Τι κρύβεται πίσω από τις επιθέσεις των συγγενών μου
Ο πατέρας μου ήταν διευθυντής σχολείου και συχνά μιλούσε για τον υλισμό σε σχολείο και σπίτι. Μας δίδασκε πως η ευτυχία στηριζόταν στη δική μας σκληρή δουλειά, πως έτσι θα ξεχωρίζαμε και θα τιμούσαμε τους προγόνους μας. Με οδηγό τα λόγια και το παράδειγμα των γονιών μας, δουλεύαμε σκληρά με τα αδέλφια μου. Γίναμε επιχειρηματίες κι αξιωματούχοι, και πετύχαμε κάπως. Την άνοιξη του 2007, αποδέχτηκα το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες. Διάβαζα τα λόγια Του καθημερινά, συναναστρεφόμουν με αδελφούς κι αδελφές συχνά και κατανοούσα κάπως την κυριαρχία του Θεού. Ήταν εντυπωσιακά τα λόγια Του: «Ο Θεός δημιούργησε αυτόν τον κόσμο, δημιούργησε αυτήν την ανθρωπότητα, και επιπροσθέτως ήταν ο αρχιτέκτονας της αρχαίας ελληνικής κουλτούρας και του ανθρώπινου πολιτισμού. Μόνο ο Θεός παρηγορεί αυτήν την ανθρωπότητα, και μόνο ο Θεός ενδιαφέρεται γι’ αυτήν την ανθρωπότητα μέρα και νύχτα. Η ανθρώπινη ανάπτυξη και πρόοδος είναι αδιαχώριστες από την κυριαρχία του Θεού, ενώ η ιστορία και το μέλλον της ανθρωπότητας είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένα με τα σχέδια του Θεού. Αν είσαι πραγματικός χριστιανός, τότε σίγουρα θα πιστεύεις ότι η άνοδος κι η πτώση οποιασδήποτε χώρας ή έθνους πραγματοποιείται σύμφωνα με τα σχέδια του Θεού. Μόνο ο Θεός ξέρει την μοίρα μίας χώρας ή έθνους, και μόνο ο Θεός ελέγχει την πορεία αυτής της ανθρωπότητας. Αν η ανθρωπότητα επιθυμεί να έχει μια καλή μοίρα, αν μια χώρα επιθυμεί να έχει μια καλή μοίρα, τότε ο άνθρωπος πρέπει να υποκλιθεί στον Θεό με λατρεία, να μετανοήσει και να εξομολογηθεί μπροστά στον Θεό, διαφορετικά η μοίρα κι ο προορισμός του ανθρώπου θα είναι μια αναπόφευκτη καταστροφή» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Β΄: Ο Θεός προΐσταται της μοίρας όλης της ανθρωπότητας). Τα λόγια του Θεού φώτισαν την καρδιά μου. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός κι Αυτός που καθοδηγεί και συντηρεί τον άνθρωπο μέχρι σήμερα. Επιπλέον, Αυτός κυβερνά τη μοίρα μας. Μόνο αν λατρεύουμε τον Θεό, μετανοούμε και αποδεχόμαστε τη σωτηρία Του θα έχουμε καλή μοίρα. Ο Σωτήρας Παντοδύναμος Θεός εκφράζει την αλήθεια και κάνει το έργο της κρίσεως τις έσχατες ημέρες, για να μας καθάρει και να μας σώσει, να μας οδηγήσει απ’ την επιρροή του Σατανά στον όμορφο προορισμό που έχει προετοιμάσει ο Θεός, ώστε να έχουμε καλό αποτέλεσμα. Ένιωθα ευλογημένη που αποδεχόμουν τον Παντοδύναμο Θεό κι ορκίστηκα να ασκώ την πίστη μου, να επιδιώκω την αλήθεια και με το καθήκον μου να ανταποδώσω την αγάπη του Θεού.
