Μόνο διαλύοντας τις αντιλήψεις του μπορεί κανείς να πορευτεί στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό (2) Μέρος πρώτο
Ως προς το ζήτημα των αντιλήψεων, την τελευταία φορά συναναστραφήκαμε σχετικά με τρία πράγματα: Πρώτον, σχετικά με τις αντιλήψεις που αφορούν την πίστη στον Θεό· δεύτερον, σχετικές μ’ αυτές που αφορούν την ενσάρκωση· τρίτον, σχετικά μ’ αυτές που αφορούν το έργο του Θεού. Τώρα, έχουμε τελειώσει τη συζήτηση πάνω στα δυο πρώτα· όσον αφορά το τρίτο, μιλήσαμε για κάποια αρκετά βασικά στοιχεία που σχετίζονται με τις συγκεκριμένες αντιλήψεις. Με βάση τις αντιλήψεις που σχετίζονται με αυτό το τρίτο πράγμα και το περιεχόμενο που τις αφορά, έχετε, άραγε, σκεφτεί προσεκτικά τι άλλο μπορεί να σχετίζεται μ’ αυτές τις αντιλήψεις και με αυτήν την αλήθεια; Δεν υπάρχει καμία αλήθεια που να είναι τόσο απλή όσο φαίνεται με βάση την κυριολεκτική της σημασία· καθεμιά έχει ένα δικό της πραγματικό νόημα, και σχετίζονται όλες με τη ζωή-είσοδο των ανθρώπων, όπως και με κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους και της πίστης τους στον Θεό. Έχετε, λοιπόν, καταλάβει τίποτε από την καθημερινότητά σας που να αφορά τη συγκεκριμένη πτυχή της αλήθειας; Από τις συναναστροφές που ακούτε σχετικά με αυτήν την πτυχή της αλήθειας, καταλαβαίνετε μόνο ένα μέρος, τις καταλαβαίνετε κυριολεκτικά, και μπορείτε να διακρίνετε λιγάκι τις προφανείς αντιλήψεις. Πρέπει μετά απ’ αυτό, να αναλογιστείτε, να προσευχηθείτε και να αναζητήσετε περισσότερο, καθώς και να κάνετε συναναστροφή με τους αδελφούς και τις αδελφές σας που να βασίζεται στην εμπειρία σας, για να αποκτήσετε σχετικά βαθύτερη και πιο πρακτική κατανόηση. Αν εξετάσετε αυτές τις τρεις αλήθειες με την κυριολεκτική σημασία τους, ποια απ’ τις τρεις έχει μεγαλύτερη σχέση με τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων, με την κατανόηση της διάθεσης του Θεού και με την πρακτική είσοδό τους; Ποια απ’ τις τρεις είναι η πιο διεξοδική και η πιο βαθιά; (Η τρίτη αλήθεια.) Η τρίτη αλήθεια είναι λίγο πιο βαθιά. Η πρώτη ήταν οι αντιλήψεις σχετικά με την πίστη στον Θεό, οι οποίες είναι πράγματα σχετικά αυτονόητα και επιφανειακά· η δεύτερη ήταν οι αντιλήψεις σχετικά με την ενσάρκωση, οι οποίες έχουν να κάνουν με πράγματα που βλέπουν και καταλαβαίνουν οι άνθρωποι, και που μπορούν να τα συναντήσουν και να τα συλλογιστούν στη ζωή τους· η τρίτη ήταν οι αντιλήψεις σχετικά με το έργο του Θεού, και αυτές έχουν να κάνουν με τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων· αυτή η τελευταία αλήθεια είναι κάπως πιο βαθιά. Τι ακριβώς είναι, λοιπόν, οι αντιλήψεις σχετικά με το έργο του Θεού; Τι αντιλήψεις έχουν οι άνθρωποι γι’ αυτό; Ποια πρέπει να είναι η κατανόησή τους γι’ αυτές τις αντιλήψεις, πώς πρέπει να τις αντιμετωπίζουν και πώς πρέπει να τις διορθώσουν; Αυτό αφορά η σημερινή συναναστροφή.
Όταν οξυνθούν οι αντιλήψεις των ανθρώπων για το έργο του Θεού, κι εκείνοι, από εκεί που εφάρμοζαν τη λογική και την κρίση τους, φτάσουν στο σημείο να έχουν απαιτήσεις απ’ τον Θεό, να Του απευθύνουν εξωφρενικές επιθυμίες, να έρχονται σε σύγκρουση μαζί Του και να προβαίνουν σε εκτιμήσεις ή κρίσεις σχετικά με το έργο Του, τότε οι αντιλήψεις αυτές είναι πλέον κάτι παραπάνω από μια απλή άποψη ή πεποίθηση· έχουν να κάνουν και με τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων. Άπαξ και αρχίσουν οι αντιλήψεις να σχετίζονται με διεφθαρμένες διαθέσεις, αυτό αρκεί για να οδηγήσει τους ανθρώπους στο να αντισταθούν στον Θεό, να Τον κρίνουν, ακόμη και να Τον προδώσουν. Άρα, αν οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τον Θεό δεν είναι κάτι παραπάνω από φαντασιοκοπίες και εικασίες, τότε δεν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Αν, όμως, οξυνθούν και γίνουν οπτική και στάση απέναντι στο έργο Του, αν εξελιχθούν σε παράλογες απαιτήσεις απ’ Αυτόν ή σε κρίση και κατάκρισή Του, ή αν οι άνθρωποι πλημμυρίσουν από φιλοδοξίες, επιθυμίες ή προθέσεις, τότε δεν μιλάμε πλέον για συνηθισμένες αντιλήψεις. Για ποιον λόγο λέω ότι παύουν να είναι συνηθισμένες αντιλήψεις; Γιατί αυτές οι αντιλήψεις και οι σκέψεις αφορούν τη ζωή-είσοδό σου, καθώς και την κατανόησή σου για το έργο του Θεού, το αν μπορείς να αποδεχθείς την κυριαρχία Του και να υποταχθείς σ’ αυτήν, καθώς και το αν μπορείς να Τον αναγνωρίσεις ως Κυρίαρχό σου και ως τον Δημιουργό· όλα αυτά σχετίζονται άμεσα με τη στάση και τη συμπεριφορά σου απέναντι στον Θεό. Απ’ αυτήν την άποψη, είναι σοβαρό πρόβλημα να έχουν οι άνθρωποι τέτοιες αντιλήψεις; (Ναι.) Αν αναλύσουμε θεωρητικά τις αντιλήψεις αυτές, μπορεί να ακουστούν λίγο αφηρημένες ή κάπως μακριά από την καθημερινότητά σας. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, λίγο παραπάνω για τις καταστάσεις της ζωής διάφορων ειδών ανθρώπων, οι οποίες είναι ορατές στην καθημερινότητα και μεταξύ των ανθρώπων, για το πεπρωμένο τους ή για τις διάφορες απόψεις και στάσεις τους ως προς τη ζωή και ως προς την κυριαρχία και την ενορχήστρωση του Θεού. Θα μπορέσουμε έτσι να αναλύσουμε τις αντιλήψεις τους και να καταλάβουν κι εκείνοι πώς κυριαρχεί ο Θεός επί της ανθρωπότητας και πώς την ενορχηστρώνει, αλλά και ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες του έργου Του. Δεν είναι εύκολη η συναναστροφή πάνω σ’ αυτό το θέμα. Αν γίνει σε πολύ θεωρητικό επίπεδο, τότε οι άνθρωποι θα θεωρήσουν τη συναναστροφή κενή, ενώ αν δοθεί υπερβολική σημασία σε μικροπράγματα ή αν προσεγγίζει πάρα πολύ την πραγματική τους ζωή, τότε εκείνοι θα τη θεωρήσουν υπερβολικά επιφανειακή, και θα υπάρξουν τέτοιου είδους προβλήματα. Εν πάση περιπτώσει, ας συναναστραφούμε σχετικά μ’ αυτό με έναν αρκετά ξεκάθαρο και κατανοητό τρόπο, μέσω μιας ιστορίας. Η πλοκή και οι χαρακτήρες της ιστορίας, καθώς και η φιλοσοφία της ζωής που εκφράζεται μέσα απ’ αυτήν και τα φαινόμενα που βλέπουν οι άνθρωποι, θα τους κάνουν να καταλάβουν κάποιους απ’ τους τρόπους και τις μεθόδους μέσω των οποίων κάνει το έργο Του ο Θεός, όπως επίσης και τις παράλογες απόψεις που έχουν οι ίδιοι στην πραγματική ζωή όσον αφορά το έργο Του, την κυριαρχία Του και το πώς ενορχηστρώνει τα πάντα, ή κάποια λάθος πράγματα στα οποία κολλάνε· μια τέτοια συναναστροφή θα τους κάνει να καταλάβουν λίγο πιο εύκολα.
Να, λοιπόν, η ιστορία. Ήταν κάποτε ένα κοριτσάκι που ήταν από μια σχετικά φτωχή οικογένεια. Από πολύ μικρή, ένα πράγμα επιθυμούσε: Δεν ήθελε να γίνει πλούσια και να έχει μια ευκατάστατη ζωή· το μόνο που ήθελε ήταν να έχει κάποιον για να βασιστεί πάνω του. Ήταν μήπως πολύ υπερβολική αυτή η επιθυμία; Ζητούσε πολλά; (Όχι.) Δυστυχώς, όμως, προτού καν ενηλικιωθεί, έχασε τον πατέρα της· έτσι, στην ουσία, δεν είχε κανέναν για να βασιστεί πάνω του στη ζωή της. Είχε χάσει το άτομο στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί σ’ αυτήν τη ζωή περισσότερο απ’ τον καθένα, τον μοναδικό στον οποίο πίστευε με το νεαρό της μυαλό ότι θα μπορούσε να βασιστεί. Τεράστια απελπισία βασάνιζε το νεαρό της μυαλό, έτσι δεν είναι; Ένα τέτοιο γεγονός πρέπει να της προκάλεσε μεγάλη απελπισία. Είχε υποστεί τραύμα μέσα της; Σίγουρα είχε κάποιο τραύμα. Και πώς προέκυψε ένα τέτοιο τραύμα; Το προκάλεσε το γεγονός ότι, σύμφωνα με νεαρό της μυαλό, δεν ήταν ακόμα έτοιμη να πει: «Μπορώ να γίνω ανεξάρτητη, μπορώ να φροντίσω τον εαυτό μου, δεν έχω πια ανάγκη να βασίζομαι στους γονείς μου». Όπως λένε, δεν είχε ανοίξει ακόμα τα φτερά της. Μέσα στις αφελείς σκέψεις της, δεν είχε προλάβει να σκεφτεί τι θα κάνει σχετικά με το μέλλον της ή πώς θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς τους γονείς της. Σε τέτοια κατάσταση βρισκόταν και δεν είχε ακόμα συνειδητοποιήσει αυτά τα πράγματα, όταν πέθανε ο πατέρας της κι έχασε το οικονομικό της στήριγμα στη ζωή· τώρα, θα έρχονταν ακόμα πιο δύσκολες μέρες. Φαντάζεστε πώς θα έγιναν τα πράγματα για το κορίτσι μετά απ’ αυτό το γεγονός. Ζούσε μια ζωή γεμάτη δυσκολίες μαζί με τη μητέρα της και τον μικρό της αδερφό· με το ζόρι τα βγάζανε πέρα. Όσο απελπισμένη κι αν ήταν, όμως, έπρεπε να συνεχίσει να ζει. Οπότε, απλώς παραπατούσε, κρατώντας συντροφιά στη μητέρα και στον αδελφό της. Λίγα χρόνια μετά, είχε μεγαλώσει και μπορούσε να βγάλει μόνη της κάποια χρήματα για να συντηρεί τη μητέρα και τον αδερφό της, αλλά και πάλι δεν ζούσαν σε καμία περίπτωση μια ευκατάστατη ζωή. Όλο αυτό το διάστημα, δεν είχε αλλάξει αυτό που επιθυμούσε βαθιά μέσα της. Χρειαζόταν κάποιον για να βασιστεί πάνω του, αλλά τι άτομο χρειαζόταν; Σε τι ακριβώς άτομο ήθελε να βασιστεί; Περιγράψτε το Μου. Τι σημαίνει με απλά λόγια «κάποιον για να βασιστεί πάνω του»; Σημαίνει κάποιον που θα μπορούσε να της προσφέρει τα μέσα για να ζήσει, να της προσφέρει φαγητό και ρούχα, κι έτσι να μη χρειάζεται να τα φέρνει μόνη της βόλτα ούτε να χρειάζεται να πονέσει καθόλου. Κάποιον στον οποίο θα μπορούσε τουλάχιστον να βασιστεί όταν δυσκόλευαν τα πράγματα· κάποιον που, όπως λένε, θα της φύλαγε τα νώτα· σε ένα τέτοιο άτομο ήλπιζε να βασιστεί. Ακόμα κι αν εκείνος δεν τη βοηθούσε ούτε τη στήριζε οικονομικά, τουλάχιστον, όποτε κάτι πήγαινε στραβά ή ένιωθε απελπισία, θα είχε έναν ώμο για να ακουμπήσει, κάποιον που θα μπορούσε να τη βοηθήσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες και να ξεπεράσει τυχόν κρίσεις. Αυτό επιθυμούσε. Ήταν υπερβολική η επιθυμία της; Ήταν μήπως μη ρεαλιστική; Δεν ήταν υπερβολική ούτε μη ρεαλιστική επιθυμία. Λίγοι είναι αυτοί που επιθυμούν ένα τόσο απλό πράγμα; Ελάχιστοι είναι εκείνοι που μπορούν να πουν ότι από τότε που γεννήθηκαν βασίζονται αποκλειστικά στον εαυτό τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο και σε μια κοινότητα ελπίζουν να έχουν έναν φίλο ή κάποιον να βασιστούν, και το κορίτσι της ιστορίας μας δεν αποτελούσε εξαίρεση.
Πολύ γρήγορα έφτασε σε ηλικία γάμου, και επιθυμούσε ακόμα να βρει κάποιον στον οποίο θα μπορούσε να βασιστεί, έναν άνθρωπο αξιόπιστο. Δεν χρειαζόταν να είναι και πολύ πλούσιος ή να την έχει μέσα στη χλιδή ούτε χρειαζόταν να είναι σπουδαίος συνομιλητής. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να είναι δίπλα της για να τη στηρίζει όποτε είχε μεγάλα προβλήματα, όταν βασανιζόταν από δυσκολίες ή όταν ήταν άρρωστη, έστω και για να της πει δυο λόγια παρηγοριάς και τίποτε παραπάνω. Θα μπορούσε να γίνει εύκολα πραγματικότητα αυτή η επιθυμία; Δεν είναι σίγουρο. Κανείς δεν ξέρει αν ο Θεός σχεδιάζει να δώσει στους ανθρώπους ή να πραγματοποιήσει γι’ αυτούς αυτά που θέλουν ούτε ξέρει κανείς αν τελικά οι επιθυμίες των ανθρώπων είναι ήδη προκαθορισμένες στο πεπρωμένο τους. Κανείς, λοιπόν, δεν ήξερε αν θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα η επιθυμία αυτού του κοριτσιού, ούτε βέβαια και η ίδια. Συνέχισε, παρ’ όλα αυτά, να έχει την ίδια επιθυμία καθώς κατευθυνόταν προς το επόμενο στάδιο της ζωής της. Τη στιγμή εκείνη, ένιωθε μεγάλο άγχος και ανησυχία· όπως και να ’χει, τελικά ήρθε εκείνη η μέρα. Δεν ήξερε αν ο άνθρωπος που σκόπευε να παντρευτεί ήταν όντως κάποιος στον οποίο θα μπορούσε να βασίζεται για την υπόλοιπη ζωή της. Ωστόσο, μέσα της είχε αυτήν την ειλικρινή ελπίδα: «Πρέπει να μπορώ να βασιστώ σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Εδώ και περίπου είκοσι χρόνια, περνάω πολύ δύσκολα στη ζωή μου. Αν καταλήξω με κάποιον που δεν είναι αξιόπιστος, τότε στην υπόλοιπη ζωή μου θα περάσω ακόμα πιο δύσκολα. Σε ποιον άλλον θα μπορούσα να βασιστώ;» Όσο κι αν την πόναγε αυτό, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, κι έτσι απλώς συνέχισε να ελπίζει. Όταν οι άνθρωποι δεν ξέρουν για ποιον λόγο βρίσκονται σ’ αυτήν τη ζωή και πώς πρέπει να πορευτούν σ’ αυτήν, τότε προκειμένου να επιβιώσουν, προχωράνε επιφυλακτικά με μια τέτοια επιθυμία και με αυτήν την άγνωστη ελπίδα. Όταν έφτασε εκείνη η στιγμή, δεν ήξερε ποιο θα ήταν το μέλλον της. Της ήταν άγνωστο. Συνέχισε να προχωρά μπροστά. Πολλά πράγματα, όμως, είναι πολλές φορές αντίθετα μ’ αυτά που θέλουν οι άνθρωποι. Για την ώρα, ας μην κάνουμε σχόλια σχετικά με τον λόγο για τον οποίο ο Θεός ρυθμίζει έτσι το πεπρωμένο των ανθρώπων, δηλαδή για το αν είναι κάτι που Εκείνος ρυθμίζει σκόπιμα ή αν λόγω της διαφθοράς τους και της άγνοιάς τους, εκείνοι έχουν επιθυμίες και απαιτήσεις εντελώς αντίθετες με το πεπρωμένο που έχει ρυθμίσει ο Θεός γι’ αυτούς, πράγμα που καθιστά πολλές φορές αδύνατη την πραγματοποίηση των επιθυμιών τους κι έτσι τα πράγματα συχνά δεν γίνονται όπως ήλπιζαν. Ας μην τα συζητήσουμε όλα αυτά για την ώρα. Ας συνεχίσουμε την ιστορία μας.
Μόλις παντρεύτηκε το κορίτσι, προχώρησε στο επόμενο στάδιο της ζωής του, ενώ διατηρούσε ακόμα την ίδια επιθυμία. Τι την περίμενε στο συγκεκριμένο στάδιο της ζωής; Δεν το ήξερε αυτό, αλλά δεν μπορούσε να το αποφύγει μόνο και μόνο λόγω του φόβου της για το άγνωστο. Έπρεπε να προετοιμαστεί και να προχωρήσει μπροστά, και έπρεπε να αντέξει την κάθε μέρα που ερχόταν. Τελικά, σ’ αυτό το πολύ σημαντικό σημείο-σταθμό στη ζωή της, ήρθε το πεπρωμένο που είχε οργανώσει γι’ αυτήν ο Θεός, και μάλιστα ήταν το αντίθετο απ’ αυτό που επιθυμούσε. Εκείνη λαχταρούσε μια απλή οικογενειακή ζωή, με ένα απλό κρεβάτι, ένα μικρό γραφείο, ένα απλό, καθαρό δωμάτιο, έναν σύζυγο και τα παιδιά της, αλλά η απλή αυτή ζωή που ήθελε δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα. Μετά τον γάμο τους, ο σύζυγός της έλειπε ολόκληρο τον χρόνο απ’ το σπίτι για δουλείες, οπότε ήταν αναγκασμένοι να ζουν χωριστά. Ποιες είναι οι προοπτικές μιας τέτοιας ζωής για μια γυναίκα; Να δέχεται εκφοβισμό και διακρίσεις. Αυτό το περιβάλλον διαβίωσης που είχε αναγκαστεί να αντιμετωπίσει αποτέλεσε ακόμη ένα πλήγμα για τη ζωή και το πεπρωμένο της. Δεν είχε ποτέ φανταστεί κάτι τέτοιο ούτε ήθελε ποτέ να το δει ή να το αντιμετωπίσει. Ωστόσο, τα γεγονότα ήταν εντελώς αντίθετα μ’ αυτά που επιθυμούσε και φανταζόταν. Της είχαν συμβεί όλα όσα δεν ήθελε να δει ή να βιώσει. Ο σύζυγός της έλειπε για δουλειές ολόκληρο τον χρόνο. Εκείνη έπρεπε να είναι ανεξάρτητη, και ως προς τη ζωή της και ως προς τα οικονομικά της. Ήταν αναγκασμένη να πάει να βγάλει λεφτά, ώστε να πληρώνει μόνη της τους λογαριασμούς. Δεν είχε στη ζωή της κανέναν να τη βοηθάει, ήταν αναγκασμένη να στηρίζεται για όλα στον εαυτό της. Με τέτοιες συνθήκες στη ζωή της, θα λέγατε ότι η γυναίκα αυτή μπορούσε ή δεν μπορούσε καθόλου να βασιστεί σ’ εκείνον με τον οποίο κατέληξε; (Καθόλου.) Μετά τον γάμο της, η επιθυμία της εκπληρώθηκε ή διαψεύστηκε; (Διαψεύστηκε.) Είναι φανερό πως, στο δεύτερο σημαντικό στάδιο της ζωής της, η ελπίδα της είχε διαψευστεί για ακόμη μια φορά· δεν είχε κανέναν για να βασιστεί πάνω του. Εκείνος στον οποίο πίστευε ότι θα μπορούσε να βασιστεί στη ζωή της δεν ήταν δίπλα της, δεν μπορούσε να βασιστεί καθόλου σ’ αυτόν. Δεν μπορούσε να βασιστεί καθόλου σ’ εκείνον τον οποίο θεωρούσε κολώνα της, στήριγμά της, βράχο της, αλλά και τον άνθρωπο στον οποίο θα μπορούσε να στηριχθεί. Αναγκάστηκε να τα κάνει όλα μόνη της, να τα διαχειριστεί και να τα αντιμετωπίσει όλα μόνη της. Στις πιο δύσκολες στιγμές της, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να κρυφτεί μες στο κρεβάτι και να κλάψει κάτω απ’ τα σκεπάσματα, αφού δεν είχε κανέναν για να μοιραστεί τα προβλήματά της. Πολλές φορές, εξωτερικά παρουσιαζόταν ως μια ισχυρή και αγέρωχη γυναίκα, για να σώσει την υπόληψή της, για να μπορέσει να ανταγωνιστεί τους άλλους και επειδή είχε αυτοεκτίμηση. Κατά βάθος, όμως, ήταν στην πραγματικότητα πολύ ευάλωτη. Χρειαζόταν στήριξη και αποζητούσε κάποιον για να βασιστεί, αλλά η επιθυμία της αυτή δεν είχε γίνει ακόμα πραγματικότητα.
Πέρασαν λίγα χρόνια, στα οποία ζούσε χωρίς μόνιμη κατοικία και νοίκιαζε συνεχώς άλλα σπίτια μαζί με τα κάμποσα μικρά παιδιά που είχε. Έτσι, εξανεμιζόταν σιγά σιγά, όσο περνούσαν τα χρόνια, μια από τις πιο βασικές απαιτήσεις που είχε για τη ζωή. Το μόνο που ήθελε ήταν να έχει ένα μικρό δωματιάκι με ένα κρεβάτι, ένα μικρό γραφειάκι και μια κουζίνα για μαγείρεμα, και να μπορεί να τρώει η οικογένειά της γύρω απ’ το τραπέζι, να έχει λίγες κότες και να ζει μια απλή ζωή. Δεν ήθελε να γίνει πλούσια και ευκατάστατη. Της έφτανε να έχει μια ζωή απλή και γαλήνια, και η οικογένεια να είναι ενωμένη. Τώρα πια, όμως, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να ζει με τα παιδιά της στο πλευρό της, μεροδούλι-μεροφάι. Όχι μόνο δεν είχε κάποιον να βασιστεί, αλλά ακόμα χειρότερα, έπρεπε εκείνη να γίνει το στήριγμα των παιδιών της. Σκέφτηκε κιόλας, εφόσον σ’ αυτόν τον θνητό κόσμο ήταν τόσο επώδυνο να ζει, μήπως βρει κάποιον τρόπο ν’ απαλλαγεί απ’ αυτόν τον πόνο, όπως για παράδειγμα να γίνει μοναχή του Βουδισμού ή να βρει κάπου να καλλιεργήσει τις πνευματικές της αρετές, μακριά απ’ την ανθρώπινη κοινωνία και απ’ αυτό το μαρτύριο, κάπου που δεν θα χρειαζόταν να βασίζεται σε κανέναν και δεν θα υπήρχε κανένας να βασίζεται σ’ αυτήν, αφού αυτή η ζωή ήταν τρομερά κουραστική και επώδυνη. Ποιο ήταν, όμως, το μοναδικό πράγμα που την κρατούσε και την έκανε να συνεχίζει; (Τα παιδιά της.) Ακριβώς. Αν δεν είχε παιδιά, ίσως ο πόνος της να μεγάλωνε κάθε μέρα που περνούσε· μόλις, όμως, απέκτησε παιδιά, ανέλαβε ευθύνες και έγινε εκείνη στην οποία βασίζονταν τα παιδιά της. Όταν φώναζαν «Μαμά», ένιωθε πολύ βαρύ το φορτίο στους ώμους της, πίστευε πως δεν γινόταν να αποποιηθεί τόσο απλά τις ευθύνες της και πως δεν μπορούσε να βασίζεται σε κανέναν άλλον, αλλά αυτή μπορούσε να γίνει στήριγμα για τους άλλους. Αυτό, πίστευε, θα μπορούσε να το δει και ως πηγή χαράς της ζωής, ως στάση ζωής και ως κίνητρο για να ζήσει. Έτσι, για χάρη των παιδιών της, άντεξε γύρω στα δέκα χρόνια ακόμη. Δεν της φαίνονταν ατελείωτες οι μέρες; (Ναι, όντως.) Γιατί της φαίνονταν ατελείωτες; (Επειδή έζησε πολύ δύσκολα, οπότε κάθε μέρα τής φαινόταν σαν να μην περνάει.) Έχεις εμπειρία πάνω σ’ αυτό· αυτά είναι τα λόγια κάποιου που έχει περάσει κάτι παρόμοιο. Οι μέρες ήταν δύσκολες και βασανιστικές, και γι’ αυτό της φαίνονταν ατελείωτες. Όλα αυτά που βίωνε ήταν σαν κάποιο βασανιστήριο στα βάθη της καρδιάς της, κι έτσι ζούσε μετρώντας τις μέρες. Δεν είναι εύκολο να περάσει κανείς μια τέτοια ζωή. Ακόμα κι όταν μεγάλωσαν τα παιδιά της, αυτή είχε την ίδια επιθυμία. Η επιθυμία αυτή είχε παραμείνει βαθιά μέσα στην καρδιά της: «Τα παιδιά έχουν μεγαλώσει και τώρα πια δεν είναι και τόσος κόπος να τα φροντίζω. Αν γινόταν να έρθει πίσω ο σύζυγός μου και η οικογένεια να ήταν και πάλι μαζί, τότε η ζωή μας θα ήταν ακόμη καλύτερη». Επέστρεψε η υπέροχη φαντασιοκοπία της και, ακριβώς όπως λένε οι άπιστοι, φούσκωσαν πάλι τα μυαλά της ελπίδες. Όποτε είχε αϋπνίες τα βράδια, έκανε σκέψεις σαν κι αυτή: «Τώρα που μεγαλώσανε τα παιδιά, αν μπορέσουν να σπουδάσουν και τελικά βρουν μια καλή δουλειά και βγάλουν λεφτά, τότε η ζωή μας θα γίνει πιο εύκολη και θα είμαστε σε καλύτερη κατάσταση όσον αφορά το φαγητό, τα ρούχα και το σπίτι. Και αν γυρίσει πίσω ο άντρας μου, τότε η ζωή θα γίνει ακόμα καλύτερη και θα έχω κάποιον για να βασίζομαι πάνω του! Παλιότερα βασιζόμουν σε δύο ανθρώπους και με απογοήτευσαν, αλλά τώρα έχω περισσότερους στους οποίους μπορώ να βασιστώ. Ο Ουρανός μού έχει φερθεί πολύ καλά! Απ’ ό,τι φαίνεται, έρχονται καλύτερες μέρες». Πίστευε ότι έρχονταν καλύτερες μέρες. Είναι καλό ή κακό αυτό; Κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν ξέρει το πεπρωμένο κανενός στη ζωή ούτε τι τον περιμένει. Όλοι παραπαίουν έτσι στη ζωή, γαντζωμένοι στις όμορφες επιθυμίες τους.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο σύζυγός της άλλαξε δουλειά και η οικογένεια ήταν και πάλι μαζί· πολύ καλό αυτό. Άρα, τελικά, θα μπορούσε ο άντρας της να γίνει ο άνθρωπος στον οποίο θα βασιζόταν; Θα μπορούσε να μοιραστεί λίγο απ’ τον πόνο της στη ζωή; Αφού δεν είχαν ζήσει ποτέ μαζί ούτε είχαν ποτέ κάποια βαθιά επικοινωνία, δεν τον ήξερε καθόλου καλά. Στο επόμενο διάστημα, άρχισαν να μαθαίνουν να ζουν μαζί με τον σύζυγό της και να κατανοούν βαθύτερα ο ένας τον άλλον. Παρ’ όλα αυτά, η επιθυμία της ήταν η ίδια. Ήλπιζε πως, ό,τι κι αν γινόταν, ο άντρας αυτός θα μπορούσε να γίνει το στήριγμά της, αυτός που θα την παρηγορούσε και θα απάλυνε τον πόνο της. Τα πράγματα, όμως, συνέχισαν να μην πηγαίνουν όπως τα είχε σχεδιάσει. Ο άντρας εκείνος, με τον οποίο δεν είχε ποτέ καμιά βαθύτερη επικοινωνία, ένας άντρας που δεν τον καταλάβαινε καθόλου, πολύ απλά δεν μπορούσε να γίνει το στήριγμά της. Γι’ αυτό έφταιγε το ότι ήταν εντελώς διαφορετικοί ως προς τις ικανότητες επιβίωσης, τις ανθρώπινες ιδιότητες, τις απόψεις τους για τη ζωή, τις αξίες και τη στάση τους απέναντι στα παιδιά, στην οικογένεια και στους συγγενείς. Τσακώνονταν και καυγάδιζαν όλη την ώρα για ασήμαντα πράγματα. Η γυναίκα ήλπιζε βαθιά μέσα ότι θα μπορέσει να συνεχίσει να υπομένει, προκειμένου να καταλάβει ο σύζυγός της την καλοσύνη της, την υπομονή της και τις δυσκολίες της, και στη συνέχεια να νιώσει κάποια συναισθήματα γι’ αυτήν και να τα ξαναβρεί μαζί της· παρ’ όλα αυτά, όμως, η επιθυμία της δεν έγινε πραγματικότητα. Θεωρούσε βαθιά μέσα της ότι ο σύζυγός της ήταν κάποιος στον οποίο θα μπορούσε να βασιστεί; Μπορούσε να γίνει το στήριγμά της; (Όχι, δεν μπορούσε.) Όποτε είχε κάποια δυσκολία, ο σύζυγός της όχι μόνο δεν μπορούσε να την παρηγορήσει και να απαλύνει τον πόνο της, αλλά στην ουσία τον έκανε πιο έντονο, με αποτέλεσμα εκείνη να νιώθει ακόμη πιο απογοητευμένη και αβοήθητη. Αυτήν την περίοδο, ποια συναισθήματα είχε βαθιά μέσα της και ποια ήταν η βαθύτερη κατανόησή της για τη ζωή; Ένιωθε απογοήτευση και πόνο, κι αυτό την έκανε να αναρωτηθεί: «Υπάρχει πραγματικά Θεός; Γιατί είναι τόσο δύσκολη η ζωή μου; Το μόνο που θέλω είναι κάποιον να βασιστώ πάνω του. Ζητάω πολλά; Μόνο αυτήν τη μικρή επιθυμία έχω. Γιατί δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμα τόσα χρόνια που ζω; Δεν έχω υπερβολικές απαιτήσεις και ούτε φιλοδοξίες έχω. Θέλω απλώς κάποιον να βασίζομαι πάνω του όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, αυτό μόνο. Γιατί δεν εκπληρώνεται ούτε μια τόσο μικρή επιθυμία;» Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Σαφώς, η οικογένεια αυτή δεν ζούσε πολύ αρμονικά· υπήρχαν πολλές φορές διαφωνίες. Τα παιδιά ήταν λυπημένα και δυστυχισμένα, το ίδιο και οι γονείς. Δεν υπήρχε στην οικογένεια ούτε γαλήνη ούτε χαρά, και το κάθε μέλος ένιωθε βαθιά μέσα του μόνο φόβο, ταραχή και τρόμο, καθώς και πόνο και δυσφορία.
Λίγα χρόνια μετά, η κατάστασή της άλλαξε επιτέλους και γνώρισε το ευαγγέλιο του Κυρίου Ιησού. Τότε κατάλαβε ότι η επιθυμία της μπορούσε επιτέλους να γίνει πραγματικότητα. Σκέφτηκε: «Δεν χρειάζεται να βασίζομαι στον πατέρα μου, στον σύζυγό μου ή σε κανέναν απ’ τους γύρω μου». «Αν βασιστώ στον Κύριο Ιησού, τότε θα ηρεμήσω και θα έχω κάποιον στον οποίο θα μπορώ να βασιστώ πραγματικά, και θα βρω πραγματική γαλήνη και ευτυχία· τότε η ζωή δεν θα είναι τόσο μαρτυρική». Μετά την αποδοχή του ευαγγελίου του Κυρίου Ιησού, η γυναίκα αυτή έγινε πολύ πιο χαρούμενη, και φυσικά η ζωή της έγινε πολύ πιο σταθερή. Ναι μεν η στάση του συζύγου της απέναντί της παρέμεινε αμετάβλητη και αυτός ήταν το ίδιο σκληρός όπως και πριν, δηλαδή την αγνοούσε και δεν της έδειχνε κανέναν σεβασμό, καθόλου φροντίδα και κανένα ενδιαφέρον, ούτε καν υπομονή, ευγνωμοσύνη ή ανεκτικότητα· ωστόσο, αφού είχε στην καρδιά της τη σωτηρία του Κυρίου Ιησού, άλλαξε στάση απέναντι σε όλα αυτά. Έπαψε να διαφωνεί και να προσπαθεί να μιλήσει λογικά με τον σύζυγό της, καθώς είχε καταλάβει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν όταν διαφωνούν για όλα αυτά τα πράγματα. Όποτε πήγαιναν τα πράγματα στραβά, μιλούσε στον Κύριο Ιησού και έτσι άνοιγε πολύ περισσότερο η καρδιά της. Με τον τρόπο αυτόν, φάνηκε να σταθεροποιείται αρκετά η οικογενειακή της ζωή. Όμως, οι καλές εποχές δεν κράτησαν και πολύ· σύντομα, η ζωή της πήρε άλλη τροπή. Μόλις πρωτοπίστεψε στον Κύριο Ιησού, άρχισε να κηρύττει ένθερμα το ευαγγέλιο, ασπάστηκε την εκκλησιαστική ζωή και στήριζε τους αδελφούς και τις αδελφές της. Ο σύζυγός της, όμως, δεν συμφωνούσε μ’ αυτό. Άρχισε να τη διώκει και πολλές φορές τη μάλωνε. Της έλεγε: «Θέλεις να συνεχίσουμε να ζούμε μαζί; Αν όντως δεν το θέλεις, ας χωρίσουμε!» Το μοναδικό που μπορούσε να κάνει ήταν να προσευχηθεί στον Κύριο και να το υπομείνει. Αυτές οι μέρες ήταν μεν δύσκολες και επώδυνες, αλλά το τραύμα που είχε στην καρδιά της ήταν πολύ μικρότερο από πριν, ενώ πια μπορούσε να βρει και κάποια παρηγοριά μέσα απ’ την προσευχή. Κάθε φορά που στενοχωριόταν, προσευχόταν στον Κύριο. Με αυτόν τον τρόπο, η καρδιά της είχε κάποιον στον οποίο μπορούσε να βασιστεί, κέρδισε προσωρινή ικανοποίηση και ένιωθε πως η ζωή της ήταν πολύ καλύτερη.
Σιγά σιγά, τα παιδιά μεγάλωσαν. Λόγω του ότι ζούσαν μαζί της από μικρά και είχαν περισσότερα συναισθήματα για εκείνη, η γυναίκα αυτή σκέφτηκε: «Τώρα που μεγάλωσαν τα παιδιά μου, δεν υπάρχει πια λόγος να βασίζομαι στον σύζυγό μου, μπορώ να βασίζομαι σ’ αυτά». Φαινομενικά, έδειχνε ότι είχε ήδη καταλήξει να βασίζεται στον Κύριο Ιησού και είχε εναποθέσει στα χέρια Του την καρδιά της, την οικογένειά της, ακόμη και το μέλλον και τις προοπτικές της. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι βαθιά μέσα της παρέμενε προσκολλημένη σ’ αυτήν την επιθυμία για τους ανθρώπους που μπορούσε να δει και που είχε κάποια σχέση μαζί τους, και ευχόταν αυτή η επιθυμία να γίνει μια μέρα πραγματικότητα. Οι άνθρωποι, επειδή δεν βλέπουν πού βρίσκεται ο Κύριος Ιησούς, λένε ότι είναι δίπλα τους και μέσα στην καρδιά τους· εκείνη, όμως, πίστευε ότι δεν γίνεται να αγγίξει ή να δει κανείς τον Θεό, πράγμα που την έκανε να ανησυχεί. Θεωρούσε αρκετό το να βασίζεται απλώς στον Κύριο Ιησού για να ξεπεράσει κάποια σημαντικά γεγονότα και ζητήματα, αλλά πίστευε ότι στην πραγματική ζωή δεν έπαυε να χρειάζεται τη στήριξη των παιδιών της. Όλον αυτόν τον καιρό, δεν είχε αλλάξει η επιθυμία της· δεν την είχε εγκαταλείψει. Για ποιον λόγο, παρόλο που πίστευε πλέον στον Κύριο Ιησού, δεν είχε αλλάξει αυτή η επιθυμία της; Για πολλούς λόγους. Ένας απ’ αυτούς είναι ότι δεν καταλάβαινε την αλήθεια, και ούτε γνώριζε ούτε καταλάβαινε πολλά πράγματα σχετικά με την κυριαρχία και την ενορχήστρωση του Θεού· αυτός είναι ο αντικειμενικός λόγος. Ο υποκειμενικός λόγος είναι ότι ήταν δειλή. Ναι μεν πίστευε στον Θεό, αλλά μετά από τόσο πόνο που βίωσε, δεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμα πόσο σημαντική είναι η πίστη στον Θεό ούτε είχε σαφή εικόνα για το πεπρωμένο των ανθρώπων, για την ενορχήστρωση του Θεού και για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο Δημιουργός. Ποια πράγματα δείχνουν ότι δεν είχε ξεκάθαρη εικόνα για όλα αυτά; Πρώτα απ’ όλα, πάντοτε βάσιζε στους άλλους την ευτυχία της και τη βαθιά ριζωμένη λαχτάρα της για μια καλύτερη ζωή· ήλπιζε να πραγματοποιηθεί η επιθυμία της χάρη στη βοήθεια ή τη συνδρομή των άλλων. Δεν ήταν λανθασμένη αυτή η άποψη για τη ζωή και το πεπρωμένο; (Ναι.) Ήταν μια λανθασμένη άποψη. Ως γονιός, είναι άραγε λάθος να βασίζεις τις ελπίδες σου στα παιδιά σου, να έχεις την ελπίδα όταν μεγαλώσουν να σου φερθούν με αίσθημα καθήκοντος και να σε στηρίξουν; Δεν είναι λάθος και ούτε ζητάς πολλά. Άρα, τι πρόβλημα υπάρχει εδώ; Εκείνη ήθελε συνεχώς να βασίζεται στα παιδιά της, ήθελε να ζει ευτυχισμένη με αυτά ως στήριγμα, ήθελε να τη στηρίζουν τα παιδιά της για την υπόλοιπη ζωή της, ήθελε με τη στήριξη των παιδιών της να απολαμβάνει κάθε λογής πράγματα. Ποια ήταν η λανθασμένη άποψή της σ’ αυτό που έκανε; Γιατί είχε αυτήν την ιδέα; Από που προερχόταν η συγκεκριμένη οπτική που είχε; Οι άνθρωποι έχουν πάντοτε εξωφρενικές ελπίδες για έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής και ένα συγκεκριμένο βιοτικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, ακόμη και πριν μάθουν πώς έχει προκαθορίσει τη ζωή τους ο Θεός ή ποιο είναι το πεπρωμένο τους, έχουν ήδη προγραμματίσει το πρότυπο της ζωής τους: να είναι, δηλαδή, ευτυχισμένοι, να έχουν γαλήνη και χαρά στη ζωή τους, να είναι πλούσιοι και ευκατάστατοι, και να έχουν ανθρώπους για βοήθεια και για στήριξη. Έχουν ήδη προγραμματίσει το μονοπάτι της ζωής τους, τους στόχους της ζωής τους, τον τελικό προορισμό της και όλα τα υπόλοιπα. Όλα αυτά περιλαμβάνουν κάποια πίστη στον Θεό; (Όχι.) Όχι, δεν περιλαμβάνουν. Αυτή η γυναίκα είχε πάντοτε μια άποψη για τη ζωή: Αν βασιστώ στον τάδε, τότε θα έχω μια πιο γαλήνια, πιο ευτυχισμένη και πιο πλούσια ζωή· αν βασιστώ στον τάδε, τότε θα έχω μια πιο σταθερή, πιο ασφαλή και πιο χαρούμενη ζωή. Είναι σωστή ή λανθασμένη αυτή η άποψη; (Λανθασμένη.) Η γυναίκα αυτή, μετά από τόσα χρόνια, είχε ήδη προχωρήσει στο στάδιο της πίστης στον Κύριο Ιησού, αλλά ακόμα δεν είχε καταλάβει ξεκάθαρα τη σημασία της ανθρώπινης ζωής. Διατηρούσε ακόμη τις δικές της προθέσεις και τα δικά της σχέδια, και υπολόγιζε το μελλοντικό της μονοπάτι και σχεδίαζε τη μελλοντική της ζωή. Όπως το βλέπετε τώρα, ήταν σωστή ή λανθασμένη αυτή η στάση απέναντι στη ζωή και όλα αυτά τα σχέδια; (Ήταν λανθασμένη.) Γιατί; (Επειδή επιδίωκε τα δικά της ιδανικά και τις δικές της επιθυμίες, και όχι αυτά που απαιτεί ο Θεός απ’ τους ανθρώπους.) Η επιδίωξή της δεν είχε καμία σχέση με τον προκαθορισμό του Θεού. Πριν ακόμα μάθει τι θα έκανε ο Θεός, εκείνη είχε αποφασίσει πρώτα να βρει κάποιον για να βασιστεί πάνω του. Θα βασιζόταν σε έναν άνθρωπο σε ένα στάδιο και σε κάποιον άλλον στο επόμενο στάδιο. Με όλα αυτά που έκανε, έχασε την εμπιστοσύνη της στον Θεό και κατέληξε να βασίζεται αποκλειστικά σε ανθρώπους αντί σ’ Αυτόν. Εφόσον είχε συνέχεια αυτήν την επιθυμία και αυτά τα σχέδια, είχε άραγε τον Θεό στην καρδιά της; (Όχι.) Ποια ήταν, λοιπόν, κατά κάποιον τρόπο η αιτία του πόνου που προκάλεσαν όλοι οι αγώνες που έδωσε; (Η επιθυμία της ήταν η αιτία.) Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Πώς, λοιπόν, γεννήθηκε η επιθυμία της; (Απ’ το ότι δεν πίστευε ούτε στην κυριαρχία του Θεού ούτε στην ενορχήστρωση και τις διευθετήσεις Του.) Ακριβώς. Δεν καταλάβαινε από πού προέρχεται το πεπρωμένο των ανθρώπων ούτε πώς λειτουργεί η κυριαρχία του Θεού. Αυτή είναι η αιτία του προβλήματος.
Ας συνεχίσουμε με την ιστορία. Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά της γυναίκας αυτής, κάποια βρήκαν δουλειά και άλλα νοικοκυρεύτηκαν και παντρεύτηκαν. Εννοείται πως έπρεπε να φύγουν απ’ τους γονείς τους και να ζήσουν ανεξάρτητα, οπότε δεν μπορούσαν να τους συναντάνε συχνά. Και τι πρόβλημα αντιμετώπισε στη συνέχεια αυτή η γυναίκα; Φαινόταν ότι η επιθυμία της να βασιστεί στα παιδιά της ήταν έτοιμη να γκρεμιστεί για ακόμα μια φορά. Βρισκόταν μπροστά σε ακόμα μια οδυνηρή τραγωδία και δέχθηκε ακόμα ένα πλήγμα στην εμπειρία ζωής της. Τα παιδιά της, καθένα για τους λόγους του, δεν μπορούσαν να ζήσουν στο πλάι της και να της κρατούν συντροφιά ούτε να την επισκέπτονται τακτικά και να τη φροντίζουν. Άρχισε, λοιπόν, να φαντάζει όλο και πιο μακρινή η ελπίδα της ότι τα παιδιά της θα ήταν δίπλα της για να της δείξουν την ευσέβεια και τη φροντίδα που πρέπει να δείχνει ένα παιδί στους γονείς του, και το ίδιο και η επιθυμία της να βασιστεί σ’ αυτά για να διευκολυνθεί και να ζήσει μια πιο άνετη και πιο χαρούμενη ζωή. Όλο αυτό ενίσχυε ολοένα και περισσότερο την ανησυχία, την έγνοια και τη λαχτάρα της για τα παιδιά της. Δεν ήταν κι αυτό άλλος ένας πόνος; Όσο μεγάλωνε και τα χρόνια σιγά σιγά τη βάραιναν, ο πόνος της γινόταν όλο και πιο βαθύς· το ίδιο και η λαχτάρα της για τα παιδιά της. Πολλά χρόνια πέρασαν· η γυναίκα αυτή, σε κάθε στάδιο της ζωής της, βασιζόταν σε διαφορετικούς ανθρώπους. Όλοι, όμως, την εγκατέλειπαν σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές και γκρέμιζαν τελείως τις επιθυμίες ή τις ψευδαισθήσεις της, αφήνοντας βαθιά μέσα της ένα αίσθημα μεγάλου μαρτυρίου και οδύνης. Τι της προκάλεσε αυτό; Την έκανε να αναλογιστεί τη ζωή; Ή την έκανε μήπως να αναλογιστεί τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζει ο Δημιουργός το πεπρωμένο των ανθρώπων; Οι άνθρωποι, βάσει του κανονικού τρόπου σκέψης τους, αφού ακούσουν κάποια κηρύγματα και καταλάβουν κάποιες αλήθειες, πρέπει να γνωρίζουν κάποια πράγματα για τον Δημιουργό, για τη ζωή και για το πεπρωμένο τους. Για διάφορους λόγους, όμως, και εξαιτίας του δικού της προβλήματος, η πρωταγωνίστρια αυτής της ιστορίας ως τότε δεν καταλάβαινε και δεν είχε ιδέα για το τι είχε βιώσει και αντιμετωπίσει σε κάθε στάδιο της ζωής της ούτε για το ποιο ήταν το πρόβλημά της, ενώ βαθιά μέσα της λαχταρούσε ακόμα να βρει κάποιον για να βασιστεί πάνω του. Και σε ποιον ακριβώς θα έπρεπε, λοιπόν, να βασιστεί; Είναι αλήθεια ότι στον Θεό βασίζονται οι άνθρωποι, αλλά Εκείνος δεν είναι μόνο για να βασίζονται οι άνθρωποι πάνω Του, δεν υπάρχει μόνο γι’ αυτό. Πιο σημαντικό είναι οι άνθρωποι να ξέρουν πώς να τα πηγαίνουν καλά με τον Δημιουργό, πώς να γνωρίσουν τον Θεό και να υποταχθούν σ’ Αυτόν· δεν είναι απλώς μια σχέση του ποιος βασίζεται σε ποιον.
Μόλις η γυναίκα αυτή έχασε τη στήριξή της στα παιδιά της και όταν πια γέρασε, μετέθεσε τις ελπίδες της στον σύζυγό της, κι εκείνος ήταν η τελευταία της ελπίδα να πιαστεί από κάπου. Ήταν αναγκασμένη να βασιστεί σ’ αυτόν για τις βασικές της ανάγκες και για να συνεχίσει να ζει. Έπρεπε με κάποιον τρόπο να κρατήσει τον άντρα της στη ζωή για λίγα χρόνια ακόμα, έτσι ώστε να αποκομίσει κάποιο όφελος. Σε αυτόν βασιζόταν. Η ηλικιωμένη γυναίκα, που είχε φτάσει σε τόσο προχωρημένη ηλικία, είχε άσπρα μαλλιά, ένα σωρό ρυτίδες στο πρόσωπό της και όλα της σχεδόν τα δόντια είχαν πέσει. Η εμφάνισή της είχε αλλάξει, αλλά εκείνο που παρέμενε ίδιο ήταν το γεγονός ότι σε κάθε στάδιο της ζωής της, έπεφτε σε αδιέξοδο, και όσες φορές κι αν είχε πέσει σε αδιέξοδο, η επιθυμία της παρέμενε σταθερά η ίδια: να βρει κάποιον για να βασιστεί πάνω του. Και κάτι ακόμα που δεν είχε αλλάξει ήταν οι ψευδαισθήσεις της σχετικά με τις υποσχέσεις που είχε δώσει ο Θεός στους ανθρώπους, αλλά και ορισμένες ψευδαισθήσεις σχετικά με τον εαυτό της, με την ανθρωπότητα, και με το πεπρωμένο και τις προοπτικές της. Ναι μεν όλες αυτές οι ψευδαισθήσεις βαθιά μέσα της θόλωναν και φάνταζαν ολοένα και πιο μακρινές, αλλά ίσως διατηρούσε ακόμα κάποια μικρή ελπίδα βαθιά μέσα στην καρδιά της: «Αν καταφέρω, στα χρόνια που μου απομένουν, να ζήσω ευτυχισμένη με κάποιον στον οποίο μπορώ να βασιστώ, ή αν καταφέρω να αντικρίσω την ημέρα που θα τελειώσει το έργο του Θεού και Εκείνος θα δοξαστεί, τότε η ζωή μου δεν θα έχει πάει στράφι». Αυτή ήταν η ζωή αυτής της γυναίκας. Και εδώ τελειώνει η ιστορία. Πείτε έναν καλό τίτλο γι’ αυτήν. («Σε ποιον βασίζομαι;») Πολύ καλός τίτλος, σε βάζει σε σκέψεις.
Για να γυρίσουμε στο θέμα της συναναστροφής μας, ποια είναι η σχέση αυτής της ιστορίας με τις αντιλήψεις των ανθρώπων σχετικά με το έργο του Θεού; Ποιο μέρος της έχει σχέση με τις αντιλήψεις των ανθρώπων για το έργο Του; Με ποιες αντιλήψεις συνδέεται; Μιλήστε για τις σκέψεις σας. (Οι άνθρωποι πιστεύουν πως ο Θεός πρέπει να πραγματοποιεί το καθετί σύμφωνα με τις δικές τους προσδοκίες και τα δικά τους σχέδια. Τέτοιες αντιλήψεις έχουν οι άνθρωποι.) Μία από τις αντιλήψεις των ανθρώπων είναι ότι αν έχουν καλές, θετικές και ενεργητικές προσδοκίες, τότε ο Δημιουργός οφείλει να τις εκπληρώσει, αλλά και ότι δεν πρέπει να χάσουν το δικαίωμα τους να πασχίζουν για μια όμορφη ζωή. Αυτό αποτελεί αντίληψη. Συμφωνεί η εκπλήρωση του Δημιουργού με τις επιθυμίες, με τις ελπίδες, με τις φαντασιοκοπίες του ανθρώπου; (Όχι.) Και πώς ενεργεί, λοιπόν, ο Δημιουργός; Όποιος κι αν είσαι, ό,τι κι αν έχεις σχεδιάσει, όσο τέλειες και έντιμες κι αν είναι οι φαντασιοκοπίες σου και όσο κι αν συμφωνούν με την πραγματικότητα της ζωής σου, ο Θεός ούτε εξετάζει τίποτα απ’ όλα αυτά ούτε τους δίνει καμία σημασία· αντίθετα, όλα πραγματοποιούνται, ενορχηστρώνονται και ρυθμίζονται σύμφωνα με τις μεθόδους και τους νόμους που έχει ορίσει Εκείνος. Αυτή είναι η δίκαιη διάθεση του Θεού. Κάποιοι πιστεύουν: «Με τόσες κακουχίες που έχω βιώσει στη ζωή μου, δεν δικαιούμαι να ζήσω καλά; Όταν προσέλθω ενώπιον του Δημιουργού, δεν θα δικαιούμαι να ζητήσω και να επιδιώξω μια όμορφη ζωή κι έναν όμορφο προορισμό;» Εδώ δεν έχουμε μια ανθρώπινη αντίληψη; Τι είναι για τον Θεό όλες αυτές οι αντιλήψεις και οι σκέψεις που κάνουν οι άνθρωποι; Είναι παράλογες απαιτήσεις. Και πώς προκύπτουν τέτοιες παράλογες απαιτήσεις; (Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν την εξουσία του Θεού.) Αυτός είναι ο αντικειμενικός λόγος. Ο υποκειμενικός ποιος είναι; Είναι ότι έχουν επαναστατική διάθεση και ότι δεν είναι πρόθυμοι να αναζητήσουν την αλήθεια ή να υποταχθούν στην κυριαρχία ή στις διευθετήσεις του Δημιουργού. Είναι γεμάτη κακουχίες ή είναι χαρούμενη και ξέγνοιαστη η ζωή που ρυθμίζει ο Δημιουργός για τους περισσότερους ανθρώπους; (Είναι μια ζωή γεμάτη κακουχίες.) Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν μια ζωή γεμάτη κακουχίες, με πάρα πολλές δυσκολίες και πάρα πολύ πόνο. Και για ποιον σκοπό κανονίζει ο Δημιουργός να βιώνουν κακουχίες οι άνθρωποι για όλη τους τη ζωή; Τι σημαίνει όλο αυτό; Αφενός, αυτές οι διευθετήσεις γίνονται για να βιώσουν οι άνθρωποι και να γνωρίσουν την κυριαρχία, τις διευθετήσεις και την εξουσία του Θεού· αφετέρου, ο βασικός Του σκοπός είναι να βιώσουν το τι είναι η ζωή στην πραγματικότητα, κι έτσι να καταλάβουν ότι το χέρι του Θεού είναι αυτό που ελέγχει το πεπρωμένο τους κι ότι δεν το αποφασίζει κανένας άνθρωπος ούτε μπορεί να αλλάξει αυτό αν υπάρξουν αλλαγές στην υποκειμενική βούληση των ανθρώπων. Ό,τι κι αν κάνει ο Δημιουργός, όποια ζωή κι όποια μοίρα κι αν έχει οργανώσει για τους ανθρώπους, τους κάνει να αναλογιστούν τη ζωή και το πραγματικό πεπρωμένο του ανθρώπου· καθώς, λοιπόν, τα αναλογίζονται όλα αυτά, τους ωθεί να προσέλθουν ενώπιόν Του. Ο Θεός, όταν εκφράζει την αλήθεια και λέει στους ανθρώπους για όλα αυτά, τους ωθεί να προσέλθουν ενώπιον Του, να αποδεχτούν και να βιώσουν αυτά που λέει, να κατανοήσουν την πραγματική σχέση ανάμεσα σε όλα όσα λέει Εκείνος και σε όλα όσα βιώνουν αυτοί στην πραγματική τους ζωή. Τους επιτρέπει να εξακριβώσουν πόσο πρακτικές, ακριβείς και έγκυρες είναι αυτές οι αλήθειες, και στη συνέχεια εκείνοι τις αποκτούν και αναγνωρίζουν ότι τον άνθρωπο τον ελέγχει το χέρι του Δημιουργού, και ότι το πεπρωμένο του ανθρώπου το κυβερνά και το διευθετεί ο Θεός. Μόλις τα καταλάβουν όλα αυτά, θα πάψουν να κάνουν για τη ζωή τους σχέδια που δεν είναι πρακτικά, και ούτε θα κάνουν πλέον σχέδια που έρχονται σε αντίθεση με τις επιθυμίες του Δημιουργού ή με όσα έχει ορίσει και ρυθμίσει Εκείνος. Κάθε άλλο· θα αποκτήσουν μια ολοένα και πιο ακριβή αξιολόγηση και αντίληψη, ή μια κατανόηση και ένα σχέδιο, για το πώς να ζουν τη ζωή τους και το τι δρόμο πρέπει να ακολουθήσουν. Αυτόν τον σκοπό και αυτήν τη σημασία έχουν οι τόσες κακουχίες που οργανώνει ο Δημιουργός για τη ζωή των ανθρώπων.
Για να επανέλθουμε στην ιστορία, μετά τις πολλές κακουχίες που βίωσε η πρωταγωνίστρια, πώς αντιλήφθηκε τον λόγο για τον οποίο πέρασε τόσες κακουχίες και πόνο σ’ αυτήν τη ζωή, και τον λόγο για τον οποίο ο Δημιουργός ενορχήστρωσε και διευθέτησε έτσι τα πράγματα; Το καταλαβαίνετε αυτό μέσα απ’ την ιστορία; Απέκτησε αυτή η γυναίκα καμία κατανόηση γι’ αυτά τα πράγματα; (Όχι.) Και γιατί δεν την απέκτησε; (Επειδή σε κάθε στάδιο και σε κάθε σταθμό της ζωής της, κάθε φορά που γκρεμίζονταν ξανά και ξανά οι επιθυμίες της, εκείνη ούτε αναλογιζόταν ούτε κατέληγε σε κανένα συμπέρασμα ως προς το γιατί δεν γινόταν ποτέ πραγματικότητα το όνειρο της ζωής της. Αν είχε καταφέρει να αναλογιστεί και να αναζητήσει την αλήθεια, τότε θα είχε αλλάξει. Παρ’ όλα αυτά, δεν καταλάβαινε την κυριαρχία του Δημιουργού και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να επιμένει σθεναρά στο όνειρό της, ελπίζοντας κάποτε το πεπρωμένο της να αλλάξει ξαφνικά· αυτό, όμως, ήταν αδύνατο. Σε όλη την πορεία αυτή, αντιστεκόταν και πάσχιζε διαρκώς, και γι’ αυτό πέρασε τεράστια οδύνη.) Έτσι ήταν τα πράγματα. Ο λόγος ήταν ότι διάλεξε λάθος μονοπάτι, αλλά δεν το γνώριζε. Θεωρούσε πως αυτό ήταν το σωστό μονοπάτι, η θεμιτή επιδίωξη και επιθυμία της, και έπειτα δούλεψε σκληρά, πάλεψε και αγωνίστηκε προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεν αμφισβήτησε ποτέ τη ρεαλιστικότητα ή την ορθότητα της επιθυμίας της. Κάθε άλλο, ακολούθησε πεισματικά τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, δεν άλλαξε ούτε μεταστράφηκε ποτέ. Με ποιον σκοπό τής έδωσε τόσες κακουχίες στη ζωή της ο Θεός; Δεν τα έκανε τυχαία όλα αυτά. Ο Θεός οργανώνει στη ζωή κάθε ανθρώπου κάποιες εξαιρετικές εμπειρίες και κάποιες οδυνηρές. Με αυτήν τη μέθοδο και μ’ αυτά τα γεγονότα, στην πραγματικότητα, ο Δημιουργός σού λέει να μη συνεχίσεις να πορεύεσαι έτσι και ότι αυτό το μονοπάτι δεν οδηγεί πουθενά· ότι δεν είναι αυτό το μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσεις. Και τι μπορείς να διακρίνεις άδηλα σ’ αυτό; Ότι ο Θεός επιλέγει για τους ανθρώπους ένα μονοπάτι, και επίσης ότι αυτός είναι ο τρόπος Του να μιλάει στους ανθρώπους, ένας τρόπος να τους σώσει και να τους απαλλάξει απ’ τις λανθασμένες αντιλήψεις και το πείσμα τους. Είναι, επίσης, ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός σού λέει: Το μονοπάτι που διάλεξες είναι ένας βούρκος, ένας λάκκος με φωτιά, ένας δρόμος χωρίς επιστροφή· δεν πρέπει να το βαδίσεις. Αν συνεχίσεις να προχωράς σ’ αυτόν τον δρόμο, τότε θα συνεχίσεις να υποφέρεις. Αυτό δεν είναι το ορθό μονοπάτι στη ζωή, δεν είναι το μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσεις ούτε εκείνο που έχει προκαθορίσει ο Θεός για σένα. Αν είσαι έξυπνος άνθρωπος, τότε μετά τις κακουχίες που θα βιώσεις, θα αναλογιστείς: «Γιατί βίωσα τέτοιες κακουχίες; Γιατί βρέθηκα σε αδιέξοδο; Μήπως αυτό το μονοπάτι δεν μου ταιριάζει; Σε ποιο μονοπάτι, λοιπόν, πρέπει να βαδίσω και ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθήσω στη ζωή μου;» Όσο εσύ αναλογίζεσαι, ο Θεός θα σου προσφέρει κάποια έμπνευση και καθοδήγηση ή θα σου υποδείξει ποια είναι η σωστή κατεύθυνση για να κάνεις το επόμενο βήμα σου. Σε καθοδηγεί διαρκώς, ώστε να αντιληφθείς πιο πρακτικά και με περισσότερη ακρίβεια το μονοπάτι που έχει προγραμματίσει για σένα στην πραγματική ζωή. Η πρωταγωνίστρια της ιστορίας που σας είπα πριν το έκανε αυτό; (Όχι, δεν αναλογίστηκε ποτέ της.) Τι διάθεση είχε αυτή η γυναίκα; (Αδιαλλαξία.) Αδιαλλαξία· αυτό είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα. Από την εποχή που ήταν παιδί μέχρι που γέρασε και άσπρισαν τα μαλλιά της, δεν άλλαξε ποτέ η επιθυμία της να βασιστεί σε κάποιον. Είτε προτού ακούσει το ευαγγέλιο του Θεού και μάθει ότι ο Δημιουργός έπλασε τους ουρανούς και τη γη και όλα τα πράγματα, είτε όταν ήρθε στη ζωή της το ευαγγέλιο του Θεού και Εκείνος της είπε την αλήθεια για όλα αυτά, η επιθυμία της παρέμεινε η ίδια και δεν άλλαξε ποτέ. Αυτή είναι η πιο θλιβερή πτυχή. Οι άνθρωποι έχουν διάφορες σκέψεις και ιδέες. Με ποιον σκοπό τα δημιούργησε όλα αυτά ο Θεός για εκείνους; Με σκοπό να καταλάβουν και να κατανοήσουν τους ανθρώπους, τα γεγονότα, τα πράγματα και τα περιβάλλοντα που κανονίζει γι’ αυτούς. Κάθε δημιούργημα, ως κανονικός άνθρωπος που έχει λογική και συνείδηση, θα καταλάβει λίγο πολύ τις επιθυμίες του Δημιουργού —άλλος λίγο πιο βαθιά, άλλος λίγο πιο επιφανειακά— όταν βιώσει και αντιληφθεί με όλη του την καρδιά όλα όσα έχει ενορχηστρώσει Εκείνος. Αυτός ο τρόπος με τον οποίο εργάζεται ο Θεός είναι εξαιρετικά πρακτικός και αληθινός. Οι άνθρωποι, όμως, επειδή είναι πολύ αλαζόνες και αδιάλλακτοι, και δεν μπορούν να αποδεχτούν εύκολα την αλήθεια, δυσκολεύονται να αντιληφθούν το τις προθέσεις του Δημιουργού. Πώς εκδηλώνεται η αδιαλλαξία των ανθρώπων; Παραμένουν κολλημένοι στα δικά τους, ό,τι κι αν πει ή κάνει ο Θεός. Έχουν την εξής νοοτροπία: «Θέλω να σχεδιάσω εγώ τη ζωή μου. Έχω ιδέες, έχω μυαλό, είμαι μορφωμένος και μπορώ και ελέγχω τη ζωή μου. Καταλαβαίνω από πού προέρχονται όλα στη ζωή μου και μπορώ να τα ενορχηστρώσω όλα εξολοκλήρου, ώστε να σχεδιάσω ο ίδιος την ευτυχία μου, το μέλλον μου και τις προοπτικές μου». Όταν φτάνουν σε αδιέξοδο, λένε: «Δεν τα κατάφερα αυτήν τη φορά, θα ξαναπροσπαθήσω την επόμενη». Πιστεύουν ότι έτσι πρέπει να ζουν οι άνθρωποι και ότι αν κάποιος δεν έχει ανταγωνιστικό πνεύμα, θα γίνει στη ζωή του τελείως άχρηστος και πολύ αδύναμος. Από πού προέρχεται αυτή η επιμονή τους; Ποια είναι η αιτία της; Το ότι πιστεύουν πως πρέπει οπωσδήποτε να είναι δυνατοί και όχι αδύναμοι, και πως δεν πρέπει να τους καταβάλλουν αυτά που συμβαίνουν στη ζωή τους, πόσο μάλλον να τους υποτιμούν οι άλλοι· πιστεύουν, επίσης, ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ανεξάρτητοι και ανταγωνιστικοί, να διαθέτουν αποφασιστικότητα και όλοι να τους εκτιμούν πολύ. Στη συμπεριφορά τους κυριαρχούν αυτές οι διαθέσεις, αυτές οι ιδέες και αυτές οι σκέψεις, με αποτέλεσμα κάθε φορά που αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες, τις δυσχέρειες ή τον πόνο που ενορχηστρώνει ο Θεός γι’ αυτούς, να αποφασίζουν να κάνουν το ίδιο με πριν: να εμμένουν σ’ αυτά που σκέφτονται, να μην αλλάζουν και να επιμένουν σθεναρά μέχρι τέλους σ’ αυτά που θεωρούν καλά, σωστά και ωφέλιμα για τον εαυτό τους, αλλά και να είναι ανταγωνιστικοί. Αυτή ακριβώς η διάθεση της αδιαλλαξίας είναι που τους οδηγεί να κρίνουν πολλά πράγματα με τρόπο ανίδεο και μη πρακτικό, και τους δημιουργεί πολλές αντιλήψεις και εμπειρίες που δεν είναι πρακτικές.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.