Μόνο διαλύοντας τις αντιλήψεις του μπορεί κανείς να πορευτεί στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό (3) Μέρος πρώτο
Σήμερα, θα συνεχίσουμε τη συναναστροφή μας σχετικά με το ζήτημα των αντιλήψεων. Έχουμε ήδη συναναστραφεί δύο φορές στο παρελθόν για το συγκεκριμένο ζήτημα, και σήμερα θα κάνουμε μια τελευταία συναναστροφή για να το ολοκληρώσουμε. Όσον αφορά αυτά στα οποία συναναστραφήκαμε προηγουμένως, πρέπει στη συνέχεια να επικοινωνήσετε μεταξύ σας σχετικά με αυτά και έπειτα να τα αναλογιστείτε και να τα βιώσετε λίγο λίγο. Τέτοια θέματα δεν μπορεί να τα καταλάβει κάποιος μέσα σε μια δυο μέρες, αλλά μπορεί να τα καταλάβει μόνο σιγά σιγά αν τα βιώνει και προσπαθεί να πάρει μια ιδέα γι’ αυτά στη ζωή του. Το μόνο που μπορείτε να παρουσιάσετε τώρα από μνήμης είναι ό,τι έχετε αποστηθίσει. Για να φάει και να πιει κανείς τα λόγια του Θεού χρειάζεται εμπειρία· μόνο αν βιώσει για κάποιο διάστημα την εμπειρία της πραγματικής ζωής μπορεί κανείς να καταλάβει και να αντιληφθεί στ’ αλήθεια αυτά τα πράγματα. Οι αντιλήψεις των ανθρώπων κυρίως περιλαμβάνουν τις αντιλήψεις τους για τον Θεό και για το έργο Του. Αυτά τα δύο είδη αντιλήψεων είναι που επηρεάζουν περισσότερο την επιδίωξή τους, την οπτική τους για τα πράγματα, την κατανόηση και τη στάση τους απέναντι στον Θεό, ενώ ακόμα περισσότερο επηρεάζουν το μονοπάτι στο οποίο βαδίζουν κατά την πίστη τους στον Θεό, αλλά και την κατεύθυνση και τους στόχους που θα επιλέξουν στη ζωή τους. Μπορείτε τώρα εσείς, με βάση τις δύο προηγούμενες συναναστροφές μας, να ορίσετε τι σημαίνει ακριβώς ο όρος «αντιλήψεις»; Ένα είδος αντιλήψεων είναι οι φαντασιοκοπίες σχετικά με την πίστη στον Θεό. Οι φαντασιοκοπίες αυτές εκδηλώνονται κατά βάση σε κάποιες επιφανειακές συμπεριφορές στον λόγο και στη διαγωγή του καθενός, αλλά και σε κάποιες λεπτομέρειες απ’ την καθημερινότητα των ανθρώπων, όπως στο φαγητό, στα ρούχα, στη στέγαση και στις μετακινήσεις. Αυτό είναι το πιο αρχικό επίπεδο. Αν πάμε ένα βήμα παρακάτω, υπάρχουν κάποιες φαντασιοκοπίες σχετικά με την επιδίωξη του ανθρώπου να πιστέψει στον Θεό και με το μονοπάτι στο οποίο βαδίζει όταν το κάνει αυτό, ενώ οι άνθρωποι έχουν και κάποιες απαιτήσεις, φαντασιοκοπίες και παρανοήσεις σχετικά με το έργο του Θεού. Τι παρανοήσεις είναι αυτές; Γιατί αποκαλούνται παρανοήσεις; Όταν λέμε παρανόηση, προφανώς δεν είναι μια σωστή σκέψη, αλλά είναι κάτι που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, κάτι που δεν συνάδει με την αλήθεια, δεν είναι συμβατό με το έργο και τη διάθεση του Θεού, αλλά αντίθετο μ’ αυτά· ή είναι κάτι που έχει σχέση με την ανθρώπινη θέληση και βασίζεται σε ανθρώπινες αντιλήψεις, φαντασιοκοπίες και γνώσεις και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον ίδιο τον Θεό ή το έργο Του. Όταν προκύπτουν τέτοιες αντιλήψεις, φαντασιοκοπίες, παρανοήσεις και απαιτήσεις, κάτι τέτοιο δείχνει ότι οι αντιλήψεις που έχουν οι άνθρωποι για τον Θεό και για το έργο Του έχουν φτάσει στο απόγειό τους. Και σ’ εκείνο το σημείο, τι συμβαίνει στη σχέση των ανθρώπων με τον Θεό; (Μπαίνει ένα εμπόδιο ανάμεσά τους.) Είναι σοβαρό πρόβλημα το γεγονός ότι υπάρχει κάποιο εμπόδιο μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού; (Ναι.) Όταν μπαίνει ένα τέτοιο εμπόδιο, αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι έχουν πολύ σοβαρές αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες. Όταν μπαίνει ένα εμπόδιο μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού, αυτό σημαίνει ότι οι τελευταίοι είναι δυσαρεστημένοι με κάτι που έχει κάνει Εκείνος, ότι δεν θέλουν πια να Του εκμυστηρευτούν πράγματα, να Τον αντιμετωπίσουν ως Θεό ή να υποταχθούν σ’ Αυτόν. Αρχίζουν να αμφισβητούν τη δικαιοσύνη και τη διάθεση του Θεού. Και τι εκδηλώσεις έρχονται αμέσως μετά απ’ αυτό; (Η αντίσταση.) Αν οι άνθρωποι δεν αναζητήσουν την αλήθεια, τότε αυτή η παρανόηση, εκτός του ότι δημιουργεί κάποιο εμπόδιο στην καρδιά τους, οδηγεί αμέσως και σε αντίσταση· αντίσταση απέναντι στην αλήθεια, απέναντι στα λόγια του Θεού και απέναντι στην κυριαρχία Του. Αρχίζουν να είναι δυσαρεστημένοι με όσα έχει κάνει ο Θεός και λένε: «Αυτό που κάνεις δεν είναι σωστό· δεν το εγκρίνω και δεν συμφωνώ μ’ αυτό!» Κι εδώ υπονοείται το εξής: «Δεν μπορώ να υποταχθώ· είναι δική μου επιλογή. Θέλω να διατυπώσω μια διαφορετική άποψη, θέλω να διατυπώσω μια γνώμη διαφορετική απ’ τα λόγια του Θεού, απ’ την αλήθεια και απ’ τις απαιτήσεις του Θεού». Τι συμπεριφορά είναι αυτή; (Φωνάζουν.) Tην αντίσταση την ακολουθούν οι φωνές και η εναντίωση, υπάρχει δηλαδή μια κλιμάκωση. Όταν επικρατεί η διεφθαρμένη διάθεση ενός ανθρώπου, τότε μία και μόνο αντίληψη είναι αρκετή για να θέσει κάποιο εμπόδιο και να δημιουργήσει παρανόηση ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Θεό. Αν δεν λυθεί άμεσα αυτό μέσα από την αναζήτηση της αλήθειας, τότε το εμπόδιο μεγαλώνει και μετατρέπεται σε παχύ τείχος. Παύεις να βλέπεις τον Θεό και την πραγματική Του ύπαρξη, και φυσικά δεν βλέπεις ούτε τη θεϊκή Του ουσία. Αρχίζεις να αμφισβητείς το αν ο ενσαρκωμένος Θεός είναι στ’ αλήθεια Θεός, δεν σε νοιάζει πια να φας και να πιεις τον λόγο του Θεού και δεν θέλεις πια να προσεύχεσαι σ’ Αυτόν. Κάτι τέτοιο κάνει τη σχέση σου με τον Θεό να γίνεται ολοένα και πιο απόμακρη. Για ποιον λόγο μπορούν οι άνθρωποι και παρουσιάζουν τέτοιες συμπεριφορές; Γιατί θεωρούν ότι όσα έχει κάνει ο Θεός πλήγωσαν την καρδιά τους, έθιξαν την αξιοπρέπειά τους και τους ταπείνωσαν σε προσωπικό επίπεδο. Είναι αλήθεια όλα αυτά; (Όχι.) Και τότε τι συμβαίνει πραγματικά; (Ο λόγος είναι ότι δεν έχουν ικανοποιηθεί οι επιθυμίες τους και ότι η κατάσταση που αντιμετώπισαν είχε να κάνει με τα συμφέροντά τους.) Ο λόγος είναι ότι έχουν διεφθαρμένη διάθεση· όταν δεν εκπληρώνονται αμέσως οι εξωφρενικές επιθυμίες τους, τότε αρχίζουν να αντιστέκονται στον Θεό και να είναι πολύ δυσαρεστημένοι που Εκείνος εργάστηκε με τρόπο που δεν συμφωνεί με τις ανθρώπινες αντιλήψεις. Ούτε παραδέχονται ούτε αποδέχονται ότι όσα κάνει ο Θεός είναι η αλήθεια, ότι είναι η αγάπη του Θεού και ότι έχουν ως σκοπό να σωθούν οι άνθρωποι. Διαμορφώνουν αντιλήψεις και παρανοήσεις σχετικά με όσα έχει κάνει ο Θεός· αυτό σημαίνει ότι έχει πάρει τα ηνία η διεφθαρμένη διάθεσή τους. Μετά την εμφάνιση αυτών των εμποδίων, πώς εκδηλώνονται οι τόσες διεφθαρμένες διαθέσεις που αποκαλύπτουν οι άνθρωποι επειδή ζουν σύμφωνα με αντιλήψεις; Δεν αναζητούν, δεν αναμένουν, δεν υποτάσσονται και φυσικά δεν έχουν φόβο Θεού ούτε μετανοούν. Πρώτα εξετάζουν εξονυχιστικά και κρίνουν, έπειτα καταδικάζουν, και στο τέλος ακολουθεί η αντίσταση. Αυτές οι συμπεριφορές δεν είναι το ακριβώς αντίθετο απ’ τις θετικές εκδηλώσεις όπως είναι η αναζήτηση, η αναμονή, η υποταγή, η αποδοχή και η μετάνοια; (Ναι.) Άρα, αυτές οι συμπεριφορές είναι το αντίστροφο απ’ όλα αυτά. Είναι η αποκάλυψη μιας διεφθαρμένης διάθεσης· η διεφθαρμένη διάθεση των ανθρώπων είναι αυτή που ελέγχει τις πράξεις και τις σκέψεις τους, καθώς και τη στάση, τις προθέσεις και τις απόψεις τους σχετικά με το πώς κρίνουν τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα. Όταν οι άνθρωποι εξετάζουν εξονυχιστικά, αναλύουν, κρίνουν, καταδικάζουν και αντιστέκονται, τότε ποιο βήμα ακολουθεί; (Η εναντίωση.) Ακολουθεί η εναντίωση. Και ποιες είναι μερικές απ’ τις εκδηλώσεις της εναντίωσης; (Η αρνητικότητα, το να εγκαταλείπει κανείς τα καθήκοντά του.) Μια εκδήλωση είναι η αρνητικότητα· χαλαρώνουν στο έργο τους με τρόπο αρνητικό και εγκαταλείπουν τα καθήκοντά τους. Ποια άλλη εκδήλωση υπάρχει; (Το να διαδίδει κανείς αντιλήψεις.) (Το να προβαίνει σε κρίσεις.) Το να προβαίνει κανείς σε κρίσεις, το να διαδίδει αντιλήψεις, όλα αυτά είναι εκδηλώσεις του ότι φωνάζει εναντίον του Θεού και εναντιώνεται σ’ Αυτόν. Τι άλλο; (Ίσως να προδώσουν τον Θεό και να προδώσουν την αληθινή οδό.) Αυτή είναι η πιο σοβαρή από όλες τις εκδηλώσεις· όταν κάποιος φτάσει σ’ αυτό το σημείο, τότε αναδύεται ολοκληρωτικά η διαβολική του φύση, αρνείται και προδίδει τον Θεό σε απόλυτο βαθμό, ενώ μπορεί ανά πάσα στιγμή να γυρίσει την πλάτη του στον Θεό.
Ποιες εκδηλώσεις της συμπεριφοράς κάποιου που φωνάζει ενάντια στον Θεό και Του εναντιώνεται αναφέρθηκαν μόλις τώρα; (Το να χαλαρώνει κανείς στο έργο του με αρνητικό τρόπο, το να εγκαταλείπει τα καθήκοντά του.) (Το να κρίνει τον Θεό.) Το να κρίνει κανείς τον Θεό και το έργο Του. (Έπειτα, έρχεται το να διαδίδει κανείς αντιλήψεις και, τέλος, το να προδίδει τον Θεό.) Ας προχωρήσουμε σε περισσότερες λεπτομέρειες. Στο να διαδίδει κανείς αντιλήψεις περιλαμβάνεται άραγε κάποιο παράπονο; (Ναι.) Κάποιες φορές, το να διαδίδει κανείς αντιλήψεις συνδυάζεται με παράπονα σαν κι αυτά: «Αυτό που κάνει ο θεός δεν είναι δίκαιο», «Εγώ πιστεύω στον θεό κι όχι στους ανθρώπους», «Πιστεύω πως ο θεός είναι δίκαιος». Αυτά τα λόγια ενέχουν κάποια υπονοούμενα και αποτελούν παράπονα. Όλα αυτά, δηλαδή το να χαλαρώνει κανείς με αρνητικό τρόπο, το να διαδίδει αντιλήψεις και το να κρίνει τον Θεό, είναι πολύ σοβαρές συμπεριφορές· η πιο σοβαρή, όμως, είναι η προδοσία. Οι τέσσερις αυτές συμπεριφορές είναι πολύ προφανείς, είναι σοβαρότατες και αποτελούν απ’ τη φύση τους άμεση αντίσταση στον Θεό. Μπορείτε μήπως να σκεφτείτε, ή μήπως έχετε δει ή παρουσιάζετε εσείς κάποιες συγκεκριμένες εκδηλώσεις στο πλαίσιο αυτών των συμπεριφορών; (Είναι και η παρακίνηση μία· κάποιοι, για να ξεσπάσουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στον Θεό, παρακινούν ακόμα περισσότερους ανθρώπους να Του εναντιωθούν.) Αυτό αποτελεί εκδήλωση της διάδοσης αντιλήψεων. Μήπως υπάρχουν κάποιοι που εξωτερικά μοιάζουν να δείχνουν υποταγή, αλλά στις προσευχές λένε: «Ας το αποκαλύψει ο Θεός· εγώ κάνω το σωστό, τα πάντα θα αποκαλυφθούν με τον καιρό· ξέρω ότι ο Θεός είναι δίκαιος»; Αυτά τα λόγια μπορεί να ακούγονται σωστά και μάλιστα απόλυτα δικαιολογημένα, αλλά κρύβουν μέσα τους ανυποταξία στον Θεό και δυσαρέσκεια απέναντί Του. Αυτό αποτελεί πνευματική εναντίωση, συνιστά αρνητική αδράνεια και αρνητική εναντίωση. Υπάρχουν κι άλλες πτυχές; (Στην περίπτωση της αρνητικής αδράνειας, μπορεί επίσης να παραδίδεται κανείς στην απελπισία και να σηκώνει τα χέρια απ’ την αγανάκτηση, γιατί πιστεύει ότι είναι απλώς τέτοιος άνθρωπος, ότι έτσι είναι η φύση του· πιστεύει ότι δεν μπορεί να τον σώσει κανείς, οπότε αν θέλει ο Θεός να τον καταστρέψει, τότε ας γίνει έτσι.) Αυτή είναι μια μορφή βουβής εναντίωσης. Η πραγματική κατάσταση ενός τέτοιου ανθρώπου είναι αρνητική, αφού θεωρεί ακατανόητες τις πράξεις του Θεού και πιστεύει ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να τις καταλάβουν στ’ αλήθεια, οπότε ό,τι θέλει να κάνει ο Θεός, ας το κάνει. Εκ πρώτης όψεως, αυτοί οι άνθρωποι φαίνεται σαν να έχουν υποταχθεί στις ενορχηστρώσεις και στις διευθετήσεις του Θεού· στην πραγματικότητα, όμως, βαθιά μέσα τους, αντιστέκονται έντονα στις διευθετήσεις του Θεού, είναι πάρα πολύ δυσαρεστημένοι και δεν υποτάσσονται. Έχουν ήδη αναγνωρίσει ότι όλα αυτά τα κάνει ο Θεός και δεν απαιτούν τίποτα παραπάνω· τότε για ποιον λόγο λέμε ότι πρόκειται για αίσθημα εναντίωσης; Γιατί να χαρακτηριστεί έτσι; Η αλήθεια είναι πως, στη συνείδησή τους, δεν θέλουν ούτε να καταδικάσουν αυτό το ζήτημα· δεν θέλουν να διατυπώσουν μια διαπίστωση που να λέει: «Αυτό που έκανε ο Θεός είναι λάθος· δεν το αποδέχομαι. Σε άλλα πράγματα που έχει κάνει ο Θεός μπορώ να υποταχθώ, αλλά σ’ αυτό όχι. Εν πάση περιπτώσει, θα αρχίσω εξαιτίας αυτού να χαλαρώνω στο έργο μου με τρόπο αρνητικό». Στο υποσυνείδητό τους, η κατάστασή τους δεν είναι τέτοια, δεν το αντιλαμβάνονται έτσι· στην καρδιά τους απλώς είναι σε έναν βαθμό περιφρονητικοί, δυσαρεστημένοι ή αγανακτισμένοι. Κάποιοι άνθρωποι, παρόλο που μπορεί μέχρι και να καταδικάζουν τις πράξεις του Θεού ως λανθασμένες, στα βάθη της καρδιάς τους, από την άποψη των υποκειμενικών τους επιθυμιών, δεν θέλουν πραγματικά να καταδικάσουν στη συνείδησή τους τον Θεό· στο κάτω-κάτω, Εκείνος στον Οποίο πιστεύουν είναι ο Θεός. Γιατί τότε λέμε ότι αυτή η συμπεριφορά αποτελεί εναντίωση, ότι είναι αρνητική αδράνεια και ότι ενέχει στοιχεία αρνητικότητας; Η ίδια η αρνητικότητα είναι ένα είδος αντίστασης και εναντίωσης, και έχει διάφορες εκδηλώσεις. Κατ’ αρχάς, όταν οι άνθρωποι εμφανίζουν κάποιες καταστάσεις όπως είναι το να παραδίνονται στην απελπισία και να χαλαρώνουν με αρνητικό τρόπο, είναι άραγε σε θέση να γνωρίζουν μέσα τους ότι πρόκειται για λανθασμένες καταστάσεις; (Ναι.) Όλοι μπορούν να το αντιληφθούν αυτό, εκτός απ’ όσους πιστεύουν μόνο για δυο-τρία χρόνια και ακούνε κηρύγματα σπάνια· εκείνοι δεν τα καταλαβαίνουν αυτά τα ζητήματα. Αν, όμως, κάποιος πιστεύει στον Θεό για τουλάχιστον τρία χρόνια, ακούει συχνά κηρύγματα και καταλαβαίνει την αλήθεια, τότε μπορεί να το αντιληφθεί. Τι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι, όταν καταλαβαίνουν ότι τέτοιες καταστάσεις είναι λανθασμένες, για να αποφύγουν την εναντίωση; Αρχικά, πρέπει να αναζητήσουν. Να αναζητήσουν τι; Να αναζητήσουν γιατί έχει ενορχηστρώσει έτσι τα πράγματα ο Θεός, γιατί τους έχουν τύχει τέτοιες καταστάσεις, ποιες είναι οι προθέσεις του Θεού και τι πρέπει να κάνουν. Όλα αυτά είναι θετικά, αυτές τις εκδηλώσεις πρέπει να έχουν οι άνθρωποι. Κάτι άλλο; (Να αποδέχεται κανείς, να υποτάσσεται και να εγκαταλείπει τις δικές του ιδέες.) Είναι εύκολο να εγκαταλείψεις τις δικές σου ιδέες; (Όχι.) Αν νομίζεις ότι έχεις δίκιο, τότε δεν πρόκειται να μπορέσεις να τις εγκαταλείψεις. Για να φτάσεις στο σημείο να τις εγκαταλείψεις, πρέπει να περάσεις από κάποια στάδια. Ποιοι τρόποι άσκησης είναι, λοιπόν, οι πιο κατάλληλοι και οι πιο σωστοί; (Η προσευχή.) Αν στην προσευχή σου λες μόνο λίγες κούφιες προτάσεις και προσεύχεσαι μηχανικά, τότε δεν πρόκειται να λυθεί το πρόβλημα. Προσεύχεσαι ως εξής: «Θεέ μου, θέλω να υποταχθώ· Σε παρακαλώ, οργάνωσε και ενορχήστρωσε για μένα συνθήκες έτσι ώστε να υποταχθώ. Αν και πάλι δεν μπορέσω να υποταχθώ, τότε διόρθωσέ με». Υπάρχει περίπτωση να αλλάξει η κατάστασή σου αν ξεστομίσεις κάνα δυο τέτοιες κενές προτάσεις; Δεν πρόκειται να αλλάξει καθόλου. Για να καταφέρεις να αλλάξεις, χρειάζεσαι μια μέθοδο άσκησης. Πώς μπορείς, λοιπόν, να ασκηθείς για να αλλάξεις τα πράγματα; (Πρέπει κανείς να αναζητήσει ενεργά τις προθέσεις του Θεού, να παραδεχτεί μέσα του ότι ο Θεός έχει δίκιο και ότι ο ίδιος έχει άδικο, και να μπορέσει να απαρνηθεί τον εαυτό του.) Αυτές είναι δύο μέθοδοι άσκησης: να αναζητά κανείς ενεργά τις προθέσεις του Θεού και να παραδέχεται μέσα του ότι ο Θεός έχει δίκιο και ο ίδιος έχει άδικο. Και οι δυο αυτές μέθοδοι είναι μια χαρά, λένε και οι δύο το σωστό· μία, όμως, είναι πολύ πρακτική. Ποια απ’ τις δύο είναι η πρακτική; Ποια είναι κούφια λόγια; (Πρακτικό είναι να αναζητά κανείς ενεργά τις προθέσεις του Θεού.) Πολλές φορές, ο Θεός δεν θα σου πει κατευθείαν τις προθέσεις Του. Επιπλέον, δεν πρόκειται να σου ρίξει ξαφνικά ένα φως που θα σε κάνει να καταλάβεις ούτε πρόκειται να σε καθοδηγήσει να φας και να πιεις ακριβώς τα σχετικά λόγια Του που πρέπει να καταλάβεις. Όλες αυτές οι μέθοδοι δεν είναι καθόλου ρεαλιστικές για τους ανθρώπους. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να είναι αποτελεσματική για σας η προσέγγιση του να αναζητάτε ενεργά τις προθέσεις του Θεού; Η καλύτερη μέθοδος είναι μια αποτελεσματική μέθοδος· αυτή είναι η πιο ρεαλιστική και πρακτική μέθοδος. Μια μέθοδος που δεν είναι αποτελεσματική, όσο καλή κι αν φαντάζει, δεν παύει να είναι θεωρητική· μένει μόνο στα λόγια και δεν φέρνει αποτελέσματα. Ποια από τις δύο μεθόδους είναι, άρα, πρακτική; (Η δεύτερη, το να παραδεχτείς ότι ο Θεός είναι η αλήθεια και ότι εσύ έχεις άδικο.) Σωστά. Αν παραδεχτείς τα λάθη σου, αυτό σημαίνει ότι διαθέτεις λογική. Κάποιοι άνθρωποι λένε ότι δεν καταλαβαίνουν πως έχουν άδικο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα πρέπει να δείξεις λογική και να μπορέσεις να εγκαταλείψεις και να απαρνηθείς τον εαυτό σου. Κάποιοι λένε: «Κάποτε πίστευα ότι είχα δίκιο και το πιστεύω ακόμα και τώρα. Επίσης, το εγκρίνουν αυτό και συμφωνούν μαζί μου πολλοί άνθρωποι, ενώ μέσα μου δεν νιώθω υπόλογος για κάτι. Εξάλλου, εφόσον έχω σωστή πρόθεση, πώς είναι δυνατόν να κάνω λάθος;» Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που δεν σε αφήνουν να εγκαταλείψεις και να απαρνηθείς τον εαυτό σου. Τι πρέπει να κάνεις σε μια τέτοια περίπτωση; Ό,τι λόγους κι αν έχεις που σε κάνουν να νομίζεις ότι έχεις δίκιο, αν αυτό το «δίκιο» βρίσκεται σε σύγκρουση με τον Θεό και πάει κόντρα στην αλήθεια, τότε πολύ απλά, κάνεις λάθος. Όσο υποτακτική στάση κι αν έχεις, όσο κι αν προσεύχεσαι στον Θεό μέσα σου, ή ακόμα κι αν παραδέχεσαι με τα λόγια ότι έχεις άδικο, αλλά κατά βάθος συνεχίζεις να πολεμάς εναντίον του Θεού και να ζεις σε μια κατάσταση αρνητικότητας, στην ουσία όλο αυτό παραμένει εναντίωση στον Θεό. Αποδεικνύεται ότι δεν έχεις καταλάβει ακόμα πως έχεις άδικο· δεν αποδέχεσαι το γεγονός ότι έχεις άδικο. Όταν οι άνθρωποι διαμορφώνουν παρανοήσεις και αντιλήψεις σχετικά με τον Θεό, το πρώτο που πρέπει να κάνουν είναι να αναγνωρίσουν ότι Αυτός είναι η αλήθεια, ότι οι άνθρωποι δεν έχουν την αλήθεια και ότι σίγουρα αυτοί είναι που κάνουν λάθος. Μήπως αυτό είναι κάποιου είδους τυπική διαδικασία; (Όχι.) Αν αυτό το είδος άσκησης το μετατρέψεις σε τυπική διαδικασία, αν το προσεγγίσεις επιφανειακά, τότε είναι δυνατόν να αναγνωρίσεις τα λάθη σου; Ποτέ. Η αυτογνωσία απαιτεί πολλά βήματα. Πρώτον, πρέπει να διαπιστώσεις αν οι πράξεις σου συμφωνούν με την αλήθεια και τις αρχές. Σε πρώτη φάση, μην κοιτάς τις προθέσεις σου· σε κάποιες περιπτώσεις είναι μεν σωστές οι προθέσεις σου, αλλά οι αρχές που κάνεις πράξη είναι λανθασμένες. Προκύπτουν συχνά τέτοιες περιστάσεις; (Ναι.) Γιατί λέω ότι είναι λάθος οι αρχές της άσκησής σου; Μπορεί να έχεις αναζητήσει, αλλά ίσως να μην έχεις καταλάβει καθόλου τι είναι οι αρχές· μπορεί να μην έχεις αναζητήσει καθόλου και ό,τι έχεις κάνει να το έχεις κάνει μόνο με βάση τις καλές προθέσεις και τον ενθουσιασμό σου, καθώς και με βάση τις φαντασιοκοπίες και τις εμπειρίες σου, κι έτσι να έχεις κάνει λάθος. Μπορείς να το διανοηθείς αυτό; Δεν γίνεται να το προβλέψεις, κι έκανες ένα λάθος· μετά απ’ όλο αυτό δεν αποκαλύφθηκες; Αν μετά την αποκάλυψή σου συνεχίσεις να αγωνίζεσαι ενάντια στον Θεό, τι λάθος κάνεις εδώ; (Το λάθος είναι ότι δεν αναγνωρίζω πως ο Θεός έχει δίκιο και επιμένω πως εγώ έχω.) Αυτό είναι το λάθος σου. Το μεγαλύτερο λάθος σου δεν είναι ότι κάτι δεν έκανες σωστά και παραβίασες τις αρχές, με αποτέλεσμα να προξενήσεις απώλεια ή άλλες συνέπειες· είναι ότι, παρότι υπάρχει κάτι που δεν έκανες σωστά, επιμένεις ακόμα στη δική σου συλλογιστική και δεν μπορείς να παραδεχτείς το λάθος σου· συνεχίζεις να εναντιώνεσαι στον Θεό με βάση τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες σου κι αρνείσαι το έργο Του και τις αλήθειες που εξέφρασε Εκείνος. Αυτό είναι το μεγαλύτερο και σοβαρότερο λάθος σου. Γιατί λέγεται ότι αν κάποιος έχει μια τέτοια κατάσταση, αυτό αποτελεί κατάσταση εναντίωσης στον Θεό; (Επειδή δεν παραδέχεται ότι αυτό που κάνει είναι λάθος.) Είτε οι άνθρωποι αναγνωρίζουν είτε δεν αναγνωρίζουν την ορθότητα και τη σημασία όλων όσα κάνει ο Θεός, αλλά και της κυριαρχίας Του, αν δεν μπορούν πρώτα να παραδεχτούν ότι οι ίδιοι κάνουν λάθος, τότε η κατάστασή τους αποτελεί εναντίωση στον Θεό. Και τι πρέπει να γίνει για να διορθωθεί μια τέτοια κατάσταση; Αρχικά, πρέπει κανείς να απαρνηθεί τον εαυτό του. Αυτό που λέγαμε μόλις τώρα για το ότι πρέπει πρώτα να αναζητήσει κανείς τις προθέσεις του Θεού δεν είναι τόσο πρακτικό για τους ανθρώπους. Κάποιοι λένε: «Αφού δεν είναι τόσο πρακτικό, δεν χρειάζεται άρα να αναζητάμε; Δεν είναι απαραίτητο να αναζητά κανείς κάποια πράγματα που μπορεί να αναζητήσει και να καταλάβει· μπορώ απλώς να παρακάμψω αυτό το βήμα». Είναι σωστό αυτό; (Όχι.) Δεν είναι αδύνατον να σωθεί κάποιος που λειτουργεί με τέτοιον τρόπο; Η κατανόηση αυτών των ανθρώπων είναι στρεβλή. Το να αναζητήσει κανείς τις προθέσεις του Θεού είναι ένα σχετικά μακρινό ταξίδι και δεν μπορεί να το πετύχει κανείς αμέσως· για πιο γρήγορα, είναι πιο ρεαλιστικό να εγκαταλείψει πρώτα τον εαυτό του, να μάθει ότι οι πράξεις του είναι λάθος και δεν συμφωνούν με την αλήθεια, και στη συνέχεια να αναζητήσει τις αλήθεια-αρχές. Αυτά είναι τα βήματα. Μπορεί να φαίνονται απλά, αλλά είναι πολύ δύσκολο να τα κάνει κανείς πράξη, γιατί οι άνθρωποι έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις, καθώς και ένα σωρό φαντασιοκοπίες, ένα σωρό απαιτήσεις, αλλά και επιθυμίες, κι όλα αυτά δεν τους αφήνουν να απαρνηθούν τον εαυτό τους και να τον εγκαταλείψουν. Αυτά δεν είναι εύκολο να γίνουν. Δεν θα μιλήσουμε γι’ αυτό το θέμα με περισσότερες λεπτομέρειες. Ας συνεχίσουμε τη συζήτηση για το ζήτημα των αντιλήψεων, το οποίο εξετάσαμε στις δύο προηγούμενες συναναστροφές μας.
Η συναναστροφή που κάναμε μόλις τώρα εστίαζε κυρίως στο πώς μπορούν οι αντιλήψεις να προκαλέσουν παρανοήσεις σχετικά με τον Θεό, οι οποίες με τη σειρά τους θα θέσουν ένα εμπόδιο ανάμεσα στους ανθρώπους και τον Θεό, το οποίο θα τους οδηγήσει να αρχίσουν να αντιστέκονται σ’ Αυτόν. Και ποια είναι η φύση αυτής της αντίστασης; (Η εναντίωση.) Είναι η εναντίωση, η επαναστατικότητα. Επομένως, όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να αντιστέκονται στον Θεό και φωνάζουν εναντίον Του, κάτι τέτοιο δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη· έχει βαθύτερες αιτίες. Είναι σαν να μαθαίνει κάποιος ξαφνικά ότι είναι άρρωστος και ότι η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή· αναρωτιέται πώς προχώρησε τόσο γρήγορα. Η αλήθεια είναι πως η αρρώστια υπήρχε για πολύ καιρό στο σώμα του και είχε ήδη ρίζες. Ο άνθρωπος αυτός δεν αρρώστησε τη μέρα που του εκδηλώθηκε, απλώς τότε ανακάλυψε την αρρώστια. Τι θέλω να πω μ’ αυτό; Μπορεί άραγε ο καθένας που πιστεύει για πρώτη φορά στον Θεό να προβλέψει ότι είναι ικανός να επαναστατήσει εναντίον Του, να Του εναντιωθεί, να φωνάξει εναντίον Του; Σε καμία περίπτωση. Μήπως κάθε άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό, και τελικά φωνάζει εναντίον Του και Του εναντιώνεται, έχει απ’ την αρχή αυτήν την πρόθεση; Έχει πει ποτέ κανείς: «Δεν πιστεύω στον Θεό για τις ευλογίες· απλώς θέλω να φωνάξω εναντίον Του και να Του εναντιωθώ μόλις Τον δω, ώστε τότε να γίνω διάσημος και πασίγνωστος. Αν το κάνω, αυτό, τότε η ζωή μου θα έχει αξία»; Έχει κάνει ποτέ κανείς τέτοια σχέδια; (Όχι.) Κανείς δεν έχει σχεδιάσει ποτέ κάτι τέτοιο, ούτε καν ο πιο ανόητος, ο πιο ηλίθιος ή ο πιο κακός άνθρωπος. Όλοι θέλουν να πιστεύουν ειλικρινά στον Θεό, να είναι καλοί, να ακούνε τα λόγια Του και να κάνουν ό,τι τους ζητήσει Εκείνος. Ναι μεν δεν μπορούν να φτάσουν στην απόλυτη υποταγή στον Θεό, αλλά τουλάχιστον μπορούν να ανταποκριθούν στις ελάχιστες απαιτήσεις Του και να ικανοποιήσουν τον Θεό όσο καλύτερα μπορούν. Τι ωραία επιθυμία· και πώς κατέληξαν να φωνάζουν εναντίον του Θεού και να Του εναντιώνονται; Οι ίδιοι οι άνθρωποι δεν θέλουν να το κάνουν ούτε ξέρουν πώς συνέβη αυτό. Όταν φωνάζουν κατά του Θεού και εναντιώνονται σ’ Αυτόν, μέσα τους νιώθουν άσχημα και αναστατώνονται. Σκέφτονται: «Πώς μπόρεσαν να το κάνουν αυτό οι άνθρωποι; Ας λειτουργούν έτσι οι άλλοι. Εγώ δεν έπρεπε να ενεργήσω έτσι!» Είναι ακριβώς όπως είπε ο Πέτρος: «Και αν πάντες σκανδαλισθώσιν εν σοι, εγώ ποτέ δεν θέλω σκανδαλισθή» (Κατά Ματθαίον 26:33). Τα λόγια του Πέτρου προέρχονταν από την καρδιά του, αλλά η συμπεριφορά του δεν ανταποκρινόταν στις επιθυμίες και τις προσδοκίες του. Οι ίδιοι οι άνθρωποι δεν μπορούν να προβλέψουν την ανθρώπινη αδυναμία. Όταν τους συμβεί στ’ αλήθεια κάτι, ξεσκεπάζεται η διαφθορά τους. Η φύση-ουσία και η διεφθαρμένη διάθεση ενός ανθρώπου μπορούν να ελέγχουν και να υπαγορεύουν τις σκέψεις και τη συμπεριφορά του. Μια διεφθαρμένη διάθεση μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες αντιλήψεις, καθώς και σε διαφορετικές επιθυμίες και απαιτήσεις, με αποτέλεσμα να προκύψουν όλων των ειδών οι επαναστατικές συμπεριφορές. Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στη σχέση ενός ανθρώπου με τον Θεό και επηρεάζει άμεσα τη ζωή-είσοδό του και την αλλαγή της διάθεσής του. Οι άνθρωποι δεν έχουν τέτοιες προθέσεις όταν αρχίζουν να πιστεύουν στον Θεό, και ούτε επιθυμούν και ελπίζουν να κάνουν κάτι τέτοιο κατά βάθος. Οι συνέπειες αυτές οφείλονται στις αντιλήψεις που έχουν για τον Θεό. Αν οι άνθρωποι δεν διορθώσουν αυτές τις αντιλήψεις, τότε μπορεί να υπάρξει πρόβλημα με τις προοπτικές, τη μοίρα και τον προορισμό του καθενός.
Για να διορθωθούν οι παρανοήσεις κάποιου για τον Θεό, πρέπει να διορθωθούν οι αντιλήψεις του σχετικά με τον Θεό, με το έργο Του, με την ουσία Του και με τη διάθεσή Του. Για να διορθώσει κανείς αυτές τις αντιλήψεις, πρέπει πρώτα να τις κατανοήσει, να τις μάθει και να τις αναγνωρίσει. Οπότε, ποιες ακριβώς είναι αυτές οι αντιλήψεις; Με αυτό επανερχόμαστε στο κύριο θέμα μας. Πρέπει αρχικά να αναφέρουμε κάποια πρακτικά παραδείγματα για να εξετάσουμε αυτές τις αντιλήψεις και τις εκδηλώσεις των ανθρώπων, ώστε μέσα απ’ αυτές τις περιπτώσεις να γίνουν φανερές οι προθέσεις του Θεού. Με τον τρόπο αυτόν, οι άνθρωποι θα δουν, βαθιά μέσα στην καρδιά του Θεού, ποια είναι η διάθεση και η ουσία Του, καθώς και πώς μεταχειρίζεται τους ανθρώπους, αλλά και πώς φαντάζονται εκείνοι ότι θα έπρεπε να τους μεταχειρίζεται· επίσης, θα μπορέσουν να διακρίνουν, να διευκρινίσουν και να συγκρίνουν αυτές τις δύο τελευταίες οπτικές, γεγονός που μπορεί να τους κάνει να καταλάβουν και να αποδεχτούν τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός τούς μεταχειρίζεται και τους εξουσιάζει, καθώς και να καταλάβουν και να αποδεχτούν την ουσία και τη διάθεσή Του. Μόλις καταλάβουν οι άνθρωποι ξεκάθαρα πώς τους εξουσιάζει ο Θεός και κατανοήσουν το έργο Του, θα πάψουν να έχουν αντιλήψεις γι’ Αυτόν. Θα εξαφανιστεί και το εμπόδιο που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτούς και στον Θεό, ενώ θα πάψουν να εμφανίζονται μέσα τους καταστάσεις κατά τις οποίες θα εναντιώνονται ή θα φωνάζουν ενάντια στον Θεό. Τέτοια ζητήματα επαναστατικότητας και αντίστασης κατά του Θεού μπορούν να διευθετηθούν κατευθείαν αν διαβάσει κανείς τα λόγια Του και συναναστραφεί σχετικά με την αλήθεια. Όποια κι αν είναι η πτυχή των αντιλήψεων που εξετάζεται, πρέπει να ξεκινάει κανείς διαβάζοντας τα λόγια του Θεού και κάνοντας συναναστροφή σχετικά με την αλήθεια. Όλα πρέπει να συνδέονται με την αλήθεια, όλα έχουν σχέση με την αλήθεια. Άρα, ποιες είναι αυτές οι αντιλήψεις που έχουν οι άνθρωποι; Ας αρχίσουμε τη συζήτηση με το έργο του Θεού, για να ξεκαθαρίσουμε με συγκεκριμένα παραδείγματα τις αρχές που κρύβονται πίσω απ’ το έργο Του, καθώς και τις αρχές και τις μεθόδους με τις οποίες Εκείνος μεταχειρίζεται και εξουσιάζει τους ανθρώπους. Ένα παράδειγμα μπορεί να αφορά τη μέθοδο του έργου του Θεού· μπορεί επίσης να αφορά τη μέθοδο με την οποία Εκείνος ταξινομεί κάποιον και το πώς καθορίζει την έκβασή του· ή μπορεί να αφορά τη διάθεση και την ουσία του Θεού. Αν, για να διευκρινίσουμε αυτά τα σημεία, λέγαμε κάποια κενά λόγια για το πώς είναι ο Θεός, για το τι έχει κάνει και για το πώς έχει μεταχειριστεί τους ανθρώπους στη διάρκεια του έργου Του εδώ και έξι χιλιάδες χρόνια, θεωρείτε ότι θα ήταν σωστό κάτι τέτοιο; Θα μπορούσατε να το δεχτείτε εύκολα; Ή αν μιλούσαμε, για παράδειγμα, για το γεγονός ότι ο Θεός εργάζεται εδώ και έξι χιλιάδες χρόνια και ότι τη δεύτερη φάση του έργου Του την έκανε στην Ιουδαία, κι αν συζητούσαμε για το πώς μεταχειριζόταν τότε τον εβραϊκό λαό και για το πώς μπορούμε μέσα απ’ αυτό να παρατηρήσουμε τη διάθεσή Του, θα μπορούσατε να το καταλάβετε εύκολα; (Όχι.) Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι μιλούσαμε για το πώς κυβερνά ο Θεός αυτόν τον κόσμο, πώς, δηλαδή, μεταχειρίζεται τους ανθρώπους που ανήκουν σε διάφορες εθνότητες, τι γνώμη έχει, πώς οριοθετεί τα εδάφη τους και γιατί τους χωρίζει σε διαφορετικούς τόπους· συγκεκριμένα, ας πούμε ότι συζητούσαμε γιατί κάποιοι καλοί άνθρωποι βρίσκονται σε όχι και τόσο ιδανικά μέρη, ενώ κάποιοι κακοί άνθρωποι βρίσκονται σε πολύ καλύτερα, και με βάση ποιες αρχές τα χωρίζει έτσι τα πράγματα· ας πούμε κι ότι μέσα απ’ αυτό το θέμα βλέπαμε τις μεθόδους που εφαρμόζει ο Θεός για να κυβερνά την ανθρωπότητα· θα ήταν εύκολο να καταλάβετε κάτι τέτοιο; (Όχι.) Δεν απέχουν πολύ αυτά τα θέματα από τις αλλαγές διάθεσης των ανθρώπων και από τη ζωή-είσοδό τους στην καθημερινότητα; Δεν είναι πολύ αφηρημένα; (Ναι.) Γιατί λέμε άραγε ότι απέχουν και ότι είναι αφηρημένα; Επειδή στην πραγματική ζωή, το να καταλαβαίνει κανείς μόνο τις αλήθειες που σχετίζονται με τα οράματα, όπως είναι οι λεπτομέρειες για το πώς κυβερνά και καθοδηγεί ο Θεός την ανθρωπότητα, μοιάζει να απέχει λίγο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην καθημερινότητά μας και να μην είναι και πολύ σχετικό. Για να ασχοληθούμε με τα προβλήματα του πραγματικού κόσμου, πρέπει να αρχίσουμε με παραδείγματα για πράγματα που ακούτε, που βλέπετε και αισθάνεστε στη ζωή σας, κι έπειτα να αναπτυχθούν από εκεί οι γνώσεις σας. Όποιες ιστορίες κι αν πω, και όποιους ανθρώπους και γεγονότα κι αν αφορούν αυτές οι ιστορίες —ακόμα κι αν έχουν σχέση με πράγματα που έχεις κάνει εσύ ο ίδιος κάποτε— το απώτερο αποτέλεσμα αυτών των ιστοριών είναι να σε βοηθήσουν να καταλάβεις αλήθειες που αφορούν το θέμα που συζητάμε σήμερα. Κάθε ιστορία που θα πω εξυπηρετεί έναν σκοπό και συνδέεται με την αξία που θέλει να μεταδώσει και με την αλήθεια που εκφράζει.
Ας ξεκινήσουμε την ιστορία μας. Η συγκεκριμένη είναι το Πρώτο Περιστατικό. Πολύ παλιά, μια εκκλησία έστειλε ένα μπουκαλάκι με σιρόπι για τον βήχα και εξήγησε: «Ο Θεός μάς μιλάει και κηρύττει συνέχεια· κάποιες φορές, όταν μιλάει πολύ, βήχει. Για να κηρύττει ο Θεός πιο άνετα και να μη βήχει τόσο πολύ, στέλνουμε λίγο σιρόπι για τον βήχα». Όταν ήρθε το μπουκαλάκι, κάποιος το είδε και είπε: «Λένε πως είναι σιρόπι για τον βήχα· ποιος ξέρει, όμως, τι θεραπεύει πραγματικά; Δεν γίνεται να το δώσουμε στον θεό έτσι απλά να το πιει· μπορεί να είναι επικίνδυνο. Φάρμακο είναι και κάθε φάρμακο έχει κάποιες τοξίνες. Ίσως να έχει παρενέργειες αν το πιει κανείς!» Εκείνοι που τον άκουσαν σκέφτηκαν: «Πώς τα σκέφτεται όλα! Ε, τότε δεν πρέπει να το δώσουμε στον Θεό». Τη στιγμή εκείνη, δεν το χρειαζόμουν, οπότε σκέφτηκα να το κρατήσω για αργότερα, και το θέμα έμεινε εκεί. Τελειώνει, όμως, εδώ η ιστορία; Όχι· εκείνη τη μέρα είναι που ξεκίνησε η ιστορία αυτού του φαρμάκου. Κάποια μέρα, κάποιος διαπίστωσε ότι εκείνος ο ίδιος άνθρωπος είχε πιει μόνος του το σιρόπι για τον βήχα· μέχρι να τον ανακαλύψουν, είχε μείνει μονάχα το μισό. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τι έγινε μετά· το τελείωσε όλο. Εδώ τελειώνει η ιστορία αυτή. Αναλογιστείτε τι σχέση έχει αυτή με τις αντιλήψεις για τις οποίες συζητάμε σήμερα. Καταρχάς, πείτε Μου: Σας σοκάρει η ιστορία, σας επηρεάζει συναισθηματικά; (Ναι.) Και τι σκέφτεστε τώρα που την ακούσατε; Τι είναι αυτό που σας επηρεάζει; Εκείνοι που έχουν επηρεαστεί γενικά θα σκεφτούν: «Πο πο, ήταν κάτι που είχαν προσφέρει στον Θεό· πώς είναι δυνατόν να το ήπιε κάποιος;» Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που τους επηρεάζει συναισθηματικά. Το δεύτερο είναι το εξής: «Συνέχισε να το πίνει. Δεν το πιστεύω ότι το ήπιε όλο!» Εκτός του ότι όλο αυτό σάς επηρέασε συναισθηματικά, τι άλλο μπορείτε να σκεφτείτε; Σχετικά μ’ αυτό που έκανε εκείνος ο άνθρωπος, με όλες αυτές τις συμπεριφορές του, δηλαδή με κάθε ξεχωριστό γεγονός μέσα σ’ όλη την ιστορία, έχετε σκεφτεί πώς θα μπορούσε να αντιδράσει ο Θεός; Τι θα έκανε ο Θεός; Τι έπρεπε να κάνει; Πώς έπρεπε να μεταχειριστεί έναν τέτοιον άνθρωπο; Κι εδώ δεν είναι που αρχίζουν να σχηματίζονται οι ανθρώπινες αντιλήψεις; Ας βάλουμε στην άκρη το περιεχόμενο του γεγονότος που σας επηρέασε συναισθηματικά, και ας κουβεντιάσουμε για το αν θα μπορούσε να σας ωφελήσει αυτή καθαυτή η εμπειρία του ότι σας επηρέασε. Οι άνθρωποι, όταν επηρεάζονται συναισθηματικά, απλώς νιώθουν μια σχετική ενόχληση στη συνείδησή τους, αλλά δεν μπορούν να μιλήσουν ξεκάθαρα για αυτό. Ύστερα, μπορεί να καταδικάσουν τον άνθρωπο της ιστορίας και να του αποδώσουν μομφή, και αυτό να έχει τις ρίζες του στην ηθική, στη δεοντολογία, στις θεολογικές θεωρίες ή στα λόγια και στα δόγματα· αυτά τα πράγματα, όμως, δεν είναι η αλήθεια. Αν θέλουμε να φτάσουμε στην αλήθεια, τα ζητήματα που χρειάζονται λύση είναι οι ανθρώπινες αντιλήψεις που διαμορφώθηκαν για το ίδιο το γεγονός και οι απαιτήσεις σχετικά με το τι πρέπει να κάνει ο Θεός. Στη συγκεκριμένη ιστορία, πάρα πολύ σημαντικές είναι οι αντιλήψεις και οι σκέψεις των ανθρώπων ως προς το τι θα έπρεπε να κάνει ο Θεός σε μια τέτοια κατάσταση. Μην εστιάζεις μόνο στη συναισθηματική σου αντίδραση· δεν απαλλάσσεσαι απ’ την επαναστατικότητά σου όταν κάποιο πράγμα σε επηρεάζει συναισθηματικά. Αν κάποτε στις προσφορές του Θεού βρεις κάτι που σου αρέσει πολύ ή που το έχεις ανάγκη και μπεις σε μεγάλο πειρασμό, θα μπορούσες κι εσύ να το πάρεις για δικό σου· και τότε, καθόλου δεν θα σε επηρέαζε συναισθηματικά αυτή η πράξη. Το ότι τώρα νιώθεις να σε επηρεάζει σε έναν βαθμό δεν είναι παρά μια συνάρτηση της συνείδησης, ένα προϊόν των ηθικών προτύπων της ανθρώπινης φύσης· δεν είναι συνάρτηση της αλήθειας. Όταν μπορέσεις να διορθώσεις τις αντιλήψεις που προκύπτουν απ’ αυτήν την κατάσταση, τότε θα καταλάβεις μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση την αλήθεια. Θα έχεις διορθώσει οποιεσδήποτε αντιλήψεις και παρανοήσεις έχεις απέναντι στον Θεό σε τέτοιου είδους θέματα, ενώ σ’ αυτού του είδους τις καταστάσεις, θα καταλαβαίνεις την αλήθεια και θα κερδίζεις κάτι. Σκεφτείτε λοιπόν τώρα τι αντιλήψεις θα μπορούσαν να αναπτύξουν οι άνθρωποι σε μια τέτοια κατάσταση. Ποιες απ’ αυτές τις αντιλήψεις θα μπορούσαν να σε κάνουν να παρανοήσεις τον Θεό, να δημιουργήσεις ένα εμπόδιο ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ Αυτόν ή ακόμη και να Του εναντιωθείς; Πάνω σ’ αυτό θα πρέπει να συναναστραφούμε. Για πείτε Μου, όταν έγινε αυτό το περιστατικό, μήπως εκείνος ο άνθρωπος ένιωσε καμία μομφή στη συνείδησή του; (Όχι.) Πώς και λέτε ότι δεν ένιωσε καμία μομφή; (Αφού ήπιε όλο το σιρόπι.) Πολύ εύκολο να το αναλύσουμε αυτό, σωστά; Απ’ την πρώτη γουλιά μέχρι την τελευταία, δεν έδειξε καμία αυτοσυγκράτηση και δεν σταμάτησε. Αν είχε δοκιμάσει μια γουλιά και μετά σταματούσε, αυτό θα θεωρούνταν αίσθημα αυτομομφής, αφού θα σταματούσε, θα συγκρατιόταν και δεν θα συνέχιζε. Αυτός ο άνθρωπος, όμως, δεν έκανε κάτι τέτοιο· ήπιε όλο το μπουκαλάκι, δεν άφησε ούτε γουλιά. Αν είχε κι άλλο, θα έπινε ακόμα περισσότερο. Αυτό δείχνει ότι δεν ένιωσε καμία απολύτως μομφή στη συνείδησή του. Αυτή είναι η ανθρώπινη οπτική. Ο Θεός, απ’ την άλλη, πώς το βλέπει το θέμα; Αυτό ακριβώς πρέπει να καταλάβετε. Από το πώς μεταχειρίζεται ο Θεός αυτήν την κατάσταση, από το πώς την αξιολογεί και την ορίζει, καταλαβαίνετε τη διάθεση του Θεού, την ουσία Του· μπορείτε, επίσης, να διακρίνετε τις αρχές και τις μεθόδους με τις οποίες λειτουργεί Εκείνος. Την ίδια στιγμή, αυτό μπορεί να αποκαλύψει κάποιες ανθρώπινες αντιλήψεις και να κάνει τους ανθρώπους να πουν: «Τέτοια στάση έχει, λοιπόν, ο Θεός απέναντι στους ανθρώπους· έτσι τους μεταχειρίζεται. Δεν το είχα σκεφτεί έτσι νωρίτερα». Το γεγονός ότι δεν το είχες σκεφτεί έτσι αποκαλύπτει το εμπόδιο που υπάρχει ανάμεσα σ’ εσένα και στον Θεό, αποκαλύπτει ότι μπορείς να αναπτύξεις παρανοήσεις για τον Θεό και ότι έχεις αντιλήψεις για το πώς εργάζεται και ενεργεί Εκείνος ως προς αυτό το θέμα. Κι ο Θεός, όταν βρέθηκε μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, πώς το χειρίστηκε; Ο άνθρωπος είπε: «Αυτό είναι φάρμακο· όλα τα φάρμακα είναι τοξικά σε κάποιον βαθμό. Δεν γίνεται να αφήσουμε τον Θεό να το πιει. Μπορεί να έχει παρενέργειες». Ποια πρόθεση και ποιος σκοπός κρυβόταν πίσω απ’ τα λόγια του; Ήταν αληθινά ή ψεύτικα αυτά τα λόγια; Δεν ήταν αληθινά· ήταν απατηλά, ψεύτικα και υποκριτικά. Αυτά που έκανε μετά και όσα αποκάλυψε έδειξαν ξεκάθαρα τι συνέβαινε στην καρδιά του. Έκανε κάτι ο Θεός για τα ψεύτικα λόγια και τις πράξεις του ανθρώπου αυτού; (Όχι.) Πού το ξέρουμε ότι ο Θεός δεν έκανε τίποτα; Όταν είπε εκείνα τα λόγια, δεν ήταν ειλικρινής· έλεγε ψέματα. Ο Θεός απλώς παρακολουθούσε αμέτοχος, χωρίς να εκτελεί ούτε το θετικό έργο της καθοδήγησης ούτε το αρνητικό έργο της μομφής. Κάποιες φορές, οι άνθρωποι νιώθουν μομφή στη συνείδησή τους, και κάτι τέτοιο σημαίνει ότι εργάζεται ο Θεός. Μήπως εκείνος ο άνθρωπος ένιωσε κάποια μομφή εκείνη τη στιγμή; (Όχι.) Όχι μόνο δεν ένιωσε μομφή, αλλά είπε και βαρύγδουπα λόγια. Ο Θεός δεν του απέδωσε μομφή. Απλώς τον παρακολουθούσε. Και γιατί να παρακολουθήσει ο Θεός; Μήπως παρακολουθούσε για να δει πώς θα εξελισσόταν η κατάσταση; (Όχι.) Όχι απαραίτητα. Ακριβώς τη στιγμή που κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση, πριν αποφασίσει τι θα κάνει ή πριν κάνει όντως το οτιδήποτε, τον καταλαβαίνει ο Θεός αυτόν τον άνθρωπο; (Ναι.) Ο Θεός τον καταλαβαίνει όχι μόνο επιφανειακά, αλλά και εσωτερικά· καταλαβαίνει αν η καρδιά του είναι καλή ή κακή, ειλικρινής ή ψευδής, καταλαβαίνει τι στάση έχει πραγματικά απέναντι στον Θεό, αν έχει τον Θεό στην καρδιά του, αν έχει ειλικρινή πίστη. Ο Θεός τα ξέρει ήδη όλα αυτά· έχει ατράνταχτες αποδείξεις και παρατηρεί συνέχεια. Τι έκανε ο Θεός μόλις το είπε αυτό ο συγκεκριμένος άνθρωπος; Καταρχάς, ο Θεός δεν του απέδωσε μομφή. Δεύτερον, δεν τον διαφώτισε ούτε τον έκανε να καταλάβει ότι επρόκειτο για προσφορά, ότι οι άνθρωποι δεν έπρεπε να την αγγίξουν έτσι απερίσκεπτα. Είναι ανάγκη να πει ο Θεός ρητά στους ανθρώπους να το γνωρίζουν αυτό; (Όχι.) Όποιος έχει κανονική ανθρώπινη φύση θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό. Μπορεί κάποιοι να πουν: «Ορισμένοι άνθρωποι πολύ απλά δεν γνωρίζουν. Δεν τους το λες; Αν απλώς τους το πεις, δεν θα το μάθουν τότε; Αν κάποιος δεν ξέρει, απαλλάσσεται από την αμαρτία. Αυτήν τη στιγμή, δεν ξέρουν· αν ήξεραν, δεν θα είχαν κάνει αυτό το λάθος, έτσι δεν είναι; Δεν θα τους προστάτευες αν τους το έλεγες;» Έπραξε άραγε έτσι ο Θεός; (Όχι.) Για ποιον λόγο δεν έπραξε έτσι; Αφενός, αυτός ο άνθρωπος θα έπρεπε να ξέρει την έννοια ότι «αυτό είναι προσφορά για τον Θεό, οι άνθρωποι δεν επιτρέπεται να το αγγίξουν». Αφετέρου, αν δεν το ήξερε, τότε γιατί δεν του το είπε ο Θεός; Για ποιον λόγο δεν του το γνωστοποίησε ο Θεός για να μην τον αφήσει να κάνει κάτι τέτοιο και να βρεθεί αντιμέτωπος με τέτοιες συνέπειες; Αν του το έλεγε, άραγε αυτό δεν θα αποκάλυπτε καλύτερα το πόσο ειλικρινής είναι ο Θεός όσον αφορά τη σωτηρία των ανθρώπων; Δεν θα αποκάλυπτε κάτι τέτοιο καλύτερα την αγάπη του Θεού; Άρα, γιατί δεν το έκανε αυτό ο Θεός; (Ήθελε να τον αποκαλύψει.) Ναι, ο Θεός ήθελε να τον αποκαλύψει. Όταν σου συμβαίνουν κάποιες καταστάσεις, δεν σου συμβαίνουν τυχαία. Μια συγκεκριμένη κατάσταση μπορεί να σηματοδοτήσει τη σωτηρία σου ή μπορεί να σηματοδοτήσει την καταστροφή σου. Σ’ αυτές τις στιγμές, ο Θεός παρακολουθεί, μένει σιωπηλός, δεν ενορχηστρώνει καμία περίσταση για να σε παροτρύνει ούτε σε διαφωτίζει με λόγια όπως: «Δεν πρέπει να το κάνεις αυτό· οι συνέπειες θα είναι αδιανόητες» ή «Δεν έχουν λογική και ανθρώπινη φύση ενέργειες σαν κι αυτή». Οι άνθρωποι δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά, κι αυτό οφείλεται, από μια άποψη, στο γεγονός ότι ο Θεός εκείνη τη στιγμή δεν τους παρότρυνε καθόλου. Ο Θεός δεν έκανε καμία ενέργεια. Κατά μία άλλη έννοια, αν κάποιος άνθρωπος έχει όντως συνείδηση και διαθέτει σε κάποιο βαθμό ανθρώπινη φύση, τότε άραγε ο Θεός θα ενεργούσε πάνω σε ένα τέτοιο θεμέλιο; (Ναι.) Σωστά. Ο Θεός θα του χάριζε μια τέτοιου είδους χάρη. Γιατί, όμως, εκείνη την κατάσταση την αγνόησε ο Θεός; Ο ένας λόγος είναι ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν είχε συνείδηση και λογική, δεν είχε αξιοπρέπεια, δεν ήταν ακέραιος και δεν είχε κανονική ανθρώπινη φύση. Δεν επιδίωκε τέτοια πράγματα· δεν είχε τον Θεό στην καρδιά του και δεν ήταν αληθινός πιστός σ’ Αυτόν. Έτσι, μέσα απ’ αυτήν την κατάσταση, ο Θεός θέλησε να τον αποκαλύψει. Κάποιες φορές, το να αποκαλύψει κάποιον ο Θεός είναι μια μορφή σωτηρίας, ενώ άλλες φορές δεν είναι. Ο Θεός ενεργεί επίτηδες μ’ αυτόν τον τρόπο. Αν έχεις συνείδηση και λογική, τότε το να σε αποκαλύψει ο Θεός χρησιμεύει ως δοκιμασία και ως μια μορφή σωτηρίας. Αν, όμως, δεν έχεις συνείδηση και λογική, τότε το να σε αποκαλύψει ο Θεός θα σημάνει τον αποκλεισμό σου και την καταστροφή σου. Αν, λοιπόν, το εξετάσουμε τώρα, τι σήμαινε το γεγονός ότι ο Θεός αποκάλυψε αυτόν τον άνθρωπο; Σήμαινε τον αποκλεισμό του· δεν ήταν ευλογία, αλλά κατάρα. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Έκανε ένα τεράστιο λάθος, κάτι που είναι πολύ ντροπιαστικό. Από τότε που άρχισε να πίνει κρυφά το σιρόπι για τον βήχα, δεν θα μπορούσε ο Θεός να είχε διαμορφώσει κάποιες περιστάσεις για να τον κάνει να σταματήσει, έτσι ώστε να μην κάνει αυτό το λάθος και άρα να μη χρειαστεί να αποκλειστεί;» Αυτό έκανε ο Θεός; (Όχι.) Τι έκανε ο Θεός; (Άφησε την κατάσταση να εξελιχθεί μόνη της.) Ο Θεός άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους, και αυτή είναι μία από τις αρχές Του. Μόλις εκείνος ο άνθρωπος άνοιξε το μπουκαλάκι με το σιρόπι του βήχα, μήπως είχε η πρώτη γουλιά που ήπιε καμία διαφορά στη φύση σε σχέση με την τελευταία; (Όχι.) Για ποιον λόγο δεν είχαν καμία διαφορά; (Όσον αφορά την ουσία, είναι ακριβώς αυτό το είδος ανθρώπου.) Αυτή η κατάσταση αποκάλυψε σε βάθος την ανθρώπινη φύση του, την επιδίωξή του και την πίστη του.
Την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ησαύ αντάλλαξε τα πρωτοτόκια του για ένα πιάτο κόκκινες φακές. Δεν συνειδητοποιούσε ποιο πράγμα ήταν σημαντικό και πολύτιμο: «Και τι το σπουδαίο έχουν τα πρωτοτόκια; Και να τα ανταλλάξω, το ίδιο θα ’ναι· ζωντανός θα παραμείνω, έτσι δεν είναι;» Αυτήν τη σκέψη έκανε μέσα του. Ίσως η προσέγγισή του στο πρόβλημα να φαίνεται αρκετά ρεαλιστική, αλλά εκείνο το οποίο έχασε ήταν η ευλογία του Θεού, πράγμα που έχει αδιανόητες συνέπειες. Σήμερα, υπάρχουν στην εκκλησία πολλοί άνθρωποι που δεν επιδιώκουν την αλήθεια. Δεν λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τις υποσχέσεις του Θεού και τις ευλογίες Του. Αυτό δεν έχει την ίδια φύση με το να χάνει κανείς τα πρωτοτόκια του; Δεν είναι ακόμα πιο σοβαρό; Αυτό συμβαίνει επειδή το να σώσει ο Θεός τους ανθρώπους είναι μια ευκαιρία που δίνεται μια φορά· αν κάποιος χάσει αυτήν την ευκαιρία, τότε όλα έχουν τελειώσει. Μάλιστα, ένας αποκλείστηκε μόνο και μόνο για ένα μπουκαλάκι σιρόπι για τον βήχα, το οποίο πήρε με αντάλλαγμα την καταστροφή ως αποτέλεσμά του· πολύ απλά, αυτό είναι αδιανόητο! Ωστόσο, στην πραγματικότητα, είναι πολύ κατανοητό. Γιατί το λέω αυτό; Μπορεί αυτό το γεγονός να μοιάζει ασήμαντο. Αν συνέβαινε ένα τέτοιο γεγονός ανάμεσα στους ανθρώπους, δεν θα θεωρούταν και τόσο σημαντικό. Είναι αντίστοιχη περίπτωση με το να διαπράξεις κάποιο έγκλημα, όπως το να κλέψεις ή το να τραυματίσεις κάποιον. Εκεί, το πολύ πολύ να τιμωρηθείς μετά θάνατον και μετά να αναγεννηθείς ως άνθρωπος, περνώντας από αρκετούς κύκλους μετενσάρκωσης. Δεν θα ήταν κάτι σημαντικό. Είναι, όμως, το ίδιο απλή η κατάσταση στην οποία αναφέρομαι τώρα; (Όχι.) Για ποιον λόγο λέμε ότι δεν είναι απλή; Για ποιον λόγο αξίζει να συζητήσουμε αυτήν την κατάσταση; Ας αρχίσουμε μ’ αυτό το μπουκαλάκι με το σιρόπι για τον βήχα. Στην πραγματικότητα, αυτό το μπουκαλάκι με το σιρόπι του βήχα δεν είχε μεγάλη αξία· μόλις, όμως, το πρόσφεραν στον Θεό, η ουσία του άλλαξε· μετατράπηκε σε προσφορά. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Οι προσφορές είναι ιερές· οι προσφορές δεν ανήκουν στους ανθρώπους· οι άνθρωποι δεν πρέπει να ακουμπάνε τις προσφορές». Σωστό είναι κι αυτό. Τι είναι μια προσφορά; Προσφορά είναι κάτι που αφιερώνει κάποιος στον Θεό. Ό,τι κι αν είναι, όλα αυτά τα πράγματα ονομάζονται προσφορές. Από τη στιγμή που ανήκουν στον Θεό, δεν ανήκουν πια στον άνθρωπο. Ό,τι είναι αφιερωμένο στον Θεό, είτε είναι χρήματα είτε κάτι υλικό, όποια αξία κι αν έχει, ανήκει αποκλειστικά στον Θεό. Δεν βρίσκεται στη διάθεση του ανθρώπου ούτε μπορεί ο άνθρωπος να το χρησιμοποιήσει σαν δικό του. Πώς θα μπορούσε να συλλάβει κανείς την έννοια των προσφορών του Θεού; Ανήκουν στον Θεό, μόνο Αυτός μπορεί να τις δώσει και κανείς δεν μπορεί, χωρίς να έχει πάρει την έγκρισή Του, να αγγίξει αυτά τα πράγματα ή να κάνει σχέδια γι’ αυτά. Υπάρχουν κάποιοι που λένε: «Αν κάτι δεν το χρησιμοποιεί ο Θεός, τότε γιατί δεν επιτρέπεται να το χρησιμοποιήσουμε εμείς; Δεν θα ήταν κρίμα να χαλάσει μετά από λίγο καιρό;» Όχι, ούτε καν τότε· εδώ υπάρχει μια αρχή. Οι προσφορές είναι κάτι που ανήκει στον Θεό, όχι στον άνθρωπο· είτε μεγάλες είτε μικρές, και είτε πολύτιμες είτε όχι, όταν ο άνθρωπος τις αφιερώσει στον Θεό, έχει αλλάξει η ουσία τους, τις θέλει δεν τις θέλει ο Θεός. Από τη στιγμή που κάτι έχει μετατραπεί σε προσφορά, περιλαμβάνεται στα υπάρχοντα του Δημιουργού και τίθεται στη διάθεσή Του. Και με τι έχει να κάνει το πώς μεταχειρίζεται κανείς τις προσφορές; Έχει να κάνει με τη στάση του απέναντι στον Θεό. Αν η στάση ενός ανθρώπου απέναντι στον Θεό είναι στάση θράσους, απαξίωσης και αδιαφορίας, τότε σίγουρα αυτός ο άνθρωπος θα έχει την ίδια στάση απέναντι σε όλα όσα ανήκουν στον Θεό. Είναι κάποιοι που λένε: «Υπάρχουν κάποιες προσφορές για τις οποίες δεν ρωτάει κανείς. Άραγε αυτό δεν σημαίνει ότι ανήκουν σε όποιον τις έχει διπλαρώσει; Είτε το ξέρει κανείς είτε όχι, “όποιος τις βρει, τις κρατάει”· σε όποιου τα χέρια πέσουν, αυτός είναι ο ιδιοκτήτης τους». Πώς σας φαίνεται αυτή η άποψη; Είναι ολοφάνερο πως είναι λανθασμένη. Ποια στάση τηρεί ο Θεός απέναντι στις προσφορές; Ό,τι κι αν είναι αυτό που προσφέρουν στον Θεό και είτε Εκείνος το δέχεται είτε όχι, από τη στιγμή που κάτι έχει χαρακτηριστεί ως προσφορά, οποιοσδήποτε σχεδιάζει να κάνει τίποτα μ’ αυτό μπορεί να βρεθεί «πάνω σε ναρκοπέδιο». Τι σημαίνει αυτό; (Σημαίνει ότι προσβάλλει τη διάθεση του Θεού.) Σωστά. Αφού αυτήν την έννοια την ξέρετε όλοι σας, γιατί δεν αναγνωρίζετε την ουσία αυτού του ζητήματος; Τι λέει στους ανθρώπους αυτό το ζήτημα; Τους λέει ότι η διάθεση του Θεού δεν ανέχεται καμία προσβολή απ’ τους ανθρώπους και ότι εκείνοι δεν πρέπει να σκαλίζουν τα πράγματά Του. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις προσφορές του Θεού. Αν κάποιος τις έπαιρνε ως δικές του ή τις κατασπαταλούσε και τις χαράμιζε, τότε θα μπορούσε να προσβάλει τη διάθεση του Θεού και να υποστεί τιμωρία. Η οργή του Θεού έχει τις αρχές της· δεν είναι όπως τη φαντάζονται οι άνθρωποι, δεν είναι ότι ο Θεός ξεσπάει σε όποιον κάνει κάποιο λάθος. Κάθε άλλο, η οργή του Θεού πυροδοτείται όταν κάποιος Τον προσβάλλει σε κομβικά, σημαντικά ζητήματα. Ειδικά όσον αφορά τη μεταχείριση που έχουν οι άνθρωποι απέναντι στην ενσάρκωση του Θεού και στις προσφορές Του, πρέπει να είναι προσεκτικοί και να έχουν θεοφοβούμενη καρδιά· μόνο έτσι μπορούν να εξασφαλίσουν ότι δεν θα προσβάλουν τη διάθεση του Θεού.
Κάποιοι πιστοί στον Θεό έχουν όντως πίστη και μπορούν να δαπανήσουν τον εαυτό τους και να πληρώσουν το τίμημα, να έχουν μια καλή επίδοση σε κάθε πτυχή, εκτός από μία. Ένας τέτοιος άνθρωπος, καθώς βλέπει πόσο άφθονοι είναι οι πόροι στον οίκο του Θεού και ξέρει ότι ο εκλεκτός λαός του Θεού προσφέρει, εκτός από τα χρήματα, και τρόφιμα, ρούχα, διάφορα φάρμακα και άλλα, σκέφτεται: «Ο εκλεκτός λαός του Θεού προσφέρει στον Θεό τόσα πράγματα· ο Θεός δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει όλα αυτά μόνος Του. Ναι μεν κάποια χρειάζονται για τη διάδοση του ευαγγελίου, αλλά και πάλι δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν όλα. Πώς πρέπει να διαχειριστούμε αυτά τα αντικείμενα; Μήπως θα ήταν καλό να έχουν μερίδιο σε κάποια απ’ αυτά οι επικεφαλής και οι εργάτες;» Αυτό το ζήτημα αρχίζει να τον αγχώνει και να τον ταλανίζει, νιώθει μέσα του ένα «βάρος» και αρχίζει να συλλογίζεται: «Τώρα που είμαι υπεύθυνος γι’ αυτά τα αντικείμενα, ας χρησιμοποιήσω κάποια. Αν δεν το κάνω, τότε, όταν αφανιστεί ο κόσμος, δεν θα πάνε χαμένες όλες αυτές οι προσφορές; Είναι δίκαιο να τις μοιραστούν οι επικεφαλής και οι εργάτες. Όλοι όσοι βρίσκονται στον οίκο του Θεού είναι ισότιμοι· εφόσον έχουμε αφοσιωθεί στον Θεό, τα αντικείμενα του Θεού είναι και δικά μας, και τα δικά μας αντικείμενα είναι του Θεού. Δεν υπάρχει θέμα αν απολαύσω κάποιες απ’ τις προσφορές του Θεού· έτσι κι αλλιώς, είναι μέρος της ευλογίας Του. Μπορώ κάλλιστα να χρησιμοποιήσω κάποιες». Τέτοιες σκέψεις τον βάζουν σε πειρασμό. Μεγαλώνει σιγά-σιγά η επιθυμία του και αρχίζει να εποφθαλμιά τις προσφορές· ξεκινά και παίρνει διάφορα αντικείμενα, χωρίς να νιώθει μέσα του καμιά μομφή. Σκέφτεται πως δεν πρόκειται να το μάθει κανείς και, για να παρηγορήσει τον εαυτό του, λέει: «Έχω δαπανήσει τον εαυτό μου για τον Θεό· δεν είναι και τόσο σπουδαίο που απολαμβάνω κάποιες προσφορές. Ακόμα κι αν το μάθει ο Θεός, θα με συγχωρήσει. Ας απολαύσω τώρα κάποιες». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αρχίσει να κλέβει τις προσφορές, κι έτσι να προσβάλλει τη διάθεση του Θεού. Εκ πρώτης όψεως, βρίσκει πολλούς τρόπους να δικαιολογήσει τον εαυτό του, όπως: «Σύντομα θα χαλάσουν όλα αυτά, πρέπει να καταναλωθούν! Ο Θεός δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει όλα από μόνος Του, ενώ αν τα μοιράζαμε ισόποσα, είναι τόσοι οι άνθρωποι, που δεν θα έφταναν για όλους. Γιατί να μην τα διαχειριστώ εγώ; Κι αν όλα αυτά τα χρήματα δεν ξοδευτούν μέχρι το τέλος του κόσμου; Πρέπει να πάρει ο καθένας μας από ένα μερίδιο, πράγμα που δείχνει επίσης την αγάπη και τη χάρη του Θεού! Ας μην το έχει δηλώσει αυτό ο Θεός και ας μην υπάρχει τέτοια αρχή· γιατί να μη δράσουμε με προορατικότητα; Έτσι ενεργεί κανείς σύμφωνα με τις αρχές!» Κατασκευάζει ένα σωρό βαρύγδουπες δικαιολογίες και μετά ξεκινά να αναλαμβάνει δράση. Μόλις όμως ξεκινήσει, τα πράγματα ξεφεύγουν απ’ τον έλεγχο, και έχει όλο και λιγότερη μομφή στην καρδιά του. Ίσως ακόμα και να το θεωρήσει δικαιολογημένο και να σκεφτεί: «Αφού δεν το χρειάζεται ο Θεός, πρέπει να το χρησιμοποιήσω εγώ. Δεν είναι και κανένα πρόβλημα αυτό στ’ αλήθεια». Εδώ είναι που στραβώνει το πράγμα. Εσείς τι λέτε; Είναι ή δεν είναι μεγάλο πρόβλημα αυτό; Είναι σοβαρό; (Ναι.) Για ποιον λόγο λέμε ότι είναι σοβαρό; Αξίζει να γίνει συναναστροφή πάνω σ’ αυτό το ζήτημα; (Ναι.) Για ποιον λόγο αξίζει να γίνει συναναστροφή; (Έχει να κάνει με τη διάθεση του Θεού, αλλά και με το αποτέλεσμα και τον προορισμό του ανθρώπου.) Το ζήτημα είναι σημαντικό, έχει σοβαρή φύση. Για ποιο πράγμα, λοιπόν, πρέπει να σας προειδοποιήσω; Μη σας περνάει ποτέ απ’ το μυαλό η ιδέα να πάρετε προσφορές. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Δεν είναι σωστό αυτό· οι προσφορές που κάνουν οι αδελφοί και οι αδελφές είναι για τον οίκο του Θεού, για την εκκλησία. Άρα, είναι κοινή περιουσία για όλους». Είναι σωστή αυτή η δήλωση; Από πού προέρχεται μια τέτοια δήλωση; Η απληστία του ανθρώπου κατασκευάζει μια τέτοια θεωρία. Με τι άλλο σχετίζεται το ζήτημα; Υπάρχει κάτι που δεν έχουμε θίξει ακόμα· ποιο πράγμα; Κάποιοι πιστεύουν το εξής: «Ο οίκος του Θεού είναι μια μεγάλη οικογένεια. Σε μια καλή οικογένεια θα πρέπει να υπάρχει αγάπη και ανοχή· θα πρέπει να μοιράζονται όλοι το φαγητό, το ποτό και τους διαθέσιμους πόρους, και θα πρέπει όλα αυτά να μοιράζονται ισότιμα. Για παράδειγμα, πρέπει όλοι να έχουν ρούχα, και πρέπει να τα μοιράζονται και να τα χαίρονται όλοι το ίδιο. Ο Θεός δεν ευνοεί κανέναν έναντι κάποιου άλλου· αν κάποιος δεν έχει να αγοράσει ούτε κάλτσες και ο Θεός έχει κάποια ζευγάρια παραπάνω, πρέπει να του προσφέρει μερικά για να τον βοηθήσει. Επίσης, αυτές τις προσφορές του Θεού τις έχουν κάνει οι αδελφοί και οι αδελφές. Τόσα πράγματα έχει ήδη ο Θεός· δεν θα έπρεπε κάποια να μοιραστούν στους φτωχούς; Κάτι τέτοιο δεν θα εξέφραζε την αγάπη του Θεού;» Έτσι σκέφτονται οι άνθρωποι; Άραγε, αυτά δεν είναι ανθρώπινες αντιλήψεις; Οι άνθρωποι θέλουν με το ζόρι για δική τους την ιδιοκτησία του Θεού, ενώ ταυτόχρονα την χαρακτηρίζουν κατ’ ευφημισμό ως χάρη του Θεού, ευλογίες του Θεού και μεγάλη αγάπη του Θεού. Θέλουν συνέχεια να μοιράζονται ισόποσα τα πάντα μαζί Του, να τα χωρίζουν όλα ισομερώς και πιέζουν πάντα για ισονομία. Το θεωρούν αυτό σύμβολο της παγκόσμιας ενότητας, της αρμονίας μεταξύ των ανθρώπων και μιας γεμάτης ύπαρξης, ενώ θεωρούν ότι πρέπει να εκδηλωθεί αυτή η κατάσταση. Άραγε, αυτές δεν είναι ανθρώπινες αντιλήψεις; Θεωρούν ότι, ειδικά στον οίκο του Θεού, κανείς δεν πρέπει να πεινάσει. Πιστεύουν ότι αν κάποιος πεινάει, τότε ο Θεός πρέπει να χρησιμοποιήσει τις προσφορές Του για να τον βοηθήσει· ότι ο Θεός δεν πρέπει να αγνοήσει το ζήτημα. Αυτό το «πρέπει» που πιστεύουν οι άνθρωποι δεν είναι κάποιου είδους αντίληψη; Δεν είναι μια απαίτηση των ανθρώπων απ’ τον Θεό; Κάποιοι άνθρωποι, αφού πιστέψουν στον Θεό, λένε: «Τόσα χρόνια πιστεύω στον Θεό και δεν έχω κερδίσει τίποτα· ακόμα στη φτώχεια ζει η οικογένειά μου. Δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Ο Θεός θα έπρεπε να μου δείξει καλοσύνη, να με ευλογήσει, έτσι ώστε να μπορώ να Τον δοξάσω καλύτερα». Λόγω του ότι η οικογένειά σου είναι φτωχή, δεν επιδιώκεις την αλήθεια· ελπίζεις μέσα απ’ την πίστη στον Θεό να αλλάξει η κατάσταση της εξαθλίωσης στην οποία βρίσκεσαι, ενώ διαπραγματεύεσαι με τον Θεό με τη δικαιολογία ότι Τον δοξάζεις. Αυτές είναι ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες· είναι οι υπερβολικές επιθυμίες του ανθρώπου. Άραγε, το να πιστεύει κανείς με τέτοια κίνητρα στον Θεό δεν είναι μια μορφή διαπραγμάτευσης μαζί Του; Έχουν μήπως συνείδηση και λογική όσοι διαπραγματεύονται με τον Θεό; Είναι άνθρωποι που υποτάσσονται στον Θεό; Σε καμία περίπτωση. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν συνείδηση και λογική, δεν αποδέχονται την αλήθεια. Ο Θεός τούς αποστρέφεται και τους απορρίπτει, είναι παράλογοι άνθρωποι που δεν μπορούν να φτάσουν στη σωτηρία του Θεού.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.