Απελευθερωμένη απ’ την ανησυχία για τις ασθένειές μου
Η μαμά μου έπαθε καρκίνο και πέθανε πριν παντρευτώ. Ο μπαμπάς μου ανέβασε πίεση στα 57 του, που προκάλεσε ρήξη σ’ ένα αιμοφόρο αγγείο, που τον άφησε ημιπαράλυτο και κατάκοιτο για 15 χρόνια. Τελικά, πέθανε μέσα στον πόνο. Η θέα του κατάκοιτου μπαμπά μου να πονάει άφησε μια σκοτεινή σκιά στην καρδιά μου. Είχα υπέρταση και στηθάγχη. Υπήρχαν φορές που μούδιαζε το μισό μου κεφάλι. Ένιωθα σαν να με τρυπάνε με βελόνες. Είχα επίσης διάφορα άλλα προβλήματα υγείας κι έπαιρνα μακροχρόνια φαρμακευτική αγωγή. Συνειδητοποίησα ότι είχα τα ίδια συμπτώματα με τον πατέρα μου κι ανησυχούσα διαρκώς: «Μεγαλώνω. Αν μείνω κι εγώ ανάπηρη σαν τον πατέρα μου; Πώς θα ζω έτσι; Πώς θα κάνω το καθήκον μου και θα επιδιώκω την αλήθεια; Αν δεν μπορώ να κάνω καθήκον, πώς θα μπορέσω να σωθώ;» Οπότε, κάθε φορά που εμφανίζονταν συμπτώματα, με κατέτρωγαν συναισθήματα ανησυχίας. Μια φορά, μια εκκλησία χρειάστηκε επειγόντως κάποιον για υποστήριξη. Ένας ανώτερος επικεφαλής μού είπε να πάω να βοηθήσω. Εγώ, όμως, σκεφτόμουν τα εξής: «Αυτή η εκκλησία έχει πολλά προβλήματα. Αν πάω, θα είναι μεγάλος μπελάς. Θα πρέπει να προσπαθήσω πολύ. Αφού δεν είμαι καλά στην υγεία μου, θα κουραστώ ακόμη περισσότερο. Θα συνεχίσει να χειροτερεύει η κατάστασή μου; Τι θα κάνω αν αρρωστήσω πραγματικά;» Οπότε, αρνήθηκα. Λίγους μήνες αργότερα, εκείνη η εκκλησία χρειαζόταν πραγματικά κάποιον κι ο ανώτερος επικεφαλής ήρθε να μου μιλήσει ξανά. Ένιωσα πολλές ενοχές. Δεν είχα λάβει υπόψη την πρόθεση του Θεού νωρίτερα, πράγμα που με προβλημάτισε αρκετά στη συνέχεια. Δεν μπορούσα να αρνηθώ ξανά εκείνο το καθήκον, οπότε συμφώνησα να πάω.
Μόλις, όμως, έφτασα στην εκκλησία, είδα ότι δεν κατόρθωναν τίποτα με το έργο τους κι ένιωσα μεγάλη πίεση. Έπρεπε να ασχοληθώ με πολλά προβλήματα αν ήθελα να βελτιώσω τα αποτελέσματα του έργου. Θα ήταν πραγματικά δύσκολο. Το μυαλό μου γύριζε διαρκώς. Το κεφάλι μου άρχισε να μουδιάζει ξανά κι ένιωσα δυσφορία, σαν να περπατούσαν έντομα μέσα στον εγκέφαλό μου. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ και δεν είχα καθόλου ενέργεια κατά τη διάρκεια της μέρας. Ένιωθα πολύ αδύναμη. Δεν είχα καθόλου δύναμη. Ανησύχησα λίγο. Θα συνέχιζε η κατάστασή μου να χειροτερεύει ολοένα και περισσότερο; Αν βούλωναν τα αγγεία μου όπως του μπαμπά μου, θα κατέρρεα; Αν έμενα φυτό ή παράλυτη, ή ακόμα κι αν έχανα τη ζωή μου, πώς θα μπορούσα να κάνω καθήκον και να φτάσω στη σωτηρία; Με κατέτρωγαν οι ανησυχίες για την ασθένειά μου και, αν και είχα αναλάβει το έργο του ευαγγελίου, δεν ασχολούμουν με τις λεπτομέρειες των προβλημάτων. Επέβλεπα σπανίως τις λεπτομέρειες του έργου, επειδή φοβόμουν ότι, αν εξουθένωνα τον εαυτό μου, θα έμενα ανάπηρη. Ήμουν πολύ ανυπόμονη και ήθελα να παραδώσω το κουραστικό έργο του ευαγγελίου σε έναν νεοεκλεγέντα επικεφαλής. Αυτή η εκκλησία δεν κατάφερνε πολλά πράγματα στο έργο του ευαγγελίου κι εγώ δεν ασχολούμουν με το πρόβλημα λεπτομερώς, πράγμα που σήμαινε ότι το έργο δεν προχωρούσε. Φοβήθηκα ότι η κατάστασή μου μπορεί να χειροτέρευε κι ότι αν φούντωνε, θα έχανα τη ζωή μου. Αν πέθαινα, δεν θα μπορούσα να κάνω το καθήκον μου και να σωθώ. Σκέφτηκα, όμως, ότι αφού βρισκόμουν εν μέσω καθήκοντος, ο Θεός θα με προστάτευε και μάλλον δεν θα αρρώσταινα σοβαρά. Οπότε, ένιωσα λίγο πιο γαλήνια. Παρ’ όλα αυτά, οι έγνοιες μου συνέχισαν να με στοιχειώνουν πού και πού. Ιδίως όταν είδα τον αδελφό που εργαζόταν μαζί μου, χωρίς προβλήματα υγείας στα 70 του, καθώς ήμουν νεότερη, αλλά χτυπημένη από ασθένεια, δεν μπορούσα παρά να λυπηθώ: «Ο αδελφός είναι καλά στην υγεία του και κάνει μάλλον το καθήκον του άνετα. Εγώ γιατί δεν είμαι υγιής;» Ένιωσα πραγματικά ανήμπορη κι έγινα κάπως αρνητική στο καθήκον μου. Τέλη Δεκεμβρίου του 2022, η πανδημία φούντωσε. Είχα ήδη πολλά υποκείμενα νοσήματα και μετά, κόλλησα Covid. Είχα πυρετό, ένιωθα πολύ αδύναμη κι έβηχα αίμα. Δεν είχα καθόλου όρεξη. Δεν μπορούσα να φάω για δύο εβδομάδες. Ένιωθα απαίσια εκείνη την περίοδο. Σκέφτηκα: «Ξόφλησα. Η υγεία μου καταστράφηκε στ’ αλήθεια. Αν χάσω τη ζωή μου, πώς θα μπορώ να κάνω καθήκον; Κάποιοι άνθρωποι που κόλλησαν Covid είχαν βήχα για λίγες μέρες κι έγιναν καλά. Εγώ, όμως, δεν σταμάτησα ποτέ να κάνω το καθήκον μου, αν και έχω υψηλό πυρετό για μέρες και δεν μπορώ να φάω τίποτα. Πώς αρρώστησα τόσο βαριά;» Όσο το σκεφτόμουν, τόσο χειρότερα ένιωθα και ήμουν δυστυχισμένη. Μετά από λίγο, ο πυρετός έπεσε, αλλά κόλλησαν οι δύο άνθρωποι με τους οποίους συνεργαζόμουν και δεν υπήρχε κανείς να κάνει εκκλησιαστικό έργο. Χωρίς άλλη επιλογή, αναγκάστηκα να σέρνω το αδύναμο κορμί μου σε συναθροίσεις. Έτρεχα άρρωστη για δυο-τρεις μέρες και εξαιτίας της πανδημίας, ήταν δύσκολο να συντονίσω πολλές δουλειές. Η καρδιά μου άρχισε να αποστασιοποιείται και ένιωσα ότι το έργο ήταν πολύ δύσκολο. Η υγεία μου χειροτέρευε ολοένα και περισσότερο και δεν έκανα καλά το έργο. Σκέφτηκα να γυρίσω σπίτι και να αναλάβω. Ίσως να γινόμουν λίγο καλύτερα. Πίσω στο σπίτι του οικοδεσπότη μου, η στηθάγχη μου φούντωσε ξαφνικά. Ένιωσα ότι δεν άντεχα άλλο. Σκεφτόμουν τα εξής: «Αν συνεχίσω να κάνω το καθήκον του επικεφαλής, η υγεία μου δεν θα αντέξει άλλο. Καλύτερα να μην κάνω αυτό το καθήκον». Έπεσα σε μεγάλη κατάθλιψη κι έμεινα στο κρεβάτι για δύο ή τρεις μέρες. Ένιωσα ότι αν ήθελα να γίνω καλύτερα, έπρεπε να μείνω μόνη μου και να φροντίσω καλύτερα την υγεία μου, το θεώρησα ρεαλιστικό. Έγραψα ένα γράμμα στον επικεφαλής εξηγώντας το σκεπτικό μου και γύρισα σπίτι μόλις το έστειλα. Στον δρόμο για το σπίτι, δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ: «Είμαι τόσο καιρό πιστή, αλλά η υγεία μου είναι σε αυτήν την κατάσταση και δεν μπορώ να κάνω το καθήκον μου καλά. Υποθέτω ότι έχω ξεσκεπαστεί πλήρως πλέον. Μπορώ ακόμη να σωθώ;» Όταν γύρισα σπίτι, ξάπλωσα στο κρεβάτι. Ένιωθα κενή μέσα μου και δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήμουν γεμάτη ενοχές. Σκέφτηκα επίσης όλες τις λεπτομέρειες του έργου του ευαγγελίου που είχα υπό την ευθύνη μου και χρειάζονταν διευθέτηση. Αν έμενα σπίτι, το έργο της εκκλησίας θα καθυστερούσε σίγουρα. Αυτό δεν συμβάδιζε με την πρόθεση του Θεού. Δεν πετούσα απλώς λευκή πετσέτα και πρόδιδα τον Θεό; Οπότε, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου! Γιατί νιώθω τόσο αδύναμη κι απρόθυμη να κάνω το καθήκον μου μπροστά σε αυτήν την κατάσταση; Ξέρω ότι αυτό δεν συμβαδίζει με την πρόθεσή Σου, αλλά δεν μπορώ να συνεχίσω. Δεν μου έχει απομείνει καθόλου δύναμη. Θεέ μου, νιώθω χαμένη και πονάω πολύ. Σε παρακαλώ, διαφώτισε και καθοδήγησέ με. Σε παρακαλώ, δώσε μου πίστη και δύναμη».
Στην αναζήτησή μου, διάβασα ένα απόσπασμα των λόγων του Θεού: «Είτε είσαι άρρωστος είτε πονάς, εφόσον σου απομένει έστω και μία πνοή, εφόσον είσαι ακόμα ζωντανός και μπορείς να μιλάς και να περπατάς, τότε έχεις την ενέργεια να εκτελείς το καθήκον σου και θα πρέπει να έχεις καλή συμπεριφορά καθώς το εκτελείς και τα πόδια σου να πατάνε γερά στο έδαφος. Δεν πρέπει να εγκαταλείψεις το καθήκον που έχεις ως δημιούργημα ούτε την ευθύνη που σου έχει αναθέσει ο Δημιουργός. Εφόσον δεν έχεις πεθάνει ακόμα, θα πρέπει να ολοκληρώσεις το καθήκον σου και να το εκπληρώσεις καλά» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α΄», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Άκουσα επίσης έναν ύμνο με λόγια του Θεού. «Ο άνθρωπος είναι πολύ δύσκολο να σωθεί»: «Κανείς δεν σκοπεύει να ακολουθεί όλη του τη ζωή τον Θεό, να επιδιώκει την αλήθεια για να κερδίσει τη ζωή, να γνωρίσει τον Θεό, να μπορεί να καταθέσει μαρτυρία γι’ Αυτόν ή να ζήσει τελικά μια ζωή με νόημα όπως ο Πέτρος. Οι περισσότεροι δεν θέλουν να υποφέρουν και δεν αποδέχονται καθόλου την αλήθεια. Επιθυμούν, όμως, να απολαύσουν το συντομότερο δυνατό τις ευλογίες της βασιλείας των ουρανών και τους αρέσει να αναζητούν τη φήμη, το κέρδος και τα οφέλη της θέσης. Αυτό μπορεί να τους οδηγήσει στην πλάνη. Όταν βιώνουν πόνο, αναποδιές ή αποτυχίες, είναι πιθανό να πέσουν στην αρνητικότητα και να γίνουν αδύναμοι, και να μην έχουν θέση για τον Θεό στην καρδιά τους. Δεν θα εργάζεται μέσα τους το Άγιο Πνεύμα, ενώ κάποιοι θα θέλουν ακόμη και να γυρίσουν πίσω. Αν κάποιος πιστεύει στον Θεό για πολλά χρόνια χωρίς να κατέχει ούτε στο ελάχιστο την αλήθεια-πραγματικότητα, τότε αυτό είναι πολύ επικίνδυνο! Τι κρίμα που όλα τα βάσανά του, τα αμέτρητα κηρύγματα που άκουσε και τα τόσα χρόνια που ακολουθούσε τον Θεό πήγαν όλα στράφι! Δεν είναι δύσκολο οι άνθρωποι να πάρουν τον κατήφορο, μα είναι, πράγματι, πολύ δύσκολο να βαδίσουν στο ορθό μονοπάτι και να διαλέξουν το μονοπάτι του Πέτρου. Οι περισσότεροι δεν έχουν ξεκάθαρο τρόπο σκέψης. Δεν μπορούν να διακρίνουν καθαρά ποιο μονοπάτι είναι το ορθό και ποιο αποτελεί παρέκκλιση από το ορθό. Όσα κηρύγματα κι αν ακούσουν, όσα λόγια του Θεού κι αν διαβάσουν, παρόλο που γνωρίζουν μέσα τους ότι έχει έρθει ο ενσαρκωμένος Υιός του ανθρώπου, ακόμα δεν πιστεύουν απόλυτα σ’ Αυτόν. Ξέρουν ότι αυτή είναι η αληθινή οδός, αλλά δεν μπορούν να την ακολουθήσουν. Πόσο δύσκολο είναι να σωθείς όταν δεν αγαπάς την αλήθεια!» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η επιλογή της σωστής οδού είναι το πιο κρίσιμο μέρος της πίστης στον Θεό). Δάκρυσα όταν άκουσα αυτόν τον ύμνο. Τα λόγια του Θεού με συγκίνησαν πραγματικά και μου έδειξαν ένα μονοπάτι άσκησης. Αν και ήμουν άρρωστη, όσο ανάσαινα και μπορούσα ακόμη να μιλάω και να περπατάω, δεν γινόταν να εγκαταλείψω το καθήκον μου ως δημιούργημα. Ενώ συνέχισα να σκέφτομαι την ασθένειά μου, είδα ότι δεν ήταν τόσο βαριά που να με εμποδίζει να μετακινούμαι. Απλώς, ήμουν κάπως αδύναμη κι έπρεπε να υποφέρω λίγο για να κάνω το καθήκον μου. Παρ’ όλα αυτά, παράτησα το καθήκον μου και γύρισα σπίτι. Ήμουν χρόνια πιστή και είχα ακούσει πολλά λόγια του Θεού. Ήθελα όντως να εγκαταλείψω το καθήκον μου; Αυτό ήταν ασυνείδητο! Συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω να είμαι τόσο αρνητική. Δεν θα ήταν σημάδι ντροπής στα μάτια του Θεού αν εγκατέλειπα το καθήκον μου; Όποτε κι αν γινόμουν καλύτερα, όσο ανάσαινα, όσο δύσκολο κι αν ήταν το καθήκον μου, έπρεπε να κάνω ό,τι μπορώ για να συνεργαστώ. Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν κίνητρο για το καθήκον μου και ξαφνικά ένιωσα πιο απελευθερωμένη. Ένιωσα να αλλάζει η κατάστασή μου κι επέστρεψα για να αναλάβω ξανά το καθήκον μου.
Στη συνέχεια, διάβασα άλλο ένα απόσπασμα των λόγων του Θεού: «Έπειτα υπάρχουν κι εκείνοι που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, έχουν αδύναμη κράση και έλλειψη ενέργειας, αρρωσταίνουν συχνά, είτε βαριά είτε ελαφριά, δεν μπορούν να κάνουν ούτε τα βασικά στην καθημερινότητά τους και δεν μπορούν να ζήσουν ή να ενεργούν σαν κανονικοί άνθρωποι. Τέτοιοι άνθρωποι νιώθουν συχνά άβολα και δεν αισθάνονται καλά ενώ εκτελούν τα καθήκοντά τους· κάποιοι είναι σωματικά αδύναμοι, άλλοι έχουν κάποια πραγματική ασθένεια, ενώ άλλοι πάσχουν από κάποιου είδους γνωστή ή δυνητική αρρώστια. Βυθίζονται συχνά σε αρνητικά συναισθήματα και νιώθουν αγωνία, άγχος και ανησυχία λόγω των πρακτικών σωματικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Γιατί νιώθουν αγωνία, άγχος και ανησυχία; Ανησυχούν για το εξής: “Μήπως η υγεία μου θα πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο αν συνεχίσω να εκτελώ έτσι το καθήκον μου, να δαπανώ έτσι τον εαυτό μου και να τρέχω δεξιά κι αριστερά για τον Θεό, με αποτέλεσμα να νιώθω μονίμως τόσο κουρασμένος; Όταν γίνω σαράντα ή πενήντα χρονών, θα είμαι καθηλωμένος στο κρεβάτι;” Ευσταθούν αυτές οι ανησυχίες; Θα προσφέρει κανείς έναν τρόπο να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα; Ποιος θα πάρει την ευθύνη γι’ αυτό; Ποιος θα λογοδοτήσει; Οι άνθρωποι που δεν είναι καλά στην υγεία τους και έχουν κακή φυσική κατάσταση, νιώθουν αγωνία, άγχος και ανησυχία για τέτοια πράγματα. Όσοι είναι χρόνια ασθενείς σκέφτονται συχνά το εξής: “Είμαι αποφασισμένος να εκτελέσω καλά το καθήκον μου, αλλά έχω αυτήν τη χρόνια ασθένεια. Ζητώ από τον Θεό να με προφυλάξει από κάθε κακό. Αν έχω την προστασία Του, δεν χρειάζεται να φοβάμαι. Αλλά αν εξαντληθώ καθώς εκτελώ τα καθήκοντά μου, μήπως επιδεινωθεί η υγεία μου; Και τι θα κάνω τότε; Αν χρειαστεί να μπω στο νοσοκομείο για να κάνω εγχείρηση, δεν θα έχω τα χρήματα να πληρώσω. Κι αν δεν δανειστώ λεφτά για να πληρώσω για τη θεραπεία μου, θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο η υγεία μου; Αν χειροτερέψει πολύ, θα πεθάνω; Μπορεί ένας τέτοιος θάνατος να θεωρηθεί φυσιολογικός; Αν όντως πεθάνω, θα θυμάται ο Θεός τα καθήκοντα που έχω εκτελέσει; Θα θεωρηθεί πως έχω κάνει καλές πράξεις; Θα καταφέρω να σωθώ;” Κάποιοι άνθρωποι γνωρίζουν πως είναι άρρωστοι, δηλαδή ξέρουν πως πάσχουν από κάποια χρόνια ασθένεια. Μπορεί, για παράδειγμα, να έχουν στομαχικές παθήσεις, πόνους στη μέση και στα πόδια, αρθρίτιδα, ρευματισμούς, δερματικές ή γυναικολογικές παθήσεις, ηπατική νόσο, υπέρταση, καρδιοπάθεια και ούτω καθεξής. Σκέφτονται, λοιπόν, το εξής: “Αν συνεχίσω να εκτελώ το καθήκον μου, θα πληρώσει ο οίκος του Θεού για τα φάρμακά μου; Αν επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας μου και αρχίσει να επηρεάζει την εκτέλεση του καθήκοντός μου, θα με γιατρέψει ο Θεός; Κάποιοι άλλοι έχουν γίνει καλά αφότου πίστεψαν στον Θεό. Θα γίνω κι εγώ καλά; Θα με γιατρέψει ο Θεός; Θα μου δείξει την ίδια καλοσύνη που δείχνει στους άλλους; Αν εκτελώ με αφοσίωση το καθήκον μου, ο Θεός κανονικά πρέπει να με θεραπεύσει. Τι θα κάνω, όμως, αν απλώς εύχομαι να με γιατρέψει, αλλά δεν το κάνει;” Όποτε τα σκέφτονται αυτά, τους πλημμυρίζει μεγάλο άγχος. Αν και ποτέ δεν σταματούν να εκτελούν το καθήκον τους και πάντα κάνουν αυτό που πρέπει, σκέφτονται συνεχώς την αρρώστια, την υγεία, το μέλλον και, φυσικά, τη ζωή και τον θάνατό τους. Τελικά, καταφεύγουν στον εξής ευσεβή πόθο: “Ο Θεός θα με γιατρέψει και θα με προστατέψει. Δεν θα με εγκαταλείψει ούτε θα κάτσει να με βλέπει να αρρωσταίνω χωρίς να κάνει τίποτα”. Αυτές οι σκέψεις είναι τελείως αβάσιμες, μια δική τους αντίληψη, θα λέγαμε. Οι άνθρωποι δεν θα καταφέρουν να επιλύσουν ποτέ τις πρακτικές τους δυσκολίες αν έχουν τέτοιες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες· μέσα στα μύχια της καρδιάς τους νιώθουν αμυδρά συναισθήματα αγωνίας, άγχους και ανησυχίας για την υγεία και τις αρρώστιες που τους ταλαιπωρούν. Δεν έχουν ιδέα ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για όλα αυτά, ούτε αν θα την αναλάβει κανείς τελικά» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α΄», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Αν δεν το έλεγε ο Θεός, ακόμα δεν θα γνώριζα ότι η διαρκής ανησυχία για τις ασθένειές μου ήταν ένα αρνητικό συναίσθημα. Θα τη θεωρούσα δικαιολογημένη. Συνειδητοποίησα επιτέλους ότι αυτό το αρνητικό συναίσθημα ήταν βαθιά ριζωμένο μέσα μου. Είχα τα υποκείμενα νοσήματα της υπέρτασης και της στηθάγχης. Τα συμπτώματα φούντωναν αρκετά συχνά. Όταν υπέφερα περισσότερο στο καθήκον μου και κουραζόμουν λίγο παραπάνω, ανησυχούσα ότι η κατάστασή μου θα χειροτέρευε ολοένα και περισσότερο. Αν έχανα τη ζωή μου, πώς θα μπορούσα να κάνω το καθήκον μου; Επομένως, φοβόμουν ότι θα έχανα την ευκαιρία να σωθώ. Όταν η υγεία μου δεν ήταν τόσο χάλια, μπορούσα να συνέχισα να κάνω το καθήκον μου. Ένιωθα ότι πλήρωνα τίμημα κι ότι ο Θεός θα με προστάτευε. Μόλις, όμως, εμφανίζονταν τα συμπτώματα, πλημμύριζα με όλα αυτά τα συναισθήματα δυστυχίας. Ανησυχούσα διαρκώς για το μέλλον μου και δεν μπορούσα να κάνω το καθήκον μου απελευθερωμένα. Όσο περισσότερο σκεφτόμουν τη σάρκα, τόσο περισσότερο φοβόμουν τον θάνατο, τη δυσκολία και τον πόνο που φέρνει η κακή υγεία. Κι όταν σκεφτόμουν τον μπαμπά μου ξαπλωμένο στο κρεβάτι, χτυπημένο από φρικτό πόνο κάθε μέρα, να κοιτάζει ανήμπορος τον άσπρο τοίχο χωρίς ελπίδα στη ζωή, φοβόμουν μην καταλήξω όπως αυτός. Γι’ αυτό σκεφτόμουν διαρκώς τη σάρκα μου ενώ έκανα το καθήκον μου. Ζάρωνα από τον φόβο να τα δώσω όλα. Δεν ήθελα να εργαστώ σκληρά για να μάθω τις λεπτομέρειες του έργου του ευαγγελίου, πράγμα που σήμαινε ότι αυτό το έργο δεν σημείωνε ποτέ μεγάλη πρόοδο. Όταν κόλλησα Covid και χειροτέρεψε η κατάστασή μου, οι ανησυχίες μου έγιναν πιο σοβαρές. Δεν ήθελα να κάνω το καθήκον μου πια, κι απλώς εγκατέλειψα κι έτρεξα σπίτι. Είδα πόσο με είχε επηρεάσει αυτό το αρνητικό συναίσθημα. Όσο ζούσα με αυτήν την ανησυχία, απλώς επαναστατούσα ολοένα και περισσότερο εναντίον του Θεού και η ζωή μου γινόταν όλο και πιο καταθλιπτική και οδυνηρή. Ήξερα στ’ αλήθεια ότι η γέννηση, τα γηρατειά, η ασθένεια κι ο θάνατος είναι στα χέρια του Θεού ότι δεν ήταν στον έλεγχό μου. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγω την ασθένεια. Πρέπει να την αντιμετωπίσω σωστά και να υποτάσσομαι στις διευθετήσεις του Θεού. Όσο κι αν ανησυχώ, δεν μπορώ να αλλάξω τίποτα. Επειδή, όμως, σκεφτόμουν διαρκώς τις προοπτικές μου κι έψαχνα μια διέξοδο, δεν μπορούσα παρά να ζω σε μια κατάσταση ανησυχίας. Προκαλούσα πολλή αχρείαστη πίεση και πόνο στον εαυτό μου. Ήμουν πολύ ανόητη! Όταν το συνειδητοποίησα, δεν ήθελα να ζω σε αυτήν την αρνητική κατάσταση πια.
Στη συνέχεια, διάβασα ένα απόσπασμα των λόγων του Θεού: «Ποιο μονοπάτι θα πρέπει να ακολουθήσουν οι άνθρωποι όταν τους χτυπήσει την πόρτα κάποια ασθένεια; Πώς θα πρέπει να επιλέξουν; Δεν θα πρέπει να βυθιστούν στην αγωνία, το άγχος και την ανησυχία και να σκέφτονται τις μελλοντικές προοπτικές και το μονοπάτι τους. Αυτό που θα πρέπει να κάνουν είναι το εξής: Όσο περισσότερο περνάνε τέτοιες περιόδους, βρίσκονται σε τέτοιες ειδικές καταστάσεις και περιστάσεις και αντιμετωπίζουν τέτοιες άμεσες δυσκολίες τόσο περισσότερο θα πρέπει να αναζητούν και να επιδιώκουν την αλήθεια. Μόνο έτσι δεν θα πάνε στράφι και θα πιάσουν τόπο οι ομιλίες που έχεις ακούσει στο παρελθόν και οι αλήθειες που έχεις κατανοήσει. Όσο περισσότερο αντιμετωπίζεις τέτοιες δυσκολίες τόσο περισσότερο θα πρέπει να παραιτείσαι από τις επιθυμίες σου και να υποτάσσεσαι στις ενορχηστρώσεις του Θεού. Σκοπός του Θεού όταν κανονίζει μια τέτοια κατάσταση και διευθετεί αυτές τις συνθήκες για σένα δεν είναι ούτε να βυθιστείς στα συναισθήματα της αγωνίας, του άγχους και της ανησυχίας ούτε να υποβάλεις τον Θεό σε δοκιμασία για να δεις αν θα σε θεραπεύσει όταν αρρωστήσεις, κι έτσι να βολιδοσκοπήσεις την αλήθεια του ζητήματος. Ο Θεός κανονίζει αυτές τις ειδικές καταστάσεις και συνθήκες για σένα ώστε να πάρεις απ’ αυτές πρακτικά μαθήματα, να εισέλθεις πιο βαθιά στην αλήθεια, να υποταχθείς καλύτερα στον Θεό και να καταλάβεις πιο ξεκάθαρα και σωστά πώς ενορχηστρώνει ο Θεός όλα τα άτομα, τα γεγονότα και τα πράγματα. Η μοίρα του ανθρώπου βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Είτε το αισθάνονται και το γνωρίζουν πραγματικά αυτό οι άνθρωποι είτε όχι, θα πρέπει να υποτάσσονται στον Θεό, να μην Του αντιστέκονται, να μην Τον απορρίπτουν και, φυσικά, να μην Τον υποβάλλουν σε δοκιμασίες. Μπορεί να πεθάνεις όπως και να ’χει. Αν, όμως, αντισταθείς στον Θεό, Τον απορρίψεις και Τον υποβάλεις σε δοκιμασίες, τότε είναι αυτονόητο ποιο θα είναι το τέλος σου. Αντίθετα, αν στις ίδιες καταστάσεις και συνθήκες μπορείς να αναζητήσεις πώς οφείλει να υποτάσσεται ένα δημιούργημα στις ενορχηστρώσεις του Δημιουργού, ποια μαθήματα πρέπει να πάρεις και ποιες διεφθαρμένες διαθέσεις πρέπει να γνωρίσεις στις καταστάσεις που δημιουργεί για σένα ο Θεός και, επιπλέον, κατανοείς τις προθέσεις του Θεού σε τέτοιες καταστάσεις και καταθέτεις καλά τη μαρτυρία σου για να ανταποκριθείς στις απαιτήσεις Του, τότε αυτό θα πρέπει να κάνεις. Όταν ο Θεός κανονίζει να αρρωστήσει κάποιος, είτε σοβαρά είτε ελαφριά, σκοπός Του δεν είναι να σε κάνει να κατανοήσεις τις λεπτομέρειες της αρρώστιας σου, το κακό που σου κάνει, την ταλαιπωρία και τις δυσκολίες που σου προξενεί και τα μυριάδες συναισθήματα που σε κάνει να νιώσεις. Σκοπός Του δεν είναι να κατανοήσεις την ασθένεια επειδή αρρώστησες, αλλά να πάρεις μαθήματα από την ασθένεια, να μάθεις πώς να αναζητάς τις προθέσεις του Θεού, να γνωρίσεις τις διεφθαρμένες διαθέσεις που αποκαλύπτεις και τις λανθασμένες στάσεις που υιοθετείς απέναντι στον Θεό όταν είσαι άρρωστος και να μάθεις πώς να υποτάσσεσαι στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις Του, ώστε να υποταχθείς αληθινά σ’ Αυτόν και να μείνεις ακλόνητος στη μαρτυρία σου. Αυτό είναι πολύ βασικό. Μέσω της αρρώστιας, ο Θεός θέλει να σε σώσει και να σε εξαγνίσει. Από τι θέλει να σε εξαγνίσει; Από όλες τις εξωφρενικές επιθυμίες και απαιτήσεις που έχεις απ’ Αυτόν, καθώς και από τα διάφορα σχέδια, τις κρίσεις και τα κόλπα που κάνεις ώστε να επιβιώσεις και να συνεχίσεις να ζεις πάση θυσία. Ο Θεός δεν σου ζητά να κάνεις σχέδια και να κρίνεις ούτε σου επιτρέπει να έχεις εξωφρενικές επιθυμίες απ’ Αυτόν. Απαιτεί μόνο να υποτάσσεσαι σ’ Αυτόν και, καθώς κάνεις πράξη και βιώνεις την υποταγή, να γνωρίσεις τις προσωπικές σου επιθυμίες και τη στάση που έχεις απέναντι στις αρρώστιες και τις σωματικές παθήσεις που σου δίνει. Όταν γνωρίσεις αυτά τα πράγματα, τότε μπορείς να κατανοήσεις πόσο ωφέλιμες είναι για σένα οι συνθήκες της ασθένειας που κανόνισε για σένα ο Θεός ή οι σωματικές παθήσεις που σου έδωσε. Μπορείς να κατανοήσεις πόσο ωφέλιμες είναι για την αλλαγή της διάθεσής σου, για την επίτευξη της σωτηρίας σου και για τη ζωή-είσοδό σου. Γι’ αυτό και, όταν σε βρει κάποια αρρώστια, δεν πρέπει να αναρωτιέσαι συνεχώς πώς μπορείς να γλιτώσεις απ’ αυτήν, να την αποφύγεις ή να την απορρίψεις» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α΄», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα την πρόθεσή Του. Όταν χτυπάει η ασθένεια, δεν πρέπει να κολλάω σε ένα αρνητικό συναίσθημα ανησυχίας. Δεν πρέπει να ελέγχω αν θα με θεραπεύσει ο Θεός. Αντιθέτως, πρέπει να μάθω να υποτάσσομαι στις διευθετήσεις του Θεού στο περιβάλλον που Αυτός δημιουργεί. Όταν αρρωσταίνω, δεν σημαίνει ότι ο Θεός κάνει σκοπίμως τα πράγματα δύσκολα για μένα. Θέλει να αναζητήσω την αλήθεια και να καταλάβω ποια μαθήματα πρέπει να πάρω. Σκέφτηκα τότε που αρρώστησα και βίωσα σωματικό πόνο. Ανησύχησα για τον δρόμο που ανοιγόταν μπροστά μου και για το μέλλον μου. Φοβήθηκα ότι θα πέθαινα και δεν θα μπορούσα να φτάσω στη σωτηρία. Ένιωσα ότι ο Θεός είχε δημιουργήσει αυτήν την κατάσταση για να με αποκλείσει. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη παρερμηνεία του Θεού εκ μέρους μου. Δεν ήταν, όμως, αυτή η πρόθεση του Θεού στ’ αλήθεια. Δημιούργησε αυτήν την κατάσταση για να μου δώσει μια πρακτική εμπειρία της ασθένειας, να ξεσκεπάσει την εσωτερική διαφθορά και τις ανεπάρκειές μου και να μου δείξει ότι αν και ισχυριζόμουν πως πίστευα στον Θεό, βαθιά μέσα μου δεν πίστευα ότι Αυτός εξουσιάζει τα πάντα. Μου επέτρεψε επίσης να δω ότι όταν αρρώσταινα, η μόνη μου έγνοια ήταν η σάρκα μου. Ήξερα ότι χρειαζόταν επειγόντως κάποιος για εκκλησιαστικό έργο, αλλά αρνήθηκα το καθήκον μου. Αν και αργότερα το δέχτηκα απρόθυμα, δεν πλήρωνα τίμημα με όλη μου την καρδιά γι’ αυτό. Όταν κόλλησα Covid και η κατάστασή μου χειροτέρεψε, τσακώθηκα με τον Θεό και Του αντιστάθηκα. Στο τέλος, εγκατέλειψα το καθήκον μου και πρόδωσα τον Θεό, προκαλώντας ζημιές στο έργο της εκκλησίας. Είδα ότι ως πιστή τόσο καιρό, δεν είχα το παραμικρό ίχνος φόβου για τον Θεό και κρατούσα μια πολύ επιδερμική στάση απέναντι στο καθήκον μου. Συνειδητοποίησα τελικά ότι ακόμη κι αν ήμουν σωματικά υγιής, αν δεν διόρθωνα όλες αυτές τις διεφθαρμένες διαθέσεις μέσα μου, θα συνέχιζα να αντιστέκομαι στον Θεό και να Τον προδίδω, και δεν θα κέρδιζα την έγκρισή Του. Ο Θεός επέτρεψε την ασθένειά μου για να καθάρει τις νοθείες στην πίστη μου και να μεταμορφώσει τη σατανική μου διάθεση. Δεν σκέφτηκα ποτέ, όμως, τις ειλικρινείς προθέσεις του Θεού. Ήμουν πάντα βυθισμένη στην ανησυχία και την έγνοια για τις ασθένειές μου. Αντιστεκόμουν στον Θεό που δημιούργησε αυτήν την κατάσταση και σκεφτόμουν διαρκώς τα δικά μου σχέδια και διευθετήσεις. Σκέφτηκα μάλιστα ότι ο Θεός ήθελε να με αποκλείσει. Ήμουν πραγματικά επαναστατική. Δεν είχα ανθρώπινη φύση και λογική. Δεν μπορούσα να συνεχίσω να προσεγγίζω τις ασθένειές μου με αυτήν τη στάση. Έπρεπε να διορθώνω τη στάση μου, να κάνω αυτοκριτική, να αναγνωρίζω τις διεφθαρμένες διαθέσεις μου και να επιδιώκω την αλήθεια όποτε αρρώσταινα. Αυτό έπρεπε να είχα κάνει.
Στη συνέχεια, έκανα αυτοκριτική. Ποια ήταν η αιτία της διαρκούς ανησυχίας μου όταν αρρώσταινα; Διάβασα τα εξής στα λόγια του Θεού: «Τόσο πολλοί πιστεύουν σ’ Εμένα μόνο και μόνο για να τους θεραπεύσω. Τόσο πολλοί πιστεύουν σ’ Εμένα μόνο και μόνο για να χρησιμοποιήσω τις δυνάμεις Μου και να βγάλω τα ακάθαρτα πνεύματα από το σώμα τους και τόσο πολλοί πιστεύουν σ’ Εμένα απλώς και μόνο για να λάβουν ειρήνη και χαρά από Εμένα. […] Όταν έδωσα στον άνθρωπο τα δεινά της κόλασης και πήρα πίσω τις ευλογίες του ουρανού, ο άνθρωπος εξοργίστηκε. Όταν ο άνθρωπος Μού ζήτησε να τον θεραπεύσω, Εγώ δεν του έδωσα καμία σημασία και ένιωσα αποστροφή για εκείνον· ο άνθρωπος αναχώρησε από Εμένα για να αναζητήσει, αντ’ αυτού, την οδό της κακής ιατρικής και της μαγείας. Όταν πήρα όλα όσα ο άνθρωπος είχε απαιτήσει από Εμένα, όλοι εξαφανίστηκαν χωρίς ίχνος. Συνεπώς, λέω ότι ο άνθρωπος πιστεύει σ’ Εμένα, γιατί δίνω μεγάλη χάρη και γιατί υπάρχουν πολλά οφέλη να κερδίσει» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τι γνωρίζεις περί πίστης;). Ο Θεός ξεσκέπασε την κατάστασή μου. Η άποψή μου για την πίστη δεν ήταν όπως ακριβώς την περιέγραφε; Η πίστη μου είχε στόχο μόνο τις ευλογίες. Προσπαθούσα να κάνω συμφωνία με τον Θεό. Όταν δεν αντιμετώπιζα σοβαρά προβλήματα υγείας στα καθήκοντά μου, νόμιζα ότι είχα κερδίσει τη φροντίδα και προστασία του Θεού, ότι είχα ευκαιρία να σωθώ. Οπότε, ήμουν πρόθυμη να υποφέρω και να πληρώσω τίμημα για το καθήκον μου. Όταν αρρώστησα και είδα ότι τα συμπτώματα δεν υποχωρούσαν, ούτε μπορούσα να ριχτώ στο καθήκον μου ούτε έκανα με όλη μου την καρδιά το έργο του ευαγγελίου. Σκεφτόμουν μόνο το μέλλον και τη μοίρα μου. Ανησυχούσα αν θα πέθαινα κι αν θα μπορούσα να ευλογηθώ. Όταν αρρώστησα σοβαρά με Covid και δεν ήμουν καλά για δύο εβδομάδες, παραπονέθηκα ότι ο Θεός δεν με προστάτευε και δεν ήθελε να κάνω το καθήκον μου πια. Όταν είδα ότι οι ελπίδες μου για ευλογίες διαψεύστηκαν, ξεσκεπάστηκε η αληθινή μου φύση. Γύρισα την πλάτη μου στον Θεό. Εγκατέλειψα το καθήκον μου και Τον πρόδωσα. Πήγα εντελώς κόντρα στον Θεό. Επαναστάτησα εναντίον Του και Του αντιστάθηκα. Τσακώθηκα με τον Θεό. Ήμουν αρνητική κι αντιστασιακή. Πού ήταν η αίσθηση της ανθρώπινης φύσης και λογικής μου; Όταν το σκέφτηκα, ένιωσα πραγματικά ευγνώμων απέναντι στον Θεό που δημιούργησε αυτήν την κατάσταση για μένα. Αν και υπέφερα λίγο σαρκικά, κέρδισα κάποια κατανόηση των νοθειών στην πίστη μου και της σατανικής μου διάθεσης να πάω κόντρα στον Θεό. Ένιωσα βαθιά μέσα μου πως ό,τι κάνει ο Θεός είναι για τη σωτηρία, είναι μόνο αγάπη.
Διάβασα περισσότερα λόγια του Θεού και κέρδισα μεγαλύτερη διορατικότητα στο ζήτημα του θανάτου. Τα λόγια του Θεού λένε τα εξής: «Είτε είσαι σοβαρά είτε ελαφριά άρρωστος, τη στιγμή που η κατάσταση της υγείας σου επιδεινωθεί ή αντιμετωπίζεις τον θάνατο, να θυμάσαι ένα μόνο πράγμα: Μη φοβάσαι τον θάνατο. Ακόμη κι αν βρίσκεσαι στα τελικά στάδια του καρκίνου, ακόμη κι αν το ποσοστό θνησιμότητας της ασθένειάς σου είναι πολύ υψηλό, μη φοβάσαι τον θάνατο. Όσο κι αν υποφέρεις, αν φοβάσαι τον θάνατο, δεν θα υποταχθείς. […] Αν η κατάσταση της υγείας σου επιδεινωθεί τόσο πολύ που μπορεί να πεθάνεις, αν το ποσοστό θνησιμότητας της ασθένειάς σου είναι υψηλό ανεξάρτητα από την ηλικία του αρρώστου και το διάστημα που μεσολαβεί από τη στιγμή που προσβάλλεται κάποιος απ’ αυτήν έως τη στιγμή που πεθαίνει είναι πολύ σύντομο, τι θα πρέπει να σκέφτεσαι μέσα σου; “Δεν πρέπει να φοβάμαι τον θάνατο, όλοι πεθαίνουν στο τέλος. Από την άλλη, δεν μπορούν όλοι να υποταχθούν στον Θεό. Μπορώ, λοιπόν, να χρησιμοποιήσω αυτήν την ασθένεια για να εξασκήσω την υποταγή μου στον Θεό. Θα πρέπει να έχω τη νοοτροπία και τη στάση της υποταγής στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού και να μη φοβάμαι τον θάνατο”. Ο θάνατος είναι εύκολος, πολύ πιο εύκολος από τη ζωή. Μπορεί να βιώνεις τρομερό πόνο κι έτσι να μην το καταλάβεις· μόλις κλείσεις, όμως, τα μάτια σου, σταματάς να αναπνέεις, η ψυχή σου αφήνει το σώμα σου και η ζωή σου φτάνει στο τέλος της. Έτσι είναι ο θάνατος· τόσο απλός. Μη φοβάσαι τον θάνατο· αυτή είναι η στάση που πρέπει να υιοθετήσεις. Πέρα από αυτό, δεν πρέπει να ανησυχείς μήπως επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας σου, μήπως πεθάνεις αν δεν γίνεις καλά, πόσος χρόνος σού απομένει μέχρι να πεθάνεις ή πόσο θα πονάς όταν έρθει εκείνη η ώρα. Δεν πρέπει να ανησυχείς γι’ αυτά τα πράγματα. Κι αυτό επειδή εκείνη η ώρα πρέπει να έρθει και, μάλιστα, σε συγκεκριμένη χρονιά, μήνα και μέρα. Δεν μπορείς να κρυφτείς ή να ξεφύγεις απ’ αυτήν· είναι η μοίρα σου. Η λεγόμενη μοίρα σου έχει προκαθοριστεί από τον Θεό και έχει ήδη κανονιστεί από Αυτόν. Ο Θεός έχει ήδη ορίσει πόσα χρόνια θα ζήσεις, σε τι ηλικία και ποια στιγμή θα πεθάνεις. Γιατί ανησυχείς, λοιπόν; Όσο κι αν ανησυχείς, δεν θα αλλάξει τίποτα, δεν μπορείς να το αποτρέψεις ούτε να εμποδίσεις τον ερχομό αυτής της μέρας. Είναι περιττό, λοιπόν, να ανησυχείς. Το μόνο που καταφέρνεις είναι να κάνεις ακόμα πιο δυσβάσταχτο το φορτίο της αρρώστιας σου» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α΄», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι οι θάνατοι όλων μας καθορίζονται απ’ τον Θεό κι ότι είναι άσκοπο να ανησυχούμε. Όποτε βίωνα συμπτώματα ή ένιωθα άβολα, ανησυχούσα ότι αν αυτά τα συμπτώματα χειροτέρευαν, μπορεί να έχανα τη ζωή μου. Δεν καταλάβαινα ότι η ώρα του θανάτου όλων μας έχει προκαθοριστεί προ πολλού απ’ τον Θεό κι ότι δεν επέρχεται απ’ την εξάντληση εξαιτίας των καθηκόντων μας. Σκέφτηκα τη θεία μου. Όταν ήταν νέα, ήταν αδύναμη και χτυπημένη από ασθένεια. Μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο. Όλοι σκεφτόμασταν ότι δεν της έμενε πολύς καιρός σε αυτόν τον κόσμο. Παραδόξως, όμως, τώρα που είναι ηλικιωμένη, η υγεία της καλυτερεύει ολοένα και περισσότερο. Είναι πάνω από 80 και μπορεί ακόμη να φροντίζει τον εαυτό της. Ο άντρας της, όμως, που ήταν πάντα υγιής και δεν αρρώσταινε σχεδόν ποτέ, έπαθε ξαφνικά καρκίνο στο συκώτι και πέθανε. Αυτά τα παραδείγματα απ’ την αληθινή ζωή μού έδειξαν ότι η ζωή κι ο θάνατός μας είναι στην εξουσία και τις διευθετήσεις του Θεού. Είχα αρκετές ασθένειες. Το αν θα χειροτέρευε η κατάστασή μου ή όχι, το αν θα πέθαινα ή όχι, αυτά δεν θα λύνονταν με την ανησυχία. Όλα είναι στην εξουσία του Θεού. Ο θάνατός μας δεν έχει καμία σχέση με την εξουθένωση απ’ τα καθήκοντά μας. Κάποιοι άνθρωποι δεν κάνουν καθήκον και προσέχουν την υγεία τους, μα, παρ’ όλα αυτά, ο θάνατος έρχεται. Ήμουν μια πιστή που δεν πίστευε στην εξουσία του Θεού και ζούσε διαρκώς μέσα στην ανησυχία και τον φόβο του θανάτου. Δεν είχα αληθινή πίστη στον Θεό. Η αλήθεια είναι ότι όλοι πεθαίνουν. Είναι νόμος της φύσης. Ο θάνατος δεν είναι κάτι που πρέπει να φοβόμαστε. Η ζωή κι ο θάνατός μας προκαθορίζονται απ’ τον Θεό και πρέπει να υποταχθώ στις διευθετήσεις του Θεού. Όποτε κι αν έρθει ο θάνατος για μένα, πρέπει να τον αντιμετωπίσω ήρεμα. Πρέπει να είμαι αφοσιωμένη στο καθήκον μου και να τα δώσω όλα, να αγωνιστώ να μη μετανιώσω για τίποτα τη στιγμή του θανάτου μου. Είναι ο μόνος τρόπος για να είμαι ικανοποιημένη και γαλήνια. Αν ζω διαρκώς με ένα αρνητικό συναίσθημα ανησυχίας και κάνω διαρκώς σχέδια για τη σάρκα μου χωρίς να δίνω ειλικρινά όλο μου το είναι στο καθήκον μου, θα νιώσω τύψεις κι ενοχές και θα καθυστερήσω το έργο της εκκλησίας. Όσο καλή υγεία κι αν έχω, η ζωή μου δεν θα έχει νόημα και θα καταλήξω αναπόφευκτα να τιμωρηθώ απ’ τον Θεό. Μόλις το κατάλαβα, ένιωσα πολύ πιο απελευθερωμένη.
Αργότερα, διάβασα ένα απόσπασμα των λόγων του Θεού που με άγγιξε πραγματικά. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Ποια είναι η αξία της ζωής ενός ανθρώπου; Μήπως το να ενδίδει σε σαρκικές απολαύσεις, όπως το φαγητό, το ποτό και η διασκέδαση; (Όχι, δεν είναι αυτή.) Τότε, ποια είναι; Πείτε Μου τι σκέφτεστε. (Το να εκπληρώνει το καθήκον ενός δημιουργήματος. Αυτό είναι το ελάχιστο που οφείλει να καταφέρει κάποιος στη ζωή του.) Σωστά. […] Πρέπει κατά τη διάρκεια της ζωής σου να εκπληρώσεις την αποστολή σου· αυτό είναι το πιο σημαντικό. Δεν εννοώ ότι πρέπει να ολοκληρώσεις κάποια σπουδαία αποστολή ή ευθύνη, ή κάποιο σπουδαίο καθήκον. Πρέπει όμως να καταφέρεις τουλάχιστον κάτι. Στην εκκλησία, για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι καταβάλλουν κάθε προσπάθεια στο έργο της διάδοσης του ευαγγελίου, αφιερώνουν σ’ αυτό όλη τους την ενέργεια και τη ζωή τους, πληρώνουν μεγάλο τίμημα και κερδίζουν πολλούς ανθρώπους. Επειδή τα κάνουν όλα αυτά, νιώθουν πως η ζωή τους δεν ήταν μάταιη. Νιώθουν πως έχουν αξία και βρίσκουν παρηγοριά. Μπροστά σε μια ασθένεια ή στον θάνατο, όταν κάνουν απολογισμό ολόκληρης της ζωής τους και θυμούνται κάθε τους πράξη στο μονοπάτι που ακολούθησαν, βρίσκουν παρηγοριά μέσα στην καρδιά τους. Δεν έχουν τύψεις και δεν μετανιώνουν για τίποτα. Κάποιοι άνθρωποι κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους ενώ είναι επικεφαλής στην εκκλησία ή υπεύθυνοι για μια συγκεκριμένη πτυχή έργου. Δίνουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους και όλη τη δύναμή τους, δαπανούν όλη την ενέργειά τους και πληρώνουν το τίμημα για το έργο που κάνουν. Με το πότισμα, την ηγεσία, τη βοήθεια και τη στήριξη που προσφέρουν, βοηθούν πολλούς ανθρώπους που έχουν αδυναμίες και είναι αρνητικοί να γίνουν δυνατοί, να σταθούν στα πόδια τους και, αντί να κάνουν πίσω, να επιστρέψουν ενώπιον του Θεού και μάλιστα να καταθέσουν τελικά μαρτυρία γι’ Αυτόν. Επιπλέον, κατά την περίοδο που είναι επικεφαλής, φέρνουν εις πέρας πολλές σημαντικές εργασίες, αποπέμπουν πολλούς μοχθηρούς ανθρώπους, προστατεύουν πολλούς εκλεκτούς του Θεού και ανακτούν πολλές σημαντικές απώλειες. Όλα αυτά τα κατορθώματα λαμβάνουν χώρα ενόσω είναι επικεφαλής. Όταν ανατρέχουν στο μονοπάτι που ακολούθησαν, όταν θυμούνται το έργο που έκαναν και το τίμημα που πλήρωσαν όλα αυτά τα χρόνια, δεν μετανιώνουν για τίποτα ούτε νιώθουν τύψεις. Πιστεύουν πως δικαίως δεν χρειάζεται να νιώσουν μεταμέλεια για καμία πράξη τους, και ζουν με ένα αίσθημα αξίας, με σταθερότητα και παρηγοριά μες στην καρδιά τους. Πόσο υπέροχο είναι αυτό! Αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα; (Ναι.) Αυτό το αίσθημα σταθερότητας και παρηγοριάς, και το γεγονός πως δεν μετανιώνουν για τίποτα είναι το αποτέλεσμα και η ανταμοιβή τους για το ότι επιδίωξαν θετικά πράγματα και την αλήθεια. Ας μη θέσουμε υψηλά πρότυπα για τους ανθρώπους. Ας εξετάσουμε την κατάσταση όπου ένας άνθρωπος αντιμετωπίζει μια εργασία που οφείλει ή θέλει να κάνει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Μόλις βρει τη θέση του, πατάει σταθερά σ’ αυτήν και τη διατηρεί, καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες, πληρώνει το τίμημα και αφιερώνει όλη την ενέργειά του για να πραγματοποιήσει και να φέρει εις πέρας την εργασία που οφείλει να κάνει και να ολοκληρώσει. Όταν στέκεται τελικά ενώπιον του Θεού για να λογοδοτήσει, νιώθει σχετικά ικανοποιημένος. Μέσα του δεν νιώθει τύψεις και δεν μετανιώνει για τίποτα. Νιώθει ένα αίσθημα παρηγοριάς και ανταμοιβής· πως έχει ζήσει μια ζωή με νόημα. Δεν είναι σημαντικός ο στόχος αυτός; Πείτε Μου, όσο μεγάλος ή μικρός κι αν είναι, είναι πρακτικός; (Ναι, είναι πρακτικός.) Είναι συγκεκριμένος; Είναι αρκετά συγκεκριμένος, πρακτικός και ρεαλιστικός. Τι πιστεύετε, λοιπόν; Για να ζήσει κανείς μια ζωή που έχει αξία και να καταφέρει τελικά να λάβει αυτήν την ανταμοιβή, αξίζει να υποστεί λίγη σωματική ταλαιπωρία και να πληρώσει κάποιο τίμημα, ακόμη κι αν βιώσει εξάντληση και νοσήσει από κάποια ασθένεια; (Αξίζει.) Όταν έρχεται κάποιος σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν έρχεται μόνο για τις απολαύσεις της σάρκας, ούτε αποκλειστικά για να τρώει, να πίνει και να διασκεδάζει. Δεν θα πρέπει να ζει μόνο γι’ αυτά τα πράγματα· δεν είναι αυτή η αξία της ανθρώπινης ζωής, ούτε είναι το σωστό μονοπάτι. Η αξία της ανθρώπινης ζωής και το σωστό μονοπάτι που πρέπει να ακολουθεί κανείς προϋποθέτουν να κατορθώσει κάτι που έχει αξία και να ολοκληρώσει μία ή περισσότερες εργασίες που έχουν αξία. Αυτό δεν ονομάζεται “καριέρα”, αλλά “το σωστό μονοπάτι” και “η σωστή εργασία”. Πείτε Μου, αξίζει να πληρώσει ένας άνθρωπος το τίμημα ώστε να ολοκληρώσει κάποιο έργο που έχει αξία, να ζήσει μια ζωή που έχει νόημα και αξία, και να επιδιώξει και να κερδίσει την αλήθεια; Αν επιθυμείς πραγματικά να επιδιώξεις και να κατανοήσεις την αλήθεια, να αρχίσεις να βαδίζεις στο σωστό μονοπάτι στη ζωή, να εκπληρώσεις καλά το καθήκον σου και να ζήσεις μια ζωή που έχει νόημα και αξία, τότε μη διστάζεις: δώσε όλη την ενέργειά σου, πλήρωσε το τίμημα, αφιέρωσε όλον τον χρόνο σου και την κάθε μέρα σου σ’ αυτό. Αν αντιμετωπίσεις κάποια μικροασθένεια κατά την περίοδο αυτή, δεν έχει σημασία· δεν θα σε καταβάλει. Κάτι τέτοιο δεν είναι μακράν ανώτερο από μια ζωή ευκολίας και απραξίας, μια ζωή όπου φροντίζεις το σώμα σου και το κρατάς καλοταϊσμένο και υγιές, για να πετύχεις τελικά τη μακροζωία; (Ναι.) Ποια από τις δύο αυτές επιλογές δίνει περισσότερη αξία στη ζωή σου; Ποια μπορεί να φέρει παρηγοριά στους ανθρώπους και να τους γλιτώνει από τύψεις όταν αντιμετωπίσουν στο τέλος της ζωής τους τον θάνατο; (Το να ζήσουν μια ζωή με νόημα.) Το να ζεις μια ζωή με νόημα σημαίνει να νιώθεις μέσα σου πως πετυχαίνεις αποτελέσματα, να νιώθεις μέσα σου παρηγοριά. Και τι θα απογίνουν εκείνοι οι καλοταϊσμένοι άνθρωποι που έχουν ροδαλή επιδερμίδα μέχρι τη μέρα του θανάτου τους; Εφόσον δεν επιδιώκουν μια ζωή με νόημα, πώς νιώθουν τη στιγμή του θανάτου τους; (Νιώθουν λες κι η ζωή τους ήταν μάταιη.) Αυτές οι πέντε λέξεις είναι δηκτικές: η ζωή τους ήταν μάταιη. Τι εννοούμε όταν λέμε πως η ζωή τους ήταν μάταιη; (Πως τη σπατάλησαν.) Σε τι βασίζονται οι φράσεις “η ζωή τους ήταν μάταιη” και “σπατάλησαν τη ζωή τους”; (Στο τέλος της ζωής τους, διαπιστώνουν πως δεν έχουν κερδίσει τίποτα.) Και τι είναι αυτό που θα πρέπει να κερδίσει ένας άνθρωπος; (Θα πρέπει να κερδίσει την αλήθεια ή να καταφέρει στη ζωή του κάποια πράγματα που έχουν νόημα και αξία. Θα πρέπει να κάνει καλά τα πράγματα που οφείλει να κάνει ένα δημιούργημα. Αν δεν καταφέρει να τα κάνει όλα αυτά και ζει μόνο για να ικανοποιεί το σώμα του, τότε θα νιώσει πως η ζωή του ήταν μάταιη και πως τη σπατάλησε.)» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Α΄», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (6)]. Όταν διάβασα αυτά τα λόγια του Θεού, κατάλαβα το νόημα της ανθρώπινης ζωής. Σκέφτηκα ότι έχω πια την ευκαιρία να κάνω το καθήκον ενός δημιουργήματος κι ότι αυτό είναι το πιο δίκαιο πράγμα που μπορώ να κάνω. Οι άπιστοι επιδιώκουν το φαγητό, το ποτό και την απόλαυση. Αν και έχουν τις σαρκικές απολαύσεις και δεν υποφέρουν πολύ, όταν έρχεται ο θάνατος, δεν έχουν ιδέα για ποιο λόγο ζουν τις ζωές τους. Πρόκειται για μια μάταιη ζωή. Εγώ μπορώ να εξυψωθώ απ’ τον Θεό και να υπηρετήσω ως επικεφαλής στο καθήκον μου κατά τη διάρκεια της ζωής μου, οπότε πρέπει να δώσω όλο μου το είναι και να αναλάβω την ευθύνη για τα σχέδια της εκκλησίας όπως απαιτεί ο Άνωθεν, να οδηγήσω τους αδελφούς και τις αδελφές να επιδιώξουν την αλήθεια και να κάνουν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με αρχές, αλλά και να κάνω ό,τι μου αναλογεί για να επεκτείνω τη βασιλεία του ευαγγελίου. Αυτό έχει το μεγαλύτερο νόημα. Όταν, όμως, οι άνθρωποι ζουν τις ζωές τους μόνο για τη σάρκα, χαραμίζουν τις μέρες τους χωρίς κανένα απολύτως νόημα. Όπως πριν, τότε που εγκατέλειψα το καθήκον μου και γύρισα σπίτι προκειμένου να μην καταρρεύσω. Αν και δεν υπέφερα σωματικά στο σπίτι και δεν ανησυχούσα τόσο πολύ για το εκκλησιαστικό έργο, δεν επωμιζόμουν τις ευθύνες που έπρεπε κι ένιωθα κενή μέσα μου. Ήμουν επίσης γεμάτη ενοχές και δεν είχα πραγματική γαλήνη ή χαρά. Είδα ότι η ζωή για τη σάρκα ήταν χωρίς κανένα απολύτως νόημα, ότι ήταν κενή, όσο καλά κι αν φρόντιζα την υγεία μου. Μολονότι κουραζόμουν και υπέφερα λίγο όταν έκανα το καθήκον μου, μπορούσα να κερδίσω την αλήθεια κι ένιωθα ηρεμία και γαλήνη. Αυτή είναι η μοναδική ζωή με νόημα. Μέσα απ’ όλα αυτά, κέρδισα προσωπική εμπειρία. Το καθήκον ενός δημιουργήματος είναι ο μόνος τρόπος για να ζούμε ζωές γεμάτες και με νόημα, και για να έχουμε αληθινή γαλήνη και χαρά στις καρδιές μας. Όταν εκτιμάμε μόνο τη σάρκα, ζούμε μια κενή ζωή και καταστρέφεται η ευκαιρία να επιδιώξουμε την αλήθεια και να σωθούμε. Μόλις κατάλαβα αυτά τα πράγματα, ξανακέρδισα το κίνητρο να κάνω το καθήκον μου. Δεν κατάφερνα τίποτα στο έργο του ευαγγελίου. Έπρεπε να κερδίσω μια πρακτική κατανόηση της κατάστασης, να αναζητήσω τις αρχές της επίλυσης προβλημάτων, να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ και να αγωνιστώ να βελτιώσω τα αποτελέσματα του έργου. Έτσι, δεν θα ντρεπόμουν και δεν θα μετάνιωνα για τον τρόπο που έκανα το καθήκον μου. Όταν ανέλαβα το έργο του ευαγγελίου κι αντιμετώπισα δυσκολίες, ανησυχούσα μερικές φορές μήπως εξαντληθώ ή χειροτερέψω λύνοντας προβλήματα. Ένιωσα όμως ότι δεν μπορούσα να ζω σε μια κατάσταση ανησυχίας. Οπότε, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, είτε χειροτερέψουν οι ασθένειές μου είτε όχι, δεν θέλω να συνεχίσω να επαναστατώ εναντίον Σου όπως πριν. Η ζωή ή ο θάνατός μου είναι αποκλειστικά στα χέρια Σου. Θέλω να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις και στις διευθετήσεις Σου». Αφού προσευχήθηκα, δεν ένιωθα τόσο ανήσυχη. Συναναστράφηκα με κάποιους αδελφούς και αδελφές για να λύσω τα προβλήματα στο έργο του ευαγγελίου. Αναζητήσαμε όλοι μαζί τις αρχές, συζητήσαμε επιλογές και βρήκαμε ένα μονοπάτι για τα καθήκοντά μας. Σημειώθηκε πρόοδος στο έργο του ευαγγελίου και ξεκαθαρίσαμε καλύτερα κάποιες αρχές.
Τον Μάρτιο του 2023, η εκκλησία έκανε εκλογές για ανώτερους επικεφαλής και τελικά, εκλέχτηκα. Ήξερα ότι θα είχα μεγαλύτερο φορτίο σε αυτό το καθήκον και σκεφτόμουν ακόμη την υγεία μου, αλλά δεν ήθελα να ακούω τη σάρκα πια. Ήθελα πραγματικά να εκτιμήσω την ευκαιρία αυτού του καθήκοντος. Στη συνέχεια, στο πλαίσιο του καθήκοντός μου, μπόρεσα να κάνω τις απαραίτητες προσαρμογές για την υγεία μου. Ξεκουραζόμουν λίγο όταν δεν ένιωθα καλά κι έβρισκα χρόνο για γυμναστική. Κάνοντας το καθήκον μου με αυτόν τον τρόπο, δεν κουραζόμουν υπερβολικά και δεν με κράτησε πίσω η ασθένεια. Με τον καιρό, δεν ένιωθα πια τόσο μούδιασμα στο κεφάλι μου. Σκέφτομαι πλέον ότι πρέπει να εκτιμήσω τον χρόνο που μου απομένει. Το πιο σημαντικό είναι να κάνω το καθήκον μου καλά. Είμαι ευγνώμων στον Θεό που δημιούργησε αυτήν την κατάσταση για να πάρω ένα μάθημα. Δεν ανησυχώ πια διαρκώς μην αρρωστήσω.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.