Μετά τον θάνατο του γιου μου

20 Ιουλίου 2022

Από την Γουάνγκ Λι, Κίνα

Μια μέρα τον Ιούνιο του 2014, με πήρε ξαφνικά η κόρη μου και μου είπε ότι ο γιος μου έπαθε ηλεκτροπληξία στο ψάρεμα. Δεν ήξερε λεπτομέρειες, αλλά μου είπε να προετοιμαστώ. Μόλις το άκουσα, έκατσα στο κρεβάτι σε πλήρη σύγχυση. Ο γιος μου ήταν η κολώνα του σπιτιού. Πώς θα τα βγάζαμε πέρα αν πάθαινε κάτι; Όταν ξεθόλωσα λίγο, σκέφτηκα «ότι ήμουν πιστή πολλά χρόνια κι έκανα πάντα το καθήκον μου,» άρα, ο Θεός θα τον προστάτευε. Θα ήταν μια χαρά! Σηκώθηκα, δεν με βαστούσαν τα πόδια μου και βρήκα κάποιον να με πάει στον τόπο του δυστυχήματος. Όταν έφτασα, είδα να κάνουν νεκροψία στον γιο μου. Είχα θολώσει, δεν μπορούσα να δεχτώ αυτό που έβλεπα και τα πόδια μου λύγισαν. Κάποιος με έπιασε και με πήγε βήμα βήμα στον γιο μου. Βλέποντάς τον, δεν άντεξα, γονάτισα κι άρχισα να κλαίω. Ο μικρός μου εγγονός ήταν μόλις τεσσάρων μηνών. Ο άντρας μου κι εγώ ήμασταν πια μεγάλοι. Πώς θα τα βγάζαμε πέρα χωρίς τον γιο μας; Όταν με είδε έτσι, η κόρη μου είπε σιωπηλά «Μαμά, έφυγε, μα έχεις εμένα κι έχεις και τον Θεό!» Η φράση «έχεις και τον Θεό» με αφύπνισε στον πόνο μου. Ήταν αλήθεια. Ο Θεός είναι το στήριγμά μου. Πώς Τον ξέχασα; Συγκράτησα τον πόνο μου, σκούπισα τα δάκρυα και καταπιάστηκα με τα διαδικαστικά της κηδείας.

Όταν γύρισα σπίτι, βούρκωνα μόλις σκεφτόμουν τον γιο μου. Πονούσα πολύ. Φίλοι, συγγενεις και γείτονες μειδιούσαν σαρκαστικά κι έλεγαν «Αφού πιστεύεις στον Θεό, πώς πέθανε ο γιος σου από ηλεκτροπληξία; Δεν προστάτεψε ο Θεός την οικογένειά σου χάριν της πίστης σου;» Αργότερα, με επέκρινε κι η κόρη μου, λέγοντας «Γιατί πέθανε ο αδερφός μου αφού είσαι πιστή; Γιατί ο Θεός σου δεν τον προστάτεψε;» Αυτά τα σχόλια έπεσαν σαν αλάτι στις πληγές μου. Δεν ανεχόμουν την κοροϊδία τους. Άρχισα να έχω αντιλήψεις και να παρερμηνεύω τον Θεό. Σκεφτόμουν ότι δαπανούσα τον εαυτό μου όσο πίστευα στον Κύριο. Μερικές φορές διένυα μεγάλες αποστάσεις με το ποδήλατο για να στηρίξω άλλους πιστούς, είτε καλοκαίρι είτε χειμώνα, με βροχή κι αέρα. Όταν αποδέχτηκα το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, έκανα κι άλλες θυσίες. Διέδιδα το ευαγγέλιο και πότιζα νέους πιστούς με μεγάλο ενθουσιασμό. Ακολουθούσα τον Θεό ακόμα κι όταν ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας έκανε έφοδο στο σπίτι μου. Γιατί ο Θεός δεν προστάτεψε την οικογένεια μου αφού πρόσφερα τόσα; Γιατί να συμβεί αυτό; Ένιωθα όλο και πιο αδικημένη κι έκλεγα ασταμάτητα. Ήμουν απελπισμένη για μέρες. Δεν ήθελα να διαβάσω τα λόγια του Θεού ή να προσευχηθώ, αλλά πάσχιζα να βγάλω την κάθε μέρα με μαύρη καρδιά. Όταν κατάλαβα ότι ήμουν σε επικίνδυνη κατάσταση, προσευχήθηκα λέγοντας «Θεέ μου, με βασανίζει ο θάνατος του γιου μου. Σε παρεξηγώ και Σε κατηγορώ. Θεέ μου, είμαι πολύ αρνητική κι αδύναμη. Σε παρακαλώ, σώσε με, κάνε με να καταλάβω το θέλημά Σου και να βγω από τη λανθασμένη μου κατάσταση».

Διάβασα τα εξής λόγια του Θεού μετά: «Εάν θέλουν να σωθούν και επιθυμούν να τους κερδίσει ο Θεός οριστικά, τότε όλοι όσοι ακολουθούν τον Θεό πρέπει να αντιμετωπίσουν πειρασμούς και επιθέσεις μεγάλης ή μικρής έκτασης από τον Σατανά. Όσοι εξέρχονται από αυτούς τους πειρασμούς και τις επιθέσεις και είναι σε θέση να νικήσουν πλήρως τον Σατανά είναι όσοι έχουν σωθεί από τον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄). «Οι άνθρωποι που δεν έχουν σωθεί είναι δέσμιοι του Σατανά, δεν είναι ελεύθεροι, δεν έχουν απελευθερωθεί από τον Σατανά, δεν έχουν τα προσόντα ή το δικαίωμα να λατρεύουν τον Θεό, και ο Σατανάς τους καταδιώκει διαρκώς και τους επιτίθεται άγρια. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ευτυχισμένοι, δεν έχουν δικαίωμα σε μια κανονική ύπαρξη, και επιπλέον δεν έχουν καμία αξιοπρέπεια. Μόνο αν ορθώσεις το ανάστημά σου και παλέψεις με τον Σατανά, χρησιμοποιώντας την πίστη σου στον Θεό και την υπακοή και τον σεβασμό για τον Θεό ως τα όπλα με τα οποία θα συμμετάσχεις σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου με τον Σατανά, έτσι ώστε να νικήσεις πλήρως τον Σατανά και να τον κάνεις να φύγει με την ουρά στα σκέλια και να φοβάται όποτε σε βλέπει, έτσι ώστε να εγκαταλείψει εντελώς τις επιθέσεις και τις κατηγορίες εναντίον σου —μόνο τότε θα σωθείς και θα είσαι ελεύθερος. Αν είσαι αποφασισμένος να σπάσεις κάθε δεσμό με τον Σατανά, αλλά δεν είσαι εξοπλισμένος με τα όπλα που θα σε βοηθήσουν να νικήσεις τον Σατανά, τότε κινδυνεύεις. Καθώς περνάει ο καιρός, όταν έχεις υποστεί τόσα μαρτύρια από τον Σατανά που δεν σου έχει μείνει ούτε μια σπιθαμή δύναμης, αλλά ακόμα δεν έχεις καταφέρει να γίνεις μάρτυρας, και δεν έχεις απελευθερωθεί εντελώς από τις κατηγορίες και τις επιθέσεις του Σατανά εναντίον σου, τότε δεν έχεις πολλές ελπίδες σωτηρίας. Στο τέλος, όταν ανακηρύσσεται η ολοκλήρωση του έργου του Θεού, θα είσαι ακόμα στα χέρια του Σατανά, ανίκανος να απελευθερωθείς, και δεν θα έχεις ποτέ την ευκαιρία ή την ελπίδα. Ως εκ τούτου, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι θα είναι πλήρως δέσμιοι του Σατανά» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄). Από τα λόγια του Θεού κατάλαβα ότι ο θάνατος του γιου μου ήταν δοκιμασία. Έπρεπε να στηριχτώ στην πίστη μου και να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου για τον Θεό, να μην είμαι αρνητική και αδύναμη, να μη χάσω την πίστη μου ούτε να παρεξηγήσω και να κατηγορήσω τον Θεό. Αναλογίστηκα πώς ο Σατανάς δοκίμαζε τον Ιώβ. Τα κοπάδια και τα υπάρχοντά του τα πήραν ληστές, τα 10 παιδιά του πέθαναν, και ο ίδιος γέμισε φλύκταινες. Μα ο Ιώβ προτιμούσε να καταραστεί τη μέρα που γεννήθηκε παρά να απαρνηθεί το όνομα του Θεού. Είπε «Ο Ιεχωβά έδωκε και ο Ιεχωβά αφήρεσεν· είη το όνομα Ιεχωβά ευλογημένον» (Ιώβ 1:21). Ο Ιώβ έδωσε ηχηρή μαρτυρία για τον Θεό και ντρόπιασε τον Σατανά. Εγώ, όμως, παρεξηγούσα και κατηγορούσα τον Θεό για τον χαμό του γιου μου. Δεν συγκρινόμουν με τον Ιώβ. Ντρεπόμουν πολύ. Αναλογίστηκα, όταν ο Ιώβ δοκιμαζόταν, πως η γυναίκα του του είπε να εγκαταλείψει τον Θεό. Μπορεί να τον αποδοκίμαζε η γυναίκα του, αλλά στην ουσία, τον δοκίμαζε ο Σατανάς. Οι φίλοι, συγγενείς και η κόρη μου δεν έπαιζαν τον ρόλο του Σατανά; Ο Σατανάς με δοκίμαζε μέσω της κοροϊδίας των άλλων, για να προδώσω τον Θεό. Αν συνέχιζα να ζω στην άρνηση, να κατηγορώ τον Θεό, θα έπεφτα στην παγίδα του Σατανά και θα γινόμουν περίγελός του. Τότε συνειδητοποίησα ότι ο Σατανάς παρακολουθούσε το μαρτύριό μου, ενώ ο Θεός ήλπιζε ότι θα μείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου. Κατά την πολύχρονη πίστη μου, ήξερα ότι τα λόγια του Θεού με είχαν θρέψει και είχε έρθει η ώρα να δώσω μαρτυρία στον Θεό, να μην Τον κατηγορώ και να σταματήσω την κοροϊδία του Σατανά. Έπρεπε να μείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου και να ντροπιάσω τον Σατανά! Τότε, σταμάτησα να νιώθω καταβεβλημένη και αβοήθητη. Η πίστη μου μεγάλωσε και στηριζόμουν στον Θεό για να το ξεπεράσω.

