Από τα βάσανα αναδύεται το άρωμα της αγάπης

22 Οκτωβρίου 2019

Από τη Ζιαοκάι, επαρχία Σανξί

Είμαι μια συνηθισμένη γυναίκα της υπαίθρου και, λόγω του φεουδαρχικού ιδεώδους σύμφωνα με το οποίο αξίζουν μόνο τα αρσενικά παιδιά, δεν μπορούσα να σηκώσω κεφάλι μπροστά στους άλλους από ντροπή που δεν είχα φέρει στη ζωή κανέναν γιο. Τη στιγμή που υπέφερα περισσότερο, επελέγην από τον Κύριο Ιησού και, δύο χρόνια αργότερα, δέχτηκα τη σωτηρία του Παντοδύναμου Θεού. Επιπλέον, κατανόησα πολλή αλήθεια μέσα από τον λόγο του Παντοδύναμου Θεού και το πνεύμα μου απελευθερώθηκε αληθινά. Ωστόσο, ενώ εκτελούσα το καθήκον μου προκειμένου να ανταποδώσω την αγάπη του Θεού, συνελήφθην δύο φορές από την κυβέρνηση του ΚΚΚ και υπέστην βάναυσα βασανιστήρια και δεινά από τα πιόνια του ΚΚΚ. Ενώ βρισκόμουν ακριβώς στα πρόθυρα του θανάτου, ο λόγος του Παντοδύναμου Θεού με καθοδηγούσε συνεχώς και με ενέπνεε και μου επέτρεψε να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου εν μέσω των σκληρών σωματικών βλαβών του Σατανά, ενισχύοντας έτσι την αποφασιστικότητά μου να ακολουθώ τον Θεό και να Τον αγαπώ για όλη μου τη ζωή.

Γύρω στις 5 ένα απόγευμα, τον Μάιο του 2003, πήγαινα να εκτελέσω το καθήκον μου όταν ξαφνικά ο γραμματέας της επιτροπής του χωριού ανέβηκε σε μια μοτοσικλέτα και μου έφραξε τον δρόμο. Γαβγίζοντας με διέταξε: «Σταμάτα! Τι κάνεις; Έλα μαζί μου!» Εξεπλάγην και συνειδητοποίησα ότι με ακολουθούσαν. Σκέφτηκα αμέσως τον βομβητή, τις αποδείξεις μετρητών της εκκλησίας και άλλα πράγματα που είχα στην τσάντα μου και ότι, όταν τα πράγματα αυτά θα έπεφταν στα χέρια του, αυτό θα προκαλούσε μεγάλη ζημιά στο έργο της εκκλησίας. Έτρεξα, λοιπόν, όσο πιο γρήγορα μπορούσα, ελπίζοντας να βρω μια ευκαιρία να πετάξω τα πράγματα από την τσάντα μου, όμως δεν πήγα πολύ μακριά και με έπιασε. Λίγη ώρα μετά, εμφανίστηκε ένα μαύρο αυτοκίνητο και από εκεί ξεπήδησαν πέντε ή έξι αστυνομικοί με άγρια όψη που αμέσως με περικύκλωσαν. Γέλασαν κακόβουλα και είπαν: «Αυτήν τη φορά σε πιάσαμε πραγματικά, εσένα την επικεφαλής. Νομίζεις ακόμη ότι μπορείς να το σκάσεις; Κάνε όνειρα!» Στη συνέχεια, έστριψαν δυνατά τα χέρια μου πίσω από την πλάτη μου, με έβαλαν στο περιπολικό και με πήγαν στο τοπικό αστυνομικό τμήμα.

Όταν έφτασα στο αστυνομικό τμήμα, οι κακοί αστυνομικοί με έριξαν σε ένα μικρό, σκοτεινό δωμάτιο που μύριζε άσχημα και άρχισαν να μου ουρλιάζουν άγρια: «Ξέρασέ τα όλα! Πώς σε λένε; Από που είσαι; Τι κάνεις εδώ; Μίλα!» Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά βλέποντας το απειλητικό τους ύφος και φοβόμουν ότι τα πράγματα στην τσάντα μου θα έπεφταν στα χέρια τους, αλλά και ότι θα με βασάνιζαν σκληρά. Ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, φώναξα απελπισμένα στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ, σήμερα με την άδειά Σου έπεσα στα χέρια διαβόλων. Ανεξάρτητα από το τι θα μου κάνουν, θέλω μόνο να σταθώ πλάι Σου. Προσεύχομαι να μου δώσεις τη σοφία και την πίστη ώστε να μείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου». Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, σκέφτηκα τον λόγο του Θεού: «Δεν θα πρέπει να φοβάσαι το τάδε και το δείνα. Όσες δυσκολίες και κινδύνους κι αν αντιμετωπίσεις, είσαι ικανός να παραμείνεις σταθερός ενώπιόν Μου […] Μη φοβάσαι. Με την υποστήριξή Μου, ποιος θα μπορούσε ποτέ να κλείσει αυτόν τον δρόμο;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 10). Ναι, πραγματικά, ο Θεός είναι μοναδικός. Διαχειρίζεται όλα τα πράγματα και κυβερνά ως κυρίαρχος των πάντων, άρα οι λίγοι αυτοί κακοί αστυνομικοί δεν είναι ακόμη περισσότερο μέρος των ρυθμίσεων του Θεού; Με την παρουσία και τη στήριξή Του, τι άλλο είχα να φοβηθώ; Ο λόγος του Θεού μού έδωσε πίστη και ολόκληρο το σώμα μου γέμισε δύναμη, για να μην φοβηθώ ποτέ ξανά τον Σατανά. Εκείνη, όμως, την ώρα, εξακολουθούσα να ανησυχώ για τα πράγματα στην τσάντα μου και η καρδιά μου επικαλείτο συνεχώς τον Θεό για προστασία. Ευχαρίστησα τον Θεό που εισάκουσε την προσευχή μου —αυτή η συμμορία κακών αστυνομικών απλώς με ανέκρινε και δεν έψαξε την τσάντα μου. Όταν ήρθε η ώρα να αλλάξουν βάρδιες, όλοι έφυγαν από το δωμάτιο και πήρα βιαστικά τις λογιστικές αποδείξεις και το υλικό της πίστης που ήταν στην τσάντα μου και τα πέταξα έξω από το παράθυρο. Στη συνέχεια, έσπασα τον βομβητή στο πάτωμα και τον έριξα στον κάδο των απορριμμάτων και μόνο τότε μπόρεσα να αναστενάξω με ανακούφιση. Είχα μόλις τελειώσει όταν η νέα βάρδια κακών αστυνομικών μπήκε στο δωμάτιο. Μου έριξαν μια άγρια ​​ματιά, έπειτα έψαξαν βιαστικά την τσάντα μου, όμως δεν βρήκαν τίποτα. Είδα με τα ίδια μου τα μάτια την παντοδυναμία και την κυριαρχία του Θεού και η πίστη μου αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Επειδή είχαν έλθει με άδεια χέρια, οι κακοί αστυνομικοί με ανέκριναν άγρια, ρωτώντας με ποιον ακριβώς είχα επαφή, ποιοι ήταν οι ανώτατοι ηγέτες και ούτω καθεξής. Φοβόμουν ότι θα μου ξέφευγε κάτι και θα έπεφτα στην παγίδα τους, έτσι δεν είπα απολύτως τίποτα. Βλέποντάς το αυτό, πέντε ή έξι κακοί αστυνομικοί μού όρμησαν όλοι μαζί με χτυπήματα και κλοτσιές, βρίζοντάς με, ταυτόχρονα λέγοντας: «Αν δεν μας πεις, θα σε δείρουμε μέχρι θανάτου!» Με έδειραν τόσο σκληρά, που κουλουριάστηκα σαν μια μπάλα, κυλώντας πέρα-δώθε στο έδαφος. Έπειτα, ένας κακός αστυνομικός με τράβηξε με βία από τα μαλλιά και με απείλησε άγρια: «Είσαι ακόμη όντως πάρα πολύ πεισματάρα. Δεν θα μιλήσεις; Έχουμε τον τρόπο μας, θα δεις λοιπόν πώς θα σε τακτοποιήσουμε απόψε!» Ήξερα ότι ο Θεός ήταν μαζί μου κι έτσι αντιμετώπισα την επερχόμενη ανάκριση και τα βασανιστήρια με ήρεμη καρδιά.

