Ποιος λέει ότι δεν αλλάζει η διεφθαρμένη διάθεση;
Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Οι άνθρωποι δεν μπορούν να αλλάξουν την ίδια τη διάθεσή τους· πρέπει να υποστούν την κρίση και την παίδευση, τον πόνο και το ραφινάρισμα του λόγου του Θεού, ή να αντιμετωπιστούν, να πειθαρχηθούν και να κλαδευτούν από τον λόγο Του. Μόνο τότε μπορούν να επιτύχουν υπακοή και πίστη στον Θεό, και δεν θα είναι πλέον επιπόλαιοι απέναντί Του. Υπό το ραφινάρισμα του λόγου του Θεού αλλάζει η διάθεση των ανθρώπων. Μόνον μέσω της έκθεσης, της κρίσης, της πειθαρχίας και της αντιμετώπισης του λόγου Του δεν θα τολμούν πια να ενεργούν με απερισκεψία, αλλά αντ’ αυτού θα γίνουν σταθεροί και συγκροτημένοι. Το πιο σημαντικό είναι ότι είναι σε θέση να υποτάσσονται στον τωρινό λόγο του Θεού και στο έργο Του. Ακόμα κι αν δεν συμφωνεί με τις ανθρώπινες αντιλήψεις, είναι σε θέση να παραμερίσουν αυτές τις αντιλήψεις και να υποταχθούν πρόθυμα» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι άνθρωποι η διάθεση των οποίων έχει αλλάξει είναι εκείνοι που έχουν εισέλθει στην πραγματικότητα του λόγου του Θεού). Τα λόγια του Θεού είναι πολύ πρακτικά. Χωρίς την κρίση και την παίδευση, το κλάδεμα και την αντιμετώπισή μας από αυτά, δεν θα μεταμορφώναμε τη σατανική μας διάθεση ούτε θα βιώναμε μια κανονική ανθρώπινη φύση. Υπήρξα ιδιαίτερα αλαζονική. Στη δουλειά, πίστευα πάντα ότι υπερτερούσα των άλλων, οπότε περίμενα να με ακούν όλοι. Αφότου πίστεψα, αυτή η αλαζονική διάθεση φανερωνόταν συχνά. Ήθελα να έχω σε όλα τον τελευταίο λόγο, επέπληττα τους άλλους περιφρονητικά και τους περιόριζα. Αυτό έπνιγε και έβλαπτε τους αδελφούς και τις αδελφές μου. Μόνο με την κρίση, την παίδευση, το κλάδεμα και την αντιμετώπιση μου από τον Θεό, απέκτησα κατανόηση της αλαζονικής φύσης μου και μπόρεσα να μετανοήσω και να μισήσω τον εαυτό μου. Ύστερα, κρατούσα πιο χαμηλούς τόνους όταν αλληλεπιδρούσα ή συνεργαζόμουν με άλλους για τα καθήκοντά μας. Έμαθα ν’ αναζητώ συνειδητά την αλήθεια και να δέχομαι προτάσεις από άλλους. Μόνο τότε βίωσα λίγη ανθρώπινη ομοιότητα.
Θυμάμαι ότι το 2015 επιλέχτηκα να υπηρετήσω ως επικεφαλής εκκλησίας. Η χαρά μου ήταν μεγάλη τότε. Σκεφτόμουν: «Για να με ψηφίσουν τόσοι άνθρωποι σημαίνει πως είμαι η καλύτερη εδώ. Θέλει σκληρή δουλειά για να εκπληρώσω αυτό το καθήκον, για να δικαιωθούν οι αδελφοί και οι αδελφές που με επέλεξαν». Ύστερα, έπεσα με τα μούτρα στη δουλειά. Όποτε έβλεπα αδελφό ή αδελφή με κάποιο πρόβλημα, έψαχνα σχετικά αποσπάσματα από τα λόγια του Θεού και μετά τους συναναστρεφόμουν για να λυθεί το πρόβλημα. Πέρασε καιρός και η εκκλησιαστική ζωή μας είχε βελτιωθεί κάπως. Η εκκλησία είχε πολλή δουλειά, αλλά τα έφερνα βόλτα όμορφα και νοικοκυρεμένα. Όταν είδα ότι η ζωή στη δική μας εκκλησία ήταν καλύτερη από άλλες, χάρηκα ιδιαίτερα. Όταν οι επικεφαλής είδαν πόσο καλά πήγαινε το εκκλησιαστικό έργο μας, έβαλαν άλλες εκκλησίες να μιμούνται τις πρακτικές μας. Επιπλέον, ήθελαν να συμβάλω σε κάποιο σημαντικό έργο της εκκλησίας. Σκεφτόμουν: «Μέχρι και οι επικεφαλής μ’ έχουν σε εκτίμηση και επαινούν τις δυνατότητές μου∙ φαίνεται πως το επίπεδό μου δεν είναι κακό —και σίγουρα καλύτερο από πολλών!» Προτού το καταλάβω, είχα γίνει πολύ αλαζονική. Νόμιζα πως τα ήξερα όλα. Επίσης, αν οι συνεργάτες μου πρότειναν κάτι, δεν τους έδινα σημασία∙ ένιωθα πάντα πολύ ανώτερή τους και τους έδινα διαταγές. Αν δεν έκαναν αυτό που ήθελα, τους επέκρινα και τους έκανα κήρυγμα. Μια φορά, μια αδελφή ετοιμαζόταν ν’ απαντήσει μια ερώτηση. Επειδή δυσκολευόταν, θέλησε να το συζητήσουμε. Εγώ σκέφτηκα: «Τι να συζητήσουμε; Σιγά τη δύσκολη ερώτηση! Γι’ αυτό άφησα εσένα να ασκηθείς απαντώντας. Αν δεν μπορείς να λύσεις κάτι τόσο απλό, είσαι ανεπαρκής. Εγώ θα το είχα λύσει στο άψε σβήσε». Της είπα λοιπόν υπεροπτικά: «Άσ’ το, θα απαντήσω εγώ». Η αδελφή ένιωσε ότι την καταπίεσα, και έκτοτε δεν τολμούσε να μου ζητήσει βοήθεια για ό,τι αντιμετώπιζε. Κάποια άλλη φορά, συνέστησα την αδελφή Γουάνγκ για κάποιο καθήκον. Η αδελφή Τσεν αντέταξε: «Πρόκειται για πολύ σημαντικό καθήκον∙ πρέπει να ξέρουμε καλά πώς συμπεριφέρεται η αδελφή Γουάνγκ». Το πήρα κάπως προσωπικά. Σκέφτηκα: «Έχω ξαναχειριστεί κάτι ανάλογο στο παρελθόν. Λες να μην ξέρω τι μου γίνεται; Εξάλλου, είμαι συνέχεια σε επαφή μαζί της. Λες να μην την καταλαβαίνω; Θέλεις να πάρω τη γνώμη όλων, αλλά δεν θα καθυστερήσουμε έτσι;» Της είπα πολύ αυστηρά: «Σταμάτα να χρονοτριβείς. Ας τελειώνουμε». Βλέποντας την επιμονή μου, η αδελφή Τσεν δεν μίλησε. Είδα ότι ήταν συγκρατημένη, αλλά ποσώς με ένοιαζε. Από ’κεί και πέρα, όταν ένας αδελφός ή μια αδελφή πρότεινε κάτι, εγώ πάντα τους έβρισκα ανεπαρκείς ή ανώριμους, και απέρριπτα τις απόψεις τους με κάθε λογής δικαιολογία, και μετά, εξέφραζα κάποιες, κατ’ εμέ, λαμπρές ιδέες, που περίμενα να εφαρμόσουν όλοι. Με το πέρασμα του χρόνου, έγιναν όλοι συγκρατημένοι, κι όταν συζητούσαμε περί εργασιών, συνήθως έμεναν σιωπηλοί. Αργότερα, ούτε καν συζητούσα οτιδήποτε μαζί τους, θεωρώντας πως ήταν κάτι τυπικό και χάσιμο χρόνου. Έτσι λοιπόν, επιτελούσα το καθήκον μου βάσει της αλαζονικής μου διάθεσης και γινόμουν όλο και πιο απερίσκεπτη και αυθαίρετη.