Όμως τότε, όταν ρίχτηκα στο καθήκον μου, με συνέλαβε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ένα βράδυ, τον Μάρτιο του 2009, η αστυνομία ήρθε στη συνάθροιση, πήρε τρεις αδελφές κι εμένα και μας κράτησε παράνομα. Ο αρχηγός της Δημόσιας Ασφάλειας μού φώναξε: «Πες μας τι ξέρεις! Ποιος σε μετέστρεψε; Ποιος είναι ο επικεφαλής της εκκλησίας; Αν μιλήσεις, θα σε αφήσουμε αμέσως. Όμως αν δεν συνεργαστείς, με τα θρησκευτικά βιβλία που βρήκαμε σπίτι σου, θα μείνεις μέσα πέντε-έξι χρόνια!» Βλέποντας το άγριο βλέμμα του, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Δεν ήξερα πώς επρόκειτο να μου φερθούν. Προσευχήθηκα αμέσως στον Θεό να με φυλάει, να μου δώσει πίστη και δύναμη και να μείνω δυνατή. Μετά την προσευχή, θυμήθηκα τα εξής λόγια Του: «Εκείνοι που βρίσκονται στην εξουσία μπορεί να δείχνουν μοχθηροί εξωτερικά, αλλά μη φοβάστε, καθότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχετε πολλή πίστη. Εφόσον η πίστη σας μεγαλώσει, τίποτα δεν θα είναι υπερβολικά δύσκολο» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 75). Τα λόγια Του μού έδωσαν πίστη και δύναμη. Τα πάντα είναι στα χέρια του Θεού. Ακόμα κι ο αρχηγός της Δημόσιας Ασφάλειας που φαινόταν τρομακτικός. Ήταν εργαλείο υπηρεσίας Του. Δεν είχε λόγο πάνω στο αν θα καταδικαζόμουν. Μόνον ο Θεός είχε. Δεν έπρεπε να με φοβίζει. Έβλεπαν πως δεν μιλούσα, έτσι με έκλεισαν με τρεις άλλους στο κρατητήριο με την κατηγορία της διατάραξης της δημόσιας τάξης.
Ένα πρωί, άκουσα ξαφνικά κάποιον να με φωνάζει. Η ψυχή μου έφτασε στο στόμα μου. Επρόκειτο να με ανακρίνουν ξανά; Με είχαν ανακρίνει πριν και δεν είχα πει τίποτα. Αναρωτιόμουν αν θα χρησιμοποιούσαν πιο σκληρές τακτικές. Φοβισμένη, προσευχήθηκα νοερά στον Θεό και κατάφερα σταδιακά να ηρεμήσω. Με έφεραν σε ένα μεγάλο δωμάτιο. Όταν μπήκα, είδα τον πατέρα μου και η καρδιά μου σταμάτησε. Γιατί έφεραν τον πατέρα μου; Πάντα αντιτίθετο στην πίστη μου. Πώς θα μου φερόταν τώρα που με είχαν συλλάβει; Πριν πω κάτι, ο πατέρας μου σήκωσε το χέρι του και μου έδωσε τρία χαστούκια. Ζαλίστηκα κι είδα αστράκια. Είπε αυστηρά: «Σου απαγόρευσα να πιστεύεις, αλλά συνέχισες, και τώρα σε έχουν συλλάβει, το όνομά μου έχει κυλιστεί στη λάσπη! Πες τους τα πάντα για την πίστη σου. Η αστυνομία είπε πως θα σε αφήσουν μόλις ομολογήσεις, αλλιώς η ποινή σου θα είναι βαριά!» Βλέποντας το γερασμένο πρόσωπο του μπαμπά μου, ένιωσα πόνο στην καρδιά. Ήταν σχεδόν 80 και η φήμη του ήταν πάντα το πιο σημαντικό για εκείνον. Πώς θα το άντεχε αν καταδικαζόμουν; Τότε ξαφνικά γονάτισε. Με δάκρυα στα μάτια, είπε: «Όταν το έμαθε η μητέρα σου, αρρώστησε. Είναι κλινήρης στο σπίτι με ορό. Πες τους όσα ξέρεις και πάμε σπίτι!» Με όλα αυτά, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Από τα παλιά χρόνια, μόνο τα παιδιά γονατίζουν μπροστά στους γονείς, όχι το αντίθετο. Σκέφτηκα τι πέρασαν για να με μεγαλώσουν, πως με βοήθησαν με τα παιδιά μου. Και σ’ αυτήν την ηλικία, ανησυχούσαν ακόμη για μένα. Αν δεν πίστευα, δεν θα υπέφεραν τέτοιο πόνο. Ένιωθα απαίσια και πως τους χρωστούσα. Τότε κατάλαβα πως η κατάστασή μου δεν ήταν καλή. Προσευχήθηκα αμέσως: «Θεέ μου! Πονάω πολύ. Νιώθω αδύναμη και υπόχρεη στους γονείς μου. Δεν ξέρω τι να κάνω. Διαφώτισέ με να κατανοήσω το θέλημά Σου και να μείνω δυνατή». Μετά την προσευχή, σκέφτηκα την απόφασή μου ενώπιον του Θεού: να είμαι δυνατή στην πίστη μου, να ακολουθώ τον Θεό και να Τον αγαπώ. Τότε, ήρθα στα λογικά μου. Θυμήθηκα τα λόγια Του: «Δεν μπορούν οι άνθρωποι να παραμερίσουν τη σάρκα τους για αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα; Τι μπορεί να διασπάσει την αγάπη μεταξύ ανθρώπου και Θεού; Ποιος μπορεί να διαλύσει την αγάπη μεταξύ ανθρώπου και Θεού; Οι γονείς, οι σύζυγοι, οι αδελφές, ή το οδυνηρό ραφινάρισμα; Μπορούν τα συναισθήματα της συνείδησης να σβήσουν την εικόνα του Θεού που έχει μέσα του ο άνθρωπος; Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι υπεύθυνοι για το χρέος και τις πράξεις τους μεταξύ τους; Μπορούν να διορθωθούν από τον άνθρωπο; Ποιος είναι ικανός να προστατεύσει τον εαυτό του; Μπορούν οι άνθρωποι να αυτοσυντηρηθούν; Ποιοι είναι οι δυνατοί στη ζωή; Ποιος μπορεί να Με εγκαταλείψει και να ζήσει μόνος του;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ερμηνείες των μυστηρίων των λόγων του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαια 24 και 25). Με τα λόγια Του γέμισα αυτοεπίκριση. Ο Θεός μού έχει δώσει τη ζωή κι Εκείνος μου παρέχει τα πάντα για να επιβιώνω. Η σιωπηρή φροντίδα και προστασία Του με κρατούν στη ζωή ώς σήμερα. Διευθετεί τα πάντα για να με καθοδηγεί ενώπιόν Του και να δεχτώ τη σωτηρία Του. Η αγάπη Του είναι τεράστια! Δεν έπρεπε να Τον προδώσω για να μην πληγωθούν οι γονείς μου. Η υγεία τους ήταν στα χέρια του Θεού και κάθε ανησυχία μου ήταν μάταιη. Λυπούνταν και πονούσαν εξαιτίας της καταπίεσης του Κόμματος. Αν έβλεπαν τη μοχθηρία του, δεν θα ένιωθαν πως ντροπιάζονταν, κι ο Σατανάς δεν θα τους ξεγελούσε. Στη σκέψη αυτή, δεν στενοχωριόμουν. Ορκίστηκα πως θα έμενα σταθερή στη μαρτυρία μου ακόμα κι αν με φυλάκιζαν. Σκούπισα τα δάκρυά μου και σήκωσα τον μπαμπά μου. Τότε, πέντε-έξι αστυνομικοί με περικύκλωσαν. Τους είπα: «Δεν ξέρω τίποτα». Ένας με κοίταξε και είπε: «Έχετε πέντε λεπτά ακόμα». Ο μπαμπάς μου με χαστούκισε μερικές φορές, γονάτισε και είπε: «Αν δεν μιλήσεις, θα γονατίζω μέχρι να πεθάνω! Το Κόμμα δεν επιτρέπει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Εμπρός, ομολόγησε! Μετά θα πάμε σπίτι». Τότε κατάλαβα πως ήταν ένα κόλπο της αστυνομίας. Να με πιέσει ο μπαμπάς μου να γίνω Ιούδας και να πουλήσω τους άλλους. Οι μπάτσοι είναι πολύ δόλιοι! Ένιωθα θυμό και αγανάκτηση. Βοήθησα τον μπαμπά μου να σηκωθεί και πέντε-έξι αστυνομικοί με περικύκλωσαν. Τους κοίταξα και είπα ήρεμα: «Δεν ξέρω τίποτα». Τότε, άρχισε να χτυπά το τηλέφωνο του μπαμπά μου και μου είπε να απαντήσω. Άκουσα τη μαμά μου να βρίζει και να λέει: «Θα με πεθάνεις! Η κυβέρνηση δεν επιτρέπει την πίστη, μα επιμένεις. Μην τα βάζεις μαζί τους! Πες τους ό,τι ξέρεις κι έλα σπίτι! Τι θα κάνουμε αν τελικά καταδικαστείς; Πώς θα βρει σύζυγο ο γιος σου; Θα ντροπιαστούμε όλοι μας. Σκέψου μας!» Έκλεισα με δάκρυα το τηλέφωνο και είδα τον μπαμπά μου να φεύγει με συρτό βήμα. Όταν γύρισα στο κελί, σκέφτηκα ξανά την άρρωστη μητέρα μου στο κρεβάτι. Αν της συνέβαινε κάτι φοβερό, θα την απογοήτευα. Όσο το σκεφτόμουν, έκλαιγα συνεχώς. Τότε κατάλαβα πως η στοργή μου ήταν η Αχίλλειος πτέρνα μου. Άρχισα να προσεύχομαι στον Θεό να με καθοδηγήσει να αντισταθώ, να μη ζω με βάση το συναίσθημα. Θυμήθηκα κάτι που είπε ο Θεός: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο για τους ανθρώπους να αποχωριστούν το συναίσθημα; Μήπως αυτό ξεπερνάει τα πρότυπα της συνείδησης; Μπορεί η συνείδηση να εκπληρώσει το θέλημα του Θεού; Μπορούν τα συναισθήματα να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αντεπεξέλθουν στις αντιξοότητες; Στα μάτια του Θεού, το συναίσθημα είναι εχθρός Του —δεν έχει εκφραστεί αυτό με σαφήνεια μέσα από τα λόγια του Θεού;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ερμηνείες των μυστηρίων των λόγων του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 28). Τα λόγια Του μού άνοιξαν τα μάτια. Τα συναισθήματα είναι εχθρός του Θεού και εμποδίζουν την άσκηση της αλήθειας. Μας απομακρύνουν απ’ τον Θεό και Τον προδίδουμε. Ήμουν εγκλωβισμένη σ’ αυτά. Αν ήμουν αγνώμων, θα πρόσβαλλα τους γονείς μου και θα ήμουν κακή κόρη. Όταν τους είδα λυπημένους λόγω της σύλληψής μου, ένιωσα υπόχρεη σ’ εκείνους. Πως είχαν δουλέψει σκληρά για να με μεγαλώσουν, μα δεν τους το ανταπέδιδα, αλλά τους έκανα να υποφέρουν. Εκτιμούσα την καλοσύνη των γονιών μου, αλλά ξεχνούσα πως ο Θεός μάς δίνει τη ζωή. Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής μας, και με τη ζωογόνο πνοή Του με συντηρεί μέχρι σήμερα. Χάρη στην καθοδήγηση και την πρόνοιά Του έχω ό,τι έχω. Ο Θεός μάς έχει δώσει τόσα πολλά, χωρίς να ζητήσει κανένα αντάλλαγμα. Τις έσχατες ημέρες, έχει ενσαρκωθεί ξανά για να μας σώσει, υπομένοντας μεγάλη ταπείνωση, καθώς και την καταδίωξη και καταπίεση του Κόμματος. Ο Θεός μάς έχει δώσει τα πάντα. Η αγάπη Του είναι τεράστια! Αυτόν πρέπει να λατρεύουμε και να υπακούμε. Η φροντίδα των γονιών μου ίσως βελτίωσε την υλική ζωή μου, μα δεν μπορούσαν να μου προσφέρουν την αλήθεια, να με σώσουν από τη διαφθορά του Σατανά ή να μου δώσουν καλό προορισμό και αποτέλεσμα. Αν πουλούσα τους άλλους και πρόδιδα τον Θεό για να κάνω το χατίρι τους, δεν θα τους ήμουν υπόχρεη, αλλά ο Θεός θα με απέρριπτε και θα έχανα τη σωτηρία Του. Τότε κατάλαβα πως ο Σατανάς, μέσω της αγάπης μου για τους γονείς μου, με έβαζε σε πειρασμό, για να απομακρυνθώ απ’ τον Θεό, να Τον προδώσω, να χάσω την ευκαιρία να σωθώ, να πάω στην κόλαση και να καταστραφώ μαζί του. Δεν έπρεπε να εξαπατηθώ. Μου θυμίζει τον Πέτρο που είχε αρχές και αντιστάθηκε στους γονείς του. Είχε ισχυρή πίστη και ακολούθησε τον Κύριο Ιησού παρά τα εμπόδιά τους. Η αγάπη του για τον Θεό υπερνίκησε τα πάντα και ο Θεός τον επιδοκίμασε. Πολύ ενθαρρυντική για μένα!
