Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (7) Μέρος δεύτερο
Μόλις είπαμε ότι τα ανθρώπινα ιδανικά χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στα ιδανικά των ιδεαλιστών και στα ιδανικά των ρεαλιστών. Ας μιλήσουμε τώρα για τα ιδανικά των ιδεαλιστών. Λογικά, μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς τα ιδανικά των ρεαλιστών. Από την άλλη, τα ιδανικά των ιδεαλιστών δεν είναι πολύ συγκεκριμένα και απέχουν κάπως από την πραγματική ζωή. Απέχουν, επίσης, πολύ και από τα πρακτικά ζητήματα που αφορούν την ανθρώπινη επιβίωση, όπως οι καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων. Ναι μεν περιέχουν κάποιες συγκεκριμένες έννοιες, αλλά δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Θα έλεγε κανείς πως τα συγκεκριμένα ιδανικά και επιθυμίες είναι φαντασιώσεις, ότι είναι σχετικά κούφια και αποκομμένα από την ανθρώπινη φύση. Μπορεί κάποια να θεωρούνται αφηρημένα, ενώ ορισμένα ιδανικά και επιθυμίες είναι δημιουργήματα μιας κατακερματισμένης προσωπικότητας. Ποια είναι τα ιδανικά των ιδεαλιστών; Λογικά μπορεί να κατανοήσει εύκολα κάποιος τον ιδεαλισμό. Είναι μια ονειροπόληση, μια φαντασίωση, κάτι που δεν σχετίζεται με τα πρακτικά ζητήματα των καθημερινών αναγκών της αληθινής ζωής. Πάρτε, για παράδειγμα, κάποιον που θέλει να είναι ποιητής, ένας αθάνατος ποιητής που γυρίζει όλον τον κόσμο· ή να είναι ξιφομάχος, ένας περιπλανώμενος ιππότης, που επίσης γυρίζει όλη τη γη, χωρίς να παντρεύεται ή να κάνει παιδιά, χωρίς να τον απασχολούν τα ανούσια πράγματα της ζωής ή να ανησυχεί για τις ανάγκες της καθημερινότητας. Ζει μια άνετη και ξέγνοιαστη ζωή, περιπλανιέται εδώ κι εκεί, πασχίζοντας μονίμως να γίνει αθάνατος και να ξεφύγει από την πραγματική ζωή. Δεν είναι αυτό το ιδανικό ενός ιδεαλιστή; (Ναι.) Έχει κανείς σας τέτοιες σκέψεις; (Όχι.) Τι ισχύει για εκείνους τους διάσημους ποιητές στην Κίνα που κάποτε μεθούσαν και έγραφαν ποιήματα; Ήταν ιδεαλιστές ή ρεαλιστές; (Ιδεαλιστές.) Οι ιδέες που υποστήριζαν ήταν ιδεαλιστικές φαντασιώσεις και ονειροπολήσεις. Περιπλανιόντουσαν πάντα εδώ κι εκεί και μιλούσαν γενικά κι αόριστα· φαντασιώνονταν πόσο όμορφος ήταν ο κόσμος, πόσο ειρηνική θα μπορούσε να είναι η ανθρωπότητα, πώς θα μπορούσαν να συνυπάρχουν όλοι αρμονικά. Είχαν αποκοπεί από τη συνείδηση, τη λογική και τις βιοτικές ανάγκες της κανονικής ανθρώπινης φύσης. Αποστασιοποιήθηκαν από αυτά τα ζητήματα της πραγματικής ζωής και φαντασιώνονταν μια σφαίρα ουτοπική, πλασματική, που δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα. Φαντάζονταν τον εαυτό τους μέσα σ’ αυτήν τη σφαίρα, να ζουν σ’ έναν τέτοιο χώρο. Δεν είναι αυτό το ιδανικό ενός ιδεαλιστή; Ένας από τους στίχους ενός παλιού ποιήματος λέει: «Τον άνεμο θέλω να καβαλήσω για να πετάξω ως το σπίτι». Πώς το λένε αυτό το ποίημα; («Η μελωδία του νερού».) Διαβάστε τους στίχους του. («Τον άνεμο θέλω να καβαλήσω για να πετάξω ως το σπίτι. Το παλάτι από νεφρίτη είναι τόσο ψηλά που φοβάμαι ότι θα κάνει παγωνιά στον ουρανό. Χορεύοντας με τη σκιά μου, δεν νιώθω πια τον δεσμό των θνητών».) Τι εννοεί όταν λέει: «Χορεύοντας με τη σκιά μου, δεν νιώθω πια τον δεσμό των θνητών»; Μήπως οι δύο αυτοί στίχοι εκφράζουν τα συναισθήματα καταπίεσης και αγανάκτησης ενός ιδεαλιστή ο οποίος δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει και να βιώσει τα ιδανικά του; Μήπως τους εξέφρασε επηρεασμένος από αυτό το συναίσθημα καταπίεσης; Πού πρέπει να εστιάσουμε; Ποια πρόταση μαρτυρά το περιβάλλον και το υπόβαθρο στο οποίο βρισκόταν την εποχή εκείνη ο ποιητής; Μήπως αυτή που λέει: «φοβάμαι ότι θα κάνει παγωνιά στον ουρανό»; (Ναι.) Ξεσκέπαζε έτσι το σκοτάδι και το κακό του χώρου των διοικητικών αξιωμάτων, που ήταν πολύ διεφθαρμένος. Ήθελε να γίνει αθάνατος, να ξεφύγει από αυτό το περιβάλλον και αυτήν την κατάσταση. Δεν μπορούσε απλώς να παραιτηθεί από θέση του ως κρατικού αξιωματούχου; Μήπως αυτό που ήθελε ήταν να αλλάξει αυτό το περιβάλλον; Τον δυσαρεστούσε και ένιωθε ότι δεν ταίριαζε με το περιβάλλον της ιδανικής ζωής που οραματιζόταν· ένιωθε να καταπιέζεται βαθιά μέσα του. Τέτοια ιδανικά έχουν οι ιδεαλιστές: Μοιάζουν περισσότερο με φαντασιώσεις, είναι μη ρεαλιστικά και αφηρημένα, αποκομμένα από την πραγματική ζωή, λες και οι ίδιοι ζουν σε άλλο κόσμο εκτός της υλικής σφαίρας, σε έναν χώρο ανεξάρτητο και αυτόνομο. Ζουν εκεί μες στις φαντασιώσεις και δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματικότητα. Είναι ακριβώς σαν κάποιους από τους ανθρώπους της σύγχρονης κοινωνίας, οι οποίοι θέλουν συνέχεια να ντύνονται και να χτενίζονται όπως οι αρχαίοι ή να μιλούν αρχαία, και σκέφτονται: «Αχ, πόσο ωραία είναι αυτή η ζωή! Νιώθω λες και είμαι αθάνατος· περιφέρομαι και περιπλανιέμαι, χωρίς να με απασχολούν τα προβλήματα του υλικού σώματος και οι διάφορες δυσκολίες της πραγματικής ζωής. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον διαβίωσης, δεν υπάρχει καταπίεση, εκμετάλλευση και άγχος. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, βοηθούν ο ένας τον άλλον και συμβιώνουν αρμονικά. Πόσο ωραίες και πολυπόθητες είναι αυτές οι ιδανικές συνθήκες ζωής!» Ορισμένοι άπιστοι επιδιώκουν αυτά τα πράγματα. Κάποιοι τραγουδούν παρόμοια τραγούδια, γράφουν παρόμοια ποιήματα ή ανεβάζουν παρόμοιες παραστάσεις, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να λαχταρούν ακόμη περισσότερο αυτόν τον άλλο κόσμο που ονειρεύονται οι ιδεαλιστές. Όταν, λοιπόν, κάποιοι τραγουδούν αυτά τα τραγούδια ή ανεβάζουν αυτές τις παραστάσεις, όσο περισσότερο τραγουδούν τόσο πιο πολύ μελαγχολούν και τόσο πιο πολύ λαχταρούν αυτόν τον ιδανικό κόσμο και βυθίζονται σ’ αυτόν. Πού καταλήγει όλο αυτό; Μερικοί άνθρωποι, παρότι τραγουδούν για πολύ καιρό, νιώθουν ότι δεν μπορούν ν’ απαλλαγούν από τις ανησυχίες τους. Όσο κι αν τραγουδούν, και πάλι δεν νιώθουν τη ζεστασιά του ανθρώπινου κόσμου. Όσο κι αν τραγουδούν, νιώθουν και πάλι ότι η ιδεαλιστική, φανταστική τους σφαίρα είναι καλύτερη. Αισθάνονται απογοητευμένοι από τον κόσμο, δεν θέλουν να ζουν πια σ’ αυτήν την ανθρώπινη σφαίρα και αποφασίζουν οριστικά και αμετάκλητα να πάνε σ’ αυτόν τον ιδανικό κόσμο με τον δικό τους τρόπο. Κάποιοι πίνουν δηλητήριο, άλλοι πηδούν από κτίρια, κάποιοι απαγχονίζονται με κάποιο ρούχο και άλλοι γίνονται μοναχοί και αφοσιώνονται στην πνευματική άσκηση. Σύμφωνα με τα δικά τους λόγια, έχουν διακρίνει την ψευδαίσθηση των εγκόσμιων δεσμεύσεων. Στην πραγματικότητα, δεν είναι ανάγκη να καταφύγουν σε τόσο ακραία μέτρα και μεθόδους για να ξεπεράσουν την απογοήτευσή τους από τον κόσμο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα και οι δυσκολίες. Επειδή, όμως, αδυνατούν να αντιληφθούν τη βαθύτερη ουσία αυτών των ζητημάτων, επιλέγουν τελικά να αντιμετωπίσουν αυτές τις δυσκολίες και να ξεφύγουν από αυτές με ακραίες μεθόδους, προκειμένου να πετύχουν τον στόχο τους και να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους. Έτσι είναι μερικοί από τους ιδεαλιστές που ζουν ανάμεσα στους απίστους και αυτά είναι κάποια από τα προβλήματά τους.