Μια φορά που είδα έναν επικεφαλής ομάδας που δεν έκανε καλά το καθήκον του, σκέφτηκα ότι είναι ανίκανος να προσφέρει πραγματικό έργο κι έπρεπε να αντικατασταθεί. Το λογικό θα ήταν να το συζητήσω με τους συνεργάτες μου, αλλά σκέφτηκα: «Ξέχνα το. Και να το συζητήσω μαζί τους, στο τέλος θα συμφωνήσουν μαζί μου». Έτσι, αντικατέστησα απευθείας τον επικεφαλής της ομάδας. Όταν γύρισα, είπα στους συνεργάτες μου πώς το είχα χειριστεί. Σοκαρισμένη, η αδελφή Τσεν είπε: «Υπήρχαν προβλήματα στο έργο του συγκεκριμένου επικεφαλής, αλλά είναι άνθρωπος που επιδιώκει την αλήθεια. Απλώς δεν πιστεύει πολύ καιρό και κατανοεί την αλήθεια κάπως επιφανειακά. Έχουν παρατηρηθεί ανεπάρκειες και παραλείψεις στα καθήκοντά του, αλλά είναι φυσικό. Να τον βοηθήσουμε με περισσότερη συναναστροφή για την αλήθεια. Αν τον αντικαταστήσουμε αμέσως, δεν ενεργούμε βάσει των αρχών». Χωρίς να έχω πειστεί απόλυτα, επανήλθα λέγοντας: «Τον αντικατέστησα μόνο επειδή τον βρήκα ανίκανο να κάνει πρακτικό έργο. Έχω ξαναχειριστεί ανάλογες καταστάσεις. Λες να μην ξέρω τι μου γίνεται;» Βλέποντας πως δεν υποχωρούσα, η αδελφή Τσεν δεν είπε τίποτε άλλο. Οι συνεργάτες μου πήγαν μετά να αξιολογήσουν και να κατανοήσουν το θέμα. Αποφάνθηκαν ότι δεν το είχα αντιμετωπίσει βάσει αρχής και επανέφεραν τον επικεφαλής. Το έργο της ομάδας διαταράχτηκε από την εναλλαγή ανάθεσης-αφαίρεσης καθηκόντων, κι εγώ τότε ντράπηκα. Κατάλαβα ότι δεν ενεργούσα βάσει αρχών, αλλά και πάλι ούτε την αλήθεια αναζήτησα ούτε αναστοχάστηκα.
Έναν μήνα μετά, η εκκλησία είχε μια σημαντική δουλειά, και θα επιλεγόταν ο κατάλληλος από την ομάδα των συνεργατών μας. Ήμουν αρκετά χαρούμενη, πιστεύοντας ότι, από πλευράς επιπέδου και εργασιακής εμπειρίας, υπερτερούσα. Πίστευα ότι θα με ψήφιζαν. Προς έκπληξή μου όμως, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα, δεν είχα εκλεγεί. Δεν είχα πάρει ούτε μία ψήφο. Μου ήρθε ο ουρανός σφοντύλι κι ένιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου. Πώς ήταν δυνατόν; Γιατί δεν με είχε ψηφίσει κανείς; Μήπως δεν είχαν ευθυκρισία; Κατά βάθος, ήθελα να μάθω τον λόγο, οπότε τους ρώτησα τι μειονεκτήματα είχα. Όταν είδα την αδελφή Ζου να διστάζει, τους είπα: «Αν με έχετε δει να μειονεκτώ σε κάτι, πείτε το. Ας μιλήσουμε ανοικτά». Μόνο τότε βρήκε το κουράγιο να πει: «Σε βρίσκω ιδιαίτερα αλαζονική κι αυτάρεσκη και δεν δέχεσαι προτάσεις από κανέναν. Επίσης, είσαι πάντα αυταρχική, κι όποτε είμαι μαζί σου, φοβάμαι και νιώθω ότι με πνίγεις». Μια άλλη αδελφή χαμήλωσε το κεφάλι και είπε: «Κι εμένα με πνίγεις. Θεωρώ πως είσαι πολύ αλαζονική και υποτιμάς τους πάντες. Λες και μόνο εσύ μπορείς ν’ αναλάβεις το έργο της εκκλησίας, σαν να μπορείς να κάνεις τα πάντα, και νομίζεις ότι κανείς άλλος δεν είναι ικανός». Η αδελφή Τσεν πρόσθεσε μετά: «Σε βρίσκω πολύ επηρμένη, και δεν επιδιώκεις την αλήθεια ούτε τις αρχές στο έργο σου. Δεν δέχεσαι τη γνώμη κανενός, και θέλεις να έχεις τον τελευταίο λόγο σε όλα. Παίρνεις αυθαίρετες αποφάσεις, δεν ρωτάς κανέναν…» Μία-μία οι αδελφές που συνεργάζονταν μαζί μου είπαν ότι ήμουν αλαζονική και ότι τις περιόριζα. Δεν ήθελα να το παραδεχτώ και σκεφτόμουν: «Λέτε όλες ότι είμαι αλαζονική κι ότι σας περιορίζω. Γιατί δεν παραδέχεστε ότι δεν αναλαμβάνετε ευθύνη για το καθήκον σας; Πολύ καλά. Στο εξής, ό,τι κι αν γίνεται, δεν θα λέω κουβέντα. Κάντε ό,τι θέλετε». Εκείνο το βράδυ, στριφογυρνούσα στο κρεβάτι. Δεν