Αργότερα, αναρωτιόμουν γιατί είχα γεμίσει αρνητικότητα και διαμαρτυρίες ενόψει αυτής της κατάστασης. Τότε, μια μέρα, διάβασα τα εξής λόγια του Θεού. «Ελπίζεις ότι η πίστη σου στον Θεό δεν θα εμπεριέχει καμία πρόκληση ή δοκιμασία ούτε την παραμικρή δυσκολία. Πάντα επιδιώκεις εκείνα τα πράγματα που είναι άχρηστα και δεν αποδίδεις αξία στη ζωή, αλλά βάζεις τις δικές σου εξωφρενικές σκέψεις πάνω από την αλήθεια. Είσαι τόσο άχρηστος! […] Αυτό που επιδιώκεις είναι να είσαι σε θέση να κερδίσεις την ειρήνη αφού πιστέψεις στον Θεό, για να είναι τα παιδιά σου απαλλαγμένα από ασθένειες, για να έχει ο σύζυγός σου μια καλή δουλειά, για να βρει ο γιος σου μια καλή σύζυγο, για να βρει η κόρη σου έναν αξιοπρεπή σύζυγο, για να οργώνουν τα βοοειδή και τα άλογά σου καλά τη γη, για μια χρονιά καλού καιρού για τις καλλιέργειές σου. Αυτό επιδιώκεις. Η επιδίωξή σου είναι μόνο να ζεις με άνεση, για να μην συμβούν ατυχήματα στην οικογένειά σου, για να σε προσπεράσουν οι άνεμοι, για να μην αγγίξουν τα χαλίκια το πρόσωπό σου, για να μην πλημμυρίσει η σοδειά της οικογένειάς σου, για να μην επηρεαστείς από οποιαδήποτε καταστροφή, για να ζήσεις στην αγκαλιά του Θεού, να ζήσεις σε μια άνετη φωλιά. Ένας δειλός όπως εσύ, ο οποίος πάντα επιδιώκει τα σαρκικά, έχει καρδιά, έχει πνεύμα; Δεν είσαι απλώς ένα θηρίο; Σου δίνω την αληθινή οδό, χωρίς να ζητήσω τίποτα σε αντάλλαγμα, όμως δεν την επιδιώκεις. Είσαι ένας από εκείνους που πιστεύουν στον Θεό; […] Η ζωή σου είναι αξιοπεριφρόνητη και ποταπή, ζεις μέσα στη βρομιά και στην ανηθικότητα, και δεν έχεις κανέναν στόχο. Η ζωή σου δεν είναι η πλέον ποταπή; Έχεις το θράσος να κοιτάξεις τον Θεό; Εάν συνεχίζεις να έχεις τέτοιες εμπειρίες, θα αποκτήσεις τίποτα; Η αληθινή οδός σού έχει δοθεί, αλλά κατά πόσο μπορείς να την κερδίσεις τελικά εξαρτάται από την προσωπική σου επιδίωξη» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι εμπειρίες του Πέτρου: η γνώση του για την παίδευση και την κρίση). Τα λόγια του Θεού μού έδειξαν ότι κατηγορούσα τον Θεό για τον θάνατο του γιου μου, επειδή είχα λανθασμένη άποψη στην πίστη μου. Από τότε που πίστεψα, είχα το κίνητρο της ευλογίας και σκεφτόμουν ότι όλη η οικογένειά μου θα ευλογούταν επειδή πίστευα. Έτσι σκεφτόμουν μόλις αποδέχτηκα το έργο του Θεού τις έσχατες μέρες. Αν δηλαδή δαπανούσα τον εαυτό μου για τον Θεό, υπέφερα και πλήρωνα το τίμημα, ο Θεός θα με ευλογούσε και θα προστάτευε την οικογένειά μου. Γι’ αυτό, ό,τι καθήκον κι αν μου έδινε η εκκλησία, υποτασσόμουν και το εκτελούσα όσο δύσκολο κι αν ήταν, πάσχιζα να προχωρώ και αποδεχόμουν με χαρά κάθε ταλαιπωρία. Όσο και να με συκοφαντούσαν φίλοι και συγγενείς και να με καταπίεζε η κυβέρνηση, συνέχιζα να κάνω το καθήκον μου χωρίς δισταγμό. Μα όταν ο γιος μου πέθανε ξαφνικά από ηλεκτροπληξία, ζούσα στη θλίψη κάθε μέρα και δεν ήθελα να προσευχηθώ ή να διαβάσω τα λόγια του Θεού. Δεν ήθελα να επιδιώξω τίποτα και μάλιστα ζήτησα τον λόγο από τον Θεό, χρησιμοποιώντας τον κόπο μου ως επιχείρημα. Κατηγορούσα τον Θεό που δεν έλαβε υπόψη τις θυσίες που είχα κάνει και δεν είχε προστατέψει τον γιο μου. Είδα το αληθινό μου ανάστημα όπως αποκαλύφθηκε από τις περιστάσεις. Ανέκαθεν σκεφτόμουν ότι θα έκανα θυσίες για τον Θεό και θα υπέφερα, θα ήμουν πιστή και υπάκουη σ’ Αυτόν, κι Αυτός θα με έσωζε στο τέλος. Μα ο θάνατος του γιου μου αποκάλυψε το αληθινό μου ανάστημα και τότε είδα πόσα κίνητρα και νοθείες υπήρχαν στις προσπάθειές μου. Όλα τα έκανα για να πάρω χάρη και ευλογίες, και όταν οι ελπίδες μου κατέρρευσαν, δεν κατέβαλα την παραμικρή προσπάθεια ούτε έκανα το καθήκον μου. Αυτό μου έδειξε ότι όλα τα χρόνια που κόπιαζα ήταν μόνο χάριν ευλογιών κι όχι για να κάνω το καθήκον μου. Εκμεταλλευόμουν τον Θεό, Τον εξαπατούσα. Είχα απαίσια άποψη για την πίστη. Όταν το κατάλαβα, ένιωσα μεγάλο χρέος στον Θεό και μίσησα τον εαυτό μου που πίστευα τόσα χρόνια, αλλά δεν επιδίωκα την αλήθεια ούτε έμενα σταθερή στη μαρτυρία μου. Γονάτισα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα κλαίγοντας. «Θεέ μου, ζω σε αρνητική κατάσταση εδώ και καιρό. Σε παρεξηγώ και Σε κατηγορώ. Σε πληγώνω και Σε απογοητεύω! Θεέ μου, θέλω να μετανοήσω!»

Τότε, μια μέρα, διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Ο καθένας έχει έναν κατάλληλο προορισμό. Αυτοί οι προορισμοί καθορίζονται σύμφωνα με την ουσία κάθε ατόμου και δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Η κακή συμπεριφορά ενός παιδιού δεν μπορεί να μεταφέρεται στους γονείς του ούτε η δικαιοσύνη ενός παιδιού μπορεί να μοιράζεται με τους γονείς του. Η κακή συμπεριφορά ενός γονέα δεν μπορεί να μεταφέρεται στα παιδιά του ούτε η δικαιοσύνη ενός γονέα μπορεί να μοιράζεται με τα παιδιά του. Ο καθένας φέρει τις δικές του αμαρτίες και ο καθένας απολαμβάνει τις δικές του αντίστοιχα ευλογίες. Κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει κάποιον άλλον· αυτή είναι δικαιοσύνη. Από την οπτική του ανθρώπου, αν οι γονείς λάβουν ευλογίες, τότε το ίδιο θα συμβεί λογικά και με τα παιδιά τους, κι αν τα παιδιά διαπράττουν το κακό, τότε οι γονείς τους πρέπει να εξιλεωθούν για αυτές τις αμαρτίες. Αυτή είναι η ανθρώπινη οπτική και ο ανθρώπινος τρόπος δράσης· δεν είναι η οπτική του Θεού. Η έκβαση καθενός καθορίζεται σύμφωνα με την ουσία που προέρχεται από τη συμπεριφορά του και καθορίζεται πάντοτε κατάλληλα. Κανείς δεν μπορεί να φέρει τις αμαρτίες του άλλου, πόσο μάλλον να λάβει τιμωρία στη θέση κάποιου άλλου. Αυτό είναι απόλυτο» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ο Θεός και ο άνθρωπος θα εισέλθουν στην ανάπαυση μαζί). Καθώς στοχαζόμουν τα λόγια του Θεού, είδα ότι ο προορισμός καθένα ορίζεται σύμφωνα με την ουσία του, αν κάνει καλό ή κακό, και δεν έχει σχέση με τους άλλους. Στην πίστη μου, όσο και να υπέφερα, έκανα απλώς το καθήκον μου, εκπληρώνοντας την υποχρέωση ενός δημιουργήματος. Αυτό δεν είχε καμία σχέση με τη μοίρα ή την έκβαση του γιου μου, και δεν θα είχε ο ίδιος όφελος από τον κόπο μου. Την Εποχή της Χάριτος, μια οικογένεια δεχόταν την ευλογία χάριν της πίστης ενός μέλους της, αλλά τις έσχατες ημέρες, όλοι κατατάσσονται ανά είδος. Ο Θεός ορίζει την έκβαση κάθε ατόμου βάσει των επιδόσεών του. Νόμιζα ότι επειδή έκανα με κόπο το καθήκον μου, ο Θεός θα φύλασσε τον γιο μου. Μα αυτή ήταν μια παράλογη άποψη που δεν συμφωνούσε με την αλήθεια. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός, και η μοίρα όλων είναι στα χέρια Του. Ο Θεός όρισε πριν πολύ καιρό πόσα χρόνια θα ζούσε ο γιος μου. Όταν πέθανε, τελείωσε η διάρκεια ζωής που του είχε δώσει ο Θεός, και κανείς δεν μπορούσε να το αλλάξει. Είτε πιστεύουν στον Θεό ή όχι, όλοι είναι δημιουργήματα στα χέρια Του. Αυτός έχει τη δύναμη να κάνει τις κατάλληλες διευθετήσεις για κάθε πλάσμα, και όποιες κι αν είναι οι ενορχηστρώσεις ή οι διευθευτήσεις Του, είναι δίκαιος. Πρέπει να υποτάσσομαι στην κυριαρχία Του. Με το που το αντιλήφθηκα, η καρδιά μου αλάφρυνε αμέσως και δεν ένιωθα τόση θλίψη. Η κατάστασή μου σταδιακά βελτιώθηκε και προσευχόμουν και διάβαζα τα λόγια του Θεού κάθε μέρα. Μερικές φορές συναναστρεφόμουν αδελφούς και αδελφές για την κατάστασή μου, και ο χαμός του γιου μου δεν με βασάνιζε πια.

Εκείνον τον Νοέμβρη, έγινα επικεφαλής εκκλησίας. Ήμουν πολύ ευγνώμων στον Θεό κι έπεσα με τα μούτρα στη δουλειά. Σύντομα, πήρα την αποζημίωση για τον θάνατο του γιου μου, αλλά έπαθα σοκ όταν έμαθα ότι η νύφη μου την ήθελε όλη. Είχε πάρει κρυφά και όλες τις οικονομίες του και οτιδήποτε πολύτιμο είχε, και το έσκασε με τον γιο τους. Έμεινα να κοιτάζω το άδειο δωμάτιό τους και να σκέφτομαι τον καιρό που ζούσε. Προτού, η οικογένειά μας ήταν ενωμένη και αγαπημένη. Τώρα, είχε χαθεί μια ζωή και όλη η περιουσία. Άρχισα να κλαίω γοερά. Ο γιος μου ήταν νεκρός και η νύφη μου είχε φύγει. Πήρε μαζί της ό,τι είχε αξία. Η οικογένειά μας είχε διαλυθεί. Δεν είχα τίποτα. Ήμουν τόσα χρόνια πιστή, έκανα το καθήκον μου χειμώνα καλοκαίρι και δούλευα στην εκκλησία κάθε μέρα από τότε που έγινα επικεφαλής. Δεν κοίταζα να γλιτώσω από τις δυσκολίες. Πίστευα αληθινά κι έκανα φιλότιμες προσπάθειες για τον Θεό. Γιατί ο Θεός δεν έκανε κάτι για τη νύφη μου; Ένιωθα όλο και πιο αδικημένη, απογοητευμένη και πληγωμένη.

Μια μέρα, όπως έκλαιγα, θυμήθηκα τα εξής λόγια του Θεού. «Όταν οι άνθρωποι υποβάλλονται σε δοκιμασίες, είναι φυσιολογικό να είναι αδύναμοι, ή να έχουν αρνητικότητα μέσα τους, ή να στερούνται διαύγειας όσον αφορά το θέλημα του Θεού ή το μονοπάτι άσκησής τους. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, πρέπει να έχεις πίστη στο έργο του Θεού και να μην Τον αρνείσαι, όπως ακριβώς έκανε κι ο Ιώβ. Παρόλο που ο Ιώβ ήταν αδύναμος και αναθεμάτισε την ημέρα που γεννήθηκε, δεν αρνήθηκε πως τα πάντα στην ανθρώπινη ζωή τα παρείχε ο Ιεχωβά και πως ο Ιεχωβά είναι, επίσης, Αυτός που μπορούσε να τα πάρει όλα πίσω. Όπως κι αν δοκιμάστηκε, διατήρησε την πίστη του. Κατά την εμπειρία σου, όποιο κι αν είναι το είδος εξευγενισμού στο οποίο υποβάλλεσαι μέσω του λόγου του Θεού, αυτό το οποίο ο Θεός απαιτεί από τους ανθρώπους είναι, εν συντομία, η πίστη τους και η αγάπη τους γι’ Αυτόν. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο Θεός οδηγεί στην τελείωση την πίστη, την αγάπη και τις φιλοδοξίες των ανθρώπων. Ο Θεός επιτελεί το έργο της τελείωσης πάνω στους ανθρώπους και αυτοί δεν μπορούν να το δουν ή να το νιώσουν· υπό αυτές τις συνθήκες, απαιτείται η πίστη σου. Η πίστη των ανθρώπων απαιτείται όταν κάτι δεν είναι ορατό δια του γυμνού οφθαλμού. Η πίστη σου απαιτείται όταν δεν μπορείς να αποχωριστείς τις ίδιες σου τις αντιλήψεις. Όταν δεν έχεις διαύγεια σχετικά με το έργο του Θεού, αυτό που απαιτείται από σένα είναι να έχεις πίστη και να τηρείς σθεναρή στάση και να παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Όταν ο Ιώβ έφτασε σ’ αυτό το σημείο, ο Θεός τού εμφανίστηκε και του μίλησε. Τουτέστιν, μόνο μέσα από την πίστη σου θα είσαι σε θέση να δεις τον Θεό και όταν έχεις πίστη θα σε οδηγήσει ο Θεός στην τελείωση. Χωρίς πίστη, Αυτός δεν θα μπορεί να το κάνει αυτό» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Όσοι πρόκειται να οδηγηθούν στην τελείωση πρέπει να υποβληθούν σε εξευγενισμό). Όσο τα σκεφτόμουν ξανά και ξανά, είδα ότι ο Θεός τελειοποιεί την πίστη και την αγάπη μας μέσα από τις δυσκολίες. Ό,τι κι αν μας συμβεί, ό,τι συμφορές μάς βρούνε, ο Θεός ελπίζει ότι θα τις ξεπεράσουμε και θα μείνουμε σταθεροί στη μαρτυρία μας γι’ Αυτόν βάσει της πίστης μας. Αναλογίστηκα πώς ο Ιώβ έχασε όλα τα υπάρχοντα και τα παιδιά του κι έγινε από πλούσιος, πάμπτωχος. Μα και πάλι, έπεφτε στο έδαφος και δοξολογούσε το όνομα του Ιεχωβά Θεού, επειδή δεν πίστευε ότι ο ίδιος είχε δημιουργήσει τα πλούτη του ούτε έβλεπε τα παιδιά του ως δικό του κτήμα. Ήξερε πολύ καλά ότι όλα του τα έδωσε ο Θεός. Φαινομενικά, οι ληστές τού είχαν πάρει τα πάντα. Ωστόσο, έβλεπε πέρα από την επιφάνεια. Αποδεχόταν το θέλημα Θεού και υποτασσόταν. Η πίστη και ο σεβασμός του Ιώβ για τον Θεό εξευγενίστηκε μέσω αλλεπάλληλων δοκιμασιών. Και ο Αβραάμ δεν είχε αποκτήσει γιο ως τα 100, αλλά όταν ο Θεός τού είπε να θυσιάσει τον γιο του, παρά την οδύνη του, ο Αβραάμ δεν αμφισβήτησε τον Θεό. Ήξερε ότι ο Θεός τού έδωσε αυτόν τον γιο, οπότε, αν ο Θεός τον ήθελε πίσω, θα Του τον επέστρεφε. Ο Ιώβ κι ο Αβραάμ είχαν τέτοια συνείδηση και λογική που η πίστη κι η υποταγή τους άντεξαν τη δοκιμή των γεγονότων. Από την άλλη, εγώ είχα παρεξηγήσει και κατηγορούσα τον Θεό όταν πέθανε ο γιος μου, και όταν αργότερα κατάλαβα κάπως το θέλημα του Θεού και υποτάχθηκα λίγο, νόμιζα ότι θα κέρδιζα ανάστημα και θα παρέμενα ακλόνητη στη μαρτυρία μου. Μα όταν η νύφη μου το έσκασε με τα λεφτά της οικογένειάς μας, μου ήρθε να διαμαρτυρηθώ. Είδα ότι ήθελα να απολαύσω μόνο τις ευλογίες και τα δώρα του Θεού, χωρίς συμφορές ή αντιξοότητες. Ειδάλλως, ήμουν αρνητική και διαμαρτυρόμουν. Δεν σεβόμουν ούτε υποτασσόμουν πραγματικά στον Θεό. Αυτές οι καταστάσεις αποκάλυψαν και πάλι το αληθινό μου ανάστημα. Χωρίς αυτές, θα με τύφλωνε η καλή μου συμπεριφορά και νόμιζα ότι αν έκανα το καθήκον μου μετά τον θάνατο του γιου μου, θα διέθετα αφοσίωση και ανάστημα. Μα ο Θεός ήξερε πόσο βαθιά ριζωμένη ήταν η συναλλακτική νοοτροπία μου. Έπρεπε να τα περάσω όλα αυτά ώστε να εξαγνιστώ και να αλλάξω σταδιακά. Ο Θεός επέτρεψε να μου συμβούν αυτά για να με σώσει. Ένιωθα περισσότερες ενοχές όσο το σκεφτόμουν και προσευχήθηκα ενώπιον του Θεού. «Θεέ μου! Τώρα βλέπω ότι τόσα χρόνια που πίστευα, ακόμα δεν πιστεύω αληθινά σ’ Εσένα. Ακόμα διαμαρτύρομαι όταν συμβαίνει κάτι δυσάρεστο, και δεν έχω μαρτυρία. Θεέ μου, θέλω να μετανοήσω. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με ώστε να γνωρίσω τον εαυτό μου».

Αργότερα, διάβασα κάποια λόγια του Θεού που με βοήθησαν να καταλάβω το μονοπάτι που ακολουθούσα τόσα χρόνια. Τα λόγια του Θεού λένε: «Δεδομένου ότι οι σημερινοί άνθρωποι δεν διαθέτουν την ίδια ανθρώπινη φύση με τον Ιώβ, τι γίνεται με τη φύση και την ουσία τους, και τη στάση τους απέναντι στον Θεό; Σέβονται άραγε τον Θεό; Αποφεύγουν άραγε το κακό; Όσοι δεν σέβονται τον Θεό ούτε αποφεύγουν το κακό μπορούν να συνοψιστούν σε τρεις μόνο λέξεις: “εχθροί του Θεού”. Λέτε συχνά αυτές τις τρεις λέξεις, αλλά δεν έχετε μάθει ποτέ το πραγματικό τους νόημα. Οι λέξεις “εχθροί του Θεού” έχουν ουσία: Δεν λένε ότι ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο ως εχθρό, αλλά ότι ο άνθρωπος βλέπει τον Θεό ως εχθρό. Πρώτον, όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να πιστεύουν στον Θεό, ποιος από αυτούς δεν έχει τους δικούς του στόχους, τα δικά του κίνητρα και φιλοδοξίες; Παρόλο που μια πλευρά τους πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και έχει δει την ύπαρξη του Θεού, η πίστη τους στον Θεό εξακολουθεί να περιέχει αυτά τα κίνητρα, και ο απώτερος σκοπός της πίστης τους στον Θεό είναι να λάβουν τις ευλογίες Του και τα πράγματα που επιθυμούν. Στις εμπειρίες της ζωής των ανθρώπων, συχνά αναλογίζονται: “Έχω εγκαταλείψει την οικογένεια και την καριέρα μου για τον Θεό, και τι μου έχει δώσει Αυτός; Πρέπει να τα προσθέσω και να τα επιβεβαιώσω —έλαβα πρόσφατα οποιεσδήποτε ευλογίες; Έχω δώσει πολλά όλο αυτό το διάστημα, έχω τρέξει και τρέχω, και έχω υποφέρει πολύ —μου έχει δώσει ο Θεός οποιεσδήποτε υποσχέσεις σε αντάλλαγμα; Θυμάται τις καλές πράξεις μου; Ποιο θα είναι το τέλος μου; Μπορώ να λάβω τις ευλογίες του Θεού;”… Κάθε άνθρωπος κάνει τέτοιους υπολογισμούς μέσα στην καρδιά του συνέχεια, και θέτει απαιτήσεις στον Θεό που περιλαμβάνουν τα κίνητρα, τις φιλοδοξίες και τη συναλλακτική νοοτροπία του. Τουτέστιν, στην καρδιά του ο άνθρωπος δοκιμάζει διαρκώς τον Θεό, σκαρφίζεται συνεχώς σχέδια για τον Θεό, συνεχώς επιχειρηματολογεί υπέρ της δικής του κατάληξης με τον Θεό και προσπαθεί να αντλήσει μια δήλωση από τον Θεό, κοιτώντας μήπως ο Θεός μπορεί να του δώσει ό,τι επιθυμεί. Την ίδια στιγμή που ακολουθεί τον Θεό, ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίζει τον Θεό ως Θεό. Ο άνθρωπος ανέκαθεν προσπαθούσε να κάνει συμφωνίες με τον Θεό, θέτοντας διαρκώς απαιτήσεις σ’ Αυτόν, και μάλιστα ασκώντας Του πίεση σε κάθε βήμα, προσπαθώντας να βγάλει από τη μύγα ξύγκι. Ενώ παράλληλα προσπαθεί να κάνει συμφωνίες με τον Θεό, ο άνθρωπος συζητάει επίσης μαζί Του και υπάρχουν ακόμη και άνθρωποι που, όταν υποβάλλονται σε δοκιμασίες ή βρίσκονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις, συχνά γίνονται αδύναμοι, παθητικοί και αμελείς στο έργο τους, και έχουν πολλά παράπονα από τον Θεό. Από τον καιρό που πρωτοάρχισε ο άνθρωπος να πιστεύει στον Θεό, θεωρούσε τον Θεό ως το κέρας της Αμάλθειας, έναν ελβετικό σουγιά, και θεωρεί τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο πιστωτή του Θεού, λες και είναι έμφυτο δικαίωμα και υποχρέωσή του να προσπαθεί να πάρει ευλογίες και υποσχέσεις από τον Θεό, ενώ η ευθύνη του Θεού είναι να προστατεύει και να φροντίζει τον άνθρωπο και να τον στηρίζει. Αυτή είναι η βασική κατανόηση της “πίστης στον Θεό” όλων όσοι πιστεύουν στον Θεό, και αυτή είναι η βαθύτερή τους κατανόηση της έννοιας της πίστης στον Θεό. Από τη φύση και την ουσία του ανθρώπου ως την υποκειμενική του επιδίωξη, δεν υπάρχει τίποτα που να σχετίζεται με τον σεβασμό του Θεού. Ο σκοπός που ο άνθρωπος πιστεύει στον Θεό δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τη λατρεία του Θεού. Τουτέστιν, ο άνθρωπος δεν έχει ποτέ θεωρήσει ούτε κατανοήσει ότι η πίστη στον Θεό προϋποθέτει να σέβεται και να λατρεύει τον Θεό. Υπό το πρίσμα αυτών των συνθηκών, η ουσία του ανθρώπου είναι προφανής. Ποια είναι αυτή η ουσία; Είναι ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι μοχθηρή, κρύβει προδοσία και απάτη, δεν αγαπάει τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα και ό,τι είναι θετικό, και είναι τιποτένια και άπληστη. Η καρδιά του ανθρώπου δεν θα μπορούσε να είναι πιο κλειστή στον Θεό. Ο άνθρωπος δεν την έχει δώσει επ’ ουδενί στον Θεό. Ο Θεός δεν έχει δει ποτέ την αληθινή καρδιά του ανθρώπου, ούτε έχει γνωρίσει ποτέ την λατρεία του ανθρώπου. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλο τίμημα πληρώνει ο Θεός ή πόσο έργο κάνει ή το πόσα παρέχει στον άνθρωπο, ο άνθρωπος δεν τα βλέπει και αδιαφορεί παντελώς γι’ αυτά. Ο άνθρωπος δεν έδωσε ποτέ την καρδιά του στον Θεό, θέλει απλώς να την φροντίζει ο ίδιος, να παίρνει τις δικές του αποφάσεις —κάτι που υποδηλώνει ότι ο άνθρωπος δεν θέλει να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού ούτε θέλει να υπακούσει στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, κι ούτε θέλει να λατρεύει τον Θεό ως Θεό. Αυτή είναι η κατάσταση του ανθρώπου σήμερα» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄). Η αποκάλυψη και κρίση των λόγων του Θεού με πόνεσε. Δυσκολεύτηκα ιδίως να χωνέψω τη φράση «εχθροί του Θεού». Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα εκτιθόμουν ως εχθρός του Θεού μετά από τόσα χρόνια πίστης, αλλά τα λόγια του Θεού αποκάλυψαν την αλήθεια. «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω» και «Μην κάνεις τίποτε χωρίς ανταμοιβή» ήταν σατανικά δηλητήρια που πίστευα. Είχα γίνει τόσο εγωίστρια, αισχρή και συμφεροντολόγα. Έβαζα τα συμφέροντά μου πρώτα και καλύτερα, και σκεφτόμουν αν θα κέρδιζα ευλογίες ή οφέλη. Έβαζα το συμφέρον μου πρώτο. Όταν έγινα πιστή, το έκανα για να λάβω χάρη κι ευλογίες. Όταν αποδέχτηκα το νέο έργο του Θεού, δεν ζήτησα κάτι απευθείας από τον Θεό, αλλά βαθιά μέσα μου ένιωθα ότι εφόσον δαπανούσα τον εαυτό μου, ο Θεός έπρεπε να με φυλάει και να μου δίνει όσες ευλογίες ήθελα. Σκεφτόμουν ότι το άξιζα μάλιστα, ότι εφόσον είχα πληρώσει το τίμημα, ο Θεός έπρεπε να με ανταμείψει, αλλιώς δεν ήταν δίκαιος. Όταν η οικογένειά μου ήταν σώα κι ασφαλής, έβλεπα τη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, έκανα το καθήκον μου με πολλή όρεξη και δεν με ένοιαζε όσο κι αν υπέφερα. Όταν πέθανε ο γιος μου, είδα ότι ο Θεός δεν προστάτευε την οικογένειά μου, γι’ αυτό Του κρατούσα κακία. Όταν ζημιώθηκε το συμφέρον μου, κατηγόρησα τον Θεό ότι δεν με φύλαγε. Χρησιμοποίησα τον κόπο και την ταλαιπωρία μου ως επιχείρημα στη συναλλαγή μου με τον Θεό. Ένιωθα ότι είχα εξασφαλίσει τη χάρη από τον Θεό, αλλά όταν με δυσαρέστησε, θύμωσα μαζί Του αμέσως, γκρίνιαζα και Τον παρεξηγούσα. Είδα ότι ήμουν εγωίστρια και κακόβουλη, χωρίς συνείδηση ή λογική. Ήμουν μη πιστή και οπωσδήποτε εχθρός του Θεού! Σκέφτηκα τον Παύλο που ταξίδεψε σε πολλά μέρη στην Ευρώπη για να διαδώσει το ευαγγέλιο, αλλά ο κόπος του ανταμείφθηκε από τις ευλογίες της βασιλείας του Θεού. Όταν έκανε αρκετό έργο, είπε «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα· του λοιπού μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος» (Προς Τιμόθεον Β΄ 4:7-8). Μα τι πράγμα είπε. Ο Παύλος εννοούσε ότι είχε υποφέρει πολύ για να διαδώσει το ευαγγέλιο, γι’ αυτό ο Θεός έπρεπε να τον στεφανώσει, γιατί το άξιζε, ειδάλλως ο Θεός δεν ήταν δίκαιος. Αυτό το είπε για να εκβιάσει τον Θεό και στην ουσία προκαλούσε ανοιχτά τον Θεό. Στο τέλος, προσέβαλε τη διάθεση του Θεού και τιμωρήθηκε. Κι εγώ το ίδιο έκανα. Κατηγορούσα τον Θεό επειδή δεν έβλεπα τη χάρη και τις ευλογίες Του. Τον έκρινα μέσα μου ως άδικο. Δεν βάδιζα στο ίδιο μονοπάτι με τον Παύλο;

Κατόπιν, διάβασα κι άλλα λόγια του Θεού: «Δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του καθήκοντος του ανθρώπου και του αν αυτός είναι ευλογημένος ή καταραμένος. Καθήκον είναι αυτό που ο άνθρωπος οφείλει να εκπληρώσει· είναι η αποστολή που του στάλθηκε από τον ουρανό και δεν πρέπει να εξαρτάται από την ανταμοιβή, τους όρους ή την αιτία. Μόνο τότε κάνει το καθήκον του. Ευλογία είναι όταν κάποιος τελειώνεται και απολαμβάνει τις ευλογίες του Θεού αφότου κριθεί. Κατάρα είναι όταν η διάθεση κάποιου δεν αλλάζει αφότου παιδευτεί και κριθεί, είναι όταν δεν βιώνει την τελείωση, αλλά τιμωρείται. Όμως, ανεξάρτητα από το αν ευλογούνται ή δέχονται κατάρα, τα δημιουργημένα όντα οφείλουν να εκπληρώνουν το καθήκον τους, κάνοντας αυτά που οφείλουν να κάνουν και κάνοντας αυτά που μπορούν να κάνουν· αυτό είναι το ελάχιστο που οφείλει να κάνει ένας άνθρωπος που αναζητά τον Θεό. Δεν θα έπρεπε να κάνεις το καθήκον σου μόνο για να είσαι ευλογημένος και δεν θα έπρεπε να αρνείσαι να ενεργήσεις από φόβο μη γίνεις καταραμένος. Επιτρέψτε Μου να σας πω το εξής: Το να εκτελεί ο άνθρωπος το καθήκον του είναι αυτό που οφείλει να κάνει, και αν είναι ανίκανος να εκτελέσει το καθήκον του, τότε αυτό συνιστά την παρακοή του» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η διαφορά μεταξύ της διακονίας του ενσαρκωμένου Θεού και του καθήκοντος του ανθρώπου). Είναι αλήθεια. Το καθήκον είναι αποστολή από τον Θεό και ευθύνη. Είναι σωστό και πρέπον, όπως η αγάπη των παιδιών προς τους γονείς τους. Δεν γνωρίζει όρους. Ως δημιούργημα, το να κάνω θυσίες κατά το καθήκον μου είναι ευθύνη και υποχρέωσή μου. Δεν πρέπει να τις βλέπω ως επιχείρημα για να κάνω συμφωνία με τον Θεό. Είτε απολαμβάνω ευλογίες είτε συναντώ συμφορές, πρέπει να υποτάσσομαι στην κυριαρχία του Θεού και να κάνω το καθήκον μου. Από τη γέννηση ως τον θάνατο, στην τύχη ή στην ατυχία, είτε κάποιος πιστεύει είτε όχι, θα συναντήσει πολλές αντιξοότητες στη ζωή του. Ο πρόωρος θάνατος του γιου μου και οι άλλες συμφορές στην οικογένειά μου ήταν απολύτως φυσιολογικές. Μα η επιθυμία μου για ευλογίες ήταν τόσο μεγάλη που έκανα παραπάνω θυσίες και ένιωθα ότι συνέβαλα πολύ, γι’ αυτό ήθελα ο Θεός να με ανταμείψει. Παρεξήγησα και κατηγορούσα τον Θεό, όταν δεν τις έλαβα. Είδα πόσο εγωίστρια εκ φύσεως ήμουν και τι παράλογη άποψη είχα. Αναλογίστηκα τι τεράστια οδύνη και εξευτελισμό υπέφερε ο Θεός που ενσαρκώθηκε δύο φορές για να μας σώσει, αλλά δεν είπε πόσο αίμα, ιδρώτα και δάκρυα έχυσε ως τίμημα. Απλώς εκφράζει σιωπηλά αλήθειες και κάνει το έργο Του για να σώσει την ανθρωπότητα. Η αγάπη Του για μας είναι μεγάλη! Ως πιστή εδώ και χρόνια, απόλαυσα τόση χάρη και ευλογίες από τον Θεό και τόσο πότισμα και θρέψη από την αλήθεια, μα ήθελα να εκμεταλλευτώ τις μικρές μου θυσίες για να απαιτήσω από τον Θεό ευλογίες και την προστασία της οικογένειάς μου. Δεν είχα καθόλου τσίπα και καμία λογική. Ένιωσα τύψεις κι ενοχές όσο το σκεφτόμουν. Θυμήθηκα τα εξής λόγια του Θεού: «Εκείνοι που δεν έχουν ανθρώπινη φύση, είναι ανίκανοι να αγαπήσουν πραγματικά τον Θεό. Όταν το περιβάλλον είναι ασφαλές ή σταθερό, ή υπάρχουν οφέλη για να αποκομίσουν, υπακούουν πλήρως στον Θεό, αλλά μόλις αυτό που επιθυμούν υπονομεύεται ή τελικά αντικρούεται, αμέσως επαναστατούν. Ακόμη και μέσα σε μία μόνο νύχτα, μπορούν να μεταμορφωθούν από ένα χαμογελαστό, “καλοκάγαθο” άτομο σε έναν άσχημο και άγριο δολοφόνο, αντιμετωπίζοντας ξαφνικά τον μέχρι πρότινος ευεργέτη τους ως θανάσιμο εχθρό τους, χωρίς λόγο και αιτία. Εάν δεν εκδιωχθούν αυτοί οι δαίμονες, αυτοί οι δαίμονες που θα σκότωναν χωρίς δεύτερη σκέψη, δεν θα γίνουν κρυφός κίνδυνος;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Το έργο του Θεού και οι πράξεις του ανθρώπου). Τα λόγια του Θεού με έκαναν να μην έχω πού να κρυφτώ. Ήμουν αυτός ακριβώς ο τύπος ανθρώπου. Πίστευα για να κερδίσω ευλογίες, και όταν δεν εκπληρωνόταν οι επιθυμίες μου, όταν μια ατυχία έβρισκε την οικογένειά μου, αντιτασσόμουν αμέσως στον Θεό και Του κρατουσα κακία, Του φερόμουν σαν να ήταν εχθρός. Τα λόγια του Θεού μού αποκάλυψαν το πραγματικό μου πρόσωπο. Τελικά, αντιτασσόμουν στον Θεό εκ φύσεως. Όταν το κατάλαβα, γέμισα τύψεις κι ενοχές. Γονάτισα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα: «Θεέ μου, είμαι το είδος του ανθρώπου που δεν έχει ανθρώπινη φύση, το οποίο περιγράφεις. Θέλησα να εκμεταλλευτώ τη μικρή μου προσφορά σ’ Εσένα. Σε εξαπατούσα και Σου αντιστεκόμουν. Σου χρωστάω τόσα! Θεέ μου, θέλω να μετανοήσω. Όποιες κι αν είναι οι διευθετήσεις Σου θα υποταχθώ και θα κάνω το καθήκον μου για να ξεπληρώσω την αγάπη Σου!» Κατόπιν, προσευχόμουν στον Θεό και διάβαζα τα λόγια Του. Έβαλα τα δυνατά μου να κάνω το καθήκον μου. Έτσι, ξαναβρήκα τη γαλήνη και τη χαρά μου και δεν με βασάνιζε ο πόνος από τον χαμό του γιου μου.

Παρόλο που έζησα μια οδυνηρή εμπειρία, αυτή ακριβώς η συμφορά μου έδειξε τον αισχρό στόχο μου να επιδιώκω ευλογίες, τη διαφθορά στην πίστη μου, και κατανόησα κάπως τη σατανική μου φύση που αντιστεκόταν στον Θεό. Χωρίς αυτές τις αντιξοότητες, χωρίς την αποκάλυψη των γεγονότων, δεν θα είχα δει το αληθινό μου ανάστημα. Αυτή η εμπειρία όντως μου δίδαξε ότι τα δυσάρεστα πράγματα που μας βρίσκουν κρύβουν πολλές αλήθειες. Πίσω από αυτά βρίσκεται η αγάπη και η σωτηρία του Θεού. Δόξα τω Θεώ!

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση