Σημείο δέκατο: Σιχαίνονται την αλήθεια, παραβιάζουν απροκάλυπτα τις αρχές και περιφρονούν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού (Μέρος τρίτο) Πρώτο Μέρος

ΙΙ. Σιχαίνονται τη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός

Το θέμα της τελευταίας συναναστροφής ήταν η δέκατη εκδήλωση των αντίχριστων: σιχαίνονται την αλήθεια, παραβιάζουν απροκάλυπτα τις αρχές και περιφρονούν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού. Αυτό το σημείο χωρίζεται περαιτέρω σε τρεις επιπλέον ενότητες που χρήζουν αναλυτικής συναναστροφής. Η πρώτη ενότητα αφορά το ότι σιχαίνονται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού, η δεύτερη το ότι σιχαίνονται τη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός και η τρίτη το ότι σιχαίνονται τα λόγια του Θεού. Αυτές οι τρεις ενότητες χρησιμοποιούνται για την ανάλυση του δέκατου σημείου των διάφορων εκδηλώσεων των αντίχριστων. Η συναναστροφή για την πρώτη ενότητα έχει ήδη γίνει· η δεύτερη ενότητα, με τίτλο «σιχαίνονται τη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός», χωρίζεται σε τέσσερα μέρη που χρήζουν συναναστροφής. Ποια είναι αυτά τα τέσσερα μέρη; (Πρώτον, η δουλοπρέπεια, η κολακεία και τα όμορφα λόγια. Δεύτερον, η εξονυχιστική εξέταση και ανάλυση, μαζί με την περιέργεια. Τρίτον, ότι το πώς φέρονται στον Χριστό εξαρτάται από τα κέφια τους και τέταρτον, ακούνε απλώς όσα λέει ο Χριστός αλλά δεν υπακούν ούτε υποτάσσονται.) Πάνω στα δύο πρώτα μέρη συναναστραφήκαμε την περασμένη φορά· αυτήν τη φορά, θα συναναστραφούμε πάνω στο τρίτο μέρος.

Γ. Το πώς φέρονται στον Χριστό εξαρτάται από τα κέφια τους

Το τρίτο μέρος έχει τίτλο «το πώς φέρονται στον Χριστό εξαρτάται από τα κέφια τους»· αυτή η απλή φράση φανερώνει ξεκάθαρα τις διάφορες εκδηλώσεις των αντίχριστων. Από την εντύπωση που έχετε ή απ’ όσα έχετε δει και βιώσει, δεν θα υπάρχουν, λογικά, μερικά παραδείγματα σχετικά μ’ αυτό το μέρος; Κάποιοι λένε: «Δεν έχω έρθει ποτέ σε επαφή με τον Χριστό· μόνο τα κηρύγματά Του έχω ακούσει. Δεν έχω πραγματική εμπειρία αυτής της εκδήλωσης ούτε έχω δει να την εμφανίζει κανείς στην πραγματικότητα». Όσοι από εσάς έχετε πραγματική εμπειρία από το θέμα αυτού του μέρους, έχετε κάποια συναισθήματα ή κάποια είδη κατανόησης σχετικά μ’ αυτό; Τίποτα; Τότε μάλλον χρειάζεται να συναναστραφούμε σε βάθος, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Επιφανειακά, αυτό το μέρος αφορά διάφορες στάσεις και εκδηλώσεις που έχουν οι άνθρωποι όταν έρχονται σε επαφή με τον Χριστό. Στην πραγματικότητα, σ’ αυτό το μέρος, όχι μόνο βλέπει κανείς τις διάφορες εκδηλώσεις και στάσεις των ανθρώπων απέναντι στη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός, αλλά επιπλέον, ανάλογα με το πώς φέρονται οι άνθρωποι στη σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός, διακρίνει κανείς τις αληθινές τους στάσεις και εκδηλώσεις απέναντι στον Θεό. Από αυτό, δηλαδή, φαίνονται ξεκάθαρα αφενός η στάση με την οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τον Θεό τον ίδιο, που έχει την ταυτότητα και την ουσία του Θεού, αφετέρου το αν έχουν θεοφοβούμενη καρδιά, ειλικρινή πίστη και αληθινή υποταγή. Όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με διάφορες καταστάσεις, η στάση τους απέναντι στον Χριστό αποκαλύπτει τη στάση τους απέναντι στον Θεό στον οποίο πιστεύουν. Στη συμπεριφορά σου απέναντι σ’ αυτόν τον συνηθισμένο άνθρωπο, τον Χριστό, το αν έχεις αντιλήψεις, ειλικρινή πίστη ή αληθινή υποταγή δείχνει αν έχεις ειλικρινή πίστη και αληθινή υποταγή απέναντι στον Θεό στον οποίο πιστεύεις, στον Θεό τον ίδιο. Η συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι στον Θεό τον εν τοις ουρανοίς —με άλλα λόγια, η στάση τους, οι απόψεις τους και όσα πιστεύουν στ’ αλήθεια— είναι πολύ ασαφή και δεν αποκαλύπτουν την αληθινή τους στάση απέναντι στον Θεό. Όταν, όμως, οι άνθρωποι συναντήσουν πραγματικά τον Θεό και δουν το απτό σώμα με σάρκα και οστά στο οποίο είναι ενσαρκωμένος ο Θεός, θα αποκαλυφθεί πλήρως η αληθινή τους στάση απέναντι σ’ Εκείνον. Τα λόγια που λένε οι άνθρωποι, οι σκέψεις που έχουν στο μυαλό τους, οι απόψεις που σχηματίζουν και διατηρούν μέσα τους, ακόμα και οι σκέψεις και στάσεις που έχουν μέσα τους απέναντι στον Χριστό, είναι στην πραγματικότητα οι διάφορες εκδηλώσεις του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν τον Θεό. Εφόσον ο Θεός ο εν τοις ουρανοίς είναι αόρατος και άυλος, δεν υπάρχει ουσιαστικά κάποιο πρότυπο μεταξύ των ανθρώπων ως προς το πώς Τον σκέφτονται, πώς Τον αντιμετωπίζουν, πώς Τον ορίζουν και αν είναι υποτακτικοί, με βάση το οποίο θα μπορούσε να μετρηθεί αν οι εκδηλώσεις τους είναι σωστές ή συνάδουν με την αλήθεια. Όλα αυτά, όμως, αλλάζουν όταν ο Θεός ενσαρκώνεται ως Χριστός: Δημιουργείται ένα πρότυπο για τη μέτρηση όλων αυτών των εκδηλώσεων και στάσεων που έχουν οι άνθρωποι απέναντι στον Θεό, πράγμα που φανερώνει την αληθινή τους στάση απέναντι στον Θεό. Οι άνθρωποι νομίζουν συχνά ότι έχουν μεγάλη πίστη στον Θεό, ότι πιστεύουν αληθινά, και νιώθουν ότι ο Θεός είναι σπουδαίος, ύψιστος και αξιαγάπητος. Όλα αυτά, όμως, αντανακλούν άραγε το αληθινό τους ανάστημα ή δείχνουν απλώς τα εκάστοτε κέφια τους; Είναι δύσκολο να το προσδιορίσει κανείς αυτό. Όταν οι άνθρωποι δεν βλέπουν τον Θεό, όσο καλές προθέσεις κι αν έχουν κατά την αντιμετώπισή τους απέναντί Του, αυτή η αντιμετώπιση είναι πάντα νοθευμένη με ασάφεια, κενότητα και έλλειψη πρακτικότητας, κι είναι πάντα γεμάτη κούφιες φαντασιοκοπίες. Όταν τελικά Τον δουν και έρθουν σε επαφή μαζί Του, τότε αποκαλύπτεται πλήρως η έκταση της πίστης τους στον Θεό, ο βαθμός υποταγής τους σ’ Αυτόν και το κατά πόσο Τον αγαπούν αληθινά. Γι’ αυτό, όταν ο Θεός ενσαρκώνεται, και ειδικά όταν γίνεται όσο το δυνατόν πιο συνηθισμένος ως άνθρωπος, τότε αυτή η σάρκα, αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος, γίνεται για όλους μια δοκιμασία και αποκαλύπτει την πίστη και το αληθινό ανάστημα του καθενός. Ίσως ήσουν σε θέση να ακολουθήσεις τον Θεό όταν αναγνώρισες για πρώτη φορά την ύπαρξή Του· μόλις, όμως, αποδεχθείς τον ενσαρκωμένο Θεό και Τον δεις να γίνεται ένας συνηθισμένος άνθρωπος, τότε το μυαλό σου γεμίζει αντιλήψεις. Εκείνη τη στιγμή, ο Χριστός στον οποίο πιστεύεις, αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος, γίνεται η μεγαλύτερη πρόκληση για την πίστη σου. Σήμερα, λοιπόν, ας συναναστραφούμε σχετικά με τον αντίκτυπο που έχει αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος, η σάρκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Θεός, δηλαδή ο Χριστός, πάνω στους άλλους ανθρώπους, και σχετικά με τις αληθινές εκδηλώσεις που εμφανίζουν οι άνθρωποι απέναντι σ’ αυτόν τον συνηθισμένο άνθρωπο, τον Χριστό —εκδηλώσεις που αποκαλύπτουν τις διάφορες αληθινές τους στάσεις και απόψεις για τον Θεό.

Το τρίτο μέρος αφορά κυρίως το γεγονός ότι οι άνθρωποι φέρονται στον Χριστό ανάλογα με τα κέφια τους. Το τι ακριβώς αφορούν αυτά τα κέφια είναι το κεντρικό σημείο στο οποίο εστιάζει η σημερινή συναναστροφή. Φυσικά, ο όρος «κέφια» είναι απλώς ένα σχήμα λόγου, μια γενίκευση. Δεν είναι τα κέφια κάποιου· πίσω απ’ τον όρο αυτόν κρύβονται διάφορες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες των ανθρώπων, καθώς και κάθε είδους διεφθαρμένη διάθεσή τους, ακόμα και η σατανική τους φύση-ουσία. Όταν ένας άνθρωπος δεν αντιμετωπίζει εμπόδια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του στον οίκο του Θεού, τίποτα δεν επηρεάζει το κέφι του· όλα βαίνουν καλώς, προσεύχεται συχνά ενώπιον του Θεού και ζει μια άκρως κανονική ζωή, γεμάτη χαρά και γαλήνη. Το περιβάλλον γύρω του είναι κι αυτό ομαλό, οι περισσότεροι αδελφοί και αδελφές τα πηγαίνουν καλά μεταξύ τους, ο Θεός τούς καθοδηγεί συχνά στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και στην εκμάθηση ορισμένων τεχνικών αντικειμένων, παρέχοντας διαφώτιση και φώτιση, ενώ οι αρχές άσκησης είναι σχετικά σαφείς· όλα είναι πολύ κανονικά και κυλάνε πολύ ομαλά. Εκείνο το διάστημα, οι άνθρωποι θεωρούν ότι έχουν μεγάλη πίστη στον Θεό, νιώθουν μέσα τους ιδιαίτερα κοντά Του, προσέρχονται συχνά ενώπιόν Του για να προσευχηθούν και να Του εκμυστηρευτούν πράγματα, νιώθουν στενή σύνδεση μαζί Του και Τον βρίσκουν ιδιαίτερα αξιαγάπητο. Τα κέφια τους εκείνο το διάστημα είναι πολύ καλά· βιώνουν συχνά τη γαλήνη και τη χαρά, μιλάνε ενεργά στις συναθροίσεις, προσεύχονται διαβάζοντας τα λόγια του Θεού και μαθαίνουν συστηματικά ύμνους κάθε μέρα. Όταν όλα πηγαίνουν τόσο καλά και ομαλά, οι άνθρωποι ευχαριστούν συνεχώς τον Θεό μέσα τους, προσεύχονται σιωπηλά σ’ Αυτόν και είναι αποφασισμένοι να δαπανήσουν τον εαυτό τους για Εκείνον για όλη τους τη ζωή, να Του προσφέρουν όλα όσα έχουν, να υπομείνουν τις δυσκολίες και να πληρώσουν το τίμημα για να εκπληρώσουν σωστά τα καθήκοντά τους. Νιώθουν πως ο Θεός είναι τόσο σπουδαίος και αξιαγάπητος, και έχουν την αποφασιστικότητα και την προθυμία να Του προσφέρουν τον εαυτό τους και να Του αφοσιωθούν για όλη τους τη ζωή. Αυτή η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ενεργητική και θετική, έτσι δεν είναι; Εδώ, λοιπόν, βλέπουμε απ’ ό,τι φαίνεται την αφοσίωση των ανθρώπων, την αγάπη τους για τον Θεό και τις θυσίες που κάνουν. Όλα μοιάζουν τόσο υπέροχα, γαλήνια και ομαλά. Απ’ όλες αυτές τις εκδηλώσεις, φαίνεται ότι οι άνθρωποι προσπαθούν ενεργά από πλευράς τους, συνεργάζονται με το έργο και τις απαιτήσεις του Θεού, και όλα είναι ευνοϊκά. Έτσι, ευχαριστούν συνεχώς μέσα τους τον Θεό, ευχαριστούν τον Θεό τον εν τοις ουρανοίς και τον Χριστό επί της γης, και πλημμυρίζουν από ατέλειωτη αγάπη και σεβασμό για τον Χριστό. Όποτε τραγουδούν ύμνους και αναφέρουν τη φράση «αυτόν τον ασήμαντο άνθρωπο», συγκινούνται απερίγραπτα και σκέφτονται: «Πράγματι, αυτός ο ασήμαντος άνθρωπος με έσωσε, μου έδωσε αυτήν την ευκαιρία και μου επέτρεψε να κάνω σήμερα το καθήκον μου ως δημιούργημα στον οίκο του Θεού!» Κάποιοι άνθρωποι προσεύχονται ακόμα και απευθείας: «Αχ, πρακτικέ Θεέ, ενσαρκωμένε Θεέ, Χριστέ μου, Σ’ ευχαριστώ, Σε εξυμνώ, γιατί μου έδωσες όλες αυτές τις ευλογίες, μου έδωσες τη χάρη. Εσύ είσαι ο Θεός μέσα μου, Εσύ είσαι ο Δημιουργός, Εσύ είσαι Αυτός που θέλω να ακολουθήσω. Είμαι διατεθειμένος να δαπανήσω τον εαυτό μου για Εσένα για όλη μου τη ζωή». Όλες αυτές οι σκηνές είναι τόσο γαλήνιες, τόσο όμορφες, και φαίνονται απόλυτα αρμονικές, λες και μπορεί κανείς να σωθεί τόσο εύκολα και αβίαστα. Μπορεί, όμως, αυτή η αρμονία και η γαλήνη να κρατήσουν στ’ αλήθεια για πάντα; Μπορούν να μείνουν απαράλλαχτες; Δεν είναι τόσο απλό.

1. Η συμπεριφορά τους όταν έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα

Οι άνθρωποι, ενώ κάνουν τα καθήκοντά τους, αναπόφευκτα αποκαλύπτουν τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους, διαμαρτύρονται για τις περιστάσεις που συναντούν, έχουν τις απόψεις τους και, ακόμα περισσότερο, κάνουν πράγματα με πείσμα και βιασύνη. Σε τέτοιες καταστάσεις, έρχονται αναπόφευκτα αντιμέτωποι με το κλάδεμα. Όταν έρχεται αντιμέτωπος με το κλάδεμα κάποιος που είναι γεμάτος ενθουσιασμό, γεμάτος φαντασιοκοπίες και αντιλήψεις για τον Θεό, έχει πραγματικά το ανάστημα να τα αντιμετωπίσει όλα αυτά, να τα βιώσει πραγματικά και να βρει με επιτυχία τον δρόμο του μέσα σε τέτοιες συνθήκες; Αυτό δημιουργεί ένα ερώτημα, κι εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Οι άνθρωποι, όταν νιώθουν πως όλα είναι τόσο υπέροχα, όταν νιώθουν πως ο Θεός είναι τόσο αξιαγάπητος, ότι ο Θεός αγαπάει τόσο πολύ τους ανθρώπους, ότι η αγάπη Του είναι τόσο μεγάλη και τόσο αληθινή, κι έπειτα έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα και αποκαλύπτονται, τότε όσοι από αυτούς δεν κατανοούν την αλήθεια νιώθουν συχνά σαστισμένοι, μπερδεμένοι, φοβισμένοι και τρομαγμένοι. Ξαφνικά, νιώθουν σαν να έπεσαν στο σκοτάδι, δεν βλέπουν το μονοπάτι που απλώνεται μπροστά τους και δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν την τρέχουσα κατάσταση. Όταν προσέρχονται ενώπιον του Θεού, αναζητούν τα ίδια συναισθήματα που είχαν πριν, προσεύχονται με το ίδιο κέφι, τις ίδιες σκέψεις, τις ίδιες απόψεις και την ίδια στάση που είχαν και πριν. Δεν μπορούν, όμως, να διαισθανθούν πια τον Θεό. Μόλις αντιληφθούν ότι δεν μπορούν να διαισθανθούν πια τον Θεό, αρχίζουν να σκέφτονται: «Δεν με θέλει πια ο Θεός; Με αποστρέφεται και με απορρίπτει; Μήπως δεν με συμπαθεί πια ο Θεός εξαιτίας της διεφθαρμένης διάθεσής μου; Πρόκειται να με αποκλείσει; Αν είναι έτσι, ξόφλησα, σωστά; Τι νόημα έχει τώρα η ύπαρξή μου; Τι νόημα έχει να πιστεύω στον Θεό; Καλύτερα να μην πιστεύω. Αν δεν πίστευα, μπορεί να είχα μια καλή δουλειά τώρα, μια όμορφη οικογένεια, ένα λαμπρό μέλλον! Μέχρι τώρα, η πίστη μου στον Θεό δεν μου έφερε κάτι· αν, όμως, σταματήσω στ’ αλήθεια να πιστεύω, κάτι τέτοιο δεν θα σήμαινε ότι όλες οι προσπάθειές μου ως τώρα πήγαν χαμένες, ότι όλες οι δαπάνες και οι θυσίες μου ως τώρα ήταν μάταιες;» Μόλις τα αναλογίζονται αυτά, ξαφνικά νιώθουν πλήρη απόγνωση και αμηχανία, και σκέφτονται: «Ο Θεός ο εν τοις ουρανοίς είναι τόσο μακρινός, κι αυτός ο Θεός επί της γης σε τι μπορεί να με βοηθήσει, εκτός απ’ το να συναναστρέφεται πάνω στην αλήθεια και να μου την παρέχει; Τι άλλο μπορεί να μου δώσει; Μοιάζει τόσο ασήμαντος και τόσο αδιάφορος. Και τι έγινε, δηλαδή, αν έχει κανείς λίγη διεφθαρμένη διάθεση; Αν ο χειρισμός αυτού του θέματος γινόταν με ανθρώπινες μεθόδους, ο Θεός θα το παρέβλεπε αν οι άνθρωποι είχαν λίγη διεφθαρμένη διάθεση· θα το χειριζόταν με επιείκεια