίρνουν αναπάντεχα το μέρος του Σατανά; Γιατί ποτέ δεν λένε ούτε μία λέξη που να είναι δίκαιη ή λογική υπέρ της αλήθειας; Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργηθεί, πράγματι, ως αποτέλεσμα της στιγμιαίας σύγχυσής τους; Όσο λιγότερη ικανότητα διάκρισης διαθέτουν οι άνθρωποι, τόσο λιγότερο είναι σε θέση να ταχθούν με την αλήθεια. Τι δείχνει αυτό; Δεν δείχνει ότι οι άνθρωποι που δεν διαθέτουν ικανότητα διάκρισης αγαπούν το κακό; Δεν δείχνει ότι είναι οι πιστοί απόγονοι του Σατανά; Πώς γίνεται να μπορούν πάντα να τάσσονται με τον Σατανά και να μιλούν τη γλώσσα του; Κάθε λέξη και πράξη τους, οι εκφράσεις στα πρόσωπά τους, όλα αρκούν για να αποδείξουν ότι δεν είναι καθόλου λάτρεις της αλήθειας· αντιθέτως, είναι άνθρωποι που απεχθάνονται την αλήθεια. Το γεγονός ότι μπορούν να υποστηρίζουν τον Σατανά, αρκεί για να αποδείξει ότι ο Σατανάς αγαπά πραγματικά αυτούς τους μικρόψυχους διαβόλους που αγωνίζονται για χάρη του Σατανά όλη τους τη ζωή. Δεν είναι όλα αυτά τα γεγονότα απολύτως ξεκάθαρα;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Προειδοποίηση σε όσους δεν κάνουν πράξη την αλήθεια). Από την αποκάλυψη του λόγου του Θεού και τη σύγκρισή του με τις παλιές κακές πράξεις και την τωρινή συμπεριφορά της Ζανγκ Χουά, είδα ότι πάντα έπαιρνε το μέρος του Σατανά, διαταράσσοντας το έργο της εκκλησίας. Κατάλαβα ότι ήταν ουσιαστικά τσιράκι του Σατανά —κακοποιός που διατάραζε το έργο της εκκλησίας. Αν εξέθετα όλες τις κακές πράξεις της Ζανγκ Χουά, τότε, σύμφωνα με τις αρχές της εκκλησίας, σίγουρα θα αποπεμπόταν. Τότε, δεν θα είχε κανένα ρόλο στον οίκο του Θεού και καμία ελπίδα σωτηρίας. Ήταν ήδη μεσήλικη και δεν είχε κάνει οικογένεια. Αν αποβαλλόταν, θα είχε πουθενά να πάει; Όταν σκέφτηκα τη φροντίδα της και την προαγωγή, βρέθηκα σε δίλημμα. Αν έγραφα την αξιολόγηση, πιθανόν να αποβαλλόταν για την κακή της συμπεριφορά. Αν δεν την έγραφα, δεν θα προστάτευα το έργο της εκκλησίας ούτε θα ήμουν πιστός στον Θεό. Καθώς το σκεφτόμουν, βρήκα μια μέση λύση. Είχαν περάσει τα χρόνια, και η μνήμη μου δεν ήταν τόσο καλή. Είχα ήδη ξεχάσει πολλές λεπτομέρειες, οπότε δεν είχε νόημα να προσπαθήσω πολύ να τις θυμηθώ. Θα σημείωνα απλώς κάποιες προφανείς και τέλος. Όταν μου πέρασε από το μυαλό αυτή η σκέψη, ένιωσα μομφή στην καρδιά μου. Αυτό δεν ήταν απλώς δόλος και απάτη; Τώρα είναι το τελικό στάδιο της αποκάλυψης στο έργο του Θεού, που ο καθένας ταξινομείται βάσει του είδους του. Μόνο όταν αποπεμφθούν οι κακοποιοί, οι αντίχριστοι, οι μη πιστοί και τα κακά πνεύματα θα εκκαθαριστεί η εκκλησία και θα επιτελέσει ομαλά το έργο της. Ήξερα καλά ότι η Ζανγκ Χουά ήταν κακιά, μα δεν ήθελα να την εκθέσω— ήθελα να την προστατεύσω, να την καλύψω. Έτσι θα στεκόμουν στο πλευρό του Σατανά και θ’ αντιστεκόμουν στον Θεό. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, φοβήθηκα. Πάσχισα να θυμηθώ κάθε της ενέργεια και τις κατέγραψα όλες για τον επικεφαλής.

Αφού το έστειλα, ένιωσα λίγο πιο ήρεμος, αλλά με διακατείχε ακόμα ένα αίσθημα θλίψης. Αν μια μέρα επέστρεφα στη γενέτειρά μου κι η Ζανγκ Χουά μάθαινε ότι εγώ αποκάλυψα τις κακές της πράξεις, δεν θα μου έλεγε ότι ήμουν άσπλαχνος και αχάριστος; Για μέρες, όποτε το σκεφτόμουν, ένιωθα σαν να είχα κάνει κάτι κακό. Σκεφτόμουν συνέχεια: Ήξερα ότι η έκθεση κι η αναφορά των κακοποιών είναι το θέλημα του Θεού και το καθήκον όλων των εκλεκτών του Θεού, γιατί λοιπόν ήμουν τόσο απρόθυμος να την εκθέσω; Γιατί ένιωθα λες και της χρωστούσα κάτι; Αναλογιζόμενος, θυμήθηκα ότι όταν ο Θεός ανέλυσε τα ήθη της ανθρωπότητας έθιξε το θέμα της ανταπόδοσης καλοσύνης, έτσι άρχισα να διαβάζω τον λόγο του Θεού. Τα λόγια του Θεού λένε: «Η ιδέα ότι “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη” είναι ένα από τα κλασικά κριτήρια για να κριθεί αν ένα άτομο είναι ηθικό ή ανήθικο στην παραδοσιακή κινεζική κουλτούρα. Όταν εξετάζεται το αν κάποιος έχει καλή ή κακή ανθρώπινη φύση και το πόσο ενάρετος είναι, ένα από τα σημεία αναφοράς είναι το αν ανταποδίδει τις χάρες ή τη βοήθεια που λαμβάνει, το αν ασκεί το ρητό “η καλοσύνη που λαμβάνεις πρέπει ν’ ανταποδίδεται” ή όχι. Στην κινεζική παραδοσιακή κουλτούρα, και για την ακρίβεια στην ανθρώπινη παραδοσιακή κουλτούρα στο σύνολό της, οι άνθρωποι το αντιμετωπίζουν αυτό ως ένα σημαντικό μέτρο αρετής. Αν κάποιος δεν κάνει πράξη την αρχή “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”, τότε είναι αχάριστος, και θεωρείται ότι δεν έχει συνείδηση και ότι δεν αξίζει να έχει κάποιος σχέσεις μαζί του. Όλοι τον σιχαίνονται, τον αποστρέφονται, τον εγκαταλείπουν και τον απορρίπτουν. Από την άλλη πλευρά, αν κάποιος κάνει πράξη την αρχή “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη” —αν είναι ευγνώμων και ανταποδίδει τις χάρες και τη βοήθεια που λαμβάνει με κάθε μέσο που διαθέτει, θεωρείται άτομο με συνείδηση και ανθρώπινη φύση. Αν κάποιος λαμβάνει οφέλη ή βοήθεια από ένα άλλο άτομο, αλλά δεν τα ανταποδίδει ή απλώς του εκφράζει λίγη ευγνωμοσύνη με ένα απλό “ευχαριστώ” και τίποτε περισσότερο, τι θα σκεφτεί το άλλο άτομο; Θα ενοχληθεί, μήπως; Μήπως θα σκεφτεί: “Αυτός ο τύπος δεν αξίζει βοήθεια, δεν είναι καλός άνθρωπος. Αν αντιδρά έτσι ενώ τον έχω βοηθήσει τόσο πολύ, τότε δεν έχει συνείδηση ούτε ανθρώπινη φύση και δεν αξίζει να έχω σχέσεις μαζί του”; Αν ξανασυναντούσε αυτόν τον άνθρωπο, θα τον βοηθούσε και πάλι; Δεν θα το επιθυμούσε, τουλάχιστον. Εσείς, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν θα αναρωτιόσασταν αν όντως θα ’πρεπε να βοηθήσετε ή όχι; Το μάθημα που θα παίρνατε από την προηγούμενη εμπειρία σας θα ήταν το εξής: “Δεν μπορώ να βοηθάω τον οποιονδήποτε —πρέπει να καταλάβει ότι ‘η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη’. Αν είναι από τους αχάριστους που δεν μου ανταποδίδουν τη βοήθεια που τους έδωσα, τότε καλύτερα να μη βοηθήσω”. Αυτή δεν θα ήταν η δική σας άποψη επί του θέματος; (Ναι, θα ήταν.)» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (7)]. Αφού διάβασα τον λόγο του Θεού, κατάλαβα γιατί ένιωθα τόσο λυπημένος και λες και της χρωστούσα κάτι. Είχα εξαπατηθεί και δηλητηριαστεί από την ηθική αρχή της ανταπόδοσης καλοσύνης. Από τα παιδικά μου χρόνια, όταν μιλούσαν οι γονείς μου, οι πρεσβύτεροι ή οι χωρικοί, η φράση «ανταπόδοση καλοσύνης» προέκυπτε συχνά στις συζητήσεις τους. Όταν άκουγαν ότι κάποιος που είχε λάβει βοήθεια ανταπέδωσε μετά τη χάρη, τον επαινούσαν κι έλεγαν ότι ήταν καλός, με συνείδηση, κι ότι άξιζε να τον κάνουν φίλο. Θαύμαζαν και σέβονταν τέτοιους ανθρώπους, και κάθε φορά που τους έβλεπαν, τους χαιρετούσαν με χαρά. Μα όταν κάποιος δεν ανταπέδιδε μια χάρη, δεν ήθελαν σχέσεις μαζί του. Χαρακτήριζαν κρυφά τέτοιους ανθρώπους αχάριστους, χωρίς συνείδηση κι ανθρώπινη φύση, και δεν τους χαιρετούσαν καθόλου. Βυθισμένος σε τέτοιες αξίες απ’ το περιβάλλον της παιδικής μου ηλικίας, πάντα ενστερνιζόμουν την ιδέα της ανταπόδοσης καλοσύνης. Έπρεπε να θυμάμαι όλους όσοι είχαν βοηθήσει εμένα ή την οικογένειά μου, και να τους το ανταποδίδω το συντομότερο. Αν δεν γινόταν αμέσως, έπρεπε να τους το ανταποδώσω όταν θα μπορούσα. Έτσι νόμιζα ότι έπρεπε να πράττει ένας ευσυνείδητος κι έντιμος άνθρωπος, και μ’ αυτό κέρδισα την εύνοια των γύρω μου. Μα όσο για τη Ζανγκ Χουά, ένιωθα ότι δεν είχα ανταποδώσει πλήρως το ενδιαφέρον και τη βοήθειά της, και μάλιστα είχα αποκαλύψει τις κακές της πράξεις. Είχα ένοχη συνείδηση και ένιωθα αχάριστος. Αυτές οι ιδέες συνέχιζαν να με ελέγχουν σε βαθμό που αν και ήξερα ότι οι κακοί κι οι μη πιστοί μπορούν μόνο να διαταράξουν το έργο της εκκλησίας και τα καθήκοντα των αδελφών, παρέμενα απρόθυμος να αποκαλύψω τις κακές πράξεις της. Με είχε εξαπατήσει και περιορίσει πολύ η έννοια της ανταπόδοσης καλοσύνης.

Μόλις τότε, διάβασα ξανά τον λόγο του Θεού. «Δηλώσεις σχετικά με την ηθική συμπεριφορά όπως “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη” δεν λένε στους ανθρώπους ποιες ακριβώς είναι οι ευθύνες τους ως μέλη της κοινωνίας και της ανθρωπότητας. Αντιθέτως, αποτελούν τρόπο δέσμευσης ή εξαναγκασμού των ανθρώπων να ενεργούν και να σκέφτονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, είτε το θέλουν είτε όχι, και ανεξάρτητα από τις περιστάσεις ή το γενικότερο πλαίσιο. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα από την αρχαία Κίνα. Ένα από αυτά αφορά ένα πεινασμένο ζητιανάκι που φιλοξενήθηκε από μια οικογένεια που το τάισε, το έντυσε, το εκπαίδευσε στις πολεμικές τέχνες και του δίδαξε κάθε είδους γνώσεις. Περίμεναν μέχρι να μεγαλώσει και μετά άρχισαν να το χρησιμοποιούν ως πηγή εισοδήματος, στέλνοντάς το να πράττει το κακό, να σκοτώνει ανθρώπους, να κάνει πράγματα που δεν ήθελε να κάνει. Αν δεις την ιστορία του υπό το πρίσμα των ευεργεσιών που δέχτηκε, τότε το ότι σώθηκε ήταν κάτι καλό. Αλλά αν σκεφτείς αυτό που αναγκάστηκε να κάνει αργότερα, ήταν πραγματικά καλό ή κακό; (Ήταν κακό.) Αλλά σύμφωνα με τους όρους της παραδοσιακής κουλτούρας, όπως την αρχή “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”, οι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν αυτήν τη διάκριση. Επιφανειακά, φαίνεται ότι το αγόρι δεν είχε άλλη επιλογή από το να κάνει κακά πράγματα και να βλάψει ανθρώπους, να γίνει δολοφόνος —πράγματα που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα ήθελαν να κάνουν. Αλλά η προθυμία του να κάνει κακά πράγματα και να σκοτώσει κατ’ εντολή του αφέντη του δεν προερχόταν, κατά βάθος, από την επιθυμία να του ανταποδώσει την καλοσύνη του; Ιδιαίτερα εξαιτίας των όρων της κινεζικής παραδοσιακής κουλτούρας, όπως της αρχής “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”, οι άνθρωποι δεν μπορούν παρά να επηρεάζονται και να ελέγχονται από αυτές τις ιδέες. Επίσης, από αυτές περιορίζονται και ο τρόπος με τον οποίο ενεργούν, καθώς και οι προθέσεις και τα κίνητρα πίσω από αυτές τις ενέργειες. Όταν το αγόρι βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση, ποια θα ήταν η πρώτη του σκέψη; “Αυτή η οικογένεια με έσωσε και μου φέρθηκε καλά. Δεν μπορώ να είμαι αχάριστος, πρέπει να ανταποδώσω την καλοσύνη τους. Τους χρωστάω τη ζωή μου, γι’ αυτό πρέπει να τους την αφιερώσω. Θα πρέπει να κάνω ό,τι μου ζητήσουν, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να πράττω το κακό και να σκοτώνω ανθρώπους. Δεν μπορώ να σκεφτώ αν είναι σωστό ή λάθος, πρέπει απλώς να ανταποδώσω την καλοσύνη τους. Τι είδους άνθρωπος θα ήμουν αν δεν το έκανα;” Ως αποτέλεσμα, όποτε η οικογένεια ήθελε να δολοφονήσει κάποιον ή να κάνει κάτι κακό, το έκανε χωρίς κανέναν δισταγμό ή επιφύλαξη. Η συμπεριφορά και οι πράξεις του, η άκριτη υπακοή του, δεν υπαγορεύονταν όλα από την ιδέα ότι “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”; Δεν εκπλήρωνε αυτό το ηθικό αξίωμα; (Ναι.) Τι συμπεραίνετε από αυτό το παράδειγμα; Είναι η αρχή “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη” κάτι καλό ή όχι; (Δεν είναι, δεν υπάρχει καμία αρχή σ’ αυτό.) Στην πραγματικότητα, ένα άτομο που ανταποδίδει μια καλοσύνη έχει μια αρχή. Δηλαδή, την αρχή “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”. Αν κάποιος κάνει κάτι καλό για σένα, πρέπει να το ανταποδώσεις κι εσύ. Αν δεν το κάνεις, τότε δεν είσαι άνθρωπος και αν καταδικαστείς γι’ αυτό, δεν μπορείς να πεις τίποτα. Το ρητό λέει: “Μια σταγόνα νερό θα πρέπει να ανταποδίδεται με μια αστείρευτη πηγή”, αλλά σε αυτήν την περίπτωση, το αγόρι δέχτηκε ένα σωτήριο για τη ζωή του καλό και έπρεπε να το ανταποδώσει με αντάλλαγμα τη ζωή του. Δεν γνώριζε ποια ήταν τα όρια ή οι αρχές της ανταπόδοσης της καλοσύνης. Πίστευε ότι αυτή η οικογένεια του είχε χαρίσει τη ζωή του, οπότε έπρεπε να τους την αφιερώσει ως αντάλλαγμα και να κάνει ό,τι του ζητούσαν, ακόμη και φόνο ή άλλες κακές πράξεις. Αυτός ο τρόπος ανταπόδοσης της καλοσύνης δεν έχει αρχές ή όρια. Υπέθαλψε ένα κτήνος και στην πορεία κατέστρεψε τον εαυτό του. Ήταν σωστό να ανταποδώσει την καλοσύνη με αυτόν τον τρόπο; Φυσικά και όχι. Ήταν ανόητο» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (7)]. Με το παράδειγμα του Θεού για τον ζητιάνο που ανταπέδωσε την καλοσύνη, είδα ότι αυτό είναι σατανική πλάνη με σκοπό να μας δηλητηριάσει. Η ιδέα αυτή όχι μόνο περιορίζει την ψυχή μας, αλλά διαστρεβλώνει και τις σκέψεις μας, μετατρέποντας τη συνηθισμένη βοήθεια μεταξύ ανθρώπων σε χρέος ευγνωμοσύνης το οποίο πρέπει να θυμάται κανείς και να ξεπληρώνει, για να μη χαρακτηριστεί ως άτομο χωρίς συνείδηση και ανθρώπινη φύση. Πόσοι έπαψαν να συμπεριφέρονται σωστά εξαιτίας αυτού του απατηλού και δηλητηριώδους ήθους; Όποιος κι αν κάνει τη χάρη, ακόμη κι αν πρόκειται για κακοποιό ή κάποιον με απώτερα κίνητρα, όποιος επωφελείται πρέπει έπειτα να το ανταποδώσει με όλο του το είναι, ακόμη και σε σημείο φόνου κι άλλων κακών. Κι έτσι κατάλαβα ότι το ήθος της ανταπόδοσης καλοσύνης όντως δηλητηριάζει τους ανθρώπους. Όταν σκέφτηκα τη Ζανγκ Χουά να επιτίθεται στους επικεφαλής και να διαταράσσει το έργο, ήξερα ότι στόχος του επικεφαλής όταν ζήτησε αξιολόγηση ήταν να κατανοήσει ξεκάθαρα πώς φερόταν συνήθως εκείνη ώστε να κρίνει αν έπρεπε ή όχι να την αποβάλει. Αλλά υπό την εξαπάτηση και την επιρροή της «ανταπόδοσης καλοσύνης», με το που σκεφτόμουν ότι η Ζανγκ Χουά με προήγαγε και με φρόντισε —όλες τις χάρες της— ήθελα να καλύψω τις κακές της πράξεις. Ήμουν πολύ μπερδεμένος για να δω τη διαφορά μεταξύ καλού-κακού, άσπρου-μαύρου! Τότε, διέκρινα κάποια πράγματα σχετικά με την ιδέα της ανταπόδοσης καλοσύνης. Είδα ότι δεν ήταν κάτι θετικό, μα μια πλάνη του Σατανά για να μας εξαπατήσει και να μας διαφθείρει. Ήξερα ότι δεν έπρεπε να ζω βάσει αυτής, να τη θεωρώ αρχή συμπεριφοράς.

Έπειτα, διάβασα περισσότερα στον λόγο του Θεού. «Πρέπει να διακριθεί η αντίληψη της παραδοσιακής κουλτούρας ότι “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”. Το πιο σημαντικό μέρος είναι η λέξη “καλοσύνη” —πώς θα πρέπει να δείτε αυτήν την καλοσύνη; Σε ποια πτυχή και φύση της “καλοσύνης” αναφέρεται; Ποια είναι η σημασία της φράσης “η καλοσύνη που λαμβάνεις θα πρέπει να ανταποδίδεται με ευγνωμοσύνη”; Είναι απαραίτητο για όποιον επιδιώκει την αλήθεια να ανακαλύψει τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Τι είναι η “καλοσύνη” σύμφωνα με τις ανθρώπινες αντιλήψεις; Σε ένα μικρότερο επίπεδο, καλοσύνη είναι να σε βοηθάει κάποιος όταν βρίσκεσαι σε δύσκολη θέση. Για παράδειγμα, να σου δίνει ένα μπολ ρύζι όταν πεινάς ή ένα μπουκάλι νερό όταν διψάς, ή να σε βοηθάει να σηκωθείς όταν πέφτεις και δεν μπορείς να σηκωθείς. Όλα αυτά είναι πράξεις καλοσύνης. Μια μεγάλη πράξη καλοσύνης είναι να σε σώσει κάποιος όταν βρίσκεσαι σε απελπιστική κατάσταση —αυτή είναι μια καλοσύνη που σώζει ζωές· ή κάποιος να σε βοηθήσει να αποφύγεις τον θάνατο όταν βρίσκεσαι σε θανάσιμο κίνδυνο, σώζοντας ουσιαστικά τη ζωή σου. Αυτά είναι ορισμένα από τα πράγματα που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως “καλοσύνη”. Αυτού του είδους η καλοσύνη ξεπερνάει κατά πολύ οποιαδήποτε ασήμαντη, υλική χάρη —πρόκειται για μεγάλη καλοσύνη που δεν μπορεί να μετρηθεί με χρήματα ή υλικά πράγματα. Εκείνοι που τη δέχονται νιώθουν ένα είδος ευγνωμοσύνης που είναι αδύνατο να εκφραστεί με λίγα λόγια ευχαριστίας. Είναι ακριβές, όμως, οι άνθρωποι να μετρούν την καλοσύνη με αυτόν τον τρόπο; (Δεν είναι.) Γιατί άραγε; (Επειδή αυτή η μέτρηση βασίζεται στα πρότυπα της παραδοσιακής κουλτούρας.) Αυτή είναι μια απάντηση που βασίζεται στη θεωρία και το δόγμα, και ενώ μπορεί να φαίνεται σωστή, δεν φτάνει στην ουσία του θέματος. Πώς, λοιπόν, μπορεί κανείς να το εξηγήσει αυτό με πρακτικούς όρους; Σκεφτείτε το προσεκτικά. Πριν από λίγο καιρό, άκουσα για ένα βίντεο στο διαδίκτυο, στο οποίο πέφτει το πορτοφόλι ενός άνδρα χωρίς αυτός να το καταλάβει. Ένα μικρό σκυλάκι σηκώνει το πορτοφόλι και τον κυνηγάει, και όταν ο άνδρας το βλέπει αυτό, χτυπάει το σκυλάκι γιατί του έκλεψε το πορτοφόλι. Παράλογο, έτσι δεν είναι; Ο άνθρωπος έχει λιγότερη ηθική από έναν σκύλο! Οι πράξεις του σκύλου ήταν απολύτως σύμφωνες με τα ανθρώπινα πρότυπα ηθικής. Ένας άνθρωπος θα φώναζε: “Σου έπεσε το πορτοφόλι σου!” αλλά επειδή ο σκύλος δεν μπορούσε να μιλήσει, απλώς πήρε σιωπηλά το πορτοφόλι και έτρεξε πίσω από τον άνθρωπο. Έτσι, αν ένας σκύλος μπορεί να εκτελέσει κάποια από τις καλές συμπεριφορές που ενθαρρύνει η παραδοσιακή κουλτούρα, τι λέει αυτό για τους ανθρώπους; Οι άνθρωποι γεννιούνται με συνείδηση και λογική, οπότε είναι πολύ πιο ικανοί να κάνουν αυτά τα πράγματα. Εφόσον κάποιος έχει συνείδηση, μπορεί να εκπληρώσει τέτοιου είδους ευθύνες και υποχρεώσεις. Δεν χρειάζεται να δουλέψεις σκληρά ή να πληρώσεις κάποιο τίμημα, απαιτείται λίγη προσπάθεια και είναι απλώς θέμα του να κάνεις κάτι χρήσιμο, κάτι που ωφελεί τους άλλους. Αλλά μπορεί πραγματικά η φύση αυτής της πράξης να χαρακτηριστεί ως “καλοσύνη”; Φτάνει στο επίπεδο μιας πράξης καλοσύνης; (Δεν φτάνει.) Εφόσον δεν φτάνει, χρειάζεται οι άνθρωποι να μιλούν για ανταπόδοση της; Θα ήταν περιττό» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (7)]. Καθώς αναλογιζόμουν τον λόγο Του, η καρδιά μου διαφωτίστηκε. Ο Θεός λέει: «Το πιο σημαντικό μέρος είναι η λέξη “καλοσύνη” —πώς θα πρέπει να δείτε αυτήν την καλοσύνη;» Μόλις μπορούσα να καταλάβω πώς να δω την ιδέα της «καλοσύνης», θα έβλεπα την αλήθεια και δεν θα με εξαπατούσε ούτε θα με έλεγχε πια. Έτσι το ξανασκέφτηκα. Πίστευα ότι η Ζανγκ Χουά μού έδειξε καλοσύνη με δύο κύριους τρόπους. Πρώτον, με προήγαγε. Δεύτερον, ως επικεφαλής, έβαλε έναν αδελφό να μου δώσει φάρμακα. Όμως, ήταν όντως αυτές πράξεις καλοσύνης; Βασικά, όταν κάποιος είναι άρρωστος ή περνά κάποια δυσκολία, το να δίνεις ένα χέρι βοήθειας για να ανακουφιστεί λίγο είναι φυσιολογική συμπεριφορά —κοινή λογική. Δεν αποτελεί επ’ ουδενί ιδιαίτερη καλοσύνη που πρέπει να ανταποδοθεί. Όταν η Ζανγκ Χουά έμαθε για τη νόσο μου κι είπε στον αδελφό να μου δώσει φάρμακα, αυτό μπορεί ουσιαστικά να θεωρηθεί ευθύνη της, ευθύνη που υπάρχει σε όλους τους λογικούς ανθρώπους με συνείδηση. Μα θεώρησα τη βοήθειά της πολύτιμη και ιδιαίτερη καλοσύνη που πρέπει να ανταποδοθεί, προσπαθώντας μάλιστα να παραμείνει στην εκκλησία καλύπτοντας τις κακές της πράξεις. Ανταποδίδοντας έτσι την καλοσύνη της, δεν θυσίαζα τα συμφέροντα της εκκλησίας για τα δικά μου; Ήμουν σε πλήρη σύγχυση.

Αναρωτήθηκα κι αν η προαγωγή μου από τη Ζανγκ Χουά θεωρούνταν ιδιαίτερη καλοσύνη. Το σκέφτηκα βάσει των λόγων του Θεού: «Πρέπει να καταλάβετε αυτό το θέμα. Όποια κι αν είναι η περίοδος ή το στάδιο του έργου που γίνεται, ο Θεός χρειάζεται πάντα μια μερίδα ανθρώπων για να συνεργαστεί. Ο Θεός έχει προκαθορίσει ότι αυτοί οι άνθρωποι θα συνεργαστούν με το έργο του Θεού ή θα λάβουν μέρος στη διάδοση του ευαγγελίου. […] Ποιοι από εσάς που εκτελείτε το καθήκον σας στον οίκο του Θεού αυτή τη στιγμή βρίσκονται εδώ τυχαία; Από όποιο υπόβαθρο κι αν προέρχεστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι εκτελείτε το καθήκον σας. Αυτά τα καθήκοντα δεν μπορούν να εκτελεστούν από διάφορους τυχαία επιλεγμένους πιστούς· αυτά τα πράγματα είχαν προκαθοριστεί από τον Θεό προ των αιώνων. Τι σημαίνει, με λεπτομέρειες, ότι κάτι έχει προκαθοριστεί; Σημαίνει ότι σε ολόκληρο το σχέδιο διαχείρισής Του, ο Θεός σχεδίασε εδώ και πολύ καιρό πόσες φορές θα ερχόσουν ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων, σε ποια γενιά και σε ποια οικογένεια θα γεννιόσουν κατά τις έσχατες ημέρες, ποιες θα ήταν οι συνθήκες αυτής της οικογένειας, αν θα ήσουν άνδρας ή γυναίκα, ποια θα ήταν τα προτερήματά σου, τι επίπεδο μόρφωσης θα είχες, πόσο εύγλωττος θα ήσουν, ποιο θα ήταν το επίπεδό σου, πώς θα έμοιαζες, σε ποια ηλικία θα ερχόσουν στον οίκο του Θεού και θα άρχιζες να εκτελείς το καθήκον σου, και ποιο καθήκον θα εκτελούσες σε ποια χρονική στιγμή —ο Θεός προκαθόρισε κάθε βήμα για σένα από πολύ καιρό πριν. Πριν γεννηθείς, όταν ήρθες ανάμεσα στους ανθρώπους κατά τις τελευταίες ζωές σου, ο Θεός είχε ήδη κανονίσει ποιο καθήκον θα εκτελούσες κατά τη διάρκεια αυτού, του τελικού σταδίου του έργου» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Όσο αναλογιζόμουν τα λόγια του Θεού, τόσο ξεκαθάριζαν όλα. Η δουλειά μου στα κείμενα οφειλόταν φαινομενικά στην προαγωγή της Ζανγκ Χουά, αλλά ο Θεός είναι Αυτός που οργανώνει τα πάντα. Αυτός με οδήγησε σταδιακά σ’ αυτόν τον ρόλο. Αν ο οίκος του Θεού δεν είχε αυτήν τη δουλειά, δεν θα έκανα αυτό το καθήκον. Άρα, δεν είχαν όλα συμβεί ως αποτέλεσμα του έργου του Θεού; Στον Θεό είναι που θα έπρεπε να είμαι ευγνώμων και υπόχρεος, κι όμως θεώρησα τη Ζανγκ Χουά πηγή αυτής της εύνοιας και ήθελα να της το ανταποδώσω. Δεν έβλεπα τη χάρη του Θεού, μόνο του ανθρώπου. Ήμουν πράγματι τυφλός, αδαής, παράλογος κι ανόητος. Καθήκον της Ζανγκ Χουά ως επικεφαλής εκκλησίας ήταν να εκπαιδεύει και να προάγει ανθρώπους βάσει των απαιτήσεων του έργου του οίκου του Θεού— Έπρεπε να είχα ευχαριστήσει τον Θεό, κι όχι ν’ αποδώσω αυτήν την καλοσύνη σ’ ένα άτομο. Μόλις το κατάλαβα, ανακουφίστηκα. Η ευγνωμοσύνη που ένιωθα γι’ αυτήν εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, καθώς και για την εκτίμησή της για μένα, κι η επιθυμία μου να ανταποδώσω, εξαφανίστηκαν. Δεν ένιωθα πλέον υπόχρεος ούτε λυπόμουν που αποκάλυψα τις κακές της πράξεις. Εξαφανίστηκε κι η ενοχή για την αχαριστία μου, και δεν ετίθετο πια κανένα θέμα καλοσύνης μεταξύ μας. Ακριβώς όπως λέει ο Θεός: «Για Μένα, αυτό το είδος “καλοσύνης” απλώς δεν υπάρχει, και ελπίζω το ίδιο να ισχύει και για εσάς. Πώς θα πρέπει να το θεωρείς, λοιπόν; Απλώς να το θεωρείς ως μια υποχρέωση, μια ευθύνη και ένα φυσικό ανθρώπινο ένστικτο. Θα πρέπει να το αντιμετωπίζεις ως ευθύνη και υποχρέωσή σου ως ανθρώπινο ον, και να το κάνεις στο μέτρο των δυνατοτήτων σου. Αυτό είναι όλο» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (7)]. Ο λόγος του Θεού μ’ ελευθέρωσε απ’ τη δέσμευση της ανταπόδοσης καλοσύνης και διόρθωσε την οπτική μου γι’ αυτά τα θέματα. Του είμαι πολύ ευγνώμων.

Τέλος πάντων, νόμιζα ότι το θέμα είχε τελειώσει. Μα πριν λίγες ημέρες, η εκκλησία εκείνη μου ξαναέγραψε, για να καταγράψω ξεκάθαρα τη συμπεριφορά της Ζανγκ Χουά, καθώς και πότε και πού έλαβε χώρα, πότε υπερασπίστηκε αντίχριστους και κακούς ανθρώπους κι ακολούθησε αντίχριστους για να κάνει κακό. Χωρίς τέτοιες αποδείξεις, θα ήταν αδύνατο να αποβληθεί. Αφού έλαβα το γράμμα, ανησυχούσα ακόμα λίγο. Αν τα έγραφα αυτά, η Ζανγκ Χουά θα αποβαλλόταν σίγουρα. Ήταν τόσο καλή μαζί μου. Αν το έκανα αυτό, δεν θα… Αλλά γρήγορα συνειδητοποίησα ότι εδώ δρούσε η σατανική αρχή της ανταπόδοσης καλοσύνης. Έπρεπε ν’ αγνοήσω αυτήν την ιδέα και ν’ ασκηθώ κατά τον λόγο του Θεού. Θυμήθηκα ότι ο λόγος του Θεού λέει: «Βάσει ποιας αρχής ζητούν τα λόγια του Θεού να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι στους άλλους; Να αγαπούν αυτό που αγαπά ο Θεός και να μισούν αυτό που μισεί: αυτή είναι η αρχή που θα πρέπει να τηρείται. Ο Θεός αγαπά όσους επιδιώκουν την αλήθεια και είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημά Του. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα πρέπει να αγαπάμε κι εμείς. Όσοι δεν είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημα του Θεού, Τον μισούν και επαναστατούν ενάντιά Του —αυτούς τους σιχαίνεται ο Θεός και θα πρέπει να τους σιχαινόμαστε κι εμείς. Αυτό ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο. […] Κατά τη διάρκεια της Εποχής της Χάριτος, ο Κύριος Ιησούς είπε: “Τις είναι η μήτηρ μου και τίνες είναι οι αδελφοί μου;” “Διότι όστις κάμη το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς, αυτός μου είναι αδελφός και αδελφή και μήτηρ” (Κατά Ματθαίον 12:48- 50). Αυτά τα λόγια υπήρχαν ήδη από την Εποχή της Χάριτος, και τώρα τα λόγια του Θεού είναι ακόμη πιο ξεκάθαρα: “Να αγαπάς όσα αγαπά ο Θεός και να μισείς όσα μισεί ο Θεός”. Αυτά τα λόγια μάς βάζουν κατευθείαν στο θέμα […]» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο αναγνωρίζοντας τις πλανεμένες απόψεις του μπορεί κανείς να αλλάξει πραγματικά). Ο λόγος του Θεού το καθιστά πολύ σαφές: Πρέπει να φερόμαστε στους άλλους βάσει αρχών, να αγαπάμε ό,τι αγαπά ο Θεός και να μισούμε ό,τι μισεί. Όσοι επιδιώκουν κι ασκούν την αλήθεια είναι αδελφοί και αδελφές μας και πρέπει να τους φερόμαστε μ’ αγάπη. Αυτοί που δεν την επιδιώκουν ούτε την ασκούν καθόλου, ή διαπράττουν κακό που διαταράσσει το έργο της εκκλησίας δεν είναι αδελφοί και αδελφές, αλλά τσιράκια του Σατανά, κακοί άνθρωποι. Πρέπει να εκτεθούν, να διακριθούν και να αποπεμφθούν απ’ την εκκλησία. Μόνο αυτό συνάδει με το θέλημα του Θεού. Δεν δίστασα αφού το κατάλαβα αυτό. Με τα έγγραφα που είχα παράσχει νωρίτερα και με προσεκτική σκέψη, συνέταξα έναν απολογισμό των κακών της πράξεων. Αφού έστειλα την απάντησή μου, ένιωσα γαλήνη και ηρεμία. Είχα πια ξεφύγει από τους περιορισμούς της έννοιας της ανταπόδοσης καλοσύνης κι η καρδιά μου ανακουφίστηκε.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση