Η διάδοση του ευαγγελίου είναι το καθήκον στο οποίο όλοι οι πιστοί δεσμεύονται ηθικά (Μέρος πρώτο)

Στην τελευταία συνάντηση, μιλήσαμε για την επαρκή εκτέλεση των καθηκόντων σας. Η επίτευξη αυτού του στόχου είναι η πρώτη και βασικότερη από τις τέσσερις θεμελιώδεις προϋποθέσεις για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην τελείωση από τον Θεό. Την προηγούμενη φορά, συναναστραφήκαμε πάνω στον ορισμό και τις αρχές της εκτέλεσης του καθήκοντος. Συζητήσαμε, επίσης, κάποια παραδείγματα και συναναστραφήκαμε σχετικά με τα διάφορα εξωτερικά σημάδια που δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν εκτελούν επαρκώς τα καθήκοντά τους. Με αυτόν τον τρόπο, έδωσα στον εκλεκτό λαό του Θεού να καταλάβει ξεκάθαρα ότι τέτοια προβλήματα πρέπει να διορθώνονται, αλλά και να καταλάβει τη στάση που τηρεί ο Θεός απέναντι σε όσους εκτελούν έτσι τα καθήκοντά τους. Μετά τη συναναστροφή πάνω σ’ αυτό, καταλάβατε κάπως σε γενικές γραμμές πώς να εκτελείτε επαρκώς τα καθήκοντά σας, τι πρέπει να προσέχετε, ποια πράγματα δεν πρέπει να κάνετε, και ποιες ενέργειες μπορεί να προσβάλουν τη διάθεση του Θεού και να οδηγήσουν στην καταστροφή. Μπορείτε με τη συναναστροφή πάνω στο πώς να εκτελείτε επαρκώς το καθήκον σας, να δείτε και να καταλάβετε εννοιολογικά ένα μέρος της αλήθειας αυτού του ζητήματος; Ποιες αρχές πρέπει να τηρούν και ποιες αλήθειες πρέπει να κάνουν πράξη οι άνθρωποι κάθε είδους όταν εκτελούν διάφορα καθήκοντα; Κατανοείτε ξεκάθαρα αυτές τις λεπτομέρειες; (Δεν τις έχουμε καταλάβει ξεκάθαρα.) Τότε, πρέπει να μιλήσουμε για το θέμα πιο αναλυτικά. Πρέπει να τις ταξινομήσουμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, ώστε να συζητήσουμε τι σημαίνει να εκτελεί κανείς επαρκώς το καθήκον του.

Το έργο του οίκου του Θεού χωρίζεται σε διάφορες κύριες κατηγορίες. Το έργο που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή όλου του έργου του οίκου του Θεού είναι αυτό της διάδοσης του ευαγγελίου. Περιλαμβάνει έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων, αφορά ένα τεράστιο πεδίο εφαρμογής, ενώ περιλαμβάνει μεγάλο όγκο εργασίας. Είναι η πρώτη κατηγορία έργου και το σημαντικότερο καθήκον στο συνολικό έργο της εκκλησίας. Το έργο της διάδοσης του ευαγγελίου είναι το πρώτο σημαντικό καθήκον στο σχέδιο διαχείρισης του Θεού. Γι’ αυτό πρέπει να ταξινομηθεί ως η πρώτη κατηγορία έργου. Ποιος είναι, λοιπόν, ο τίτλος που κατέχουν όσοι εκτελούν αυτό το καθήκον; Οι κήρυκες του ευαγγελίου. Όσον αφορά τη δεύτερη κατηγορία, ποιο είναι το πιο σημαντικό καθήκον στο εσωτερικό έργο της εκκλησίας; (Αυτό των επικεφαλής και των εργατών.) Σωστά, είναι το καθήκον των επικεφαλής και των εργατών σε όλα τα επίπεδα της εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένων των εποπτών και των επικεφαλής των διάφορων ομάδων. Αυτό το καθήκον είναι υψίστης σημασίας, και όλο το έργο που επιτελούν αυτοί οι άνθρωποι είναι σημαντικό. Αυτή είναι η δεύτερη κατηγορία. Όσο για τα καθήκοντα της τρίτης κατηγορίας, ποια απ’ αυτά είναι σχετικά σημαντικά στο έργο της διάδοσης του ευαγγελίου; (Κάποια ειδικά καθήκοντα.) Ναι, η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει ανθρώπους που εκτελούν διάφορα ειδικά καθήκοντα, όπως συγγραφή, μετάφραση, μουσική, κινηματογράφηση, τέχνη και έργο εξωτερικών υποθέσεων. Όσοι ανήκουν στην τέταρτη κατηγορία εκτελούν κυρίως συνηθισμένα καθήκοντα που έχουν να κάνουν με λειτουργικές εργασίες, όπως η υποδοχή, το μαγείρεμα και οι αγορές. Δεν χρειάζεται λεπτομερής ταξινόμηση αυτών των καθηκόντων. Η πέμπτη κατηγορία αφορά τα άτομα που μπορούν να εκτελούν ορισμένα καθήκοντα μόνο στον ελεύθερο χρόνο τους λόγω της οικογενειακής ή της σωματικής τους κατάστασης ή παρόμοιων λόγων. Αυτοί οι άνθρωποι εκτελούν τα καθήκοντά τους όσο καλύτερα μπορούν. Αυτή είναι η πέμπτη κατηγορία. Οι υπόλοιποι, αυτοί που δεν εκτελούν τα καθήκοντά τους, κατατάσσονται στην έκτη κατηγορία. Γιατί να καταταχθούν σε κάποια κατηγορία αυτοί οι άνθρωποι, αφού δεν έχουν καμία σχέση με εκτέλεση καθηκόντων; Αφού συγκαταλέγονται στα μέλη της εκκλησίας, κατατάσσονται σ’ αυτήν την τελευταία κατηγορία. Εάν αυτοί οι άνθρωποι έχουν ακούσει πολλά κηρύγματα, καταλαβαίνουν την αλήθεια και ζητήσουν από μόνοι να εκτελέσουν καθήκοντα, τότε πρέπει να τους επιτρέψουμε να εκτελέσουν καθήκοντα και να τους δώσουμε την ευκαιρία να μετανοήσουν, εφόσον έχουν ειλικρινή πίστη και δεν έχουν πολύ χαμηλό επίπεδο ούτε είναι κακοί, με την προϋπόθεση να υποσχεθούν να μην προκαλέσουν αναστάτωση. Όλα τα μέλη της εκκλησίας ουσιαστικά εμπίπτουν στις έξι κατηγορίες που μόλις ανέφερα. Οι μόνοι που μένουν είναι οι νέοι πιστοί. Γι’ αυτούς δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν εκτελούν τα καθήκοντά τους. Αντίθετα, λόγω του μικρού αναστήματός τους και επειδή καταλαβαίνουν την αλήθεια επιφανειακά, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Ακόμη και αν κάποιοι απ’ αυτούς έχουν καλό επίπεδο, δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια ούτε τις αρχές, κι έτσι δεν μπορούν να εκτελέσουν κανένα καθήκον. Μπορούν να αρχίσουν να εκτελούν καθήκοντα μετά από δύο ή τρία χρόνια πίστης στον Θεό. Τότε ναι, μπορούμε να τους κατατάξουμε στις διάφορες κατηγορίες ανθρώπων που εκτελούν καθήκοντα. Συνοψίζοντας, έχουμε πλέον οριοθετήσει ξεκάθαρα τις έξι κατηγορίες. Η πρώτη είναι για εκείνους που διαδίδουν το ευαγγέλιο· η δεύτερη για τους επικεφαλής και τους εργάτες σε όλα τα επίπεδα της εκκλησίας· η τρίτη για εκείνους που εκτελούν ειδικά καθήκοντα· η τέταρτη για εκείνους που εκτελούν συνηθισμένα καθήκοντα· η πέμπτη για όσους εκτελούν καθήκοντα όποτε προλαβαίνουν· και η έκτη για εκείνους που δεν εκτελούν καθήκοντα. Με βάση ποιες αρχές διαρθρώνονται οι κατηγορίες αυτές; Οι κατηγορίες αυτές διακρίνονται ανάλογα με τη φύση του έργου, τον χρόνο που απαιτείται για την εκτέλεσή του, τον φόρτο εργασίας και τη σπουδαιότητα του έργου. Όταν μιλήσαμε προηγουμένως για την εκτέλεση των καθηκόντων, ουσιαστικά συζητήσαμε τις διάφορες πτυχές της αλήθειας που σχετίζονται με αυτήν. Η συναναστροφή μας αφορούσε τις αλήθεια-αρχές που πρέπει να ακολουθούν όλοι οι άνθρωποι όταν εκτελούν τα καθήκοντά τους. Δεν καταρτίσαμε κατηγορίες και δεν συζητήσαμε λεπτομερώς ποιες αρχές θα πρέπει να τηρεί καθένα από αυτά τα είδη ανθρώπων ούτε σε ποιες συγκεκριμένες αλήθειες θα πρέπει να εστιάζουν να εισέλθουν. Στη συνέχεια, θα συναναστραφούμε εκτενέστερα πάνω σ’ αυτήν την πτυχή της αλήθειας και θα συζητήσουμε κάθε κατηγορία με τη σειρά της, ώστε να γίνουν όλες σαφείς.