και δεν θα ψείριζε τα ασήμαντα ελαττώματά τους. Γιατί με κλαδεύει και με πειθαρχεί έτσι ο Θεός, φτάνοντας ακόμα και να με αγνοεί, για ένα τόσο ασήμαντο ζήτημα; Δεν έγινε και τίποτα αν αποκαλύψει κανείς μια τέτοια διεφθαρμένη διάθεση σ’ αυτού του είδους τις καταστάσεις, αλλά ο Θεός με απεχθάνεται πραγματικά. Αγαπάει στ’ αλήθεια τους ανθρώπους ή όχι; Πού αποκαλύπτεται η αγάπη Του; Με ποιον τρόπο ακριβώς αγαπάει τους ανθρώπους; Όπως και να ’χει, αυτήν τη στιγμή, δε νιώθω πια την αγάπη του Θεού». Όταν δεν νιώθουν πια την αγάπη του Θεού, αμέσως απομακρύνονται πολύ απ’ τον Θεό τον εν τοις ουρανοίς, κι απομακρύνονται ακόμα περισσότερο από τον Χριστό επί της γης, από αυτόν τον συνηθισμένο άνθρωπο. Όταν νιώθουν μέσα τους αυτήν την απόγνωση, προσεύχονται επανειλημμένα και παρηγορούν ξανά και ξανά τον εαυτό τους: «Μη φοβάσαι, εναπόθεσε τις ελπίδες σου στον Θεό τον εν τοις ουρανοίς. Ο Θεός είναι η ασπίδα μου, ο Θεός είναι η δύναμή μου, ο Θεός αγαπάει ακόμα τους ανθρώπους». Εκείνη τη στιγμή, πού βρίσκεται ο Θεός για τον οποίο μιλάνε; Στους ουρανούς, μεταξύ όλων των άλλων, εκείνος ο Θεός είναι Αυτός που αγαπάει στ’ αλήθεια τους ανθρώπους, ο Θεός που θαυμάζουν και λατρεύουν οι άνθρωποι, που μπορεί να γίνει η ασπίδα τους και η πάντα παρούσα βοήθειά τους, και που μπορεί να τους παρηγορήσει. Είναι το αποκούμπι για το πνεύμα, την καρδιά και τη σάρκα τους. Με δεδομένα, όμως, αυτά που μπορεί να κάνει αυτός ο Θεός ο επί της γης, οι άνθρωποι δεν έχουν πια αποκούμπι στην καρδιά τους. Η στάση τους αλλάζει. Υπό ποιες συνθήκες αλλάζει; Όταν έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα και την αποκάλυψη και συναντούν εμπόδια, αποκαλύπτεται η αληθινή τους πίστη.

Μόλις οι άνθρωποι έρθουν αντιμέτωποι με το κλάδεμα, η υποτιθέμενη αληθινή πίστη τους βρίσκει αμέσως αποκούμπι στον ασαφή Θεό εν τοις ουρανοίς. Όσο για τον ορατό Θεό επί της γης, ποια είναι η στάση τους; Η πρώτη αντίδρασή τους είναι να Τον απορρίψουν και να Τον εγκαταλείψουν, να μη στηρίζονται πλέον πάνω Του ούτε να πιστεύουν σ’ Αυτόν, αλλά να Τον αποφεύγουν, να κρύβονται και να απομακρύνονται από Αυτόν. Τέτοια είναι τα κέφια των ανθρώπων. Όταν έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα, τότε η αλήθεια που κατανοούν, η υποτιθέμενη αληθινή πίστη τους, η αφοσίωσή τους, η αγάπη τους και η υποταγή τους, όλα αυτά είναι πλέον τόσο εύθραυστα. Όταν όλες αυτές οι περιστάσεις αλλάζουν, αλλάζει ανάλογα κι η στάση τους απέναντι στον ενσαρκωμένο Θεό. Εκείνη τη στιγμή, αποκαλύπτεται ότι οι προηγούμενες θυσίες τους —η υποτιθέμενη αφοσίωσή τους, οι δαπάνες τους και το τίμημα που πλήρωσαν, καθώς και η υποτιθέμενη υποταγή τους— δεν είναι σε καμία περίπτωση αφοσίωση ούτε αληθινή υποταγή, αλλά ένας σκέτος ενθουσιασμός. Και με τι είναι ανάμεικτος αυτός ο ενθουσιασμός; Είναι νοθευμένος με ανθρώπινα συναισθήματα, ανθρώπινη καλοσύνη και ανθρώπινη πίστη στον συνάνθρωπο. Αυτή η πίστη στον συνάνθρωπο μπορεί να θεωρηθεί και θερμοαιμία, του τύπου: «Αν ακολουθώ κάποιον, πρέπει να δείχνω αληθινή, αδελφική πίστη, να είμαι διατεθειμένος να δώσω και τη ζωή μου γι’ αυτόν, να ξεπεράσω τον εαυτό μου, να καταβάλλω προσπάθειες γι’ αυτόν, να δώσω τα πάντα γι’ αυτόν», πράγμα που είναι εκδήλωση ανθρώπινης θερμοαιμίας. Τέτοιες ανθρώπινες εκδηλώσεις αποκαλύπτονται εκείνη τη στιγμή. Γιατί αποκαλύπτονται; Επειδή οι άνθρωποι, στις σκέψεις και τις απόψεις τους, φαίνεται να έχουν αποδεχθεί ότι αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος είναι ο ενσαρκωμένος Θεός, ότι είναι ο Χριστός, ο Θεός, και ότι έχει την ταυτότητα του Θεού· αν κοιτάξει κανείς, όμως, το πραγματικό τους ανάστημα, την αλήθεια που κατανοούν και τις γνώσεις τους για τον Θεό, δεν έχουν αποδεχθεί στ’ αλήθεια αυτόν τον συνηθισμένο άνθρωπο ούτε και Του φέρθηκαν ποτέ σαν να ήταν ο Χριστός και ο Θεός. Όταν όλα πηγαίνουν καλά, όταν όλα είναι όπως τα θέλει ο καθένας, όταν οι άνθρωποι νιώθουν πως ο Θεός τούς ευλογεί, τους φωτίζει, τους καθοδηγεί και τους δίνει χάρη, και όταν όσα λαμβάνουν από Εκείνον συμφωνούν με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους, τότε μπορούν, από υποκειμενική σκοπιά, να αποδεχθούν τον συνηθισμένο άνθρωπο για τον οποίο έχει μαρτυρήσει ο Θεός πως είναι ο Θεός του ανθρώπου. Όταν, όμως, όλες αυτές οι περιστάσεις αλλάζουν, όταν ο Θεός τα παίρνει πίσω όλα αυτά και οι άνθρωποι δεν έχουν αληθινή κατανόηση ούτε αληθινό ανάστημα, αποκαλύπτονται τα πάντα σχετικά μ’ αυτούς, και αυτά που εκφράζουν είναι ακριβώς η αληθινή τους στάση απέναντι στον Θεό. Πώς προκύπτει αυτή η αληθινή στάση; Από πού προέρχεται; Προέρχεται από τη διεφθαρμένη διάθεση των ανθρώπων και από το γεγονός ότι δεν γνωρίζουν τον Θεό. Γιατί το λέω αυτό; Τι είναι αυτή η διεφθαρμένη διάθεση στους ανθρώπους; (Οι άνθρωποι, αφού τους διαφθείρει ο Σατανάς, φυλάγονται μέσα τους απ’ τον Θεό και υψώνουν ανάμεσα σ’ αυτούς και Εκείνον ένα φράγμα. Ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, εκείνοι συνεχώς αναρωτιούνται: «Θα με βλάψει ο Θεός;») Το μόνο ζήτημα στη σχέση των ανθρώπων με τον Θεό είναι το αν υπάρχει κάποιο φράγμα; Τόσο απλό είναι; Δεν είναι το μόνο ζήτημα αν υπάρχει κάποιο φράγμα· το πρόβλημα αφορά δύο διαφορετικές ουσίες. Οι άνθρωποι έχουν διεφθαρμένες διαθέσεις· ο Θεός έχει διεφθαρμένη διάθεση; (Όχι.) Γιατί, λοιπόν, υπάρχει διχόνοια μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού; Γιατί οι άνθρωποι είναι εχθρικοί απέναντι στον Θεό; Ποιος είναι ο λόγος; Αφορά τον Θεό ή τους ανθρώπους; (Τους ανθρώπους.) Για παράδειγμα, αν δύο άνθρωποι μαλώσουν και σταματήσουν να μιλάνε μεταξύ τους, ακόμα κι αν μιλήσουν, θα το κάνουν μόνο επιφανειακά, θα έχει υψωθεί μέσα τους ένα φράγμα. Πώς προκύπτει αυτό το φράγμα; Προκύπτει επειδή έχουν διαφορετικές απόψεις που δεν μπορούν να τις συμβιβάσουν, και κανένας απ’ τους δύο δεν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει την άποψή του, κι έτσι δεν μπορεί να υπάρξει ενότητα. Έτσι υψώνονται τα φράγματα μεταξύ των ανθρώπων. Αν περιγράψουμε, όμως, τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού μόνο ως ζήτημα φράγματος, μήπως υποτιμάμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και αστοχούμε; Είναι αλήθεια ότι υπάρχει ένα φράγμα· αν, όμως, χρησιμοποιούσαμε απλώς τον όρο «φράγμα» για να εξηγήσουμε το πρόβλημα της διεφθαρμένης διάθεσης των ανθρώπων, κάτι τέτοιο θα ήταν υπερβολικά ήπιο. Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι, αφού τους διαφθείρει ο Σατανάς, έχουν σατανική διεφθαρμένη διάθεση και ουσία, και η έμφυτη φύση τους είναι εχθρική προς τον Θεό. Ο Σατανάς είναι εχθρικός προς τον Θεό. Βλέπει άραγε τον Θεό ως Θεό; Έχει πίστη και υποταγή απέναντί Του; Δεν έχει ούτε αληθινή πίστη ούτε αληθινή υποταγή· έτσι είναι ο Σατανάς. Οι άνθρωποι είναι όπως ο Σατανάς· έχουν τη διεφθαρμένη φύση και ουσία του Σατανά, και επιπλέον δεν έχουν αληθινή πίστη και υποταγή προς τον Θεό. Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι υπάρχει ένα φράγμα μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού εξαιτίας αυτής της έλλειψης αληθινής πίστης και υποταγής; (Όχι.) Αυτό υποδεικνύει μόνο ότι οι άνθρωποι είναι εχθρικοί προς τον Θεό. Όταν όσα κάνει ο Θεός συμφωνούν με τα γούστα, τα κέφια και τις ανάγκες των ανθρώπων, ικανοποιούν τις προτιμήσεις τους και επιτρέπουν να κυλούν τα πάντα ομαλά και όπως εκείνοι επιθυμούν, τότε οι άνθρωποι νιώθουν ότι ο Θεός είναι πολύ αξιαγάπητος. Είναι, όμως, ειλικρινές σε τέτοιες στιγμές το συναίσθημα ότι ο Θεός είναι αξιαγάπητος; (Όχι.) Απλώς οι άνθρωποι το εκμεταλλεύονται αυτό, λέγοντας λίγα όμορφα λόγια για αντάλλαγμα· όπως λέμε, καρπώνονται τα οφέλη και μετά κάνουν τους καλούς. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα λόγια που λένε οι άνθρωποι αντανακλούν αληθινή γνώση του Θεού; Αυτή η γνώση του Θεού είναι πραγματική ή ψεύτικη; (Ψεύτικη.) Αυτή η γνώση δεν συμφωνεί με την αλήθεια ούτε με την ουσία του Θεού. Δεν είναι αληθινή γνώση αλλά φαντασιοκοπία, μια αντίληψη που προκύπτει από ανθρώπινα συναισθήματα και θερμοαιμία. Όταν αυτή η αντίληψη γκρεμίζεται, εκτίθεται και αποκαλύπτεται, οι άνθρωποι νιώθουν απογοήτευση· κάτι τέτοιο σημαίνει ότι τους πήραν όλα όσα επιθυμούσαν να κερδίσουν. Η αντίληψη που είχαν παλιότερα οι άνθρωποι ότι ο Θεός είναι αξιαγάπητος και καλός από πολλές απόψεις δεν έχει επικριθεί και καταδικαστεί; Αυτό είναι ακριβώς το αντίθετο απ’ ό,τι πίστευαν στο παρελθόν. Μπορούν να αποδεχθούν οι άνθρωποι αυτό το γεγονός; (Όχι.) Όταν ο Θεός δεν σου δίνει τίποτα, σ’ αφήνει απλώς να βασίζεις τη ζωή σου στα λόγια Του, να μιλάς και να ενεργείς, να κάνεις το καθήκον σου, να υπηρετείς τον Θεό, να τα πηγαίνεις καλά με τους άλλους και ούτω καθεξής, πάντα σύμφωνα με τα λόγια Του. Όταν βασίσεις πράγματι τη ζωή σου στα λόγια Του και αισθανθείς τη φιλόπονή Του φροντίδα και μπορέσεις να Του δείξεις ειλικρινή αγάπη και υποταγή, τότε οι νοθείες μέσα σου θα είναι λιγότερες, και το κάλλος και η ουσία του Θεού που νιώθεις θα είναι αληθινά.

Όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με την πειθαρχεία και το κλάδεμα, τότε αναπτύσσουν αντιλήψεις, παράπονα και παρανοήσεις σχετικά με τον Θεό. Όταν κάνουν την εμφάνισή τους αυτά τα πράγματα, οι άνθρωποι νιώθουν ξαφνικά πως ο Θεός δεν τους νοιάζεται και δεν είναι τόσο αξιαγάπητος όσο φαντάζονταν: «Αφού όλοι λένε πως ο Θεός είναι αξιαγάπητος, εγώ γιατί δεν το νιώθω; Αν είναι πράγματι αξιαγάπητος, πρέπει να με ευλογεί και να με παρηγορεί. Όταν πρόκειται να κάνω κάποιο λάθος, πρέπει να με προειδοποιεί αντί να μ’ αφήνει να γελοιοποιηθώ ή να σφάλω· όλα αυτά θα πρέπει να τα κάνει προτού σφάλω, εμποδίζοντάς με έτσι να κάνω λάθος ή να πάρω το λάθος μονοπάτι!» Τέτοιες αντιλήψεις και σκέψεις στριφογυρίζουν στο μυαλό των ανθρώπων όταν έρχονται αντιμέτωποι με αντιξοότητες. Σε τέτοιες στιγμές, μιλάνε κι ενεργούν λιγότερο ανοιχτά. Όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα, όταν αντιμετωπίζουν αντιξοότητες, τα κέφια τους χειροτερεύουν· αρχίζουν να νιώθουν πως ο Θεός δεν τους αγαπάει και τόσο, ούτε τους φέρεται πια με τόση χάρη, πως δεν τους ευνοεί πια το ίδιο. Σκέφτονται μέσα τους: «Αν δεν μ’ αγαπάει ο Θεός, εγώ γιατί να Τον αγαπώ; Θα σταματήσω κι εγώ ν’ αγαπώ τον Θεό». Στο παρελθόν, όταν συζητούσαν με τον Θεό, ό,τι κι αν τους ρωτούσε ο Θεός, εκείνοι απαντούσαν· ήταν πολύ ενεργοί. Ήθελαν διαρκώς να μοιραστούν περισσότερα, δεν ξέμεναν ποτέ από θέματα συζήτησης, ήθελαν να εκφράσουν και να μεταφέρουν όλα όσα είχαν μέσα τους, κι είχαν τη φιλοδοξία να γίνουν οι έμπιστοι του Θεού. Όταν, όμως, έρχονται αντιμέτωποι με το κλάδεμα, νιώθουν πως ο Θεός δεν είναι πια τόσο αξιαγάπητος, ότι δεν τους αγαπάει και τόσο, και δεν θέλουν κι εκείνοι να Τον αγαπούν. Όταν ο Θεός ρωτήσει κάτι, εκείνοι απλώς δίνουν σύντομες, επιπόλαιες και μονολεκτικές απαντήσεις. Αν ρωτήσει ο Θεός: «Πόσο καλά εκτελείς τα καθήκοντά σου τον τελευταίο καιρό;» εκείνοι απαντούν: «Καλά». «Αντιμετωπίζεις καμιά δυσκολία;» «Καμιά φορά». «Συνεργάζεσαι αρμονικά με τους αδελφούς και τις αδελφές;» Μέσα τους, σκέφτονται: «Χμ, εδώ δεν μπορώ καλά-καλά να φροντίσω τον εαυτό μου, πώς να συνεργάζομαι αρμονικά με τους άλλους;» «Έχεις κάποια αδυναμία;» «Εντάξει είμαι». Δεν είναι πια πρόθυμοι να μιλήσουν παραπάνω και δείχνουν μια στάση πλήρους αρνητικότητας και παραπόνων. Όλο τους το είναι αποθαρρύνεται και αποκαρδιώνεται, είναι γεμάτοι παράπονα, αισθάνονται αδικημένοι και, πέρα από τα απαραίτητα, δεν είναι διατεθειμένοι να πουν τίποτα περισσότερο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή αυτήν τη στιγμή δεν έχουν τα κέφια τους, βρίσκονται σε κατάσταση σχετικής απόγνωσης, και δεν έχουν κέφι να μιλήσουν με κανέναν. Αν τους ρωτήσει κανείς: «Έχεις προσευχηθεί τελευταία;» εκείνοι απαντάνε: «Στις προσευχές μου λέω συνεχώς τα ίδια λόγια και μόνο αυτά». «Δεν είσαι σε καλή κατάσταση τελευταία· αναζήτησες την αλήθεια όταν αντιμετώπισες δυσκολίες;» «Κατανοώ τα πάντα, απλώς δεν μπορώ να πράξω ενεργά». «Έχεις αναπτύξει παρανοήσεις σχετικά με τον Θεό. Βλέπεις πού έγκειται το πρόβλημά σου; Ποιες διεφθαρμένες διαθέσεις σ’ εμποδίζουν να προσέλθεις ενώπιον του Θεού; Τι σε κάνει να είσαι τόσο αρνητικός ώστε να μην έχεις καν όρεξη να προσέλθεις ενώπιον του Θεού για να προσευχηθείς;» «Δεν ξέρω». Τι είδους στάση είναι αυτή; (Στάση αρνητικότητας και αντιπαράθεσης.) Σωστά, δεν υπάρχει ούτε ψήγμα υποταγής· αντίθετα, αυτός ο άνθρωπος είναι γεμάτος παράπονα και διαμαρτυρίες. Στον πνευματικό και διανοητικό του κόσμο, αντιλαμβάνεται τον θεό ως μορφή παρόμοια με Βούδα ή Μποντισάτβα, όπως εμφανίζονται στις ανθρώπινες περιγραφές. Ανεξάρτητα απ’ το τι κάνουν οι άνθρωποι ή το πώς ζουν, αυτές οι μορφές Βούδα ή Μποντισάτβα ποτέ δεν λένε λέξη, απλώς υποτάσσονται στην ανθρώπινη χειραγώγηση. Οι άνθρωποι θεωρούν ότι ο θεός δεν θα πρέπει να τους κλαδέψει, ούτε φυσικά να τους βλάψει· όποιο λάθος κι αν κάνουν, ο θεός πρέπει μόνο να τους καθησυχάζει κι όχι να τους κλαδεύει ούτε να τους εκθέτει, ούτε και να τους αποκαλύπτει, και σίγουρα δεν πρέπει να τους πειθαρχεί. Θέλουν να πιστεύουν στον Θεό και να κάνουν το καθήκον τους ανάλογα με τα κέφια και τις διαθέσεις τους, όπως τους αρέσει, θεωρώντας πως, ό,τι κι αν κάνουν, ο Θεός πρέπει να δείχνει ικανοποίηση, χαρά και αποδοχή. Τα πράγματα, όμως, δεν πάνε όπως θέλουν αυτοί· ο Θεός δεν ενεργεί μ’ αυτόν τον τρόπο. Τότε, οι άνθρωποι σκέφτονται: «Αν εκείνος δεν ενεργεί όπως φανταζόμουν, παραμένει θεός; Αξίζει ακόμα την επένδυση, τη δαπάνη και τη θυσία μου; Αν δεν τα αξίζει όλα αυτά, τότε θα ήταν ανοησία εκ μέρους μου να του προσφέρω με ειλικρίνεια την καρδιά μου, έτσι δεν είναι;» Επομένως, όταν έρθει η ώρα να κλαδευτούν, η αρχική αντίδραση των ανθρώπων δεν είναι να ακούσουν, από την οπτική ενός δημιουργήματος, αυτά που λέει ο Θεός και ποιες είναι οι απαιτήσεις Του, ούτε ποια είναι τα ανθρώπινα προβλήματα, οι καταστάσεις ή οι διαθέσεις που εκθέτει ο Θεός, ούτε πώς θα πρέπει να αποδέχεται, να λαμβάνει υπόψη ή να υποτάσσεται ο άνθρωπος σε αυτά τα πράγματα. Οι άνθρωποι δεν έχουν τέτοια πράγματα στο μυαλό τους. Όπως κι αν μιλά ο Θεός στους ανθρώπους κι όπως κι αν τους καθοδηγεί, εάν ο τόνος ή ο τρόπος ομιλίας Του είναι αδιάφορος —εάν τα κέφια, η αυτοεκτίμηση και η αδυναμία τους δεν λαμβάνονται υπόψη— τότε οι άνθρωποι σχηματίζουν αντιλήψεις και δεν θέλουν να φερθούν στον Θεό ως Θεό, ούτε θέλουν να είναι δημιουργήματα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα εδώ είναι ότι όταν ο Θεός τούς προσφέρει ωραίες στιγμές και κάνει τα πάντα να πηγαίνουν όπως τα θέλουν εκείνοι, οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να ενεργούν ως δημιουργήματα· όταν, όμως, ο Θεός δίνει αντιξοότητες για να πειθαρχήσει και να αποκαλύψει τους ανθρώπους, να τους δώσει ένα μάθημα και να τους επιτρέψει να κατανοήσουν την αλήθεια και να γνωρίσουν την πρόθεσή Του —αυτές τις στιγμές, οι άνθρωποι Του γυρνούν αμέσως την πλάτη τους και δεν επιθυμούν πλέον να είναι δημιουργήματα. Όταν κάποιος δεν θέλει να είναι δημιούργημα, θα είναι σε θέση να υποταχθεί στον Θεό από μια τέτοια οπτική και θέση; Θα είναι σε θέση να αποδεχτεί την ταυτότητα και την ουσία του Θεού; Όχι. Όταν την περίοδο του κεφιού, των ωραίων καταστάσεων και του ενθουσιασμού —εκείνη την περίοδο όπου οι άνθρωποι θέλουν να γίνουν έμπιστοι του Θεού— τη διαδέχεται μια περίοδος όπου οι άνθρωποι θέλουν να Τον εγκαταλείψουν μόλις βρεθούν αντιμέτωποι με το κλάδεμα και τα περιβάλλοντα που ορίζει ο Θεός, αυτή είναι μια πολύ δραματική αλλαγή! Πού, ακριβώς, βρίσκεται η αλήθεια σ’ αυτό το θέμα; Τι θα πρέπει να γνωρίζουν οι άνθρωποι; Δεν πρέπει να γνωρίζει κανείς τι είδους στάση θα πρέπει να έχει απέναντι στον Θεό ως δημιούργημα; Ποιες είναι οι αρχές που πρέπει να ακολουθήσει κανείς; Ως άνθρωπος —ως ένα διεφθαρμένο ανθρώπινο ον— ποια οπτική και θέση θα πρέπει να υιοθετήσει κανείς απέναντι σε όσα προσφέρει ο Θεός στον άνθρωπο και τα περιβάλλοντα που διευθετεί; Ποια στάση θα πρέπει να υιοθετήσουν οι άνθρωποι απέναντι στο κλάδεμά τους από τον Θεό; Πώς θα πρέπει να το βλέπουν αυτό; Δεν θα πρέπει οι άνθρωποι να στοχάζονται αυτά τα θέματα; (Ναι.) Οι άνθρωποι πρέπει να αναλογίζονται και να στοχάζονται αυτά τα πράγματα. Ανεξάρτητα από το πότε και ανεξάρτητα από το πώς φέρεται κανείς στον Θεό, στην πραγματικότητα, η ταυτότητα του ανθρώπου δεν αλλάζει· οι άνθρωποι παραμένουν πάντα δημιουργήματα. Εάν δεν έχεις συμφιλιωθεί με τη θέση σου ως δημιούργημα, αυτό σημαίνει ότι είσαι επαναστατικός και απέχεις πάρα πολύ από το να αλλάξεις τη διάθεσή σου, απέχεις πάρα πολύ από το να έχεις φόβο Θεού και να αποφεύγεις το κακό. Εάν έχεις συμφιλιωθεί με τη θέση σου ως δημιούργημα, τότε τι είδους στάση θα πρέπει να έχεις απέναντι στον Θεό; (Άνευ όρων υποταγή.) Πρέπει, τουλάχιστον, να διακατέχεσαι από ένα πράγμα μόνο: την άνευ όρων υποταγή. Αυτό σημαίνει ότι όποια στιγμή κι αν κάνει κάτι ο Θεός, αυτό δεν είναι ποτέ λάθος· μόνο οι άνθρωποι σφάλλουν. Ανεξάρτητα από τα περιβάλλοντα που ανακύπτουν —ειδικά ενόψει αντιξοοτήτων, και ειδικά όταν ο Θεός αποκαλύπτει ή εκθέτει τους ανθρώπους— το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να κάνει κάποιος είναι να προσέλθει ενώπιον του Θεού για να κάνει αυτοκριτική και να εξετάσει τα δικά του λόγια, τις δικές του πράξεις, καθώς και τη δική του διεφθαρμένη διάθεση, αντί να εξετάζει, να μελετά και να κρίνει εάν τα λόγια και οι ενέργειες του Θεού είναι σωστές ή λανθασμένες. Εάν παραμείνεις στη σωστή θέση σου, θα πρέπει να γνωρίζεις ακριβώς τι οφείλεις να κάνεις. Οι άνθρωποι έχουν διεφθαρμένη διάθεση και δεν κατανοούν την αλήθεια. Αυτό το πρόβλημα δεν είναι τόσο μεγάλο. Όταν, όμως, οι άνθρωποι έχουν διεφθαρμένη διάθεση και δεν κατανοούν την αλήθεια, κι όμως εξακολουθούν να μην αναζητούν την αλήθεια —τότε έχουν μεγάλο πρόβλημα. Έχεις διεφθαρμένη διάθεση και δεν κατανοείς την αλήθεια, και μπορείς να κρίνεις τον Θεό αυθαίρετα, καθώς και να Τον προσεγγίζεις και να αλληλεπιδράς μαζί Του κατά πώς υπαγορεύει το κέφι, οι προτιμήσεις και τα συναισθήματά σου. Εντούτοις, αν δεν αναζητάς και δεν κάνεις πράξη την αλήθεια, τα πράγματα δεν θα είναι τόσο απλά. Όχι μόνο δεν θα είσαι σε θέση να υποταχθείς στον Θεό, αλλά θα μπορούσες και να Τον παρεξηγήσεις και να παραπονεθείς για Αυτόν, να Τον καταδικάσεις, να Του εναντιωθείς, μέχρι και να Τον επιπλήξεις και να Τον απορρίψεις στην καρδιά σου, λέγοντας ότι δεν είναι δίκαιος, ότι δεν είναι απαραίτητα σωστά όλα όσα κάνει. Δεν είναι επικίνδυνο το ότι μπορεί να προκαλέσεις τέτοια πράγματα; (Είναι.) Είναι πολύ επικίνδυνο. Το να μην αναζητά κανείς την αλήθεια μπορεί να του κοστίσει τη ζωή! Κι αυτό μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε και οπουδήποτε. Όσο ενθουσιώδη κι αν είναι τώρα τα συναισθήματα, οι βλέψεις, οι επιθυμίες ή τα ιδανικά σου, και όσο κι αν αγαπάς τον Θεό στην καρδιά σου αυτήν τη στιγμή, είναι όλα παροδικά. Συμβαίνει ακριβώς το ίδιο όπως όταν ένας πάστορας τελεί έναν γάμο και ρωτάει το ζευγάρι: «Δέχεσαι αυτό το άτομο ως σύζυγό σου; Στην υγεία και στην αρρώστια, στην καταστροφή, στη φτώχεια και ούτω καθεξής, προτίθεσαι να περάσεις τη ζωή σου μαζί του;» Και τα δύο μέλη του ζευγαριού, με βουρκωμένα μάτια και καρδιά κατακλυσμένη από συναισθήματα, παίρνουν όρκο να αφιερώσουν τη ζωή τους ο ένας στον άλλον, και ο καθένας τους αναλαμβάνει διά βίου ευθύνη απέναντι στον άλλον. Εκείνη τη στιγμή, τι είναι αυτοί οι ιεροί όρκοι; Τίποτα περισσότερο απ’ τα φευγαλέα συναισθήματα και επιθυμίες των ανθρώπων. Διαθέτουν, όμως, πραγματικά τέτοια ακεραιότητα και τα δύο μέλη του ζευγαριού; Έχουν στ’ αλήθεια τέτοια ανθρώπινη φύση; Αυτό παραμένει άγνωστο· η αλήθεια θα αποκαλυφθεί μέσα στα επόμενα δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια. Κάποια ζευγάρια παίρνουν διαζύγιο μετά από τρία ή πέντε χρόνια, κάποια μετά από δέκα, και άλλα, μετά από τριάντα χρόνια, βάζουν τέλος έτσι απλά. Πού πήγαν, λοιπόν, οι αρχικές τους επιθυμίες; Τι συνέβη στους ιερούς όρκους τους; Τους είχαν ήδη ξεχάσει από καιρό. Τι ρόλο παίζουν αυτοί οι ιεροί όρκοι; Κανέναν απολύτως· είναι απλώς επιθυμίες, στιγμιαία συναισθήματα, και τα συναισθήματα και οι επιθυμίες δεν καθορίζουν τίποτα. Τι απαιτείται προκειμένου ένα ζευγάρι να περάσει στ’ αλήθεια μαζί μια ολόκληρη ζωή, να γεράσει ενωμένο; Σε ιδανικές συνθήκες, πρέπει και τα δύο άτομα να έχουν τουλάχιστον ακεραιότητα και έντιμο χαρακτήρα. Η χειροπιαστή πραγματικότητα είναι ότι, στη διάρκεια της ζωής τους, θα τους τύχουν πολλά πράγματα —μικρά και μεγάλα, καλά και άσχημα, κακουχίες, εμπόδια, δυσκολίες, ως επί το πλείστον ανεπιθύμητες καταστάσεις. Γι’ αυτό απαιτείται και τα δύο μέλη του ζευγαριού να έχουν ειλικρινή ανεκτικότητα, υπομονή, αγάπη, ενσυναίσθηση, φροντίδα και άλλα μάλλον θετικά πράγματα στην ανθρώπινη φύση τους ώστε να υποστηρίξουν ο ένας τον άλλον ως το τέλος της διαδρομής. Αν δεν έχουν αυτά τα γνωρίσματα και βασίζονται μονάχα στους όρκους και στα ιδανικά, τις επιθυμίες και τις φαντασιώσεις που είχαν όταν παντρεύτηκαν, δεν υπάρχει περίπτωση ν’ αντέξουν μέχρι τέλους. Το ίδιο ισχύει και για την πίστη στον Θεό· αν κανείς δεν αναζητά την αλήθεια, αλλά βασίζεται μόνο σε λίγο ενθουσιασμό κι επιθυμία, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μείνει σταθερός και δεν μπορεί επ’ ουδενί να ακολουθήσει τον Θεό μέχρι τέλους.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.