Η εμπειρία μου από τη διάδοση του ευαγγελίου σε ένα σχολείο
Γεννήθηκα σε μια απλή οικογένεια στη βόρεια Μιανμάρ. Το 2018, αποδέχτηκα το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, και παρακολουθούσα συναθροίσεις ενώ σπούδαζα. Αποφοίτησα το 2021 και διορίστηκα σε μια απομακρυσμένη, ορεινή περιοχή. Αν και ήμουν δάσκαλος, ήμουν και στον στρατό. Έπρεπε να υπακούω στα πάντα τους ανωτέρους μου. Διαφορετικά, θα με τοποθετούσαν στα δάση, στο πιο επικίνδυνο και απομακρυσμένο μέρος της πρώτης γραμμής. Σκεφτόμουν τα λόγια των ανωτέρων μου και περνούσα τις μέρες μου διδάσκοντας επιμελώς. Λόγω καλής συμπεριφοράς, ο διευθυντής του σχολείου μού ζήτησε να επιβλέπω τον σύλλογο των μαθητών. Αν και είχα πολλή δουλειά κάθε μέρα, ένιωθα κενός μέσα μου. Επίσης, η σύνδεση στο διαδίκτυο στην περιοχή ήταν αρκετά κακή και έτσι δεν είχα τρόπο να συναθροιστώ με τους άλλους. Έφτασα στην αρχή της πανδημίας, και με όλες τις πόλεις και τους δρόμους να έχουν κλείσει, έχασα την επαφή με τους άλλους για ένα ολόκληρο εξάμηνο. Αν και δεν είχα επαφή με τους άλλους, εξακολουθούσα να προσεύχομαι και να διαβάζω τον λόγο του Θεού. Κάποτε, διάβασα κάποια λόγια του Θεού που μου έδωσαν κίνητρο. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Έχεις συναίσθηση του φορτίου που έχεις επωμιστεί, της αποστολής και της ευθύνης σου; Πού είναι η αίσθηση της ιστορικής αποστολής σου; Πώς θα υπηρετήσεις ικανοποιητικά ως κύριος στην επόμενη εποχή; Έχεις ισχυρό αίσθημα κυριαρχίας; Πώς θα εξηγούσες τι είναι ο κύριος των πάντων; Είναι όντως ο κύριος όλων των έμβιων όντων και όλων των αντικειμένων στον κόσμο; Ποια είναι τα σχέδιά σου για την εξέλιξη της επόμενης φάσης του έργου; Πόσοι άνθρωποι περιμένουν να γίνεις ο ποιμένας τους; Είναι βαρύ το καθήκον σου; […] Σου πέρασε ποτέ από το μυαλό πόσο θλιμμένη και ανήσυχη είναι η καρδιά του Θεού; Πώς μπορεί να αντέχει να βλέπει την αθώα ανθρωπότητα που Αυτός δημιούργησε με τα ίδια Του τα χέρια να βασανίζεται τόσο; Εξάλλου, τα ανθρώπινα όντα είναι θύματα που έχουν δηλητηριαστεί. Και παρόλο που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα, ποιος να ήξερε ότι η ανθρωπότητα έχει εδώ και πολύ καιρό δηλητηριαστεί από τον πονηρό; Έχεις ξεχάσει πως είσαι ένα από τα θύματα; Δεν είσαι διατεθειμένος να αγωνιστείς, λόγω της αγάπης σου για τον Θεό, για να σώσεις εκείνους που έχουν επιβιώσει; Δεν είσαι πρόθυμος να βάλεις τα δυνατά σου, ώστε να ξεπληρώσεις τον Θεό, που αγαπά την ανθρωπότητα σαν την ίδια τη σάρκα και το αίμα Του; Σε τελευταία ανάλυση, πώς θα ερμήνευες το ότι έχεις χρησιμοποιηθεί από τον Θεό για να ζήσεις την εξαιρετική ζωή σου; Έχεις όντως τη βούληση και την αυτοπεποίθηση να ζήσεις την ουσιαστική ζωή ενός ευσεβούς ανθρώπου που υπηρετεί τον Θεό;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πώς θα πρέπει να επιληφθείς της μελλοντικής αποστολής σου;). Από τον λόγο του Θεού, κατάλαβα το επείγον θέλημά Του να μας σώσει. Ελπίζει να κερδίσουν τη σωτηρία Του περισσότεροι αληθινοί πιστοί. Είναι η πιο επιτακτική επιθυμία Του. Ως πιστός, έχω την υποχρέωση να διαδώσω το ευαγγέλιο του Θεού. Είναι το καθήκον μου ως δημιούργημα. Ήμουν πιστός για σχεδόν τρία χρόνια, είχα φάει και είχα πιει από τον λόγο Του και είχα καταλάβει κάποιες αλήθειες. Δεν μπορούσα να συναθροίζομαι κανονικά λόγω δουλειάς και κακού σήματος, μα μπορούσα να διαδώσω το ευαγγέλιο, να φέρω περισσότερους ενώπιον του Θεού για να δεχτούν τη σωτηρία Του τις έσχατες ημέρες. Οι καταστροφές αυξάνονται και η πανδημία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, μα πολλοί δεν έχουν ακούσει τη φωνή του Θεού ούτε δεχτεί τη σωτηρία Του, πράγμα που θλίβει και ανησυχεί τον Θεό. Έπρεπε να επιδείξω συνείδηση. Έπρεπε να μοιραστώ το ευαγγέλιο, να φέρω ενώπιόν Του όσους είχαν καλή ανθρώπινη φύση και πίστευαν, να κάνω το καθήκον μου για να Τον ικανοποιήσω. Μα είχα περιορισμένο ανάστημα και κατανόηση της αλήθειας και δεν ήξερα πώς να κηρύξω. Ήμουν πρόθυμος, αλλά ανίκανος. Έτσι, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου! Έχω μικρό ανάστημα και δεν ξέρω πώς να κηρύξω. Καθοδήγησέ με να φέρω ενώπιόν Σου όσους έχουν αληθινή πίστη. Η διάδοση του ευαγγελίου δεν είναι εύκολη, μα με την καθοδήγησή Σου, ξέρω ότι μπορώ να τους φέρω ενώπιόν Σου».
