Ο λόγος του Θεού δημιουργεί θαύματα ζωής

1 Νοεμβρίου 2019

Από τη Γιανγκ Λι, επαρχία Τσιανγκσί

Η μητέρα μου πέθανε όταν ήμουν μικρό κορίτσι, κι έτσι χρειάστηκε να αναλάβω το βαρύ φορτίο των οικιακών ευθυνών από νεαρή ηλικία. Αφού παντρεύτηκα, οι ευθύνες μου έγιναν τόσο επίπονες που μόλις και μετά βίας μπορούσα να αναπνεύσω υπό το βάρος τους. Έχοντας βιώσει αρκετές δυσκολίες και δυστυχία στη ζωή, με την πάροδο του χρόνου ένιωθα κατάθλιψη και απογοήτευση, ήμουν χαμηλών τόνων και επιφυλακτική, και σπαταλούσα άσκοπα τη μία μέρα μετά την άλλη. Το 2002, όταν μερικοί αδελφοί και αδελφές μοιράστηκαν μαζί μου το ευαγγέλιο του έργου του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες, το αποδέχθηκα με χαρά και στη συνέχεια έφερα μαζί μου ενώπιον του Θεού και τον σύζυγο και τα παιδιά μου. Από εκεί και πέρα, αδελφοί και αδελφές έρχονταν συχνά σπίτι μας για συγκεντρώσεις και συναναστρεφόμασταν σχετικά με τον λόγο του Θεού, ψάλλαμε, χορεύαμε και Τον αινούσαμε· αυτό μου έδινε απίστευτη ευχαρίστηση και δεν αισθανόμουν πλέον κατάθλιψη ή ανησυχία. Τα παιδιά μου έλεγαν ότι φαίνομαι νεότερη και πιο χαρούμενη όλη την ώρα. Συχνά διαβάζαμε τον λόγο του Θεού μαζί ως οικογένεια και, μέσα από τον λόγο Του, καταλήξαμε να κατανοούμε πολλές αλήθειες, καθώς και το επείγον θέλημά Του να σώσει την ανθρωπότητα. Ταξίδευα παντού, διέδιδα το ευαγγέλιο και γινόμουν μάρτυρας για τον Θεό ώστε να ξεπληρώσω την αγάπη Του και να επιτρέψω σε όσους είχαν υποστεί, όπως εγώ, το μαρτύριο του Σατανά, να έλθουν ενώπιον του Θεού και να σωθούν από Αυτόν το συντομότερο δυνατό. Ποτέ δεν φαντάστηκα ότι, εξαιτίας αυτού, θα γινόμουν στόχος σκληρής δίωξης από την κυβέρνηση του ΚΚΚ.

Στις 23 Νοεμβρίου 2005, γύρω στις 7 το βράδυ, ενώ ήμουν σε συνάντηση με δύο αδελφές, άκουσα ξαφνικά ένα βίαιο χτύπημα στην πόρτα και, συνειδητοποιώντας ότι μπορεί να είναι η αστυνομία, μάζεψα βιαστικά όλα τα βιβλία του λόγου του Θεού. Ακριβώς όπως περίμενα, πολύ γρήγορα έσπασαν την μπροστινή πόρτα με κλοτσιές και πέντε αστυνομικοί εισέβαλαν σαν τρελοί και μας περικύκλωσαν. Ο επικεφαλής φώναξε: «Δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγετε! Ψάξτε το μέρος!» Μέσα σε χρόνο μηδέν, ολόκληρο το σπίτι ήταν άνω-κάτω, ένα τρομακτικό χάος. Έπειτα, άρπαξαν όλες μας τις τσάντες και ένα βιβλίο ύμνων και στη συνέχεια μάς πέρασαν χειροπέδες και μας συνόδευσαν στο αστυνομικό τμήμα. Φοβήθηκα εξαιρετικά απ’ αυτήν την επίδειξη δύναμης και επικαλέστηκα απεγνωσμένα τον Θεό για προστασία. Εκείνη τη στιγμή, μου ήλθε στο μυαλό ένα χωρίο του λόγου του Θεού: «Πρέπει να γνωρίζεις πως τα πάντα στο περιβάλλον γύρω σου βρίσκονται εκεί επειδή Εγώ το επέτρεψα· Εγώ διευθετώ τα πάντα. Δες ξεκάθαρα και ικανοποίησε την καρδιά Μου στο περιβάλλον που σου προσέφερα. Μη φοβάσαι· ο Παντοδύναμος Θεός των δυνάμεων θα είναι σίγουρα μαζί σου· φυλάει τα νώτα σας και είναι η ασπίδα σας» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 26). Ο λόγος του Θεού μού έδωσε τεράστια δύναμη και πίστη, με απάλλαξε από τη δειλία μου και ενστάλαξε μέσα μου αποφασιστικότητα και σταθερότητα. Σωστά! Όλα τα συμβάντα και τα πράγματα βρίσκονται στα χέρια του Θεού, και η αστυνομία υπόκειται κι αυτή στη βούληση και τις ενορχηστρώσεις Του. Με τον Θεό ως ισχυρό μου στήριγμα, δεν είχα τίποτα να φοβηθώ. Έπρεπε απλώς να επικεντρωθώ στο να αναζητώ το θέλημά Του και να βασίζομαι σ’ Αυτόν ώστε να μπορέσω να παραμείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου σε οποιαδήποτε κατάσταση μπορεί να συναντούσα.

Στο αστυνομικό τμήμα, δέκα αστυνομικοί από το Δημοτικό Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας και από το τοπικό αστυνομικό τμήμα μάς ανέκριναν με τη σειρά σε ομάδες των δύο. Ζήτησαν να μάθουν το όνομα και τη διεύθυνσή μας και ποιοι ήταν οι επικεφαλής της εκκλησίας μας. Όταν δεν δώσαμε καμία απάντηση, η απογοήτευσή τους μετατράπηκε σε οργή και μας έδεσαν με χειροπέδες σε σιδερένιους πάγκους βασανιστηρίων. Βλέποντας το άγριο βλέμμα στα πρόσωπα αυτών των μπάτσων, ένιωσα λίγο φόβο στην καρδιά μου· αναρωτιόμουν τι είδους σιχαμένες τακτικές θα χρησιμοποιούσαν με μας και δεν ήμουν σίγουρη αν θα μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Βλέποντας ότι δεν μιλούσα, ένας από τους αστυνομικούς είπε με γλοιώδη τόνο: «Αργούμε πραγματικά. Απλώς πες μας το όνομα και τη διεύθυνσή σου και θα σε στείλουμε αμέσως σπίτι». Το μυαλό μου ήταν πολύ καθαρό τότε επειδή είχα την προστασία του Θεού και σκέφτηκα από μέσα μου: «Αυτό είναι ένα από τα κόλπα του Σατανά. Εάν τους δώσω το όνομα και τη διεύθυνσή μου, σίγουρα θα πάνε και θα ψάξουν το σπίτι μου, κάτι που θα ήταν εξαιρετικά επιβλαβές για την εκκλησία». Έτσι, ανεξάρτητα από το πώς με ανέκριναν οι τρομακτικοί αυτοί αστυνομικοί, δεν είπα λέξη, μόνο προσευχόμουν στον Θεό να μου δώσει τα σωστά λόγια να πω. Την επόμενη μέρα, επέστρεψαν κάνοντας τις ίδιες ερωτήσεις και, ξανά, δεν είπα τίποτα. Εκείνο το βράδυ, μπήκε μέσα μια αστυνομικός ντυμένη με μάλλον ανάρμοστα ρούχα, με κοίταξε και ρώτησε έντονα: «Πώς σε λένε; Πού ζεις;» Δεν της απάντησα, κι έτσι μου φώναξε θυμωμένα: «Κάτι σαν εσένα απλώς τρώτε και πίνετε και τριγυρνάτε τεμπελιάζοντας, χωρίς να σας νοιάζει να πάτε να βγάλετε τίποτα χρήματα. Γιατί στο καλό θέλετε να πιστεύετε σε κάποιον Θεό;» Λέγοντάς τα αυτά, ήλθε με μεγάλες δρασκελιές προς το μέρος μου και άρχισε να μου κλοτσάει τα πόδια με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της φωνάζοντας ταυτόχρονα: «Αυτά τα περί πίστης είναι του κώλου! Αν δεν μου δώσεις μια ειλικρινή απάντηση, θα βάλω να σε σκοτώσουν!» Τα πόδια μου πονούσαν αφόρητα και η καρδιά μου κατακλύστηκε από ένα κύμα αδυναμίας, μη γνωρίζοντας σε τι θα με υποβάλουν στη συνέχεια. Ικέτευσα βιαστικά τον Θεό, ζητώντας Του να προστατεύσει την καρδιά μου. Όταν ολοκλήρωσα την προσευχή, ο φόβος μου υποχώρησε. Επειδή η ανάκριση δεν είχε αποφέρει απαντήσεις, η αστυνομία έστειλε τους τρεις μας σε ένα σωφρονιστικό κατάστημα.

Εκείνο το βράδυ, χιόνιζε πολύ και είχε παγωνιά. Οι μανιακοί εκείνοι μπάτσοι κατάσχεσαν όλα τα χειμωνιάτικα ρούχα που είχαμε στις τσάντες μας, αναγκάζοντάς μας να φοράμε ένα μόνο στρώμα λεπτών ενδυμάτων και αφήνοντάς μας να τουρτουρίζουμε από το κρύο σε ολόκληρη τη διαδρομή. Όταν φτάσαμε στο σωφρονιστικό κατάστημα, μάς κατέβασαν σε μια ζοφερή και τρομακτική υπόγεια πτέρυγα της φυλακής. Περιστασιακά, έφταναν στ’ αυτιά μου βρισιές και κραυγές άλλων κρατουμένων, κάνοντας τις τρίχες μου να σηκώνονται —αισθανόμουν σαν να είχα μπει σε κάποιο είδος επίγειας κόλασης. Έσπρωξαν τις τρεις μας σε ένα κελί με περίπου είκοσι ακόμη κρατούμενες, από το οποίο αναδύονταν αλλεπάλληλα κύματα δύσοσμης σαπίλας. Το κελί είχε και στις δύο πλευρές τσιμεντένιες πλατφόρμες ύπνου και όλες οι κρατούμενες κάθονταν γύρω από ένα μακρύ τραπέζι πλέκοντας καλώδια για λαμπτήρες. Μόλις μπήκαμε, ο αστυνομικός είπε στην αρχικρατούμενη: «Φρόντισε να τις καλωσορίσεις όμορφα!» Η αρχικρατούμενη, καταδικασμένη για ναρκωτικά, δεν ήταν ούτε καν τριάντα χρονών. Μόλις άκουσε τις εντολές του αστυνομικού, με έριξε κάτω με μια άγρια κλοτσιά προτού καλά-καλά το πάρω χαμπάρι. Πόνεσε τόσο πολύ που κυλιόμουν στο πάτωμα ουρλιάζοντας. Μετά από αυτό, μας έσκισαν όλα τα ρούχα, μας έσυραν στο μπάνιο και μας ανάγκασαν να κάνουμε κρύο ντους. Το παγωμένο νερό που σου τρυπούσε το κόκκαλο προκάλεσε σπασμούς σε ολόκληρο το σώμα μου και τα δόντια μου χτυπούσαν ασταμάτητα. Όλο μου το σώμα πονούσε αφόρητα σαν να με είχαν χαράξει με μαχαίρι και πολύ γρήγορα έχασα τις αισθήσεις μου. Όταν συνήλθα, συνειδητοποίησα ότι με είχαν ήδη σύρει πίσω στο κελί. Μόλις η αρχικρατούμενη είδε ότι ήμουν ξύπνια, δεν με άφησε και πάλι σε ησυχία και συνέχισε να με κλοτσάει και να μου ρίχνει γροθιές. Μόνον αφού εξαντλήθηκε, με πέταξε παράμερα. Οι δύο αδελφές ήλθαν και με κράτησαν σφιχτά, ενώ τα δάκρυά τους έπεφταν στο πρόσωπό μου. Νιώθοντας πολύ αδύναμη την καρδιά μου, σκέφτηκα μέσα μου: «Γιατί ο Θεός δεν με αφήνει απλώς να πεθάνω; Μόλις πεθάνω, θα είμαι ελεύθερη, αν όμως συνεχίσω να ζω, ποιος ξέρει πώς θα με χτυπήσουν και θα με βασανίσουν αυτοί οι δαίμονες και αν θα μπορέσω να τα αντέξω όλα αυτά ή όχι». Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο πιο πολύ αναστατωνόμουν και δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό μου. Μέσα στον πόνο μου, ο Θεός με διαφώτισε να σκεφτώ έναν ύμνο του λόγου Του: «Είναι σίγουρο ότι, υπό την καθοδήγηση του φωτός Μου, θα σπάσετε αυτήν τη θηλιά με την οποία σας στραγγαλίζουν οι δυνάμεις του σκότους. Είναι σίγουρο ότι, εν μέσω του σκότους, δεν θα χάσετε το φως που σας οδηγεί. […] Η στάση σας θα είναι σίγουρα αποφασιστική και ακλόνητη στη γη του Σινείμ. Μέσα από τα δεινά που υπομένετε θα κληρονομήσετε τις ευλογίες που προέρχονται από Εμένα και θα ακτινοβολήσετε σίγουρα τη δόξα Μου σ’ ολόκληρο το σύμπαν» («Το τραγούδι των νικητών» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Η καρδιά μου πλημμύρισε αμέσως ζεστασιά —η υπόσχεση του Θεού και η αγάπη Του με συγκίνησαν βαθιά, επιτρέποντάς μου να συνειδητοποιήσω ότι, μολονότι ο Σατανάς εξαντλούσε τη σκληρότητά του επάνω μου, εφόσον βασιζόμουν ειλικρινά και στρεφόμουν προς τον Θεό, Εκείνος θα με οδηγούσε σίγουρα να νικήσω την καταπίεση των σκοτεινών δυνάμεων και να έλθω στο φως. Τα δεινά που περνούσα ήταν πολύτιμα και είχαν νόημα· ήταν μια ευλογία από τον Θεό, και δεινά έπρεπε να υπομείνω κατά τη διαδικασία επιδίωξης της αλήθειας και επίτευξης της σωτηρίας του Θεού. Αποτελούσαν επίσης ακλόνητη μαρτυρία της νίκης του Θεού επί του Σατανά. Ο Σατανάς με ταλαιπωρούσε και με βασάνιζε σε μια προσπάθεια να με κάνει να αρνηθώ και να προδώσω τον Θεό· μόνο παραμένοντας δυνατή στην αφοσίωσή μου προς τον Θεό, υποφέροντας όλα τα δεινά που έπρεπε να υπομείνω και μένοντας σταθερή στη μαρτυρία μου για τον Θεό, θα μπορούσα να αντιπαρέλθω το ύπουλο τέχνασμα του Σατανά, εξευτελίζοντάς τον και προσφέροντας δόξα στον Θεό. Αφού τα αναλογίστηκα όλα αυτά, μετάνιωσα βαθιά ενώπιον του Θεού και πήρα την απόφασή μου: «Παντοδύναμε Θεέ! Έχεις υποφέρει περισσότερο απ’ όσο μπορεί να αντέξει κάθε φυσιολογικό άτομο για να φέρεις τη σωτηρία σ’ εμάς, τους τόσο βαθιά διεφθαρμένους ανθρώπους. Έχεις κάνει τόσο επίπονες προσπάθειες για μας και η αγάπη Σου προς εμάς είναι πραγματικά πολύ μεγάλη! Θα έπρεπε να ξεπληρώσω την αγάπη Σου, όμως σήμερα, αντιμέτωπη με μια δοκιμασία, ενώ θα έπρεπε να γίνω μάρτυρας ενώπιον του Σατανά, εγώ επέλεξα να το σκάσω. Όταν υπέφερα μόνο λίγο στη σάρκα, έγινα αρνητική και αντιστάθηκα, θέλοντας περισσότερο από οτιδήποτε άλλο να πεθάνω και να τελειώνω με όλα αυτά. Πόσο δειλή και ασυνείδητη είμαι! Από δω και πέρα, ανεξάρτητα από το τι αντίξοες συνθήκες μπορεί να αντιμετωπίζω, δεσμεύομαι να παραμένω αμετακίνητη στη μαρτυρία μου για Σένα». Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα την πίστη μου να ενισχύεται και άρπαξα σταθερά το χέρι της αδελφής μου, πρόθυμη να συνεχίσω να ζω ώστε να γίνω μάρτυρας του Θεού.

Αφού παρέμεινα έγκλειστη στο σωφρονιστικό κατάστημα για είκοσι μία μέρες, η αστυνομία με συνόδευσε στο Επαρχιακό Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας. Με έδεσαν σε έναν πάγκο βασανιστηρίων και με ανέκριναν. Επειδή αρνιόμουν σταθερά να προφέρω έστω και μία λέξη, εκείνο το βράδυ μού πέρασαν χειροπέδες με καρφιά και με κρέμασαν από το σιδερένιο πλέγμα ενός παραθύρου, αφήνοντας το σώμα μου να αιωρείται στον αέρα, αγγίζοντας απλώς το πάτωμα με τις άκρες των ποδιών μου. Ένας αστυνομικός μού μίλησε αλαζονικά λέγοντας: «Εάν υπάρχει ένα πράγμα που έχω, αυτό είναι υπομονή. Θα σε κάνω να με ικετεύεις και να μου πεις από μόνη σου ποιος είναι ο επικεφαλής σου!» Μετά από αυτό, έφυγε από το δωμάτιο χτυπώντας την πόρτα βγαίνοντας. Λίγο αργότερα, άρχισα να αισθάνομαι στους καρπούς μου έναν πόνο που έφτανε μέχρι το κόκκαλο και μου προκαλούσε ανείπωτη ταλαιπωρία. Εκείνη τη στιγμή, σκέφτηκα ξαφνικά έναν ύμνο του λόγου του Θεού: «Αποδεχθήκατε ποτέ τις ευλογίες που σας δόθηκαν; Γυρέψατε ποτέ τις υποσχέσεις που σας έγιναν; Είναι σίγουρο ότι, υπό την καθοδήγηση του φωτός Μου, θα σπάσετε αυτήν τη θηλιά με την οποία σας στραγγαλίζουν οι δυνάμεις του σκότους. Είναι σίγουρο ότι, εν μέσω του σκότους, δεν θα χάσετε το φως που σας οδηγεί. Θα είστε σίγουρα οι κυρίαρχοι όλης της δημιουργίας. Θα είστε σίγουρα νικητές ενώπιον του Σατανά. Είναι σίγουρο ότι, με την πτώση της βασιλείας του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, θα ξεχωρίσετε ανάμεσα στις ορδές των μυριάδων για να γίνετε μάρτυρες της νίκης Μου. Η στάση σας θα είναι σίγουρα αποφασιστική και ακλόνητη στη γη του Σινείμ. Μέσα από τα δεινά που υπομένετε θα κληρονομήσετε τις ευλογίες που προέρχονται από Εμένα και θα ακτινοβολήσετε σίγουρα τη δόξα Μου σ’ ολόκληρο το σύμπαν» («Το τραγούδι των νικητών» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Με δάκρυα στα μάτια, έψαλα τον ύμνο ξανά και ξανά. Όσο περισσότερο έψαλλα, τόσο πιο πολύ γέμιζα ενέργεια και μπορούσα να αισθανθώ την ισχυρή δύναμη ζωής του λόγου του Θεού που ενίσχυε την καρδιά μου και μου έδινε ακλόνητη πίστη ότι ο Θεός θα με οδηγήσει σίγουρα να νικήσω την καταπίεση των σκοτεινών δυνάμεων και θα με βοηθήσει να αντέξω όλα αυτά τα σκληρά βασανιστήρια ώστε να παραμείνω σταθερή στη μαρτυρία μου. Με την ενθάρρυνση του λόγου του Θεού, ο σωματικός μου πόνος εξανεμίστηκε και αισθάνθηκα ουσιαστικά ότι πλησίαζα πιο πολύ και ένιωθα πιο οικεία με τον Θεό. Ένιωσα λες κι ο Θεός ήταν ακριβώς δίπλα μου, συντροφεύοντάς με. Ο λόγος Του συγκίνησε την καρδιά μου και αποφάσισα ότι θα παρέμενα σταθερή στη μαρτυρία μου για να Τον ικανοποιήσω και ποτέ μα ποτέ δεν θα παραδιδόμουν στον Σατανά!

Μετά από αυτό, με οδήγησαν στην αίθουσα ανακρίσεων όπου το πρώτο πράγμα που αντίκρυσα ήταν μια ολόκληρη σειρά διαφορετικών οργάνων βασανιστηρίων: μια σειρά κλομπ, μεγάλων και μικρών, κρέμονταν το ένα δίπλα στο άλλο στον τοίχο, ενώ πλάι ήταν δερμάτινα κλομπ, δερμάτινα μαστίγια και ένας πάγκος βασανιστηρίων. Κάποιοι αστυνομικοί εκείνη ακριβώς τη στιγμή χτυπούσαν έναν κρατούμενο λίγο πάνω από τα είκοσι με ηλεκτροφόρα κλομπ και δερμάτινα μαστίγια. Είχε κοπεί άσχημα και ήταν γεμάτος μώλωπες, τον είχαν δε κακοποιήσει τόσο ώστε δύσκολα μπορούσε κανείς να τον αναγνωρίσει. Ακριβώς τότε, μπήκε μια αστυνομικός και, χωρίς να πει λέξη, ήλθε και με κλότσησε αρκετές φορές προτού με αρπάξει από τα μαλλιά και κοπανήσει το κεφάλι μου στον τοίχο, το οποίο έκανε έναν φοβερό γδούπο. Το κεφάλι μου γύριζε, ένιωθα ζάλη και πονούσε τόσο πολύ που νόμιζα ότι θα ανοίξει στα δύο. Καθώς με χτυπούσε, γρύλιζε άγρια: «Αν δεν τα ξεράσεις όλα σήμερα, θα φροντίσω να μη ζήσεις να δεις άλλη μέρα!» Πήραν μέρος και δύο ακόμη άνδρες αστυνομικοί, απειλώντας: «Έχουμε καλέσει αστυνομικούς από όλα τα γύρω τμήματα. Έχουμε όλον τον χρόνο που χρειαζόμαστε για να σε ανακρίνουμε, έναν μήνα, δύο μήνες… Όσο καιρό κι αν χρειαστεί, για να πάρουμε τις απαντήσεις που χρειαζόμαστε από σένα». Ακούγοντάς τους να το λένε αυτό, και επιπλέον σκεπτόμενη τις απάνθρωπες τακτικές που είχαν χρησιμοποιήσει πριν αυτά τα ρεμάλια επάνω μου, καθώς και τη σκηνή που μόλις είχε διαδραματιστεί με εκείνον τον κρατούμενο, η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά και με πλημμύρισαν αλλεπάλληλα κύματα φόβου και τρόμου. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να προσευχηθώ επειγόντως στον Θεό. Εκείνη τη στιγμή, ο λόγος Του με καθοδήγησε: «Όταν οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους, όλα γίνονται ασήμαντα και κανείς δεν μπορεί να τους νικήσει. Τι θα μπορούσε να είναι πιο σημαντικό από τη ζωή; Έτσι, ο Σατανάς δεν μπορεί πλέον να κάνει τίποτα μέσα στους ανθρώπους, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει με τον άνθρωπο. Αν και στον ορισμό της “σάρκας” λέγεται ότι η σάρκα έχει διαφθαρεί από τον Σατανά, εάν οι άνθρωποι προσφέρουν πραγματικά τον εαυτό τους και δεν καθοδηγούνται από τον Σατανά, τότε κανείς δεν μπορεί να τους νικήσει —και εκείνη τη στιγμή, η σάρκα θα εκπληρώσει τον άλλο της ρόλο και θα αρχίσει να λαμβάνει επίσημα την κατεύθυνση του Πνεύματος του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 36). Ο λόγος του Θεού μού προσέφερε ένα μονοπάτι άσκησης στην πράξη. Σκέφτηκα: «Πράγματι, ο Σατανάς εκμεταλλεύεται αυτήν την αδυναμία μου, τον φόβο μου για τον θάνατο, για να με κάνει να προδώσω τον Θεό, ο δε Θεός χρησιμοποιεί αυτήν την κατάσταση για να δοκιμάσει την ειλικρίνεια της πίστης μου σε Αυτόν. Αν το σκεφτώ πραγματικά, η ζωή μου είναι στα χέρια του Θεού, γιατί, λοιπόν, να φοβάμαι τον Σατανά; Τώρα είναι η ώρα να γίνω μάρτυρας του Θεού· μόνο προσφέροντας τη ζωή μου χωρίς να περιορίζομαι από τον θάνατο μπορώ να ξεφύγω από την επιρροή του Σατανά και να παραμείνω αμετακίνητη στη μαρτυρία μου για τον Θεό». Έχοντας αναλογιστεί τα παραπάνω, δεν φοβόμουν πλέον τον θάνατο και αποφάσισα να προσφέρω τη ζωή μου για να ικανοποιήσω τον Θεό. Όταν ένας από τους κακούς αυτούς αστυνομικούς είδε ότι δεν φοβόμουν, ούρλιαξε με οργή: «Αν δεν σου δώσουμε ένα μάθημα τώρα, θα νομίζεις ότι δεν ξέρουμε τι να κάνουμε με σένα!», και αμέσως με έδεσαν ξανά με τις χειροπέδες με τα καρφιά, με κρέμασαν ψηλά από αυτές στο σιδερένιο πλέγμα του παραθύρου και άρχισαν να με κεντρίζουν με ένα ηλεκτροφόρο κλομπ. Ισχυρό ηλεκτρικό ρεύμα διαπέρασε αμέσως ολόκληρο το σώμα μου, κάνοντάς με να τρέμω και να συσπώμαι συνεχώς. Όσο περισσότερο αγωνιζόμουν, τόσο πιο πολύ έσφιγγαν οι χειροπέδες γύρω από τους καρπούς μου· ήταν τόσο οδυνηρό που νόμιζα ότι θα μου κοπούν τα χέρια και ολόκληρο το σώμα μου σφάδαζε από τον βασανιστικό πόνο. Αυτοί οι δύο κακοί αστυνομικοί εξακολουθούσαν με τη σειρά να με βασανίζουν με τα κλομπ, τα οποία κροτάλιζαν συνεχώς. Κάθε φορά που με χτύπαγε το ρεύμα, ολόκληρο το σώμα μου έτρεμε από σπασμούς και σειόταν και σιγά-σιγά άρχισα να μουδιάζω. Σταδιακά, άρχισα να χάνω τις αισθήσεις μου και, τελικά, λιποθύμησα. Κάποια στιγμή αργότερα, δεν ξέρω πόσο, ξύπνησα από το κρύο. Αυτή η αγέλη κακών αστυνομικών, βλέποντας ότι φορούσα μόνο ένα λεπτό στρώμα ρούχων, είχε ανοίξει σκόπιμα όλα τα παράθυρα για να με κάνει να παγώσω. Φύσαγε συνεχώς ένας παγωμένος άνεμος από το παράθυρο και κρύωνα τόσο που το σώμα μου είχε πιαστεί και ένιωθα ότι έχανα ξανά τις αισθήσεις μου, έπειτα όμως σκέφτηκα καθαρά: «Δεν μπορώ να καταρρεύσω. Πρέπει να παραμείνω σταθερή στη μαρτυρία μου για τον Θεό, ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται τον θάνατό μου!» Τότε ακριβώς, οραματίστηκα τον Κύριο Ιησού να σταυρώνεται για να σώσει την ανθρωπότητα: υπέστη ξυλοδαρμούς μέχρι που έγινε μια άμορφη αιματηρή μάζα και στη συνέχεια σταυρώθηκε για να ολοκληρώσει το έργο της λύτρωσης της ανθρωπότητας. Εφόσον ο Θεός μπόρεσε να θυσιάσει τη ζωή Του για να σώσει την ανθρωπότητα, γιατί δεν μπορώ εγώ να ξεπληρώσω λίγη μόνο από την αγάπη του Θεού; Η αγάπη Του με ενθάρρυνε και προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου! Εσύ μου έδωσες την αναπνοή που ανασαίνω, εφόσον, λοιπόν, θέλεις να την πάρεις, υποτάσσομαι πρόθυμα. Θα ήταν η μεγαλύτερη περηφάνια και τιμή μου να πεθάνω για Σένα!» Έπειτα, βαθμιαία συνήλθα πλήρως. Σκεπτόμενη το πώς ο Πέτρος, ο Στέφανος και άλλοι μαθητές είχαν πεθάνει μαρτυρικά, άθελά μου έψαλα ήσυχα τον παρακάτω ύμνο της εκκλησίας που ήξερα καλά: «Κατά το άγιο σχέδιο και την κυριαρχία Του, δοκιμασίες σε με δοσμένες αντιμετωπίζω. Πως θα μπορούσα να κρυφτώ, να παραιτηθώ; Η δόξα του Θεού προέχει. Σ’ αντίξοους καιρούς, τα λόγια Του με οδηγούν, η πίστη μου τελειώνεται. Είμαι πλήρως αφοσιωμένος, αφοσιωμένος στον Θεό, στον θάνατο ατρόμητος. Το θέλημά Του πάντα είν’ υπεράνω όλων. Δίχως σκέψη για το μέλλον μου, για κέρδος ή απώλεια. Επιθυμώ ο Θεός να είναι ικανοποιημένος. Μαρτυρία δίνω βροντερή, τον Σατανά ντροπιάζω προς δόξα Θεού. Υπόσχομαι ν’ ανταποδώσω την αγάπη Του. Αδιάκοπα Τον δοξάζω στην καρδιά μου. Έχω δει τον Ήλιο της δικαιοσύνης, η αλήθεια ελέγχει τα πάντα επί της γης. Του Θεού η διάθεση είναι δίκαιη. Η καρδιά μου πάντα θ’ αγαπά τον Παντοδύναμο Θεό, τ’ όνομά Του ψηλά θα εξυψώσω» («Ζητώ μονάχα ο Θεός να είναι ικανοποιημένος» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Όσο περισσότερο έψαλλα, τόσο πιο συγκινημένη και ενθουσιασμένη ήμουν και η φωνή μου πνιγόταν από δάκρυα. Μπορούσα να αισθανθώ τον Θεό στο πλευρό μου, να ακούει με προσοχή, ενόσω Του εμπιστευόμουν πράγματα. Είχα μια αίσθηση θαλπωρής στην καρδιά μου και ήξερα ότι ο Θεός με στήριζε διαρκώς με το ισχυρό Του χέρι ώστε να μη φοβηθώ το κρύο ή το δέος του θανάτου μου. Μέσα από την καρδιά μου, πήρα την εξής απόφαση: Ανεξάρτητα από το τι είδους βασανιστήρια και ταλαιπωρίες μπορεί να με περιμένουν, ορκίζομαι στη ζωή μου να παραμείνω πιστή μέχρι τέλους και αμετακίνητη στη μαρτυρία μου για να ξεπληρώσω την αγάπη του Θεού!

Το πρωί της επόμενης ημέρας, ένας αστυνομικός με απείλησε άγρια λέγοντας: «Είσαι τυχερή που δεν πέθανες απ’ το κρύο χτες τη νύχτα, αλλά αν δεν μιλήσεις σήμερα, θα φροντίσω ο Θεός σου να μην μπορεί να σε σώσει!» Κρυφογέλασα μέσα μου, ατάραχη. Σκέφτηκα: «Ο Θεός είναι ο Δημιουργός των ουρανών και της γης και όλων των πραγμάτων, κυβερνάει τα πάντα, είναι παντοδύναμος και γεμάτος εξουσία. “Διότι αυτός είπε, και έγεινεν· αυτός προσέταξε, και εστερεώθη”. Η ζωή μου βρίσκεται κι αυτή στα χέρια του Θεού· εάν ήθελε να με σώσει τώρα, δεν θα ήταν το ευκολότερο πράγμα γι’ Αυτόν; Απλώς θέλει να σε χρησιμοποιήσει, δαίμονα, για να Του παράσχεις υπηρεσίες». Ακριβώς τότε, ο κακός αστυνομικός με κέντρισε και πάλι με το κλομπ του και ισχυρό ηλεκτρικό ρεύμα διαπέρασε ολόκληρο το σώμα μου, προκαλώντας έναν βασανιστικό πόνο που με έκανε να ζοριστώ και άθελά μου να φωνάξω. Ο αστυνομικός απλά ξεκαρδίστηκε στα γέλια και είπε: «Εμπρός, ούρλιαξε! Ζήτα από τον Θεό σου να σε σώσει! Εάν με ικετεύσεις να σε σώσω, στο υπόσχομαι ότι θα σε αφήσω να φύγεις!» Ακούγοντας την τερατώδη θρασύτητα των λόγων αυτού του αστυνομικού, πικράθηκα όσο δεν πάει και προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό: «Θεέ μου! Πόσο άγριος είναι ο διάβολος ο Σατανάς! Σε συκοφαντεί και Σε βλασφημεί, είναι άσπονδος εχθρός Σου και, ειδικότερα, είναι ορκισμένος δικός μου εχθρός. Ανεξάρτητα από το πώς θα με βασανίσει ο Σατανάς, δεν θα Σε προδώσω. Επιθυμώ μόνο να κερδίσεις την καρδιά μου. Αυτοί οι δαίμονες μπορούν να βλάψουν τη σάρκα μου, όμως δεν μπορούν ποτέ να καταστρέψουν την αποφασιστικότητά μου να Σε ικανοποιήσω. Μακάρι να μου δώσεις δύναμη». Ο άκαρδος και μανιακός αστυνομικός με κάρφωνε ανελέητα με το κλομπ του και, όταν το πρώτο ηλεκτροφόρο κλομπ έμεινε από μπαταρία, πήρε καινούριο και συνέχισε να με χτυπάει με το ρεύμα. Έχασα το μέτρημα πόσα κλομπ χρησιμοποίησε συνολικά. Ένιωθα ότι ο θάνατος με πλησίαζε και ότι δεν υπήρχε ελπίδα επιβίωσης. Πλημμυρισμένη από αρνητικότητα και απελπισία, μπορούσα μόνο να επικαλεστώ απεγνωσμένα τον Θεό, ζητώντας Του να με προστατεύσει και να με σώσει. Εκείνη τη στιγμή, μου ήλθε στο νου ένα χωρίο του λόγου του Θεού: «Η ζωτική δύναμη του Θεού υπερνικά οποιαδήποτε άλλη δύναμη. Επιπλέον, ξεπερνά οποιαδήποτε άλλη δύναμη. Η ζωή Του είναι αιώνια, η δύναμή Του είναι εκπληκτική, και κανένα δημιουργημένο ον και καμία εχθρική δύναμη δεν μπορεί να υπερισχύσει της ζωτικής Του δύναμης. Η ζωτική δύναμη του Θεού υφίσταται και εκπέμπει την εκπληκτική της λάμψη, ανεξαρτήτως χρόνου ή χώρου. Ο ουρανός και η γη μπορεί να υποστούν μεγάλες αλλαγές, όμως η ζωή του Θεού είναι πάντοτε η ίδια. Όλα τα πράγματα κάποτε πεθαίνουν, αλλά η ζωή του Θεού παραμένει, γιατί ο Θεός είναι η πηγή ύπαρξης των πάντων και η ρίζα της ύπαρξής τους» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Μόνο ο Χριστός των εσχάτων ημερών μπορεί να δώσει στον άνθρωπο την οδό για την αιώνια ζωή). Ο λόγος του Θεού με γέμισε απεριόριστη δύναμη και μου χάρισε αμέσως απίστευτα ισχυρή πίστη μέσα στην αδυναμία μου. Σκέφτηκα μέσα μου: «Ναι, πιστεύω στον ένα και μοναδικό Παντοδύναμο Θεό. Η ζωή Του είναι αιώνια και υπερφυσική και η δύναμη ζωής Του υπερβαίνει τα πάντα και τα κατακτά όλα. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσω του λόγου του Θεού. Όλες οι πτυχές του ανθρώπου, μεταξύ αυτών η ζωή και ο θάνατός του, υπόκεινται στην κρίση του Θεού. Η ζωή μου, ακόμη περισσότερο, βρίσκεται στα χέρια Του, πώς θα μπορούσε λοιπόν ο Σατανάς να ασκήσει έλεγχο ως προς το αν θα πεθάνω; Πάρε, για παράδειγμα, το πώς ο Κύριος Ιησούς κάλεσε τον Λάζαρο, το σώμα του οποίου είχε ήδη αρχίσει να σαπίζει στον τάφο του, λέγοντας “Λάζαρε, ελθέ έξω(Κατά Ιωάννην 11:43) και ο Λάζαρος ξεπρόβαλε από τον τάφο, έχοντας αναστηθεί από τους νεκρούς. Ο λόγος του Θεού διαθέτει εξουσία και δύναμη. Δημιούργησε τον κόσμο με τον λόγο Του και τον χρησιμοποιεί για να καθοδηγεί κάθε εποχή. Σήμερα, ο Θεός χρησιμοποιεί τον λόγο Του για να μας σώσει και να μας οδηγήσει στην τελείωση. Δεν πρέπει πλέον να ερμηνεύω τα πράγματα σύμφωνα με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες μου, αλλά να ζω σύμφωνα με τον λόγο του Θεού. Σήμερα, αν ο Θεός δεν μου επιτρέψει να πεθάνω, όσο άγρια κι αν ενεργεί ο Σατανάς, δεν μπορεί να πάρει τη ζωή μου. Εφόσον μπορώ να προσφέρω τιμή στον Θεό, θα πεθάνω πρόθυμα και με χαρά». Μόλις άρχισα να ζω σύμφωνα με τον λόγο του Θεού και σταμάτησα να ανησυχώ για το αν θα πεθάνω, συνέβη ένα θαύμα: Ανεξάρτητα από το πόσο με βασάνιζε ο κακός αυτός αστυνομικός με το ηλεκτρικό ρεύμα, δεν ένιωθα πλέον ταλαιπωρία ή πόνο και το μυαλό μου ήταν πεντακάθαρο. Ήμουν σίγουρη ότι επρόκειτο για την προστασία και τη φροντίδα του Θεού —ήταν το ισχυρό Του χέρι που με στήριζε. Βίωσα πραγματικά από πρώτο χέρι την τρομερή δύναμη του λόγου Του, καθώς και την υπερφυσική και ασυνήθιστη φύση της δύναμης ζωής Του. Ο λόγος Του είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα της ζωής. Η δύναμη ζωής Του δεν μπορεί να κατασταλεί από καμία δύναμη του σκότους. Ανεξάρτητα από τα βασανιστήρια και την κακομεταχείριση που μου επέβαλλαν οι αστυνομικοί, τιμωρώντας με σκληρά με τη σειρά, εγώ ήμουν σε θέση να τα αντέξω όλα αυτά. Δεν ήταν δική μου η ικανότητα, αλλά εξ ολοκλήρου η δύναμη και η εξουσία του Θεού. Χωρίς τον λόγο Του που μου έδινε δύναμη και πίστη, θα είχα καταρρεύσει προ πολλού. Είχα τη βαθιά αίσθηση ότι, όταν η σάρκα μου ήταν πιο αδύναμη παρά ποτέ και βυθιζόμουν στα βάθη του πόνου, ο Θεός ήταν πάντα δίπλα μου, στηρίζοντάς με με τον ισχυρό και δυνατό λόγο ζωής Του και προστατεύοντάς με ανά πάσα στιγμή, έτσι που η πίστη μου έγινε ισχυρότερη μέσα μου και σφυρηλατήθηκε η αποφασιστικότητά μου.

Εκείνη τη νύχτα, χρησιμοποίησαν μια διαφορετική τεχνική βασανιστηρίου επάνω μου. Με έδεσαν με χειροπέδες μπροστά στο παράθυρο, εκθέτοντάς με στον ψυχρό εξωτερικό αέρα, και στη συνέχεια με παρακολουθούσαν σε βάρδιες για να σιγουρευτούν ότι δεν θα κοιμηθώ. Μόλις άρχιζαν να κλείνουν τα μάτια μου, με χαστούκιζαν. Δεν είχα πιεί μια σταγόνα νερό, ούτε είχα φάει μια σταλιά φαγητό επί δύο ημέρες, δεν είχα καθόλου δύναμη πουθενά στο σώμα μου και τα μάτια μου ήταν τόσο πρησμένα που μόλις και μπορούσα να τα ανοίξω. Ένιωσα ένα είδος ανείπωτης δυστυχίας να με πλημμυρίζει και αναρωτήθηκα πόσο ακόμη θα συνεχίζονταν τα βασανιστήρια. Ο παγερός ως το κόκκαλο άνεμος φύσαγε διαρκώς επάνω μου και τουρτούριζα συνεχώς από το κρύο. Οι αστυνομικοί, ντυμένοι με βαριά παλτά ως το γόνατο, ήταν αραγμένοι σταυροπόδι σε καρέκλες μπροστά μου, περιμένοντας την παράδοσή μου. Εκείνη τη στιγμή, ήταν σαν να παιζόταν μπροστά μου μια σκηνή με δαίμονες να βασανίζουν κάποιον στον Άδη και δεν μπορούσα να καταπνίξω την οργή μου: O άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό και είναι φυσικό και σωστό να Τον λατρεύει, όμως η χαμερπής, επαίσχυντη κυβέρνηση του ΚΚΚ δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Για να καθιερώσουν μια ζώνη αθεϊσμού στον κόσμο και να επιτύχουν τον διαβολικό τους στόχο να ελέγχουν αδιάκοπα τους ανθρώπους και να τους κάνουν να τους ακολουθούν και να τους λατρεύουν, αντιστέκονται λυσσαλέα, διαταράσσουν και καταστρέφουν το έργο του Θεού, χρησιμοποιώντας κάθε απαίσια μέθοδο που έχουν στη διάθεσή τους ώστε να διώκουν απάνθρωπα τους πιστούς του Παντοδύναμου Θεού. Αυτός ο παλαιός δαίμονας έχει διαπράξει τα πλέον τερατώδη εγκλήματα —κατάρα και ανάθεμά τον! Ξαφνικά, μου ήλθε στο μυαλό ένας ύμνος του λόγου του Θεού: «Επί χιλιάδες έτη, αυτή η χώρα είναι η γη του αίσχους. Είναι αφόρητα βρομερή, η μιζέρια βρίθει παντού, φαντάσματα τρέχουν παντού ανεξέλεγκτα, ξεγελούν και εξαπατούν, εγείρουν ανυπόστατες κατηγορίες[1], αδίστακτα και μοχθηρά ποδοπατούν αυτόν τον στοιχειωμένο τόπο και τον αφήνουν γεμάτο πτώματα. Η δυσωδία από την αποσύνθεση καλύπτει τη γη και διαποτίζει τον αέρα, και φρουρείται αυστηρά[2]. Ποιος μπορεί να δει τον κόσμο πέρα από τους ουρανούς; Πώς θα μπορούσαν οι κάτοικοι μιας πόλης-φαντάσματος σαν κι αυτήν να έχουν δει ποτέ τους τον Θεό; Έχουν απολαύσει ποτέ τη στοργή και την ομορφιά του Θεού; […] Γιατί να μπαίνει ένα τόσο αδιαπέραστο εμπόδιο στο έργο του Θεού; Γιατί να επιστρατεύονται διάφορα κόλπα για την παραπλάνηση του λαού του Θεού; Πού είναι η πραγματική ελευθερία και τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα; Πού είναι η αμεροληψία; Πού είναι η παρηγοριά; Πού είναι η θαλπωρή; Γιατί χρησιμοποιούνται απατηλά σχέδια για να ξεγελιέται ο λαός του Θεού; Γιατί χρησιμοποιούνται δυνάμεις για να παρεμποδίζεται ο ερχομός του Θεού; Γιατί ο Θεός καταδιώκεται σε βαθμό που να μην έχει πού την κεφαλήν κλίναι; Πώς θα μπορούσε αυτό να μην προκαλέσει οργή; Χιλιάδες χρόνια μίσους έχουν συγκεντρωθεί μέσα στην καρδιά, χιλιετίες αμαρτιών έχουν χαραχτεί στην καρδιά. Πώς θα μπορούσε αυτό να μην προκαλεί την απέχθεια; Εκδικηθείτε για τον Θεό, αποτελειώστε τον εχθρό Του. Τώρα είναι η ώρα: ο άνθρωπος έχει από καιρό συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις του, έχει αφιερώσει όλες του τις προσπάθειες και έχει πληρώσει κάθε τίμημα για έναν λόγο, για να ξεσκίσει το φρικτό πρόσωπο αυτού του δαίμονα και να δώσει τη δυνατότητα στους ανθρώπους, που έχουν τυφλωθεί και έχουν υποστεί κάθε είδους δυστυχία και δυσκολίες, να ξεσηκωθούν από τον πόνο τους και να γυρίσουν την πλάτη σε αυτόν τον σατανικό διάβολο» («Όσοι βρίσκονται στο σκοτάδι πρέπει να ξεσηκωθούν» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Έψαλα τον ύμνο ξανά και ξανά στην καρδιά μου. Καθώς έψαλλα, το αίμα έβραζε στις φλέβες μου και με πλημμύρισε έντονος θυμός· ορκίστηκα στη ζωή μου να απαρνηθώ τον Σατανά, αυτόν τον παλαιό δαίμονα, και αναφώνησα μέσα από την καρδιά μου: «Δαίμονα! Εάν νομίζεις ότι πρόκειται να προδώσω τον Θεό και να εγκαταλείψω την αληθινή οδό, άλλα πράγματα σε περιμένουν!» Ήξερα σαφώς ότι ήταν ο Θεός που μου είχε δώσει δύναμη, ότι ο λόγος του Παντοδύναμου Θεού είχε ενισχύσει το πνεύμα μου.

Την πέμπτη μέρα, τα χέρια μου ήταν γεμάτα αίμα, μουδιασμένα και άσχημα πρησμένα από τις χειροπέδες. Ένιωθα λες και το σώμα μου διαλυόταν εις τα εξ ων συνετέθη, ότι χιλιάδες έντομα με κατέτρωγαν από μέσα προς τα έξω. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω τον πόνο και την οδύνη. Προσευχόμουν ασταμάτητα μέσα από την καρδιά μου, ικετεύοντας τον Θεό να μου δώσει τη δύναμη να νικήσω την αδυναμία της σάρκας μου. Ο χρόνος περνούσε βασανιστικά αργά και, σταδιακά, ο ουρανός άρχισε να σκοτεινιάζει. Διψούσα και πεινούσα, κρύωνα και τουρτούριζα ολόκληρη και μου είχαν απομυζήσει εντελώς την ενέργεια —ένιωθα ότι δεν θα μπορούσα να αντέξω πολύ ακόμη. Εάν αυτό συνεχιζόταν κι άλλο, σίγουρα θα πέθαινα από την πείνα ή τη δίψα. Μόνο τότε κατάλαβα τι εννοούσε ο κακός αυτός αξιωματικός όταν έλεγε: «Θα σε κάνω να με ικετεύεις». Προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει τις απαίσιες τακτικές του για να με εξαναγκάσει να προδώσω τον Θεό. Δεν μπορούσα να την πατήσω με τα κόλπα του· έπρεπε να βασιστώ στον Θεό. Ως εκ τούτου, Τον επικαλέστηκα ξανά και ξανά: «Παντοδύναμε Θεέ! Σε ικετεύω να μου ενσταλάξεις δύναμη ώστε να μπορώ να βασίζομαι πάνω Σου για να νικήσω τη σκληρή τιμωρία και τα βασανιστήρια του Σατανά. Ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται τον θάνατό μου, δεν πρέπει να Σε προδώσω και να γίνω Ιούδας». Εκείνη τη στιγμή, ο λόγος του Θεού με διαφώτισε: «Η ζωή του ανθρώπου προέρχεται από τον Θεό, η ύπαρξη του ουρανού οφείλεται στον Θεό και η ύπαρξη της γης πηγάζει από τη δύναμη της ζωής του Θεού. Κανένα αντικείμενο που έχει ζωτικότητα δεν μπορεί να υπερβεί την υπέρτατη κυριαρχία του Θεού, και κανένα έμβιο ον δεν μπορεί να ξεφύγει από τη σφαίρα εξουσίας του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Μόνο ο Χριστός των εσχάτων ημερών μπορεί να δώσει στον άνθρωπο την οδό για την αιώνια ζωή). Τα γεμάτα εξουσία λόγια του Θεού μού έδωσαν πίστη και δύναμη. «Είναι αλήθεια», σκέφτηκα μέσα μου, «ο Θεός είναι η πηγή της ζωής μου: Όσο ο Θεός δεν αφαιρεί αυτήν την αναπνοή από μένα, ανεξάρτητα από το πώς με βασανίζει ο Σατανάς και δεν μου επιτρέπει να φάω ή να πιώ, εγώ και πάλι δεν θα πεθάνω. Η ζωή μου βρίσκεται στα χέρια του Θεού, τι έχω λοιπόν να φοβηθώ;» Τη στιγμή εκείνη, ντράπηκα και ένιωσα αμήχανη που δεν είχα πιστέψει και κατανοήσει τον Θεό. Συνειδητοποίησα, επίσης, ότι ο Θεός χρησιμοποιούσε το δύσκολο αυτό περιβάλλον για να μου ενσταλάξει την ακόλουθη αλήθεια: «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού» (Κατά Ματθαίον 4:4). Προσευχήθηκα λοιπόν στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ, Κυρίαρχε των πάντων! Η ζωή μου βρίσκεται στα χέρια Σου για να τη διαχειριστείς και είμαι πρόθυμη να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις και τις ρυθμίσεις Σου. Ανεξάρτητα από το αν θα ζήσω ή θα πεθάνω, θα αποδεχτώ όλες τις ενορχηστρώσεις Σου». Όταν τελείωσα την προσευχή μου, ένιωσα το σώμα μου να σφύζει από δύναμη και δεν αισθανόμουν τόσο πεινασμένη ή διψασμένη όσο πριν. Μόλις στις 8 εκείνο το βράδυ επέστρεψε ένας από τους κακούς μπάτσους. Με τσίμπησε στο πηγούνι και μου είπε με μοχθηρό χαμόγελο: «Πώς τα πας λοιπόν, διασκεδάζεις; Είσαι έτοιμη να με ικετεύσεις και να μου πεις ό,τι θέλω να μάθω; Αν δεν μιλήσεις, έχω πολλούς τρόπους να ασχοληθώ μαζί σου!» Έκλεισα τα μάτια και τον αγνόησα, και αυτό τον εξόργισε —μου ούρλιαζε προσβολές και χυδαιότητες καθώς με άρπαξε από τον γιακά με το ένα χέρι και με το άλλο με χαστούκιζε άγρια και στα δύο μάγουλα. Αισθάνθηκα το πρόσωπό μου αμέσως να πρήζεται και να καίει από τον πόνο. Η αγριότητα του κακού αστυνομικού μού έδωσε την ευκαιρία να αντιληφθώ σαφώς τη δαιμονική του ουσία· τον μίσησα ακόμη περισσότερο και αισθάνθηκα ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο να μην παραδοθώ στην τυραννία του Σατανά. Παγιώθηκε η αποφασιστικότητά μου να παραμείνω αμετακίνητη στη μαρτυρία μου και να ικανοποιήσω τον Θεό. Εκείνη τη στιγμή, δεν με ένοιαζε πια ο σαρκικός μου πόνος, αντίθετα, αγριοκοίταξα τον αστυνομικό, σκεπτόμενη από μέσα μου: «Νομίζεις ότι μπορείς να με αναγκάσεις να προδώσω τον Θεό; Κάνε όνειρα!» Με την καθοδήγηση του Θεού, η καρδιά μου γέμισε πίστη και δύναμη· ανεξάρτητα από το πόσο με χτύπησε ο αστυνομικός, ποτέ δεν υποχώρησα μπροστά του. Στο τέλος, μόνον αφού εξαντλήθηκε εντελώς, τελικά σταμάτησε.

Μετά από αυτό, οι αστυνομικοί με παρακολουθούσαν ακόμη στενότερα. Εργάζονταν σε βάρδιες, παρακολουθώντας με με προσοχή ανά πάσα στιγμή, και αν τα μάτια μου άρχιζαν ακόμη και να κλείνουν ελαφρώς, με ξυπνούσαν χτυπώντας με με ένα τυλιγμένο περιοδικό. Κατανόησα σαφώς ότι το έκαναν αυτό για να φθείρουν την αποφασιστικότητά μου και να επωφεληθούν από την επιβαρυμένη πνευματική μου κατάσταση ώστε να απομυζήσουν πληροφορίες σχετικά με την εκκλησία. Εκείνη τη στιγμή, ήμουν ήδη εξαιρετικά αδύναμη σωματικά και άρχιζα να θολώνω. Ο συνδυασμός του κρύου, της πείνας και της κούρασης ήταν συντριπτικός, σε σημείο που να επιθυμώ τον θάνατο. Ένιωθα σαν να μην μπορώ να κρατηθώ για πολύ ακόμη. Φοβόμουν ότι δεν θα μπορούσα να αντέξω τον πόνο και θα πρόδιδα άθελά μου τον Θεό. Με αυτήν τη σκέψη, λαχταρούσα τον θάνατο, σκεπτόμενη ότι αν πέθαινα, τουλάχιστον δεν θα ξεπουλούσα την εκκλησία, ούτε και θα πρόδιδα τον Θεό. Έτσι, προσευχήθηκα στον Θεό: «Αγαπημένε μου Θεέ, δεν μπορώ να αντέξω άλλο. Φοβάμαι ότι θα ενδώσω και θα Σε προδώσω. Σε παρακαλώ να προστατεύσεις την καρδιά μου. Προτιμώ να πεθάνω παρά να γίνω Ιούδας». Μετά από αυτό, άρχισα σταδιακά να χάνω τις αισθήσεις μου και μέσα σε αυτήν την παραζάλη ξαφνικά αισθάνθηκα πολύ ελαφρύ το σώμα μου, σαν να το είχε στεγνώσει ο ψυχρός άνεμος. Οι χειροπέδες έμοιαζαν να χαλαρώνουν γύρω από τους καρπούς μου και δεν μπορούσα να πω αν ήμουν ζωντανή ή πεθαμένη. Μόλις νωρίς το πρωί της έκτης ημέρας με ​​συνέφερε με σφαλιάρες ένας από τους αστυνομικούς· συνειδητοποίησα ότι ήμουν ακόμη ζωντανή και εξακολουθούσα να κρέμομαι εκεί από τις χειροπέδες μου. Αυτός ο κακός αστυνομικός βρυχήθηκε: «Πραγματικά μάς έχεις εξαντλήσει. Ούτε ένας μας δεν κοιμήθηκε καλά, συνοδεύοντάς σε σε αυτό το παιχνιδάκι όλο αυτό το διάστημα. Αν δεν ανοίξεις σήμερα το στόμα σου, θα φροντίσω να μην το ανοίξεις ποτέ ξανά!» Επειδή το μόνο που ήθελα ήταν να πεθάνω, του απάντησα ατρόμητα: «Αν θες να με σκοτώσεις ή να με κόψεις κομμάτια, εμπρός, κάνε το!» Ο κακός αστυνομικός, ωστόσο, απλά μόρφασε και είπε: «Θες, λοιπόν, να πεθάνεις; Πού τέτοια τύχη! Δεν θα σου κάνουμε τόσο εύκολα τα πράγματα! Θα σε βασανίσω όμορφα κι αργά μέχρι να χάσεις το μυαλό σου, έτσι ώστε όλοι να γνωρίζουν ότι η πίστη στον Παντοδύναμο Θεό οδηγεί στην τρέλα, και τότε όλοι θα εγκαταλείψουν τον Θεό σου!» Όταν τον άκουσα να εκτοξεύει αυτήν τη δαιμονική βρομιά, έμεινα εμβρόντητη και άναυδη: Αυτός ο διάβολος ήταν απίστευτα αδίστακτος και μοχθηρός! Αμέσως μετά από αυτό, ο κακός μπάτσος διέταξε έναν υφιστάμενο να φέρει ένα μπολ μ’ ένα σκοτεινό μαύρο υγρό. Ένιωσα έναν κόμπο στον λαιμό όταν το είδα και προσευχήθηκα επειγόντως στον Θεό: «Παντοδύναμε Θεέ! Αυτός ο κακός αστυνομικός θα μου δώσει φάρμακα για να με κάνει να χάσω το μυαλό μου. Σε εκλιπαρώ να με προστατεύσεις. Προτιμώ να με δηλητηριάσουν μέχρι θανάτου παρά να τρελαθώ». Εκείνη τη στιγμή, ήλθαν στο νου μου τα λόγια του Θεού: «Τα έργα Του είναι πανταχού παρόντα, η δύναμή Του είναι πανταχού παρούσα, η σοφία Του είναι πανταχού παρούσα, το ίδιο και η εξουσία Του. […] Τα πάντα υπάρχουν υπό το βλέμμα Του και, επιπλέον, τα πάντα ζουν υπό την κυριαρχία Του. Οι πράξεις και η δύναμή Του δεν αφήνουν στην ανθρωπότητα άλλη επιλογή από το να αναγνωρίσει το γεγονός ότι όντως υπάρχει και κυριαρχεί επί των πάντων. Τίποτα εκτός από Αυτόν δεν μπορεί να ορίζει το σύμπαν, πόσω μάλλον να παρέχει αδιάλειπτα σε αυτήν την ανθρωπότητα» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Γ΄: Ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο μέσα από τη διαχείριση του Θεού). Ο λόγος του Θεού μού ενστάλαξε για μία ακόμη φορά πίστη και δύναμη. Συνειδητοποίησα ότι η εξουσία, η δύναμη και τα έργα του Θεού είναι πανταχού παρόντα. Κυριαρχεί επί ολόκληρου του σύμπαντος και, επιπλέον, κυβερνά τον πολλαπλασιασμό όλων των πλασμάτων στο σύμπαν. Ο Θεός είναι ο αιώνιος Κυρίαρχος όλων των πραγμάτων και η δύναμη που επιδεικνύει κυβερνώντας τα πάντα είναι πέρα από την κατανόηση του απλού ανθρώπου. Η ζωή που χαρίζει στον άνθρωπο δεν περιορίζεται από τον χώρο ή τον χρόνο. Ο διάβολος Σατανάς μπορεί μόνο να βλάψει τη σάρκα των ανθρώπινων πλασμάτων, στερείται, όμως, παντελώς ελέγχου επί της ζωής και του πνεύματός μας. Κατά τη δοκιμασία του Ιώβ, ο Σατανάς μπορούσε μόνο να βασανίζει τον Ιώβ και να βλάπτει τη σάρκα του, όμως επειδή ο Θεός δεν επέτρεπε να του πάρει τη ζωή, ο Σατανάς ήταν εντελώς ανίκανος να το πράξει. Σκέφτηκα από μέσα μου: «Σήμερα, ο Σατανάς και οι διάβολοι προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τις μοχθηρές τακτικές τους για να καταστρέψουν τη σάρκα μου και να με κάνουν να προδώσω και να εγκαταλείψω τον Θεό. Ελπίζει μάταια ότι χρησιμοποιώντας φάρμακα θα με μετατρέψει σε παλαβή ή καθυστερημένη για να ντροπιάσω το όνομα του Θεού, τι εξουσία όμως διαθέτει ο Σατανάς; Χωρίς την άδεια του Θεού, η κάθε πράξη του είναι αναποτελεσματική —ο Σατανάς είναι καταδικασμένος σε ήττα στο χέρι του Θεού!» Η συνειδητοποίηση του γεγονότος αυτού μού άφησε μια αίσθηση ειρήνης και γαλήνης. Ακριβώς τότε, ο μανιακός αυτός μπάτσος άρπαξε το σαγόνι μου και με ανάγκασε να καταπιώ το φάρμακο, που ήταν ταυτόχρονα πικρό και ξινό. Επέδρασε γρήγορα· ήταν σαν να πάθαιναν κράμπα όλα τα εσωτερικά μου όργανα, συμπιέζοντας το ένα το άλλο, σαν να γίνονταν κομμάτια. Ο πόνος αυτός δεν συγκρίνεται. Άρχισα να δυσκολεύομαι στην αναπνοή και πήρα μεγάλες, βαθιές εισπνοές, με κομμένη την ανάσα. Δεν μπορούσα να κινήσω τα μάτια μου και άρχισα να τα βλέπω διπλά. Λίγο μετά, έχασα τις αισθήσεις μου. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, ποιος ξέρει πόσο, τελικά συνήλθα και σαν να άκουσα αόριστα κάποιον να λέει: «Αυτή η σκύλα είτε θα τρελαθεί είτε θα μείνει καθυστερημένη μετά από αυτό το φάρμακο». Όταν το άκουσα αυτό, ήξερα ότι είχα επιβιώσει και πάλι. Εξεπλάγην πολύ ευχάριστα που δεν είχα τρελαθεί καθόλου· αντιθέτως, αισθανόμουν το μυαλό μου πεντακάθαρο. Όλο αυτό, βεβαίως, οφείλετο στην παντοδυναμία και στα θαυμαστά έργα του Θεού. Ένιωθα ότι επρόκειτο για τον λόγο του Παντοδύναμου Θεού που εργάζονταν μέσα μου και ότι, για μία ακόμη φορά, ο Θεός είχε απλώσει το παντοδύναμο χέρι Του και με είχε αποσπάσει από τα νύχια του διαβόλου, δίνοντάς μου την ευκαιρία να επιβιώσω μέσα σε αυτήν την επικίνδυνη κατάσταση. Εκείνη τη στιγμή, βίωνα προσωπικά την αξιοπιστία και αυθεντικότητα του λόγου του Θεού και γινόμουν μάρτυρας της υπέρτατης δύναμης και εξουσίας Του. Επιπλέον, διαπίστωνα πως ο Θεός είναι ο Δημιουργός των πάντων και ο ένας και μοναδικός Θεός αυτοπροσώπως, ο Κυρίαρχος των πάντων. Διαπίστωνα πως η ζωή μου, τα πάντα μου, ακόμη και το τελευταίο νεύρο στο σώμα μου, όλα είναι υπό τον έλεγχο του Θεού. Χωρίς την άδειά Του, δεν θα πέσει τρίχα από το κεφάλι μου. Ο Θεός είναι το στήριγμα και η σωτηρία μου ανά πάσα στιγμή, οπουδήποτε. Εκείνη τη μέρα, στη σκοτεινή φωλιά του δαίμονα, ο λόγος του Παντοδύναμου Θεού επέδειξε την τρομερή του δύναμη, δείχνοντάς μου πως ο Θεός δημιουργεί ξανά και ξανά τα θαύματα της ζωής, και μου έδωσε την ευκαιρία να ξεφύγω από το χείλος του θανάτου. Έψαλα με θέρμη αίνους προς τον Παντοδύναμο Θεό μέσα στην καρδιά μου και ορκίστηκα να βασίζομαι στον Θεό ώστε να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου καθ’ όλη αυτήν τη μάχη ζωής και θανάτου.

Η αστυνομία με βασάνιζε για έξι ολόκληρες ημέρες και νύχτες. Χωρίς μια σταλιά φαγητό ή μια σταγόνα νερό όλο εκείνο το διάστημα, ήμουν εξαιρετικά εξαντλημένη, κι όταν είδαν ότι ήμουν σχεδόν ετοιμοθάνατη, με κλείδωσαν σ’ ένα κελί φυλακής. Αυτές οι έξι ημέρες βασανιστηρίων ήταν σαν ένα ταξίδι μέσα από την κόλαση, και το γεγονός ότι κατάφερα να επιβιώσω οφείλετο εξ ολοκλήρου στο έλεος και την προστασία του Θεού, και αποτελούσε ενσάρκωση της δύναμης και της εξουσίας του λόγου Του. Αφού πέρασαν μερικές μέρες, η αστυνομία ήλθε να με ανακρίνει ξανά. Επειδή είχα ζήσει πολλές φορές τα θαυμαστά έργα του Θεού, αλλά και είχα βιώσει από πρώτο χέρι πως ο Θεός είναι το στήριγμά μου και τα πάντα βρίσκονται στα χέρια Του, ένιωθα ήρεμη και ατρόμητη μπροστά ενόψει μιας ακόμη ανάκρισης. Στην αίθουσα ανακρίσεων, έμαθα από έναν αστυνομικό ότι είχαν ήδη ανακαλύψει το όνομα και τη διεύθυνσή μου και είχαν πάει να ερευνήσουν το σπίτι μου. Ωστόσο, επειδή ο σύζυγός μου είχε πάρει εδώ και καιρό τα παιδιά μας και είχε φύγει από το σπίτι, δεν βρήκαν το παραμικρό. Στη συνέχεια, προσπάθησε για άλλη μια φορά να με εξαναγκάσει να αποκαλύψω πληροφορίες σχετικά με την εκκλησία, όμως επειδή και πάλι δεν έλεγα τίποτα, εξοργίστηκε και είπε: «Είσαι επικεφαλής και σκληρό καρύδι για να σπάσεις! Εξαιτίας σου, δεν κοιμάμαι καλά τη νύχτα επί έξι μέρες, και πάλι όμως δεν έχουμε καταφέρει τίποτα μ’ εσένα». Βλέποντας ότι δεν επρόκειτο να βγάλει τίποτε από μένα, φάνηκε να χάνει το ενδιαφέρον του μετά από αυτό και διεξήγαγε την υπόλοιπη ανάκριση με βιαστικό και επιπόλαιο τρόπο και, έπειτα, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να με στείλουν πίσω στο κελί μου. Καταχάρηκα βλέποντας ότι ο Θεός είχε επικρατήσει και ο Σατανάς είχε ηττηθεί —ευχαρίστησα και αίνεσα τον Θεό. Ήξερα ότι ο λόγος που μπόρεσα να παραμείνω σταθερή στη μαρτυρία μου ενώπιον του Σατανά ήταν ότι ο Θεός με είχε καθοδηγήσει βήμα προς βήμα και ότι ο λόγος Του με είχε διαφωτίσει ξανά και ξανά, προσφέροντάς μου αντοχή, χαρίζοντάς μου σοφία και δίνοντάς μου τη δύναμη να νικήσω τον Σατανά και να μην παραδοθώ στην τυραννία του.

Αφού παρέμεινα έγκλειστη στο σωφρονιστικό κατάστημα για τέσσερις μήνες, η κυβέρνηση του ΚΚΚ χάλκευσε την κατηγορία ότι πιστεύω στη Σιε Τζιάο και με καταδίκασε σε ενάμισι χρόνο φυλάκιση. Τον Μάρτιο του 2006, με έστειλαν σε γυναικείες φυλακές για να εκτίσω την ποινή μου. Ενώ βρισκόμουν στη φυλακή, μολονότι με μεταχειρίζονταν σαν ζώο κι έβλεπα συχνά να κτυπούν άλλες κρατούμενες μέχρι θανάτου χωρίς προφανή λόγο, με τη μέριμνα και την προστασία του Θεού, αλλά και με την καθοδήγηση του λόγου Του, κατάφερα να επιβιώσω ενάμισι χρόνο βασανιστηρίων και να βγω ζωντανή από την κολασμένη αυτή φυλακή. Αφού αφέθηκα ελεύθερη, οι κακοί μπάτσοι συνέχισαν να στέλνουν αστυνομικούς να με παρακολουθούν. Συχνά έρχονταν σπίτι μου να με παρενοχλήσουν και, ως εκ τούτου, κανένας μας στην οικογένειά μου δεν μπορούσε να ασκήσει την πίστη του ή να εκτελέσει τα καθήκοντά του κανονικά. Αργότερα, χάρη στη φροντίδα και τη βοήθεια των αδελφών μας στην εκκλησία, μπορέσαμε να φύγουμε από το σπίτι μας και να μετακομίσουμε σε καινούργιο, που ανήκε σε μία από τις αδελφές. Βασιζόμενοι στη σοφία που μας προσέφερε ο Θεός, μπορούσαμε και πάλι να εκτελούμε τα καθήκοντά μας.

Η σκληρή δίωξη που υπέστην από την κυβέρνηση του ΚΚΚ μού έδωσε μια σαφή και εμπεριστατωμένη εικόνα της δαιμονικής ουσίας της βίαιης τυραννίας του Σατανά, της μοχθηρής προδοσίας και της μανιακής αντίστασης στον Θεό. Επιπλέον, βίωσα από πρώτο χέρι την υπερφυσική και επιβλητική ζωτικότητα του Θεού. Αν και η κακή αστυνομία με υπέβαλε σε αμείλικτους ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια, σε σκληρή τιμωρία και σε τραυματισμούς ξανά και ξανά, προσπαθώντας να μου πάρει τη ζωή, ο λόγος του Παντοδύναμου Θεού αποκάλυψε την υπερφυσική του ζωτικότητα, επιτρέποντάς μου να επιβιώσω κατά τρόπο θαυμαστό. Εν μέσω όλων αυτών των δυσκολιών και αυτής της δίωξης, βίωσα πραγματικά το ότι ο Θεός είναι η πηγή της ζωής μου, και η χάρη και η θρέψη Του είναι η βαθύτερη αιτία που συνεχίζω να ζω. Χωρίς το ισχυρό χέρι του Θεού να με στηρίζει, θα με είχαν καταβροχθίσει εδώ και πολύ καιρό αυτοί οι δαίμονες. Ο Θεός με συντρόφευε όλη την ώρα, καθοδηγώντας με να νικήσω τον Σατανά ξανά και ξανά και να παραμείνω ακλόνητη στη μαρτυρία μου γι’ Αυτόν! Αν και υποβλήθηκα στο απάνθρωπο μαρτύριο των δαιμόνων αυτών και η σάρκα μου υπέφερε πολύ, όλο αυτό ήταν πραγματικά πολύ ωφέλιμο για τη ζωή μου. Μου επέτρεψε να δω ότι όχι μόνο ο Θεός είναι η θρέψη της ζωής του ανθρώπου, αλλά και μας παρέχει διαρκή βοήθεια και στήριξη. Όσο ζούμε με βάση τον λόγο του Θεού, μπορούμε να νικάμε κάθε σατανική σκοτεινή δύναμη. Ο λόγος του Θεού είναι πραγματικά η αλήθεια, η οδός και η ζωή! Έχει την υπέρτατη εξουσία και την πλέον επιβλητική δύναμη και μπορεί να δημιουργήσει θαύματα ζωής! Δόξα, τιμή και αίνος στον Θεό της παντοδύναμης σοφίας!

Υποσημειώσεις:

1. Η φράση «εγείρουν ανυπόστατες κατηγορίες» αναφέρεται στις μεθόδους με τις οποίες ο διάβολος βλάπτει τους ανθρώπους.

2. «Φρουρείται αυστηρά» σημαίνει ότι οι μέθοδοι με τις οποίες ο διάβολος πλήττει τους ανθρώπους είναι εξαιρετικά υποχθόνιες και ελέγχουν τους ανθρώπους σε τέτοιον βαθμό που δεν έχουν χώρο να κινηθούν.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση