Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (1) Μέρος πρώτο
Ποιο ήταν το θέμα της συναναστροφής μας κατά την τελευταία μας συνάθροιση; (Γιατί πρέπει ο άνθρωπος να επιδιώκει την αλήθεια.) Αφού ολοκληρώσαμε τη συναναστροφή, σας έδωσα ένα θέμα ως εργασία για το σπίτι. Ποιο ήταν αυτό; (Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια.) Έχετε συλλογιστεί αυτό το θέμα; (Θεέ μου, το συλλογίστηκα λιγάκι. Σε ό,τι αφορά το πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια, αφορά το να εξετάζουμε τις εκφάνσεις της διαφθοράς και των διεφθαρμένων διαθέσεών μας σε όλους τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα που συναντούμε καθημερινά, και έπειτα να αναζητούμε την αλήθεια για να επιλύσουμε αυτά τα ζητήματα. Ταυτόχρονα, η εκτέλεση ενός καθήκοντος άπτεται ορισμένων αρχών, επομένως πρέπει να αναζητήσουμε σχετικές αλήθειες για να κατανοήσουμε πώς να ενεργούμε σύμφωνα με αυτές τις αρχές όταν προσεγγίζουμε διαφορετικά καθήκοντα —αυτός είναι ένας άλλος τρόπος με τον οποίο γίνεται πράξη η επιδίωξη της αλήθειας.) Οπότε, αφενός, αναζητώντας κανείς την αλήθεια στην καθημερινή του ζωή και, αφετέρου, αναζητώντας τις αλήθεια-αρχές ενώ κάνει το καθήκον του. Υπάρχουν άλλες πτυχές αυτής της επιδίωξης; Αυτό δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο θέμα, σωστά; Συλλογιστήκατε το «Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια»; Πώς το συλλογιστήκατε; Η περισυλλογή πάνω σε αυτό το θέμα θα πρέπει να συνεπάγεται να αφιερώσετε συγκεκριμένο χρόνο στο να το σκεφτείτε, και έπειτα να κρατήσετε σημειώσεις για τη γνώση που αποκομίσατε μέσω εκείνης της περισυλλογής. Αν του ρίξετε μόνο μια γρήγορη ματιά και το σκεφτείτε λιγάκι, αλλά δεν αφιερώσετε χρόνο ή ενέργεια σε αυτό, ούτε το σκεφτείτε προσεκτικά, τότε αυτό δεν είναι περισυλλογή. Περισυλλογή σημαίνει πως σκέφτεστε σοβαρά το θέμα, καταβάλλετε πραγματική προσπάθεια στον συλλογισμό του, αποκομίζετε κάποια συγκεκριμένη γνώση, δέχεστε διαφώτιση και φώτιση, και αποκομίζετε κάποιες ανταμοιβές —αυτά είναι τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται μέσω της περισυλλογής. Τώρα, συλλογιστήκατε πραγματικά αυτό το θέμα; Κανείς σας δεν το συλλογίστηκε πραγματικά, έτσι δεν είναι; Την τελευταία φορά, σας έδωσα μια εργασία για το σπίτι, ένα θέμα ώστε να μπορέσετε να προετοιμαστείτε, αλλά κανείς σας δεν συλλογίστηκε το θέμα και δεν το πήρατε στα σοβαρά. Ελπίζατε πως θα σας το έδινα απλώς ως μασημένη τροφή; Ή μήπως σκεφτήκατε το εξής: «Το θέμα είναι πολύ απλό, δεν έχει βάθος. Το έχουμε ήδη καταλάβει, οπότε δεν χρειάζεται περισυλλογή —ήδη το κατανοούμε»; Ή μήπως δεν σας ενδιαφέρουν ερωτήματα και ζητήματα που αφορούν την επιδίωξη της αλήθειας; Ποιο είναι το πρόβλημα; Δεν μπορεί να είστε υπερβολικά απασχολημένοι με τη δουλειά, έτσι δεν είναι; Στ’ αλήθεια, ποιος είναι ο λόγος; (Αφού άκουσα τις ερωτήσεις του Θεού και έκανα αυτοκριτική, νομίζω πως ο κύριος λόγος είναι πως δεν αγαπώ την αλήθεια. Δεν πήρα σοβαρά τα λόγια του Θεού και δεν συλλογίστηκα ειλικρινά την αλήθεια. Ήλπιζα να λάβω μια απάντηση ως μασημένη τροφή. Ήλπιζα πως μόλις ο Θεός ολοκλήρωνε τη συναναστροφή πάνω στο θέμα, θα ήμουν σε θέση να το κατανοήσω. Αυτή τη στάση διατηρούσα.) Έτσι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι; Φαίνεται πως είστε συνηθισμένοι να δέχεστε μασημένη τροφή. Σε ό,τι αφορά την αλήθεια, δεν είστε πολύ σχολαστικοί και δεν καταβάλλετε ιδιαίτερη προσπάθεια. Σας αρέσει ιδιαίτερα να κάνετε πράγματα και να τρέχετε από εδώ και από εκεί στα τυφλά. Το μόνο που κάνετε είναι να σπαταλάτε άσκοπα τον χρόνο σας. Είστε μπερδεμένοι όταν αντιμετωπίζετε την αλήθεια και δεν την παίρνετε σοβαρά. Αυτή είναι η πραγματική κατάστασή σας.
Το πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια είναι ένα από τα πιο κοινά θέματα συναναστροφής μέσα στον οίκο του Θεού. Οι περισσότεροι άνθρωποι κατανοούν λίγο δόγμα για το πώς να επιδιώκουν την αλήθεια και γνωρίζουν κάποιες προσεγγίσεις και κάποιους τρόπους για να το κάνουν πράξη. Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν στον Θεό για πολύ καιρό και έχουν λίγο πολύ κάποιες αληθινές εμπειρίες, και έχουν βιώσει επίσης αποτυχίες και πτώσεις, καθώς και αρνητικότητα και αδυναμία. Κατά τη διαδικασία της επιδίωξης της αλήθειας, έχουν βιώσει επίσης πολλά σκαμπανεβάσματα και, κατά την επιδίωξη της αλήθειας, έχουν μάθει από τις εμπειρίες τους και έχουν κάποιες ανταμοιβές. Φυσικά, έχουν αντιμετωπίσει επίσης πολλές δυσκολίες και εμπόδια, καθώς και διάφορα πραγματικά προβλήματα στη ζωή ή στο περιβάλλον τους. Εν συντομία, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ένα επίπεδο κατανόησης σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας, είτε μόνο τυπικά είτε μέσω κάποιων πρακτικών προβλημάτων, και έχουν επίσης κάποια δογματική γνώση γι’ αυτήν. Μόλις έχουν αρχίσει οι άνθρωποι να πιστεύουν στον Θεό ή να βαδίζουν στο μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας, ανεξάρτητα από το αν έχουν πληρώσει πραγματικά ένα τίμημα σε αυτό το μονοπάτι ή αν έχουν καταβάλει μόνο μικρή προσπάθεια στην προσέγγισή τους ως προς την επιδίωξη της αλήθειας, όλοι τους, λίγο-πολύ, θα έχουν μια κάποια κατανόηση για αυτήν. Για όσους αγαπούν την αλήθεια, αυτή η κατανόηση αντιπροσωπεύει αληθινές και πολύτιμες ανταμοιβές, αλλά εκείνοι που δεν επιδιώκουν την αλήθεια δεν έχουν καμία εμπειρία, καμία γνώση από την εμπειρία τους και καμία ανταμοιβή. Εν συντομία, η πλειονότητα των ανθρώπων προχωράει διστακτικά προς τα εμπρός και διατηρεί μια στάση «βλέποντας και κάνοντας» καθώς επιδιώκει την αλήθεια, ενώ ταυτόχρονα βιώνει κάπως πώς είναι να την επιδιώκει. Στις σκέψεις, τις απόψεις ή τη συνείδηση των περισσότερων ανθρώπων, η επιδίωξη της αλήθειας είναι κάτι το θετικό και κάτι μέγιστης σημασίας. Τη βλέπουν ως στόχο ζωής που θα πρέπει να επιδιώκουν οι άνθρωποι και, ακόμη περισσότερο από αυτό, ως τον σωστό δρόμο που θα πρέπει να ακολουθούν στη ζωή. Είτε σε θεωρητικό επίπεδο είτε βάσει των αληθινών εμπειριών και γνώσεών τους, όλοι οι άνθρωποι θεωρούν την επιδίωξη της αλήθειας ως καλό πράγμα και ως το πιο θετικό πράγμα. Δεν υπάρχει επιδίωξη ή μονοπάτι στο οποίο συμμετέχει η ανθρωπότητα που να μπορεί να συγκριθεί με την επιδίωξη της αλήθειας ή με το μονοπάτι της επιδίωξής της. Η επιδίωξη της αλήθειας είναι ο μόνος σωστός δρόμος που θα πρέπει να ακολουθούν οι άνθρωποι. Ως μέλος της ανθρώπινης φυλής, η επιδίωξη της αλήθειας θα πρέπει να είναι ο στόχος ζωής κάθε ανθρώπου, και εκείνοι θα πρέπει να τη βλέπουν ως το σωστό μονοπάτι που πρέπει να ακολουθούν οι άνθρωποι. Τώρα, πώς θα πρέπει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια; Μόλις τώρα, αναφέρατε κάποιες απλές, θεωρητικές ιδέες, με τις οποίες πιθανόν θα συμφωνούσαν οι περισσότεροι άνθρωποι. Όλοι νομίζουν πως αυτά τα είδη επιδιώξεων και ασκήσεων σχετίζονται με την επιδίωξη της αλήθειας. Πιστεύουν πως τα πράγματα που αφορούν συγκεκριμένα την επιδίωξη της αλήθειας είναι απλώς τα εξής: το να αποκτά κανείς γνώση του εαυτού του, να εξομολογείται και να μετανοεί, έπειτα να βρίσκει μέσα στα λόγια του Θεού τις αλήθεια-αρχές που πρέπει να κάνει πράξη και, τελικά, να βιώνει τα λόγια Του στην καθημερινή του ζωή και να εισέρχεται στην αλήθεια-πραγματικότητα. Αυτή είναι η κοινή κατανόηση και αντίληψη που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι για το πώς να επιδιώκουν την αλήθεια. Πέρα από τις μεθόδους που μπορείτε να αναγνωρίσετε και να αντιληφθείτε, έχω συνοψίσει κάποια πιο συγκεκριμένα μονοπάτια και μεθόδους άσκησης για την επιδίωξη της αλήθειας. Σήμερα, θα συναναστραφούμε πιο λεπτομερώς πάνω στο πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια.
