Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17) Μέρος δεύτερο
Η αλήθεια ότι «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου» αποτελεί τη σωστή αρχή άσκησης που πρέπει να καταλάβουν οι άνθρωποι για να προσεγγίσουν τους γονείς τους. Και ποια είναι η άλλη αρχή άσκησης; (Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου.) Και το ρητό «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου» δεν είναι πιο εύκολο να το καταλάβει κανείς και να το εγκαταλείψει σε σύγκριση με το ρητό «οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου»; Προς τα έξω, φαίνεται ότι οι γονείς σου είναι αυτοί που σε έφεραν στον κόσμο και σου έδωσαν τη σαρκική ζωή. Όμως, από την οπτική του Θεού, και από τον πυρήνα του ζητήματος, τότε τη σαρκική σου ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου, αφού οι άνθρωποι δεν μπορούν να δημιουργήσουν ζωή. Για να το θέσω πιο απλά, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να δώσει πνοή σε άνθρωπο. Ο κάθε άνθρωπος ενσαρκώνεται ακριβώς επειδή παίρνει πνοή. Στην πνοή βρίσκεται η ζωή του ανθρώπου, και αυτή σηματοδοτεί έναν ζωντανό άνθρωπο. Αυτή η πνοή και αυτή η ζωή δεν προέρχονται από τους γονείς τους. Οι γονείς είναι απλώς το μέσο από το οποίο δημιουργούνται και γεννιούνται οι άνθρωποι. Κατά βάθος, ο Θεός είναι Αυτός που χαρίζει τα πράγματα αυτά στους ανθρώπους. Άρα, δεν είναι οι γονείς σου οι κύριοι της ζωής σου, ο Κύριος της ζωής σου είναι ο Θεός. Αυτός δημιούργησε την ανθρωπότητα, Αυτός δημιούργησε τη ζωή του ανθρώπου, Αυτός έδωσε στον άνθρωπο την πνοή της ζωής, από την οποία προέρχεται η ζωή του. Δεν είναι, λοιπόν, εύκολα κατανοητή η φράση «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου»; Δεν σου έδωσαν οι γονείς σου την πνοή σου, πόσο μάλλον τη συνέχειά της. Ο Θεός εξουσιάζει και φροντίζει την κάθε μέρα της ζωής σου. Δεν μπορούν οι γονείς σου να καθορίσουν το πώς περνάει η κάθε μέρα της ζωής σου, αν είναι ευτυχισμένη και αν κυλήσει ομαλά, ποιον συναντάς ή σε ποιο περιβάλλον ζεις κάθε μέρα. Απλώς ο Θεός σε προσέχει μέσω των γονιών σου —εκείνοι δεν είναι παρά οι άνθρωποι που έστειλε ο Θεός για να σε προσέχει. Όταν γεννήθηκες, τη ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου. Μήπως σου έδωσαν τη ζωή που έζησες μέχρι τώρα; Ούτε αυτή σου έδωσαν. Ο Θεός παραμένει η πηγή της ζωής σου και όχι οι γονείς σου. Ας υποθέσουμε ότι οι γονείς σου σε γέννησαν, αλλά όταν ήσουν ενός ή πέντε χρονών, ο Θεός αποφάσιζε να σου πάρει τη ζωή. Θα μπορούσαν να κάνουν κάτι γι’ αυτό οι γονείς σου; Τι θα έκαναν; Πώς θα σου έσωζαν τη ζωή; Θα σε έστελναν στο νοσοκομείο και θα σε εμπιστεύονταν στους γιατρούς, κι αυτοί θα προσπαθούσαν να σε θεραπεύσουν και να σου σώσουν τη ζωή. Αυτή είναι η ευθύνη των γονιών σου. Αν, όμως, ο Θεός έλεγε ότι αυτή η ζωή και το συγκεκριμένο άτομο δεν πρέπει να ζήσει και ότι πρέπει να μετενσαρκωθείς και να πας σε άλλη οικογένεια, τότε οι γονείς σου δεν θα είχαν τη δύναμη και τα μέσα να σου σώσουν τη ζωή. Θα σε έβλεπαν απλώς να φεύγεις από αυτόν τον κόσμο. Όταν χάνουν ένα παιδί, είναι ανίσχυροι —το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να εκπληρώσουν την ευθύνη τους ως γονείς και να σε παραδώσουν στους γιατρούς, οι οποίοι θα προσπαθούσαν να σε θεραπεύσουν και να σου σώσουν τη ζωή. Δεν είναι, όμως, στο χέρι των γονιών σου το αν θα συνεχιστεί ή όχι η ζωή σου. Αν πει ο Θεός ότι θα συνεχίσεις να ζεις, τότε θα ζήσεις. Αν πει ότι η ζωή σου δεν πρέπει να συνεχιστεί, τότε θα τη χάσεις. Μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό οι γονείς σου; Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να συμβιβαστούν με τη μοίρα σου. Με απλά λόγια, οι γονείς δεν είναι παρά συνηθισμένα δημιουργήματα. Απλώς, για σένα έχουν μια ιδιαίτερη ταυτότητα: σε γέννησαν και σε μεγάλωσαν, είναι τα αφεντικά σου και οι γονείς σου. Για τον Θεό, όμως, δεν είναι παρά συνηθισμένοι άνθρωποι, ανήκουν απλώς στη διεφθαρμένη ανθρωπότητα, και δεν έχουν τίποτα το ιδιαίτερο. Δεν είναι καν κύριοι της δικής τους ζωής, οπότε πώς θα μπορούσαν να είναι κύριοι της δικής σου; Σε γέννησαν, αλλά δεν ξέρουν από πού προέρχεται η ζωή σου, ούτε μπορούσαν να καθορίσουν πότε, τι ώρα και πού θα ερχόσουν στη ζωή ή πώς θα ήταν η ζωή σου. Δεν ξέρουν τίποτα απ’ αυτά. Το μόνο που κάνουν είναι να περιμένουν παθητικά την κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού. Είτε είναι είτε δεν είναι ευχαριστημένοι με αυτά, είτε το πιστεύουν είτε όχι, τα πάντα ενορχηστρώνονται και συμβαίνουν από τα χέρια του Θεού. Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου· δεν το καταλαβαίνεις εύκολα αυτό; (Ναι.) Οι γονείς σου γέννησαν τη σάρκα σου, αλλά όχι τη ζωή της σάρκας σου. Αυτό είναι γεγονός. Μήπως μπορούν οι γονείς σου να ελέγξουν μέχρι και το ύψος που θα φτάσεις όταν μεγαλώσεις, τη σωματική σου διάπλαση, το χρώμα των μαλλιών σου ή το πόσο πυκνά θα είναι, τα χόμπι σου και ούτω καθεξής; (Όχι.) Δεν μπορούν οι γονείς σου να καθορίσουν αν θα έχεις απαλό ή τραχύ δέρμα, ή πώς θα είναι τα χαρακτηριστικά του προσώπου σου. Κάποιοι γονείς είναι υπέρβαροι και γεννάνε παιδιά που είναι αδύνατα και κοντά, με μικρή μύτη και μικρά μάτια. Όταν τα βλέπουν οι άνθρωποι, σκέφτονται: «Από ποιον πήραν αυτά τα παιδιά; Σίγουρα δεν πήραν από τους γονείς τους». Ούτε καν σε ποιον μοιάζουν τα παιδιά τους δεν μπορούν να επιλέξουν οι γονείς, έτσι δεν είναι; Κάποιοι γονείς είναι πολύ γεροδεμένοι και κάνουν παιδιά πολύ αδύνατα και αδύναμα· κάποιοι είναι πολύ αδύνατοι και αδύναμοι, αλλά κάνουν εξαιρετικά γεροδεμένα παιδιά, δυνατά σαν βόδια. Κάποιοι είναι δειλοί σαν τα ποντίκια, αλλά γεννάνε πολύ θαρραλέα παιδιά. Κάποιοι άλλοι γονείς είναι προσεκτικοί και επιφυλακτικοί, αλλά γεννούν πολύ φιλόδοξα παιδιά, και τελικά, κάποια από αυτά γίνονται αυτοκράτορες, άλλα γίνονται πρόεδροι, και άλλα αρχηγοί συμμοριών ληστών και απατεώνων. Κάποιοι γονείς είναι αγρότες, αλλά τα παιδιά τους γίνονται υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι. Άλλοι γονείς είναι δόλιοι, αλλά γεννούν παιδιά που είναι φρόνιμα και άδολα. Κάποιοι γονείς είναι μη πιστοί, ή μπορεί ακόμη και να προσκυνούν είδωλα και διαβόλους, αλλά γεννούν παιδιά που θέλουν να πιστέψουν στον Θεό, που δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν τη ζωή τους χωρίς να πιστεύουν στον Θεό. Κάποιοι λένε στα παιδιά τους: «Θα σε στείλω στο πανεπιστήμιο», και εκείνα λένε: «Όχι, είμαι δημιούργημα, πρέπει να εκτελέσω το καθήκον μου!» Τότε, τους λένε: «Είσαι νέο παιδί, δεν χρειάζεται να εκτελέσεις κανένα καθήκον. Εμείς εκτελούμε κάποια καθήκοντα, επειδή είμαστε γέροι και δεν έχουμε προοπτικές. Αν τα κάνουμε, θα φέρουμε μελλοντικά κάποιες ευλογίες στην οικογένειά μας, άρα εσύ δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Εσύ πρέπει να διαβάζεις πολύ σκληρά, και μόλις τελειώσεις το πανεπιστήμιο, να αποκτήσεις κάποιο υψηλό αξίωμα, ώστε να μπορέσω κι εγώ να επωφεληθώ μ’ εσένα». Τα παιδιά τους απαντούν ως εξής: «Όχι. Είμαι δημιούργημα, το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να εκτελώ το καθήκον μου». Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι γονείς που πιστεύουν στον Θεό, και αποκηρύσσουν την οικογένειά τους και παραιτούνται από την καριέρα τους, αλλά τα παιδιά τους δεν δέχονται να πιστέψουν στον Θεό. Είναι άπιστα, και από όποια οπτική κι αν εξετάσεις αυτά τα παιδιά και τους γονείς τους, δεν θυμίζουν οικογένεια. Αν και στην εμφάνιση, στις συνήθειες της ζωής και ακόμη και σε κάποιες πλευρές του χαρακτήρα τους μοιάζουν με οικογένεια, όσον αφορά τα χόμπι, τα ενδιαφέροντα, τις επιδιώξεις και τα μονοπάτια που βαδίζουν, διαφέρουν τελείως. Είναι δύο διαφορετικά είδη ανθρώπων που ακολουθούν δύο διαφορετικά μονοπάτια. Επομένως, η ζωή κάθε ανθρώπου διαφέρει, και αυτές οι διαφορές δεν καθορίζονται από τους γονείς. Δεν καθορίζουν εκείνοι τι ζωή θα έχουν τα παιδιά τους ή μέσα σε ποιο περιβάλλον θα γεννηθούν. Οι γονείς σου δεν είναι ούτε οι κύριοι της ζωής σου ούτε οι κύριοι της μοίρας σου. Δεν δίνουν οι γονείς τη ζωή στον κάθε άνθρωπο. Είναι η μοίρα ενός ανθρώπου σημαντικότερη ή λιγότερο σημαντική από τη ζωή του; Οι άνθρωποι τα θεωρούν και τα δύο σπουδαία ζητήματα. Για ποιον λόγο; Γιατί δεν είναι πράγματα που μπορούν να αντιληφθούν, να πετύχουν ή να ελέγξουν μέσω των ενστίκτων, των ικανοτήτων ή του επιπέδου τους. Ο Θεός αποφασίζει και κυβερνά τη μοίρα και την πορεία της ζωής των ανθρώπων, και κανένας δεν μπορεί να κάνει καμιά επιλογή σχετικά με αυτά τα δύο ζητήματα. Ούτε εσύ ούτε οι γονείς σου αποφασίζουν σε τι οικογένεια θα γεννηθείς ή τι γονείς θα έχεις σ’ αυτήν τη ζωή. Κι εκείνοι παθητικό ρόλο έπαιξαν όσον αφορά τη γέννησή σου. Άρα, δεν μπορούν να καθορίσουν την πορεία της μοίρας σου, δεν μπορούν να καθορίσουν αν θα γίνεις πολύ πλούσιος και ευκατάστατος, φτωχός και ταπεινός ή αν θα είσαι απλώς ένας μέσος άνθρωπος· δεν μπορούν να ορίσουν την πορεία σου σ’ αυτήν τη ζωή, το μέρος στο οποίο θα ζήσεις, ή τον γάμο σου, τα παιδιά σου ή το υλικό περιβάλλον όπου θα ζήσεις και ούτω καθεξής. Κάποιοι άνθρωποι ανήκουν σε οικογένειες που πριν γεννήσουν το παιδί τους ήταν εύπορες, είχαν ρούχα και φαγητό· είχαν τόσα χρήματα, που δεν είχαν τι να τα κάνουν. Μόλις, όμως, το παιδί μεγάλωσε, κατασπατάλησε την περιουσία της οικογένειάς του, και όσα χρήματα κι αν έβγαζαν οι γονείς, το παιδί σπαταλούσε περισσότερα. Κάποιοι άλλοι, ήταν φτωχοί, όμως λίγα χρόνια μετά τη γέννηση του παιδιού τους, άρχισε να πηγαίνει καλά η οικογενειακή τους επιχείρηση, έφτιαξε η ζωή τους, η κατάστασή τους και το περιβάλλον τους βελτιώνονταν συνεχώς. Όπως καταλαβαίνεις, οι γονείς δεν τα περίμεναν όλα αυτά, έτσι δεν είναι; Πράγματι, οι γονείς δεν αποφασίζουν τη μοίρα των παιδιών τους και, βεβαίως, δεν έχουν και καμία σχέση με τη μοίρα τους. Δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους γονείς σου ούτε με τις προσδοκίες τους τι μονοπάτι θα βαδίσεις, πού θα πας και ποιους θα συναντήσεις σ’ αυτήν τη ζωή, πόσες συμφορές θα βιώσεις, πόσα υπέροχα πράγματα και πόσος πλούτος θα βρεθούν στον δρόμο σου. Κάθε γονιός θέλει το παιδί του να ανελιχθεί στον κόσμο· πραγματοποιείται, όμως, πάντα αυτή η ευχή; Όχι απαραίτητα. Κάποια παιδιά ανελίσσονται πραγματικά, όπως επιθυμούσαν οι γονείς τους, και γίνονται υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, αποκτούν πλούτη και καλή ζωή, αλλά σε ένα-δύο χρόνια οι γονείς τους αρρωσταίνουν και πεθαίνουν πριν προλάβουν να χαρούν καθόλου την καλή τύχη των παιδιών τους ή να επωφεληθούν από τα κέρδη τους. Μήπως έχει σχέση η μοίρα του ατόμου με τους γονείς του; Όχι. Δεν μπορείς να καταφέρεις όλα όσα περιμένουν από σένα οι γονείς σου. Η μοίρα του καθενός δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους γονείς του, ενώ οι γονείς δεν μπορούν να καθορίσουν τη μοίρα των παιδιών τους. Ναι μεν σε γέννησαν και έκαναν πάρα πολλά για να εδραιώσουν τις προοπτικές σου, τα ιδανικά σου και τη μοίρα που θα έχεις στο μέλλον, αλλά δεν μπορούν να καθορίσουν τη μοίρα σου ή το μονοπάτι της ζωής σου στο μέλλον —δεν έχουν καμία σχέση με αυτά τα πράγματα. Οι γονείς σου, λοιπόν, δεν είναι οι κύριοι της μοίρας σου και δεν μπορούν να αλλάξουν απολύτως τίποτα που σε αφορά. Αν η μοίρα σου είναι να πλουτίσεις, τότε, όσο φτωχοί ή ανίκανοι κι αν είναι οι γονείς σου, εσύ θα αποκτήσεις τα πλούτη που είναι να αποκτήσεις. Αν είναι γραφτό να είσαι φτωχός, συνηθισμένος ή ταπεινός, τότε όσο ικανούς γονείς κι αν έχεις, δεν θα μπορούν να σε βοηθήσουν. Αν σε έχει επιλέξει ο Θεός και ανήκεις στον εκλεκτό λαό Του, δηλαδή σε έχει προκαθορίσει ο Θεός, όσο δυνατούς ή ικανούς γονείς κι αν έχεις, ακόμη κι αν θελήσουν να παρεμποδίσουν την πίστη σου στον Θεό, δεν θα το καταφέρουν. Αν έχεις προκαθοριστεί να γίνεις μέλος του οίκου του Θεού και να ανήκεις στον εκλεκτό λαό Του, δεν μπορείς να το αποφύγεις. Η μοίρα του ανθρώπου έχει σχέση μόνο με την κυριαρχία του Θεού και αυτά που έχει προκαθορίσει Εκείνος· δεν έχει την παραμικρή σχέση με τα θέλω και τις προσδοκίες των γονιών του. Καμία σχέση δεν έχει, εννοείται, και με τα ενδιαφέροντα, τα χόμπι, τον χαρακτήρα, τις φιλοδοξίες, το επίπεδο ή τις ικανότητες αυτού του ανθρώπου. Πώς πρέπει, λοιπόν, να προσεγγίζεις τις προσδοκίες των γονιών σου με βάση την αλήθεια ότι «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου»; Πρέπει να τις αποδεχθείς απόλυτα, να τις αγνοήσεις ή να τις προσεγγίσεις ορθολογικά; Οι γονείς σου, όσον αφορά το ζήτημα της ζωής σου ή της μοίρας σου, είναι κανονικοί άνθρωποι· ας έχουν ό,τι προσδοκίες θέλουν και ας λένε ό,τι θέλουν. Άσε τους να λένε ό,τι θέλουν, κι εσύ απλώς κάνε το δικό σου. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να διαφωνείς μαζί τους. Όπως κι αν είναι τα πράγματα στ’ αλήθεια, αυτή η κατάσταση θα επικρατεί. Αυτό δεν προκύπτει μέσω συζήτησης και δεν αλλάζει ανάλογα με το τι θέλει ο άνθρωπος. Δεν καθορίζεις εσύ τη μοίρα σου, πόσο μάλλον οι γονείς σου! Δεν ισχύει αυτό; (Ισχύει.) Οι γονείς σου είναι μεγαλύτεροι από σένα, αλλά δεν έχουν καμία σχέση και δεν συνδέονται καθόλου με τη μοίρα σου. Δεν πρέπει να προσπαθούν να σου υπαγορεύσουν τη μοίρα σου μόνο και μόνο επειδή είναι τόσα χρόνια μεγαλύτεροι και επειδή ανήκουν σε προηγούμενη γενιά από σένα. Κάτι τέτοιο είναι παράλογο, προκαλεί αποστροφή. Κάθε φορά, λοιπόν, που οι γονείς σου έχουν κάτι να πουν για το μονοπάτι στο οποίο βαδίζεις στη ζωή ή για τις προσδοκίες τους προς το πρόσωπό σου, εσύ να το προσεγγίζεις ήρεμα και λογικά, καθώς δεν είναι εκείνοι οι κύριοι της μοίρας σου. Να τους λες το εξής: «Η μοίρα μου βρίσκεται στα χέρια του Θεού και δεν μπορεί να την αλλάξει κανένας άνθρωπος». Κανένας άνθρωπος δεν ελέγχει ούτε τη δική του μοίρα ούτε τη μοίρα κάποιου άλλου, ούτε και οι γονείς σου. Ούτε οι πρόγονοί σου μπορούν να το κάνουν, πόσο μάλλον οι γονείς σου. Ποιος είναι ο μόνος που μπορεί να το κάνει; (Ο Θεός μόνο.) Μόνο ο Θεός είναι αρμόδιος να κυβερνά τη μοίρα των ανθρώπων.
Κάποιοι παραδέχονται θεωρητικά το εξής: «Οι γονείς μου δεν μπορούν να επέμβουν στη μοίρα μου. Παρόλο που με γέννησαν, δεν μου έδωσαν εκείνοι τη ζωή μου, αλλά ο Θεός. Ο Θεός μού έχει δώσει και όλα όσα έχω. Απλώς χρησιμοποίησε αυτούς, για να με μεγαλώσει μέχρι να ενηλικιωθώ και μου επέτρεψε να ζήσω μέχρι σήμερα. Ουσιαστικά, ο Θεός ήταν Αυτός που με μεγάλωσε». Αυτά τα λόγια τα λένε πολύ ωραία και ξεκάθαρα, αλλά υπό συγκεκριμένες συνθήκες, δεν μπορούν να ξεπεράσουν τα συναισθήματά τους ή να αναγνωρίσουν τη δήλωση: «Οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου». Υπό ειδικές συνθήκες, θα τους κυριεύσουν τα συναισθήματά τους και θα μπουν σε κάποιους πειρασμούς ή θα παρουσιάσουν αδυναμία. Κάποιοι πιστοί στον Θεό, λόγω των διώξεων και της καταδίκης που έχουν δεχτεί από την κυβέρνηση και τον θρησκευτικό κόσμο, και επειδή τους έχουν συλλάβει και τους έχουν βάλει φυλακή, παίρνουν την απόφαση να μη γίνουν ποτέ Ιούδες και να μην προδώσουν ποτέ κανέναν αδελφό ή αδελφή τους, και να μην αποκαλύψουν καμία πληροφορία για την εκκλησία, όσα βασανιστήρια κι αν περάσουν. Προτιμούν να πεθάνουν, παρά να γίνουν Ιούδες. Κατά συνέπεια, βασανίζονται και τυραννιούνται σε σημείο που να μη μοιάζουν πια με ανθρώπους. Τα μάτια τους έχουν πρηστεί τόσο που έχουν κλείσει και δεν μπορούν να δουν καλά. Έχουν κουφαθεί, έχουν σπασμένα δόντια, έχουν σκιστεί και αιμορραγούν οι άκρες των χειλιών τους. Δεν μπορούν να σταθούν καλά στα πόδια τους, κι έχουν όλο τους το σώμα πρησμένο και γεμάτο μώλωπες. Όσο κι αν υποφέρουν, όμως, δεν γίνονται προδότες· έχουν πάρει την απόφαση να μη γίνουν Ιούδες και να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους για τον Θεό. Ως αυτό το σημείο, φαίνεται ότι είναι αρκετά δυνατοί και ότι έχουν μαρτυρία, έτσι; Βασανίστηκαν και τρομοκρατήθηκαν χωρίς να γίνουν Ιούδες, και υπέφεραν έτσι για πολλά μερόνυχτα. Ο διάβολος, όταν βλέπει έναν τέτοιον άνθρωπο, σκέφτεται το εξής: «Αυτός ο τύπος είναι πολύ σκληρός, έχει δηλητηριαστεί πάρα πολύ. Στ’ αλήθεια, είναι απόλυτα πιστός στον Θεό. Είναι τόσο νέος, και έχει ταλαιπωρηθεί τόσο πολύ, αλλά δεν έχει πει κουβέντα. Τι να κάνω; Μάλλον είναι πολύ σημαντική προσωπικότητα, πρέπει να γνωρίζει πολλά για την εκκλησία. Αν καταφέρω να του αποσπάσω κάποιες πληροφορίες, τότε θα μπορέσουμε να συλλάβουμε πολλούς ανθρώπους και να βγάλουμε πολλά λεφτά!» Ύστερα, ο διάβολος αρχίζει να σκέφτεται το εξής: «Πώς θα μπορέσω να του ανοίξω το στόμα και να τον αναγκάσω να δώσει κάποιες πληροφορίες ώστε να καρφώσει κάποιους ανθρώπους; Όλοι οι ισχυροί έχουν τις αδυναμίες τους, όπως ακριβώς κι εκείνοι που ασχολούνται με το κουνγκ φου. Όσο καλός κι αν είναι κάποιος στο κουνγκ φου, δεν παύει να έχει μια αχίλλειο πτέρνα. Αφού κάθε άνθρωπος έχει ένα αδύναμο σημείο, θα πρέπει να επιτεθούμε συγκεκριμένα στο δικό του. Ποιο είναι το δικό του αδύναμο σημείο; Έχω μάθει ότι είναι μοναχοπαίδι και ότι οι γονείς του τον είχαν κακομάθει από παιδί. Έμαθα ότι τον νοιάζονται και τον αγαπούν πολύ, και ότι κι αυτός είναι πολύ σωστός και τους σέβεται. Αν φέρω τους γονείς του για να παίξω με την ψυχολογία του, ίσως να του πουν κάποια πράγματα που θα μας χρησιμεύσουν». Και τότε ο διάβολος φέρνει τους γονείς του. Μάντεψε τι γίνεται μόλις δει τους γονείς του; Πριν τους δει, έλεγε: «Θεέ μου, είμαι αποφασισμένος να παραμείνω σταθερός στη μαρτυρία μου. Δεν θα γίνω Ιούδας σε καμία περίπτωση!» Μόλις, όμως, δει τους γονείς του, η καρδιά του κοντεύει να σπάσει. Το πρώτο πράγμα που αισθάνεται είναι το εξής: «Απογοήτευσα τους γονείς μου, πρέπει να πονάνε πολύ που με βλέπουν έτσι», και τότε λυγίζει. Εξακολουθεί μέσα του να επιμένει: «Δεν θα γίνω Ιούδας, πρέπει να μείνω σταθερός στη μαρτυρία μου για τον Θεό. Δεν έχω βαδίσει στο λάθος μονοπάτι, ακολουθώ το ορθό μονοπάτι της ζωής. Πρέπει να ταπεινώσω τον Σατανά και να καταθέσω μαρτυρία για τον Θεό!» Μέσα στην καρδιά του είναι σταθερός και το τονίζει επανειλημμένα, αλλά συναισθηματικά δεν αντέχει. Μέσα σε μια στιγμή η καρδιά του πάει να σπάσει. Πώς νομίζεις ότι νιώθουν οι γονείς του όταν βλέπουν το παιδί τους να έχει καταντήσει έτσι από τα βασανιστήρια; Για τον πατέρα ας μη μιλήσω, αλλά η μητέρα νιώθει την καρδιά της να ραγίζει. Όταν δει το παιδί της να έχει υποστεί τόσα βασανιστήρια, ώστε να μη θυμίζει πια άνθρωπο, νιώθει τεράστια στενοχώρια, ταραχή και πόνο, και πηγαίνει τρέμοντας προς το μέρος του. Πώς θα αντιδρούσες σε μια τέτοια στιγμή; Ούτε να κοιτάξεις δεν θα τολμούσες, έτσι δεν είναι; Βλέπεις, μπορεί να μην έχεις πει κουβέντα, μπορεί να μην έχουν πει λέξη οι γονείς σου, αλλά θα είχες ήδη καταρρεύσει, ανήμπορος να ξεπεράσεις τα συναισθήματά σου. Θα σκεφτόσουν: «Οι γονείς μου είναι ηλικιωμένοι, δεν είναι πολύ καλά στην υγεία τους, και για να επιβιώσουν εξαρτώνται ο ένας από τον άλλο. Έφεραν στον κόσμο ένα παιδί σαν εμένα, και μέχρι σήμερα εγώ δεν έχω εκπληρώσει καμία από τις προσδοκίες τους. Τώρα τους έχω δημιουργήσει τόσα προβλήματα, τους έχω ντροπιάσει τόσο πολύ, μέχρι που αναγκάστηκαν να έρθουν να με δουν σ’ αυτήν την άθλια κατάσταση». Ανεπαίσθητα, θα ένιωθες στα βάθη της καρδιάς σου ότι δεν είσαι σωστό παιδί, ότι έχεις πληγώσει, έχεις απογοητεύσει, έχεις προβληματίσει και έχεις στενοχωρήσει τους γονείς σου. Και εσύ και οι γονείς σου θα νιώθατε τεράστια οδύνη, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Οι γονείς σου θα αισθάνονταν άσχημα για σένα και δεν θα άντεχαν να σε βλέπουν να υποφέρεις τόσο πολύ. Εσύ θα έβλεπες πόσο στενοχωριούνται και πονάνε, και δεν θα μπορούσες να αντέξεις να τους βλέπεις να ανησυχούν τόσο για σένα. Και οι δύο περιπτώσεις δεν είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων; Μέχρι αυτό το σημείο, όλα τα παραπάνω θεωρούνται φυσιολογικά και δεν θα είχαν επηρεάσει ακόμα το πόσο σταθερός παρέμενες στη μαρτυρία σου. Έστω ότι στη συνέχεια οι γονείς σου έλεγαν: «Παλιότερα ήσουν τόσο υγιής και δυνατός, και τώρα σε έχουν χτυπήσει και σε έχουν καταντήσει έτσι. Από μικρό παιδί, σε είχαμε σαν κόρη οφθαλμού. Δεν σηκώσαμε ποτέ χέρι πάνω σου. Πώς επέτρεψες να σου συμβεί αυτό; Εμείς δεν θέλαμε ποτέ να σε χτυπήσουμε· πάντα σε λατρεύαμε και σε αγαπούσαμε: “σε είχαμε μη βρέξει και μη στάξει”. Σ’ αγαπάμε τόσο πολύ, αλλά αυτό δεν αρκεί. Δεν μας νοιάζει αν δεν μας φροντίζεις, αλλά τώρα αρνείσαι να δώσεις οποιαδήποτε πληροφορία. Υποφέρεις τόσο πολύ και δεν τα παρατάς, παρόλο που έχεις καταντήσει έτσι από τα βασανιστήρια. Και όλα αυτά επειδή πιστεύεις στον Θεό και θέλεις να καταθέσεις μαρτυρία γι’ Αυτόν. Πώς είναι δυνατόν να είσαι τόσο ξεροκέφαλος; Γιατί επιμένεις να πιστεύεις στον Θεό; “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου”. Μας φέρεσαι σωστά εφόσον επιτρέπεις να σου συμβεί αυτό; Αν κάτι πάθαινες στ’ αλήθεια, πώς νομίζεις ότι θα συνεχίζαμε οι δυο μας να ζούμε; Δεν περιμένουμε να μας φροντίσεις όταν γεράσουμε ή να κανονίσεις την κηδεία μας, θέλουμε μόνο να είσαι καλά. Για μας είσαι τα πάντα· αν δεν είσαι καλά, αν φύγεις, πώς θα συνεχίσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας; Ποιον άλλον έχουμε πέρα από σένα; Τι άλλες ελπίδες έχουμε;» Κάθε ένα από αυτά τα λόγια θα σε χτυπήσει εκεί που πραγματικά πονάει. Από τη μια, θα ικανοποιήσει τις συναισθηματικές σου ανάγκες και από την άλλη, θα διεγείρει τα συναισθήματα και τη συνείδησή σου. Πριν πουν αυτά τα λόγια οι γονείς σου, κατά βάθος συνέχιζες να διατηρείς την αποφασιστικότητά σου και τη στάση σου. Μόλις, όμως, έλεγαν αυτά τα επικριτικά λόγια, δεν θα έπεφταν όλες οι άμυνες που είχες στην καρδιά σου; «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου. Παραιτήθηκες από μια καλή δουλειά, παράτησες τις εξαιρετικές προοπτικές σου και άφησες μια καλή ζωή. Μας φέρεσαι σωστά τώρα που επιμένεις να πιστεύεις στον Θεό και άφησες τον εαυτό σου να καταστραφεί έτσι;» Ποιος θα μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του ακούγοντας αυτά τα λόγια; Ποιος δεν θα κατηγορούσε τον εαυτό του ακούγοντας αυτά τα λόγια; Δεν θα ένιωθε ότι απογοήτευσε τους γονείς του; Θα μπορούσε να διαισθανθεί κανείς ότι έτσι τους βάζει σε πειρασμό ο Σατανάς; Θα μπορούσε κανείς να το αντιμετωπίσει λογικά, αν τον επηρεάζει συναισθηματικά; Θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει να πιστεύει στη δήλωση «οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου ή της μοίρας σου και δεν είναι δανειστές σου», μετά από αυτά τα λόγια; Θα μπορούσε κανείς, παρόλο που αισθάνεται αδύναμος συναισθηματικά, να μην παραιτηθεί από το καθήκον και την υποχρέωσή του, αλλά και από τη μαρτυρία στην οποία πρέπει να παραμένει ακλόνητο ένα δημιούργημα; Τι απ’ αυτά θα κατάφερνες; Αν, από την άποψη των συναισθημάτων σου, απλώς αναστατωνόσουν λίγο, έκλαιγες λιγάκι, και αισθανόσουν άσχημα για τους γονείς σου, αλλά διατηρούσες την πίστη σου στον λόγο του Θεού, και συνέχιζες να επιμένεις στη μαρτυρία και στο καθήκον που πρέπει να εκτελείς, χωρίς να χάνεις τη μαρτυρία, την ευθύνη και το καθήκον ενός δημιουργήματος ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας, τότε πράγματι παραμένεις σταθερός. Αν, όμως, έβλεπες τη μητέρα σου να σε κατακρίνει κλαίγοντας, υπέκυπτες στα συναισθήματά σου και θεωρούσες ότι δεν ήσουν σωστό παιδί· αν θεωρούσες ότι έκανες τη λάθος επιλογή, και τελικά μετάνιωνες και δεν ήθελες να συνεχίσεις, αλλά ήθελες να εγκαταλείψεις τη μαρτυρία, το καθήκον, την ευθύνη και την υποχρέωση που οφείλει να έχει ένα δημιούργημα· αν γυρνούσες στο πλάι των γονιών σου για να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν και για να πάψουν να υποφέρουν ή να ανησυχούν πια για χάρη σου, τότε δεν θα είχες μαρτυρία και δεν θα ήσουν άξιος να ακολουθήσεις τον Θεό. Τι είπε ο Θεός σ’ αυτούς που Τον ακολουθούν; [Δεν είπε «Εάν τις έρχηται προς εμέ και δεν μισή τον πατέρα αυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ζωήν, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου» (Κατά Λουκάν 14:26); Αυτό το εδάφιο υπάρχει στη Βίβλο.] Αν αγαπάς τους γονείς σου περισσότερο απ’ όσο αγαπάς τον Θεό, τότε δεν είσαι άξιος να Τον ακολουθήσεις και δεν ανήκεις στους ακόλουθούς Του. Σ’ αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν είσαι νικητής και ότι ο Θεός δεν σε θέλει. Μέσα από τη συγκεκριμένη δοκιμασία, έχεις εκτεθεί και δεν έχεις παραμείνει σταθερός στη μαρτυρία σου. Τα βασανιστήρια του Σατανά δεν σε έκαναν να παραδοθείς, αλλά λίγα λόγια μομφής από τους γονείς σου ήταν αρκετά για να σε κάνουν να υποκύψεις. Είσαι άβουλος και έχεις προδώσει τον Θεό. Είσαι ανάξιος να ακολουθήσεις τον Θεό και δεν είσαι ακόλουθός Του. Οι γονείς λένε συχνά «Δεν θα σου ζητήσω τίποτα άλλο, ούτε καν να πλουτίσεις. Το μόνο που θέλω είναι να είσαι καλά στην υγεία σου και να είσαι ασφαλής σ’ αυτήν τη ζωή. Μου φτάνει να σε δω ευτυχισμένο». Σαν αποτέλεσμα αυτού, όταν βασανίζεσαι, θα νομίζεις ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου και θα λες: «Οι γονείς μου δεν μου ζητάνε πολλά, αλλά εγώ παρ’ όλα αυτά, τους απογοήτευσα». Είναι σωστή αυτή η σκέψη; Τους απογοήτευσες; (Όχι.) Εσύ φταις που σε καταδίωξε ο Σατανάς; Εσύ φταις που σε ξυλοκόπησαν βάναυσα, σε βασάνισαν και σε καταδίωξαν άγρια; (Όχι.) Ο Σατανάς είναι αυτός που σε καταδίωξε, δεν κατέστρεψες εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου. Βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι και είσαι αληθινός άνθρωπος. Όλες οι επιλογές και οι πράξεις σου καταθέτουν μαρτυρία για τον Θεό, και εκτελείς το καθήκον ενός δημιουργήματος. Κάθε δημιούργημα οφείλει να κάνει αυτές τις επιλογές και να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι. Αυτό είναι το ορθό μονοπάτι· δεν σημαίνει ότι καταστρέφει τον εαυτό του. Ναι μεν το σώμα σου έχει υποστεί βασανιστήρια και βάναυση, απάνθρωπη μεταχείριση, αλλά όλα αυτά συμβαίνουν για έναν δίκαιο σκοπό. Δεν βαδίζεις στο λάθος μονοπάτι, δεν καταστρέφεις τον εαυτό σου. Υποφέρει το σώμα σου, υποβάλλεσαι σε βασανιστήρια και τυραννιέσαι σε σημείο που δεν θυμίζεις πια άνθρωπο. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου. Δεν είναι ανάγκη να τους δώσεις εξηγήσεις. Επιλογή σου είναι. Εσύ βρίσκεσαι στο ορθό μονοπάτι της ζωής, απλώς εκείνοι δεν καταλαβαίνουν, τίποτε άλλο. Απλώς βλέπουν τα πράγματα από την οπτική του γονιού και θέλουν διαρκώς να σε προστατεύουν, για να ικανοποιήσουν τα συναισθήματά τους, και δεν θέλουν να πονάς σωματικά. Και τι θα καταφέρουν που θέλουν να σε προστατεύουν; Μπορούν να καταθέσουν μαρτυρία για λογαριασμό σου; Μπορούν να κάνουν για λογαριασμό σου το καθήκον ενός δημιουργήματος; Μπορούν να ακολουθήσουν για λογαριασμό σου την οδό του Θεού; (Όχι.) Εσύ έκανες τη σωστή επιλογή, και πρέπει να επιμείνεις σ’ αυτήν. Δεν πρέπει να σε γοητεύουν ή να σε παραπλανούν τα λόγια των γονιών σου. Δεν καταστρέφεις τον εαυτό σου, αλλά βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Η επιμονή σου και όλες σου οι πράξεις δείχνουν ότι τηρείς την αλήθεια, υποτάσσεσαι στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού, και καταθέτεις μαρτυρία για τον Θεό ενώπιον του Σατανά, δοξάζοντας το όνομα του Θεού. Απλώς άντεξες το μαρτύριο των άγριων διώξεων της σάρκας, αυτό είναι όλο. Αυτό το μαρτύριο πρέπει να υποστούν οι άνθρωποι· αυτό πρέπει να προσφέρουν στον Κύριο της δημιουργίας και αυτό το τίμημα πρέπει να πληρώσουν. Τη ζωή σου δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου και δεν έχουν κανένα δικαίωμα να αποφασίσουν αυτοί τι μονοπάτι θα ακολουθήσεις. Κανένα δικαίωμα δεν έχουν να αποφασίσουν πώς θα μεταχειριστείς εσύ το σώμα σου ή ποιο τίμημα θα πληρώσεις, για να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Απλώς δεν θέλουν να υποφέρεις σωματικά επειδή έχουν σαρκικά συναισθήματα, και επειδή βλέπουν τα πράγματα από την οπτική των σαρκικών συναισθημάτων, αυτό είναι όλο. Εσύ, όμως, ως δημιούργημα, όσο κι αν υποφέρει το σώμα σου, οφείλεις να το υπομείνεις. Οι άνθρωποι πρέπει να πληρώσουν πολλές φορές κάποιο τίμημα, για να φτάσουν στη σωτηρία και να εκτελέσουν καλά το καθήκον ενός δημιουργήματος. Αυτήν την ευθύνη και την υποχρέωση έχει ο άνθρωπος, και αυτό οφείλει να αφιερώσει ένα δημιούργημα στον Κύριο της δημιουργίας. Οι άνθρωποι πρέπει να υπομείνουν αυτά τα βάσανα, επειδή ο Θεός τούς δίνει τη ζωή τους και το σώμα τους. Σχετικά, λοιπόν, με τα βάσανα που οφείλουν να υπομείνουν οι άνθρωποι, ό,τι είδους κι αν είναι ο σωματικός πόνος που δέχεσαι, δεν χρειάζεται να εξηγήσεις τίποτα στους γονείς σου. Οι γονείς σου λένε «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου». Και τι μ’ αυτό; Ναι, οι γονείς γεννάνε και μεγαλώνουν τους ανθρώπους, αλλά δεν τους τα δίνουν και όλα. Δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι οφείλουν να υποβάλλονται στους εξαναγκασμούς και τους περιορισμούς των γονιών τους σχετικά με το μονοπάτι που βαδίζουν και το τίμημα που πληρώνουν. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να πάρουν άδεια από τους γονείς τους, για να βαδίσουν στο μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας ή για να εκτελέσουν το καθήκον ενός δημιουργήματος ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας. Δεν υπάρχει, λοιπόν, λόγος να δώσεις εξηγήσεις στους γονείς σου. Στον Θεό πρέπει να δώσεις εξηγήσεις. Είτε υποφέρεις είτε όχι, πρέπει να τα παραχωρήσεις όλα στον Θεό. Επίσης, αν ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, τότε ο Θεός θα δεχτεί και θα θυμάται κάθε τίμημα που έχεις πληρώσει. Και εφόσον ο Θεός θυμάται και αναγνωρίζει κάθε τίμημα που έχεις πληρώσει, τότε άξιζε τον κόπο. Θα βασανιστείς λίγο σωματικά, αλλά κάθε τίμημα που πλήρωσες θα σου επιτρέψει να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου. Στο τέλος, θα κερδίσεις την έγκριση του Θεού και θα φτάσεις στη σωτηρία, και ο Θεός θα το θυμάται. Αυτό έχει ανεκτίμητη αξία. Οι δήθεν προσδοκίες των γονιών σου ή η κριτική που σου ασκούν δεν έχουν καμία σημασία και δεν είναι άξια λόγου μπροστά στο καθήκον που οφείλεις να εκτελέσεις και στη μαρτυρία που οφείλεις να καταθέσεις ενώπιον του Θεού. Συνεπώς, τα βάσανά σου έχουν σπουδαία αξία και νόημα! Ως δημιούργημα, αυτό πρέπει να θεωρείς το πιο σημαντικό και το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή. Οι άνθρωποι, λοιπόν, δεν πρέπει να γίνονται αδύναμοι και να μελαγχολούν ή να μπαίνουν σε πειρασμούς, και ασφαλώς δεν πρέπει να νιώθουν τύψεις και ενοχές ή να νομίζουν ότι έχουν απογοητεύσει τους γονείς τους εξαιτίας όσων τους λένε αυτοί. Πρέπει να θεωρούν τιμή τους όλα αυτά τα βάσανα που έχουν υποστεί και να λένε: «Ο Θεός με επέλεξε και επέτρεψε στη σάρκα μου να πληρώσει ένα τέτοιο τίμημα και να υποστεί βίαιη κακομεταχείριση από τον Σατανά, για να μου δοθεί η ευκαιρία να καταθέσω μαρτυρία γι’ Αυτόν». Είναι τιμή σου που ο Θεός σε διάλεξε ανάμεσα στους πολλούς εκλεκτούς Του, και δεν πρέπει να σε στενοχωρεί αυτό. Η μεγαλύτερη τιμή που μπορεί να έχει ένα δημιούργημα στη ζωή του είναι να παραμείνει σταθερό στη μαρτυρία του και να ταπεινώσει τον Σατανά. Όποιες ασθένειες και όποιες παρενέργειες κι αν σου προκαλέσουν οι βάναυσες διώξεις, και όσο κι αν πονάνε τα μέλη της οικογένειάς σου και οι γονείς σου που σε βλέπουν έτσι, δεν πρέπει να ντρέπεσαι ή να στενοχωριέσαι ούτε να νομίζεις ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου. Όλα όσα έκανες ήταν το τίμημα που πλήρωσες για έναν δίκαιο σκοπό, και αυτό είναι μια καλή πράξη. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ασκήσει κριτική στις καλές σου πράξεις, κανείς δεν μπορεί ούτε έχει το δικαίωμα να κάνει ανεύθυνα, επικριτικά σχόλια ή να κρίνει το γεγονός ότι πιστεύεις στον Θεό, Τον ακολουθείς και εκτελείς το καθήκον σου. Ο μόνος αρμόδιος να κρίνει τη συμπεριφορά σου, το τίμημα που έχεις πληρώσει και τις επιλογές που έχεις κάνει είναι ο Κύριος της δημιουργίας. Κανείς άλλος δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει —κανένας τους, ούτε καν οι γονείς σου, δεν έχουν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αν είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, τότε θα πρέπει να σε καταλαβαίνουν, να σε ενθαρρύνουν και να σε παρηγορούν. Πρέπει να υποστηρίζουν την επιμονή σου, το ότι παραμένεις σταθερός στη μαρτυρία σου και ότι δεν υποχωρείς και δεν υποκύπτεις στον Σατανά. Πρέπει να νιώθουν περήφανοι και να χαίρονται για σένα. Αφού μέχρι τώρα έχεις καταφέρει να επιμείνεις και μην υποκύψεις στον Σατανά, ώστε να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου, εκείνοι οφείλουν να σε ενθαρρύνουν. Δεν πρέπει να σε συγκρατούν και ασφαλώς ούτε και να σε επιπλήττουν. Αν έκανες κάποιο λάθος, τότε θα είχαν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αν είχες ακολουθήσει το λάθος μονοπάτι, αν είχες ταπεινώσει τον Θεό, αν είχες προδώσει τα θετικά πράγματα και την αλήθεια, τότε θα είχαν το δικαίωμα να σε κατακρίνουν. Αφού, όμως, όλα όσα έκανες ήταν θετικά, και ο Θεός τα αποδέχεται και τα θυμάται, τότε ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να σε κατακρίνουν είναι ότι δεν μπορούν να ξεχωρίζουν το καλό από το κακό. Εκείνοι κάνουν λάθος, όχι εσύ. Ταράζονται που πιστεύεις στον Θεό, βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι και είσαι καλός άνθρωπος. Και για ποιον λόγο δεν κατακρίνουν τον Σατανά που σε διώκει, παρά κατακρίνουν εσένα; Τα συναισθήματά τους τους κάνουν να σε κατακρίνουν· εσύ τι κακό έκανες; Απλώς αρνήθηκες να γίνεις Ιούδας. Δεν έγινες Ιούδας, δεν συμβιβάστηκες ούτε συνεργάστηκες με τον Σατανά. Υπέμεινες τα βασανιστήρια και την απάνθρωπη μεταχείριση, για να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου· τι κακό έχει αυτό; Δεν έκανες τίποτα κακό. Ο Θεός από την οπτική Του, νιώθει περηφάνια και χαρά για σένα. Οι γονείς σου, όμως, ντρέπονται για σένα και κατακρίνουν τις καλές σου πράξεις —δεν κάνουν το άσπρο μαύρο; Είναι καλοί αυτοί οι γονείς; Γιατί δεν κατακρίνουν τον Σατανά, και τους κακούς ανθρώπους και τους διαβόλους που σε διώκουν; Όχι μόνο δεν σου προσφέρουν καμία παρηγοριά, καμία παρότρυνση ή υποστήριξη, αλλά αντίθετα, σε κατακρίνουν και σε μαλώνουν, ενώ την ίδια στιγμή δεν καταδικάζουν ούτε καταριούνται τον Σατανά, ό,τι κακό κι αν κάνει. Δεν τολμάνε να του πουν την παραμικρή βρισιά ή επίπληξη. Δεν του λένε: «Πώς μπόρεσες και βασάνισες έναν καλό άνθρωπο και τον κατάντησες έτσι; Το μόνο που έκανε ήταν να πιστέψει στον Θεό και να ακολουθήσει το ορθό μονοπάτι, έτσι δεν είναι; Δεν έκλεψε τίποτα ούτε λήστεψε κανέναν, δεν παραβίασε κανέναν νόμο· γιατί, λοιπόν τον βασανίσατε έτσι; Τέτοιους ανθρώπους θα έπρεπε να τους ενθαρρύνετε. Αν όλοι οι άνθρωποι μέσα στην κοινωνία πίστευαν στον Θεό και βάδιζαν στο ορθό μονοπάτι, τότε η κοινωνία αυτή δεν θα είχε ανάγκη από νόμους και δεν θα γίνονταν εγκλήματα». Γιατί δεν κατακρίνουν μ’ αυτόν τον τρόπο τον Σατανά; Γιατί δεν τολμάνε να κατακρίνουν τους σατανάδες και τους διαβόλους που σε διώκουν; Κατηγορούν εσένα επειδή βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, αλλά όταν κάνουν κακές πράξεις οι πονηροί άνθρωποι, απλώς τις επικροτούν σιωπηλά. Τι πιστεύεις γι’ αυτούς τους γονείς; Πρέπει να νιώθεις άσχημα γι’ αυτούς; Πρέπει να τους σέβεσαι; Πρέπει να τους αγαπάς μέσα από την καρδιά σου; Είναι άξιοι του σεβασμού σου; (Όχι.) Δεν είναι. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το σωστό απ’ το λάθος και το καλό απ’ το κακό. Είναι δύο μπερδεμένοι άνθρωποι. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα πέρα από τα συναισθήματα. Δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει δικαιοσύνη ή τι σημαίνει να βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, δεν ξέρουν τι είναι τα αρνητικά πράγματα ή τι είναι οι πονηρές δυνάμεις. Το μόνο που ξέρουν είναι να διαφυλάσσουν τα συναισθήματά τους και τη σάρκα τους. Στην καρδιά τους, εκτός από το πολύ επιφανειακό επίπεδο των σαρκικών σχέσεων, υπάρχει μόνο η εξής ιδέα: «Εφόσον τα παιδιά μου είναι ασφαλή και καλά στην υγεία τους, θα είμαι πολύ ευτυχισμένος κι ευγνώμων». Μέχρι εκεί. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα σχετικά με το ορθό μονοπάτι της ζωής, τους δίκαιους σκοπούς ή το πιο πολύτιμο και ουσιαστικό πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος σ’ αυτήν τη ζωή. Δεν τα καταλαβαίνουν αυτά και σε μαλώνουν, επειδή ακολουθείς το ορθό μονοπάτι —είναι στ’ αλήθεια απίστευτα μπερδεμένοι. Τι λες γι’ αυτούς τους γονείς; Δεν είναι ένα ζευγάρι παλιοδιαβόλων; Πρέπει να αναλογιστείς καλά μέσα σου το εξής: «Αυτοί οι δύο παλιοδιάβολοι! Μέχρι τώρα έχω φάει τόσο ξύλο και έχω βασανιστεί τόσο πολύ. Τόσες μέρες το μόνο που κάνω μέρα-νύχτα είναι να προσεύχομαι στον Θεό. Αυτός με προσέχει και με φυλάει, γι’ αυτό μπόρεσα να επιβιώσω μέχρι τώρα. Εγώ παρέμεινα με τόση δυσκολία σταθερός στη μαρτυρία μου, κι εσείς με δυο κουβέντες την απορρίψατε εντελώς. Κάνω λάθος που βαδίζω στο ορθό μονοπάτι; Είναι κακό να εκτελώ το καθήκον ενός δημιουργήματος; Μήπως είναι λάθος που δεν έγινα Ιούδας; Αυτοί οι δύο παλιοδιάβολοι! “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου” —όλα όσα έχω μου τα έδωσε ξεκάθαρα ο Θεός, εσείς μου τα δώσατε; Απλώς ο Θεός όρισε να με γεννήσετε και να με μεγαλώσετε εσείς, δηλαδή χρησιμοποίησε τα χέρια σας για να με μεγαλώσει. Αγχώνεστε, πονάτε και στενοχωριέστε για μένα μόνο και μόνο για να ικανοποιείτε τις συναισθηματικές σας ανάγκες. Φοβάστε ότι αν πεθάνω, δεν θα έχετε κανέναν να σας φροντίσει όταν γεράσετε ή να κανονίσει την κηδεία σας. Φοβάστε μήπως ο κόσμος μάς κοροϊδέψει και σκεφτεί ότι σας ντρόπιασα». Αν έμπαινες φυλακή επειδή είχες κάνει κάποιο έγκλημα, επειδή είχες κλέψει κάτι ή είχες κάνει ληστεία, είχες ξεγελάσει ή είχες εξαπατήσει κάποιον, τότε μπορεί να αγωνίζονταν υπέρ σου και να έλεγαν: «Το παιδί μου είναι καλό, δεν έχει κάνει τίποτα. Δεν έχει κακή φύση, είναι καλό και ευγενικό παιδί. Απλώς έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις μοχθηρές τάσεις αυτού του κόσμου. Μακάρι η κυβέρνηση να είναι επιεικής απέναντί του». Θα αγωνίζονταν για σένα, αλλά επειδή βαδίζεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό, επειδή βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, σε περιφρονούν από τα βάθη της καρδιάς τους. Και πώς σε περιφρονούν; «Κοίτα πώς έχεις καταντήσει. Μας φέρεσαι σωστά;» Εσύ πρέπει να σκεφτείς μέσα σου ως εξής: «Τι εννοούν όταν λένε “Κοίτα πώς έχεις καταντήσει”; Απλώς βαδίζω στο ορθό μονοπάτι της ζωής· έτσι κάνει ο αληθινός άνθρωπος! Αυτό σημαίνει να επιδίδεσαι σε καλές πράξεις και μαρτυρία· αυτό είναι δύναμη. Μόνο όσοι είναι έτσι διαθέτουν στ’ αλήθεια συνείδηση και λογική, και δεν είναι δειλοί, άχρηστοι και Ιούδες. Πώς έχω καταντήσει; Αυτό είναι αληθινή ανθρώπινη ομοιότητα! Δεν φτάνει που δεν χαίρεστε για μένα, με κατηγορείτε κιόλας. Τι γονείς είστε εσείς; Δεν είστε άξιοι να λέγεστε γονείς, καταραμένοι να ’στε!» Αν τα σκεφτείς έτσι τα πράγματα, τότε θα έκλαιγες και πάλι, όταν σου έλεγαν οι γονείς σου «Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου, πώς άφησες τον εαυτό σου να καταστραφεί έτσι»; (Όχι.) Τι θα σκεφτόσουν μόλις άκουγες αυτά τα λόγια; «Τι ανοησίες. Είναι στ’ αλήθεια ένα ζευγάρι γέροι κουφιοκέφαλοι! “Οι γονείς σου σου έδωσαν το σώμα σου” —ούτε καν ποιος σου έδωσε το σώμα σου δεν ξέρεις, και με επιπλήττεις μ’ αυτά τα λόγια. Πόσο μπερδεμένος είσαι! Είναι σαφές πως αυτοί που με διώκουν είναι διάβολοι και σατανάδες. Πώς είναι δυνατόν να κάνεις το άσπρο μαύρο και αντί γι’ αυτούς να κατακρίνεις εμένα; Μήπως παρανόμησα; Έκλεψα κάτι ή λήστεψα κανέναν, ξεγέλασα ή εξαπάτησα κανέναν; Ποιους νόμους παραβίασα; Κανέναν νόμο δεν παραβίασα· με καταδίωξε και με κατάντησε έτσι ο Σατανάς, επειδή ακολουθώ το ορθό μονοπάτι. Μέχρι τώρα δεν έχω δώσει την παραμικρή πληροφορία, δεν έχω γίνει Ιούδας —ποιος άλλος έχει τέτοια δύναμη; Δεν φτάνει που δεν με επαινείς και δεν με ενθαρρύνεις, με κατηγορείς κιόλας. Εσύ είσαι διάβολος!» Αν τα σκεφτείς έτσι τα πράγματα, τότε ούτε θα κλάψεις ούτε θα γίνεις αδύναμος, σωστά; Οι γονείς σου δεν ξέρουν να ξεχωρίσουν το σωστό απ’ το λάθος, κάνουν το άσπρο μαύρο, επειδή δεν πιστεύουν στον Θεό και δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια. Εφόσον εσύ την καταλαβαίνεις, δεν πρέπει να επηρεάζεσαι από τα λόγια του διαβόλου και τις πλάνες που ξεστομίζουν. Πρέπει, αντίθετα, να συνεχίσεις να στηρίζεσαι στην αλήθεια. Αν το κάνεις αυτό, τότε θα παραμείνεις πραγματικά σταθερός στη μαρτυρία σου. Έτσι δεν είναι; (Ναι.)
Πες Μου, είναι εύκολο να παραμείνει κάποιος σταθερός στη μαρτυρία του; Καταρχάς, πρέπει να απελευθερωθείς από τα συναισθήματά σου, και δεύτερον, να καταλάβεις την αλήθεια. Μόνο τότε δεν θα βιώνεις καμία αδυναμία, θα παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου και μέσα σ’ αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες θα σε αναγνωρίσει και θα σε αποδεχτεί ο Θεός· μόνο τότε θα σε αναγνωρίσει ως νικητή και ως ακόλουθό Του. Όταν τα καταφέρεις, όταν φτάσεις στο σημείο να απογοητεύσεις τους γονείς σου κι όχι τον Θεό, τότε θα μπορέσεις να εγκαταλείψεις όλες τις προσδοκίες που έχουν οι γονείς σου από σένα, σωστά; Δεν έχουν καμία σημασία οι προσδοκίες των γονιών σου, είναι ασήμαντες· ένα δημιούργημα πρέπει να έχει τη στάση και την επιδίωξη να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του Θεού και να παραμένει σταθερό στη μαρτυρία του για Αυτόν. Αυτά δεν είναι τα πιο σημαντικά πράγματα; (Ναι.) Όταν νιώθεις αδυναμία, όταν χάνεις τον δρόμο σου, ειδικά όταν σε πολιορκούν και σε διώκουν οι Σατανάδες, ενώ εσύ ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, ή όταν σε αποδοκιμάζουν, σε κοροϊδεύουν και σε απορρίπτουν οι άνθρωποι της κοσμικής κοινωνίας, τότε οι γύρω σου —δηλαδή οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γνωστοί σου— θα θεωρούν ότι έχεις κάνει κάτι ντροπιαστικό· κανείς δεν θα σε καταλαβαίνει, κανείς δεν θα σε ενθαρρύνει, δεν θα σε στηρίζει ούτε θα σε παρηγορεί. Και φυσικά κανένας δεν πρόκειται να σε βοηθήσει, να σου δείξει τον δρόμο ή το μονοπάτι άσκησης που πρέπει να ακολουθήσεις, ούτε καν οι γονείς σου. Εφόσον δεν είσαι στο πλάι τους και δεν τους δείχνεις την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, ή εφόσον δεν μπορείς να τους δώσεις μια καλύτερη ζωή ή να ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν, επειδή πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον σου, δεν πρόκειται να σε καταλάβουν. Θα έχουν την ίδια οπτική με τους ανθρώπους της κοσμικής κοινωνίας· θα θεωρήσουν ότι τους ντρόπιασες, ότι σε μεγάλωσαν τζάμπα, ότι δεν τους έχεις φέρει κανένα όφελος, ότι δεν έχεις εκπληρώσει τις προσδοκίες τους, ότι τους έχεις απογοητεύσει και ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος. Δεν θα μπορούν οι γονείς σου να σε καταλάβουν και να σου προσφέρουν καμιά θετική καθοδήγηση, πόσο μάλλον οι συγγενείς και οι φίλοι σου. Παρόλο που βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι, ο μόνος που σε ενθαρρύνει, σε βοηθάει, σε παρηγορεί και σε εφοδιάζει αδιάκοπα είναι ο Θεός. Όταν είσαι στη φυλακή και περνάς μαρτύρια και βασανιστήρια, μόνο ο λόγος του Θεού και η πίστη που σου έχει δώσει θα σε στηρίζουν κάθε δευτερόλεπτο, κάθε λεπτό και κάθε μέρα. Όταν, λοιπόν, σε χτυπούν ανελέητα, εσύ θα θέλεις να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου για τον Θεό, να αντέξεις κι άλλο και να μη γίνεις Ιούδας. Θα θες να δοξάσεις το όνομα του Θεού και να ταπεινώσεις τον Σατανά, χάρη στον λόγο του Θεού και στην πίστη που σου έχει δώσει Εκείνος. Αφενός, θα τα καταφέρεις όλα αυτά χάρη στην αποφασιστικότητά σου, και αφετέρου, πολύ περισσότερο χάρη στην καθοδήγηση, την προστασία και την ηγεσία του Θεού. Και από την άλλη, τη στιγμή που χρειάζεσαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά παρηγοριά και βοήθεια, οι γονείς σου συνεχίζουν να σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους και να λένε ότι είσαι αχάριστος και αναίσθητος, ότι δεν θα μπορέσουν ποτέ να βασιστούν πάνω σου σ’ αυτήν τη ζωή και ότι τζάμπα σε μεγάλωσαν. Δεν ξεχνάνε με τίποτα ότι αυτοί σε μεγάλωσαν. Ήθελαν να βασιστούν πάνω σου για να αποκτήσουν μια καλή ζωή, να δοξάσεις τους προγόνους σου και να έχουν ψηλά το κεφάλι και να φουσκώνουν από υπερηφάνεια για σένα μπροστά στους συγγενείς και τους φίλους τους. Όσοι γονείς δεν πιστεύουν στον Θεό, δεν θα θεωρήσουν ποτέ την πίστη σου τιμή και καλοτυχία. Κάθε άλλο, σε επιπλήττουν συχνά που δεν βρίσκεις χρόνο να τους επισκεφτείς ή να τους φροντίσεις, επειδή πιστεύεις στον Θεό και ασχολείσαι με το καθήκον σου. Όχι μόνο σε επιπλήττουν, αλλά πολλές φορές σε μαλώνουν κιόλας, χαρακτηρίζοντάς σε «αχάριστο και αναίσθητο» και «παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του». Δεν δυσκολεύεσαι να βαδίσεις στο ορθό μονοπάτι, κουβαλώντας ταυτόχρονα αυτούς τους άσχημους χαρακτηρισμούς; Δεν νιώθεις αδικημένος; Δεν έχεις ανάγκη την υποστήριξη, την ενθάρρυνση και την κατανόηση των γονιών σου την ώρα που βιώνεις αυτά τα πράγματα; Δεν νομίζεις πολλές φορές ότι έχεις απογοητεύσει τους γονείς σου; Και ως αποτέλεσμα, κάποιοι κάνουν ακόμη και τις εξής ανόητες σκέψεις: «Σ’ αυτήν τη ζωή, δεν ήταν στη μοίρα μου να δείξω στους γονείς μου την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί ή να ζήσω μαζί τους. Θα τους δείξω, τότε, την ευσέβεια αυτή στην επόμενη ζωή μου!» Δεν είναι ανοησία η σκέψη αυτή; (Ναι.) Μην κάνεις τέτοιες σκέψεις· ξερίζωσέ τες. Βαδίζεις στο σωστό μονοπάτι, έχεις αποφασίσει να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος και να προσέλθεις ενώπιον του Κυρίου της δημιουργίας, για να δεχτείς τη σωτηρία του Θεού. Αυτό είναι το μοναδικό ορθό μονοπάτι σ’ αυτόν τον κόσμο. Πήρες τη σωστή απόφαση. Όσο κι αν σε παρεξηγούν ή νιώθουν απογοητευμένοι από σένα όσοι δεν πιστεύουν, μεταξύ των οποίων και οι γονείς σου, κάτι τέτοιο δεν πρέπει να επηρεάσει την απόφασή σου να βαδίσεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό, να εκτελέσεις το καθήκον σου, ούτε την πίστη σου στον Θεό. Πρέπει να δείξεις επιμονή, γιατί βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Ακόμη περισσότερο, πρέπει να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου. Μην τις αφήσεις να σου γίνουν φορτίο την ώρα που βαδίζεις στο ορθό μονοπάτι. Ακολουθείς το ορθό μονοπάτι, έχεις κάνει την πιο σωστή επιλογή στη ζωή· αν οι γονείς σου δεν σε υποστηρίζουν, αν σε μαλώνουν συνέχεια και σε λένε αχάριστο και αναίσθητο, τότε οφείλεις ακόμα περισσότερο να τους διακρίνεις, να τους εγκαταλείψεις σε συναισθηματικό επίπεδο και να πάψεις να περιορίζεσαι απ’ αυτούς. Δεν θα πάθεις τίποτα αν δεν σε στηρίξουν, δεν σε ενθαρρύνουν ούτε σε παρηγορήσουν· δεν έχεις ούτε να κερδίσεις ούτε να χάσεις τίποτα από αυτά τα πράγματα. Το πιο σημαντικό είναι οι προσδοκίες του Θεού από σένα. Ο Θεός σε ενθαρρύνει, σε εφοδιάζει και σε καθοδηγεί. Δεν είσαι μόνος σου. Μπορείς να εκπληρώσεις εξίσου το καθήκον ενός δημιουργήματος και χωρίς τις προσδοκίες των γονιών σου. Βάσει αυτού, θα είσαι και πάλι καλός άνθρωπος. Το να εγκαταλείψεις τις προσδοκίες των γονιών σου δεν σημαίνει ότι δεν έχεις πια ήθος και ηθική ούτε φυσικά ότι έχεις απαρνηθεί την ανθρώπινη φύση σου ή την ηθική και τη δικαιοσύνη. Ο λόγος για τον οποίο δεν έχεις ανταποκριθεί στις προσδοκίες των γονιών σου είναι ότι επέλεξες θετικά πράγματα, επέλεξες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μ’ αυτό, είναι το πιο ορθό μονοπάτι. Πρέπει να δείξεις επιμονή και να παραμείνεις σταθερός στην πίστη σου. Μπορεί οι γονείς σου να μη σε υποστηρίξουν, και φυσικά να μη σε ευλογήσουν, επειδή πιστεύεις στον Θεό και εκτελείς το καθήκον ενός δημιουργήματος, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Δεν είναι σημαντικό αυτό, δεν έχεις να χάσεις τίποτα. Όταν αποφάσισες να βαδίσεις στο μονοπάτι της πίστης στον Θεό και να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος, μεγαλύτερη σημασία έχει ότι ο Θεός ξεκίνησε να έχει προσδοκίες και μεγάλες ελπίδες για σένα. Οι άνθρωποι, ενώ ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο, μπορούν να ζήσουν μια χαρά ακόμα κι αν απομακρυνθούν από τους φίλους και τους συγγενείς τους. Και φυσικά, μπορούν να έχουν μια κανονική ζωή μακριά κι από τους γονείς τους. Στο σκοτάδι πέφτουν μόνο αν απομακρυνθούν από την καθοδήγηση και τις ευλογίες του Θεού. Οι προσδοκίες των γονιών, σε σύγκριση με τις προσδοκίες του Θεού από τους ανθρώπους και την καθοδήγησή Του, είναι απλούστατα αμελητέες και δεν αξίζει να τις αναφέρουμε. Ό,τι είδους άνθρωπος και αν θέλουν οι γονείς σου να γίνεις, ό,τι είδους ζωή κι αν θέλουν να ζήσεις σε συναισθηματικό επίπεδο, δεν σε καθοδηγούν στο ορθό μονοπάτι ή στο μονοπάτι της σωτηρίας. Άλλαξε, λοιπόν, την οπτική σου, και εγκατάλειψε τις προσδοκίες των γονιών σου μέσα από τα βάθη της καρδιάς σου και σε συναισθηματικό επίπεδο. Πάψε να επωμίζεσαι τέτοιο φορτίο και μην έχεις πλέον ενοχές απέναντι στους γονείς σου, επειδή αποφάσισες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος. Δεν έχεις κάνει τίποτα κακό και δεν απογοητεύεις κανέναν. Αποφάσισες να ακολουθήσεις τον Θεό και να αποδεχτείς τη σωτηρία Του. Δεν απογοητεύεις έτσι τους γονείς σου. Αντίθετα, πρέπει να νιώθουν υπερηφάνεια και τιμή που επέλεξες να εκτελέσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος και να δεχτείς τη σωτηρία του Δημιουργού. Αν δεν μπορούν να τα νιώσουν αυτά, τότε δεν είναι καλοί άνθρωποι. Δεν αξίζουν τον σεβασμό σου, πόσο μάλλον δε την ευσέβειά σου ως παιδί τους ενώ, φυσικά, δεν αξίζουν το ενδιαφέρον σου. Συμφωνείς; (Ναι.)
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.