Ο ίδιος ο Θεός, ο μοναδικός Γ΄

Η εξουσία του Θεού (Β') Μέρος πέμπτο

Θάνατος: Η έκτη καμπή

Μετά από τόση φασαρία και αναστάτωση, τόσες στενοχώριες και απογοητεύσεις, μετά από τόσες χαρές και λύπες, τόσα σκαμπανεβάσματα, μετά από τόσα αξέχαστα χρόνια, αφού έχει δει την εναλλαγή των εποχών ξανά και ξανά, ο άνθρωπος περνά τα σημαντικά ορόσημα της ζωής δίχως προειδοποίηση και, μέσα σε μια στιγμή, βρίσκεται να διανύει τα τελευταία του χρόνια. Τα σημάδια του χρόνου είναι αποτυπωμένα σε όλο του το κορμί: Δεν μπορεί πια να σταθεί με το κορμί ίσιο, τα σκουρόχρωμα μαλλιά στο κεφάλι του γίνονται άσπρα, τα λαμπερά και φωτεινά του μάτια γίνονται σκοτεινά και θολωμένα, ενώ η λεία και μαλακή του επιδερμίδα ρυτιδώνει και γεμίζει κηλίδες. Η ακοή του φθίνει, τα δόντια του κουνιούνται και πέφτουν, οι αντιδράσεις του επιβραδύνονται, οι κινήσεις του γίνονται αργές… Στο σημείο αυτό, έχει αποχαιρετήσει ολοκληρωτικά τα παθιασμένα χρόνια της νιότης του και έχει εισέλθει στο σούρουπο της ζωής του: τα γηρατειά. Στη συνέχεια, θα αντιμετωπίσει τον θάνατο —την τελευταία καμπή στην ανθρώπινη ζωή.

1. Μόνο ο Δημιουργός έχει τη δύναμη της ζωής και του θανάτου πάνω στον άνθρωπο

Αν η γέννηση κάποιου είχε προκαθοριστεί από την προηγούμενη ζωή του, τότε ο θάνατός του σηματοδοτεί το τέλος αυτής της μοίρας. Αν η γέννηση κάποιου είναι η αρχή της αποστολής του σ’ αυτή τη ζωή, τότε ο θάνατός του σηματοδοτεί το τέλος αυτής της αποστολής. Εφόσον ο Δημιουργός έχει προσδιορίσει ένα σταθερό σύνολο συνθηκών για τη γέννηση κάποιου, είναι αυτονόητο πως έχει επίσης διευθετήσει και ένα σταθερό σύνολο συνθηκών για τον θάνατό του. Με άλλα λόγια, κανείς δεν γεννιέται τυχαία, κανενός ο θάνατος δεν είναι απροσδόκητος, ενώ η γέννηση και ο θάνατος συνδέονται απαραίτητα με την προηγούμενη και την παρούσα ζωή κάποιου. Οι συνθήκες της γέννησης και του θανάτου κάποιου προαποφασίζονται και οι δύο από τον Δημιουργό· αυτό είναι το πεπρωμένο ενός ανθρώπου, η μοίρα του. Όπως και με τη γέννηση κάποιου, ο θάνατος κάθε ανθρώπου θα λάβει χώρα υπό διαφορετικό σύνολο ειδικών συνθηκών, γι’ αυτό και ποικίλλει η διάρκεια ζωής των ανθρώπων και υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι και χρόνοι θανάτου. Μερικοί άνθρωποι είναι δυνατοί και γεροί, κι όμως πεθαίνουν πρόωρα· άλλοι είναι αδύναμοι και ασθενικοί, κι όμως ζουν μέχρι τα γεράματα και αποβιώνουν γαλήνια. Μερικοί πεθαίνουν από μη φυσικά αίτια και άλλοι από φυσικά. Οι ζωές μερικών φτάνουν στο τέλος τους μακριά από το σπίτι τους, ενώ άλλοι κλείνουν τα μάτια τους με τα αγαπημένα τους πρόσωπα στο πλευρό τους. Μερικοί άνθρωποι πεθαίνουν στον αέρα, άλλοι κάτω από τη γη. Μερικοί βυθίζονται κάτω από το νερό, άλλοι χάνονται σε καταστροφές. Μερικοί πεθαίνουν το πρωί, άλλοι το βράδυ… Όλοι θέλουν μια επιφανή γέννηση, μια λαμπρή ζωή και έναν ένδοξο θάνατο, αλλά κανείς δεν μπορεί να υπερβεί την ίδια του τη μοίρα, κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την κυριαρχία του Δημιουργού. Αυτή είναι η ανθρώπινη μοίρα. Ο άνθρωπος μπορεί να καταστρώνει κάθε λογής σχέδια για το μέλλον του, αλλά κανείς δεν μπορεί να σχεδιάσει τον τρόπο και τον χρόνο της γέννησής του και της αναχώρησής του από τον κόσμο. Παρόλο που οι άνθρωποι κάνουν ό,τι μπορούν για να αποφύγουν και να αντισταθούν στην έλευση του θανάτου, εν αγνοία τους ο θάνατος πλησιάζει σιωπηλά. Κανείς δεν γνωρίζει πότε ή πώς θα πεθάνει, πόσο μάλλον πού θα συμβεί. Προφανώς, δεν είναι η ανθρωπότητα αυτή που κρατά τη δύναμη της ζωής και του θανάτου, ούτε κάποιο ον στον φυσικό κόσμο, αλλά ο Δημιουργός, η εξουσία του οποίου είναι μοναδική. Η ζωή και ο θάνατος της ανθρωπότητας δεν είναι το προϊόν κάποιου νόμου του φυσικού κόσμου, αλλά μια συνέπεια της κυριαρχίας της εξουσίας του Δημιουργού.

2. Αυτός που δεν γνωρίζει την κυριαρχία του Δημιουργού θα καταδιώκεται από τον φόβο του θανάτου

Όταν κάποιος φτάνει στην τρίτη ηλικία, η πρόκληση που αντιμετωπίζει δεν είναι το πώς θα προσφέρει τα απαραίτητα στην οικογένειά του ή το πώς θα εκπληρώσει τις μεγάλες του φιλοδοξίες στη ζωή, αλλά το πώς θα αποχαιρετήσει τη ζωή του, πώς θα συναντήσει το τέλος της ζωής του, πώς θα βάλει την τελεία στο τέλος της ίδιας του της ύπαρξης. Παρόλο που, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται πως οι άνθρωποι δίνουν ελάχιστη προσοχή στον θάνατο, κανείς δεν μπορεί να αποφύγει να εξερευνήσει το θέμα, γιατί κανείς δεν γνωρίζει αν υπάρχει κάποιος άλλος κόσμος στην άλλη άκρη του θανάτου, ένας κόσμος που οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν ή να νιώσουν, ένας κόσμος για τον οποίο δεν γνωρίζουν τίποτα. Αυτό κάνει τους ανθρώπους να φοβούνται να αντιμετωπίσουν τον θάνατο ευθέως, να φοβούνται να τον αντιμετωπίσουν όπως θα έπρεπε και, αντ’ αυτού, κάνουν ό,τι μπορούν για να αποφύγουν το θέμα. Έτσι, γεμίζει κάθε άνθρωπο με τρόμο για τον θάνατο, προσθέτει ένα πέπλο μυστηρίου σ’ αυτό το αναπόφευκτο γεγονός της ζωής και ρίχνει μια διαρκή σκιά πάνω από την καρδιά κάθε ανθρώπου.