Ήταν περασμένες 8 εκείνο το βράδυ, όταν δύο κακοί αστυνομικοί μού πέρασαν χειροπέδες και με συνόδευσαν στο Δημοτικό Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας. Μόλις μπήκα στην αίθουσα ανακρίσεων, ένας κακός αστυνομικός γύρω στα σαράντα άρχισε να παίζει τον καλό μπάτσο, προσπαθώντας να με δελεάσει και να με πείσει: «Είσαι νέα και όμορφη. Τι είναι όλα αυτά, να πιστεύεις στον Θεό; Συνεργάσου με το έργο μας. Εφόσον μας πεις ποιοι είναι οι ανώτατοι ηγέτες, θα βάλω κάποιον να σε πάει αμέσως σπίτι. Μπορώ να σε βοηθήσω σε οποιαδήποτε δυσκολία μπορεί να έχεις. Γιατί να υποφέρεις εδώ;…» Λόγω της προστασίας του Θεού, ήξερα ότι επρόκειτο για πονηρό τέχνασμα του Σατανά και δεν του έδινα καμία προσοχή ό,τι κι αν έλεγε. Ο κακός αστυνομικός είδε ότι το τέχνασμά του δεν είχε δουλέψει, οπότε έδειξε αμέσως το αληθινό του πρόσωπο. Με έπιασε από τα μαλλιά και με πίεσε στο πάτωμα, κλοτσώντας με απάνθρωπα στο κεφάλι μέχρις ότου ζαλίστηκα και ένιωσα τα πάντα να γυρίζουν. Μετά απ’ αυτό, ποδοπάτησε το κεφάλι μου και είπε πολύ άγρια: «Δεν μιλάς; Θα κάνω τα πάντα βασανίζοντάς σε σήμερα, και θα εύχεσαι να μην είχες γεννηθεί ποτέ. Θα μας πεις όσα θέλουμε να μάθουμε;» Βλέποντας ότι και πάλι δεν έλεγα τίποτα, κάλεσε μερικούς ακόμη κακούς αστυνομικούς που με σήκωσαν όρθια τραβώντας με και άρχισαν να με χαστουκίζουν στο πρόσωπο ξανά και ξανά, μέχρι που το πρόσωπό μου πόναγε τόσο πολύ που το ένιωθα να καίει. Όσο, όμως, κι αν με χτυπούσαν, εγώ προσευχόμουν συνεχώς σιωπηλά στον Θεό, έτριζα τα δόντια μου και δεν έλεγα λέξη. Βλέποντας ότι εξακολουθούσα να μην παραδίνομαι, με έσυραν σε ένα άλλο δωμάτιο, τραυλίζοντας από οργή. Ένας κακός αστυνομικός πήρε ένα τέιζερ και γέλασε με κακία εις βάρος μου, λέγοντας: «Δεν έχει σημασία που είσαι πεισματάρα. Έχουμε τον τρόπο μας! Ας δούμε ποιος θα αντέξει περισσότερο —εσύ ή το τέιζερ μας!» Και τότε το κάρφωσε επάνω μου αδίστακτα. Μονομιάς, ένα πολύ δυνατό ηλεκτρικό ρεύμα χτύπησε ολόκληρο το σώμα μου και ακούσια συσπάστηκα. Ήταν σαν να δάγκωναν αμέτρητα έντομα το κορμί μου, και άθελά μου έβγαλα σπασμωδικές, διαπεραστικές κραυγές. Χωρίς να περιμένει να πάρω ανάσα, ένας άλλος κακός αστυνομικός πήρε μια στοίβα χοντρά περιοδικά και άρχισε να με χτυπάει στο κεφάλι με όλη του τη δύναμη και στη συνέχεια με τράβηξε δυνατά από τα μαλλιά και χτύπησε απάνθρωπα το κεφάλι μου στον τοίχο. Όλα σκοτείνιασαν και έπεσα στο πάτωμα. Οι κακοί αστυνομικοί μού ούρλιαζαν: «Προσποιείσαι ότι πέθανες!» Έπειτα, με σήκωσαν από το πάτωμα σέρνοντάς με και μου έδωσαν εντολή να γονατίσω, όμως ήμουν τόσο αδύναμη που μπορούσα να μείνω γονατιστή μόνο για λίγο προτού καταρρεύσω και πάλι στο πάτωμα. Σε εκείνο το σημείο, αισθανόμουν πραγματικά ότι δεν μπορούσα να αντέξω άλλο, άθελά μου ένιωθα αδύναμη και σκέφτηκα: «Αυτοί οι διάβολοι είναι αληθινά πολύ βάναυσοι και πραγματικά θα πεθάνω σήμερα στα χέρια τους…» Μέσα στον πόνο και την απελπισία, προσευχήθηκα στον Θεό με απόλυτη ειλικρίνεια ζητώντας Του να με καθοδηγήσει και να μου δώσει τη δύναμη να νικήσω τον Σατανά. Ακριβώς τότε, ο λόγος του Θεού έλαμψε σαν αστραπή στο μυαλό μου: «Ο Παντοδύναμος Θεός, η Κεφαλή των πάντων, ασκεί τη βασιλική Του εξουσία από τον θρόνο Του. Κυβερνά όλο το σύμπαν και τα πάντα, και μας καθοδηγεί σε ολόκληρη τη γη. Θα είμαστε ανά πάσα στιγμή κοντά Του […] Αν σου έχει μείνει μονάχα μια ανάσα, ο Θεός δεν θα σε αφήσει να πεθάνεις» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 6). Ο λόγος του Θεού με έκανε να καταλάβω ότι ο Θεός κρατούσε τη ζωή μου στα χέρια Του και ότι, εφόσον δεν έδινε την άδειά Του, τότε αυτοί οι διάβολοι δεν θα τολμούσαν να μου πάρουν τη ζωή. Σκέφτηκα πως είχα ακολουθήσει τον Θεό μέχρι τότε, πως ο Θεός με είχε προστατεύσει σε όλη μου την πορεία, πως είχα απολαύσει τόσο πολύ και τόσο μεγαλοπρεπώς την αγάπη Του, αλλά και πως η κατάσταση που εκτυλίσσετο τώρα ήταν ο τρόπος Του να ελέγξει την πίστη και την αγάπη μου κι ότι ήταν ευκαιρία για μένα να ξεπληρώσω την αγάπη Του. Οι διάβολοι με βασάνιζαν κατ’ αυτόν τον τρόπο με τον αξιοκαταφρόνητο στόχο να με κάνουν να προδώσω τον Θεό. Όμως εγώ θα ήμουν ανυποχώρητη και αποφασισμένη. Ακόμη κι αν με βασάνιζαν μέχρι θανάτου, και πάλι δεν θα παραδινόμουν στον Σατανά. Δεν υπήρχε περίπτωση να γίνω Ιούδας κι έτσι να καταντήσω μια ποταπή ύπαρξη. Δεν θα άφηνα να επιτύχει το σχέδιο του Σατανά —έπρεπε να παραμείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου για τον Θεό και να παρηγορήσω την καρδιά Του! Ο λόγος του Θεού μού έδωσε ανεξάντλητη δύναμη, ξέχασα τον πόνο που κατέτρωγε ολόκληρο το σώμα μου και βρήκα τότε την πίστη και το θάρρος να συνεχίσω να αντιμάχομαι αυτούς τους διαβόλους.

Στη συνέχεια, για να μου αποσπάσουν ομολογία, οι κακοί αστυνομικοί άρχισαν με τη σειρά να με φρουρούν και να με εμποδίζουν να κοιμηθώ, πιέζοντάς με με ερωτήσεις ξανά και ξανά: «Ποιοι είναι οι ανώτατοι ηγέτες στην εκκλησία σου; Πού ζουν; Ποιος άλλος είναι μέλος;…» Βλέποντάς με να μένω σιωπηλή, κάθε τόσο με άρπαζαν από τα μαλλιά και με κλοτσούσαν. Και μόνο να έκλεινα τα μάτια με χτυπούσαν και με κλοτσούσαν, και με τις ενισχυμένες μύτες των δερμάτινων παπουτσιών τους ποδοπατούσαν και έλιωναν τις αρθρώσεις μου με όλη τους τη δύναμη. Ο διαπεραστικός πόνος μού προκαλούσε ανείπωτη οδύνη, κι απλά ούρλιαζα συνέχεια. Με κλότσαγαν εδώ κι εκεί σαν μπάλα ποδοσφαίρου… Καθώς πλησίαζε η αυγή, με είχαν βασανίσει σε τέτοιο σημείο ώστε το σώμα μου να είναι καλυμμένο με αμέτρητους μώλωπες και να πονάω αφόρητα. Σκεπτόμενη πώς δεν είχα υποφέρει ποτέ τέτοιες κακουχίες και αναλογιζόμενη τη ζημιά και το μαρτύριο που υπέφερα τώρα στα χέρια της κακής αστυνομίας του ΚΚΚ λόγω της πίστης μου στον Θεό, ξαφνικά με κατέκλυσε ένα κύμα αδυναμίας και θλίψης. Εκείνη τη στιγμή, τα πάντα ήταν σκοτεινά μέσα μου κι ο φόβος μου όλο και μεγάλωνε, μην γνωρίζοντας τι είδους σκληρά βασανιστήρια μού επιφύλασσαν στη συνέχεια. Ενώ ήμουν πεσμένη κάτω και πονούσα, προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ, Σου ζητώ να με διαφωτίσεις και να με κάνεις να κατανοήσω το θέλημά Σου στη συμφορά μου, ώστε να μη χάσω τη μαρτυρία μου». Ενόσω προσευχόμουν, σκέφτηκα έναν ύμνο του λόγου του Θεού: «Πρέπει να υποφέρεις για την αλήθεια, πρέπει να παραδοθείς στην αλήθεια, πρέπει να υπομείνεις με ταπείνωση για την αλήθεια και για να κερδίσεις περισσότερη αλήθεια, πρέπει να υποστείς περισσότερα βάσανα. Αυτό πρέπει να κάνεις. […] Πρέπει να ακολουθήσεις όλα όσα είναι όμορφα και καλά και πρέπει να ακολουθήσεις ένα μονοπάτι στη ζωή που θα έχει μεγαλύτερο για σένα νόημα. […] Θα πρέπει να εγκαταλείψεις όλες τις απολαύσεις της σάρκας για χάρη της μιας αλήθειας και δεν πρέπει να πετάξεις όλες τις αλήθειες για χάρη μιας μικρής απόλαυσης» («Θα πρέπει να απαρνηθείς τα πάντα για την αλήθεια» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Ο λόγος του Θεού αφύπνισε την καρδιά μου και με έκανε να καταλάβω ότι ο πόνος του διωγμού που υπέφερα τώρα για την πίστη μου στον Θεό ήταν εξαιρετικής αξίας και υψίστης σημασίας. Κατάλαβα ότι ο Θεός χρησιμοποιούσε αυτό το περιβάλλον του πόνου για να μου δείξει ξεκάθαρα την ουσία του Σατανά που Τον εχθρεύεται, ούτως ώστε να μπορέσω να τον απαρνηθώ τελείως και έτσι να στρέψω την καρδιά μου και πάλι στον Θεό και να επιτύχω την αληθινή αγάπη για Αυτόν. Ο Θεός έχει ήδη υπομείνει κάθε πόνο για να με σώσει, δεν θα πρέπει, λοιπόν, εγώ ως διεφθαρμένος άνθρωπος να υποφέρω ακόμη περισσότερο ώστε να κερδίσω την αλήθεια και να επιτύχω μια πραγματική αλλαγή στη διάθεση της ζωής μου; Σκεφτόμουν: «Αυτή η ταλαιπωρία είναι κάτι που οφείλω να αντέξω στην επιδίωξή μου να επιτύχω τη σωτηρία, και μου χρειάζονται τέτοιου είδους δεινά για να με στηλιτεύσουν και να με διαπαιδαγωγήσουν: αυτό χρειάζεται η ζωή μου και επιθυμώ να αποδεχτώ τη μεγάλη αγάπη του Θεού. Σήμερα, υποφέρω μαζί με τον Χριστό και συμμετέχω τόσο στη βασιλεία Του όσο και στα δεινά Του —αυτό οφείλεται εξ ολοκλήρου στην ανύψωση από τον Θεό, πρόκειται για τη μεγαλύτερη αγάπη και ευλογία Του προς εμένα και θα πρέπει να είμαι ευτυχισμένη». Όταν τα σκέφτηκα αυτά, η καρδιά μου αισθάνθηκε μεγάλη παρηγοριά κι έπαψα να πιστεύω ότι το να αντιμετωπίζω ένα τέτοιο περιβάλλον ήταν κάτι επίπονο αλλά, αντιθέτως, ένιωθα ότι ο Θεός μού είχε χαρίσει μια ιδιαίτερη ευλογία. Σιωπηλά προσέφερα μια προσευχή στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ! Σε ευχαριστώ που με διαφώτισες ώστε να κατανοήσω το θέλημά Σου. Ανεξάρτητα από το πώς θα με βασανίσει ο Σατανάς, εγώ δεν θα συμβιβαστώ, ούτε θα του παραδοθώ. Είτε ζήσω είτε πεθάνω, θέλω να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις Σου, να αφιερωθώ εξ ολοκλήρου σ’ Εσένα και να Σε αγαπώ μέχρι να πεθάνω!» Η κακή αστυνομία με βασάνιζε για δύο νύχτες και μια μέρα και δεν κέρδισε τίποτα απολύτως από μένα. Στο τέλος, το μόνο που μπορούσαν να πουν ήταν ότι ήμουν ήδη «γεμάτη από την παρουσία του Θεού» και με έστειλαν στο κρατητήριο.

Μόλις μπήκα στο κελί του κρατητηρίου, η επικεφαλής της πτέρυγας των κελιών, υποκινούμενη από την κακή αστυνομία, άρχισε να με απειλεί: «Έλα, ομολόγησε, αλλιώς την έβαψες!» Βλέποντας ότι δεν επρόκειτο να υποχωρήσω, συνωμότησε με τις άλλες κρατούμενες για να με τιμωρήσουν με κάθε δυνατό τρόπο: δεν μου έδιναν τίποτα να φάω, δεν μου έδιναν ζεστό νερό, με έβαζαν να κοιμάμαι κάθε βράδυ στο παγωμένο τσιμεντένιο πάτωμα και με ανάγκαζαν να κάνω τη βρόμικη και εξαντλητική εργασία. Εάν δεν την τελείωνα, έπρεπε να κάνω υπερωρίες, και αν δεν την έκανα αρκετά καλά, με κακοποιούσαν λεκτικά και με έβαζαν να σταθώ όρθια για τιμωρία… Κάθε μέρα έπρεπε να έρχομαι αντιμέτωπη με γελοιοποιήσεις, ταπεινώσεις, διακρίσεις, ξυλοδαρμούς και λεκτική κακοποίηση από τις άλλες κρατούμενες. Επιπλέον, τα χρήματά μου είχαν κατασχεθεί από την κακή αστυνομία κι έτσι, χωρίς δεκάρα στο όνομά μου, δεν μπορούσα να αγοράσω ούτε προϊόντα περιποίησης ούτε άλλα είδη καθημερινής ανάγκης. Δεν είχα ιδέα πότε θα τελειώσουν αυτές οι μέρες και μέσα μου ένιωθα πάρα πολλή θλίψη, πάρα πολλή μοναξιά και πάρα πολύ πόνο, επιθυμώντας πάντοτε να βγω όσο πιο γρήγορα μπορούσα από αυτό το δαιμονικό μέρος. Όσο περισσότερο, όμως, ήθελα να βγω από αυτό το περιβάλλον, τόσο πιο πολύ σκοτείνιαζε και θλιβόταν η καρδιά μου και δάκρυα έτρεχαν άθελα από τα μάτια μου. Μέσα στην ανημποριά μου, το μόνο που μπορούσα ήταν να λέω τον πόνο μου στον Θεό ξανά και ξανά, ελπίζοντας ειλικρινά να με οδηγήσει και πάλι και να με κάνει να μπορώ να υπακούω στις ενορχηστρώσεις και τις ρυθμίσεις Του. Ο Θεός είναι η βοήθεια και το στήριγμά μου ανά πάσα στιγμή, και για μία ακόμη φορά με οδήγησε να σκεφτώ το παρακάτω χωρίο του λόγου Του: «Όπως κι αν εργάζεται ο Θεός κι όπως κι αν είναι το περιβάλλον σου, εσύ είσαι σε θέση να επιδιώκεις τη ζωή και να αναζητάς την αλήθεια, καθώς και να επιζητάς να γνωρίσεις το έργο του Θεού, και κατανοείς τις ενέργειές Του και είσαι σε θέση να ενεργείς σύμφωνα με την αλήθεια. Αν το κάνεις αυτό, σημαίνει ότι έχεις αληθινή πίστη, κι αυτό δείχνει πως δεν έχεις χάσει την πίστη σου στον Θεό. Έχεις αληθινή πίστη στον Θεό μόνο αν είσαι σε θέση να εμμένεις στην επιδίωξη της αλήθειας μέσω του εξευγενισμού, αν είσαι σε θέση να αγαπάς αληθινά τον Θεό και δεν σου δημιουργούνται αμφιβολίες γι’ Αυτόν, αν ό,τι και αν κάνει Αυτός, εσύ εξακολουθείς να κάνεις πράξη την αλήθεια για να Τον ικανοποιείς και αν είσαι σε θέση να αναζητάς εις βάθος το θέλημά Του, καθώς και να ενδιαφέρεσαι για το θέλημά Του. Στο παρελθόν, όταν ο Θεός είπε πως θα βασίλευες ως βασιλιάς, Τον αγάπησες, κι όταν σου φανερώθηκε ανοιχτά, Τον επιδίωξες. Τώρα, όμως, ο Θεός είναι κρυμμένος, δεν μπορείς να Τον δεις κι έχεις βρεθεί σε μπελάδες —τώρα, λοιπόν, χάνεις την ελπίδα σου στον Θεό; Άρα πρέπει πάντοτε να επιδιώκεις τη ζωή και να επιζητάς να ικανοποιήσεις το θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει γνήσια πίστη και είναι το πιο αληθινό και το πιο όμορφο είδος αγάπης» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Όσοι πρόκειται να οδηγηθούν στην τελείωση πρέπει να υποβληθούν σε εξευγενισμό). Τα λόγια του Θεού που ήταν σαν μια γεμάτη αγάπη μητέρα να καθησυχάζει ένα αναστατωμένο παιδί, με παρηγόρησαν και με ενθάρρυναν πολύ. Ένιωσα ότι ο Θεός ήταν ακριβώς δίπλα μου, προσέχοντάς με και περιμένοντας από μένα να είμαι σε θέση να διατηρήσω την αληθινή πίστη μου σ’ Αυτόν ενώπιον του Σατανά, κερδίζοντας έτσι την ικανότητα να αγαπώ και να ικανοποιώ τον Θεό και να παραμένω ακλόνητη στη μαρτυρία μου γι’ Αυτόν εν μέσω οδυνηρών περιβαλλόντων κι όταν με ταλανίζουν οι δυνάμεις του σκότους, αυτή είναι η ισχυρότερη μαρτυρία που ντροπιάζει τον Σατανά. Αν και ήμουν φυλακισμένη σε αυτήν τη φωλιά των διαβόλων, η αγάπη του Θεού ήταν πάντα μαζί μου. Όταν υπέφερα απάνθρωπα βασανιστήρια και μαρτύρια και αισθανόμουν αδύναμη, αλλά και όταν υπέμενα τις επιθέσεις του Σατανά και ένιωθα πόνο και στενοχώρια, μπορούσα πάντοτε να διαπιστώσω την παροχή του Θεού για τη ζωή μου, να αισθανθώ την παρηγοριά της αγάπης Του και να δω το χέρι Του να μου ανοίγει τον δρόμο. Σκεφτόμουν μέσα μου: «Ο Θεός είναι πάντοτε στο πλευρό μου, προσέχοντας και συνοδεύοντάς με. Η αγάπη του Θεού για μένα είναι πολύ βαθιά. Πώς θα μπορούσα ποτέ να απογοητεύσω το θέλημά Του; Δεν θα πρέπει να ικανοποιώ τη σάρκα μου και, ακόμη περισσότερο, δεν θα πρέπει να προσπαθώ να ξεφύγω από τα περιβάλλοντα που ο Θεός διευθετεί για μένα. Οφείλω να ανακτήσω την πίστη που είχα πριν, να αφιερώσω την αληθινή αγάπη μου στον Θεό και να γίνω μάρτυράς Του ενώπιον του Σατανά». Σκεπτόμενη αυτά τα πράγματα, ο πόνος στην καρδιά μου διαλύθηκε και αποφάσισα να αγαπώ και να ικανοποιώ τον Θεό ακόμη κι αν έπρεπε να υποφέρω κάθε είδους αγωνία. Άθελά μου έψαλα έναν ύμνο της εκκλησίας: «Είμαι ένας άνθρωπος με καρδιά και πνεύμα, οπότε γιατί δεν μπορώ να αγαπήσω τον Θεό; Με τον Θεό για στήριγμα, τι να φοβηθώ; Ορκίζομαι να αντιμάχομαι τον Σατανά ως το τέλος. Ο Θεός μας ανυψώνει, πρέπει μόνο να παλεύουμε για να γίνουμε μάρτυρες για τον Χριστό. Ο Θεός θα πραγματοποιήσει το θέλημά Του στη γη. Θα αφιερώσω όλη την αγάπη και την πίστη μου στον Θεό. Θα καλωσορίσω την επιστροφή Του όταν κατέβει με δόξα, και θα Τον συναντήσω ξανά στη βασιλεία του Χριστού» («Η βασιλεία» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Όταν ενίσχυσα την πίστη μου και θέλησα να ικανοποιήσω τον Θεό, βίωσα για μία ακόμη φορά την τρυφερή αγάπη Του για μένα. Ο Θεός κανόνισε ένας σωφρονιστικός υπάλληλος να μου δώσει πολλά αντικείμενα για τις καθημερινές μου ανάγκες. Η καρδιά μου συγκινήθηκε πολύ και ευχαρίστησα τον Θεό από τα βάθη της καρδιάς μου. Μετά από 40 μέρες, οι κακοί αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε τρόπος να βγάλουν οτιδήποτε από μένα, κι έτσι με κατηγόρησαν καταχρηστικά ότι είμαι μέλος της Σιε Τζιάο και ζήτησαν από την οικογένειά μου να πληρώσει αρκετές χιλιάδες γιουάν προτού με απελευθερώσουν.

Νόμιζα ότι θα ανακτούσα την ελευθερία μου μόλις γύριζα σπίτι, όμως η αστυνομία του ΚΚΚ ποτέ δεν σταμάτησε να με παρακολουθεί, και εξακολουθούσαν να περιορίζουν την προσωπική μου ελευθερία. Μου απαγόρευσαν να φύγω από το σπίτι μου, με διέταξαν να είμαι πάντοτε στη διάθεσή τους και όρισαν κάποιον να με παρακολουθεί. Απειλούσαν μάλιστα και την οικογένειά μου σχεδόν κάθε λίγες μέρες, προειδοποιώντας τους να με παρακολουθούν στενά. Απ’ έξω, φαινόταν σαν να είχα απελευθερωθεί, όμως στην πραγματικότητα είχα τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό από την κακή αστυνομία. Συνεπώς, δεν τολμούσα να έλθω σε επαφή με τους αδελφούς και τις αδελφές μου στην εκκλησία, ούτε μπορούσα να εκτελώ το καθήκον μου, και αισθανόμουν την καρδιά μου πολύ καταπιεσμένη και πονεμένη. Εκείνο που με αγανακτούσε ακόμη περισσότερο ήταν ότι η κακή αστυνομία εξαπατούσε τους ανθρώπους στο χωριό μου με τα δόλια ψέματά της, λέγοντάς τους ότι η πίστη μου στον Θεό με είχε τρελάνει, ότι δεν ήμουν καλά στα μυαλά μου κι ότι ήμουν ικανή για το οτιδήποτε… Απέναντι σε μια τέτοια φριχτή φημολογία και συκοφαντία, άθελά μου γέμιζα θυμό. Σκεφτόμουν από μέσα μου: «Δεν μπορεί να με ελέγχουν αυτοί οι διάβολοι κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει να αγωνιστώ ώστε να ελευθερωθώ από τα δαιμονικά τους νύχια και να ξεπληρώσω την αγάπη του Θεού». Έτσι λοιπόν, για να διαφύγω της παρακολούθησης από την κακή αστυνομία, δεν είχα άλλη επιλογή παρά να φύγω από το σπίτι μου και να πάω να εκτελέσω το καθήκον μου.

Τρία χρόνια πέρασαν σαν αστραπή. Νόμιζα ότι η αστυνομία του ΚΚΚ δεν με παρακολουθούσε πια, γι’ αυτό επέστρεψα σπίτι για να εκτελέσω το καθήκον μου. Εντούτοις, σαν κεραυνός εν αιθρία νωρίς ένα πρωί του Αυγούστου του 2006, ενώ δεν είχα καλά-καλά επιστρέψει σπίτι λίγες μέρες, η κακή αστυνομία ήλθε να με επισκεφθεί. Εκείνο το πρωί, με ξύπνησε έξαφνα μέσα στον ύπνο μου μια φωνή που ωρυόταν: «Γρήγορα ανοίξτε την πόρτα, αλλιώς θα τη σπάσουμε!» Ο σύζυγός μου μόλις είχε ανοίξει την πόρτα όταν επτά ή οκτώ κακοί αστυνομικοί όρμησαν μέσα σαν ληστές και, χωρίς καμία εξήγηση, με έπιασαν και με έσυραν στο αυτοκίνητό τους. Επειδή ο Θεός με προστάτευε, δεν ένιωσα κανένα φόβο. Απλώς προσευχόμουν ξανά και ξανά: «Παντοδύναμε Θεέ! Σήμερα έπεσα και πάλι στα χέρια αυτών των διαβόλων. Είθε να προστατέψεις την καρδιά μου, να μου δώσεις δύναμη και μακάρι να γίνω για άλλη μια φορά μάρτυράς Σου». Μόλις φτάσαμε στο αστυνομικό τμήμα, η κακή αστυνομία με έβγαλε διά της βίας φωτογραφία και μου πήρε τα δακτυλικά μου αποτυπώματα. Στη συνέχεια, πήραν έναν κατάλογο με ονόματα και άρχισαν να με πιέζουν με ερωτήσεις: «Γνωρίζεις αυτούς τους ανθρώπους; Ποιοι είναι οι συνεργάτες σου;» Βλέποντας τα γνωστά ονόματα ορισμένων από τις αδελφές μου στον κατάλογο, απάντησα ήρεμα: «Δεν τις γνωρίζω, και δεν έχω συνεργάτες!» Μόλις σταμάτησα να μιλάω, ένας απ’ αυτούς μου φώναξε βρυχώμενος: «Εξαφανίστηκες αρκετά χρόνια, πού ήσουν, λοιπόν; Έχεις συνεργάτες. Πιστεύεις ακόμη στον Παντοδύναμο Θεό; Ξέρασέ τα όλα». Τα λόγια του κακού αστυνομικού μού προκάλεσαν αμέσως και θλίψη και πίκρα, και δεν μπορούσα να κρύψω την οργή μου. Σκεφτόμουν: «Αυτό που πιστεύω σήμερα είναι ο ένας αληθινός Θεός που έφτιαξε τους ουρανούς και τη γη και όλα τα πράγματα. Αυτό που επιδιώκω είναι η αλήθεια, το μονοπάτι όπου βαδίζω είναι το σωστό μονοπάτι στη ζωή και όλα αυτά είναι φωτεινά και δίκαια. Και όμως, αυτοί οι διάβολοι, χωρίς ίχνος συνείδησης, συνεχίζουν να με καταδιώκουν και να με κακοποιούν, περιορίζοντας την προσωπική μου ελευθερία, εξαναγκάζοντάς με να εγκαταλείψω το σπίτι μου, διαχωρίζοντάς με από τη σάρκα και το αίμα μου και προσπαθώντας να με αναγκάσουν να προδώσω τον Θεό. Τι κακό έχει να πιστεύει κανείς στον Θεό και να αναζητά να γίνει καλός άνθρωπος; Γιατί δεν μου επιτρέπουν να ακολουθήσω τον Παντοδύναμο Θεό και να βαδίσω στο σωστό μονοπάτι στη ζωή; Η συμμορία των διαβόλων που απαρτίζουν την κυβέρνηση του ΚΚΚ είναι πραγματικά πολύ αντιδραστικοί και άθεοι, είναι ασυμβίβαστοι εχθροί του Θεού και, ακόμη περισσότερο, είναι εχθροί με τους οποίους δεν μπορώ να συνυπάρξω». Μέσα στη θλίψη και την πικρία μου, άθελά μου ήλθαν στο μυαλό μου τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού: «Αυτοί οι λακέδες! Ανταποδίδουν την καλοσύνη με μίσος, εδώ και καιρό έχουν απαξιώσει τον Θεό, Τον κακομεταχειρίζονται, είναι σε ακραίο βαθμό βάναυσοι, δεν έχουν την παραμικρή εκτίμηση για τον Θεό, λεηλατούν και πλιατσικολογούν, έχουν χάσει κάθε ευσυνειδησία και δρουν αντίθετα με τη συνείδηση […] Η ανάμειξή τους έχει αφήσει τα πάντα κάτω από τους ουρανούς σε μια κατάσταση σκότους και χάους! Θρησκευτική ελευθερία; Τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα των πολιτών; Όλα είναι κόλπα συγκάλυψης της αμαρτίας! […] Χιλιάδες χρόνια μίσους έχουν συγκεντρωθεί μέσα στην καρδιά, χιλιετίες αμαρτιών έχουν χαραχτεί στην καρδιά. Πώς θα μπορούσε αυτό να μην προκαλεί την απέχθεια; Εκδικηθείτε για τον Θεό, αποτελειώστε τον εχθρό Του, μην τον αφήνετε να δρα πλέον ανεξέλεγκτος και μην του επιτρέπετε να δημιουργεί πλέον τόσα προβλήματα όσα αυτός επιθυμεί! Τώρα είναι η ώρα: ο άνθρωπος έχει από καιρό συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις του, έχει αφιερώσει όλες του τις προσπάθειες και έχει πληρώσει κάθε τίμημα για έναν λόγο, για να ξεσκίσει το φρικτό πρόσωπο αυτού του δαίμονα και να δώσει τη δυνατότητα στους ανθρώπους, που έχουν τυφλωθεί και έχουν υποστεί κάθε είδους δυστυχία και δυσκολίες, να ξεσηκωθούν από τον πόνο τους και να γυρίσουν την πλάτη σε αυτόν τον σατανικό διάβολο» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Το μονοπάτι… (8)). Από τα λόγια αυτά του Θεού κατάλαβα το θέλημά Του και ξεπήδησε από μέσα μου ένα πικρό μίσος για αυτούς τους διαβόλους. Ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη και όλα τα πράγματα και ανατρέφει την ανθρωπότητα, η οποία απολαμβάνει την άφθονη γενναιοδωρία Του, η δε πίστη στον Θεό και η λατρεία Του ήταν πάντοτε πράγματα σωστά και ορθά. Και όμως, η κυβέρνηση του ΚΚΚ κάνει ό,τι μπορεί για να καταστείλει βίαια όσους πιστεύουν στον Παντοδύναμο Θεό: τους κυνηγά άγρια, τους φυλακίζει παράνομα, τους βασανίζει σκληρά, τους θέτει υπό κράτηση σε στρατόπεδα εργασίας και τους υβρίζει και τους χλευάζει, ελπίζοντας μάταια να εξολοθρεύσει όλους όσοι πιστεύουν στον Θεό και να καταστρέψει το έργο του Θεού να σώσει τον άνθρωπο τις έσχατες ημέρες —είναι πραγματικά όσο δεν πάει κακή και απαίσια! Όλα αυτά τα χρόνια, εάν ο Παντοδύναμος Θεός δεν με προστάτευε και δεν με φρόντιζε, θα με είχε εδώ και πολύ καιρό θανατώσει απάνθρωπα ο Σατανάς ο διάβολος. Απέναντι σε αυτήν την πνευματική μάχη ζωής και θανάτου, ήμουν αποφασισμένη να υποστηρίξω την αλήθεια και να εξακολουθήσω να αγαπώ τον Θεό, μολονότι βιώνω εξαιρετικό πόνο. Αφιερώνω τη ζωή μου να παραμείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου για τον Θεό!

Βλέποντάς με να τους κοιτάζω χωρίς να βγάζω λέξη, οι κακοί αστυνομικοί ξέσπασαν πάνω μου αγανακτισμένοι: «Δεν θα μιλήσεις, ε; Περίμενε μέχρι να έλθουν οι αρχηγοί μας να σε ανακρίνουν οι ίδιοι και θα δούμε αν το στόμα σου θα παραμείνει κλειστό!» Ακούγοντας ότι οι αρχηγοί της κακής αστυνομίας επρόκειτο να με ανακρίνουν οι ίδιοι, άθελά μου ένιωσα λίγο άγχος. Έπειτα σκέφτηκα πως, μέσα σε όλες αυτές τις αντιξοότητες, είχα βιώσει πραγματικά την κυριαρχία του Θεού επί των πάντων και τη διαχείρισή Του για όλα τα πράγματα, καθώς και πως ο λόγος του Θεού έχει μοναδική εξουσία και ισχυρή ζωτικότητα. Έχοντας συνειδητοποιήσει αυτό, αμέσως ανάβλυσε μέσα μου η πίστη και το θάρρος να επικρατήσω των δυνάμεων του σκότους του Σατανά. Μολονότι οι κακοί αυτοί αστυνομικοί είναι εξαιρετικά σκληροί και ανελέητοι, δεν είναι παρά χάρτινες τίγρεις —φαίνονται δυνατοί απ’ έξω, όμως μέσα τους είναι αδύναμοι— και χειραγωγούνται επίσης από τα χέρια του Δημιουργού. Μέσα από την καρδιά μου πήρα την εξής απόφαση ενώπιον του Θεού: «Θεέ μου, ανεξάρτητα από το πώς θα με βασανίσουν οι διάβολοι, ζητώ μόνο να σταθεροποιήσεις την πίστη μου, να ενισχύσεις την καρδιά μου ώστε να Σε αγαπά και να με αφήσεις να γίνω η νικηφόρος μαρτυρία Σου, ακόμη και με τίμημα τη ζωή μου». Πρέπει να ήταν μετά τις 10 το πρωί όταν ήλθαν δυο άνδρες που αυτοαποκαλούνταν αναπληρωτές διευθυντές του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας. Με κοίταζαν χωρίς να λένε λέξη, έπειτα ο ένας από αυτούς με έπιασε από τα μαλλιά και με πίεσε με ερώτηση: «Πιστεύεις ακόμη στον Παντοδύναμο Θεό;» Βλέποντας ότι έμενα σιωπηλή, ο άλλος κακός αστυνομικός διευθυντής βρυχήθηκε άγρια: «Εάν δεν μιλήσεις, θα βρεθείς στην κόλαση σήμερα!» Καθώς τα έλεγε αυτά, γαβγίζοντας σαν άγριο θηρίο, με άρπαξε από τα μαλλιά και με έριξε στο έδαφος, κι εγώ έπεσα τόσο δυνατά, που δεν ήμουν σε θέση να σηκωθώ ξανά. Με έσυραν έπειτα από τα μαλλιά και με χτυπούσαν και με κλοτσούσαν, φωνάζοντας καθώς με έδερναν: «Θα μιλήσεις;» Ξαφνικά, το πρόσωπό μου έκαιγε από πόνο και το κρανίο μου πονούσε αφόρητα σαν να είχε σπάσει σε κομμάτια. Τα δύο αυτά κτήνη με ανθρώπινα ρούχα έμοιαζαν εξωτερικά με αξιοσέβαστους κυρίους, όμως από κάτω ήταν το ίδιο άγριοι κι αδίστακτοι με άγρια ζώα. Με έκαναν να δω ακόμη πιο ξεκάθαρα ότι αυτό το κακό πολιτικό κόμμα —το ΚΚΚ— είναι η ενσάρκωση του Σατανά και τα πιόνια του είναι μια συμμορία κακών δαιμόνων και μοχθηρών πνευμάτων! Τελικά θα βρουν μπροστά τους τις κατάρες του Θεού! Αυτοί οι δύο αρχηγοί της κακής αστυνομίας είδαν ότι δεν ήμουν πρόθυμη να παραδοθώ στη δεσποτική τους εξουσία κι έτσι, σε μια φαινομενικά μανιακή οργή, άρπαξαν τα μαλλιά μου κι άρχισαν να με πιέζουν στο έδαφος, χρησιμοποιώντας και οι δύο τα πόδια τους για να με κλοτσάνε χωρίς λόγο και να με ποδοπατάνε. Στη συνέχεια, με σήκωσαν σέρνοντάς με και με χτύπησαν άγρια στο πίσω μέρος των ποδιών, κλοτσώντας με δυνατά, μέχρι που έπεσα γονατιστή στο πάτωμα, κι εκείνοι είπαν άγρια: «Γονάτισε και μην κουνιέσαι! Μπορείς να σηκωθείς όταν τα ξεράσεις όλα. Αν δεν μιλήσεις, τότε ούτε να το σκέφτεσαι!» Εάν κουνιόμουν έστω και λίγο, μου τραβούσαν βίαια τα μαλλιά και με χτυπούσαν και με κλοτσούσαν. Ήμουν γονατιστή για τρεις ή τέσσερις ώρες, διάστημα κατά το οποίο με χτύπησαν αμέτρητες φορές, επειδή δεν μπορούσα να κρατήσω τη στάση αυτή. Τελικά, κατέρρευσα ζαλισμένη στο πάτωμα και με κατσάδιασαν ότι προσποιούμουν ότι ήμουν νεκρή, ενώ ασταμάτητα μου τραβούσαν βίαια τα μαλλιά έτσι ώστε αισθανόμουν ότι ξεριζώνονταν από το κεφάλι μου. Εκείνη τη στιγμή, ήταν λες και ολόκληρο το σώμα μου είχε γίνει κομμάτια —δεν μπορούσα να κουνήσω ούτε έναν μυ και πονούσα αφόρητα. Ένιωθα λες και η καρδιά μου θα σταματούσε να χτυπά ανά πάσα στιγμή. Συνέχισα να επικαλούμαι τον Θεό να μου δώσει δύναμη, και στο μυαλό μου ήλθαν ξαφνικά τα γεμάτα παρότρυνση και ενθάρρυνση λόγια του Θεού: «Ο Πέτρος μπόρεσε να αγαπήσει τον Θεό μέχρι θανάτου. Όταν τον σταύρωσαν και ήρθε αντιμέτωπος με τον θάνατο, εξακολουθούσε να αγαπά τον Θεό· δεν σκεφτόταν τις δικές του προοπτικές ούτε επιδίωκε όμορφες ελπίδες ή εξωφρενικές σκέψεις και το μόνο που επιζητούσε ήταν να αγαπά τον Θεό και να υπακούει σε όλες τις διευθετήσεις Του. Αυτό είναι το πρότυπο που πρέπει να πετύχεις προτού θεωρηθεί ότι έχεις καταθέσει μαρτυρία, προτού γίνεις κάποιος που έχει οδηγηθεί στην τελείωση μετά την κατάκτησή του» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η πραγματική αλήθεια του έργου της κατάκτησης (2)). Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν πίστη και δύναμη. Σκέφτηκα μέσα μου: «Ναι! Ο Πέτρος σταυρώθηκε ανάποδα για τον Θεό και ήταν και πάλι σε θέση να Τον αγαπάει πολύ, ακόμη κι όταν η σάρκα του πονούσε αβάσταχτα. Νίκησε τη σάρκα, νίκησε τον Σατανά και μόνον αυτού του είδους η μαρτυρία είναι ηχηρή και μπορεί να παρηγορήσει την καρδιά του Θεού. Θέλω να μιμηθώ τον Πέτρο, έτσι ώστε ο Θεός να μπορεί να δοξαστεί μέσα μου. Αν και η σάρκα μου πονάει φρικτά, ο πόνος είναι και πάλι πολύ μικρότερος από του Πέτρου που σταυρώθηκε ανάποδα. Ο Σατανάς θέλει να με κάνει να προδώσω τον Θεό βασανίζοντας τη σάρκα μου, όμως ο Θεός χρησιμοποιεί αυτήν την ευκαιρία για να οδηγήσει στην τελείωση την αληθινή αγάπη μου γι’ Αυτόν. Σήμερα, δεν θα παραδοθώ επ’ ουδενί στον Σατανά, ούτε και θα επιτρέψω να πετύχει το σχέδιό του! Θέλω να ζήσω για να αγαπώ τον Θεό!» Μονομιάς, δεν φοβόμουν πλέον καθόλου να πεθάνω. Ήμουν αποφασισμένη να προσφέρω τον εαυτό μου εξολοκλήρου στον Θεό και ορκίστηκα στη ζωή μου ότι θα Του είμαι πιστή! Στη συνέχεια, προσευχήθηκα στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ, είμαι ένα δημιούργημα που Σε λατρεύει και Σε υπακούει όπως οφείλει. Σου δίνω τη ζωή μου και, είτε ζήσω είτε πεθάνω, πιστεύω σε Εσένα και Σε αγαπάω!» Αισθάνθηκα αμέσως τον πόνο να απαλύνει πολύ στο σώμα μου και ολόκληρο το κορμί και το μυαλό μου είχαν μια αίσθηση φωτισμού και απελευθέρωσης. Εκείνη τη στιγμή, άθελά μου μουρμούρισα μέσα μου έναν ύμνο της εκκλησίας: «Σήμερα, την κρίση του Θεού δέχομαι και τον εξαγνισμό· αύριο, τις ευλογίες Του θα λάβω. Είμαι έτοιμος τα νιάτα μου να δώσω, τη ζωή μου, τη μέρα της δόξας του Θεού για να δω. Ω, η αγάπη του Θεού έχει μαγέψει την καρδιά μου. Εργάζεται κι εκφράζει την αλήθεια, δίνοντάς μου νέα ζωή. Είμαι έτοιμος απ’ το πικρό ποτήριο να πιω, να υποφέρω για να κερδίσω την αλήθεια. Αδιαμαρτύρητα θα υποστώ ταπείνωση, θέλω να ζήσω ξεπληρώνοντας την καλοσύνη του Θεού» («Θέλω να δω την ημέρα της δόξας του Θεού» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Οι αρχηγοί της κακής αστυνομίας είχαν εξαντληθεί εντελώς με το να με υποβάλλουν σε δεινά και στέκονταν εκεί χωρίς να λένε τίποτα για πολλή ώρα. Τελικά, μην ξέροντας τι να κάνουν, μου πέταξαν θυμωμένα: «Κάτσε και θα δεις!» Έπειτα έφυγαν. Οι άλλοι κακοί αστυνομικοί στέκονταν γύρω συζητώντας μεταξύ τους: «Αυτή η γυναίκα είναι πολύ σκληρή, κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα μαζί της. Είναι πιο σκληρή κι από τη Liu Hulan…» Σε εκείνο το σημείο, συγκινήθηκα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Ο Θεός ήταν νικηφόρος! Χωρίς την επανειλημμένη παροχή των λόγων του Παντοδύναμου Θεού αλλά και χωρίς τη μυστική Του φροντίδα, απλώς δεν θα μπορούσα να μείνω σταθερή. Δόξα και αίνος στον Παντοδύναμο Θεό! Στο τέλος, οι κακοί αστυνομικοί με κλείδωσαν στο κρατητήριο.

Στο κρατητήριο, οι κακοί αστυνομικοί δεν ήταν και πάλι πρόθυμοι να τα παρατήσουν και κάθε λίγες μέρες με ανέκριναν. Κάθε φορά που με ανέκριναν, με έβαζαν να καθίσω στην αίθουσα ανακρίσεων μπροστά σ’ ένα παράθυρο με μεταλλικά κάγκελα και, τη στιγμή που ένιωθαν δυσαρεστημένοι με την απάντησή μου, με έπιαναν μέσα από τα κάγκελα και με κοπανούσαν βίαια στο πρόσωπο ή άρπαζαν τα μαλλιά μου και μου χτυπούσαν το κεφάλι στα κάγκελα. Βλέποντας ότι και πάλι δεν έβγαζε πουθενά, φρένιασαν από οργή. Στο τέλος, συνειδητοποίησαν ότι δεν χρησίμευε σε τίποτε να μου φέρονται σκληρά, το γύρισαν, λοιπόν, σε ήπιες τακτικές και προσπάθησαν να με δελεάσουν και να με πείσουν λέγοντας: «Τα παιδιά και ο άντρας σου σε περιμένουν όλοι σπίτι! Επίσης, ο σύζυγός σου μάς παρακάλεσε για λογαριασμό σου. Μίλησέ μας και σύντομα θα επιστρέψεις και θα τους ξαναβρείς». Τα ψεύτικα αυτά λόγια με αηδίασαν και με έκαναν να τους μισήσω τόσο πολύ ώστε ζήτησα μέσα από την καρδιά μου από τον Θεό να τους καταραστεί. Περιφρονούσα αυτήν τη συμμορία χαμερπών και ξεδιάντροπων κακών αστυνομικών. Πήρα την εξής απόφαση: «Ανεξάρτητα από το χαρτί που θα παίξουν, εγώ δεν πρόκειται να μετακινηθώ ούτε πόντο από τις απόψεις μου! Σε αυτήν τη ζωή, κανείς δεν μπορεί να κλονίσει την απόφασή μου να ακολουθώ τον Παντοδύναμο Θεό!» Τελικά, οι κακοί αστυνομικοί είχαν παίξει όλα τα χαρτιά τους, κι έτσι με κράτησαν κλειδωμένη για 40 ημέρες, με τιμώρησαν με πρόστιμο 2.000 γιουάν και στη συνέχεια με άφησαν ελεύθερη.

Σε όλες μου τις εμπειρίες, καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας, συνειδητοποίησα τελικά βαθιά ότι χάριν εξ ολοκλήρου στα θαυμαστά έργα του Θεού και στην παντοδυναμία Του, κάποια σαν εμένα —μια συνηθισμένη γυναίκα της υπαίθρου, που στο παρελθόν δεν είχε καμία γνώση ή θάρρος— μπορεί να αντέξει διάφορα κρούσματα βασανιστηρίων για να ομολογήσει και απάνθρωπους βασανισμούς και κακοποιήσεις από την αστυνομία του ΚΚΚ, μπορεί να δει ξεκάθαρα την αντιδραστική φύση της κυβέρνησης του ΚΚΚ, που πεισματικά αντιτάσσεται στον Θεό και βλάπτει άγρια τον εκλεκτό λαό Του, αλλά και μπορεί να αντιληφθεί το πώς εξαπατά τους πολίτες για να στηρίξει τη δική της φήμη και να αποκρύψει τις κακές της μεθόδους. Μέσω της πρακτικής μου εμπειρίας, κατανόησα πραγματικά στο τέλος ότι η εξουσία και η δύναμη του λόγου του Θεού είναι πολύ μεγάλες, ότι η ζωτικότητα που ο Θεός χαρίζει στον άνθρωπο είναι άπειρη και ότι μπορεί να νικήσει όλες τις κακές δυνάμεις του Σατανά! Υποφέροντας, αντιλήφθηκα ότι αυτό που με παρηγορούσε και με ενθάρρυνε, αλλά και με απέτρεπε από το να χάσω τον δρόμο μου, ήταν η αγάπη του Θεού. Ανεξάρτητα από το πού βρίσκομαι ή από το είδος των περιστάσεων, ο Θεός πάντοτε με προσέχει και η αγάπη Του είναι πάντα μαζί μου. Είναι τιμή μου να μπορώ να ακολουθώ αυτόν τον πρακτικό, αληθινό Θεό. Ακόμη πιο τυχερή είμαι επειδή μπόρεσα να βιώσω αυτού του είδους τον διωγμό και τις αντιξοότητες, ώστε να πάρω μια γεύση από τη θαυμαστή φύση του Θεού, τη σοφία Του και την παντοδυναμία Του. Από κείνη τη μέρα και μετά, είθε να κάνω ό,τι είναι δυνατόν για να επιδιώξω την αλήθεια και να αποκτήσω πραγματική γνώση του Θεού, να Τον αγαπώ μέχρι τέλους και να είμαι αμετακίνητη στην πίστη μου!

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση