Αφήνοντας πίσω τις σπουδές μου

19 Αυγούστου 2023

Από μικρή, οι γονείς μου μου έλεγαν ότι αφού δεν είχαν γιο, μόνο δύο κόρες, εμένα και την αδελφή μου, ντρέπονταν μπροστά στους συγγενείς, οπότε έπρεπε να μελετήσω σκληρά, να τους κάνω περήφανους και να δείξω στους συγγενείς ότι οι κόρες ήταν εξίσου καλές με τους γιους. Όταν το είπε αυτό η μητέρα μου, μου έκανε μεγάλη εντύπωση, και αποφάσισα να διαβάσω σκληρά, να τους κάνω περήφανους, και να τους τιμήσω. Πάντα διάβαζα πολύ και έπαιρνα καλούς βαθμούς. Όταν οι μεγαλύτεροι με ρωτούσαν ευγενικά πώς τα πήγαινα, βλέποντας τη μητέρα μου να απαντά τόσο χαρούμενη, χαιρόμουν πολύ, και πίστευα ότι κέρδιζα τον σεβασμό της και την έκανα περήφανη.

Στο μεταπτυχιακό, οι γονείς μου μου είπαν: «Πρέπει να τα πας καλά και να προχωρήσεις σε διδακτορικό. Μετά να γίνεις καθηγήτρια πανεπιστημίου, να βγάλεις χρήματα και να μας κάνεις περήφανους». Ακούγοντας τους γονείς μου να τα λένε αυτά, αγχώθηκα. Μετά από τόσα χρόνια σπουδών, είχα βαρεθεί τις εξετάσεις. Σκέφτηκα όλους αυτούς που αυτοκτόνησαν εξαιτίας του άγχους ενός διδακτορικού και φοβόμουν ότι θα κατέληγα σαν κι αυτούς. Δεν ήθελα να διαβάσω άλλο. Αλλά βλέποντας τις μεγάλες προσδοκίες των γονιών μου, δεν μπορούσα να αρνηθώ.

Εκείνη την στιγμή είχα αποδεχτεί το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, αλλά λόγω φόρτου, δεν μπορούσα να πηγαίνω σε συναθροίσεις. Μόνο στο μεταπτυχιακό, όταν ήμουν δασκάλα στην επαρχία, μπορούσα να πηγαίνω σε συναθροίσεις στην τοπική εκκλησία. Σε μια συνάθροιση, η αδελφή Ζανγκ Λου μού είπε ότι όλο και περισσότεροι αποδέχονταν το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες και χρειάζονταν ποτιστές. Μου ζήτησε να ποτίζω νεοφώτιστους. Σκέφτηκα που ως παιδί παραλίγο να με πατήσει ένα φορτηγό ενώ έκανα ποδήλατο. Χάρη στην προστασία του Θεού, επέζησα. Στο πανεπιστήμιο, είχα ένα σοβαρό τροχαίο, μα έπαθα μόνο μια γρατζουνιά. Και αυτό ήταν η προστασία του Θεού. Ο Θεός πάντα με προστάτευε σιωπηλά για να μεγαλώσω σωστά. Ήξερα ότι ως δημιουργημένο ον, είχα απολαύσει πολλή από τη χάρη του Θεού και τη θρέψη της αλήθειας, και όφειλα να ανταποδώσω την αγάπη του Θεού εκτελώντας καθήκον, έτσι συμφώνησα με χαρά. Ενώ ποτίζαμε τους νεοφώτιστους, με την αδελφή μου προσευχόμασταν και στηριζόμασταν στον Θεό για να συναναστραφούμε τον λόγο του Θεού και να επιλύσουμε τις δυσκολίες τους. Βλέποντας τα προβλήματά τους να επιλύονται και να ριζώνουν στην αληθινή οδό χαιρόμασταν και θεωρούσαμε ότι τα καθήκοντά μας είχαν όντως νόημα.

Αργότερα, καθώς όλο και περισσότεροι νεοφώτιστοι χρειάζονταν πότισμα, ήθελα να παρατήσω τη σχολή και να αφοσιωθώ στο καθήκον μου, μα σκέφτηκα ότι οι γονείς μου είχαν εναποθέσει όλες τους τις ελπίδες σ’ εμένα. Αν άφηνα τη σχολή, όλο το χωριό θα έβλεπε με κακό μάτι τους γονείς μου. Είχαν ξοδέψει τόσα για μένα· πώς θα μπορούσα να τους απογοητεύσω; Δίστασα, μην γνωρίζοντας τι να κάνω. Μια μέρα, διάβασα κάποια λόγια του Θεού: «Εσύ είσαι ένα δημιουργημένο ον —φυσικά και θα πρέπει να λατρεύεις τον Θεό και να επιδιώκεις μια ζωή γεμάτη νόημα. Εάν δεν λατρεύεις τον Θεό αλλά ζεις μέσα στη μιαρή σάρκα σου, τότε δεν είσαι απλώς ένα κτήνος με ανθρώπινη ενδυμασία; Εφόσον είσαι άνθρωπος, θα πρέπει να δαπανήσεις τον εαυτό σου για τον Θεό και να υπομείνεις κάθε βάσανο! Θα πρέπει να αποδεχτείς με χαρά και σιγουριά τα λίγα βάσανα στα οποία υποβάλλεσαι σήμερα και να ζήσεις μια ζωή γεμάτη νόημα, όπως ο Ιώβ και ο Πέτρος. Σε αυτόν τον κόσμο, ο άνθρωπος φοράει τα ρούχα του διαβόλου, τρώει φαγητό από τον διάβολο, και εργάζεται και υπηρετεί υπό τον έλεγχο του διαβόλου, ο οποίος τον ποδοπατά και τον βυθίζει πλήρως στην ακαθαρσία του. Εάν δεν αντιλαμβάνεσαι το νόημα της ζωής και δεν αποκτήσεις την αληθινή οδό, τότε τι σημασία έχει να ζεις έτσι; Είστε άνθρωποι που επιδιώκουν το σωστό μονοπάτι, αυτοί που επιζητούν τη βελτίωση. Είστε άνθρωποι που ορθώνουν το ανάστημά τους στο έθνος του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, αυτοί που ο Θεός αποκαλεί δίκαιους. Δεν έχει αυτή η ζωή το μέγιστο νόημα;» [«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Άσκηση (2)]. Από τον λόγο Του κατάλαβα ότι είμαι ένα δημιούργημα, ο Θεός μού έδωσε τη ζωή μου, και πρέπει να ζω γι’ Αυτόν. Μια ζωή με νόημα είναι να ακολουθώ την αλήθεια στο καθήκον μου, να αποβάλω τη διεφθαρμένη μου διάθεση και να επιτύχω τη σωτηρία του Θεού. Για τόσα χρόνια, μόνο σπούδαζα και δίδασκα, για να κάνω τους γονείς μου ευτυχισμένους. Είχα πάντα πολλή δουλειά, μα μέσα μου ένιωθα τόσο κενή. Δεν ήξερα καν γιατί το έκανα όλο αυτό. Ακόμη και στον ελεύθερο χρόνο μου, δεν έβρισκα να κάνω κάτι με νόημα. Δεν ήξερα πώς να απαλλαγώ απ’ αυτό το αίσθημα κενού. Δοκίμασα τόσα πράγματα, μουσικά όργανα, ζωγραφική, διάβασμα, να ακούω μουσική, να τρέχω, μα τίποτα απ’ αυτά δεν άλλαξε το πώς ένιωθα. Ένιωθα μέσα μου ένα κενό. Η ζωή μου έμοιαζε χωρίς κατεύθυνση και σκοπό. Σκέφτηκα κι άλλο τα χρόνια σκληρής ακαδημαϊκής δουλειάς μου. Αν και είχα μεταπτυχιακό και είχα γίνει δασκάλα, και ο έπαινος των γύρω μου ικανοποιούσε τη ματαιοδοξία μου, αυτό δεν μου έφερνε πνευματική ολοκλήρωση ή παρηγοριά. Μπροστά στις μεγάλες καταστροφές, ακόμα κι η μεγαλύτερη γνώση δεν σε σώζει. Μόνο επιδιώκοντας την αλήθεια, κάνοντας καθήκον και ξεφεύγοντας απ’ τη διεφθαρμένη διάθεση μπορείς να σωθείς απ’ τον Θεό και να επιβιώσεις. Κατανοώντας αυτό, προσευχήθηκα στον Θεό, και αποφάσισα να παραιτηθώ από δασκάλα και να εγκαταλείψω το μεταπτυχιακό.

Μια μέρα, μόλις επέστρεψα απ’ το πότισμα νέων πιστών, είδα ότι η οικογένειά μου μου είχε στείλει πολλά μηνύματα και με έψαχνε. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά. Κι αν διαφωνούσαν εντελώς με το να κάνω ένα καθήκον; Τηλεφώνησα στη μητέρα μου η οποία μου ούρλιαξε στο τηλέφωνο: «Έχεις το θράσος να εγκαταλείψεις τη σχολή χωρίς να μας το πεις!» Τότε, συγγενείς από τη γενέτειρά μου έσπευσαν να μου πουν να επιστρέψω στη διδασκαλία και να τελειώσω τη σχολή, αλλιώς θα με πήγαιναν κατευθείαν πίσω στο χωριό. Φοβήθηκα ότι θα το έκαναν αλήθεια και δεν θα μπορούσα πια να συναθροίζομαι ή να κάνω καθήκον. Έτσι, επέστρεψα στη διδασκαλία. Μα ένιωθα ανησυχία και ενοχές. Σκεφτόμουν την ταχεία εξάπλωση του ευαγγελίου του Θεού τις έσχατες ημέρες, τους νεοφώτιστους που χρειάζονταν πότισμα, και το ότι έπρεπε να κάνω το καθήκον μου. Μα σκεπτόμενη τις ελπίδες των γονιών μου για μένα, ένιωθα διχασμένη. Πίστευα ότι τους χρωστούσα και φοβόμουν να τους πληγώσω. Σε μια συνάθροιση, οι άλλοι έμαθαν την κατάστασή μου και μου διάβασαν τον λόγο του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Δεν υπάρχουν πολλοί ανάμεσά σας που έχουν ταλαντευτεί μεταξύ σωστού και λάθους; Στις αναμετρήσεις μεταξύ θετικού και αρνητικού, μαύρου και άσπρου, σίγουρα γνωρίζετε τις επιλογές που έχετε κάνει μεταξύ της οικογένειας και του Θεού, των παιδιών και του Θεού, της ειρήνης και της διατάραξης, του πλούτου και της φτώχειας, του κύρους και μιας συνηθισμένης κατάστασης, της υποστήριξης και του παραγκωνισμού, και τα συναφή. Μεταξύ μιας ειρηνικής οικογένειας και μιας διασπασμένης, διαλέξατε την πρώτη και το κάνατε χωρίς κανέναν δισταγμό. Μεταξύ του πλούτου και του καθήκοντος, διαλέξατε επίσης το πρώτο, μην έχοντας καν τη θέληση να επιστρέψετε στην ακτή. Μεταξύ πολυτέλειας και φτώχειας, διαλέξατε το πρώτο. Όταν ήταν να επιλέξετε μεταξύ των γιων, των κορών, των συζύγων κι Εμένα, διαλέξατε τα πρώτα. Και μεταξύ της αντίληψης και της αλήθειας, διαλέξατε πάλι το πρώτο. Ερχόμενος αντιμέτωπος με κάθε είδους μοχθηρές πράξεις σας, έχω απλώς χάσει την πίστη Μου σ’ εσάς. Απλώς Με εκπλήσσει που οι καρδιές σας αντιστέκονται τόσο στο να μαλακώσουν. Τόσα χρόνια αφοσίωσης και προσπάθειας επέφεραν προφανώς σ’ Εμένα αποκλειστικά και μόνο την εγκατάλειψη και την απελπισία σας, αλλά οι ελπίδες Μου για εσάς αυξάνονται κάθε μέρα που περνάει, διότι η μέρα Μου έχει ήδη αποκαλυφθεί πλήρως ενώπιον όλων. Παρ’ όλα αυτά, επιμένετε να αναζητάτε σκοτεινά και μοχθηρά πράγματα, και αρνείστε να αποκοπείτε από αυτά. Ποιο θα είναι, λοιπόν, το αποτέλεσμά σας; Το σκεφτήκατε ποτέ αυτό προσεκτικά; Αν σας ζητούνταν να διαλέξετε ξανά, ποια θα ήταν τότε η θέση σας; Θα ήταν ακόμη όπως η προηγούμενη; Θα Μου φέρνατε και πάλι απογοήτευση και άθλια θλίψη;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Σε ποιον είσαι αφοσιωμένος;). Συγκινήθηκα πολύ όταν διάβασα αυτά τα λόγια. Ο Θεός ενσαρκώθηκε για να εργαστεί και να μας σώσει, και μας γέμισε με την καρδιά και την ψυχή Του, έτσι ώστε στο τέλος να σωθούμε και να παραμείνουμε. Κάθε λογικός άνθρωπος με συνείδηση πρέπει να κάνει καλά ένα καθήκον για να Τον ικανοποιήσει. Μα όποτε έκανα ένα καθήκον, ένιωθα λες και απογοήτευα τους γονείς μου, ότι είχαν επενδύσει τόσα σ’ εμένα και δεν τους το ξεπλήρωνα, αφήνοντας την αγάπη και την αφοσίωσή τους να πάει χαμένη. Φοβόμουν ότι αν παρατούσα το σχολείο, δεν θα τιμούσα τους γονείς μου και θα τους υποτιμούσαν οι συγγενείς μας. Σκεφτόμουν μόνο πώς να ικανοποιήσω τους γονείς μου, μέχρι που άφηνα το καθήκον μου για να μη στεναχωρηθούν. Ως δημιουργημένο ον, απολάμβανα τη θρέψη του λόγου του Θεού, μα δεν εκπλήρωνα το καθήκον ενός δημιουργημένου όντος να ανταποδώσω την αγάπη Του. Ήμουν τόσο ασυνείδητη. Απογοήτευα τον Θεό. Αν και ήμουν τόσο επαναστατική, ο Θεός δεν με εγκατέλειψε. Συνέχισε να με καθοδηγεί και να με στηρίζει μέσω των αδελφών. Κι εγώ Του έδωσα γι’ αντάλλαγμα πόνο και απογοήτευση. Δεν ανταποκρίθηκα στις επίπονες προσπάθειες που είχε κάνει για μένα. Μετάνιωσα και ένιωσα ενοχές, έτσι προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, δεν Σε ικανοποίησα. Σου χρωστούσα τόσα. Δώσε μου πίστη και δύναμη, καθοδήγησέ με να κάνω τη σωστή επιλογή». Αφού προσευχήθηκα, έγραψα ένα γράμμα στην οικογένειά μου, λέγοντάς τους ότι αποφάσισα να αφήσω τη σχολή και να κάνω καθήκον.

Αργότερα, μου τηλεφώνησαν οι γονείς μου λέγοντας: «Αν τολμήσεις να παρατήσεις τη σχολή, θα φαρμακωθούμε και θα πεθάνουμε αύριο». Ήταν βασανιστικό να τους ακούω να το λένε αυτό, και συνέχισα να προσεύχομαι στο Θεό: «Θεέ μου, ό,τι κι αν λένε, δεν θα Σε προδώσω. Σου ζητώ μόνο να μου δώσεις τα σωστά λόγια να πω. Το ανάστημά μου είναι τόσο μικρό, και φοβάμαι ότι θα πω άθελά μου κάτι που ο Σατανάς θα χρησιμοποιήσει εναντίον μου λόγω της άγνοιας και της ανοησίας μου. Καθοδήγησέ με να παραμείνω σταθερή στη μαρτυρία μου». Έπειτα ένιωσα λίγο πιο κατασταλαγμένη και τους είπα: «Ξέρετε ότι έχω επιλέξει το ορθό μονοπάτι· γιατί με εξαναγκάζετε κατ’ αυτόν τον τρόπο; Θέλω να πιστεύω στον Θεό, να επιδιώκω την αλήθεια και να κάνω καθήκον. Δεν μπορείτε να με αφήσετε να επιλέξω το δικό μου μονοπάτι;» Η μητέρα μου απάντησε οργισμένη: «Ξέρω ότι η πίστη στον Θεό είναι το ορθό μονοπάτι, αλλά έχεις εγκαταλείψει ακόμα και τις σπουδές σου. Νομίζεις ότι ήταν εύκολο να πληρώνουμε την εκπαίδευσή σου όλα αυτά τα χρόνια; Μην να είσαι τόσο εγωίστρια!» Ακούγοντάς τη να τα λέει αυτά, σκέφτηκα: «Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο. Εκείνος έχει δώσει ό,τι απολαμβάνουμε. Το να κάνουμε καθήκον και να δαπανάμε για τον Θεό είναι υποχρέωσή μας. Θα ήταν εγωιστικό να μην κάνω καθήκον για να ικανοποιήσω τους γονείς μου». Έτσι, τους είπα: «Έχω πάρει την απόφασή μου. Όσο κι αν με εμποδίζετε, θα κάνω το καθήκον μου». Αναστατωμένη, η μητέρα μου είπε: «Έχουμε ξοδέψει τόσα για σένα για να προχωρήσεις στη ζωή και να μας κάνεις περήφανους μπροστά στους συγγενείς, και να ζήσουμε μια πιο εύκολη ζωή. Δεν μας σκέφτεσαι καθόλου; Είσαι τόσο ψυχρή». Μου τηλεφώνησε και η αδελφή μου: «Αντιλαμβάνεσαι ότι αν παρατήσεις τη σχολή, όλοι στο χωριό θα μας περιφρονήσουν και θα ντροπιαστούν οι γονείς μας; Αν παρατήσεις τη σχολή και τη δουλειά, θα καλέσω την αστυνομία να συλλάβει όλους εσάς τους πιστούς!» Στεναχωρήθηκα που άκουσα τέτοια λόγια από την οικογένειά μου. Αποδείχτηκε ότι όλα όσα είχαν κάνει για μένα ήταν απλώς μια επένδυση. Όταν ήμουν στο μεταπτυχιακό και τους έκανα περήφανους μπροστά, μου μιλούσαν γλυκά, λέγοντας ότι ήμουν η αγαπημένη τους κόρη, αλλά όταν επιδίωξα την αλήθεια και έκανα καθήκον αντί να τους τιμήσω, μου μίλησαν άσχημα. Δεν επένδυσαν αγάπη σ’ εμένα, μα με χρησιμοποιούσαν. Θυμήθηκα τον λόγο του Θεού: «Η “αγάπη”, όπως αποκαλείται, αναφέρεται σ’ ένα συναίσθημα που είναι αγνό και αψεγάδιαστο, για το οποίο χρησιμοποιείς την καρδιά σου για να αγαπάς, να νιώθεις και να νοιάζεσαι για τους άλλους. Στην αγάπη δεν υπάρχουν προϋποθέσεις, δεν υπάρχουν φραγμοί, ούτε κι απόσταση. Στην αγάπη δεν υπάρχει καχυποψία, ούτε δόλος, ούτε πονηρία. Στην αγάπη δεν υπάρχει κανένα εμπόριο και τίποτε το ακάθαρτο» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πολλοί μεν οι κλητοί, λίγοι δε οι εκλεκτοί). Είναι η καλύτερη εξήγηση του Θεού για την αγάπη. Μόνο η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο είναι αγνή και αψεγάδιαστη. Για να σώσει τον άνθρωπο απ’ τη διαφθορά και τη βλάβη του Σατανά, έχει ενσαρκωθεί δύο φορές και έχει πει εκατομμύρια λόγια αλήθειας, πληρώνοντας σιωπηλά τίμημα για μας. Ο Θεός δεν μας έχει ζητήσει ποτέ τίποτα. Ελπίζει απλώς να επιδιώξουμε την αλήθεια και να επιτύχουμε τη σωτηρία. Μόνο η αγάπη Του για μας είναι ανιδιοτελής. Η «αγάπη» της οικογένειάς μου ήταν για να κερδίσει τον σεβασμό των άλλων. Αυτό δεν ήταν αγάπη, αλλά συναλλαγή, μια απροκάλυπτα ωφελιμιστική σχέση. Θυμήθηκα ότι ο Θεός είπε: «Οι άνθρωποι που ζουν με τη σάρκα θεωρούν απολαύσεις τις διάφορες σχέσεις και τους οικογενειακούς δεσμούς της σάρκας. Πιστεύουν ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τους αγαπημένους τους. Γιατί δεν σκέφτεσαι πώς ήλθες στον κόσμο των ανθρώπων; Ήλθες μόνος, αρχικά χωρίς σχέσεις με άλλους. Ο Θεός φέρνει τους ανθρώπους εδώ έναν-έναν. Όταν ήλθες, ήσουν, στην πραγματικότητα, μόνος» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Η σχέση μεταξύ μελών της οικογένειας μπορεί να είναι στενή στη σάρκα, μα δεν υπάρχει πνευματική σύνδεση. Κάθε άτομο έχει προκαθοριστεί απ’ τον Θεό να έρθει στον κόσμο. Ο καθένας έχει τον δικό του ρόλο και τη δική του αποστολή. Αν και εξ αίματος είναι η μητέρα, ο πατέρας και η αδελφή μου, δεν μοιραζόμαστε πνευματική σύνδεση. Απλώς με μεγάλωσαν, εκπληρώνοντας την ευθύνη τους, και βελτίωσαν τη σωματική μου ζωή, μα δεν μπορούν να αποφασίσουν για το μέλλον ή τη μοίρα μου, πόσο μάλλον να με σώσουν απ’ τη διαφθορά και το κακό του Σατανά. Μόνο ο Θεός μπορεί να μου δώσει την αλήθεια και τη ζωή, να με καθάρει και να με σώσει. Μην επιτρέποντάς μου να κάνω καθήκον, να είμαι κοντά στον Θεό ή να κερδίσω τη σωτηρία Του με έβλαπταν και κατέστρεφαν τη ζωή μου. Δεν γινόταν να με περιορίζουν άλλο. Συνειδητοποιώντας αυτό, προσευχήθηκα: «Θεέ μου, Σ’ ευχαριστώ που με έκανες να καταλάβω την οικογένειά μου. Πρόσεχε την καρδιά μου, ώστε να παραμείνω σταθερή!» Την επομένη, έφυγα από τη σχολή για να αναλάβω ένα καθήκον.

Αργότερα σκέφτηκα: «Ξέρω ότι επέλεξα το σωστό μονοπάτι· γιατί, όταν η οικογένειά μου προσπαθεί να με κάνει να αφήσω το καθήκον μου, περιορίζομαι από τα συναισθήματα, λες και τους χρωστάω πάρα πολλά; Γιατί ακριβώς συμβαίνει αυτό;» Σε μια πνευματική άσκηση, διάβασα τον λόγο του Θεού. «Στο παρελθόν, οι άνθρωποι ενεργούσαν πάντα με βάση τη συνείδησή τους και τη χρησιμοποιούσαν για να μετρούν και τους άλλους. Έπρεπε συνεχώς να περνούν τη δοκιμασία της συνείδησης, φοβούμενοι πάντα το κουτσομπολιό, φοβούμενοι μην τους περιγελάσουν ή βγάλουν κακό όνομα ή μην τους αποκαλέσουν “ασυνείδητους, κακούς ανθρώπους”. Έπρεπε, λοιπόν, απρόθυμα να υποχωρούν σε κάποια πράγματα για να μη διαφέρουν από τους άλλους. Με ποιον τρόπο μετράμε πλέον τους ανθρώπους; (Με τις αρχές της αλήθειας.) Πώς ήταν τα πράγματα τότε, όταν η ζωή του ανθρώπου ήταν δεσμευμένη από τις αντιλήψεις και τις πλάνες των απίστων; Για παράδειγμα, από τότε που ήσουν μικρός, οι γονείς σου σε κατηχούσαν συνεχώς με κουβέντες όπως: “Όταν μεγαλώσεις, πρέπει να μας κάνεις υπερήφανους, πρέπει να φέρεις τιμή στην οικογένειά μας!” Τι ήταν τα λόγια αυτά για σένα; Ενθάρρυνση ή περιορισμός; Μια θετική επιρροή ή ένα είδος αρνητικού ελέγχου; Γεγονός είναι ότι αποτελούν ένα είδος ελέγχου. Οι γονείς σου έθεσαν έναν στόχο για σένα με βάση κάποια δήλωση ή θεωρία που οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι σωστή και καλή, κάνοντάς σε να περάσεις τη ζωή σου υπηρετώντας αυτόν τον στόχο, κι εσύ καταλήγεις να χάνεις την ελευθερία σου. Γιατί καταλήγεις να χάνεις την ελευθερία σου και να τίθεσαι υπό τον έλεγχο του στόχου; Επειδή οι άνθρωποι πιστεύουν ότι το να φέρνεις τιμή στην οικογένειά σου είναι κάτι καλό που θα πρέπει να γίνεται. Εάν δεν συμμερίζεσαι αυτήν τη σκέψη ή δεν φιλοδοξείς να κάνεις πράγματα που φέρνουν τιμή στην οικογένειά σου, θεωρείσαι ένα ανόητο χαμένο κορμί, ένα άχρηστο μηδενικό κι οι άλλοι σε περιφρονούν. Για να είσαι επιτυχημένος, πρέπει να μελετάς σκληρά, ν’ αποκτάς όλο και περισσότερες δεξιότητες και να τιμάς το οικογενειακό σου όνομα. Με αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι δεν θα σε παρενοχλούν στο μέλλον. Μήπως, στην πραγματικότητα, όλα όσα κάνεις για χάρη αυτού του στόχου είναι δεσμά που σε περιορίζουν; (Είναι.) Εφόσον αυτό που απαιτούν οι γονείς σου είναι να επιδιώξεις την επιτυχία και να τιμήσεις την οικογένεια, κι αφού ενεργούν για το καλό σου ώστε να έχεις μια καλή ζωή και να κάνεις την οικογένειά σου περήφανη, είναι φυσικότατο να επιδιώξεις έναν τέτοιο τρόπο ζωής. Όμως, στην πραγματικότητα, πρόκειται κατά κάποιον τρόπο για μπελάδες και δεσμά. Όταν οι άνθρωποι δεν κατανοούν την αλήθεια, νομίζουν ότι τα πράγματα αυτά είναι θετικά, η αλήθεια, η ορθή οδός, κι έτσι τα θεωρούν δεδομένα και τα τηρούν ή τα υπακούνε. Όταν δε αυτά τα λόγια κι οι απαιτήσεις προέρχονται από τους γονείς σου, τα υπακούς απόλυτα. Εάν ζήσεις με βάση αυτά τα λόγια, δουλεύοντας σκληρά κι αφιερώνοντας τα νιάτα σου κι ολόκληρη τη ζωή σου σ’ αυτά, και τελικά φτάσεις στην κορυφή, περάσεις μια καλή ζωή και κάνεις την οικογένειά σου υπερήφανη, μπορεί οι άλλοι να σε θεωρούν εξαιρετικό, μέσα σου όμως νιώθεις όλο και πιο κενός. Δεν ξέρεις ποιο είναι το νόημα της ζωής, ούτε ποιο προορισμό επιφυλάσσει το μέλλον, ούτε τι είδους μονοπάτι θα πρέπει ν’ ακολουθούν οι άνθρωποι στη ζωή. Δεν έχεις καταλάβει ούτε έχεις κερδίσει τίποτε απολύτως ως προς εκείνα τα μυστήρια της ζωής για τα οποία λαχταράς απαντήσεις, τα οποία θέλεις να μάθεις και να κατανοήσεις. Δεν σ’ έχουν ουσιαστικά καταστρέψει οι καλές προθέσεις των γονιών σου; Δεν έχουν καταστραφεί τα νιάτα σου και ολόκληρη η ζωή σου από τις απαιτήσεις των γονιών σου, οι οποίες, κατά τα λεγόμενά τους, είναι “για το καλό σου”; (Έχουν καταστραφεί.) Άρα, έχουν δίκιο ή άδικο οι γονείς σου να εκφράζουν απαιτήσεις που είναι “για το καλό σου”; Μπορεί οι γονείς σου να πιστεύουν ειλικρινά ότι ενεργούν για το καλό σου, είναι όμως άνθρωποι που κατανοούν την αλήθεια; Κατέχουν την αλήθεια; (Δεν την κατέχουν.) Πολλοί άνθρωποι περνούν ολόκληρη τη ζωή τους κρεμασμένοι από τα λόγια των γονιών τους: “Πρέπει να μας κάνεις υπερήφανους, πρέπει να φέρεις τιμή στην οικογένεια” —λόγια που τους εμπνέουν και τους επηρεάζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Όταν οι γονείς λένε: “Είναι για το καλό σου”, αυτό γίνεται η ώθηση που διέπει τη ζωή ενός ατόμου, παρέχοντας την κατεύθυνση και τον στόχο προς τον οποίο πρέπει να εργαστεί. Επομένως, όσο λαμπερή κι αν είναι η ζωή αυτού του ατόμου, όσο αξιοπρεπής κι επιτυχημένη κι αν είναι, στην πραγματικότητα έχει καταστραφεί. Έτσι δεν είναι; (Έτσι είναι.) Σημαίνει αυτό ότι δεν καταστρέφεται κάποιος αν δεν ζει σύμφωνα με τις απαιτήσεις των γονιών του; Όχι, έχει κι αυτός τον δικό του στόχο. Τι στόχος είναι αυτός; Πάλι ο ίδιος είναι, δηλαδή να “περάσει μια καλή ζωή και να κάνει υπερήφανους τους γονείς του”, αν και όχι επειδή του το είπαν οι γονείς του, αλλά επειδή αποδέχτηκε τον στόχο αυτόν από κάπου αλλού. Θέλει και πάλι να ζήσει σύμφωνα με αυτές τις κουβέντες, να κάνει υπερήφανη την οικογένειά του, να φτάσει στην κορυφή και να γίνει ένα αξιότιμο, αξιοπρεπές άτομο. Ο στόχος του δεν έχει αλλάξει, εξακολουθεί ν’ αφιερώνει ολόκληρη τη ζωή του στο να επιτύχει αυτά τα πράγματα. Συνεπώς, όταν οι άνθρωποι δεν κατανοούν την αλήθεια, αποδέχονται πολλά από τα λεγόμενα ορθά δόγματα, τις ορθές δηλώσεις και ορθές απόψεις που επικρατούν στην κοινωνία. Στη συνέχεια, μετατρέπουν τα ορθά αυτά πράγματα στην κατεύθυνση, το θεμέλιο και το κίνητρο για τις προσπάθειες της δικής τους ζωής και, τελικά, ζουν χωρίς συμβιβασμούς και επιφυλάξεις για χάρη αυτών των στόχων, παλεύοντας στη ζωή μέχρι να πεθάνουν, με κάποιους να εξακολουθούν ακόμη και σ’ εκείνο το σημείο να μην είναι πρόθυμοι να δουν την αλήθεια. Τι αξιοθρήνητη ζωή περνούν οι άνθρωποι! Ωστόσο, μόλις καταλάβεις την αλήθεια, δεν αφήνεις τότε σταδιακά πίσω σου αυτά τα λεγόμενα ορθά πράγματα, τις ορθές διδασκαλίες και τις ορθές δηλώσεις, καθώς και τις προσδοκίες των γονιών σου από σένα; Μόλις αφήσεις σταδιακά πίσω σου αυτά τα λεγόμενα ορθά πράγματα, και το πρότυπο με βάση το οποίο μετράς τα πράγματα δεν στηρίζεται πλέον στις δηλώσεις της παραδοσιακής κουλτούρας, δεν παύεις πια τότε να δεσμεύεσαι από αυτές τις δηλώσεις; Και αν δεν δεσμεύεσαι από αυτά τα πράγματα, ζεις ελεύθερα; Μπορεί να μην είσαι τότε εντελώς ελεύθερος, όμως τουλάχιστον τα δεσμά θα έχουν χαλαρώσει» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;). Τα λόγια του Θεού με άγγιξαν πραγματικά. Από παιδί, η μητέρα μου πάντα μου έλεγε να διαβάζω πολύ, να προοδεύσω, να την κάνω περήφανη και να τιμήσω την οικογένεια. Για να τιμήσω την οικογένειά μου και να κερδίσω τον έπαινο, έκανα σύνθημά μου το «αγνόησε τον κόσμο και θάψε το κεφάλι σου στα βιβλία», και το διάβασμα έγινε σχεδόν ο μοναδικός μου στόχος. Για τόσα χρόνια, ήμουν σαν μια μηχανή μελέτης που δούλευε όλη μέρα. Δεν είχα δικαίωμα επιλογής και αίσθημα αντίστασης. Αν και με επαινούσαν οι γονείς μου και οι γύρω μου, μέσα μου είχα πάντα ένα αίσθημα κενού. Συχνά αναρωτιόμουν: Γιατί ζω έτσι; Έχει νόημα μια τέτοια ζωή; Μα δεν έβρισκα απάντηση και συχνά στεναχωριόμουν και πονούσα. Από τον λόγο του Θεού κατάλαβα ότι όλο αυτό ήταν η βλάβη του Σατανά. Χρησιμοποίησε δηλητήρια όπως «η ευσέβεια προς τους γονείς είναι η ύψιστη αρετή», «ξεχώρισε από το πλήθος και τίμα τους προγόνους σου» για να ελέγξει και να κρατήσει δέσμιους τους ανθρώπους. Ήταν σαν ένας ζυγός που ο Σατανάς είχε τοποθετήσει πάνω μου. Αν δεν επιδίωκα αυτά τα πράγματα, θα με καταδίκαζε η οικογένειά μου και η κοινωνία, θα με χαρακτήριζαν ανόητη και άχρηστη. Επηρεασμένη απ’ αυτό το περιβάλλον, ακολουθούσα παθητικά το μονοπάτι της επιδίωξης του πλούτου και της φήμης. Στην επιδίωξη των καλών βαθμών και των πτυχίων, πολλοί φοιτητές παθαίνουν κατάθλιψη απ’ την πίεση. Κάποιοι αυτοκτονούν και η ζωή τους καταστρέφεται. Αλλά όποτε ήθελα να αφήσω τη σχολή για να κάνω καθήκον, ένιωθα να με δεσμεύουν και να με ελέγχουν αυτά τα δηλητήρια. Θεωρούσα ότι οι γονείς μου είχαν ξοδέψει πολλά για μένα και αν παρατούσα το σχολείο, θα τους απογοήτευα και δεν θα τους τιμούσα. Τελικά είδα ότι μ’ αυτά τα δηλητήρια μας παραπλανά και μας διαφθείρει ο Σατανάς. Διαστρεβλώνουν την κατεύθυνση και τους στόχους μας στη ζωή, μας κάνουν να εγκαταλείψουμε την πίστη μας, να μην κάνουμε το καθήκον μας, και να απομακρυνόμαστε σιγά σιγά από τον Θεό και να Τον προδίδουμε. Χωρίς την αποκάλυψη του λόγου του Θεού, δεν θα είχα δει ποτέ το κακό αυτών των σατανικών δηλητηρίων. Θα συνέχιζα να ακολουθώ αυτόν τον δρόμο χωρίς επιστροφή, θα έχανα τη σωτηρία του Θεού και θα καταστρεφόμουν μαζί με τον Σατανά. Κατανοώντας αυτό, ένιωσα ευγνωμοσύνη προς τον Θεό. Ήταν η προστασία και η σωτηρία Του.

Αργότερα, διάβασα κι άλλα λόγια του Θεού. «Εφόσον το να φέρεσαι σωστά ως τέκνο στους γονείς σου δεν είναι η αλήθεια, αλλά μόνο μια ανθρώπινη ευθύνη και υποχρέωση, τι θα πρέπει να κάνεις αν η υποχρέωσή σου έρχεται σε αντίθεση με το καθήκον σου; (Να δώσω προτεραιότητα στο καθήκον μου, να το βάλω πρώτο.) Η υποχρέωση δεν είναι απαραίτητα καθήκον κάποιου. Η επιλογή κάποιου να εκτελεί το καθήκον του ισοδυναμεί με το να ασκεί την αλήθεια, ενώ η εκπλήρωση μιας υποχρέωσης όχι. Εάν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, μπορείς να εκπληρώνεις αυτήν την ευθύνη ή υποχρέωση, εάν όμως το τρέχον περιβάλλον δεν το επιτρέπει, τι θα πρέπει να κάνεις; Θα πρέπει να πεις: “Οφείλω να κάνω το καθήκον μου —έτσι κάνω πράξη την αλήθεια. Το να φέρομαι σωστά ως τέκνο στους γονείς μου σημαίνει ότι ζω σύμφωνα με τη συνείδησή μου, αλλά δεν ισοδυναμεί με την άσκηση της αλήθειας”. Επομένως, θα πρέπει να δίνεις προτεραιότητα στο καθήκον σου και να το τηρείς. Εάν δεν έχεις κανένα καθήκον τώρα και δεν εργάζεσαι μακριά από το σπίτι και ζεις κοντά στους γονείς σου, τότε βρες τρόπους να τους φροντίζεις. Κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς για να τους βοηθήσεις να ζήσουν λίγο καλύτερα και να μειώσεις τα βάσανά τους. Αυτό όμως εξαρτάται και από το τι είδους άτομα είναι οι γονείς σου. Τι θα πρέπει να κάνεις εάν οι γονείς σου δεν έχουν καλή ανθρώπινη φύση και σ’ εμποδίζουν διαρκώς να πιστεύεις στον Θεό, εάν σε απομακρύνουν συνεχώς από την πίστη στον Θεό και την εκτέλεση του καθήκοντός σου; Ποια είναι η αλήθεια που θα πρέπει να κάνεις πράξη; (Απάρνηση.) Εκείνη τη στιγμή, πρέπει να τους απαρνηθείς. Έχεις εκπληρώσει την υποχρέωσή σου. Οι γονείς σου δεν πιστεύουν στον Θεό, επομένως δεν έχεις καμία υποχρέωση να τους φροντίζεις. Εάν πιστεύουν στον Θεό, τότε είναι οικογένεια, είναι γονείς σου. Εάν όχι, τότε βαδίζετε σε διαφορετικά μονοπάτια: Εκείνοι πιστεύουν στον Σατανά, λατρεύουν τον διάβολο και βαδίζουν στο μονοπάτι του Σατανά, που είναι διαφορετικό μονοπάτι από το μονοπάτι εκείνων που πιστεύουν στον Θεό. Δεν είστε πια οικογένεια. Εκείνοι θεωρούν τους πιστούς στον Θεό αντίπαλους και εχθρούς τους, επομένως δεν έχεις πλέον υποχρέωση να τους φροντίζεις και πρέπει να κόψεις εντελώς τους δεσμούς μαζί τους. Ποιο από τα δύο είναι η αλήθεια: να φέρεσαι σωστά ως τέκνο στους γονείς σου ή να εκτελείς το καθήκον σου; Φυσικά, η αλήθεια είναι η εκτέλεση του καθήκοντος. Το να εκτελεί κανείς το καθήκον του στον οίκο του Θεού δεν αφορά απλώς το να εκπληρώνει την υποχρέωσή του και να πράττει αυτό που αναμένεται. Πρόκειται για την εκτέλεση του καθήκοντος ενός δημιουργημένου όντος. Αφορά την αποστολή από τον Θεό, την υποχρέωσή σου, την ευθύνη σου. Πρόκειται για μια πραγματική ευθύνη, αφορά το να εκπληρώσεις την ευθύνη και την υποχρέωσή σου ενώπιον του Δημιουργού. Αυτή είναι η απαίτηση του Δημιουργού από τους ανθρώπους, το μεγάλο ζήτημα της ζωής, ενώ ο σεβασμός προς τους γονείς είναι απλώς η ευθύνη κι η υποχρέωση ενός γιου ή μιας κόρης. Σίγουρα δεν έχει ανατεθεί από τον Θεό, και πολύ περισσότερο δεν εκπληρώνει την απαίτησή Του. Επομένως, μεταξύ του σεβασμού προς τους γονείς και της εκτέλεσης του καθήκοντος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκτέλεση του καθήκοντος, και μόνο αυτή, ισοδυναμεί με την άσκηση της αλήθειας. Το να εκτελείς το καθήκον σου ως δημιουργημένο ον είναι η αλήθεια, είναι ένα δεσμευτικό καθήκον. Το να σέβεσαι τους γονείς σου αφορά το να φέρεσαι σωστά ως τέκνο προς ανθρώπους. Δεν σημαίνει ότι εκτελείς το καθήκον σου, ούτε ότι κάνεις πράξη την αλήθεια» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;). Ο λόγος του Θεού δείχνει τις αρχές της αντιμετώπισης των γονέων: Αν σε υποστηρίζουν στην πίστη και το καθήκον σου, να τους τιμάς όσο μπορείς, χωρίς να καθυστερείς το καθήκον σου. Μα αν αντιτίθενται στον Θεό και σε εμποδίζουν στην πίστη και το καθήκον σου, μην περιορίζεσαι απ’ αυτούς· θέσε ως προτεραιότητα το καθήκον σου και την ικανοποίηση του Θεού. Οι γονείς μου επιδίωκαν το χρήμα και τη φήμη, ακολουθώντας τον Σατανά. Ήταν στην ουσία τους διάβολοι και ανήκαν στον Σατανά. Θέλω να επιδιώκω την αλήθεια και να κάνω ένα καθήκον. Οι δρόμοι μας είναι αντίθετοι. Αν άκουγα τους γονείς μου και δεν έκανα το καθήκον μου, θα ακολουθούσα τον Σατανά και θα αντιστεκόμουν στον Θεό. Ένιωσα απελευθερωμένη και ήξερα πλέον πώς να φερθώ στην οικογένειά μου σύμφωνα με τις αρχές.

Έπειτα, συνέχισα να κάνω καθήκον στην εκκλησία και απροσδόκητα, η οικογένειά μου πήγε εκ μέρους μου να διευθετήσει τη διακοπή της φοίτησής μου. Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι αποδέχονται το σημερινό έργο του Θεού. Είμαι τόσο τυχερή που διαδίδω το ευαγγέλιό Του και μπορώ να προσφέρω στην εξάπλωση του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού. Είμαι τόσο χαρούμενη γι’ αυτό. Πλέον κάνω το καθήκον μου με τους αδελφούς μου, συναναστρεφόμαστε και ασκούμε την αλήθεια. Αν και καταλαβαίνω μικρό μέρος της αλήθειας, νιώθω ότι σιγά-σιγά αλλάζει η διεφθαρμένη μου διάθεση, βιώνω κάποια ανθρώπινη ομοιότητα, και μπορώ να συναναστρέφομαι την αλήθεια και να μαρτυρώ για το έργο του Θεού. Αυτά είναι πράγματα που δεν θα είχα μάθει ποτέ, όσα χρόνια κι αν σπούδαζα στη σχολή. Το να κάνω το καθήκον μου και να δαπανώ για τον Θεό είναι η πιο σωστή επιλογή που έχω κάνει.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Είμαι ανάξιος να δω τον Χριστό

Από τον Χουανμπάο, επαρχία Λιαόνινγκ Από τότε που άρχισα να πιστεύω στον Παντοδύναμο Θεό, τον Χριστό των εσχάτων καιρών, θαύμαζα πραγματικά...

Απάντηση