μου κολλούσε ύπνος. Πάντα θεωρούσα ότι είμαι καλού επιπέδου και ικανή εργάτρια, οπότε λίγη αλαζονεία ήταν φυσική. Οι αδελφές και οι αδελφοί μου δεν έπρεπε να με θεωρούν τόσο κακή. Πού να φανταστώ ότι είχαν τέτοια άποψη για μένα —ότι ήμουν αλαζονική και στερούμουν κάθε λογικής; Ποιος να το ’λεγε ότι θα ένιωθαν τόσο καταπιεσμένοι και πληγωμένοι; Όσο το σκεφτόμουν, τόσο στεναχωριόμουν. Οι αδελφοί και οι αδελφές μου με αντιπαθούσαν και με αποστρέφονταν. Ένιωθα σαν σκουλήκι που οι άλλοι μισούν, αποστρέφονται κι εγκαταλείπουν. Αποκλείεται ο Θεός να έσωζε κάποια σαν εμένα. Έγινα πολύ αρνητική. Μες στην οδύνη μου, προσευχόμουν διαρκώς στον Θεό. Έλεγα: «Θεέ μου, υποφέρω πολύ και δεν ξέρω πώς να το βιώσω αυτό. Σε παρακαλώ, διαφώτισέ με για να κατανοήσω το θέλημά Σου…»
Το άλλο πρωί, άνοιξα τον υπολογιστή κι άκουσα μια ανάγνωση λόγων του Θεού: «Οι πολλαπλές αποτυχίες και πτώσεις δεν συνιστούν κάτι κακό· ούτε η αποκάλυψη. Ακόμα κι αν έχεις αντιμετωπιστεί, κλαδευτεί ή αποκαλυφθεί, πρέπει, ανά πάσα στιγμή, να θυμάσαι το εξής: Το ότι αποκαλύφθηκες δεν σημαίνει και ότι καταδικάστηκες. Η αποκάλυψη είναι κάτι καλό· είναι η καλύτερη ευκαιρία που θα έχεις ποτέ για να γνωρίσεις τον εαυτό σου. Μπορεί να φέρει μεταστροφή στην εμπειρία σου στη ζωή. Χωρίς αυτήν, δεν θα έχεις ούτε την ευκαιρία, ούτε την προϋπόθεση, ούτε το πλαίσιο ώστε να είσαι ικανός να κατορθώσεις να κατανοήσεις κάπως την αλήθεια της διαφθοράς σου. Αν μπορείς να φτάσεις να γνωρίζεις τα πράγματα μέσα σου, όλες εκείνες τις πτυχές που κρύβονται βαθιά μέσα σου, τα οποία είναι δύσκολο να αναγνωριστούν και να έρθουν στο φως, αυτό είναι καλό. Το να καταστείς ικανός να γνωρίζεις στ’ αλήθεια τον εαυτό σου είναι η καλύτερη ευκαιρία για να διορθώσεις τους τρόπους σου και να γίνεις ένας καινούργιος άνθρωπος· αυτή είναι η καλύτερη ευκαιρία σου να αποκτήσεις νέα ζωή. Μόλις γνωρίσεις πραγματικά τον εαυτό σου, θα είσαι ικανός να καταλάβεις ότι, όταν η αλήθεια καθίσταται ζωή για κάποιον, είναι πράγματι κάτι πολύτιμο, και θα διψάς για την αλήθεια και θα εισέλθεις στην πραγματικότητα. Πρόκειται για κάτι πολύ σπουδαίο! Αν μπορείς να αρπάξεις αυτήν την ευκαιρία και να κάνεις σοβαρά τον απολογισμό σου και να αποκτάς γνήσια γνώση του εαυτού σου κάθε φορά που αποτυγχάνεις ή πέφτεις, τότε, εν μέσω της αρνητικότητας και της αδυναμίας, θα είσαι ικανός να σηκωθείς και πάλι όρθιος. Αφού περάσεις αυτό το κατώφλι, τότε θα είσαι ικανός να κάνεις ένα μεγάλο βήμα μπροστά και να εισέλθεις στην πραγματικότητα της αλήθειας» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Για να κερδίσει κανείς την αλήθεια, πρέπει να μάθει από τους ανθρώπους, τα ζητήματα και τα πράγματα τριγύρω). Συγκινήθηκα πολύ καθώς στοχαζόμουν τα λόγια του Θεού, και τα δάκρυά μου έτρεχαν ποτάμι. Ένιωσα πως δημιουργώντας ένα τέτοιο περιβάλλον, με τους αδελφούς και τις αδελφές μου να με κλαδεύουν και να με αντιμετωπίζουν τόσο σκληρά, ο Θεός δεν με εξόντωνε ούτε με ντρόπιαζε εσκεμμένα. Αντίθετα, αφού ήμουν τόσο αλαζονική και ξεροκέφαλη, ο Θεός ήθελε με αυτόν τον τρόπο να με συμμορφώσει για να αφυπνιστώ και να με αναγκάσει να δω έγκαιρα μέσα μου, για να μετανοήσω και να αλλάξω. Ο Θεός μ’ έσωζε έτσι. Μόλις το συνειδητοποίησα, πραγματικά απελευθερώθηκα και δεν παρεξηγούσα πια τον Θεό. Προσευχόμουν σ’ Αυτόν, διατεθειμένη, με αυτήν την ευκαιρία, να κοιτάξω μέσα μου και να γνωρίσω τον εαυτό μου.