Πέρα από τις λίγες μεθόδους που έχετε απαριθμήσει, έχω υπεισέλθει σε περισσότερες λεπτομέρειες και έχω συνοψίσει δύο μεθόδους για το πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια. Η μία μέθοδος είναι το «να εγκαταλείπεις». Είναι απλή; (Είναι απλή.) Δεν είναι ούτε αόριστη ούτε περίπλοκη. Είναι επίσης ευκολομνημόνευτη και ευκολονόητη. Φυσικά, η άσκησή της μπορεί να περιλαμβάνει έναν συγκεκριμένο βαθμό δυσκολίας. Βλέπεις, αυτή η μέθοδος είναι πολύ πιο απλή από εκείνες που αναφέρατε εσείς. Αυτά που είπατε εσείς ήταν απλώς ένα μάτσο θεωρίες. Φαίνονται μεγαλόπνοα και βαθυστόχαστα και, φυσικά, έχουν μια απτή πλευρά, αλλά είναι πολύ πιο περίπλοκα από αυτό που σας είπα μόλις Εγώ. Η πρώτη μέθοδος είναι το «να εγκαταλείπεις» και η δεύτερη το «να αφιερώνεσαι». Μονάχα αυτές οι δύο μέθοδοι, τέσσερις λέξεις στο σύνολο. Οι άνθρωποι μπορούν να τις κατανοήσουν απλώς κοιτώντας τες και οι άνθρωποι ξέρουν πώς να τις κάνουν πράξη χωρίς να συναναστραφούν σχετικά με αυτές —είναι επίσης ευκολομνημόνευτες. Ποια είναι η πρώτη μέθοδος; (Να εγκαταλείπεις.) Η δεύτερη; (Να αφιερώνεσαι.) Βλέπεις; Δεν είναι απλές; (Είναι απλές.) Είναι πολύ πιο συνοπτικές από αυτές που είπατε εσείς. Πώς λέγεται αυτό; Λέγεται να είσαι περιεκτικός. Το να χρησιμοποιούνται λιγότερες λέξεις σημαίνει απαραίτητα πως κάτι είναι περιεκτικό; (Όχι.) Το αν κάτι είναι περιεκτικό ή όχι δεν έχει σημασία. Το σημαντικό είναι το κατά πόσο θίγεται το βασικό σημείο και κατά πόσον είναι λειτουργικό όταν οι άνθρωποι το κάνουν πράξη. Επιπρόσθετα, είναι σημαντικό να κοιτάξουμε ποια αποτελέσματα επιτυγχάνονται κάνοντάς το πράξη· κατά πόσον μπορεί να επιλύσει τις πρακτικές δυσκολίες των ανθρώπων, κατά πόσο βοηθά τους ανθρώπους να ακολουθήσουν το μονοπάτι της επιδίωξης της αλήθειας, κατά πόσο δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να διορθώσουν τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους στη ρίζα τους και κατά πόσον η άσκησή του βοηθά τους ανθρώπους να προσέλθουν ενώπιον του Θεού και να δεχθούν τα λόγια Του και την αλήθεια, επιτυγχάνοντας έτσι τα αποτελέσματα και τους στόχους που πρέπει να πετύχει η επιδίωξη της αλήθειας. Είναι σωστό αυτό; (Είναι.) Τώρα έχετε ακούσει αυτές τις δύο μεθόδους του «να εγκαταλείπεις» και «να αφιερώνεσαι», και τις γνωρίζετε. Ποια είναι η σχέση μεταξύ των δύο αυτών μεθόδων και της επιδίωξης της αλήθειας; Συνδέονται με εκείνες τις μεθόδους που έχετε αναφέρει ή έρχονται σε αντίθεση με αυτές; Αυτό δεν είναι ακόμα πολύ ξεκάθαρο, σωστά; (Δεν είναι ακόμα πολύ ξεκάθαρο.) Σε γενικές γραμμές, οι συγκεκριμένες μέθοδοι άσκησης της επιδίωξης της αλήθειας είναι οι δύο για τις οποίες μόλις μίλησα. Από αυτές τις δύο μεθόδους, ποιο είναι το συγκεκριμένο περιεχόμενο της πρώτης, του να εγκαταλείπεις; Ποιο είναι το πιο απλό και άμεσο πράγμα που μπορείτε να σκεφτείτε όταν ακούτε τα λόγια «να εγκαταλείπεις»; Πώς κάνει κανείς πράξη αυτήν τη μέθοδο; Ποια είναι τα συγκεκριμένα μέρη και το συγκεκριμένο περιεχόμενό της; (Το να εγκαταλείπει κανείς τη διεφθαρμένη διάθεσή του.) Τι άλλο, πέρα από τη διεφθαρμένη διάθεσή του; (Αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες.) Αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες, αισθήματα, τη βούλησή του και τις προτιμήσεις του. Τι άλλο; (Σατανικές φιλοσοφίες για τις κοσμικές αλληλεπιδράσεις, εσφαλμένες αξίες και απόψεις για τη ζωή.) (Τις προθέσεις και τις επιθυμίες του.) Εν ολίγοις, όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να σκεφτούν πράγματα που θα πρέπει να εγκαταλείψουν, πέρα από τις διάφορες συμπεριφορές που σχετίζονται με διεφθαρμένες διαθέσεις, σκέφτονται επίσης πράγματα που συγκροτούν τις σκέψεις και τις απόψεις των ανθρώπων. Επομένως, υπάρχουν δύο σημαντικά μέρη: Το ένα περιλαμβάνει διεφθαρμένες διαθέσεις και το άλλο περιλαμβάνει τις σκέψεις και τις απόψεις των ανθρώπων. Πέρα από αυτά τα δύο, τι άλλο μπορείτε να σκεφτείτε; Είστε μπερδεμένοι, έτσι δεν είναι; Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό; Ο λόγος είναι πως τα πράγματα που έρχονται αμέσως στον νου σας είναι τα θέματα που, στην καθημερινή σας ζωή από τότε που αρχίσατε να πιστεύετε στον Θεό, συναντάτε συχνά και για τα οποία μιλούν συχνά οι άνθρωποι. Αλλά όσο για τα προβλήματα που δεν αναφέρει κανείς, τα οποία ωστόσο υπάρχουν στους ανθρώπους —δεν τα γνωρίζετε, δεν τα έχετε υπόψη, δεν θα μπορούσατε να τα σκεφτείτε και, επίσης, δεν τα έχετε δει ποτέ ως προβλήματα που πρέπει να συλλογιστείτε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είστε μπερδεμένοι. Το συζητώ αυτό μαζί σας επειδή θέλω να σκεφτείτε και να συλλογιστείτε προσεκτικά το θέμα για το οποίο θα συναναστραφούμε στη συνέχεια, και ώστε να σας εντυπωθεί βαθιά.
Τώρα θα συναναστραφούμε σχετικά με τα δύο σημαντικά πράγματα που σχετίζονται με το πώς πρέπει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια: πρώτον, να εγκαταλείπεις και, δεύτερον, να αφιερώνεσαι. Ας ξεκινήσουμε με συναναστροφή πάνω στο πρώτο πράγμα —να εγκαταλείπεις. Αυτό δεν είναι απλώς να εγκαταλείπεις τα αισθήματα, τις φιλοσοφίες για τις κοσμικές αλληλεπιδράσεις, το πείσμα, την επιθυμία για ευλογίες και άλλες τέτοιες γενικές ερμηνείες. Η άσκηση του «να εγκαταλείπεις» σχετικά με την οποία θα συναναστραφώ σήμερα έχει έναν πιο συγκεκριμένο ορισμό και απαιτεί οι άνθρωποι να το εξετάζουν και να το κάνουν πράξη στην καθημερινή τους ζωή. Τι πρέπει να αναφερθεί πρωτίστως σχετικά με το να εγκαταλείπεις; Το πρώτο πράγμα που πρέπει να εγκαταλείψουν οι άνθρωποι ενώ επιδιώκουν την αλήθεια είναι τα διάφορα ανθρώπινα συναισθήματα. Τι σκέφτεστε όταν αναφέρω αυτά τα διάφορα συναισθήματα; Τι περιλαμβάνουν αυτά τα συναισθήματα; (Ευερεθιστότητα, ισχυρογνωμοσύνη και παθητικότητα.) Είναι συναίσθημα η ευερεθιστότητα; (Όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ, η έννοια του συναισθήματος είναι όταν οι άνθρωποι κάνουν πράγματα κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους σύμφωνα με το πώς αισθάνονται. Υιοθετούν διαφορετικές στάσεις απέναντι σε πράγματα με βάση το αν νιώθουν καλά ή όχι.) Αυτά είναι τα συναισθήματα για τα οποία μιλάω; Έτσι πρέπει να εξηγούνται τα συναισθήματα; (Θεέ, η αντίληψη που έχω για τα συναισθήματα είναι πως περιλαμβάνουν κυρίως οξυθυμία, ενόχληση, καθώς και απόλαυση, θυμό, λύπη και χαρά.) Αυτή είναι μια κατάλληλη γενίκευση. Επομένως, είναι συναίσθημα αυτό που αναφέρθηκε μόλις τώρα, για το ότι οι άνθρωποι κάνουν πράγματα σύμφωνα με το πώς νιώθουν; (Αυτό είναι απλώς μια εκδήλωση.) Είναι ένα είδος εκδήλωσης συναισθήματος. Το να νιώθει κανείς άσχημα, οξύθυμος και λυπημένος —όλα αυτά είναι εκδηλώσεις συναισθήματος, αλλά δεν αποτελούν επ’ ουδενί τον ορισμό του συναισθήματος. Οπότε, πώς θα πρέπει να κατανοούν οι άνθρωποι το πρώτο πράγμα που πρέπει να εγκαταλείψουν κατά την επιδίωξη της αλήθειας —τα διάφορα συναισθήματα; Τι εγκαταλείπουν οι άνθρωποι όταν εγκαταλείπουν τα διάφορα συναισθήματα; Εγκαταλείπουν τις ορέξεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματα που προκύπτουν σε διάφορες καταστάσεις και πλαίσια, καθώς και με διάφορους ανθρώπους, γεγονότα και πράγματα. Κάποια από αυτά τα συναισθήματα μετατρέπονται στο πείσμα του ανθρώπου. Και, αν και κάποια δεν μετατρέπονται στο πείσμα του ανθρώπου, μπορούν και πάλι να επηρεάζουν συχνά τη στάση που έχει αυτός ο άνθρωπος στις πράξεις του. Επομένως, τι περιλαμβάνουν αυτά τα συναισθήματα; Περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, απόγνωση, μίσος, θυμό, οξυθυμία, ανησυχία, καθώς και καταπίεση, κατωτερότητα και το να κλαίει κανείς από χαρά —όλα αυτά μπορούν να θεωρηθούν συναισθήματα. Είναι αυτές οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις συναισθήματος; (Ναι.) Κατόπιν τούτου, γνωρίζετε τι είναι το συναίσθημα; Έχουν κάποια σχέση τα συναισθήματα με την παθητικότητα και την ευερεθιστότητα που αναφέρατε; (Όχι.) Δεν έχουν καμία σχέση. Οπότε, τι είναι εκείνα τα πράγματα που αναφέρατε; (Διεφθαρμένες διαθέσεις.) Είναι ένα είδος εκδήλωσης διεφθαρμένων διαθέσεων. Έχουν κάποια σχέση με τις διεφθαρμένες διαθέσεις τα συναισθήματα που απαρίθμησα μόλις τώρα, η καταπίεση, η απόγνωση, η κατωτερότητα και ούτω καθεξής; (Τα συναισθήματα για τα οποία μίλησες μόλις τώρα, Θεέ, δεν σχετίζονται με διεφθαρμένες διαθέσεις, δεν συνιστούν διεφθαρμένες διαθέσεις ή αλλιώς δεν έχουν φτάσει ακόμη στο επίπεδο μιας διεφθαρμένης διάθεσης.) Τι είναι, λοιπόν; Είναι η ευχαρίστηση, ο θυμός, η λύπη και η χαρά της κανονικής ανθρώπινης φύσης, καθώς και τα συναισθήματα που προκύπτουν και οι εκδηλώσεις που αποκαλύπτονται όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ορισμένες καταστάσεις. Κάποια ίσως προκαλούνται από μια διεφθαρμένη διάθεση, ενώ άλλα δεν έχουν φτάσει ακόμα σε αυτό το επίπεδο και δεν σχετίζονται με διεφθαρμένες διαθέσεις, ωστόσο αυτά τα πράγματα όντως υπάρχουν μέσα στις σκέψεις των ανθρώπων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όποια κατάσταση κι αν αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι ή όποιο κι αν είναι το πλαίσιο, αυτά τα συναισθήματα επηρεάζουν φυσικά συχνά την κρίση και τις απόψεις τους έως κάποιο βαθμό, και επηρεάζουν τη θέση που οφείλουν να πάρουν οι άνθρωποι και το μονοπάτι στο οποίο οφείλουν να βαδίζουν. Τα διάφορα συναισθήματα για τα οποία μόλις μιλήσαμε είναι, ως επί το πλείστον, μάλλον αρνητικά. Υπάρχουν κάποια που είναι μάλλον ουδέτερα, που δεν είναι τόσο αρνητικά ή θετικά; Όχι, δεν υπάρχει κανένα που να είναι σχετικά θετικό. Κατάθλιψη, απόγνωση, μίσος, θυμός, κατωτερότητα, οξυθυμία, ανησυχία και καταπίεση —όλα αυτά είναι αρκετά αρνητικά συναισθήματα. Μπορεί κάποιο από αυτά τα συναισθήματα να δώσει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν θετικά τη ζωή, την ανθρώπινη ύπαρξη και τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν στη ζωή; Υπάρχει κάποιο που είναι θετικό; (Όχι.) Είναι όλα τους σχετικά αρνητικά συναισθήματα. Οπότε ποια συναισθήματα είναι κάπως καλύτερα; Τι λέτε για τη λαχτάρα και τη νοσταλγία; (Είναι μάλλον ουδέτερα.) Ναι, μπορούν να είναι ουδέτερα. Τι άλλο; Η νοσταλγία, η επιθυμία και το να θεωρείς κάτι πολύτιμο. Σε τι αναφέρονται αυτά τα συναισθήματα για τα οποία μιλάμε; Είναι πράγματα που κρύβονται συχνά στα βάθη της καρδιάς και της ψυχής του ανθρώπου· μπορούν συχνά να καταλάβουν την καρδιά και τις σκέψεις των ανθρώπων και μπορούν συχνά να επηρεάσουν τις ορέξεις των ανθρώπων, καθώς και τις απόψεις και τις στάσεις που έχουν ως προς το να κάνουν πράγματα. Επομένως, είτε αυτά τα συναισθήματα εντοπίζονται στην πραγματική ζωή των ανθρώπων είτε στην πίστη τους στον Θεό και στην επιδίωξη της αλήθειας, παρεμβαίνουν και επηρεάζουν, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και έχουν επίδραση στη στάση τους ως προς τα καθήκοντά τους. Επίσης, επηρεάζουν, φυσικά, την κρίση και τη θέση που παίρνουν οι άνθρωποι όταν επιδιώκουν την αλήθεια και, συγκεκριμένα, αυτά τα μάλλον παθητικά και αρνητικά συναισθήματα έχουν τεράστιο αντίκτυπο στους ανθρώπους. Όταν οι άνθρωποι αναπτύσσουν αναμνήσεις και αρχίζουν να νιώθουν τα δικά τους ποικίλα συναισθήματα ή αρχίζουν να σχηματίζουν μια επίγνωση που αναγνωρίζει γεγονότα και πράγματα, το περιβάλλον και άλλους ανθρώπους, τότε αρχίζουν σταδιακά να προκύπτουν και να παίρνουν μορφή τα διάφορα συναισθήματά τους. Μόλις έχουν πάρει μορφή, τότε καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν και βιώνουν πιο πολλά κοσμικά ζητήματα, αυτά τα συναισθήματα ριζώνουν σταδιακά όλο και περισσότερο μέσα τους, μέσα στα βάθη της καρδιάς τους, και γίνονται το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της ατομικής ανθρώπινης φύσης τους. Κατευθύνουν σταδιακά την ατομική προσωπικότητά τους, την ευχαρίστηση, τον θυμό, τη λύπη και τη χαρά τους, τις προτιμήσεις τους, καθώς και την επιδίωξη των στόχων τους και την κατεύθυνσή τους στη ζωή και ούτω καθεξής. Αυτός είναι ο λόγος που αυτά τα συναισθήματα είναι απαραίτητα σε κάθε άνθρωπο ανεξαιρέτως. Γιατί το λέω αυτό; Επειδή μόλις οι άνθρωποι αρχίσουν να έχουν υποκειμενική επίγνωση του περιβάλλοντος γύρω τους, αυτά τα συναισθήματα επηρεάζουν σταδιακά την ευχαρίστηση, τον θυμό, τη λύπη και τη χαρά τους, επηρεάζουν την κρίση και την αντίληψή τους για τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα, και επηρεάζουν την προσωπικότητά τους. Φυσικά, επηρεάζουν επίσης τις στάσεις και τις απόψεις των ανθρώπων σχετικά με το πώς αντιμετωπίζουν και χειρίζονται τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα γύρω τους. Ακόμη πιο σημαντικό είναι πως αυτά τα αρνητικά συναισθήματα επηρεάζουν τους τρόπους και τις αρχές που διέπουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, καθώς και τους στόχους που επιδιώκουν και το επίπεδο αναφοράς τους για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Μπορεί να νιώθετε πως αυτό που είπα δεν είναι πολύ ευκολονόητο, πως μπορεί να είναι αρκετά αόριστο. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα και μπορεί τότε να κατανοήσετε κάπως καλύτερα τα πράγματα. Για παράδειγμα, υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που, ως παιδιά, είχαν συνηθισμένη εμφάνιση, δεν είχαν ευφράδεια λόγου και δεν ήταν πολύ εύστροφοι, με αποτέλεσμα τα άλλα μέλη της οικογένειάς τους και το κοινωνικό τους περιβάλλουν να τους αξιολογούν μάλλον δυσμενώς και να λένε κουβέντες όπως: «Αυτό το παιδί είναι χαζό, αργόστροφο και βραδύγλωσσο. Κοιτάξτε τα παιδιά των άλλων: είναι τόσο εύγλωττα, που μπορούν να παίζουν τους άλλους στα δάχτυλα. Ενώ αυτό το παιδί απλώς στραβομουτσουνιάζει όλη μέρα. Δεν ξέρει τι να πει όταν συναντά ανθρώπους, δεν ξέρει πώς να δώσει εξηγήσεις ή να δικαιολογηθεί αφού κάνει κάτι κακό, και δεν μπορεί να διασκεδάσει τους άλλους. Το παιδί είναι ηλίθιο». Αυτά τα λένε οι γονείς, τα λένε οι συγγενείς και οι φίλοι, και τα λένε επίσης και οι δάσκαλοί του. Αυτό το περιβάλλον ασκεί μια ορισμένη, αόρατη πίεση σε τέτοιους ανθρώπους. Μέσω της βίωσης αυτών των περιβαλλόντων, αναπτύσσουν ανεπαίσθητα ένα συγκεκριμένο είδος νοοτροπίας. Ποιο είδος νοοτροπίας; Θεωρούν πως δεν είναι εμφανίσιμοι, πως δεν είναι ιδιαίτερα αρεστοί και πως οι άλλοι δεν χαίρονται ποτέ όταν τους βλέπουν. Πιστεύουν πως δεν είναι καλοί στη μελέτη, πως είναι αργόστροφοι και πάντα νιώθουν αμήχανα να ανοίξουν το στόμα τους και να μιλήσουν μπροστά σε άλλους. Νιώθουν μεγάλη αμηχανία να πουν «ευχαριστώ» όταν οι άνθρωποι τους δίνουν κάτι, και σκέφτονται μέσα τους: «Γιατί μου δένεται πάντα η γλώσσα κόμπος; Γιατί οι άλλοι τα λένε τόσο ωραία; Είμαι απλώς χαζός!» Υποσυνείδητα, νομίζουν πως είναι άχρηστοι, αλλά εξακολουθούν να μην είναι πρόθυμοι να αναγνωρίσουν πως είναι τόσο άχρηστοι, πως είναι τόσο ανόητοι. Μέσα στην καρδιά τους, πάντα διερωτώνται: «Είμαι στ’ αλήθεια τόσο ανόητος; Είμαι στ’ αλήθεια τόσο δυσάρεστος;» Οι γονείς τους δεν τους συμπαθούν, και το ίδιο ισχύει και για τους αδερφούς και τις αδερφές τους, τους δασκάλους τους ή τους συμμαθητές τους. Και, περιστασιακά, τα μέλη της οικογένειάς τους, οι συγγενείς και οι φίλοι τους λένε γι’ αυτούς: «Είναι κοντός, έχει μικρά μάτια και μύτη και, με τέτοιο παρουσιαστικό, δεν θα είναι πετυχημένος όταν μεγαλώσει». Επομένως, όταν κοιτούν στον καθρέφτη, βλέπουν πως τα μάτια τους είναι πράγματι μικρά. Σε αυτήν την κατάσταση, η αντίσταση, η δυσαρέσκεια, η απροθυμία και η μη αποδοχή στα βάθη της καρδιάς τους θα μετατραπούν σταδιακά σε αποδοχή και αναγνώριση των δικών τους ελαττωμάτων, ελλείψεων και προβλημάτων. Αν και μπορούν να δεχθούν αυτήν την πραγματικότητα, στα βάθη της καρδιάς τους αναπτύσσεται ένα επίμονο συναίσθημα. Πώς ονομάζεται αυτό το συναίσθημα; Είναι η κατωτερότητα. Οι άνθρωποι που αισθάνονται κατώτεροι δεν γνωρίζουν ποια είναι τα δυνατά τους σημεία. Νομίζουν απλώς πως είναι αντιπαθητικοί, πάντα νιώθουν ανόητοι και δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν τα πράγματα. Εν ολίγοις, νιώθουν πως δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, πως δεν είναι ελκυστικοί, πως δεν είναι έξυπνοι και πως είναι αργοί στις αντιδράσεις τους. Δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε σύγκριση με άλλους και δεν παίρνουν καλούς βαθμούς στις σπουδές τους. Αφού μεγαλώσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον, τους κυριεύει σταδιακά αυτή η νοοτροπία κατωτερότητας. Μετατρέπεται σε ένα είδος επίμονου συναισθήματος που μπλέκεται με την καρδιά σου και γεμίζει τον νου σου. Ανεξάρτητα από το αν είσαι ήδη ενήλικας, αν έχεις βγει στον κόσμο, αν είσαι παντρεμένος και έχεις πετυχημένη καριέρα, και ανεξάρτητα από την κοινωνική σου θέση, είναι αδύνατο να απαλλαγείς από αυτό το συναίσθημα κατωτερότητας που εμφυτεύτηκε στο περιβάλλον σου καθώς μεγάλωνες. Ακόμη κι αφότου αρχίσεις να πιστεύεις στον Θεό και προσχωρήσεις στην εκκλησία, εξακολουθείς να νομίζεις πως έχεις μια μέτρια εμφάνιση, φτωχό διανοητικό επίπεδο, πως δεν έχεις ευφράδεια λόγου και πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Σκέφτεσαι: «Θα κάνω απλώς ό,τι μπορώ. Δεν χρειάζεται να πασχίσω να γίνω επικεφαλής, δεν χρειάζεται να επιδιώκω βαθυστόχαστες αλήθειες· απλώς θα είμαι ευχαριστημένος με το να είμαι ο λιγότερο σημαντικός και θα αφήσω τους άλλους να μου φέρονται όπως θέλουν». Όταν εμφανίζονται αντίχριστοι και ψευδοεπικεφαλής, νιώθεις πως δεν μπορείς να τους διακρίνεις ή να τους εκθέσεις, πως δεν κάνεις για κάτι τέτοιο. Νιώθεις πως εφόσον εσύ ο ίδιος δεν είσαι ψευδοεπικεφαλής ή αντίχριστος, τότε αυτό είναι αρκετό, πως εφόσον δεν προκαλείς διαταράξεις και ενοχλήσεις, τότε αυτό είναι μια χαρά και πως εφόσον μπορείς να σταθείς στη δική σου θέση, τότε αυτό είναι αρκετό. Στα βάθη της καρδιάς σου, νιώθεις πως δεν είσαι αρκετά καλός και πως δεν είσαι εξίσου καλός με τους άλλους ανθρώπους, πως οι άλλοι είναι πιθανώς αντικείμενα σωτηρίας και πως εσύ, στην καλύτερη περίπτωση, είσαι πάροχος υπηρεσιών, και έτσι νιώθεις πως δεν μπορείς να ανταπεξέλθεις στο καθήκον της επιδίωξης της αλήθειας. Ανεξάρτητα από το πόση αλήθεια είσαι σε θέση να κατανοήσεις, εξακολουθείς να νιώθεις πως, βλέποντας πως ο Θεός έχει προκαθορίσει να έχεις αυτού του είδους το επίπεδο και το παρουσιαστικό που έχεις, τότε πιθανώς να έχει προκαθορίσει να είσαι απλώς ένας πάροχος υπηρεσιών, και πως δεν έχεις καμία σχέση με την επιδίωξη της αλήθειας, με το να γίνεις επικεφαλής, να γίνεις κάποιος σε μια θέση ευθύνης ή να σωθείς. Αντίθετα, είσαι πρόθυμος να είσαι το πιο ασήμαντο άτομο. Αυτό το αίσθημα κατωτερότητας πιθανώς να μην είναι έμφυτο μέσα σου, αλλά, σε ένα άλλο επίπεδο, λόγω του οικογενειακού σου περιβάλλοντος και του περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσες, υποβλήθηκες σε ήπια χτυπήματα ή ανάρμοστες κρίσεις, και αυτό προκάλεσε την ανάδυση του αισθήματος κατωτερότητας μέσα σου. Αυτό το συναίσθημα επηρεάζει τη σωστή κατεύθυνση των επιδιώξεών σου, επηρεάζει την κανονική φιλοδοξία για τις επιδιώξεις σου και περιορίζει, επίσης, τις κανονικές επιδιώξεις σου. Μόλις περιοριστούν η κανονική επιδίωξή σου και η κανονική αποφασιστικότητα που θα πρέπει να έχεις στην ανθρώπινη φύση σου, τότε καταπνίγεται το κίνητρό σου να επιδιώκεις τα θετικά πράγματα και να επιδιώκεις την αλήθεια. Αυτή η κατάπνιξη δεν προκαλείται από το περιβάλλον γύρω σου ή από κάποιον άνθρωπο και, φυσικά, ο Θεός δεν έχει καθορίσει πως θα πρέπει να την υποστείς, αντίθετα προκαλείται από ένα ιδιαίτερα αρνητικό συναίσθημα βαθιά μέσα στην καρδιά σου. Έτσι δεν είναι; (Είναι.)
Επιφανειακά, η κατωτερότητα είναι ένα συναίσθημα που εκδηλώνεται στους ανθρώπους· στην πραγματικότητα, όμως, η βασική αιτία της είναι αυτή η κοινωνία, η ανθρωπότητα και το περιβάλλον στο οποίο ζουν οι άνθρωποι. Προκαλείται επίσης από τους ίδιους τους αντικειμενικούς λόγους των ανθρώπων. Είναι περιττό να λεχθεί πως η κοινωνία και η ανθρωπότητα προέρχονται από τον Σατανά, επειδή όλη η ανθρωπότητα βρίσκεται υπό την εξουσία του πονηρού, είναι βαθιά διεφθαρμένη από τον Σατανά, και κανείς δεν δύναται να διδάξει την επόμενη γενιά σύμφωνα με την αλήθεια ή με τις διδασκαλίες του Θεού, αλλά αντίθετα το κάνει σύμφωνα με τα πράγματα που προέρχονται από τον Σατανά. Επομένως, η συνέπεια που έχει το να διδάσκονται τα πράγματα του Σατανά στην επόμενη γενιά και στην ανθρωπότητα, πέρα από τη διαφθορά των διαθέσεων και της ουσίας των ανθρώπων, είναι πως οδηγεί στην ανάδυση αρνητικών συναισθημάτων στους ανθρώπους. Αν τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλούνται είναι προσωρινά, τότε δεν θα έχουν τρομερή επίδραση στη ζωή ενός ανθρώπου. Ωστόσο, αν ένα αρνητικό συναίσθημα ριζώσει βαθιά μέσα στα μύχια της καρδιάς και της ψυχής ενός ανθρώπου και χαραχθεί ανεξίτηλα εκεί, αν εκείνος δεν μπορεί με τίποτα να το ξεχάσει ή να απαλλαγεί από αυτό, τότε είναι βέβαιο πως θα επηρεάσει την κάθε απόφαση εκείνου του ανθρώπου, τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει κάθε λογής ανθρώπους, γεγονότα και πράγματα, το τι επιλέγει όταν αντιμετωπίζει σημαντικά ζητήματα αρχής και το μονοπάτι στο οποίο βαδίζει στη ζωή —αυτή είναι η επίδραση που έχει η αληθινή ανθρώπινη κοινωνία σε κάθε άνθρωπο ανεξαιρέτως. Η άλλη πτυχή είναι οι ίδιοι οι αντικειμενικοί λόγοι των ανθρώπων. Με άλλα λόγια, η εκπαίδευση και οι διδασκαλίες που λαμβάνουν οι άνθρωποι καθώς μεγαλώνουν, όλες οι σκέψεις και οι ιδέες αλλά και οι τρόποι συμπεριφοράς που δέχονται, καθώς και τα διάφορα ρητά του ανθρώπου, προέρχονται όλα από τον Σατανά, σε σημείο που οι άνθρωποι δεν έχουν την ικανότητα να χειριστούν και να εξαλείψουν αυτά τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν από τη σωστή οπτική και άποψη. Επομένως, εφόσον ο άνθρωπος βρίσκεται εν αγνοία του υπό την επιρροή αυτού του σκληρού περιβάλλοντος και καταπιέζεται και ελέγχεται από αυτό, δεν μπορεί παρά να αναπτύξει διάφορα αρνητικά συναισθήματα και να τα χρησιμοποιήσει για να προσπαθήσει να αντισταθεί σε προβλήματα που δεν έχει τη δυνατότητα να επιλύσει, να αλλάξει ή να εξαλείψει. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το αίσθημα της κατωτερότητας. Οι γονείς σου, οι δάσκαλοί σου, οι πρεσβύτεροί σου και άλλοι γύρω σου έχουν όλοι τους μια μη ρεαλιστική αξιολόγηση του επιπέδου, της ανθρώπινης φύσης και της προσωπικότητάς σου, και αυτό που σου κάνει εν τέλει αυτό είναι να σου επιτίθεται, να σε διώκει, να σε καταπιέζει, να σε περιορίζει και να σε δεσμεύει. Τελικά, όταν δεν έχεις πια τη δύναμη να αντισταθείς, δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να επιλέξεις μια ζωή σιωπηλής αποδοχής προσβολών και ταπείνωσης, να δεχθείς σιωπηλά, παρά την ορθή σου κρίση, αυτού του είδους την άδικη και αδικαιολόγητη πραγματικότητα. Όταν δεχθείς αυτήν την πραγματικότητα, τα συναισθήματα που αναδύονται τελικά μέσα σου δεν είναι συναισθήματα ευτυχίας, ικανοποίησης, δεν είναι θετικά ή προοδευτικά· δεν ζεις με περισσότερο κίνητρο και κατεύθυνση, πόσο μάλλον επιδιώκεις τους ακριβείς και σωστούς στόχους για την ανθρώπινη ζωή, μα αντίθετα προκύπτει μέσα σου ένα βαθύ αίσθημα κατωτερότητας. Όταν προκύψει μέσα σου αυτό το συναίσθημα, νιώθεις πως δεν έχεις πού να στραφείς. Όταν αντιμετωπίσεις ένα ζήτημα που απαιτεί να εκφράσεις μια άποψη, θα συλλογιστείς αυτό που θέλεις να πεις και την άποψη που επιθυμείς να εκφράσεις στα μύχια της καρδιάς σου ποιος ξέρει πόσες φορές, αλλά και πάλι δεν θα μπορέσεις να κάνεις τον εαυτό σου να τα εκφέρει φωναχτά. Όταν κάποιος εκφράζει την ίδια άποψη που έχεις κι εσύ, επιτρέπεις στον εαυτό σου να νιώσει μια διαβεβαίωση μέσα στην καρδιά σου, μια επιβεβαίωση πως δεν είσαι χειρότερος από άλλους ανθρώπους. Αλλά όταν προκύψει πάλι η ίδια κατάσταση, και πάλι λες στον εαυτό σου: «Δεν γίνεται να μιλήσω επιπόλαια, να κάνω κάτι απερίσκεπτο ή να γίνω περίγελος. Είμαι άχρηστος, είμαι χαζός, είμαι ανόητος, είμαι ηλίθιος. Πρέπει να μάθω να κρύβομαι και απλώς να ακούω, όχι να μιλάω». Από αυτό μπορούμε να δούμε πως, από τη στιγμή που προκύπτει το αίσθημα κατωτερότητας μέχρι τη στιγμή που ριζώνει βαθιά μέσα στα μύχια της καρδιάς κάποιου ανθρώπου, δεν στερείται τότε εκείνος την ελεύθερη βούλησή του και τα νόμιμα δικαιώματα που του δίνει ο Θεός; (Ναι.) Έχει στερηθεί αυτά τα πράγματα. Ποιος ακριβώς του έχει στερήσει αυτά τα πράγματα; Δεν είσαι βέβαιος, έτσι δεν είναι; Κανείς σας δεν είναι βέβαιος. Αυτό συμβαίνει επειδή, καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, δεν είσαι μόνο το θύμα αλλά και ο θύτης —είσαι θύμα άλλων ανθρώπων και είσαι επίσης θύμα του εαυτού σου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μόλις είπα πως ένας από τους λόγους της κατωτερότητας που προκύπτει μέσα σου προέρχεται από τους δικούς σου αντικειμενικούς λόγους. Από τότε που άρχισες να έχεις αυτεπίγνωση, η βάση σου για να κρίνεις τα γεγονότα και τα πράγματα πήγαζε από τη διαφθορά του Σατανά, και αυτές οι απόψεις ενσταλάζονται μέσα σου από την κοινωνία και την ανθρωπότητα και δεν σου τις διδάσκει ο Θεός. Επομένως, ανεξάρτητα από το πότε προέκυψαν τα αισθήματα κατωτερότητας που έχεις ή από το πλαίσιο στο οποίο προέκυψαν, και ανεξάρτητα από την έκταση στην οποία έχουν αναπτυχθεί τα αισθήματα κατωτερότητας που έχεις, αυτά τα αισθήματα σε δεσμεύουν και σε ελέγχουν απελπιστικά, και χρησιμοποιείς αυτούς τους τρόπους που σου ενστάλαξε ο Σατανάς στην προσέγγισή σου προς τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα γύρω σου. Όταν εντυπώνονται αισθήματα κατωτερότητας βαθιά μέσα στην καρδιά σου, δεν έχουν μόνο μεγάλη επίδραση πάνω σου, αλλά εξουσιάζουν και τις απόψεις σου για τους ανθρώπους και τα πράγματα, καθώς και τη συμπεριφορά και τις πράξεις σου. Οπότε, πώς αντιλαμβάνονται τους ανθρώπους και τα πράγματα εκείνοι που εξουσιάζονται από αισθήματα κατωτερότητας; Θεωρούν τους άλλους ανθρώπους καλύτερους από τους ίδιους, και βλέπουν επίσης τους αντίχριστους ως καλύτερους από τους ίδιους. Αν και οι αντίχριστοι έχουν μοχθηρές διαθέσεις και κακή ανθρώπινη φύση, εξακολουθούν να τους φέρονται ως ανθρώπους προς μίμηση και ως πρότυπα από τα οποία μπορούν να μάθουν πράγματα. Λένε, μάλιστα, στον εαυτό τους: «Κοίτα, παρόλο που έχουν κακή διάθεση και μοχθηρή ανθρώπινη φύση, είναι χαρισματικοί και πιο ικανοί στη δουλειά από ό,τι είμαι εγώ. Μπορούν να εκδηλώσουν άνετα τις ικανότητές τους μπροστά σε άλλους και να μιλήσουν ενώπιον τόσο πολλών ανθρώπων χωρίς να κοκκινίσουν ή να τους πιάσει ταχυκαρδία. Πραγματικά, έχουν κότσια. Δεν μπορώ να τους συναγωνιστώ. Απλώς δεν είμαι αρκετά γενναίος». Τι το προκάλεσε αυτό; Πρέπει να ειπωθεί ότι οφείλεται εν μέρει στο ότι τα αισθήματα κατωτερότητας που έχεις έχουν επηρεάσει το πώς κρίνεις την ουσία των ανθρώπων, καθώς και την οπτική και την άποψή σου σε ό,τι αφορά το να βλέπεις τους άλλους ανθρώπους. Έτσι δεν είναι; (Έτσι είναι.) Οπότε πώς επηρεάζουν τα αισθήματα κατωτερότητας τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεσαι; Λες στον εαυτό σου: «Γεννήθηκα χαζός, χωρίς χαρίσματα ή δυνατά σημεία και αργώ να μάθω το οτιδήποτε. Κοίτα εκείνον: Αν και μερικές φορές προκαλεί διαταράξεις και ενοχλήσεις, και ενεργεί αυθαίρετα και απερίσκεπτα, τουλάχιστον είναι χαρισματικός και έχει δυνατά σημεία. Όπου κι αν πας, εκείνος είναι το είδος του ανθρώπου που θέλουν να αξιοποιήσουν οι άλλοι, και εγώ δεν είμαι». Όποτε συμβεί οτιδήποτε, το πρώτο που κάνεις είναι να βγάλεις μια ετυμηγορία για τον εαυτό σου και να απομονωθείς. Όποιο κι αν είναι το ζήτημα, εσύ υποχωρείς και αποφεύγεις να πάρεις πρωτοβουλία, και φοβάσαι να αναλάβεις κάποια ευθύνη. Λες στον εαυτό σου: «Γεννήθηκα χαζός. Όπου κι αν πάω, κανείς δεν με συμπαθεί. Δεν μπορώ να ρισκάρω, δεν πρέπει να επιδείξω τις μηδαμινές ικανότητές μου. Αν κάποιος με προτείνει, αυτό αποδεικνύει πως είμαι εντάξει. Αλλά αν δεν με προτείνει κανένας, τότε δεν πρέπει να πάρω την πρωτοβουλία και να πω ότι μπορώ να αναλάβω το έργο και να το κάνω καλά. Αν δεν είμαι σίγουρος για αυτό, δεν μπορώ να πω πως είμαι —αν τα κάνω θάλασσα, τι θα κάνω τότε; Κι αν με κλαδέψουν; Θα ντραπώ τόσο πολύ! Δεν θα ήταν ταπεινωτικό; Δεν μπορώ να επιτρέψω να μου συμβεί αυτό». Για κοίτα —δεν έχει επηρεάσει τη συμπεριφορά σου; Έως έναν ορισμένο βαθμό, η στάση σου προς τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεσαι επηρεάζεται και ελέγχεται από τα αισθήματα κατωτερότητας που έχεις. Έως έναν ορισμένο βαθμό, μπορεί να αποκαλεστεί συνέπεια των αισθημάτων κατωτερότητας που έχεις.
Υπό την επιρροή αυτού του αισθήματος κατωτερότητας, πώς επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις τα διάφορα είδη ανθρώπων, είτε είναι άνθρωποι με ανθρώπινη φύση, με μέτρια ανθρώπινη φύση, είτε με καθόλου ανθρώπινη φύση ή κακή ανθρώπινη φύση; Καμία από τις απόψεις σου για τους ανθρώπους δεν συμφωνεί με την αλήθεια ή με τα λόγια του Θεού, πόσο μάλλον ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του Θεού. Ταυτόχρονα, υπό την επιρροή αυτού του αισθήματος κατωτερότητας, επιλέγεις να φέρεσαι προσεκτικά, επιφυλακτικά και δειλά, και συνήθως είσαι παθητικός και αποκαρδιωμένος. Δεν έχεις ενεργή αποφασιστικότητα ή κίνητρο, και όταν έχεις όντως κάποια θετική και ενεργή τάση και επιθυμείς να αναλάβεις λίγο έργο, σκέφτεσαι: «Με αυτόν τον τρόπο δεν γίνομαι αλαζόνας; Δεν ωθώ τον εαυτό μου προς τα εμπρός; Δεν επιδεικνύω τον εαυτό μου; Δεν κάνω φιγούρα; Δεν πρόκειται για την επιθυμία μου για κύρος;» Δεν μπορείς να καταλάβεις ποια ακριβώς είναι η φύση των πράξεών σου. Θα κλωθογυρίσεις και θα συλλογιστείς πολλές φορές μέσα στην καρδιά σου τις θεμιτές ανάγκες, τις φιλοδοξίες, την αποφασιστικότητα και τις επιθυμίες της ανθρώπινης φύσης, καθώς και αυτά για τα οποία μπορείς να πασχίσεις να επιτύχεις, αυτά που είναι σωστά και αυτά που οφείλεις να κάνεις. Όταν δεν θα μπορείς να κοιμηθείς το βράδυ, θα σκέφτεσαι ξανά και ξανά: «Να αναλάβω εκείνο το έργο; Αχ, αλλά δεν είμαι αρκετά καλός, δεν τολμώ να το κάνω. Είμαι χαζός και ανόητος. Δεν έχω τα χαρίσματα που έχει εκείνος, ούτε έχω το επίπεδο!» Όταν τρως, σκέφτεσαι: «Εκείνοι τρώνε τρία γεύματα τη μέρα και εκτελούν καλά το καθήκον τους, και η ζωή τους έχει αξία. Εγώ τρώω τρία γεύματα τη μέρα, αλλά δεν εκτελώ καλά το καθήκον μου και η ζωή μου δεν έχει καμία απολύτως αξία. Είμαι υπόχρεος στον Θεό, καθώς και στους αδελφούς και τις αδελφές μου! Δεν μου αξίζει και δεν θα έπρεπε να τρώω ούτε ένα πιάτο φαγητό». Όταν κάποιος είναι υπερβολικά δειλός, είναι ανάξιος και δεν είναι σε θέση να πετύχει τίποτα. Ό,τι κι αν τους συμβεί, όταν οι δειλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν κάποια δυσκολία, οπισθοχωρούν. Γιατί το κάνουν αυτό; Ένας λόγος είναι πως αυτό προκαλείται από το αίσθημα κατωτερότητας που έχουν. Επειδή νιώθουν κατώτεροι, δεν τολμούν να σταθούν μπροστά σε άλλους, δεν μπορούν ούτε καν να αναλάβουν τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που οφείλουν να αναλάβουν, ούτε μπορούν να αναλάβουν αυτά που είναι όντως ικανοί να επιτύχουν εντός του πεδίου της δικής τους ικανότητας και του δικού τους επιπέδου, καθώς και εντός του πεδίου της εμπειρίας της δικής τους ανθρώπινης φύσης. Αυτό το αίσθημα κατωτερότητας επηρεάζει κάθε πτυχή της ανθρώπινης φύσης τους, επηρεάζει την προσωπικότητά τους και, φυσικά, επηρεάζει επίσης και τον χαρακτήρα τους. Όταν βρίσκονται με άλλους ανθρώπους, σπάνια εκφράζουν τις δικές τους απόψεις, και σχεδόν ποτέ δεν τους ακούς να επεξηγούν τη δική τους οπτική ή γνώμη. Όταν αντιμετωπίζουν κάποιο ζήτημα, δεν τολμούν να μιλήσουν, κι αντίθετα συνεχώς οπισθοχωρούν και υποχωρούν. Όταν είναι παρόντες λίγοι άνθρωποι, νιώθουν αρκετά γενναίοι ώστε να καθίσουν ανάμεσά τους, αλλά όταν είναι παρόντες πολλοί άνθρωποι, ψάχνουν κάποια γωνιά και κατευθύνονται εκεί που το φως είναι αμυδρό, χωρίς να τολμούν να βρεθούν μεταξύ άλλων ανθρώπων. Όποτε νιώθουν πως θα ήθελαν να πουν κάτι και να εκφράσουν τη δική τους άποψη και γνώμη με θετικό και ενεργό τρόπο ώστε να δείξουν πως αυτό που σκέφτονται είναι σωστό, δεν έχουν ούτε καν το κουράγιο να κάνουν αυτό. Όποτε έχουν τέτοιες ιδέες, το αίσθημα κατωτερότητάς τους ξεχύνεται μεμιάς από μέσα τους, και τους ελέγχει, τους καταπιέζει και τους λέει: «Μην πεις τίποτα, είσαι άχρηστος. Μην εκφράσεις τις απόψεις σου, απλώς κράτα τις ιδέες σου για τον εαυτό σου. Αν υπάρχει κάτι μέσα στην καρδιά σου που θέλεις πραγματικά να πεις, απλώς σημείωσέ το στον υπολογιστή και συλλογίσου το μονάχος. Δεν πρέπει να αφήσεις να το μάθει κανένας άλλος. Κι αν πεις κάτι λάθος; Αυτό θα ήταν πολύ εξευτελιστικό!» Αυτή η φωνή σού λέει συνεχώς να μην κάνεις το τάδε, να μην κάνεις το δείνα, να μην πεις το τάδε, να μην πεις το δείνα, κάνοντάς σε να καταπίνεις την κάθε λέξη που επιθυμείς να πεις. Όταν υπάρχει κάτι που θέλεις να πεις και το οποίο έχεις κλωθογυρίσει μέσα στην καρδιά σου για μεγάλο διάστημα, εσύ υποχωρείς και δεν τολμάς να το πεις, ή αλλιώς νιώθεις άβολα να το πεις, πιστεύοντας πως δεν πρέπει να το κάνεις, και αν το κάνεις τότε νιώθεις λες και έχεις παραβεί κάποιον κανόνα ή έχεις παραβιάσει τον νόμο. Και όταν μια μέρα εκφράσεις όντως τη δική σου άποψη, βαθιά μέσα σου νιώθεις ασύγκριτα αναστατωμένος και ανήσυχος. Αν και αυτό το αίσθημα μεγάλης ανησυχίας εξασθενεί σταδιακά, το αίσθημα κατωτερότητας που έχεις καταπνίγει σιγά-σιγά τις ιδέες, τις προθέσεις και τα σχέδιά σου για το ότι θέλεις να μιλήσεις, θέλεις να εκφράσεις τις δικές σου απόψεις, θέλεις να είσαι ένας κανονικός άνθρωπος και θέλεις να είσαι όπως όλοι οι άλλοι. Εκείνοι που δεν σε καταλαβαίνουν πιστεύουν πως είσαι λιγομίλητος, ήσυχος, πως έχεις ντροπαλό χαρακτήρα, πως είσαι κάποιος που δεν του αρέσει να ξεχωρίζει από το πλήθος. Όταν μιλάς μπροστά σε πλήθος άλλων ανθρώπων, νιώθεις αμηχανία και κοκκινίζεις· είσαι κάπως εσωστρεφής και, στην πραγματικότητα, μόνο εσύ γνωρίζεις πως νιώθεις κατώτερος. Η καρδιά σου είναι γεμάτη με αυτό το αίσθημα κατωτερότητας, και αυτό το αίσθημα το νιώθεις για πολύ καιρό, δεν είναι απλώς κάποιο εφήμερο αίσθημα. Αντίθετα, ελέγχει στενά τις σκέψεις σου βαθιά μέσα από την ψυχή σου, σφραγίζει ερμητικά τα χείλη σου, και έτσι, ανεξάρτητα από το πόσο σωστά κατανοείς τα πράγματα ή από το ποιες απόψεις και ποια γνώμη έχεις ως προς τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα, τολμάς μόνο να σκεφτείς και να κλωθογυρίσεις τα πράγματα μέσα στην καρδιά σου, χωρίς να έχεις ποτέ το θάρρος να τα εκφέρεις. Είτε οι άλλοι άνθρωποι επιδοκιμάσουν αυτά που λες είτε σε διορθώσουν και σε επικρίνουν, εσύ δεν θα τολμήσεις να αντιμετωπίσεις ή να δεις ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Εξαιτίας του αισθήματος κατωτερότητας που νιώθεις μέσα σου, το οποίο σου λέει: «Μην το κάνεις αυτό, απλώς δεν έχεις τα φόντα να το κάνεις. Δεν έχεις αυτού του είδους το επίπεδο, δεν έχεις αυτού του είδους την πραγματικότητα, δεν θα πρέπει να το κάνεις, απλώς δεν είναι στον χαρακτήρα σου. Μην κάνεις τίποτα και μη σκεφτείς τίποτα τώρα. Θα είσαι ο αληθινός σου εαυτός μόνο αν ζεις μες στην κατωτερότητα. Δεν έχεις τα προσόντα να επιδιώξεις την αλήθεια ή να ανοίξεις την καρδιά σου και να πεις αυτά που θέλεις και να συνδεθείς με τους άλλους όπως κάνουν οι υπόλοιποι. Και αυτό οφείλεται στο ότι είσαι άχρηστος, δεν είσαι εξίσου καλός με εκείνους». Αυτό το αίσθημα κατωτερότητας καθοδηγεί το σκεπτικό των ανθρώπων μέσα στο μυαλό τους· τους εμποδίζει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που θα πρέπει να εκπληρώνει ένας κανονικός άνθρωπος και να ζουν τη ζωή της κανονικής ανθρώπινης φύσης την οποία θα πρέπει να ζουν, ενώ κατευθύνει επίσης τους τρόπους και τα μέσα, καθώς και την κατεύθυνση και τους στόχους του τρόπου με τον οποίο βλέπουν τους ανθρώπους και τα πράγματα, και του τρόπου με τον οποίο συμπεριφέρονται και ενεργούν. Ακόμη κι αν νιώθουν πως θα πρέπει να είναι ειλικρινείς άνθρωποι και απολαμβάνουν να είναι ειλικρινείς άνθρωποι, και πάλι δεν τολμούν ποτέ να εκφράσουν την επιθυμία να είναι ειλικρινείς άνθρωποι, ούτε στα λόγια ούτε στην πράξη, προκειμένου να εισέλθουν στη ζωή του να είναι ειλικρινείς άνθρωποι. Λόγω του αισθήματος κατωτερότητας που έχουν, δεν τολμούν καν να είναι ειλικρινείς άνθρωποι —υστερούν παντελώς σε θάρρος. Όταν όντως λένε κάτι το ειλικρινές, σπεύδουν να κοιτάξουν τους ανθρώπους γύρω τους και σκέφτονται: «Μήπως σχηματίζει κανείς γνώμη για εμένα; Μήπως θα σκεφτούν: “Προσπαθείς να είσαι ειλικρινής άνθρωπος; Ο λόγος που θέλεις να είσαι ειλικρινής άνθρωπος δεν είναι απλώς ώστε να μπορέσεις να σωθείς; Δεν πρόκειται απλώς για την επιθυμία να ευλογηθείς;” Ωχ όχι, δεν τολμώ να πω τίποτα. Όλοι τους μπορούν να μιλήσουν ειλικρινά· μόνο εγώ δεν μπορώ. Δεν έχω τα δικά τους προσόντα, ανήκω στην κατώτερη βαθμίδα». Από αυτές τις συγκεκριμένες εκδηλώσεις και αποκαλύψεις, μπορούμε να δούμε πως μόλις αυτό το μεμονωμένο αρνητικό συναίσθημα —το αίσθημα κατωτερότητας— αρχίσει να επιδρά και έχει ριζώσει στα μύχια της καρδιάς των ανθρώπων τότε, αν εκείνοι δεν επιδιώκουν την αλήθεια, θα δυσκολευτούν πολύ να το εκριζώσουν και να ξεφύγουν από τον περιορισμό του, και θα περιορίζονται από αυτό οτιδήποτε κι αν κάνουν. Αν και δεν μπορεί να ειπωθεί πως αυτό το αίσθημα είναι μια διεφθαρμένη διάθεση, έχει ήδη προκαλέσει μια άκρως αρνητική επίπτωση. Βλάπτει σοβαρά την ανθρώπινη φύση τους και έχει εξαιρετικά αρνητικό αντίκτυπο στα διάφορα συναισθήματα και στην ομιλία και τις πράξεις της κανονικής ανθρώπινης φύσης τους, με πολύ σοβαρές συνέπειες. Η μικρή επιρροή του είναι πως επηρεάζει τον χαρακτήρα τους, τις προτιμήσεις και τις φιλοδοξίες τους. Η μεγάλη επιρροή του είναι πως επηρεάζει τους στόχους και την κατεύθυνσή τους στη ζωή. Από τα αίτια αυτού του αισθήματος κατωτερότητας, από τη διαδικασία του και από τις συνέπειες που επιφέρει σε κάποιον άνθρωπο, από όποια πλευρά κι αν το κοιτάξεις, δεν αποτελεί κάτι που θα πρέπει να εγκαταλείψουν οι άνθρωποι; (Ναι.) Ορισμένοι άνθρωποι λένε: «Δεν πιστεύω πως είμαι κατώτερος και δεν βρίσκομαι υπό κανενός είδους περιορισμό. Κανείς δεν με έχει προκαλέσει ή υποτιμήσει ποτέ, ούτε με έχει καταπιέσει ποτέ κανείς. Ζω πολύ ελεύθερα, άρα αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχω αυτό το αίσθημα κατωτερότητας;» Είναι σωστό αυτό; (Όχι, μερικές φορές έχουμε και πάλι αυτό το αίσθημα κατωτερότητας.) Μπορεί να το έχετε ακόμα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Μπορεί να μην εξουσιάζει τα μύχια της καρδιάς σου, αλλά σε ορισμένα σενάρια μπορεί να προκύψει μέσα σε μια στιγμή. Για παράδειγμα, συναντάς τυχαία κάποιον που ειδωλοποιείς, κάποιον πολύ πιο ταλαντούχο από εσένα, κάποιον με περισσότερες ειδικές δεξιότητες και περισσότερα ειδικά χαρίσματα από εσένα, κάποιον πιο αυταρχικό από εσένα, κάποιον πιο δεσποτικό από εσένα, κάποιον πιο κακό από εσένα, κάποιον πιο ψηλό και πιο ελκυστικό από εσένα, κάποιον με κύρος μέσα στην κοινωνία, κάποιον πλούσιο, κάποιον με περισσότερη μόρφωση και μεγαλύτερο κύρος από εσένα, κάποιον που είναι μεγαλύτερος σε ηλικία και πιστεύει στον Θεό για περισσότερο καιρό, κάποιον με περισσότερη εμπειρία και πραγματικότητα στην πίστη του στον Θεό, και τότε δεν μπορείς να εμποδίσεις να αναδυθεί το αίσθημα κατωτερότητάς σου. Όταν προκύψει αυτό το αίσθημα, εξαφανίζεται το «ζω πολύ ελεύθερα», γίνεσαι δειλός και χάνεις το θάρρος σου, σκέφτεσαι πώς να διατυπώσεις τα λόγια σου, η έκφραση του προσώπου σου γίνεται αφύσικη, νιώθεις περιορισμένος στα λόγια και στις κινήσεις σου, και αρχίζεις να μεταμφιέζεις τον εαυτό σου. Αυτές και άλλες εκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα λόγω της ανάδυσης του αισθήματος κατωτερότητάς σου. Φυσικά, αυτό το αίσθημα κατωτερότητας είναι στιγμιαίο και, όταν προκύπτει αυτό το αίσθημα, πρέπει απλώς να εξετάζεις τον εαυτό σου, να έχεις διάκριση και να μην περιορίζεσαι από αυτό.
Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.