Θα ξεκινήσω πρώτα τη συναναστροφή μας με τις αλήθειες που πρέπει να καταλάβουν όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο. Και ποιες είναι οι βασικές αλήθειες που πρέπει να καταλάβουν και με τις οποίες πρέπει να εξοπλιστούν όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο; Πώς πρέπει να αντιμετωπίσεις αυτό το καθήκον για να το εκτελέσεις καλά; Πρέπει να εξοπλιστείς με κάποιες αλήθειες του οράματος που απαιτείται για να διαδώσεις το ευαγγέλιο και πρέπει να κατακτήσεις τις αρχές της διάδοσης του ευαγγελίου. Και μόλις τις κατακτήσεις, με ποιες άλλες αλήθειες πρέπει να εξοπλιστείς για να διορθώνεις τις αντιλήψεις και τα προβλήματα των άλλων; Πώς θα πρέπει να μεταχειρίζεσαι όσους ερευνούν την αληθινή οδό; Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι να μάθεις να διακρίνεις. Η πρώτη αρχή που πρέπει να καταλάβεις είναι σε ποιους μπορείς να κηρύξεις το ευαγγέλιο και σε ποιους όχι. Αν κηρύξεις το ευαγγέλιο σε ανθρώπους που δεν θα το αποδεχτούν, δεν θα είναι μόνο χαμένος κόπος, αλλά μπορεί εύκολα να υπάρχουν και κρυφοί κίνδυνοι. Πρέπει να το καταλάβεις αυτό. Επιπλέον, ούτε όσοι μπορεί να αποδεχτούν το ευαγγέλιο θα το δεχτούν τελικά, αν πεις απλώς μερικά λόγια ή μιλήσεις για κάποια βαθυστόχαστα δόγματα. Δεν είναι τόσο εύκολο. Μπορεί να μιλάς μέχρι να στεγνώσει το στόμα σου και να ξεραθεί η γλώσσα σου, να χάσεις την υπομονή σου και να θες να εγκαταλείψεις τους ανθρώπους που ερευνούν την αληθινή οδό. Σε τέτοιες περιστάσεις, τι είναι πιο σημαντικό να έχεις; (Αγάπη και υπομονή.) Πρέπει να έχεις αγάπη και υπομονή. Αν δεν έχεις καθόλου αγάπη, τότε σίγουρα δεν έχεις υπομονή. Εκτός από το να καταλάβεις την αλήθεια του οράματος, η διάδοση του ευαγγελίου απαιτεί επίσης μεγάλη αγάπη και μεγάλη υπομονή. Μόνο έτσι θα εκτελέσεις σωστά το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου. Πώς ορίζεται το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου; Πώς βλέπεις το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου; Σε τι διαφέρουν αυτοί που διαδίδουν το ευαγγέλιο από αυτούς που εκτελούν άλλα καθήκοντα; Καταθέτουν μαρτυρία για το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες και τον ερχομό του Θεού. Κάποιοι λένε ότι είναι αγγελιαφόροι του ευαγγελίου, ότι στέλνονται σε αποστολή, ότι είναι άγγελοι που κατεβαίνουν από ψηλά. Μπορούν να οριστούν έτσι; (Όχι.) Ποια είναι η αποστολή αυτών που διαδίδουν το ευαγγέλιο; Ποια εικόνα έχουν στο μυαλό των ανθρώπων; Ποιος είναι ο ρόλος τους; (Είναι ιεροκήρυκες.) Ιεροκήρυκες, αγγελιαφόροι, τι άλλο; (Μάρτυρες.) Οι περισσότεροι άνθρωποι έτσι θα τους προσδιόριζαν. Είναι, όμως, στην πραγματικότητα ακριβείς αυτοί οι ορισμοί; Οι συνήθεις όροι είναι «ιεροκήρυκας» και «μάρτυρας»· το «αγγελιαφόρος του ευαγγελίου» είναι ένας τίτλος με μεγαλύτερο κύρος. Αυτοί οι τρεις οι όροι είναι οι πιο συχνοί. Όπως κι αν αντιλαμβάνονται και ορίζουν οι άνθρωποι τους τίτλους όσων εκτελούν αυτό το καθήκον, αυτοί οι τίτλοι είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη λέξη «ευαγγέλιο». Ποιος από αυτούς τους τρεις όρους είναι πιο σχετικός και πιο εύστοχος ως προς το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου, γεγονός που τον καθιστά πιο ορθολογικό τίτλο; (Ιεροκήρυκες.) Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν πιο εύστοχο τον τίτλο του ιεροκήρυκα. Συμφωνεί κανείς με τον τίτλο του μάρτυρα; (Ναι.) Με τον τίτλο του αγγελιαφόρου του ευαγγελίου; (Όχι.) Ουσιαστικά κανείς δεν συμφωνεί με τον τίτλο του αγγελιαφόρου του ευαγγελίου. Ας συζητήσουμε πρώτα αν είναι κατάλληλος ο τίτλος του ιεροκήρυκα. «Κηρύττω» σημαίνει διαδίδω, μεταδίδω, μεταφέρω και κοινοποιώ κάτι —και ποια είναι η «οδός» που κηρύττουν οι ιεροκήρυκες; (Η αληθινή οδός.) Ναι, μπορείς να το πεις έτσι. Η «οδός» είναι η αληθινή οδός του έργου του Θεού και της σωτηρίας του ανθρώπου από Εκείνον. Έτσι εξηγούμε και ορίζουμε τον όρο ιεροκήρυκας. Ας μιλήσουμε μετά για τον όρο μάρτυρας. Τι είναι αυτό που μαρτυρά ένας μάρτυρας; (Το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες.) Ισχύει ότι ένας μάρτυρας καταθέτει μαρτυρία για το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Αυτοί οι δύο τίτλοι φαίνονται σχετικά κατάλληλοι. Και ο όρος αγγελιαφόρος του ευαγγελίου; Σε τι αναφέρεται ο όρος «ευαγγέλιο»; Είναι οι ευχάριστες ειδήσεις και τα χαρμόσυνα μηνύματα για το έργο του Θεού, τη σωτηρία του ανθρώπου από τον Θεό και την επιστροφή του Θεού. Πώς μπορούμε να εξηγήσουμε τον όρο «αγγελιαφόρος»; Μια καλή εξήγηση του όρου «αγγελιαφόρος» είναι κάποιος που στέλνει ο Θεός, κάποιος που αποστέλλεται απευθείας για να διαδώσει το ευαγγέλιο ή ένας συγκεκριμένος άνθρωπος που στέλνει ο Θεός σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή για να μεταδώσει τα λόγια του Θεού ή ένα σημαντικό μήνυμα. Αυτό είναι ο αγγελιαφόρος. Αυτόν τον ρόλο έχουν όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο; Τέτοιο έργο κάνουν; (Όχι.) Τι έργο κάνουν, τότε; (Καταθέτουν μαρτυρία για το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες.) Είναι μήπως η μαρτυρία τους για το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες αποστολή που έχουν δεχθεί απευθείας από τον Θεό; (Όχι.) Τότε, πώς εξηγείται αυτή η αποστολή; (Είναι το καθήκον των δημιουργημάτων.) Πρόκειται για το καθήκον των ανθρώπων. Άσχετα αν ο Θεός σού έχει αναθέσει, σου έχει πει ή σου έχει εμπιστευτεί τη διακήρυξη του νέου έργου Του και τη διάδοση του ευαγγελίου, εσύ έχεις την ευθύνη και την υποχρέωση να μιλήσεις σε περισσότερους ανθρώπους για το ευαγγέλιο, να το διαδώσεις και να το μεταδώσεις σε περισσότερους ανθρώπους. Έχεις την ευθύνη και την υποχρέωση να γνωστοποιήσεις σε περισσότερους ανθρώπους αυτήν την είδηση, ώστε να προσέλθουν ενώπιον του Θεού και να επιστρέψουν στον οίκο Του. Αυτό το καθήκον και την ευθύνη έχουν οι άνθρωποι, οπότε δεν μπορεί να πει κανείς ότι ο Θεός τούς έχει στείλει και αποστείλει. Άρα, η λέξη «αγγελιαφόρος» δεν είναι κατάλληλη εδώ. Ποια είναι η φύση αυτής της λέξης; Είναι ψευδής, υπερβολική και κενή. Η λέξη «αγγελιαφόρος» είναι υπερβολική και δεν ταιριάζει. Από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι σήμερα, από την αρχή του έργου διαχείρισης του Θεού μέχρι σήμερα, επί της ουσίας ο ρόλος του αγγελιαφόρου δεν έχει υπάρξει ποτέ. Με άλλα λόγια, κανένας τέτοιος ρόλος δεν έχει μετάσχει στο έργο του σχεδίου διαχείρισης του Θεού για τη σωτηρία της ανθρωπότητας καθ’ όλη τη διάρκειά του. Πώς μπορούν οι απλοί άνθρωποι να επωμιστούν αυτό που σημαίνει η λέξη «αγγελιαφόρος»; Κανείς δεν μπορεί να αναλάβει ένα τέτοιο έργο. Άρα, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, και κανένας δεν μπορεί να συνδεθεί ή να συσχετιστεί με αυτήν τη λέξη. Αγγελιαφόρος, όπως το κατανοούν οι άνθρωποι, είναι κάποιος που στέλνει ο Θεός για να κάνει κάτι ή να μεταφέρει ένα μήνυμα. Ένα τέτοιο πρόσωπο έχει ελάχιστη σχέση με το σπουδαίο και πρωταρχικό έργο του Θεού για τη διαχείριση της ανθρωπότητας. Με άλλα λόγια, στα τρία στάδια του έργου του Θεού, ο ρόλος του αγγελιαφόρου είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Επομένως, στο μέλλον μη χρησιμοποιείτε αυτήν τη λέξη. Είναι αφελές να μιλάτε έτσι. Μπορεί να αναλάβει ένας άνθρωπος τον τίτλο του «αγγελιαφόρου του ευαγγελίου»; Δεν μπορεί. Κατ’ αρχάς, οι άνθρωποι έχουν σάρκα και οστά. Επιπλέον, καθένας τους είναι μέλος της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Τι ον είναι ένας αγγελιαφόρος; Ξέρετε; (Δεν ξέρουμε.) Δεν ξέρετε, αλλά τολμάτε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον τίτλο. Αυτό είναι πλαστοπροσωπία. Μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα ότι οι αγγελιαφόροι δεν έχουν καμία σχέση με την ανθρωπότητα, και οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν καμία σχέση με τη λέξη «αγγελιαφόρος». Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να επωμιστεί τέτοιον ρόλο. Οι αγγελιαφόροι του ευαγγελίου, η κάθοδος των αγγελιαφόρων από ψηλά και το έργο των αγγελιαφόρων, όλα αυτά ουσιαστικά τελείωσαν από την εποχή του Αβραάμ στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτό έχει ήδη τελειώσει. Από τότε που ο Θεός εκτέλεσε επισήμως το έργο της σωτηρίας της ανθρωπότητας, η ανθρωπότητα πρέπει να πάψει να χρησιμοποιεί τη λέξη «αγγελιαφόρος». Γιατί να πάψει να χρησιμοποιεί αυτήν τη λέξη; (Γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να επωμιστεί τέτοιον ρόλο.) Το θέμα δεν είναι αν ο άνθρωπος μπορεί ή δεν μπορεί να επωμιστεί τέτοιον ρόλο, αλλά ότι οι αγγελιαφόροι δεν έχουν καμία σχέση με τη διεφθαρμένη ανθρωπότητα. Μέσα στη διεφθαρμένη ανθρωπότητα δεν υπάρχει τέτοιος ρόλος ούτε τέτοιος τίτλος. Ας επιστρέψουμε στη λέξη «ιεροκήρυκας». Αν θέλαμε να δώσουμε έναν αντικειμενικό, ακριβή και βαθύ ορισμό της «οδού» για την οποία κηρύττουν, πώς θα την ορίζαμε; (Ο λόγος του Θεού.) Αυτός ο όρος είναι σχετικά γενικός. Δηλαδή, συγκεκριμένα, αναφέρεται μόνο στο ευαγγέλιο και στο μήνυμα για το τωρινό έργο του Θεού; (Όχι.) Τότε, τι είναι αυτό που διακηρύσσουν στην πραγματικότητα όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο; Σε ποιον βαθμό σχετίζεται το έργο εκείνων που διαδίδουν το ευαγγέλιο με την «οδό»; Τι έργο εμπίπτει στην πραγματικότητα στο πεδίο των καθηκόντων τους; Απλώς μεταδίδουν στους αποδέκτες του ευαγγελίου κάποιες βασικές πληροφορίες, όπως ότι ο Θεός έχει έλθει τις έσχατες ημέρες, το έργο που έχει κάνει, τα λόγια Του και τις προθέσεις Του, έτσι ώστε οι άνθρωποι να ακούσουν και να αποδεχτούν αυτές τις πληροφορίες, και στη συνέχεια να επιστρέψουν στον Θεό. Μόλις φέρουν αυτούς τους ανθρώπους ενώπιον του Θεού, εκπληρώνεται η ευθύνη τους να διαδώσουν το ευαγγέλιο. Υπάρχει στις πληροφορίες που μεταδίδουν τίποτα απ’ ό,τι σημαίνει ο όρος «οδός»; Στην προκειμένη περίπτωση, οι όροι «πληροφορίες» και «ευαγγέλιο» είναι ουσιαστικά ισοδύναμοι. Έχουν, λοιπόν, κάποια σχέση με την «οδό»; (Όχι.) Γιατί δεν έχουν σχέση; Σε τι ακριβώς αναφέρεται η «οδός»; Η απλούστερη λέξη που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ως εξήγηση είναι το μονοπάτι. Ο όρος «μονοπάτι» εμπεριέχει τον ορισμό της «οδού», ο οποίος είναι πιο συγκεκριμένος. Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, η «οδός» είναι όλα τα λόγια που έδωσε ο Θεός για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, για να απελευθερώσει τους ανθρώπους από τις διεφθαρμένες σατανικές τους διαθέσεις και για να τους γλιτώσει από τα δεσμά και τη σκοτεινή επιρροή του Σατανά. Είναι ακριβής και συγκεκριμένη αυτή η περιγραφή; Αν το εξετάσουμε τώρα, είναι η λέξη «ιεροκήρυκας» ο κατάλληλος ορισμός όσων εκτελούν το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου; (Όχι, δεν είναι.) Το καθήκον ενός ιεροκήρυκα υπερβαίνει κατά πολύ τη διάδοση του ευαγγελίου. Μόνο όσοι γνωρίζουν τον Θεό και καταθέτουν μαρτυρία για Αυτόν μπορούν να πάρουν αυτόν τον τίτλο. Μπορεί ένας μέσος άνθρωπος που διαδίδει το ευαγγέλιο να επωμιστεί το έργο ενός ιεροκήρυκα; Φυσικά και όχι. Η διάδοση του ευαγγελίου δεν είναι τίποτε περισσότερο από διακήρυξη καλών ειδήσεων και απλή κατάθεση μαρτυρίας για το έργο του Θεού. Εφόσον αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να επωμιστούν καθόλου το έργο του ιεροκήρυκα και δεν μπορούν να το εκτελέσουν, δεν μπορούν να αποκαλούνται ιεροκήρυκες. Ο τίτλος του ιεροκήρυκα δίνει υψηλότερο κύρος· δεν τον αξίζουν όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο. Αυτός ο τίτλος δεν τους ταιριάζει. Τώρα μένει μόνο ο όρος «μάρτυρας». Τι είναι αυτό που μαρτυρά ένας μάρτυρας; (Το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες.) Είναι εύστοχο να πούμε ότι διακηρύττει και μαρτυρά το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες; Αν ήταν να οριστεί με ακρίβεια η έννοια του μάρτυρα, θα έπρεπε να μιλά για εκείνον που καταθέτει μαρτυρία για τον Θεό και όχι για εκείνον που καταθέτει μαρτυρία για το ευαγγέλιο. Τι θα γινόταν αν ονομάζαμε μάρτυρες του Θεού όσους διαδίδουν το ευαγγέλιο; Μπορούν να καταθέσουν μαρτυρία για τον Θεό; (Δεν μπορούν.) Πώς μπορούμε να εξηγήσουμε τον όρο «μάρτυρας» όπως τον χρησιμοποιούμε εδώ; Αν το ερευνήσουμε προσεκτικά, ούτε η λέξη «μάρτυρας» είναι κατάλληλη. Αφού όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο διακηρύσσουν μόνο τα λόγια που είπε ο Θεός σε όλους τους ανθρώπους που διψούν για τα λόγια Του και λένε τον λόγο Του σ’ αυτούς που υποδέχονται την εμφάνισή Του, αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική σημασία της λέξης «μάρτυρας». Γιατί λέω ότι δεν έχει αυτήν τη σημασία το να καταθέτεις μαρτυρία; Το να καταθέτεις μαρτυρία περιλαμβάνει εκείνα πάνω στα οποία κάνει κάποιος συναναστροφή και τα οποία διακηρύσσει, για να βοηθήσει τους ανθρώπους να γνωρίσουν τον Θεό και να τους φέρει ενώπιόν Του. Αυτήν τη στιγμή, όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο απλώς φέρνουν ανθρώπους στην εκκλησία, στον χώρο εργασίας του Θεού πάνω στη γη. Δεν καταθέτουν μαρτυρία για τη διάθεση του Θεού, για αυτό που έχει και αυτό που είναι ο Θεός ούτε για το έργο Του. Τους ταιριάζει ο τίτλος του μάρτυρα; Για να μιλήσουμε με ακρίβεια, ούτε τους ταιριάζει ούτε είναι εύστοχος. Λοιπόν, έχουμε ερευνήσει και αναλογιστεί και τους τρεις όρους (αγγελιαφόροι του ευαγγελίου, ιεροκήρυκες και μάρτυρες) και διαπιστώσαμε ότι κανένας τους δεν ταιριάζει σε όσους διαδίδουν το ευαγγέλιο. Είτε αυτοί οι όροι προέρχονται από τη θρησκεία είτε συνηθίζουν να τους χρησιμοποιούν τα μέλη του οίκου του Θεού, αυτοί οι τίτλοι ούτε ταιριάζουν ούτε είναι εύστοχοι. Ερχόμαστε, λοιπόν, στο εξής ερώτημα: Είναι σημαντικοί οι τίτλοι; (Ναι.) Είναι πραγματικά σημαντικοί; Για παράδειγμα, αν το όνομά σου ήταν παλιά Τζον Σμιθ, αλλά τώρα σε λένε Τζέιμς Κλαρκ, έχεις αλλάξει; Δεν είσαι ο ίδιος; Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει σημασία ο τίτλος ή το όνομα που χρησιμοποιείς. Αν δεν έχει σημασία, τότε γιατί να αναλύουμε αυτές τις λέξεις; Τις ανέλυσα για να αποκτήσουν οι άνθρωποι ακριβή άποψη για το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου, να ορίσουν με ακρίβεια τι είναι στην πραγματικότητα αυτό το καθήκον, και να μάθουν πώς να το εκτελούν και να το αντιμετωπίζουν σωστά. Είναι πρώτα απαραίτητο να προσδιορίσεις τη θέση σου στο πλαίσιο αυτού του καθήκοντος. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Άρα, πρέπει να είναι ακριβής ο τίτλος αυτός.

Μόλις τώρα ανέλυσα γενικά διάφορους τίτλους ή όρους που αναφέρονται στους ανθρώπους που εκτελούν το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου. Οι τίτλοι και οι όροι «μάρτυρες», «ιεροκήρυκες» και «αγγελιαφόροι του ευαγγελίου» είναι όλοι τους ανακριβείς. Και για ποιον λόγο είναι ανακριβείς; Επειδή εκείνοι που απλώς διαδίδουν το ευαγγέλιο δεν κάνουν κανένα ουσιαστικό έργο που να αξίζει αυτούς τους τίτλους. Δεν καταθέτουν μαρτυρία για τις πράξεις, το έργο ή την ουσία του Θεού. Δεν είναι αυτό το έργο τους ούτε το καθήκον που εκτελούν, οπότε δεν είναι άξιοι να αποκαλούνται «μάρτυρες». Ο τίτλος του ιεροκήρυκα είναι και αυτός τέτοιας φύσης, και φυσικά το ίδιο και ο τίτλος του αγγελιαφόρου του ευαγγελίου. Αυτός ο τελευταίος τίτλος είναι άνευ νοήματος, δεν βασίζεται σε τίποτε απολύτως. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας μεγαλόσχημος τίτλος που δίνουν οι άνθρωποι στον εαυτό τους. Από πού προήλθε ο τίτλος του αγγελιαφόρου; Δεν δημιουργήθηκε από τη διόγκωση της αλαζονικής διάθεσης του ανθρώπου; (Ναι.) Δεν είναι απλώς η επιθυμία κάποιου να δώσει στον εαυτό του έναν μεγαλοπρεπή τίτλο; Όταν κάποιος αποδίδει στον εαυτό του έναν τέτοιο τίτλο, αυτή η συμπεριφορά δεν αποτελεί εκδήλωση ότι διαθέτει λογική. Άλλοι είναι ακόμη λιγότερο κατάλληλοι και ταιριαστοί, και γι’ αυτό δεν πρόκειται να τους απαριθμήσουμε και να τους αναλύσουμε τον καθέναν με τη σειρά. Εφόσον αυτοί οι τίτλοι είναι ακατάλληλοι, ας ρίξουμε μια ματιά στην πραγματική ουσία του καθήκοντος της διάδοσης του ευαγγελίου. Σε μια θρησκεία, πώς το αποκαλούν όταν η διάδοση του ευαγγελίου κερδίζει κάποιον; (Συγκομιδή.) Όταν κερδίζουν έναν άνθρωπο αυτοί που διαδίδουν το ευαγγέλιο, λένε ότι έχουν δρέψει καρπούς. Όταν συναντιούνται και συζητούν, μιλάνε πάντα για το πόσους καρπούς έφεραν με τη διάδοση του ευαγγελίου στο τάδε μέρος. Συγκρίνονται μεταξύ τους για να δουν ποιος έχει φέρει περισσότερους καρπούς και τι είδους είναι αυτοί οι καρποί. Γιατί κάνουν τέτοιες συγκρίσεις; Τι συγκρίνουν στην πραγματικότητα όταν συγκρίνουν πόσους καρπούς έφερε ο καθένας; Την αξία και τα προσόντα τους για να εισέλθουν στη βασιλεία των ουρανών. Αν κάνουν τέτοιες συγκρίσεις μεταξύ τους, βλέπουν το έργο της διάδοσης του ευαγγελίου ως καθήκον τους; Γιατί δίνουν τόση σημασία στους καρπούς που φέρουν; Πιστεύουν ότι οι καρποί αυτοί έχουν κάποια σχέση με το αν θα πάνε στον ουρανό, αν θα λάβουν ευλογίες και αν θα κερδίσουν ανταμοιβές. Αν οι καρποί δεν έχουν καμία σχέση με αυτά τα πράγματα, θα έκαναν αυτές τις συγκρίσεις κάθε φορά που συναντιόνταν; Θα συγκρίνονταν μεταξύ τους σε άλλα ζητήματα. Θα συγκρίνονταν σε οτιδήποτε σχετίζεται με τις ανταμοιβές και την είσοδο στη βασιλεία των ουρανών. Επειδή το να κερδίζουν ανθρώπους και να φέρνουν καρπούς κατά τη διάδοση του ευαγγελίου έχει σχέση με την είσοδο στον ουρανό και τη λήψη ανταμοιβών, για να τα πετύχουν αυτά, δεν βαριούνται ποτέ να συγκρίνουν ποιος έχει κερδίσει περισσότερους ανθρώπους και έχει φέρει περισσότερους καρπούς κατά τη διάδοση του ευαγγελίου. Τότε, μέσα τους, υπολογίζουν τρόπους για να κερδίσουν περισσότερους ανθρώπους και να αποδώσουν περισσότερους καρπούς, ώστε να βελτιώσουν τα προσόντα τους και να βεβαιωθούν ότι θα εισέλθουν στον ουρανό και θα λάβουν ανταμοιβές. Σ’ αυτό το σημείο, γίνεται εμφανής η στάση κάθε λογής ανθρώπων απέναντι στη διάδοση του ευαγγελίου. Αποτελεί η στάση και το κίνητρό τους να διαδώσουν το ευαγγέλιο επιθυμία να εκπληρώσουν το καθήκον τους ως δημιουργήματα; (Όχι.) Πρόκειται για λανθασμένη άποψη. Δεν στοχεύουν να κάνουν καλά το καθήκον τους, ούτε να εκπληρώσουν την αποστολή απ’ τον Θεό, αλλά να πάρουν ανταμοιβές. Αν εκτελεί κανείς το καθήκον του με τέτοιο συναλλακτικό τρόπο, αυτό προφανώς δεν συμφωνεί με την αλήθεια, αλλά την παραβιάζει. Δεν εναρμονίζεται με τις προθέσεις του Θεού, που το θεωρεί απεχθές. Όσους καρπούς κι αν φέρουν αυτοί οι άνθρωποι, αυτό δεν έχει καμία σχέση με τον τελικό προορισμό τους. Θεωρούν τη διάδοση του ευαγγελίου ως επάγγελμα, ως τρόπο ή μέσο για να κερδίσουν ευλογίες και ανταμοιβές. Η πρόθεση αυτών των ανθρώπων όταν εκτελούν τα καθήκοντά τους και αποδέχονται αυτήν την αποστολή δεν είναι να εκπληρώσουν την αποστολή από τον Θεό ή να εκτελέσουν καλά τα καθήκοντά τους, αλλά μόνο να κερδίσουν ευλογίες και ανταμοιβές. Άρα, τέτοιοι άνθρωποι, όσους καρπούς κι αν φέρουν, δεν είναι ούτε μάρτυρες ούτε ιεροκήρυκες. Το έργο που επιτελούν δεν είναι εκτέλεση καθήκοντος, είναι απλώς μόχθος και δουλειά με σκοπό να αποκτήσουν ευλογίες για τον εαυτό τους. Το πιο σοβαρό πρόβλημα που υπάρχει εδώ δεν είναι απλώς ότι έχουν σκοπό να αποκτήσουν ευλογίες και ανταμοιβές όταν διαδίδουν το ευαγγέλιο, αλλά ότι χρησιμοποιούν το γεγονός ότι κερδίζουν ανθρώπους κατά τη διάδοση του ευαγγελίου ως μάρκα προς ανταλλαγή με τον Θεό για ανταμοιβές και για την ευλογία της εισόδου στον ουρανό. Δεν είναι πολύ σοβαρό αυτό το πρόβλημα; Ποια είναι η ουσία αυτού του προβλήματος; Βάζουν το ευαγγέλιο προς πώληση, το «πουλάνε» με αντάλλαγμα τις ευλογίες. Δεν έχει αυτό ως ένα βαθμό τη φύση μιας προσπάθειας να συνάψουν συμφωνία με τον Θεό; Αυτή είναι η ουσία των προθέσεών τους, των πρακτικών τους και της φύσης που επιδεικνύουν όταν τα κάνουν αυτά. Απ’ ό,τι φαίνεται, η πώληση του ευαγγελίου με αντάλλαγμα ανταμοιβές είναι το πρόβλημα που υπάρχει μεταξύ των δήθεν «ιεροκηρύκων» του θρησκευτικού κόσμου. Μήπως, λοιπόν, έχουν το ίδιο πρόβλημα όσοι εκτελούν τώρα το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου στον οίκο του Θεού; (Ναι.) Ποιο ουσιαστικό πρόβλημα έχουν και οι δύο; Ότι πουλάνε το ευαγγέλιο με αντάλλαγμα την ικανοποίηση και την επιβεβαίωση του Θεού, για να πετύχουν τον στόχο της απόκτησης ευλογιών και αυτού του όμορφου προορισμού. Όταν παρουσιάζεται έτσι, κάποιοι από εσάς μπορεί να μην πείθονται, αλλά πολλοί άνθρωποι όντως συμπεριφέρονται έτσι.

Πολλοί από εκείνους που διαδίδουν το ευαγγέλιο, όταν κερδίσουν κάποιους ανθρώπους, νομίζουν ότι μπορούν να τους σώσουν και ότι εκτελούν μεγάλη υπηρεσία· συχνά λένε σε όσους έχουν αποδεχτεί το ευαγγέλιο «Αν δεν σου είχα κηρύξει το ευαγγέλιο, δεν θα πίστευες ποτέ στον Θεό. Χάρη στην καλή μου την καρδιά είχες την τύχη να δεχτείς το ευαγγέλιο». Και μόλις εκείνοι οι άνθρωποι δεχτούν το ευαγγέλιο, αυτοί θα σκέφτονται πάντα να τους ρωτήσουν «Ποιος ήταν αυτός που σου μετέδωσε το ευαγγέλιο;» Εκείνοι θα αναλογιστούν αυτήν την ερώτηση και θα σκεφτούν «Όντως εσύ μου κήρυξες το ευαγγέλιο, αλλά ήταν έργο του Αγίου Πνεύματος· δεν μπορώ να αποδώσω σ’ εσένα τα εύσημα», οπότε δεν θα θελήσουν να απαντήσουν. Όταν δεν απαντήσουν, εκείνοι που ρώτησαν θα θυμώσουν και θα συνεχίσουν να ρωτάνε. Ποια πρόθεση κρύβεται πίσω από τις συνεχείς ερωτήσεις τους; Θέλουν να διεκδικήσουν τα εύσημα. Ανάμεσα σ’ αυτούς που διαδίδουν το ευαγγέλιο, είναι και κάποιοι που ναι μεν θα μεταδώσουν σε κάποιον το ευαγγέλιο, αλλά όταν εκείνος φτάσει στο σημείο να πληροί τις προϋποθέσεις για να εισέλθει στην εκκλησία, αρνούνται να τον παραδώσουν σ’ αυτήν. Υπάρχουν κάποιοι από εκείνους που διαδίδουν το ευαγγέλιο, οι οποίοι το μεταδίδουν σε αρκετούς ανθρώπους και δεν τους παραδίδουν, και κάποιοι που το μεταδίδουν σε 20 ή 30 ανθρώπους —αριθμός που αρκεί για την ίδρυση μιας εκκλησίας— και δεν τους παραδίδουν ούτε αυτοί. Γιατί δεν παραδίδουν στην εκκλησία αυτούς τους ανθρώπους; Λένε το εξής: «Δεν έχουν ακόμη πολύ γερά θεμέλια. Ας περιμένουμε μέχρι να αποκτήσουν γερά θεμέλια, να μην έχουν αμφιβολίες, να μην μπορούν να παραπλανηθούν εύκολα, και τότε θα τους παραδώσω στην εκκλησία». Μετά από έξι μήνες, αυτοί οι άνθρωποι θα έχουν θεμέλια και θα πληρούν τις αρχές να εισέλθουν στην εκκλησία, αλλά εκείνοι που τους διέδωσαν το ευαγγέλιο εξακολουθούν να μην τους παραδίδουν. Θέλουν να οδηγήσουν μόνοι τους αυτούς τους ανθρώπους. Ποια πρόθεση κρύβεται εδώ; Αν δεν είχαν κανένα κέρδος, θα ήθελαν να οδηγήσουν αυτούς τους ανθρώπους; Τι κέρδος επιδιώκουν; Επιδιώκουν να αποκτήσουν προσωπικό κέρδος και οφέλη από τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Αν τους παρέδιδαν στην εκκλησία, δεν θα αποκτούσαν αυτά τα οφέλη. Πρέπει, λοιπόν, να διακρίνεις αυτό το πρόβλημα. Το ίδιο συμβαίνει όταν πολλοί πάστορες και πρεσβύτεροι του θρησκευτικού κόσμου, παρόλο που ξέρουν πολύ καλά ποια είναι η αληθινή οδός, δεν την αποδέχονται ούτε επιτρέπουν στους πιστούς να την αποδεχτούν. Στην πραγματικότητα, το κάνουν για το δικό τους γόητρο και κέρδος. Αν οι πιστοί αποδέχονταν την αληθινή οδό, αυτοί οι πάστορες και οι πρεσβύτεροι δεν θα ωφελούνταν απ’ το γεγονός ότι πίστεψαν. Τέτοιοι άνθρωποι που διαδίδουν το ευαγγέλιο φοβούνται ότι, μόλις ενταχθούν στην εκκλησία οι δικοί τους αποδέκτες του ευαγγελίου, οι ίδιοι θα ξεχαστούν και, έτσι, δεν θα μπορούν πλέον να επωφεληθούν από την πίστη τους. Γι’ αυτό δεν παραδίδουν αυτούς τους ανθρώπους στην εκκλησία. Πότε θα παραδώσουν τους ανθρώπους αυτοί οι κήρυκες του ευαγγελίου; Μόλις τους ακούσουν και τους υπακούσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, τότε θα τους παραδώσουν στην εκκλησία. Και όταν αυτοί οι άνθρωποι εισέλθουν στην εκκλησία, όσοι απ’ αυτούς έχουν αρκετά καλή ανθρώπινη φύση, κατανοούν τα πράγματα σωστά και αγαπούν την αλήθεια, θα ακούνε συχνά κηρύγματα και θα καταλαβαίνουν κάποιες αλήθειες, οπότε θα μπορέσουν να διακρίνουν αυτούς τους ανθρώπους που τους διέδωσαν το ευαγγέλιο. Τότε θα πουν «Αυτός ο άνθρωπος είναι μάλλον αντίχριστος, όπως ο Παύλος». Την επόμενη φορά που θα συναντηθούν, δεν θα δώσουν καμία σημασία σ’ αυτούς που τους διέδωσαν το ευαγγέλιο, κι εκείνοι, επειδή τους αγνόησαν θα θυμώσουν και θα πουν το εξής: «Είσαι αχάριστος! Αν δεν σου είχα διαδώσει εγώ το ευαγγέλιο, θα είχες πιστέψει στον θεό; Θα είχες βρει την αληθινή οδό; Τώρα που έχεις κάποιον άλλον να σε καθοδηγεί, ξέχασες εμένα, τη μητέρα σου;» Θέλουν να τους βλέπουν οι άλλοι ως μητέρα. Έχουν λογική όσοι λένε τέτοια πράγματα; (Όχι.) Αν κάποιος φτάσει στο σημείο να πει κάτι τέτοιο, σίγουρα δεν αξίζει δεκάρα. Γιατί το λέω αυτό; Όταν διαδίδει κανείς το ευαγγέλιο του Θεού, σε ποιον ανήκουν οι άνθρωποι που κερδίζει; (Στον Θεό.) Μπορεί να εργάζεται σκληρά για να διαδώσει το ευαγγέλιο, όμως οι άνθρωποι που κερδίζει δεν ανήκουν σ’ αυτόν, αλλά στον Θεό. Όσοι δέχονται το ευαγγέλιο θέλουν να ακολουθήσουν τον Θεό, όχι να πιστέψουν σ’ εκείνους που τους το κήρυξαν· όμως, αυτού του είδους οι άνθρωποι που διαδίδουν το ευαγγέλιο δεν τους αφήνουν να ενταχθούν στην εκκλησία και να ακολουθήσουν τον Θεό. Αντίθετα, θέλουν να τους έχουν στο χέρι και στον έλεγχό τους, και να τους αναγκάσουν να τους ακολουθήσουν. Άρα, δεν είναι αλήτες όσοι διαδίδουν έτσι το ευαγγέλιο; Αυτοί οι κήρυκες δεν αφήνουν τους ανθρώπους να προσέλθουν ενώπιον του Θεού, με αποτέλεσμα να τους αναγκάζουν να περάσουν απ’ τους ίδιους για να προσέλθουν ενώπιον του Θεού, κι έτσι τα πάντα πρέπει να γίνονται με τη μεσολάβησή τους. Δεν προσπαθούν να επωφεληθούν από την πίστη τους; Δεν θέλουν να ελέγξουν αυτούς τους ανθρώπους; (Ναι.) Τι συμπεριφορά είναι αυτή; Είναι ξεκάθαρα η συμπεριφορά του Σατανά! Αυτό σημαίνει ότι ένας αντίχριστος έχει δείξει το πραγματικό του πρόσωπο, και θέλει να ελέγξει την εκκλησία και τον εκλεκτό λαό του Θεού. Τέτοιου είδους άνθρωποι υπάρχουν σε κάθε εκκλησία. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να ελέγχουν δεκάδες ή και εκατοντάδες ανθρώπους. Σε πιο ήπιες περιπτώσεις, όταν κηρύττουν το ευαγγέλιο σε λίγους, απλώς απαιτούν συνεχώς την ευγνωμοσύνη τους, τους θυμίζουν όποτε συναντιούνται το χρέος που έχουν απέναντί τους και αναφέρουν συνέχεια διάφορα πράγματα από την εποχή που εκείνοι οι άνθρωποι πίστεψαν για πρώτη φορά. Γιατί αναφέρουν συνέχεια αυτά τα πράγματα; Για να μην ξεχάσουν εκείνοι οι άνθρωποι το καλό που τους έκαναν, και για να μην ξεχάσουν ποιανού το κήρυγμα ήταν αυτό που τους επέτρεψε να εισέλθουν στον οίκο του Θεού και σε ποιον πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα. Έχουν έναν σκοπό όταν αναφέρουν τέτοια θέματα, και αν δεν επιτευχθεί, επιπλήττουν αυτούς τους ανθρώπους. Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που λένε για να τους επιπλήξουν; (Ότι είναι αχάριστοι.) Έχουν λογική αυτά που λένε; (Όχι.) Γιατί λες ότι δεν έχουν λογική; (Επειδή αυτοί οι άνθρωποι που διαδίδουν το ευαγγέλιο δεν στέκονται στη θέση που τους αρμόζει. Η διάδοση του ευαγγελίου είναι το καθήκον τους, είναι κάτι που πρέπει να κάνουν. Και όμως, όταν φέρουν το ευαγγέλιο στους ανθρώπους, το βλέπουν ως μια συνεισφορά εκ μέρους τους και όχι ως καθήκον τους.) Έχουν διαρκώς την άποψη ότι όταν διέδιδαν το ευαγγέλιο, έκαναν μια συνεισφορά. Αυτό είναι λάθος. Από τη μια πλευρά, δεν στέκονται στη θέση που τους αρμόζει. Ο Θεός είναι Αυτός που σώζει τους ανθρώπους, και το μόνο που μπορούν οι άνθρωποι να κάνουν είναι να συνεργαστούν. Τι μπορεί να καταφέρει ένας άνθρωπος αν δεν εργάζεται ο Θεός; Από την άλλη πλευρά, η διάδοση του ευαγγελίου σε άλλους ανθρώπους δεν είναι δική τους συμβολή. Αυτοί δεν έχουν κάνει καμία μεγάλη συνεισφορά· είναι καθήκον τους. Ο Θεός είναι Αυτός που θέλει να κερδίσει τους ανθρώπους· αυτοί που διαδίδουν το ευαγγέλιο απλώς συνεργάζονται λίγο μαζί Του. Ο Θεός σώζει και κερδίζει τους ανθρώπους, αυτό είναι δική Του υπόθεση, και δεν έχει καμία σχέση με όσους διαδίδουν το ευαγγέλιο. Εκείνοι δεν μπορούν να κάνουν αυτά τα πράγματα. Όσο διαδίδουν το ευαγγέλιο, εργάζονται απλώς για να το μεταδώσουν, απλώς μοιράζονται με άλλους ανθρώπους το ευαγγέλιο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Δεν μπορούμε να πούμε ότι κάνουν κάποιο καλό οι ίδιοι στους ανθρώπους, οπότε αν οι αποδέκτες δεν τους δίνουν καμία σημασία, δεν σημαίνει ότι είναι αχάριστοι. Δεν συμβαίνουν συχνά τέτοια πράγματα την ώρα που εκτελούν τα καθήκοντά τους οι άνθρωποι που διαδίδουν το ευαγγέλιο; Έχετε αποκαλύψει εσείς τέτοιου είδους διαφθορά; (Ναι.) Ήταν σοβαρή αποκάλυψη; Έχετε φτάσει στο σημείο να επιπλήξετε τους άλλους; Έχετε φτάσει στο σημείο να μισήσετε τους άλλους; Έχετε φτάσει στο σημείο να θέλετε να καταριέστε και να ελέγχετε τους ανθρώπους; Θέλεις να κυριαρχήσεις και να ελέγξεις όποιον δέχεται το ευαγγέλιο από σένα. Θέλεις να κρατήσεις αυτούς τους ανθρώπους για τον εαυτό σου αντί να τους παραδώσεις στον Θεό. Περιμένεις όποιος λαμβάνει το ευαγγέλιο από σένα να είναι το πιστό σου τέκνο. Έχετε τέτοιες σκέψεις; Πολλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν το κήρυγμα του ευαγγελίου ως συγκομιδή. Νομίζουν ότι όποιος δέχεται το ευαγγέλιο απ’ αυτούς γίνεται καρπός τους και ακόλουθός τους, και πρέπει να τους ακολουθεί υπάκουα και να τους συμπεριφέρεται σαν Θεό και αφέντη τους. Σκέφτεσαι έτσι κι εσύ; Ακόμη κι αν δεν είναι τόσο ακραίες οι σκέψεις σου, σίγουρα διαθέτεις αυτήν την πτυχή της διεφθαρμένης διάθεσης. Γιατί συμβαίνει αυτό; Βασικά, οφείλεται σε δύο λόγους. Από τη μία πλευρά, οι άνθρωποι δεν στέκονται στη θέση που τους αρμόζει και δεν γνωρίζουν ποιοι είναι. Από μια άλλη άποψη, δεν θεωρούν καθήκον τους τη διάδοση του ευαγγελίου. Αν αντιμετωπίσεις τη διάδοση του ευαγγελίου ως καθήκον σου, θα καταλάβεις πως ό,τι κι αν κάνεις, σε όσους ανθρώπους κι αν κηρύξεις ή όσους κι αν κερδίσεις, αυτό δεν είναι παρά η εκτέλεση του καθήκοντος ενός δημιουργήματος, μια ευθύνη και μια υποχρέωση που οφείλεις να εκπληρώσεις, και δεν πρόκειται για κάποια σπουδαία και αξιόλογη συνεισφορά. Αν κατανοήσεις το θέμα μ’ αυτόν τον τρόπο, τότε αυτό συμφωνεί με την αλήθεια. Γιατί, όμως, κάποιοι άνθρωποι που κηρύττουν το ευαγγέλιο μπορούν και ελέγχουν εκείνους στους οποίους το διαδίδουν και θεωρούν αυτούς τους ανθρώπους δικούς τους; Επειδή είναι υπερβολικά αλαζόνες και αυτάρεσκοι απ’ τη φύση τους, και δεν έχουν το παραμικρό ίχνος λογικής. Επιπλέον, φταίει και το ότι δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια και δεν έχουν διορθώσει αυτήν την πτυχή της διεφθαρμένης διάθεσής τους. Γι’ αυτό κάνουν τόσο ανόητα, αλαζονικά και βάρβαρα πράγματα που προκαλούν αηδία στους άλλους ανθρώπους και αποστροφή στον Θεό.

Όταν οι άνθρωποι κάνουν κάτι, όταν διαθέτουν ένα μικρό πλεονέκτημα ή συνεισφέρουν με κάποιον τρόπο, θέλουν να το επιδείξουν, να ελέγχουν τους ανθρώπους, να ανταλλάξουν αυτό που έκαναν με ανταμοιβές ή να εξασφαλίσουν έναν καλό προορισμό. Κάποιοι μέχρι και εμπόριο θα προσπαθούσαν να κάνουν χρησιμοποιώντας το ευαγγέλιο του Θεού. Τι εμπόριο θέλουν να κάνουν; Θα σας πω ένα παράδειγμα. Όταν ένας τέτοιος άνθρωπος φτάνει στο σπίτι ενός πιθανού αποδέκτη του ευαγγελίου και βλέπει ότι εκείνος είναι από φτωχή οικογένεια, σκέφτεται ότι λογικά δεν θα έχει όφελος αν του διαδώσει το ευαγγέλιο, κι έτσι αδιαφορεί γι’ αυτόν ή μάλιστα κάνει και διακρίσεις εναντίον του. Κάθε φορά που βλέπει αυτόν τον άνθρωπο, νιώθει δυσαρέσκεια και λέει στον επικεφαλής του «Αυτός δεν θα μπορέσει να πιστέψει στον Θεό. Και ακόμη κι αν πίστευε, δεν θα μπορούσε να κερδίσει την αλήθεια». Με αυτήν τη δικαιολογία αποφεύγει να του διαδώσει το ευαγγέλιο. Λίγο αργότερα, κάποιος άλλος πηγαίνει να διαδώσει το ευαγγέλιο σ’ εκείνον τον άνθρωπο και αυτός το δέχεται. Πώς το εξηγεί αυτό ο πρώτος κήρυκας; Πώς είναι δυνατόν να είπε ότι εκείνος ο άνθρωπος δεν πρόκειται πιστέψει στον Θεό; Πώς γίνεται να ενήργησε τόσο αυθαίρετα; Πώς ήξερε αν κάποιος θα πίστευε ή δεν θα πίστευε, χωρίς να του διαδώσει το ευαγγέλιο; Δεν μπορούσε να το ξέρει. Γιατί δεν κέρδισε τον συγκεκριμένο άνθρωπο; Επειδή ήταν προκατειλημμένος απέναντί του, τον υποτίμησε και δεν του έδειξε στοργή· γι’ αυτό δεν κατάφερε να τον κερδίσει. Έτσι που εκτελούσε το καθήκον του, ήταν αμελής. Δεν είχε αγάπη μέσα στην καρδιά του και δεν κατάφερε να εκπληρώσει την ευθύνη του. Ο Θεός αυτό το βλέπει ως εύσημο ή μειονέκτημα; (Μειονέκτημα.) Είναι σίγουρα παράβαση. Πώς προέκυψε αυτή η παράβαση; Δεν προέκυψε επειδή δεν θα κέρδιζε κανένα όφελος απ’ αυτόν τον αποδέκτη του ευαγγελίου; Όταν είδε ότι δεν θα τον ωφελούσε να διαδώσει το ευαγγέλιο σ’ εκείνον τον άνθρωπο, ένιωσε απέχθεια απέναντί του και του έκανε αντίποινα. Οπότε, δεν ήθελε να του επιτρέψει να σωθεί, και στη συνέχεια βρήκε ένα σωρό λόγους και δικαιολογίες για να μην του διαδώσει το ευαγγέλιο. Αυτό είναι σοβαρή παραμέληση καθήκοντος και σοβαρή παράβαση! Τι είδους στάση έχεις όταν αρνείσαι να διαδώσεις το ευαγγέλιο σε κάποιον από τον οποίο δεν έχεις να αποκομίσεις κανένα κέρδος; Δεν είναι κλασική εκδήλωση κάποιου που πουλάει το ευαγγέλιο; (Ναι.) Και πώς πουλάει το ευαγγέλιο; Εξηγήστε τις λεπτομέρειες και τη διαδικασία. (Αυτός ο άνθρωπος που διαδίδει το ευαγγέλιο αποφάσισε αν θέλει να το διαδώσει σε κάποιον με βάση το αν αυτό θα τον ωφελούσε. Είναι σαν να αντιμετωπίζει κανείς το ευαγγέλιο του Θεού ως εμπόρευμα και να το πουλάει για να αποκτήσει τα οφέλη που επιθυμεί. Όταν είδε ότι δεν είχε να αποκομίσει κανένα όφελος, αρνήθηκε να διαδώσει το ευαγγέλιο.) Θεωρεί το ευαγγέλιο του Θεού ως ιδιωτικό του περιουσιακό στοιχείο. Αν δει κάποιον από πλούσια και ισχυρή οικογένεια που είναι καλοταϊσμένος και καλοντυμένος, σκέφτεται μέσα του το εξής: «Αν διαδώσω το ευαγγέλιο σ’ αυτόν τον άνθρωπο, τότε μπορώ να μείνω στο σπίτι του, να τρώω καλό φαγητό και να φοράω ωραία ρούχα». Τότε, αποφασίζει να του κηρύξει το ευαγγέλιο. Τι συμπεριφορά είναι αυτή; Είναι κλασικό παράδειγμα κάποιου που πουλάει το ευαγγέλιο. Αυτός ο άνθρωπος που διαδίδει το ευαγγέλιο αντιμετωπίζει το ευαγγέλιο του Θεού και τη χαρμόσυνη είδηση του νέου έργου Του ως εμπόρευμα και ως ιδιωτικό του περιουσιακό στοιχείο, κι έτσι εξαπατά και παραπλανεί τους άλλους με κάθε ευκαιρία, προκειμένου να εξασφαλίσει κέρδος και ό,τι χρειάζεται για χάρη του. Είναι αυτό εκτέλεση του καθήκοντος; Αυτό λέγεται επιχειρηματική δραστηριότητα και κέρδος από την εμπορία του ευαγγελίου. Εμπόριο σημαίνει να εμπορεύεσαι πράγματα που έχεις για να αποκτάς ως αντάλλαγμα χρήματα ή τα υλικά αγαθά που θες. Πώς, λοιπόν, εμπορεύεται το ευαγγέλιο αυτός ο άνθρωπος; Το διαδίδει ανάλογα με το αν μπορεί να αποκτήσει οφέλη από πιθανούς αποδέκτες του. Αυτό σημαίνει το εξής: «Θα σου διαδώσω το ευαγγέλιο αν αυτό με ωφελεί. Αν δεν έχω να κερδίσω κάτι, θα βρω μια δικαιολογία και δεν θα σου το κηρύξω. Θα είναι απλώς μια συμφωνία που δεν πέτυχε». Γιατί δεν πέτυχε αυτή η συμφωνία; Δεν πέτυχε επειδή αυτός που διαδίδει το ευαγγέλιο δεν μπόρεσε να επωφεληθεί από αυτήν. Πώς αποκαλούμε τέτοιους ανθρώπους; Τους αποκαλούμε «πλανόδιους απατεώνες». Δεν έχουν τίποτε πραγματικό να προσφέρουν, αλλά περιφέρονται παντού εξαπατώντας και ξεγελώντας τους άλλους, και με τα λόγια προσπαθούν να βγάλουν χρήματα και να αποκομίσουν κέρδη. Εκτελούν το καθήκον τους αν κηρύττουν το ευαγγέλιο με αυτόν τον τρόπο; Είναι ξεκάθαρο ότι πράττουν το κακό. Οι ενέργειές τους δεν έχουν καμία σχέση με την εκτέλεση του καθήκοντός τους, αφού δεν θεωρούν τη διάδοση του ευαγγελίου ως καθήκον τους και δεν τη βλέπουν ως ευθύνη ή υποχρέωσή τους, ή ως αποστολή που τους έχει ανατεθεί από τον Θεό. Αντίθετα, τη βλέπουν ως μια δουλειά, ένα επάγγελμα με αντάλλαγμα αυτά που χρειάζονται, για να ικανοποιήσουν τα δικά τους συμφέροντα και να καλύψουν τις δικές τους απαιτήσεις. Υπάρχουν ακόμη και κάποιοι που, όταν πηγαίνουν σε πλούσιες περιοχές για να κηρύξουν το ευαγγέλιο, δεν θέλουν να φύγουν, επειδή εκεί τρώνε καλά, ντύνονται καλά και μένουν σε ωραία σπίτια. Αρχίζουν να κλαίγονται μπροστά στους αποδέκτες του ευαγγελίου για τη φτώχεια τους και λένε τα εξής: «Κοιτάξτε πόση χάρη και πόσες ευλογίες του Θεού έχετε εδώ. Κάθε οικογένεια έχει το δικό της αυτοκίνητο, ζει στη βιλίτσα της και ντύνεται καλά. Μέχρι και κρέας τρώτε κάθε μέρα. Εκεί από όπου ερχόμαστε εμείς δεν έχουμε αυτήν τη δυνατότητα». Μόλις το ακούσουν αυτό οι αποδέκτες του ευαγγελίου λένε το εξής: «Αφού ο τόπος που ζείτε είναι τόσο φτωχός, να έρχεστε και να μένετε συχνά μαζί μας εδώ». Στη συνέχεια, δίνουν κάποια πράγματα σ’ αυτούς τους κήρυκες. Αυτός είναι ένας έμμεσος τρόπος να εκβιάζουν και να αποσπούν χρήματα και υλικά αγαθά από τους ανθρώπους. Σε τι βασίζεται ο εκβιασμός τους; «Σας κηρύξαμε το ευαγγέλιο του Θεού και δεν πήραμε τίποτα για αντάλλαγμα. Εμείς εκπληρώσαμε την αποστολή απ’ τον Θεό. Εσείς έχετε λάβει τόσο μεγάλες ευλογίες, οπότε θα πρέπει να ανταποδώσετε την αγάπη του Θεού και να μας προσφέρετε μια μικρή φιλανθρωπία. Δεν το αξίζουμε;» Με αυτόν τον τρόπο, χρησιμοποιούν διάφορα μέσα για να αποσπάσουν κρυφά, άμεσα ή έμμεσα απ’ τους ανθρώπους υλικά αγαθά και χρήματα. Χρησιμοποιούν τη διάδοση του ευαγγελίου ως ευκαιρία για να επιδιώξουν προσωπικά οφέλη. Η πρώτη εκδήλωση αυτού είναι να πουλάνε το ευαγγέλιο, η οποία απ’ τη φύση της είναι η πιο σοβαρή. Η δεύτερη εκδήλωση είναι ο συγκεκαλυμμένος εκβιασμός. Επομένως, κάποιοι από όσους εκτελούν το καθήκον της διάδοσης του ευαγγελίου, αρχίζουν να γεμίζουν αδιόρατα τις τσέπες τους την ώρα κηρύττουν το ευαγγέλιο, και πλουτίζουν. Κάποιοι λένε «Δεν είναι καλό να είσαι πλούσιος; Δεν είναι ευλογία του Θεού;» Αυτά είναι ανοησίες! Κάνεις κόλπα και τερτίπια για να εκβιάσεις και να αποσπάσεις πράγματα απ’ τους ανθρώπους, και μετά ισχυρίζεσαι ότι αυτό είναι ευλογία του Θεού. Ποια είναι η φύση όσων λες; Βλασφημία κατά του Θεού. Αυτό δεν είναι η ευλογία του Θεού. Ο Θεός δεν ευλογεί έτσι τους ανθρώπους. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε να προκύψει μια τέτοια ιδέα μέσα σε κάποιον; Ως αποτέλεσμα των φιλοδοξιών του και της άπληστης, σατανικής του φύσης.

Όλοι όσοι διαδίδουν το ευαγγέλιο υποφέρουν πάρα πολύ. Κάποιες φορές διώκονται και προπηλακίζονται από θρησκευόμενους ή μάλιστα παραδίδονται στο καθεστώς του Σατανά. Αν είναι λίγο απρόσεκτοι, πιθανότατα να τους συλλάβει ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας. Ωστόσο, όσοι αγαπούν την αλήθεια μπορούν να προσεγγίσουν σωστά τέτοια πράγματα, ενώ όσοι δεν την αγαπούν διαμαρτύρονται συχνά για το παραμικρό βάσανο. Κάποιοι από κείνους που διαδίδουν το ευαγγέλιο έχουν πει πράγματα του τύπου: «Κήρυξα το ευαγγέλιο σε κάποιον, και παρόλο που μιλούσα τόση ώρα, δεν μου έδωσε ούτε ένα ποτήρι νερό. Δεν θέλω να του κηρύξω ξανά». Είναι πρόβλημα το ότι κάποιος δεν τους έδωσε ένα ποτήρι νερό; Τα λόγια αυτών των ανθρώπων που διαδίδουν το ευαγγέλιο κρύβουν ένα είδος διάθεσης. Υπονοούν ότι η διάδοση του ευαγγελίου αξίζει μόνο όταν είναι ευχάριστη και φέρνει κέρδος. Αν ταλαιπωρούνται ή δεν τους προσφέρουν ούτε ένα ποτήρι νερό, τότε δεν αξίζει τον κόπο. Κρύβουν, επίσης, την πρόθεση να ζητήσουν κάτι και να συνάψουν συμφωνία. Αν κάποιος διαδίδει συνέχεια το ευαγγέλιο με συναλλακτικό τρόπο, τότε δαπανά ειλικρινά τον εαυτό του για τον Θεό; Εάν δεν μπορεί να αντέξει ούτε το παραμικρό βάσανο όταν εκτελεί το καθήκον του και αυτό μπορεί να τον οδηγήσει στην αρνητικότητα, μπορεί να εκτελέσει επαρκώς το καθήκον του; Θα πει, λοιπόν, το εξής: «Όχι μόνο δεν μου έδωσε νερό, αλλά δεν μου έδωσε ούτε φαγητό το μεσημέρι». Είναι πρόβλημα αν κάποιος δεν προσκάλεσε αυτούς τους ανθρώπους που διαδίδουν το ευαγγέλιο να κάτσουν και να φάνε μαζί του; Διαδίδουν το ευαγγέλιο εδώ και αρκετά χρόνια, και πάντα προσέχουν πώς τους φιλοξενούν οι άνθρωποι, τι τους δίνουν να φάνε και να πιούνε, και τι δώρα λαμβάνουν. Για ποιον λόγο; Δεν ξέρουν πώς να φέρονται σ’ εκείνους που ερευνούν την αληθινή οδό; Αυτό είναι πρόβλημα του χαρακτήρα τους. Έχουν στην καρδιά τους έστω και λίγη αγάπη για τους ανθρώπους; Και γιατί συνεχίζουν να μην καταλαβαίνουν τι βάσανα πρέπει να υπομένουν εκείνοι που διαδίδουν το ευαγγέλιο και πώς πρέπει να κάνουν πράξη την αλήθεια; Γιατί δεν έχουν κάνει καθόλου πράξη κάτι τέτοιο; Είναι πρόβλημα αν εκείνοι στους οποίους κηρύττεις το ευαγγέλιο δεν σου δίνουν νερό ή φαγητό; Αυτό δεν είναι πρόβλημα. Αν διαδίδουμε το ευαγγέλιο στους ανθρώπους, εκπληρώνουμε την υποχρέωσή μας· αυτό είναι το καθήκον μας. Δεν υπάρχουν πρόσθετες προϋποθέσεις. Εκείνοι στους οποίους κηρύττεις δεν είναι υποχρεωμένοι να σε ταΐσουν, να σε εξυπηρετήσουν ή να σου χαμογελάσουν. Δεν είναι υποχρεωμένοι να ακούσουν όλα όσα λες και να σε υπακούσουν. Δεν έχουν καμία τέτοια υποχρέωση. Αν μπορείς να σκέφτεσαι με αυτόν τον τρόπο, αυτό είναι αντικειμενικό και λογικό. Τότε, θα μπορέσεις να εκτιμήσεις αυτά τα πράγματα σωστά. Πώς πρέπει, λοιπόν, να συμπεριφερόμαστε σε κάποιον που ερευνά την αληθινή οδό; Εφόσον συμμορφώνεται με τις αρχές του οίκου του Θεού που αφορούν τη διάδοση του ευαγγελίου, είμαστε υποχρεωμένοι να του το κηρύξουμε· και ακόμη και αν η στάση του εκείνη τη στιγμή είναι κακή και απορριπτική, πρέπει να κάνουμε υπομονή. Για πόσο καιρό και πόση υπομονή; Μέχρι να σε απορρίψει και να μη σε αφήνει να μπεις στο σπίτι του, να μη θέλει να σου μιλήσει, να μη σου σηκώνει το τηλέφωνο ή να μη δέχεται κάποιον άλλον να τον προσκαλέσει, και να μη σε αναγνωρίζει. Στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει τρόπος να του διαδώσεις το ευαγγέλιο. Τότε θα έχεις εκπληρώσει την ευθύνη σου. Αυτό σημαίνει να εκτελείς το καθήκον σου. Ωστόσο, όσο υπάρχει έστω και λίγη ελπίδα, να σκέφτεσαι κάθε δυνατό τρόπο και να κάνεις ό,τι μπορείς για να του διαβάσεις τα λόγια του Θεού και να του καταθέσεις μαρτυρία για το έργο Του. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι έχεις επαφές με κάποιον εδώ και δύο-τρία χρόνια. Έχεις προσπαθήσει πολλές φορές να του διαδώσεις το ευαγγέλιο και να του καταθέσεις μαρτυρία για τον Θεό, αλλά εκείνος δεν έχει καμία πρόθεση να το δεχτεί. Ωστόσο, καταλαβαίνει αρκετά καλά τι του λες και είναι στ’ αλήθεια πιθανός αποδέκτης του ευαγγελίου. Τι πρέπει να κάνεις; Πρώτα απ’ όλα, δεν πρέπει με τίποτα να τα παρατήσεις· αντίθετα, θα πρέπει να διατηρήσεις κανονικές σχέσεις μαζί του και να συνεχίσεις να του διαβάζεις τα λόγια του Θεού και να καταθέτεις μαρτυρία για το έργο Του. Μην τον εγκαταλείψεις· να είσαι υπομονετικός μέχρι τέλους. Κάποια μέρα όταν δεν θα το περιμένεις, θα ξυπνήσει και θα νιώσει ότι ήρθε η ώρα να ερευνήσει την αληθινή οδό. Γι’ αυτό η υπομονή και η επιμονή μέχρι τέλους είναι πολύ σημαντικές πτυχές για τη διάδοση του ευαγγελίου. Και γιατί να το κάνεις αυτό; Επειδή είναι το καθήκον ενός δημιουργήματος. Από τη στιγμή που έρχεσαι σε επαφή μαζί του, έχεις υποχρέωση και ευθύνη να του κηρύξεις το ευαγγέλιο του Θεού. Πολλές διαδικασίες μεσολαβούν απ’ την πρώτη φορά που θα ακούσει τα λόγια του Θεού και το ευαγγέλιο μέχρι τη στιγμή που θα πειστεί. Κάτι τέτοιο απαιτεί χρόνο. Αυτήν την περίοδο πρέπει να είσαι υπομονετικός και να περιμένεις, μέχρι εκείνη την ημέρα που θα πειστεί και θα τον φέρεις ενώπιον του Θεού, πίσω στον οίκο Του. Αυτή είναι η υποχρέωσή σου. Τι σημαίνει υποχρέωση; Είναι μια ευθύνη που δεν μπορεί να αποφύγει κανείς, στην οποία δεσμεύεται ηθικά, όπως ακριβώς μια μητέρα φροντίζει το παιδί της. Όσο ανυπάκουο ή άτακτο κι αν είναι το παιδί, είτε είναι άρρωστο και δεν τρώει, ποια είναι η υποχρέωση της μητέρας; Αφού ξέρει ότι είναι το παιδί της, το λατρεύει, το αγαπά και το φροντίζει προσεκτικά. Δεν έχει καμία σημασία αν εκείνο την αναγνωρίζει ή δεν την αναγνωρίζει ως μητέρα του ούτε έχει σημασία πώς της φέρεται —αυτή παραμένει στο πλευρό του όπως και να ’χει, το προστατεύει, χωρίς να φεύγει ούτε στιγμή, και περιμένει συνεχώς να πιστέψει ότι είναι η μητέρα του και να επιστρέψει στην αγκαλιά της. Έτσι, το προσέχει και το φροντίζει διαρκώς. Αυτό σημαίνει ευθύνη· αυτό σημαίνει να δεσμεύεσαι ηθικά. Αν ασκούνταν έτσι όσοι ασχολούνται με τη διάδοση του ευαγγελίου, αν είχαν αγάπη για τους ανθρώπους στην καρδιά τους, τότε θα τηρούσαν τις αρχές της διάδοσης του ευαγγελίου και θα μπορούσαν σίγουρα να είναι αποτελεσματικοί. Αν βρίσκουν συνέχεια δικαιολογίες και μιλούν για τις συνθήκες τους, τότε δεν θα μπορέσουν να διαδώσουν το ευαγγέλιο ούτε θα εκτελέσουν το καθήκον τους. Κάποιοι άνθρωποι που διαδίδουν το ευαγγέλιο είναι συνέχεια επιλεκτικοί σχετικά με πιθανούς αποδέκτες τους που έχουν πάρα πολλές ερωτήσεις και δυσκολίες, ενώ έχουν και χαμηλό επίπεδο, κι έτσι δεν είναι διατεθειμένοι να υποφέρουν και να πληρώσουν τίμημα για να τους κερδίσουν. Αλλά αν οι δικοί τους γονείς και συγγενείς έχουν πολλές δυσκολίες και χαμηλό επίπεδο, τότε τους αντιμετωπίζουν με αγάπη. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζουν δίκαια τους ανθρώπους; Έχουν αγάπη στην καρδιά τους αυτοί οι άνθρωποι; Ενδιαφέρονται για τις προθέσεις του Θεού; Σίγουρα όχι. Όταν διαδίδουν το ευαγγέλιο, ψάχνουν να βρουν κάθε λόγο και δικαιολογία με βάση τις αντικειμενικές συνθήκες για να μην κηρύξουν το ευαγγέλιο στους ανθρώπους. Όποιον κι αν βλέπουν, δεν τον βρίσκουν ευχάριστο και τον θεωρούν κατώτερο από αυτούς, και συνεχώς θεωρούν ότι δεν βρίσκουν κανέναν της προκοπής για να του κηρύξουν το ευαγγέλιο. Ως αποτέλεσμα αυτού, καταλήγουν να μη μεταφέρουν το ευαγγέλιο σε κανέναν. Υπάρχουν αρχές αν διαδίδει κάποιος το ευαγγέλιο κατ’ αυτόν τον τρόπο; Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη του τις προθέσεις ή τις απαιτήσεις του Θεού. Όποιος μπορεί να αναγνωρίσει ότι τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια και όποιος μπορεί να δεχτεί την αλήθεια είναι πιθανός αποδέκτης του ευαγγελίου, εκτός αν πρόκειται για ξεκάθαρα κακούς ανθρώπους ή παράλογους τύπους. Αν οι άνθρωποι έδειχναν πραγματικά ότι τους νοιάζουν οι προθέσεις του Θεού, θα εκτελούσαν τα καθήκοντά τους και θα συμπεριφέρονταν στους ανθρώπους με αρχές. Όποια προβλήματα κι αν έχουν αυτοί που ερευνούν την αληθινή οδό, όσο κι αν αποκαλύπτουν τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους, εφόσον μπορούν να αναγνωρίσουν και να αποδεχτούν την αλήθεια, τότε να τους διαβάζεις ακούραστα τα λόγια του Θεού και να καταθέτεις μαρτυρία για το έργο του Θεού. Αυτήν την αρχή πρέπει να ακολουθεί κανείς όταν διαδίδει το ευαγγέλιο.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.