Τα συναισθήματά μου θόλωσαν την κρίση μου
Γεια σου
Χούι Τζουάν,
Πήρα την επιστολή σου. Έγραψες ότι τα παιδιά μας έχουν αποπεμφθεί από την εκκλησία. Στην αρχή δεν μπορούσα να το δεχτώ. Θυμάμαι πριν λίγα χρόνια, όταν ήρθα σπίτι, ο Ζιάο Τάο και η Ζιάο Μιν συναθροίζονταν και έκαναν καθήκοντα, οπότε τελικά πώς αποπέμφθηκαν; Αν και δεν επιδίωκαν πραγματικά την αλήθεια, ήταν αληθινοί στην πίστη. Μήπως ο επικεφαλής ζητούσε πάρα πολλά; Ήταν λάθος η αποπομπή τους; Είχα παράπονα ακόμα και σ’ εσένα. Τα παιδιά μας ακολουθούσαν τα εγκόσμια, νοιάζονταν μόνο για το κυνήγι του χρήματος, και δεν ήθελαν να κάνουν καθήκον ή να φάνε και να πιουν απ’ τον λόγο του Θεού. Αναρωτιόμουν γιατί δεν είχες συναναστραφεί μαζί τους. Πίστευα πως αν ήμουν σπίτι, θα τα βοηθούσα περισσότερο και δεν θα τα άφηνα να φτάσουν στο σημείο να αποπεμφθούν. Αυτές οι σκέψεις γέμιζαν το κεφάλι μου, και τη νύχτα ξάπλωνα χωρίς να μπορώ να κοιμηθώ· με στοίχειωναν οι ευτυχισμένες αναμνήσεις μας, που τραγουδούσαμε ύμνους του Θεού, τρώγαμε και πίναμε απ’ τον λόγο Του. Θυμάμαι που σου είπα ότι ήλπιζα η οικογένειά μας να επιδιώξει την αλήθεια, να σωθεί, και να ζήσει στη βασιλεία του Θεού, και πόσο υπέροχο θα ήταν αυτό. Δεν το περίμενα ότι, καθώς επρόκειτο να ολοκληρωθεί το έργο του Θεού, τα παιδιά μας θα εκτίθεντο ως μη πιστοί και θα αποπέμπονταν από την εκκλησία. Αυτό δεν σήμαινε ότι θα έχαναν την ευκαιρία για σωτηρία; Όσο το σκεφτόμουν, τόσο αναστατωνόμουν. Καθώς αυξάνονταν οι καταστροφές και μαίνονταν η πανδημία, ανησυχούσα ιδιαίτερα για το μέλλον των παιδιών μας. Ήθελα μέχρι και να γράψω επιστολή στον επικεφαλής της εκκλησίας, ζητώντας να παραμείνουν τα παιδιά μας στην υπηρεσία της εκκλησίας, ώστε να υπάρχει κάποια ελπίδα για τη σωτηρία τους. Καθώς ήμουν χρόνια εκτός υπηρεσίας λόγω των συλλήψεων του ΚΚΚ, πίστευα ότι δεν τα είχα φροντίσει και ότι δεν είχα εκπληρώσει τις ευθύνες μου ως πατέρας. Θεωρούσα ότι τους το χρωστούσα. Χούι Τζουάν, ήξερες ότι όσο ζούσα σ’ αυτήν την κατάσταση, η καρδιά μου ήταν γεμάτη σκοτάδι και θλίψη, και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο καθήκον μου; Συνειδητοποίησα ότι είχα λάθος κατάσταση, οπότε προσευχήθηκα: «Θεέ μου! Με πονάει το ότι τα παιδιά μου έχουν αποπεμφθεί από την εκκλησία. Αν και γνωρίζω ότι Εσύ το επιτρέπεις αυτό και ότι πρέπει να υποταχθώ, δεν μπορώ να ξεχάσω τα παιδιά μου και νιώθω ότι τους χρωστάω πολλά. Θεέ μου! Διαφώτισέ με να καταλάβω την αλήθεια σ’ αυτό το θέμα και να μη με περιορίζουν τα αισθήματά μου».
Αφού προσευχήθηκα, διάβασα τον λόγο Του. «Η άσκηση του Ιώβ ήταν αναλυτική, έτσι δεν είναι; Ας μιλήσουμε καταρχάς για το πώς συμπεριφερόταν στα παιδιά του. Στόχος του ήταν να υποτάσσεται στην ενορχήστρωση και τις ρυθμίσεις του Θεού σε όλα τα θέματα. Δεν έπαιρνε εξ ανάγκης την πρωτοβουλία να κάνει κάτι που δεν έκανε ο Θεός, ούτε έκανε σχέδια ή υπολογισμούς με βάση τις ανθρώπινες ιδέες. Σε όλα τα ζητήματα, περίμενε την ενορχήστρωση και τις ρυθμίσεις του Θεού και συμμορφωνόταν μ’ αυτά. Αυτή ήταν η γενική του αρχή. […] Πώς συμπεριφερόταν ο Ιώβ στα παιδιά του; Απλώς εκπλήρωνε την ευθύνη του ως πατέρας και μοιραζόταν το ευαγγέλιο και συναναστρεφόταν πάνω στην αλήθεια μαζί τους. Ωστόσο, είτε τον άκουγαν είτε όχι, είτε υπάκουαν είτε όχι, ο Ιώβ δεν τα ανάγκασε να πιστέψουν στον Θεό —δεν τα παρέσυρε με κλωτσιές και ουρλιαχτά, ούτε παρενέβη στη ζωή τους. Οι ιδέες κι οι απόψεις τους ήταν διαφορετικές από τις δικές του, επομένως δεν παρενέβη στο τι έκαναν, δεν παρενέβη στο τι είδους μονοπάτι ακολουθούσαν. Μιλούσε σπάνια ο Ιώβ στα παιδιά του σχετικά με την πίστη στον Θεό; Σίγουρα έκανε αρκετές κουβέντες μαζί τους γι’ αυτό, όμως αρνήθηκαν ν’ ακούσουν και δεν τις δέχτηκαν. Ποια ήταν η στάση του Ιώβ απέναντι σ’ αυτό; Είπε: “Εγώ εκπλήρωσα την ευθύνη μου. Όσον αφορά τι είδους μονοπάτι μπορούν ν’ ακολουθήσουν, αυτό εξαρτάται από το τι θα επιλέξουν εκείνα κι εναπόκειται στις ενορχηστρώσεις και τις ρυθμίσεις του Θεού. Εάν ο Θεός δεν εργαστεί ή δεν τα παρακινήσει, εγώ δεν θα προσπαθήσω να τα εξαναγκάσω”. Επομένως, ο Ιώβ δεν προσευχήθηκε γι’ αυτά ενώπιον του Θεού, ούτε έχυσε δάκρυα αγωνίας, ούτε νήστεψε γι’ αυτά ούτε υπέφερε με οποιονδήποτε τρόπο. Δεν τα έκανε αυτά. Γιατί δεν έκανε τίποτα απ’ αυτά ο Ιώβ; Επειδή δεν ήταν τρόποι υποταγής στην εξουσία και τις ρυθμίσεις του Θεού. Όλα προέρχονταν από ανθρώπινες ιδέες, ήταν τρόποι για ν’ ανοίξει κάποιος τον δρόμο ώστε να βρεθεί εκβιαστικά στο προσκήνιο. […] Η μέθοδος άσκησής του ήταν σωστή. Με όποιον τρόπο κι αν ασκείτο, με όποια άποψη, στάση και κατάσταση κι αν αντιμετώπιζε τα πάντα, ήταν διαρκώς έτοιμος να υποταχθεί, ν’ αναμείνει, ν’ αναζητήσει και να κατακτήσει γνώσεις. Αυτή η στάση είναι πολύ σημαντική. Εάν οι άνθρωποι δεν έχουν ποτέ αυτού του είδους τη στάση σε οτιδήποτε κάνουν, κι έχουν ιδιαίτερα ισχυρές προσωπικές ιδέες και θέτουν τα προσωπικά τους κίνητρα και οφέλη πάνω απ’ όλα, τότε υποτάσσονται πραγματικά; (Όχι.) Δεν μπορεί να δει κανείς γνήσια υποταγή σε τέτοιου είδους ανθρώπους· αδυνατούν να επιτύχουν γνήσια υποταγή» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Οι αρχές της άσκησης της υποταγής στον Θεό). Από τον λόγο Του που αποκαλύπτει την εμπειρία του Ιώβ, ένιωσα ταπείνωση και ντροπή. Ο Ιώβ δεν βασιζόταν στο συναίσθημα όσον αφορά τα παιδιά του και μπορούσε να είναι λογικός. Αν και ήλπιζε ότι τα παιδιά του θα πίστευαν στον Θεό και θα έμεναν μακριά από το κακό για να μην αμαρτάνουν υπερβολικά και να μην καταστραφούν, όταν είδε ότι δεν λάτρευαν τον Θεό και ζούσαν στην ακολασία, δεν τα ανάγκασε να αλλάξουν τρόπο ζωής ούτε να πάρουν συγκεκριμένο μονοπάτι. Υποτάχθηκε στις ρυθμίσεις του Θεού και δεν αμάρτησε εναντίον του Θεού. Όταν τα παιδιά του συντρίφτηκαν μέχρι θανάτου, δεν κατηγόρησε τον Θεό. Στον χειρισμό των παιδιών του, ο Ιώβ σεβάστηκε και υπάκουσε τον Θεό. Και όμως, όταν έμαθα ότι ο γιος μου είχε εγκαταλείψει την εκκλησία για τα εγκόσμια και η κόρη μου είχε αποπεμφθεί, εστίασα στα σαρκική μου αισθήματα για την οικογένεια. Σκέφτηκα πώς θα μπορούσαν να διατηρήσουν ελπίδα για ευλογία. Είτε η πίστη τους ήταν ειλικρινής είτε όχι, είτε επιδίωκαν είτε όχι την αλήθεια, ήθελα απλώς να παραμείνουν στην εκκλησία. Ήθελα μέχρι και ο επικεφαλής να τους δώσει άλλη μια ευκαιρία, να τους αφήσει στην υπηρεσία της εκκλησίας με οποιονδήποτε τρόπο. Για τα παιδιά μου, ήθελα απλώς να σώσω την κατάσταση με ανθρώπινες μεθόδους. Δεν υποτασσόμουν στην κυριαρχία του Θεού ή στις ρυθμίσεις του. Ειδικά όταν ανακάλυψα ότι τα παιδιά μου είχαν χαρακτηριστεί ως μη πιστοί, όχι μόνο δεν αναζήτησα την αλήθεια για να διακρίνω την ουσία τους, αλλά ζούσα σε παρανόηση, αμφιβάλλοντας αν ο επικεφαλής είχε χειριστεί δίκαια τα πράγματα, και έχασα το κίνητρό μου για το καθήκον μου. Η καρδιά μου είχε χώρο μόνο για τα παιδιά μου· όχι για τον Θεό. Θυμήθηκα τις σαφείς απαιτήσεις των διοικητικών διαταγμάτων του Θεού. «Οι συγγενείς που δεν είναι πιστοί (τα τέκνα σου, ο σύζυγος ή η σύζυγός σου, οι αδελφές σου ή οι γονείς σου κλπ.) δεν θα πρέπει να εξαναγκάζονται προκειμένου να συμμετέχουν στην εκκλησία. Του οίκου του Θεού δεν του λείπουν μέλη και δεν είναι ανάγκη να αυξηθεί ο αριθμός τους με ανθρώπους που δεν έχουν καμία χρησιμότητα. Όσοι δεν πιστεύουν πρόθυμα, δεν πρέπει να οδηγούνται στην εκκλησία. Το διάταγμα αυτό απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους. Ως προς αυτό, θα πρέπει να ελέγχετε, να παρακολουθείτε και να υπενθυμίζετε ο ένας στον άλλο το παρόν διάταγμα, και κανείς δεν επιτρέπεται να το παραβιάζει» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι δέκα κανονιστικές διατάξεις που πρέπει να τηρεί ο εκλεκτός λαός του Θεού την Εποχή της Βασιλείας). Είπες στην επιστολή σου ότι άλλοι τους είχαν υποστηρίξει πολύ, και οι ίδιοι είχαν επιλέξει να μην μετανοήσουν, να μη διαβάζουν τα λόγια του Θεού και να μη συναθροίζονται. Αυτό έδειχνε ήδη ότι ήταν μη πιστοί, μα αγνόησα τον λόγο του Θεού και ήθελα λόγω συναισθήματος να τους κρατήσω στην εκκλησία. Ήμουν τόσο επαναστατικός. Δεν μπορώ να συνεχίσω να βασίζομαι στο συναίσθημα. Σχετικά με τα παιδιά μας πρέπει να είμαι σαν τον Ιώβ, να αναζητώ την αλήθεια και να υποτάσσομαι στις ρυθμίσεις του Θεού. Αυτήν τη σύνεση θα έπρεπε να έχω.
