Οι αρχές της άσκησης της υποταγής στον Θεό (Μέρος δεύτερο)

Ας δούμε με ποια στάση αντιμετώπιζε ο Ιώβ τα παιδιά του. Ο Ιώβ είχε φόβο του Ιεχωβά, όμως τα παιδιά του δεν πίστευαν σ’ Αυτόν· κάποιος τρίτος δεν θα θεωρούσε κάτι τέτοιο πολύ ντροπιαστικό για τον Ιώβ; Σύμφωνα με τις ανθρώπινες αντιλήψεις, ο Ιώβ ανήκε σε εξέχουσα οικογένεια και είχε φόβο του Ιεχωβά Θεού, όμως τα παιδιά του δεν πίστευαν σ’ Αυτόν, άρα δεν θεωρούνταν αξιοσέβαστος. Μήπως αυτή η ιδέα για το ποιος είναι άξιος σεβασμού δεν προήλθε από ανθρώπινη βούληση, από ανθρώπινη θερμοαιμία; Κάποιοι ίσως σκεφτούν: «Αυτό δεν είναι καθόλου αξιοσέβαστο. Πρέπει να σκεφτώ έναν τρόπο να τα πείσω να πιστέψουν στον Θεό και πρέπει να αποκαταστήσω τον σεβασμό στο πρόσωπό μου». Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από ανθρώπινη βούληση; Αυτό έκανε ο Ιώβ; (Όχι.) Πώς καταγράφεται στη Βίβλο; (Ο Ιώβ προσέφερε θυσίες και προσευχόταν για τα παιδιά του.) Απλώς προσέφερε θυσίες και προσευχόταν γι’ αυτά. Τι είδους συμπεριφορά είναι αυτή; Βλέπετε τις αρχές τις οποίες έκανε πράξη ο Ιώβ; Δεν γνωρίζουμε αν ο Ιώβ εμπόδιζε τα γλέντια των παιδιών του ή παρενέβαινε σ’ αυτά, σίγουρα όμως δεν συμμετείχε· το μόνο που έκανε ήταν να προσφέρει θυσίες γι’ αυτά. Προσευχήθηκε ποτέ λέγοντας: «Ιεχωβά Θεέ, παρακίνησέ τα, κάνε τα να πιστέψουν σ’ Εσένα, φρόντισε να λάβουν τη χάρη Σου, και κάνε τα να αποκτήσουν φόβο για Σένα και να αποφεύγουν το κακό όπως εγώ»; Προσευχήθηκε ποτέ με αυτόν τον τρόπο; Δεν γράφει τίποτα τέτοιο η Βίβλος. Αυτό που επέλεξε να κάνει ο Ιώβ ήταν να απομακρυνθεί από τα παιδιά του, να προσφέρει θυσίες γι’ αυτά και να ανησυχεί μήπως αμαρτήσουν ενάντια στον Ιεχωβά Θεό. Αυτή ήταν η άσκησή του. Ποιες ήταν οι αρχές αυτής της άσκησης; Δεν επιβαλλόταν στα παιδιά του. Ήθελε, λοιπόν, ή δεν ήθελε να πιστέψουν τα παιδιά του στον Θεό; Φυσικά και ήθελε. Ως πατέρας που πίστευε στον Θεό, θα λυπόταν πολύ να βλέπει τα παιδιά του έτσι προσκολλημένα στα εγκόσμια, χωρίς να πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό. Σίγουρα ήθελε τα παιδιά του να προσέρχονται στον Θεό, να προσφέρουν θυσίες όπως ο ίδιος, να έχουν φόβο Θεού και να αποφεύγουν το κακό, αλλά και να αποδέχονται την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού. Αυτό δεν είναι ζήτημα αξιοσέβαστης κοινωνικής θέσης, είναι η ευθύνη του γονέα. Όμως τα παιδιά του επέλεξαν να μην πιστεύουν και ο Ιώβ, ως πατέρας, δεν τους επιβλήθηκε. Αυτή ήταν η στάση του. Τι έκανε λοιπόν; Μήπως τα έσερνε κακήν κακώς ή μήπως προσπάθησε να τα μεταπείσει; (Όχι.) Σίγουρα όχι. Στην καλύτερη, έλεγε κάθε τόσο μερικά παρακινητικά λόγια και, όταν τα παιδιά του δεν άκουγαν, εγκατέλειπε την προσπάθεια. Τους έλεγε να μην ξεπερνούν κατά πολύ τα όρια και απομακρυνόταν, διαχωρίζοντας ξεκάθαρα τη θέση του από αυτά, και καθένας τους ζούσε τη ζωή του. Ο Ιώβ προσέφερε θυσίες γι’ αυτά από φόβο ότι θα προσέβαλλαν τον Ιεχωβά Θεό· δεν προσέφερε θυσίες για λογαριασμό τους, το έκανε απλώς επειδή είχε θεοφοβούμενη καρδιά. Ο Ιώβ δεν επιβαλλόταν στα παιδιά του, δεν τα έσερνε κακήν κακώς ούτε και έλεγε: «Είναι παιδιά μου και πρέπει να τα πείσω να πιστέψουν στον Θεό, για να κερδίσει ο Θεός μερικούς ακόμα ανθρώπους». Δεν έλεγε, δεν σχεδίαζε και δεν υπολόγιζε κάτι τέτοιο ούτε και ενεργούσε με αυτόν τον τρόπο. Ήξερε ότι τέτοιες ενέργειες ήταν προϊόν της ανθρώπινης βούλησης, πράγμα που είναι δυσάρεστο στον Θεό. Ο Ιώβ παρακινούσε απλώς τα παιδιά του και προσευχόταν γι’ αυτά, όμως ούτε τα εξανάγκαζε να κάνουν κάτι που δεν ήθελαν ούτε τα έσερνε κακήν κακώς, κι ακόμα διαχώρισε ξεκάθαρα τη θέση του. Αυτός ήταν ο ορθολογισμός του Ιώβ, αλλά και μια αρχή της άσκησης: Μη βασίζεσαι στην ανθρώπινη βούληση ή στις καλές προθέσεις για να κάνεις οτιδήποτε θα προσέβαλλε τον Θεό. Επιπλέον, τα παιδιά δεν πίστευαν στον Θεό και ο Θεός δεν τα παρακινούσε. Ο Ιώβ καταλάβαινε την πρόθεση του Θεού: «Εφόσον δεν έχει εργαστεί σ’ αυτά ο Θεός, δεν θα προσευχηθώ γι’ αυτά. Δεν πρόκειται να ζητήσω τίποτα από τον Θεό και δεν θέλω να προσβάλω τον Θεό σε αυτό το ζήτημα». Αρνούνταν να προσευχηθεί με δάκρυα ή να νηστέψει για να σωθούν τα παιδιά του, για να προσέλθουν στον Ιεχωβά Θεό και να ευλογηθούν. Αρνούνταν να ενεργήσει με αυτόν τον τρόπο· ήξερε ότι τέτοιες ενέργειες θα προσέβαλλαν τον Θεό και αυτό θα Του ήταν δυσάρεστο. Τι βλέπετε από αυτές τις λεπτομέρειες; Ήταν ειλικρινής η υποταγή του Ιώβ; (Ναι.) Μπορεί να πετύχει τέτοια υποταγή ο μέσος άνθρωπος; Ο μέσος άνθρωπος όχι. Τα παιδιά είναι για τους γονείς τους ο πολυτιμότερος θησαυρός· όταν διασκεδάζουν με αυτόν τον τρόπο, όταν τα βλέπουν να ακολουθούν κακές τάσεις, να μην προσέρχονται στον Θεό και να χάνουν την ευκαιρία τους να πιστέψουν σ’ Αυτόν και να σωθούν (με την πιθανότητα ακόμα και να πάρουν τον δρόμο της απώλειας και να καταστραφούν), μιλάμε για έναν συναισθηματικό άθλο που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να ξεπεράσει ο μέσος άνθρωπος. Όμως, ο Ιώβ τα κατάφερε. Μόνο ένα πράγμα έκανε: προσέφερε γι’ αυτά θυσίες με ψητά σφάγια και κρατούσε την ανησυχία στην καρδιά του. Αυτό ήταν όλο. Τα παιδιά του ήταν οι πιο αγαπημένοι του άνθρωποι, αλλά δεν έκανε γι’ αυτά τίποτα περισσότερο που θα προσέβαλλε τον Θεό. Πώς σας φαίνεται αυτή η αρχή άσκησης του Ιώβ; Δείχνει ότι είχε θεοφοβούμενη καρδιά και ότι υποτασσόταν αληθινά στον Θεό. Στα ζητήματα που αφορούσαν το μέλλον των παιδιών του, δεν προσευχόταν καθόλου, ούτε και ενεργούσε με βάση την ανθρώπινη βούληση· απλώς έστελνε τους υπηρέτες του να κάνουν ορισμένα πράγματα, και ο ίδιος δεν πήγαινε. Δεν συμμετείχε στα γλέντια για να μη μολυνθεί από τέτοια πράγματα και, επιπλέον, επειδή δεν ήθελε να εμπλέκεται σε αυτά. Αν εμπλεκόταν, θα προσέβαλλε τον Θεό, κι έτσι έμενε μακριά από πονηρά μέρη. Υπήρχαν ιδιαίτερες λεπτομέρειες στην άσκηση του Ιώβ; Ας μιλήσουμε καταρχάς για το πώς μεταχειριζόταν τα παιδιά του. Στόχος του ήταν να υποτάσσεται σε όλα τα θέματα στις ρυθμίσεις και τις ενορχηστρώσεις του Θεού· δεν προσπαθούσε να κάνει με το ζόρι κάτι που δεν έκανε ο Θεός, ούτε έκανε υπολογισμούς και σχέδια με βάση την ανθρώπινη βούληση. Αφουγκραζόταν και περίμενε τις ρυθμίσεις και τις ενορχηστρώσεις του Θεού σε όλα τα ζητήματα. Αυτή ήταν μια γενική αρχή. Ποιες ήταν αναλυτικά οι μέθοδοι άσκησής του; (Δεν συμμετείχε στα γλέντια των παιδιών του. Κρατούσε αποστάσεις από τα παιδιά του και προσέφερε θυσίες με ψητά σφάγια γι’ αυτά, όμως δεν επέμενε να πιστέψουν στον Θεό, ούτε τα έσερνε κακήν κακώς, και διαχώριζε ξεκάθαρα τη θέση του από αυτά.) Αυτή είναι η αρχή της άσκησης. Πώς ασκείται ο μέσος άνθρωπος όταν βρεθεί αντιμέτωπος με αυτό το ζήτημα; (Προσεύχεται στον Θεό να πιστέψουν σε Αυτόν τα παιδιά του.) Τι άλλο; Αν ο Θεός δεν το κάνει αυτό, σέρνει τα παιδιά του στην εκκλησία, ώστε να λάβουν ευλογία. Βλέπει ότι ο ίδιος έλαβε τη μεγάλη ευλογία της εισόδου στη βασιλεία των ουρανών, ενώ τα παιδιά του όχι, κι έτσι νιώθει πόνο και τύψεις στην καρδιά του. Δεν θέλει τα παιδιά του να χάσουν αυτήν την ευλογία, κι έτσι στύβει το μυαλό του για να βρει τρόπο για να σπρώξει τα παιδιά του στην εκκλησία, νομίζοντας ότι έτσι θα εκπληρώσει τις ευθύνες του ως γονέας. Στην πραγματικότητα, δεν τον νοιάζει αν θα μπορέσουν ή δεν θα μπορέσουν τα παιδιά του να επιδιώξουν την αλήθεια και να κερδίσουν τη σωτηρία. Ο Ιώβ δεν έπραξε έτσι, όμως ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να μην το κάνει. Γιατί δεν μπορεί; (Οι άνθρωποι έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις. Ενεργούν με βάση τα αισθήματά τους.) Οι περισσότεροι δεν νοιάζονται καν μήπως, ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο, προσβάλλουν τον Θεό. Προτεραιότητά τους είναι να ικανοποιήσουν τον εαυτό τους, να φροντίσουν τα αισθήματά τους και να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Δεν νοιάζονται καν με ποιον τρόπο είναι κυρίαρχος ο Θεός πάνω στα πράγματα ή τα ρυθμίζει, τι κάνει ή ποιες είναι οι προθέσεις Του. Νοιάζονται μόνο για τις δικές τους επιθυμίες, τα δικά τους αισθήματα, τους δικούς τους σκοπούς και τα δικά τους συμφέροντα. Πώς μεταχειριζόταν ο Ιώβ τα παιδιά του; Απλώς έκανε το καθήκον του ως πατέρας, τους μετέδιδε το ευαγγέλιο και συναναστρεφόταν μαζί τους πάνω στην αλήθεια. Δεν τα ανάγκασε, όμως, να πιστέψουν στον Θεό, είτε τον άκουγαν και υπάκουγαν είτε όχι. Δεν τα έσερνε κακήν κακών ούτε παρενέβαινε στη ζωή τους. Είχαν διαφορετικές ιδέες και απόψεις με εκείνον, κι αυτός δεν παρενέβαινε στις πράξεις και στο μονοπάτι που ακολουθούσαν. Μήπως μιλούσε σπάνια ο Ιώβ στα παιδιά του σχετικά με την πίστη στον Θεό; Σίγουρα τους μιλούσε αρκετές φορές, όμως εκείνα δεν άκουγαν και δεν τις δέχονταν. Και ποια ήταν η στάση του Ιώβ απέναντι σ’ αυτό; Έλεγε: «Εγώ εκπλήρωσα την ευθύνη μου. Όσον αφορά τι είδους μονοπάτι θα ακολουθήσουν, αυτό είναι δική τους επιλογή κι εναπόκειται στις ενορχηστρώσεις και τις ρυθμίσεις του Θεού. Εάν ο Θεός δεν εργαστεί σ’ αυτά ή δεν τα παρακινήσει, εγώ δεν θα προσπαθήσω να τα εξαναγκάσω». Επομένως, ο Ιώβ δεν προσευχήθηκε για τα παιδιά του ενώπιον του Θεού, ούτε έχυσε δάκρυα αγωνίας, ούτε νήστεψε γι’ αυτά ούτε υπέφερε με οποιονδήποτε τρόπο. Δεν τα έκανε αυτά. Και γιατί δεν τα έκανε; Επειδή δεν ήταν πράγματα που δήλωναν υποταγή στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού. Προέρχονταν όλα από ανθρώπινες ιδέες, ήταν τρόποι για ν’ ανοίξει κάποιος τον δρόμο ώστε να εκβιάσει τα πράγματα. Αυτή ήταν η στάση του Ιώβ όταν τα παιδιά του αρνήθηκαν να πάρουν το ίδιο μονοπάτι μ’ αυτόν· ποια ήταν, όμως, η στάση του όταν τα παιδιά του πέθαναν; Έκλαψε ή όχι; Εκδήλωσε τα συναισθήματά του; Πόνεσε; Στη Βίβλο δεν καταγράφεται τίποτα τέτοιο. Όταν ο Ιώβ είδε τα παιδιά του να πεθαίνουν, στεναχωρήθηκε, καταρρακώθηκε; (Ναι.) Αν σκεφτούμε πόσο πολύ τα αγαπούσε, σίγουρα στεναχωρήθηκε λίγο, όμως και πάλι υποτάχθηκε στον Θεό. Πώς εκφράστηκε η υποταγή του; Είπε: «Αυτά τα παιδιά μού τα έδωσε ο Θεός. Είτε πίστευαν σ’ Αυτόν είτε όχι, οι ζωές τους είναι στα χέρια Του. Αν πίστευαν στον Θεό και Εκείνος είχε θελήσει να τα πάρει, και πάλι θα τα είχε πάρει· αν δεν πίστευαν στον Θεό, και πάλι θα είχαν χαθεί αν ο Θεός έλεγε ότι θα χάνονταν. Όλα αυτά είναι στα χέρια του Θεού· αν ήταν αλλιώς, ποιος θα έπαιρνε τις ζωές των ανθρώπων;» Με λίγα λόγια, πώς πρέπει να το εκλάβουμε αυτό; «Ο Ιεχωβά έδωκε και ο Ιεχωβά αφήρεσεν· είη το όνομα Ιεχωβά ευλογημένον» (Ιώβ 1:21). Και με αυτήν τη στάση μεταχειριζόταν στα παιδιά του. Και στη ζωή και στον θάνατό τους, συνέχισε να έχει αυτήν τη στάση. Η μέθοδος άσκησής του ήταν σωστή. Όπως κι αν ασκούνταν, με όποια άποψη, στάση και κατάσταση κι αν αντιμετώπιζε τα πάντα, ήταν διαρκώς έτοιμος και σε θέση να υποταχθεί, ν’ αναμείνει, ν’ αναζητήσει κι έπειτα να μάθει. Αυτή η στάση είναι πολύ σημαντική. Εάν οι άνθρωποι δεν κάνουν ποτέ τίποτα με τέτοια στάση, κι έχουν ιδιαίτερα ισχυρές ιδέες και θέτουν τις δικές τους προθέσεις και τα δικά τους οφέλη πάνω απ’ όλα, τότε υποτάσσονται πραγματικά; (Όχι.) Δεν βλέπεις αληθινή υποταγή σε τέτοιους ανθρώπους· δεν μπορούν να υποταχθούν αληθινά.

Κάποιοι δεν επικεντρώνονται στην αναζήτηση των αλήθεια-αρχών ενώ εκτελούν το καθήκον τους, και αντίθετα κάνουν ό,τι θέλουν. Ποια εκδήλωση παρατηρείται πιο συχνά σε κάποιον που έχει ιδιαίτερα έντονες προσωπικές απόψεις; Ό,τι και αν του συμβεί, πρώτα κάνει υπολογισμούς στο μυαλό του, σκέφτεται όσα περισσότερα πράγματα μπορεί και κάνει ένα αναλυτικό σχέδιο. Όταν πιστέψει ότι το σχέδιο αυτό δεν έχει καμία ατέλεια, τότε ασκείται όπως θέλει, κι έτσι το σχέδιό του δεν μπορεί να αλλάξει ανάλογα με άλλα πράγματα που αλλάζουν και κάποιες φορές τα πράγματα να πηγαίνουν άσχημα. Ποιο είναι το πρόβλημα εδώ; Όταν κάνεις ό,τι θες, πολλές φορές τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα. Επομένως, ό,τι κι αν συμβεί, όλοι πρέπει να κάθονται και να αναζητούν μαζί την αλήθεια, να προσεύχονται στον Θεό, να ζητούν την καθοδήγησή Του. Με τη διαφώτιση του Θεού, όσα προκύπτουν από τη συναναστροφή τους είναι γεμάτα φως και προσφέρουν έναν δρόμο προς τα εμπρός. Επιπλέον, όταν μέσω αυτού του τρόπου άσκησης εμπιστεύεσαι τα ζητήματα στον Θεό, και προσβέπεις σ’ Αυτόν, και βασίζεσαι σ’ Αυτόν και Τον αφήνεις να σε καθοδηγήσει, να σε φροντίσει και να σε προστατέψει, τότε θα έχεις μεγαλύτερη ασφάλεια και δεν πρόκειται να αντιμετωπίσεις μεγάλα προβλήματα. Είναι δυνατόν αυτά που σκέφτονται οι άνθρωποι με το μυαλό τους να συνάδουν πλήρως με τα γεγονότα; Μπορούν να συνάδουν με τις αλήθεια-αρχές; Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Αν δεν βασίζεσαι στον Θεό και δεν προσβλέπεις σ’ Αυτόν όταν εκτελείς το καθήκον σου, και απλώς κάνεις ό,τι θέλεις, τότε όσο έξυπνος και αν είσαι, πάντα θα υπάρχουν στιγμές που θα αποτυγχάνεις. Οι αλαζόνες και οι αυτάρεσκοι έχουν την τάση να ακολουθούν τις δικές τους ιδέες· έχουν, λοιπόν, θεοφοβούμενη καρδιά; Όσοι έχουν πολύ ισχυρές προσωπικές απόψεις, όταν έρχεται η ώρα να ενεργήσουν, ξεχνούν τον Θεό και την υποταγή σ’ Αυτόν· και καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν υποταχθεί και δεν έχουν προσευχηθεί στον Θεό μόνο όταν έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο και δεν έχουν καταφέρει τίποτα. Τι πρόβλημα υπάρχει εδώ; Δεν έχουν τον Θεό στην καρδιά τους. Οι πράξεις τους δείχνουν ότι ο Θεός δεν βρίσκεται στην καρδιά τους και ότι βασίζονται μόνο στον εαυτό τους. Κι έτσι, είτε κάνεις εκκλησιαστικό έργο, είτε εκτελείς ένα καθήκον, είτε χειρίζεσαι κάποιες εξωτερικές υποθέσεις, είτε ασχολείσαι με ζητήματα της προσωπικής σου ζωής, πρέπει να έχεις αρχές στην καρδιά σου, πρέπει να υπάρχει εκεί μια κατάσταση. Ποια κατάσταση; «Πριν μου συμβεί κάτι, ό,τι κι αν είναι αυτό, πρέπει να προσεύχομαι, οφείλω να υποτάσσομαι στον Θεό και στην κυριαρχία Του. Όλα τα ρυθμίζει ο Θεός, και όταν συμβεί αυτό που είναι να συμβεί, πρέπει να αναζητώ τις προθέσεις του Θεού, πρέπει να έχω αυτή τη νοοτροπία και να μην κάνω τα δικά μου σχέδια». Αφού το βιώσουν έτσι για κάποιο χρονικό διάστημα, οι άνθρωποι θα φτάσουν στο σημείο να βλέπουν την κυριαρχία του Θεού σε πολλά πράγματα. Αν εσύ έχεις πάντα δικά σου σχέδια, σκέψεις, επιθυμίες, εγωιστικά κίνητρα και πόθους, τότε η καρδιά σου θα απομακρύνεται άθελά της από τον Θεό, δεν θα μπορείς να δεις πώς ενεργεί Εκείνος και, τις περισσότερες φορές, θα είναι κρυμμένος από σένα. Δεν σου αρέσει να ενεργείς σύμφωνα με τις δικές σου ιδέες; Δεν κάνεις τα δικά σου σχέδια; Νομίζεις ότι έχεις μυαλό, ότι είσαι μορφωμένος, ότι έχεις γνώσεις, ότι έχεις τα μέσα και τις μεθόδους για να ενεργήσεις, ότι μπορείς να τα κάνεις μόνος σου, ότι είσαι καλός, ότι δεν χρειάζεσαι τον Θεό, κι έτσι ο Θεός λέει: «Άντε, λοιπόν, κάν’ το μόνος σου, και πάρε εσύ την ευθύνη για το αν θα πάει καλά ή όχι. Δεν Με νοιάζει». Ο Θεός δεν σου δίνει καμία σημασία. Ποια είναι η συνέπεια όταν οι άνθρωποι ακολουθούν μ’ αυτόν τον τρόπο το θέλημά τους στην πίστη τους στον Θεό και πιστεύουν όπως θέλουν; Δεν μπορούν ποτέ να βιώσουν την κυριαρχία του Θεού, να δουν το χέρι Του, να νιώσουν τη διαφώτιση και τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, να νιώσουν την καθοδήγηση του Θεού. Και τι θα συμβεί με τον καιρό; Η καρδιά τους θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τον Θεό, και θα υπάρξουν αλυσιδωτές επιπτώσεις. Ποιες επιπτώσεις; (Θα αμφισβητήσουν και θα αρνηθούν τον Θεό.) Δεν είναι απλώς ότι θα αμφισβητήσουν και θα αρνηθούν τον Θεό. Όταν ο Θεός δεν έχει θέση στην καρδιά των ανθρώπων και αυτοί κάνουν ό,τι θέλουν μακροχρόνια, τότε δημιουργείται μια συνήθεια: Όποτε τους συμβαίνει κάτι, το πρώτο πράγμα που θα κάνουν θα είναι να σκεφτούν τη δική τους λύση και να ενεργήσουν σύμφωνα με τις δικές τους προθέσεις, τους δικούς τους στόχους και τα δικά τους σχέδια· θα εξετάσουν πρώτα αν αυτό τους ωφελεί· αν τους ωφελεί, θα το κάνουν, και αν όχι, δεν θα το κάνουν· θα τους γίνει συνήθεια να ακολουθούν κατευθείαν αυτό το μονοπάτι. Και πώς θα φερθεί ο Θεός σ’ αυτούς τους ανθρώπους αν συνεχίσουν να ενεργούν έτσι και δεν μετανοήσουν; Δεν θα τους δώσει καμία σημασία και θα τους παραμερίσει. Τι σημαίνει ότι θα τους παραμερίσει; Ο Θεός δεν πρόκειται ούτε να τους αποδοκιμάσει, ούτε να τους πειθαρχήσει· σιγά σιγά, θα έχουν όλο και μεγαλύτερη τάση για στην καλοπέραση, δεν θα έχουν κρίση, παίδευση, πειθαρχία ή επίπληξη, και ούτε λόγος πια για διαφώτιση, φώτιση ή καθοδήγηση. Αυτό σημαίνει να παραμερίζεται κανείς. Πώς νιώθει κάποιος όταν τον παραμερίζει ο Θεός; Το πνεύμα του σκοτεινιάζει, δεν έχει τον Θεός μαζί του, έχει ασαφή συναισθήματα για τα οράματα, δεν έχει τι να κάνει και ασχολείται μόνο με ανοησίες. Όπως περνάει έτσι ο καιρός, νομίζει ότι η ζωή δεν έχει κανένα νόημα και ότι το πνεύμα του είναι κενό, οπότε γίνεται ίδιος με τους άπιστους και εκφυλίζεται όλο και περισσότερο. Αυτά τα άτομα ο Θεός τα αποστρέφεται και τα απορρίπτει. Κάποιοι λένε: «Γιατί νιώθω όλο και περισσότερο ότι δεν έχει νόημα το καθήκον που εκτελώ, ότι έχω όλο και λιγότερη ενέργεια; Πώς και δεν έχω κανένα κίνητρο; Πού πήγαν τα κίνητρά μου;» Άλλοι λένε: «Πώς γίνεται, όσο μεγαλύτερο διάστημα πιστεύω, τόσο περισσότερο να νομίζω ότι δεν έχω τόση πίστη όση είχα όταν πρωτοξεκίνησα; Όταν άρχισα να πιστεύω, μου άρεσε πάρα πολύ να βρίσκομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Θεό· πώς είναι δυνατό να μην έχω πια αυτό το χαρούμενο συναίσθημα;» Πού πήγε; Ο Θεός έχει κρυφτεί από σένα, άρα δεν μπορείς να Τον αισθανθείς· έτσι, γίνεσαι αξιολύπητος και μαραζώνεις. Σε ποιον βαθμό μαραζώνεις; Έχεις πλέον ασαφή εικόνα σχετικά με τα οράματα του έργου του Θεού, δεν έχεις τίποτα μέσα στην καρδιά σου, κι αυτό αντανακλάται στην κακή, αξιολύπητη εμφάνισή σου. Αυτό είναι καλό ή κακό; (Κακό.) Όταν ο Θεός εγκαταλείπει κάποιον, εκείνος γίνεται τόσο χαζός και ανόητος, και έχει χάσει τα πάντα. Τέτοια αξιολύπητη εμφάνιση έχουν όσοι εγκαταλείπουν τον Θεό! Σε αυτό το σημείο, δεν θεωρούν πλέον ότι είναι καλό να πιστεύει κανείς στον Θεό. Με Όπως κι αν το σκεφτούν, δεν θεωρούν ότι η πίστη στον Θεό είναι ο σωστός δρόμος. Θεωρούν ότι δεν οδηγεί πουθενά, και δεν πρόκειται να τον περπατήσουν, όποιος κι αν τους συμβουλέψει να το κάνουν. Εφόσον δεν μπορούν να συνεχίσουν να πιστεύουν, αναγκάζονται να σπεύσουν προς τον κόσμο: πιστεύουν ότι η μόνη επιλογή, το πιο ρεαλιστικό μονοπάτι είναι να βγάλουν χρήματα και να αποκτήσουν πλούτη. Επιδιώκουν να πάρουν προαγωγή και να πλουτίσουν, να κερδίσουν ευτυχία και ικανοποίηση, τιμή για τους προγόνους τους και γρήγορη επαγγελματική ανέλιξη· εφόσον η καρδιά τους είναι γεμάτη με όλα αυτά, είναι δυνατόν να μπορούν να εκτελούν το καθήκον τους; Όχι, δεν μπορούν. Αν κάποιος έχει μόνο τέτοιες σκέψεις, αλλά διατηρεί ακόμα λίγη αληθινή πίστη και είναι πρόθυμος να συνεχίσει να επιδιώκει, τότε ποια είναι η στάση του οίκου του Θεού απέναντί του; Εφόσον μπορεί να δουλέψει απλώς, τότε ο οίκος τους Θεού θα του δώσει μια ευκαιρία· ο Θεός δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις από τον καθένα. Γιατί; Οι άνθρωποι δεν ζουν σε κάποια φούσκα, και δεν υπάρχει κανένας που να μην είναι διεφθαρμένος. Υπάρχει κανείς που να μην έχει ιδέες αντίστασης ενάντια στον Θεό; Υπάρχει κανείς που να μην έχει διαπράξει παραβάσεις που αποτελούν εναντίωση στον Θεό; Υπάρχει κανείς που να μη βιώνει καταστάσεις και συμπεριφορές αντίστασης ενάντια στον Θεό; Για να το πάμε ένα βήμα παραπέρα, υπάρχει κανείς που να μην είχε ποτέ ιδέες, σκέψεις ή καταστάσεις δυσπιστίας, αμφιβολίας, παρανόησης ή εικασίας σχετικά με τον Θεό; Σε όλους συμβαίνουν αυτά. Πώς φέρεται λοιπόν ο Θεός στους ανθρώπους; Δίνει σημασία σε τέτοια πράγματα; Όχι, δεν το έκανε ποτέ. Τι κάνει, όμως, ο Θεός; Κάποιοι έχουν συνεχώς αντιλήψεις σχετικά με το έργο του Θεού. Νομίζουν ότι «εφόσον κάποιος πιστεύει στον Θεό, Αυτός πάντα θα τον εκθέτει, θα τον κρίνει, θα τον παιδεύει και θα τον κλαδεύει. Δεν αφήνει τους ανθρώπους να φύγουν και δεν τους δίνει ελευθερία επιλογής». Έτσι είναι όμως; (Όχι.) Όλοι όσοι πιστεύουν στον Θεό και προσέρχονται στον οίκο Του το κάνουν με τη θέλησή τους· ούτε ένας δεν εξαναγκάζεται. Κάποιοι έχουν χάσει την πίστη τους· έχουν αποχωρήσει για να απολαύσουν τα εγκόσμια, και κανένας δεν τους εμποδίζει ούτε διστάζει να τους αφήσει να φύγουν. Τόσο όταν προσέρχονται στην πίστη στον Θεό όσο και όταν την εγκαταλείπουν, είναι ελεύθεροι. Επιπλέον, ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανέναν. Όποιες κι αν είναι οι απαιτήσεις Του από τους ανθρώπους, τους επιτρέπει να επιλέξουν σε ποιον δρόμο θέλουν να περπατήσουν και δεν αναγκάζει κανέναν. Όποιος κι αν είναι ο τρόπος με τον οποίο το Άγιο Πνεύμα εργάζεται ή καθοδηγεί τους ανθρώπους και τους οδηγεί να διαβάσουν τον λόγο του Θεού, ο Θεός δεν εξανάγκασε ποτέ κανέναν. Εκφράζει πάντα την αλήθεια ώστε να φροντίζει τον άνθρωπο και να τον ποιμαίνει, και συναναστρέφεται πάντα επάνω στην αλήθεια για να επιλύσει προβλήματα και να δώσει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να κατανοήσουν την αλήθεια. Για ποιο λόγο δίνει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να κατανοήσουν την αλήθεια; (Για να αποδεχθούν την αλήθεια.) Αν αποδεχθείς την αλήθεια και τον λόγο του Θεού, τότε έχεις το ανάστημα να αντισταθείς σ’ εκείνες τις επαναστατικές και διεφθαρμένες διαθέσεις, στις απόψεις των δύσπιστων και σε κάθε λογής εσφαλμένες καταστάσεις· όταν μπορείς να διακρίνεις αυτές τις καταστάσεις, δεν πρόκειται να παραπλανηθείς. Μόλις κανείς κατανοήσει κάθε αλήθεια, παύει να παρανοεί τον Θεό και κατανοεί τις προθέσεις Του. Πρώτα-πρώτα, μπορεί να εκτελέσει σωστά το καθήκον ενός δημιουργήματος· επιπλέον, ζει με την ομοιότητα ενός ανθρώπου και μπορεί να περπατήσουν στο ορθό μονοπάτι της ζωής. Αποκτά κανείς τη σωτηρία, που είναι και ο ύψιστος στόχος, όταν περπατά στο σωστό μονοπάτι της ζωής, δίνει τη μαρτυρία που οφείλει να δίνει ένα δημιούργημα, καταφέρνει τελικά να νικήσει τον Σατανά, βιώνει μια αλλαγή διάθεσης, έχει πραγματική υποταγή και φόβο Θεού και γίνεται αποδεκτό δημιούργημα.

29 Σεπτεμβρίου 2017

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.