Σχεδίαζα να μοιραστώ το ευαγγέλιο με τους συναδέλφους και τους μαθητές μου. Αλλά ένιωθα αρκετά διχασμένος. Επειδή οι ανώτεροί μου μου είχαν πει ότι ήμουν δάσκαλος και στρατιώτης, άρα δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άσχετο με τη διδασκαλία, και αν με ανακάλυπταν, θα με έστελναν στην πρώτη γραμμή, όπου υπάρχουν συχνά συγκρούσεις και τρομοκρατικές επιθέσεις, και θα μπορούσα να σκοτωθώ. Είχα ακούσει ότι ο τελευταίος διευθυντής του σχολείου ήταν χριστιανός και ότι είχε μετατεθεί από τους ανωτέρους του σε άλλο σχολείο επειδή κήρυττε στους μαθητές του, ότι είχε υποβιβαστεί σε κανονικό δάσκαλο, και ότι αν παραβίαζε ξανά τους κανόνες, θα τον έστελναν στο μέτωπο. Σκεπτόμενος όλα αυτά, φοβήθηκα κάπως. Σκέφτηκα: «Εκείνος μπορούσε να διδάξει μετά την απομάκρυνσή του, μα εγώ είμαι απλός δάσκαλος. Αν ανακαλύψουν ότι κηρύττω, θα με στείλουν στο μέτωπο, και δεν θα μπορώ να είμαι δάσκαλος. Το να χάσω τη δουλειά μου το αντέχω, αλλά σε ένα τόσο επικίνδυνο μέρος θα μπορούσα να σκοτωθώ». Αυτές οι σκέψεις με έκαναν να φοβάμαι πολύ να κηρύξω στο σχολείο. Μα σκέφτηκα πως το έργο του Θεού τελειώνει και πως οι καταστροφές αυξάνονται, και αν δεν κήρυττα στους συναδέλφους, τους φίλους και τους μαθητές μου και δεν τους έφερνα ενώπιον του Θεού, μια μέρα θα καταστρέφονταν, θα τιμωρούνταν και θα έχαναν την ευκαιρία να σωθούν. Το επείγον θέλημα του Θεού είναι να εξαπλωθεί το ευαγγέλιο της βασιλείας και να σωθούν όσοι μπορούν να σωθούν, μα εγώ ανησυχούσα για το δικό μου μέλλον και μοίρα, και φοβόμουν να διαδώσω το ευαγγέλιο των εσχάτων ημερών. Απογοήτευα τον Θεό! Ένιωθα τόσο διχασμένος. Αργότερα διάβασα κάποια λόγια του Θεού που μου έδωσαν πίστη. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Δεν θα πρέπει να φοβάσαι το τάδε και το δείνα. Όσες δυσκολίες και κινδύνους κι αν αντιμετωπίσεις, είσαι ικανός να παραμείνεις σταθερός ενώπιόν Μου, χωρίς σε εμποδίζει τίποτα, ώστε να μπορεί να επιτελεστεί το θέλημά Μου απρόσκοπτα. Αυτό είναι το καθήκον σου. […] Πρέπει να τα υπομείνεις όλα· για χάρη Μου, πρέπει να είσαι έτοιμος να εγκαταλείψεις όλα όσα κατέχεις και να κάνεις ό,τι μπορείς για να Με ακολουθήσεις, και να είσαι έτοιμος να δαπανήσεις όλη σου την ύπαρξη. Τώρα είναι η ώρα που θα σε δοκιμάσω: Θα Μου προσφέρεις την αφοσίωσή σου; Θα Με ακολουθήσεις με αφοσίωση μέχρι το τέλος του δρόμου; Μη φοβάσαι. Με την υποστήριξή Μου, ποιος θα μπορούσε ποτέ να κλείσει αυτόν τον δρόμο; Να το θυμάσαι αυτό! Μην το ξεχνάς! Όλα συμβαίνουν χάρη στην καλή Μου πρόθεση και τα πάντα βρίσκονται υπό το βλέμμα Μου. Μπορείς να ακολουθείς τον λόγο Μου σε ό,τι λες και ό,τι κάνεις; Όταν σε πλήξουν οι δοκιμασίες της φωτιάς, θα γονατίσεις και θα φωνάξεις; Ή θα δειλιάσεις, ανίκανος να προχωρήσεις προς τα εμπρός;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 10). «Ως δημιούργημα του Θεού, τι οφείλεις να κάνεις; Οφείλεις να εκτελείς το καθήκον σου, κάνοντας αυτό που πρέπει με όλη σου την καρδιά, τον νου και τη δύναμη. Τα υπόλοιπα —τα πράγματα που έχουν να κάνουν με τις προοπτικές, τη μοίρα και τον μελλοντικό προορισμό της ανθρωπότητας— αυτά δεν είναι κάτι που μπορείς να αποφασίσεις εσύ, είναι στα χέρια του Θεού, όλα αυτά υπαγορεύονται και διευθετούνται από τον Δημιουργό και δεν έχουν καμία σχέση με κανένα δημιούργημα του Θεού. […] Πρέπει να αναγνωρίσεις ένα γεγονός: ό,τι είδους υπόσχεση κι αν είναι, είτε είναι καλή είτε συνηθισμένη, είτε είναι ευχάριστη είτε χωρίς ενδιαφέρον, τα πάντα υπαγορεύονται, διευθετούνται και καθορίζονται από τον Δημιουργό. Καθήκον και υποχρέωση ενός δημιουργήματος του Θεού είναι μόνο να ακολουθεί και να επιδιώκει τη σωστή κατεύθυνση και πορεία που υποδεικνύει ο Δημιουργός. Όσο για το τι κερδίζεις τελικά και το μερίδιο από τις υποσχέσεις του Θεού που λαμβάνεις, όλ’ αυτά βασίζονται στην επιδίωξή σου, στο μονοπάτι που ακολουθείς και στο τι υπαγορεύει ο Δημιουργός» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος ένατο)]. Ο λόγος του Θεού μού έλεγε ξεκάθαρα να μη φοβάμαι και ότι όλα ήταν στα χέρια Του. Το αν θα συνέχιζα ως δάσκαλος ή αν θα με έστελναν στο μέτωπο δεν εξαρτιόταν από ανθρώπους, μόνο από τον Θεό. Δεν εξαρτιόταν από τον διευθυντή ή τους επικεφαλής. Έπρεπε να έχω πίστη στον Θεό. Με τον Θεό να φυλάει τα νώτα μου, δεν είχα τίποτα να φοβηθώ, όσο δύσκολο κι αν ήταν να διαδώσω το ευαγγέλιο. Πάντα φοβόμουν ότι μόλις μάθαινε το σχολείο ότι κηρύττω θα με έστελναν στην πρώτη γραμμή και θα κινδύνευα, και δεν τολμούσα να μοιραστώ το ευαγγέλιο. Δεν είχα πίστη στον Θεό. Τα παρακάτω λόγια με άγγιξαν περισσότερο: «Οφείλεις να εκτελείς το καθήκον σου, κάνοντας αυτό που πρέπει με όλη σου την καρδιά, τον νου και τη δύναμη. Τα υπόλοιπα —τα πράγματα που έχουν να κάνουν με τις προοπτικές, τη μοίρα και τον μελλοντικό προορισμό της ανθρωπότητας— αυτά δεν είναι κάτι που μπορείς να αποφασίσεις εσύ, είναι στα χέρια του Θεού, όλα αυτά υπαγορεύονται και διευθετούνται από τον Δημιουργό και δεν έχουν καμία σχέση με κανένα δημιούργημα του Θεού». Απέκτησα κίνητρο. Ως δημιουργημένο ον, θα έπρεπε να κάνω το καθήκον μου με όλη μου την καρδιά. Ό,τι κι αν συνέβαινε με τη δουλειά μου, κι αν με έστελναν στην πρώτη γραμμή ή κινδύνευα με θάνατο, όλα αυτά τα υπαγόρευε και τα ρύθμιζε ο Κύριος της δημιουργίας. Πάντα ανησυχούσα ότι αν με έπιαναν να κηρύττω, θα με έστελναν στην πρώτη γραμμή, επειδή δεν καταλάβαινα την παντοδύναμη κυριαρχία του Θεού, λες και οι επικεφαλής θα αποφάσιζαν τη μοίρα μου. Ήμουν τόσο ανόητος. Οι καταστροφές και η πανδημία χειροτερεύουν τώρα και δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Είχα την τύχη να λάβω το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, μα δεν κήρυττα στους γύρω μου. Είχα χρέος προς τους ανθρώπους, επαναστατούσα εναντίον του Θεού και η συνείδησή μου δεν μπορούσε να βρει γαλήνη. Συνειδητοποιώντας αυτά, απέκτησα πίστη. Ήθελα να παραμερίσω τις ανησυχίες μου και να κάνω το καθήκον μου —κήρυγμα και μαρτυρία για τον Θεό.
Αργότερα αναρωτήθηκα, «Γιατί το να σταλώ στο μέτωπο με φοβίζει τόσο που δεν τολμώ να κάνω το καθήκον μου; Τι ακριβώς με περιορίζει;» Αργότερα, είδα στα λόγια του Θεού. «Το πλέον λυπηρό όσον αφορά την πίστη της ανθρωπότητας στον Θεό είναι ότι ο άνθρωπος επιτελεί τη δική του διαχείριση εν μέσω του έργου του Θεού, κι όμως δεν δίνει καμία σημασία στη διαχείριση του Θεού. Η μεγαλύτερη αποτυχία του ανθρώπου έγκειται στο ότι ο άνθρωπος κατασκευάζει τον δικό του ιδανικό προορισμό και σχεδιάζει πώς να λάβει τη μεγαλύτερη ευλογία και τον καλύτερο προορισμό, ταυτόχρονα με την προσπάθειά του να υποτάσσεται στον Θεό και να Τον λατρεύει. Ακόμη και αν κάποιος κατανοεί πόσο αξιολύπητος, απαίσιος και θλιβερός είναι, πόσοι μπορούν πρόθυμα να εγκαταλείψουν τα ιδανικά και τις ελπίδες τους; Και ποιοι μπορούν να σταματήσουν τα βήματά τους και να μη σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους; Ο Θεός χρειάζεται όσους θα συνεργαστούν στενά μαζί Του για να ολοκληρώσει τη διαχείρισή Του. Χρειάζεται όσους θα υποταχθούν σε Αυτόν, αφιερώνοντας ολόκληρο το μυαλό και το σώμα τους στο έργο της διαχείρισής Του. Δεν χρειάζεται ανθρώπους που απλώνουν το χέρι ικετεύοντάς Τον κάθε μέρα, πόσω μάλλον όσους δίνουν λίγα και στη συνέχεια περιμένουν να ανταμειφθούν. Ο Θεός σιχαίνεται εκείνους που συνεισφέρουν πενιχρά και στη συνέχεια αναπαύονται στις δάφνες τους. Μισεί εκείνους τους ψυχρούς ανθρώπους που φθονούν το έργο της διαχείρισής Του και θέλουν μόνο να μιλούν για το πώς θα πάνε στον παράδεισο και θα κερδίσουν ευλογίες. Ακόμη μεγαλύτερη αποστροφή τρέφει για όσους εκμεταλλεύονται την ευκαιρία που παρουσιάζεται από το έργο, το οποίο κάνει για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Αυτό συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι ετούτοι δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για το τι θέλει να επιτύχει και να αποκτήσει ο Θεός μέσω του έργου της διαχείρισής Του. Ενδιαφέρονται μόνο για το πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που παρέχει το έργο του Θεού για να κερδίσουν ευλογίες. Δεν ενδιαφέρονται για την καρδιά του Θεού, όντας πλήρως απασχολημένοι με τις δικές τους προοπτικές και τη δική τους μοίρα. Όσοι φθονούν το έργο διαχείρισης του Θεού και δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον για το πώς ο Θεός σώζει την ανθρωπότητα και για το θέλημά Του, κάνουν μόνο ό,τι ευχαριστεί τους ίδιους κατά τρόπο αποστασιοποιημένο από το έργο διαχείρισης του Θεού. Τη συμπεριφορά τους ούτε τη θυμάται ούτε την εγκρίνει ο Θεός —και πολύ περισσότερο δεν τη βλέπει με θετικό μάτι» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Γ΄: Ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο μέσα από τη διαχείριση του Θεού). Συνειδητοποίησα από τον λόγο του Θεού ότι φοβόμουν να κηρύξω κυρίως λόγω της ανησυχίας για τη μοίρα μου. Φοβόμουν ότι μόλις με έβρισκαν να κηρύττω, θα με έστελναν στο μέτωπο και αν συνέβαινε αυτό, δεν θα μπορούσα να συναθροιστώ ή να διαβάσω τον λόγο Του και θα έπρεπε να περνάω τις μέρες μου περιπολώντας στα δάση με ένα όπλο. Ήταν μια περιοχή που μαστιζόταν από συγκρούσεις και τρομοκρατία, και εκεί με το παραμικρό λάθος θα πέθαινα και θα έχανα την ευκαιρία να σωθώ. Πίστευα στον Θεό για τις ευλογίες, όχι για να επιδιώξω την αλήθεια ή να κάνω το καθήκον ενός δημιουργήματος. Η πίστη και το καθήκον μου ήταν για το συμφέρον μου. Ήμουν πρόθυμος να κάνω πράγματα που θα μου χάριζαν ευλογίες, μα όχι όσα δεν θα μου χάριζαν. Ήταν σαν σχέση εργοδότη-εργαζομένου —ωφελιμιστική και συναλλακτική, χωρίς αγάπη ή ενδιαφέρον για τον Θεό. Ήμουν τόσο εγωιστής και ποταπός. Πίστευα στον Θεό, αλλά δεν ανεχόμουν τον παραμικρό πόνο ή την παραμικρή δυσκολία. Νόμιζα ότι αρκούσε να διαβάζω τον λόγο του Θεού και να Τον δοξάζω με τραγούδια και χορό, αλλά αυτή η πίστη μου δεν θα με έκανε να βιώσω ή να κατανοήσω αληθινά τον λόγο του Θεού, να αναγνωρίσω τη διεφθαρμένη μου διάθεση ή να επιτύχω τη σωτηρία. Ο Θεός απαιτεί να υπολογίζουμε το θέλημά Του, να Τον αγαπάμε, να δίνουμε μαρτυρία γι’ Αυτόν. Πρέπει πάντα να αναζητούμε την αλήθεια, να υποτασσόμαστε στον Θεό, να σεβόμαστε τον Θεό και να αποφεύγουμε το κακό· μόνο τότε θα επιτύχουμε τη σωτηρία. Η επιδίωξή μου για ευλογίες δεν συμφωνούσε με το θέλημα του Θεού και απείχε πολύ από τις απαιτήσεις Του. Ως πιστός, θα έπρεπε να επιδιώκω να αγαπώ και να υπακούω τον Θεό, και να μαρτυρώ το έργο Του τις έσχατες ημέρες. Μόνο αυτό αξίζει και έχει νόημα. Έτσι, προσευχήθηκα στον Θεό ότι δεν θα σκέφτομαι συνέχεια το μέλλον μου. Έπρεπε να διαδώσω το έργο της σωτηρίας του Θεού τις έσχατες ημέρες.
Ξεκίνησα κηρύττοντας στους συναδέλφους μου, αλλά διαπίστωσα ότι αντιστέκονταν να πιστέψουν στον Θεό, έτσι πήγα να κηρύξω στους μαθητές μου. Τους διάβαζα κάθε μέρα λόγια του Θεού μετά το μάθημα, όπως «Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου», «Ο Θεός προΐσταται της μοίρας όλης της ανθρωπότητας», και μιλούσα για πράγματα όπως τα τρία στάδια του έργου του Θεού. Ήταν πρόθυμοι να ακούσουν. Χάρη στην καθοδήγηση του Θεού, μέσα σε έναν μήνα, είχα προσηλυτίσει πάνω από 50 άτομα στο σχολείο. Η πίστη μου δυνάμωσε εκείνη την περίοδο. Οι μαθητές ήθελαν να συναθροίζονται και είχαν καλή κατανόηση, έτσι κήρυττα και μαρτυρούσα για τον Θεό με ακόμη μεγαλύτερη σιγουριά. Δεν ένιωθα πια τόσο νευρικός ή φοβισμένος, καθώς ήξερα ότι ο Θεός ήταν μαζί μου, και κατάλαβα τι εννοούσε όταν έλεγε: «Πρέπει να έχεις πίστη στο ότι όλα βρίσκονται στα χέρια του Θεού και στο ότι οι άνθρωποι απλώς συνεργάζονται μαζί Του. Αν η καρδιά σου είναι ειλικρινής, ο Θεός θα το δει και θα ανοίξει όλα τα μονοπάτια για σένα, κάνοντας τις δυσκολίες να μην είναι πια δύσκολες. Αυτή είναι η πίστη που πρέπει να έχεις. Επομένως, δεν χρειάζεται να ανησυχείτε για τίποτα ενόσω εκτελείτε το καθήκον σας, εφόσον χρησιμοποιείς όλη σου τη δύναμη και το κάνεις με την καρδιά σου. Ο Θεός δεν θα δυσκολέψει τα πράγματα για σένα ούτε θα σε αναγκάσει να κάνεις κάτι που δεν είσαι ικανός να κάνεις» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Στην πίστη στον Θεό, το πιο σημαντικό είναι να κάνει κανείς πράξη και να βιώνει τα λόγια Του). Ο Θεός μάς λέει ότι εφόσον συνεργαζόμαστε ειλικρινά μαζί Του, θα μας ανοίξει μονοπάτι. Δεν χρειαζόταν να ανησυχώ τόσο. Έπρεπε απλώς να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ και να βασίζομαι στον Θεό στο έργο μου. Ό,τι μου ζητάει ο Θεός είναι στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μου και δεν ξεπερνάει το ανάστημά μου.
Καθώς όλο και περισσότεροι μαθητές αποδέχονταν το έργο του Θεού, άρχισαν να παρεμβαίνουν οι δυνάμεις του Σατανά. Οι μαθητές προέρχονταν από μια εθνική μειονότητα που πίστευε στον Βουδισμό, οπότε ήταν πάντα βουδιστές. Μερικοί απ’ τους μαθητές μού είπαν ότι οι γονείς τους τους είχαν απαγορεύσει να πιστεύουν. Μάλιστα, οι γονείς μιας μαθήτριας την προειδοποίησαν ότι αν ανακάλυπταν πως πίστευε ξανά στον Θεό, θα την έδιωχναν και θα την αποκλήρωναν. Αρκετοί απ’ τους μαθητές δεν ήξεραν τι να κάνουν. Τότε, ανησύχησα ότι θα αποθαρρύνονταν και θα γίνονταν αδύναμοι εξαιτίας της δίωξης των οικογενειών τους, ή ότι θα ένιωθαν ανήμποροι να συνεχίσουν και θα εγκατέλειπαν την πίστη. Ανησυχούσα πολύ και δεν ήξερα τι να κάνω. Το έργο του Θεού θα τελείωνε σύντομα. Αν εγκατέλειπαν την πίστη, θα έχαναν τη σωτηρία του Θεού. Πώς θα λογοδοτούσα γι’ αυτό ενώπιον του Θεού; Προσευχόμουν και ζητούσα την καθοδήγηση του Θεού. Αργότερα, διάβασα στον λόγο Του: «Όταν ο Θεός εργάζεται, φροντίζει κάποιον άνθρωπο και προσέχει αυτόν τον άνθρωπο, και όταν ευνοεί και εγκρίνει αυτόν τον άνθρωπο, ο Σατανάς ακολουθεί κατά πόδας, προσπαθώντας να ξεγελάσει αυτόν τον άνθρωπο και να του προκαλέσει κακό. Εάν ο Θεός επιθυμεί να κερδίσει αυτόν τον άνθρωπο, ο Σατανάς θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν ώστε να εμποδίσει τον Θεό, χρησιμοποιώντας διάφορα κακόβουλα τεχνάσματα για να βάλει σε πειρασμό, να διαταράξει και να βλάψει το έργο του Θεού, προκειμένου να επιτύχει τον κρυφό του στόχο. Και ποιος είναι ο στόχος αυτός; Δεν θέλει να κερδίσει ο Θεός κανέναν· θέλει να αρπάξει στην κατοχή του αυτούς που επιθυμεί να κερδίσει ο Θεός, θέλει να τους ελέγχει, να τους εξουσιάζει, προκειμένου να λατρεύουν αυτόν, έτσι ώστε να διαπράττουν κακές πράξεις μαζί του και να αντιστέκονται στον Θεό. Τούτο δεν είναι το μοχθηρό κίνητρο του Σατανά; […] Στον πόλεμο με τον Θεό και στο ότι Τον ακολουθεί κατά πόδας, στόχος του Σατανά είναι να γκρεμίσει όλο το έργο που θέλει να επιτελέσει ο Θεός, να κατέχει και να ελέγχει εκείνους που θέλει ο Θεός να κερδίσει, να αφανίσει απόλυτα εκείνους που θέλει ο Θεός να κερδίσει. Εάν δεν αφανιστούν, τότε περιέρχονται στην κατοχή του Σατανά για να καταστούν εργαλεία του —τούτος είναι ο στόχος του» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Δ΄). Σκεπτόμενος τον λόγο Του, κατάλαβα ότι ενώ ο Θεός εργάζεται για να σώσει τον άνθρωπο, ο Σατανάς ακολουθεί διαφθείροντας τον άνθρωπο, παρεμβαίνοντας στο έργο του Θεού. Αυτό το καθορίζει η κακή ουσία του Σατανά. Κηρύττουμε και μαρτυρούμε για τον Θεό για να σώσουμε τους ανθρώπους, μα ο Σατανάς δεν το ανέχεται. Ο Σατανάς συνεχίζει να προσπαθεί να μας εμποδίσει και να μας παρενοχλήσει, με σκοπό να γκρεμίσει το έργο του Θεού, να απομακρυνθούμε από Αυτόν και να Τον προδώσουμε. Τότε χάνουμε τη σωτηρία Του, και συνοδεύουμε τον Σατανά στην κόλαση. Έπρεπε να διακρίνω τα τεχνάσματα του Σατανά και τις παγίδες του. Συνειδητοποιώντας αυτά τα πράγματα, διάβασα τον λόγο του Θεού μαζί με τους αδελφούς για να καταλάβουν την αλήθεια και τα τεχνάσματα του Σατανά. Συναναστράφηκα μαζί τους: «Ξέρετε γιατί συναντάμε τόσα εμπόδια μόλις πιστέψουμε στον Θεό; Επειδή πάντα ζούσαμε υπό τη σφαίρα επιρροής του Σατανά, μα τώρα που πιστεύουμε στον Θεό, αποδεχόμαστε τη σωτηρία Του και ακούμε τον λόγο Του, δεν λατρεύουμε πλέον τον Σατανά. Ο Σατανάς δεν θέλει να σωθούμε απ’ τον Θεό, έτσι μας παρενοχλεί μέσω των γύρω μας, για να μας εμποδίσει να πιστέψουμε στον αληθινό Θεό, να μας επαναφέρει στη σφαίρα επιρροής του, να μας διαφθείρει, να μας βλάψει, κι έτσι να χάσουμε την ευκαιρία να σωθούμε από τον Θεό. Γι’ αυτό, ας μην υποκύψουμε στα τεχνάσματά του». Αργότερα συναναστράφηκα μαζί τους για τις εξής αλήθειες: «η διαφορά ανάμεσα στον αληθινό Θεό και τους ψεύτικους θεούς», «από πού προέρχεται ο Βουδισμός», και «υπάρχει μόνο ένας αληθινός Θεός». Έπειτα, ένας αδελφός είπε: «Τώρα καταλαβαίνω ότι μόλις πιστέψουμε στον Θεό και αποδεχτούμε το έργο Του, παρεμποδιζόμαστε και παρενοχλούμαστε επειδή δεν λατρεύουμε τον Σατανά, και εκείνος κάνει ό,τι μπορεί για να μην πιστέψουμε στον Θεό και να μη βαδίσουμε στο ορθό μονοπάτι. Πρέπει να έχουμε διάκριση και να μην πέσουμε στις παγίδες του Σατανά». Μια αδελφή είπε: «Τώρα καταλαβαίνω ποιος είναι ο αληθινός Θεός και ποιοι οι ψεύτικοι. Μόνο ο αληθινός Θεός μπορεί να δημιουργήσει τους ουρανούς, τη γη, όλα τα πράγματα και την ανθρωπότητα. Δεν δημιούργησε απλώς τα πάντα, αλλά τα κυβερνάει. Μας παρέχει επίσης σε αφθονία τον άρτο τον επιούσιο. Οι ψεύτικοι θεοί δεν μπορούν να δημιουργήσουν ούτε ένα ζωύφιο, πόσο μάλλον τους ουρανούς και τη γη και όλα τα πράγματα· δεν πρέπει να πιστεύουμε σ’ αυτούς». Ακούγοντας τους αδελφούς και τις αδελφές, συγκινήθηκα. Στην πνευματική μάχη κατά του Σατανά, είχαν κατανοήσει την αλήθεια απ’ τον λόγο του Θεού και είχαν διακρίνει τα κόλπα του Σατανά. Κανείς τους δεν είχε ολισθήσει. Ήταν ακόμη πιο αποφασισμένοι να ακολουθήσουν τον Θεό. Όλα αυτά είχαν επιτευχθεί με τον λόγο του Θεού. Η πίστη μου στον Θεό δυνάμωσε τότε πάρα πολύ.
Μια φορά, ο διευθυντής με κατσάδιασε άσχημα. Είπε: «Τζόνα, άκουσέ με. Είναι η τρίτη φορά που σε καλώ εδώ. Μη με κάνεις να σου πω αυτό που ήδη ξέρεις. Έχεις γίνει ανάρπαστος. Άνθρωποι από χιλιόμετρα μακριά ξέρουν ότι κάνεις κήρυγμα στο σχολείο! Υποτίθεται ότι είμαστε δάσκαλοι, που μεταδίδουμε τις γνώσεις στους μαθητές· γιατί μεταδίδεις την πίστη στο Θεό; Όλοι οι χωρικοί εδώ είναι βουδιστές. Πρέπει να τηρούμε τα έθιμά τους και να τους διδάσκουμε τη δική τους πίστη. Το κήρυγμά σου έχει μεγάλο αντίκτυπο στο σχολείο μας. Προσπαθείς να καταστρέψεις τη φήμη μας; Θέλεις να σε περιφρονούν οι μαθητές και οι οικογένειές τους; Αυτό που κάνεις είναι αντιεπαγγελματικό και αντιδεοντολογικό! Δεν αξίζεις να είσαι δάσκαλος! Αν δεν ξυπνήσεις, θα μετατεθείς στο τέλος του εξαμήνου!» Ένιωσα τόση αγανάκτηση και ήξερα ότι αυτά τα λόγια προέρχονταν απ’ τον διάβολο Σατανά. Ήθελε οι άνθρωποι να ακολουθήσουν τον διάβολο και να μην έρθουν ενώπιον του Θεού σε λατρεία. Η πίστη στον Θεό είναι ό,τι πιο δίκαιο, αλλά στα δικά του μάτια ήταν κακό. Είδα ότι αυτοί οι διάβολοι παραποιούν τα γεγονότα και δεν ξεχωρίζουν σωστό και λάθος. Επιστρέφοντας στον κοιτώνα, ήμουν αναστατωμένος. Δεν ήξερα τι θα συνέβαινε στη συνέχεια και υποσυνείδητα, άρχισα να σκέφτομαι ξανά το μέλλον μου. Τι θα συνέβαινε αν πράγματι με μετέθεταν; Θα με έστελναν στην πρώτη γραμμή; Πώς θα αντιμετώπιζα την τρομερή κατάσταση στην πρώτη γραμμή; Πώς θα μπορούσα να πιστεύω στον Θεό; Θα μπορούσα ακόμα να σωθώ; … Αυτές οι σκέψεις με έκαναν να κλάψω. Δεν νύσταζα καθόλου εκείνο το βράδυ. Καθόμουν στο τραπέζι όλη νύχτα, και προσευχόμουν ξανά και ξανά: «Θεέ μου, γιατί δεν μπορώ να πάψω να φοβάμαι;» Σκέφτηκα τα λόγια του Θεού που εξηγούν πώς διαφθείρει τους ανθρώπους ο Σατανάς. Ο Θεός λέει: «Το πρώτο είναι ο έλεγχος και ο εξαναγκασμός. Αυτό σημαίνει ότι ο Σατανάς θα κάνει τα πάντα να πάρει τον έλεγχο της καρδιάς σου. Τι σημαίνει “εξαναγκασμός”; Σημαίνει πως χρησιμοποιεί τακτικές απειλών και εξαναγκασμού για να σε αναγκάσει να τον υπακούσεις, και σε κάνει να σκεφτείς τις συνέπειες αν δεν υπακούσεις. Φοβάσαι και δεν τολμάς να τον αψηφήσεις, οπότε του υποτάσσεσαι» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός ΣΤ΄). Από τον λόγο του Θεού, κατάλαβα καλύτερα το άσχημο πρόσωπο του Σατανά. Ήξερε ότι φοβόμουν να με στείλουν στο μέτωπο, όπου θα βρισκόμουν σε θανάσιμο κίνδυνο. Ο φόβος του θανάτου ήταν το μοιραίο μου ελάττωμα και η αδυναμία μου. Ο Σατανάς με παρενοχλούσε μέσω του διευθυντή και με απειλούσε με την προοπτική της μετάθεσης, για να υποχωρήσω, να εγκαταλείψω το καθήκον μου και να μη μαρτυρώ πλέον για τον Θεό. Μπορεί να φαινόταν ότι ο διευθυντής έκανε το καλύτερο για μένα, μα στην πραγματικότητα, με εξανάγκαζε να σταματήσω να κηρύττω προκειμένου να σώσει τη φήμη του. Δεν με άφηνε να κηρύξω το ευαγγέλιο της σωτηρίας του Θεού· ήθελε να κηρύξω την οδό του Σατανά και να συμβιβαστώ με τον Σατανά. Είδα το αληθινό κακό πρόσωπο του διευθυντή. Είχα αποκτήσει κάποια διάκριση και ήξερα ότι αυτά ήταν κόλπα του Σατανά. Ήξερα γιατί ένιωθα τόσο περιορισμένος όταν κήρυττα. Ήταν επειδή φοβόμουν τόσο πολύ τον θάνατο. Φοβόμουν ότι μόλις μεταφερόμουν στην πρώτη γραμμή για να υπερασπιστώ τα σύνορα, μπορεί να σκοτωνόμουν· φοβόμουν ακόμη περισσότερο ότι μετά τον θάνατο δεν θα είχα τρόπο να πιστέψω στον Θεό ή να σωθώ, έτσι ήμουν συγκρατημένος και αποκαρδιωμένος.
Έφερα αυτήν την κατάστασή μου ενώπιον του Θεού με προσευχή, για να με καθοδηγήσει να ξεπεράσω τον φόβο του θανάτου. Έπειτα, διάβασα κάποια λόγια του Θεού. «Πώς πέθαναν εκείνοι οι μαθητές του Κυρίου Ιησού; Μεταξύ των μαθητών υπήρξαν κάποιοι που λιθοβολήθηκαν, κάποιοι που σύρθηκαν πίσω από άλογα, άλλοι που σταυρώθηκαν ανάποδα, κάποιοι που διαμελίστηκαν από πέντε άλογα —επήλθε σ’ αυτούς θάνατος κάθε λογής. Ποιος ήταν ο λόγος για τον θάνατό τους; Εκτελέστηκαν για τα εγκλήματά τους βάσει νόμου; Όχι. Τους καταδίκασαν, τους χτύπησαν, τους επέπληξαν και τους θανάτωσαν επειδή διέδιδαν το ευαγγέλιο του Κυρίου και απορρίφθηκαν από τους ανθρώπους του κόσμου —με αυτόν τον τρόπο μαρτύρησαν. […] Ανεξάρτητα από τα μέσα ή τον τρόπο του θανάτου και της αναχώρησής τους, ο Θεός δεν είχε ορίσει έτσι το τελικό αποτέλεσμα αυτών των ζωών, αυτών των δημιουργημένων όντων. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να δεις καθαρά. Αντιθέτως, χρησιμοποίησαν αυτά ακριβώς τα μέσα για να καταδικάσουν αυτόν τον κόσμο και να καταθέσουν μαρτυρία για τις πράξεις του Θεού. Αυτά τα δημιουργημένα όντα χρησιμοποίησαν τη ζωή τους που είναι πολυτιμότατη —χρησιμοποίησαν την τελευταία στιγμή της ζωής τους για να μαρτυρήσουν για τα έργα του Θεού, να μαρτυρήσουν για τη μεγάλη δύναμη του Θεού και να δηλώσουν στον Σατανά και στον κόσμο ότι τα έργα του Θεού είναι σωστά, ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο Θεός, ότι είναι ο Κύριος και ότι είναι η ενσάρκωση του Θεού· ακόμη και μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής τους, δεν αρνήθηκαν ποτέ το όνομα του Κυρίου Ιησού. Αυτό δεν ήταν μια μορφή κρίσης πάνω σ’ αυτόν τον κόσμο; Χρησιμοποίησαν τη ζωή τους για να διακηρύξουν στον κόσμο, να επιβεβαιώσουν στα ανθρώπινα όντα ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο Κύριος, ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο Χριστός, ότι είναι η ενσάρκωση του Θεού, ότι το έργο της λύτρωσης που επιτέλεσε για όλη την ανθρωπότητα επιτρέπει στην ανθρωπότητα να ζήσει —αυτό το γεγονός είναι για πάντα αναλλοίωτο. Όσοι μαρτύρησαν για τη διάδοση του ευαγγελίου του Κυρίου Ιησού, σε ποιον βαθμό εκτέλεσαν το καθήκον τους; Το εκτέλεσαν στον απόλυτο βαθμό; Πώς εκδηλώθηκε στον απόλυτο βαθμό του; (Πρόσφεραν τη ζωή τους.) Σωστά, πλήρωσαν το τίμημα με τη ζωή τους. Η οικογένεια, τα πλούτη και τα υλικά πράγματα αυτής της ζωής είναι όλα εξωτερικά πράγματα· το μοναδικό πράγμα που είναι εσωτερικό για κάποιον είναι η ζωή. Για κάθε ζωντανό άνθρωπο, η ζωή είναι αυτό που αξίζει περισσότερο απ’ όλα να λατρεύεται, το πολυτιμότερο πράγμα και, όπως φαίνεται, αυτοί οι άνθρωποι ήταν σε θέση να προσφέρουν ως επιβεβαίωση και μαρτυρία για την αγάπη του Θεού για την ανθρωπότητα το πολυτιμότερο από τα υπάρχοντά τους, τη ζωή. Μέχρι και την ημέρα που πέθαναν δεν απαρνήθηκαν το όνομα του Θεού ούτε το έργο Του, και χρησιμοποίησαν την τελευταία τους στιγμή στη ζωή για να γίνουν μάρτυρες της ύπαρξης αυτού του γεγονότος —δεν είναι αυτή η ύψιστη μορφή μαρτυρίας; Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να κάνει κανείς το καθήκον του· αυτό σημαίνει να εκπληρώνει κανείς την υποχρέωσή του. Όταν ο Σατανάς τους απείλησε και τους τρομοκράτησε, και τελικά όταν τους έκανε μέχρι και να πληρώσουν το τίμημα με τη ζωή τους, εκείνοι δεν αποποιήθηκαν την ευθύνη τους. Αυτό σημαίνει να εκπληρώνει κανείς το καθήκον του στον μέγιστο βαθμό. Τι εννοώ με αυτό; Εννοώ, μήπως, πως θα σας κάνω να χρησιμοποιήσετε την ίδια μέθοδο για να καταθέσετε μαρτυρία για τον Θεό και να διαδώσετε το ευαγγέλιο; Δεν χρειάζεται απαραίτητα να το κάνεις αυτό, μα πρέπει να καταλάβεις πως αυτό αποτελεί δική σου ευθύνη, πως αν ο Θεός χρειαστεί κάτι τέτοιο από εσένα, θα πρέπει να το αποδεχθείς σαν μια ηθική υποχρέωση. Οι άνθρωποι σήμερα έχουν φόβο και ανησυχία μέσα τους, όμως ποιον σκοπό εξυπηρετούν αυτά τα συναισθήματα; Εάν ο Θεός δεν έχει ανάγκη να το κάνεις αυτό, σε τι ωφελεί ν’ ανησυχείς; Εάν ο Θεός έχει ανάγκη να το κάνεις, δεν θα πρέπει ν’ αποφεύγεις αυτήν την ευθύνη ούτε να την απορρίπτεις. Θα πρέπει να συνεργάζεσαι ενεργά και να την αποδέχεσαι χωρίς ανησυχία. Όπως και να πεθάνει κανείς, δεν θα πρέπει να πεθάνει ενώπιον του Σατανά ούτε να πεθάνει στα χέρια του. Αν κάποιος πρόκειται να πεθάνει, θα πρέπει να πεθάνει στα χέρια του Θεού. Οι άνθρωποι προήλθαν από τον Θεό, και στον Θεό επιστρέφουν —αυτή είναι η σύνεση κι η στάση που θα πρέπει να έχει ένα δημιουργημένο ον. Αυτή είναι η τελική αλήθεια που θα πρέπει να κατανοεί κάποιος κατά τη διάδοση του ευαγγελίου και την εκτέλεση του καθήκοντός του —πρέπει να πληρώσει με τίμημα τη ζωή του ώστε να διαδώσει το ευαγγέλιο του ενσαρκωμένου Θεού που εκτελεί το έργο Του και σώζει την ανθρωπότητα, καθώς και να καταθέσει μαρτυρία για αυτό. Εάν έχεις αυτήν τη φιλοδοξία, εάν μπορείς να καταθέσεις μαρτυρία κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυτό είναι υπέροχο. Εάν εξακολουθείς να μην έχεις αυτό το είδος φιλοδοξίας, θα πρέπει, τουλάχιστον, να εκπληρώνεις σωστά την ευθύνη και το καθήκον που σου αναλογούν, αφήνοντας τα υπόλοιπα στον Θεό. Ίσως τότε, καθώς περνούν οι μήνες και τα χρόνια κι αυξάνεται η εμπειρία κι η ωριμότητά σου και βαθαίνει η κατανόησή σου ως προς την αλήθεια, να συνειδητοποιήσεις ότι έχεις υποχρέωση κι ευθύνη να προσφέρεις τη ζωή σου στο έργο του ευαγγελίου του Θεού, ακόμη και μέχρι το τέλος των ημερών σου» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η διάδοση του ευαγγελίου είναι το καθήκον στο οποίο όλοι οι πιστοί δεσμεύονται ηθικά). Στον λόγο του Θεού είδα ότι στην Εποχή της Χάριτος, οι μαθητές του Κυρίου Ιησού καταδικάστηκαν και διώχθηκαν επειδή κήρυτταν το ευαγγέλιο του Θεού, αλλά με ό,τι διαδικασίες ή μέσα κι αν πέθαναν, αυτά δεν αντιπροσώπευαν την τελική τους έκβαση. Η ζωή και ο θάνατος του σώματος ενός ατόμου δεν δείχνουν αν η έκβασή του θα είναι καλή ή κακή. Αν και ο μοιραίος διωγμός των μαθητών του Κυρίου Ιησού μπορεί να φαίνεται ως κάτι κακό, μαρτύρησαν για να εκπληρώσουν την αποστολή από τον Θεό, και αυτό μνημονεύεται από τον Θεό. Αντιμέτωποι με τις κακές δυνάμεις του Σατανά, μαρτύρησαν για το έργο του Θεού χωρίς να υπολογίζουν τη ζωή ή την ασφάλειά τους. Αυτό έκανε τη μαρτυρία τους ακόμη πιο ισχυρή, νικώντας τον Σατανά. Η ζωή είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχει κανείς, μα πρόσφεραν την πολύτιμη ζωή τους για να μαρτυρήσουν για τον Θεό και για να μάθει ο κόσμος το έργο του Θεού. Αυτή είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία. Σκεπτόμενος τα λόγια του Θεού, ένιωσα ταπείνωση και ντροπή. Όταν ο διευθυντής προειδοποίησε ότι θα με μετέθετε αν κήρυττα ξανά, φοβήθηκα τόσο πολύ. Φοβήθηκα ότι θα με έστελναν στο μέτωπο, και ότι μόλις πέθαινα, θα ήταν το τέλος μου και δεν θα μπορούσα να σωθώ. Εκτιμούσα τη ζωή μου πάρα πολύ και δεν είχα κότσια ούτε μαρτυρία. Δίπλα στους αποστόλους, ήμουν ένα τίποτα. Σκέφτηκα από πού προήλθε η ζωή μου και ότι ο Θεός μού την έδωσε. Αυτός αποφασίζει πότε θα πεθάνουμε, κανείς δεν ζει ούτε ένα λεπτό παραπάνω. Αν ο Θεός προστατεύει έναν άνθρωπο και δεν τον αφήνει να πεθάνει, τότε ακόμα και στο πιο επικίνδυνο μέρος, δεν θα πεθάνει. Οι άνθρωποι δεν ελέγχουν πότε θα ζήσουν ή θα πεθάνουν ούτε την τελική τους έκβαση. Αυτή βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Ο Κύριος Ιησούς είπε: «Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν· και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, θέλει ευρεί αυτήν» (Κατά Ματθαίον 16:25). Όταν κηρύττουμε και μαρτυρούμε για τον Θεό, αντιμετωπίζουμε διωγμούς και δυσκολίες. Όπως οι μαθητές του Κυρίου Ιησού, κάποιοι μπορεί να διωχθούν ακόμη και μέχρι θανάτου, αλλά οι ψυχές τους βρίσκονται στα χέρια του Θεού. Τα σώματά τους μπορεί να είναι νεκρά, μα αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν τελική έκβαση. Όλα είναι στα χέρια του Θεού Αυτός τα ρυθμίζει. Αν δεν έκανα το καθήκον μου ή δεν κήρυττα το ευαγγέλιο επειδή λαχταρούσα τη ζωή και φοβόμουν τον θάνατο, ακόμα κι αν δεν βρισκόμουν σε θανάσιμο κίνδυνο, στα μάτια του Θεού θα ήμουν ένα κινούμενο πτώμα, ένας νεκρός που στο τέλος πρέπει να αποκλειστεί. Θα έπρεπε να ρισκάρω μέχρι και τη ζωή μου, για να ακολουθήσω τον Θεό και να κηρύξω το ευαγγέλιο. Αν με έστελναν στο μέτωπο, θα έπρεπε να υποταχθώ στις ρυθμίσεις του Θεού. Μπορούσα να κηρύξω στους στρατιώτες για να φέρω περισσότερους ενώπιον του Θεού. Ακόμη κι αν διωκόμουν μέχρι θανάτου επειδή κήρυττα και μαρτυρούσα για τον Θεό, θα το είχε επιτρέψει ο Θεός, και ήθελα να υποταχθώ. Σκεπτόμενος αυτό, αποφάσισα ενώπιον του Θεού να συνεχίσω να κηρύττω και να μαρτυρώ γι’ Αυτόν, και να μη με περιορίζει κανείς.
Κατόπιν, προσευχόμουν καθημερινά, και συνέχισα να κηρύττω και να συναναστρέφομαι τους άλλους πάνω στον λόγο του Θεού. Τους καθοδηγούσα και στην επανάληψη στα μαθήματά τους και κανόνιζα ώρες συνάθροισης κατά τις διακοπές, και έγιναν πολύ πιο δραστήριοι από ό,τι πριν. Μετά τις εξετάσεις, είδα ότι αυτοί οι αδελφοί και οι αδελφές έπαιρναν αρκετά καλούς βαθμούς, με μέσους όρους σε κάθε μάθημα που κυμαίνονταν από 76 έως 98. Κανείς τους δεν κόπηκε. Έμεινα έκπληκτος! Ο διευθυντής είδε τους καλούς βαθμούς της τάξης μου και μου είπε: «Η τάξη σου πήρε τους υψηλότερους βαθμούς στο σχολείο, έτσι αποφασίσαμε να είσαι ο δάσκαλος της τάξης και το επόμενο εξάμηνο. Σου ευχόμαστε τα καλύτερα». Χάρηκα πάρα πολύ που το άκουσα αυτό, καθώς δεν το περίμενα σε καμία περίπτωση. Αυτό μου θύμισε μια φράση από το βιβλίο των Παροιμιών της Βίβλου: «Η καρδία του βασιλέως είναι εν τη χειρί του Ιεχωβά ως ρεύματα υδάτων· όπου θέλει στρέφει αυτήν» (Παροιμίαι 21:1). Όλα βρίσκονται στα χέρια του Θεού και ο Θεός ελέγχει τη μοίρα μας. Αν πιστεύω στον Θεό και συνεργάζομαι ειλικρινά μαζί Του, θα μου ανοίξει μονοπάτι. Ακόμα κηρύττω το ευαγγέλιο στο σχολείο, οδηγώντας αδελφούς κι αδελφές σε συναθροίσεις, και αρκετοί έχουν αποδεχτεί το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Καθώς θυμάμαι εκείνον τον καιρό που κήρυττα, κέρδισα πολλά και ξέρω ότι όλα ήταν χάρη στην καθοδήγηση του Θεού.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.