Νιώθω τόσο καλά που βγάζω τη μάσκα μου
Τον Σεπτέμβρη του 2018, εκλέχτηκα επικεφαλής της εκκλησίας. Ήμουν πολύ χαρούμενη τότε. Θεώρησα πως έγινε διότι ήμουν καλύτερη από τους περισσότερους και πως πρέπει να επιδιώξω την αλήθεια, να κάνω το καθήκον μου. Δεν ήθελα ο κόσμος να θεωρεί ότι ο ηγετικός μου ρόλος ήταν μόνο συμβολικός. Μια μέρα πήγα στη συνάντηση μιας ομάδας. Ενώ συζητούσαμε για το έργο, κάποιοι αναφέρθηκαν σε εξειδικευμένες δεξιότητες. Τα έχασα λιγάκι. Δεν ήξερα σχεδόν τίποτα. Αν ρωτούσαν κάτι και δεν ήξερα να απαντήσω; Άραγε θα με υποτιμούσαν; Θα αναρωτιούνταν πώς θα ηγούμουν αν δεν καταλάβαινα; Θα μπορούσα να μην πω τίποτα, μα δεν θα ήμουν ανίκανη επικεφαλής; Τι να έκανα; Καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα. Ήμουν μες στο άγχος. Δεν καταλάβαινα για τι μιλούσαν. Όταν κόντευαν να τελειώσουν, είπα στα γρήγορα: «Αν δεν υπάρχουν άλλες ερωτήσεις, ας ολοκληρώσουμε εδώ τη συνάντηση». Μέχρι να φύγω δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Σκεφτόμουν: «Αυτή η ομάδα χρειάζεται πολλές εξειδικευμένες γνώσεις, αφού δεν τις έχω, καλύτερα να μην πηγαίνω σε πολλές συναντήσεις. Αν αντιληφθούν ότι δεν ξέρω πολλά για το αντικείμενο, σίγουρα θα με υποτιμήσουν. Ποιος θα με πάρει στα σοβαρά μετά απ’ αυτό;»
Τις επόμενες εβδομάδες, συναντιόμουν καθημερινά με άλλες ομάδες και τις βοηθούσα να ξεπεράσουν τα προβλήματα και τις δυσκολίες τους. Η εκκλησιαστική μας ζωή βελτιώθηκε. Όλοι με στήριζαν και ήθελα πραγματικά να συναντιέμαι με αυτές τις ομάδες. Μα με προβλημάτιζε η ομάδα που χρειαζόταν εξειδικευμένες γνώσεις. Φοβόμουν πως δεν θα τους καταλάβαινα, οπότε έβρισκα δικαιολογίες και πήγαινα σπανίως. Ένα βράδυ, η συνεργάτιδά μου είπε πως η ομάδα είχε προβλήματα και μου ζήτησε να πάω σε μια συνάντηση. Με βαριά καρδιά δέχτηκα, αλλά είχα άγχος. Σκέφτηκα: «Εάν δεν μπορέσω να λύσω το πρόβλημα, θα πουν πως είμαι μια ανίκανη επικεφαλής;» Προβληματίστηκα. Την επομένη, αφού είχαμε συναναστραφεί για τον λόγο του Θεού, φοβόμουν πως θα με ρωτούσαν κάτι εξειδικευμένο, κι αν δεν απαντούσα, θα φαινόμουν χαζή. Οπλίστηκα με θάρρος και συνέχισα να μιλώ για να κερδίσω χρόνο, αλλά ένιωθα άβολα. Τους ρώτησα: «Ποια άλλα προβλήματα πρέπει να επιλυθούν;» Ο επικεφαλής της ομάδας μίλησε για τα προβλήματα και τις λύσεις. Μπερδεύτηκα όταν άρχισε να χρησιμοποιεί ορολογία. Δεν ήμουν σίγουρη αν τα προβλήματα είχαν λυθεί πλήρως ή όχι. Εάν τελικά δεν έβρισκαν κάποια λύση, αυτό θα επηρέαζε την πρόοδό τους. Μα αν έκανα διευκρινιστικές ερωτήσεις, θα ήθελαν τη γνώμη μου. Εγώ, όμως, δεν καταλάβαινα τίποτα και θα γινόμουν ρεζίλι. Μετά από πολλή σκέψη, δεν είπα τίποτα. Έπειτα, μια αδελφή μίλησε για κάποιες δυσκολίες που βίωνε σε επαγγελματικά θέματα. Μπερδεύτηκα ακόμη περισσότερο. Δεν τόλμησα να τη ρωτήσω τι εννοούσε. Φοβόμουν ότι αν δεν έβρισκα λύση, θα σκεφτόταν πως είμαι κακή επικεφαλής. Μίλησα λίγο κι απέφυγα το θέμα λέγοντας: «Θα κοιτάξω το ζήτημα αργότερα». Μετά τη συνάντηση, ήμουν εξουθενωμένη. Ένιωθα ένα κενό. Τίποτα δεν λύθηκε σε αυτήν τη συνάντηση. Δεν τα είχα κάνει μαντάρα στο καθήκον μου; Ήξερα ότι οι αδελφοί και οι αδελφές της ομάδας δεν είχαν καταφέρει και πολλά. Δεν είχαν μεγάλη πρόοδο στο έργο τους κι ένιωθα άσχημα. Φοβόμουν πως θα έλεγαν ότι δεν καταλάβαινα και θα με υποτιμούσαν. Με το ζόρι τα έβγαζα πέρα σε κάθε συνάντηση. Ούτε ποτέ κατανόησα τη δουλειά, ούτε έλυσα κανένα πρόβλημα. Επί της ουσίας, δεν έκανα δουλειά. Δεν εξαπατούσα τον Θεό; Δεν κορόιδευα τους αδελφούς και τις αδελφές μου; Ένιωθα άβολα και κατηγορούσα τον εαυτό μου. Προσευχήθηκα στον Θεό να με βοηθήσει να κάνω αυτοκριτική, να προσπαθήσω να γνωρίσω τον εαυτό μου.
Μια μέρα στην πνευματική άσκηση, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Όλοι οι διεφθαρμένοι άνθρωποι παρουσιάζουν το εξής πρόβλημα: Όταν είναι συνηθισμένοι αδελφοί και συνηθισμένες αδελφές δίχως κύρος, δεν παίρνουν ύφος ανωτέρου όταν αλληλεπιδρούν ή μιλούν με κάποιον, ούτε υιοθετούν συγκεκριμένο ύφος ή τόνο ομιλίας. Είναι απλώς συνηθισμένοι και κανονικοί, και δεν έχουν την ανάγκη να πλασάρουν τον εαυτό τους. Δεν νιώθουν καμία ψυχολογική πίεση, και μπορούν να συναναστρέφονται τους άλλους ανοιχτά και από καρδιάς. Είναι προσιτοί και δεκτικοί στην αλληλεπίδραση· οι άλλοι τους θεωρούν πολύ καλούς ανθρώπους. Ωστόσο, τη στιγμή που αποκτούν κύρος, γίνονται υπεροπτικοί και κανείς δεν είναι αρκετά καλός για τους ίδιους. Πιστεύουν πως είναι αξιoσέβαστοι, πως οι ίδιοι και οι συνηθισμένοι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι από άλλη πάστα —και σταματούν να συναναστρέφονται τους άλλους ανοιχτά. Γιατί δεν συναναστρέφονται πια τους άλλους ανοιχτά; Νιώθουν πως έχουν πλέον κύρος, και είναι επικεφαλής. Νομίζουν πως οι επικεφαλής πρέπει να διατηρούν μια συγκεκριμένη εικόνα, να είναι λίγο πιο ανώτεροι από τους συνηθισμένους ανθρώπους, να έχουν περισσότερο ανάστημα και να μπορούν να αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες· πιστεύουν πως, σε σύγκριση με τους συνηθισμένους ανθρώπους, οι επικεφαλής πρέπει να είναι πιο υπομονετικοί, να είναι σε θέση να υποφέρουν και να δαπανούν περισσότερο, όπως και να μπορούν να αντιστέκονται σε κάθε πειρασμό. Νομίζουν, μάλιστα, πως οι επικεφαλής δεν μπορούν να κλάψουν, όσα μέλη της οικογένειάς τους κι αν πεθάνουν, και πως, αν όντως πρέπει να κλάψουν, πρέπει να κλάψουν μες στα σεντόνια τους, ούτως ώστε κανείς να μην μπορεί να δει οποιαδήποτε ελαττώματα, οποιεσδήποτε ελλείψεις ή αδυναμίες μέσα τους. Νιώθουν, μάλιστα, πως αν οι επικεφαλής έχουν γίνει αρνητικοί, δεν πρέπει να αφήσουν κανέναν να το μάθει. Αντ’ αυτού, πρέπει να κρύβουν όλα αυτά τα πράγματα. Πιστεύουν πως έτσι θα πρέπει να ενεργεί κάποιος που έχει κύρος» («Για να επιλύσει κάποιος τη διεφθαρμένη διάθεσή του, πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο μονοπάτι πράξης» στο βιβλίο «Αρχεία των Συνομιλιών του Χριστού»). Τα λόγια του Θεού αποκάλυψαν την αληθινή μου κατάσταση. Πριν γίνω επικεφαλής, αν δεν καταλάβαινα κάτι, ρωτούσα. Αν είχα προβλήματα ή δυσκολίες, συναναστρεφόμουν ανοιχτά τους άλλους. Αφότου έγινα επικεφαλής, ένιωθα πως θα έπρεπε να είμαι καλύτερη από τους άλλους, πως αφού εκλέχτηκα, θα έπρεπε να ενεργώ ως επικεφαλής. Είχα ανάγκη να είμαι καλύτερη από αυτούς, να καταλαβαίνω και να επιλύω τα πάντα. Έτσι, στις συναντήσεις της ομάδας, παρουσίαζα έναν άλλο εαυτό. Όμως, επειδή δεν κατανοούσα κάποια πράγματα, φοβόμουν πως οι άλλοι θα με υποτιμούν. Άρχισα να προσποιούμαι και να υποκρίνομαι, κι απέφευγα το καθήκον μου. Πήγαινα στις ομάδες με τα ευκολότερα αντικείμενα για να δείξω το ταλέντο μου, κι απέφευγα όσες είχαν δύσκολο αντικείμενο ή σχετίζονταν με τομείς που δεν κατανοούσα. Έτσι δεν θα γινόμουν ρεζίλι αν δεν έκανα καλή δουλειά. Ακόμη κι αν είχα πάει, θα έλεγα κάτι ανούσιο και κάπως θα τα έβγαζα πέρα. Δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω τα πραγματικά προβλήματα σε αυτές τις ομάδες. Είχα επενδύσει πολύ στη ματαιοδοξία μου και στο να είμαι επικεφαλής. Ο οίκος του Θεού απαιτεί από τους επικεφαλής να εμβαθύνουν σε κάθε εργασία, να επικοινωνούν την αλήθεια και να λύνουν τα προβλήματα των αδελφών ώστε να κάνουν το καθήκον τους βάσει των αρχών της αλήθειας. Πρέπει να δουλεύεις πραγματικά και να νοιάζεσαι για το θέλημα του Θεού. Ήξερα πως η ομάδα είχε δυσκολίες, μα δεν ήμουν διατεθειμένη να τις αντιμετωπίσω και να αναζητήσω την αλήθεια για να τις λύσω. Η ματαιοδοξία μου κυριαρχούσε, δεν πρόσεχα στο καθήκον μου, μόνο το γόητρο με ένοιαζε. Ξέχασα τελείως το έργο του οίκου του Θεού. Ως εκ τούτου, τα προβλήματα της ομάδας δεν λύθηκαν και η πρόοδος ήταν αργή. Δεν ήμουν μια ψευτο-επικεφαλής που είχε κύρος χωρίς να παράγει πραγματικό έργο; Το κυνήγι του κύρους είναι εξουθενωτικό και με κάνει να νιώθω δυσφορία. Επίσης, διαταράσσει το έργο του οίκου του Θεού. Κανείς δεν βγαίνει κερδισμένος. Αν δεν μετανοούσα, θα έπραττα το κακό, θα αντιστεκόμουν στον Θεό, κι ο Θεός θα με εγκατέλειπε. Προσευχήθηκα στον Θεό και αναζήτησα τον δρόμο της άσκησης.
Έπειτα, διάβασα ακόμη ένα χωρίο των λόγων του Θεού. «Όταν δεν έχεις κύρος, μπορείς να αναλύεις συχνά τον εαυτό σου και να φτάσεις στο σημείο να τον γνωρίσεις. Αυτό είναι προς όφελος των άλλων. Όταν έχεις κύρος, μπορείς και πάλι να αναλύεις συχνά τον εαυτό σου και να φτάσεις στο σημείο να τον γνωρίσεις, δίνοντας στους άλλους τη δυνατότητα να κατανοήσουν την πραγματικότητα της αλήθειας και να αντιληφθούν το θέλημα του Θεού μέσα από τις εμπειρίες σου. Και από αυτό μπορούν να επωφεληθούν οι άνθρωποι, έτσι δεν είναι; Αν ασκείσαι κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε, είτε έχεις κύρος είτε όχι, οι άλλοι θα επωφελούνται από αυτό όπως και να ’χει. Οπότε, τι σημαίνει για σένα το κύρος; Στην πραγματικότητα, είναι ένα επιπλέον, επιπρόσθετο πράγμα, σαν κάποιο ένδυμα ή καπέλο· εφόσον δεν το εκλαμβάνεις ως πολύ σπουδαίο ζήτημα, δεν μπορεί να σε περιορίσει. Αν αγαπάς το κύρος και δίνεις ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό, αντιμετωπίζοντάς το συνεχώς ως σημαντικό ζήτημα, τότε θα σε έχει υπό τον έλεγχό του. Κατόπιν τούτου, δεν θα θέλεις πια να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ούτε θα είσαι πρόθυμος να ανοιχτείς και να απογυμνώσεις τον εαυτό σου, ούτε να παραμερίσεις τον ρόλο του επικεφαλής για να μιλήσεις και να αλληλεπιδράσεις με τους άλλους και να εκπληρώσεις το καθήκον σου. Τι είδους πρόβλημα είναι αυτό; Δεν έχεις αναλάβει αυτήν τη θέση για τον εαυτό σου; Και δεν έχεις συνεχίσει, λοιπόν, να κατέχεις αυτήν τη θέση και να είσαι απρόθυμος να την εγκαταλείψεις, και να ανταγωνίζεσαι, μάλιστα, τους άλλους για να προστατεύσεις το κύρος σου; Δεν βασανίζεις απλώς τον εαυτό σου; Αν καταλήξεις να βασανίσεις τον εαυτό σου μέχρι θανάτου, σε ποιον θα μπορείς να επιρρίψεις την ευθύνη; Αν, όταν έχεις κύρος, μπορείς να αποφύγεις να παριστάνεις τον ανώτερο στους άλλους, εστιάζοντας, αντιθέτως, στον τρόπο με τον οποίο θα εκτελέσεις καλά τα καθήκοντά σου, κάνοντας όλα όσα θα πρέπει να κάνεις και εκπληρώνοντας όλα τα καθήκοντα που οφείλεις, και αν βλέπεις τον εαυτό σου ως συνηθισμένο αδελφό ή συνηθισμένη αδελφή, τότε δεν θα έχεις απορρίψει τον ζυγό του κύρους;» («Για να επιλύσει κάποιος τη διεφθαρμένη διάθεσή του, πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένο μονοπάτι πράξης» στο βιβλίο «Αρχεία των Συνομιλιών του Χριστού»). Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα πως όταν ο Θεός με εξύψωσε να κάνω το καθήκον της επικεφαλής, δεν μου έδωσε κύρος, αλλά μια αποστολή, μια ευθύνη. Όσο δύσκολα κι αν ήταν τα προβλήματα, έπρεπε να αφοσιωθώ στην επίλυσή τους. Στην επαφή με αδελφούς και αδελφές, δεν θα έπρεπε να βασίζομαι στην ηγετική μου θέση. Όποτε αποκαλύπτω διεφθαρμένη διάθεση ή ανακύπτουν δυσκολίες ή ανεπάρκειες, πρέπει να επικοινωνώ ανοιχτά, να είμαι ειλικρινής, να αφήνω τους άλλους να δουν τη διαφθορά και τις ελλείψεις μου και να μάθουν ποια είμαι. Χωρίς καμία προσποίηση ή υποκρισία. Πρέπει να είμαι ο εαυτός μου και να συναναστρέφομαι μόνο για όσα κατανοώ. Όταν δεν καταλαβαίνω, να αναζητώ την αλήθεια, να συναναστρέφομαι τους αδελφούς και τις αδελφές για να καταφέρνουμε μαζί το καλύτερο δυνατό. Αργότερα, πήγα σε συναντήσεις της ομάδας. Όταν συναντούσα εξειδικευμένα προβλήματα, ξεχνούσα τον εγωισμό μου, έκανα ερωτήσεις για όσα δεν καταλάβαινα και ζητούσα να μου τα εξηγήσουν. Δεν έπεσα στα μάτια τους. Κι εκείνοι ανοίχτηκαν για τα προβλήματα και τις δυσκολίες στο έργο τους. Όταν μιλούσαν, άκουγα προσεκτικά και προσπαθούσα να καταλάβω. Τότε, απέκτησα μια εικόνα για τα προβλήματά τους και τους συναναστράφηκα βάσει των αρχών της αλήθειας. Επίσης, μελέτησα αυτήν την ειδικότητα στον ελεύθερο χρόνο μου. Όταν προέκυπταν δυσκολίες, έψαχνα τις απαντήσεις μαζί τους. Με τη συνεργασία, συμπληρώναμε ο ένας τον άλλον. Αρχίσαμε να λύνουμε πολλά προβλήματα στο έργο μας κι επιτύχαμε καλύτερα αποτελέσματα στο καθήκον μας. Ένιωθα πολύ πιο χαλαρή και άνετη.
Λίγους μήνες αργότερα, η εκκλησία επέκτεινε το πεδίο του έργου μου. Ήξερα πως είχα πολλά να μάθω. Όταν συναντούσα δυσκολίες, συχνά προσευχόμουν στον Θεό, έκανα πράξη τον λόγο Του και έλυνα κάποια πρακτικά προβλήματα. Οι αδελφοί κι οι αδελφές με επιδοκίμαζαν και με θαύμαζαν, κι απολάμβανα αυτό το συναίσθημα. Ασυνείδητα, άρχισα να εστιάζω και πάλι στο κύρος. Μια μέρα, σε συνάντηση συνεργατών, ο επικεφαλής μας μίλησε για κάποιες άκαρπες συναντήσεις μιας εκκλησίας. Οι συνεργάτες μου πρότειναν να πάω στην εκκλησία για να λύσω το πρόβλημα. Σκέφτηκα: «Μάλλον κατέχω την πραγματικότητα της αλήθειας και μπορώ να βοηθήσω. Πρέπει να ξεχωρίζω από τους συνεργάτες. Οφείλω να εργαστώ σκληρά και να τους δείξω τι αξίζω». Λόγω των λανθασμένων προθέσεών μου, ο Θεός κανόνισε να με αντιμετωπίσει. Μια μέρα, η αδελφή Λι, μια επικεφαλής ομάδας, είχε δυσκολίες και ένιωθε πεσμένη. Βρήκα δύο αποσπάσματα του λόγου του Θεού και τη συναναστράφηκα με βάση την εμπειρία μου. Αυτό κράτησε πάνω από μισή ώρα, αλλά δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Ένιωσα πως η συναναστροφή ήταν βαρετή και δεν έλυσε τίποτα. Τότε, η αδελφή Αν ανέφερε ένα άλλο απόσπασμα των λόγων του Θεού. Η αδελφή Λι κούνησε το κεφάλι της και χαμογέλασε. Ντράπηκα λιγάκι εκείνη τη στιγμή. Το απόσπασμα που μνημόνευσε η αδελφή Αν ήταν πιο κατάλληλο. Τι θα σκεφτόταν για μένα η αδελφή Λι; Πως δεν έχω τα προσόντα για επικεφαλής; Πως δεν παραθέτω κατάλληλα αποσπάσματα ούτε λύνω προβλήματα, τόσο καλά όσο η αδελφή Αν; Απογοητεύτηκα και δεν ήθελα να τη συναναστραφώ άλλο. Λίγες μέρες μετά, ο αδελφός Ζανγκ ήταν σε κακή κατάσταση. Βρήκα προκαταβολικά κάποια σχετικά αποσπάσματα και σκέφτηκα: «Η συναναστροφή πρέπει να πάει καλά για να σώσω τα προσχήματα με την αδελφή Αν. Αλλιώς, πώς θα κάνω αυτήν τη δουλειά;» Όταν είδα τον αδελφό Ζανγκ, ήμουν πολύ δραστήρια και ενεργητική. Προσπάθησα να του μεταδώσω όλα όσα γνώριζα. Ξαφνικά, ο αδελφός Ζανγκ, έχοντας χάσει την υπομονή του, μου είπε: «Αδελφή, κατανοώ όσα λες, μα η κατάστασή μου δεν βελτιώνεται. Άσε με να το σκεφτώ κι άλλο». Τα λόγια του με σόκαραν. Κοκάλωσα κι έχασα τα λόγια μου. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Προβληματίστηκα πολύ και σκέφτηκα: «Τι έχω πάθει; Αυτό δεν συνέβαινε όταν μιλούσα με αδελφούς και αδελφές. Γιατί τα κάνω συνέχεια θάλασσα; Έτσι θα αρχίσουν να με υποτιμούν. Μήπως θα πουν ότι είμαι μόνο λόγια και δεν λύνω κανένα πρόβλημα;» Δεν θυμάμαι πώς έληξε η συνάντηση.
Μετά από αυτό, όποτε ήμουν με την αδελφή Αν, ένιωθα μεγάλη ανασφάλεια. Μερικές φορές, ο τρόπος που με κοιτούσε ή μου μιλούσε ήταν λίγο σκληρός. Σκεφτόμουν: «Έχει πρόβλημα μαζί μου; Μήπως δεν με εγκρίνει;» Θεωρούσα πως στο μέλλον θα έπρεπε να κρατώ αποστάσεις για να μην αποκαλυφθούν κι άλλες αδυναμίες μου. Και μπροστά σ’ άλλους αδελφούς κι αδελφές κρατούσα με προσοχή τα προσχήματα. Σκόπιμα κρατούσα απόσταση και σπανίως τους μιλούσα ή τους βοηθούσα. Σταμάτησα να κάνω το καθήκον μου υπεύθυνα. Σιγά σιγά, άρχισα να νιώθω το σκοτάδι να σκιάζει την καρδιά μου. Δεν καταλάβαινα ούτε έλυνα τα προβλήματα των άλλων. Μερικές φορές φοβόμουν να τους συναντήσω. Με το ζόρι τα έβγαζα πέρα κάθε μέρα κι ένιωθα ότι ο Θεός με είχε εγκαταλείψει. Τότε, επιτέλους, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, προσπαθώ διαρκώς να διαφυλάττω τη φήμη μου και πάντα προσποιούμαι. Δεν αντιμετωπίζω πια υπεύθυνα το καθήκον μου. Έχεις αποκρύψει το πρόσωπό Σου από εμένα και αυτή είναι η δικαιοσύνη Σου, μα είμαι πρόθυμη να στραφώ σ’ Εσένα και να κάνω αυτοκριτική». Έπειτα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Οι ίδιοι οι άνθρωποι αποτελούν δημιουργήματα. Μπορούν τα δημιουργήματα να επιτύχουν παντοδυναμία; Μπορούν να επιτύχουν τελείωση και τελειότητα; Μπορούν να επιτύχουν ικανότητα σε όλα, να φτάσουν να κατανοούν και να εκπληρώνουν τα πάντα; Όχι, δεν μπορούν. Ωστόσο, μέσα στους ανθρώπους υπάρχει μια αδυναμία. Αμέσως μόλις διδαχθούν μια δεξιότητα ή ένα επάγγελμα, οι άνθρωποι αισθάνονται ικανοί, ότι είναι άνθρωποι με θέση και αξία, και ότι είναι επαγγελματίες. Ανεξάρτητα από το πόσο “ικανοί” νομίζουν ότι είναι, όλοι τους θέλουν να προωθήσουν τον εαυτό τους, να υποδυθούν τις σπουδαίες προσωπικότητες και να δίνουν την εντύπωση ότι είναι τέλειοι, άψογοι και αψεγάδιαστοι· θέλουν οι άλλοι να τους θεωρούν σπουδαίους, ισχυρούς, πλήρως ικανούς και σε θέση να επιτύχουν τα πάντα. Νιώθουν πως αν ζητούσαν τη βοήθεια των άλλων σε κάποιο ζήτημα, θα έδειχναν ανίκανοι, αδύναμοι και κατώτεροι, και οι άλλοι θα τους περιφρονούσαν. Γι’ αυτόν τον λόγο, θέλουν πάντα να προσποιούνται. […] Τι είδους διάθεση είναι αυτή; Τέτοιοι άνθρωποι είναι τόσο αλαζονικοί, που έχουν χάσει κάθε σύνεση!» («Οι πέντε καταστάσεις που έχουν οι άνθρωποι πριν εισέλθουν στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό» στο βιβλίο «Αρχεία των Συνομιλιών του Χριστού»). «Μερικοί άνθρωποι εξιδανικεύουν ιδιαιτέρως τον Παύλο. Τους αρέσει να βγαίνουν έξω και να δίνουν ομιλίες και να κάνουν έργο· τους αρέσει να παρευρίσκονται σε συγκεντρώσεις και να κηρύττουν, τους αρέσει να τους ακούν οι άνθρωποι, να τους λατρεύουν και να περιστρέφονται γύρω τους. Τους αρέσει να έχουν κύρος στο μυαλό των άλλων και το εκτιμούν όταν οι άλλοι τιμούν την εικόνα που παρουσιάζουν. Ας αναλύσουμε τη φύση τους μέσα από αυτές τις συμπεριφορές: Ποια είναι η φύση τους; Αν πράγματι συμπεριφέρονται έτσι, τότε αρκεί να δείξουν ότι είναι αλαζόνες και επηρμένοι. Δεν λατρεύουν καθόλου τον Θεό· επιδιώκουν υψηλότερη θέση και επιθυμούν να έχουν εξουσία πάνω στους άλλους, να τους καταλαμβάνουν και να έχουν κύρος στο μυαλό τους. Αυτή είναι η κλασική εικόνα του Σατανά. Οι πτυχές της φύσης τους που ξεχωρίζουν είναι η αλαζονεία και η έπαρση, μια απροθυμία να λατρεύουν τον Θεό και μια επιθυμία να λατρεύονται από τους άλλους. Τέτοιες συμπεριφορές μπορούν να σας προσφέρουν μια πολύ ξεκάθαρη εικόνα της φύσης τους» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Πώς να γνωρίσουμε τη φύση του ανθρώπου). Αφού διάβασα τον λόγο του Θεού, κατάλαβα πως είμαι απλώς ένα από τα πλάσματά Του. Είναι αδύνατο να κατανοήσω και να κατακτήσω τα πάντα. Είτε αφορούν την αλήθεια είτε εξειδικευμένη γνώση τα πράγματα που καταλαβαίνω και αντιλαμβάνομαι είναι πολύ περιορισμένα. Είναι φυσιολογικό να παραβλέπω πράγματα και να κάνω λάθη, μα δεν γνώριζα τον εαυτό μου και δεν ήθελα να παραδεχθώ τα ελαττώματά μου. Ήθελα να είμαι τέλεια, μεγάλη και τρανή, οπότε προσποιούμουν πως ήμουν κάποια άλλη και έδινα μεγάλη σημασία στη γνώμη των άλλων για μένα. Όταν μου σύστησαν να πάω σ’ εκείνη την εκκλησία για να λύσω προβλήματά της, ένιωθα πως κατείχα την πραγματικότητα της αλήθειας κι ήμουν καλύτερή τους, οπότε ήθελα να δείξω το ταλέντο μου, να αποδείξω τι αξίζω. Όταν συνεργάστηκα με την αδελφή Αν, ένιωθα πως ήμουν η επικεφαλής και έπρεπε να λύνω προβλήματα, οπότε έπρεπε να είμαι καλύτερή της σε όλα. Όταν έβλεπα πώς έλυνε τα προβλήματα η αδελφή Αν κι εγώ τα έκανα συνεχώς θάλασσα, ένιωθα ότι η εικόνα μου είχε πληγεί και ήθελα να φύγω. Έτσι, απομακρύνθηκα από τους άλλους κι άρχισα να αποφεύγω το καθήκον μου. Τα προβλήματα στην εκκλησιαστική ζωή συνεχίστηκαν, εμποδίζοντας αδελφούς κι αδελφές να εισέλθουν στη ζωή. Συνειδητοποίησα πως πάντα προσποιούμουν επειδή είχα διαφθαρεί από δηλητήρια του Σατανά, όπως: «Οι άνθρωποι πρέπει πάντοτε να πασχίζουν να γίνουν καλύτεροι από τους συγχρόνους τους», «Ο άνθρωπος έχει ανάγκη την υπόληψή του, όπως το δέντρο τον φλοιό του» και «Ένας άνθρωπος αφήνει το όνομά του οπουδήποτε μένει, όπως ακριβώς μια χήνα βγάζει την κραυγή της όπου πετάει». Ανεξαρτήτως της ομάδας στην οποία ήμουν, προσπαθούσα να υποκρίνομαι και να κρύβω τις αδυναμίες μου. Ήθελα οι άνθρωποι να βλέπουν μόνο την καλή μου πλευρά, να τους κάνω καλή εντύπωση. Νόμιζα πως έτσι η ζωή μου αποκτούσε αξία κι αξιοπρέπεια, μα όταν αυτό το αίσθημα χάθηκε, ένιωσα πόνο κι απελπισία. Φυλαγόμουν κι ήμουν καχύποπτη με τους άλλους. Ήταν εξουθενωτικό. Ο Θεός με ανύψωσε για να κάνω το καθήκον μου ως επικεφαλής ώστε να Τον εξυμνώ και να δίνω μαρτυρία για Εκείνον, να συναναστρέφομαι περί αληθείας ώστε να λύνω πρακτικά προβλήματα και να τους οδηγώ όλους σε Εκείνον. Μα δεν έβαλα τα δυνατά μου για να στηρίξω το έργο του οίκου του Θεού. Αντιθέτως, το είδα σαν ευκαιρία να κάνω επίδειξη, να εισπράξω θαυμασμό. Όταν δεν γινόταν ό,τι ήθελα, παραμελούσα τη δουλειά μου. Σκεφτόμουν μόνο αν ενισχύονται ή αποδυναμώνονται το κύρος και το γόητρό μου. Δεν επεδίωκα την αλήθεια, ούτε εκπλήρωνα τις υποχρεώσεις μου. Ως εκ τούτου, ο Θεός με αποστράφηκε και το πνεύμα μου σκοτείνιασε. Όχι μόνο δεν έλυνα πραγματικά προβλήματα, μα ούτε καν μπορούσα να κάνω όσα έκανα στην αρχή. Βίωσα τη δικαιοσύνη και αγιοσύνη του Θεού. Η φύση του Παύλου ήταν αλαζονική κι ανταγωνιστική. Αυτός επεδίωκε στα τυφλά το κύρος και τον θαυμασμό. Έφερε τους ανθρώπους ενώπιόν του κι ακολούθησε τον δρόμο της αντίστασης στον Θεό. Εγώ δεν επιδίωξα την αλήθεια, επιδίωξα στα τυφλά το κύρος. Με ένοιαζε υπερβολικά τι σκέφτονταν οι άλλοι για μένα, ήθελα να τους γοητεύω και να τους εξαπατώ. Όπως ο Παύλος, ακολούθησα τον δρόμο της αντίστασης στον Θεό! Όταν το αντιλήφθηκα, προσευχήθηκα στον Θεό και μετανόησα. Δεν ήθελα πια να προσποιούμαι ούτε να προστατεύω το κύρος μου. Ήθελα να κάνω πράξη την αλήθεια και να είμαι ειλικρινής.
Όταν συναντήθηκα ξανά με αδελφούς κι αδελφές ήθελα να τους πω τι πραγματικά περνούσα, να εκθέσω τη διαφθορά μου, αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα μου. Ήμουν επικεφαλής και έπρεπε να επιβλέπω το έργο τους. Άραγε αν τους έλεγα τα πάντα, όλα τα ψεγάδια μου, θα σκέφτονταν ότι δεν επιδιώκω την αλήθεια; Πως δεν είμαι κατάλληλη για επικεφαλής; Μια μάχη γινόταν στο μυαλό μου. Αντιλήφθηκα πως επιχειρούσα ξανά να προσποιηθώ και να διασφαλίσω τη φήμη μου. Σκέφτηκα ότι έδινα αξία στο κύρος ξανά και ξανά κι αυτό διέκοπτε το έργο του οίκου του Θεού και με έβαζε στον λάθος δρόμο. Η καρδιά μου γέμισε με φόβο. Σκέφτηκα τα λόγια του Θεού: «Δεν χρειάζεται να συγκαλύψεις τίποτα, ούτε να προβείς σε οποιεσδήποτε τροποποιήσεις ή να χρησιμοποιήσεις κάποιο τέχνασμα για χάρη της φήμης, του αυτοσεβασμού και του κύρους σου, και αυτό ισχύει επίσης και για οποιαδήποτε λάθη έχεις κάνει· τέτοιο ανώφελο έργο είναι περιττό. Αν δεν τα κάνεις αυτά, τότε θα ζήσεις εύκολα και ακούραστα, και εξ ολοκλήρου μέσα στο φως. Μόνο τέτοιοι άνθρωποι μπορούν να κερδίσουν τον έπαινο του Θεού» («Μόνο όσοι κάνουν την αλήθεια πράξη έχουν φόβο Θεού στην καρδιά τους» στο βιβλίο «Αρχεία των Συνομιλιών του Χριστού»). Τα λόγια του Θεού φώτισαν την καρδιά μου και μου έδωσαν κίνητρο. Ένιωσα πως σε αυτό το περιβάλλον είχα την ευκαιρία να κάνω πράξη την αλήθεια. Δεν γινόταν να κρύβω πια το αληθινό μου πρόσωπο και να προστατεύω το κύρος μου, οπότε μοιράστηκα με τους αδελφούς και τις αδελφές μου όλη τη διαφθορά μου και τα μαθήματα που πήρα. Όλοι κερδίσαμε κάτι από αυτήν τη συναναστροφή και ήρθαμε πιο κοντά. Επίσης, μιλήσαμε για τα προβλήματα του έργου και χάρη στα δυνατά σημεία όλων, διορθώσαμε τα λάθη στο καθήκον μας. Μετά από λίγο καιρό, τα προβλήματα στην εκκλησία επιλύθηκαν. Η κατάσταση των αδελφών βελτιώθηκε, κι άρχισαν να κάνουν ενεργά το καθήκον τους. Μετά από αυτό, όταν έκανα το καθήκον μου, ακόμη κι αν ενίοτε σκεπτόμουν το κύρος μου κι εγκλωβιζόμουν, προσευχόμουν συνειδητά στον Θεό, έκανα πράξη την αλήθεια, ήμουν ειλικρινής και μιλούσα ανοιχτά για τη διαφθορά μου. Σταδιακά, σταμάτησα να δίνω τόση σημασία στο κύρος μου. Από τότε, τα πηγαίνω καλά με τους αδελφούς και τις αδελφές επειδή είμαι ειλικρινής και δεν προσποιούμαι. Χωρίς υποκρισία, επιδιώκω την αλήθεια και κάνω το καθήκον μου προσγειωμένα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της κρίσης και της παίδευσης του λόγου του Θεού! Δόξα τω Θεώ!
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.