Την πέμπτη μέρα, μου έφεραν τρία γράμματα, από τη μαμά μου, την κόρη μου και τον γιο μου. Ο γιος μου έγραφε: «Μαμά, τα τελευταία χρόνια στον στρατό, ανυπομονούσα να σμίξουμε ως οικογένεια. Δεν ήταν εύκολο να μετατεθώ, μα τώρα συλλαμβάνεσαι. Χωρίς εσένα στο σπίτι, νιώθω το ταβάνι να με πλακώνει. Μαμά, πες στην αστυνομία ό,τι αφορά τη θρησκεία σου! Αν πας φυλακή, θα επηρεάσει την εργασία και τον γάμο μου στο μέλλον. Αν δεν σκέφτεσαι τον εαυτό σου, σκέψου τουλάχιστον εμένα…» Στο σημείο αυτό, άρχισα να κλαίω. Αν όντως το μέλλον του καταστρεφόταν επειδή έκανα φυλακή, δεν θα μπορούσα να τον αντικρίσω. Σίγουρα θα με μισούσε. Ο δρόμος της πίστης μού φαινόταν γεμάτος εμπόδια και κάθε βήμα απαιτούσε μια απόφαση. Προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, πονάω πολύ και νιώθω αδύναμη. Φύλαγε την καρδιά μου και ενίσχυσε την πίστη μου». Στο κελί, μια αδελφή έμαθε τι περνούσα και μου υπενθύμισε να μην πέσω στην παγίδα του Σατανά. Ήταν μια αφύπνιση. Σκέφτηκα πως, κάθε στιγμή, ο Σατανάς χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να προδώσουμε τον Θεό. Θα πέσουμε στα δίχτυα του αν δεν επαγρυπνούμε. Πρέπει να ησυχάζουμε, να προσευχόμαστε και να βασιζόμαστε στον Θεό, για να διακρίνουμε τις παγίδες του Σατανά και να μας προστατεύει ο Θεός. Εκείνη τη νύχτα, δεν μπορούσα να κοιμηθώ, έτσι προσευχήθηκα στον Θεό. Θυμήθηκα τα εξής λόγια Του: «Από τη στιγμή που έρχεσαι σ’ αυτόν τον κόσμο κλαίγοντας, αρχίζεις να εκπληρώνεις το καθήκον σου. Για το σχέδιο του Θεού και τη χειροτονία Του, εκτελείς τον ρόλο σου και ξεκινάς το ταξίδι της ζωής σου. Όποιο και αν είναι το παρελθόν σου και όποιο ταξίδι και αν απλώνεται μπροστά σου, κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Ουρανού, και κανείς δεν έχει τον έλεγχο του δικού του πεπρωμένου, διότι μόνον Εκείνος που κυβερνάει όλη την πλάση είναι ικανός για ένα τέτοιο έργο» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου). Σωστά. Για όλη μας τη ζωή, τη μοίρα μας τη ρυθμίζει ο Θεός και κανείς δεν την αλλάζει. Δεν μπορούσα να ελέγξω τι δουλειά ή τι γάμο θα είχε ο γιος μου στο μέλλον. Όσο κι αν ενδιαφερόμουν για τα παιδιά μου, δεν μπορούσα να αλλάξω τη μοίρα τους, και το αν θα έμπαινα φυλακή ή όχι, το καθόριζε κι αυτό ο Θεός. Δεν εξαρτιόταν απ’ το θέλημά μου. Έπρεπε να εμπιστευτώ τα πάντα στον Θεό και να υποταχτώ στην κυριαρχία Του. Έπειτα, θυμήθηκα κάποια άλλα λόγια Του. «Πρέπει να υποφέρεις για την αλήθεια, πρέπει να αφοσιωθείς στην αλήθεια, πρέπει να υπομείνεις με ταπείνωση για την αλήθεια και για να κερδίσεις περισσότερη αλήθεια, πρέπει να υποστείς περισσότερα βάσανα. Αυτό πρέπει να κάνεις. Δεν πρέπει να πετάξεις την αλήθεια για χάρη μιας ειρηνικής οικογενειακής ζωής, και δεν πρέπει να χάσεις την αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα της ζωής σου για χάρη μιας στιγμιαίας απόλαυσης. Θα πρέπει να ακολουθήσεις όλα όσα είναι όμορφα και καλά και θα πρέπει να επιδιώξεις ένα πιο ουσιώδες μονοπάτι στη ζωή. Εάν έχεις μια τόσο χυδαία ζωή και δεν βάζεις στόχους, τότε δεν σπαταλάς τη ζωή σου; Τι μπορείς να κερδίσεις από μια τέτοια ζωή; Θα πρέπει να εγκαταλείψεις όλες τις απολαύσεις της σάρκας για χάρη της μιας αλήθειας και δεν πρέπει να πετάξεις όλες τις αλήθειες για χάρη μιας μικρής απόλαυσης. Τέτοιοι άνθρωποι δεν έχουν ακεραιότητα ή αξιοπρέπεια. Δεν υπάρχει νόημα στην ύπαρξή τους!» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι εμπειρίες του Πέτρου: η γνώση του για την παίδευση και την κρίση). Τα λόγια Του μού έδωσαν πίστη και δύναμη. Ως πιστή, ο Θεός θα με επιδοκιμάσει μόνο αν επιδιώκω την αλήθεια και κάνω το καθήκον ενός δημιουργήματος. Μόνο αυτή θεωρείται άξια ζωή, και η απόκτηση της αλήθειας αξίζει κάθε ταλαιπωρία. Αν πουλούσα τους αδελφούς και την εκκλησία για να ικανοποιήσω την οικογένειά μου, θα πρόδιδα σαν Ιούδας τον Θεό. Θα ήταν η μεγαλύτερη ντροπή κι ο Θεός θα με καταριόταν. Ακόμα και μια άνετη ζωή σε μια ευτυχισμένη οικογένεια θα ήταν κενή και ανούσια, και θα ήμουν απλώς μια ζωντανή νεκρή. Στη σκέψη αυτή, αποφάσισα να ακολουθώ τον Θεό. Στις τακτικές των μπάτσων, θα έδινα μαρτυρία και θα ντρόπιαζα τον Σατανά!
Την έκτη μέρα, με κάλεσαν στην κεντρική αίθουσα, όπου είδα τον θείο μου, τον σύζυγό μου, τον γιο μου και την κόρη μου. Τα παιδιά μου με αγκάλιασαν και έκλαιγαν λέγοντας: «Μαμά, γύρνα σπίτι!» Ο σύζυγός μου έκλαιγε στην άκρη. Ο θείος μου είπε με δάκρυα: «Λίνγκμιν, η αστυνομία είπε πως θα έρθεις σπίτι μόλις τους πεις κάτι και δεν θα εκτίσεις ποινή. Το μέλλον του γιου σου και η οικογένειά μας θα καταστραφούν αν πας φυλακή. Άκουσέ με και μίλησέ τους!» Μου ήταν ξεκάθαρο πως πίσω απ’ τις προτροπές τους ήταν η συνωμοσία του Σατανά. Αν τους έλεγα κάτι, θα με ανάγκαζαν να πω κι άλλα και θα συλλαμβάνονταν πολλοί ακόμα. Με αυτό κατά νου, είπα: «Βαδίζω στο σωστό μονοπάτι στη ζωή. Δεν παρανόμησα. Τι να ομολογήσω; Πηγαίνετε σπίτι». Γυρίζοντας στο κελί, σκεφτόμουν πως η αστυνομία, μέσω αυτών που αγαπούσα, με έβαζε σε πειρασμό να προδώσω τους αδελφούς και τον Θεό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι πολύ αισχρό! Είναι αντίθεοι δαίμονες! Έπειτα, ένας αστυνομικός με κάλεσε στο γραφείο και είπε με ύφος: «Πώς πήγε το επισκεπτήριο;» Βλέποντάς τον να το απολαμβάνει, θύμωσα, έβγαλα τα τρία γράμματα, τα έσκισα, τα πέταξα στο γραφείο και είπα: «Είμαι πιστή και έντιμο άτομο. Δεν έχω κάνει κάτι κακό. Γιατί τους βάλατε να με πείσουν; Τι έγκλημα έκανα;» Έπειτα βγήκα αμέσως έξω. Ο Θεός μού έδωσε δύναμη κι έτσι αντιμετώπισα ήρεμα την ανάκριση.
Τη 14η μέρα, με κάλεσε ο αρχηγός της Δημόσιας Ασφάλειας. Δεν ήταν άγριος, μα ρώτησε δήθεν από ενδιαφέρον για την οικογένειά μου. Με περίτεχνο λόγο, με δελέαζε να πουλήσω τους αδελφούς. Προσευχόμουν μέσα μου στον Θεό να με προστατέψει απ’ την παγίδα του Σατανά. Είπε πολλά. Τελικά, βλέποντας πως δεν έλεγα τίποτα, εξοργίστηκε και φώναξε: «Θα στο πω ευθέως. Βρήκαμε πολλά θρησκευτικά βιβλία στο σπίτι σου· είναι η μεγαλύτερη υπόθεση στην πόλη. Αν δεν μιλήσεις, θα πας φυλακή!» Μα ό,τι κι αν έλεγε, προσευχόμουν στον Θεό κι ορκίστηκα πως δεν θα έδινα πληροφορίες και δεν θα πρόδιδα τον Θεό, ακόμα κι αν με καταδίκαζαν. Μετά από δεκαπέντε μέρες, είδαν πως δεν μου έπαιρναν λέξη και με έστειλα σπίτι. Όταν γύρισα σπίτι, η οικογένειά μου αντιτάχτηκε στην πίστη μου. Ήξερα πως οφειλόταν στα ψέματα και την καταπίεση του Κόμματος. Προσευχήθηκα κι ορκίστηκα πως θα ακολουθούσα τον Θεό μέχρι τέλους. Θυμήθηκα τον ύμνο «Βαδίζοντας στο μονοπάτι της αγάπης προς τον Θεό».
1 Χωρίς ν’ ανησυχώ για το πόσο επίπονος μπορεί να είναι ο δρόμος της πίστης, μοναδική μου αποστολή είναι να επιτελώ το θέλημα του Θεού. Ακόμη λιγότερο μ’ ενδιαφέρει το αν θα λάβω ευλογίες ή θα υποφέρω κακοτυχίες στο μέλλον. Τώρα που είμαι αποφασισμένος ν’ αγαπώ τον Θεό, θα είμαι πιστός μέχρι τέλους. Ανεξάρτητα από τους κινδύνους ή τις δυσκολίες που κρύβονται πίσω μου, όπως κι αν καταλήξω, για να καλωσορίσω την ημέρα της δόξας του Θεού, ακολουθώ από κοντά τα βήματά Του, πασχίζοντας διαρκώς να πηγαίνω μπροστά.
[…]
Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια
Τον τραγουδούσα ξανά και ξανά και εμπνεόμουν. Ήξερα πως το μονοπάτι της πίστης θα συνοδευόταν πάντα από καταδίωξη, και πως πιθανόν να με συλλάμβαναν ξανά ή να καταδικαζόμουν. Μα ήταν η αληθινή οδός και θα ακολουθούσα τον Θεό μέχρι τέλους. Για λίγο καιρό, δεν επικοινωνούσα με μέλη της εκκλησίας ούτε είχα εκκλησιαστική ζωή. Εξοπλιζόμουν με την αλήθεια στο σπίτι και διέδιδα το ευαγγέλιο στους δικούς μου. Ο σύζυγός μου και η κόρη μου πίστεψαν κι εκείνοι. Συναθροιζόμασταν και τρώγαμε και πίναμε τα λόγια του Θεού. Έναν χρόνο μετά, ήρθα σε επαφή με τους αδελφούς κι άρχισα ένα καθήκον. Ήμουν ευγνώμων στον Θεό.
Όλον αυτόν τον καιρό, η διαφώτιση και η καθοδήγηση των λόγων του Θεού με έκαναν να ξεπεράσω την καταπίεση και τη σύλληψη του Κόμματος και τις επιθέσεις της οικογένειάς μου. Όσο δύσκολο κι αν είναι, θα ακολουθώ τον Θεό μέχρι τέλους.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.