Όταν κάποιος νιώθει το σώμα του να εξασθενεί, όταν αισθάνεται πως πλησιάζει στον θάνατο, τότε αισθάνεται έναν ακαθόριστο τρόμο, έναν απερίγραπτο φόβο. Ο φόβος του θανάτου κάνει κάποιον να αισθάνεται ακόμα πιο μόνος και αβοήθητος, και τότε είναι που ρωτά τον εαυτό του: Από πού προήλθε ο άνθρωπος; Πού πηγαίνει; Έτσι θα πεθάνει ο άνθρωπος, με τη ζωή του να τον έχει προσπεράσει; Αυτή είναι η τελεία που σηματοδοτεί το τέλος της ζωής του ανθρώπου; Ποιο είναι, εν τέλει, το νόημα της ζωής; Ποια είναι, τελικά, η αξία της ζωής; Πρόκειται για δόξα και πλούτη; Πρόκειται για την ανατροφή μιας οικογένειας;… Ανεξάρτητα από το αν κάποιος έχει σκεφτεί τα συγκεκριμένα ερωτήματα και ανεξάρτητα από το πόσο πολύ φοβάται τον θάνατο, στα βάθη της καρδιάς κάθε ανθρώπου υπάρχει πάντοτε η επιθυμία να ερευνήσει τα μυστήρια, υπάρχει ένα αίσθημα έλλειψης κατανόησης για τη ζωή, ενώ, μαζί μ’ αυτά, υπάρχει και συναισθηματισμός για τον κόσμο και μια απροθυμία να φύγει. Ίσως κανείς να μην μπορεί να διατυπώσει ξεκάθαρα τι ακριβώς φοβάται ο άνθρωπος, τι ακριβώς θέλει να ερευνήσει, για τι ακριβώς γίνεται συναισθηματικός και τι διστάζει να αφήσει πίσω…

Επειδή φοβούνται τον θάνατο, οι άνθρωποι ανησυχούν υπερβολικά· επειδή φοβούνται τον θάνατο, υπάρχουν πάρα πολλά που δεν μπορούν να αποχωριστούν. Όταν βρίσκονται κοντά στον θάνατο, μερικοί άνθρωποι ανησυχούν για το ένα και το άλλο· ανησυχούν για τα παιδιά τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, την περιουσία τους, λες και με την ανησυχία μπορούν να σβήσουν το μαρτύριο και τον τρόμο που επιφέρει ο θάνατος· λες και με το να διατηρούν μια κάποια οικειότητα με εκείνους που είναι εν ζωή, μπορούν να ξεφύγουν από την ανημποριά και τη μοναξιά που συνοδεύουν τον θάνατο. Στα βάθη της ανθρώπινης καρδιάς υπάρχει ένας νεοφανής φόβος· ο φόβος πως θα αποχωριστεί κανείς τα αγαπημένα του πρόσωπα, πως δεν θα ξαναδεί τον γαλανό ουρανό, δεν θα αντικρίσει ξανά τον υλικό κόσμο. Μια μοναχική ψυχή που είναι συνηθισμένη στη συντροφιά των αγαπημένων της προσώπων, είναι απρόθυμη να αφεθεί και να αναχωρήσει, ολομόναχη, για έναν άγνωστο, μη οικείο κόσμο.

3. Ένας άνθρωπος που δαπανά τη ζωή του στην αναζήτηση δόξας και πλούτου, θα τα χάσει μπροστά στον θάνατο

Χάρη στην κυριαρχία και το πεπρωμένο από τον Δημιουργό, μια μοναχική ψυχή που ξεκίνησε με τίποτα στο όνομά της, αποκτά γονείς και οικογένεια, την ευκαιρία να γίνει μέλος της ανθρώπινης φυλής, την ευκαιρία να δοκιμάσει την ανθρώπινη ζωή και να δει τον κόσμο· αποκτά, επίσης, την ευκαιρία να δοκιμάσει την κυριαρχία του Δημιουργού, να γνωρίσει την εξοχότητα της δημιουργίας Του και, το κυριότερο, να γνωρίσει και να υπαχθεί στην εξουσία του Δημιουργού. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν εκμεταλλεύονται αυτή τη σπάνια και φευγαλέα ευκαιρία. Ο άνθρωπος εξαντλεί την ενέργεια μιας ζωής στη μάχη του ενάντια στη μοίρα, σπαταλάει όλο του τον χρόνο στο να τρέχει πέρα-δώθε προσπαθώντας να ταΐσει την οικογένειά του και στο να πηγαινοέρχεται μεταξύ πλούτου και κύρους. Τα πράγματα που εκτιμούν περισσότερο οι άνθρωποι είναι η οικογένεια, τα χρήματα και η δόξα· αυτά θεωρούν ως τα πολυτιμότερα πράγματα στη ζωή. Όλοι οι άνθρωποι παραπονιούνται για τη μοίρα τους, ωστόσο, εξακολουθούν να παραχώνουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους τα ερωτήματα που είναι πιο επιτακτικό να εξετάσουν και να κατανοήσουν: γιατί ζει ο άνθρωπος, πώς πρέπει να ζει ο άνθρωπος, ποια είναι η αξία και το νόημα της ζωής. Καθ’ όλη τη ζωή τους, από όσα χρόνια κι αν αποτελείται αυτή, απλώς τρέχουν ασταμάτητα αναζητώντας δόξα και πλούτη, μέχρι που τους αφήνει η νιότη τους, μέχρι που γκριζάρουν και γεμίζουν ρυτίδες· μέχρι που βλέπουν πως η δόξα και τα πλούτη δεν μπορούν να σταματήσουν την κατρακύλα κάποιου προς τα γηρατειά, πως τα χρήματα δεν μπορούν να γεμίσουν το κενό της καρδιάς· μέχρι που καταλαβαίνουν πως κανείς δεν εξαιρείται από τον νόμο της γέννησης, της γήρανσης, της αρρώστιας και του θανάτου, και πως κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτά που του επιφυλάσσει η μοίρα. Μόνο όταν υποχρεούνται να αντιμετωπίσουν την τελική καμπή της ζωής κατανοούν πραγματικά πως ακόμα κι αν κάποιος έχει περιουσιακά στοιχεία αξίας εκατομμυρίων, ακόμα κι αν κάποιος είναι προνομιούχος και υψηλά ιστάμενο πρόσωπο, κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τον θάνατο και κάθε άνθρωπος θα επιστρέψει στην αρχική του θέση: μια μοναχική ψυχή με τίποτα στο όνομά της. Όταν κάποιος έχει γονείς, πιστεύει πως οι γονείς του είναι τα πάντα· όταν έχει περιουσία, πιστεύει πως τα χρήματα είναι ο κύριος πυλώνας του πως είναι το πλεονέκτημά του στη ζωή· όταν οι άνθρωποι έχουν κύρος, προσκολλούνται στενά σ’ αυτό και θα ρίσκαραν τη ζωή τους για χάρη του. Μόνο όταν οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να αφήσουν αυτόν τον κόσμο, συνειδητοποιούν πως τα πράγματα στα οποία δαπάνησαν τη ζωή τους επιδιώκοντας δεν είναι τίποτα άλλο παρά παροδικά σύννεφα, κανένα από τα οποία δεν μπορούν κρατήσουν, κανένα από τα οποία δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους, κανένα από τα οποία δεν μπορεί να τους απαλλάξει από τον θάνατο, κανένα από τα οποία δεν μπορεί να προσφέρει συντροφιά ή παρηγοριά σε μια μοναχική ψυχή στον δρόμο της επιστροφής και, ιδίως, κανένα από τα οποία δεν μπορεί να προσφέρει σωτηρία στον άνθρωπο, να του επιτρέψει να υπερβεί τον θάνατο. Η δόξα και τα πλούτη που αποκτά κανείς στον υλικό κόσμο, του δίνουν παροδική ικανοποίηση, απολαύσεις της στιγμής, ψευδή αίσθηση άνεσης και τον κάνουν να χάσει τον δρόμο του. Έτσι, οι άνθρωποι, καθώς χτυπιούνται στην αχανή θάλασσα της ανθρωπότητας, λαχταρώντας γαλήνη, παρηγοριά και ηρεμία της καρδιάς, καταπίνονται ξανά και ξανά από τα κύματα. Όταν οι άνθρωποι δεν έχουν βρει ακόμα απαντήσεις στα ερωτήματα που είναι σημαντικότερο να κατανοήσουν —από πού προέρχονται, γιατί ζουν, πού πηγαίνουν, και ούτω καθεξής— ξελογιάζονται από τη δόξα και τα πλούτη, παραπλανιούνται και ελέγχονται από αυτά και χάνονται οριστικά. Ο χρόνος περνάει γρήγορα· τα χρόνια περνούν εν ριπή οφθαλμού· πριν κανείς το καταλάβει, έχει αποχαιρετήσει τα καλύτερα χρόνια της ζωής του. Όταν κάποιος πρόκειται σύντομα να αποχωρήσει από τον κόσμο, συνειδητοποιεί σταδιακά πως τα πάντα στον κόσμο ξεμακραίνουν και πως δεν μπορεί πια να κρατήσει τα πράγματα που κατείχε· τότε, νιώθει πραγματικά πως ακόμα δεν του ανήκει τίποτα, όπως ένα βρέφος που κλαίει όταν μόλις έχει έρθει στον κόσμο. Στο σημείο αυτό, αναγκάζεται να στοχαστεί αυτά που έχει κάνει στη ζωή, την αξία τού να είσαι ζωντανός, τη σημασία της, το γιατί έρχεται κανείς στον κόσμο· επίσης, στο σημείο αυτό, θέλει να μάθει όλο και περισσότερο αν υπάρχει μεταθανάτια ζωή, αν υπάρχει πραγματικά παράδεισος, αν υπάρχει πραγματικά τιμωρία… Όσο περισσότερο πλησιάζει κανείς στον θάνατο, τόσο περισσότερο θέλει να κατανοήσει το νόημα της ζωής· όσο περισσότερο πλησιάζει στον θάνατο, τόσο πιο άδεια φαίνεται η καρδιά του· όσο περισσότερο πλησιάζει στον θάνατο, τόσο πιο αβοήθητος νιώθει· έτσι, ο φόβος του για τον θάνατο μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι συμπεριφέρονται έτσι καθώς προσεγγίζουν τον θάνατο: Πρώτον, πρόκειται να χάσουν τη δόξα και τα πλούτη στα οποία στηριζόταν η ζωή τους, όπως και πρόκειται να αφήσουν πίσω καθετί ορατό στον κόσμο· δεύτερον, πρόκειται να αντιμετωπίσουν, ολομόναχοι, έναν μη οικείο κόσμο, ένα μυστηριώδες, άγνωστο βασίλειο, στο οποίο φοβούνται να πατήσουν το πόδι τους, στο οποίο δεν έχουν κάποιο αγαπημένο πρόσωπο και κανένα μέσο διαβίωσης. Για τους δύο αυτούς λόγους, καθένας που αντιμετωπίζει τον θάνατο νιώθει ανήσυχος, δοκιμάζει έναν πανικό και ένα αίσθημα ανημποριάς που ποτέ πριν δεν είχε αισθανθεί. Μόνο όταν οι άνθρωποι φτάνουν πραγματικά σ’ αυτό το σημείο, συνειδητοποιούν πως το πρώτο πράγμα που πρέπει να καταλάβει κανείς όταν πατήσει το πόδι του στη γη είναι το εξής: από πού προέρχονται οι άνθρωποι, γιατί ζουν, ποιος υπαγορεύει την ανθρώπινη μοίρα, ποιος φροντίζει και έχει κυριαρχία πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτά είναι τα πραγματικά πλεονεκτήματα στη ζωή, η απαραίτητη βάση για την ανθρώπινη επιβίωση, όχι το να μαθαίνει κανείς πώς να παρέχει για την οικογένειά του ή πώς να αποκτήσει δόξα και πλούτη, όχι το να μαθαίνει πώς να ξεχωρίσει από το πλήθος ή πώς να ζήσει μια πιο άνετη ζωή, πόσο μάλλον να μαθαίνει πώς να διαπρέπει και πώς να ανταγωνίζεται επιτυχώς τους άλλους. Παρόλο που οι διάφορες τεχνικές επιβίωσης, στις οποίες οι άνθρωποι δαπανούν τη ζωή τους για να κατακτήσουν άριστα, μπορούν να προσφέρουν πληθώρα υλικών ανέσεων, ποτέ δεν φέρνουν στην καρδιά τους πραγματική γαλήνη και παρηγοριά, αλλά, αντιθέτως, κάνουν τους ανθρώπους να χάνουν διαρκώς τον δρόμο τους, να δυσκολεύονται να ελέγξουν τον εαυτό τους, να χάνουν κάθε ευκαιρία να μάθουν το νόημα της ζωής· επίσης, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα αναστάτωσης για τον κατάλληλο τρόπο που πρέπει να αντιμετωπίζουν τον θάνατο. Έτσι, οι ζωές των ανθρώπων καταστρέφονται. Ο Δημιουργός συμπεριφέρεται δίκαια σε όλους, δίνοντας σε όλους μια ολόκληρη ζωή από ευκαιρίες για να βιώσουν και να γνωρίσουν την κυριαρχία Του, ωστόσο, μόνο όταν πλησιάζει ο θάνατος, μόνο όταν η σκιά του θανάτου κρέμεται πάνω από κάποιον, ξεκινά αυτός να βλέπει το φως, αλλά τότε είναι πολύ αργά.

Οι άνθρωποι ξοδεύουν τη ζωή τους κυνηγώντας χρήματα και δόξα· πιάνονται από τα πράγματα αυτά, νομίζοντας πως είναι τα μόνα τους μέσα διαβίωσης, λες και έχοντάς τα μπορούν να συνεχίσουν να ζουν, μπορούν να απαλλάξουν τον εαυτό τους από τον θάνατο. Ωστόσο, μόνο όταν είναι κοντά στον θάνατο συνειδητοποιούν πόσο μακριά είναι αυτά τα πράγματα από αυτούς, πόσο αδύναμοι είναι μπροστά στον θάνατο, πόσο εύκολα παραλύουν, πόσο μόνοι και αβοήθητοι είναι, μην έχοντας πουθενά να στραφούν. Συνειδητοποιούν πως η ζωή δεν αγοράζεται με χρήματα ή δόξα, πως όσο πλούσιος κι αν είναι ένας άνθρωπος και όσο εξέχουσα κι αν είναι η θέση του, όλοι οι άνθρωποι είναι εξίσου φτωχοί και ασήμαντοι μπροστά στον θάνατο. Συνειδητοποιούν πως τα χρήματα δεν αγοράζουν ζωή, πως η δόξα δεν μπορεί να σβήσει τον θάνατο και πως ούτε τα χρήματα, ούτε και η δόξα μπορούν να επιμηκύνουν τη ζωή ενός ανθρώπου κατά ένα λεπτό, κατά ένα δευτερόλεπτο. Όσο περισσότερο νιώθουν έτσι οι άνθρωποι, τόσο περισσότερο λαχταρούν να συνεχίσουν να ζουν· όσο περισσότερο νιώθουν έτσι οι άνθρωποι, τόσο περισσότερο τρέμουν τον επικείμενο θάνατο. Μόνο στο σημείο αυτό συνειδητοποιούν πραγματικά πως η ζωή τους δεν ανήκουν σ’ αυτούς, πως δεν είναι δική τους για να την ελέγξουν, πως ο άνθρωπος δεν έχει λόγο στο αν θα ζήσει ή αν θα πεθάνει, πως όλα αυτά είναι πέρα από τον έλεγχό του.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.