Μετά έψαξα κάποιες ομιλίες του Θεού που αναφέρονται στην αλαζονική διάθεση του ανθρώπου. Ο Θεός λέει: «Εάν κατέχεις πραγματικά την αλήθεια μέσα σου, το μονοπάτι που βαδίζεις θα είναι εκ φύσεως το σωστό μονοπάτι. Χωρίς την αλήθεια, είναι εύκολο να πράξεις το κακό, και θα το κάνεις άθελά σου. Για παράδειγμα, αν υπήρχαν μέσα σου η αλαζονεία και η έπαρση, θα σου ήταν αδύνατον να αποφύγεις να αψηφήσεις τον Θεό· θα ένιωθες αναγκασμένος να Τον αψηφήσεις. Δεν θα το έκανες σκόπιμα, θα το έκανες υπό την κυριαρχία της αλαζονικής και υπεροπτικής φύσης σου. Η αλαζονεία και η έπαρσή σου θα σε ανάγκαζαν να κοιτάζεις τον Θεό αφ’ υψηλού και να Τον βλέπεις ως ανάξιο· θα σε έκαναν να εξυμνείς τον εαυτό σου, να επιδεικνύεσαι μονίμως και, εν τέλει, να καθίσεις στη θέση του Θεού και να γίνεις μάρτυρας για τον εαυτό σου. Στο τέλος, θα μετέτρεπες τις δικές σου ιδέες, το σκεπτικό και τις αντιλήψεις σου σε αλήθειες που θα έπρεπε να λατρεύονται. Δες πόσο κακό γίνεται από τους ανθρώπους όταν αυτοί κυριαρχούνται από την αλαζονική και υπεροπτική τους φύση!» («Μόνο αναζητώντας την αλήθεια, μπορεί να επιτύχει κανείς αλλαγή στη διάθεσή του» στο βιβλίο «Αρχεία των Συνομιλιών του Χριστού»). «Η αλαζονεία είναι η ρίζα της διεφθαρμένης διάθεσης του ανθρώπου. Όσο πιο αλαζονικοί είναι οι άνθρωποι, τόσο πιο επιρρεπείς είναι στο να αντιστέκονται στον Θεό. Πόσο σοβαρό είναι αυτό το πρόβλημα; Οι άνθρωποι με αλαζονικές διαθέσεις όχι μόνο θεωρούν όλους τους άλλους κατώτερούς τους αλλά, το χειρότερο από όλα, είναι και απαξιωτικοί απέναντι στον Θεό. Αν και, εξωτερικά, ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να φαίνεται ότι πιστεύουν στον Θεό και Τον ακολουθούν, δεν Τον αντιμετωπίζουν καθόλου ως Θεό. Πάντοτε αισθάνονται ότι κατέχουν την αλήθεια και έχουν τεράστια ιδέα για τον εαυτό τους. Αυτή είναι η ουσία και η ρίζα της αλαζονικής διάθεσης, και προέρχεται από τον Σατανά. Επομένως, το πρόβλημα της αλαζονείας πρέπει να επιλυθεί. Το να αισθάνεται κάποιος ότι είναι καλύτερος από τους άλλους είναι ασήμαντο θέμα. Το κρίσιμο ζήτημα είναι πως η αλαζονική του διάθεση τον παρεμποδίζει να υποταχθεί στον Θεό, στη διακυβέρνηση και τις ρυθμίσεις Του: ένας τέτοιος άνθρωπος έχει συνεχώς την τάση να ανταγωνίζεται τον Θεό για την εξουσία έναντι των άλλων. Ο άνθρωπος αυτού του είδους δεν σέβεται στο παραμικρό τον Θεό, πόσο μάλλον Τον αγαπά και υποτάσσεται σε Αυτόν» (Η συναναστροφή του Θεού). Όσο διάβαζα τα λόγια του Θεού, ένιωθα πολύ στενάχωρα και άβολα και κάπως τρομαγμένη. Είδα ότι ζούσα με αλαζονική διάθεση, όχι μόνο περιορίζοντας και βλάπτοντας ανθρώπους, ανίκανη να αλληλεπιδράσω σωστά μαζί τους, αλλά κυρίως χωρίς να έχω χώρο για τον Θεό στην καρδιά μου και χωρίς να Τον σέβομαι. Ήμουν επιρρεπής στο να κάνω κακό και να Του αντιστέκομαι. Σκέφτηκα ότι από τότε που έκανα το καθήκον μου ως επικεφαλής, θεωρούσα ότι είχα κάποιο επίπεδο, μπορούσα να βγάζω δουλειά, κι έτσι είχα μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Όταν εργαζόμουν με άλλους, πάντα θεωρούσα ότι ήμουν ανώτερη, τους έδινα διαταγές και τους περιόριζα. Όταν οι συνεργάτες μου πρότειναν κάτι άλλο, δεν αναζητούσα ποτέ τις αρχές της αλήθειας. Πίστευα πως αφού είχα πείρα και μάτι που έκοβε, θα τους έπειθα να κάνουν ό,τι ήθελα. Θεωρούσα ότι η άποψή μου ήταν η αλήθεια, το πρότυπο, οπότε όλοι έπρεπε να με υπακούν. Ακόμη πιο τρομακτικό ήταν το ότι περιόριζα τόσο τους άλλους, που δεν τολμούσαν να εκφράσουν την άποψη τους. Όμως, είχα βαθιά μεσάνυχτα, νόμιζα μάλιστα ότι συμφωνούσαν μαζί μου. Εκτιμούσα τόσο τον εαυτό μου και τις ικανότητές μου, που κοίταζα αφ’ υψηλού τις αδελφές και τους αδελφούς μου, σε σημείο που αντικατέστησα έναν επικεφαλής ομάδας χωρίς να το συζητήσω με τους συνεργάτες μου. Όταν το έθιξε η αδελφή μου, το αντέκρουσα και διαφώνησα. Είδα ότι ήμουν όντως άκρως αλαζονική. Δεν σεβόμουν τον Θεό και δεν υποτασσόμουν σ’ Αυτόν ούτε στο ελάχιστο, ούτε υπολόγιζα αν ωφελούνταν το έργο του οίκου του Θεού. Απλώς ενεργούσα μονόπλευρα και αυθαίρετα σύμφωνα με την αλαζονική μου διάθεση, διαταράσσοντας το έργο του οίκου του Θεού και βλάπτοντας πολύ τους αδελφούς και τις αδελφές μου. Εκπλήρωνα έτσι το καθήκον μου; Τώρα που το σκέφτομαι, νόμιζα ότι έδειχνα υπευθυνότητα στο έργο μου, ενώ στην πραγματικότητα ήμουν μια αλαζονική δικτάτορας που ήθελα να ικανοποιώ την απληστία μου για εξουσία. Έκανα κακό κι αντιστεκόμουν στον Θεό! Αργότερα, αναρωτιόμουν επανειλημμένα: Πώς επέδειξα τόσο αχαλίνωτη αλαζονεία που πήρα τον δρόμο του κακού και της αντίστασης στον Θεό; Μόνο όταν έκανα την αυτοκριτική μου, συνειδητοποίησα ότι είχα καταληφθεί από σατανικά δηλητήρια όπως «Είμαι κύριος του εαυτού μου στον ουρανό και στη γη» και «Να διακρίνεσαι και να τιμάς τους προγόνους σου», από μικρή μάλιστα μου άρεσε να ασκώ εξουσία στους άλλους, και σε ό,τι έκανα, ήθελα οι άλλοι να με ακούνε και να είμαι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Λες και ήταν ο μόνος τρόπος να δείξω ότι ήμουν ικανή, και ο μόνος αξιόλογος και ουσιαστικός τρόπος να ζει κανείς. Τώρα διαπίστωσα εντέλει πως επειδή ζούσα με αυτά τα σατανικά δηλητήρια, η αλαζονική μου φύση ήταν εκτός ελέγχου, και ζούσα χωρίς την παραμικρή ανθρώπινη φύση. Όχι μόνο περιόριζα κι έβλαπτα τους άλλους πολύ, αλλά και διατάραζα το έργο της εκκλησίας. Μόνο τότε κατάλαβα ότι τα «Είμαι κύριος του εαυτού μου στον ουρανό και στη γη» και «Να διακρίνεσαι και να τιμάς τους προγόνους σου», αυτά τα δηλητήρια του Σατανά είναι πλάνες. Είναι παράλογα και μοχθηρά, και μόνο διαφθείρουν και βλάπτουν τον άνθρωπο. Παλιά πίστευα ότι αν υπερείχα και ήμουν το επίκεντρο ήταν πηγή μεγάλης ικανοποίησης. Τελικά είδα καθαρά ότι όποιος ζει μ’ αυτά τα δηλητήρια, ζει σαν φάντασμα. Κανείς δεν ήθελε να με πλησιάσει. Εκνεύριζα τους άλλους και ο Θεός με απεχθανόταν ακόμα πιο πολύ. Αυτοί ήταν οι πικροί καρποί μιας ζωής με τα δηλητήρια του Σατανά. Σκέφτηκα ότι στην αρχή ο αρχάγγελος είχε φανεί άκρως αλαζονικός, και σε μια απόπειρα να εξισωθεί με τον Θεό, επιχείρησε να πάρει τον έλεγχο των πάντων. Τελικά, πρόσβαλε τη διάθεση του Θεού, έλαβε την κατάρα Του, και κατακρημνίστηκε ανάμεσα σε ουρανό και γη. Οπότε, όταν καταπίεζα με αλαζονεία τους αδελφούς και τις αδελφές μου, όταν πάντα περίμενα οι άλλοι να με ακούνε, δεν ήταν η διάθεσή μου αυτή ολόιδια με του αρχάγγελου; Στη σκέψη αυτή, συνειδητοποίησα εντέλει πόσο τρομακτικό είναι να ζεις με αλαζονική διάθεση. Αν ο Θεός δεν είχε δημιουργήσει αυτό το περιβάλλον για μένα, σίγουρα θα εκπλήρωνα ακόμα τα καθήκοντά μου αλαζονικά, και κανείς δεν ξέρει πόσο κακό θα είχα κάνει, προσβάλλοντας τελικά τη διάθεση του Θεού και λαμβάνοντας τιμωρία. Μόλις το συνειδητοποίησα, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, δεν θέλω πια να ζω με αλαζονική διάθεση, προβάλλοντας αντίσταση απέναντί Σου. Θέλω να αναζητήσω την αλήθεια για να απαλλαγώ από την αλαζονεία μου, και να μετανοήσω γνήσια απέναντί Σου».
Διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Η αλαζονική φύση σε κάνει πεισματάρη. Όταν οι άνθρωποι έχουν αυτήν την πεισματική διάθεση, δεν είναι επιρρεπείς στο να είναι ισχυρογνώμονες; Πώς, λοιπόν, επιλύεις το πρόβλημα της ισχυρογνωμοσύνης σου; Όταν έχεις μια ιδέα, την εκφράζεις και λες τι σκέφτεσαι και τι πιστεύεις σχετικά με το θέμα και, στη συνέχεια, επικοινωνείς με τους πάντες σχετικά με αυτήν. Καταρχάς, μπορείς να ρίξεις φως στην άποψή σου και να αναζητήσεις την αλήθεια· αυτό είναι το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει ώστε να νικηθεί αυτή η διάθεση ισχυρογνωμοσύνης. Το δεύτερο βήμα έρχεται όταν άλλοι άνθρωποι εκφράζουν αντίθετες απόψεις —ποια πρακτική μπορείς να εφαρμόσεις ώστε να μην είσαι ισχυρογνώμων; Πρέπει, καταρχάς, να τηρήσεις στάση ταπεινοφροσύνης, να αφήσεις κατά μέρος αυτό που πιστεύεις ότι είναι σωστό και να τους αφήσεις όλους να συναναστραφούν. Παρόλο που πιστεύεις ότι ο δικός σου τρόπος είναι ο σωστός, δεν θα πρέπει να επιμένεις σ’ αυτόν. Αυτό, πρώτα απ’ όλα, αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ένα βήμα προς τα εμπρός· δείχνει μια στάση αναζήτησης της αλήθειας, απάρνησης του εαυτού σου και εκπλήρωσης του θελήματος του Θεού. Μόλις αποκτήσεις αυτήν τη στάση, την ίδια στιγμή που δεν επιμένεις στη γνώμη σου, προσεύχεσαι. Καθώς δεν διακρίνεις το σωστό από το λάθος, επιτρέπεις στον Θεό να σου αποκαλύψει και να σου πει ποιο είναι το καλύτερο και το καταλληλότερο πράγμα να κάνεις. Καθώς συμμετέχουν όλοι στη συναναστροφή, το Άγιο Πνεύμα φέρνει σε όλους σας διαφώτιση» (Η συναναστροφή του Θεού). Στα λόγια του Θεού, βρήκα ένα μονοπάτι άσκησης: Όποια κατάσταση κι αν αντιμετωπίζω, πρέπει να συνεχίζω να σέβομαι τον Θεό και να υποτάσσομαι σε Αυτόν. Πρώτα, πρέπει να προσεύχομαι στον Θεό και να αναζητώ την αλήθεια, και μετά να εκθέτω τις ιδέες μου στους αδελφούς και τις αδελφές μου για να αναζητάμε και να συναναστρεφόμαστε. Ακόμα κι αν νομίζω πως έχω δίκιο, πρέπει συνειδητά να αρνούμαι και να απαρνιέμαι τον εαυτό μου, να ακούω περισσότερο τις γνώμες των αδελφών μου, και να βλέπω τι συμβαδίζει περισσότερο με την αλήθεια και είναι πιο ωφέλιμο για το έργο της εκκλησίας. Σε μια συγκέντρωση μετέπειτα, ανοίχτηκα στους αδελφούς και τις αδελφές, αποκαλύπτοντας τη διαφθορά μου, και ζήτησα συγγνώμη που τους έβλαψα και τους περιόρισα. Δεν το έκαναν θέμα. Ανοίχθηκαν όλοι και συναναστράφηκαν μαζί μου, κι ένιωσα ένα μεγάλο βάρος να φεύγει από πάνω μου. Σε συζητήσεις εργασίας μετά απ’ αυτό, ζητούσα ενεργά από τους άλλους να εκφράζουν απόψεις, και όταν προέκυπταν διαφορετικές προτάσεις, αναζητούσαμε και συναναστρεφόμασταν μεταξύ μας μέχρι να φτάσουμε σε ομοφωνία. Σταδιακά, οι αδελφοί και οι αδελφές μου έπαψαν να νιώθουν ότι τους περιορίζω, και η ατμόσφαιρα στη συνεργασία μας έγινε πολύ πιο αρμονική.
Μια μέρα, συζητούσαμε για δουλειά με μια αδελφή που συνεργαζόμασταν. Είπε πως είχε γράψει στους επικεφαλής ένα γράμμα για προβλήματα εντός της εκκλησίας. Τους έλεγε για τις δυσκολίες που είχαμε στα καθήκοντά μας και πώς τις βιώναμε. Τότε, η αλαζονική μου διάθεση βγήκε πάλι στην επιφάνεια. Σκέφτηκα: «Αρκεί που το συζητάμε στις πρόσφατες συναθροίσεις. Δεν χρειάζεται να γράψουμε επιστολή». Πάνω που ήμουν έτοιμη να την επιπλήξω, θυμήθηκα πόσο απίστευτα αλαζονική ήμουν παλιά. Ήθελα πάντα οι άλλοι να με ακούνε σε όλα, οπότε οι αδελφοί και οι αδελφές μου ένιωθαν ότι τους περιόριζα και δεν βίωνα καμία ανθρώπινη ομοιότητα. Έτσι, προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό, γυρίζοντας την πλάτη στον εαυτό μου, μη θέλοντας πια να ζω με την αλαζονική μου διάθεση. Έπρεπε να κάνω πράξη την αλήθεια. Κατόπιν αυτού, συνειδητοποίησα πόσο σημαντικό ήταν που η αδελφή ανέλαβε την ευθύνη να επικοινωνήσει με τους επικεφαλής για το έργο, οπότε, δεν έπρεπε να τη χαλιναγωγήσω. Έπρεπε να τη βοηθήσω να γράψει το γράμμα καλά. Μόλις το συνειδητοποίησα, ο τόνος μου μαλάκωσε, και συνεννοήθηκα υπομονετικά μαζί της για τα θέματα στο έργο μας, και έδωσα βάση στις απόψεις της. Σε κάποια σημεία, την έβρισκα εκτός θέματος, αλλά απέφυγα να την κρίνω στα τυφλά. Όφειλα να αναζητήσω πριν μιλήσω. Τότε διαπίστωσα ότι κάποια από αυτά που είχε θίξει δεν μου είχαν περάσει από το μυαλό. Ντράπηκα λίγο. Είδα πόσο απίστευτα αλαζονική υπήρξα. Περιόριζα πάντα τους άλλους, κι έτσι εκείνοι δεν διαδραμάτιζαν τον ρόλο τους στα καθήκοντά τους. Στην πραγματικότητα, όλοι είχαν χαρίσματα. Αν δεν συνεργάζονταν μαζί μου, δεν θα είχα εκπληρώσει ποτέ τα καθήκοντα μόνη μου. Έπειτα, κάναμε από κοινού μία περίληψη των ζητημάτων, κι αφού επιμεληθήκαμε την επιστολή, τη στείλαμε. Στην εκτέλεση των καθηκόντων μας έπειτα, όποτε παρουσιαζόταν ξανά η αλαζονική μου φύση, προσευχόμουν στον Θεό και απαρνιόμουν τον εαυτό μου, με περισσότερη συζήτηση και συναναστροφή με τους άλλους. Η συνεργασία μας πήγαινε πολύ καλύτερα, κι ένιωθα πολύ χαλαρή κι ανακουφισμένη. Ήταν μεγαλειώδες να εκπληρώνω το καθήκον μου με αυτόν τον τρόπο. Μια μικρή αλλαγή ενός αλαζονικού ανθρώπου όπως εγώ ήταν ο καρπός της κρίσης και της παίδευσης των λόγων του Θεού.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.