Υπάρχουν άνθρωποι στον οίκο του Θεού, στην εκκλησία, που να έχουν παρόμοια ιδανικά; Σίγουρα υπάρχουν, απλώς δεν τους έχετε εντοπίσει ακόμα. Θα σου μιλήσω, λοιπόν, γι’ αυτούς. Κάποιοι άνθρωποι στα εγκόσμια κάνουν το ίδιο με τους άπιστους ιδεαλιστές· λαχταρούν, δηλαδή, μια ιδανική κοινωνία, μια κοινωνία ειρηνική, αρμονική και ήρεμη, στην οποία όλοι να είναι ίσοι. Αυτή η ιδανική κοινωνία μοιάζει με τις ουτοπίες που περιγράφουν ορισμένοι ποιητές και συγγραφείς. Τις περισσότερες, βέβαια, φορές μοιάζει με κάποια μέρη, κάποιους τρόπους ζωής ή κάποια περιβάλλοντα διαβίωσης που υπάρχουν στους ιδανικούς κόσμους των ανθρώπων. Επειδή αυτοί οι άνθρωποι παρασύρονται από αντίστοιχες ανάγκες και ιδανικά, ασυνείδητα αναζητούν κάποια πίστη που θα τους επιτρέψει να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους. Καθώς ψάχνουν, διαπιστώνουν ότι το να πιστεύουν στον Θεό είναι ένα καλό μονοπάτι και μια καλή επιλογή πίστης. Εισέρχονται, λοιπόν, στον οίκο του Θεού μαζί με τα ιδανικά τους, με την ελπίδα ότι εκεί θα νιώσουν τη ζεστασιά, την προσοχή, την αγάπη και τη φροντίδα των ανθρώπων. Πολύ περισσότερο, βέβαια, ελπίζουν ότι θα νιώσουν τη μεγάλη αγάπη και προστασία του Θεού. Εισέρχονται, λοιπόν, στον οίκο του Θεού με τα ιδανικά τους και, είτε κάνουν τα καθήκοντά τους είτε όχι, τα ιδανικά τους δεν αλλάζουν ποτέ, ό,τι και να γίνει. Πάντα διατηρούν και φυλάνε μέσα τους τα ιδανικά τους. Τα ιδανικά αυτά, από την αρχή μέχρι το τέλος, έχουν πάνω κάτω ως εξής: Όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού, έχουν την ελπίδα ότι σ’ αυτό το μέρος θα νιώσουν ζεστασιά, ότι θ’ απολαύσουν ζεστασιά, ευτυχία και ευημερία. Ελπίζουν ότι σ’ αυτό το μέρος δεν υπάρχουν έριδες, καχυποψία ή διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων κι ότι εκεί οι άνθρωποι δεν εκφοβίζουν, δεν εξαπατούν, δεν βλάπτουν ούτε αποκλείουν ο ένας τον άλλον. Αυτά τα ιδανικά, επί της ουσίας, διατηρούν στις σκέψεις τους οι ιδεαλιστές. Φαντάζονται, δηλαδή, ένα μέρος όπου όλοι φέρονται ο ένας στον άλλον σαν μηχανές που δεν έχουν ζωή και δεν κάνουν τις παραμικρές σκέψεις. Όταν συναντιούνται, χαμογελούν, γνέφουν το κεφάλι και υποκλίνονται μηχανικά για να φανούν φιλικοί και να δείξουν ότι δεν υπάρχουν εχθρικά συναισθήματα. Σ’ αυτό το ιδανικό μέρος, όλοι οι άνθρωποι αγαπιούνται πολύ κι έτσι νοιάζονται, εκτιμούν, φροντίζουν, βοηθάνε, καταλαβαίνουν και διευκολύνουν ο ένας τον άλλον, αλλά και καλύπτουν και προστατεύουν αλλήλους. Τέτοια πράγματα θεωρούν ιδανικά και ονειρεύονται οι ιδεαλιστές. Όταν, για παράδειγμα, εισέρχονται στον οίκο του Θεού, το ιδανικό και η ελπίδα τους είναι ότι οι νεότεροι άνθρωποι θα σέβονται, θα εκτιμούν, θα φροντίζουν, θα προσέχουν και θα περιποιούνται ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους. Πέρα απ’ το να τους σέβονται, ελπίζουν επίσης ότι οι άνθρωποι θα τους απευθύνονται με τιμητικούς τίτλους. Πιο συγκεκριμένα, θα απευθύνονται στους αδελφούς ως «Μεγάλε Θείε τάδε», «Θείε τάδε» ή «Θείε δείνα» και στις αδελφές τους ως «Γιαγιά τάδε», «Θεία τάδε» ή «Αδελφή τάδε». Ο καθένας θα έχει ουσιαστικά τη δική του προσφώνηση. Ελπίζουν ότι εξωτερικά οι άνθρωποι θα είναι ιδιαίτερα εγκάρδιοι, ευγενικοί και σε αρμονία μεταξύ τους και ότι κανείς δεν θα έχει ούτε στην επιφάνεια ούτε στα βάθη της καρδιάς του κακές προθέσεις ή άσχημα και κακά πράγματα. Ελπίζουν ότι αν κάποιος κάνει ένα λάθος ή συναντήσει κάποια δυσκολία, όλοι θα είναι σε θέση να βάλουν ένα χεράκι για να τον βοηθήσουν, καθώς και να δείξουν ουσιαστικό ενδιαφέρον και ανεκτικότητα. Ελπίζουν ακόμα περισσότερο πως όταν εισέρχονται στην εκκλησία, στον οίκο του Θεού, άνθρωποι που είναι αδύναμοι και απονήρευτοι, επιρρεπείς στον εκφοβισμό και την καταπίεση των άλλων στον κόσμο, ιδίως εκείνοι θα λάβουν ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή, καθώς και ειδική μεταχείριση. Όπως λένε οι ίδιοι οι ιδεαλιστές, όταν εισήλθαν στον οίκο του Θεού, εύχονταν να είναι όλοι χαρούμενοι, να είναι όλοι καλά, και ήλπιζαν ότι, αφού πίστευαν στον Θεό, θα γινόντουσαν όλοι μαζί μια μεγάλη οικογένεια, θα ήταν αδέλφια. Θεωρούν ότι δεν πρέπει να εκφοβίζει, να τιμωρεί ή να βλάπτει ο ένας τον άλλο. Θεωρούν ότι σε περίπτωση προβλήματος, οι άνθρωποι δεν πρέπει να διαφωνούν ή να θυμώνουν μεταξύ τους, αλλά να φέρονται στους άλλους με ηρεμία, να τους δείχνουν μεγάλη υπομονή και να είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν. Θεωρούν πως ο καθένας πρέπει πάντα να κάνει τους άλλους να αισθάνονται άνετα και να τους δείχνει μόνο την καλύτερη και ευγενικότερη πλευρά του, κρατώντας την κακή ή μοχθηρή πλευρά του για τον εαυτό του. Πιστεύουν ότι πρέπει να φέρονται ο ένας στον άλλον σαν μηχανές, να μην έχουν αρνητική άποψη ή γνώμη για τους άλλους, ούτε βέβαια να κάνουν ο ένας στον άλλον τίποτα αρνητικό· θεωρούν ότι οι προθέσεις των ανθρώπων απέναντι στους άλλους πρέπει να είναι καλές και συμφωνούν απόλυτα με την παροιμία που λέει ότι «Οι καλοί έχουν μια ήσυχη ζωή». Έτσι μόνο θεωρούν ότι είναι ο αληθινός οίκος του Θεού και η αληθινή εκκλησία. Τα ιδανικά αυτών των ιδεαλιστών, όμως, δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη. Αντί γι’ αυτά, ο οίκος του Θεού εστιάζει στις αρχές και δίνει έμφαση στην αλληλοβοήθεια και την αλληλοϋποστήριξη των ανθρώπων, ενώ απαιτεί απ’ όλους να φέρονται στους ανθρώπους κάθε είδους με βάση τις αλήθεια-αρχές και τα λόγια του Θεού. Κάποιες μάλιστα από τις απαιτήσεις που έχει θέσει ο οίκος του Θεού, όπως για παράδειγμα η διάκριση μεταξύ διαφορετικών τύπων ανθρώπων και η διαφορετική μεταχείριση που λαμβάνουν, δείχνουν να «αδιαφορούν» για τους ανθρώπους. Ο οίκος του Θεού απαιτεί επίσης από τους ανθρώπους να ορθώνουν το ανάστημά τους για να ξεσκεπάζουν και να κλαδεύουν όποιον βλέπουν να βλάπτει τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, να παραβιάζει τις εργασιακές ρυθμίσεις ή να αντιτίθεται στις αρχές, με στόχο τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Παράλληλα, τους απαγορεύει να προστατεύουν ή να καλύπτουν τον οποιονδήποτε, επηρεασμένοι από τα συναισθήματά τους. Επιπλέον, εννοείται πως ο οίκος του Θεού έχει ορίσει και διάφορα επίπεδα ηγεσίας. Αφενός, ο οίκος του Θεού απαιτεί οι επικεφαλής κάθε επιπέδου να φροντίζουν το καθημερινό έργο της εκκλησίας. Αφετέρου, απαιτεί να επιβλέπουν, να διαχειρίζονται και να παρακολουθούν με αυστηρότητα τις διάφορες εργασίες, ενώ οφείλουν παράλληλα να ενημερώνονται για τις καταστάσεις και την εκκλησιαστική ζωή των διαφόρων ειδών ανθρώπων, να κατανοούν αυτά τα πράγματα και να τους δίνουν προσοχή ανά πάσα στιγμή, να παρατηρούν τις στάσεις και τις τάσεις που έχουν οι άνθρωποι όταν κάνουν τα καθήκοντά τους και, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να προβαίνουν σε λογικές και κατάλληλες προσαρμογές. Φυσικά, ο οίκος του Θεού απαιτεί, επίσης, από τους επικεφαλής και τους εργάτες να κλαδεύουν αυστηρά οποιονδήποτε ανακαλύπτουν ότι αντιτίθεται στις εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού ή παραβιάζει τις αρχές και διαταράσσει και αναστατώνει το έργο της εκκλησίας, προειδοποιώντας όσους κάνουν μικρά παραπτώματα και αντιμετωπίζοντας όπως πρέπει τις πιο σοβαρές περιπτώσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένοι άνθρωποι έχουν εκκαθαριστεί, αποβληθεί ή διαγραφεί από τους εκκλησιαστικούς καταλόγους. Εννοείται πως όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού για να κάνουν διάφορα καθήκοντα και να ασχοληθούν με διάφορες εργασίες, πολλοί άνθρωποι ακούνε, βλέπουν ή βιώνουν την παίδευση και την κρίση που προέρχονται από τα λόγια του Θεού, αλλά και κλαδεύονται από τους επικεφαλής διαφόρων βαθμίδων. Όλα αυτά τα διαφορετικά περιβάλλοντα και ζητήματα που συναντά κανείς στον οίκο του Θεού διαφέρουν τελείως από τον ιδανικό οίκο του Θεού και την εκκλησία που οραματίζονται οι ιδεαλιστές, ουσιαστικά απέχουν παρασάγγας από τις προσδοκίες τους, με αποτέλεσμα εκείνοι να νιώθουν τεράστια πίεση βαθιά μέσα τους. Αφενός, θεωρούν αδιανόητα τα διάφορα περιστατικά που προκύπτουν στην εκκλησία ή τις μεθόδους και τις αρχές με βάση τις οποίες χειρίζεται η εκκλησία τα προβλήματα. Αφετέρου, λόγω των ιδανικών τους και των παράλογων αντιλήψεών τους για τα θετικά πράγματα, την εκκλησία και τον οίκο του Θεού, η καρδιά τους κατακλύζεται από συναισθήματα καταπίεσης. Αφού βγουν στην επιφάνεια αυτά τα συναισθήματα καταπίεσης, επειδή δεν καταφέρνουν να διορθώσουν εγκαίρως τις λανθασμένες σκέψεις και απόψεις τους ή να διακρίνουν και να αναγνωρίσουν ξεκάθαρα τα προβλήματα που σχετίζονται με τα ιδανικά τους, αρχίζουν ως αποτέλεσμα να αναδύονται μέσα τους πολλές αντιλήψεις. Επιπλέον, επειδή δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν την αλήθεια ή να τη χρησιμοποιήσουν για να διορθώσουν τις αντιλήψεις τους, αυτές αρχίζουν να ριζώνουν βαθιά μέσα στις σκέψεις τους και στην ψυχή τους, με αποτέλεσμα τα συναισθήματα καταπίεσης που νιώθουν να γίνονται όλο και πιο ισχυρά και έντονα. Στην πραγματικότητα, ο Θεός, ο οίκος του Θεού, η εκκλησία, οι πιστοί και οι χριστιανοί δεν συμβαδίζουν με τον ειδυλλιακό παράδεισο, τον ουρανό ή την ουτοπία που φαντάζονται αυτοί οι ιδεαλιστές στα ιδανικά τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, νιώθουν διαρκώς όλο και μεγαλύτερη καταπίεση στα βάθη της καρδιάς τους και δεν έχουν τρόπο να απαλλαγούν από αυτήν. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στην εκκλησία; (Ναι.)
Μερικοί άνθρωποι αναρωτιούνται: «Αχ, γιατί ο οίκος του Θεού μιλάει συνέχεια για αποδοχή κρίσης και παίδευσης; Πώς γίνεται κάποιος που πιστεύει στον Θεό να εξακολουθεί να κλαδεύεται; Αχ, γιατί αποβάλλει κάποιους ανθρώπους ο οίκος του Θεού; Δεν υπάρχει ίχνος αγάπης εκεί μέσα! Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν τέτοια πράγματα στον “επίγειο παράδεισο”; Πώς είναι δυνατόν να εμφανίζονται αντίχριστοι στην εκκλησία; Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν περιστατικά αντίχριστων που καταπιέζουν και τιμωρούν τους άλλους; Είναι δυνατόν μέσα στην εκκλησία, μέσα στον οίκο του Θεού, να ξεσκεπάζει και να αναλύει ο ένας τον άλλον; Είναι δυνατόν να υπάρχουν διαφωνίες; Είναι δυνατόν να υπάρχουν αντιζηλίες και συγκρούσεις; Τι γίνεται εδώ πέρα; Από τη στιγμή που έχουμε εισέλθει στον οίκο του Θεού, πρέπει να είμαστε αγαπημένοι και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν ακόμη τέτοια πράγματα;» Είναι πολλοί αυτοί που συμμερίζονται τις παραπάνω ιδέες; Πολλοί άνθρωποι χτίζουν στο κεφάλι τους μια ορισμένη εικόνα για τον οίκο του Θεού. Πείτε Μου, τώρα, είναι αντικειμενικές αυτές οι φαντασιοκοπίες και οι ερμηνείες; (Δεν είναι αντικειμενικές, όχι.) Από ποια άποψη δεν είναι αντικειμενικές; (Η ανθρωπότητα έχει διαφθαρεί σε βάθος και όλοι όσοι σώζονται από τον Θεό έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις, οπότε είναι αναπόφευκτο να αποκαλύψουν διαφθορά καθώς αλληλεπιδρούν ο ένας με τον άλλο. Θα υπάρξουν αντιζηλίες και συγκρούσεις, καθώς και περιστατικά εκφοβισμού και καταπίεσης. Είναι βέβαιο ότι θα συμβούν τέτοια πράγματα. Όσα φαντάζονται αυτοί οι ιδεαλιστές δεν υπάρχουν. Προκειμένου, επίσης, να διασφαλιστεί η ζωή και το έργο της εκκλησίας, εκείνη θα κλαδεύει κάποιους ανθρώπους με βάση τις αλήθεια-αρχές, θα μεταθέτει και θα αντικαθιστά κάποιους άλλους και θα αποπέμπει και θα αποβάλλει τους κακούς και τους δύσπιστους. Όλα αυτά συμφωνούν με τις αρχές και γίνονται γιατί, όταν οι άνθρωποι ενεργούν σύμφωνα με τις διεφθαρμένες τους διαθέσεις, διαταράσσουν και αναστατώνουν το έργο της εκκλησίας. Δεν θα ήταν, άρα, ρεαλιστικό να μην παίρνει η εκκλησία μέτρα όπως το κλάδεμα, η αντικατάσταση ή η απομάκρυνση τέτοιων ανθρώπων.) Δεν είναι ρεαλιστικό και γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιδέες αυτών των ανθρώπων δεν είναι παρά ιδεαλιστικά ιδανικά. Καμία από αυτές δεν είναι ρεαλιστική, είναι όλες κούφιες και αποκυήματα της φαντασίας τους. Έτσι δεν είναι; Ακόμη και τώρα, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να πιστεύουν στον Θεό. Λένε μερικοί: «Είναι καλό να πιστεύεις στον Θεό. Δείχνει πως κάνεις καλά πράγματα και είσαι καλός άνθρωπος». Είναι σωστή αυτή η δήλωση; (Δεν είναι σωστή, όχι.) «Οι πιστοί στον Θεό πρέπει να έχουν καλές προθέσεις στην καρδιά τους». Είναι σωστή αυτή η δήλωση; (Δεν είναι σωστή, όχι.) Τι σόι δήλωση είναι αυτή, να έχει κανείς καλές προθέσεις στην καρδιά του; Μπορείς να έχεις καλές προθέσεις απλά και μόνο επειδή το θέλεις; Έχεις καλές προθέσεις; Το να έχει κανείς καλές προθέσεις είναι μία από τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς; Δεν είναι παρά ένα σύνθημα, ένα δόγμα· ένα κούφιο πράγμα. Όσο δεν επηρεάζονται τα δικά σου συμφέροντα, το λες πολύ άνετα και σκέφτεσαι: «Έχω καλές προθέσεις στην καρδιά μου· δεν εκφοβίζω, δεν βλάπτω, δεν εξαπατώ και δεν εκμεταλλεύομαι κανέναν». Αν, όμως, κάτι αφορά τα συμφέροντά σου, τη θέση και τον εγωισμό σου, μπορεί να σε συγκρατήσει η δήλωση «να έχει κανείς καλές προθέσεις στην καρδιά του»; Μπορεί να λύσει το πρόβλημα της διεφθαρμένης σου διάθεσης; (Δεν μπορεί, όχι.) Πρόκειται, επομένως, για μια κούφια δήλωση· δεν είναι η αλήθεια. Η αλήθεια μπορεί να ξεσκεπάσει την ουσία της διεφθαρμένης σου διάθεσης, μπορεί να ξεσκεπάσει και να αναλύσει την ουσία και την αληθινή φύση των πράξεών σου, καθώς και να προσδιορίσει και να καταδικάσει την ουσία των όσων κάνεις και της διάθεσης που αποκαλύπτεις. Σου παρέχει, έπειτα, το κατάλληλο μονοπάτι και τις κατάλληλες αρχές για να μπορέσεις ν’ αλλάξεις τον τρόπο ζωής σου και τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεσαι και ενεργείς. Έτσι, λοιπόν, αν οι άνθρωποι καταφέρουν να αποδεχτούν την αλήθεια και να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους, μπορούν να διορθώσουν και τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους. Μόνο η αλήθεια μπορεί να το πετύχει αυτό και όχι η παρότρυνση να έχουν οι άνθρωποι καλές προθέσεις στην καρδιά τους. Η αλήθεια διορθώνει τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων παρέχοντάς τους όχι συνθήματα, δόγματα ή κανονισμούς και κανόνες, αλλά αρχές, κριτήρια και κατευθύνσεις για το πώς να συμπεριφέρονται. Χρησιμοποιεί αυτές τις αρχές, τα κριτήρια και τις κατευθύνσεις για να υποκαταστήσει και να αντικαταστήσει τη διεφθαρμένη διάθεση των ανθρώπων. Μόλις αλλάξουν και διορθωθούν οι αρχές, τα κριτήρια και οι κατευθύνσεις για τη συμπεριφορά των ανθρώπων, θα αλλάξουν, όπως είναι φυσικό, και οι κάθε λογής στρεβλές ιδέες και λανθασμένες σκέψεις που έχουν στο μυαλό τους. Όταν κατανοεί κανείς και αποκτά την αλήθεια, αλλάζουν αντίστοιχα και οι σκέψεις του. Αυτό δεν έχει να κάνει με το αν έχει καλές προθέσεις στην καρδιά του, αλλά με το κατά πόσο άλλαξε η πηγή των σκέψεών του, η διάθεσή του και η ουσία του. Όσα αποκαλύπτει και βιώνει ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι πλέον θετικά. Αλλάζουν εξίσου η κατεύθυνση, ο τρόπος και η πηγή της συμπεριφοράς του. Η βάση και το κριτήριο για όσα λέει και κάνει είναι τα λόγια του Θεού και ο ίδιος μπορεί να βιώσει την κανονική ανθρώπινη φύση. Είναι, λοιπόν, ακόμη ανάγκη να του λέμε απλώς να «έχει καλές προθέσεις στην καρδιά του»; Είναι χρήσιμο; Είναι μια δήλωση κούφια, που δεν μπορεί να λύσει κανένα απολύτως πρόβλημα. Αφού οι ιδεαλιστές εισέλθουν στον οίκο του Θεού, στην εκκλησία, τα ιδανικά τους παραμένουν απραγματοποίητα κι αυτό τούς κάνει να καταπιέζονται μέσα τους. Είναι η ίδια περίπτωση με κάποιους ιδεαλιστές που εισχωρούν βαθιά μέσα στη κυβέρνηση ή την κοινωνία, αλλά διαπιστώνουν έπειτα ότι δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν ούτε να εκπληρώσουν τα ιδανικά τους, με αποτέλεσμα να νιώθουν συχνά αποκαρδιωμένοι. Κάποιοι άνθρωποι, μόλις γίνουν αξιωματούχοι ή αυτοκράτορες, νιώθουν πολύ ικανοποιημένοι από τον εαυτό τους και γίνονται ιδιαίτερα αλαζόνες, ακριβώς όπως εκείνος ο στίχος ενός ποιήματος που λέει: «Σηκώνεται αέρας δυνατός, τα σύννεφα σκορπίζονται». Πώς πάει ο επόμενος στίχος; («Τώρα που η δύναμή μου βασιλεύει σε όλες τις θάλασσες, επιστρέφω στην πατρίδα μου».) Όπως βλέπεις, μιλούν κάπως παράξενα. Διακατέχονται από ένα συναίσθημα που δυσκολεύονται να κατανοήσουν όσοι έχουν κανονική ανθρώπινη φύση και λογική. Αυτοί οι ιδεαλιστές μιλάνε πάντα αφ’ υψηλού. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως, ό,τι κι αν κάνουν, δεν αντιμετωπίζουν ποτέ την πραγματικότητα ούτε λύνουν πραγματικά προβλήματα. Δεν κατανοούν ποια είναι η πραγματικότητα κι έχουν πάντα ως γνώμονα το συναίσθημα. Όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού, όση αλήθεια και να ακούσουν, δεν κατανοούν τι σημαίνει να πιστεύει κανείς στον Θεό ούτε τη σημασία της πίστης σ’ Αυτόν. Δεν κατανοούν την αξία της αλήθειας, πόσο μάλλον την αξία της επιδίωξής της. Αιώνια επιδίωξή τους είναι τα ιδανικά των ιδεαλιστών. Το όνειρό τους είναι να γίνει μια μέρα ο οίκος του Θεού όπως τον οραματίζονται· ένα μέρος, δηλαδή, όπου οι άνθρωποι θα φέρονται ο ένας στον άλλον με σεβασμό, θα συμβιώνουν αρμονικά, θα τα πηγαίνουν πολύ καλά μεταξύ τους και θα λατρεύουν, θα φροντίζουν, θα υπεραγαπούν και θα βοηθούν ο ένας τον άλλον· ένα μέρος όπου οι άνθρωποι δεν θα παραλείπουν να λένε «ευχαριστώ» ο ένας στον άλλον, μαζί με άλλα ωραία λόγια και ευλογίες, και δεν θα ακούγονται δυσάρεστα ή προσβλητικά λόγια, λόγια που εκθέτουν τη διεφθαρμένη ουσία των ανθρώπων, ούτε θα υπάρχουν διαμάχες και άνθρωποι που ξεσκεπάζουν και κλαδεύουν ο ένας τον άλλον. Όση αλήθεια κι αν ακούσουν, οι άνθρωποι αυτοί και πάλι δεν καταλαβαίνουν το νόημα της πίστης στον Θεό, δεν καταλαβαίνουν τις απαιτήσεις του Θεού ούτε και τι είδους άνθρωποι θέλει ο Θεός να είναι. Δεν φτάνει που δεν τα καταλαβαίνουν όλα αυτά, ελπίζουν κιόλας ότι θα έρθει μια μέρα που θα μπορέσουν να απολαύσουν την ιδανική γι’ αυτούς μεταχείριση στον οίκο του Θεού. Αν δεν λάβουν τέτοια μεταχείριση, αισθάνονται ότι δεν υπάρχει χώρος για να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους στον οίκο του Θεού ούτε κι έχουν την ευκαιρία να το κάνουν αυτό. Ορισμένοι, λοιπόν, άνθρωποι νιώθουν να καταπιέζονται και σκέφτονται συχνά να παραιτηθούν, οπότε λένε το εξής: «Η πίστη στον Θεό είναι βαρετή και ανούσια. Οι πιστοί του Θεού δεν βοηθούν, δεν υπεραγαπούν και δεν σέβονται ο ένας τον άλλον όπως οι Βουδιστές. Άσε που οι πιστοί στον Θεό μιλάνε συνέχεια για την αλήθεια και τις αρχές, κάνουν συχνά λόγο για διάκριση στις διαπροσωπικές σχέσεις, εκτίθενται πού και πού και δέχονται κριτική, ενώ έρχονται συχνά αντιμέτωποι και με κλάδεμα. Δεν θέλω να ζήσω μια τέτοια ζωή». Αν δεν είχαν τα ιδανικά τους και την ελπίδα ότι θα εισέλθουν στον παράδεισο, αυτοί οι ιδεαλιστές θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να εγκαταλείψουν την εκκλησία και να βρουν ένα άλλο μονοπάτι. Πείτε Μου, λοιπόν, ανήκουν αυτοί άνθρωποι στον οίκο του Θεού; Είναι κατάλληλοι για να παραμείνουν στον οίκο του Θεού; (Δεν είναι, όχι.) Πού πιστεύετε ότι πρέπει να πάνε; (Θα έκαναν για μοναχοί.) Θα μπορούσαν να πάνε σ’ έναν βουδιστικό ή ταοϊστικό ναό· και τα δύο θα τους ταίριαζαν μια χαρά. Δεν νιώθουν καταπιεσμένοι στα εγκόσμια· νιώθουν, όμως μεγάλη καταπίεση στον οίκο του Θεού. Αισθάνονται ότι δεν τους δίνεται η ευκαιρία να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους ούτε και χώρος για να τα αξιοποιήσουν. Επομένως, οι άνθρωποι αυτοί ταιριάζουν μια χαρά σε μέρη που τα τυλίγει ο καπνός και καίγεται διαρκώς λιβάνι. Αυτά τα μέρη είναι ήσυχα και δεν σου μαθαίνουν πώς να συμπεριφέρεσαι. Δεν εκθέτουν τις κάθε λογής παράλογες σκέψεις και απόψεις σου· δεν εκθέτουν ούτε κλαδεύουν τη διεφθαρμένη σου διάθεση. Εκεί υπάρχει απόσταση και σεβασμός μεταξύ των ανθρώπων. Οι κουβέντες που ανταλλάσσουν οι άνθρωποι μες στη μέρα είναι μετρημένες και δεν υπάρχουν διαφωνίες. Δεν σε επιβλέπει ούτε σε ελέγχει κανένας. Εκεί μέσα θα ζεις με αυτάρκεια και θα συναντάς ελάχιστους αγνώστους μέσα στο έτος. Δεν θα χρειάζεται να ανησυχείς για θέματα της καθημερινότητας. Για να θρέψεις το σώμα σου, μπορείς να πάρεις ένα μπολάκι ή ένα κυπελάκι και να ζητιανέψεις ελεημοσύνη από τους υπόλοιπους πολίτες. Θα βρεις έτσι λίγο φαγητό για να φας, χωρίς να χρειαστεί να βγάλεις χρήματα. Σε αυτά τα μέρη, εξαφανίζεται κάθε κοσμικό πρόβλημα. Όλοι είναι πολύ ευγενικοί απέναντι στους άλλους και κανείς δεν τσακώνεται με κανέναν. Αν υπάρχουν τυχόν διαφωνίες, αυτές παραμένουν στις καρδιές τους. Κάθε μέρα περνά ήρεμα και άνετα. Ένα τέτοιο μέρος —η γη της υπέρτατης ευδαιμονίας, όπως ονομάζονται— είναι ιδανικό για έναν ιδεαλιστή, μια που εκεί μπορεί να πραγματοποιήσει τα ιδανικά του. Οι ιδεαλιστές δεν πρέπει να ζουν στην εκκλησία, αλλά στο μέρος που έχουν στη φαντασία τους. Τα πράγματα που έχουν να κάνουν στην εκκλησία είναι υπερβολικά πολλά για εκείνους. Κάθε μέρα, πρέπει να διαβάζουν τα λόγια του Θεού, να παρευρίσκονται σε συναθροίσεις, να μαθαίνουν ένα σωρό αρχές και να συναναστρέφονται όλη την ώρα πάνω στην αλήθεια και στην κατανόηση των διεφθαρμένων διαθέσεών τους. Όσοι ενεργούν σύμφωνα με τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους και παραβαίνουν τις αρχές κλαδεύονται, πράγμα που σε κάποιους συμβαίνει συχνά. Αυτοί οι άνθρωποι νιώθουν μεγάλη καταπίεση και δυστυχία εδώ και η εκκλησία δεν είναι το ιδανικό περιβάλλον γι’ αυτούς. Θεωρούν ότι αντί να σπαταλούν τον χρόνο τους και να χαραμίζουν τα νιάτα τους σ’ αυτό το μέρος, καλό θα ήταν να πάνε λίγο πιο σύντομα να ζήσουν κάπου που να τους αρέσει. Δεν βρίσκουν τον λόγο να σπαταλούν τον χρόνο τους εδώ μέσα, να νιώθουν συνέχεια καταπίεση και να ζουν άβολα, μες στη θλίψη και τη δυστυχία. Αυτή είναι η μόνη χαρακτηριστική εκδήλωση των ιδανικών των ιδεαλιστών που καλύψαμε. Δεν έχουμε να πούμε πολλά γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Όσο και να συναναστραφείτε μαζί τους σχετικά με την αλήθεια, δεν πρόκειται να ακούσουν. Φαντάζονται πράγματα όλη μέρα και όλα όσα σκέφτονται δεν είναι καθόλου ρεαλιστικά· είναι τελείως αόριστα και απέχουν υπερβολικά από την κανονική ανθρώπινη φύση. Όλη μέρα σκέφτονται αυτά τα πράγματα και δεν μπορούν να επικοινωνήσουν με τους κανονικούς ανθρώπους. Οι κανονικοί άνθρωποι, με τη σειρά τους, δεν μπορούν να καταλάβουν από τι είναι φτιαγμένος ο κόσμος τους. Συνεπώς, ό,τι σκέψεις και απόψεις κι αν έχουν αυτοί οι άνθρωποι, τα ιδανικά τους είναι κούφια και γι’ αυτό, όπως είναι φυσικό, είναι κούφιες και οι σκέψεις και οι απόψεις τους. Δεν αξίζει να τις αναλύσουμε ή να τις διερευνήσουμε σε βάθος. Αφού είναι κούφιες, ας παραμείνουν ως έχουν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι ελεύθεροι να πάνε όπου θέλουν· ο οίκος του Θεού δεν πρόκειται να παρέμβει. Αν είναι πρόθυμοι να παραμείνουν στον οίκο του Θεού και να κάνουν κάποια από τα καθήκοντά τους ή απλώς να δουλεύουν, εφόσον δεν προκαλούν αναστάτωση και δεν κάνουν κακό, θα ικανοποιήσουμε τις ανάγκες τους και θα τους δώσουμε την ευκαιρία να μετανοήσουν. Με λίγα λόγια, εφόσον παραμένουν φιλικοί προς τους αδελφούς και τις αδελφές, προς τον οίκο του Θεού και προς την εκκλησία, δεν χρειάζεται να χειριστούμε αυτό το είδος ανθρώπων, εκτός κι αν εκφράσουν από μόνοι τους την επιθυμία να φύγουν. Σ’ αυτήν την περίπτωση, ας μην τους σταθούμε εμπόδιο, εντάξει; (Εντάξει.) Το ξεκαθαρίσαμε, λοιπόν.
Τα ιδανικά των ιδεαλιστών είναι συνήθως κούφια, ενώ αυτά των ρεαλιστών είναι πολύ πιο πρακτικά και ευθυγραμμισμένα με τη ζωή και το πραγματικό περιβάλλον των ανθρώπων. Βεβαίως, σχετίζονται και με πιο απτό τρόπο με κάποια ζητήματα της ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης, όπως, για παράδειγμα, το να νοικοκυρευτεί κανείς και να ξεκινήσει τη ζωή του. Το πώς νοικοκυρεύονται οι άνθρωποι και ξεκινούν τη ζωή τους σχετίζεται με τις δεξιότητες, τις ικανότητες και τα ταλέντα που αποκτούν, τα διάφορα είδη εκπαίδευσης που λαμβάνουν, καθώς και τα χαρίσματα, τις δυνατότητες και τις εξειδικευμένες γνώσεις τους. Όλες αυτές οι πτυχές περιλαμβάνονται στα ιδανικά των ρεαλιστών. Τα ιδανικά ενός ρεαλιστή, είτε στοχεύουν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του είτε στην ικανοποίηση του πνευματικού του κόσμου, εκδηλώνονται με απτό τρόπο στην πραγματική ζωή ενός ανθρώπου. Ορισμένοι άνθρωποι, παραδείγματος χάρη, διαθέτουν ηγετικές ικανότητες και τους αρέσει να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής. Μπορεί να είναι εξαιρετικοί στο να βγάζουν λόγους ή στην επικοινωνία, μπορεί να είναι πολύ καλοί στο να «διαβάζουν» τους ανθρώπους και να ξέρουν πώς να τους χρησιμοποιήσουν. Πιο εύστοχα, θα έλεγε κανείς πως το παίζουν αφεντικά στους άλλους. Κατά συνέπεια, στους ανθρώπους αυτούς αρέσει ιδιαίτερα να κατέχουν αξιώματα, να αναλαμβάνουν ηγετικούς ρόλους ή να εργάζονται σε κάποιο τμήμα προσωπικού. Με το που αντιληφθούν ότι έχουν κλίση σ’ αυτούς τους τομείς, φιλοδοξούν να αποκτήσουν ηγετικό ή οργανωτικό ρόλο μεταξύ των ανθρώπων, να επιβλέπουν εργασίες και προσωπικό ή να διευθύνουν ένα συγκεκριμένο έργο. Το βασικό τους ιδανικό είναι να γίνουν ηγέτες. Έτσι ακριβώς συμπεριφέρονται στην κοινωνία. Όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού, θεωρούν πως πρόκειται για μια θρησκευτική οργάνωση, μοναδική, μάλιστα, στο είδος της. Εισέρχονται, λοιπόν, στην εκκλησία, αλλά τα ιδανικά τους δεν έχουν αλλάξει, καθώς δεν επηρεάζονται από τις αλλαγές στο περιβάλλον ή στο πλαίσιο στο οποίο ζουν. Φέρνουν μαζί τους στον οίκο του Θεού το ιδανικό τους να γίνουν ηγέτες. Επιθυμία τους είναι να αναλάβουν κάποια ηγετική θέση στον οίκο του Θεού, όπως να γίνουν επικεφαλής εκκλησίας, υπεύθυνοι για ένα συγκεκριμένο επίπεδο ή επικεφαλής μιας ομάδας. Αυτό είναι το ιδανικό τους. Ωστόσο, οι εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού βασίζονται σε αρχές και κανονισμούς για την επιλογή των επικεφαλής και των εργατών και οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν τα απαραίτητα προσόντα. Έτσι, ακόμη και αν κατά καιρούς παίρνουν μέρος στη διαδικασία εκλογής επικεφαλής για ένα συγκεκριμένο επίπεδο, δεν μπορούν τελικά να εκπληρώσουν το ιδανικό και τη φιλοδοξία τους να γίνουν ηγέτες. Όσο δεν καταφέρνουν να αποκτήσουν ηγετική θέση ή να κάνουν τη δουλειά που ιδανικά θα ήθελαν τόσο φουντώνουν μέσα τους τα ιδανικά τους και λαχταρούν ακόμα περισσότερο να γίνουν επικεφαλής. Προκειμένου, λοιπόν, να προβάλουν τον εαυτό τους, να διακριθούν, να ξεχωρίσουν και να αναγνωρίσουν όλοι τα ταλέντα τους, πασχίζουν να φέρουν εις πέρας διάφορα εγχειρήματα, είτε μεταξύ των αδελφών τους είτε μπροστά στους ανώτερους επικεφαλής. Για να ικανοποιήσουν τις προτιμήσεις των αδελφών τους, φτάνουν, μάλιστα, σε σημείο να πάνε κόντρα στη συνείδησή τους. Κάνουν, δηλαδή, ή λένε ορισμένα πράγματα και εκδηλώνουν σκόπιμα ορισμένες συμπεριφορές προκειμένου να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις που ορίζουν οι εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού για τους επικεφαλής. Ωστόσο, και παρά τις επίμονες προσπάθειές τους, δεν καταφέρνουν να πετύχουν το ιδανικό τους να γίνουν επικεφαλής. Κάποιοι νιώθουν τότε απογοητευμένοι, χαμένοι, λες κι έχουν χάσει τον εαυτό τους. Τα αρνητικά συναισθήματα καταπίεσης που βίωναν προηγουμένως εντείνονται όταν πιστεύουν στον Θεό χωρίς να είναι σε θέση να αποδεχτούν την αλήθεια και να βρουν λύσεις στα προβλήματά τους. Ήθελαν ανέκαθεν να κατέχουν αξιώματα και ηγετικές θέσεις κι αυτά τα ιδανικά είχαν ήδη ξεφυτρώσει στην καρδιά τους πριν ακόμη αρχίσουν να πιστεύουν στον Θεό. Επειδή δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους, υπήρχε πάντα βαθιά μέσα τους ένα αδιόρατο αίσθημα καταπίεσης. Ακόμα και αφού εισέλθουν, λοιπόν, στον οίκο του Θεού, όπου τα ιδανικά τους παραμένουν απραγματοποίητα, το αίσθημα καταπίεσης που νιώθουν μέσα τους δυναμώνει και γίνεται όλο και πιο έντονο. Τους κακοφαίνεται που δεν αξιοποιούνται οι ηγετικές τους ικανότητες και νιώθουν άτυχοι, απογοητευμένοι και καταπιεσμένοι που δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους. Εφόσον δεν εκπληρώνονται τα ιδανικά τους, αισθάνονται αδικημένοι μέσα τους. Επειδή δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τις ικανότητές τους, αποθαρρύνονται σε ό,τι αφορά τη ζωή και τη μελλοντική τους πορεία, με αποτέλεσμα στην καθημερινότητά τους να αισθάνονται συχνά καταπιεσμένοι κατά την ενασχόλησή τους με διάφορες εργασίες. Κάποιοι, παρότι κάνουν πολλές προσπάθειες και απόπειρες, δεν καταφέρνουν ποτέ να γίνουν επικεφαλής και να υλοποιήσουν το ιδανικό τους. Τότε, αρχίζουν να καταφεύγουν σε διάφορα μέσα για να εκτονώσουν τα συναισθήματά τους και να εκφράσουν την καταπίεση που νιώθουν. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι που πιστεύουν στον Θεό χωρίς να εγκαταλείπουν το ιδανικό τους να κατέχουν αξιώματα και κάποια στιγμή γίνονται επικεφαλής στην εκκλησία, εκπληρώνοντας τον διακαή πόθο τους. Ωστόσο, δεν είναι σε θέση να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους ως επικεφαλής σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Θεού και τις διευθετήσεις του οίκου Του. Παράλληλα, διαπιστώνουν ότι εκπληρώνουν με απροθυμία τον ηγετικό τους ρόλο σύμφωνα με τις απαιτήσεις και υπό την εποπτεία του οίκου του Θεού και των αδελφών τους. Παρόλο που έχουν πετύχει τα ιδανικά τους και κάνουν όλα όσα επιθυμούσαν ιδανικά να κάνουν, εξακολουθούν να νιώθουν καταπιεσμένοι. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκτελούν τα ηγετικά τους καθήκοντα με βάση την επίτευξη των προσωπικών τους ιδανικών. Έτσι, παρόλο που εξωτερικά και επιφανειακά μπορεί να φαίνεται ότι εκπληρώνουν τα καθήκοντα που απαιτεί ο οίκος του Θεού, τα ιδανικά τους ξεπερνούν κατά πολύ αυτές τις ευθύνες. Οι φιλοδοξίες, τα ιδανικά, οι επιθυμίες και το όραμά τους ξεπερνούν κατά πολύ τον τρέχοντα ρόλο τους. Οι εργασιακές ρυθμίσεις του οίκου του Θεού και οι απαιτήσεις του Θεού δεσμεύουν και περιορίζουν τις πράξεις και τις σκέψεις τους, καθώς και τα σχέδια και τις προθέσεις τους, με αποτέλεσμα να νιώθουν καταπίεση ακόμη και αφού αναλάβουν τη θέση του επικεφαλής. Πού οφείλονται αυτά τα προβλήματα; Στο ότι, αν και έγιναν επικεφαλής, επιδιώκουν ακόμη να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους και να τηρήσουν τη δέσμευσή τους σ’ αυτά. Κατά την υπηρεσία τους, όμως, ως επικεφαλής στον οίκο του Θεού και στην εκκλησία δεν πραγματοποιούν τα ιδανικά και τις επιθυμίες τους, με αποτέλεσμα να έχουν ανάμικτα και αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα. Εξαιτίας αυτών των συγκρούσεων και της αδυναμίας τους να εγκαταλείψουν τα ιδανικά και τις επιδιώξεις τους, νιώθουν συχνά να καταπιέζονται βαθιά μέσα τους και δεν μπορούν να λυτρωθούν. Αυτό είναι ένα είδος ανθρώπων. Στον οίκο του Θεού, κάποιοι από αυτούς τους ιδεαλιστές παλεύουν για τα ιδανικά τους, αλλά δεν μπορούν να τα πετύχουν. Κάποιοι άλλοι παλεύουν για τα ιδανικά τους και τελικά τα πραγματοποιούν, αλλά εξακολουθούν να νιώθουν καταπίεση. Σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν έχουν εγκαταλείψει τα ιδανικά τους κι εξακολουθούν να τα επιδιώκουν ενώ κάνουν τα καθήκοντά τους και ζουν τη ζωή τους στον οίκο του Θεού.
Υπάρχουν κι εκείνοι που έχουν ταλέντο στη συγγραφή, στον προφορικό λόγο και στη λογοτεχνία. Ελπίζουν, λοιπόν, να αξιοποιήσουν τις συγγραφικές τους δεξιότητες για να εκφράσουν τις σκέψεις τους και, ταυτόχρονα, να αναδείξουν αυτές τις δεξιότητες ώστε όλοι να αναγνωρίσουν την ικανότητά τους, την αξία τους και τη συμβολή τους στον οίκο του Θεού. Το ιδανικό τους είναι να επιδιώξουν να γίνουν εξαιρετικοί και έγκριτοι συγγραφείς και διανοούμενοι. Όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού και αρχίζουν να κάνουν συγγραφικά καθήκοντα, αισθάνονται ότι βρήκαν ένα μέρος όπου μπορούν να αξιοποιήσουν τις ικανότητές τους. Προκειμένου να πραγματοποιήσουν το ιδανικό τους να γίνουν συγγραφείς και διανοούμενοι, επιδεικνύουν σε κάθε ευκαιρία τα δυνατά σημεία και τα ταλέντα τους. Ναι μεν εξακολουθούν να κάνουν τα καθήκοντά τους, αλλά δεν εγκαταλείπουν τα ιδανικά τους. Θα έλεγε κανείς ότι το 80 με 90 τοις εκατό της εκτέλεσης των καθηκόντων τους βασίζεται στα ιδανικά τους· με άλλα λόγια, το κίνητρο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους προέρχεται από την επιδίωξη αυτών των ιδανικών και την ελπίδα που τρέφουν γι’ αυτά. Συνεπώς, οι άνθρωποι αυτοί δεν εκτελούν τα καθήκοντά τους τελείως αγνά, οπότε δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στα πρότυπα της εκπλήρωσης των καθηκόντων σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές και τα απαιτούμενα πρότυπα του Θεού. Δεν εισέρχονται στον οίκο του Θεού με μοναδικό σκοπό να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους, αλλά ελπίζουν πως θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που τους δίνεται να κάνουν τα καθήκοντά τους για να επιδείξουν τα ταλέντα τους, καθώς λαχταρούν έτσι να υλοποιήσουν τα ιδανικά τους και να αποδείξουν την αξία τους. Συνεπώς, αυτό που τους εμποδίζει κυρίως να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τα πρότυπα είναι τα ιδανικά τους. Με άλλα λόγια, η διαδικασία κατά την οποία κάνουν τα καθήκοντά τους μπλέκεται με τις προσωπικές τους προτιμήσεις, τις σκέψεις τους και τις οπτικές τους για διάφορους ανθρώπους, γεγονότα και πράγματα. Μερικοί άνθρωποι διαθέτουν ορισμένες επαγγελματικές δεξιότητες ή κάποιο ταλέντο. Κάποιοι, για παράδειγμα, κατέχουν την πληροφορική και τους αρέσει να δουλεύουν ως μηχανικοί υπολογιστών. Φοράνε γυαλιά, επιλέγουν ένα επαγγελματικό ντύσιμο και το πιο αντιπροσωπευτικό είναι ότι έχουν μαζί τους μοναδικούς φορητούς υπολογιστές που σπάνια βλέπει κανείς. Όπου σταθούν κι όπου βρεθούν, κάθονται εκεί με πάρα πολύ επαγγελματικό ύφος κι ανοίγουν τον υπολογιστή τους για να ελέγξουν πληροφορίες σε διάφορες ιστοσελίδες και να λύσουν διάφορα προβλήματα με τον υπολογιστή τους. Με λίγα λόγια, αυτό που απαιτούν από τον εαυτό τους και επιδεικνύουν στους άλλους είναι μια επαγγελματική προσέγγιση, συμπεριφορά, ομιλία και στάση, καθώς πασχίζουν να γίνουν επαγγελματίες στον κλάδο της μηχανικής υπολογιστών. Αφού εισέλθουν στον οίκο του Θεού, οι άνθρωποι αυτοί πραγματοποιούν τελικά το ιδανικό τους και ασχολούνται με εργασίες πληροφορικής. Μελετούν για την τεχνολογία και καταρτίζονται διαρκώς· εργάζονται σκληρά για να εντοπίζουν και να λύνουν διάφορα προβλήματα, με σκοπό να συμβαδίζουν με τις τάσεις του κλάδου και να ενημερώνονται για τις νέες πληροφορίες που προωθούνται και δημοσιεύονται στον τομέα τους. Εφόσον οι άνθρωποι αυτοί κατανοούν και ασχολούνται ιδιαίτερα με μια συγκεκριμένη επαγγελματική δεξιότητα, θεωρούνται επαγγελματίες και ειδήμονες. Το ιδανικό τους, άρα, είναι να γίνουν επαγγελματίες, ενώ ελπίζουν ότι ο οίκος του Θεού θα τους βάλει σε μια σημαντική θέση, θα τους δείξει εκτίμηση και θα βασιστεί πάνω τους. Φυσικά, οι περισσότεροι τέτοιοι άνθρωποι στον οίκο του Θεού τη δεδομένη χρονική στιγμή έχουν όντως αξιοποιήσει τα δυνατά τους σημεία κι έχουν πετύχει τα ιδανικά τους. Καθώς, όμως, πραγματοποιούν τα ιδανικά τους, άραγε σκέφτονται αν εργάζονται για να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους ή για να επιδιώξουν τα δικά τους ιδανικά; Δεν είναι απολύτως σαφές, έτσι δεν είναι; Η εργασία που κάνουν είναι εξειδικευμένη, πολύπλοκη και κοπιαστική. Ωστόσο, οι δεξιότητες που διαθέτουν υπολείπονται κατά πολύ των απαιτήσεων που έχει για τη συγκεκριμένη εργασία ο οίκος του Θεού. Καθώς, λοιπόν, επιδιώκουν τα ιδανικά τους και κάνουν τα καθήκοντά τους, νιώθουν κατά κάποιον τρόπο να συγκρατούνται και να ελέγχονται. Εξαιτίας των ιδανικών που έχουν στην καρδιά τους, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τις διάφορες αλήθειες της πίστης στον Θεό και τις αρχές της εκτέλεσης των καθηκόντων, μπορεί να νιώθουν κάπως καταπιεσμένοι. Έτσι είναι, λοιπόν, ορισμένοι άνθρωποι.
Μια άλλη ομάδα ανθρώπων ασχολείται με τη διάδοση του ευαγγελίου. Οι άνθρωποι αυτοί φιλοδοξούν να γίνουν επικεφαλής του κηρύγματος του ευαγγελίου, να είναι πρώτοι, καθώς και να ηγούνται και να διαπρέπουν σε κάθε εκκλησία στην οποία ανήκουν. Δεν τους αρέσει καθόλου να μένουν πίσω. Ναι μεν κάνουν τα καθήκοντά τους και εκτελούν το έργο τους, αλλά αυτό που επιδιώκουν είναι τα ιδανικά τους και οι στόχοι που σχεδιάζουν και οραματίζονται. Όλα αυτά δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την πίστη στον Θεό ή την αλήθεια. Όταν εκτίθενται και προσδιορίζονται οι στόχοι και τα ιδανικά τους ή συναντούν ορισμένα εμπόδια και συνειδητοποιούν ότι δεν πρόκειται να πραγματοποιηθούν τα ιδανικά αυτά ούτε να αποδειχθεί η αξία τους, νιώθουν ιδιαίτερα καταπιεσμένοι και απογοητευμένοι. Πολλοί απ’ αυτούς επιδιώκουν τα ιδανικά τους θέλοντας να λάβουν μια μορφή επιβεβαίωσης και έγκρισης. Όταν δεν το πετυχαίνουν αυτό ή όταν δεν ξεπληρώνεται άμεσα το τίμημα για τις προσπάθειες που κατέβαλλαν, νιώθουν ότι δεν αξίζει τον κόπο και είναι άδικο, οπότε καταπιέζονται. Δεν συμπεριφέρονται όντως έτσι; (Ναι.) Κάποιοι από αυτούς που ασχολούνται με τη διάδοση του ευαγγελίου ήθελαν ανέκαθεν να γίνουν καταξιωμένοι και υποδειγματικοί ιεροκήρυκες ή ευαγγελιστές. Όταν ακούνε τον τάδε διάσημο ευαγγελιστή και ιεροκήρυκα, ζηλεύουν υπερβολικά και ελπίζουν ότι μια μέρα θα καταφέρουν κι εκείνοι να γίνουν σαν αυτόν, να τιμούν τη μνήμη τους και να τους επαινούν οι μελλοντικές γενιές και να τους θυμάται ο Θεός. Θέλουν πάντα να κηρύττουν με τον δικό τους εξιδανικευμένο τρόπο και χρησιμοποιούν το ιδανικό τους ως στόχο και κίνητρο για να γίνουν ιεροκήρυκες, να γίνουν διάσημοι στον οίκο του Θεού και να τους θυμούνται οι μελλοντικές γενιές. Αυτό είναι το ιδανικό τους. Στον οίκο του Θεού, όμως, για κάθε εργασία υπάρχουν αυστηρές απαιτήσεις και ο Θεός έχει πει στους ανθρώπους με βάση ποιες αρχές να την κάνουν. Έτσι, λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί καταπιέζονται, επειδή δεν μπορούν να γίνουν οι ιδανικοί ευαγγελιστές που είχαν πλάσει στο μυαλό τους και συχνά υπόκεινται σε επίβλεψη και έλεγχο, ενώ οι επικεφαλής και οι εργάτες παρακολουθούν και διερευνούν το έργο τους. Κάποιοι, μάλιστα, επειδή διαθέτουν ιδιαίτερες δεξιότητες ή ταλέντα, αφού εισέλθουν στον οίκο του Θεού, συνεχίζουν να επιδιώκουν τα ιδανικά τους. Ορισμένοι ηθοποιοί, για παράδειγμα, είναι πολύ καλοί στην υποκριτική και γνωρίζουν αντίστοιχα κάποιες βασικές τεχνικές. Φιλοδοξούν έτσι να γίνουν ιδανικοί ηθοποιοί κι ελπίζουν ότι μια μέρα θα καταφέρουν να μοιάσουν στους διάσημους ηθοποιούς που είναι δημοφιλείς μεταξύ των απίστων· να γίνουν, δηλαδή, σπουδαίοι, να γίνουν αστέρες, σαν άλλοι βασιλιάδες και βασίλισσες. Ο οίκος του Θεού, όμως, εκθέτει πάντα αυτήν τη διεφθαρμένη διάθεση και αυτήν την εκδήλωση διαφθοράς και θέτει συγκεκριμένες απαιτήσεις και αρχές για τους ηθοποιούς. Μπορεί, λοιπόν, να γίνουν κάπως γνωστοί ως ηθοποιοί, αλλά ούτε τότε είναι σε θέση να γίνουν διάσημοι που λατρεύονται και ακολουθούνται από τα πλήθη και έτσι νιώθουν καταπιεσμένοι και λένε: «Πολύ μας ταλαιπωρεί ο οίκος του Θεού. Όλο περιορισμούς θέτει στους ανθρώπους για τα πάντα. Πού είναι το κακό ν’ ακολουθούμε το παράδειγμα των διάσημων; Πού είναι το κακό να έχουμε μοναδικό στυλ, να δείχνουμε λίγο την προσωπικότητά μας και να έχουμε κάποιες απαιτήσεις στο ντύσιμό μας;» Επειδή ο οίκος του Θεού έχει κάποιες απαιτήσεις για τα κοστούμια των ηθοποιών και ορισμένες παραστάσεις, κατά τη δική τους άποψη αυτές οι απαιτήσεις έρχονται πάντα σε σύγκρουση με το ιδανικό τους να γίνουν μεγάλοι και τρανοί και δεν συμβαδίζουν μ’ αυτό. Νιώθουν έτσι βαθιά αναστατωμένοι μέσα τους και σκέφτονται: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πραγματοποιήσω τα ιδανικά μου; Γιατί συναντώ παντού εμπόδια στον οίκο του Θεού;» Όταν σκέφτονται τέτοια πράγματα ή όταν δεν εκπληρώνονται οι προσδοκίες τους, νιώθουν καταπιεσμένοι. Νιώθουν αυτήν την καταπίεση επειδή πιστεύουν ότι τα ιδανικά τους είναι θεμιτά και έχουν αξία, καθώς και ότι δεν είναι καθόλου κακό να επιδιώκουν τα ιδανικά τους και είναι δικαίωμά τους να το κάνουν. Έτσι, γεννιούνται μέσα τους συναισθήματα καταπίεσης. Ορισμένοι σκηνοθέτες, για παράδειγμα, αφού σκηνοθετήσουν κάμποσες ταινίες, θεωρούν ότι έχουν αρκετή εμπειρία. Πιστεύουν ότι οι ταινίες τους αξίζουν να προβάλλονται και ότι, σε σχέση με το παρελθόν, έχουν βελτιωθεί όσον αφορά την κινηματογραφία, το μοντάζ, τις ερμηνείες των ηθοποιών και άλλες παρόμοιες πτυχές. Αφού λάβουν καθοδήγηση από τον Άνωθεν, οι ταινίες τους ανταποκρίνονται τελικά στα ενδεδειγμένα πρότυπα και κυκλοφορούν εγκαίρως. Κάτι τέτοιο φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι η επιδίωξή τους να γίνουν αναγνωρισμένοι σκηνοθέτες είναι μια αρμόζουσα, θεμιτή και αναγκαία φιλοδοξία. Καθώς, όμως, επιδιώκουν τον στόχο τους να γίνουν αναγνωρισμένοι σκηνοθέτες, συχνά ορισμένες από τις ιδέες, τις απόψεις και τις ενέργειές τους που δεν ακολουθούν τις αρχές απορρίπτονται, ακυρώνονται και δεν αναγνωρίζονται. Ενδέχεται, μάλιστα, συχνά οι ίδιοι να κλαδεύονται, με αποτέλεσμα να νιώθουν καταπίεση βαθιά μέσα τους και να λένε: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο να είναι κανείς σκηνοθέτης στον οίκο του Θεού; Κοιτάξτε πόση αίγλη έχουν οι σκηνοθέτες στον κόσμο των απίστων. Οι άλλοι τούς σερβίρουν το τσάι τους ή ό,τι άλλο πίνουν, ενώ τους πλένουν μέχρι και τα πόδια. Ένας σκηνοθέτης στον οίκο του Θεού δεν έχει ούτε κύρος ούτε αέρα· δεν μας εκτιμά και δεν μας θαυμάζει κανένας. Γιατί μας κλαδεύουν συνέχεια; Είναι τόσο καταπιεστικό να κάνουμε τόσα πράγματα και να μην είναι ποτέ κάτι σωστό! Έχουμε τις ιδέες μας, τις απόψεις μας και τις επαγγελματικές μας δεξιότητες. Πώς γίνεται να μας κλαδεύουν συνέχεια; Είναι λάθος να επιδιώκουμε τα ιδανικά μας; Είναι δυνατόν να μην είναι θεμιτό να επιδιώκουμε τα ιδανικά μας; Γιατί είναι τόσο δύσκολο να τα πραγματοποιήσουμε; Πόσο καταπιεστικό είναι αυτό!» Όπως και να το σκεφτούν, δεν παύουν να νιώθουν καταπιεσμένοι. Υπάρχουν, επίσης, ορισμένοι τραγουδιστές που λένε το εξής: «Το μόνο που επιδιώκω στον οίκο του Θεού είναι να είμαι ένας καταξιωμένος τραγουδιστής, να τραγουδάω καλά αναδεικνύοντας το δικό μου στυλ και να με αγαπούν όλοι όσοι με ακούνε». Ο οίκος του Θεού, όμως, θέτει συχνά διάφορες απαιτήσεις και αρχές για την ψαλμωδία των ύμνων. Επειδή, λοιπόν, αυτοί οι τραγουδιστές παραβιάζουν συστηματικά τις απαιτήσεις αυτές, κλαδεύονται συχνά. Όταν δεν κλαδεύονται, νιώθουν ότι τίποτα δεν τους εμποδίζει να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους. Όταν, όμως, κλαδεύονται και αντιμετωπίζουν κάποιες αναποδιές, νιώθουν ότι ακυρώνονται όλες οι προσπάθειες και τα επιτεύγματά τους το διάστημα εκείνο και ότι βρίσκονται πάλι στο μηδέν. Αναπτύσσεται, έτσι, μέσα τους ένα αίσθημα καταπίεσης και λένε: «Αχ, είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιήσω τα ιδανικά μου! Ο κόσμος είναι τόσο μεγάλος, αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει πουθενά μια θέση για μένα. Το ίδιο συμβαίνει και στον οίκο του Θεού. Γιατί είναι τόσο δύσκολο ν’ ακολουθήσω την καριέρα μου; Γιατί είναι τόσο δύσκολο να κάνω όσα θέλω να κάνω; Κανείς δεν μου δίνει το πράσινο φως, σε κάθε μου βήμα συναντώ εμπόδια και όλο με κλαδεύουνε. Όλα αυτά είναι πολύ απαιτητικά και καταπιεστικά! Οι άπιστοι στον κόσμο τους ραδιουργούν και τσακώνονται συνέχεια μεταξύ τους και υπάρχουν παντού εμπόδια στην καριέρα τους, οπότε είναι φυσιολογικό να νιώθει κανείς καταπιεσμένος. Πώς γίνεται, όμως, να έχω εισέλθει στον οίκο του Θεού με τα ιδανικά μου και να νιώθω ακόμα καταπίεση;» Καθώς επιδιώκουν τα ιδανικά τους, όσοι ασχολούνται με διάφορες εργασίες στον οίκο του Θεού συχνά αντιμετωπίζουν αναποδιές, ακυρώνονται και κλαδεύονται, ενώ πολλές φορές δεν αναγνωρίζονται. Βιώνουν αυτά τα πράγματα παθητικά και, χωρίς να το καταλάβουν, γίνονται κακόκεφοι και νιώθουν σαν να έχει τελειώσει η ζωή τους και ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά τους. Πριν εισέλθουν στον οίκο του Θεού, σκέφτονταν το εξής: «Έχω τα ιδανικά και τις φιλοδοξίες μου. Έχω τις επιθυμίες μου και στον οίκο του Θεού υπάρχουν απεριόριστες προοπτικές. Μπορώ να γίνω καταξιωμένος σκηνοθέτης, ηθοποιός, συγγραφέας. Μέχρι και καταξιωμένος χορευτής, τραγουδιστής ή μουσικός μπορώ να γίνω». Καθώς δεν είχαν καταφέρει να αναδείξουν τα ταλέντα τους και να υλοποιήσουν τα ιδανικά τους, θεωρούσαν ότι ο οίκος του Θεού θα τους παρείχε τη δική τους, αποκλειστική σκηνή, έναν τεράστιο χώρο στον οποίο θα γινόντουσαν πραγματικότητα τα ιδανικά, τα όνειρα και οι φιλοδοξίες τους. Πίστευαν ότι η σκηνή στον οίκο του Θεού ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Ωστόσο, μετά από τόσα χρόνια, αναρωτιούνται: «Γιατί νιώθω τη σκηνή να συρρικνώνεται κάτω από τα πόδια μου; Γιατί συρρικνώνεται ο κόσμος μου; Η πιθανότητα να πραγματοποιήσω τα ιδανικά μου μοιάζει να απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο· φαντάζει μέχρι και αδύνατη. Τι συμβαίνει;» Στο σημείο αυτό, εξακολουθούν να μην εγκαταλείπουν τα ιδανικά τους, εξακολουθούν να μην αμφισβητούν το κατά πόσο είναι σωστά τα ιδανικά και οι επιθυμίες τους και συνεχίζουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους διατηρώντας τα ιδανικά και τις επιθυμίες αυτές. Το αποτέλεσμα είναι ότι αυτά τα συναισθήματα καταπίεσης τους συντροφεύουν παντού, τόσο κατά την επιδίωξη των ιδανικών και των επιθυμιών τους όσο και κατά την εκτέλεση των πραγματικών τους καθηκόντων. Όσοι τρέφουν συναισθήματα καταπίεσης και δεν μπορούν να τα εγκαταλείψουν δεν γίνεται να γεφυρώσουν την αντίφαση μεταξύ αυτών των δύο. Νιώθουν καταπίεση και όταν επιδιώκουν τα ιδανικά και τις επιθυμίες τους και όταν εκτελούν τα καθήκοντά τους. Επομένως, ό,τι κι αν συμβεί, οι άνθρωποι πρέπει να προσαρμόζονται διαρκώς και, καθώς κάνουν τα καθήκοντά τους, επιδιώκουν συνεχώς τα ιδανικά και τα όνειρά τους. Θα έλεγε κανείς ότι οι άνθρωποι υιοθετούν μια αντιφατική στάση όταν κάνουν τα καθήκοντά τους κι έτσι νιώθουν συνεχώς καταπιεσμένοι και απρόθυμοι. Προκειμένου, όμως, να πραγματοποιήσουν τα ιδανικά και τις επιθυμίες τους, να αποδείξουν την αξία τους και να επιδιώξουν αυτά τα ιδανικά και τις επιθυμίες, η μόνη τους επιλογή είναι να κάνουν τα καθήκοντά τους. Δεν είναι σίγουροι γιατί το κάνουν, τι επιδιώκουν να κερδίσουν, ποιον σκοπό προσπαθούν να πετύχουν, να επιδιώξουν ή να πραγματοποιήσουν. Είναι όλο και λιγότεροι σίγουροι γι’ αυτό και ο δρόμος που απλώνεται μπροστά τους μοιάζει όλο και πιο ασαφής. Όταν βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση, δεν είναι δύσκολο να εγκαταλείψουν ή να διορθώσουν τα συναισθήματα καταπίεσης που νιώθουν; (Ναι.)
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.