Στη συνέχεια, σκέφτηκα όλους όσοι έχουν εκτεθεί και αποκλειστεί τα τελευταία χρόνια. Όταν έβλεπα τα ειδοποιητήρια αποπομπής από τον οίκο του Θεού, δεν είχα αντιλήψεις. Ήξερα ότι ο Θεός είναι δίκαιος και ότι στον οίκο Του βασιλεύει η αλήθεια και δεν αδικείται κανείς. Μα όταν είδα τα παιδιά μας να αποπέμπονται, γιατί δεν υποτάχθηκα στον Θεό ούτε επαίνεσα τη δικαιοσύνη Του, αμφιβάλλοντας λόγω συναισθήματος για το αν η εκκλησία είχε χειριστεί δίκαια τα πράγματα; Διάβασα τα λόγια του Θεού: «Τι χαρακτηρίζει τα συναισθήματα; Σίγουρα όχι κάτι θετικό. Είναι η εστίαση στις φυσικές σχέσεις και στην ικανοποίηση των προτιμήσεων της σάρκας. Η ευνοιοκρατία, οι δικαιολογίες για τους άλλους, η υπερβολική αδυναμία, τα κανακέματα και η τέρψη, όλα αυτά εμπίπτουν στα συναισθήματα. Μερικοί άνθρωποι έχουν σε μεγάλη εκτίμηση τα συναισθήματα, αντιδρούν σε ό,τι τους συμβαίνει με βάση τα συναισθήματά τους. Μέσα τους, ξέρουν πολύ καλά ότι αυτό είναι λάθος, και όμως εξακολουθούν να μην μπορούν να είναι αντικειμενικοί, πόσο μάλλον να ενεργούν σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές. Όταν οι άνθρωποι κυβερνώνται διαρκώς από το συναίσθημα, είναι ικανοί να κάνουν πράξη την αλήθεια; Αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο. Η αδυναμία πολλών να κάνουν πράξη την αλήθεια οφείλεται στα συναισθήματα. Τα θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικά, τα βάζουν πρώτα. Είναι αυτοί άνθρωποι που αγαπούν την αλήθεια; Σίγουρα όχι. Τι είναι τα συναισθήματα, στην ουσία; Είναι ένα είδος διεφθαρμένης διάθεσης. Οι εκδηλώσεις των συναισθημάτων μπορούν να περιγραφούν χρησιμοποιώντας αρκετές λέξεις: ευνοιοκρατία, υπερπροστασία, διατήρηση σωματικών σχέσεων, μεροληψία· αυτά είναι τα συναισθήματα. Ποιες είναι οι πιθανές συνέπειες του να έχουν οι άνθρωποι συναισθήματα και να ζουν βάσει αυτών; Γιατί ο Θεός αποστρέφεται τόσο τα συναισθήματα των ανθρώπων; Μερικοί άνθρωποι, που τους κατευθύνουν διαρκώς τα συναισθήματά τους, δεν μπορούν να κάνουν πράξη την αλήθεια και, μολονότι επιθυμούν να υπακούσουν τον Θεό, δεν το μπορούν. Έτσι, υποφέρουν συναισθηματικά. Υπάρχουν μάλιστα πολλοί άνθρωποι που κατανοούν την αλήθεια αλλά δεν μπορούν να την κάνουν πράξη. Και αυτό συμβαίνει επειδή τους κατευθύνουν τα συναισθήματα. Όλοι όσοι επιδιώκουν την αλήθεια θέλουν ν’ αποβάλουν τα συναισθήματά τους, όμως αυτό δεν είναι απλή υπόθεση. Δεν αρκεί απλώς να είναι κανείς απαλλαγμένος από τους περιορισμούς του —εμπλέκεται κι η φύση κι η διάθεσή του. Όταν μερικοί άνθρωποι περνούν όλη την ώρα με το να τους λείπει η οικογένειά τους και τη σκέφτονται μέρα και νύχτα και παύουν να εκτελούν σωστά το καθήκον τους, είναι αυτό πρόβλημα; Όταν κάποιοι άνθρωποι έχουν μια κρυφή αγάπη για κάποιον, κι αυτό το άτομο είναι το μόνο στην καρδιά τους, κι αυτό επηρεάζει την εκτέλεση του καθήκοντός τους, είναι αυτό πρόβλημα; Όταν μερικοί άνθρωποι λατρεύουν και θαυμάζουν ένα συγκεκριμένο άτομο και δεν ακούνε κανέναν άλλο —μόνο αυτό το άτομο— κι ούτε καν τα λόγια του Θεού δεν τους αγγίζουν, κι είναι υπό τον έλεγχο αυτού του ατόμου, είναι αυτό πρόβλημα; Μέσα στην καρδιά τους, μερικοί άνθρωποι έχουν για είδωλο ένα συγκεκριμένο άτομο. Γι’ αυτούς, το άτομο αυτό είναι πέρα από κάθε μομφή ή κριτική. Εάν τυχόν αναφέρετε προβλήματα σχετικά με το άτομο αυτό, αρπάζονται αμέσως. Δεν παραλείπουν ποτέ να υπερασπιστούν το είδωλό τους, να ισχυριστούν το αντίθετο απ’ όσα ειπώθηκαν. Δεν μπορούν ποτέ να επιτρέψουν τον “διασυρμό” του ειδώλου τους και κάνουν ό,τι μπορούν για να προστατεύσουν το καλό του όνομα, ισχυριζόμενοι ότι το λάθος είναι σωστό, μην αφήνοντας τους άλλους να πουν την αλήθεια, ούτε να εκθέσουν το είδωλό τους. Είναι προκατειλημμένοι —μιλούν τα συναισθήματά τους» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;). Απ’ τον λόγο Του κατάλαβα ότι τα συναισθήματα ανήκουν σε μια σατανική διεφθαρμένη διάθεση, και ότι βασιζόμενος σ’ αυτά, δεν βλέπεις δίκαια τα πράγματα ή τους ανθρώπους, μα αναπτύσσεις προκαταλήψεις και ευνοιοκρατία, και θα παραβιάσεις τις αρχές για να προστατεύσεις τις σαρκικές σου σχέσεις. Ακριβώς όπως όταν έμαθα ότι είχαν αποπεμφθεί τα παιδιά μας, δεν αναζήτησα το θέλημα του Θεού, τα μαθήματα που θα έπρεπε να πάρω ή σε ποια αλήθεια να εισέλθω. Αντ’ αυτού, φαντάστηκα ότι ο επικεφαλής ενεργούσε χωρίς αρχές. Ανησυχούσα ότι τα παιδιά μας είχαν αδικηθεί και ήθελα να δώσω συνέχεια γράφοντας μια επιστολή στον επικεφαλής, ζητώντας να τα απαλλάξει και να τους επιτρέψει να συνεχίσουν να κάνουν καθήκον στην εκκλησία. Είδα ότι το να ενεργώ συναισθηματικά σε σχέση με τα παιδιά μου ήταν προκατάληψη και ευνοιοκρατία, δεν είχε αρχές. Μετά από τόσα χρόνια στην πίστη, ήξερα ότι η εκκλησία έχει αρχές για την αποπομπή ανθρώπων και ότι το κάνει για τη συνολική συμπεριφορά, όχι για ένα στιγμιαίο ολίσθημα. Μόνο αν κάποιος δεν μετανοεί μετά από εκτεταμένη βοήθεια και συναναστροφή, και τελικά χαρακτηρίζεται ως κακοποιός ή μη πιστός, θα αντιμετωπιστεί σύμφωνα με τις αρχές, και μόνο με την έγκριση τουλάχιστον του 80% της εκκλησίας μπορεί να αποπεμφθεί κάποιος. Αυτό είναι δίκαιο και σύμφωνο με την αλήθεια. Σκέφτηκα τον γιο μας, που τον είχα ρωτήσει γιατί βγήκε έξω για να κάνει ένα καθήκον. Μου είπε: «Βγήκα να κάνω ένα καθήκον γιατί μου έλειψες». Είδα ότι δεν είχε θέση για τον Θεό στην καρδιά του, ότι δεν αγαπούσε την αλήθεια, και ότι δεν έκανε το καθήκον του για να επιδιώξει την αλήθεια. Όταν είδε ότι ο οίκος του Θεού συναναστρεφόταν την αλήθεια και αυτό δεν ικανοποιούσε τις επιθυμίες του, θέλησε να εγκαταλείψει το καθήκον του. Οι επικεφαλής του είχαν συναναστραφεί μαζί του τόσο πολύ, μα δεν άκουγε. Όταν γύριζε σπίτι, έπαιζε παιχνίδια αντί να διαβάζει τον λόγο του Θεού. Ήταν μη πιστός. Έτσι και η κόρη μας, πίστευε για πάνω από μια δεκαετία αλλά σπάνια έτρωγε ή έπινε από τον λόγο του Θεού και οι απόψεις της ήταν σαν των μη πιστών. Αν και περιστασιακά έκανε το καθήκον της, αν δεν συμφωνούσε με τις αντιλήψεις της ή επηρέαζε τα συμφέροντά της, δεν το έκανε. Δεν είχε αληθινή πίστη στον Θεό και ήταν, στην ουσία, κι αυτή μη πιστή. Θυμάμαι που ο Θεός είχε πει κάποτε: «Όταν ο Θεός κατατάσσει όντως έναν άνθρωπο ως κάποιον που έχει παραιτηθεί από την πίστη, το θέμα δεν είναι απλώς ότι έχει εγκαταλείψει τον οίκο Του, ότι δεν εμφανίζεται πια κι έχει διαγραφεί από τα μέλη της εκκλησίας. Το γεγονός είναι ότι αν κάποιος δεν διαβάζει τα λόγια του Θεού, τότε, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη είναι η πίστη του, κι ανεξάρτητα από το αν ομολογεί ότι πιστεύει στον Θεό, φαίνεται σαν να μην αναγνωρίζει μέσα του ότι υπάρχει Θεός ή ότι τα λόγια Του είναι η αλήθεια. Για τον Θεό, το άτομο αυτό έχει ήδη αποτραβηχθεί και δεν υπολογίζεται πλέον. Όσοι δεν διαβάζουν τα λόγια του Θεού είναι ένα είδος ανθρώπων που έχουν αποτραβηχθεί. […] Υπάρχει ένα ακόμη είδος: όσοι αρνούνται να εκτελέσουν καθήκοντα. Ό,τι κι αν τους ζητήσει ο οίκος του Θεού, ό,τι είδος δουλειάς κι αν τους βάλει να κάνουν, ό,τι καθήκον κι αν τους βάλει να εκτελέσουν, τόσο σε μεγάλα όσο και σε μικρά ζητήματα, ακόμη και για κάτι τόσο απλό όπως το να τους αναθέσει να μεταφέρουν περιστασιακά κάποιο μήνυμα —δεν θέλουν να το κάνουν. Αυτοί, που αυτοαποκαλούνται πιστοί στον Θεό, δεν μπορούν καν να κάνουν καθήκοντα που θα μπορούσες να ζητήσεις από έναν άπιστο. Αρνούνται έτσι ν’ αποδεχτούν την αλήθεια, αρνούνται να εκτελέσουν το καθήκον. Όσο κι αν τους παροτρύνουν οι αδελφοί κι οι αδελφές, εκείνοι αρνούνται και δεν το δέχονται. Όταν η εκκλησία κανονίζει να εκτελέσουν κάποιο καθήκον, το αγνοούν και προβάλλουν άφθονες δικαιολογίες. Είναι το είδος ανθρώπων που αρνούνται να εκτελέσουν καθήκοντα. Για τον Θεό, οι άνθρωποι αυτοί έχουν ήδη αποτραβηχθεί. Η απόσυρσή τους δεν οφείλεται στο ότι ο οίκος του Θεού τούς έχει απομακρύνει ή τους έχει διαγράψει από τα μέλη του. Αντίθετα, αυτοί είναι που δεν έχουν πλέον αληθινή πίστη —δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως πιστό του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο δωδέκατο). «Ποιος είναι ο Σατανάς, ποιοι είναι οι δαίμονες και ποιοι είναι οι εχθροί του Θεού, αν όχι οι ανθιστάμενοι που δεν πιστεύουν στον Θεό; Δεν είναι αυτοί που είναι ανυπάκουοι στον Θεό; Δεν είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι πιστεύουν, κι όμως στερούνται αλήθειας; Δεν είναι εκείνοι που αναζητούν απλώς να αποκτήσουν ευλογίες, ενώ δεν είναι σε θέση να καταθέτουν μαρτυρία για τον Θεό; Εξακολουθείς να συναναστρέφεσαι με αυτούς τους δαίμονες σήμερα και να τρέφεις συνείδηση και αγάπη προς αυτούς, μα, σ’ αυτήν την περίπτωση, δεν έχεις καλές προθέσεις προς τον Σατανά; Δεν έχεις γίνει ένα με τους δαίμονες; Αν οι άνθρωποι αυτές τις μέρες εξακολουθούν να αδυνατούν να διακρίνουν το καλό από το κακό, και συνεχίζουν να είναι στοργικοί και ελεήμονες στα τυφλά, χωρίς καμία πρόθεση να αναζητήσουν το θέλημα του Θεού ή να είναι σε θέση να τρέφουν, με οποιοδήποτε τρόπο, τις προθέσεις του Θεού ως δικές τους, τότε η κατάληξή τους θα είναι ακόμα πιο καταστροφική» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ο Θεός και ο άνθρωπος θα εισέλθουν στην ανάπαυση μαζί).
Χούι Τζουάν, διαβάζοντας αυτά τα λόγια του Θεού είδα πόσο ανόητος ήμουν. Ήθελα να κρατήσω με ανθρώπινα μέσα τα παιδιά μας στην εκκλησία, σκεπτόμενος ότι αν υπηρετήσουν την εκκλησία, ίσως στο τέλος σωθούν. Αλλά με τον λόγο του Θεού, βλέπω πόσο παράλογο ήταν το σκεπτικό μου. Όλους όσοι πιστεύουν στον Θεό μα δεν διαβάζουν τον λόγο Του ή δεν κάνουν καθήκον δεν τους αναγνωρίζει ως πιστούς, ακόμη και αν δεν έχουν ακόμη αποπεμφθεί, καθώς έχουν ήδη αποσυρθεί στα μάτια του Θεού. Το συνέκρινα αυτό με τη συμπεριφορά των παιδιών μας. Μετά από τόσα χρόνια πίστης, ο Ζιάο Τάο ακολουθούσε τα εγκόσμια και δεν διάβαζε τον λόγο του Θεού ούτε έκανε καθήκον. Δεν αγαπούσε καθόλου την αλήθεια, είχε ουσιαστικά κουραστεί από αυτήν και ήταν μη πιστός. Η Ζιάο Μιν πίστευε χρόνια, μα δεν διάβαζε τα λόγια του Θεού, και μόνο αυτό αρκούσε για να αποπεμφθεί ως μη πιστή. Ο οίκος του Θεού δεν χρειάζεται τέτοιους ανθρώπους για να πληθύνει, πόσο μάλλον την υπηρεσία τέτοιων μη πιστών. Ακόμη και αν δεν είχαν αποπεμφθεί, ο Θεός δεν θα τους είχε αναγνωρίσει ως πιστούς. Θα έπρεπε τους διακρίνω, να σταθώ στο πλευρό του Θεού βλέποντας τα πράγματα σύμφωνα με τις αρχές και την αλήθεια, και να υποταχθώ στην κυριαρχία Του. Αλλά βασίστηκα στα συναισθήματά μου, και χωρίς να γνωρίζω τα γεγονότα, υποψιάστηκα πως ήταν λάθος η αποπομπή τους και ήθελα αυτοί οι μη πιστοί να παραμείνουν στην εκκλησία. Πάντα προστάτευα τις σαρκικές μου σχέσεις. Δεν ανακατευόμουν με δαίμονες, δείχνοντας καλές προθέσεις και αγάπη προς τον Σατανά, όπως ακριβώς αποκάλυψε ο Θεός; Δεν ξεχώριζα το σωστό απ’ το λάθος, συναναστρεφόμουν με δαίμονες και ουσιαστικά αντιστεκόμουν στον Θεό. Με αυτές τις συνειδητοποιήσεις κατάλαβα πλήρως ότι η αποπομπή του Ζιάο Τάο και της Ζιάο Μιν ήταν σύμφωνη με τον λόγο του Θεού, τις αρχές της αλήθειας.
Αναρωτήθηκα επίσης γιατί ένιωθα τόσες ενοχές και ντροπή όταν αποπέμφθηκαν τα παιδιά μας, και γιατί ένιωθα ότι δεν είχα εκπληρώσει τις ευθύνες μου ως πατέρας, νομίζοντας ότι αν είχα χρόνο να γυρίσω σπίτι και να τα συναναστραφώ και να τα βοηθήσω περισσότερο, δεν θα είχαν φτάσει σ’ αυτό το σημείο. Χούι Τζουάν, είναι η κατάστασή σου ίδια με τη δική μου; Αργότερα, διάβασα τα λόγια του Θεού που εκθέτουν κι αναλύουν το σκεπτικό των ανθρώπων και είδα ότι είχα επηρεαστεί απ’ την παραδοσιακή αντίληψη «Το να ταΐζεις χωρίς να διδάσκεις είναι λάθος του πατέρα». Τα λόγια του Θεού λένε: «“Είναι λάθος του πατέρα να παρέχει μόνο τροφή χωρίς εκπαίδευση”. Τι είδους πρόταση είναι αυτή; Ποιο είναι το λάθος της; Η πρόταση αυτή σημαίνει ότι αν ένα παιδί είναι ανυπάκουο ή ανώριμο, αυτό οφείλεται στην αμέλεια του πατέρα και στο ότι οι γονείς δεν το έχουν μορφώσει αρκετά. Ισχύει αυτό στην πραγματικότητα, όμως; (Όχι.) Μερικοί γονείς ενεργούν σύμφωνα με τους κανόνες και προσπαθούν σκληρά να είναι καλοί άνθρωποι, ωστόσο οι γιοι τους καταλήγουν κλεφτρόνια κι οι κόρες τους ιερόδουλες. Αν τότε θυμώσει ένας πατέρας και πει: “‘Είναι λάθος του πατέρα να παρέχει μόνο τροφή χωρίς εκπαίδευση’ —εγώ το κακόμαθα το παιδί!” θα ήταν σωστά αυτά τα λόγια; (Όχι.) Τι λάθος έχουν; Εάν μπορείς να κατανοήσεις ποιο είναι το λάθος σ’ αυτά τα λόγια, αυτό αποδεικνύει ότι κατανοείς την αλήθεια και μπορείς ν’ αντιληφθείς ποιο είναι το πρόβλημα μ’ αυτά. Εάν δεν κατανοείς την αλήθεια ως προς αυτό, τότε δεν μπορείς να μιλήσεις ξεκάθαρα επί του θέματος» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος πρώτο)]. «Καταρχάς, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η ρήση “Όταν τα παιδιά δεν ακολουθούν το σωστό μονοπάτι, αυτό έχει να κάνει με τους γονείς τους” είναι εσφαλμένη. Για όποιον κι αν πρόκειται, κάθε άτομο είναι το μονοπάτι στο οποίο βαδίζει. Είναι αδιαμφισβήτητο αυτό; (Ναι.) Το μονοπάτι στο οποίο βαδίζει ένα άτομο καθορίζει το τι είναι. Το μονοπάτι στο οποίο βαδίζει και το είδος ανθρώπου που είναι αποτελούν δική του υπόθεση. Αυτό είναι προκαθορισμένο, έμφυτο και σχετίζεται με τη φύση του. Άρα, τι ρόλο διαδραματίζουν οι διδασκαλίες των γονιών κάποιου; Επηρεάζουν σε κάτι τη φύση του ανθρώπου; (Όχι.) Αυτό που διδάσκεται κανείς από τη μητέρα και τον πατέρα του δεν επηρεάζει σε τίποτα τη φύση του, δεν καθορίζει το μονοπάτι που θ’ ακολουθήσει. Τι είναι αυτό που μπορούν να διδάξουν οι γονείς; Το μόνο που μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους είναι ορισμένες απλές συμπεριφορές για την καθημερινή ζωή, μερικές σχετικά απλοϊκές σκέψεις και αρχές συμπεριφοράς. Αυτά έχουν κάποια σχέση με τους γονείς. Προτού μεγαλώσουν τα παιδιά τους, οι γονείς κάνουν αυτό που θεωρείται αυτονόητο: τα μαθαίνουν να βαδίζουν στο σωστό μονοπάτι, να μελετούν σκληρά, να προσπαθούν να γίνουν επιτυχημένοι όταν μεγαλώσουν, να μην κάνουν άσχημα πράγματα, να μην είναι κακοί άνθρωποι. Στις ευθύνες των γονέων περιλαμβάνεται επίσης το να φροντίζουν τα παιδιά τους ν’ ακολουθούν κανόνες συμπεριφοράς, μαθαίνοντάς τα να είναι ευγενικά και να χαιρετούν τους μεγαλύτερους, διδάσκοντάς τα τέτοιου είδους πράγματα που έχουν να κάνουν με τη συμπεριφορά. Η επιρροή των γονέων καλύπτει το να φροντίζουν τα παιδιά τους και να τα διδάσκουν ορισμένες βασικές αρχές συμπεριφοράς —όμως η ιδιοσυγκρασία ενός ατόμου δεν είναι κάτι που μπορεί να διδαχθεί από τους γονείς. Μερικοί γονείς είναι φλεγματικοί και δεν κάνουν τίποτα βιαστικά —ενώ το παιδί τους είναι από την ιδιοσυγκρασία του ανυπόμονο, δεν μπορεί να σταθεί πουθενά για πολύ και από μικρή ηλικία, στα 14 ή 15, ξεκινά να βαδίζει στον δικό του δρόμο στη ζωή. Αποφασίζει τι να κάνει, δεν χρειάζεται τους γονείς του κι είναι πολύ ανεξάρτητο. Το μαθαίνει αυτό από τη μητέρα και τον πατέρα του; Όχι. Επομένως, η ιδιοσυγκρασία κάποιου, η διάθεσή του, ακόμη και θέματα που σχετίζονται με την ουσία του και το μονοπάτι που θα επιλέξει στο μέλλον —κανένα απ’ αυτά δεν έχει σχέση με τους γονείς του. […] Μερικοί γονείς πιστεύουν στον Θεό και διδάσκουν στα παιδιά τους να πιστεύουν σ’ Εκείνον —ό,τι όμως κι αν λένε οι γονείς, τα παιδιά τους αρνούνται κι οι γονείς δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό. Μερικοί γονείς δεν πιστεύουν στον Θεό, ενώ τα παιδιά τους πιστεύουν, με δική τους πρωτοβουλία. Αφού πιστέψουν σ’ Εκείνον, τα παιδιά αρχίζουν να Τον ακολουθούν, δαπανούν εαυτόν για Εκείνον, γίνονται ικανά ν’ αποδεχτούν την αλήθεια και να κερδίσουν την έγκρισή Του, κι έτσι η μοίρα τους μεταμορφώνεται. Είναι αποτέλεσμα της εκπαίδευσης των γονιών αυτό; Ούτε κατά διάνοια. Έχει να κάνει με τον προκαθορισμό και την επιλογή του Θεού. Η έκφραση “Είναι λάθος του πατέρα να παρέχει μόνο τροφή χωρίς εκπαίδευση” είναι προβληματική. Αν και οι γονείς έχουν την ευθύνη να εκπαιδεύουν τα παιδιά τους, δεν είναι αυτοί που αποφασίζουν για τη μοίρα των παιδιών τους. Αυτή καθορίζεται από τη φύση τους. Μπορεί η εκπαίδευση να επιλύσει τα προβλήματα στη φύση κάποιου; Δεν μπορεί, ούτε στο ελάχιστο. Το μονοπάτι που ακολουθεί κάποιος στη ζωή του δεν αποφασίζεται από τους γονείς του, ορίζεται από τον Θεό. Όπως λένε: “Η μοίρα του ανθρώπου καθορίζεται από τον Ουρανό”. Αυτό έχει αποκομίσει η ανθρωπότητα από την εμπειρία. Δεν μπορείς να δεις ποιο θα είναι το μονοπάτι κανενός προτού μεγαλώσει. Μόλις ενηλικιωθεί, έχει το δικό του μυαλό, μπορεί και αντιλαμβάνεται τα πράγματα κι έτσι επιλέγει τι θα γίνει ο ίδιος στην τάδε ομάδα ανθρώπων. Μερικοί λένε ότι θέλουν να εργαστούν σε υψηλές θέσεις στην κυβέρνηση, άλλοι ότι θέλουν να γίνουν δικηγόροι ή συγγραφείς. Ο καθένας κάνει τη δική του επιλογή. Ο καθένας έχει κάποια συγκεκριμένη ιδέα. Κανείς δεν λέει: “Θα περιμένω τους γονείς μου να με διδάξουν, θα γίνω ό,τι με διδάξουν”. Κανείς δεν είναι τόσο ανόητος. Αφού ενηλικιωθούν, το μυαλό των ανθρώπων ζωντανεύει. Αργά αλλά σταθερά, ωριμάζουν, και το μονοπάτι και οι στόχοι που ανοίγονται μπροστά τους γίνονται όλο και πιο ξεκάθαροι. Εκείνη τη στιγμή, βγαίνουν σταδιακά στην επιφάνεια, εμφανίζονται σιγά-σιγά ο τύπος ανθρώπου που είναι κι η φυλή στην οποία ανήκουν. Από αυτήν τη στιγμή κι έπειτα, γίνεται σταδιακά σαφής η ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου, όπως και η διάθεσή του, το μονοπάτι για το οποίο αγωνίζεται, η κατεύθυνση της ζωής του κι η φυλή στην οποία ανήκει. Σε τι βασίζεται αυτό; Σε τελική ανάλυση, αυτό έχει οριστεί από τον Θεό και δεν έχει καμία σχέση με τους γονείς του —είναι πλέον ξεκάθαρο το ζήτημα, σωστά;» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος πρώτο)]. Ο λόγος του Θεού ανέλυσε την παραδοσιακή αντίληψη «Το να ταΐζεις χωρίς να διδάσκεις είναι λάθος του πατέρα». Το μέλλον των παιδιών μας και τα μονοπάτια που βαδίζουν αποφασίζονται από τη φύση τους, που είναι έμφυτη. Καθορίζονται και από την κυριαρχία του Θεού, και δεν έχουν σχέση με την ανατροφή τους. Η γονική μέριμνα επηρεάζει μόνο την καθημερινή ζωή του παιδιού ή κάποιες εξωτερικές συμπεριφορές του, αλλά καθόλου τη φύση του. Μόλις τα παιδιά ωριμάσουν στο μυαλό, επιλέγουν διαφορετικά μονοπάτια σύμφωνα με την έμφυτη φύση τους, βρίσκουν τον δρόμο τους στις κατηγορίες που ανήκουν. Αυτό είναι προκαθορισμένο από τον Θεό και δεν το αλλάζει κανείς. Μα δεν αντιλαμβανόμουν τη φύση ή την ουσία των παιδιών μας, όσον αφορά το μονοπάτι που ακολουθούσαν στην πίστη τους. Ήθελα και να βοηθήσω τα παιδιά μας με τον δικό μου τρόπο, ώστε να παραμείνουν στην πίστη και στην εκκλησία. Μάταια ήλπιζα να σώσω τη μοίρα τους με τις μεθόδους μου. Αντιστεκόμουν πεισματικά στον Θεό. Είμαι ένα ασήμαντο δημιουργημένο ον και δεν έχω καν τον έλεγχο της μοίρας μου, άρα πώς ήλπιζα να ελέγξω το μέλλον των παιδιών μου ή να αλλάξω τη μοίρα τους; Ήμουν τόσο αλαζόνας και αδαής, και υπερεκτιμούσα τις ικανότητές μου. Τότε αναρωτήθηκα: «Γιατί σκέφτομαι έτσι;» Θυμήθηκα πως όταν ήταν μικρά, πιστεύαμε όλοι μαζί στον Κύριο και όταν δεχτήκαμε το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, τα πήγαμε στην εκκλησία και τα ενθαρρύναμε να αναλάβουν καθήκον. Είχα σκεφτεί ότι η ικανότητά τους να πιστεύουν στον Θεό σχετιζόταν με τη δική μας ανατροφή. Έτσι, όταν έμαθα ότι είχαν αποπεμφθεί, σκέφτηκα ότι δεν είχα εκπληρώσει τις ευθύνες μου ως πατέρας και ότι αν ήμουν περισσότερο μαζί τους για να τα συναναστραφώ, ίσως να μην είχαν εγκαταλείψει την πίστη τους και να μην είχαν βγει στον κόσμο. Από τον λόγο του Θεού βλέπω πόσο παράλογες ήταν οι απόψεις μου και πόσο δεν συμφωνούν με την αλήθεια. Πίστευαν στον Θεό πάνω από δέκα χρόνια, είχαν διαβάσει τον λόγο Του και ήξεραν ότι μια αληθινή ζωή έπρεπε να τη ζήσει κανείς επιδιώκοντας την αλήθεια και κάνοντας το καθήκον του. Αλλά δεν τους ένοιαζε καθόλου η αλήθεια και όταν είδαν ότι δεν ευλογούνταν μετά τα χρόνια της πίστης τους, άρχισαν να ικανοποιούν τη σάρκα. Πρόδωσαν τον Θεό και ακολούθησαν τα εγκόσμια αν και γνώριζαν την αληθινή οδό, και ενώ οι άλλοι συναναστρέφονταν συχνά μαζί τους και τους βοηθούσαν, ήταν πεισματάρηδες και αμετανόητοι. Είχαν πραγματικά κουραστεί από την αλήθεια και υποστήριζαν το κακό. Δεν θα σωθούν από τον Θεό, ανήκουν στους διαβόλους αυτού του κόσμου. Όταν θα καταστραφούν στις επερχόμενες συμφορές, θα είναι επειδή πρόδωσαν τον Θεό και θα φταίνε μόνο αυτοί. Σκέφτηκα επίσης τους ανθρώπους στην εκκλησία που δεν προσηλυτίστηκαν απ’ τους γονείς τους, αλλά αντίθετα από τύχη, από συναδέλφους, φίλους ή και αγνώστους που μοιράστηκαν μαζί τους το ευαγγέλιο, και παρότι οι γονείς τους τούς εμπόδισαν, αυτοί πίστεψαν στον Θεό κι έκαναν το καθήκον τους. Κάποιοι γονείς βασίζονται στο συναίσθημα και κηρύττουν στα παιδιά τους, μα αυτά δεν πιστεύουν, δυσανασχετούν και αντιστέκονται στους γονείς τους. Κάποιοι γονείς αποβάλλονται εξαιτίας της επιδίωξης κύρους και του μεγάλου κακού που έχουν κάνει, μα τα παιδιά τους δεν επηρεάζονται, και ακόμη και βλέπουν την ουσία των γονέων τους σύμφωνα με τον λόγο του Θεού και τους απορρίπτουν. Παρομοίως, πολλά παιδιά αποπέμπονται και αποβάλλονται και οι γονείς τους διακρίνουν την ουσία τους υπό το πρίσμα του λόγου του Θεού. Από αυτό βλέπουμε ότι το αν ένα άτομο βαδίζει στο ορθό ή στο λάθος μονοπάτι, το αν είναι καλός ή κακός άνθρωπος, το αν αγαπάει ή μισεί την αλήθεια, και ακόμη και η τελική του έκβαση, καθορίζεται εξ ολοκλήρου από τη φύση και ουσία του, όχι απ’ την ανατροφή. Η ευθύνη των γονέων είναι να αναθρέψουν τα παιδιά τους μέχρι την ενηλικίωση και να τα φέρουν ενώπιον του Θεού, μα το μονοπάτι τους και η μοίρα τους είναι εκτός του ελέγχου των γονέων. Τα παιδιά μας έχουν επιλέξει από μόνα τους να βαδίσουν στο λάθος μονοπάτι και η εκπλήρωση των ευθυνών μου ως πατέρας δεν θα τα φέρει πίσω. Αυτό δεν έχει σχέση με το αν έχω εκπληρώσει αυτές τις ευθύνες. Η φύση τους έχει κουραστεί από την αλήθεια. Ακόμα κι αν έμενα μαζί τους και τα συναναστρεφόμουν καθημερινά, θα ήταν μάταιο. Ως γονείς έπρεπε να τα αναθρέψουμε και να τα φέρουμε ενώπιον του Θεού. Όσο για το τι επιδιώκουν και τι μονοπάτι ακολουθούν, αυτά δεν έχουν σχέση με εμάς ως γονείς. Όταν αντιμετώπισα τα παιδιά μας σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, απελευθερώθηκα και δεν είχα αναστάτωση στο καθήκον μου.
Χούι Τζουάν, αυτό είναι το κέρδος μου από την κατάσταση. Ξέρω ότι τα αισθήματά σου για τα παιδιά μας είναι ισχυρά και ότι όλα αυτά πρέπει να σου ήταν πολύ δύσκολα. Δεν ξέρω πώς το άντεξες αυτό. Αν η αποπομπή των παιδιών μας δεν συμφωνεί με τις αντιλήψεις μας, υπάρχουν μαθήματα για μας από την κατάσταση που δημιούργησε ο Θεός. Ελπίζω να αναζητήσεις την αλήθεια στο θέμα και να το αντιμετωπίσεις σωστά. Γράψε αν έχεις κερδίσει κι εσύ κάτι από αυτή την κατάσταση. Περιμένω την απάντησή σου.
Ζου Μινγκ
20 Αυγούστου 2022
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.